Τι θα κάνουν οι
έλληνες κομμουνιστές σε περίπτωση πολέμου;
Η πρόσφατη κλιμάκωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, με αφορμή την τουρκική
NAVTEX, έφερε και πάλι στο προσκήνιο σενάρια περί «θερμού επεισοδίου» και
πολεμικής εμπλοκής μεταξύ των δύο χωρών.
Το «έργο», βέβαια, δεν είναι καινούργιο. Ανάλογη κατάσταση είχε
δημιουργηθεί πριν δυο χρόνια, τον Φλεβάρη του 2018, όταν τουρκική ακταιωρός
εμβόλισε σκάφος του λιμενικού σώματος στην περιοχή των Ιμίων.
Σε τέτοιου είδους περιστάσεις, η τουρκική προκλητικότητα (που υποθάλπεται
και- συχνά- ενισχύεται από ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ) «τροφοδοτεί» τις εγχώριες
εθνικιστικές-ακροδεξιές φωνές που βρίσκουν ευκαιρία να πλειοδοτήσουν σε
πατριδοκαπηλία και πολεμοχαρή συνθήματα ενάντια στο γειτονικό λαό. Αναπόσπαστο
κομμάτι της ακροδεξιάς, εθνικιστικής ρητορικής αποτελούσε ανέκαθεν η στάση των
κομμουνιστών, του ΚΚΕ, σε περίπτωση πολεμικής εμπλοκής μεταξύ Ελλάδας και
Τουρκίας.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα ανιστόρητων, αντικομμουνιστικών κειμένων
που, επί χρόνια και σε διάφορες παραλλαγές, κυκλοφορούν και αναπαράγονται στο
διαδίκτυο από ακροδεξιούς – και όχι μόνο – κύκλους, όπου αναφέρεται πως… σε
περίπτωση πολέμου της Ελλάδας με άλλη χώρα «το ΚΚΕ έχει δώσει εντολή στα μέλη
του να μην πολεμήσουν».
Πρόκειται ασφαλώς για χυδαίο ψέμα, αποκύημα του νοσηρού αντικομμουνισμού
που υπάρχει στα κεφάλια όλων αυτών που βγάζουν σπυριά στη θέα του
σφυροδρέπανου: από τους πατενταρισμένους Ναζί της εγκληματικής Χρυσής Αυγής
μέχρι τους «εξευγενισμένους» αντικομμουνιστές της ΝΔ και των έγκριτων αστικών εντύπων
(π.χ. «Καθημερινή»).
Το τι θα κάνουν οι Έλληνες κομμουνιστές και το Κόμμα τους, το Κομμουνιστικό
Κόμμα, σε περίπτωση που τεθεί σε κίνδυνο η εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας
είναι γνωστό. Όποιος επιθυμεί μπορεί να ανατρέξει στην Ιστορία του 20ου
αιώνα, όπως και στα επίσημα κείμενα του ΚΚΕ, ώστε να μάθει την αλήθεια.
Εμείς θα αρκεστούμε να επισημάνουμε – ή, ορθότερα, να υπενθυμίσουμε –
ορισμένα πράγματα:
— 1 —
Το ΚΚΕ, τα μέλη και οι οπαδοί του, υπήρξε ο αιμοδότης και καθοδηγητής της
ΕΑΜικής Αντίστασης κατά την περίοδο της τριπλής φασιστικής Κατοχής. Ο
λαϊκός-απελευθερωτικός αγώνας του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αποτελεί αδιάψευστο μάρτυρα του πως
αντιλαμβάνονται οι κομμουνιστές τον πατριωτισμό, δίνοντας στον αγώνα για τη
λευτεριά της πατρίδας την ίδια τους τη ζωή. Θυμίζουμε το παράδειγμα των
φυλακισμένων και εξόριστων – από τη φασιστική μεταξική δικτατορία –
κομμουνιστών, οι οποίοι με την έναρξη του ιταλοελληνικού πολέμου ζήτησαν να
σταλούν στο μέτωπο. Κάτι που η δικτατορία όχι μόνο τους αρνήθηκε, αλλά λίγο
αργότερα τους παρέδωσε στους κατακτητές, ανάμεσα τους και τον γεν. γραμματέα
της ΚΕ του ΚΚΕ Νίκο Ζαχαριάδη που στάλθηκε στο Νταχάου.
