17 Δεκ 2017

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δικαιώματα στην Οκτωβριανή Επανάσταση!

        


Επειδή οι ΚΚέδες αδικούν την σχέση του ΣΥΡΙΖΑ με την Οκτωβριανή Επανάσταση, επειδή επίσης δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να κατηγορούν και να μέμφονται την πρώτη Αριστερή κυβέρνηση του τόπου γιατί εκείνη τολμάει και κάνει εκδηλώσεις για την Οκτωβριανή Επανάσταση, λες και μια κυβέρνηση που προσπαθεί να πάει τον τόπο στον σοσιαλισμό  από άλλο δρόμο, πρέπει να ρωτήσει το ΚΚΕ για να κάνει τέτοιες εκδηλώσεις, θα αναγκαστούμε να υπερασπίσουμε το δικαίωμα του ΣΥΡΙΖΑ να πραγματοποιεί εκδηλώσεις για την Οκτωβριανή Επανάσταση!
Τα σημερινά στελέχη και μέλη του ΣΥΡΙΖΑ ήταν εκείνα που πανηγύρισαν πρώτα και καλύτερα για την Αντεπανάσταση! Οι Συριζαίοι ήταν εκείνοι που πανηγύρισαν με νταούλια, κλαρίνα και βιολιά όταν ο άνεμος της Αντεπανάστασης σάρωνε τον υπαρκτό σοσιαλισμό και έφερνε την ελευθερία στους καταπιεσμένους λαούς του Σιδηρούν Παραπετάσματος! Οι Συριζαίοι ήταν εκείνοι που μαζί με χουντικούς, ακροδεξιούς, χαφιέδες, παρακρατικούς και άλλους παρατρεχάμενους των αστών γιόρταζαν γιατί η Οκτωβριανή Επανάσταση ηττήθηκε από την Αντεπανάσταση! Άρα οι Συριζαίοι έχουν σχέση με την Οκτωβριανή Επανάσταση και μπορούν να κάνουν εκδηλώσεις γι’ αυτήν χωρίς να φοβούνται τις ειρωνείες των ΚΚέδων! Μόνο που οι εκδηλώσεις των Συριζαίων πρέπει να γίνονται με την μορφή των εκδηλώσεων των φασιστών στο Γράμμο, να είναι δηλαδή πανηγυρικές εκδηλώσεις γιατί τελικά οι επαναστάτες ηττήθηκαν!
Είναι επίσης καιρός επιτέλους οι Συριζαίοι να πάψουν να κουμπώνονται επειδή τους «ορμάνε» οι ΚΚέδες και να πούνε τα πράγματα έξω από τα δόντια! Όταν ανατρέπονταν οι Λαϊκές Δημοκρατίες οι Συριζαίοι δεν πανηγύριζαν γιατί οι λαοί του Σιδηρούν Παραπετάσματος ήταν πλέον ελεύθεροι από τα δεσμά τους, αφού οι Συριζαίοι ήξεραν καλύτερα απ’ όλους ότι αυτοί οι λαοί έπεφταν στην δουλεία με την αντεπανάσταση! Οι Συριζαίοι πανηγύριζαν για τον θρίαμβο της ελεύθερης οικονομίας, πανηγύριζαν γιατί μια χούφτα κλεφταράδες μπορούσαν να αρπάξουν την περιουσία των λαών των Λαϊκών Δημοκρατιών και μέσα σε μια νύχτα να γίνουν πάμπλουτοι επιχειρηματίες, βιομήχανοι, εφοπλιστές, τραπεζίτες! Γι’ αυτό πανηγύριζαν τότε οι Συριζαίοι! Γιατί στις πρώην Λαϊκές Δημοκρατίες κάποια ρεμάλια μπορούσαν πια ελεύθερα να κατακλέψουν τον ιδρώτα του κοσμάκη και να τον κάνουν δικό τους!
Να σταματήσουν λοιπόν οι ΚΚέδες να θεωρούν την Οκτωβριανή Επανάσταση δική τους μόνο ιστορία! Στην Οκτωβριανή Επανάσταση έχει δικαίωμα και ο ΣΥΡΙΖΑ όπως έχουν δικαίωμα στην ιστορία του Γράμμου και οι φασίστες! Μάλιστα είναι σωστό ο ΣΥΡΙΖΑ ως τίμιο αριστερό κόμμα να αρχίσει να προσκαλεί στις εκδηλώσεις του για την Οκτωβριανή Επανάσταση και τους Χρυσαυγίτες για να πανηγυρίσουν μαζί την ήττα του σοσιαλισμού και ο ίδιος να συμμετέχει στις εκδηλώσεις των Χρυσαυγιτών στο Γράμμο για να γιορτάζουν μαζί την ήττα του Δημοκρατικούς Στρατού από τον «διαβολικά καλό» Αμερικανικό ιμπεριαλισμό!

