3 Αυγ 2017

Lenin : Δουλοφροσύνη Απέναντι στην Αστική Τάξη με το Πρόσχημα της «Οικονομικής Ανάλυσης»

Όπως είπαμε κιόλας, αν ο τίτλος ανταποκρινότανε στο περιεχόμενο, τότε το βιβλίο του Κάουτσκι θα έπρεπε να ονομαστεί όχι «Δικτατορία του Προλεταριάτου», αλλά «Επανέκδοση των Επιθέσεων της Αστικής Τάξης Ενάντια στους Μπολσεβίκους».
Τις παλιές «θεωρίες» των μενσεβίκων για τον αστικό χαρακτήρα της ρωσικής επανάστασης, δηλαδή την παλιά παραμόρφωση του μαρξισμού από τους μενσεβίκους (που ανασκευάστηκε από τον Κάουτσκι στο 1905!) μας τις ξανασερβίρει τώρα ο θεωρητικός μας. Όσο ανιαρό κι αν είναι το ζήτημα αυτό για τους ρώσους μαρξιστές, πρέπει να σταματήσουμε σ’ αυτό.
Η ρωσική επανάσταση είναι μια αστική επανάσταση, λέγανε όλοι οι μαρξιστές της Ρωσίας πριν από το 1905. Αντικαθιστώντας οι μενσεβίκοι το μαρξισμό με το φιλελευθερισμό, συμπεραίνανε απ’ αυτό: το προλεταριάτο λοιπόν δεν πρέπει να πάει πιο πέρα απ’ όσο επιτρέπει η αστική τάξη, πρέπει ν’ ακολουθήσει μια πολιτική συνεννόησης με την αστική τάξη. Oι μπολσεβίκοι λέγανε πως αυτό είτανε μιαν αστικοφιλελεύθερη θεωρία. Η αστική τάξη προσπαθεί να αναδιοργανώσει το κράτος κατά τον αστικό τρόπο, δηλαδή με τρόπο μεταρρυθμιστικό και όχι επαναστατικό, διατηρώντας όσο είναι δυνατό και τη μοναρχία και τη μεγάλη έγγεια ιδιοκτησία και όλα τ’ αλλά. Το προλεταριάτο πρέπει να φέρει την αστικοδημοκρατική επανάσταση ως το τέλος χωρίς ν’ αφήσει να «δεθεί» από το μεταρρυθμισμό της αστικής τάξης.
Οι μπολσεβίκοι διατύπωναν έτσι το συσχετισμό των ταξικών δυνάμεων στην αστική επανάσταση: το προλεταριάτο, σέρνοντας από πίσω του τους χωρικούς, εξουδετερώνει τη φιλελεύθερη αστική τάξη και καταστρέφει ολότελα τη μοναρχία, τη φεουδαρχία και τη μεγάλη έγγεια ιδιοκτησία.
Σ’ αυτή τη συμμαχία του προλεταριάτου με την αγροτιά γενικά, δείχνεται ο αστικός χαρακτήρας της επανάστασης, γιατί η αγροτιά αποτελείται από μικροπαραγωγούς τοποθετημένους στο έδαφος της εμπορευματικής παραγωγής. Έπειτα, προσθέτανε τότε οι μπολσεβίκοι, το προλεταριάτο ενώνει μαζί του όλο το μισοπρολεταριάτο (όλους τους εργάτες και εκμεταλλευόμενους), εξουδετερώνει τη μεσαία αγροτική τάξη και ρίχνει κάτω την αστική τάξη· νά σε τί συνίσταται η σοσιαλιστική επανάσταση, σ’ αντίθεση με την αστικοδημοκρατική (κοίτα τη μπροσούρα μου του 1905: «Δυο τακτικές» που ανατυπώθηκε στη συλλογή : «Δώδεκα Χρόνια», Πετρούπολη, 1907).
Ο Κάουτσκι πήρε έμμεσα μέρος σ’ αυτή τη συζήτηση το 1905, αφού ρωτήθηκε απ’ τον Πλεχάνοφ που είτανε τότε μενσεβίκος και εκφράστηκε στο βάθος εναντίον του, πράγμα που προκάλεσε την εποχή εκείνη τους σαρκασμούς του μπολσεβίκικου τύπου. Ο Κάουτσκι δε βγάζει πια μιλιά για τις τοτινές συζητήσεις (φοβάται μήπως αποστομωθεί από τις ίδιες του τις διακηρύξεις!), αφαιρώντας έτσι από το γερμανό αναγνώστη κάθε δυνατότητα να κατανοήσει το βάθος του ζητήματος. Ο Κάουτσκι δεν είταν δυνατό να εκθέσει στους γερμανούς εργάτες στα 1918, ότι στα 1905 είταν υπέρ της συμμαχίας των εργατών με τους χωρικούς και όχι με τη φιλελεύθερη αστική τάξη, ούτε με ποιους όρους σύσταινε τη συμμαχία αυτή, ούτε ποιο πρόγραμμα είχε υπ’ όψη του για τη συμμαχία αυτή.
Βαδίζοντας έτσι ο Κάουτσκι προς τα πίσω με το πρόσχημα της «οικονομικής ανάλυσης» και με αλαζονικές φράσεις για τον «ιστορικό υλισμό», συνηγορεί σήμερα υπέρ της υποταγής των εργατών στην αστική τάξη,αναμασάει, παίρνοντας τσιτάτα από το μενσεβίκο Μάσλοφ, τις παλιές φιλελεύθερες αντιλήψεις των μενσεβίκων με τις παραθέσεις αυτές πάει να παρουσιάσει σαν κάτι νέο την οπισθοδρομικότητα της Ρωσίας και από την καινούργια αυτή ιδέα βγάζει το παλιό αυτό συμπέρασμα, πως σε μιαν αστική επανάσταση δε μπορούμε να τραβήξουμε μακρύτερα από την αστική τάξη! Κι αυτό, παρ’ όλα όσα είπανε ο Μαρξ και ο Έγκελς, συγκρίνοντας την αστική επανάσταση του 1789-1793 στη Γαλλία με την αστική επανάσταση του 1848 στη Γερμανία!
Προτού περάσουμε στο κύριο «επιχείρημα» και στο ουσιαστικό περιεχόμενο της «οικονομικής ανάλυσης» του Κάουτσκι, ας δούμε την περίεργη σύγχυση ιδεών και την έλλειψη σκέψης του συγγραφέα που φαίνεται κιόλας από τις πρώτες φράσεις:
«Η οικονομική βάση της Ρωσίας» προφητεύει ο “θεωρητικός”μας«είναι και σήμερα ακόμα η γεωργία και ιδιαίτερα η μικρή αγροτική παραγωγή. Απ’ αυτή ζουν τα τέσσερα πέμπτα, για να μην πούμε τα πέντε έκτα του πληθυσμού», (σ. 45). Πρώτα – πρώτα, αγαπητέ θεωρητικέ, σκεφτήκατε καθόλου τον αριθμό των εκμεταλλευτών που βρίσκονται ανάμεσα σ’ αυτή τη μάζα των μικροπαραγωγών; Ούτε το ένα δέκατο βέβαια κι ακόμα λιγότερο στις πόλεις, όπου είναι περισσότερο αναπτυγμένη η μεγάλη παραγωγή. Πάρτε ακόμα και τον πιο απίθανο αριθμό και υποθέστε ότι οι εκμεταλλευτές που χάνουνε το δικαίωμα ψήφου είναι το ένα πέμπτο των μικροπαραγωγών. Ακόμα και τότε θα δείτε πως τα 66 % μπολσεβίκοι στο πέμπτο συνέδριο των Σοβιέτ αντιπροσωπεύανε την πλειοψηφία του πληθυσμού. Πρέπει ακόμα να προσθέσουμε σ’ αυτό, ότι ένα σημαντικό ποσοστό Εσέροι της αριστεράς είτανε πάντοτε υπέρ της εξουσίας των Σοβιέτ. (Κατ’ αρχή, όλοι οι Εσέροι της αριστεράς είτανε υπέρ της εξουσίας των Σοβιέτ). Κι όταν ένα μέρος απ’ αυτούς ρίχτηκε στην περιπέτεια εκείνη με τις ταραχές του Ιούλη του 1918, δυο καινούργια κόμματα αποσπάστηκαν από το παλιό κόμμα: το κόμμα των «λαϊκών κομμουνιστών» και το κόμμα των «επαναστατών κομμουνιστών» (ανάμεσα στους Εσέρους της αριστεράς που αναδειχτήκανε από το παλιό κόμμα στις πιο σπουδαίες κρατικές θέσεις μπορούμε να αναφέρουμε το Σαξ από την πρώτη ομάδα και τον Κολεγκάγιεφ από τη δεύτερη). Συμπέρασμα: ο ίδιος ο Κάουτσκι ανασκεύασε, ώ! εντελώς άθελα του, το γελοίο αυτό θρύλο, πως οι μπολσεβίκοι έχουν μαζί τους μονάχα τη μειοψηφία του πληθυσμού.
Σκεφτήκατε έπειτα, αγαπητέ μου θεωρητικέ, ότι ο μικροπαραγωγός χωριάτης αμφιταλαντεύεται αναγκαστικά ανάμεσα στο προλεταριάτο και την αστική τάξη; Αυτή τη μαρξιστική αλήθεια την επικυρωμένη απ’ όλη τη σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία ο Κάουτσκι την «ξέχασε» πάρα πολύ έγκαιρα, γιατί κονιορτοποιεί όλη την ανανεωμένη απ’ αυτόν μενσεβίκικη «θεωρία».
Αν ο Κάουτσκι δεν το είχε ξεχάσει αυτό, πώς θα μπορούσε ν’ αρνηθεί την αναγκαιότητα της δικτατορίας του προλεταριάτου σε μια χώρα όπου επικρατούν οι μικροπαραγωγοί;
Ας εξετάσουμε τώρα το ουσιαστικό περιεχόμενο της «οικονομικής ανάλυσης» του θεωρητικού μας.
Ότι η σοβιετική εξουσία είναι δικτατορία, αυτό είναι αδιαφιλονίκητο, λέει ο Κάουτσκι. «Είναι όμως η δικτατορία του προλεταριάτου;», (σ. 34). «Σύμφωνα με το σοβιετικό Σύνταγμα, οι χωρικοί που αποτελούνε την πλειοψηφία του πληθυσμού, έχουνε δικαίωμα συμμετοχής στη νομοθεσία και στη διοίκηση. Ό,τι μας δίνουν λοιπόν για δικτατορία του προλεταριάτου, αν αυτή θα μπορούσε να εφαρμοστεί με συνέπεια κι αν γενικά μια τάξη μπορούσε να ασκήσει άμεσα τη δικτατορία, πράγμα που είναι δυνατό μονάχα σ’ ένα κόμμα, δε θάτανε τίποτ’ άλλο από δικτατορία της αγροτιάς», (σ. 35).
Και, καταγοητευμένος ο αγαθός Κάουτσκι από έναν τόσο βαθύ και τόσο πνευματώδη συλλογισμό, το ρίχνει στην ειρωνεία: «Απ’ αυτό βγαίνει, πως το ασφαλέστερο μέσο να φτάσουμε χωρίς κλονισμούς στην πραγματοποίηση του σοσιαλισμού, θα είτανε να τον εμπιστευθούμε στα χέρια των χωρικών», (σ. 35).
Με πλήθος από λεπτομέρειες και εξαιρετικά σοφές, περικοπές από το μισοφιλελεύθερο Μάσλοφ, παρουσιάζει ο θεωρητικός μας την καινούργια αυτή ιδέα, πως οι χωρικοί δηλαδή ενδιαφέρονται να είναι πάνω η τιμή του σταριού και να διατηρείται σε χαμηλά επίπεδα ο μισθός των εργατών κτλ. κτλ. Η έκθεση τόσο πρωτότυπων ιδεών προκαλεί τόσο μεγαλύτερη πλήξη, όσο ο συγγραφέας δίνει, μικρότερη προσοχή στα πραγματικά νέα φαινόμενα που βγαίνουν απ’ τον πόλεμο, δηλαδή λ. χ. ότι οι χωρικοί ζητάνε σ’ αντάλλαγμα του σταριού τους όχι λεφτά, μα εμπορεύματα, ότι οι χωρικοί στερούνται από εργαλεία που είναι αδύνατο να τα βρουν σ’ οποιαδήποτε τιμή. Θα ξαναγυρίσουμε πάνω σ’ αυτό.
Έτσι λοιπόν κατηγορεί ο Κάουτσκι το κόμμα του προλεταριάτου, τους μπολσεβίκους, ότι αναθέσανε τη δικτατορία, ότι αναθέσανε το καθήκον της πραγματοποίησης του σοσιαλισμού στα χέρια της μικροαστικής αγροτιάς. Θαυμάσια, κύριε Κάουτσκι! Αλλά, σύμφωνα με τη φωτισμένη γνώμη σας, ποιά θάπρεπε λοιπόν να είταν η στάση ενός προλεταριακού κόμματος απέναντι στη μικροαστική αγροτιά; 
Εδώ ο θεωρητικός προτίμησε να σωπάσει, γιατί θυμήθηκε φαίνεται την παροιμία: «Τα λόγια είναι ασήμι, αλλά η σιωπή χρυσάφι». Όμως προδόθηκε από την παρακάτω σκέψη:
«Στα πρώτα βήματα της Σοβιετικής Δημοκρατίας, τα αγροτικά Σοβιέτ είτανε οργανώσεις της αγροτικής τάξης, παρμένης στο σύνολο της. Τώρα η δημοκρατία αυτή διακηρύχνει ότι τα Σοβιέτ είναι οργάνωση των προλεταρίων και των φτωχών χωρικών. Οι εύποροι χωρικοί χάνουν το δικαίωμα εκλογής στα Σοβιέτ. Ο φτωχός χωρικός θεωρείται εδώ σαν ένα μόνιμο και μαζικό προϊόν της αγροτικής σοσιαλιστικής μεταρρύθμισης κάτω από τη “δικτατορία του προλεταριάτου”», (σ. 43).
Τί δηκτική ειρωνεία! Θα την ακούσετε στη Ρωσία από το στόμα του πρώτου τυχόντα αστού. Οι αστοί χαίρονται να βλέπουν τη Σοβιετική Δημοκρατία ν’ αναγνωρίζει ανοιχτά την ύπαρξη φτωχών χωρικών. Περιγελάνε το σοσιαλισμό. Δικαίωμά τους. Αλλά ο «σοσιαλιστής» που βρίσκει θέμα να γελάσει επειδή, ύστερα από ένα τετράχρονο πόλεμο από τους πιο καταστρεπτικούς, υπάρχουν σε μας –και θα υπάρχουν για καιρό– φτωχοί χωρικοί, ένας τέτοιος «σοσιαλιστής» μονάχα σ’ ένα περιβάλλον από αποστάτες μπορούσε να γεννηθεί. 
Ακούστε τη συνέχεια:
«…Η Σοβιετική Δημοκρατία επεμβαίνει το δίχως άλλο στις σχέσεις ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς χωρικούς, όχι όμως χωρίς να προχωρήσει σε μια νέα διανομή της γής. Για να αντιμετωπίσουν τις επισιτιστικές ανάγκες των κατοίκων των πόλεων στέλνουν στα χωριά αποσπάσματα από οπλισμένους εργάτες και παίρνουν με τη βία από τους πλούσιους χωρικούς το περίσσευμα τους σε στάρι. Ένα μέρος απ’ αυτό το στάρι πηγαίνει στους κατοίκους της πόλης, το άλλο στους φτωχούς χωρικούς», (σ. 48).
Φυσικά, ο σοσιαλιστής και μαρξιστής Κάουτσκι είναι βαθιά αγανακτισμένος με την ιδέα ότι ένα παρόμοιο μέτρο μπορεί να επεκταθεί πέρα απ’ τα περίχωρα των μεγαλουπόλεων (και σ’ εμάς απλώνεται σ’ ολόκληρη τη χώρα). Ο σοσιαλιστής και μαρξιστής Κάουτσκι παρατηρεί αποφθεγματικά και με το αμίμητο, απαράμιλλο και υπέροχο φλέγμα (ή βλακεία) του φιλισταίου: «…Αυτές οι απαλλοτριώσεις των ευπόρων χωρικών φέρνουνε ένα καινούργιο στοιχείο αναταραχής και εμφύλιου πολέμου στη λειτουργία της παραγωγής (…εμφύλιος πόλεμος στη «λειτουργία της παραγωγής» δεν είναι κιόλας κάτι το υπερφυσικό;…) που για να εξυγιανθεί έχει επείγουσα ανάγκη από ησυχία και ασφάλεια», (σ. 49).
Ναι, μάλιστα, η ησυχία και η ασφάλεια των εκμεταλλευτών και των κερδοσκόπων του σταριού, που κρύβουν το περίσσευμά τους, παραβιάζουν το νόμο για το μονοπώλιο των σιτηρών και καταδικάζουνε στην πείνα τον πληθυσμό των πόλεων, ναι, για όλ’ αυτά έχει δίκιο ν’ αναστενάζει ο μαρξιστής και σοσιαλιστής Κάουτσκι και να χύνει πικρά δάκρυα. «Είμαστε όλοι μας σοσιαλιστές και μαρξιστές και διεθνιστές» φωνάζουν εν χορώ οι κύριοι Κάουτσκι, Χάινριχ Βέμπερ (Βιέννη), Λογκέ (Παρίσι), Μακντόναλ (Λονδίνο) κτλ. Είμαστε όλοι μας υπέρ της επανάστασης της εργατικής τάξης, μονάχα …μονάχα με τον όρο ότι δε θα διαταράξει την ησυχία και την ασφάλεια των κερδοσκόπων του σταριού! Και την απύθμενη αυτή δουλοφροσύνη απέναντι στους καπιταλιστές τηνέ σκεπάζουμε με τη «μαρξιστική» θεωρία για τη «λειτουργία της παραγωγής»… Αν όλ’ αυτά είναι μαρξισμός, πως να ονομάσουμε τότε τη δουλοπρέπεια απέναντι στην αστική τάξη;
