15 Νοε 2013

Λέσβος-Σάμος-Ικαρία ένα μικρό χρονικό του ΔΣΕ στα νησιά

Λέσβος-Σάμος-Ικαρία ένα μικρό χρονικό του ΔΣΕ στα νησιά


Λέσβος



Αμέσως μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας και την εγκατάσταση των εκπροσώπων της κυβέρνησης της Αθήνας στη Λέσβο, ένα μεγάλο κύμα τρομοκρατίας σάρωσε το νησί. Το 149ο Τάγμα εθνοφυλακής και ισχυρές δυνάμεις χωροφυλακής προχώρησαν απαρχής σε συλλήψεις, ξυλοδαρμούς, ακόμη και δολοφονίες δημοκρατικών πολιτών, ενώ παράλληλα άρχισαν το σπάσιμο των γραφείων των ΕΑΜικών οργανώσεων και τις καταστροφές των γραφείων και των τυπογραφείων των εφημερίδων, που οι εν λόγω οργανώσεις εξέδιδαν.
Ο λαός της Λέσβου αντέδρασε αμέσως στην τρομοκρατική ασυδοσία των κρατικών οργάνων με μαχητικές διαδηλώσεις, τις οποίες, ωστόσο, οι δυνάμεις της κρατικής και της παρακρατικής βίας, με την κάλυψη και της τοπικής δικαστικής εξουσίας, αντιμετώπισαν με νέους σκληρούς διωγμούς. Ετσι, φυλακίστηκε, με κατασκευασμένες κατηγορίες, μαζί με εκατοντάδες αγωνιστές, ολόκληρη σχεδόν η ηγεσία του λεσβιακού λαϊκού κινήματος, και μεταξύ τους ο γραμματέας της περιοχής Αιγαίου του ΚΚΕ Παναγιώτης Γώγος - ενώ το Μάη του 1946 συνελήφθησαν ο δεύτερος κομματικός γραμματέας της περιοχής Κώστας Βασάλος και άλλα κομματικά στελέχη ως ηθικοί αυτουργοί του φόνου δυο παρακρατικών, που είχαν βρεθεί σκοτωμένοι από άγνωστους δράστες δεκάδες χιλιόμετρα μακριά από τη Μυτιλήνη.
Η τρομοκρατία εντάθηκε μετά την ψήφιση των έκτακτων μέτρων από τη Βουλή και εκατοντάδες αγωνιστές της ΕΑΜικής Αντίστασης στη Λέσβο, που πιάστηκαν τότε, στάλθηκαν εξορία. Η τρομοκρατία, ωστόσο, είχε ως συνέπεια, πολλοί αγωνιστές, που κατόρθωσαν να αποφύγουν τη σύλληψη, να επιλέξουν, τελικά, το δρόμο του βουνού και να συγκροτήσουν τις πρώτες αντάρτικες μικρές ομάδες, με όπλα που είχαν από παλιότερα φυλαγμένα σε κρυψώνες.

Μια ομάδα από αντάρτες, στις 29 του Αυγούστου 1946, τρεις μέρες πριν από το δημοψήφισμα, εμφανίστηκε σε ορισμένα χωριά του νησιού, για να ενισχύσει το ηθικό του λαού, ο οποίος πιεζόταν να ψηφίσει την επάνοδο του Γεωργίου Γλίξμπουργκ - μπαίνοντας, ωστόσο, στο χωριό Κάτω Τρίτος, δέχτηκε τα ξαφνικά πυρά των χιτών. Σκοτώθηκε τότε ο αντάρτης Χαρίλαος Κατάκος, ο πρώτος νεκρός αντάρτης του νησιού στον εμφύλιο πόλεμο, καθώς και ένας παρακρατικός, το επεισόδιο, όμως, δεν πήρε μεγαλύτερη έκταση.
Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1946 μια δεύτερη ομάδα ένοπλων καταδιωκομένων αγωνιστών μπήκαν αιφνιδιαστικά στο χωριό Παπάδος της Γέρας και στη συμπλοκή, που ακολούθησε, εξόντωσε τρεις παρακρατικούς.

Μετά το δημοψήφισμα, τα έκτακτα μέτρα επεκτάθηκαν και στη Λέσβο, όπου ιδρύθηκε έκτακτο στρατοδικείο - τούτο, όμως, δεν εμπόδισε την αύξηση των συγκρούσεων στο νησί. Ετσι, μέχρι το τέλος του 1946 σημειώθηκαν συμπλοκές, με απώλειες και από τις δυο πλευρές, στη θέση Πετρένιος Στύλος της Γέρας, στην περιοχή της Ανεμώτιας, στον κάμπο του Ιππειου, στις θέσεις Ριζόνα και Φεράνα της Αγίας Παρασκευής και στο χωριό Βορός. Την Πρωτοχρονιά του 1947, εξάλλου, το τμήμα Αγιάσου των ανταρτών, με επικεφαλής τον Δημήτρη Πιταούλη, διέλυσε σε ενέδρα δύναμη χωροφυλάκων και ΜΑΥδων, που είχαν βγει σε καταδίωξή τους, σκοτώνοντας πέντε και παίρνοντας αρκετά λάφυρα. Εντεκα μέρες αργότερα, όμως, στη θέση Περίτονο, το λεσβιακό αντάρτικο συγκρότημα βρέθηκε ξαφνικά μπροστά σε υπέρτερες αντίπαλες δυνάμεις και στη μάχη, που ακολούθησε, έχασε πέντε άνδρες, ενώ ορισμένοι νεοστρατολογημένοι αντάρτες διέρρευσαν και παραδόθηκαν στον εχθρό.

Το Μάρτη του 1947 εντούτοις η αντάρτικη δύναμη της Λέσβου είχε ήδη ανασυγκροτηθεί, αποτελούμενη πια από 94 μαχητές και συγκεντρωμένη στο βόρειο τμήμα του νησιού. Τον ίδιο μήνα, η δύναμη αυτή έδωσε στο χωριό Κλαπάδος ολοήμερη μάχη με το σύνολο των τοπικών κυβερνητικών δυνάμεων, που την είχαν κυκλώσει, κατόρθωσε, όμως, να σπάσει τον κλοιό, με ένα μόνο νεκρό, και να τραβηχτεί προς τα κάτω, χωρισμένη σε τμήματα. Ενα, ωστόσο, από τα τμήματα αυτά, από 30 περίπου άνδρες, που σχεδίαζε να χτυπήσει την Ερεσό, όπου στάθμευαν ισχυρές δυνάμεις ΜΑΥδων και χωροφυλακής, προσβλήθηκε από τον αντίπαλο στη θέση Αετός, όπου είχε το βράδυ κατακλιθεί, και διαλύθηκε. Οι ηγέτες του Καρακώστας και Μπουντάκης και τρεις ακόμη αντάρτες σκοτώθηκαν και πιάστηκαν επτά, που καταδικάστηκαν αμέσως σε θάνατο από το στρατοδικείο και λίγες μέρες αργότερα εκτελέστηκαν στη θέση Κράτηγος, μερικά χιλιόμετρα έξω από τη Μυτιλήνη.

Το χτύπημα, ωστόσο, αυτό δεν πτόησε τους αντάρτες, μια ομάδα των οποίων στα μέσα του Μάη αιχμαλώτισε, ύστερα από ενέδρα, στη θέση Σκίδια, στο δρόμο που συνδέει τη Μυτιλήνη με το Μανταμάδο, μια διμοιρία του κυβερνητικού στρατού, που την απελευθέρωσε, αφού της αφαίρεσε τα όπλα, τα πυρομαχικά και το μεγαλύτερο μέρος του ρουχισμού της. Το εν λόγω γεγονός υπήρξε εντυπωσιακό και πολλοί νέοι από την περιοχή του Μανταμάδου προσχώρησαν τότε στους αντάρτες. Οι φοβερές, όμως, δυσκολίες της αντάρτικης ζωής, οι συνεχείς πορείες και μετακινήσεις των ανταρτών, η πείνα, η διαρκής παραμονή στην ύπαιθρο - όλα επακόλουθα της εδαφικής διαμόρφωσης του νησιού, που δεν επέτρεπε τη διατήρηση μόνιμης βάσης συγκέντρωσης, ανάπαυσης και εξόρμησης - είχαν ως αποτέλεσμα και πάλι διαρροές και εκ νέου συρρίκνωση των λεσβιακών αντάρτικων δυνάμεων.

Τον Ιούλη του 1947 έφτασε κρυφά στη Μυτιλήνη από τη Σάμο ο Χαράλαμπος Θεοδοσίου, μέλος του Γραφείου της Περιοχής Αιγαίου του ΚΚΕ και ύστερα από συνάντησή του με το γραμματέα της τοπικής κομματικής οργάνωσης Γρηγόρη Κουντουρέλη, ανέλαβε, με βάση κομματική εντολή, τη διοίκηση του τοπικού αντάρτικου τμήματος. Υποδιοικητής έγινε ο Δημήτρης Πιταούλης και σαν άμεσοι στόχοι ορίστηκαν η στρατολόγηση καινούριων μαχητών και η γρήγορη ανάπτυξη επιθετικής αντάρτικης δραστηριότητας.
Ο Χαράλαμπος Θεοδοσίου κατόρθωσε να συγκεντρώσει τις σκορπισμένες σε διάφορες περιοχές του νησιού μικροομάδες και να κατασκευάσει στο πευκοδάσος της Αγιάσου υπόγεια καταφύγια, προκειμένου να κρύβονται σε αυτά οι αντάρτες ύστερα από κάθε επιθετική τους επιχείρηση. Στη συνέχεια άρχισε επιθέσεις στα χωριά, στήσιμο ενεδρών, αφοπλισμούς χωροφυλάκων και ΜΑΥδων, συχνότατες εμφανίσεις στους δημόσιους δρόμους και σταμάτημα αυτοκινήτων για ελέγχους, για συγκέντρωση τροφίμων και για μοίρασμα προπαγανδιστικού υλικού.

Στις 15 του Νοέμβρη πολυμελής ανταρτική ομάδα υπό τον Δημήτρη Πιταούλη και τον Κυριάκο Πασχαλιά χτύπησε το χωριό Βασιλικά, το κατέλαβε ύστερα από σύντομη μάχη και έπιασε αιχμάλωτη την εκεί φρουρά των χωροφυλάκων. Στις 19 του Γενάρη 1948 άλλη αντάρτικη ομάδα μπήκε στο Αμπελικό και στη συνέχεια η αντάρτικη δράση απλώθηκε σε όλο σχεδόν το νησί.
Στις 21 του Φλεβάρη, ωστόσο, αντάρτικο τμήμα βρέθηκε κυκλωμένο από όλες τις δυνάμεις του αντιπάλου και υποχρεώθηκε σε σκληρή αναμέτρηση, που του κόστισε 5 νεκρούς. Αλλοι 5 αντάρτες σκοτώθηκαν σε άλλες συγκρούσεις, που σημειώθηκαν τις ίδιες μέρες στη θέση Καμίνια, στον Καβουροπόταμο και στα Βασιλικά.

Η κατάσταση των ανταρτών της Λέσβου από τα τέλη του Γενάρη 1948 ακόμη είχε αρχίσει να επιδεινώνεται. Το ηθικό τους δε διατηρούσε πια την παλιότερη ακμή του, η στρατολογία νέων μαχητών είχε σταματήσει και η εξεύρεση τροφίμων αποτελούσε ήδη δυσεπίλυτο πρόβλημα. Για να λυθεί μάλιστα το πρόβλημα αυτό, αποφασίστηκε ο χωρισμός του αντάρτικου συγκροτήματος σε μικρές ομάδες - τούτο, όμως, είχε ως συνέπεια τη σημαντικότατη μείωση της μαχητικής ικανότητας των εν λόγω ομάδων και τη διευκόλυνση των λιποταξιών.

Παρ' όλα αυτά εντούτοις ο ανταρτοπόλεμος στη Λέσβο κρατήθηκε πέρα από το Σεπτέμβρη του 1949 - μέχρι το 1955, όταν παραδόθηκαν οι δυο τελευταίοι αντάρτες. Τον Οκτώβρη μάλιστα του 1949 δρούσαν ακόμη στο νησί περισσότεροι από 25 μαχητές.

Η Λέσβος έχασε στον εμφύλιο πόλεμο πάνω από εκατό μαχητές και λαϊκούς αγωνιστές, που έδωσαν τη ζωή τους είτε πολεμώντας στα βουνά του νησιού είτε αντιμετωπίζοντας τα εκτελεστικά αποσπάσματα. Ολα σχεδόν τα τοπικά στελέχη του ΚΚΕ έπεσαν στον αγώνα - και ανάμεσά τους ο Παναγιώτης Γώγος που εκτελέστηκε, ο Γρηγόρης Κουντουρέλης δολοφονήθηκε, ο Χαράλαμπος Θεοδοσίου, ο Δημήτρης Πιταούλης, ο Γιάννης Βασάλος και ο Αχιλλέας Κοντάρας εκτελέστηκαν. Κοντά τους χάθηκαν, επίσης, και νεότεροι αγωνιστές, μέλη του ΚΚΕ και μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού - και μεταξύ τους τα αδέλφια Αντώνης, Γιώργος και Βασίλης Αγρίτης, ο Παναγιώτης Παρασκευαΐδης, ο Κυριάκος Πασχαλιάς, ο Πέτρος Μπούρας, ο Μανώλης Καρακώστας, ο Παναγιώτης Αντωνιάδης, ο Παναγιώτης Καλαλές, ο Βασίλης Παπαδέλης ή Χάρος, ο Παναγιώτης Χαβαράνης, η Ελλη Σβώρου, ο Θανάσης Στεφάνου και ο Ανδρέας Χαραλαμπίδης εκτελέστηκε.


Σάμος


Στη διάρκεια των γεγονότων του Δεκέμβρη του 1944 στην Αθήνα, γύρω στους 150 οπλίτες του αντιδραστικού «Ιερού Λόχου», που βρίσκονταν τότε στη Σάμο, οργάνωσαν μαζί με ντόπιους αντιδραστικούς τρομοκράτες δολοφονική ενέδρα έξω από το Κοκκάρι σε βάρος μεγάλου τμήματος του τοπικού ΕΛΑΣ, στο οποίο και προκάλεσαν τεράστιες ζημιές. Στη συνέχεια χτύπησαν και διέλυσαν και τα υπόλοιπα ΕΛΑΣίτικα τμήματα, δολοφόνησαν τον Γιώργο Πασβάνη, γραμματέα του ΕΑΜ στο Βαθύ, και με μια σειρά άλλων εγκληματικών κατά του λαού ενεργειών τους βύθισαν στο φασιστικό τρόμο ολόκληρο το νησί.

Αλλαξε, ωστόσο, ριζικά η κατάσταση, όταν επέστρεψαν στη Σάμο 15 περίπου χιλιάδες κάτοικοί της, που είχαν καταφύγει κατά τη διάρκεια της ξενικής κατοχής στη Μέση Ανατολή, είχαν οι πιο πολλοί αναμειχθεί στο κίνημα του στρατού της Μέσης Ανατολής και ήσαν όλοι δοκιμασμένοι αντιφασίστες. Με την εμπειρία και τον ενθουσιασμό, που τους διέκρινε, ανασυγκρότησαν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα το λαϊκοαπελευθερωτικό κίνημα του τόπου, ξαναλειτούργησαν τα γραφεία των ΕΑΜικών οργανώσεων, άνοιξαν και πάλι τις Δημοκρατικές Λέσχες στο Καρλόβασι, στο Μαραθόκαμπο και στο Βαθύ και επανεξέδωσαν τις εφημερίδες «Λαοκρατία» και «Καρμανιόλος».

Η Σάμος κάτω από τις νέες συνθήκες πέρασε σταθερά στο στρατόπεδο της ΕΑΜικής Αντίστασης. Ο νομάρχης Γ. Γρηγορίου ασκούσε γενικά ήπια πολιτική και δεν κάλυπτε ποτέ τις ακρότητες των αντιδραστικών στοιχείων του τόπου, η διοίκηση της χωροφυλακής ακολουθούσε ανάλογη στάση, ενώ η εθνοφυλακή φρόντιζε να διατηρεί φιλικές σχέσεις με τους ΕΑΜίτες.

Μετά τις εκλογές, όμως, του 1946, ο νομάρχης απομακρύνθηκε και στη θέση του τοποθετήθηκε ο Χρήστος Κούσουλας, ο οποίος έσπευσε να αναδιοργανώσει το αντιδραστικό καθεστώς και να καλλιεργήσει εκ νέου το κλίμα της φοβίας. Η Περιφερειακή Επιτροπή Σάμου του Κομμουνιστικού Κόμματος και η Νομαρχιακή του Αγροτικού Κόμματος συνήλθαν τότε σε κοινή σύσκεψη και αποφάσισαν την άμεση οργάνωση Ομάδων Λαϊκής Αυτοάμυνας για την προάσπιση της ζωής και της περιουσίας των λαϊκών αγωνιστών. Οι Ομάδες Λαϊκής Αυτοάμυνας συγκροτήθηκαν πολύ γρήγορα, μπήκαν κάτω από την καθοδήγηση τριμελών γραφείων και όλες μαζί λειτούργησαν υπό τη γενική εποπτεία πενταμελούς πανσαμιακού γραφείου, που είχε επικεφαλής του τον Μανώλη Καραθανάση ή Λυκούργο. Δεν άργησε μάλιστα να μετασχηματιστεί σε οργανωμένη λαϊκή δημοκρατική φρουρά, η οποία κάλυπτε το αντιτρομοκρατικό κίνημα του νησιού.