Οράτιος Μενιππίδης

Ο αναθεωρητισμός και η πολιτική προσφυγιά

Ο εικοστός αιώνας υπήρξε εποχή μεγάλων ιμπεριαλιστικών συγκρούσεων, παγκόσμιας εμβέλειας, όπως τις προκαλεί ο χωρίς όρια και όρους ανταγωνισμός ανάμεσα στις ισχυρές μητροπόλεις του καπιταλισμού. Ταυτόχρονα όμως υπήρξε και πεδίο σκληρών ταξικών αναμετρήσεων οι οποίες πολύ συχνά επιστέγασαν τις αντίστοιχες μεγάλες ιμπεριαλιστικές συγκρούσεις. Στην διάρκεια του αιώνα αυτού, «αιώνα θριάμβου του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής» όπως τον προσδιόρισαν στο ξεκίνημά του, προέκυψε, με ορόσημο το 1917, μια νέα πολιτική και κοινωνική κατάσταση. Οι λαοί, με την εργατική τάξη επικεφαλής, έμαθαν να διαβαίνουν το κατώφλι της εξουσίας -κατώφλι απαγορευμένο σε αυτούς από τις απαρχές της ιστορίας της ανθρωπότητας, όσο τη γνωρίζουμε. Ηταν μια ριζοσπαστική αλλαγή που έδωσε νέα διάσταση, έφερε νέα διακυβεύματα στον αδιάκοπο ταξικό αγώνα. Οι λαοί, οι απλοί εργαζόμενοι άνθρωποι έπαψαν να είναι βουβά πιόνια στα παιχνίδια των μεγάλων, απέκτησαν δική τους φωνή και υπαγόρευσαν τις δικές τους προσδοκίες για το μέλλον.
Μέσα σε αυτή τη νέα κατάσταση οι ταξικές συγκρούσεις πήραν νέα τροπή. Η εκάστοτε άρχουσα τάξη επιχείρησε, σε πολλές περιπτώσεις, σε πολλά σημεία της γης. να συντρίψει το «μολυσμένο» τμήμα της κοινωνίας, εκείνο το κομμάτι δηλαδή που ακολούθησε το δρόμο της εξέγερσης, της επανάστασης και του αγώνα ενάντια στην αμείλικτη δικτατορία του κεφαλαίου. Οι άρχοντες της όποιας εποχής ευχαρίστως κόβουν το κεφάλι κάθε φορά που αυτό σηκώνεται περήφανα ψηλά για να αψηφήσει την εξουσία τους.
Μέσα σε αυτό το κλίμα αγώνα, σύγκρουσης και μίσους πολλές φορές ξεριζώθηκαν πληθυσμοί, πολιτείες, χωριά, συνοικίες και οι κάτοικοί τους βρέθηκαν σε δρόμους προσφυγιάς, σε τόπους ξένους, μακριά από μια γενέθλια γη όπου είχε νικήσει το άδικο. Κύματα προσφύγων -πολιτικών προσφύγων τους είπαν- ήρθαν να προστεθούν σε όσους η φτώχεια και η ανέχεια έδιωχνε μακριά από τις πολιτείες και τα χωριά τους. Σε όσους οι πόλεμοι και οι «Μεγάλες Ιδέες» της αστικής τάξης ξερίζωσαν από τα σπίτια τους και τους έριξαν, εξαθλιωμένους πένητες, στους πέντε δρόμους. Η χώρα μας, η Ελλάδα, έχει γνωρίσει όλα τα είδη ξεριζωμού και προσφυγιάς μέσα σε λίγα μόλις χρόνια στην σύγχρονη ιστορία της. Η πολιτική προσφυγιά, ετούτοι οι εξήντα, ίσως εβδομήντα χιλιάδες άνθρωποι που ακολούθησαν τον Δημοκρατικό Στρατό της Ελλάδας στην υποχώρηση, ήταν ένα μέρος ετούτης της ιστορικής πραγματικότητας.
Ας εξετάσουμε τις τύχες αυτών των αγωνιστών προσφύγων ξεκινώντας από μια σύγκριση.
Λίγα μόλις χρόνια πριν τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο, ένας άλλος αγώνας μεσογειακού λαού συντάραξε τον τότε κόσμο: ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος. Ο αγώνας υπήρξε άνισος. Η ανοικτή συμμετοχή του γερμανικού και του ιταλικού στρατού, ναυτικού, αεροπορίας στο πλευρό των εθνικιστών, η συμπαράταξη μαζί τους όλων των τότε βιομηχανικών μονοπωλιακών συγκροτημάτων του καπιταλιστικού κόσμου και η υποκριτική πολιτική της «μη επέμβασης» των λεγόμενων «δυτικών δημοκρατιών» -ανάμεσά τους και της Γαλλίας όπου κυβερνούσε το «Λαϊκό Μέτωπο»- οδήγησαν στην ήττα τον ηρωικό αγώνα του ισπανικού λαού και των αντιφασιστών που ήρθαν από ολόκληρο τον κόσμο να πολεμήσουν μαζί του. Διαδοχικά κύματα προσφύγων, πέρασαν τα σύνορα της χώρας ζητώντας άσυλο στις γειτονικές προς την Ισπανία χώρες. Από τα 25.000 παιδιά από τη Χώρα των Βάσκων που εκκενώθηκαν στα 1937 ως τις 500.000 πρόσφυγες της τελικής La Retiradai («υποχώρησης») στις αρχές του 1939, πλήθη ανθρώπων πήραν τους δρόμους της προσφυγιάς, θα ήταν χρήσιμο ως σημείο σύγκρισης να εξετάσουμε τη μοίρα αυτών των ανθρώπων.
Οι γύρω χώρες, η «δημοκρατική» και «λαϊκή» Γαλλία, η εξίσου «δημοκρατική» Βρετανία, υποδέχτηκαν τους πρόσφυγες ως «ανεπιθύμητο» βάρος, ίσως και ως κίνδυνο μετάδοσης μολυσματικών ιδεών -στις κομμουνιστικές ιδέες αναφέρονταν. Τα παιδιά από τη χώρα των Βάσκων αφέθηκαν στην καλύτερη περίπτωση στα χέρια της Καθολικής Εκκλησίας, κλείστηκαν σε στρατόπεδα και σκορπίστηκαν στις βρετανικές αποικίες[1]. Από εκείνα που έφτασαν στη Γαλλία τα πιο τυχερά ήταν τα 2.500 που προωθήθηκαν στη Σοβιετική Ενωση μετά από αίτημα της σοβιετικής κυβέρνησης στη Γαλλία. Εκεί τα υποδέχθηκαν ως αθώα θύματα του ανελέητου αγώνα ενάντια στον ναζισμό που μόλις ξεκινούσε. Το σοβιετικό κράτος ανέλαβε να τα μεγαλώσει ως να ήταν παιδιά των δικών του ηρώων. Θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε και τις προσπάθειες της κυβέρνησης του Μεξικού να σώσει όσο περισσότερα παιδιά μπορούσε. Οσα έμειναν στην Γαλλία παραδόθηκαν στο καθεστώς του Φράνκο κάτω από πλήθος προσχημάτων και δικαιολογιών.
Στις αρχές του 1939 όταν άρχισε να περνά τα σύνορα της Γαλλίας το τεράστιο κύμα προσφύγων η τότε γαλλική κυβέρνηση -όπου κυριαρχούσαν οι «σοσιαλιστές» και οι «αριστεροί ριζοσπάστες» του «Λαϊκού Μετώπου, αντιμετώπισε τους πρόσφυγες περίπου ως εισβολείς. Οργάνωσε πρόχειρα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως αυτά που έκλειναν τους αγωνιστές της ελευθερίας στις αποικίες. Πολλοί Ιταλοί, Γερμανοί, Αυστριακοί, Ούγγροι, Πολωνοί αντιφασίστες παραδόθηκαν στις χώρες καταγωγής τους. Μερικοί από αυτούς ήταν Εβραίοι, όλοι ήταν «σεσημασμένοι» κομμουνιστές και ουδείς αμφέβαλε για τη τύχη που τους περίμενε στις πατρίδες τους…. Οι υπόλοιποι έζησαν για λίγους μήνες κάτω από άθλιες συνθήκες στα στρατόπεδα στη Τουλούζη, τη Μασσαλία, το Αιξ. Πολλοί πέθαναν εκεί από αρρώστιες, στερήσεις και αφρόντιστα τραύματα. Στον πόλεμο πολλοί έπεσαν στα χέρια των Γερμανών και στάλθηκαν στα στρατόπεδα του θανάτου -σταλμένοι εκεί και από το ναζιστικό κράτος του Βισύ. Μερικοί κατάφεραν να διαφύγουν στα βουνά, στις Κάτω Αλπεις ιδιαίτερα, όπου, λίγο αργότερα, δημιούργησαν μαζί με Γάλλους και Ιταλούς αντιφασίστες ομάδες Αντίστασης. Ακόμα και σήμερα -αν και τα στρατόπεδα εγκλεισμού τους αποτελούν τουριστικό αξιοθέατο- η τύχη των εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων αυτών εξακολουθεί να τυλίγεται σε πέπλα ένοχης σιωπής. Πολλοί λίγοι επιβίωσαν για να συντηρήσουν τις εφιαλτικές μνήμες της σκοτεινής εποχής.
Αυτή ήταν η ελάχιστα ζηλευτή τύχη των προσφύγων -των αγωνιστών της δημοκρατίας- του ισπανικού εμφυλίου πολέμου.
Περίπου δέκα χρόνια αργότερα στην Ελλάδα συνέβη μια νέα Retirada. Ο Δημοκρατικός Στρατός της Ελλάδας, νικημένος από το βάρος της αμερικανικής επέμβασης, υποχώρησε στα εδάφη των όμορων με τη χώρα μας Λαϊκών Δημοκρατιών, της Αλβανίας και της Βουλγαρίας κυρίως. Οι αριθμοί ήταν και εδώ μεγάλοι. Η διαφορά του 1949 με το 1939 ήταν ότι οι πρόσφυγες αυτοί, όταν πέρασαν τα σύνορα, δεν βρέθηκαν ούτε στη «φιλεύσπαχνη» Αγγλία, ούτε στην λαϊκομετωπική, ίσως και «σοσιαλιστική» Γαλλία. Δεν βρέθηκαν δηλαδή σε χώρες καπιταλιστικές όπου, χωρίς δισταγμό, τους αντιμετώπισαν ως «ανεπιθύμητους» ή και μολυσματικά «υπόπτους». Ο κομμουνισμός είχε τότε καταχωρηθεί από την αστική πολιτική στις «μολυσματικές» ασθένειες.
Υποχώρησαν στις όμορες Λαϊκές Δημοκρατίες. Δεν ήταν ότι το καλύτερο. Οι χώρες αυτές ήταν φτωχές, η Αλβανία ειδικά επούλωνε ακόμα τις πληγές της πολύχρονης κατοχής της από τις δυνάμεις του φασισμού και του Αξονα. Οι Βρετανοί ιμπεριαλιστές έστελναν τακτικά στη χώρα αποσπάσματα «εθνικιστών» και πρακτόρων οι οποίοι με στρατιωτική δράση, σαμποτάζ και άφθονο χρήμα συντηρούσαν ένα κλίμα ανασφάλειας στη χώρα. Σε μικρότερη κλίμακα παρόμοια φαινόμενα υπήρχαν και στη Βουλγαρία όπου οι αντιδραστικοί με τη βοήθεια Αμερικανών και Αγγλων έκαναν ό,τι μπορούσαν για να υπονομεύσουν τη λαϊκή εξουσία. Οι επιτροπές του ΟΗΕ, όπου περίσσευαν οι αξιωματικοί και οι πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων καραδοκούσαν για να εκμεταλλευτούν την παραμικρή ευκαιρία που θα παρουσιαζόταν μπροστά τους και να υπονομεύσουν και αυτές, από την «ουδέτερη» τάχα θέση τους, την ίδια λαϊκή εξουσία.