Δείτε πάνω – κάτω πού καταλήγει ο θεωρητικός μας. Κατηγορεί τους μπολσεβίκους πως θέλουν να παρουσιάσουν τη δικτατορία των χωρικών για δικτατορία του προλεταριάτου. Ταυτόχρονα μας κατηγορεί ότι φέρνουμε τον εμφύλιο πόλεμο στα χωριά (το θεωρούμε αυτό τιμή μας), ότι στέλνουμε στα χωριά αποσπάσματα από οπλισμένους εργάτες, που διακηρύχνουν ανοιχτά ότι εφαρμόζουν τη «δικτατορία του προλεταριάτου και των φτωχών χωρικών» και βοηθάνε τους φτωχούς αυτούς χωρικούς να πάρουν από τους κερδοσκόπους και τους πλούσιους χωρικούς το περίσσευμα του σταριού που κρύβουν, παραβιάζοντας το νόμο για το μονοπώλιο των σιτηρών.
Από το ένα μέρος ο μαρξιστής μας θεωρητικός είναι υπέρ της καθαρής δημοκρατίας, υπέρ της υποταγής της επαναστατικής τάξης –οδηγητή των εργατών και των εκμεταλλευομένων– στην πλειοψηφία τού πληθυσμού (κατά συνέπεια και στους εκμεταλλευτές). Από το άλλο μέρος, πάει να μας αποδείξει τον αναπόφευκτο αστικό χαρακτήρα της επανάστασης, κι αυτό γιατί η αγροτική τάξη στο σύνολό της τοποθετείται στο επίπεδο των αστικών κοινωνικών σχέσεων. Ταυτόχρονα ισχυρίζεται ότι υπερασπίζει την ταξική προλεταριακή άποψη, τη μαρξιστική άποψη!
Αυτό δεν είναι «οικονομική ανάλυση», μα χάος και σύγχυση που δε μπορεί να γίνει χειρότερη. Αντί για μαρξισμό, μας δίνει ψίχουλα από φιλελεύθερες θεωρίες και άφθονη δουλικότητα απέναντι στην αστική τάξη και τους κουλάκους.
Το ζήτημα που μπέρδεψε έτσι ο Κάουτσκι το είχαν κατά βάθος ξεκαθαρίσει οι μπολσεβίκοι από το 1905. Ναι, η επανάσταση μας είναι αστική, όσο βαδίζουμε μαζί με την αγροτιά στο σύνολο της. Αυτό το ξέραμε πολύ καλά και τόχουμε επαναλάβει εκατοντάδες και χιλιάδες φορές από το 1905. Ποτέ δεν προσπαθήσαμε, ούτε να πηδήξουμε τον αναγκαίο αυτό σταθμό της ιστορικής εξέλιξης, ούτε να τον καταργήσουμε με διατάγματα.Καταβάλλοντος κάθε προσπάθεια να μας «συγχύσει» στο σημείο αυτό, ο Κάουτσκι φανερώνει μόνο τη σύγχυση των ιδεών του και το φόβο του να θυμηθεί αυτά που είχε γράψει στα 1905, τότε που δεν είταν ακόμα αποστάτης.
Από το μήνα Απρίλη του 1917, πολύ πριν από την επανάσταση του Οκτώβρη και την κατάληψη της εξουσίας από μας, λέγαμε ανοιχτά και εξηγούσαμε στο λαό: Τώρα η επανάσταση δε θα μπορέσει να σταματήσει εκεί γιατί η χώρα άνοιξε δρόμο, ο καπιταλισμός πήγε μπροστά, η καταστροφή πήρε πρωτοφανείς διαστάσεις, που θα απαιτήσει είτε το θέλουμε είτε δεν το θέλουμε μια μεγαλύτερη πρόοδο, ως το σοσιαλισμό. Γιατί δεν υπάρχει άλλο μέσο να πάει μπροστά, να σωθεί, η εξαντλημένη από τον πόλεμο χώρα και να ανακουφιστούν τα βάσανα των εργαζομένων και των εκμεταλλευομένων –δεν υπάρχει άλλο μέσο.
Όλα γίνανε ακριβώς όπως τα είχαμε προβλέψει. Η πορεία της επανάστασης επικύρωσε την ορθότητα των σκέψεών μας. Στην αρχή, μαζί με «ολόκληρη» την αγροτιά ενάντια στη μοναρχία, ενάντια στους μεγαλογαιοκτήμονες, ενάντια στη φεουδαρχία (και σ’ αυτό η επανάσταση μένει αστική, αστικοδημοκρατική). Ύστερα, με τη φτωχή αγροτιά, με το μισοπρολεταριάτο, μαζί με όλους τους εκμεταλλευόμενους ενάντια στον καπιταλισμό, μαζί και τους πλούσιους χωρικούς, τους μαυραγορίτες, τους κερδοσκόπους· και η επανάσταση γίνεται σοσιαλιστική. Να προσπαθήσεις να ορθώσεις τεχνητά ένα σινικό τείχος ανάμεσα στη μια και την άλλη, να τις χωρίσεις τη μια από την άλλη διαφορετικά και όχι από το βαθμό προετοιμασίας του προλεταριάτου και το βαθμό της ένωσής του με τους φτωχούς του χωριού, είναι σα να παραμορφώνεις στο έπακρο το μαρξισμό, σα να τον εκφυλίζεις και να τον αντικατασταίνείς με το φιλελευθερισμό. Αυτό καταντάει σα να θέλεις, με ψευτοεπιστημονικές επικλήσεις στον προοδευτικό χαρακτήρα της αστικής τάξης σε σχέση με τη φεουδαρχία, να εξυπηρετήσεις την αντίδραση, υπερασπίζοντας την αστική τάξη απέναντι, στο σοσιαλιστικό προλεταριάτο.
Εξ άλλου, αν τα Σοβιέτ παρουσιάζουν μια μορφή και έναν τύπο ασύγκριτα ανώτερο από το δημοκρατισμό,είναι γιατί, οργανώνοντας και τραβώντας στην πολιτική τη μάζα των εργατών και των χωρικών, είναι ο πιο κοντινός στο «λαό» θεσμός, με την έννοια που μιλούσε ο Μαρξ στα 1871 για την αληθινά λαϊκή επανάσταση, και παρέχουν το πιο ευαίσθητο βαρόμετρο της ανάπτυξης των μαζών, της αύξησης της πολιτικής τους ωριμότητας, της ταξικής τους ωριμότητας. Το Σοβιετικό Σύνταγμα δε γράφτηκε σύμφωνα μ’ ένα «σχέδιο», δε συντάχτηκε πάνω σ’ ένα γραφείο και δεν επιβλήθηκε στους εργάτες από τους αστούς νομικούς. Όχι, το Σύνταγμά μας βγήκε από την ίδια την εξέλιξη της πάλης των τάξεων στο μέτρο που ωρίμαζαν οι ταξικοί ανταγωνισμοί. Την απόδειξη γι’ αυτό μας τη δίνουν ίσα – ίσα τα ίδια τα γεγονότα, που είναι αναγκασμένος να αναγνωρίσει ο Κάουτσκι.
Στην αρχή, τα Σοβιέτ συγκεντρώνανε στις γραμμές τους την αγροτική τάξη στο σύνολό της. Η έλλειψη κουλτούρας, η καθυστέρηση και η αμάθεια των φτωχών χωρικών, άφηναν τη διεύθυνση στα χέρια των κουλάκων, των πλουσίων, των καπιταλιστών, της μικροαστικής τάξης, των μικροαστών διανοουμένων. Είταν η εποχή της κυριαρχίας της μικροαστικής τάξης, των μενσεβίκων και των σοσιαλεπαναστατών (για να τους παίρνει κανείς για σοσιαλιστές πρέπει να είναι βλάκας ή αποστάτης σαν τον Κάουτσκι). 
Αναγκαστικά κι αναπόφευκτα η μικροαστική τάξη ταλαντευότανε ανάμεσα στη δικτατορία της αστικής τάξης (Κερένσκι, Κορνίλοφ, Σαβίνκοφ) και τη δικτατορία του προλεταριάτου. Γιατί, η μικροαστική τάξη, από τους βασικούς χαρακτήρες της οικονομικής της κατάστασης, είναι ανίκανη για κάθε ανεξάρτητη δράση. Ας ειπωθεί παρεκβατικά, πως ο Κάουτσκι απαρνιέται ολότελα το μαρξισμό όταν, στην ανάλυση του για τη ρωσική επανάσταση, επιμένει στη νομική και τυπική έννοια «δημοκρατία», που επιτρέπει βέβαια στην αστική τάξη να μασκάρει την κυριαρχία της και να εξαπατά τις μάζες, ξεχνώντας πως δημοκρατία σημαίνει πραγματικά πότε δικτατορία της αστικές τάξης, πότε ανίσχυρο μεταρρυθμισμό της μικροαστικής τάξης που υποτάσσεται σ’ αυτή τη δικτατορία κτλ. Απ’ αυτό θα μπορούσε να βγει το συμπέρασμα, κατά τον Κάουτσκι, πως σε μια καπιταλιστική χώρα υπάρχουν αστικά κόμματα, ένα προλεταριακό κόμμα (οι μπολσεβίκοι) που σέρνει πίσω του την πλειοψηφία, τη μάζα του προλεταριάτου, μα πως δεν υπάρχουν μικροαστικά κόμματα! Οι μενσεβίκοι και οι σοσιαλεπαναστάτες δεν είχαν τάχα ταξικές ρίζες, ρίζες μέσα στη μικροαστική τάξη!
Οι δισταγμοί της μικροαστικής τάξης, των μενσεβίκων και των σοσιαλεπαναστατών, διαφωτίσανε τις μάζες και απομακρύνανε την τεράστια πλειοψηφία τους, ολόκληρη τη «βάση» τους, όλους τους προλετάριους και μισοπρολετάριους, από τέτοιους «αρχηγούς». Στα Σοβιέτ επικράτησαν οι μπολσεβίκοι (στην Πετρούπολη και στη Μόσχα γύρω στον Οκτώβρη του 1917), ενώ το σχίσμα ανάμεσα στους σοσιαλεπαναστάτες και τους μενσεβίκους μεγάλωνε.
O θρίαμβος της μπολσεβίκικης επανάστασης σημείωνε το τέλος των δισταγμών, εξασφάλιζε την ολοκληρωτική καταστροφή της μοναρχίας και της μεγάλης έγγειας ιδιοκτησίας, που πριν από την επανάσταση του Οκτώβρη δεν είχε ακόμα καταστραφεί. Φέραμε την αστική επανάσταση στο τέλος της. Ολόκληρη η αγροτική μάζα βάδισε πίσω μας. Η αντίθεσή της με το σοσιαλιστικό προλεταριάτο δεν είτανε δυνατό να εκδηλωθεί αμέσως. Τα Σοβιέτ συγκεντρώνανε τότε την αγροτική τάξη γενικά. Η ταξική διαφοροποίηση στους κόλπους της αγροτικής τάξης δεν είχε ακόμα ωριμάσει, δεν είχε ακόμα εξωτερικευτεί.
Η πορεία αυτή αναπτύχθηκε το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1918. Η αντεπαναστατική εξέγερση των Τσεχοσλοβάκων αφύπνισε τους κουλάκους. Απ’ όλη τη Ρωσία πέρασε ένα κύμα από εξεγέρσεις των κουλάκων. Ούτε απ’ τα βιβλία, ούτε από τις εφημερίδες, μα από τη ζωή μαθαίνουν οι φτωχοί χωρικοί πως τα συμφέροντα τους δε συμβιβάζονται με τα συμφέροντα των κουλάκων, των πλουσίων, της αγροτικής μπουρζουαζίας.
Οι «σοσιαλεπαναστάτες της αριστεράς», σα μικροαστικό κόμμα που είτανε, καθρεφτίζανε τους δισταγμούς των μαζών και ακριβώς το καλοκαίρι του 1918 διασπάστηκαν: ένα μέρος απ’ αυτούς πήγε με τους Τσεχοσλοβάκους (στάση της Μόσχας, κατά την οποία ο Προχιάν που έγινε για μια ώρα κύριος του τηλεγραφείου πληροφόρησε τη Ρωσία για την ανατροπή των μπολσεβίκων· έπειτα, προδοσία του Μουράβιεφ, διοικητή της στρατιάς που πολεμούσε τους Τσεχοσλοβάκους, κτλ.)· ένα άλλο μέρος έμεινε πιστό στους μπολσεβίκους. Η ολοένα και οξύτερη κρίση του επισιτισμού στις πόλεις έκανε να μπαίνει ολοένα και πιο επιτακτικά το πρόβλημα του μονοπωλίου των σιτηρών, που ξέχασε ολότελα ο θεωρητικός μας στην οικονομική του ανάλυση, επαναλαμβάνοντας τους παλιούς αφορισμούς που βρήκε εδώ και δέκα χρόνια στο Μάσλοφ.
Το παλιό αστικοτσιφλικάδικο κράτος, καθώς επίσης και το λαϊκοδημοκρατικό κράτος, έστελνε στα χωριά ένοπλα αποσπάσματα που βρισκόντανε πραγματικά στη διάθεση της αστικής τάξης. Αυτό ο κ. Κάουτσκι το αγνοεί! Δε βλέπει καθόλου σ’ αυτό «δικτατορία της αστικής τάξης» –πού τέτοιο πράγμα! Πρόκειται για «καθαρή δημοκρατία», προ παντός αφού επικυρώνεται κι από ένα αστικό κοινοβούλιο! Ότι ο Αφξέντιεφ και ο Σ. Μάσλοφ, σε συμφωνία με τους Κερένσκι, Τσερετέλλι και άλλά στοιχεία του σοσιαλεπαναστατικού και μενσεβίκικου ωραιόκοσμου, συλλάβανε το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1917 τα μέλη των αγροτικών επιτροπών, γι’ αυτό ο Κάουτσκι δεν «άκουσε καθόλου να γίνεται λόγος»· για όλα αυτά δε βγάζει λέξη!
Αυτό συμβαίνει γιατί το αστικό κράτος, που εφαρμόζει τη δικτατορία της αστικής τάξης διαμέσου της λαϊκής δημοκρατίας, δε μπορεί να ομολογήσει μπροστά στο λαό ότι υπηρετεί την αστική τάξη, δε μπορεί να πει την αλήθεια, είναι υποχρεωμένο να υποκρίνεται.
Αντίθετα, το κράτος του τύπου της Κομμούνας, το σοβιετικό κράτος, λέει καθαρά και ξάστερα στο λαό την αλήθεια, διακηρύχνοντας πως είναι δικτατορία του προλεταριάτου και των φτωχών χωρικών και ίσα – ίσα η ειλικρινής αυτή ομολογία φέρνει κοντά του δεκάδες εκατομμύρια καινούργιους πολίτες, που καταπιέζονται αδιάφορο κάτω από ποια λαϊκή δημοκρατία και που με τα Σοβιέτ παίρνουνε μέρος στην πολιτική, στη δημοκρατία, στη διοίκηση του κράτους. Η σοβιετική δημοκρατία στέλνει στα χωριά αποσπάσματα από οπλισμένους εργάτες, διαλεγμένους πρώτα – πρώτα ανάμεσα στους πιο προχωρημένους από τις πρωτεύουσες.
Οι εργάτες αυτοί φέρνουν το σοσιαλισμό στο χωριό, τραβάνε κοντά τους τη φτωχή αγροτιά, την οργανώνουν, τη μορφώνουν και τη βοηθάνε να σπάσει την αντίσταση της αστικής τάξης.
Όλοι όσοι παρακολουθούν το ζήτημα κ’ έχουν περάσει από την επαρχία, λένε πως μονάχα τώρα, καλοκαίρι και φθινόπωρο του 1918, κάνουν τα χωριά μας την «επανάσταση του Οκτώβρη», δηλαδή την προλεταριακή. Τα πράγματα αρχίζουν ν’ αλλάζουν. Το κύμα από εξεγέρσεις των κουλάκων παραχωρεί τη θέση του στην εξόρμηση των φτωχών χωρικών, στην αύξηση των «επιτροπών φτωχών χωρικών». Βλέπουμε ν’ αυξάνει στο στρατό ο αριθμός των κομμισάριων αξιωματικών, διοικητών μεραρχιών και στρατιών που βγήκαν μεσ’ από τους εργάτες.
Ενώ ο Κάουτσκι, τρομαγμένος από την κρίση του Ιούλη (1918) και τις φωνές της αστικής τάξης, τρέχει πηδώντας πίσω της και γράφει ολόκληρη μπροσούρα διαποτισμένη απ’ την ιδέα πως οι μπολσεβίκοι βρίσκονται στις παραμονές τις ανατροπής τους από τους χωρικούς, ενώ βλέπει στην αποσκίρτηση των σοσιαλεπαναστατών της αριστεράς ένα «στένεμα» (σ. 39) του κύκλου εκείνων που υποστηρίζουνε τους μπολσεβίκους, την ίδια στιγμή πλαταίνει ατέλειωτα ο πραγματικός κύκλος των οπαδών του μπολσεβικισμού, αφού δεκάδες και δεκάδες εκατομμύρια φτωχοί χωρικοί απαλλαγμένοι πια απ’ την κηδεμονία και την επιρροή των κουλάκων και της αγροτικής μπουρζουαζίας, τραβιούνται στην ανεξάρτητη πολιτική ζωή.
Χάσαμε εκατοντάδες σοσιαλεπαναστάτες της αριστεράς, διανοούμενους χωρίς χαρακτήρα, κερδοσκόπους του χωριού, καταχτήσαμε όμως εκατομμύρια αντιπροσώπους της φτωχής αγροτιάς.[6]