Οι αντιδραστικές δυνάμεις επιχείρησαν να απαντήσουν στη δραστηριότητα των ομάδων αυτοάμυνας με δυναμικό τρόπο. Ετσι, στις 5 του Μάη 1946 μια ομάδα 15 χωροφυλάκων με έναν υπενωμοτάρχη συνέλαβε εντελώς αυθαίρετα τα στελέχη του Αγροτικού Κόμματος στη Λέκα, με αποτέλεσμα η ομάδα αυτοάμυνας του χωριού, που την αποτελούσαν 17 μέλη, να επέμβει δραστήρια, να απελευθερώσει τους συλληφθέντες, να σκοτώσει τον υπενωμοτάρχη, να τραυματίσει τρεις χωροφύλακες, να τους αφοπλίσει όλους και στη συνέχεια να περάσει στην παρανομία.

Ο νομάρχης Χρήστος Κούσουλας, που υπήρξε ο εμπνευστής της αυθαιρεσίας της χωροφυλακής στη Λέκα, οργάνωσε εκείνη την εποχή πολλά παρόμοια περιστατικά, όπως η δολοφονία από παρακρατικούς του Μανώλη Μόσχου στους Μυτιληνούς. Παράλληλα, χρησιμοποιώντας ανεξέλεγκτα το δημόσιο χρήμα του επισιτισμού και των διανομών, προχώρησε στη δημιουργία ένοπλου σώματος ΜΑΥδων, που ξεπερνούσαν τους 1.500 άνδρες και αποτέλεσαν ουσιαστικά τον προσωπικό στρατό του.
Στις 25 του Μάρτη 1947 ο Χρήστος Κούσουλας μίλησε στην πλατεία της πρωτεύουσας του νησιού, με την ευκαιρία της εθνικής επετείου, και εκεί κήρυξε ανοιχτά τον πόλεμο κατά του ΕΑΜικού και ένοπλου λαϊκού κινήματος, με τα εξής που μεταξύ πολλών άλλων ανέφερε σε εμπρηστικό πολιτικό λόγο του:
«Με τον αγώνα (που διεξάγεται σήμερον) διά την ύπαρξιν της ελληνικής φυλής, αγώνα κατά των επιδρομέων της, διασαφηνίζεται απολύτως, ότι δεν κατοικούν εις την Ελλάδα Ελληνες αριστεροί, αλλά κομμουνιστική ελληνόφωνος μειονότης, ενεργούσα και συμμαχούσα με τους επιδρομείς της πατρίδος. Η μειονότης (άλλωστε αυτή) η εξαγγέλλουσα, διακηρύττουσα και προπαγανδίζουσα (και) την συμφιλίωσιν, απεδείχθη και παρά της Διεθνούς Επιτροπής (των Ηνωμένων Εθνών), ότι είναι συμπαραστάτης και σύμμαχος των Σλάβων. Διά τούτο αρνούμεθα και αποκηρύττομεν κάθε συμφιλιωτικήν κίνησιν μέχρι περατώσεως του αγώνος μας εναντίον των επιδρομέων".

Οι ΜΑΥδες του Χρήστου Κούσουλα, με επικεφαλής τον επίορκο παλιό ΕΛΑΣίτη Ελευθέριο Μπέτσο, πρωτοστάτη της δολοφονίας των ΕΛΑΣιτών στο Κοκάρι, άρχισαν να απλώνουν από τα τέλη του Απρίλη 1947 την τρομοκρατική τους δράση σε όλο το νησί. Το γεγονός, ωστόσο, αυτό οδήγησε στην αύξηση του αριθμού των ένοπλων καταδιωκομένων λαϊκών αγωνιστών, οι οποίοι στις 25 του Μάη σχημάτισαν το πρώτο τμήμα του Δημοκρατικού Στρατού και εγκαταστάθηκαν στον Κέρκη.
Στις αρχές του 1947 έφτασε στη Σάμο ο Ικαριώτης Γιάννης Σαλάς, γνωστός Ακροναυπλιώτης και ένας από τους σημαντικότερους δημιουργούς της ελληνικής Αντιφασιστικής Στρατιωτικής Οργάνωσης της Μέσης Ανατολής. Ο Σαλάς ανέλαβε αμέσως την τοπική γραμματεία του ΚΚΕ και στη συνέχεια συναντήθηκε στα βουνά με τον ταγματάρχη Γιάννη Μαλαγάρη, παλιό συναγωνιστή του στα επαναστατικά γεγονότα της Αιγύπτου, με τον οποίο αποφάσισε τη γρήγορη ανάπτυξη αντάρτικου κινήματος στο τρομοκρατημένο νησί.

Το βράδυ της 25ης του Ιούνη αντάρτικη ομάδα με επικεφαλής τον Γιάννη Μαλαγάρη, τον Σαλά και τον Χρήστο Παντελόγλου χτύπησε αιφνιδιαστικά τον Παγώντα, κατέλαβε το σταθμό χωροφυλακής, σκότωσε δυο χωροφύλακες και αφόπλισε την υπόλοιπη φρουρά. Στα μέσα του Ιούλη, εξάλλου, από τις αντάρτικες ομάδες που υπήρχαν ήδη στον Καρβούνη και από την ομάδα του Γιάννη Σοφούλη σχηματίστηκαν τρεις διμοιρίες, που χτύπησαν και κατέλαβαν τους Μανωλάτες, διέλυσαν τους ΜΑΥδες στην Αμπελο και κατέλυσαν σε ολόκληρη αυτή την περιοχή την κυβερνητική εξουσία.

Στις αρχές του Αυγούστου εκλέχτηκε από μεγάλη σύσκεψη των ανταρτών του Καρβούνη και αντιπροσωπείας των ανταρτών του Κέρκη το Αρχηγείο του Δημοκρατικού Στρατού της Σάμου. Επικεφαλής του Αρχηγείου τοποθετήθηκαν ο Γιάννης Μαλαγάρης, ως στρατιωτικός αρχηγός, ο Γιάννης Σαλάς, ως πολιτικός επίτροπος, ο Γιάννης Ζαφείρης, ως υπεύθυνος του Γραφείου Επιχειρήσεων και βοηθός του στρατιωτικού αρχηγού, και ο Σταύρος Χατζηγεωργίου, ως βοηθός του πολιτικού επιτρόπου - ενώ μέλη του διατέλεσαν ο Μανώλης Ιωάννου, ο Κώστας Γρυδάκης, ο Χρήστος Παντελόγλου, ο Γιάννης Σοφούλης και ο Μιλτιάδης Βακάκης.

Στις 12 του Αυγούστου ισχυρές αντάρτικες δυνάμεις χτύπησαν ξαφνικά και κατέλαβαν το Καλαμπάχτασι και απελευθέρωσαν ολόκληρη σχεδόν τη Δυτική Σάμο - ενώ στις 29 του ίδιου μήνα στη μεγάλη μάχη των Γκιναίων, που τραυματίστηκε, όμως, σοβαρά ο Γιάννης Μαλαγάρης, οι κυβερνητικές δυνάμεις υπέστησαν πανωλεθρία. Στις 4 του Σεπτέμβρη, εξάλλου, συντρίφτηκε η φρουρά της Υδρούσας και ύστερα από δυο μέρες εξουδετερώθηκε η φρουρά του Πλατάνου και η διμοιρία του στρατού, που βρισκόταν εκεί, παραδόθηκε στους αντάρτες.

Στα μέσα του Σεπτέμβρη οι κυβερνητικές δυνάμεις επιχείρησαν να εγκλωβίσουν και να εξοντώσουν τους αντάρτες του Καρβούνη, οι οποίοι, όμως, κατόρθωσαν με ελιγμό μέσα από το ίδιο το Καρλόβασι να περάσουν στον Κέρκη. Οπως αναφέρεται σε σχετική ιστοριογραφική μελέτη:
«Η πορεία μέσα από το Καρλόβασι, τη νύχτα της 16ης προς 17η του Σεπτέμβρη, αποτέλεσε τον πιο θαυμαστό ελιγμό των ανταρτών της Σάμου. Τα δυο χιλιόμετρα του παραλιακού δρόμου και οι δεκάδες πάροδοι ελέγχονταν από τους ανιχνευτές, που ασφάλιζαν την πορεία στον αντάρτικο σχηματισμό. Το θέαμα ήταν μεγαλόπρεπο, καθώς οι 150 αντάρτες του Καρβούνη, αναπτυγμένοι κατά διμοιρίες, προχωρούσαν με σταθερό βηματισμό και άφηναν πίσω τους τα εργοστάσια, τα εμπορικά της Ρίβας και το μεγάλο γεφύρι».

Η αδυναμία των κυβερνητικών να συντρίψουν το Δημοκρατικό Στρατό της Σάμου τους υποχρέωσε σε διαπραγματεύσεις μαζί του, που άρχισαν στις 21 του Σεπτέμβρη στο Μαραθόκαμπο και στις οποίες πήραν μέρος για λογαριασμό της κυβέρνησης ο μητροπολίτης Ειρηναίος και ο βουλευτής Μανώλης Σοφούλης και για τους αντάρτες ο Γιάννης Ζαφείρης, ο Σταύρος Χατζηγεωργίου και ο Γιάννης Τζίχας. Αν και συμφωνήθηκε εκεχειρία 15 ημερών και αναγνωρίστηκε ουσιαστικά ο πλήρης έλεγχος συγκεκριμένων περιοχών του νησιού από το Δημοκρατικό Στρατό, οι διαπραγματεύσεις σταμάτησαν τελικά, ύστερα από σχετική έντονη αμερικανική αξίωση προς τον πρωθυπουργό Θεμιστοκλή Σοφούλη.
Στα μέσα του Οκτώβρη και με σκοπό την καλύτερη εκτέλεση των στρατιωτικών επιχειρήσεων η ηγεσία των ανταρτών προχώρησε στην οργάνωση του Δημοκρατικού Στρατού της Σάμου σε πέντε συγκροτήματα. Επρόκειτο για τα συγκροτήματα του Κεντρικού Καρβούνη, του Ανατολικού Καρβούνη, των Λακών, του Πλατάνου και του Κέρκη, με αντίστοιχες έδρες τα Μαρμαράκια, τα Κοχύλια, τη Μερτζάνη, την Κατλάκα και τον Αϊ Λια και αντίστοιχους τον Γιάννη Σοφούλη, τον Μιλτιάδη Βακάκη, τον Θεόδωρο Βασιλείου, τον Δημήτριο Ασημίνα και τον Μάνο Πίτα, οι οποίοι είχαν κοντά τους ως πολιτικούς επιτρόπους αντίστοιχα τον Γιώργο Βαλούκα, τον Κώστα Γρυδάκη, τον Μενέλαο Μενελάου, τον Θεόδωρο Ανάση και ένα πέμπτον, του οποίου, όμως, το όνομα δεν αναφέρεται στις πηγές. Οργανώθηκε, επίσης, επιμελητεία, που ανατέθηκε στον Χρήστο Παντελόγλου, λόχος μηχανημάτων, με διοικητή τον Γιάννη Τζίχα, και έμπεδο νεοσύλλεκτων κοντά στις Λάκες, με πρώτο εκπαιδευτή τον έφεδρο ανθυπολοχαγό Σταμάτη Δεμερτζή.

Μεγάλη σημασία είχε δώσει η ηγεσία του Δημοκρατικού Στρατού της Σάμου στη διαφώτιση των ανταρτών και του λαού. Ετσι, είχε ιδρύσει ειδικό γραφείο, με υπεύθυνο τον Νίκο Σβερκίδη και με στόχους του «να εξοπλίζει ιδεολογικά τους μαχητές και να τους βοηθά στη λύση των ιδεολογικοπολιτικών προβλημάτων, που αναφύονταν, να εκλαϊκεύει το ιδεολογικό περιεχόμενο του Δημοκρατικού Στρατού στο σαμιώτικο λαό και να στέκεται άγρυπνος φρουρός των λαϊκών συμφερόντων και αμετάθετα προσηλωμένος στην ιδέα της ισότιμης συνεννόησης για συναδέλφωση και ειρήνη». Το Δεκέμβρη του 1948 μάλιστα άρχισε να εκδίδει το περιοδικό «Γκιναίοι», για το οποίο ανέφερε σε σχετική ανακοίνωσή του τα εξής:
«Η ύλη του περιοδικού, έχοντας το διπλό σκοπό να διαφωτίσει και να ψυχαγωγήσει συγχρόνως τον δημοκρατικό στρατιώτη, θα περιλαμβάνει θέματα σοβαρά - πολιτική αρθρογραφία, εσωτερική και εξωτερική επισκόπηση, ιστορικές επιφυλλίδες από τους λαϊκούς αγώνες της Σάμου, πορτραίτα λαϊκών αγωνιστών, προβλήματα στρατιωτικά, υγείας, νεολαίας και λαϊκά - όσο και αστεία, με σκοπό πάντα να διαφωτίσει ή να διορθώσει τα κακώς κείμενα (...). Οι πολιτικοί επίτροποι των τμημάτων πρέπει να ορίσουν ένα μόνιμο ανταποκριτή, ανεξάρτητα από τους έκτακτους συνεργάτες, σε κάθε τμήμα, που θα μελετά και θα γράφει τα ζητήματα, που απασχολούν ή ενδιαφέρουν το τμήμα του».

Στους τελευταίους μήνες του 1947 και ολόκληρο το 1948 ο Δημοκρατικός Στρατός της Σάμου γνώρισε μια σειρά από αξιόλογες επιτυχίες. Ετσι, στις 25 του Οκτώβρη 1947 δυο διμοιρίες του υπό τους Ανδρέα Κατσούφρο, Δημήτρη Ασημίνα και Μενέλαο Μενελάου κατέλαβαν τη Χώρα, παλιά πρωτεύουσα της Σάμου, και αιχμαλώτισαν τους ΜΑΥδες, που τη φρουρούσαν. Στις 2 του Νοέμβρη, εξάλλου, τρεις διμοιρίες του υπό τους Κώστα Κατσούφρο, Γιάννη Χατζηανδρέου και Αριστείδη Ζάγκα χτύπησαν τους Βουρλιώτες, διέλυσαν μια διλοχία ΜΑΥδων συντρίβοντας τις εκεί δυνάμεις της χωροφυλακής.

Από τις 19 του Δεκέμβρη 1947 μέχρι τις 16 του Γενάρη 1948 ο Δημοκρατικός Στρατός αντιμετώπισε αποφασιστικά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, που είχε οργανώσει ο αντίπαλος. Στις διάφορες, όμως, μάχες, που έδωσε, έχασε αρκετούς μαχητές και μεταξύ τους τον Μενέλαο Μενελάου και δέκα προσχωρήσαντες στις γραμμές του στρατιώτες, που αιχμαλωτίστηκαν από τον εχθρό στην Μπαθακιά και τουφεκίστηκαν όλοι επιτόπου.

Στις 20 του Γενάρη 1948 τα συγκροτήματα του Βακάκη και του Σοφούλη κατέλαβαν την εμπορική και βιομηχανική περιοχή του Ορμου, στο Καρλόβασι, και κατάσχεσαν πολλά είδη και χρήματα - ενώ δυο μέρες αργότερα μπήκαν στο Μεσαίο Καρλόβασι και πήραν σημαντικές ποσότητες τροφίμων. Στις 24 του ίδιου μήνα, εξάλλου, πρόσβαλαν τους Κουμαραδαίους και εξουδετέρωσαν τους εκεί ΜΑΥδες, και στις 24 του Φλεβάρη κατέλαβαν τους Μυτιληνούς, αφού επέφεραν στους κυβερνητικούς σοβαρές απώλειες. Τη νύχτα της 7ης του Μάρτη, τέλος, όλες οι αντάρτικες δυνάμεις του Κέρκη και του Καρβούνη χτύπησαν το Νέο Καρλόβασι, κατέλαβαν το μεγαλύτερο μέρος του και αποσύρθηκαν, συναποκομίζοντας πλούσια πολεμικά λάφυρα.