Ποιος πολέμησε, λοιπόν, τους κατακτητές στην Κατοχή; Μήπως οι αστικές
δυνάμεις της εποχής που άλλες κατέφυγαν στο εξωτερικό και άλλες συνεργάστηκαν
με τους κατακτητές; Μήπως ο αγγλοκινούμενος ΕΔΕΣ και οι παραφυάδες του που, ανά
διαστήματα, συνεργάζονταν και με τους Γερμανούς; Ή, μήπως, τα προδοτικά Τάγματα
Ασφαλείας και οι δωσίλογοι – οι πολιτικοί πρόγονοι της σημερινής ακροδεξιάς –
που αποδείχθηκαν οι καλύτεροι σύμμαχοι των Ναζί;
Μιας και αναφερόμαστε στην Κατοχή και την ΕΑΜική Αντίσταση, αξίζει να
αντιπαραθέσουμε – ως άκρως διδακτική υπενθύμιση – τον όρκο του αντάρτη του ΕΛΑΣ
και τον αντίστοιχο του ταγματασφαλίτη.
Ο όρκος του μαχητή του ΕΛΑΣ (δημοσιεύθηκε
στον «Απελευθερωτή», όργανο της ΚΕ του ΕΛΑΣ, 27 Απρίλη 1943):
«Ορκίζομαι στον Ελληνικό Λαό και τη συνείδησή μου, ότι θ’ αγωνισθώ έως την
τελευταία σταγόνα του αίματός μου για την πλήρη απελευθέρωση της Ελλάδας από
τον ξένο ζυγό. Ότι θα αγωνιστώ για την περιφρούρηση των συμφερόντων του
Ελληνικού Λαού και την αποκατάσταση και κατοχύρωση των ελευθεριών και όλων των
κυριαρχικών δικαιωμάτων του. Για τον σκοπό αυτό θα εκτελώ ευσυνείδητα και
πειθαρχικά τις εντολές και οδηγίες των ανωτέρων μου οργάνων και θ’ αποφεύγω
κάθε πράξη που θα με ατιμάζη σαν άτομο και σαν αγωνιστή του Εργαζόμενου
Ελληνικού Λαού».
Και, από την άλλη, ο όρκος των Ταγμάτων Ασφαλείας:
«Ορκίζομαι εις τον Θεόν τον άγιον τούτον
όρκον, ότι θα υπακούω απολύτως ΕΙΣ ΤΑΣ ΔΙΑΤΑΓΑΣ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΑΡΧΗΓΟΥ ΤΟΥ
ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΑΔΟΛΦΟΥ ΧΙΤΛΕΡ. Θα εκτελώ πιστώς απάσας τας ανατεθεισομένας
μοι υπηρεσίας και θα υπακούω άνευ όρων εις τας διαταγάς των ανωτέρων μου.
Γνωρίζω καλώς, ότι διά μίαν αντίρρησιν εναντίον των υποχρεώσεών μου, τας οποίας
διά του παρόντος αναλαμβάνω, θέλω τιμωρηθή ΠΑΡΑ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ
ΝΟΜΩΝ».
— 2 —
Στις ταξικές κοινωνίες η έννοια του πατριωτισμού έχει ταξικό περιεχόμενο,
είναι αλληλένδετη με τα συμφέροντα που εκφράζει κάθε κοινωνική τάξη. Ο
«πατριωτισμός» του μεγαλοβιομήχανου και του μεγαλοεφοπλιστή δεν είναι ίδιος με
τον πατριωτισμό του εργάτη, του μικρού αγρότη, του χαμηλοσυνταξιούχου, του
άνεργου. Η Ελλάδα του μεγάλου κεφαλαίου, της αστικής τάξης και των πολιτικών
της εκπροσώπων δεν είναι η ίδια Ελλάδα των εκατομμυρίων εργαζόμενων που
αγωνίζονται για το μεροκάματο με κατακρεουργημένα εργασιακά δικαιώματα.
Τίθεται λοιπόν ένα βασικό ερώτημα: Πατριωτισμός από ποιόν, για το συμφέρον
ποιανού; «Η πατρίδα, δηλαδή το δοσμένο πολιτικό, πολιτιστικό και κοινωνικό
περιβάλλον, είναι ο πιο ισχυρός παράγοντας στην ταξική πάλη του προλεταριάτου»,
σημείωνε ο Λένιν και πρόσθετε πως το «προλεταριάτο δεν μπορεί να
αντιμετωπίζει με αδιαφορία και απάθεια τις πολιτικές, κοινωνικές και
πολιτιστικές συνθήκες της πάλης του, συνεπώς δεν μπορεί να του είναι αδιάφορη
και η τύχη της χώρας του. Μα η τύχη της χώρας του δεν μπορεί να τον ενδιαφέρει
παρά στο βαθμό που αφορά την ταξική πάλη, και όχι εξαιτίας κάποιου αστικού
«πατριωτισμού, που είναι τελείως ανάρμοστος να προφέρεται από χείλια
σοσιαλδημοκρατών». (Λένιν, «Άπαντα», τ. 17, σελ. 194).