Ένα χρόνο μετά την προλεταριακή επανάσταση στις πρωτεύουσες, ξέσπασε κάτω από την επίδρασή της και με τη συνδρομή της, η προλεταριακή επανάσταση στα πιο απομακρυσμένα χωριά. Η σοβιετική εξουσία και ο μπολσεβικισμός βγήκαν απ’ αυτήν οριστικά στερεωμένοι και αποδείχτηκε οριστικά ότι δεν υπάρχει πια μέσα σ’ ολόκληρη τη χώρα δύναμη ικανή να μας κλονίσει.
Αφού τέλειωσε την αστικοδημοκρατική επανάσταση μαζί με την αγροτική τάξη γενικά, το προλεταριάτο της Ρωσίας πέρασε οριστικά στη σοσιαλιστική επανάσταση, καταφέρνοντας να διαφοροποιήσει το χωριό, να τραβήξει με το μέρος του τους αγροτικούς προλετάριους και μισο-προλετάριους και να τους συνασπίσει ενάντια στους κουλάκους και την αστική τάξη, μαζί και την αγροτική αστική τάξη.
Αν το μπολσεβίκικο προλεταριάτο στις πρωτεύουσες και στα μεγάλα βιομηχανικά κέντρα δεν είχε κατορθώσει να συνασπίσει γύρω του τους φτωχούς του χωριού και να τους ξεσηκώσει ενάντια στους πλούσιους χωρικούς, τότε θα είχαμε την απόδειξη πως η Ρωσία δεν είταν «ώριμη» για τη σοσιαλιστική επανάσταση, τότε η αγροτική τάξη θάμενε «μια», δηλαδή θάμενε κάτω από την οικονομική, πολιτική και ηθική κυριαρχία των κουλάκων, των πλουσίων, της αστικής τάξης, τότε δε θάβγαινε απ’ τα όρια της αστικοδημοκρατικής επανάστασης. Αλλά, ας ειπωθεί μέσα σε παρένθεση, αυτό και πάλι δε θα απόδειχνε πως το προλεταριάτο δεν έπρεπε να καταλάβει την εξουσία, γιατί μόνο το προλεταριάτο έφερε πραγματικά την αστικοδημοκρατική επανάσταση ως το τέρμα της εξέλιξής της, μόνο το προλεταριάτο έκανε μια σοβαρή προσπάθεια να επισπεύσει την παγκόσμια προλεταριακή επανάσταση, μόνο το προλεταριάτο δημιούργησε το σοβιετικό κράτος, δεύτερο σταθμό μετά την Κομμούνα, στο δρόμο για το σοσιαλιστικό κράτος.
Από το άλλο μέρος, αν το μπολσεβίκικο προλεταριάτο δεν ήξερε να περιμένει τη διαφοροποίηση των τάξεων στο χωριό, αν δεν ήξερε να την προετοιμάσει, ούτε να την πραγματοποιήσει, και αν προσπαθούσε, πριν από τον Οκτώβρη-Νοέμβρη 1917, να «διατάξει» τον εμφύλιο πόλεμο ή την «εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού» στις αγροτικές περιφέρειες, αν δοκίμαζε να απαλλαγεί απ’ την προσωρινή συμμαχία με την αγροτική τάξη γενικά, χωρίς να κάνει ορισμένες παραχωρήσεις στο μεσαίο χωρικό, κτλ., αυτό τότε θάτανε ένας μπλανκιστικός τρόπος παραμόρφωσης του μαρξισμού, θάταν μια απόπειρα της μειοψηφίας να επιβάλει τη θέληση της στην πλειοψηφία, θάτανε θεωρητικός παραλογισμός και θάταν σα να μη καταλαβαίνουμε ότι η αγροτική επανάσταση είναι κι αυτή ακόμα μια αστική επανάσταση και πως χωρίς μια σειρά από μεταβατικές βαθμίδες είναι αδύνατο να την μετατρέψουμε σε σοσιαλιστική επανάσταση σε μια καθυστερημένη χώρα.
Σ’ αυτό το εξαιρετικά σοβαρό θεωρητικό και πολιτικό ζήτημα ο Κάουτσκι μπέρδεψε τα πάντα, ενώ στην πράξη αποδείχτηκε απλός λακές της αστικής τάξης, που για να την ευχαριστήσει ουρλιάζει εναντίον της δικτατορίας του προλεταριάτου.
* * *
Ο Κάουτσκι μπέρδεψε ίσως ακόμα περισσότερο κ’ ένα άλλο ζήτημα από τα πιο ενδιαφέροντα και σοβαρά, δηλαδή αν τέθηκε καλά κατ’ αρχήν κι αν εφαρμόστηκε όπως έπρεπε έπειτα το νομοθετικό έργο της Σοβιετικής Δημοκρατίας σχετικά με το αγροτικό ζήτημα, στο δυσκολότερο και ταυτόχρονα σπουδαιότερο αυτό μέρος της σοσιαλιστικής μεταβολής. Θα είμασταν άπειρα ευγνώμονες σε κάθε μαρξιστή της Δύσης που, αφού λάβαινε γνώση, τουλάχιστο των κυριότερων ντοκουμέντων, θάκανε την κριτική της πολιτικής μας, γιατί θα πρόσφερε έτσι σε μας μια τεράστια υπηρεσία και θα βοηθούσε από το άλλο μέρος την επανάσταση που ωριμάζει σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Μα αντί για κριτική, ο Κάουτσκι μάς προσφέρει ένα απίθανο θεωρητικό κομφούζιο, που μεταμορφώνει το μαρξισμό σε φιλελευθερισμό, ενώ στα πρακτικά ζητήματα καταφεύγει σε στείρες, χολιασμένες και φιλισταϊκές επιθέσεις ενάντια στους μπολσεβίκους. Ας κρίνει μόνος του ο αναγνώστης:
«Η μεγάλη έγγεια ιδιοκτησία δεν είτανε δυνατό να διατηρηθεί. Από την πρώτη μέρα κιόλας έγινε φανερό πως είτανε καταδικασμένη από την επανάσταση. Είταν ανάγκη να δοθεί στον αγροτικό πληθυσμό…». Αυτό δεν είναι σωστό, κ. Κάουτσκι: αντικατασταίνετε ό,τι είναι φανερό για σας με κείνο που οι διάφορες τάξεις σκέφτονται γι’ αυτό το ζήτημα. Η ιστορία της επανάστασης απόδειξε πως η κυβέρνηση συνασπισμού αστών, μικροαστών, μενσεβίκων και Εσέρων είχε σαν πολιτική της τη διατήρηση της μεγάλης έγγειας ιδιοκτησίας. Η καλύτερη απόδειξη γι’ αυτό είναι ο νόμος του Σ. Μάσλοφ και η σύλληψη των μελών των αγροτικών επιτροπών. Χωρίς τη δικτατορία του προλεταριάτου, δε θα μπορούσε ποτέ να νικήσει ο «αγροτικός πληθυσμός» τον ενωμένο με τον καπιταλιστή γαιοκτήμονα.
«…Αλλά με ποια μορφή θα γινόταν, δεν υπήρχε καμιά ομοφωνία πάνω σ’ αυτό. Διάφορες λύσεις προτάθηκαν…» (Ο Κάουτσκι ενδιαφέρεται προπαντός για την «ομοφωνία» των σοσιαλιστών, όποιοι κι αν είναι αυτοί που διεκδικούν αυτό τον τίτλο. Ότι όμως οι βασικές τάξεις της καπιταλιστικής κοινωνίας πρέπει αναγκαστικά να ζητήσουν διαφορετικές λύσεις, αυτό το ξεχνάει,…).
«…Από σοσιαλιστική άποψη, η λογικότερη λύση θάτανε να μετατραπούν οι μεγάλες επιχειρήσεις σε κρατική ιδιοκτησία και να ανατεθεί στους χωρικούς, που ως τότε απασχολούνταν εκεί σα μισθωτοί εργάτες, η καλλιέργεια των μεγάλων ιδιοκτησιών με μορφή συνεταιρισμών. Αλλά η λύση αυτή προϋποθέτει την ύπαρξη αγροτικών εργατών και τέτοιοι εργάτες δεν υπάρχουν στη Ρωσία. Μια άλλη λύση θάτανε η μεγάλη έγγεια ιδιοκτησία να μετατραπεί σε κρατική ιδιοκτησία και να μοιραστεί σε μικρούς κλήρους που θα μπορούσαν να νοικιάσουν οι ακτήμονες χωρικοί· θάχαμε ακόμα κ’ έτσι κάποιο βαθμό σοσιαλισμού…».
Ο Κάουτσκι ξενοιάζει όπως πάντα με το περίφημο: Πρέπει κανείς ν’ αναγνωρίσει χωρίς ν’ αναγνωρίσει αναγνωρίζοντας. Παίρνει διάφορες λύσεις και τις βάζει τη μια πάνω στην άλλη, χωρίς να ρωτήσει –που είναι το μόνο σωστό και το μόνο μαρξιστικό –ποιοι πρέπει να είναι οι σταθμοί απ’ όπου θα περάσουμε για να φτάσουμε από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό, κάτω απ’ αυτούς ή εκείνους τους ιδιαίτερους όρους. Στη Ρωσία υπάρχουν αγροτικοί εργάτες, λίγοι βέβαια, κι ο Κάουτσκι δεν έθιξε το ζήτημα που τέθηκε από την εξουσία των Σοβιέτ, πως θα περάσουμε δηλαδή στην κοινή και συνεταιριστική καλλιέργεια. Το πιο περίεργο όμως είναι που ο Κάουτσκι θέλει να βλέπει «ορισμένο βαθμό σοσιαλισμού» στην εκμίσθωση μικρών κλήρων γης. Πρόκειται στο βάθος για ένα μικροαστικό σύνθημα, που δεν έχει καμιά σχέση με το σοσιαλισμό. Αν το «κράτος» που εκμισθώνει τη γη δεν είναι κράτος του τύπου της Κομμούνας, μα μια αστικοκοινοβουλευτική δημοκρατία (όπως το υποθέτει πάντοτε ο Κάουτσκι), τότε η εκμίσθωση της γης με μικρούς κλήρους δε μπορεί να είναι άλλο από μια τυπική φιλελεύθερη μεταρρύθμιση.
Ότι η σοβιετική εξουσία κατάργησε κάθε ιδιοκτησία της γης, ο Κάουτσκι δε βγάζει λέξη γι’ αυτό. Ακόμα χειρότερα. Αναφέροντας τα διατάγματα της σοβιετικής εξουσίας, επιδίδεται σε μιαν απίστευτη λαθροχειρία έτσι που να παραλείπει το ουσιαστικό.
Αφού αποφάνθηκε ότι η «μικρή παραγωγή δημιουργεί το απόλυτο δικαίωμα ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής», ότι η Συντακτική είναι η «μόνη εξουσία» που θα μπορούσε να εμποδίσει το μοίρασμα (άποψη που θα προκαλέσει τα γέλια στη Ρωσία, γιατί όλος ο κόστος ξέρει πως οι εργάτες και οι χωρικοί δεν αναγνωρίζουν παρά μόνο την εξουσία των Σοβιέτ, ενώ η Συντακτική έχει γίνει το σύνθημα των Τσεχοσλοβάκων και των μεγαλογαιοκτημόνων), ο Κάουτσκι εξακολουθεί:
«Ένα από τα πρώτα διατάγματα της σοβιετικής κυβέρνησης διακηρύχνει:
1) Η μεγάλη έγγεια ιδιοκτησία καταργήθηκε αμέσως χωρίς καμιάν αποζημίωση.
2) Τα κτήματα των μεγαλογαιοκτημόνων και τα κληροδοτήματα, τα μοναστηριακά και εκκλησιαστικά κτήματα μαζί μ’ όλο τους το υλικό, έμψυχο και άψυχο, τα κτίριά τους και τα υποστατικά τους περνούν στις τοπικές αγροτικές επιτροπές των Σοβιέτ των αγροτικών αντιπροσώπων της περιφέρειας, ώσπου το αγροτικό ζήτημα να ρυθμιστεί από τη Συντακτική Συνέλευση
».
Ο Κάουτσκι αναφέρει μονάχα τις δυο αυτές παραγράφους και συμπεραίνει:
«Η παραπομπή στη Συντακτική έμεινε νεκρό γράμμα. Στην πραγματικότητα, οι αγρότες των διαφόρων περιοχών μπορούσαν να την κάνουνε τη γη ό,τι θέλανε», (σ. 47).
Ορίστε δείγματα της «κριτικής» του Κάουτσκι!
Νά μια «επιστημονική» εργασία, που μοιάζει παράξενα με ψέμα. Υποβάλλουν στο Γερμανό αναγνώστη την ιδέα ότι οι μπολσεβίκοι συνθηκολόγησαν με τους χωρικούς πάνω στο ζήτημα της ατομικής ιδιοκτησίας της γης, ότι οι μπολσεβίκοι αφήσανε τους χωρικούς να κάνουν ως και στις παραμικρότερες λεπτομέρειες (στις διάφορες περιοχές) ό,τι θέλουνε!
Στην πραγματικότητα, το διάταγμα που εκδόθηκε στις 26 Οκτώβρη 1917, περιλαβαίνει όχι δυο μα πέντε άρθρα, χώρια από τις οκτώ παραγράφους του «υπομνήματος», που λέγεται εκεί πως «πρέπει να χρησιμέψει σαν οδηγός».
Στο άρθρο 3 του διατάγματος λέγεται, ότι όλα τα κτήματα περνάνε στο «λαό» και πως πρέπει να γίνει «προσεκτική απογραφή όλων των δημευθέντων αγαθών» και να εξασφαλιστεί «αυστηρή επαναστατική φρούρηση».
Το «υπόμνημα» λέει, ότι «καταργείται για πάντα το δικαίωμα ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στη γη», ότι «εδάφη που περιλαβαίνουν αγροτικές εκμεταλλεύσεις πολύ αναπτυγμένες απαλλάσσονται απ’ το μοίρασμα», ότι «όλο το υλικό των γαιών που δημεύτηκαν, άψυχο και έμψυχο, περνάει δίχως αποζημίωση στην αποκλειστική κυριότητα του κράτους ή της κοινότητας ανάλογα με την έκταση ή την αξία των χωραφιών αυτών» και, τέλος, ότι «η γη στο σύνολο της αποτελεί μέρος της αγροτικής περιουσίας του λαού».
Έπειτα, τον ίδιον καιρό που αποφασίζονταν η διάλυση της Συντακτικής (5-1-1918), το 3ο Συνέδριο των Σοβιέτ υιοθέτησε μια «Διακήρυξη των δικαιωμάτων του εργαζόμενου και εκμεταλλευόμενου λαού», που αποτελεί τώρα μέρος του βασικού νόμου της Σοβιετικής Δημοκρατίας.
Το άρθρο II, παράγραφος Ι αυτής της Διακήρυξης αναφέρει ότι: «η ατομική ιδιοκτησία της γης καταργήθηκε» και ότι «τα πρότυπα αγροκτήματα και επιχειρήσεις γίνονται εθνική ιδιοκτησία».
Κατά συνέπεια, η παραπομπή στη Συντακτική δεν έμεινε νεκρό γράμμα, γιατί ένα άλλο εθνικό αντιπροσωπευτικό σώμα, με άπειρα μεγαλύτερο εθνικό κύρος για τους χωρικούς, επιφορτίστηκε να ρυθμίσει το αγροτικό ζήτημα.
Έπειτα στις 6 (19) Φλεβάρη 1918, δημοσιεύτηκε ο νόμος για την κοινωνικοποίηση της γης που, για μια ακόμα φορά, επικυρώνει την κατάργηση κάθε ιδιοκτησίας πάνω στη γη, και αναθέτει τη διαχείριση των γαιών και όλου του υλικού των ιδιωτικών κτημάτων στις σοβιετικές αρχές, κάτω από τον έλεγχο της ομοσπονδιακής σοβιετικής εξουσίας και θέτει σαν αντικείμενο της διαχείρισης των γαιών: «την ανάπτυξη της κολεκτιβιστικής καλλιέργειας πιο συφερτικής από την άποψη της οικονομίας της εργασίας και των προϊόντων, σε βάρος της ατομικής καλλιέργειας, για να εξασφαλίσουμε το πέρασμα στη σοσιαλιστική οικονομία», (άρθ. 11 § ε).
Θεσπίζοντας την ισότητα στην επικαρπία του εδάφους, ο νόμος απαντάει έτσι στην ερώτηση: «ποιός έχει το δικαίωμα να κατέχει γη;», (άρθ. 20): «Στο έδαφος της Ομοσπονδιακής Σοβιετικής Δημοκρατίας της Ρωσίας μπορούν να κατέχουν κλήρους γης για την εξασφάλιση δημόσιων και προσωπικών αναγκών: α) Για έργα εκπαίδευσης και μόρφωσης: 1. Το κράτος στο πρόσωπο των οργάνων της σοβιετικής εξουσίας (ομοσπονδιακής, περιφερειακής, επαρχιακής, διαμερίσματος, δήμου και κοινότητας): 2. Οι δημόσιοι οργανισμοί (κάτω από τον έλεγχο και με την εξουσιοδότηση της τοπικής σοβιετικής εξουσίας): β) Για σκοπούς αγροτικής εκμετάλλευσης: 3. Οι αγροτικές κομμούνες. 4. Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί. 5. Οι αγροτικές κοινότητες. 6. Οι οικογένειες ή άτομα…»
