3 Δεκ 2018

Ο φασισμός δε βρίσκεται εις της καρδιάς τον τόπο, γιατί δεν τον ανέχεται το αίμα των ανθρώπω

Το τραγούδι “Αντίφα-Συρτός” άντλησε έμπνευση από μια μαντινάδα σε έναν τοίχο στα Ανώγεια της Κρήτης στα ορεινά της κεντρικής Κρήτης που ήταν η καρδιά της Αντίστασης ενάντια στους Ναζί και πασίγνωστο για τους αντιφασιστικούς αγώνες του.
Balothizer – Antifa Syrtos – Cretan Music from Hell
Video created by Yorgos Kladouris
Balothizer are:
Pav Mav – Bass, Lead Vocals
Nikos Ziarkas – Cretan Lute, Vocals, Electronics
Stephen John Payne – Drums, Vocals
Buy/Stream “Cretan Music from Hell” at:
Louvana Records Store: https://tinyurl.com/ybals3nr
Bandcamp: https://tinyurl.com/yalgkp6p
Spotify: https://tinyurl.com/y9cl2slu
Apple Music: https://tinyurl.com/yc4ckygq
Google Play: https://tinyurl.com/yaupb3sg
Deezer: https://tinyurl.com/yacvbksb
FB: https://www.facebook.com/Balothizer
Insta: https://www.instagram.com/balothizer
Info/Bookings: https://www.louvanarecords.com/baloth…
Recorded at Fish Factory Studios on December 2017. Additional recordings at DADA Studios and Okinawa Studios. Engineered & Mixed by George Botis. Mastered by Peter Beckmann at TechnologyWorks Mastering.

«ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ» ΤΟΥ ΜΑΡΞ ΚΑΙ Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ

  

«Το Κεφάλαιο» του Κ. Μαρξ είναι θεμελιώδες έργο του μαρξισμού-λενινισμού, της θεωρίας της νικηφόρας σοσιαλιστικής επανάστασης. «Το Κεφάλαιο», μαζί με τα άλλα έργα του Κ. Μαρξ, τις εργασίες του Φρ. Ένγκελς και του Β. Ι. Λένιν, τα ντοκουμέντα του Κόμματός μας, αποτελεί τη βάση του νέου Προγράμματος του Κομμουνιστικού Κόμματος Σοβιετικής Ένωσης, όπως και όλων των προηγούμενων Προγραμμάτων του.
Το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», ο Πρόλογος στο έργο «Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας», «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη» και άλλες εργασίες του Μαρξ αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του μαρξισμού. Όμως «Το Κεφάλαιο» είναι ο πυρήνας του. Ο ίδιος ο Μαρξ θεωρούσε πάντα «Το Κεφάλαιο» έργο όλης του της ζωής.

«Το Κεφάλαιο» αποτελεί ιδανική επιστημονική εργασία: Ενώνει τη βαθύτατη και λεπτομερή έρευνα των γεγονότων με την πλατύτερη γενίκευση, την ανάλυση της ουσίας του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και των νόμων της ανάπτυξής του με την επιστημονική πρόβλεψη του αναπόφευκτου θανάτου του.
Κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης ζωής μου, μελέτησα αμέτρητες φορές με επιμέλεια «Το Κεφάλαιο». Όμως, ξαναδιαβάζοντάς το, βρίσκω και πάλι σκέψεις στις οποίες παλιότερα είχα δώσει λίγη προσοχή, τη σημασία των οποίων δεν είχα εκτιμήσει επαρκώς, σκέψεις που και σήμερα διατηρούν όλη τους την επικαιρότητα. Θα ήθελα να αναφέρω ένα μόνο παράδειγμα:
Ο Μαρξ, αναφερόμενος στην κυριαρχία της Καθολικής Εκκλησίας στο Μεσαίωνα, γράφει: «Όσο πιο ικανή είναι μια κυρίαρχη τάξη να δέχεται στις γραμμές της τους πιο σημαντικούς ανθρώπους των καταπιεζόμενων τάξεων τόσο πιο στέρεη και πιο επικίνδυνη είναι η κυριαρχία της»1.