Το καθήκον της πολιτικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, του Κομμουνιστικού
Κόμματος, είναι, στις συνθήκες ενός ιμπεριαλιστικού πολέμου, να αναδείξει την
ανάγκη της ταξικής ενότητας των εργαζόμενων, της συμμαχίας με τα λαϊκά
στρώματα, τη διεθνιστική διάσταση της αλληλεγγύης μεταξύ της εργατικής τάξης
κάθε χώρας. Με λίγα λόγια, το καθήκον των κομμουνιστών είναι να δείξουν στους
εργαζόμενους, στο λαό, ότι δεν πρέπει να συνταχθεί κάτω από τις ξένες σημαίες
του κεφαλαίου, είτε ξένου είτε ντόπιου.
Στο έργο του «Κάτω από ξένη σημαία»*, ο Λένιν ανέδειξε ότι σε έναν
ιμπεριαλιστικό πόλεμο, έναν πόλεμο δηλαδή που διεξάγει η αστική τάξη
οποιασδήποτε χώρας, η εργατική τάξη δεν έχει κανένα δεν έχει κανένα όφελος να
προσδοκά τίποτα από τη νίκη της μιας ή της άλλης πλευράς. Δεν έχει, επομένως,
κανένα λόγο για «επιλέξει» ιμπεριαλιστή.
— 3 —
Ως «μοναδικό απελευθερωτικό πόλεμο» ο Β. Ι. Λένιν χαρακτήριζε την πάλη για
μετατροπή του πολέμου σε ένοπλη ταξική πάλη, με στόχο την σοσιαλιστική
επανάσταση. Αυτή η στάση είναι η αληθινά πατριωτική στάση κάθε εργάτη, κάθε
ανθρώπου της δουλειάς, του μεροκάματου, κάθε νέου και νέας που θέλει μια
πατρίδα λεύτερη από τα δεσμά της καπιταλιστικής σαπίλας και εκμετάλλευσης.
Η στάση των κομμουνιστών σε περίπτωση πολέμου αποκρυσταλλώνεται με σαφήνεια
στα λόγια του Γ.Γ. της ΚΕ του ΚΚΕ Δ. Κουτσούμπα, κατά τη διάρκεια ομιλίας του
σε συγκέντρωση προ διετίας στη Θεσσαλονίκη:
«Οι κομμουνιστές, όπως πάντα στην ηρωική 100χρονη Ιστορία μας, θα
πρωτοστατήσουμε στον αγώνα για την υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας, των
κυριαρχικών δικαιωμάτων μας. Για να συντριβεί ο όποιος ξένος εισβολέας εάν
τολμήσει και επιτεθεί στην Ελλάδα. Ταυτόχρονα όμως επισημαίνουμε από τώρα ότι
δεν θα δείξουμε καμιά εμπιστοσύνη στην αστική κυβέρνηση που θα κάνει τον
πόλεμο. Καμιά ανοχή στην άρχουσα τάξη που συμμετέχει στον πόλεμο για την προώθηση
των δικών της οικονομικών συμφερόντων, βάζοντας το λαό μας να χύνει το αίμα
του. Θα επιδιώξουμε να τη βάλουμε με την πάλη μας στο χρονοντούλαπο της
Ιστορίας, με την ανατροπή της, για την οριστική νίκη του λαού» (06/03/2018,
902.gr).
Τα παραπάνω λόγια συνοψίζουν με ξεκάθαρο τρόπο τη λενινιστική θεωρία για
την θέση των κομμουνιστών στον πόλεμο: Πάλη ενάντια στον όποιο ξένο εισβολέα
αλλά και οργάνωση του αγώνα ενάντια στους ντόπιους πλουτοκράτες-δήμιους του
εργαζόμενου λαού. «Κρέας για τα κανόνια» αυτών που λυμαίνονται τον πλούτο του
εργαζόμενου – είτε αυτοί ονομάζονται «έλληνες», είτε «τούρκοι», είτε
«αμερικάνοι» ή «γερμανοί» κεφαλαιοκράτες – δεν πρόκειται να δεχθούμε να
γίνουμε.