Ο αναγνώστης βλέπει, ότι ο Κάουτσκι διαστρέβλωσε ολότελα τα πράγματα και παρουσίασε στο γερμανό αναγνώστη ολωσδιόλου ψεύτικα την αγροτική πολιτική και νομοθεσία του προλεταριακού κράτους στη Ρωσία.
Όσο για τα σοβαρά και θεμελιώδη θεωρητικά προβλήματα, ο Κάουτσκι δεν ξέρει ούτε καν να τα θέσει.
Τα ζητήματα αυτά είναι:
1.Ισότητα στην επικαρπία του εδάφους και
2.Εθνικοποίηση της γης –και το ένα και το άλλο ανταποκρίνονται στο σοσιαλισμό γενικά και στο πέρασμα από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό ιδιαίτερα.
3.Κοινή καλλιέργεια της γης, σαν πέρασμα από τη μικρή κομματιαστή εκμετάλλευση στη μεγάλη κολεκτιβιστική εκμετάλλευση. Ο τρόπος που τέθηκε αυτό το ζήτημα στη σοβιετική νομοθεσία ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του σοσιαλισμού;
Στο πρώτο ζήτημα, είναι αναγκαίο να αποκαταστήσουμε προπαντός τα δυο ακόλουθα βασικά γεγονότα: α) Λαβαίνοντας υπ’ όψη την πείρα του 1905 (παραπέμπω για παράδειγμα στο έργο μου που καταπιάνεται με το αγροτικό ζήτημα στην πρώτη ρωσική επανάσταση), υπογράμμιζαν οι μπολσεβίκοι τη σπουδαιότητα, από την άποψη της προόδου και της δημοκρατικής επανάστασης, του συνθήματος της ισότητας και, στα 1917, πριν από την επανάσταση του Οκτώβρη, εξακολουθούν να την επαναλαβαίνουν· β) δημοσιεύοντας το νόμο για την κοινωνικοποίηση της γης που «ψυχή» του είναι το σύνθημα της ισότητας στην επικαρπία της γης οι μπολσεβίκοι διακηρύξανε με απόλυτη ακρίβεια και καθαρότητα: η ιδέα αυτή δεν είναι δική μας, δεν είμαστε σύμφωνοι μ’ αυτό το σύνθημα, όμως θεωρούμε χρέος μας να το εφαρμόσουμε, γιατί είναι απαίτηση της τεράστιας πλειοψηφίας των χωρικών και οι ιδέες και απαιτήσεις της πλειοψηφίας των εργαζομένων πρέπει να δοκιμάζονται και να ξεπερνιούνται απ’ αυτούς τους ίδιους. Αυτά δε μπορείς ούτε να τα καταργήσεις, ούτε να πηδήξεις από πάνω τους. Εμείς οι μπολσεβίκοι θα βοηθήσουμε τους χωρικούς να εγκαταλείψουν τα μικροαστικά συνθήματα για να περάσουν όσο το δυνατό ταχύτερα και ευκολότερα στα σοσιαλιστικά συνθήματα.
Ένας θεωρητικός του μαρξισμού, που θα ήθελε με την επιστημονική του ανάλυση να βοηθήσει την εργατική επανάσταση, θάπρεπε να πει πρώτα-πρώτα αν είναι αλήθεια πως η ιδέα της ισότητας στην επικαρπία της γης έχει επαναστατική δημοκρατική αξία από την άποψη της ολοκλήρωσης της αστικοδημοκρατικής επανάστασης. Έπειτα, οι μπολσεβίκοι είχαν δίκιο να υποστηρίζουν με την ψήφο τους (και να τηρούνε με τη μεγαλύτερη νομιμοφροσύνη) το μικροαστικό νόμο για την ισότητα;
Ο Κάουτσκι δε μπόρεσε καν να δει που βρίσκεται θεωρητικά ο κόμπος του ζητήματος.
Δε θα μπορέσει ποτέ ν’ αρνηθεί ο Κάουτσκι, ότι η ιδέα της ισότητας δεν έχει προοδευτική και επαναστατική αξία στην αστικοδημοκρατική επανάσταση. Η επανάσταση αυτή δε μπορεί να πάει πιο πέρα. Φτάνοντας ως το τέρμα, αποδείχνει μπροστά στις μάζες όλο και πιο καθαρά, πιο γρήγορα και πιο εύκολα, την ανεπάρκεια των αστικοδημοκρατικών λύσεων, την ανάγκη να βγούμε από το πλαίσιό τους και να περάσουμε στο σοσιαλισμό.
Η αγροτιά που ανέτρεψε τον τσαρισμό και τους μεγαλογαιοκτήμονες, δεν ονειρεύεται άλλο από την ισότητα,και καμιά δύναμη στον κόσμο δε θα μπορούσε να αντιταχτεί στους χωρικούς τους απαλλαγμένους από τους γαιοκτήμονες και από το αστικοκοινοβουλευτικό δημοκρατικό κράτος.
Οι προλετάριοι λένε στους χωρικούς: θα σας βοηθήσουμε να φτάσετε ως τον «ιδεώδη» καπιταλισμό, γιατί ισότητα στην επικαρπία του εδάφους είναι καπιταλισμός φτασμένος στο ιδανικό του σημείο, από την άποψη του μικροπαραγωγού. Ταυτόχρονα θα σας κάνουμε να δείτε την ανεπάρκεια αυτού του συστήματος και την ανάγκη του περάσματος στην κολεκτιβιστική καλλιέργεια της γης.
Θάταν ενδιαφέρον να δούμε τί θάκανε ο Κάουτσκι για να ανασκευάσει την ορθότητα μιας τέτοιας κατεύθυνσης στην πάλη των χωρικών από μέρους του προλεταριάτου. Αλλά ο Κάουτσκι προτίμησε ν’ αποφύγει το ζήτημα…
Έπειτα, ο Κάουτσκι εξαπάτησε αναίσχυντα τους γερμανούς αναγνώστες αποκρύβοντας τους ότι στο νόμο για τη γη η σοβιετική εξουσία έδοσε ξεκάθαρα την προτίμηση της στις κομμούνες και στους συνεταιρισμούς, που τους βάζει στην πρώτη γραμμή.
Με την αγροτιά ως το τέλος της αστικοδημοκρατικής επανάστασης, με τα φτωχά προλεταριακά και μισοπρολεταριακά στοιχεία της αγροτιάς προς τη σοσιαλιστική επανάσταση! Αύτη ήτανε η πολιτική των μπολσεβίκων κι αυτή είναι η μόνη μαρξιστική πολιτική.
Απ’ όλα αυτά βγαίνει ένας κυκεώνας χωρίς τέλος. Σημειώστε πως ο Κάουτσκι στα 1918 επιμένει πάνω στον αστικό χαρακτήρα της ρωσικής επανάστασης. Ο Κάουτσκι στα 1918 φωνάζει: «Όχι πιο πέρα!». Και ο ίδιος αυτός Κάουτσκι βλέπει «κάποιο βαθμό σοσιαλισμού» (για την αστική επανάσταση) στη μικροαστική μεταρρύθμιση, στην εκμίσθωση μικρών κλήρων γης στους φτωχούς χωρικούς (δηλαδή σ’ ένα μέτρο που πλησιάζει στην ισότητα!!).
Ας καταλάβει όποιος μπορεί!
Πέρα απ’ αυτό, ο Κάουτσκι, δείχνει φιλισταϊκή ανικανότητα να εκτιμήσει την πραγματική πολιτική ενός δοσμένου κόμματος.
Παραθέτει τις φράσεις του μενσεβίκου Μάσλοφ, παραβλέποντας σκόπιμα την πραγματική πολιτική του μενσεβίκικου κόμματος στα 1917 όταν σε «συνασπισμό» με τους γαιοκτήμονες και τους Καντέ, εκθείαζε πραγματικά την αγροτική μεταρρύθμιση των φιλελευθέρων και τη συνεννόηση με τους μεγαλογαιοκτήμονες (απόδειξη οι συλλήψεις μελών των αγροτικών επιτροπών και το νομοσχέδιο του Σ. Μάσλοφ). Ο Κάουτσκι δεν πρόσεξε, ότι η φράση του Π. Μάσλοφ για τον αντιδραστικό και ουτοπιστικό χαρακτήρα της μικροαστικής ισότητας, στην πραγματικότητα καμουφλάρει τη μενσεβίκικη πολιτική συνεννόησης ανάμεσα στους χωρικούς και τους μεγαλογαιοκτήμονες (δηλαδή εξαπάτηση των χωρικών από τους μεγαλογαιοκτήμονες) αντί για την επαναστατική ανατροπή των μεγαλογαιοκτημόνων από τους χωρικούς.
Ωραίος «μαρξιστής» αυτός ο Κάουτσκι!
Οι μπολσεβίκοι ίσα – ίσα κάνανε αυστηρή διάκριση ανάμεσα στην αστικοδημοκρατική και τη σοσιαλιστική επανάσταση –φέρνοντας ως το τέλος την πρώτη, άνοιξαν την πόρτα στη δεύτερη. Μόνη επαναστατική πολιτική, μόνη μαρξιστική πολιτική.
Ο Κάουτσκι χάνει τον καιρό του, επαναλαμβάνοντας τα σαλιαρίσματα των φιλελευθέρων. «Πουθενά ακόμα και ποτέ, δεν περάσανε οι μικροκαλλιεργητές στην κολεκτιβιστική παραγωγή κάτω από την επίδραση θεωρητικής προπαγάνδας», (σ. 50).
Πολύ έξυπνο!
Πουθενά και ποτέ οι μικροκαλλιεργητές μιας μεγάλης χώρας δε βρέθηκαν κάτω από την επίδραση ενός προλεταριακού κράτους.
Πουθενά και ποτέ οι μικροκαλλιεργητές δεν κήρυξαν το φανερό ταξικό αγώνα των φτωχών χωρικών· ενάντια στους πλούσιους, δηλαδή τον εμφύλιο πόλεμο μέσα στους κόλπους της αγροτικής τάξης, με την υποστήριξη που έδοσε στους φτωχούς χωρικούς, με την προπαγάνδα, την ιδεολογική, πολιτική, οικονομική και στρατιωτική βοήθεια, η προλεταριακή εξουσία.
Πουθενά και ποτέ δεν είχανε τόσο θησαυρίσει με τον πόλεμο οι κερδοσκόποι και οι πλούσιοι και ποτέ η εξαθλίωση της αγροτικής τάξης δεν είταν τόσο μεγάλη.
Ο Κάουτσκι επαναλαμβάνει τα ίδια τα τριμένα τα παλιά, αναμασάει την παλιά βοσκή, τρομάζοντας ακόμα και να σκεφτεί τα καινούργια καθήκοντα της προλεταριακής δικτατορίας.
Κι αν για τον κ. Κάουτσκι οι χωρικοί δεν έχουν αρκετά εργαλεία για τη μικρή παραγωγή και το προλεταριακό κράτος τους βοηθάει να προμηθευτούνε μηχανές για την κολεκτιβιστική καλλιέργεια της γης, αυτό είναι «θεωρητική προπαγάνδα»;
Ας περάσουμε στο πρόβλημα της εθνικοποίησης της γης. Οι λαϊκοί μας, μαζί και όλοι οι σοσιαλεπαναστάτες της αριστεράς, αρνιούνται ότι αυτό που έγινε σε μας, είναι εθνικοποίηση του εδάφους, πέφτοντας έτσι σε μια θεωρητική πλάνη. Στο μέτρο που παραμένουμε στο πλαίσιο της εμπορευματικής παραγωγής και του καπιταλισμού, κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας της γης σημαίνει εθνικοποίησή της. Η λέξη «κοινωνικοποίηση» δεν εκφράζει παρά μια τάση, μιαν επιθυμία, την προετοιμασία για το πέρασμα στο σοσιαλισμό.
Τότε, ποια πρέπει να είναι η στάση των μαρξιστών απέναντι στην εθνικοποίηση της γης;
Κ’ εδώ ο Κάουτσκι δεν ξέρει καν να θέσει το θεωρητικό ζήτημα, ή –που είναι ακόμα χειρότερο– αποφεύγει σκόπιμα το ζήτημα, αν και γνωρίζει, όπως είναι γνωστό από τις ρωσικές δημοσιεύσεις, τις παλιές συζητήσεις των ρώσων μαρξιστών πάνω στην εθνικοποίηση του εδάφους τη δημοτικοποίηση (ανάθεση των μεγάλων κτημάτων στην τοπική αυτοδιοίκηση), πάνω στο μοίρασμα της γης.
Είναι μια πραγματική προσβολή εναντίον του μαρξισμού ο ισχυρισμός του Κάουτσκι ότι η ανάθεση των μεγάλων κτημάτων στο Κράτος και η εκμίσθωσή τους κατά μικρούς κλήρους στους χωρικούς που δεν έχουν αρκετή γη, θάτανε «κάποιος βαθμός σοσιαλισμού». Δείξαμε ήδη πως δεν υπάρχει εδώ τίποτα το σοσιαλιστικό.Ακόμα περισσότερο, δεν υπάρχει εδώ ούτε αστικοδημοκρατική επανάσταση φτασμένη στο τέρμα της.
Η μεγάλη δυστυχία του Κάουτσκι είναι ότι έχει εμπιστοσύνη στους μενσεβίκους. Απ’ αυτό βγήκε ένα περίεργο πράγμα. Έτσι ο Κάουτσκι που εκθειάζει τον αστικό χαρακτήρα της επανάστασής μας και κατηγορεί τους μπολσεβίκους ότι τους κατέβηκε να βαδίσουν προς το σοσιαλισμό, παρουσιάζει ο ίδιος σα σοσιαλισμό μια φιλελεύθερη μεταρρύθμιση, και μάλιστα χωρίς να φτάσει η μεταρρύθμιση αυτή ως την ολοκληρωτική εξάλειψη των μεσαιωνικών επιβιώσεων στις σχέσεις της έγγειας ιδιοκτησίας! Όπως οι μενσεβίκοι σύμβουλοί του, ο Κάουτσκι παρουσιάζεται σαν υπερασπιστής της φιλελεύθερης αστικής τάξης που φοβάται την επανάσταση, αντί να υπερασπίσει τη συνεπή αστικοδημοκρατική επανάσταση.
Πραγματικά, γιατί να μετατρέψουμε σε εθνική ιδιοκτησία μόνο τα μεγάλα κτήματα, και όχι ολόκληρη τη γη; Η φιλελεύθερη αστική τάξη κατορθώνει να διατηρήσει μ’ αυτό το μάξιμουμ από την παλιά κατάσταση πραγμάτων (δηλαδή το μίνιμουμ συνέπειας στην επανάσταση) και τη μεγαλύτερη δυνατότητα επιστροφής στην παλιά αυτή κατάσταση πραγμάτων. Η ριζοσπαστική αστική τάξη, δηλαδή εκείνη που εννοεί να φέρει την αστική επανάσταση ως το τέρμα, διατυπώνει το σύνθημα της εθνικοποίησης του εδάφους.
Σε μια εποχή πολύ, παραπολύ μακρινή –εδώ και είκοσι χρόνια πάνω-κάτω– ο Κάουτσκι είχε γράψει ένα ωραίο μαρξιστικό έργο πάνω στο αγροτικό ζήτημα. Δε μπορεί λοιπόν ν’ αγνοεί τις υποδείξεις του Μαρξ πάνω σ’ αυτό το σημείο, δηλαδή ότι η εθνικοποίηση της γης είναι ίσα – ίσα ένα ολοκληρωμένο σύνθημα της αστικής τάξης. Ο Κάουτσκι δε μπορεί ν’ αγνοεί την πολεμική του Μαρξ εναντίον του Rodbertus και τις αξιόλογες διευκρινίσεις του στις «Θεωρίες για την Υπεραξία» όπου παρουσιάζει ανάγλυφα την επαναστατική σπουδαιότητα, από αστικοδημοκρατική άποψη, της εθνικοποίησης του εδάφους.
Ο μενσεβίκος Π. Μάσλοφ, που ο Κάουτσκι είχε την ατυχία να τον διαλέξει για σύμβουλό του, αρνιότανε ότι οι ρώσοι χωρικοί μπορούσαν να δεχτούν την εθνικοποίηση όλης της γης. Η αντίληψη αύτη του Μάσλοφ μπορούσε, ως κάποιο σημείο, να συνδεθεί με την «πρωτότυπη» θεωρία (που αντιγράφει τους αστούς κριτικούς του Μαρξ), δηλαδή με την άρνησή του της απόλυτης προσόδου και την αναγνώριση του «νόμου» (ή του «γεγονότος» κατά το Μάσλοφ) της «μειούμενης γονιμότητας του εδάφους».
Στην πραγματικότητα, ήδη κατά την επανάσταση του 1905, είχε αποδειχτεί ότι η τεράστια πλειονότητα των χωρικών της Ρωσίας –κοινοτικών και ατομικών– είταν υπέρ της εθνικοποίησης όλων των γαιών. Η επανάσταση του 1917 επικύρωσε το πράγμα και υστέρα από την κατάληψη της εξουσίας από το προλεταριάτο τόφερε ως το τέρμα του. Οι μπολσεβίκοι έμειναν πιστοί στο μαρξισμό. Δε ζητούσαν καθόλου (στο πείσμα του Κάουτσκι που τους κατηγορεί γι’ αυτό χωρίς να φέρνει ούτε σκιά απόδειξης) να «πηδήξουν» πάνω από την αστικοδημοκρατική επανάσταση. Κατά πρώτο λόγο οι μπολσεβίκοι βοήθησαν τους ιδεολόγους αστούς δημοκράτες της αγροτιάς, τους πιο ριζοσπαστικούς, τους πιο επαναστατικούς, τους πιο κοντινούς στο προλεταριάτο, δηλαδή τους σοσιαλεπαναστάτες της αριστεράς, να καταλάβουν τι είτανε πραγματικά η εθνικοποίηση της γης. Η ατομική ιδιοκτησία του εδάφους καταργήθηκε στη Ρωσία από τις 26 Οκτώβρη 1917, δηλαδή από την πρώτη κιόλας μέρα της προλεταριακής σοσιαλιστικής επανάστασης.