Και όμως, μέσα στις δύσκολες αυτές συνθήκες δεν υπήρξε ο παραμικρός δισταγμός. Οι κυβερνήσεις αυτών των κρατών υποδέχθηκαν τους πρόσφυγες, τους έδωσαν περισσότερα από εκείνα που εκείνο το δύσκολο καιρό περίσσευαν για τον ίδιο το λαό τους και φρόντισαν για την υποδοχή και την αποκατάσταση των προσφύγων. Ενας μεγάλος μηχανισμός μπήκε σε κίνηση, οι συνεννοήσεις μεταξύ των κρατών ολοκληρώθηκαν σε πολύ σύντομο διάστημα και οι πρόσφυγες βρέθηκαν στις νέες φιλόξενες προσωρινές -από την ανάγκη- πατρίδες τους με όλα τα εφόδια για να ξαναρχίσουν τη ζωή τους. Ολα αυτά είναι γνωστά και από τις προηγούμενες ομιλίες στην παρούσα μας συνάντηση. Αξίζει όμως να τα συγκρίνουμε όλα αυτά με τις καταστάσεις που αντιμετώπισαν άλλοτε οι πρόσφυγες της Ισπανίας αλλά και με τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται σήμερα -από την ελληνική ή από άλλες εξίσου «φιλεύσπλαχνες» δυτικές κυβερνήσεις οι πρόσφυγες της Συρίας, «παράπλευρες απώλειες» (έτσι το λένε τώρα) ενός σκληρού πολέμου που προκάλεσαν, συντήρησαν και συντηρούν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις στην πολύπαθη αυτή χώρα.
Ετούτες τις συγκρίσεις, ετούτες τις διαφορές, θέλουν να αποσιωπήσουν, να σβήσουν από τα βιβλία της ιστορίας, οι αναθεωρητές. Είναι μέρος της μεγάλης στρατηγικής τους πρωτοβουλίας για διαστρέβλωση όλων όσων συνέβησαν, κατακτήθηκαν στον σοσιαλισμό σε τρόπο ώστε να πάψει να λειτουργεί η ιστορική αυτή περίοδος ως σημείο αναφοράς και έμπνευσης στη σημερινή, ολοένα και πιο δύσκολη ζωή των ανθρώπων. Η επιχείρηση είναι ευρωπαϊκή. Οχι μόνο με την έννοια ότι τη συντονίζουν πολύ συχνά κέντρα που σχετίζονται με τους μηχανισμούς της Ευρωπαϊκής Ενωσης αλλά και επειδή συντονίζονται στον κοινό στόχο όλες οι αστικές κυβερνήσεις της Ευρώπης. Η περίφημη έρευνα στα αρχεία της ΣΤΑΖΙ έγινε και γίνεται και σε γερμανικό και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο σε τρόπο ώστε να σπιλωθεί η σοσιαλιστική εξουσία.
Μέρος ετούτης της ευρωπαϊκής αντικομμουνιστικής σταυροφορίας είναι και η έρευνα των Στράτου Δορδανά και Βάϊου Καλογρηά που εκπονήθηκε στο πλαίσιο του χρηματοδοτούμενου από την Ευρωπαϊκή Ενωση προγράμματος ΘΑΛΗΣ (ΕΣΠΑ 2007-2013). Η έρευνα, όπως τονίζεται στην εισαγωγή της, είχε σαφώς προσδιορισμένους στόχους: να παρακολουθήσει τα «παιδιά και τους νέους που ενηλικιώθηκαν απότομα εξαιτίας του εμφυλίου» που μαζί με «μερικές δεκάδες μέλη του ΚΚΕ, βρέθηκαν παγιδευμένοι στα πλοκάμια της ΣΤΑΖΙ (ή συνειδητά σε σχέση συνεργασίας)…». Ο απώτερος στόχος είναι να γίνει κατανοητή «η δομή, υφή και λειτουργία ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος» αλλά και να «φωτιστούν πτυχές της ζωής των ξένων Ελλήνων πολιτικών προσφύγων (…) σε συνθήκες παραβίασης της ιδιωτικότητάς τους και καταστρατήγησης κάθε έννοιας ατομικού δικαιώματος που απολαμβάνει κάθε πολίτης στη Δημοκρατία»[2].
Οπως ο καθένας το φαντάζεται το πόνημα αυτό υιοθετεί το λεξιλόγιο -αν και η κατάλληλη λέξη θα ήταν το υβρεολόγιο- με το οποίο οι επίσημες «δυτικές πηγές», της Ο.Δ. Γερμανίας αλλά και του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αναφέρονται σε όλες σχεδόν τις πτυχές της πολιτικής και της ζωής στη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία. Μιλούν με περισσό θράσος για την «υποτιθέμενη» αντίσταση κατά του χιτλερισμού την οποία επικαλούνταν οι κομμουνιστές Γερμανοί[3]και περιγράφουν το λαϊκό καθεστώς ως «κομματική δικτατορία». Τίποτε το ιδιαίτερο σε όλα αυτά. Αυτονόητα τα χρήματα του προγράμματος ΘΑΛΗΣ εμπεριείχαν και κάποιες υποχρεώσεις.
Αφού λοιπόν μεγάλο μέρος της εργασίας μεταφέρει το όποιο αντικομμουνιστικό εύρημα κυκλοφορούσε στην τελευταία φάση του Ψυχρού Πολέμου και στην δραματική, όπως αποδείχθηκε -για το λαό της Λ.Δ. της Γερμανίας- πρώτη δεκαετία της «παλινόρθωσης» (1990-2000)14], φθάνει κάποτε στους Ελληνες πολιτικούς πρόσφυγες στην Λ.Δ.Γ.. Η όλη προσέγγιση θα μπορούσε να περιγραφεί ως μια αγχώδης αναζήτηση μέσα στο αρχειακό υλικό οποιουδήποτε αρνητικού, μελανού, απαξιωτικού στοιχείου υπάρχει εκεί σε βάρος της λαϊκής εξουσίας, του ΚΚΕ και των προσφύγων. Τα θετικά σημεία -ακόμα και εκεί που αναφέρονται- πνίγονται κάτω από τόνους λάσπης. Το γεγονός ότι τα προσφυγόπουλα καλούνται να επιλέξουν τις σπουδές και το επάγγελμα που θέλουν να ακολουθήσουν διαστρεβλώνεται με αρρωστημένο τρόπο. Μερικά μικρά κορίτσια, μη γνωρίζοντας τους νέους όρους ζωής, ζήτησαν να γίνουν μοδίστρες, δουλικά δηλαδή, με τα μέτρα της τότε Ελλάδας, σε κάποιο αστικό σπίτι, όπου σε αντάλλαγμα χρόνων απλήρωτης εργασίας η φιλεύσπλαχνη «κυρία» θα τους έδινε την προίκα τους να παντρευτούν. Το γεγονός ότι οι κομμουνιστές εξήγησαν στα παιδιά αυτά ότι στο σοσιαλισμό δεν δουλεύουν έτσι τα πράγματα θεωρήθηκε από τους «ερευνητές» ύψιστο παράδειγμα καταπίεσης των προσωπικών επιλογών και ωμή παρέμβαση του ΚΚΕ στις ζωές των παιδιών[5].
Η επιδέξια τέχνη της αναθεώρησης ξεκινά από τους Ελληνες τους οποίους βρήκε στη Γερμανία ο πόλεμος. Πρόκειται κυρίως για εκείνους που μετέφεραν εκεί ως «ομήρους» τα μπλόκα της Κατοχής και παρέμειναν εκεί για να εργαστούν καθώς τίποτε δεν είχε απομείνει γι αυτούς στην Ελλάδα. Ως προς την εξύβριση αυτών των θυμάτων του ναζισμού ο αναθεωρητισμός δεν γνωρίζει όρια. Οι «ερευνητές» υιοθετούν τις απόψεις μελών της ελληνικής στρατιωτικής αποστολής όπως του αντισυνταγματάρχη Ζησιμόπουλου. Αυτός, αφού περιγράφει τους Ελληνες ως «στίγματα του ελληνικού πολιτισμού», ήτοι ως επιδιδόμενους κατά 80% σε ότι κακό, «απάτη, κλοπαί, διαρρήξεις, ληστείαι, φόνοι», «εξαθλιωμένοι» και «οπιομανείς», δεν παραλείπει να βεβαιώσει ότι επιπλέον είναι και «κομμουνιστικών φρονημάτων»[6]. Στους «ακαδημαϊκούς» «ερευνητές» δεν περνά καθόλου από το νου ότι η αξιοπιστία πηγών που αντλούν εικόνες και επιχειρήματα από τον υστερικά αντικομμουνιστικό πολιτικό λόγο της περιόδου, θα έπρεπε ίσως, στη βάση της όποιας επιστημονικής μεθοδολογίας, να εξετάζεται με επιφύλαξη και προσοχή. Προφανώς όμως, ό,τι εξυπηρετεί τις αντικομμουνιστικές προθέσεις των σημερινών αναθεωρητών της ιστορίας θεωρείται από αυτούς επαρκώς «επιστημονικό» και «αξιόπιστο». Οσο σκέφτεται κανείς ότι οι ίδιοι αυτοί κατηγορούν όσους συναδέλφους δεν υιοθετούν τις απόψεις τους ως «στρατευμένους» και αναξιόπιστους, δεν μπορεί παρά να θαυμάσει το γενικό επίπεδο της σημερινής αστικής αναθεωρητικής σχολής!
Οι συκοφαντίες περισσεύουν παρά τα όσα από τη διεθνή βιβλιογραφία γνωρίζουμε. Οι ελλείψεις και η πείνα του 1947 στη Γερμανία αποδίδονται ως φαινόμενα της σοβιετικής ζώνης κατοχής ενώ είναι γενικά γνωστό ότι τα φαινόμενα αυτά έπληξαν τις δυτικές ζώνες κατοχής, ειδικά την αμερικανική[7]. Πέρα από τις στρεβλώσεις της πραγματικότητας και των στοιχείων η επιμονή των «ερευνητών» σε απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς τόσο για το λαϊκό καθεστώς, όσο και για πρόσωπα υποθέτουμε ότι θα ενοχλεί και τον πλέον φανατικό αντικομμουνιστή αναγνώστη[8]. Οι περιπτώσεις όπου αγωνιστές ή μετανάστες καταφεύγουν από τη «δύση» στην Γ.Λ. Δημοκρατία ερμηνεύονται με υπονοούμενα ως «εξατομικευμένων λόγων» καθότι έρχονται σε αντίθεση με το κυρίαρχο αφήγημα περί καθολικής βούλησης των ανθρώπων να «δραπετεύσουν» από τον -ειρωνικά αποκαλούμενο- «κομμουνιστικό παράδεισο».
