31 Δεκ 2020

«Yes, sir»

 


  «Ο συνδυασμός Χριστουγέννων και περιοριστικών μέτρων λόγω
κορωνοϊού αποτελεί μια σπάνια ευκαιρία για διάβασμα». 
Με αυτόν τον τρόπο ξεκινά το άρθρο του ο διευθυντής της εφημερίδας «Καθημερινή», Αλέξης ΠαπαχελάςΤι ωραία εισαγωγή. Είναι και ο τίτλος του άρθρου που προκαλεί εντύπωση («Μια πλατεία Στάλιν;»), οπότε έχουμε δύο βασικά στοιχεία για να εξασφαλιστεί η ανάγνωση του.

Η ενημέρωση για τα διαβάσματά του («ένα εξαιρετικό βιβλίο για τη Διάσκεψη της Γιάλτας» και «μία βιογραφία του Φραγκλίνου Ρούζβελτ»),  δεν προεξοφλεί απαραίτητα την απορία που σκάει σαν βόμβα…:

«…μου προκλήθηκε μία απορία, την οποία ελπίζω να μην παρεξηγήσετε: πώς και δεν έχουμε ονομάσει μία πλατεία προς τιμήν του Στάλιν;».

Το ενδιαφέρον του αναγνώστη κορυφώνεται και στη συνέχεια, μέσα σε πέντε – έξι προτάσεις, ενημερώνεται (;) ότι «ο Τσώρτσιλ είχε μια εμμονή με την Ελλάδα και την ανάγκη να παραμείνει στο δυτικό στρατόπεδο. Ο Στάλιν έδωσε το πράσινο φως χωρίς πολλά πολλά».

Μετά τις «εμμονές» του Τσώρτσιλ και το «πράσινο φως» του Στάλιν έρχεται και η συνομιλία με την «Ιστορία», η οποία «έχει αποφανθεί πως η ηγεσία της Αριστεράς μάλλον γνώριζε τις αποφάσεις του Σοβιετικού ηγέτη».

Ανεπιτυχής η ακροβασία του «Ιστορία έχει αποφανθεί»…  «μάλλον» (!) και δοκιμάζεται η κενή υπεροψία:

 «Υπάρχουν βέβαια, ακόμη και σήμερα, εκείνοι που αρνούνται ότι ήταν καλό για την πατρίδα μας που παρέμεινε στη Δύση»

Το συμπέρασμα είναι έτοιμο, περικλείοντας ολόκληρο το εύρος των «Yes, sir» της μετεμφυλιακής γονυκλισίας στους αφέντες που γλίτωσαν την Ελλάδα από τους κομμουνιστές:

«Ευτυχώς μείναμε στη Δύση, μπήκαμε στα πιο κλειστά της κλαμπ, ανεβήκαμε κατηγορία από πάρα πολλές απόψεις».

Ο κύριος Παπαχελάς, βέβαια, δεν θα μπορούσε να ταυτιστεί με την εκτίμηση ότι «η Μακρόνησος είναι ο σύγχρονος Παρθενώνας της νέας Ελλάδας», οπότε, ντροπαλά – ντροπαλά γράφει:

 «Χιλιάδες Ελληνες πλήρωσαν, βέβαια, ακριβά τον Ψυχρό Πόλεμο στις φυλακές και στα ξερονήσια».

Μάλιστα. Τον «Ψυχρό Πόλεμο» «πλήρωσαν ακριβά» «στις φυλακές και στα ξερονήσια». Γενικά και αόριστα. 

Η συνέχεια δεν προκαλεί εντύπωση. Ο αρθρογράφος κουνώντας τη σημαία του σκεπτόμενου δεξιού δεν αποδίδει όλες τις ευθύνες στους κακούς κομμουνιστές. Τις μοιράζει (μα, τι ωραία ιστοριούλα):

«Θα μπορούσαμε να είχαμε μια πιο ομαλή πορεία μετά τον πόλεμο, αν η Αριστερά και η Δεξιά είχαν δείξει μεγαλύτερη ωριμότητα».