Και πραγματικά, μια από τις κυριότερες αιτίες της σχετικής σταθερότητας της εξουσίας της αστικής τάξης στις πιο ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες συνίσταται στην ικανότητα των κυρίαρχων τάξεων να εξαγοράζουν συστηματικά ορισμένους προβεβλημένους εκπροσώπους του εργατικού κινήματος, στην ικανότητα «να τους δέχονται στις γραμμές τους» και να τους μετατρέπουν σε αντεπαναστάτες αστούς.
Ο ανεξάντλητος πλούτος των σκέψεων μετατρέπει «Το Κεφάλαιο» σε αιώνια πηγή σοφίας για τους σοβαρούς μελετητές της σύγχρονης, της προηγούμενης και της μελλοντικής ιστορίας της ανθρωπότητας. Δε θέτουμε το καθήκον να εξετάσουμε όλο το περιεχόμενο «Του Κεφαλαίου». Θα θέλαμε να σημειώσουμε μόνο ότι αντίθετα από πολλούς αστούς οικονομολόγους που γλιστρούν στην επιφάνεια των φαινομένων (με εξαίρεση κάποιους κλασικούς, όπως ο Κενέ, ο Σμιθ, ο Ρικάρντο), ο Μαρξ αποκαλύπτει την εσωτερική ουσία, τους νόμους ανάπτυξης του καπιταλισμού.
Βάση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, όπως και όλων των άλλων ταξικών κοινωνικών σχηματισμών, είναι η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Όμως στον καπιταλισμό, σε αντίθεση με τους προηγούμενους σχηματισμούς, η εκμετάλλευση συγκαλύπτεται από τη φαινομενική ισότητα μεταξύ του αγοραστή και του πωλητή της εργατικής δύναμης στην αγορά εργασίας.
«Στο Κεφάλαιο» ο Μαρξ έθεσε το στόχο να απογυμνώσει την εσωτερική ουσία του καπιταλισμού, να αποκαλύψει το μηχανισμό εκμετάλλευσης.
Ο Μαρξ δείχνει πώς η υπεραξία, που δημιουργούν οι εργάτες στη διαδικασία της παραγωγής και την ιδιοποιούνται οι καπιταλιστές, πραγματοποιείται μέσω της πώλησης των εμπορευμάτων στην αγοραία τιμή τους, μετατρέπεται σε κέρδος και, τέλος, κατανέμεται μεταξύ των ξεχωριστών στρωμάτων των κυρίαρχων τάξεων με τη μορφή του επιχειρηματικού εισοδήματος, του τόκου και της γαιοπροσόδου. Κάθε μη εργασιακό εισόδημα στον καπιταλισμό, με όποια μορφή και αν εμφανίζεται, έχει μοναδική του πηγή την υπεραξία που έχει παραχθεί από το προλεταριάτο. Η προσπάθεια ιδιοποίησης της υπεραξίας, η δίψα του κέρδους είναι η κινητήρια δύναμη του καπιταλισμού.
Ο μέγιστος επιστήμονας Μαρξ μας δίνει το παράδειγμα της αντικειμενικής και βαθιάς επιστημονικής ανάλυσης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Όμως δε μένει αδιάφορος παρατηρητής. «Το Κεφάλαιο» είναι ένα πλούσιο συναισθηματικά έργο, αποπνέει μίσος για την αστική τάξη, υποψία για κάθε απολογητή του καπιταλισμού, διαστρεβλωτή της πολιτικής οικονομίας, της Ιστορίας και της φιλοσοφίας. Είναι διαποτισμένο από θερμή συμπόνια για τους εργάτες που υφίστανται την εκμετάλλευση, ιδιαίτερα για τις γυναίκες και τα παιδιά, την κατάσταση των οποίων ο Μαρξ μελέτησε με τη μεγαλύτερη προσοχή στα υλικά της αγγλικής επίσημης στατιστικής. Ο Μαρξ μιλάει με ενθουσιασμό για την κάθε επαναστατική εκδήλωση του προλεταριάτου, ακόμα και την πιο ασήμαντη.
«Το Κεφάλαιο» είναι βιβλίο για την ταξική πάλη, η επιστημονική τεκμηρίωση του αναπόφευκτου της τελικής νίκης του προλεταριάτου σε όλο τον κόσμο.