Η πλήρης ανάπτυξη της έρευνας και η δικαιολόγηση του τίτλου της έρχεται στο δεύτερο μέρος του πονήματος που από τη σελίδα 73 και μετά και φέρει τον τίτλο «Οι Ελληνες της ΣΤΑΖΙ». Πέρα από μια γενική περιγραφή -πάντοτε με τη συνοδεία χαρακτηρισμών- της οργάνωσης και της λειτουργίας της ΣΤΑΖΙ, το μέρος αυτό επικεντρώνεται στην παρουσίαση ατομικών στοιχείων Ελλήνων που, με τον άλλο τρόπο, συνδέθηκαν με τις υπηρεσίες ασφαλείας της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας. Ο τρόπος παρουσίασης και τα συνακόλουθα σενάρια έχουν ελάχιστα να ζηλέψουν από την πλοκή αντικομμουνιστικώυ σεναρίων της εποχής του Ψυχρού Πολέμου ή της ελληνικής Χούντας, όπως εκείνο το ονομαστό με το χαρακτηριστικό τίτλο «Στον ιστό της αράχνης». Συνήθως σε κάθε παρουσίαση συναντούμε όλα τα στοιχεία του «μαύρου μυθιστορήματος», γυναίκες ωραίες και άπιστες, χρήμα, κατά προτίμηση μαύρο, ζήλιες, μίση και ανταγωνισμούς και προπαντός «ιδέες» ξεφτισμένες και κενές που, στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι παρά το άλλοθι εκείνων που -με όλου του κόσμου τα ταπεινά κριτήρια- υπηρετούν τον κατασταλτικό μηχανισμό της ΣΤΑΖΙ.
Οι κραυγαλέες αντιφάσεις κυριαρχούν στο «επιστημονικό» -τρομάρα μας-πόρισμα. Αναφέρεται, για παράδειγμα, σε αυτό η δράση πλήθους και ελληνικών μυστικών ή μη υπηρεσιών ενάντια στην Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία και στους Ελληνες που βρίσκονταν εκεί ή που έδειχναν «κομμουνιστική διαγωγή» στην δυτική Γερμανία. Ακροδεξιές οργανώσεις, χουντικές κρατικές υπηρεσίες, νατοϊκοί πράκτορες και όλο το μαύρο συνάφι του «ελεύθερου», όπως αυτοπροσδιοριζόταν, «κόσμου». Ολα αυτά θεωρούνται φυσικά και θεμιτά ενώ θεωρείται «αφύσικη» και καταδικαστέα η όποια άμυνα εναντίον τους. Προφανώς, κατά τους αναθεωρητές ερευνητές οι δραστηριότητες των πρακτόρων της Χούντας δεν ενοχλούν μια που συμβάλλουν στον αγώνα του «ελεύθερου κόσμου».
Σε άλλο σημείο συναντούμε άλλα παράδοξα: Ατομα ύποπτα για πολιτική συνωμοσία ή για μαύρη αγορά, που υποτίθεται ότι βρίσκονται στο στόχαστρο των «διωγμών» της ΣΤΑΖΙ, ταξιδεύουν στο εξωτερικό, συναναστρέφονται εχθρούς του σοσιαλισμού, επιστρέφουν στην Γ.Λ.Δ. και ξαναφεύγουν κατά βούληση. Προφανώς το όλο σενάριο κάπου παρουσιάζει αδυναμίες εκτός αν δεχτούμε ότι η τυφλή πίστη στον «κομμουνιστικό ολοκληρωτισμό» είχε καταστήσει τα όργανα της λαϊκής εξουσίας ολότελα τυφλά ή ηλίθια. Η πλέον αληθοφανής εξήγηση είναι ότι η κατά παραγγελία «επιστημονική» -και πάλι τρομάρα μας- έκθεση των ερευνητών «χτίζει» το παραδοτέο υλικό με βάση την πολιτική ορθότητα από την οποία, μεταξύ άλλων, εξαρτιόταν και η χρηματοδότηση του έργου[9].
Η έρευνα του προγράμματος ΘΑΛΗΣ αποτέλεσε το θεμέλιο πάνω στο οποίο αναπτύχθηκε μια πολύπλευρη εκστρατεία κατασυκοφάντησης των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων και διαμέσου αυτών των σοσιαλιστικών κρατών. Το 2015 , οι εκδόσεις του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, προχώρησαν στην έκδοση των πρακτικών ενός συνεδρίου με θέμα «Οι πολιτικοί πρόσφυγες του Εμφυλίου Πολέμου. Κοινωνικές και πολιτικές προσεγγίσεις». Οι επιμελητές της έκδοσης ήταν οι Γιώργος Αντωνίου και Στάθης Καλύβας[10]. Το συνέδριο και η έκδοση των πρακτικών ήταν μέρος του ίδιου προγράμματος ΘΑΛΗΣ.
Ο κύριος στόχος του συνεδρίου ήταν να αποκτήσει η έρευνα που εκπονήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος επιστημονική αξιοπιστία με την εμπλοκή μεγαλύτερου αριθμού πανεπιστημιακών σε αυτήν. Στον τομέα αυτό ούτε ο αριθμός, ούτε η πολιτική προέλευση των συνέδρων έδωσε κάποιο άξιο λόγου αποτέλεσμα. Απλά ο στενός κύκλος των αντικομμουνιστών αναθεωρητών πραγματοποίησε μια ακόμα σύναξη. Ολα τα «συμπεράσματα» της έρευνας επαναλήφθηκαν, εξειδικευμένα, στις ανακοινώσεις. Στην εισαγωγή του τόμου, που συνέγραψε ο Νίκος Μαρατζίδης, τονίζεται ότι η συντριπτική πλειονότητα των πολιτικών προσφύγων αποτέλεσε θύμα ακούσιας μεταφοράς στο «παραπέτασμα». Εκτός από τους κομμουνιστές και τα στελέχη του ΔΣΕ -τους μόνους αληθινά «πρόσφυγες»- οι υπόλοιποι, οι πολλοί, ήταν θύματα καταναγκασμού: οι «βιαίως στρατολογηθέντες» από τον ΔΣΕ, οι κάτοικοι των παραμεθορίων χωριών που «εξαναγκάστηκαν από τον ΔΣΕ να εκκενώσουν τα χωριά τους και να ακολουθήσουν τον ΔΣΕ στην υπερορία», οι αιχμάλωτοι στρατιώτες και τα παιδιά του παιδομαζώματος[11]. Πρόκειται για την παλιά γνωστή θέση των αναθεωρητών -και ταυτόχρονα σύνηθες αφήγημα των προπαγανδιστών του Ψυχρού Πολέμου- ότι, εκτός από μια δράκα φανατικών, όλοι οι λοιποί αγωνιστές δεν ήταν παρά θύματα τα οποία μπλέχτηκαν στους «ιστούς της κόκκινης αράχνης».
Στις εισηγήσεις που ακολουθουν από τη μία πλευρά υπάρχει η αναγνώριση της πλούσιας συνδρομής και βοήθειας, ειδικά σε θέματα μόρφωσης, επαγγελματικής εξειδίκευσης και υγείας, που έδωσαν οι λαϊκές δημοκρατίες στους πολιτικούς πρόσφυγες από την άλλη επανέρχεται σταθερά ο λόγος περί αστυνόμευσης, περιορισμών, ελέγχων, διωγμών όταν αυτό χρειαζόταν. Η σταθερή επιδίωξη της απαξίωσης της διεθνιστικής βοήθειας υπαγορεύει ετούτο τον παρονομαστή.
Θα ήταν ίσως χρήσιμο να συγκρίνουμε τον τρόπο ακαδημαϊκής -αν μπορούμε να το ορίσουμε έτσι- αντιμετώπισης των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων στο παραπάνω συνέδριο με ένα αντίστοιχο έργο που είδε το φως στα 2005, σχεδόν δηλαδή δέκα χρόνια νωρίτερα [12]. Η έκδοση υπήρξε προϊόν ερευνητικού προγράμματος επίσης και συνακόλουθων συνεδρίων με τη συνεργασία φορέων και κυβερνητική τότε υποστήριξη[13]. Παρά το γεγονός ότι και σε αυτόν τον τόμο φιλοξενήθηκαν άρθρα ακραίας εμπάθειας -με πρωταγωνιστή και εδώ εκείνο του Ηλιου Γιαννακάκη[14]-, η προσέγγιση του θέματος υπήρξε σαφώς πιο ισορροπημένη και προσεκτική. Προφανώς μέσα στα δέκα δεκαπέντε αυτά χρόνια η ανάγκη σκληρής αντικομμουνιστικής προπαγάνδας αυξήθηκε κατά πολύ. Αυξήθηκε, θα μπορούσαμε εύλογα να υποθέσουμε, στο ίδιο ποσοστό που εντάθηκε η καταπίεση των εργαζόμενων και η ληστεία του μόχθου τους στον κατά τα άλλα ελεύθερο δυτικό καπιταλιστικό κόσμο.
Θα ήταν εύλογο, πριν κλείσουμε να αναφερθούμε στο βιβλίο της Κατερίνας Τσέκου, που εκδόθηκε στα 2013[15]. Το βιβλίο αν και προσπαθεί να φαίνεται ισορροπημένο και «επιστημονικό», σε τρόπο ώστε να γίνει βασικό σημείο αναφοράς για το ζήτημα, εμπεριέχει όλα τα βασικά στοιχεία της αναθεωρητικής προσέγγισης που ανέδειξαν οι δραστηριότητες που παραπάνω περιγράψαμε. Η Τσέκου αφού διαπιστώσει ότι δεν υπάρχει ΜΙΑ ιστορία, αλλά πολλές προσωπικές, αισθάνεται έτοιμη να αποσυνδέσει τα γεγονότα από τα όσα «πολιτικά ορθά» επιχειρεί να αποδείξει. Με τη γνωστή στον αναθεωρητισμό τεχνική των επιλεκτικών «συνεντεύξεων» πολυδιασπά το γενικό και το ιστορικό και το μετατρέπει σε υποκειμενικό, επιμέρους και επουσιώδες. Το καθιστά δηλαδή διαχειρίσιμο σε τρόπο ώστε να υπηρετεί τους στόχους που επιθυμεί ο ερευνητής [16]. Με τον τρόπο αυτό αναπλάθει την «θεωρία των τριών γύρων» [17], ψέγει την διεθνιστική βοήθεια και αλληλλεγγύη ως «σοσιαλιστικό πατερναλισμό»[18], υποψιάζεται μυστηριώδεις «εξαφανίσεις διαφωνούντων» και ανακαλύπτει μετακινήσεις προσφύγων σε βαγόνια για ζώα.
Οι αριθμοί και τα μετρήσιμα στοιχεία, όποτε τα αναφέρει, μιλούν για την στήριξη, την αποκατάσταση, την μόρφωση των προσφύγων. Δεν την ενδιαφέρουν όμως οι αριθμοί και τα μετρήσιμα την συγγραφέα. Στην περίπτωση που το μετρήσιμο εμποδίζει το στήσιμο του αντικομμουνιστικού της σεναρίου, τότε, τόσο το χειρότερο για τους αριθμούς.
Κάπως έτσι ήταν και ο αντικομμουνισμός τον καιρό του «κίτρινου τύπου» στη δεκαετία του 1930, τον καιρό του γκαιμπελικου παραληρήματος την δεκαετία του 1940, του καιρό των «κατασκόπων» της ψυχροπολεμικής δεκαετίας του 1950. Όλες αυτές οι «φρέσκιες ματιές» και οι «νέες απόψεις» των αναθεωρητών είναι καλούπια παλιά, πολύ παλιά. Τότε δεν απέδωσαν όσα ελπίζαν ότι θα αποδώσουν οι εμπνευστές τους. Μάλλον το ίδιο αποτέλεσμα θα έχουν και σήμερα.
***
Το κείμενο αποτελεί την εισήγηση του Γιώργου Μαργαρίτη, καθηγητή Σύγχρονης Ιστορίας του ΑΠΘ, σήμερα, στην ημερίδα της ΚΟ Κεντρικής Μακεδονίας του ΚΚΕ, στα πλαίσια του Διημέρου πολιτικών – πολιτιστικών εκδηλώσεων για την πολιτική προσφυγιά. Το κείμενο της ομιλίας δόθηκε στη δημοσιότητα από το πόρταλ 902.gr

