31 Μαΐ 2018

Το κίνημα του ΙΔΕΑ 1951-Πρόβες πραξικοπήματος

Τα ξημερώματα της 30ης προς 31η Μάη 1951σημειώθηκε απόπειρα πραξικοπήματος από τον ΙΔΕΑ, τον Ιερό Δεσμό Ελλήνων Αξιωματικών. Το κίνημα αυτό τελικά δεν οδήγησε σε δικτατορία, κυρίως λόγω της παρέμβασης του στρατάρχη Αλέξανδρου Παπάγου, στο όνομα του οποίου είχε εκδηλωθεί. Υπήρξε όμως “πρόβα τζενεράλε” για το πραξικόπημα που θα ακολουθούσε 16 χρόνια μετά, καθώς υπήρξε φυτώριο πολλών εκ των πρωταγωνιστών της χούντας των συνταγματαρχών, ανάμεσα τους και του Γεωργίου Παπαδόπουλου.
Οι ρίζες του ΙΔΕΑ εντοπίζονται μεταξύ ακροδεξιών αξιωματικών του στρατού της Μέσης Ανατολής κατά το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, ειδικότερα μεταξύ των συμμετεχόντων στην ΕΝΑ (Ένωση Νέων Αξιωματικών), αποτελούμενη κυρίως από κατώτερους αξιωματικούς. Οριστική μορφή πήρε ο ΙΔΕΑ μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας το 1944, προκύπτοντας ως ένωση διαφόρων προσώπων και οργανώσεων με ρητό στόχο την καταπολέμηση μέχρις εσχάτων του κομμουνισμού. Διακηρυγμένος στόχος του ΙΔΕΑ ήταν η επιβολή δικτατορίας της ίδιας της οργάνωσης, με το στρατό να εμφανίζεται ως απόλυτη πηγή εξουσίας και εγγυητής των εθνικών συμφερόντων, χαρακτηριστική είναι η απουσία της αναφοράς στη μοναρχία, ενδεικτική αντιθέσεων εντός του κυριάρχου συστήματος εξουσίας. Η μύηση γινόταν με συγκεκριμένους συνωμοτικούς κανόνες, ενώ η επιρροή από τα φασιστικά κόμματα αντανακλάται και στην ίδια την ονομασία των οργάνων του, “δέσμες” (κατά τα φασιστικά “fasci”). H οργάνωση άρχισε να εξαπλώνεται ραγδαία κυρίως στα χρόνια του εμφυλίου, ενώ από νωρίς άρχισε να έρχεται σε επαφή με πολιτικούς, υποβάλλοντάς τους τις απόψεις του. Ενδεικτικό της αυτοπεποίθησης του ΙΔΕΑ είναι έγγραφο που δημοσιεύτηκε το 1951, στο οποίο ο συνταγματάρχης Γωγούσης πρότεινε στη Διοκούσα επιτροπή του ΙΔΕΑ τη σύσταση ειδικής υπηρεσίας πολιτικών δολοφονιών κατά εχθρών της οργάνωσης και “εθνοπροδοτών”.
Το παρασκήνιο του κινήματος αφορούσε την υποβόσκουσα κρίση από την άνοιξη του 1951 τουλάχιστον μεταξύ Παλατιού και Παπάγου, ο οποίος είχε στενές σχέσεις με αξιωματικούς του ΙΔΕΑ. Η πρόθεση του στρατάρχη να πολιτευτεί έβρισκε σφόδρα αντίθετο το βασιλιά Παύλο, ωστόσο ο Παπάγος απτόητος υπέβαλε την παραίτησή του στις 30 Μάη 1951, ανοίγοντας έτσι το δρόμο για συμμετοχή τους στις επερχόμενες εκλογές. Ο βασιλιάς εξοργίστηκε τόσο που διέταξε τη σύλληψή του, διαταγή που δεν εκτελέστηκε. Μόλις έγινε γνωστή η παραίτηση Παπάγου, ηγετικά στελέχη του ΙΔΕΑ κατέλαβαν τα γραφεία του ΓΕΕΘΑ και του ΓΕΣ καθώς και άλλα κρίσιμα σημεία στο κέντρο της πρωτεύουσας. Ο στρατάρχης, πληροφορούμενος τα γεγονότα το πρωί της 31ης Μάη, κατέβηκε από το σπίτι του στην Εκάλη στα κατειλημμένα γραφεία, διατάζοντας κάποιες μονάδες να επιστρέψουν στη βάση κι επιπλήττοντας τους επίδοξους πραξικοπηματίες του ΙΔΕΑ, που είχαν δράσει χωρίς τη συναίνεσή του. Ο Παπάγος δεν είχε λόγους να επιθυμεί πραξικόπημα εκείνη τη στιγμή,  εξάλλου και οι ΗΠΑ εκείνη την περίοδο ακόμα προέκριναν κοινοβουλευτικές λύσεις για την Ελλάδα, έστω και σε πιο δεξιά κατεύθυνση, καθώς το κεντρώο πείραμα μετά τον εμφύλιο έδειχνε να εξαντλεί σταδιακά τη δυναμική του. Παράλληλα, ο στρατάρχης έδειχνε σε όλους πως αρκούσε μια παρέμβασή του για να αποσοβηθεί το πραξικόπημα, κάτι που αποδείκνυε πως είχε το στράτευμα υπό τον πλήρη ελεγχό του, δίνοντας το μήνυμα ότι δε θα δίσταζε να προσφυγεί σε αυτό υπό διαφορετικές συνθήκες. Εξάλλου, κατά τις ανακρίσεις και τις καταδίκες που ακολούθησαν για εσχάτη προδοσία μελών του ΙΔΕΑ, ο Παπάγος άσκησε όλη του την επιρροή ώστε να δοθεί αμνηστία στους κατηγορούμενους συνωμότες, όπως και έγινε πράγματι επί Πλαστήρα, ενώ μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας από πλευράς του το 1952, επανέφερε τους αποταχθέντες εκ νέου στο στράτευμα. Έκτοτε, οι συνωμότες θα λάμβαναν πάλι επίκαιρες θέσεις στην καρδιά του κράτους, πάντα στο όνομα του “αντικομμουνιστικού αγώνα”. Ο δρόμος για την εκτροπή, πετυχημένα αυτή τη φορά, θα αποδεικνυόταν χωρίς επιστροφή.

Μπαράζ Ισραηλινών επιδρομών στη Λωρίδα της Γάζας

        


Σε νέα επικίνδυνη κλιμάκωση της βίας προχωρούν τα τελευταία 24ωρα οι ισραηλινές κατοχικές αρχές στη Λωρίδα της Γάζας, με αφορμή τη ρίψη μερικών οβίδων όλμων προς το Ισραήλ, επαναφέροντας μνήμες από το σκηνικό πολέμου που στήθηκε το καλοκαίρι του 2014.
Ισραηλινά και διεθνή ΜΜΕ μετέδωσαν πως το προηγούμενο 24ωρο ισραηλινά μαχητικά αεροσκάφη και άρματα μάχης πραγματοποίησαν 32 επιδρομές σε τουλάχιστον επτά περιοχές της Λωρίδας της Γάζας, οι περισσότερες εκ των οποίων φέρεται πως ήταν «υποδομές της “Χαμάς” και της “Τζιχάντ”». Οι πρώτες πληροφορίες για τις ισραηλινές επιθέσεις ανέφεραν τον τραυματισμό τριών Ισραηλινών στρατιωτών και υλικές ζημιές.
Ο ταξίαρχος Ρόνεν Μανέλης, μιλώντας ως εκπρόσωπος Τύπου του ισραηλινού στρατού, δήλωσε πως «εξετάζεται ευρεία γκάμα σεναρίων» και επέρριψε τις ευθύνες για τις ισραηλινές επιδρομές στο «μπαράζ όλμων» από τα παλαιστινιακά εδάφη, που όπως είπε προκάλεσε τον ελαφρύ τραυματισμό πέντε ατόμων.
Παράλληλα, ο Ισραηλινός Πρόεδρος Ρέουβεν Ρίβλιν απείλησε: «Είμαστε αποφασισμένοι να προστατεύσουμε τα σύνορά μας, την καθημερινή μας ζωή και τη ζωή των πολιτών μας και να καταστρέψουμε αυτούς που εύχονται το κακό μας…». Μέσα σε αυτό το κλίμα έντασης, ανακοινώθηκε πως ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπέντζαμιν Νετανιάχου, θα μεταβεί στις 5 και 6 Ιούνη σε Γερμανία και Γαλλία, με στόχο μεταξύ άλλων να ασκήσει πιέσεις κατά της υποστήριξης που δείχνουν να παρέχουν οι δύο χώρες στη διεθνή συμφωνία του 2015 για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, παρά την πρόσφατη αποχώρηση των ΗΠΑ.