Η οικονομική ανάλυση του καπιταλισμού «Στο Κεφάλαιο» συνδέεται στενά με τις σκέψεις του Μαρξ για τους προκαπιταλιστικούς κοινωνικούς σχηματισμούς, για τις ιστορικές προϋποθέσεις και τη διαδικασία εμφάνισης του καπιταλιστικού κοινωνικού συστήματος, για τη μεθοδολογία της οικονομικής ανάλυσης. Συνδέεται με την κριτική προς τους αστούς οικονομολόγους (αν και λιγότερο λεπτομερή απ’ ό,τι στις «Θεωρίες για την Υπεραξία»), με τις παρατηρήσεις για τα κοινά χαρακτηριστικά στην οικονομία όλων των κοινωνικών σχηματισμών, για τη μελλοντική σοσιαλιστική και κομμουνιστική κοινωνία, με σκέψεις και παρατηρήσεις που αφορούν φιλοσοφικά προβλήματα –τη διαλεκτική μέθοδο, την εξάρτηση της συνείδησης, της ιδεολογίας των ανθρώπων από το είναι τους κλπ.
Γι’ αυτό οι προσπάθειες να παρουσιαστεί αποσπασμένα η οικονομική θεωρία του Μαρξ χρεοκοπούν. Είναι σχεδόν πάντα αντιδιαλεκτικές, στεγνές και στερούνται το πνεύμα της ταξικής πάλης.2

* * *

Ο Κ. Μαρξ υπογράμμιζε πάντα τη διαφορά των νόμων του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής από τους νόμους της φύσης. Στον Μαρξ ο νόμος, αποτελώντας την εσωτερική σχέση μεταξύ των φαινομένων και των διαδικασιών, εκδηλώνεται ως αποτέλεσμα της πάλης διάφορων τάσεων, ως η κυρίαρχη τάση. Γράφει: «Γενικά, στην κεφαλαιοκρατική παραγωγή ο γενικός νόμος επιβάλλεται σαν η κυρίαρχη τάση, μόνο με έναν πολύ πολύπλοκο και κατά προσέγγιση τρόπο, σαν κάποιος μέσος όρος αιώνιων διακυμάνσεων, που ποτέ δεν μπορεί να διαπιστωθεί με ακρίβεια»3.
Στην ανάλυσή του ο Μαρξ εφαρμόζει με συνέπεια τη διαλεκτική μέθοδο. Θα ήθελα να θυμίσω στον αναγνώστη τα ακόλουθα λόγια του Λένιν: «“Στο Κεφάλαιο” του Μαρξ στην αρχή αναλύεται η πιο απλή, συνηθισμένη, βασική, η πιο μαζικοφανής, η πιο κοινή σχέση της αστικής (εμπορευματικής) κοινωνίας, που συναντιέται δισεκατομμύρια φορές: Η ανταλλαγή εμπορευμάτων. Σ’ αυτό το πιο απλό φαινόμενο (σ’ αυτό το “κύτταρο” της αστικής κοινωνίας) η ανάλυση αποκαλύπτει όλες τις αντιφάσεις (respective, τα έμβρυα όλων των αντιφάσεων) της σύγχρονης κοινωνίας. Η ακόλουθη έκθεση μας δείχνει την ανάπτυξη (και την αύξηση και την κίνηση) αυτών των αντιφάσεων, στο σύνολο, των ξεχωριστών μερών της από την αρχή ως το τέλος της. Τέτοια λοιπόν πρέπει να είναι η μέθοδος έκθεσης (respective, μελέτης) της διαλεκτικής γενικά…»4.
«Το Κεφάλαιο» είναι υπόδειγμα διαλεκτικής, παράδειγμα ορθής της εφαρμογής. Στη βάση των ισχυρισμών των αστών κριτικών, ότι «Στο Κεφάλαιο» περιέχονται «αμέτρητες επαναλήψεις», βρίσκεται η μη κατανόηση της διαλεκτικής. «Στο Κεφάλαιο» δεν υπάρχουν επαναλήψεις! Αυτό, το οποίο στον άνθρωπο που δε σκέφτεται διαλεκτικά φαίνεται «άχρηστη επανάληψη», είναι έρευνα του αντικειμένου από διάφορες πλευρές. Παράδειγμα μπορεί να αποτελέσει η ανάλυση του ίδιου του κεφαλαίου.
Από την άποψη της δημιουργίας της αξίας και της υπεραξίας, το κεφάλαιο διαιρείται σε σταθερό και μεταβλητό. Το τελευταίο μέρος δημιουργεί τη νέα αξία, που περικλείει την υπεραξία.