Στις 6 του Ιούνη 1948 οι κυβερνητικές δυνάμεις άρχισαν και πάλι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, αντιμετωπίστηκαν, όμως, στον Καρβούνη με επιτυχία από το Δημοκρατικό Στρατό, ο οποίος, αφού κράτησε εκεί τις θέσεις του για δώδεκα μέρες, διολίσθησε με ελιγμό στον Κέρκη. Οι επιχειρήσεις, ωστόσο, του κυβερνητικού στρατού συνεχίστηκαν και το φθινόπωρο με τη χρησιμοποίηση ισχυρών δυνάμεων πεζικού, πυροβολικού, ναυτικού και αεροπορίας, με τις οποίες προσπαθούσε, χωρίς επιτυχία, να κάμψει έναν αντίπαλο, που ταχύτατα περνούσε από την άμυνα στην επίθεση και από τον ελιγμό στη «λούφα».

Στις αρχές του Νοέμβρη, τα κυβερνητικά στρατεύματα ανέβηκαν στον Κέρκη με μεγάλες δυνάμεις, υποχρεώθηκαν, όμως, να φύγουν αμέσως, εξαιτίας μιας πολύ επιτυχημένης αντιπερισπαστικής κίνησης του Δημοκρατικού Στρατού. Συγκεκριμένα, στις 4 του Νοέμβρη, μια διμοιρία ανταρτών, με επικεφαλής τον Μιλτιάδη Βακάκη, μπήκε αιφνιδιαστικά στο Καρλόβασι και έβαλε φωτιά στο δημόσιο καπνεργοστάσιο.

Το 1949, όμως, η κατάσταση άλλαξε ριζικά σε βάρος του Δημοκρατικού Στρατού. Στα τέλη του Μάρτη εκείνου του χρόνου έφτασαν στο νησί τρία ειδικά μακρονησιώτικα τάγματα, με «ανανήψαντες» παλιούς ΕΛΑΣίτες αξιωματικούς και με επικεφαλής τον ταξίαρχο Δαούλη, τον αντισυνταγματάρχη Μπουτσικάρη και τον ταγματάρχη Ησαΐα. Προτού, ωστόσο, οι δυνάμεις αυτές αρχίσουν τις επιχειρήσεις κατά των ανταρτών, πάνω από δυο χιλιάδες «ύποπτοι» συνελήφθησαν προληπτικά από τις αστυνομικές αρχές και το στρατό και οδηγήθηκαν στη Μακρόνησο.

Οι επιχειρήσεις των κυβερνητικών δυνάμεων άρχισαν στις 4 του Απρίλη στις περιοχές του Καρβούνη, του Κέρκη και των Σπαθαριώτικων Βουνών, χωρίς, όμως, τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Ο Δημοκρατικός Στρατός, χρησιμοποιώντας την αντάρτικη τακτική, αντιμετώπιζε με επιτυχία τον αντίπαλο, στήνοντας ενέδρες στα χαμηλά περάσματα, στις προσβάσεις των μικρών ορεινών όγκων, και ναρκοθετώντας δρόμους και μονοπάτια.

Στα μέσα του Μάη έφτασαν στη Σάμο με πολεμικό πλοίο ο Αλέξανδρος Παπάγος και ο Βαν Φλιτ και αφού μελέτησαν την κατάσταση, διέταξαν και εδώ το άμεσο άδειασμα της υπαίθρου από τους κατοίκους της, προκειμένου να απομονωθούν εντελώς οι αντάρτες. Ετσι, οι Σαμιώτες χωρικοί εγκατέλειψαν και αυτοί τις εστίες τους και συγκεντρώθηκαν υποχρεωτικά στους Βουρλιώτες, στο Καρλόβασι, στον Πύργο, στον Πλάτανο, στον όρμο του Μαραθόκαμπου, στη Χώρα, στο Πυθαγόρειο και στους Μυτιληνιούς.

Οι αντάρτες χωρίστηκαν τότε σε μικρές ομάδες και προσπάθησαν να περιορίσουν στο ελάχιστο τα ενδεχόμενα της εμπλοκής τους σε αναμετρήσεις με τον πανίσχυρο αντίπαλο. Τούτο, όμως, ήταν αδύνατο, εξαιτίας της συνεχούς παρουσίας των κυβερνητικών στρατευμάτων σε όλη την έκταση του νησιού - γεγονός που οδήγησε, τελικά, στην ολοσχερή ήττα των ανταρτών και στη Σάμο.

Στις 21 του Ιούλη, συγκεκριμένα, αυτοκτόνησαν κοντά στο Καλαμπάχτασι, για να μην πέσουν στα χέρια του εχθρού, ο αρχηγός του τοπικού Δημοκρατικού Στρατού Γιάννης Μαλαγάρης και οι καπεταναίοι Κώστας Γρυδάκης, Θεμιστοκλής Θεοδωρής και Σίμος Γεράκης και σκοτώθηκαν πολεμώντας οι Λευτέρης Βασιλάκης, Μανώλης Κέλης, Μέχρης Καρναβάς, Αλέκος Καρναβάς, Αντώνης Μάζαρης και Δημήτρης Παπαγεωργίου. Στις 29 του ίδιου μήνα έχασαν τη ζωή τους στην Ξηρολακκιά οι Αριστοτέλης Τζίχας, Γιάννης Τζίχας, Αλέκος Γομαλάτσος, Λευτέρης Νικητάκης, Γιάννης Χατζηλίας, Ανδρέας Παληογιώργης, Γιάννης Γιάννου, Γιάννης Ταμπακλής, Θεμιστοκλής Τσιμπογιάννης, Κώστας Παπαντωνίου και Μιχάλης Ξουραφής και πιάστηκαν αιχμάλωτοι δεκαεννέα - ανάμεσά τους ο Γιάννης Ζαφείρης, ο Σταύρος Χατζηγεωργίου, ο Γιάννης Σοφούλης, ο Γεώργιος Βαλούκας, ο Θεόδωρος Βασιλείου, ο Κώστας Κατσούφρος, ο Χρήστος Αξιώτης, η Ανθή Κουτσοδόντη, ο Μανώλης Διακογιάννης, ο Γιάννης Τσερέπας, ο Δημήτρης Βουρλιώτης, ο Μιχάλης Κυρανάκης, ο Στ. Καβουριάρης, ο Δημήτρης Παρτσάφας, ο Νικ. Τζιβανάκης, ο Κώστας Μακρής, ο Γιάννης Χατζηϊωάννου, η Γεωργία Καλούσου και ο Γιάννης Κοκώνης. Πάνω από 40 αντάρτες, εξάλλου, εκτελέστηκαν, αμέσως σχεδόν μόλις πιάστηκαν αιχμάλωτοι, και μεταξύ τους ο Γιώργης Βακαλόπουλος και ο Μανόλης Κόκας.

Στις 18 του Οκτώβρη ο πολιτικός επίτροπος του σαμιώτικου Δημοκρατικού Στρατού Γιάννης Σαλάς και ο νεαρός φοιτητής της Ιατρικής Σαράντος Καρούτσος συνελήφθησαν στην παραλιακή θέση Γκινάκι, ύστερα από προδοσία, και λίγο αργότερα δολοφονήθηκαν στα Κόκκινα Χώματα, με βάση ειδική μυστική διαταγή του στρατιωτικού διοικητή της Σάμου.



Ικαρία



Η Ικαρία και οι γειτονικοί Φούρνοι χρησιμοποιήθηκαν από τις μεταδεκεμβριανές κυβερνήσεις ως τόποι εξορίας των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης. Στους Φούρνους μάλιστα, βρέθηκε νεκρός στο δωμάτιό του, με μια σφαίρα στην καρδιά, στις αρχές του Μάη 1947, ο συνταγματάρχης Ευριπίδης Μπακιρτζής, κορυφαίο στέλεχος του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ. Οι αρχές τότε είχαν δηλώσει ότι ο εκτοπισμένος αγωνιστής είχε αυτοκτονήσει, σε τηλεγράφημά του, όμως, προς την ΚΕ του ΕΑΜ εκ μέρους όλων των εκεί εξόριστων, ο Γεράσιμος Στεφανάτος είχε χαρακτηρίσει ύποπτο το θάνατό του.

Στην Ικαρία το αριστερό κίνημα ήταν ανέκαθεν ισχυρό - γεγονός που μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας δεν άφηνε αρκετά περιθώρια για την εκεί δράση παρακρατικών συμμοριών. Ο νομάρχης, όμως, της Σάμου Χρήστος Κούσουλας, επιδιώκοντας να δημιουργήσει και σ' αυτό το νησί εμφυλιοπολεμικό κλίμα, έστειλε στις εκεί αστυνομικές αρχές εμπιστευτικό τηλεγράφημα, με το οποίο διέταζε την άμεση σύλληψη όλων των στελεχών του ΕΑΜ και του ΚΚΕ στην Ικαρία.

Το τηλεγράφημα, ωστόσο, αυτό του νομάρχη έγινε γνωστό στην τοπική οργάνωση του ΚΚΕ (το παρέδωσε ο τηλεγραφητής Θεολόγος Φάκαρης σε στελέχη του ΚΚΕ), με αποτέλεσμα διακόσια περίπου μέλη και στελέχη του να περάσουν στην παρανομία. Στην αρχή, οι εν λόγω παράνομοι κρύβονταν άοπλοι και αργότερα ορισμένοι απ' αυτούς παραδόθηκαν ή έφυγαν από το νησί - οι πιο πολλοί, όμως, έμειναν στην Ικαρία, περιμένοντας τις εξελίξεις.

Το καλοκαίρι του 1947, σε μυστική σύσκεψη στελεχών του Κομμουνιστικού Κόμματος, του Αγροτικού Κόμματος και της ΕΠΟΝ, συγκροτήθηκε διακομματική επιτροπή ως ενιαίο καθοδηγητικό κέντρο του ικαριώτικου κινήματος και πάρθηκαν αποφάσεις, που αφορούσαν τις σχέσεις και τη δουλιά με τους εξόριστους, τη φύλαξη του παράνομου μηχανισμού και την έκδοση της παράνομης πια εφημερίδας «Νέα Ικαρία».
Στην εν λόγω σύσκεψη δε συζητήθηκε η οργάνωση ένοπλων τμημάτων κρούσης στο νησί. Η απόφαση για την ένοπλη αυτοάμυνα πάρθηκε λίγο αργότερα, με εισήγηση του Γιάννη Σαλά, ο οποίος, πηγαίνοντας τότε στη Σάμο, πέρασε από την Ικαρία. Επρόκειτο, ωστόσο, για παθητική αυτοάμυνα, που εφαρμόστηκε μέχρι το τέλος, και όχι για ενεργητική, που την είχε αργότερα συμβουλεύσει το Αρχηγείο του Δημοκρατικού Στρατού της Σάμου.

Η πρώτη σύγκρουση των Ικαριωτών αυτοαμυνιτών με ομάδες των τριακοσίων χωροφυλάκων και των εκατό περίπου ΜΑΥδων, που φρουρούσαν το νησί, πραγματοποιήθηκε στην περιοχή του Φραντάτου και εξελίχτηκε σε πολύωρη μάχη, χωρίς ωστόσο απώλειες. Η δεύτερη σύγκρουση έγινε στον Ορθό Λούρο, πάνω από το Μαυράτο, χωρίς επίσης απώλειες, η τρίτη στο Μαύρο Γκρεμό, πάνω από το Δρούτσουλα, με θύμα τον Γεώργιο Βελετάκη και η τέταρτη στον Αγιο Ονούφριο, με νεκρό τον Μόσχο Μάζαρη και αιχμαλώτους τον Γεώργιο Τσερμέγκα και τον Παναγιώτη Σαμπλίδη, που εκτελέστηκαν αργότερα, ύστερα από απόφαση του στρατοδικείου της Σάμου. Η πέμπτη σύγκρουση σημειώθηκε στο Δοκίμι, πάνω από την Αραίθουσα, με ένα νεκρό και μερικούς τραυματίες από τη δύναμη της χωροφυλακής, και η έκτη στη χαράδρα της Σχίζας, μεταξύ Αραίθουσας και Καραβοστάμου, με νεκρό τον Διαμαντή Διαμαντή και βαριά τραυματισμένο τον Θεολόγο Τσούνη.

Οι αντάρτες της Ικαρίας είχαν βοηθήσει με τις παράνομες οργανώσεις του ΚΚΕ στην απόδραση εκατό περίπου εξορίστων, που έμειναν μαζί τους ή φυγαδεύτηκαν στην Αθήνα, στη Σάμο και αλλού. Κατόρθωναν, εξάλλου, με μικρά πλωτά μέσα να σπάζουν τον κλοιό των καταδρομικών και των αντιτορπιλικών και να διατηρούν τακτική επικοινωνία με τη Σάμο και την Αθήνα - ενώ είχαν κατά καιρούς μεταφέρει πάνω από 26 Ικαριώτες και εξόριστους στη Σάμο για ένταξή τους στον εκεί Δημοκρατικό Στρατό και πολλούς τραυματίες από τη Σάμο νια θεραπεία τους στην Ικαρία.

Μετά την καταστροφή του Δημοκρατικού Στρατού στη Σάμο, ο κυβερνητικός στρατός ετοιμάστηκε να στραφεί κατά των ανταρτών της Ικαρίας, αφού προηγούμενα συνέλαβε όλους τους συγγενείς τους και συγκέντρωσε όλους τους κατοίκους της ορεινής περιοχής σε παραθαλάσσια ελεγχόμενα κέντρα. Ο γραμματέας, όμως, της τοπικής κομματικής οργάνωσης Χρήστος Μαυρογιώργης, χωρίς εντολή ανώτερου οργάνου, αλλά ενεργώντας αυτόβουλα, παράγγειλε τότε στους αντάρτες «να παραδώσουν μεμονωμένα τον οπλισμό τους ως αυθορμήτως παρουσιασθέντες», πράγμα που έκανε και ο ίδιος -με αποτέλεσμα να παραδώσει τα όπλα στους κυβερνητικούς η πλειοψηφία των μαχητών του ΔΣΕ.
Στα χρόνια 1948-1949 σκοτώθηκαν ή δολοφονήθηκαν οι αγωνιστές: Νίκος Παπαζαχαριουδάκης, Νέστορας Νιαπάς, Νίκος Πίττακας, Ηλίας Ξηρός.

Εννιά μαχητές του ΔΣ Ικαρίας αρνήθηκαν να παραδοθούν και παρέμειναν καταδιωκόμενοι στο νησί μέχρι το 1955. Οι Γιάννης Τσερμέγκας, Φίλιππος Μαυρίκης, Ευστράτιος Τσαμπής, Στέφανος Παπαγεωργάκης, Αντώνης Καλαμπόγιας, Κώστας Λίτσας, Δημήτρης Μπάφας, Χαράλαμπος Γκότζιος κατόρθωσαν να επιζήσουν και να καταφύγουν, τελικά, στις σοσιαλιστικές χώρες, ενώ ο Βασίλειος Φρουζές πήγε στο Βόλο απ' όπου καταγόταν και δούλεψε στην παρανομία.
Αναρτήθηκε από Oberon



Γιατί (όχι) Χούντα;

Γιατί (όχι) Χούντα;


Η κε του μπλοκ αξιοποιεί σήμερα ένα μεστό τριπλό σχόλιο του σεχτάρ του τρομερού σε παλιότερη ανάρτηση, μετά τις συλλήψεις ηγετικών στελεχών της χρυσής αυγής, που αξίζει κατά τη γνώμη μου να προβληθεί ξεχωριστά εν όψει της επετείου του πολυτεχνείου και των ερωτημάτων που προκύπτουν από την ιστορική μελέτη της επιβολής και της πτώσης της χούντας. Υπενθυμίζω ότι σε εκείνη την ανάρτηση εξετάζαμε το ερώτημα τι είχε καθορίσει την επιβολή της χούντας κι αν αυτοί οι λόγοι συντρέχουν υποθετικά και σήμερα. Αν θέλετε μπορείτε να ακολουθήσετε εδώ το σύνδεσμο που θα σας κατευθύνει στη συγκεκριμένη ανάρτηση, για να θυμηθείτε τα προλεγόμενα του σχολίου που άφησε στη συνέχεια ο σεχτάρ.

Αφού τότε μάλλον δε ζούσες, Κάπταιν, αυτό το "τι ήταν αυτό που καθόρισε την επιβολή της χούντας;", δείχνει καλή μελέτη εκείνης της εποχής, και μου ξυπνάει στη μνήμη θυελλώδεις συζητήσεις του '71.
Η γνώμη μου: Το "γιατί Χούντα;" θάπρεπε να αντικατασταθεί με το "γιατί όχι Χούντα;" Λυτά ήταν τα χέρια τους, ό,τι θέλανε κάνανε. Πάντα ο φασισμός, στις ποικίλες εκδοχές του, βολεύει καλύτερα τον Καπιταλισμό από οικονομικής πλευράς. [Και η "απελευθέρωση" του Κεφαλαίου επί χούντας παραμένει ακόμη ασυναγώνιστη τηρουμένων των αναλογιών...]. Το αν θα τον εφαρμόσουν είναι θέμα πολιτικών συσχετισμών. Και όποιος δεν είχε παρωπίδες τότε, τώβλεπε, πως σαν κόμμα, άρα και σαν λαϊκό κίνημα, είμασταν ξεβράκωτοι. Οργανωτικά, αλλά κυρίως, (όπερ και χείρον), ιδεολογικά. Και αντανάκλαση της ιδεολογικής γύμνιας ήταν η πεποίθηση, πως, για τον Καπιταλισμό, το ιδανικότερο εποικοδόμημα είναι η Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, ξεχνώντας, πως απέχουμε πολύ πια από τα χρόνια του Ανταμ Σμιθ. Πεποίθηση, που βλέπουμε μια χαρά να επιβιώνει στην "Αριστερά", ενώ ευτυχώς υποχωρεί στο Κόμμα...