Οι «λενινιστές» της συμφοράς, η ΝΕΠ και οι «μεταβατικές» κοινωνίες



Τόσο στελέχη της ΝΔ όσο και η φασιστική Χρυσή Αυγή προσπαθούν να φορτώσουν την αντεργατική - αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης στο γεγονός ότι εφαρμόζει δήθεν «σοβιετική» πολιτική εκφράζοντας τον αντικομμουνισμό τους. Οι τελευταίοι στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό έφτασαν να λένε ότι η πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ είναι «η ελληνική εκδοχή της Νέας Οικονομικής Πολιτικής»! Από την άλλη, η «Αυγή», σε πρόσφατο άρθρο της, διατείνεται ότι η ΝΕΠ «έχει θεμελιώδη σημασία για τις δυνατότητες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, όταν η επανάσταση επικρατεί σε σχετικά καθυστερημένες χώρες» και υποστηρίζει ότι ο Λένιν προειδοποιούσε «ενάντια στην πρόωρη εισαγωγή του σοσιαλισμού στο χωριό, με μια πολιτική καταναγκαστικής κολεκτιβοποίησης, την οποία θα εφαρμόσει αργότερα ο Στάλιν»1. Και οι δυο πλευρές σκιαμαχούν «σε ξένο αχυρώνα», συκοφαντώντας το σοσιαλισμό.
 
Η προσπάθεια αξιοποίησης και διαστρέβλωσης της Ιστορίας του παγκόσμιου εργατικού κινήματος δεν αποτελεί φυσικά κάτι το καινούργιο. Από το 2015 κεντρικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρούν προκλητικά να «συγκρίνουν» την αστική διαχείριση και την αστική τους κυβέρνηση, πολιτική μορφή της δικτατορίας του κεφαλαίου, με μια «επαναστατική διαδικασία».

 
  Προσπαθούν να εξομοιώσουν τη διαχειριστική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ στο έδαφος του καπιταλισμού, την υπογραφή μνημονίων και τη στήριξη επενδυτικών σχεδίων των μονοπωλίων με τις προσωρινές και σαφώς οριοθετημένες υποχωρήσεις που έκανε η σοβιετική εξουσία τα πρώτα χρόνια μετά την ανατροπή του καπιταλισμού.

Αντίστοιχα, ο Τσίπρας, προσπαθώντας να εξαπατήσει το λαϊκό κόσμο και να συντηρήσει ένα κλίμα προσμονής απέναντι στη βάρβαρη πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνησή του, δήλωσε, με περισσό κομπασμό, σε πρόσφατο συνέδριο: «Το πρώτο που πρέπει να κάνουμε, είναι να πιστέψουμε ότι τα πράγματα αλλάζουν (...) Κάποτε ο Λένιν, μιλώντας σε νέους σοσιαλιστές στην εξορία, είπε ότι η επανάσταση θα γινόταν, αλλά η δική του γενιά δεν θα την προλάβαινε. Ηταν Ιανουάριος του 1917. Εννιά μήνες αργότερα, ο Λένιν βρισκόταν στην Πετρούπολη και η επανάσταση ήταν γεγονός. Το λέω αυτό για να αποδείξω ότι η δυναμική εξέλιξη των πραγμάτων δεν είναι πάντα γραμμική».

Πρόκειται για μια ακόμα μεγάλη απάτη από αυτές που μας έχουν συνηθίσει.
Προκειμένου να οδηγηθεί τελικά στην επανάσταση, ο Λένιν δεν σχημάτισε κυβέρνηση στο έδαφος του καπιταλισμού και δεν υπέγραψε «μνημόνια» με το διεθνές και το εγχώριο κεφάλαιο, αντίθετα έδινε τα πάντα για την οργάνωση ενός επαναστατικού κινήματος ενάντια στον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι δεν αγωνίζονταν για «να αποκτήσει νέο περιεχόμενο η [αστική] δημοκρατία». Εθεταν ξεκάθαρα το δίλημμα: Αστική ή προλεταριακή δημοκρατία;

Επισημαίνουμε ότι και μια σειρά ΚΚ επιχειρούν να θεωρητικοποιήσουν την παρέκκλισή τους στα ζητήματα της πολιτικής οικονομίας του σοσιαλισμού, υποστηρίζοντας και αυτά ότι η ΝΕΠ είχε δήθεν μακρόπνοο και υποχρεωτικό για κάθε χώρα και χρονική συγκυρία χαρακτήρα, ότι οι μηχανισμοί της αγοράς και των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων πρέπει να αποτελούν βασικό και μακροπρόθεσμο εργαλείο στη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι εδώ το ίδιο το ΚΚΣΕ στα χρόνια της λεγόμενης «περεστρόικα», αλλά και το ΚΚ Κίνας σήμερα. Η σωστή κατανόηση του χαρακτήρα της ΝΕΠ, όπως αυτός είχε προσδιοριστεί με σαφήνεια από τον Λένιν και την ηγεσία του Μπολσεβίκικου Κόμματος, αποτελεί αναντικατάστατο θεωρητικό όπλο προκειμένου να αποκρούονται παρόμοιες αντιλήψεις.

Ο πραγματικός χαρακτήρας της ΝΕΠ
Η υιοθέτηση της ΝΕΠ από το 10ο Συνέδριο του ΚΚΡ (μπ.) σηματοδότησε έναν αναγκαστικό, προσωρινό ελιγμό της πολιτικής του εργατικού κράτους. Ο μακρόχρονος εμφύλιος πόλεμος και η ιμπεριαλιστική επέμβαση, σε συνδυασμό με την αποδιοργάνωση που είχε προκαλέσει ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, είχαν καταβαραθρώσει την αγροτική παραγωγή στο μισό της προεπαναστατικής. Μια ανάλογη κατάσταση στη σοσιαλιστική βιομηχανία φανέρωνε την προσωρινή αδυναμία της εργατικής εξουσίας να εξασφαλίσει τον αναγκαίο όγκο προϊόντων για μια άμεση (κομμουνιστική) κατανομή στο χωριό. Τα μέτρα αναγκαστικής παράδοσης όλης της αγροτικής παραγωγής στη σοβιετική εξουσία δεν μπορούσαν να συνεχιστούν, έτσι αντικαταστάθηκαν από το «φόρο σε είδος», έτσι ώστε ένα μεγαλύτερο κομμάτι της παραγωγής να μένει στη διάθεση του αγρότη.

Η ΝΕΠ σήμαινε αντικειμενικά τη διατήρηση των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων στην πόλη και την ύπαιθρο, κάτω από τον καθοδηγητικό έλεγχο της σοβιετικής εξουσίας. Οι μπολσεβίκοι στις επεξεργασίες τους δεν θεωρούσαν τη ΝΕΠ ως κάποιο ενδιάμεσο κοινωνικοοικονομικό σύστημα, ως νομοτελειακό χαρακτηριστικό της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αλλά ως μια προσωρινή, σύντομη περίοδό της, που έδινε ένα πολύτιμο χρονικό περιθώριο για την ανάκαμψη της σοσιαλιστικής βιομηχανίας. Μια τέτοια ανάκαμψη θα επέτρεπε στην εργατική εξουσία να δώσει στη μικρομεσαία αγροτιά εκείνη την υλικοτεχνική υποδομή (τρακτέρ, θεριζοαλωνιστικές μηχανές, λιπάσματα κ.τ.λ.) που θα την έπειθε, μέσα από την ίδια της την πείρα, να περάσει στο δρόμο της μεγάλης, συλλογικής καλλιέργειας της γης. Ο διακηρυγμένος απώτερος στόχος ήταν να διευκολυνθεί στην πράξη η επέκταση των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής.