Έτσι δημιουργήθηκε η πιο τέλεια βάση από την άποψη της εξέλιξης του καπιταλισμού (πράγμα που ο Κάουτσκι δε θα μπορούσε ν’ αρνηθεί χωρίς νάρθει σε ρήξη με το Μαρξ), μαζί με την εγκαθίδρυση του ευλύγιστου αγροτικού καθεστώτος για το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Από αστικοδημοκρατική άποψη η επαναστατική ρωσική αγροτιά δε μπορεί να τραβήξει μακρύτερα· γιατί, από την άποψη αυτή, δε θα μπορούσε να υπάρξει τίποτα το πιο «ιδεώδες» ούτε τίποτα το πιο «ριζοσπαστικό» από την εθνικοποίηση και την ισότητα στην επικαρπία του εδάφους. Είναι οι μπολσεβίκοι και μόνον οι μπολσεβίκοι που με την ίδια τη νίκη της προλεταριακής επανάστασης βοηθήσανε την αγροτιά να ολοκληρώσει πραγματικά την αστικοδημοκρατική επανάσταση. Και μόνον έτσι κάνανε το μάξιμουμ για να ευκολύνουν και να επισπεύσουν το πέρασμα στη σοσιαλιστική επανάσταση.
Μπορεί να κρίνει κανείς απ’ αυτό τί απίθανο κομφούζιο προσφέρει στους αναγνώστες του ο Κάουτσκι κατηγορώντας τους μπολσεβίκους ότι δεν καταλαβαίνουν τάχα τον αστικό χαρακτήρα της επανάστασης και απομακρύνεται ο ίδιος από το μαρξισμό ως το σημείο να περνάει στα μουγκά την εθνικοποίηση της γης και να παρουσιάζει τη φιλελεύθερη αγροτική μεταρρύθμιση τη λιγότερο επαναστατική (από αστική άποψη) σαν «κάποιο βαθμό σοσιαλισμού»!
Ερχόμαστε τώρα στο τρίτο από τα ζητήματα που ανακινήσαμε πιο πάνω. Πρόκειται για το ζήτημα ως ποιο μέτρο η προλεταριακή δικτατορία στη Ρωσία κατανόησε την ανάγκη για το πέρασμα στην κολεκτιβιστική καλλιέργεια της γης. Κ’ εδώ πάλι ο Κάουτσκι κάνει κάτι που μοιάζει παράξενα με ψέμα παραθέτοντας μόνο τις «θέσεις» ενός μπολσεβίκου που εκθειάζει το πέρασμα στην κοινή εργασία της γης. Αφού παραθέτει μια απ’ αυτές τις θέσεις ο «θεωρητικός» μας αναφωνεί με ύφος θριαμβευτικό: «Δυστυχώς το να διακηρύχνεις ένα καθήκον δε σημαίνει ότι τόχεις εκπληρώσει κιόλας. Η κολεκτιβιστική καλλιέργεια στη Ρωσία είναι ακόμα καταδικασμένη, για την ώρα, να μείνει στο χαρτί. Πουθενά και ποτέ ακόμα οι μικροκαλλιεργητές δεν πέρασαν στην κολεκτιβιστική παραγωγή κάτω από την επίδραση μιας θεωρητικής προπαγάνδας», (σ. 50).
Πουθενά και ποτέ ακόμα δεν έγινε φιλολογική άπατη σαν κι αυτήν που κάνει ο Κάουτσκι. Παραθέτει «θέσεις», δε λέει όμως τίποτα για το νόμο της σοβιετικής εξουσίας. Μιλάει για «θεωρητική προπαγάνδα», μα δε λέει τίποτα για την προλεταριακή κρατική εξουσία που κρατάει στα χέρια της εργοστάσια και εμπορεύματα! Ό,τι ο μαρξιστής Κάουτσκι έγραψε στα 1899 στο «Αγροτικό Ζήτημα» πάνω στα μέσα που διαθέτει το προλεταριακό κράτος για να οδηγήσει βαθμιαία τους μικροκαλλιεργητές στο σοσιαλισμό, ο αποστάτης Κάουτσκι το ξέχασε το 1918.
Βέβαια, μερικές εκατοντάδες αγροτικές κομμούνες και σοβιετικές εκμεταλλεύσεις (δηλαδή μεγάλες ιδιοκτησίες που καλλιεργούνται από εργατικούς συνεταιρισμούς για λογαριασμό του κράτους) που υποστηρίζονται από το κράτος –δεν είναι πολλά. Μπορεί όμως να ονομάσει κανείς «κριτική» τη βουβαμάρα του Κάουτσκι πάνω σ’ αυτό;
Η εθνικοποίηση της γης που γίνεται στη Ρωσία από τη δικτατορία του προλεταριάτου εξασφάλισε καλύτερα την αποπεράτωση της αστικοδημοκρατικής επανάστασης, ακόμα και για την περίπτωση όπου η νίκη της αντεπανάστασης θα μας ξανάφερνε από την εθνικοποίηση στο μοίρασμα (ανέλυσα ειδικά το ενδεχόμενο αυτό σε μια μελέτη μου για το αγροτικό πρόγραμμα των μαρξιστών στην επανάσταση του 1905). Πέρα απ’ αυτό, η εθνικοποίηση της γης έδοσε στο προλεταριακό κράτος τις περισσότερες δυνατότητες για να περάσει στο σοσιαλισμό τη γεωργία.
Συγκεφαλαιώνουμε: Ο Κάουτσκι μας προσφέρει στη θεωρία ένα απίθανο ανακάτωμα με ολοκληρωτική εγκατάλειψη του μαρξισμού· στην πράξη, δείχνει τη δουλοπρέπειά του απέναντι στην αστική τάξη και τους αστούς μεταρρυθμιστές. Ωραία κριτική στ’ αλήθεια!
Ο Κάουτσκι αρχίζει την «οικονομική ανάλυσή» του για τη βιομηχανία με τούτο το μεγαλειώδη συλλογισμό:
Υπάρχει στη Ρωσία μεγάλη καπιταλιστική βιομηχανία. Δε θάταν δυνατό να οικοδομηθεί πάνω σ’ αυτή τη βάση η σοσιαλιστική παραγωγή; «Θα μπορούσε να το σκεφτεί κανείς αυτό, αν ο σοσιαλισμός βρισκότανε στο γεγονός ότι οι εργάτες που δουλεύουν σ’ αυτά ή σε κείνα τα ορυχεία και εργοστάσια τα ιδιοποιούνταν για να τα εκμεταλλευτούν το καθένα χωριστά», (σ. 52). «Τη στιγμή που γράφω τις γραμμές αυτές, 5 Αυγούστου», προσθέτει ο Κάουτσκι, «μεταδίδεται απ’ τη Μόσχα ότι ο Λένιν έβγαλε ένα λόγο στις 2 Αυγούστου όπου λέει: “Οι εργάτες κρατούν γερά τις φάμπρικες στα χέρια τους και οι χωρικοί δε θα παραδόσουνε τη γη στους γαιοκτήμονες. Το σύνθημα “τα εργοστάσια στους εργάτες, η γη στους χωρικούς”είταν ως τα τώρα “αναρχοσυνδικαλιστική διεκδίκηση και όχι σοσιαλδημοκρατική”», (σ. 52-53).
Αναδημοσιεύσαμε στο ακέραιο το χωρίο αυτό για να μπορέσουν οι ρώσοι εργάτες που σέβονταν πρώτα τον Κάουτσκι –δικαιολογημένα– να αντιληφθούν οι ίδιοι τις μέθοδες αυτού του αυτόμολου που έχει περάσει στο στρατόπεδο της αστικές τάξης.
Συλλογιστείτε λιγάκι: Στις 5 Αυγούστου, τότε που υπήρχαν κιόλας ένα σωρό διατάγματα πάνω στην εθνικοποίηση των εργοστασίων στη Ρωσία, και οι εργάτες δεν είχαν «ιδιοποιηθεί» κανένα απ’ αυτά τα εργοστάσια μα είχαν γίνει όλα ιδιοκτησία της Δημοκρατίας, στις 5 Αυγούστου, ο Κάουτσκι ξεκινώντας από μιαν ολοφάνερα άτιμη ερμηνεία μιας φράσης του λόγου μου, υποβάλλει στους γερμανούς αναγνώστες του την ιδέα ότι στη Ρωσία τα εργοστάσια μεταβιβάστηκαν ατομικά στους εργάτες! 
Ύστερα απ’ αυτό, μέσα σε δεκάδες γραμμές, ο Κάουτσκι λέει και ξαναλέει πως δεν πρέπει να παραδώσουμε χωριστά τα εργοστάσια στους εργάτες! Αυτό δεν είναι «κριτική» μα μια μέθοδος λακέ της αστικής τάξης, στρατολογημένου από τους καπιταλιστές για να συκοφαντεί την εργατική επανάσταση.
Πρέπει να μεταβιβάσουμε τα εργοστάσια στο κράτος, ή στις κομμούνες, ή στους καταναλωτικούς συνεταιρισμούς, γράφει κι όλο γράφει ο Κάουτσκι. Και τελικά προσθέτει: «Αυτό το δρόμο γυρεύουν τώρα ν’ ακολουθήσουν στη Ρωσία…». Τώρα!! Πότε δηλαδή; Τον Αύγουστο; Ο Κάουτσκι δε θα μπορούσε να ζητήσει από τους Στάϊν, Άξελροντ και άλλους φίλους της ρωσικής αστικής τάξης να του μεταφράσουν τουλάχιστο το διάταγμα για τα εργοστάσια;
«… “Ώς που έχουν προχωρήσει, δε φαίνεται ακόμα. Η πλευρά αυτή της Σοβιετικής Δημοκρατίας έχει σε κάθε περίπτωση ύψιστο ενδιαφέρον για μας, όμως δυστυχώς πλέει ακόμα ολότελα μέσα στα σκοτάδια. Φυσικά, δε λείπουν τα διατάγματα… (Γι’ αυτό ο Κάουτσκι αγνοεί το περιεχόμενό τους ή το κρύβει από τους αναγνώστες του!), όμως δεν υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες σχετικά με το αποτέλεσμα αυτών των διαταγμάτων. Η σοσιαλιστική παραγωγή είναι αδύνατη χωρίς μια στατιστική πλατιά, λεπτομερειακή, σίγουρη και γοργή. Είναι εκείνο που η Σοβιετική Δημοκρατία δε μπόρεσε ακόμα να δημιουργήσει ώς τα τώρα. Ό,τι μαθαίνουμε για την οικονομική δραστηριότητά της, είναι εξαιρετικά αντιφατικό και ανεξακρίβωτο. Είναι κι αυτό ένα από τα αποτελέσματα της δικτατορίας και της συντριβής της δημοκρατίας. Δεν υπάρχει ούτε ελευθερία τύπου, ούτε ελευθερία λόγου”», (σ. 53).
Νά πως γράφεται η ιστορία! Από τον ελεύθερο τύπο των καπιταλιστών και των ανθρώπων του Ντούτοφ, ο Κάουτσκι θα μπορούσε να αντλήσει πληροφορίες για τα εργοστάσια που έχουν περάσει στους εργάτες… Κι αλήθεια αυτός ο «σοβαρός επιστήμονας», ο τοποθετημένος πάνω από τις τάξεις, είναι αμίμητος! Ο Κάουτσκι δε θέλει να ξέρει τίποτα για τα αναρίθμητα γεγονότα που μαρτυρούν ότι τα εργοστάσια έχουν μεταβιβαστεί αποκλειστικά και μόνο στη Δημοκρατία, ότι διευθύνονται από έναν οργανισμό της εξουσίας των Σοβιέτ, το Ανώτατο Συμβούλιο της Εθνικής Οικονομίας, που απαρτίζεται κυρίως από αντιπροσώπους των εργατικών συνδικάτων. Πεισματικά, με την επιμονή του «άνθρωπου του κλεισμένου μέσα σε γυάλα», επαναλαμβάνει ολοένα: Δόστε μου μιαν ειρηνική δημοκρατία, δίχως εμφύλιο πόλεμο, δίχως δικτατορία, με μια καλή στατιστική. (Η Σοβιετική Δημοκρατία δημιούργησε μια Διεύθυνση Στατιστικής που αποτελέστηκε από τους καλύτερους στατιστικολόγους της Ρωσίας, μα είναι αυτονόητο πως είναι αδύνατο να επιτύχει κανείς γρήγορα μιαν ιδεώδη στατιστική). Με μια λέξη, μια επανάσταση χωρίς επανάσταση, χωρίς μανιασμένη πάλη, χωρίς βιαιότητες, να τί ζητάει ο Κάουτσκι. Είναι το ίδιο σα να ζητάει κανείς μιαν απεργία χωρίς την εξαπόλυση των παθών ανάμεσα σε εργάτες κ’ εργοδότες. Δεν υπάρχει τρόπος να ξεχωρίσουμε έναν τέτοιο «σοσιαλιστή» από έναν οποιονδήποτε φιλελεύθερο γραφειοκράτη! 
Και ξεκινώντας απ’ αυτό το «συγκεκριμένο υλικό», δηλαδή παραλείποντας σκόπιμα και με τη μεγαλύτερη περιφρόνηση τα αμέτρητα γεγονότα, ο Κάουτσκι «συμπεραίνει»: «Είναι αμφίβολο ότι χάρη σε αληθινά πρακτικά επιτεύγματα και όχι με διατάγματα το ρωσικό προλεταριάτο πέτυχε στη Δημοκρατία των Σοβιέτ περισσότερα απ’ ό,τι θάπαιρνε απ’ τη Συντακτική όπου όπως και στα Σοβιέτ κυριαρχούσαν σοσιαλιστές αν και διαφορετικής απόχρωσης», (σ. 58).
Μαργαριτάρι, δεν είν’ αλήθεια; Συμβουλεύουμε τους θαυμαστές του Κάουτσκι να διαδόσουν αυτό το απόφθεγμα όσο γίνεται πλατυτέρα ανάμεσα στους ρώσους εργάτες. Αληθινά δε θα μπορούσε ο Κάουτσκι να προσφέρει καλύτερη επιχειρηματολογία για να μας βοηθήσει να εκτιμήσουμε το βάθος του πολιτικού του ξεπεσμού. Κι ο Κερένσκι είτανε «σοσιαλιστής», σύντροφοι εργάτες, μόνο που είτανε «διαφορετικής απόχρωσης»! Ο ιστορικός Κάουτσκι περιορίζεται στο επίθετο, στον τίτλο, που «ιδιοποιήθηκαν» οι σοσιαλεπαναστάτες της δεξιάς και οι μενσεβίκοι. Όσο για τα γεγονότα που μαρτυράνε ότι επί Κερένσκι οι μενσεβίκοι και οι σοσιαλεπαναστάτες της δεξιάς υποστήριζαν την ιμπεριαλιστική πολιτική και τα πλιατσικολογήματα της αστικής τάξης, γι’ αυτά ο ιστορικός Κάουτσκι δε θέλει να γίνεται λόγος. Ότι η Συντακτική έδοσε την πλειοψηφία ακριβώς στους ήρωες αυτούς του ιμπεριαλιστικού πολέμου και της αστικής δικτατορίας, αυτό το περνάει με διάκριση στα μουγκά. Και θέλει να κάνει «οικονομική ανάλυση».
Για να τελειώνουμε, νά ακόμα ένα δείγμα αυτής της «οικονομικής ανάλυσης»: «…Ύστερα από εννιάμηνη ύπαρξη η Σοβιετική Δημοκρατία, αντί να επεκτείνει τη γενική ευζωία, βρίσκεται στην ανάγκη να εξηγήσει από πού προέρχεται η γενική αθλιότητα», (σ. 41).
Οι Καντέ μάς έχουν συνηθίσει σ’ αυτού του είδους τους συλλογισμούς. Έτσι σκέφτονται όλοι οι θεράποντες της αστικής τάξης στη Ρωσία. Δόστε μας λοιπόν, λένε, τη γενική καλοπέραση ύστερα από εννιά μήνες, ύστερα από τέσσερα χρόνια καταστροφικό πόλεμο, ενώ το ξένο κεφάλαιο βοηθάει γερά το σαμποτάζ και τις εξεγέρσεις της αστικής τάξης στη Ρωσία. Πραγματικά δεν υπάρχει πια καμιά διαφορά, σκια διαφοράς, ανάμεσα στον Κάουτσκι και τον αντεπαναστάτη αστό. Τα γλυκόλογα γύρω από το «σοσιαλισμό» επαναλαμβάνουν αυτό που λένε ωμά και δίχως περιστροφές, δίχως φτιασίδι, οι οπαδοί του Κορνίλοφ, του Ντούτοφ και του Κράσνοφ στη Ρωσία.
* * *
Οι γραμμές αυτές γράφτηκαν στις 9 Νοέμβρη 1918. Τη νύχτα της 9 προς τη 10 έφτανε από τη Γερμανία η είδηση για το αρχίνισμα της νικηφόρας επανάστασης, πρώτα στο Κίελο και στις άλλες παραλιακές πόλεις της βόρειας Γερμανίας όπου η εξουσία πέρασε στα χέρια των Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών, ύστερα στο Βερολίνο όπου το Σοβιέτ πήρε όμοια στα χέρια του την εξουσία.
Το συμπέρασμα που έμενε να γράψω για τη μπροσούρα μου σχετικά με τον Κάουτσκι και την προλεταριακή επανάσταση γίνεται περιττό.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ



[6] Στο 6ο Συνέδριο των Σοβιέτ (7-9/11/1918) πήρανε μέρος με θετική ψήφο 967 αντιπρόσωποι, απ’ τους οποίους οι 950 είτανε μπολσεβίκοι. Με συμβουλευτική ψήφο 351, απ’ τους οποίους οι 335 μπολσεβίκοι. Συνολικά 97 % μπολσεβίκοι.


Γράφτηκε: τον Οχτώβρη του 1918 από τον Λένιν ενάντια στις ρεφορμιστικές συκοφαντίες του Καρλ Κάουτσκι κατά των Μπολσεβίκων
Πηγή: Εκδόσεις «Προμηθέας» 1966 – «Νέοι Στόχοι» 1973
Επιμέλεια – Σύνταξη: ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΘΩΜΑΔΑΚΗΣ
HTML Markup: Θ. Θωμαδάκης – Ι. Κουκλάκης για τα Μαρξιστικά Βιβλία στο INTERNET, 10 Γενάρη 2010

Μετάφραση: Λ. Μιχαήλ

Αυτά τα κόκκινα σημάδια στους τοίχους ήταν τελικά από κρασί Χρήστο Λεοντή…

       


Καθώς ενημερωνόμουν ότι αντί για τον Χάρρυ Κλυνν στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΡΤ θα διοριστεί ο Χρήστος Λεοντής, θυμήθηκα τον Θεόφιλο, τον ιδιοκτήτη του καφέ που πηγαίναμε στα νεανικά μας χρόνια και ο οποίος συνήθιζε να παίζει το «καπνισμένο τσουκάλι» για να μας ικανοποιήσει. Καθώς ακουγόταν βέβαια το «αυτά τα κόκκινα σημάδια στους τοίχους μπορεί να ναι κι από αίμα» ο Θεόφιλος κατέβαζε την ένταση της μουσικής και έλεγε ότι «μπορεί όμως να είναι κι από κρασί»! Το έλεγε όμως τόσο χαριτωμένα και ξεκάθαρα δίκην αστεϊσμού που κανένας δεν θύμωνε μαζί του!
Τον Θεόφιλο λοιπόν θυμήθηκα καθώς άκουσα ότι ο Χρήστος Λεοντής θα διοριστεί από την «Αριστερά» της πλάκας στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΡΤ! Την ώρα που η ψευτοαριστερά μας έχει ισοπεδώσει, αφού πρώτα μας κορόιδεψε, και ενώ ετοιμάζεται σ’ έναν μήνα να αρπάξει τα σπίτια του κόσμου με ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, ο Χρήστος Λεοντής δέχεται να μπει στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΡΤ! Ο Χρήστος Λεοντής δεν είναι ούτε κωμικός ηθοποιός ούτε και «περφόρμερ» όπως έγραφε η «Αυγή» για τον Χάρρυ Κλυνν! Τον Χρήστο Λεοντή δεν μας κάνει καρδιά ούτε να τον ειρωνευτούμε, ούτε να τον διακωμωδήσουμε! Είμαστε απλά στεναχωρημένοι γιατί ο Χρήστος Λεοντής ήταν διανόηση και θα έπρεπε ως διανοούμενος αλλιώς να φερθεί! Ο Χρήστος Λεοντής δεν χρειάζεται διαπιστευτήρια. Ο Χρήστος Λεοντής έγραψε σπουδαία μουσική, αλλά πάνω απ’ όλα έγραψε την μουσική για το «καπνισμένο τσουκάλι»!
Δεν μπορούμε να σε ειρωνευτούμε Χρήστο Λεοντή, ούτε να σε διακωμωδήσουμε. Θα σε θέλαμε πρωτοπορία στον αγώνα ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική. Δυστυχώς όμως άλλον δρόμο επέλεξες εσύ. Τούτες τις μέρες, που εσύ Χρήστο Λεοντή αποφάσισες να βάλεις πλάτη στην κυβέρνηση που ποδοπατά τον λαό, εμάς ο άνεμος μας κυνηγάει! Τούτες τις ημέρες που εσύ επέλεξες Χρήστο Λεοντή να συμμετάσχεις στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΡΤ, η κυβέρνηση, που σε διορίζει σ’ αυτό, έχει τοποθετήσει γύρω σε κάθε βλέμμα συρματόπλεγμα, γύρω στην καρδιά μας συρματόπλεγμα, γύρω στην ελπίδα συρματόπλεγμα! Πολύ κρύο Χρήστο Λεοντή, πολύ κρύο, πολύ κρύο εφέτος γιατί δεν είχαμε λεφτά για θέρμανση Χρήστο Λεοντή. Αλλά του χρόνου Χρήστο Λεοντή θα κάνει πιο πολύ κρύο, πιο πολύ κρύο στα παγκάκια μετά τον πλειστηριασμό που θα κάνει στα σπίτια μας Χρήστο Λεοντή η κυβέρνηση που σε διορίζει στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΡΤ!
Κρίμα Χρήστο Λεοντή που θέλεις να δώσεις υπόσταση στον αστεϊσμό του Θεόφιλου του καφετζή, κρίμα που θέλεις να επιβεβαιώσεις ότι «αυτά τα κόκκινα σημάδια στους τοίχους μπορεί να μην είναι κι από αίμα, αλλά μπορεί να είναι κι από κρασί»! Κρίμα Χρήστο Λεοντή γιατί με τα κόκκινα σημάδια του αίματος στους τοίχους δεν παίζουν, αλλά μήτε και το αίμα των αγέννητων παιδιών βγάζουν στις αγορές και στα παζάρια! Γιατί Χρήστο Λεοντή όποιος συμμετέχει με οποιονδήποτε τρόπο σε κυβέρνηση πραματευτάδων του αίματος του λαού, πραματευτής του αίματος του λαού είναι κι ο ίδιος! Όχι διανοούμενος!