Tέσπα, αντίπαλος αξιόλογος στο εσωτερικό δεν υπήρχε. Υπήρχε μόνο η κοινή γνώμη, που, σε Δύση και Ανατολή, και μόλις ~22 χρόνια μετά τη φρίκη, ούτε να ακούσει ήθελε για δικτατορίες και φασισμούς, βάλε και τον Κευνσιανισμό, που ακόμη τότε μεσουρανούσε και σκόρπιζε απλόχερα "κοινωνικό κράτος", αρνητικό περιβάλλον λοιπόν. Ομως, αυτούς τους ενδοιασμούς των δυτικών "δημοκρατών" βραχυκύκλωνε εύκολα η ψυχροπολεμική προπαγάνδα για τον βλοσυρό επεκτατικό μπολσεβίκο, βάλε και την γεωστρατηγική θέση (είχε αρχίσει να σκάει και ο Σοβιετικός Στόλος έξω από τα Δαρδανέλια), την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενοι οι "δημοκράτες" περιορίστηκαν σε φραστικές καταδίκες. Αλλωστε, δεν έσπαγε και καμιά παρθενιά, στην Ιβηρική είχαν ξεμείνει ακόμη δυό δικτατορίες, από τον μεσοπόλεμο, "ξεχασμένες"....

Εγινε λοιπόν η Χούντα, ήρθε και ο Αγκνιου, πλάκωσε και το μονοπωλιακό κεφάλαιο, δόστου "ανάπτυξη", τότε έγιναν και οι πύργοι, που στέκουν σαν μπαμπούλες πάνω από την Αθήνα, ...αλλά η δουλειά σκάλωσε στις ενδοκαπιταλιστικές κόντρες και ήρθε καπάκι και η κρίση του '73, κι εκεί ...σκάτωσε! Οι δυτικοευρωπαίοι κεφαλαιοκράτες δε βλέπανε με καλό μάτι την αμερικανική επέκταση στην Ελλάδα (και την Ευρώπη...), και θυμήθηκαν, πως γι αυτούς ο Κέυνς ήταν καλύτερος από τον Χάγιεκ. Ανέλαβαν λοιπόν οι σοσιαλιστές να βγάλουν τα κάστανα από την φωτιά, ρίξανε κάποια λεφτά για υποστήριξη αντιστασιακών, κλείνοντας προσωρινά τα μάτια ακόμη και σε κουμμουνιστές, κι έτσι, βρεθήκαμε, το '71, καμιά διακοσαριά "τσογλάνια" κύρια σε ΕΜΠ, Νομική-Φιλοσοφική και Εμπορική, να ξεκινάμε ανοιχτό κίνημα με μαζικούς όρους, όχι πια "βομβιστές" κι έτσι. Η γνώμη μου επίσης είναι, πως οι "δυτικοί" παρακινήθηκαν γιατί πολύ φοβήθηκαν, εκείνο, που μέχρι τότε δεν φοβούνταν: Το κόμμα, που μετά το '68 άρχισε να γίνεται και πάλι απειλητικό και επιθετικό. Η κάθοδος καθοδηγητικών στελεχών του "εξωτερικού" στην Ελλάδα, γνωστή και από τις αναπόφευκτες συλλήψεις, άρχισε να τους μυρίζει, πως κάτι "ψήνεται", κι έτρεξαν να προλάβουν. Αλλωστε, ήταν φανερό πως ανάμεσα στα "διακόσια τσογλάνια" υπήρχαν και πολλοί φρεσκο-οργανωμένοι κνίτες (άσχετο αν σήμερα οι περισσότεροι δε θέλουν ούτε να το θυμούνται...), που θύμιζε πολύ το "οκνίτες", προς φρίκη των ασφαλιτών και των αλήστου μνήμης Λαμπράκη-Κωνσταντόπουλου (του Σάββα, όχι αυτουνού του κεφτέ). Και ήταν πολύ πιο πλατειά η διάχυτη, μη οργανωμένη, επιρροή του ΚΚΕ, που περιβαλλόταν και με την αχλύ ενός ολοζώντανου μύθου. Να θυμίσω, πως το '72-'73 έκαναν την εμφάνισή τους στον μαζικό αντιδικτατορικό αγώνα και οι οικοδόμοι του αλησμόνητου Τερζάκη, και ήταν σκέτο ΚΚΕ αυτοί... Πάνω από την Ελλάδα πλανιόταν το φάντασμα του ΚΚΕ. Από εκεί και πέρα, τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους, κι όπως είπα, ήρθε καπάκι και η κρίση το '73 και την έστειλε την Χούντα.

Να προσθέσω, πως την πρόσεχαν ιδιαίτερα την Ελλάδα γιατί συνόρευε με το Σύμφωνο της Βαρσοβίας και τυχόν επανάσταση μπορούσε να υποστηριχτεί από την ΕΣΣΔ, με πολύ καλύτερους πια όρους από το '47-'49. Τώρα υπήρχε στρατιωτική ισορροπία, και το μόνο αντίμετρο, ο πυρηνικός πόλεμος, ήταν πολύ βαρύ, ένας δε συμβιβασμός, αλα Κούβα (="ούτε ΝΑΤΟ-ούτε Βαρσοβία", που φώναζαν οι Εκκετζήδες τότε!), δε συζητιόταν από τους ιμπεριαλιστές, γιατί θα έκανε την Μέση Ανατολή μαλλιά-κουβάρια καθώς θα ανάγκαζε το ΝΑΤΟ να τραβηχτεί πίσω από την Σικελία. Αντίο Τουρκία-Περσία-Ισραήλ, αντίο Αραβία, αντίο πετρέλαια, μήπως και αντίο Καπιταλισμός; Παίχτηκαν πολλά τότε...

Το ρεζουμέ είναι, όπως σωστά υπογραμμίζεις, πως το κίνημα, και βασικά το ΚΚΕ "εξ", τότε ακύρωσαν την "φιλελευθεροποίηση", (που υποστήριζαν και οι "ρηγάδες" της ΕΑΔΕ, πολιτικοί πρόγονοι του Ανταρσυριζοπασόκ, μην ξεχνιόμαστε....) και εξεβίασαν, εκ των ενόντων, μια πιο μαχητική λύση, που βασικά συμπυκνώθηκε στην ντε φάκτο νομιμοποίηση του ΚΚΕ, μια που η "αποχουντοποίηση" έμεινε στα χαρτιά. Συγκριτικά, την ίδια περίπου εποχή, η φιλελευθεροποίηση του φρανκισμού πέρασε άνετα στην Ισπανία, με τις ευλογίες της Ντολορές Ιμπαρούρι (και των φοβερών-τρομερών ισπανών αναρχικών, που ήδη από το '39 είχαν γίνει κότες και σήμερα επανδρώνουν όλα τα αστικά και μικροαστικά η αποσχιστικά κινήματα), ενώ στην Πορτογαλία το ΚΚ του Αλβάρο Κουνιάλ αιφνιδίασε τους πάντες, Ιμπεριαλισμό και μικροαστούς, διαβρώνοντας τον φασιστικό στρατό και αχρηστεύοντας έτσι το βασικότερο εργαλείο καταστολής της αστικής τάξης. Η επανάσταση, που φυσικά ακολούθησε, πολεμήθηκε με απίστευτη λύσσα κύρια από τους "συντρόφους" της ευρωκομμουνιστές, αλλά και από τους πορτογάλλους μικροαστούς, και πνίγηκε εν τη γενέσει της...


Το "γιατί όχι Χούντα" λοιπόν του ΄67, έγινε "αρκετά με την Χούντα" το '73, και η πρωτοβουλία των άμεσων κινήσεων ανήκε στους αστούς -έτσι στρώσαμε (ήδη από τον "Λίβανο", που δεν καταφέραμε να ανατρέψουμε το '49) έτσι θα πλαγιάζαμε. Και το "Πολυτεχνείο" θα πείς, τι ρόλο έπαιξε; Ηταν κλασσική περίπτωση "συμπαράταξης" (αναγκαστικής...) κομμουνιστών με μικροαστούς. Καθένας είχε τις προοπτικές του, και γίνονταν συμβιβασμοί. Αυτοί βιάζονταν για μια γρήγορη "ανατροπή" της Χούντας, (όπως καληώρα, τώρα βιάζονται για μια γρήγορη ανατροπή του Σαμαρά, η σε παραλλαγή, με "μεταβατικό πρόγραμμα") σε καπιταλιστικά πλαίσια κι ας μην τώλεγαν ρητά. Τότε αντισοβιετισμός σήμαινε καπιταλισμός, έστω και γιουγκοσλάβικος, όλοι τώξεραν. Εμάς μας ξύνιζε να χαθεί τέτοια ευκαιρία αποσταθεροποίησης του αστικού καθεστώτος χωρίς ουσιαστικά επαναστατικά κέρδη, θέλαμε βαθύτερη δουλειά ζύμωσης, ίσως γιατί ψυχανεμιζόμασταν, πως αυτό, που θα προέκυπτε τελικά με τις βιασύνες (συνήθως προβοκαρισμένες, η "Πανσπουδαστική Νο8" είχε απόλυτο δίκηο επί της ουσίας) θα ήταν ένας "Ανδρέας", όπερ και εγένετο. Το "Πολυτεχνείο" δεν έρριξε την Χούντα, απλά ήταν η μοιραία, και γι αυτό τελευταία, εκδήλωση ενός κινήματος, που έκοψε τις γέφυρες Μαρκεζίνη-Παρτσαλίδη-Βασιληά, χωρίς, εξ αιτίας του "Πολυτεχνείου", να δίνει λύση. Το κίνημα τις έκοψε, και μάλλον τις είχε ήδη κόψει τον Νοέμβριο του '73, η ΕΑΔΕ και οι αστοί το είχαν χάσει αυτό το παιχνίδι. Αλλά δεν πρέπει να μας διαφεύγει από την άλλη, ότι μετά το "Πολυτεχνείο" και μέχρι τις 24 Ιουλίου 1974, ΔΕΝ ΥΠΗΡΞΕ ΠΙΑ ΜΑΖΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ. Νέκρωσαν τα πάντα και ξαναγυρίσαμε σε μια κατάσταση όπως πριν το '71, τρόμου και βασανιστηρίων, αλλά σε ακόμη βαθύτερο χάσμα με τον Λαό, λόγω και της σφαγής της 17ης, που αδυνάτισε τα μικροαστικά ερείσματα της χούντας. Η όπως-όπως εκπαραθύρωση της χούντας έδοσε τέλος σε μια εκκρεμότητα, που οι αστοί δεν ήθελαν με κανένα τρόπο να παραταθεί και αυτό συνδυάστηκε με την καταστροφή της Κύπρου. Ισως η 8-μηνη παράταση της εκκρεμότητας να σχετίζεται με τις λεπτομέρειες του διαμελισμού της Κύπρου. Ο καθένας πήρε ό,τι μπορούσε: Οι Αμερικανοί την "Κύπρο", οι Ευρωπαίοι την "Μεταπολίτευση" στην Ελλάδα, οι έλληνες μικροαστοί και οι αστοί τον Παπαντζή ΙΙ, όλοι μαζί την ακεραιότητα του ΝΑΤΟ, όλοι ευχαριστημένοι.

Συμπέρασμα; Το προλεταριάτο να μην ελπίζει σε συμμαχίες με πολιτικούς εκπροσώπους των μικροαστών. Η Επανάσταση θα γίνει κόντρα και σ' αυτούς η θα είναι αντ-επανάσταση. Αν σήμερα μπορούν να βγάλουν έναν παπαντζή ΙV μόνοι τους, ακόμη καλύτερα, και να τον λουστούν μόνοι τους. Αν δεν μπορούν, ας στριγγλίζουν σαν γεροντοκόρες. Η ελπίδα αυτή την φορά δεν πρέπει να πεθάνει, ξέρουμε πια τόσα και τόσα.

Και όσο για την επικαιρότητα, να θυμώμαστε πως η Χρυσαυγή είναι Φασισμός, αλλά ο Φασισμός είναι κάτι πολύ περισσότερο από την Χρυσαυγή. Και δεν είναι καν σίγουρο, πως θα απαλλαγούμε, έστω κι από αυτήν....
Προβοκάτσια από Μπρεζνιεφικό απολίθωμα

Εφτά χρόνια αρπαχτή , ΤΑ ΞΕΧΑΣΜΕΝΑ ΣΚΑΝΔΑΛΑ ΤΗΣ «ΕΘΝΟΣΩΤΗΡΙΟΥ»

Εφτά χρόνια αρπαχτή , ΤΑ ΞΕΧΑΣΜΕΝΑ ΣΚΑΝΔΑΛΑ ΤΗΣ «ΕΘΝΟΣΩΤΗΡΙΟΥ»



Εφτά χρόνια αρπαχτή , ΤΑ ΞΕΧΑΣΜΕΝΑ ΣΚΑΝΔΑΛΑ ΤΗΣ «ΕΘΝΟΣΩΤΗΡΙΟΥ»

Ο Τύπος δεν ασχολούνταν με σκάνδαλα, ούτε σκανδαλιζόταν από τις σχέσεις των κρατούντων με τους μεγιστάνες του πλούτου. Είχε έρθει άλλωστε το πλήρωμα του χρόνου για να εκπληρωθεί το Τάμα του Έθνους.

Στους έντονα αντικοινοβουλευτικούς καιρούς μας, ένα δόλιο φάντασμα πλανιέται στον αέρα: ο ισχυρισμός περί «τιμιότητας» των δικτατόρων που κατέλαβαν πραξικοπηματικά την εξουσία το 1967 για να την επιστρέψουν πριν από 36 χρόνια, σαν βρεγμένες γάτες, «στους πολιτικούς».

Πρόκειται βέβαια για μύθο, θεμελιωμένο στη μίζερη εικόνα των επιζώντων «πρωταιτίων» – αφού πρώτα έχασαν την εξουσία, στερήθηκαν όσα είχαν παράνομα καρπωθεί και υπέστησαν τις οικονομικές συνέπειες της κοινωνικής απομόνωσής τους. Ακόμη κι αυτή η εικόνα δεν αφορά, ωστόσο, παρά ελάχιστους πρωτεργάτες της δικτατορίας. Αγνοεί την οικονομική ευμάρεια πάμπολλων μεσαίων ή «πολιτικών» στελεχών της, που η νομική κατασκευή περί «στιγμιαίου αδικήματος» άφησε παντελώς ατιμώρητα ν’ απολαμβάνουν τα αποκτήματά τους.

Την επιβίωση του μύθου διευκολύνει η χαώδης διαφορά του τότε με το σήμερα, όσον αφορά τη δυνατότητα δημόσιας συζήτησης για παρόμοια ζητήματα. Επί χούντας η ραδιοτηλεόραση ήταν κρατική (κι αυστηρά προπαγανδιστική), ενώ ο Τύπος περνούσε από δρακόντεια λογοκρισία. Οποιαδήποτε έρευνα ή ακόμη και νύξη για κρατικά σκάνδαλα ήταν απλά αδιανόητη. χαρακτηριστικό το κύριο άρθρο του Γιάννη Καψή στον «Ταχυδρόμο» (24.5.74), όταν η δικτατορία Ιωαννίδη δημοσιοποίησε το (παπαδοπουλικό) «σκάνδαλο των κρεάτων»:

«Δεν είναι καινούρια η υπόθεση. Μήνες ολόκληρους οι φήμες οργίαζαν. Κι όμως κανείς δεν τολμούσε. Κανείς δεν είχε το θάρρος να μεταβάλη τον ψίθυρο σε καταγγελία. Κι όσο οι φήμες απλώνονταν, αγκαλιάζοντας όλο και περισσότερους υπεύθυνους και μη, τόσο μεγάλωνε κι ο φόβος μήπως θίξουμε τα κακώς κείμενα. Ηταν μια ‘συνωμοσία κραυγαλέας σιωπής’, χάρη και στη δρακόντεια νομοθεσία που ρυθμίζει -και συμπιέζει- την ενάσκηση του λειτουργήματός μας».

Μετά τη Μεταπολίτευση, ο Τύπος ξεχείλισε βέβαια από πληροφορίες για σκάνδαλα της χουντικής επταετίας. Ομως αυτά θεωρούνταν τότε -και σωστά- απλές παρωνυχίδες μπροστά στα υπόλοιπα εγκλήματα της δικτατορίας.