Ομως, από την ίδια της τη φύση (επέκταση των μηχανισμών της αγοράς), η ΝΕΠ περιέκλειε αντιφάσεις και δημιουργούσε σημαντικούς κινδύνους για πισωγύρισμα της επανάστασης, μέσα και από την ενίσχυση κοινωνικών στρωμάτων που θα είχαν άμεσο υλικό συμφέρον να υπονομεύσουν και να ανατρέψουν την εργατική εξουσία. Τα προβλήματα αυτά, που από την αρχή επισημάνθηκαν από τον Λένιν, δεν μπορούσαν να αντιμετωπιστούν αυθόρμητα, μέσα από τη λειτουργία των νόμων της αγοράς, αλλά απαιτούσαν την ταξική πολιτική του εργατικού κράτους και την επιδέξια κλιμάκωση της ταξικής πάλης. Οι μπολσεβίκοι κατανοούσαν τις στοχεύσεις και τους κινδύνους της ΝΕΠ. Ενα μόλις χρόνο μετά την εφαρμογή της, στο 11ο Συνέδριο του Κόμματος το 1922, ο Λένιν ήδη μιλούσε για «σταμάτημα της υποχώρησης» και για «προετοιμασία (οικονομική) της επίθεσης ενάντια στο ιδιωτικό κεφάλαιο».2

Τα αποτελέσματα της ΝΕΠ και η επαναστατική διέξοδος
 
Το σύντομο χρονικό διάστημα πλήρους εφαρμογής της ΝΕΠ (1921-1927) έδωσε, σύμφωνα με τους σχεδιασμούς των μπολσεβίκων, το κρίσιμο περιθώριο για την ανόρθωση και αναδιοργάνωση της σοσιαλιστικής βιομηχανίας. Επέτρεψε το στέριωμα της συμμαχίας της εργατικής τάξης με τη μικρή και μεσαία αγροτιά, υπό τον καθοδηγητικό ρόλο της πρώτης. Ταυτόχρονα, όμως, σηματοδότησε και μια όξυνση της πάλης ανάμεσα στα καπιταλιστικά και τα σοσιαλιστικά στοιχεία της οικονομίας, με σημείο καμπής τα χρόνια 1926-1927. Το 15ο Συνέδριο του Κόμματος των Μπολσεβίκων έκανε την εκτίμηση ότι «το προτσές ανάπτυξης των καπιταλιστικών στοιχείων στην ύπαιθρο έχει αισθητά ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια (...) το θεμελιώδες ζήτημα της οικονομικής ανάπτυξης του χωριού έγκειται στο γεγονός ότι τα οφέλη της μεγάλης κλίμακας οικονομίας βρίσκονται σήμερα από τη μεριά των εύπορων - κουλάκικων στοιχείων... Αυτή είναι η βασική οικονομική αντίφαση στο χωριό, από την οποία πρέπει να βρούμε μια διέξοδο για τους φτωχούς και μεσαίους αγρότες»3.

Πάνω σε αυτό το έδαφος έγινε οξυμένη και πολύπλευρη διαπάλη στις γραμμές του Κόμματος μεταξύ της επαναστατικής πτέρυγας που βρισκόταν στην ηγεσία και διάφορων οπορτουνιστικών αντιλήψεων, που με τον έναν ή τον άλλο μανδύα αντανακλούσαν τη μικροαστική πίεση στις γραμμές του Κόμματος.

Τόσο οι τροτσκιστές που υποτιμούσαν τις δυνατότητες συμπόρευσης της εργατικής τάξης με τα εργαζόμενα στρώματα της αγροτιάς, υπερτιμώντας τα προβλήματα καθυστέρησης, όσο και η λεγόμενη δεξιά παρέκκλιση που υποστήριζε ανοιχτά τις εμπορευματοχρηματικές σχέσεις και την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, συνέκλιναν από διαφορετικούς δρόμους στην άρνηση της δυνατότητας οικοδόμησης του σοσιαλισμού στη χώρα. Και οι δύο αντέδρασαν στις αποφάσεις άρσης των μέτρων της ΝΕΠ.

Η ηγεσία του Κόμματος εντόπισε με ενάργεια το βασικό πρόβλημα (ότι η κατατεμαχισμένη αγροτική παραγωγή δεν είχε τα πλεονεκτήματα που έδινε η μεγάλη ενωμένη κοινωνικοποιημένη βιομηχανία) και τη διέξοδο από αυτό, με «τη βαθμιαία σταθερή συνένωση των μικρών και πολύ μικρών αγροτικών νοικοκυριών» - όπως σημείωνε ο Στάλιν στο 15ο Συνέδριο του ΠΠΚ (μπ.) - μέσω της πολιτικής της κολεκτιβοποίησης. Προσφέροντας στα κολχόζ γεωργικά μηχανήματα, τρακτέρ και επιστημονικές μεθόδους παραγωγής. Ετσι μεθοδικά και αποφασιστικά κόπηκε ο «γόρδιος δεσμός» των αντιφάσεων της ΝΕΠ.

Η κολεκτιβοποίηση, βάζοντας το έδαφος της συλλογικής καλλιέργειας της γης και στη βάση της κοινωνικής ιδιοκτησίας πάνω στη γη και στα μέσα παραγωγής, ήταν βήμα προς τα μπρος. Επέτρεψε την ανάπτυξη της παραγωγικότητας, την καλύτερη τροφοδοσία των πόλεων με αγροτικά προϊόντα, οδήγησε στην εξάλειψη των πλούσιων αγροτών που δυνάστευαν τα χωριά (κουλάκοι) και αποτελούσαν μια από τις βασικές εχθρικές δυνάμεις προς τη σοβιετική εξουσία.

Σοσιαλισμός ή «μεταβατική κοινωνία»;
 
Οι λαθροχειρίες σχετικά με το χαρακτήρα και τους στόχους της ΝΕΠ αξιοποιούνται συχνά για να υποστηριχτεί η αναγκαιότητα μιας «μεταβατικής» εποχής - κοινωνίας, που θα προετοιμάζει δήθεν το πέρασμα στο σοσιαλισμό. «Eίναι λαθεμένη η προσέγγιση, που υποστηρίζει την ύπαρξη "μεταβατικών κοινωνιών", με ξεχωριστά χαρακτηριστικά, τόσο σε σχέση με τον καπιταλισμό, όσο και σε σχέση με το σοσιαλισμό. Στη βάση αυτής της θεώρησης ερμηνεύεται λαθεμένα η ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων στην Κίνα και το Βιετνάμ ως μεταβατική "πολυτομεακή κοινωνία"».4 Ανάμεσα στον καπιταλισμό και την ανώριμη φάση του κομμουνιστικού σχηματισμού (σοσιαλισμός) δεν μπορεί να μεσολαβήσει κάποιο αυτοτελές στάδιο με τα δικά του χαρακτηριστικά και νομοτέλειες, μια «μεταβατική περίοδος», ως ιστορική φάση πλήρως διακριτή και ξέχωρη τόσο από τον καπιταλιστικό, όσο και από τον κομμουνιστικό σχηματισμό. Τέτοιες αντιλήψεις και πρακτικές ανοίγουν διάπλατα τις πόρτες στην ενίσχυση των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων, στην ανάπτυξη και το γιγάντωμα αστικών στρωμάτων και τελικά στην πλήρη επικράτηση της αντεπανάστασης. Αντιβαίνουν στη λενινιστική αντίληψη που τόνιζε την αναγκαιότητα πάλης ενάντια στη μικροεμπορευματική παραγωγή, την οργάνωση της παλλαϊκής καταγραφής και του ελέγχου της παραγωγής και της κατανομής. Τα καθήκοντα αυτά εντάσσονταν από τον Λένιν (ήδη από το 1918) «στον τομέα της οικονομικής οικοδόμησης του σοσιαλισμού».5

Παραγνωρίζουν όμως κατάφωρα και την ίδια την ιστορική πείρα από την ανάπτυξη και την τελική επικράτηση της αντεπανάστασης στη Σοβιετική Ενωση και στις άλλες χώρες του σοσιαλισμού, με χαρακτηριστικό σημείο οπορτουνιστικής στροφής το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1956. Το γεγονός ότι «η όλο και μεγαλύτερη ανάμειξη των στοιχείων της αγοράς στην άμεσα κοινωνική παραγωγή του σοσιαλισμού την αποδυνάμωνε. Οδήγησε σε πτώση της δυναμικής της σοσιαλιστικής ανάπτυξης. Ενισχύθηκε το βραχυπρόθεσμο ατομικό και ομαδικό συμφέρον (με αύξηση της διαφοροποίησης του εργασιακού εισοδήματος μεταξύ των εργαζομένων σε κάθε επιχείρηση, αυτών και του μηχανισμού διεύθυνσης, μεταξύ διαφορετικών επιχειρήσεων) σε βάρος των γενικών κοινωνικών συμφερόντων. Δημιουργήθηκε στην πορεία το κοινωνικό έδαφος για να ανδρωθεί και να επικρατήσει, τελικά, η αντεπανάσταση με όχημα την περεστρόικα».6