Νάβις

Ο Σολζενίτσιν αυτοαποκαλύπτεται


Σήμερα συμπληρώνονται εννιά χρόνια από το θάνατο του ακραιφνούς αντικομμουνιστή Αλεξάντρ Σολζενίτσιν και η Κατιούσα δημοσιεύει ένα κείμενο που είχε γραφτεί την περίοδο του θανάτου του, το 2008, όπου ο Σολζενίτσιν και οι αντιδραστικές του θέσεις, στην υπηρεσία του ιμπεριαλισμού και κάθε αντιδραστικού, δικτατορικού καθεστώτος, αποκαλύπτονται με εμφατικό τρόπο και ρίχνουν τη μάσκα του “μαχητή της ελευθερίας και της δημοκρατίας”.
Ο Ρώσος συγγραφέας Αλεξάντρ Σολζενίτσιν έγινε γνωστός στη Δύση για τα αντικομμουνιστικά μυθιστορήματα που έγραψε, για τα οποία έφτασε να τιμηθεί με το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας. Απ’ τους πιο πολυδιαφημισμένους συγγραφείς, κυρίως στις ΗΠΑ, όπου παρουσιάζονταν ως «δημοκράτης» ο οποίος διώκονταν άδικα στην ΕΣΣΔ επειδή πάλευε για την ελευθερία. Αποτέλεσε με βάση αυτά κέντρο της αντικομμουνιστικής προπαγάνδας τις δεκαετίες του ’60 και ’70.Με το θάνατό του στις αρχές Αυγούστου τα μεγάλα ΜΜΕ αλλά και ισχυροί ηγέτες όπως ο πρόεδρος της Γαλλίας Ν. Σαρκοζί, ο πρωθυπουργός της Ρωσίας Β. Πούτιν αλλά και ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Χαβιέ Σολάνα, δεν παρέλειψαν να μας υπενθυμίσουν τους… «αγώνες του για τη δημοκρατία και την ελευθερία». Δε θα επικεντρώσουμε στα τερατώδη ψεύδη του Σολζενίτσιν σχετικά με τα «θύματα του κομμουνισμού» στην ΕΣΣΔ. Το ότι έφτασε στο σημείο να υποστηρίζει στα σοβαρά ότι ο αριθμός τους είναι 110 εκατομμύρια (!) αρκεί. Σύγχρονες ιστορικές έρευνες με βάση τα αρχεία που άνοιξαν μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ έχουν δώσει πραγματικά στοιχεία και όχι φαντασιοπληξίες. Αντίθετα, σε αυτό το κείμενο θα επικεντρώσουμε σε απόψεις που ο ίδιος εξέφρασε κατά καιρούς για τα επίκαιρα ζητήματα της εποχής, στα οποία δε χωρούν πολλές υποκειμενικές κρίσεις.
Ο Σολζενίτσιν και η Ισπανία
Αφότου πέθανε ο Φράνκο το 1975, το ισπανικό φασιστικό καθεστώς άρχισε να χάνει τον έλεγχο της πολιτικής κατάστασης και στην αρχή του 1976, το ενδιαφέρον της παγκόσμιας κοινής γνώμης στράφηκε στα γεγονότα της Ισπανίας. Απεργίες και διαδηλώσεις υπέρ της Δημοκρατίας και της Ελευθερίας υποχρέωσαν τον κληρονόμο του Φράνκο, το βασιλιά Χουάν Κάρλος, να εισαγάγει πολύ προσεκτικά κάποια φιλελευθεροποίηση προκειμένου να καταλαγιάσει η κοινωνική αναταραχή.
Σε αυτήν την σημαντικότερη στιγμή στην ισπανική πολιτική ιστορία, ο Σολζενίτσιν εμφανίζεται στη Μαδρίτη και δίνει μια συνέντευξη στην εκπομπή Directisimo ένα Σάββατο βράδυ, 20 Μαρτίου 1976, σε prime time ζώνη προγράμματος (βλ. τις ισπανικές εφημερίδες, το ABC και το Ya της 21ης Μαρτίου 1976). Πρόθεσή του δεν ήταν να υποστηρίξει τα αποκαλούμενα μέτρα φιλελευθεροποίησης του βασιλιά. Αντίθετα, ο Σολζενίτσιν προειδοποιούσε για αυτές τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις!
Ο Σολζενίτσιν αυτοαποκαλύπτεται
Στην τηλεοπτική συνέντευξή του δήλωσε ότι 110 εκατομμύρια (!) Ρώσοι είχαν πεθάνει όντας θύματα του σοσιαλισμού, και σύγκρινε «τη σκλαβιά στην οποία οι σοβιετικοί άνθρωποι υποβλήθηκαν με την ελευθερία που απόλαυσαν στην Ισπανία».
Ο Σολζενίτσιν κατηγόρησε επίσης τους «προοδευτικούς κύκλους» ως «ουτοπιστές», επειδή θεωρούσαν την Ισπανία μια δικτατορία. Ως «προοδευτικό», εννοούσε κάθε αντιπολιτευόμενο, τους φιλελεύθερους, τους σοσιαλδημοκράτες και τους κομμουνιστές. «Το περασμένο φθινόπωρο,» έλεγε ο Σολζενίτσιν, «η παγκόσμια κοινή γνώμη ανησυχούσε για την τύχη των Iσπανών τρομοκρατών (εννοώντας ως τρομοκράτες τους Ισπανούς αντι-φασίστες που καταδικάζονταν σε θάνατο από το καθεστώς Φράνκο). Όλη την ώρα η προοδευτική κοινή γνώμη απαιτεί δημοκρατική πολιτική μεταρρύθμιση υποστηρίζοντας παράλληλα πράξεις τρομοκρατίας». «Εκείνοι που επιδιώκουν τη γρήγορη δημοκρατική μεταρρύθμιση, συνειδητοποιούν τι θα συμβεί αύριο ή μεθαύριο; Στην Ισπανία μπορεί να υπάρξει δημοκρατία αύριο, αλλά αργότερα πώς θα αποφευχθεί η πορεία προς τον ολοκληρωτισμό;»… (όπως πάντα έγκυρες προβλέψεις).
Ο Σολζενίτσιν και η Πορτογαλία
Στις ΗΠΑ, ο Σολζενίτσιν κλήθηκε συχνά να μιλήσει σε σημαντικές συνεδριάσεις. Ήταν, παραδείγματος χάριν, ο κύριος ομιλητής στο συνέδριο του AFL-CIO (μεγάλο αμερικανικό συνδικάτο) το 1975, και στις 15 Ιουλίου 1975 κλήθηκε για να δώσει μια διάλεξη σχετικά με την παγκόσμια κατάσταση στο αμερικανικό Κογκρέσο! Οι διαλέξεις του ήταν προκλητικές, καθώς υποστήριζε τις πλέον αντιδραστικές θέσεις.
Μετά από 40 έτη φασισμού στην Πορτογαλία, όταν πήραν οι αριστεροί ανώτεροι υπάλληλοι στρατού την εξουσία στη λαϊκή επανάσταση του 1974, ο Σολζενίτσιν ήταν υπέρμαχος της αμερικανικής στρατιωτικής επέμβασης στην Πορτογαλία που, σύμφωνα με αυτόν, θα προσχωρούσε στο σύμφωνο της Βαρσοβίας εάν οι ΗΠΑ δεν επενέβαιναν!
Τα λόγια του έχουν ως εξής:
«Είναι τραγικό για μας τους άλλους Ρώσους, με την πείρα που έχουμε τώρα, να βλέπουμε αυτά που συμβαίνουν στην Πορτογαλία. Ανησυχούμε. […] Κι όμως τι βλέπουμε; Ένα είδος κακότεχνης αντιγραφής, αυτό βλέπουμε. Όσα έγιναν τότε στη Ρωσία αντιγράφονται στην Πορτογαλία με πολύ λίγες διαφορές. Για μας όλα μοιάζουν με επανάληψη. […] Παρ’ όλα αυτά ο δυτικός τύπος μιλάει όσο πιο σοβαρά μπορεί για τις πρώτες ελεύθερες εκλογές. Οι πανουργίες και οι ανομίες τους είναι ολοφάνερο ότι ποικίλλουν ανάλογα με τις περιστάσεις. Αλλ’ όμως σ’ όλα αυτά αναγνωρίζουμε τον κομμουνιστικό χαρακτήρα, το κομμουνιστικό καλούπι. […] Η Πορτογαλία σήμερα στην πραγματικότητα έχει εγκαταλείψει το ΝΑΤΟ. Φοβάμαι ότι θα βγει αληθινή η πιο κάτω προφητεία μου, εάν προβλέψω ότι τα γεγονότα απ’ αυτή τη στιγμή και πέρα δεν θα είναι αντιστρεπτά. Η Πορτογαλία πρέπει να θεωρείται μελλοντικό μέλος του συμφώνου της Βαρσοβίας. Αυτό είναι κάτι αναπόφευκτο. Δεν μπορούμε να κοιτάμε αδιάφορα αυτή την τραγική και ταυτόχρονα ειρηνική επανάληψη των κομμουνιστικών μεθόδων. Σε δυο άκρες της Ευρώπης και με χρονική διαφορά εξήντα ετών καταπνίγεται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και μέσα σε χρονικό διάστημα μερικών μηνών η δημοκρατία που μόλις γεννιόταν»…
Ο Σολζενίτσιν αυτοαποκαλύπτεται
Φυσικά η κινδυνολογία του Σολζενίτσιν για τον εκδημοκρατισμό της Πορτογαλίας μόνο ως παραλήρημα μπορεί να χαρακτηριστεί και ουδεμία σχέση δεν είχε με την εξέλιξη των πραγμάτων. Πράγμα που αναγκάσει τον Έλληνα εκδότη του βιβλίο να προσθέσει τη σημείωση«Ο λόγος αυτός εκφωνήθηκε πριν τα γεγονότα λάβουν την τροπή που παρουσιάζουν σήμερα»!
Στις ομιλίες που προαναφέρθηκαν παραπάνω ο Σολζενίτσιν ήταν επίσης εξόχως αποκαλυπτικός όσον αφορά τις απόψεις του για μια σειρά ζητήματα που αναλύονται παρακάτω (στην Ελλάδα κυκλοφόρησαν με τον τίτλο «Ανατολή και δύση», εκδόσεις Ι. Σιδέρης).
Ο Σολζενίτσιν και ο… Βλασόφ
Ως γνωστόν ο στρατηγός Βλασόφ κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου πρόδωσε τη Σοβιετική Ένωση και συνεργάστηκε με τους Γερμανούς όταν αιχμαλωτίστηκε απ’ αυτούς. Ο Σολζενίτσιν πασχίζει να εξηγήσει και να δικαιολογήσει την προδοσία του πρώην διοικητή της 2ης Στρατιάς. Γράφει:
«Η 2η Στρατιά κρούσης βρίσκεται σε βάθος 75 χιλιομέτρων μέσα στις γραμμές του γερμανικού στρατού. Και εκείνη τη στιγμή είναι που οι τυχοδιώκτες του Γενικού Επιτελείου βρέθηκαν να μη διαθέτουν καθόλου αποθέματα σε άντρες και εφόδια. Ο στρατός έμεινε χωρίς ανεφοδιασμό και, παρ’ όλα αυτά δε δόθηκε στον Βλασόφ η έγκριση να υποχωρήσει. […] Ασφαλώς, υπήρξε προδοσία απέναντι στην πατρίδα! Ασφαλώς, υπήρξε εγωιστική και δόλια εγκατάλειψη. Όμως από την πλευρά του Στάλιν»!
Για την προδοσία του Βλασόφ ευθύνεται ο Στάλιν που τον ώθησε σε αυτήν. Δεν πρόκειται για καινοτομία. Το επιχείρημα αυτό είναι το ίδιο που επιστρατεύεται σε όλες τις χώρες από όσους ιστορικούς θέλουν να δικαιολογήσουν και να δικαιώσουν ιστορικά τη συνεργασία με τον κατακτητή. Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή στην Ελλάδα τα τάγματα ασφαλείας «ωθήθηκαν» στη συνεργασία με τον κατακτητή λόγω των διωγμών που υπέστησαν απ’ το ΕΑΜ…
Πόλεμος στο Βιετνάμ
Τα χρόνια που ακολούθησαν την ήττα των ΗΠΑ στο Βιετνάμ ο Σολζενίτσιν δε δίστασε να ευθυγραμμιστεί με τις πιο ακραίες αντιδραστικές φωνές, κατηγορώντας τις ΗΠΑ για την αποχώρησή τους και το τέλος του πολέμου!
«Παρακολουθώντας από μακριά αυτή τη φοβερή τραγωδία του Βιετνάμ, σας λέω ότι μισό εκατομμύριο άνθρωποι θα εξολοθρευτούν, ενώ άλλα 4-5 εκατομμύρια (σε αναλογία με την κλίμακα του Βιετνάμ) θα βρεθούν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και θα ανοικοδομήσουν το Βιετνάμ».
(Οι αναφορές σε υποτιθέμενα εκατομμύρια θύματα δεν είναι τυχαίες. Ακριβώς ίδιες αναφορές χρησιμοποιήθηκαν από κυβερνητικούς κύκλους για να αιτιολογηθεί και να νομιμοποιηθεί στα μάτια της κοινής γνώμης των ΗΠΑ η αποστολή στρατευμάτων στο Βιετνάμ. Περισσότερα γι’ αυτό το θέμα μπορεί να αναζητήσει ο αναγνώστης στο αποκαλυπτικό βιβλίο των Νόαμ Τσόμσκι – Έντουαρντ Χέρμαν «Αντεπαναστατική βία: Λουτρά αίματος στα γεγονότα και στην προπαγάνδα», εκδόσεις Ηριδανός).
«…Έτσι κοίταζαν το μέλλον πριν από δυο χρόνια όταν μια παράλογη, ακατανόητη, χωρίς εγγύηση ανακωχή σκαρώθηκε στο Βιετνάμ. Ήταν και αυτή κοντόφθαλμη θεώρηση. Υπήρχε τόση βιασύνη να υπογραφεί η ανακωχή αυτή, που ξέχασαν να απελευθερώσουν ακόμα και τους δικούς σας αμερικανούς από την αιχμαλωσία.»
Ο Σολζενίτσιν και οι ΗΠΑ
Ο απεριόριστος θαυμασμός του Σολζενίτσιν για τις ΗΠΑ, «ηγέτιδα του δημοκρατικού κόσμου» δεν κρύβεται. Είναι η πιο επιθετική εποχή του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού που στήνει πολέμους και χούντες σε κάθε γωνιά του κόσμου. Η χούντα στην Ελλάδα μόλις είχε πέσει… Μετά απ’ αυτό πώς να μην κατηγορεί… όχι τις ΗΠΑ αλλά όσους τις κατηγορούν!
«Στη Δύση τώρα όλοι στρέφονται ενάντια στης Ηνωμένες Πολιτείες και τις κατηγορούν. Συχνά ακούμε στη Δύση να λένε: «Εσύ φταις Αμερική». Και σ’ αυτό πρέπει αποφασιστικά να υπερασπιστώ τις ΗΠΑ από τις κατηγορίες αυτές».
Μια άλλη κατηγορία που εξαπολύει είναι επειδή η Δύση συνεργάστηκε με τη Σοβιετική Ένωση ενάντια στο ναζισμό! Μια επίθεση πρώτα στη Γερμανία και μετά στην ΕΣΣΔ θα ήταν καλύτερη λύση… Δε σταματάει να προπαγανδίζει την αμερικάνικη επιθετικότητα ενάντια στις σοσιαλιστικές χώρες και γενικότερα να υπερασπίζεται τις πιο επιθετικές ενέργειες των ΗΠΑ:
«Με την πρώτη απειλή του Χιτλερισμού δώσατε το χέρι σας στον Στάλιν! Το λέτε αυτό προάσπιση της δημοκρατίας; Όχι, βέβαια!» «Ο δημοκρατικός κόσμος θα μπορούσε να έχει νικήσει το ένα ολοκληρωτικό καθεστώς μετά το άλλο, το Γερμανικό πρώτα και μετά το Σοβιετικό.» «Εσείς το 1948 σώσατε το Βερολίνο μόνο με την αποφασιστική σας θέληση και δεν έγινε καμιά παγκόσμια σύγκρουση. Στην Κορέα το 1950 αντισταθήκατε ενάντια στους κομμουνιστές και μόνο χάρη στην αποφασιστικότητά σας και παγκόσμια σύγκρουση δεν έγινε. Το 1962 απαιτήσατε να αποσυρθούν οι πύραυλοι από την Κούβα».
Ο Σολζενίτσιν ήταν επίσης υπέρ της αύξησης της αμερικανικής στρατιωτικής ικανότητας έναντι της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία ήταν ισχυρότερη «στα τανκς και τα αεροπλάνα, από πέντε έως επτά φορές» καθώς επίσης και στα ατομικά όπλα που ισχυρίστηκε ότι ήταν «τουλάχιστον δύο, τρεις ή ακόμα και πέντε φορές» ισχυρότερη.
Ο τρίτος κόσμος
Την ίδια στιγμή που όπως προαναφέρθηκε οι ΗΠΑ στήριζαν τα πιο αντιδραστικά καθεστώτα σε ολόκληρο τον κόσμο ο Σολζενίτσιν έρχεται να κατηγορήσει τις χώρες του τρίτου κόσμου, οι οποίες αντί να πουν ευχαριστώ στις ΗΠΑ για τις… χούντες που του προσφέρει αντιδρούν και από πάνω!
«Οι ΗΠΑ δείχτηκαν από καιρό ότι είναι η πιο γενναιόδωρη χώρα του κόσμου. Όπου γίνονται πλημμύρες, σεισμοί, πυρκαγιές, θεομηνίες, επιδημίες, ποιος τρέχει πρώτος σε βοήθεια; Οι ΗΠΑ. Ποιος δίνει τη μεγαλύτερη βοήθεια με αφιλοκέρδια; Οι ΗΠΑ. Και τι ακούν γι’ ανταπόδοση; Επικρίσεις – κατάρες, «Γιάνκηδες πηγαίνετε σπίτια σας». Αμερικανικά πολιτιστικά κέντρα καίγονται και οι αντιπρόσωποι του τρίτου κόσμου σκαρφαλώνουν στα τραπέζια για να ψηφίσουν ενάντια στις ΗΠΑ».
Αντι-σημιτισμός
Τέλος είναι αρκετά γνωστές οι αντισημιτικές θέσεις που έχει εκφράσει. Σε ένα δίτομο έργο για την ιστορία των ρωσο-εβραϊκών σχέσεων (Two Hundred Years Together 2001, 2002)κατηγορεί με έμφαση τους Εβραίους για τις δύο ρώσικες επαναστάσεις του 1905 και του 1917. Επισημαίνει την «κυριαρχία των Εβραίων» στην μπολσεβίκικη ηγεσία παρουσιάζοντάς τους σαν αναξιόπιστους και δολοπλόκους. Επίσης κατηγορεί τους Εβραίους για δειλία στον πόλεμο και παράβαση των καθηκόντων τους.
Και ένας… συμβολισμός
«Είδα έναν άντρα πεζό, ντυμένο μ’ ένα γερμανικό παντελόνι, γυμνό από τη μέση και πάνω, όλο αίματα στο πρόσωπο, στο στήθος, στους ώμους και στην πλάτη. Μιλώντας με άψογη ρωσική προφορά, μου φώναξε να τον βοηθήσω. Ένας λοχίας τον ανάγκασε να προχωράει μαστιγώνοντάς τον. Ε, λοιπόν, φοβήθηκα να τον υπερασπίσω αυτόν τον βλασοφικό απέναντι στο λοχία των Ειδικών Δυνάμεων. […] Η εικόνα αυτή έμεινε για πάντα χαραγμένη στο μυαλό μου. Γιατί είναι σχεδόν το σύμβολο του Αρχιπελάγους Γκούλαγκ, θα μπορούσε να κοσμήσει το εξώφυλλο αυτού του βιβλίου».
Το σύμβολο των «εκατομμυρίων θυμάτων του κομμουνισμού» είναι ένας συνεργάτης των ναζί…
Οι θέσεις του αυτές δεν ταίριαζαν με το ψεύτικο προφίλ που καλλιεργούσαν εντέχνως μέχρι τότε οι ΗΠΑ, με αποτέλεσμα αφού τον χρησιμοποίησαν να τον πετάξουν σα στυμμένη λεμονόκουπα και να περάσει σε κάποια σχετική αφάνεια για μεγάλο διάστημα… (Σήμερα τα βιβλία του στην Ελλάδα κυκλοφορούν μόνο σε κάτι φτηνές εκδόσεις βιβλίων τσέπης. Περίεργο πράμα για έναν μεγάλο νομπελίστα συγγραφέα που γνώρισε τόσες δόξες).
Ο Αλεξάντρ Σολζενίτσιν σε όλη τη δημόσια πορεία του υπήρξε ένα προπαγανδιστικό όχημα της δύσης απέναντι στο σοσιαλισμό, στους κομμουνιστές και στην μαρξιστική ιδεολογία. Όλες οι δημόσιες τοποθετήσεις του βρίθουν από λάσπη, τερατώδεις ανακρίβειες, υποστήριξη των πιο αντιδραστικών θέσεων κάθε φορά.
Ο Αλεξάντρ Σολζενίτσιν όσους τίτλους μαχητή της ελευθερίας και της δημοκρατίας κι αν του αποδώσουν δεν ανήκει στους λαούς που αγωνίζονται για τη λευτεριά τους, ανήκει στο στρατόπεδο της βαρβαρότητας, στο στρατόπεδο του συστήματος της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και του ιμπεριαλισμού. Να τον χαίρονται.

ΕΠΙΣΚΟΠΙΑΝΑ-ROCK ΣΥΝΑΥΛΙΑ

 





ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 18 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 9.30μμ
                  ΒΡΑΔΥΑ ROCK  LIVE
                      Με το συγκροτημα
                        The Ricci Project
ΕΞΩΡΑΪΣΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ  ΕΠΙΣΚΟΠΙΑΝΩΝ


                 ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ

Σοκ προκαλούν οι κούκλες του σεξ για παιδόφιλους

αυτος ειναι ο καπιταλισμος


Σοκ προκαλούν οι κούκλες του σεξ για παιδόφιλους
Πηγή: Australian Border Force
Όταν η βιομηχανία του σεξ εστιάζει μόνο στο κέρδος τότε κατασκευάζει προϊόντα τα οποία απευθύνονται ακόμη και στα πιο άρρωστα μυαλά.