Η συνταγή «κρίμα που δεν πήγαν όλοι μαζί στην ακρογιαλιά» δεν πετυχαίνει. Τα πιο σίγουρα μονοπάτια είναι πάντα καλύτερα και  το «ανήκομεν εις την Δύσιν» εκρήγνυται:

«Η χώρα βρήκε όμως τελικά την ισορροπία της μετά την πτώση της δικτατορίας και ένα ασφαλές λιμάνι στην Ευρώπη».

Το άρθρο κλείνει με μια δογματική διαπίστωση (δογματικοί και δεξιοί γίνεται; βρε γίνεται…), πασπαλισμένη με μια ειρωνική πνευματική ελαφρότητα:

«Το βέβαιο είναι ότι μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μείναμε από τη σωστή μεριά του “φράχτη”. Και είναι απορίας άξιον που ο μεν Τσώρτσιλ δεν έχει περισσότερους δρόμους με το όνομά του, ο δε Στάλιν τουλάχιστον μία πλατεία…».

Ο κύριος Παπαχελάς έγραψε ένα άρθρο για να υποστηρίξει τον τίτλο του.  Ας βγάλουμε κι εμείς τον δικό μας τίτλο: 

Οι χριστουγεννιάτικες απορίες, εν μέσω περιοριστικών μέτρων και απεριόριστων ιστορικών αυθαιρεσιών, οδηγούν σε φθηνά ιδεολογικά επιχειρήματα και σχήματα.

Είναι προφανές ότι το άρθρο του κυρίου Παπαχελά δεν είναι (δεν θέλει να είναι) κείμενο σοβαρής ιδεολογικής αντιπαράθεσης, αλλά ιδεολογικής εξυπναδούλας.

Ίσως σε επόμενο άρθρο του διευθυντή της «Καθημερινής» να μάθουμε περισσότερα για τα Δεκεμβριανά, το «Δόγμα Τρούμαν», το «Στρατηγέ, ιδού ο στρατό σας», τις ναπάλμ, την μετεμφυλιακή Ελλάδα και τα «κλειστά κλαμπ».  Μπορεί, δε,  να ενημερωθούμε και για εκείνους που πολέμησαν τους ναζί και τους άλλους που έφυγαν από τη χώρα για να γυρίσουν να μας βάλουν στα «κλειστά κλαμπ»

Ας αφήσουμε, όμως, όλες αυτές τις λεπτομέρειες. Το γράψαμε και πριν:

Το συμπέρασμα είναι έτοιμο, περικλείοντας ολόκληρο το εύρος των «Yes, sir» της μετεμφυλιακής γονυκλισίας στους αφέντες που γλίτωσαν την Ελλάδα από τους κακούς κομμουνιστές«Ευτυχώς μείναμε στη Δύση, μπήκαμε στα πιο κλειστά της κλαμπ, ανεβήκαμε κατηγορία από πάρα πολλές απόψεις (…) Το βέβαιο είναι ότι μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μείναμε από τη σωστή μεριά του “φράχτη”».

Y.Γ 1: Την επόμενη φορά που θα θελήσει να κάνει «πλακίτσα» ο διευθυντής της «Καθημερινής» με τη Γιάλτα, ας ενημερωθεί λίγο παραπάνω, μπας και ξεχωρίσει λιγουλάκι, από την αμόρφωτη δεξιά, που αναμασάει τις ίδιες ιστορίες με αυτόν για τα «χαρτάκια της Γιάλτας»: Όσα υποστηρίζει ότι έγιναν (που δεν έγιναν) στη Γιάλτα, έγιναν στη Μόσχα τον Οκτώβριο του 1944.  

Υ.Γ 2: Ακόμα μέρες γιορτών έχουμε. Υπάρχει χρόνος. Ας ενημερωθεί για τηνιστορία της εφημερίδας την οποία διευθύνει (Η Χρυσή Αυγή; Όχι, καλέ, η «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»!), ας κοιτάξει και τη φωτογραφία με την κόκκινη σημαία στο Ράιχσταγκ, και μετά ας επανέλθει με «εξυπναδούλες» για την πλατεία Στάλιν, που «του» λείπει από τη χώρα. 



ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΧΟΛΕΒΑΣ

“Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά κι ακόμα ψάχνουν τον Παππά…” – Τα κάλαντα της ΚΝΕ αφιερώνουν

 


Τα φετινά κάλαντα της Πρωτοχρονιάς είναι επίκαιρα

Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά
Με το κεφάλι μας ψηλά
Θα συνεχίσουμε και φέτος
όπως κάθε νέο έτος

Αντί να χτίζουμε πολλά
Νοσοκομεία και σχολειά
Αυτοί, τα πάντα ισοπεδώνουν
Και τα ΜΑΤ βάζουνε να μας φιμώνουν

Άρχισαν κι οι εμβολιασμοί
Όμως δεν είναι αρκετοί
Αφού δεν φτιάξαν την Υγεία
τόσους μήνες πανδημία

Ο πιο επικίνδυνος ιός
Είναι ο καπιταλισμός
για να απαλλαχθούμε
Να τον ανατρέψουμε μπορούμε

Η Νίκη μας έχει βαλθεί
Να μη μείνει χλωρό κλαρί
Με μαθητές όσοι τα βάζουν
ιστορία δε διαβάζουν…

Ο Θείος Σαμ μας έρχεται
τον Μπάιντεν καλοδέχεται
κι ο Τραμπ κατέβασε μουτράκια
ίδια μένουν τα γεράκια

Στα σίδερα της φυλακής
Οι κότες της Χρυσής Αυγής
Μα εμείς καθόλου δεν ξεχνάμε
Τους φασίστες πολεμάμε

Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά
κι ακόμα ψάχνουν τον Παππά
χαϊδεύουν τους μαχαιροβγάλτες
και βαράνε τους εργάτες

Τα βρήκανε Βίσση – Βανδή
Τι άλλο μένει να μας βρει
Βρε λες μες στο ’21
ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ να γίνουν ένα…

Καλή χρονιά – Χρονιά πολλά
Και πάντα αισιόδοξα
Ο κόσμος θα αλλάξει
Τα όνειρα θα γίνουν πράξη

Με ψηλά το κεφάλι!


«Οταν σηκώνεις κεφάλι ανασαίνεις πραγματικά»... Με το αισιόδοξο αυτό μήνυμα υποδεχόμαστε το 2021, αφήνοντας πίσω μια χρονιά που επιβεβαίωσε όσο λίγες ότι η προοπτική για τους εργαζόμενους βρίσκεται στην οργανωμένη πάλη για την ανατροπή αυτού του συστήματος, που αναβλύζει βαρβαρότητα από κάθε του πόρο.

Γιατί η χρονιά που πέρασε έφερε τους λαούς όλου του κόσμου αντιμέτωπους με τις συνέπειες της πανδημίας, με τα καπιταλιστικά κράτη όπου Γης να εγκληματούν σε βάρος της υγείας εκατομμυρίων ανθρώπων του μόχθου.

Γιατί η προσδοκία του λαού να τελειώσει αυτή η «περιπέτεια» με τον κορονοϊό δεν θα βάλει τέλος στην πραγματική περιπέτεια που βιώνει καθημερινά, εξαιτίας της εμπορευματοποίησης της Υγείας, του τσακίσματος των λαϊκών αναγκών, που δεν μπορούν να κρυφτούν πίσω από τη βελόνα του εμβολίου.

Γιατί η χρονιά που πέρασε έδειξε ότι η εργοδοσία και η κυβέρνηση, σαν έτοιμες από καιρό, έσπευσαν να αξιοποιήσουν αυτήν την «έκτακτη κατάσταση» για να καταφέρουν νέα μόνιμα πλήγματα στην εργατική τάξη και στα λαϊκά στρώματα, «εξελίσσοντας» τα εργαλεία της εκμετάλλευσης, για ακόμα πιο «ευέλικτη» και φθηνή εργασία, εντείνοντας την καταστολή και τον αυταρχισμό, μαζί με τις νέες παροχές στους επιχειρηματικούς ομίλους.