Απολαβές και «ασυλία»

Το πρώτο πράγμα που φρόντισαν να κάνουν οι ηγέτες της χούντας, ήταν να αυγατίσουν τα εισοδήματά τους –σε σχέση όχι μόνο με τους ώς τότε δημοσιοϋπαλληλικούς μισθούς τους, αλλά και με τις απολαβές της ανατραπείσας κοινοβουλευτικής «φαυλοκρατίας». Με τον Α.Ν. 5 του 1967, ο μισθός του πρωθυπουργού υπερδιπλασιάστηκε (από 23.600 σε 45.000 δρχ), των υπουργών και υφυπουργών αυξήθηκε από 22.400 σε 35.000 δρχ, ενώ θεσπίστηκαν -για πρώτη φορά- ημερήσια «εκτός έδρας» 1.000 και 850 δρχ αντίστοιχα («Πολιτικά Θέματα» 5.10.73).

Ακολούθησαν κι άλλες «τακτοποιήσεις», όπως η καταχρηστική στεγαστική αποκατάσταση «αξιωματικών διαδραματισάντων εξέχοντα ρόλον» στο πραξικόπημα με ειδική ρύθμιση του 1970 («Πολιτικά Θέματα» 8.2.75).

Οι δικτάτορες θεσμοθέτησαν τέλος τη μελλοντική ασυλία τους, με ρυθμίσεις που κάνουν τα σημερινά κουκουλώματα να μοιάζουν με παιδικό παιχνίδι. Η χουντική νομοθεσία «περί ευθύνης υπουργών» (Ν.Δ. 802 της 30.12.1970) περιείχε «μεταβατική διάταξη» (§ 48) βάσει της οποίας δίωξη υπουργού ή υφυπουργού της χούντας μπορούσε να γίνει μόνο με απόφαση των ...συναδέλφων τους. Επιπλέον, όλα τα «εγκλήματα δια τα οποία δεν ησκήθη ποινική δίωξις μέχρι της ημέρας συγκλήσεως» της μελλοντικής Βουλής, θεωρούνταν αυτομάτως παραγεγραμμένα!

Προϋπόθεση για την ατιμωρησία συνιστούσε, φυσικά, η επιτυχία της ελεγχόμενης επιστροφής στον κοινοβουλευτισμό «αλά τουρκικά». Η εξέγερση του Πολυτεχνείου τίναξε όμως το εγχείρημα στον αέρα, με αποτέλεσμα τον κάθετο θεσμικό διαχωρισμό της Μεταπολίτευσης απ’ το προηγούμενο καθεστώς.

Τα μαύρα κρέατα

Το μόνο σκάνδαλο που εκκαθαρίστηκε δικαστικά επί χούντας, αποκαλύφθηκε για λόγους προπαγανδιστικής «νομιμοποίησης» της ανατροπής του Παπαδόπουλου απ’ τον Ιωαννίδη. Πρόκειται για την (κυριολεκτικά δύσοσμη) «υπόθεση των κρεάτων», με βασικούς κατηγορούμενους τον πρώην υφυπουργό Εμπορίου Μιχαήλ Μπαλόπουλο και το Γεν. Διευθυντή του Υπουργείου (και διορισμένο πρόεδρο της ΑΔΕΔΥ) Ζαφείριο Παπαμιχαλόπουλο.

Το κατηγορητήριο αφορούσε ποικίλες παρανομίες, με κυριότερη τη «δωροληψία κατά συρροήν» από μεγαλεμπόρους για τη μονοπωλιακή εξασφάλιση αδειών εισαγωγής κρέατος –με αποτέλεσμα παράνομες ανατιμήσεις («καπέλα») σε βάρος των καταναλωτών. Επιμέρους πτυχή του σκανδάλου συνιστούσε η απαγόρευση διάθεσης ντόπιων ζώων, ώστε να πουληθούν τα προβληματικά κρέατα Αργεντινής που «μαύριζαν» και «δεν τάθελε ο κόσμος». Στη δίκη πρόκυψε ανάμιξη του Παττακού – αναγνώστηκε, μάλιστα, και διαταγή του (21.9.72) «όπως διατεθούν το ταχύτερον εις την κατανάλωσιν» τα επίμαχα προϊόντα.

Ο Μπαλόπουλος καταδικάστηκε σε 3,5 χρόνια φυλάκιση, ποινή που το 1976 μειώθηκε σε 14 μήνες. Δεν διώχθηκε, αντίθετα, για την επίδοση που τον έκανε ευρύτερα διάσημο: το «μπαλόσημο» που (φέρεται να) εισέπραττε ως γραμματέας του ΕΟΤ, με το παρατσούκλι «ο κύριος 10%».

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι σχετικές ημερολογιακές εγγραφές του διπλωμάτη Γεωργίου Χέλμη, γαμπρού του Μαρκεζίνη. «Φαίνεται πως συνελήφθη ο Μπαλόπουλος, πρώην του Τουρισμού, για οικονομικά σκάνδαλα και καταδιώκεται ο Παύλου, γαμπρός του Παττακού, επίσης για οικονομικά σκάνδαλα (υπόθεσις κρεάτων)», σημειώνει στις 21.1.74, για να συμπληρώσει στις 5.2: «Για τα σκάνδαλα, πιστεύει ο Μομφεράτος ότι τίποτε δεν πρόκειται να προωθήσουν, διότι φοβούνται να έλθουν εις αντιθέσεις και, άλλωστε, δεν έχουν μάρτυρες να καταθέσουν». Με τη δημοσιοποίηση της δίωξης, εκτιμά τέλος «ότι κατά την δίκη θα προκύψουν και στοιχεία για άλλες υποθέσεις (ίσως σκάνδαλα στον τουρισμό κά)» («Ταραγμένη διετία», Αθήνα 2006, σ.123, 129 & 161).

Η «νέα φαυλοκρατία»

Η δυσοσμία δεν περιοριζόταν ωστόσο στα κρέατα. Επτά μήνες μετά το πραξικόπημα, ο εκδότης του «Ελεύθερου Κόσμου» (και κεντρικός προπαγανδιστής της χούντας) Σάββας Κωσταντόπουλος εξομολογείται γραπτά στον παλιό του πάτρωνα Κωνσταντίνο Καραμανλή: «Λυπούμαι, διότι είμαι υποχρεωμένος να μνημονεύσω και ένα άλλο εκτάκτως λυπηρόν φαινόμενον. Ενεφανίσθη και αναπτύσσεται μία νέο-φαυλοκρατία (ατομικά ρουσφέτια, προσωπικαί εξυπηρετήσεις, τακτοποιήσεις συγγενών, ατομική προβολή κοκ)» («Αρχείο Καραμανλή», τ.7ος, σ.50).

Παρά τη στενή σχέση του με το καθεστώς, ο Κωσταντόπουλος διατήρησε την ίδια γνώμη μέχρι τέλους. Αναλύοντας το Δεκέμβριο του 1973 στον Καραμανλή την ανατροπή του Παπαδόπουλου, τονίζει πως «είχε υποστεί το καθεστώς και αυτός προσωπικώς ηθικήν φθοράν εις την συνείδησιν των Ενόπλων Δυνάμεων. Μεγάλην ζημίαν του έκαμε η σύζυγός του και ο ταξίαρχος Μ. Ρουφογάλης, τον οποίον είχε τοποθετήσει εις την ΚΥΠ. Εκαμαν προκλητικάς ενεργείας (εντυπωσιακοί γάμοι, θορυβώδεις δεξιώσεις, δημόσιαι εμφανίσεις με μεγαλοπλουσίους, επίδειξις πλούτου κλπ). Μοιραίον ρόλον έπαιξαν και οι γαμβροί ωρισμένων παραγόντων του καθεστώτος (του κ. Σ. Παττακού και άλλων). Εδημιουργήθη μία αποπνικτική ατμόσφαιρα σκανδάλων δια την οποίαν δεν δυνάμεθα ακόμη να γνωρίζωμεν μέχρι ποίου σημείου ανταπεκρίνετο εις την πραγματικότητα. Πάντως, αντιστοιχία υπήρχε οπωσδήποτε» (όπ.π., σ.203-5).

Παρόμοια αίσθηση αναδύουν κι οι επιστολές του «γεφυροποιού» Ευάγγελου Αβέρωφ προς τον Καραμανλή: «κυκλοφορούσαι φήμαι περί μεγάλων ή μικρών σκανδάλων (δημοπρασίαι τηλεοράσεως, ΟΛΠ, σύμβασις Reynold’s, βέβαιοι μικρολοβιτούραι Ματθαίου και άλλα)» (14.10.68), «ανησυχία» του Παπαδόπουλου για «τα γύρω του σκάνδαλα, το ξεχαρβάλωμα της Διοικήσεως» (28.10.72).

Ιδια γεύση και στη συνομιλία του νεαρού -τότε- πολιτικού επιστήμονα Θεόδωρου Κουλουμπή με τον παλαίμαχο μεταξικό υπουργό Ασφαλείας, Κωνσταντίνο Μανιαδάκη (27.8.71): «Και για το στρατό; τον ρώτησα. Η απάντησή του ήταν να τρίψει τα δάχτυλα του δεξιού του χεριού, υπονοώντας ότι δωροδοκούνται» («Σημειώσεις ενός πανεπιστημιακού», σ.116-7).

Ειδική πτυχή της «νεοφαυλοκρατίας» αποτέλεσε η ποικιλότροπη «τακτοποίηση» του συγγενικού περιβάλλοντος των δικτατόρων:

* Ο Μακαρέζος διόρισε υπουργό Γεωργίας (κι αργότερα Βορείου Ελλάδος) τον κουνιάδο του, Αλέξανδρο Ματθαίου.

* Ο Λαδάς έκανε τον ένα ξάδερφό του διοικητή της ΑΣΔΕΝ και τον άλλο Γ.Γ. Κοινωνικών Υπηρεσιών.

* Ο γαμπρός του Παττακού Αντρέας Μεϊντάσης επιδόθηκε σε μπίζνες με το Δήμο Αθηναίων –από την κατασκευή του υπόγειου γκαράζ της Κλαυθμώνος μέχρι μια τεχνική μελέτη αξιοποίησης δημοτικού ακινήτου, ύψους 1.109.000 δρχ.

* Τα αδέρφια του αρχηγού βολεύτηκαν κι αυτά. Ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος ως στρατιωτικός ακόλουθος, Γ.Γ. του Υπ. Προεδρίας, Περιφερειακός Διοικητής Αττικής και «υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ». Ο Χαράλαμπος Παπαδόπουλος αναρριχήθηκε αστραπιαία στην υπαλληλική ιεραρχία για να αναλάβει Γ.Γ. Δημ. Τάξεως. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα βαθμοφόρου υφισταμένου του, «μένει γνωστός σαν ‘μπον φιλέ’ γιατί, τυλιγμένος σε χειμωνιάτικο παλτό, τρέχει νύκτα μαζί με αξιωματικούς αστυνομίας πόλεων στα καμπαρέ σαν γκάγκστερς και τρώγουν φιλέτο» (Αλέξανδρος Δρεμπέλας, «Ο θρήνος του χωροφύλακα», Αθήνα 1998, σ.118).

Ειδική κατηγορία σκανδάλων συνιστούν οι ανεξέλεγκτες δανειοδοτήσεις «ημετέρων». Τον πρώτο καιρό μετά τη μεταπολίτευση το θέμα απασχόλησε επανειλημμένα τα ΜΜΕ, για προφανείς όμως λόγους οι σχετικές κατηγορίες ουδέποτε ερευνήθηκαν σε βάθος. Αποκαλυπτικά είναι δυο έγγραφα του τότε αρχηγού της ΚΥΠ Μιχαήλ Ρουφογάλη που αποκάλυψε ο «Ταχυδρόμος» (29.8 και 12.9.74), με το ενδοκαθεστωτικό φακέλωμα «δανείων άτινα θεωρούνται χαριστικά ή επισφαλή», καθώς και των παραγόντων που «παρενέβησαν» για τη χορήγησή τους. Το συνολικό ύψος των «χορηγηθέντων» δανείων ήταν 1.519.000.000 δρχ. και των «υπό έγκρισιν» 1.644.000.000 δρχ.

Ενδιαφέρουσα και η εμπιστευτική ενημέρωση του Χαρίλαου Χατζηγιάννη, προσωπικού φίλου του δικτάτορα, προς τον αυλάρχη του εξόριστου βασιλιά Κωνσταντίνου (25.11.70): «Αυξάνεται η επιρροή της Δέσποινας [Παπαδοπούλου], του Ρουφογάλη και του Φραγκίστα. Η Δέσποινα ανακατεύεται σε όλα και, αναμφισβήτητα, επηρεάζει τον άντρα της. Ακόμη και η κόρη της παίζει ρόλο. Μιλούν και για οικονομικά συμφέροντα. Ο Λαδάς φώναξε τον Χατζηγιάννη και του συνέστησε, φιλικά, να διαφωτίσει τον Παπαδόπουλο» (Λεωνίδας Παπάγος, «Σημειώσεις 1967-1977», Αθήνα 1999, σ.296).

Η Ντόλτσε Βίτα

Την εικόνα συμπληρώνουν, από διαφορετική οπτική γωνία, οι αναμνήσεις της Ντέλλας Ρουφογάλη, φωτομοντέλου που το 1973 παντρεύτηκε το διοικητή της ΚΥΠ: «Αρχίζω να ράβω την καινούρια μου γκαρνταρόμπα στους μετρ της ραπτικής για τους οποίους μέχρι τώρα έκανα επιδείξεις. Η ζωή μου έχει αλλάξει τελείως, το ίδιο και η συμπεριφορά όλων απέναντί μου. Μου φέρονται με έκδηλο σεβασμό και τα κοπλιμέντα τους είναι υπερβολικά. Αλλά μου αρέσει. Εγώ εξακολουθώ να φέρομαι φιλικά προς τους παλιούς γνωστούς και τους κανούριους, πλούσιους φιλοχουντικούς επιχειρηματίες που πληθαίνουν μέρα με τη μέρα μαζί με τα ραβασάκια για ρουσφέτια. Αισθάνομαι πως έχω υποχρέωση να εξυπηρετήσω τους πάντες. Ο Μιχάλης συνήθως δεν αρνείται. Γεύομαι τη δύναμη της εξουσίας, και με μαγεύει» (σ.85-6).

Στην ιδιαίτερη πατρίδα της, τη Βέροια, «έρχονται πολλοί να με δουν. Γνωστοί και άγνωστοι. Ο πατέρας μου μου δίνει πακέτο τα σημειωματάκια με τα ρουσφέτια που ζητούσαν οι γνωστοί του όλο αυτό τον καιρό και εγώ του υπόσχομαι ότι κάτι θα προσπαθήσω να κάνω». Μεταξύ των αιτημάτων που ικανοποίησε, γράφει, ήταν και η απονομή χάριτος (απ’ τον Παπαδόπουλο) σ’ ένα συντοπίτη της εξαγωγέα, πρώην «μεγάλο ποδοσφαιριστή της τοπικής ομάδας», που είχε καταδικαστεί «με αποδείξεις» για κατασκοπεία υπέρ της Βουλγαρίας (σ.89).

Τους αρραβώνες του ζεύγους τίμησαν «επιλεγμένοι εξωκυβερνητικοί παράγοντες», όπως οι επιχειρηματίες Λάτσης και Κιοσέογλου. «Την επόμενη βδομάδα καινούρια δώρα, καινούριες ανθοδέσμες, φρέσκα ψάρια απ’ όλα τα νησιά της Ελλάδας, κούτες με το καλύτερο χαβιάρι της Περσίας και παγωμένα καβούρια της Αλάσκας καταφθάνουν στο σπίτι. Δεν ξέρω τι να τα κάνω» (σ.88).

Στο γάμο τους, πάλι, παραβρέθηκαν «ο Παύλος Βαρδινογιάννης, ο εφοπλιστής Θεοδωρακόπουλος με το γιο του τον Τάκη, ο Κώστας Δρακόπουλος των διυλιστηρίων, ο Νίκος Ταβουλάρης των ναυπηγείων, το ζεύγος Μποδοσάκη, ο Αγγελος Κανελλόπουλος των τσιμέντων ‘Τιτάν’ με τη γυναίκα του, ο Τομ Πάππας, ο Γ. Λύρας, ο Γιώργος Ταβλάριος, εφοπλιστής από τη Νέα Υόρκη με τη γυναίκα του και ο Γιάννης Λάτσης με τη μεγάλη του κόρη, αφού η γυναίκα του την ίδια μέρα πάντρευε την ανηψιά της σε άλλη εκκλησία» (σ.95).