Επίσης, προχθές το απόγευμα, πλοία του ισραηλινού Πολεμικού Ναυτικού αναχαίτισαν – σε απόσταση περίπου 12 ναυτικών μιλίων ανοιχτά των ακτών της Γάζας – αλιευτικά σκάφη που επιδίωκαν το σπάσιμο του 11χρονου καταστροφικού εμπάργκο το οποίο έχουν επιβάλει στη Λωρίδα της Γάζας Αίγυπτος και Ισραήλ. Τα αλιευτικά μετέφεραν 22 Παλαιστίνιους φοιτητές και καρκινοπαθείς, που επιχειρούσαν να φτάσουν για θεραπεία στην Κύπρο αλλά εμποδίστηκαν από τους Ισραηλινούς και οδηγήθηκαν στη ναυτική βάση Ασντόντ και πίσω στη Γάζα.

Τόμας Μίντσερ-Ο επαναστάτης Μεταρρυθμιστής


Ανάμεσα στις κοσμοϊστορικές μορφές που ανέδειξε ο 16ος αιώνας, ο αιώνας της Θρησκευτικής Μεταρρύθμισης, εκείνη του  θεολόγου Τόμας Μίντσερ ήταν χωρίς αμφιβολία η ριζοσπαστικότερη όλων, κάτι που έκανε και τον Φρήντριχ Ένγκελς να τον αναγνωρίσει στο έργο του “Ο πόλεμος των χωρικών”, ως έναν πρόδρομο των μεγάλων επαναστατών που ακολούθησαν. Σε αντίθεση με το Λούθηρο, ο οποίος έκανε ό,τι μπορούσε για να κλείσει τους κοινωνικούς ασκούς του αιόλου που είχαν αναδείξει οι διδασκαλίες του, ο Μίντσερ προσπάθησε να εμβαθύνει το κοινωνικό της περιεχόμενο, θεωρώντας το εξάλλου αδιάσπαστα συνδεδεμένο με το θεολογικό.
Λίγα είναι γνωστά για τα πρώτα χρόνια της ζωής του Μίντσερ, που κατάγεται πιθανά από οικογένεια της ανερχόμενης αστικής τάξης των γερμανικών πόλεων. Ως χρονολογία γέννησής του θεωρείται το 1489, αλλά τα πρώτα ασφαλή στοιχεία για εκείνον βασίζονται στις εγγραφές του στα πανεπιστήμια της Λειψίας και της Φρανκφούρτης-στον-Όντερ το 1506 και το 1512 αντίστοιχα. Ο ίδιος διέκοψε τις σπουδές του, μεταξύ άλλων λόγω των βιοποριστικών του ενασχολήσεων, πχ. ως βοηθού δασκάλου στην πόλη Ασερσλέμπεν. Χειροτονείται ιερέας σε ενορία του Μπράουνσβάιγκ, όπου συναναστρέφεται με επιφανείς οικογένειες αστών, που είχαν επικριτικές για την εκκλησία θέσεις, τις οποίες ο ίδιος μοιραζόταν κι ενίσχυε, ιδιαίτερα σε σχέση με τα λεγόμενα “συγχωροχάρτια”, δηλαδή την αντί αντιτίμου εξαγορά θείας συγχώρεσης ακόμα και για νεκρούς. Μεταξύ 1515 και 1516 εργάστηκε επίσης ως διεθυντής ιδιωτικού σχολείου, στο οποίο πήγαιναν και γιοι γνωστών του από το Μπράουνσβαϊγκ. Το 1517 και κατά διαστήματα ως το 1519 βρισκόταν στη Βιτεμβέργη, όπου συνάντησε το Λούθηρο, συμμετέχοντας στις συζητήσεις που θα οδηγούσαν στη διατύπωση των 95 θέσεων, της ληξιαρχικής πράξης γέννησης της Μεταρρύθμισης.  Παράλληλα παρακολουθούσε διαλέξεις κλασικών σπουδών στο τοπικό πανεπιστήμιο. Στην πόλη Γίτερμπογκ υπερασπίστηκε το 1519 τον ιεροκήρυκα Φραντς Γκίντερ στη σύγκρουσή του με τους Φραγκισκανούς μοναχούς. Το κήρυγμα του Μίντσερ εκείνη την περίοδο πιστοποιεί πως ήδη οι απόψεις του ήταν πιο αιχμηρές από εκείνες του Λούθηρου. Ως εξομολόγος Κιστερκιανών μοναχών στο Μπόιντιτς είχε την ευκαιρία να μελετήσει συγγράμματα της αρχαίας γραμματείας, αλλά και κείμενα των Πατέρων της εκκλησίας, μυστικιστών, αλλά και έργα της Μεταρρύθμισης.
Το 1520, όταν αναλαμβάνει τη θέση ιεροκήρυκα στο Τσβίκαου, αρχίζει με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση να διαδίδει δημόσια τις ιδέες του, προκαλώντας την αντίδραση των πιστών στον πάπα Φραγκισκανών μοναχών. Αρχικά οι τοπικές εκκλησιαστικές και πολιτικές αρχές τον καλύπτουν, σύντομα όμως βρίσκεται στο στόχαστρο υποψιών περί υποκίνησης ταραχών και εκδιώκεται από τη θέση του. Ο ίδιος εκείνη την εποχή αρχίζει να υπογράφει τις επιστολές του ως “Δούλος των εκλεκτών του Θεού”, κάτι που δείχνει ότι αντιλαμβανόταν το ρόλο του με όρους Αποκάλυψης.
Πηγαίνει στη Βοημία, όπου συντάσσει την επιστολή “Το Μανιφέστο της Πράγας”, όπου καταγγέλλει την έκπτωση της εκκλησίας ήδη από το θάνατο των Αποστόλων και μετά και την αναγκαιότητα ίδρυσης μιας “νέας αποστολικής εκκλησίας”, αρχικά στη Βοημία και μετά σε όλο τον κόσμο. Ο Μίντσερ γνωρίζει νέες διώξεις και εγκαταλείπει την Πράγα το 1521 για να περιπλανηθεί σε σειρά γερμανικών πόλεων. Λίγο πριν το Πάσχα του 1523 γίνεται κήρυκας στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη στο Άλστεντ. Ο ίδιος διεξάγει τη λειτουργία στη γερμανική γλώσσα, ενώ τα λειτουργικά του κείμενα γνωρίζουν μεγάλη διάδοση σε ευρύτερες περιοχές. Η ευρεία ανταπόκριση του κόσμου τον καθιστά και πάλι στόχο συντηρητικών εκκλησιαστικών κύκλων, που δεν κατορθώνουν ωστόσο να πείσουν το τοπικό συμβούλιο και τον πρίγκηπα της Σαξονίας να παρέμβουν εναντίον του. Ο Μίντσερ εκείνη την εποχή για πρώτη φορά προβληματίζεται σοβαρά για τη σχέση του με την κοσμική εξουσία. Σε κήρυγμά του μπροστά στον πρίγκηπα Ιωάννη της Σαξονίας, τον καλεί ως Χριστιανό ηγέτη να προωθήσει το μεταρρυθμιστικό έργο, γιατί αλλιώς θα χάσει το ξίφος (δηλαδή την εξουσία) του.