Πασιφιστικές αυταπάτες ή προετοιμασία για
κάθε ενδεχόμενο;
Στο φόντο της όξυνσης
των ελληνοτουρκικών σχέσεων, οι θέσεις που εκφράζονται από οπορτουνιστικές
δυνάμεις, όπως για παράδειγμα αυτές των ΑΝΤΑΡΣΥΑ/ΝΑΡ, συνιστούν γραμμή
παραίτησης από την ταξική πάλη, λειτουργώντας αποπροσανατολιστικά για
εργατικές-λαϊκές μάζες.
Ο πασιφιστικός βερμπαλισμός, τα γενικόλογα καλέσματα για «αποτροπή του
πολέμου» και οι αναφορές για μονομερή παραίτηση της Ελλάδας από την κατοχύρωση
υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ είναι θέσεις που αντικειμενικά συμβάλλουν στη δημιουργία
κλίματος συνδιαχείρισης και συνεκμετάλλευσης του ενεργειακού πλούτου σε Αιγαίο
και Ανατολ. Μεσόγειο. Αποτελούν, με λίγα λόγια βούτυρο στο ψωμί των προωθούμενων
ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ.
Διαβάζοντας κάποιος τις θέσεις των ΑΝΤΑΡΣΥΑ/ΝΑΡ και την αντίστοιχη
αρθρογραφία των εντύπων τους (π.χ. «Πριν») για τις ελληνοτουρκικές εξελίξεις,
διαπιστώνει την διολίσθηση τους σε αντιλενινιστικές, πασιφιστικές προσεγγίσεις
που αποσπούν την πάλη για την ειρήνη από την πάλη για την ανατροπή του
καπιταλισμού.
Καλή η συνεχής επίκληση του – ορθού και λογικού- συνθήματος «όχι στον
πόλεμο», αλλά τι γίνεται σε περίπτωση που ο πόλεμος δεν αποφευχθεί; Τι πρέπει
να πράξει η εργατική τάξη σε περίπτωση στρατιωτικής εισβολής; Να παραμείνει
θεατής των εξελίξεων, «βορά» στους αστικούς σχεδιασμούς, εναποθέτοντας τις
ελπίδες του στην επίτευξη «ειρήνης», που κι’ αυτή θα είναι «με το πιστόλι στον
κρόταφο»;
«Η άρνηση της στρατιωτικής υπηρεσίας, η απεργία ενάντια στον πόλεμο κτλ,
δεν είναι παρά ανοησία, ανίσχυρο και άνανδρο όνειρο άοπλου αγώνα ενάντια στην
εξοπλισμένη αστική τάξη» έγραφε ο Λένιν κριτικάροντας τον πασιφισμό που
εξέφραζαν σοσιαλιστικά κόμματα κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (Λένιν, «Άπαντα»,
τ. 26, σελ. 41).
Το σύνθημα «δεν πολεμάμε για ΑΟΖ, βραχονησίδες, πετρέλαια και φυσικό
αέριο», που αναφέρεται στις αναλύσεις των ΑΝΤΑΡΣΥΑ/ΝΑΡ, είναι το ιδανικό
επιχείρημα όσων δεν έχουν σκοπό να αγωνιστούν για την εργατική-λαϊκή εξουσία.
Όσων θεωρούν δεδομένο ότι – είτε έτσι, είτε αλλιώς – οι πλουτοπαραγωγικές πηγές
τις χώρας (που ανήκουν στο λαό της) θα αποτελούν εσαεί αντικείμενο
εκμετάλλευσης εγχώριων και ξένων μονοπωλίων. Αποτελεί ταυτόχρονα θέση που
διευκολύνει την προώθηση των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών για «συνεκμετάλλευση»,
που με τόση μεθοδικότητα προωθείται από ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ και τις αστικές κυβερνήσεις
στις δυο πλευρές του Αιγαίου.
Το εργατικό-λαϊκό κίνημα, οι κομμουνιστές, μπορούν και πρέπει να
πρωταγωνιστούν στον αγώνα για να απεμπλακεί η χώρα από τη μέγγενη των
ιμπεριαλιστικών οργανισμών, να κλείσουν οι βάσεις του θανάτου, οδηγώντας την
πάλη του λαού ενάντια στον πραγματικό αντίπαλο: την εξουσία του κεφαλαίου που
γεννά και αναπαράγει τους πολέμους.
Η λαϊκή εξουσία και μόνο αυτή πρέπει να είναι ο στόχος και το επιστέγασμα
της πάλης αυτής, είτε σε συνθήκες ιμπεριαλιστικής «ειρήνης», είτε
ιμπεριαλιστικού πολέμου.
* Β.Ι Λένιν. Για τον πόλεμο και την σοσιαλιστική επανάσταση,
Σύγχρονη Εποχή, σελ 47-76.