Από την άποψη της μεταβίβασης της υπάρχουσας αξίας στο νέο προϊόν, το κεφάλαιο διαιρείται σε πάγιο (κτήρια, μηχανές και εξοπλισμός), η αξία του οποίου μεταβιβάζεται στο προϊόν τμηματικά, στη διάρκεια μιας μακρόχρονης περιόδου, στη διαδικασία μερικών περιστροφών του κεφαλαίου, και σε κυκλοφοριακό (πρώτες ύλες, βοηθητικές ύλες κλπ.), η αξία του οποίου μεταβιβάζεται σε κάθε περιστροφή στο νέο προϊόν.
Από την άποψη της λειτουργίας υπάρχει κεφάλαιο βιομηχανικό, πιστωτικό και εμπορικό. Το βιομηχανικό κεφάλαιο παίρνει διάφορες μορφές: Αρχίζει τη δραστηριότητά του με χρηματική μορφή, έπειτα, ως αποτέλεσμα της αγοράς μέσων παραγωγής και εργατικής δύναμης παίρνει τη μορφή του παραγωγικού κεφαλαίου, που κατά τη διάρκεια ορισμένου διαστήματος βρίσκεται στη διαδικασία της παραγωγής, όπου απορροφά την υπεραξία. Μετά το τέλος της παραγωγικής διαδικασίας ξαναπαίρνει τη μορφή εμπορεύματος, όμως αυτό είναι ένα νεοδημιουργημένο εμπόρευμα, η αξία του οποίου είναι μεγαλύτερη απ’ ό,τι στην αρχή της διαδικασίας παραγωγής. Μετά από αυτό, εάν το εμπόρευμα πραγματοποιηθεί, το κεφάλαιο ξαναπαίρνει τη χρηματική μορφή, όμως το σύνολο των χρημάτων είναι μεγαλύτερο από το αρχικό.
Μετά την ολόπλευρη ανάλυση του ατομικού κεφαλαίου, ο Μαρξ αναλύει την κίνηση του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου. Και αυτό δεν είναι καθόλου «επανάληψη», αλλά αναγκαίο στάδιο της ανάλυσης. Ο Μαρξ λέει: «Δεν πρόκειται εδώ για ορισμούς στους οποίους υπάγονται τα πράγματα. Πρόκειται για καθορισμένες λειτουργίες, που εκφράζονται με καθορισμένες κατηγορίες»5.
Στη μη κατανόηση της διαλεκτικής βασίζεται και η κατηγορία των αστών καθηγητών ότι ο Μαρξ δεν έχει, δήθεν, «ολοκληρωμένη θεωρία κρίσεων». Στην πραγματικότητα ο Μαρξ δημιούργησε τη σωστή θεωρία των κρίσεων. Στο στάδιο της ανάλυσης της απλής αναπαραγωγής δείχνει τη δυνατότητα των κρίσεων. Στην ανάλυση, όμως, της διαδικασίας της καπιταλιστικής παραγωγής συνολικά, αποδεικνύει το αναπόφευκτο των περιοδικών κρίσεων υπερπαραγωγής. Η ορθότητα αυτής της θεωρίας του Μαρξ αποδείχτηκε από την εμπειρία ενός ολόκληρου αιώνα!

* * *

 Είναι πραγματικά «Το Κεφάλαιο» ένα δυσνόητο ή, όπως ισχυρίζονται πολλοί αστοί κριτικοί, ένα εντελώς ακατανόητο βιβλίο;
«Το Κεφάλαιο», φυσικά, δεν είναι ένα λογοτεχνικό έργο. Για να το καταλάβει κανείς, είναι απαραίτητη υπομονή και δουλειά. Αυτό εξηγείται από το βάθος και τον πλούτο των ιδεών που περιέχονται σε αυτό και ακόμα από το ότι η ουσία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, που αποκαλύφθηκε από τον Μαρξ, ξεχωρίζει έντονα από τη συνηθισμένη «πραγματικότητα», δηλαδή από την εξωτερική μορφή εμφάνισης αυτής της ουσίας.