Όταν το Μάρτη του 1524 καταστράφηκε το παρεκκλήσι του Μάλερμπαχ στο Άλστεντ, η κατάσταση έγινε έκρυθμη, καθώς οπαδοί του Μίντσερ κατηγορήθηκαν για την πράξη, σε μια περίοδο που η πόλη είχε γίνει πόλος έλξης για διωκόμενους προτεστάντες άλλων πόλεων.  Ο Μίντσερ ίδρυσε την “Ένωση για την υπεράσπιση του Ευαγγελίου”, και θεώρησε πως είχε πλέον δικαίωμα αντίστασης στις “άθεες” κοσμικές αρχές. Μετά από ανάκρισή του στη Βαϊμάρη του καιλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, διατάχθηκε να διαλύσει την Ένωσή του και τους τυπογράφους που απασχολούσε. Ο Μίντσερ, νιώθοντας τον κλοιό να στενεύει γύρω του, εγκατέλειψε κρυφά το Άλστεντ λίγες μέρες αργότερα.
Καταφεύγει στην πόλη Μιλχάουζεν, όπου γίνεται ευμενώς δεκτώς ενώ παράλληλα, με αφορμή μια εσωτερική διένεξη των αρχών της πόλης, προτείνει τη δημιουργία ενός νέου τοπικού συμβουλίου “για τη δόξα του Θεού και την ωφέλεια της πόλης”, ενώ παράλληλα συμμετέχει και στη δημιουργία στρατιωτικού συνδέσμου με τίτλο “Αιώνιος Δεσμός του Θεού”. Το κίνημά του αποτυγχάνει και μαζί με έναν ακόμα οπαδό του εκδιώκονται από την πόλη.
Την εποχή εκείνη έχει ήδη ξεσπάσει στα νοτιοδυτικά της χώρας ο πόλεμος των χωρικών, ο ίδιος όμως αρχικά δεν κάνει δημόσιες εμφανίσεις, τυπώνει όμως έργα τα οποία αντιπαρατίθενται κριτικά με τη θεολογία του Λούθηρου, ενώ παράλληλα προειδοποιεί τους πρίγκηπες ότι εξαιτίας της αποτυχίας τους, η εξουσία θα μεταβιβάζονταν στις κοινότητες. Η πρώτη του άμεση επαφή με τον πόλεμο των χωρικών γίνεται στο Κλέτγκαου, χωρίς να είναι όμως γνωστές οι λεπτομέρειες της εμπλοκής του. Το 1525 επιστρέφει ως ιεροκήρυκας στο Μιλχάουζεν, όπου βλέπει τις προτάσεις του πριν την εκδίωξή του να υλοποιούνται με την εκλογή ενός νέου συμβουλίου.
Το κήρυγμα του Μίντσερ βασίζεται στην αντιδιαστολή του “ζωντανού λόγου του Θεού” και των “νεκρών γραμμάτων της Αγίας Γραφής”. Η θεία τάξη είχε διαστρεβλωθεί μετά το προπατορικό αμάρτημα και ο τρόπος ανάκτησης της αληθινής πίστης βρίσκονταν στη μίμηση του Χριστού στα Πάθη του και την ευλάβειά του. Ο άνθρωπος όφειλε να γυρίσει την πλάτη του στους πειρασμούς του κόσμου, την απληστεία των υλικών αγαθών και την αρχομανία. Πίστευε ακράδαντα πως ζει στην “Εποχή της Σοδειάς”, όπου οι άθεοι θα διακρίνονταν από τους εκλεκτούς, για να προετοιμαστεί η Τελική Κρίση και η Βασιλεία του Θεού, ένας κόσμος χωρίς κυριαρχία και εκμετάλλευση. Καθώς οι πρίγκηπες είχαν αποτύχει να προωθήσουν αυτό το σκοπό, ο Θεός χρησιμοποιούσε πλέον ως εργαλείο τους εξεγερμένους χωρικούς, για το λόγο αυτό συνέδεσε τη δράση του με την εξέγερση στη Θουριγγία.
Όταν από την πόλη Φρανκενχάουζεν οι εξεγερμένοι ζήτησαν βοήθεια από το Μίλχαουζεν, ο Μίντσερ μετά από κάποιες αμφιταλαντεύσεις τέθηκε επικεφαλής αποσπάσματος με κατεύθυνση το Φράνκενχάουζεν. Σε ύψωμα γύρω από την πόλη έδειξε στους εξεγερμένους ένα ουράνιο τόξο που ερμήνευσε ως σημάδι ένωσης με το Θεό και κίνητρο για μια μάχη μέχρις εσχάτων με τον πριγκιπικό στρατό. Η αιφνιδιαστική επίθεση του τελευταίου, πιθανότατα παραβιάζοντας την συμφωνημένη εκεχειρία, διέλυσε το μεγαλύτερο μέρος του στρατού των χωρικών, με λίγους μόνους να καταφεύγουν εντός των τειχών της πόλης. Ο Μίνστερ γίνεται γρήγορα αντιληπτός και παραδίδεται στις πριγκιπικές αρχές για ανάκριση. Εκεί βασανίζεται και συντάσσει μια τελευταία επιστολή, στην οποία αναφέρει μεταξύ άλλων ότι στόχος του ίδιου και των συντρόφων του ήταν η εγκαθίδρυση της κοινοκτημοσύνης των αγαθών: “omnia sunt communia”, παρότι ορισμένοι αστοί μελετητές αποδίδουν τη φράση στους αντιπάλους του που ήθελαν να τον παρουσιάσουν ως ακόμα πιο επικίνδυνο ταραχοποιό απ’ό,τι ήταν, επικαλούμενοι την απουσία άλλων αναφορών στο θέμα στα υπόλοιπα έργα του. Βέβαιη πάντως ήταν η προσήλωσή του στην ιδέα της ανάληψης της εξουσίας από τον απλό λαό καθώς και η πίστη του στην κατάργηση της εκμετάλλευσης. Το γεγονός πως αυτό αρθρωνόταν με θεολογικό μανδύα (χωρίς αυτό να σημαίνει πως ήταν προσχηματικός σε επίπεδο προσωπικών πεποιθήσεων) κι όχι ως κάποιου είδος ολοκληρωμένο κοινωνικοπολιτικό πρόγραμμα έχει να κάνει με τους αντικειμενικούς περιορισμούς της εποχής του Μίντσερ, χωρίς να μειώνει τη μεγάλη του παρακαταθήκη για το επαναστατικό κίνημα.
Ο ριζοσπάστης μεταρρυθμιστής εκτελέστηκε σαν σήμερα το 1525 και τα κεφάλια του ίδιου και του συντρόφου του Πφάιφερ έμειναν εκτεθειμένα προς παραδειγματισμό στα τείχη του Μιλχάουζεν για χρόνια ολόκληρα. Το ενδιαφέρον για το Μίντσερ ήταν μεγάλο από τα πρώτα χρόνια μετά το θανατό του, εκτοξεύτηκε όμως μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ιδιαίτερα όταν ο ίδιος έγινε σύμβολο στην ιστοριογραφία της ΓΛΔ. Αν ως το 1945 είχαν εμφανιστεί συνολικά 520 έργα για τη ζωή του, ως το 1975 δημοσιεύτηκαν άλλα τόσα, ενώ από τότε μέχρι σήμερα το ενδιαφέρον όχι απλώς δε μειώνεται, αλλά εντάθηκε ακόμα περισσότερο, φτάνοντας τα 1800, που περιλαμβάνουν από ακαδημαϊκές μονογραφίες μέχρι ποιήματα και μυθιστορήματα. Το 1956 γυρίστηκε και η φερώνυμη ταινία για τη ζωή του στη ΓΛΔ, ενώ το 1989, λίγο πριν την πτώσει του τείχους, εγκαινιάστηκε στο Φρανκενχάουζεν η μεγαλύτερη ελαιογραφία του κόσμου, με τίτλο “Πανόραμα του πολέμου των χωρικών”, από το ζωγράφο Βέρνερ Τίμπκε, με τον Μίντσερ να καταλαμβάνει κεντρική θέση στη σύνθεση.