Εύγλωττη για τις στενές σχέσεις χουντικής ηγεσίας και μεγαλοκαπιταλιστών είναι η περιγραφή ενός ιδιωτικού ταξιδιού της Ντέλλας με τη Δέσποινα Παπαδοπούλου στο Παρίσι: «Μένουμε σε μεγάλες σουΐτες στο Intercontinental. Ερχονται να μας επισκεφθούν με το τραίνο από τη Γενεύη ο Γιάννης Λάτσης και η σύζυγός του Εριέτα. Είναι πολύ φίλοι της Δέσποινας. [...] Πηγαίνουμε σε όλα τα καλά μαγαζιά της Φομπούρ Σεντ Ονορέ. Η Δέσποινα έχει αφεθεί στο γούστο μου. [...] Λόγω της παρατεταμένης κακοκαιρίας, πηγαίνουμε οδικώς στις Βρυξέλλες με λιμουζίνα που μας έστειλε ο Ωνάσης» (σ.87).

Οι επαφές αυτές δεν ήταν αυστηρά κοινωνικές. Λίγο μετά το Πολυτεχνείο, π.χ., το ζεύγος Ρουφογάλη τρώει στο σπίτι του με το Λάτση. Αρχηγός της ΚΥΠ κι εφοπλιστής «συζητούν για τα διϋλιστήρια και τα προβλήματα που έχει». Μετά το τέλος της κουβέντας, ο δεύτερος προθυμοποιείται να συνοδεύσει τη γυναίκα του πρώτου στο Λονδίνο, για κάποιες ιατρικές εξετάσεις (σ.100).

Μια στιχομυθία του Ρουφογάλη φωτίζει, τέλος, καλύτερα την τυχοδιωκτική διαχείριση του δημόσιου πλούτου από τα ηγετικά στελέχη της χούντας:

«Ενα βράδυ ο Χρήστος Μίχαλος, τότε υπουργός, μισοαστειευόμενος, του λέει ότι τώρα που παντρεύτηκε θα πρέπει να κάνουν καμιά δουλειά να εξασφαλίσουν το μέλλον τους, γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται. Ο Μιχάλης, ατάραχος, του λέει να μην ανησυχεί. ‘Οσο είμαστε στα πράγματα δεν μας χρειάζονται λεφτά και, αν πέσουμε, τα λεφτά δεν θα μας σώσουν’. Ξεσπάει σε γέλια. Εγώ παγώνω, μαζί μου κι ο Μίχαλος» (σ.98).

Οι συμβάσεις

Το φιλέτο των σκανδάλων της «επταετίας» υπήρξαν ωστόσο οι μεγάλες «αναπτυξιακές» συμβάσεις της περιόδου.

* Η πρώτη υπογράφηκε με την αμερικανική πολυεθνική Litton (15.5.67), για «παροχήν υπηρεσιών οργανώσεως και διεκπεραιώσεως της οικονομικής αναπτύξεως ορισμένων περιοχών εις Κρήτην και Δυτικήν Πελοπόννησον» (ΦΕΚ 1972/Α/88). Είχε προταθεί το 1966 απ’ την κυβέρνηση των αποστατών (κυρίως τον Μητσοτάκη), αλλά η Βουλή δεν τόλμησε να την ψηφίσει. Η Litton θα εισέπραττε όλα τα έξοδα που έκανε «βοηθώντας» το δημόσιο (συν κέρδος 11%) και προμήθεια 2% επί των κεφαλαίων (ή των δανείων) που θα έφερνε, θεωρητικού ύψους 800.000.000 δολαρίων. Ως «προκαταβολή», το δημόσιο της κατέβαλε 1.200.000 δολάρια.

Στην πράξη, η εταιρεία αρκέστηκε να ξεκοκκαλίζει τα ποσοστά επί των ...εξόδων της: «Το κέρδος μας είναι φυσικά δυσανάλογα μεγάλο», παραδεχόταν (στις ΗΠΑ) ο υπεύθυνος του προγράμματος, «επειδή δεν έχουμε κάνει βασική επένδυση. Η επένδυση είναι το καλό μας όνομα». Τελικά η σύμβαση λύθηκε στις 15.10.69, με καταβολή από το κράτος των δαπανών της εταιρείας -συν 11%- ακόμη και κατά την ...«περίοδο τερματισμού» (ΦΕΚ 1969/Α/268). Επίσημη δικαιολογία: «αι ελληνικαί υπηρεσίαι είναι εις θέσιν να συνεχίσουν άνευ ειδικής εξωτερικής βοηθείας τας προσπαθείας δια την ανάπτυξιν» (Βήμα, 16.10.69).

* Απίστευτα επαχθής ήταν και η σύμβαση για την κατασκευή της Εγνατίας, που ο Μακαρέζος υπέγραψε με τον αμερικανό εργολάβο Ρόμπερτ Μακντόναλντ (ΦΕΚ 1969/Α/15). Το δημόσιο έβαζε 45 απ’ τα 150 εκατομμύρια δολάρια του έργου, «διευκόλυνε» τον «επενδυτή» με ομόλογα 80.000.000 κι εγγυόταν για τα δάνειά του. Το έργο θα γινόταν από έλληνες υπεργολάβους, ενώ ο «ανάδοχος» θα φρόντιζε απλώς για μελέτες και δάνεια, εισπράττοντας αμοιβή 14% επί των εξόδων (συμπεριλαμβανόμενης της δημόσιας χρηματοδότησης!) – τα 4.500.000 δολάρια «εν είδει προκαταβολής». «Εάν κατά την διάρκειαν της μελέτης ήθελεν διαπιστωθή» από τον ίδιο πως 150 εκατομμύρια δεν αρκούν, μπορούσε είτε να ψάξει γι’ άλλα είτε απλά να «θεωρηθή εκτελέσας την σύμβασιν άμα τη συμπληρώσει της κατασκευής τμήματος της οδού, ούτινος η αξία ανέρχεται εις δολλ. ΗΠΑ 150.000.000» (άρθρο 1§4). Τελικά, δε βρήκε ούτε τα προβλεπόμενα κι έφυγε, αφού το δημόσιο επιβαρύνθημε με 1 ½ δις δρχ.

* Ο ελληνοαμερικανός Τομ Πάππας ήταν ήδη παρών με το διϋλιστήριο της ESSO στη Θεσσαλονίκη, επένδυση του 1962 που είχε καταγγελθεί ως σκανδαλωδώς προνομιακή. Το Μάιο του 1972, η χούντα τον απάλλαξε από τις αντισταθμιστικές υποχρεώσεις που είχε αναλάβει, για ανέγερση έξι αγροτοβιομηχανικών μονάδων σε διάφορα σημεία της χώρας (ΦΕΚ 1972/Α/72). Του έδωσε και άδεια για τα εργοστάσια της Coca Cola, που οι κοινοβουλευτικές κυβερνήσεις δεν ενέκριναν, ως ανταγωνιστικά προς τη ντόπια παραγωγή αναψυκτικών (ΦΕΚ 1968/Α/201).

Θερμός υποστηρικτής της χούντας, ο Πάππας πρωταγωνίστησε ως γνωστόν στο «ελληνικό Γουτεργκέιτ», ανακυκλώνοντας κονδύλια της CIA για το χρηματισμό του Νίξον απ’ τους δικτάτορες. Ενας προσωπάρχης του με σκανδαλώδες παρελθόν, ο Παύλος Τοτόμης, διορίστηκε το 1967 υπουργός Δημόσιας Τάξης και κατόπιν πρόεδρος της ΕΤΒΑ.

* Μητέρα όλων των μαχών υπήρξε ωστόσο το ντέρμπι των μεγιστάνων (Ωνάσης, Νιάρχος, Βαρδινογιάννης, Ανδρεάδης, Λάτσης κ.ά) για το 3ο διϋλιστήριο της χώρας. Ο Παπαδόπουλος τάχθηκε αποφασιστικά υπέρ του Ωνάση, σε βίλα του οποίου (στο Λαγονήσι) έμενε αντί συμβολικού ενοικίου, ενώ ο Μακαρέζος υπέρ του Νιάρχου. Η σύγκρουση έφτασε στα άκρα, με απόπειρες πραξικοπημάτων κι έκτακτους ανασχηματισμούς. Τελικά ο Ωνάσης τα παράτησε, ακυρώνοντας τη «μεγαλειώδη» σύμβαση που είχε υπογράψει και παίρνοντας πίσω την εγγύησή του, το 3ο διϋλιστήριο μοιράστηκε μεταξύ Ανδρεάδη και Λάτση (ΦΕΚ 1972/Α/130) κι ένα 4ο παραχωρήθηκε στο Βαρδινογιάννη (ΦΕΚ 1972/Α/181).

Μια λεπτομέρεια αυτής της τιτανομαχίας, από την εμπιστευτική ενημέρωση Χατζηγιάννη προς τον Παπάγο (25.11.70), παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον με βάση τα σημερινά δεδομένα:

«Σε άλλο υπουργικό συμβούλιο, παραβρισκόταν ο Καρδαμάκης, ο οποίος εισηγήθηκε την αγορά μηχανημάτων από τη Siemens και την AEG χωρίς διαγωνισμό, για να μπορέσει να ανταποκριθεί η ΔΕΗ στο πρόγραμμά της, που καθυστερούσε λόγω των δυσκολιών εκτέλεσης των συμφωνιών Ωνάση. Ο Παπαδόπουλος έλυσε μόνος του το θέμα, αποδεχόμενος την αγορά από τη μια εταιρεία».

Το «Τάμα του Εθνους»

Υπήρξε ίσως το χαρακτηριστικότερο σκάνδαλο της χούντας: ο τέλειος συνδυασμός της επαγγελίας μιας «Ελλάδος Ελλήνων Χριστιανών» με τη μεγαλομανία του δικτάτορα και το ξάφρισμα υπέρογκων δημόσιων κονδυλίων.

Στις 14 Δεκεμβρίου 1968 ο Παπαδόπουλος εξήγγειλε την ανέγερση ενός μνημειώδους ναού του Σωτήρος στα Τουρκοβούνια –ως εκπλήρωση, υποτίθεται, της σχετικής υπόσχεσης της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης του 1829 προς το Θεό σε περίπτωση απελευθέρωσης της Ελλάδας. Σύμφωνα άλλωστε με τη χουντική προπαγάνδα, η «επανάστασις» της 21ης Απριλίου 1967 δεν ήταν παρά η άμεση συνέχεια -και ολοκλήρωση- του 1821.

Το έργο εγκρίθηκε στις 5.1.69 σε κοινή συνεδρίαση υπουργικού συμβουλίου και αρχιεπισκόπου. Για την επίβλεψή του συστήθηκε το Μάιο μια «Ανώτατη Επιτροπή» με πρόεδρο τον ίδιο τον πρωθυπουργό Γ. Παπαδόπουλο και μέλη τον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, τους υπουργούς Εσωτερικών Στ. Πατττακό, Συντονισμού Ν. Μακαρέζο, Παιδείας Θ. Παπακωνσταντίνου, Δημ. Εργων Κ. Παπαδημητρίου και τον υφυπουργό Προεδρίας Κ. Βοβολίνη. Ενα δεύτερο σώμα, το «Γνωμοδοτικό Συμβούλιο», αποτελούνταν από τον πρόεδρο της Ακαδημίας, τους πρυτάνεις του Πανεπιστημίου και του ΕΜΠ, το δήμαρχο Αθηναίων, το Γενικό Διευθυντή Αρχαιοτήτων και τον κοσμήτορα της Αρχιτεκτονικής. Στο εγχείρημα μετείχε, με άλλα λόγια, σύμπασα η ανώτατη πολιτική και πνευματική ηγεσία του καθεστώτος.

Για το είδος της προπαγάνδας που συνόδευσε την εξαγγελία, αποκαλυπτικό είναι ένα απόσπασμα από την «Ηχώ των Ενόπλων Δυνάμεων» (3.6.73): «Ο Ναός του Σωτήρος Χριστού, αφ’ ενός μεν υλοποιεί την υπόσχεσιν που έδωσε το Εθνος προς τον Θεό, και αφ’ ετέρου θ’ αποτελέση, μετά την οικοδόμησίν του, το τρίτο αρχιτεκτονικό οικοδόμημα των Αθηνών, μετά τον κλασικό Παρθενώνα και τον Βυζαντινό Λυκαβηττό».

Η επιστημονική κοινότητα των 1.857 ελλήνων αρχιτεκτόνων δεν φάνηκε πάντως να δείχνει τον ίδιο ενθουσιασμό. Τρεις διαδοχικοί διαγωνισμοί «προσχεδίων» και «ιδεών» μεταξύ 1970 και 1973 κατέληξαν σε φιάσκο: παρά τα τεράστια «βραβεία» που τους συνόδευαν (από 300.000 μέχρι 5.000.000 δραχμές, όταν ο μέσος μισθός του ιδιωτικού τομέα ήταν γύρω στις 4.000 δραχμές), οι προτάσεις που υποβλήθηκαν ήταν αντίστοχια 7, 35 και 31. Τελικά και οι τρεις διαγωνισμοί κηρύχθηκαν άγονοι - μάλλον δίκαια, αν κρίνουμε από τις μακέτες που δημοσιεύθηκαν μεταδικτατορικά στο «Αντί» (30.11.74). Ακόμη κι έτσι, 3.650.000 δρχ διανεμήθηκαν σε ελάσσονες «επαίνους».

Απείρως μεγαλύτερη τέχνη επιδείχθηκε στη διασπάθιση των χρημάτων.

Τον Ιούνιο του 1969 ανακοινώθηκε η σύσταση «Ειδικού Ταμείου» για την οικονομική διαχείριση του «τάματος». Σύμφωνα με τον τελικό απολογισμό του που δημοσιεύθηκε μετά την ανατροπή του Παπαδόπουλου («Εστία» 19.1.1974), το «Ταμείο» εισέπραξε συνολικά 453.300.000 δρχ: 45,5 εκατομμύρια ως επιχορήγηση απ’ τον τακτικό προϋπολογισμό, 180 εκατομμύρια από «δωρεές, εισφορές, κλπ» και 230 εκατομμύρια σε δάνεια. Ενα μέρος των «εισφορών» ήταν επίσης δημόσιο χρήμα (η Αγροτική Τράπεζα «πρόσφερε» π.χ. 10 εκατομμύρια), ενώ το υπόλοιπο προήλθε από το υστέρημα του φιλοχρίστου και φιλοθεάμονος κοινού – όπως ο συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος που θυσίασε στο «Τάμα» ολόκληρο το εφάπαξ του (109.455 δρχ), εισπράττοντας «τα συγχαρητήρια του πρωθυπουργού δια του υπουργού Προεδρίας» («Νέα» 31.12.68).

Σύμφωνα ωστόσο με τον ίδιο απολογισμό, το 90% των εσόδων είχε ήδη καταναλωθεί σε απαλλοτριώσεις, «δαπάνες μελετών», προπαρασκευαστικά έργα και «δαπάνες διοικήσεως και λειτουργίας»!

«Φαίνεται ότι ο Ναός του Σωτήρος, που πρόκειται να ανεγερθή πάνω στα Τουρκοβούνια, θα είναι απ’ τους πιο θαυματουργούς στη χώρα μας», σχολίαζαν τις επόμενες μέρες τα «Νέα» (26.1.74). «Γιατί, πριν ακόμα κτισθή, πριν καν γίνουν τα σχέδια για την κατασκευή του, δαπανήθηκαν -λες από θαύμα- τα 406 εκατομμύρια δραχμές από τα 453 εκατομμύρια που είχαν τελικά συγκεντρωθεί. Πάντως κι οι πιο ολιγόπιστοι θαύμασαν το γεγονός ότι με εντελώς κανονικό τρόπο αναλώθηκε ολόκληρο το τεράστιο αυτό ποσόν για ένα έργο του οποίου ακόμα δεν κατάφεραν οι υπεύθυνοι να έχουν ούτε το σχέδιο. [...] Αφού λεφτά δεν υπάρχουν πιά, αφού ούτε καν τα σχέδια του ναού δεν έχουν γίνει ακόμη, η υπόθεση αυτή θα πρέπει να λήξη εδώ και όλοι θα φροντίσουμε να ξεχασθή».

ΑΝΑΡΤΗΣΗ Φιλιππας Ανθης





Ποιος "έτρωγε με χρυσά κουτάλια" στη χούντα;

Ποιος "έτρωγε με χρυσά κουτάλια" στη χούντα;



Σαράντα χρόνια έχουν περάσει από την επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου και οι νοσταλγοί του φασισμού νομίζουν πως θά' χουμε πια ξεχάσει τα αίσχη της χούντας. Εκτός από το παραμύθι ότι κανένας δεν πέθανε στο Πολυτεχνείο από το τανκς (λες και το να δολοφονείται ο λαός από πυρά των σωμάτων ασφαλείας, από ξυλοδαρμό, ή από δακρυγόνα είναι "φυσιολογικό") πολλοί μιλάνε για ένα "οικονομικό θαύμα" την περίοδο της δικτατορίας. Ο φασισμός βέβαια φυτρώνει στην αμάθεια (ή στην ημιμάθεια), όμως εμείς επιμένουμε να σκεφτόμαστε και σε εκείνους που αναζητούν ένα σημερινό Παπαδόπουλο για να μας σώσει από τους απατεώνες απαντάμε με στοιχεία και αποδείξεις, ξεκάθαρα και απλά προς αποκατάσταση της ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ για το τι σημαίνει χούντα και ποιος στην πραγματικότητα "έτρωγε με χρυσά κουτάλια"!