Γι’ αυτό υποκειμενικά «Το Κεφάλαιο» διαβάζεται δύσκολα. Όμως αντικειμενικά αυτό το βιβλίο είναι πολύ κατανοητό. Έχει οικοδομηθεί με αυστηρή λογική, κάθε επόμενο μέρος βασίζεται στα αποτελέσματα του προηγούμενου. Δεν περιέχει καμία ασάφεια, αοριστία, αντιδιαλεκτική αντίφαση. Ακατανόητα είναι τα βιβλία των αστών οικονομολόγων, αν και διαβάζονται εύκολα. Αντί της ουσίας του καπιταλισμού, σε αυτά εξετάζονται οι επιφανειακές του εκφάνσεις. Γι’ αυτό αυτά τα βιβλία μπορούν να ερμηνευτούν ποικιλότροπα. Είναι επιπόλαια παρά την εξωτερική τους επιστημοσύνη. Είναι αντικειμενικά ακατανόητα, επειδή δεν περιέχουν τίποτα το λογικό.
Από τι καθορίζονται οι υποκειμενικές δυσκολίες μελέτης «Του Κεφαλαίου»; Πρώτον, από αυτό που αποτελεί το μεγαλύτερο προτέρημα αυτού του έργου: Σε αυτό δεν αναλύονται τα επιφανειακά φαινόμενα, αλλά η ουσία του καπιταλισμού. Στον καπιταλισμό εμφυτεύεται στους ανθρώπους από την παιδική τους ηλικία η αυταπάτη (σε αυτό συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό οι προσπάθειες των απολογητών της «ελεύθερης επιχειρηματικότητας») ότι ο καπιταλιστής δίνει στους εργάτες δουλειά και ψωμί, ότι τους «συντηρεί». Γι’ αυτό η απολύτως ορθή θέση του Μαρξ, ότι «το χρήμα που προκαταβάλλεται εδώ στον εργάτη είναι απλώς μεταβλημένη ισοδύναμη μορφή ενός μέρους της εμπορευματικής αξίας που έχει παραγάγει ο ίδιος ο εργάτης»6, υποκειμενικά είναι δύσκολο να κατανοηθεί. Είναι δύσκολο να κατανοηθεί και το ότι δεν είναι ο καπιταλιστής που «δίνει ψωμί» στους εργάτες, αλλά στην πραγματικότητα ο εργάτης συντηρεί τον καπιταλιστή.
Στις συνθήκες του καπιταλισμού οι άνθρωποι από παιδιά συνηθίζουν στην ιδέα ότι με το χρήμα μπορούν να αγοραστούν τα πάντα. Γι’ αυτό υποκειμενικά είναι δύσκολο να καταλάβουν ότι η ικανότητα να είναι μέσο αγορών δεν είναι ιδιότητα του ίδιου του χρήματος, αλλά έκφραση μιας ορισμένης κοινωνικής σχέσης, έκφραση της εμπορευματικής οικονομίας.
Οι άνθρωποι ξέρουν ότι μπορούν να καταθέσουν χρήμα στο ταμιευτήριο και να παίρνουν τόκους. Εξαιτίας αυτού, μπορούν να πιστέψουν εύκολα τους ισχυρισμούς των χυδαίων οικονομολόγων ότι το ίδιο το κεφάλαιο έχει την ιδιότητα να δημιουργεί κέρδος. Για να κατανοηθεί η πραγματική πηγή κάθε κέρδους, πρέπει να ξεπεραστεί η σταθερά ριζωμένη αυταπάτη ότι το χρήμα φέρνει αυτόματα κέρδος.
Ο καπιταλιστής, που πραγματοποιεί εμπορεύματα στην αγορά, ο καταναλωτής, που αγοράζει αυτά τα εμπορεύματα, πείθονται καθημερινά ότι η τιμή των εμπορευμάτων εξαρτάται από τη σχέση της προσφοράς και της ζήτησης, από τον ανταγωνισμό. Τους είναι δύσκολο να μπουν στην ουσία του φαινομένου, που συνίσταται στο ότι η τιμή του εμπορεύματος στην αγορά καθορίζεται σε τελική ανάλυση (εξαιρώντας τις τυχαίες διακυμάνσεις) από την κοινωνική αξία. Όλη η «πείρα ζωής» του ανθρώπου της καπιταλιστικής κοινωνίας, ο «κοινός νους» του, δυσκολεύουν την κατανόηση της ουσίας του καπιταλισμού, που αποκαλύπτεται «Στο Κεφάλαιο».