Η ιστορία…

Η ιστορία, αποχτά περιεχόμενο κι αξία, όταν καταγράφει με σαφήνεια και με πιστότητα τον άγιο μόχθο των άοκνων δουλευτών της γης κι όταν αποτυπώνει το αίμα, τη θυσία  και τον ακαταπόνητο  αγώνα των προλετάριων, γιατί μόνο τότε, με τη δημιουργική κι ενσυνείδητη στάση της, μπορεί να θεμελιώσει την έμπνευση και την αποφασιστικότητα, μπορεί να γίνει αφετηρία και νέα διαδρομή, μπορεί να εμφυσήσει ένα καινούριο αίσθημα ευθύνης στο μεροδουλευτή και στον ξωμάχο, μπορεί να εμπνεύσει μια σκέψη αυθεντική και μια  ιδέα γνήσια,… στοιχεία καθοριστικής σημασίας  για την αγωγή, τη μόρφωση και τη διαπαιδαγώγηση των νέων, άπειρων, αμύητων, και ανεκπαίδευτων γενεών…    
Κι ο μυημένος  άνθρωπος, θα δυνηθεί να βηματίσει πιο πέρα από τις ψευδαισθησίες που τροφοδοτούσαν μέχρι χτες  την ανυπόληπτη φιλοδοξία του, αφού πλέον θα διαισθανθεί   σύντονα το ιερό ρίγος της φωτιάς, την πράξη της αφοσίωσης και της πίστης στον άνθρωπο να ανάβουν  στα ματωμένα σπλάχνα του και τότε,  θα συμμεριστεί  την ανάγκη να μεταβεί από το ατομικό όφελος στο συλλογικό συμφέρον, από την υποκειμενική ψευδαίσθηση στην αντικειμενική ηδύτητα, από την ελάχιστη προσωπική ηδονή  στη  ζωτική και κορυφαία ευτυχία της άγιας σύναξης των ανθρώπων και των άστρων…  Και θα συνεργήσει ανυπερθέτως, για να εδραιωθεί εκείνο το πρότυπο που  θα γκρεμίσει τα κραταιά τείχη για να πορευτεί ανεμπόδιστα από το μερικό που μας καταποντίζει στο καθολικό που μας εξυψώνει ως εκεί που αγάλλονται οι ανόθευτοι  κι οι ανάλλαχτοι ορίζοντες…
Κι η αδιαφορία του χαρακτήρα του θα μεταμορφωθεί κι αυτή σε ενεργό ενδιαφέρον και σε συνεχή φροντίδα, που θα τον παρακινήσουν να υπερασπιστεί το συλλογικό ανθρώπινο πόνο, που θα τον παροτρύνουν να επιδείξει ιδιαίτερη σημασία και βαρύτητα γι’ αυτό που υπάρχει και που πρέπει να τεθεί σε ισχύ για να βελτιωθεί ηθικά, να εκπολιτιστεί  και να ανθρωπέψει η ιστορική πορεία του ανθρώπινου γένους…
Η ιστορία, όταν είναι ζωντανή και εναργής, αναπτύσσεται κι ανασυντάσσεται, θέτει καινούριους προβληματισμούς κι αξιώνει νέες αξιολογήσεις, προκειμένου να χαραχτεί η άλλη προοπτική που θα ενδυναμώσει τα φαινόμενα, που θα ρίξει άπλετο φως στις λεπτομέρειες  που συνθέτουν τα γεγονότα, που θα φανερώσει σ’ όλα τα βλέμματα τις ενεργές κι αποφασιστικές  στιγμές, αυτές που εξωθούν τους λαούς να ενστερνιστούν άλλες κοινωνικές, πολιτικές και φιλοσοφικές αντιλήψεις, για να ασπαστούν εντέλει άλλες ιδεολογίες και αρχές…
Κανένας θεός δε μπορεί να  εξαπατήσει τη ζωική φύση και την ύλη του σύμπαντος, κανένας άνθρωπος δε μπορεί να διασπείρει αμφιβολίες για τη θετική έκβαση των πραγμάτων, όταν οι αρετές των όντων της δημιουργίας  είναι προσηλωμένες στα ευγενικά ιδανικά της  συντροφικότητας, της αδερφοσύνης, της αμοιβαίας υποστήριξης και της ανθρωπιάς…

Ας ομοφρονήσουμε κι ας επικροτήσουμε επιτέλους την αρωγή, την ευεργεσία και την φιλανθρωπία των διαχρονικών αξιών της ζωής κι ας υπηρετήσουμε με αδιάσειστη  πίστη το καταλυτικό  περιεχόμενο και την επαναστατική ουσία τους…    

Κάθε ιστορική περίοδος, έχει τα δικά της χαρακτηριστικά γνωρίσματα, τα δικά της μυστικά, δομικά στοιχεία… Κι εμείς,  οι πολύπαθοι κι οι δεινοπαθούντες, είμαστε υποχρεωμένοι να τα ερευνήσουμε προσεκτικά και  να τα προσδιορίσουμε επαρκώς, για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε δυναμικά κι αποτελεσματικά, τη βραδύτητα, τη χαλάρωση την κατάπτωση και τον εκφυλισμό, τους εθιστικούς παράγοντες που μας περιστοιχίζουν και θέτουν σε άμεσο κίνδυνο  την ίδια μας την ύπαρξη,…

Έτσι ώστε να ενισχυθεί και να ισχυροποιηθεί  η δική μας θέση κι άποψη, για να θεμελιωθεί δίχως αναβολή η περιζήτητη ισότητα, η προσοδοφόρα ελευθερία και η ευοίωνη δικαιοσύνη που αντιστοιχούν στη λαμπρότητα και στη δύναμη των φτερών της ψυχής μας, για να κυριαρχήσει και να ηγεμονεύσει στην πλάση ο άγραφος ηθικός νόμος, της αξίωσης, της διόρθωσης, της απολαβής,… της κατάκτησης της κορυφαίας ποιότητας ζωής που δικαιούται  ν’ απολαύσει το προνομιούχο γέννημα της γης, ο νοήμων  κι ο διορατικός  άνθρωπος…   