Σήμερα, φυσικά, οι αντικειμενικές συνθήκες στην Ελλάδα είναι σημαντικά διαφορετικές από αυτές στην προεπαναστατική Ρωσία ή στη Σοβιετική Ενωση της δεκαετίας του 1920. Η σημαντική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στο πλαίσιο του καπιταλισμού εξασφαλίζει μια βιομηχανική παραγωγική βάση που θα μπορεί να τροφοδοτήσει, σε συνθήκες εργατικής εξουσίας, με πολύ μεγαλύτερη επάρκεια τις ανάγκες της εκμηχανισμένης και συλλογικά οργανωμένης μεγάλης αγροτικής παραγωγής. Η αγροτιά συνιστά ένα συντριπτικά μικρότερο ποσοστό του πληθυσμού. Επιπλέον, όπως τονίζεται και στο Πρόγραμμα του ΚΚΕ, «η ελληνική πραγματικότητα δεν απαιτεί αναδιανομή της γης. Οι μη κατέχοντες γη καλλιεργητές θα εργάζονται στις σοσιαλιστικές μονάδες αγροτικής, γεωργικής και κτηνοτροφικής παραγωγής. Το μέτρο της κοινωνικοποίησης της γης αποκλείει τη δυνατότητα συγκέντρωσης της γης, την αλλαγή χρήσης και εμπορευματοποίησή της από τους ατομικούς ή συνεταιρισμένους αγροτοπαραγωγούς».

Παραπομπές:

1. Χ. Κεφαλής, «Η επαναστατική σκέψη και το έργο του Λένιν»

2. Β. Ι. Λένιν, «Πολιτική Εκθεση Δράσης της ΚΕ του ΚΚΡ (μπ.)», Απαντα, τόμος 45, σελ. 86, 413.

3. Β. Μολότοφ, εισήγηση στο 15ο Συνέδριο.

4. «Εκτιμήσεις και συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα με επίκεντρο την ΕΣΣΔ. Η αντίληψη του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό», Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ.

5. Β. Ι. Λένιν, «Εξι θέσεις για τα άμεσα καθήκοντα της Σοβιετικής εξουσίας», Απαντα, τόμος 36, σελ. 278.

6. Οπως στο 4.


Του Βασίλη ΟΨΙΜΟΥ*
*Ο Βασίλης Οψιμος είναι μέλος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ


Ριζοσπάστης

Πλευρές της ιστορίας της Κατοχής μέσα από γερμανικά αρχεία

Καθώς η αστική ιστοριογραφία γίνεται όλο και αντιδραστικότερη, απομακρυνόμενη ακόμα και από τον «ορθό λόγο» των ιδεολογικών προγόνων της, συνηθίζει πλέον να απομακρύνεται ακόμα και από τις ιστορικές πηγές, για να δίνει ευκολότερα τις δικές της αυθαίρετες ερμηνείες στα ιστορικά δρώμενα. Σε τέτοιες συνθήκες, η κάθε επιστημονική και εκδοτική δραστηριότητα που αποβλέπει στην πλατύτερη διάδοση πρωτογενών ιστορικών πηγών, μόνο ευπρόσδεκτη μπορεί να είναι, καθώς διευκολύνει την αξιοποίησή τους από περισσότερο κόσμο, στην προσπάθειά του να προσεγγίσει την ιστορική αλήθεια.
Μια τέτοια περίπτωση είναι και ένα από τα τελευταία αποκτήματα της Βιβλιοθήκης του Επιμορφωτικού Κέντρου της ΚΕ του ΚΚΕ «Χαρίλαος Φλωράκης», το δίτομο έργο του καθηγητή Ιστορίας Θανάση Χρήστου, με τίτλο «Ο ρόλος των νέων στο μέτωπο, την κατοχή και την αντίσταση (1940-1944)», που αναδημοσιεύει και μεταφράζει επίσημες γερμανικές πηγές, που αφορούν στις ελληνογερμανικές σχέσεις κατά την περίοδο 2/2/1941 – 4/6/1941, δηλαδή από τις παραμονές της επίσημης κήρυξης του πολέμου κατά της Ελλάδας από το γερμανικό φασισμό (αυγή της 6ης Απρίλη 1941) έως τη διευθέτηση των ζωνών κατοχής ανάμεσα σε Γερμανία, Ιταλία και Βουλγαρία.
Παρά τις επιφυλάξεις, ακόμα και τις σοβαρές διαφωνίες που θα μπορούσε να έχει κανείς με τις ερμηνείες του προλόγου και της εισαγωγής αυτού του πονήματος, η παρουσίαση στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό συγκεντρωμένων γερμανικών αρχείων, αυτούσια και μεταφρασμένα, έχει μια ξεχωριστή αξία.
Σπάνιο αρχειακό τεκμήριο
Ο πρώτος τόμος, με τον υπότιτλο «Τα πολιτικοστρατιωτικά τεκμήρια» (Αθήνα 2016) θέτει στη διάθεση του αναγνώστη ένα όχι πολύ γνωστό αρχειακό τεκμήριο, το «Πολεμικό ημερολόγιο της διοίκησης των γερμανικών στρατευμάτων στην Ηπειρο (73η Μεραρχία Πεζικού) από 21/4/41 έως 11/5/41», που φυλάσσεται στο Ομοσπονδιακό Στρατιωτικό Αρχείο της Γερμανίας (Φράιμπουργκ). Αφορά δηλαδή στην περίοδο της άνευ όρων παράδοσης των ελληνικών μεραρχιών Ηπείρου και Μακεδονίας – Θράκης, με πρωτεργάτη τον στρατηγό και (αμέσως μετά) πρώτο δοτό κατοχικό πρωθυπουργό Τσολάκογλου, έως την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων από την Ηπειρο και την παράδοσή της στις ιταλικές κατοχικές δυνάμεις.
Το ημερολόγιο επιβεβαιώνει και αυτό παλιότερες μαρτυρίες και εκτιμήσεις για την εγκατάλειψη των Ελλήνων στρατιωτών στην τύχη τους και τις χαώδεις συνθήκες που συνάντησαν κατά την άτακτη προσπάθεια επιστροφής στις εστίες τους, μόλις οι στρατηγοί του μετώπου προέβησαν στην άνευ όρων παράδοση. Οι Γερμανοί στρατιωτικοί τόνιζαν επανειλημμένως, όπως π.χ. στο έγγραφο 11, ότι «…η ελληνική αρχηγεία αντιμετωπίζει τις υπάρχουσες δυσκολίες με απάθεια. Δεν διαθέτει ούτε τη θέληση μήτε το κύρος για να επιβληθεί».
Πλευρές της ιστορίας της Κατοχής μέσα από γερμανικά αρχεία
Ο Τσολάκογλου ανάμεσα σε Γερμανούς αξιωματικούς στην Αθήνα κάτω από τη γερμανική σημαία
Καταγράφει επίσης λεπτομερώς τις στρατιωτικές διαβουλεύσεις και ενέργειες που σχετίζονται με το πέρασμα της ελληνικής επικράτειας δυτικά της Πίνδου στις ιταλικές δυνάμεις κατοχής.
Αξίζει να αναφερθούν ιδιαίτερα δύο φράσεις από ξεχωριστές αναφορές: Η πρώτη προέρχεται από επιστολή του Τσολάκογλου προς τον Γερμανό στρατηγό Μπίλερ (έγγραφο 9), όπου αυτοπροτείνεται για δοτός πρωθυπουργός και τελειώνει με την εξής φράση: «Υποσχόμαστε στην Αυτού Εξοχότητα, το Φύρερ του γερμανικού λαού, να υπηρετήσουμε την ακολουθούμενη από αυτόν κατεύθυνση».
Η δεύτερη προέρχεται από επιστολή που απευθύνεται επίσης στον …«αξιότιμο κύριο στρατηγό Μπίλερ», αλλά αυτήν τη φορά από τον Μητροπολίτη Ιωαννίνων Σπυρίδωνα, που παρουσιάζει το Χίτλερ ως τον «μεγάλο Αρχηγό του γερμανικού λαού», «φορέα του ελληνικού πνεύματος και του ελληνικού πολιτισμού» (!!!). Αυτός ο ιεράρχης μαζί με πάρα πολλούς ομοίους του όχι μόνο διατήρησε τα εκκλησιαστικά του αξιώματα μετά τον πόλεμο, αλλά και «ξήλωσε» τους λίγους ανώτερους ιεράρχες που τάχθηκαν με τη λαϊκή πάλη, ενώ προήχθη σε αρχιεπίσκοπο.
Σημαντικά και άγνωστα έγγραφα
Ο δεύτερος τόμος, με υπότιτλο «Τα διπλωματικά τεκμήρια» (Αθήνα 2017), περιέχει τμήμα του γερμανικού Πολιτικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικών του Βερολίνου, που σχετίζεται με την αλληλογραφία της γερμανικής πρεσβείας στην Αθήνα, από τις παραμονές της εισβολής των χιτλερικών στρατευμάτων, και πιο συγκεκριμένα από τις 2/4/1941, έως και την αγγελία αποχώρησης της σοβιετικής πρεσβείας από την Αθήνα (4/6/1941).
Σε αυτόν τον τόμο επιβεβαιώνονται πλήρως και τα έγγραφα που παρουσίασε πριν πολλές δεκαετίες ομάδα ερευνητών με επικεφαλής τον Βάσο Γεωργίου στο 6τομο έργο «Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης» (εκδ. «Αυλός», τόμος 1ος, Αθήνα 1979, σελ. 103-105). Μόνο που σε εκείνο το έργο, ενώ παρουσιάζονταν εκτενή αποσπάσματα από τα τηλεγραφήματα της γερμανικής πρεσβείας, δεν αναφερόταν ποιο αρχειακό ίδρυμα κατείχε αυτά τα έγγραφα.
Τα πλήρη έγγραφα που μας γνωστοποιεί το βιβλίο του Θ. Χρήστου ισχυροποιούν την προγενέστερη εκτίμηση, ότι ακόμα και μετά την κήρυξη του πολέμου, συμπεριφέρονταν «οι Γερμανοί της Αθήνας όπως στο σπίτι τους…», καθώς ο Γερμανός πρέσβης Πρίγκιπας του Ερμπαχ – Σένμπεργκ «…βρισκόταν σα στο σπίτι του, στην ιδιωτική κατοικία του και συνέχιζε να επικοινωνεί με το Βερολίνο και μετά την κήρυξη του γερμανικού πολέμου εναντίον της Ελλάδας, σα να μην είχε συμβεί τίποτε!».
Στα σημαντικά και λιγότερο γνωστά έγγραφα του τόμου αυτού συγκαταλέγεται η πλήρης γερμανική διακοίνωση, με την οποία ο γερμανικός φασισμός προφασιζόταν ότι εισβάλλει στην Ελλάδα μόνο και μόνο για να εκδιώξει τα βρετανικά στρατεύματα και να επαναφέρει την Ελλάδα σε στάτους ουδετερότητας!
Αξιοσημείωτη είναι και η έμμεση πληροφορία που δίνει το έγγραφο 33 για την άμεση έλευση της ομάδας Κίνσμπεργκ (21/4/1941), σχεδόν ταυτόχρονα με τα γερμανικά στρατεύματα. Η εν λόγω ομάδα ήταν τυπικά υπεύθυνη για την ανεύρεση και συγκέντρωση οποιωνδήποτε διπλωματικών εγγράφων ξένων δυνάμεων από τις χώρες που κατακτούσε ο γερμανικός φασισμός, ατύπως όμως υπεύθυνη και για τη συγκέντρωση των αξιόλογων έργων τέχνης.
Το ότι ο Τσολάκογλου δεν ήταν ο μόνος «διαθέσιμος» από το ελληνικό αστικό στρατόπεδο, φαίνεται από το έγγραφο 47, όπου και ο τότε νομάρχης Αττικοβοιωτίας Κωνσταντίνος Πετζόπουλος παρακαλεί να διοριστεί πρωθυπουργός! (Παρεμπιπτόντως, η μετάφραση του συγκεκριμένου εγγράφου αλλά και μερικών άλλων χρειάζεται σημαντική βελτίωση…).
Θα μπορούσε κανείς να αναφέρει πολλά ακόμα έγγραφα από αυτούς τους τόμους, που αξίζουν την προσοχή του αναγνώστη, λόγω όμως του περιορισμένου διαθέσιμου χώρου, το σημείωμα αυτό δεν μπορεί να κλείσει χωρίς την επισήμανση ότι ήδη από τις πρώτες μέρες της Κατοχής, τόσο οι στρατιωτικές όσο και οι διπλωματικές ναζιστικές υπηρεσίες έχουν επίγνωση των «κινδύνων» που θα προκαλούσαν τόσο η τριχοτόμηση της Ελλάδας όσο και η λιμοκτονία του ελληνικού λαού, που αυτές οι υπηρεσίες έβλεπαν ήδη από τότε τον ερχομό της!