Καταρχάς, όσον αφορά το σεβασμό στο δημόσιο χρήμα, να διευκρινήσουμε ότι από τις πρώτες ενέργειες της ηγεσίας της χούντας ήταν να αυξήσει τα εισοδήματα των στελεχών της.
Ενώ οι χουντικοί κατηγορούσαν τις εκλεγμένες κυβερνήσεις για "διασπάθιση του δημόσιου χρήματος", τα δικά τους εισοδήματα ήταν κατά πολύ μεγαλύτερα από εκείνων που ανέτρεχαν υποτίθεται...για "το καλό του λαού". Με νόμο το 1967 υπερδιπλασίασαν τον μισθό του πρωθυπουργού και θέσπισαν τις αμοιβές "εκτός έδρας" για όλα τα κυβερνητικά στελέχη!
Επιπλέον, ο πρώην υφυπουργός Εμπορίου Μπαλόπουλος, ο Γεν. Διευθυντής του υπουργείου Παπαμιχαλόπουλος, εκτός από άλλες παρανομίες, έπαιρναν μίζες από τους μεγαλέμπορους για να έχουν το μονοπώλιο των αδειών εισαγωγής κρέατος καιο λαός πλήρωνε τις παράνομες αυξήσεις τιμών, για να τρέφεται με επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία κρέατα! Οι πατριώτες της χούντας είχαν απαφορεύσει τη διάθεση των ελληνικών κρεάτων, ώστε να πουληθούν τα σάπια κρέατα Αργεντινής με σκοπό το δικό τους κέρδος! (Στην υπόθεση με τα σάπια κρέατα ήταν μπλεγμένος και ο Παττακός)
Ακόμη και ο Σάββας Κωνσταντόπουλος , εκδότης και βασικός προπαγανδιστής της χούντας, παραδεχόταν ότι αναπτύχθηκαν από στελέχη της δικτατορίας φαινόμενα διαφθοράς, όπως: ατομικά ρουσφέτια, προσωπικές εξυπηρετήσεις, τακτοποιήσεις συγγενών, ατομική προβολή μέσω της επίδειξης πλούτου κτλ. Επίσης, το 1970 δόθηκε "δωρεάν" στέγη σε αξιωματικούς με μοναδικό κριτήριο τη συμμετοχή τους στο πραξικόπημα! Αυτοί οι "πατριώτες" άρπαξαν από τα δημόσια ταμεία 1.519.000.000 δραχμές(τεράστιο ποσό για την εποχή!) και τα χάρισαν σε δικούς τους ανθρώπους με μορφή "δανείων".

Ή να θυμηθούμε τον Ι. Λαδά που έμεινε κοροϊδευτικά στην ιστορία ως ο"Συνταγματάρχης με τα καθαρά χέρια", λόγω της συμμετοχής του σε σκάνδαλα, με πιο σημαντικό το περίφημο σκάνδαλο με τα "θαλασσοδάνεια".

Ενδεικτικά θα αναφέρω τις "αρπαχτές" που έγιναν μέσω των "αναπτυξιακών συμβάσεων"... Στη σύμβαση που υπογράφηκε με την αμερικανική πολυεθνική Litton το 1967, για να "παρασχεθούν υπηρεσίες ώστε να οργανωθεί η οικονομική ανάπτυξη ορισμένων περιοχών στην Κρήτη και την Πελοπόννησο" υπογράφηκαν απαράδεκτοι αντεθνικοί όροι βάση τν οποίων η εταιρία θα εισέπραττε όλα τα έξοδα που θα είχε, Το επιπλέον κέρδος ήταν 11% και η προμήθεια 2% πάνω σα κεφάλαια ή στα δάνεια. Ως προκαταβολή για να αισχροκερδίσει η Litton οι χουντικοί της κατέβαλαν 1.200.000 δολάρια! Η εταιρία αφού ξεκοκάλισε τα τεράστια ποσά επί των ανύπαρκτων "εξόδων" της και αφού η χούντα της κατέβαλε ΚΑΙ το 11% για τις επίσης ανύπαρκτες "δαπάνες" που έκανε, τερμάτισε τη συμφωνία λύνοντας τη σύμβαση το 1969. Δηλαδή το δημόσιο χρήμα έκανε φτερά, ούτε "ανάπτυξη" υπήρξε και ορισμένοι ντόπιοι και ξένοι πλούτισαν ακόμη περισσότερο!
Περαιτέρω, ας θυμηθούμε την απαράδεκτη σύμβαση του Μακαρέζου με τον αμερικανό εργολάβο Μακντόναλντ το 1969 για την κατασκευή της Εγνατίας, σύμφωνα με την οποία το δημόσιο έβαζε 45 απ' τα 150 εκατ. δολάρια του έργου, διευκόλυνε τον επενδυτή με ομόλογο 80.000.000 και εγγυόταν ΚΑΙ τα δάνειά του! Τελικά, το δημόσιο επιβαρύνθηκε με 1μιση δις δραχμές, ο επιχειρηματίας έφυγε, η Εγνατία δεν κατασκευάστηκε και το δημόσιο χρήμα για ακόμη μια φορά έκανε φτερά με προορισμό τσέπες ντόπιων και ξένων.
Και η καταλήστευση του δημοσίου για την ικανοποίηση των συμφερόντων Ελλήνων και ξένων κεφαλαιοκρατών δεν έχει τέλος. (Για όποιον θέλει παραπάνω στοιχεία ας μας ζητήσει στοιχεία για την υπόθεση με τον Τον Πάππας, την εσωτερική διαμάχη των χουντικών για το ποιανού μεγιστάνα το μέρος να πάρουν -του Ωνάση, του Λάτση, του Νιάρχου, του Ανδρεάδη ή του Βαρδινογιάννη- όσον αφορά την υπόθεση με το 3ο διυλιστήριο της χώρας, αλλά και τι έγινε με το μνημειώδη ναό του Σωτήρος στα Τουρκοβούνια)
Τέλος, ας αναφέρουμε ότι το δημόσιο χρέος επί χούντας αυξήθηκε.
Το οικονομικό έλλειμμα το 1973 ήταν πέντε φορές μεγαλύτερο από το 1968.
Οι κρατικές δαπάνες για την εκπαίδευση μειώνονταν.
Οι καταθέσεις των πολιτών μειώνονταν.
Ο δείκτης τιμών στα είδη πρώτης ανάγκης και στην υγεία αυξήθηκε.
Το 1973 το ποστοστό του πληθωρισμού είχε επιφέρει μειώσεις των πραγματικών μισθών κατά 4%.
Η αγροτική οικονομία πριν τη χούντα αναπτυσσόταν κατά 4,2% ενώ το 1973 αναπτυσσόταν μόλις κατά 1,8%.
Μειώθηκαν οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων.
Το κατά κεφαλήν αγροτικό εισόδημα έπεσε.
Οι φόροι που επιβάρυναν τον λαό ανέρχονταν στο 91% επί του συνόλου των φορολογικών εσόδων του καθεστώτος.
Φυσικά δεν ίσχυε το ίδιο για τις μεγάλες επιχειρήσεις που ευνοούνταν με φοροαπαλλαγές και προνόμια!
Και προς απάντηση αυτών που ισχυρίζονται ότι στη χούντα υπήρχαν δουλειές, τα επίσημα ποσοστά πραγματικής ανεργίας στη χώρα καταγράφονταν στο 22-23% και πολλοί Έλληνες αναγκάζονταν να πάρουν το δρόμο της ξενιτειάς για να αναζητήσουν μια καλύτερη ζωή. Κι όσοι εργάζονταν, αλήθεια τι μεροκάματα έπαιρναν;
Όποιος λόγω άγνοιας υποστήριζε ότι η χούντα είχε και καλά και ότι τότε δεν χρωστάγαμε σε κανέναν, ελπίζω να πήρε μια γεύση από την "διαφάνεια" και το "οικονομικό θαύμα" των φασιστών. Όποιος παρά τα στοιχεία επιμένει σε αυτό το επιχείρημα στοχεύει στη βύθιση του λαού στην ιστορική λήθη και εξυπηρετεί τα συμφέροντα λίγων Ελλήνων και ξένων που πλούτιζαν και έτρωγαν με χρυσά κουτάλια στη χούντα, αλλά και σήμερα συνεχίζουν να καταληστεύουν τον λαό μας με τη μάσκα του προστάτη!

Για τα στοιχεία ευχαριστώ μια αγαπημένη εκπαιδευτικό. Μια δασκάλα από εκείνες που δεν μασάνε παρά την τρομοκρατία και συνεχίζουν να εμπνέουν και να λένε την αλήθεια στους μαθητές, σε πείσμα όλων εκείνων που πολλοί θα θελαν να τη δουν (και να μας δουν) σκυφτή και συμβιβασμένη.


Resistance Toujours via Οικοδομος
Κόκκινη προπαγάνδα εκτοξεύθηκε από yiok-yiok





ΒΛΑΝΤΙΜΙΡ ΙΛΙΤΣ ΛΕΝΙΝ «Επαναστατικός τυχοδιωκτισμός»

ΒΛΑΝΤΙΜΙΡ ΙΛΙΤΣ ΛΕΝΙΝ

«Επαναστατικός τυχοδιωκτισμός»


Ας περάσουμε στο δεύτερο σημείο, στο ζήτημα της τρομοκρατίας.

Υπερασπίζοντας την τρομοκρατία, που η ακαταλληλότητά της έχει αποδειχθεί τόσο καθαρά από την πείρα του ρωσικού επαναστατικού κινήματος, οι σοσιαλιστές - επαναστάτες διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους και δηλώνουν πως αναγνωρίζουν μόνο την τρομοκρατία που συνδυάζεται με τη δουλιά στις μάζες και γι' αυτόν το λόγο δεν τους αφορούν τα επιχειρήματα, με τα οποία οι Ρώσοι σοσιαλδημοκράτες αναιρούσαν (και αναίρεσαν για πολύ καιρό) τη σκοπιμότητα μιας τέτοιας μεθόδου πάλης. Εδώ επαναλαμβάνεται μια ιστορία, που μοιάζει πολύ με τη στάση τους απέναντι στην «κριτική». Εμείς δεν είμαστε οπορτουνιστές, ξεφωνίζουν οι σοσιαλιστές - επαναστάτες, και ταυτόχρονα βάζουν στο αρχείο το δόγμα του προλεταριακού σοσιαλισμού με βάση μόνο την οπορτουνιστική κριτική και με καμιά άλλη. Εμείς δεν επαναλαμβάνουμε τα λάθη των τρομοκρατών, δεν αποσπούμε κανέναν από τη δουλιά στις μάζες, βεβαιώνουν οι σοσιαλιστές - επαναστάτες, και ταυτόχρονα συνιστούν θερμά στο κόμμα πράξεις σαν τη δολοφονία του Σιπιάγκιν από τον Μπαλμασόφ, αν και ο καθένας ξέρει θαυμάσια και βλέπει πως η πράξη αυτή δεν έχει καμιά σχέση με τις μάζες, ούτε και μπορούσε να έχει με τον τρόπο που έγινε, πως τα άτομα, που έκαναν αυτήν την πράξη, δεν υπολόγιζαν και δεν έλπιζαν σε καμιά συγκεκριμένη εκδήλωση είτε υποστήριξη του πλήθους. Οι σοσιαλιστές - επαναστάτες έχουν την αφέλεια να μην αντιλαμβάνονται πως η ροπή τους προς την τρομοκρατία βρίσκεται στην πιο στενή αιτιατή σύνδεση με το γεγονός ότι οι ίδιοι στάθηκαν από μιας αρχής και εξακολουθούν να στέκονται παράμερα από το εργατικό κίνημα, χωρίς, μάλιστα, να επιδιώκουν να γίνουν κόμμα της επαναστατικής τάξης που διεξάγει τον ταξικό της αγώνα. Οι απανωτοί όρκοι σε κάνουν πολύ συχνά να γίνεσαι προσεχτικός και να μπαίνεις σε σκέψεις, κατά πόσο μπορεί να είναι αληθινό κάτι που έχει ανάγκη από πολλή σάλτσα. Κι όταν διαβάζω τις διαβεβαιώσεις των σοσιαλιστών - επαναστατών: Εμείς με την τρομοκρατία δεν παραμερίζουμε τη δουλιά στις μάζες, - θυμούμαι συχνά τα λόγια: Πώς δε βαριούνται να ορκίζονται; Γιατί αυτές τις διαβεβαιώσεις τις κάνουν οι ίδιοι άνθρωποι, που έχουν απομακρυνθεί πια από το σοσιαλδημοκρατικό εργατικό κίνημα, που ξεσηκώνει πραγματικά τις μάζες και εξακολουθούν να απομακρύνονται απ' αυτό, γαντζωμένοι από τ' αποσπάσματα κάθε λογής θεωριών.

Ακούστε παρακάτω: «Κάθε τρομοκρατικό χτύπημα αφαιρεί κατά κάποιον τρόπο ένα μέρος από τη δύναμη της απολυταρχίας και μετατοπίζει (!) όλη αυτή τη δύναμη (!) προς το μέρος των αγωνιστών της λευτεριάς». «Και μια που η τρομοκρατία θα εφαρμόζεται συστηματικά (!), είναι φανερό πως η ζυγαριά θα κλίνει τελικά προς το μέρος μας». Ναι, ναι, για τον καθένα είναι φανερό πως έχουμε μπροστά μας, στην πιο χοντροκομμένη της μορφή, την πιο μεγάλη από τις προλήψεις της τρομοκρατίας: Η πολιτική δολοφονία αυτή καθαυτή «μετατοπίζει τη δύναμη»! Ορίστε λοιπόν, από τη μια μεριά, η θεωρία της μετατόπισης της δύναμης, και από την άλλη - «όχι ν' αντικαταστήσει αλλά μαζί...». Πώς δε βαριούνται να ορκίζονται;

Κι αυτό είναι ακόμα η αρχή. Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά. «Ποιον να χτυπάμε;» - ρωτάει το κόμμα των σοσιαλιστών - επαναστατών και απαντά: Τους υπουργούς και όχι τον τσάρο, γιατί «ο τσάρος δε θα εξωθήσει τα πράγματα στα άκρα» (!! από πού το έμαθαν;;), κι έπειτα «αυτό είναι και πιο εύκολο» (έτσι επί λέξει!): «Κανένας υπουργός δεν μπορεί να κλειστεί στο παλάτι, σαν σε φρούριο». Και η επιχειρηματολογία αυτή τελειώνει με τον ακόλουθο συλλογισμό, που αξίζει ν' απαθανατιστεί, σαν πρότυπο «θεωρίας» των σοσιαλιστών - επαναστατών. «Ενάντια στον όχλο, ο απολυταρχισμός έχει τους φαντάρους, ενάντια στις επαναστατικές οργανώσεις τη μυστική και φανερή αστυνομία, τι θα τον σώσει, όμως...» (ποιον, την απολυταρχία; Ο συντάχτης, χωρίς να το καταλάβει, συνταύτισε πια την απολυταρχία με τον υπουργό που είναι ευκολότερο να χτυπηθεί!) «...από τα μεμονωμένα άτομα ή τους μικρούς ομίλους που ασταμάτητα και εν αγνοία μάλιστα του ενός από τον άλλο (!!) ετοιμάζονται για επίθεση και επιτίθενται; Καμιά δύναμη δε θα βοηθήσει απέναντι στο ασύλληπτο. Συνεπώς, το καθήκον μας είναι καθαρό: Να βγάζουμε από τη μέση κάθε αυταρχικό σατράπη της απολυταρχίας με το μοναδικό μέσο που μας άφησε (!) η απολυταρχία - το θάνατο». Οσα βουνά χαρτιού κι αν ξοδέψουν οι σοσιαλιστές - επαναστάτες διαβεβαιώνοντας πως με το κήρυγμα της τρομοκρατίας δεν εγκαταλείπουν, δεν αποδιοργανώνουν τη δουλιά στις μάζες, όσους χείμαρρους λόγων κι αν εξαπολύσουν, δε θα μπορέσουν να διαψεύσουν το γεγονός ότι η αληθινή ψυχολογία του σύγχρονου τρομοκράτη αποδίδεται πιστά με την προκήρυξη ακριβώς στην οποία αναφερόμαστε. Η θεωρία της μετατόπισης της δύναμης συμπληρώνεται φυσιολογικά με τη θεωρία του ασύλληπτου, θεωρία που αναποδογυρίζει οριστικά, όχι μονάχα όλη την πείρα του παρελθόντος, αλλά και την ορθή λογική. Το ότι η μοναδική «ελπίδα» της επανάστασης είναι το «πλήθος», ότι ενάντια στην αστυνομία μπορεί να παλέψει μόνο η επαναστατική οργάνωση που καθοδηγεί (στην πράξη, κι όχι στα λόγια) αυτό το πλήθος, αυτό είναι πια στοιχειώδες. Αυτό είναι ντροπή να το αποδείχνει κανείς. Και μόνο άνθρωποι που ξέχασαν τα πάντα και δε διδάχτηκαν απολύτως τίποτα, μπορούσαν να υποστηρίξουν το «αντίθετο», φτάνοντας ως την απίστευτη, την κραυγαλέα ανοησία, πως οι φαντάροι μπορούν «να σώσουν» την απολυταρχία από το πλήθος, η αστυνομία από τις επαναστατικές οργανώσεις, από τα μεμονωμένα, όμως, άτομα που κυνηγούν υπουργούς, δε θα τη σώσει τίποτα!!