Γκέοργκι Πλεχάνοφ-Ο “άσωτος” πατέρας του ρωσικού μαρξισμού

O Γκεόργκι Πλεχάνοφ ήταν ο “πατέρας” του ρωσικού μαρξισμού, μια πραγματικά εμβληματική φυσιογνωμία στην πρώιμη ιστορία του εργατικού κι επαναστατικού κινήματος της χώρας του, μολονότι μετατοπίστηκε σταδιακά σε συντηρητικότερος θέσεις, καταλήγοντας τελικά στην υποστήριξη του ρωσικού εθνικισμού. Η προσφορά του στη μαρξιστική θεωρία ωστόσο αναγνωρίστηκε στην ΕΣΣΔ, όπου τιμήθηκε για τον πρωτοπόρο ρόλο του, μεταξύ άλλων με τη μετονομασία του Οικονομικού Πανεπιστημίου Μόσχας προς τιμήν του. Ο Πλεχάνοφ γεννήθηκε στις 11 Δεκέμβρη 1856 σε οικογένεια της μεσαίας γαιοκτητικής αριστοκρατίας, ήρθε ωστόσο από νεαρή ηλικία σε επαφή με ριζοσπαστικές ιδέες, συνδεόμενος με τους Ναρόντνικους. Στα 20 του χρόνια υπήρξε ομιλητής της πρώτης εργατικής διαδήλωσης στη χώρα, όπου ανέμιζαν κόκκινες σημαίες. Σχημάτισε την ομάδα “Μαύρη Αναδιανομή”, πρεσβεύοντας μια μορφή αγροτικού σοσιαλισμού, που διακρινόταν από εκείνη των άλλων ναρόντνικων για την έμφαση που έδινε στη συμμαχία με το αναδυόμενο προλεταριάτο των πόλεων.
Το 1880 εξορίστηκε στην Ελβετία, όπου παρέμεινε ως και την επανάσταση του Φλεβάρη του 1917, μελετώντας ενδελεχώς τη μαρξιστική βιβλιογραφία της δυτικής Ευρώπης.
Συμμετείχε στην ίδρυση του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Εργατών το 1883 στη Γενεύη, αναλαμβάνοντας και την ηγεσία του, Μαζί με τα άλλα μέλη της “Ομάδας για την απελευθέρωση της Εργασίας”, έθεσε ως στόχο τη μετάφραση των έργων των Μαρξ κι Ένγκελς στα ρωσικά και την καταπολέμηση των ιδεών των ναρόντνικων, από τους οποίος είχε πλέον αποστασιοποιηθεί. Συνέβαλε ωστόσο σημαντικά και με το δικό του θεωρητικό έργο, το οποίο εξέταζε την εξέλιξη του καπιταλισμού στη Ρωσία και υπογράμμιζε τον κεντρικό ρόλο της εργατικής τάξης στον αγώνα για την απελευθέρωση της ρωσικής κοινωνίας. Πίστευε πως στους ώμους της έπεφτε αρχικά το καθήκον του αστικού εκσυχρονισμού κι εξευρωπαϊσμού της Ρωσίας, που είχε εγκαινιαστεί τον 18ου αιώνα από τον Πέτρο το Μέγα, ενώ στη συνέχεια θα έμπαινε και η προοπτική του σοσιαλισμού.
Ο ηγετικός ρόλος της εργατικής τάξης τονίζεται στο έργο του “Σοσιαλισμός και Πολιτικός αγώνας”, όπου επισημαίνει πως σε αντίθεση με το βιομηχανικό προλεταριάτο, οι χωρικοί δεν ήταν τόσο δεκτικοί στις επαναστατικές ιδέες, κάτι που καθιστούσε πρωταγωνιστές πολιτικά τους εργάτες στον αγώνα για δημοκρατία και σοσιαλισμό. Για να επιτευχθεί αυτό, οι εργάτες έπρεπε να ιδρύσουν το δικό τους κόμμα, αντί να συντάσσονται με τις μεθόδους ατομικής τρομοκρατίας και συνωμοσιών των ναρόντνικων. Προϋπόθεση για μια τέτοια εξέλιξη ήταν η ύπαρξη μιας εργατικής τάξης με συνείδηση του εαυτού της και τα κατάλληλα πνευματικά εφόδια.
Στα επόμενα έργα του έδινε έμφαση στην πρόοδο των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων στη Ρωσία, που θα επέφεραν αναπόφευκτα και ενίσχυση του εργατικού κινήματος. Η αναγκαιότητα πολιτικής οργάνωσης της εργατικής τάξης έμπαινε και πάλι στο επίκεντρο, σε σύμπραξη με το διεθνές σοσιαλιστικό κίνημα. Για το σκοπό αυτό συμμετείχε στο ιδρυτικό συνέδριο της Β’ Διεθνούς στο Παρίσι, όπου απευθυνόμενος κατά των ναρόντνικων είπε: “Το επαναστατικό κίνημα στη Ρωσία θα θριαμβεύσει στη Ρωσία ως εργατικό κίνημα ή δε θα θριαμβεύσει ποτέ”.
Τομή θεωρείται το έργο του “Για την ιστορία της εξέλιξης της μονιστικής αντίληψης της ιστορίας”, ένα έργο που κατά τον Λένιν, “εξέθρεψε μια γενιά Ρώσων μαρξιστών”. Στο βιβλίο αυτό ο Πλεχάνοφ επεσήμαινε πως η Ρωσία είχε μπει αναπότρεπτα στις ράγες της κεφαλαιοκρατικής εξέλιξης μετά την κατάργηση της δουλοπαροικίας το 1861, και ότι η αγροτική κοινότητα θα καταστρεφόταν από τον καπιταλισμό. Αυτό σήμαινε πως η κοινωνική χειραφέτηση δε θα ερχόταν από τους αγρότες, αλλά από το εργατικό κίνημα και τους συμμάχους του.
Η ρήξη Λένιν και Πλεχάνοφ, που είχαν γνωριστεί το 1895 στη Γενεύη και είχαν αναπτύξει μια σχεδόν πατρική σχέση μεταξύ τους, ήρθε το 1900 με αφορμή την ίδρυση της εφημερίδας Ίσκρα, του οργάνου του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Ο Πλεχάνοφ, στοχεύοντας την εδραίωση της επιρροής του στο έντυπο, επέμεινε να είναι έδρα του η Γενεύη, ενώ ο Λένιν σε συμμαχία με τον Ποτρέσοφ κατόρθωσαν να ορίσουν ως τόπο έκδοση το Μόναχο. Η συμπεριφορά του Πλεχάνοφ απέναντι τους πίκρανε τον Λένιν, που χαρακτήριζε τότε τον Πλεχάνοφ “Έκπτωτο είδωλο”. Η ρήξη βάθυνε μετά τη δημοσίευση του “Τι να κάνουμε” το 1902, όταν ο Πλεχάνοφ επέκρινε τον πυρήνα της λενινιστικής σκέψης για το κόμμα νέου τύπου, την έννοια της επαναστατικής πρωτοπορίας και του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού. Θεωρούσε πως έτσι αναιρούνταν η μαρξιστική αρχή πως το είναι καθορίζει τη συνείδηση, δηλαδή οι υλικές συνθήκες εργασίας και διαβίωσης.
Κατά τη διάσπαση του ΣΔΕΚΡ σε μπολσεβίκους και μενσεβίκους τάχθηκε αρχικά με το μέρος τοων πρώτων, ωστόσο τον επόμενο χρόνο ζήτησε από την Κεντρική Επιτροπή του κόμματος να εκδιώξει το Λένιν λόγω “βοναπαρτιστικών τάσεων”. Το 1912 αποκλείστηκε μαζί με άλλους μενσεβίκους από το ΣΔΕΚΡ, ενώ στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου τάχθηκε υπέρ της νίκης της τσαρικής Ρωσίας κατά της αυτοκρατορικής Γερμανίας που θεωρούσε αποκλειστική υπεύθυνη του πολέμου, κάτι που οδήγησε το Λένιν στο να τον κατηγορήσει ως “σοσιαλπατριώτη”. Επέστρεψε στη Ρωσία μετά την επανάσταση του Φλεβάρη, όπου τάχθηκε ενεργά κατά των μπολσεβίκων,μέσω της ομάδας “Γεντίνστβο” που εξέδιδε ομώνυμη εφημερίδα. Αποκαλούσε “παραληρήματα” τις θέσεις του Απρίλη και τον ίδιο το Λένιν “αλχημιστή της επανάστασης”, κάνοντας έκκληση στην κυβέρνηση Κερένσκι για τη λήψη αυστηρών κατασταλτικών μέτρων εναντίον των μπολσεβίκων. Μετά την Οχτωβριανή Επανάσταση πήγε στη Φινλανδία, όπου πέθανε σαν σήμερα από φυματίωση. Τη χρονιά το θανάτου του, το όνομά του περιλήφθηκε στον οβελίσκο του Αλεξάνδρου, τελευταίο στη λίστα μιας σειράς μεγάλων επαναστατών της ιστορίας.

Βολταίρος: «Τσακίστε την αχρεία»!