Ο λόγος για τις κούκλες του σεξ με την μορφή παιδιού!
Οι αρχές σε αρκετές χώρες έχουν εντοπίσει την εισαγωγή τέτοιων ειδών και έχουν προχωρήσει σε κατασχέσεις ενώ οι παραλήπτες βρέθηκαν αντιμέτωποι με την δικαιοσύνη.
Στη Μεγάλη Βρετανία, οι τελωνιακοί από τον Μάρτιο του 2016 μέχρι σήμερα έχουν κατασχέσει 123 κούκλες του σεξ φτιαγμένες κατάλληλα για την ικανοποίηση των άρρωστων γούστων των παιδόφιλων.
Η βρετανική αστυνομία μέσω αυτών των προϊόντων κατάφερε να φτάσει σε δεκάδες παιδόφιλους, οι οποίοι ήταν πολίτες υπεράνω κάθε υποψίας. Σε 6 από αυτούς έχουν απαγγελθεί κατηγορίες για παιδική πορνογραφία.
Την Δευτέρα το πρωί το δικαστήριο καταδίκασε έναν ηλικιωμένο άνδρα τον Ντέιβιντ Τέρνερ, 72χρόνων, ο οποίος παραδέχτηκε ενώπιον των δικαστών ότι έκανε σεξ με την κούκλα - που είχε τις αναλογίες ενός παιδιού- μάλιστα είχε αγοράσει και ρούχα για να την ντύνει.
Ο Τέρνερ, ο οποίος ήταν επιστάτης ενός τοπικού σχολείου και επίτροπος ενός ναού, συνελήφθη το Νοέμβριο του περασμένου έτους, όταν οι τελωνειακοί υπάλληλοι στο αεροδρόμιο του Στάνστεντ κατέσχεσαν μια κούκλα του σεξ που είχε ύψος 1.17 μέτρα και είχε εισαχθεί από την Κίνα.

 09 09
φωτογραφία από εταιρία κατασκευής 
Όταν πήγαν στη διεύθυνση του παραλήπτη που αναγραφόταν στο πακέτο δηλαδή στο σπίτι του 72χρονου στη νοτιοανατολική Αγγλία, βρήκαν σε υπολογιστές και σκληρούς δίσκους πάνω από 34.000 φωτογραφίες πορνογραφικού περιεχομένου στις οποίες πρωταγωνιστούσαν παιδιά ηλικίας από 3 έως 16 ετών καθώς και δύο άλλες κούκλες σεξ που είχαν κι αυτές την μορφή παιδιού.
Επίσης οι αστυνομικοί διαπίστωσαν ότι ο Τέρνερ είχε μπει σε διαδικτυακούς χώρους αναζητώντας αξεσουάρ για «κούκλα αγάπης με επίπεδο στήθος».
Ο δικαστής Σάιμον Τζέημς, του δικαστηρίου Canterbury Crown, έκρινε ότι τέτοιου είδους κούκλες ανήκουν σε κατηγορία άσεμνων προϊόντων που απαγορεύονται να εισαχθούν στη Βρετανία.
Αξιωματικοί της Βρετανικής εγκληματολογικής υπηρεσίας, υποστηρίζουν ότι οι αρχές βρίσκονται αντιμέτωπες με μια νέα μορφή αποκλίνουσας συμπεριφοράς με θύματα τα παιδιά.
Ενώ επιστήμονες επισημαίνουν ότι τα άτομα, τα οποία αγοράζουν κούκλες του σεξ με τις αναλογίες ενός παιδιού έχουν πολλές πιθανότητες στο μέλλον να επιτεθούν και να κακοποιήσουν σεξουαλικά ένα παιδί.

Οι πυρκαγιές και οι υπεύθυνοι




Φέτος συμπληρώνονται 10 χρόνια από τις μεγάλες πυρκαγιές στην Πάρνηθα και την Πελοπόννησο. Ακριβώς ένα μήνα πριν, αρχές Ιούλη, ο «Ριζοσπάστης» σε κεντρικό του άρθρο προειδοποιούσε: «Σήμα κινδύνου από τις πρώτες πυρκαγιές». Και με αφορμή τις μεγάλες φωτιές σε Ανατολική Μάνη και Μέγαρα, γράφαμε πως ήρθαν ξανά στο προσκήνιο με δραματικό τρόπο τα «καυτά» προβλήματα και οι ελλείψεις του Πυροσβεστικού Σώματος, όπως και του μηχανισμού δασοπροστασίας, εξαιτίας της πολιτικής που συνθλίβει τις λαϊκές ανάγκες και σ' αυτόν τον τομέα.
Στο μήνα που μεσολάβησε από τότε, είχαμε έναν νεκρό πυροσβέστη και άλλους τρεις τραυματίες στο Ζευγολατιό Κορινθίας, μεγάλες φωτιές που κατέκαψαν χιλιάδες στρέμματα εκτάσεων σε όλη τη χώρα, για να φτάσουμε στην προχτεσινή πυρκαγιά στα Καλύβια Αττικής, που έφτασε σχεδόν μέχρι τη θάλασσα...
Δυστυχώς, τα προβλήματα στην Πυροσβεστική είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Γιατί όταν υπάρχουν συγκεκριμένοι νόμοι, με τους οποίους προωθούνται η ένταση της εμπορευματοποίησης της γης αλλά και η διεύρυνση των νόμιμων επεμβάσεων στα δασικά οικοσυστήματα, χωρίς πλέον να χρειάζεται η εξασφάλιση της κυριότητας, παρά μόνο η παραχώρηση της χρήσης, τότε είναι μοιραίο να υπάρχει και σοβαρό κίνητρο για να εκδηλωθεί μια φωτιά...
Ας σταθούμε όμως λίγο περισσότερο στο ζήτημα των ελλείψεων στην Πυροσβεστική. Και στη φετινή αντιπυρική περίοδο, έχουν αναδειχθεί με ακόμα πιο έντονο τρόπο τα διαχρονικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πυροσβέστες. Προβλήματα εξαιτίας της συνέχισης της πολιτικής της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, που μειώνει τις κρατικές δαπάνες για τις ανάγκες της Πυροσβεστικής, αλλά και για τις ανάγκες των υπηρεσιών του δικτύου πρόληψης και πυρασφάλειας. Τίποτα δεν άλλαξε σε ό,τι αφορά τη μεγάλη έλλειψη σε μόνιμο προσωπικό, αφού τα πραγματικά οργανικά κενά είναι 4.000, σύμφωνα με τις εκτιμώμενες ανάγκες. Δεν έχει διασφαλιστεί η μονιμοποίηση των πυροσβεστών 5ετούς θητείας και των συμβασιούχων, ώστε να μπορέσουν να αξιοποιηθούν καλύτερα και σε επιχειρησιακό επίπεδο.
Σε ό,τι αφορά το εργασιακό κομμάτι, ιδιαίτερα όταν επικρατούν οι κατάλληλες συνθήκες και εκδηλώνονται μεγάλες πυρκαγιές, οι πυροσβέστες δεν γνωρίζουν ωράρια και αναγκάζονται να δουλεύουν συνεχόμενα μέχρι 30 και 40 ώρες, για να καλύψουν τα μεγάλα κενά και τις ελλείψεις. Η υπηρεσία εντατικοποιείται, τα ρεπό κόβονται, το ωράριο γίνεται «λάστιχο» από τις συνεχόμενες κλήσεις σε επιφυλακή, ακόμα και για πυρκαγιές που μπορεί να αντιμετωπιστούν με το υπάρχον προσωπικό στις βάρδιες ή ακόμα και για την περίπτωση που δεν υπάρχει καμία πυρκαγιά σε εξέλιξη (προληπτικές επιφυλακές).
Διότι, πώς να μην υπάρχουν μεγάλες καταστροφές, όταν: Η χρηματοδότηση είναι ελάχιστη συγκριτικά με τις ανάγκες και οι πυροσβέστες βάζουν «ρεφενέ» για να αγοράσουν ρούχα ή παπούτσια για να πάνε στην πυρκαγιά; Η όταν δεν υπάρχει προσωπικό και καταργούνται πυροσβεστικά κλιμάκια και υπηρεσίες; Οταν δεν προχωρούν εργασίες αποψίλωσης, δεν συντηρείται το δασικό οδικό δίκτυο για να υπάρχει πρόσβαση στα πυροσβεστικά οχήματα; Και σε αυτά πρέπει να προστεθεί η κακή συντήρηση των πυλώνων της ΔΕΗ αλλά και οι ...άδειοι πυροσβεστικοί κρουνοί που συναντούν οι πυροσβέστες πολύ συχνά, όταν προσπαθούν να σβήσουν τη φωτιά.
Η προστασία των δασών, της γης, προϋποθέτει διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης, που διασφαλίζει την αρμονική συνύπαρξη του ανθρώπου με τη φύση. Κόντρα δηλαδή στις αυταπάτες που καλλιεργεί η κυβέρνηση ότι μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη και προστασία των δασικών οικοσυστημάτων που να ωφελεί ταυτόχρονα το λαό και τους ανταγωνιζόμενους μονοπωλιακούς ομίλους. Και αυτός, ο διαφορετικός δρόμος ανάπτυξης, είναι ο δρόμος όπου η γη και τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής θα είναι κοινωνική ιδιοκτησία και θα υπάρχει επιστημονικός κεντρικός σχεδιασμός, που θα έχει ως κριτήριο την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών.

Ανώτατη Εκπαίδευση και επιστήμη υποταγμένες στην αγορά


Στο επίκεντρο βρέθηκε αυτές τις μέρες η Ανώτατη Εκπαίδευση καθώς η κυβέρνηση έφερε στη Βουλή και ψήφισε κατακαλόκαιρο το νομοσχέδιο για την «Οργάνωση και λειτουργία της Ανώτατης Εκπαίδευσης, ρυθμίσεις για την Ερευνα και άλλες διατάξεις». Μία παρέμβαση άμεσα συνδεδεμένη με τους συνολικούς αστικούς σχεδιασμούς, με αφορμή την οποία φάνηκε για μια ακόμα φορά η σύγκλιση των αστικών κομμάτων. Τα οποία έδωσαν μία ακόμα «παράσταση» στη Βουλή προκειμένου να εμφανίσουν διαχωριστικές γραμμές μεταξύ τους, χωρίς να μπορούν να κρύψουν ότι υπηρετούν μια πολιτική εχθρική προς τα λαϊκά συμφέροντα. Η Ανώτατη Εκπαίδευση είναι ο χώρος όπου διαμορφώνεται το αυριανό, υψηλά ειδικευμένο εργατικό δυναμικό, αλλά και ο κατεξοχήν χώρος όπου παράγεται η νέα γνώση, και ιδιαίτερα σήμερα, που γενικεύεται η άμεση εφαρμογή της στην παραγωγή, αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία για την κερδοφορία των επιχειρήσεων. Δεν είναι τυχαίο που τα αστικά επιτελεία, είτε μέσα από οδηγίες και αποφάσεις οργανισμών είτε μέσα από μελέτες, παρεμβάσεις, ανακοινώσεις εγχώριων φορέων του μεγάλου κεφαλαίου, επανέρχονται διαρκώς στην ανάγκη για αναδιαρθρώσεις στην Εκπαίδευση, επισημαίνουν καθυστερήσεις και πιέζουν προς συγκεκριμένη κατεύθυνση. Στην ίδια κατεύθυνση που κινείται και το νομοσχέδιο της κυβέρνησης, το οποίο με τις ρυθμίσεις σκοπό έχει να φτιάξει πιο αποτελεσματικές διοικήσεις, να παράσχει κατάρτιση και διά βίου μάθηση ώστε να επιτυγχάνεται η γρήγορη μετακίνηση και εναλλαγή ενός υψηλά ειδικευμένου δυναμικού σε τομείς με μεγάλα περιθώρια κερδοφορίας, να εισαγάγει τους εκπροσώπους της αγοράς σε συμβούλια χάραξης της στρατηγικής των ΑΕΙ σε περιφερειακό επίπεδο, να ενισχύσει την εμπορία ερευνητικών προϊόντων.
***
Οι προβλέψεις του νομοσχεδίου συνοδεύτηκαν, από πλευράς κυβέρνησης, με μία προπαγανδιστική τακτική, μία προσπάθεια να πουλήσει «κοινωνική ευαισθησία» επαναλαμβάνοντας ότι φέρνει δημοκρατία στα πανεπιστήμια. Η ΝΔ, από την πλευρά της, ζήτησε ακόμα πιο γρήγορη και άμεση προσαρμογή στις ανάγκες της καπιταλιστικής αγοράς, ακολουθούμενη και από άλλα κόμματα, με αποτέλεσμα στη Βουλή να γίνει πολύς λόγος για οπισθοδρόμηση, ενώ στην πραγματικότητα μια σειρά από παραλλαγές των άρθρων του νομοσχεδίου έχουν ψηφιστεί και στο παρελθόν από βουλευτές των άλλων κομμάτων ενσωματωμένες σε νομοσχέδια του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Με την κυβέρνηση να επιχειρεί σήμερα να τις επαναφέρει και να τις φτιασιδώσει προκειμένου η Ανώτατη Εκπαίδευση να προσαρμοστεί ακόμα περισσότερο στη στρατηγική των επιχειρηματικών ομίλων, στο στόχο της ανάκαμψης της κερδοφορίας τους. Ετσι, επανέρχονται οι ρυθμίσεις Γιαννάκου για το άσυλο, εξακολουθούν οι επιχειρήσεις να μπαινοβγαίνουν στα ιδρύματα, συνεχίζεται με νέες δομές η κατηγοριοποίηση πτυχίων και αποφοίτων, από τους οποίους κανένας τελικά δεν θα είναι διασφαλισμένος στην εργασιακή ζούγκλα, διατηρούνται και επεκτείνονται τα δίδακτρα στα μεταπτυχιακά κ.ά. Τα παραπάνω αποτελούν απάντηση σε πάγια αιτήματα της «αγοράς» και καμία σχέση δεν έχουν με τις πραγματικές ανάγκες και τα συμφέροντα των φοιτητών και του λαού. Των λαϊκών οικογενειών που ματώνουν για να σπουδάσουν τα παιδιά τους, των φοιτητών που καθημερινά αντιμετωπίζουν εμπόδια στις σπουδές, των νέων επιστημόνων, των πανεπιστημιακών που αντιστέκονται στο πανεπιστήμιο - επιχείρηση, της ίδιας της επιστήμης, που μένει δέσμια της απληστίας του μεγάλου κεφαλαίου, υποτάσσεται στα συμφέροντα των επιχειρήσεων αλλά και στρατιωτικοπολιτικών διακρατικών ενώσεων, γίνεται εργαλείο εκμετάλλευσης αντί απελευθέρωσης των δυνατοτήτων του ανθρώπου με βάση τα πολύτιμα και τεράστια επιτεύγματά της. Σήμερα, που κριτήριο ανάπτυξης είναι το κέρδος, ζητούμενο είναι η Εκπαίδευση να παρέχει εκείνα τα κομμάτια της γνώσης που θα οικοδομήσουν τον αποδοτικό εργαζόμενο και η επιστήμη να αναπτύξει εκείνα που μπορούν να μετατραπούν σε εμπορεύσιμο είδος.
***
Αυτή η λογική αντιστρατεύεται αντικειμενικά τις λαϊκές ανάγκες. Ο δρόμος για την ικανοποίησή τους περνά μέσα από μία άλλη μορφή οργάνωσης της οικονομίας με βάση τα συμφέροντα του λαού. Εκεί βρίσκεται η πραγματική σύγκρουση και όχι στις διατυπώσεις και το ρυθμό υλοποίησης των αξιώσεων του μεγάλου κεφαλαίου. Τα επιτεύγματα της επιστήμης, το επίπεδο των πανεπιστημίων, οι παροχές που απολάμβαναν οι φοιτητές στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες αποδεικνύουν ότι υπάρχει άλλος δρόμος και για την Εκπαίδευση που έγινε πραγματικότητα σε μία κοινωνία στην οποία οι καπιταλιστές δεν κρατούσαν τα κλειδιά της οικονομίας, στη σοσιαλιστική κοινωνία. Αυτή αποδεικνύεται ως η πραγματική διέξοδος και από τη μιζέρια και το πισωγύρισμα που βαφτίζονται διαρκώς ως νέο, με την εμπειρία να γίνεται κριτήριο αντιπαράθεσης και με το περιεχόμενο και τη λειτουργία της Εκπαίδευσης που διαμορφώνονται σήμερα με μοναδικό γνώμονα το κέρδος.

TOP READ