Ο απίστευτος αυτός συλλογισμός που του είναι γραφτό, είμαστε βέβαιοι, να γίνει περιβόητος, δεν είναι καθόλου μια απλή μόνο παραδοξολογία. Οχι, ο συλλογισμός αυτός είναι διδαχτικός, γιατί, τραβώντας με θάρρος ως τον παραλογισμό, ξεσκεπάζει το βασικό λάθος των τρομοκρατών, που είναι κοινό σ' αυτούς και στους «οικονομιστές» (ίσως πρέπει πια να πούμε: Στους πρώην εκπροσώπους του μακαρίτη «οικονομισμού»;). Το λάθος αυτό συνίσταται, όπως ήδη τονίσαμε πολλές φορές, στη μη κατανόηση της βασικής αδυναμίας του κινήματός μας. Χάρη στην εξαιρετικά γοργή ανάπτυξη του κινήματος, οι καθοδηγητές έμειναν πίσω από τις μάζες, οι επαναστατικές οργανώσεις αποδείχτηκαν ανώριμες σε σύγκριση με την επαναστατική δραστηριότητα του προλεταριάτου, ανίκανες να τραβήξουν μπροστά και να καθοδηγήσουν τις μάζες. Κανένας καλοπροαίρετος άνθρωπος που ξέρει λίγο - πολύ το κίνημα, δεν πρόκειται ν' αμφισβητήσει ότι υπάρχει μια τέτοια αναντιστοιχία. Και μια που έτσι έχουν τα πράγματα, είναι φανερό πως οι τωρινοί τρομοκράτες είναι πραγματικοί «οικονομιστές» από την ανάποδη, που πέφτουν σε εξίσου ανόητη, μα αντίθετη ακρότητα. Να καλείς σε μια τέτοια τρομοκρατία, όπως είναι η διοργάνωση αποπειρών δολοφονίας ενάντια σε υπουργούς από μεμονωμένα άτομα και από άγνωστους μεταξύ τους ομίλους, τη στιγμή που οι επαναστάτες δεν έχουν αρκετές δυνάμεις και μέσα για την καθοδήγηση της μάζας, που ήδη ξεσηκώνεται, - σημαίνει ότι όχι μόνο διακόπτεις μ' αυτόν τον τρόπο τη δουλιά μέσα στις μάζες, αλλά και προκαλείς άμεσα την αποδιοργάνωσης της δουλιάς. - Εμείς, οι επαναστάτες «συνηθίσαμε να μαζευόμαστε δειλά σε μια ομάδα, - διαβάζουμε στην προκήρυξη της 3ης του Απρίλη, - κι ακόμα αυτός (Ν. Β.) ο καινούριος, ο γεμάτος τόλμη αγέρας, που φύσηξε τα τελευταία δύο - τρία χρόνια προκάλεσε για την ώρα άνοδο περισσότερο στις διαθέσεις του πλήθους παρά των ατόμων». Σ' αυτά τα λόγια υπάρχει πολλή, άθελα ειπωμένη, αλήθεια. Κι αυτή ακριβώς η αλήθεια χτυπάει κατακέφαλα τους κήρυκες της τρομοκρατίας. Απ' αυτήν την αλήθεια, ο κάθε σκεπτόμενος σοσιαλιστής βγάζει το συμπέρασμα: Πρέπει να δρούμε όλοι μαζί πιο ενεργητικά, πιο θαρραλέα και πιο οργανωμένα. Ενώ οι σοσιαλιστές - επαναστάτες συμπεραίνουν: «Πυροβόλα, ασύλληπτο άτομο, γιατί, αλίμονο, η μάζα θα αργήσει ακόμα, και γιατί ενάντια στη μάζα υπάρχουν φαντάροι». Αυτό πια είναι τελείως ανόητο, κύριοι!
Β. Ι. ΛΕΝΙΝ: «Απαντα», τ. 6, σελ. 381-385, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»

Το ... χαμένο «όραμα» της ΕΕ

Το ... χαμένο «όραμα» της ΕΕ



Ολο και πιο συχνά, και από ό,τι φαίνεται αυτό θα πυκνώσει ακόμα περισσότερο όσο πλησιάζουμε προς τις ευρωεκλογές του Μάη, από αστικά ΜΜΕ, πολιτικούς του συστήματος στα κράτη - μέλη της ΕΕ ανεξάρτητα από το μείγμα στην πολιτική διαχείρισης της οικονομικής κρίσης, εκφράζονται προτροπές και νουθεσίες να ...ξαναβρεθεί το όραμα της ΕΕ, να αναδειχθούν ξανά οραματιστές ηγέτες όπως οι ... ιδρυτές της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας. Αναφωνούν πού είναι ένας Αντενάουερ, ένας Ντε Γκολ, ένας Σμιτ, ένας Μιτεράν, λέγοντας ότι οι σημερινοί ηγέτες είναι κατώτεροι των περιστάσεων. Η καπιταλιστική οικονομική κρίση, βαθιά και συγχρονισμένη στην ΕΕ και η πολιτική διαχείρισής της, που έχει φέρει σε απόγνωση μεγάλα τμήματα της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων, αφού η ανεργία αυξάνεται αλματωδώς, το ίδιο και η φτώχεια, η σχετική και απόλυτη εξαθλίωση, έχει ξεφτίσει στις λαϊκές συνειδήσεις αυτό που σε άλλες περιόδους προπαγάνδιζαν οι αστοί: Οτι η ΕΕ είναι το κοινό σπίτι των λαών που προάγει την ευημερία. Πάνω σ' αυτήν την πραγματικότητα, «πατάνε» ακροδεξιές, εθνικιστικές και φασιστικές πολιτικές δυνάμεις, προβάλλοντας ως σωτηρία την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, εκφράζοντας αντιευρωενωσιακή γραμμή, που από την αστική προπαγάνδα χαρακτηρίζεται ως ρεύμα του ευρωσκεπτικισμού. Που ξαναδυνάμωσε πρόσφατα με τη συνεργασία Λεπέν - Βίλντερς, δηλαδή των ακροδεξιών - ενθικιστών της Γαλλίας με τους αντίστοιχούς τους της Ολλανδίας μπροστά στις ευρωεκλογές, που καλούν και άλλες ανάλογες δυνάμεις από άλλες χώρες για συμμαχία. Εχθρούς της Ευρώπης τούς αποκαλεί ο αστικός Τύπος. Αυτό το λεγόμενο ευρωσκεπτικιστικό ρεύμα, βεβαίως, δεν αμφισβητεί τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης, αλλά επιχειρεί να προστατεύσει τις λεγόμενες εθνικές οικονομίες, δηλαδή τα συμφέροντα του κεφαλαίου σε κάθε χώρα. Και εκφράζει τμήματα του κεφαλαίου σε κράτη - μέλη της ΕΕ, που εκτιμούν ότι τα συμφέροντά τους απαιτούν διαφορετικές επιλογές στις συμμαχίες, διαφορετικό δρόμο στην καπιταλιστική διεθνοποίηση. Επομένως, το λεγόμενο «ρεύμα του ευρωσκεπτικισμού» είναι εχθρικό για τους λαούς, επειδή ακριβώς είναι πολιτικό ρεύμα στήριξης του καπιταλισμού.
Αυταπάτες

Επικίνδυνη για τους λαούς είναι και η γραμμή διαφόρων σοσιαλδημοκρατικών και οπορτουνιστικών κομμάτων και δυνάμεων που μιλάνε για «αλλαγές» στην ΕΕ, ώστε αυτή να γίνει πιο ...κοινωνική. Αποδίδουν δε το σχετικό ξέφτισμα στις λαϊκές συνειδήσεις της ΕΕ (ιδιαίτερα στη φάση της καπιταλιστικής κρίσης που διανύουμε) στην επικράτηση του ...σκληρού νεοφιλελευθερισμού, της ...ανάλγητης, όπως λένε, περιοριστικής πολιτικής και ζητάνε λύσεις τόνωσης της ζήτησης, προβάλλοντας την ανάγκη χαλάρωσης της αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής που θα τονώσει κάπως τα λαϊκά εισοδήματα για να τονωθούν και οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις. Που, όμως, για να αυξάνουν τα κέρδη τους θέλουν χαμηλούς μισθούς. Η «συνταγή» τους είναι καπιταλιστική ανάπτυξη (δηλαδή η αιτία που γεννά τις κρίσεις) ...αλλά με κανόνες και υποτίθεται ...κοινωνική δικαιοσύνη.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της γραμμής είναι οι πρόσφατες «εξετάσεις», που έδωσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, στο Τέξας των ΗΠΑ, μιλώντας στο Lyndon B. Johnson School of Public Affairs και «με ειδικούς και με φορείς χάραξης πολιτικής και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού», όπως ο ίδιος τούς χαρακτήρισε. Είπε, λοιπόν, ο επίσης υποψήφιος του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής:

«Η σημερινή Ευρώπη - η κοινή αγορά και η Ευρωπαϊκή Ενωση - βασίστηκε σε ορισμένες αρχές. Μεταξύ αυτών ήταν: όχι άλλοι ευρωπαϊκοί πόλεμοι. Καθολικά ανθρώπινα δικαιώματα. Ενα κοινωνικό συμβόλαιο, που σημαίνει ένα ισχυρό σύστημα κοινωνικής ένταξης, κοινωνικής ασφάλισης, δημόσιας εκπαίδευσης, υγείας και πρόνοιας και σταδιακή σύγκλιση του βιοτικού επιπέδου των φτωχότερων περιφερειών προς τα πρότυπα των πιο εύρωστων χωρών.

Αυτή η ιδέα δεν είναι η νέα ευρωπαϊκή ιδέα. Είναι η παλιά ευρωπαϊκή ιδέα. Και παραγκωνίστηκε, πριν από χρόνια, από μια ιδεολογία των αγορών, του ανταγωνισμού, και του "στο διάολο να πάνε" όσοι μένουν πίσω. Αυτή είναι η νέα ευρωπαϊκή ιδέα. Εμείς την αποκαλούμε νεοφιλελεύθερη ιδέα. Εμείς λέμε ότι είναι αυτοκτονική ιδέα. Και εναντίον της, παλεύουμε για τις παραδοσιακές αξίες των ιδρυτών της Ευρώπης. Αυτό που επιδιώκουμε είναι η σημερινή Ευρώπη να επιστρέψει στις πρακτικές και τις επιδιώξεις αυτών των παλαιών αξιών.

Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία στην Ελλάδα θα είναι ένας αποφασιστικός παράγοντας που θα αλλάξει τα πράγματα προς όφελος των δυνάμεων της δημοκρατίας και της ανάπτυξης στην Ευρώπη. Θα είναι μια βαθιά ανάσα για όλους τους λαούς της Ευρώπης».

Ταυτόχρονα, ουσιαστικά για άλλη μια φορά εκθείασε την πολιτική Ομπάμα, ως δήθεν φιλολαϊκή πολιτική. Να τι είπε: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες αντέδρασαν στην κρίση με κεϋνσιανά αντανακλαστικά, ποσοτική χαλάρωση και καθολική υγειονομική περίθαλψη. Η Ευρώπη αντέδρασε με μεγάλα δάνεια προς τα κράτη, με την προϋπόθεση της βίαιης λιτότητας. Τα δάνεια πέρασαν στις τράπεζες, οι οποίες στη συνέχεια εξόφλησαν τα χρέη τους προς τις τράπεζες του Βορρά, διατηρώντας ένα κομμάτι για την "ανακεφαλαιοποίηση"». Αλλά στις ΗΠΑ εκατομμύρια λαϊκοί άνθρωποι τρέφονται με συσσίτια, είναι άστεγοι.
Οι εργαζόμενοι είναι οι μεγάλοι χαμένοι

Ας δούμε όμως τώρα ποιο είναι το «όραμα» που αναζητούν και πάλι οι αστοί και οι οπορτουνιστές ή φερέλπιδες χαλίφηδες στη θέση του χαλίφη. Κατ' αρχήν, η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, από τα γεννοφάσκια της το 1957 δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια διακρατική καπιταλιστική ένωση, μια ένωση του κεφαλαίου που δημιουργήθηκε για τις ανάγκες της καπιταλιστικής ανάπτυξης και κυρίως για να αντιμετωπίσει το νέο δεδομένο μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, την ύπαρξη και το δυνάμωμα της Σοβιετικής Ενωσης και των άλλων σοσιαλιστικών χωρών. Των χωρών δηλαδή όπου οι εργάτες και τα άλλα λαϊκά στρώματα, με πρωτοπορία τα Κομμουνιστικά Κόμματα, καταργώντας την καπιταλιστική εκμετάλλευση, έλυσαν λαϊκά προβλήματα που στον καπιταλισμό είναι άλυτα επειδή δεν μπορούν να λυθούν, όπως η ανεργία, η δωρεάν εκπαίδευση, υγεία, πρόνοια για όλους, όπως η λαϊκή στέγη, όπως οι μισθοί και οι συντάξεις που κάλυπταν όλες τις ανάγκες τους κ.λπ. Ετσι τα περί «κοινωνικού κράτους» και δημοκρατίας που επικαλείται και ο κ. Τσίπρας ως «επιτεύγματα της ευρωπαϊκής ενοποίησης» ήταν στην πραγματικότητα οι αναγκαίες παραχωρήσεις που έκανε το κεφάλαιο, κάτω και από την πίεση και τους αγώνες των λαϊκών κινημάτων, αλλά και επειδή μετά τον πόλεμο υπήρχε τεράστια καπιταλιστική ανάπτυξη, τεράστια κέρδη, αλλά κυρίως ως αντίβαρο στην ύπαρξη του σοσιαλισμού που έδινε πρωτόγνωρα δικαιώματα στους λαούς. Απόδειξη και το γεγονός ότι μετά την ανατροπή του σοσιαλισμού και την παλινόρθωση του καπιταλισμού, σε συνδυασμό με το γεγονός των δυσκολιών αναπαραγωγής των κερδών και της κρίσης, παίρνονται σωρηδόν πίσω ό,τι κατακτήσεις και δικαιώματα είχαν οι εργαζόμενοι στον καπιταλιστικό κόσμο.

Το λεγόμενο «όραμα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας» που σήμερα ...ψάχνουν να αναβιώσουν, είναι ο καπιταλισμός που στηρίζεται στην εκμετάλλευση των εργαζομένων στις διάφορες χώρες. Είναι ένωση καπιταλιστικών κρατών όπου κυριαρχούν τα μονοπώλια, τα οποία ενώνονται για να αυξάνουν την εκμετάλλευση και την καταπίεση των εργαζομένων, ενώ μεταξύ τους ανταγωνίζονται για τα κέρδη. Και η αναζήτηση της λεγόμενης αλληλεγγύης μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών ήταν είναι και θα είναι ανύπαρκτη, αφού η ένωση εδράζεται στον ανταγωνισμό. Ετσι ήταν πάντα.

Τα «χρυσά κουτάλια» της ΕΟΚ έγιναν για παράδειγμα εφιάλτης για τους φτωχούς αγρότες της πατρίδας μας. Οι αντεργατικές αναδιαρθρώσεις εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας, αυξάνοντας την κερδοφορία. Οι κεφαλαιοκράτες σε κάθε χώρα, και στο πλαίσιο της λυκοσυμμαχίας και φαγωμάρας μεταξύ τους στο πλαίσιο της ανισόμετρης καπιταλιστικής ανάπτυξης βγήκαν σε κάθε περίπτωση κερδισμένοι. Το «όραμα» της εντατικοποίησης της εκμετάλλευσης των εργατών επιτεύχθηκε και με το παραπάνω. Οι εργάτες και τα λαϊκά στρώματα έχασαν και χάνουν όχι γιατί δεν προχώρησε η ...ενοποίηση ή είχαν ψεγάδια οι διάφοροι μηχανισμοί της, αλλά γιατί ήταν και είναι καπιταλιστική ένωση ξένη προς τα δικά τους συμφέροντα. Αρα και το όραμα που σήμερα αξίζει να διεκδικηθεί από αυτούς είναι η απαλλαγή από την καπιταλιστική εκμετάλλευση με την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου και αυτό είναι επείγον ζήτημα σε κάθε χώρα.

Δ. Κ.





TOP READ