Στις 21 του Νοέμβρη 1694 γεννήθηκε στο Παρίσι ο Γάλλος συγγραφέας, φιλόσοφος και ιστορικός Βολταίρος. Το πραγματικό του όνομα ήταν Μαρί Φρανσουά Αρουέ κι ο πατέρας του συμβολαιογράφος.
Το 1717 φυλακίστηκε στη Βαστίλη για ένα επίγραμμα που έγραψε εναντίον του αντιβασιλέα. Το 1726 εξορίστηκε στην Αγγλία. Οι εντυπώσεις του απεικονίζονται στα «Φιλοσοφικά γράμματα» (1733), όπου έδειξε ότι το κοινωνικό καθεστώς στην Αγγλία υπερέχει του γαλλικού, όπου κυριαρχεί η απολυταρχία. Η γαλλική βουλή καταδίκασε το έργο να καεί (1734).
Δέκα χρόνια έζησε στον οίκο του μαρκησίου ντυ Σατελέ. Το 1745 ήταν έμπιστος του Λουδοβίκου ΙΕ’ και το 1750 – 53 του βασιλιά Φρειδερίκου Β’ της Πρωσίας. Το 1754 εγκαταστάθηκε κοντά στη Γενεύη, αλλά δεν τον ικανοποιούσε η πρωτοπόρα καλβινική δημοκρατία (Καλβινισμός). Από το 1758 έμεινε στο αγρόκτημα του Φερνέ, στα σύνορα Γαλλίας και Ελβετίας.
Τα λόγια του «τσακίστε την αχρεία» (δηλαδή την Καθολική Εκκλησία), είναι το σύνθημα του Βολταίρου αυτά τα χρόνια. Τα έργα του είναι αφιερωμένα στην πάλη εναντίον της θρησκευτικής αδιαλλαξίας και του σκοταδισμού. Υπερασπιζόταν τα θύματα του θρησκευτικού φανατισμού (υπόθεση Κάλας, 1762). Κατά τη δεκαετία 1760 – 70 παράλληλα με το ιδανικό της πεφωτισμένης δεσποτείας ο Βολταίρος προώθησε το ιδανικό της δημοκρατίας ως τον πιο ορθολογιστικό τύπο κρατικού συστήματος (Δημοκρατικές ιδέες, 1762).
Ο Βολταίρος υπήρξε ο πιο λαμπρός εκφραστής της προοδευτικής κοινής γνώμης της Ευρώπης. Το Φερνέ έγινε τόπος προσκυνήματος. Οι μονάρχες της Ευρώπης ήταν αναγκασμένοι να υπολογίζουν τον Βολταίρο: Η Αικατερίνη Β’, ο Φρειδερίκος Β’, ο Γουσταύος Γ’ κ.ά. επιδίωκαν τη φιλία του. Η επιστροφή του στο Παρίσι το Φεβρουάριο του 1778 μετατράπηκε σε θρίαμβο του συγγραφέα.
Στις φιλοσοφικές αντιλήψεις του ο Βολταίρος ήταν οπαδός του Τζ. Λοκ και του I. Νεύτωνα. Ο Βολταΐρος αν και ερμήνευε υλιστικά τη φύση, δεν ήταν ωστόσο αντίθετος με την ιδέα του Θεού ως πρώτη αιτία, πού έθεσε σε κίνηση την ύλη και της έδωσε την ικανότητα να αισθάνεται και να σκέπτεται. Έβλεπε τη θρησκεία σαν χαλινό ηθικής και κοινωνικής ανάγκης, απαραίτητη για την προστασία της ατομικής ιδιοκτησίας και της κοινωνικής τάξης. Αν και συμπαθούσε το λαό, αισθανόταν φόβο μπροστά στο κίνημα των κατώτερων κοινωνικών τάξεων και αντιλαμβανόταν την κοινωνική αλλαγή ως «επανάσταση εκ των άνω», πραγματοποιούμενη με το μορφωμένο μονάρχη για το συμφέρον του έθνους.
Οι ιστορικές μελέτες: Ο αιώνας του Λουδοβίκου ΙΔ’ (εκδ. 1751 και 1768), Δοκίμιο για τα ήθη του λαού (εκδ. 1 756), Ιστορία της Ρωσικής αυτοκρατορίας επί της βασιλείας του Μεγάλου Πέτρου (εκδ. 1759-63) υπήρξαν σπουδαίος σταθμός στην ευρωπαϊκή ιστοριογραφία. Ο Βολταίρος έδινε ιδιαίτερη προσοχή όχι στους βασιλιάδες και στρατηλάτες, αλλά στην ιστορία των ίδιων των λαών, στα ήθη και έθιμά τους, στον πολιτισμό. Απορρίπτοντας την ιδέα της θείας πρόνοιας, προώθησε την αρχή της προοδευτικής εξέλιξης της ανθρωπότητας, αντιλαμβανόμενος όμως την πρόοδο αφηρημένα και ιδεαλιστικά.
Στην αισθητική και δραματουργία ο Βολταίρος συνέχισε την παράδοση του κλασικισμού του 17ου αιώνα. Στις τραγωδίες του υπάρχει επίκαιρη πολιτική και φιλοσοφική σκέψη. Ενδεικτική είναι η τραγωδία «Φανατισμός» ή «Μωάμεθ ο προφήτης» (1742), όπου οι χαρακτήρες και η υπόθεση υποτάσσονται στην ιδέα της αποκάλυψης του εγκληματικού ρόλου της εκκλησίας και του θρησκευτικού φανατισμού. Οι τραγωδίες «Βρούτος» (γράφτηκε 1730, εκδ. 1731), «Θάνατος του Καίσαρα» (1735) διαπνέονται από τυραννομάχο πνεύμα και προοιωνίζουν τη Μεγάλη Γαλλική Επανάσταση.
Βολταίρος: «Τσακίστε την αχρεία»!
Βολταίρος – Φρανσουά Μαρί Αρουέ (1694-1778)
Άλλη τάση της δραματουργίας του Βολταίρου είναι η υπεράσπιση των φυσικών δικαιωμάτων της ανθρώπινης προσωπικότητας (Ζαΐρα, παίχτηκε το 1732, Αλζίρα ή Αμερικανοί, 1736). Ο «Ταγκρέδος» (παίχτηκε το 1760) συνδέεται με το ενδιαφέρον του για τον Σαίξπηρ. Εδώ ο Βολταίρος χρησιμοποιεί την αρχή της «φύσης» και της «ελευθερίας», αλλά δεν μπορεί να παραδεχθεί τον Σαίξπηρ επειδή τον θεωρεί «μεγαλοφυΐα χωρίς κανόνες», «αγρίμι» που παραβιάζει την καλλιτεχνική ουσία και το μέτρο.
Ο Βολταίρος στο επικό ποίημα «Ερρικιάδα» (1728), αφιερωμένο στο Γάλλο βασιλιά Ερρίκο Δ’ επικρίνει τη φεουδαρχική αναρχία και θεμελιώνει το ιδανικό της πεφωτισμένης δεσποτείας. Οι αρχαίοι θεοί αντικαταστάθηκαν εδώ από τεχνητές αλληγορικές μορφές του φανατισμού, της διχόνοιας, της αγάπης. Στο σατιρικό έπος «Η παρθένος της Ορλεάνης» με ηρωίδα τη Ζαν ντ’ Αρκ, ο Βολταίρος αφαιρεί το φωτοστέφανο από το θρησκευτικό μύθο για την άγια σώτειρα της Γαλλίας και ειρωνεύεται σαρκαστικά τη θρησκεία και τον κλήρο.
Ο λυρισμός του Βολταίρου έχει την κατεύθυνση της ονομαζόμενης «ελαφράς ποίησης», ξεχωρίζει για την εκλεπτυσμένη κομψότητα, όπου εισχωρούν επικούρεια, και κάποτε και αντικληρικά μοτίβα. Πάνω σε αφηρημένα φιλοσοφικά θέματα είναι γραμμένα τα έργα: Συλλογισμοί σέ στίχους για τον άνθρωπο (1738), Ποίημα για το φυσικό νόμο (1756), και Ποίημα για την καταστροφή της Λισσαβώνας (1756), όπου αμφισβητείται η θεωρία του Λάιμπνιτς γιά τήν προκαθορισμένη αρμονία.
Μεγαλύτερη σημασία στην καλλιτεχνική κληρονομιά του Βολταίρου έχουν τα φιλοσοφικά διηγήματα: Τύχη (1748), Μέμνων ή ’Ανθρώπινη Σοφία (1747), Μικρομέγαλος (1752), Πριγκίπισσα της Βαβυλώνας (1768). Το περιεχόμενο αυτών των διηγημάτων δεν είναι η ατομική ζωή των ηρώων, αλλά η φιλοσοφική ιδέα η οποία άφορά όλο τον κόσμο, τα προβλήματα «παγκόσμιας κακίας». Βασική θέση σε αυτά κατέχει η κριτική του κοινωνικού κατεστημένου ο σατιρικός χλευασμός της Εκκλησίας των δικαστηρίων και της βασιλικής Εξουσίας. Απομυθοποιώντας τη φιλοσοφία της αισιοδοξίας (ιδίως στο έργο Καντίντ (Candide), όπου τώρα βλέπει τη δικαίωση του υπάρχοντος κοινωνικού κακού), ο Βολταίρος δε χάνει την πίστη στή δυνατότητα αλλαγής του κόσμου και η φράση του «πρέπει να καλλιεργήσουμε τον κήπο μας» είναι το φιλοσοφικό συμπέρασμα – σύνθημα για δραστηριοποίηση όλων μαζί και καθενός χωριστά.
Ασκώντας κριτική στα ελαττώματα του πολιτισμού από τη σκοπιά του ανθρώπου της φύσης (κυρίως στο διήγημα Αγαθούλης) ο Βολταίρος δεν καλούσε τους ανθρώπους να γυρίσουν στην απλότητα που χάθηκε πια, όπως ο Ζ. Ζ. Ρουσσώ, αλλά συνέχιζε να στηρίζει ελπίδες στην ανάπτυξη της κοινωνίας. Χρησιμοποιώντας περιπετειώδη τυχοδιωκτική θεματολογία, ανατολίτικη εξωτική, φανταστική, ο Βολταίρος δημιούργησε ιδιαίτερη τέχνη σκέψης, όπου πίσω από τη σύγκρουση προσώπων βρίσκεται η σύγκρουση ιδεών και η ανάπτυξη της υπόθεσης υποτάσσεται στή λογική των φιλοσοφικών θέσεων. Η επίδραση του Βολταίρου στην ανάπτυξη του διαφωτισμού ήταν πολύ σημαντική.
Έφυγε από τη ζωή στις 30 του Μάη 1778.