Γιατί πριν ακόμα κατορθώσει η καπιταλιστική οικονομία να ορθοποδήσει από την υποχώρηση της προηγούμενης δεκαετίας, ήρθε μια νέα, ακόμα πιο σφοδρή κρίση, καταρρίπτοντας τους μύθους της «βιώσιμης» ή «δίκαιης» ανάπτυξης και επιβεβαιώνοντας ότι οι κρίσεις είναι μέρος της «κανονικότητας» αυτού του συστήματος, όχι «προσωρινή παρέκκλιση».

Επιβεβαιώνονται ξανά, δηλαδή, τα ιστορικά όρια αυτού του συστήματος. Οι δυσκολίες και οι αγιάτρευτες αντιφάσεις του, που οξύνονται σε κάθε γωνιά του πλανήτη, αναδεικνύουν ότι δεν υπάρχει καμία δυνατότητα για φιλολαϊκή διαχείριση αυτής της αθλιότητας.

Η αμηχανία και η αβεβαιότητα που εκφράζουν αστικά επιτελεία μπροστά στη νέα χρονιά, για τον «κόσμο που αλλάζει», οι αναλύσεις τους με αφορμή τον κλονισμό και τις αναδιατάξεις ιμπεριαλιστικών συμμαχιών, για την όξυνση των ανταγωνισμών, πρέπει να διαβαστούν με «άλλο μάτι» από τους εργαζόμενους, καθώς φανερώνουν τις αντιφάσεις, τις αδυναμίες και τα τρωτά σημεία, που κάτω από την οργανωμένη λαϊκή παρέμβαση μπορούν να ανοίξουν ρήγματα στο κατά τ' άλλα «άτρωτο» και «αιώνιο» σύστημα της εκμετάλλευσης.

Υποδεχόμαστε λοιπόν το 2021 με πίστη στη δύναμη της εργατικής τάξης. Μια δύναμη που φάνηκε ξεκάθαρα στα lockdown, επιβεβαιώνοντας στην πράξη το περιεχόμενο του συνθήματος «Χωρίς εσένα γρανάζι δεν γυρνά, εργάτη μπορείς χωρίς αφεντικά».

Ο πλούτος που παράγεται από τα χέρια και το μυαλό των εργαζομένων είναι τεράστιος, και τα αδιέξοδα που ορθώνει η καπιταλιστική ιδιοκτησία δείχνουν την ανάγκη να προχωρήσει η κοινωνία μπροστά. Δείχνουν ότι η λαϊκή ευημερία έχει ως προϋπόθεση να επιστρέφεται αυτός ο πλούτος στην εργατική τάξη, παίρνοντας την εξουσία και τα κλειδιά της οικονομίας στα χέρια της.

Υποδεχόμαστε το 2021 με τον δικό μας σχεδιασμό, για την οργάνωση της αντεπίθεσης. Μέσα σε αυτές τις πρωτόγνωρες συνθήκες, που γίνονται όλο και πιο «μόνιμες», δίνουμε τον καλύτερό μας εαυτό για την ανασύνταξη του κινήματος, για την ενίσχυση της Κοινωνικής Συμμαχίας, για να δυναμώσει η αναμέτρηση με την εργοδοσία, τις κυβερνήσεις, το κράτος και τα κόμματά της.

Για να διευρυνθεί η συστράτευση εργαζομένων, ανθρώπων του μόχθου με το ΚΚΕ, τη μόνη δύναμη που τους προηγούμενους μήνες έδειξε ότι μπορεί να ηγηθεί των μεγάλων ανατρεπτικών αγώνων που έχει ανάγκη ο λαός μας. Ετσι και μόνο έτσι μπορεί να ανατραπεί η κατάσταση, και όχι με εμπιστοσύνη σε απατηλές υποσχέσεις ή με σπατάλη ελπίδων σε κυβερνητικές εναλλαγές, που τροφοδοτούν τη συνέχιση της αντιλαϊκής επίθεσης.