Σημαντικό υποκειμενικό παράγοντα αποτελούν επίσης η ταξική θέση και οι πολιτικές πεποιθήσεις του αναγνώστη. Ο εργάτης στον καπιταλισμό, αν και σπάνια έχει τη δυνατότητα να καταλάβει τις λεπτομέρειες και τη λεπτότητα του κεφαλαίου ως κοινωνικής σχέσης, καταλαβαίνει εύκολα με την ίδια του την πείρα την ουσία του –την εκμετάλλευση. Πρέπει καθημερινά να εκτελεί μια βαριά δουλειά και ζει άσχημα. Ο καπιταλιστής, από την άλλη, χωρίς να δουλεύει, ζει καλά. Για έναν κομμουνιστή, που παλεύει ενάντια στο καπιταλιστικό σύστημα, είναι ευκολότερο να καταλάβει «Το Κεφάλαιο» απ’ ό,τι είναι για τους υπερασπιστές αυτού του συστήματος.
Οι καπιταλιστές, οι αστοί καθηγητές που υπηρετούν το κεφάλαιο, όλοι όσοι έχουν συμφέρον από τη διατήρηση του καπιταλιστικού συστήματος, βρίσκουν «Το Κεφάλαιο» «ακατανόητο», επειδή λόγω των ταξικών τους συμφερόντων δε θέλουν να το καταλάβουν.
Το να καταλάβεις «Το Κεφάλαιο» σημαίνει να σπάσεις τα δεσμά του ψέματος για τις αγαθοεργίες της αστικής τάξης και του καπιταλισμού, σημαίνει να αναγνωρίσεις ότι ο καπιταλισμός δεν είναι ένας αιώνιος, αλλά ένας ιστορικά καταδικασμένος σε θάνατο κοινωνικός σχηματισμός.
Οι αστοί κριτικοί «Του Κεφαλαίου» ψέγουν συχνά τον Μαρξ ότι δίνει δήθεν υπερβολική προσοχή στην παραγωγή και δε δίνει τη δέουσα σημασία στον καταναλωτή. Αυτό δεν είναι σωστό. Η κατανάλωση και η παραγωγή διαμορφώνουν μια διαλεκτική ενότητα και εξετάζονται πάντα από τον Μαρξ σε αμοιβαία σχέση. Ο Μαρξ συγκεκριμένα και καθαρά χαρακτηρίζει την κατανάλωση τελικό στόχο της παραγωγής. Γράφει: «… η παραγωγή σταθερού κεφαλαίου δε γίνεται ποτέ για χατίρι αυτού του ίδιου, αλλά μόνο γιατί χρειάζεται περισσότερο από αυτό το κεφάλαιο στις σφαίρες εκείνες της παραγωγής που τα προϊόντα τους μπαίνουν στην ατομική κατανάλωση»7.
Είναι γενικά γνωστό ότι ο Μαρξ θεωρεί τελική αιτία του αναπόφευκτου των κρίσεων υπερπαραγωγής την αντίφαση μεταξύ της τάσης του κεφαλαίου για απεριόριστη επέκταση της παραγωγής και του περιορισμού της ενεργού ζήτησης των μαζών στην καπιταλιστική κοινωνία. Ο Μαρξ είναι ο πρώτος οικονομολόγος που ανάλυσε την κατανάλωση της εργατικής δύναμης στη διαδικασία της παραγωγής και έδειξε τη σημασία της στη δημιουργία της υπεραξίας.
Η αστική κριτική «Στο Κεφάλαιο» είναι επιφανειακή και εσφαλμένη, επειδή οι κριτικοί, μην κατανοώντας τη διαλεκτική, εξετάζουν ορισμένα μόνο μέρη αυτού του έργου, αποκομμένα από τη γενική σχέση. «Το Κεφάλαιο» όμως μπορεί να κατανοηθεί μόνο ως ενιαίο όλον!
Η διαμάχη για την ερμηνεία των σχημάτων αναπαραγωγής του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου των αρχών του 20ού αιώνα δείχνει πού μπορεί να οδηγήσει η αγνόηση αυτών των απαιτήσεων. Οι «ορθόδοξοι» οπορτουνιστές, Κάουτσκι, Χίλφερντινγκ κ.ά., διακήρυξαν ότι η καπιταλιστική αναπαραγωγή, εάν ακολουθήσει τα σχήματα του Μαρξ, μπορεί δήθεν να πραγματοποιείται χωρίς εμπόδια. Ο Χίλφερντινγκ έφτασε τόσο μακριά, που το 1926 ανακοίνωσε σε κάποιον αστικό επιστημονικό σύλλογο: Είναι καλό που διαβάζουν λίγο το δεύτερο τόμο «Του Κεφαλαίου», γιατί από τα σχήματα της αναπαραγωγής μπορεί να βγει συμπέρασμα περί αιωνιότητας του καπιταλισμού. Η επαναστάτρια Ρόζα Λούξεμπουργκ, αντίθετα, ισχυριζόταν ότι τα σχήματα του Μαρξ αποδεικνύουν το αναπόφευκτο του αυτόματου κραχ του καπιταλισμού λόγω της αδυναμίας συσσώρευσης κεφαλαίου.