Υπηκοότητα μόνο για ήρωες και εκλεκτούς-Περί “άξιων” και “ανάξιων” μεταναστών

Αίσθηση έχει προκαλέσει τις τελευταίες μέρες η είδηση ότι 23χρονος μετανάστης χωρίς χαρτιά από το Μάλι έσωσε με κινήσεις “Spiderman” ένα τετράχρονο παιδί που είχε σκαρφαλώσει έξω από το μπαλκόνι του σπιτιού του στο Παρίσι. Ο πρόεδρος Μακρόν υποδέχτηκε το νεαρό στα Ηλύσια Πεδία, δεσμευόμενος πως θα κινηθούν οι διαδικασίες για την πολιτογράφηση του Μαμαντού Γκασαμά, που είχε έρθει με τον αδερφό του από την Αφρική το 2017 και διαμένει σε εστία.
Η υπόθεση, τηρουμένων των αναλογιών, θυμίζει εκείνη της απόδοσης ελληνικής ιθαγένειας στους αδελφούς Αντετοκούμπο, επί κυβέρνησης Σαμαρά το Μάη του 2013, προκειμένου τα δυο μπασκετικά ταλέντα να προσφέρουν τις υπηρεσίες του στην Εθνική Ομάδα. Κανείς φυσικά δε μπορεί να έχει αντίρρηση στο γεγονός αυτό καθ’αυτό της πολιτογράφησης, είτε στη γαλλική είτε στην ελληνική περίπτωση. Είναι όμως πολύ ενδεικτικός ο τρόπος και τα κριτήρια με τον οποίο γίνονται αυτές οι κατ’εξαίρεσιν πολιτογραφήσεις.
Το μήνυμα ουσιαστικά που δίνεται σε ντόπιους και μετανάστες είναι πως υπάρχουν “άξιοι” μετανάστες, με κριτήρια που προσιδιάζουν πολύ στη φιλελέ αντίληψη περί “αριστείας” (σπάνιο αθλητικό ταλέντο, ηρωισμός και φυσική κατάσταση “υπερήρωα”), και ¨ανάξιοι”, οι οποίοι μπορεί μάλιστα να έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει σε μια χώρα, αλλά θα περίμεναν ακόμα πολύν καιρό αν δεν είχαν αυτές τις ιδιότητες που τους καθιστούν ξεχωριστούς από τη μάζα των “ανεπιθύμητων” που βρίσκονται στην ίδια μοίρα. Μπορεί ακόμα να προέρχονται από μια χώρα -το Μάλι -την οποία η άλλοτε αποικιακή κυρίαρχος Γαλλία έχει κάνει και πάλι καλοκαιρινή με παρουσία στρατού από το 2013, αλλά δε θεωρούνται καν πρόσφυγες με δικαίωμα ασύλου, μόνο τους επιτρέπεται να φυτοζωούν αναμένοντας την πιθανή απέλαση, εκτός κι αν αποδείξουν έμπρακτα ότι είναι “ξεχωριστοί”. Χαρακτηριστική είναι εξάλλου η αντίδραση του ακροδεξιού “Εθνικού Μετώπου” στη Γαλλία, που αποδέχεται την πολιτογράφηση του νεαρού, με αντάλλαγμα την απέλαση όλων των “παράνομων” μεταναστών που δεν κάτι μοναδικό να επιδείξουν. Ο ίδιος ο Μακρόν σε συνέντευξη τύπου που ακολούθησε διευκρίνισε πως “Μια εξαιρετική ενέργεια δεν αλλάζει την πολιτική”.
Σκίτσο του Τjeerd Royards
Ουσιαστικά και σε αυτή την περίπτωση έχουμε τη λογική “λαχείου” που διακρίνει γενικά τον καπιταλισμό, ο οποίος υπόσχεται τη γη της επαγγελίας στους λίγους κι εκλεκτούς που θα καταφέρουν να διακριθούν, ως επιχειρηματίες, τραγουδιστές, αθλητές κλπ., με τους “αποτυχημένους” να περιορίζονται σε μια επισφαλή ύπαρξη. Παράλληλα τέτοιες “έκτακτες” πολιτογραφήσεις , λειτουργούν ως πλυντήριο της βαθιά αντιμεταναστευτικής και στον πυρήνα της ρατσιστικής πολιτικής που εφαρμόζει το σύνολο των κυβερνήσεων της ΕΕ, με διάφορες διαβαθμίσεις. Τέλος, εθίζει όλους τους πολίτες, ανεξαρτήτως εθνοτικής προέλευσης, σε λογικές “ευεργετισμού” που παραπέμπουν σε μοναρχικού τύπου καθεστώτα, μαθαίνοντάς τους να είναι ευγνώμονες απέναντι στο κράτος-σωτήρα, κι όχι να επιμένουν στη διεκδίκηση και τη διεύρυνση των δικαιωμάτων τους, είτε είναι επίσημα πολίτες του είτε όχι.
O Μπρεχτ έγραφε κάποτε πως “Αλίμονο στις χώρες που έχουν ανάγκη από ήρωες”. Δεν εννοούσε βέβαια ακριβώς αυτό, αλλά ίσως αν ζούσε να είχε κάτι να πει και για τις χώρες που δέχονται μόνο ήρωες.

Ο Μιχαήλ Μπακούνιν και το μεγάλο σχίσμα στο εργατικό κίνημα

Ο Μιχαήλ Μπακούνιν είναι ίσως η διασημότερη μορφή του αναρχικού κινήματος και εξακολουθεί να επηρεάζει με τη σκέψη και τη δράση του τους πολιτικούς του επιγόνους ως σήμερα. Η σύγκρουση του με τον Καρλ Μαρξ στα πλαίσια της Α’ Διεθνούς σηματοδότησε ένα από τα θεμελιωδέστερα σχίσματα στην ιστορία του εργατικού κινήματος, οι συνέπειες του οποίου καθόρισαν σε σημαντικό βαθμό την πορεία του τα επόμενα χρόνια.
Γεννήθηκε σαν σήμερα το 1814 από οικογένεια αριστοκρατών στο Πριαμούχινο της Ρωσίας. Ο πατέρας του είχε υπηρετήσει ως διπλωμάτης του τσάρου, κυρίως στην Ιταλία. Ο γιος του προοριζόταν για στρατιωτική καριέρα, ωστόσο παραιτήθηκε από τη θέση του αξιωματικού το 1835 για να σπουδάσει στη Μόσχα και την Αγία Πετρούπολη. Μελέτησε φιλοσοφία, κυρίως τον Καντ και το Φίχτε, του οποίου διαλέξεις μετέφρασε στα ρωσικά. Θεωρούντας επίσης άριστος γνώστης του Χέγκελ κι όλοι ανέμεναν να σταδιοδρομήσει ακαδημαϊκά. Πηγαίνοντας στο Βερολίνο για να συμπληρώσει τη μόρφωσή του, ήρθε σε επαφή με τους νεοεγελιανούς, ένα ριζοσπαστικό φιλοσοφικό ρεύμα (στο οποίο ανήκε κι ο Μαρξ) και τότε είναι που αρχίζει να διαμορφώνει τις πολιτικές ιδέες που θα τον καθορίσουν μετέπειτα. Το 1842 δημοσιεύει με ψευδώνυμο φυλλάδιο του για την “Αντίδραση στη Γερμανία”, όπου διατυπώνει και τον γνωστό αφορισμό του “Το πάθος για καταστροφή είναι επίσης ένα πάθος για δημιουργία”. Τότε διατάσσεται να επιστρέψει στη Ρωσία κι όταν αρνείται, χάνει το διαβατήριό του.
Έζησε στην Ελβετία και στο Παρίσι, όπου συναναστράφηκε μεταξύ άλλων με το Μαρξ και τον Προυντόν. Η αντιτσαρική του δράση οδήγησε σε απέλασή του από τη Γαλλία το 1847, συμμετείχε ωστόσο τον επόμενο χρόνο στα επαναστατικά γεγονότα στο Παρίσι. Συνέχισε τις επαφές του με επαναστατικά κινήματα στη Γερμανία, την Πολωνία και την Πράγα, επιστρέφοντας ξανά στη Γερμανία όπου έγραψε το πρώτο του μανιφέστο, στο οποίο καλούσε σε ανατροπή των Αψβούργων και τη δημιουργία στην Κεντρική Ευρώπη μιας Ομοσπονδίας των σλαβικών λαών, βασίζοντας ιδιαίτερα τις προσδοκίες του στους Ρώσους χωρικούς και την επαναστατική τους παράδοση.
Συνελήφθη στη Δρέσδη μετά από την εξέγερση του 1849 και παραδόθηκε στις αυστριακές αρχές, που τον φυλάκισαν και τον απέλασαν στη Ρωσία, όπου μετά από πολύχρονη κράτηση εξορίστηκε στη Σιβηρία. Το 1861 κατόρθωσε να διαφύγει από την τσαρική Ρωσία, φθάνοντας μέσω Ιαπωνίας και ΗΠΑ τελικά στο Λονδίνο. Η ήττα των Πολωνών επαναστατών το 1863 οδήγησε το Μπακούνιν στην οριστική υιοθέτηση αναρχικών ιδέων και απόρριψη των εθνικών κινημάτων. Συνέχισε τη δράση του στην Ιταλία, ιδρύοντας σειρά μυστικών επαναστατικών πυρήνων (με αρκετούς εξ αυτών να υφίστανται κυρίως στη φαντασία του), ανταγωνιζόμενος την οργάνωση του Τζουζέπε Ματσίνι, που στόχευε σε εθνική ενοποίηση των ποικιλώνυμων κρατιδίων της χερσονήσου. Το 1870 πήγε στη Λυών, όπου μετά από την καταστολή τοπικής εξέγερσης, κατέφυγε κυνηγημένος από την αστυνομία στην Ελβετία. Το 1872 στη Χάγη οι οπαδοί του Μπακούνιν εκδιώχθηκαν από την Α’ Διεθνή, για ιδεολογικούς λόγους, αλλά και επειδή υπήρχε η υποψία ότι ο Μπακούνιν συνωμοτούσε για να καταλάβει την ηγεσία της οργάνωσης.
Ο Ρώσος αναρχικός απέρριπτε σφόδρα την έννοια της δικτατορίας του προλεταριάτου και του “αυταρχικού σοσιαλισμού”, διατυπώνοντας μια σειρά ιδεολογημάτων περί επαναστατών που όταν ανέρχονται στην εξουσία γίνονται χειρότεροι από τους προηγούμενους τυράννους που ανέτρεψαν, ιδεολογήματα που σε διάφορες παραλλαγές παραμένουν δημοφιλή και σήμερα, σε κύκλους πολύ ευρύτερους της αναρχίας. Η βασική ωστόσο αντιπαράθεση αφορούσε ωστόσο το ζήτημα της κατάκτησης της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη, την οποία οι πέριξ του Μπακούνιν απέρριπταν, προτάσσοντας την άμεση κατάργηση του κράτους και των θεσμών του.
Τα επόμενα χρόνια περιπλανήθηκε κυρίως μεταξύ Ιταλίας και Ελβετίας, σε ολοένα και χειρότερες οικονομικές συνθήκες, συνεχίζοντας την αναρχική του δράση και συγγράφοντας έργα πολεμικής κατά του μαρξισμού. Συνδέθηκε επίσης με το Ρώσο μηδενιστή Νετσάγιεφ (ο οποίος από τους Μαρξ κι Ένγκελς κατηγορούνταν ως τσαρικός πράκτορας), μέχρι την έκδοση του τελευταίου στη Ρωσία, μετά τη δολοφονία ενός συντρόφου του που υποψιαζόταν ως προδότη.
Ο Μπακούνιν έφυγε από τη ζωή την 1η Ιούλη 1876, κι άφησε πίσω του ένα ογκώδες, συχνά ημιτελές έργο, και μικρές αναρχικές ομάδες στη Βρετανία, την Ελβετία, τη Γερμανία, αλλά κυρίως την Ισπανία και την Ιταλία, που θα αυξάνονταν τα επόμενα χρόνια. Στη Γαλλία το αναρχικό κίνημα βρισκόταν κυρίως υπό την επιρροή της σκέψης του Προυντόν, που μαζί με τον Μπακούνιν θεωρούνται οι βασικοί πόλοι της αναρχικής σκέψης του 19ου αιώνα.