Μόνο με ψηλά το κεφάλι θα ανασάνουμε πραγματικά!

Ο νομπελίστας, οι άνεργοι και ο κατώτατος μισθός


Ο επικεφαλής της επιτροπής για την ανάνηψη της ελληνικής οικονομίας, νομπελίστας Χρ. Πισσαρίδης, ανέπτυξε, από τα νεανικά του χρόνια, ένα ζωηρό ενδιαφέρον για τους ανέργους, θα λέγαμε στα όρια της παθολογικής αγάπης. Ειδικότερα τον βασάνιζε το ερώτημα: «Γιατί να υπάρχουν χιλιάδες άνεργοι όταν υπάρχουν χιλιάδες κενές θέσεις εργασίας;». Η απάντηση στο ερώτημα αυτό του απέφερε το βραβείο Νόμπελ με θέμα: «Ανάλυση αγορών με τριβές αναζήτησης». Γιατί, όμως, η αγάπη του για τους ανέργους δεν του γέννησε το ερώτημα: «Γιατί οι θέσεις εργασίας να είναι πάντα λιγότερες από τον αριθμό των ανέργων;». Διότι απλούστατα στο πρώτο ερώτημα η ευθύνη είναι στην πλευρά των ανέργων ενώ στο δεύτερο στην πλευρά των εργοδοτών και, ως γνωστόν, τον Χρ. Πισσαρίδη δεν τον ενδιαφέρουν οι εργοδότες.

Ας δούμε πώς η αγάπη αυτή εντάσσεται στην έκθεση που κατέθεσε:

Ας φανταστούμε μια οικονομία στην οποία υπάρχουν χιλιάδες κενές θέσεις εργασίας και χιλιάδες άνεργοι. Οταν ανοίγει μια κενή θέση εργασίας οι άνεργοι, ο καθένας χωριστά, στέλνουν βιογραφικά και κάνουν συνεντεύξεις. Ομως, οι επαναλαμβανόμενες συναντήσεις είναι χρονοβόρες και δαπανηρές. Οι άνεργοι ξοδεύουν χρόνο και πόρους για να εντοπίζουν τις θέσεις και οι εργοδότες ξοδεύουν χρόνο και πόρους για να ελέγχουν τους αιτούντες μέσω συνεντεύξεων. Οι επιχειρήσεις δεν είναι όλες οι ίδιες. Οι εργάτες διαφέρουν. Υπάρχει δηλαδή ατελής πληροφόρηση. Ολα αυτά και άλλα πολλά δημιουργούν τη λεγόμενη ανεργία τριβής1. Ομως, τριβές δεν υπάρχουν μόνο σε μικροοικονομικό επίπεδο αλλά και σε μακροοικονομικό και σχετίζονται με τη γενικότερη λειτουργία του κράτους και της οικονομίας, π.χ. με τη διαδικασία των πτωχεύσεων, την έγκριση ενός επενδυτικού σχεδίου.


Και, ως γνωστόν, οι μεγάλες ανακαλύψεις πηγάζουν από απλές ιδέες: Εάν αντιμετωπιστούν οι τριβές τότε και η ανεργία θα αντιμετωπιστεί και η οικονομία θα λειτουργήσει αποτελεσματικότερα.