Είναι φανερό ότι και οι δυο πλευρές είχαν λάθος, επειδή αγνοούσαν «Το Κεφάλαιο» ως όλον και ξεκινούσαν από την εσφαλμένη άποψη ότι ο Μαρξ σχεδίασε το σχήμα της πραγματικής διαδικασίας της καπιταλιστικής αναπαραγωγής. Ο ισχυρισμός των οπορτουνιστών βρίσκεται σε αντίφαση με τη θεωρία του Μαρξ συνολικά: Για το αναπόφευκτο των δυσαναλογιών, των περιοδικών κρίσεων υπερπαραγωγής, για το αναπόφευκτο της ανατροπής της κυριαρχίας των καπιταλιστών από το επαναστατικό προλεταριάτο. Οι απόψεις της Ρόζας Λούξεμπουργκ αντιφάσκουν με το όλο πνεύμα «Του Κεφαλαίου» ως επιστημονικής βάσης της ταξικής πάλης. Η συσσώρευση του κεφαλαίου συνεχίζεται, παρά τη γενική κρίση του καπιταλισμού, με υψηλούς ρυθμούς, αν και από τον καιρό της έκδοσης του βιβλίου της Ρόζας Λούξεμπουργκ πέρασε μισός αιώνας.
Στα σχήματα του Μαρξ δείχνονται οι γενικότερες προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα μπορούσε να προχωράει ομαλά η διαδικασία της καπιταλιστικής αναπαραγωγής. Όμως ο Μαρξ ποτέ δε σκέφτηκε ότι είναι πραγματικά δυνατή η μόνιμη ισορροπία, η μόνιμα ανανεωνόμενη αναλογικότητα, η ομαλή πορεία της καπιταλιστικής αναπαραγωγής. Ο ίδιος λέει γι’ αυτά τα σχήματα το εξής: «Το γεγονός ότι η εμπορευματική παραγωγή είναι η γενική μορφή της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής […] δημιουργεί ορισμένους όρους της ομαλής ανταλλαγής που προσιδιάζουν σ’ αυτόν τον τρόπο παραγωγής, δηλαδή της ομαλής πορείας της αναπαραγωγής, είτε στην ίδια είτε σε διευρυμένη κλίμακα, όρους που μετατρέπονται σε άλλους τόσους όρους ανώμαλης ανάπτυξης, σε άλλες τόσες δυνατότητες κρίσεων, επειδή –με την αυθόρμητη διαμόρφωση αυτής της παραγωγής– και η ίδια η ισορροπία αποτελεί σύμπτωση»8.
«Στο Κεφάλαιο» βρίσκουμε πολλές ανάλογες αναφορές και είναι περίεργο που οι δυο πλευρές μπόρεσαν να καταλάβουν τόσο εσφαλμένα τα σχήματα του Μαρξ.

* * *

Μετά την έκδοση του πρώτου τόμου «Του Κεφαλαίου» οι εκμεταλλεύτριες τάξεις ξεδίπλωσαν σκληρή πάλη εναντίον του μαρξισμού. Στην αρχή η αστική τάξη προσπάθησε να αποσιωπήσει εντελώς «Το Κεφάλαιο». Όταν δεν το πέτυχε αυτό, έριξαν «Στο Κεφάλαιο» μια ολόκληρη συμμορία απολογητών του καπιταλισμού, πρώτ’ απ’ όλα καθηγητών της πολιτικής οικονομίας. Κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, δύσκολα θα βρισκόταν έστω ένας Γερμανός καθηγητής οικονομολόγος που δεν είχε δημοσιεύσει βιβλίο ή μπροσούρα που «κατέρριπτε» «Το Κεφάλαιο».