«Τελετή» προπαγάνδισης των επιδιώξεων της εργοδοσίας και «ταξικής συνεργασίας»

Πηγή: Eurokinissi
Με φόντο το πανό της εξέδρας, όπου απεικονίζονταν το λογότυπο και τα συνθήματα της «συμμαχίας», των δυνάμεων του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού και των δυνάμεων που εκφράζουν τα συμφέροντα των ανώτερων μεσαίων επιχειρήσεων, πραγματοποιήθηκε σήμερα μια ακόμα συγκέντρωση - παρωδία στην πλατεία Κλαυθμώνος. Κάτω από 500 οι συγκεντρωμένοι με τα μπλοκ μεγάλων Ομοσπονδιών από την Eκπαίδευση, την Yγεία, τις Tηλεπικοινωνίες κ.ά. να δηλώνουν την παρουσία τους μόνο χάρη στα πανό που έφεραν την υπογραφή τους καθώς ήταν άδεια από εργαζόμενους.
Τις μέρες πριν από την απεργία, οι πλειοψηφίες σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ την υπονόμευσαν καθαρά. Αφού την κήρυξαν εξαφανίστηκαν! Δεν έκαναν τίποτα για να την προετοιμάσουν. Ακόμα χειρότερα πήγαν σε χώρους δουλειάς και τη μετέτρεψαν σε στάση εργασίας ή φρόντιζαν να μη γίνει τίποτα! Χαρακτηριστικές είναι οι αποφάσεις των δυνάμεων αυτών στα σωματεία των αστικών συγκοινωνιών. Στο μετρό και στον ηλεκτρικό δεν έκαναν τίποτα, στα λεωφορεία και στα τρόλεϊ έκαναν ολιγόωρες στάσεις εργασίας νωρίς το πρωί και αργά το βράδυ. Επίσης, η πλειοψηφία του Σωματείου στην «Coca-Cola 3E» στην Αθήνα μετέτρεψε την απεργία σε 2ωρη στάση εργασίας, με τον πρόεδρο του σωματείου (ΠΑΣΚΕ) να έχει ψηφίσει στη συνεδρίαση της διοίκησης του Εργατικού Κέντρου Αθήνας, ως μέλος της, υπέρ της 24ωρης απεργίας!
Στόχος τους δεν ήταν να γίνει απεργία αλλά μια συγκέντρωση προπαγάνδισης αιτημάτων που παραπλανούν και εγκλωβίζουν τους εργαζόμενους στην αντίληψη της ταξικής συνεργασίας. Ότι η εργοδοσία και οι εργάτες έχουν κοινά συμφέροντα και μπορούν να υιοθετήσουν κοινές λύσεις. Στόχος τους, με άλλα λόγια, να παρουσιάσουν σαν γενικό συμφέρον όλων το συμφέρον των εργοδοτών, να στοιχίσουν τους εργάτες πίσω από τα αντεργατικά - αντιλαϊκά «αναπτυξιακά σχέδια» της κυβέρνησης και των μεγαλοεργοδοτών.
Αυτό ακριβώς έκαναν στις σημερινές τους ομιλίες οι εκπρόσωποι των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ μαζί με τους εκπροσώπους της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ), της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ) και Επιμελητηρίων.
Ο Θ. Βασιλόπουλος, εκ μέρους της ΓΣΕΕ, θεωρώντας προφανώς ότι η καπιταλιστική οικονομία και παραγωγή είναι εξορισμού προς όφελος των εργαζομένων, είπε ότι ο αγώνας της «συμμαχίας» είναι «ένας αγώνας με πολιτικά χαρακτηριστικά που έχει σαν στόχο την ανατροπή των πολιτικών λιτότητας που καταστρέφουν την οικονομία, την παραγωγή» ενώ ο Γ. Πάιδας, πρόεδρος της ΑΔΕΔΥ, αποθεώνοντας τον «κοινωνικοεταιρισμό», σημείωσε πως «η κοινωνική συμμαχία αποτελεί ανάγκη και εχέγγυο για τον αγώνα όλων των κοινωνικών ομάδων της πατρίδος μας». Ο Γ. Καββαθάς, πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ, με λίγο περισσότερη ειλικρίνεια εμφάνισε τα συμφέροντα των επιχειρήσεων σαν συμφέροντα όλων λέγοντας: «Εάν δεν αλλάξουν τα μεγάλα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας -η υπερφορολόγηση, η υπερχρέωση, η έλλειψη χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις- δεν πρόκειται να βγούμε από το αδιέξοδο όσο και αν ευημερούν οι αριθμοί. Σήμερα ξεκινάμε όλοι μαζί την κοινωνική συμμαχία για να δώσουμε τον παλμό και τη δύναμη σε όλους τους Έλληνες και τις Ελληνίδες για να βγάλουμε τον τόπο από τη μιζέρια και την καταστροφή». Στον ίδιο πλαίσιο ο Νίκος Μαλεζιώτης, εκ μέρους της ΕΣΕΕ, σημείωσε πως «η κοινωνική συμμαχία εκφράζει ένα συλλογικό αίτημα: Την ανάγκη για ένα ρεαλιστικό δίκαιο και εθνικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης. Στέλνει το μήνυμα ότι την έξοδο της χώρας από την κρίση θα την υπηρετήσουμε μαζί και ενωμένες όλες οι δυνάμεις της εργασίας». Τέλος, ο Δ. Βερβεσός, εκ μέρους των επιστημονικών φορέων της χώρας, ανέφερε πως «με ενότητα και ομοψυχία αθροίζουμε κοινωνικές δυνάμεις μπαίνουμε μπροστάρηδες στον αγώνα για την ανασυγκρότηση του τόπου».
Η «ωραία τελετή» έκλεισε με τη «λιτανεία» έως τη Βουλή.
Από την άλλη, οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και οι λοιπές δυνάμεις που κινούνται σε αυτόν το χώρο ξαφνικά ...ανακάλυψαν ότι οι πλειοψηφίες σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ στηρίζουν τη γραμμή της ταξικής συνεργασίας. Γιατί, όπως διαπίστωσαν, αυτήν τη φορά αυτές οι πλειοψηφίες κατεβαίνουν με ένα πλαίσιο αιτημάτων που δεν έχει «στοιχειωδώς αποδεκτό περιεχόμενο»! Επομένως, η σημερινή απεργία δεν είναι απεργία, αλλά κάτι άλλο και ουσιαστικά κάλεσαν τους εργαζόμενους να μην απεργήσουν ή τέλος πάντων να κάνουν συγκέντρωση αλλά αυτή να μην είναι απεργιακή, μερικοί δε τερματίζοντας τους οπορτουνιστικούς συλλογισμούς τους, έφθασαν να δηλώσουν και «απεργοσπάστες» με κεφαλαία γράμματα!

TOP READ