Η παρέμβαση Πισσαρίδη γίνεται σε μια εποχή που το καπιταλιστικό σύστημα πλήττεται από απανωτές κρίσεις υπερσυσσώρευσης, οι οποίες προκαλούν κύματα ανέργων. Συνδυάζει τις ατομικές συμπεριφορές των ανέργων και των εργοδοτών, κάτι που είναι αντικείμενο της μικροοικονομίας, με ένα εργαλείο της μακροοικονομίας, την καμπύλη Μπέβεριτζ, η οποία δείχνει τη σχέση ανάμεσα στις συνολικές κενές θέσεις εργασίας και τον συνολικό αριθμό των ανέργων. Τα στοιχεία αυτά εντάσσονται σε ένα μαθηματικό μοντέλο, το MDP2, στο οποίο, όμως, υπάρχει μια παραδοξολογία: Οσο περισσότερες είναι οι κενές θέσεις αλλά και οι άνεργοι, τόσο πιο πολλές θέσεις εργασίας δημιουργούνται, αλλά και περισσότερες απολύσεις. Εάν βρισκόμασταν στην αγορά γάμου, όπου το μοντέλο βρίσκει, επίσης, εφαρμογή, θα λέγαμε ότι όσο πιο πολλές γυναίκες και άνδρες είναι διαθέσιμοι να παντρευτούν τόσο πιο πολλοί γάμοι θα γίνονταν αλλά και πιο πολλά διαζύγια.

Στον πραγματικό κόσμο αυτό σημαίνει ότι χρειάζομαι πολλούς ανέργους για να λύνω το πρόβλημα της ανεργίας. Ειδικότερα: Δημιουργώ μια μεγάλη δεξαμενή ανέργων η οποία λειτουργεί με συνεχείς ροές. Οταν ένας άνεργος προσλαμβάνεται ένας άλλος απολύεται, χωρίς να παραμένουν στη δεξαμενή μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτό φυσικά προϋποθέτει πλήρη ευελιξία στην αγορά εργασίας. Κανείς μόνιμος. Οι επαναλαμβανόμενες προσλήψεις και απολύσεις, η αδιάκοπη καταστροφή και δημιουργία θέσεων εργασίας δημιουργούν θέσεις μεγαλύτερης παραγωγικότητας. Το συνεχές rotation βοηθάει τους ανέργους να βρίσκουν την κατάλληλη θέση, η οποία με τη σειρά της καταστρέφεται από μια άλλη.

Για τον κατώτατο μισθό

Αν ξυπνήσουμε από το όνειρο αυτό και δούμε έναν άνεργο να προσπαθεί να βρει μια θέση εργασίας, τότε ένα από τα ζητήματα που έχει να αντιμετωπίσει είναι ο προσδιορισμός του μισθού, ο οποίος αποτελεί βασική τριβή στη διαδικασία παντρέματός του με τον εργοδότη.

Το πρόβλημα δημιουργείται από τους κακούς υπολογισμούς που κάνει ο άνεργος σχετικά με το ύψος του κατώτατου μισθού ή μισθού επιφύλαξης. Εάν θέσει ψηλά τον μισθό επιφύλαξης τότε θα αντιμετωπίσει πρόβλημα ανεργίας. Εάν τον θέσει χαμηλά τότε θα υποεκτιμήσει τα προσόντα του.

Στην ουσία, μπαίνει σε μια διαπραγμάτευση η οποία ερμηνεύεται στο πλαίσιο της θεωρίας των παιγνίων και ειδικότερα στην κατά Νας διαπραγμάτευση, κατά την οποία βρίσκεται μια αμοιβαία αποδεκτή λύση, η οποία, όμως, μεροληπτεί υπέρ όσων είναι διατεθειμένοι να «ρισκάρουν» την κατάρρευση των συνομιλιών. Εάν αφήναμε στην τύχη του τον άνεργο τότε θα ήταν αναγκασμένος να δεχθεί την πρόταση του εργοδότη. Επομένως, απαιτείται μια έξωθεν παρέμβαση.

Ο Χρ. Πισσαρίδης, επειδή δεν είναι με το μέρος των εργοδοτών και για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο πολιτικών παρεμβάσεων, προτείνει ένα ανεξάρτητο Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων, το οποίο, σαν μια άλλη «αόρατος χειρ», θα καθορίζει το ύψος του κατώτατου μισθού και θα βοηθάει τους ανέργους ώστε να αποφεύγουν τα λάθη.