Η Αχρεία Τριάδα κακοποιεί τα δικαιώματα των Παλαιστινίων


Η Αχρεία Τριάδα κακοποιεί τα δικαιώματα των Παλαιστινίων
Print Friendly, PDF & Email

ΚΚ Ισραήλ – Χαντάς: Η Αχρεία Τριάδα κακοποιεί τα δικαιώματα των Παλαιστινίων

Την προκλητική απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να αναγνωρίσει την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του κράτους του Ισραήλ καταγγέλλουν εκ νέου το κομμουνιστικό Κόμμα Ισραήλ και το «Δημοκρατικό Μέτωπο για την Ειρήνη και την Ισότητα» («Χαντάς»).
Οι Ισραηλινοί κομμουνιστές μετά την κοινή δήλωση με τα Κομμουνιστικά Κόμματα της Παλαιστίνης, έβγαλαν νέα ανακοίνωση την οποία παραθέτουμε ολόκληρη:
ΚΚ Ισραήλ – Χαντάς: Η Αχρεία Τριάδα κακοποιεί τα δικαιώματα των Παλαιστινίων
Η Αχρεία Τριάδα κακοποιεί τα δικαιώματα των Παλαιστινίων«Το ΚΚ Ισραήλ και το «Χαντάς» καταδικάζουν έντονα και κατηγορηματικά την ανακοίνωση του Προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ για την Ιερουσαλήμ, μια δήλωση που αρνείται εντελώς τα δικαιώματα του λαού της Ιερουσαλήμ και της Παλαιστίνης.
Η δήλωση Τραμπ είναι το αποτέλεσμα της ανίερης τριμερούς συμμαχίας μεταξύ της κυβέρνησης των ΗΠΑ, της ισραηλινής κυβέρνησης και των αντιδραστικών αραβικών καθεστώτων
και των κλιμακούμενων συνωμοσιών τους ενάντια στα δίκαια δικαιώματα του αραβικού παλαιστινιακού λαούμε κυριότερο το δικαίωμά του στην αυτοδιάθεση σε ένα ανεξάρτητο κράτος με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ, σύμφωνα και με τα ψηφίσματα του ΟΗΕ.
Οι θέσεις αυτής της συμμαχίας δεν ήταν ποτέ σαφέστερες ή κατάφωρα φανερές από τώρα, τόσο στο πλαίσιο του παλαιστινιακού ζητήματος, όσο και για τις συνολικές εξελίξεις στην περιοχή.
Η δήλωση του Τραμπ αποδεικνύει μόνο όσα έχουμε πάντα υποστηρίξει:
Οι ΗΠΑ είναι μέρος του προβλήματος κι όχι η λύση στη σύγκρουση μεταξύ του Ισραήλ και της Παλαιστίνης.
Προκειμένου να βελτιωθεί αυτή η άσχημη κατάσταση, η πόρτα πρέπει τώρα να ανοίξει ορθάνοικτα ώστε η διεθνής κοινότητα να διαδραματίσει ένα βασικό ρόλο με την προώθηση μιας πολιτικής διαδικασίας βασισμένης στα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών που υιοθέτησαν οι περισσότερες χώρες κι η συντριπτική πλειοψηφία των λαών.
Η Αχρεία Τριάδα κακοποιεί τα δικαιώματα των ΠαλαιστινίωνΗ Δήλωση Τραμπ στην πραγματικότητα δεν έχει κανένα απολύτως πρακτικό σκοπό εκτός από την απόκρυψη των εσωτερικών και εξωτερικών κρίσεων του ιμπεριαλισμού, του σιωνισμού και των αντιδραστικών αραβικών καθεστώτων και της αποτυχίας των σχεδίων τους για την περιοχή.
Προσθέτουμε δε, πως η εξέλιξη αυτή εξυπηρετεί τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου στον αποπροσανατολισμό της ισραηλινής κοινής γνώμης από τις συνεχιζόμενες έρευνες για υποθέσεις διαφθοράς εναντίον του.
Η λαϊκιστική συναίνεση με την οποία οι λεγόμενες «αντιπολιτευτικές» δυνάμεις του Ισραήλ απάντησαν  κοινή δήλωση Τραμπ – Νετανιάχου, αντικατοπτρίζει στην πραγματικότητα την πολιτική χρεοκοπία της σιωνιστικής αντιπολίτευσης και την ανικανότητά της να προσφέρει μια πραγματική εναλλακτική λύση στην κατοχή και στην πολιτική του εποικισμού και καταδεικνύει την απόλυτη απόρριψή μιας δίκαιης ειρήνης από την πλευρά τους.
Τώρα είναι η ώρα να υψωθεί η φωνή διαμαρτυρίας σε ολόκληρο τον κόσμο, κατά αυτών των πολιτικών και των ηγεσιών τους, συμπεριλαμβανομένης της φωνής των πραγματικά φιλειρηνικών δυνάμεων μέσα στο Ισραήλ.
Η Αχρεία Τριάδα κακοποιεί τα δικαιώματα των Παλαιστινίων
Το ΚΚΙ και το «Χαντάς» καλούν όλες τις αντικατοχικές δυνάμεις, τους Άραβες και τους Εβραίους να συνεργαστούν για να προωθήσουν τη μόνη λύση που μπορεί να υπερασπιστεί τα δικαιώματα και το αίμα των δύο λαών:
Ο τερματισμός της κατοχής και η ίδρυση ενός ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους βασισμένου στα σύνορα της 4ης Ιούνη 1967 με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ, δίπλα στο Ισραήλ, με πρωτεύουσα τη Δυτική Ιερουσαλήμ.»
11 Δεκέμβρη 2017,
The Communist Party Of Israel
Μετάφραση: Ροβεσπιέρος

TOP READ