Ποιο θα είναι, όμως, το ύψος του μισθού;

Η έκθεση, ενώ ποσοτικοποιεί όλα τα προτεινόμενα μέτρα, το μόνο που αναφέρει σχετικά είναι: «...Αν ο κατώτατος μισθός καθοριστεί σε πολύ υψηλό επίπεδο, αυτό μπορεί να αυξήσει την ανεργία...», κάτι που μας υπενθυμίζει το πρόβλημα του ανέργου που προαναφέραμε.

Εντούτοις, ο Χρ. Πισσαρίδης σε συνέδριο στο Αμερικανικό Κολέγιο στις 30 Απρίλη του 2015 ήταν σαφέστατος: «...Ο ιδανικός κατώτατος μισθός κυμαίνεται στο 50% του μέσου μισθού...». Σε ποιον μέσο μισθό αναφέρεται; Στον μέσο μισθό της πλήρους απασχόλησης, της μερικής, στον μέσο μισθό των ανδρών, των γυναικών ή στον μέσο συνολικό μισθό; Μήπως σκέφτεται να εξισώσει τους μισθούς των ανδρών και των γυναικών; `Η μήπως σκέφτεται να καταργήσει τους μισθούς της μερικής απασχόλησης, δηλαδή να καταργήσει στην ουσία τη μερική απασχόληση; Εάν ναι, τότε γιατί δεν διαλαλεί αυτά τα ρηξικέλευθα μέτρα που θα σκορπούσαν ρίγη συγκίνησης στους απανταχού καταφρονεμένους;

Σε οποιαδήποτε περίπτωση ο, κατά Πισσαρίδη, ιδανικός κατώτατος μισθός θα κυμαίνεται μεταξύ 200 και 400 ευρώ.

Ο κατώτατος μισθός για τον Χρ. Πισσαρίδη δεν είναι μια επιθυμητή κατάσταση, αποτελεί όμως ένα ισχυρό όπλο στα χέρια των καπιταλιστών και ένα όριο προσαρμογής των φιλοδοξιών των ανέργων. Εμπεριέχει μια ισχυρή κανονιστική και ιδεολογική διάσταση, στην οποία πρέπει η εργατική τάξη να προσαρμοστεί. Αλλωστε, αυτό δεν το κρύβει η έκθεση: «...Ο κατώτατος μισθός δημιουργεί μια κοινή αντίληψη για το αποδεκτό επίπεδο των μισθών...».

Για όσους όμως δεν έχουν την ευτυχία να καρπωθούν τον ιδανικό κατώτατο μισθό ας μην ανησυχούν διότι υπάρχει το ιδανικό επίδομα ανεργίας.

Οπως προαναφέρθηκε, απαιτείται μέγιστη κινητικότητα μεταξύ της καταστροφής και της δημιουργίας θέσεων εργασίας, με τους εργαζόμενους να βρίσκονται σε συνεχείς αλλαγές καταστάσεων, μία εκ των οποίων είναι η βραχύβια παραμονή στην ανεργία. Για τούτο προτείνεται το επίδομα ανεργίας να διαμορφωθεί στο 55% των μέσων μισθών της τελευταίας τριετίας με ταβάνι τα 1.200 ευρώ. Να υποθέσουμε ότι ο λόγος που η έκθεση δεν προτείνει κατώτατο επίπεδο επιδόματος είναι το γεγονός ότι δεν είναι με το μέρος των εργοδοτών; Το κατανοούμε απόλυτα!

Ετσι, εάν πάρουμε την όμορφη πρόταση των 1.200 ευρώ τότε ο άνεργος θα λαμβάνει 660 ευρώ. Εάν όμως πάρουμε το εύρος των μισθών σύμφωνα με το οποίο το 55% των απασχολουμένων παίρνει κάτω από το επίπεδο του μέσου μισθού, τότε τα επιδόματα θα κυμαίνονται μεταξύ 100 έως 300 ευρώ. Αυτά όμως έως έξι μήνες διότι για τους επόμενους έξι μήνες θα πέφτει στο 55% του κατώτατου, δηλαδή του νέου κατώτατου μισθού. Εν ολίγοις ο άνεργος θα παίρνει τα έξοδα μετάβασης και επιστροφής από τα ΚΕΚ. Παράλληλα, θα είναι υποχρεωμένος, στο πλαίσιο του βασανιστηρίου της επιμόρφωσης, να «διδαχθεί» την τέχνη τού πώς «πουλάει» καλύτερα τον εαυτό του. Δηλαδή, να προσέχει την εμφάνισή του, να μάθει τη γλώσσα του σώματος, πώς κάθεται στην καρέκλα που του προτείνεται στις συναντήσεις, τον τόνο ομιλίας, τις λέξεις που χρησιμοποιεί και πάνω απ' όλα πώς να κάνει ένα βιογραφικό.

Μια «τριβή» που δεν θα μπορέσουν ποτέ να χειραγωγήσουν

Πλέον έχουμε αντιληφθεί το μέγεθος του ενδιαφέροντος για τους ανέργους. Δεν θα κατατάσσαμε επιστήμονες αυτής της άποψης στους χυδαίους οικονομολόγους, όπως κατέταξε ο Μαρξ τους θεμελιωτές της νεοκλασικής οικονομίας, διότι δεν μπορούμε να σταθούμε στο ύψος του Μαρξ.

Δεν θα λέγαμε, επίσης, πως η αγάπη που εκφράζεται, με χίλιους τρόπους, προς τους φτωχούς και τους καταφρονεμένους, είναι κρυφά μηνύματα για ένα μεγάλο έρωτα που δεν μπορεί να ομολογηθεί. Αλλωστε, ξέρουμε καλά ότι ο Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων δεν εμπλέκεται σε σχέσεις με επιστήμονες.

Ο Χρ. Πισσαρίδης και η dream team που συνέθεσε μπορούν να μηχανεύονται χίλιους τρόπους για να μειώνουν τις τριβές που ταλαιπωρούν το καπιταλιστικό σύστημα. Αυτό που κάνουν είναι να μερεμετίζουν την επιφάνεια των πραγμάτων. Υπάρχει βαθιά μέσα στην κοινωνία μια τριβή, την οποία δεν θα μπορέσουν ποτέ να χειραγωγήσουν. Το έχουν επιχειρήσει το 1991, όταν διακήρυξαν το τέλος της Ιστορίας ή το 2008, όταν έπεσαν από τα σύννεφα πιστεύοντας ότι χειραγώγησαν τον οικονομικό κύκλο, δηλαδή τις καπιταλιστικές κρίσεις. Νομίζουν ότι θα ελέγξουν τις κολοσσιαίες τριβές που προκαλούνται από τη σύγκρουση των τεκτονικών πλακών της Γης με την τοποθέτηση ανεμογεννητριών για τον έλεγχο της ρύπανσης της ατμόσφαιρας.

Γνωρίζουν όμως καλά ότι η πάλη των τάξεων προκαλεί αντίστοιχες τριβές με τις τριβές των τεκτονικών πλακών. Και όπως η κίνηση των τεκτονικών πλακών διαμορφώνει τη φυσική υπόσταση της Γης έτσι και η πάλη των τάξεων διαμορφώνει την ιστορία των κοινωνιών των ανθρώπων. Και η ιστορία των ανθρώπων δεν έχει τελειώσει ακόμη. Την τελευταία πινελιά θα την χαράξει με τα ομορφότερα χρώματα η εργατική τάξη!

Παραπομπές

1. Α. Δεδουσόπουλος, Οικονομική της Εργασίας, Ο πολίτης, 1995, και Ξ. Πετρινιώτη, Αγορές Εργασίας, Παπαζήσης, Αχρον.

2. D.T. Mortensen, C.A. Pissarides, «Job Creation and Job Destruction in the Theory of Unemployment», Review of Economic Studies (1994) 61, 397-415


Τάκης ΣΟΥΛΙΟΣ
Εκπαιδευτικός

TOP READ