Όμως η εκστρατεία των καθηγητών δεν προξένησε την αναμενόμενη εντύπωση: Ο μαρξισμός γινόταν όλο και περισσότερο η ιδεολογία των επαναστατών εργατών. Τότε η αστική τάξη άλλαξε τακτική. Τη θέση της άξεστης μετωπικής επίθεσης πήρε η «επαινετική» υπονόμευση του μαρξισμού, ο ευνουχισμός του επαναστατικού πνεύματος «Του Κεφαλαίου». Για το σκοπό αυτό, η αστική τάξη επιστράτευσε τους ηγέτες της δεξιάς σοσιαλδημοκρατίας. Το ένα μετά το άλλο εμφανίζονται τα «επιστημονικά» έργα του Μπέρνσταϊν, του Νταβίντ, του Χερτζ, του Χίλντεμπραντ και άλλων, που έκαναν κριτική σε ξεχωριστές θέσεις του μαρξισμού και προσπαθούσαν να διαλύσουν το επαναστατικό περιεχόμενο «Του Κεφαλαίου». Αυτή τη γραμμή πάλης εναντίον του μαρξισμού την βρίσκουμε και τώρα στα βιβλία των Λάσκι, Στρέτσκι, Μπράουντερ κ.ά.
Η νίκη του προλεταριάτου στη Ρωσία στη Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση οδήγησε σε νέα άνοδο της επιρροής του μαρξισμού σε όλο τον κόσμο. Σε αντικατάσταση της χρεοκοπημένης Β΄ Διεθνούς ήρθε η επαναστατική Γ΄ Διεθνής. Η αστική τάξη βρήκε ότι η ιδεολογική μόνο πάλη εναντίον του μαρξισμού δεν αρκεί: Σε σειρά χωρών οδήγησε στην εξουσία το φασισμό. Τα κομμουνιστικά ή ακόμα και τα σοσιαλιστικά κόμματα απαγορεύτηκαν. Αυτό γίνεται και τώρα σε ό,τι αφορά τους κομμουνιστές στις ΗΠΑ, την ΟΔΓ και σειρά άλλων χωρών.
Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η αστική τάξη άλλαξε και πάλι τις μεθόδους πάλης εναντίον «Του Κεφαλαίου». Καταλαβαίνει ότι σε συνθήκες, που το ένα τρίτο της ανθρωπότητας, έχοντας πετάξει τα δεσμά του καπιταλισμού, οικοδομεί με επιτυχία τη σοσιαλιστική και την κομμουνιστική κοινωνία, δε γίνεται να νικήσει «Το Κεφάλαιο» με μεθόδους απλής απόρριψης. Ο μαρξισμός έχει δίκιο, λένε τώρα οι ιδεολόγοι της αστικής τάξης και της δεξιάς σοσιαλδημοκρατίας, όμως μόνο για τις υπανάπτυκτες χώρες. Για τις αναπτυγμένες χώρες δεν ταιριάζει, επειδή σε αυτές τις χώρες ο καπιταλισμός δεν έχει τίποτα κοινό με τον καπιταλισμό της εποχής του Μαρξ, διαφέρει ριζικά από αυτόν και, ουσιαστικά, έπαψε να είναι καπιταλισμός…
Θα εξετάσουμε λεπτομερέστερα αυτήν τη νεότατη γραμμή πάλης εναντίον του μαρξισμού, εναντίον «Του Κεφαλαίου».
Ο σύγχρονος καπιταλισμός παραμένει το ίδιο κοινωνικό σύστημα με την εποχή εμφάνισης «Του Κεφαλαίου». Οι νόμοι της ανάπτυξής του παραμένουν ίδιοι. Το κυνήγι του κέρδους, του κατά το δυνατό μεγαλύτερου κέρδους, παραμένει η κινητήρια δύναμη της καπιταλιστικής παραγωγής. Τώρα, όπως και στο παρελθόν, πηγή του κέρδους είναι η παραγόμενη από τους εργάτες και ιδιοποιούμενη από τους αστούς υπεραξία. Και σήμερα ο εργάτης, για να ζήσει, πρέπει να πουλά κάθε μέρα την εργατική του δύναμη. Οι καπιταλιστές και σήμερα μπορούν, χωρίς να δουλεύουν, να ζουν στη χλιδή. Συνεχίζεται η συγκέντρωση και η συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, συνεχίζεται η διαδικασία καταστροφής των μικρών παραγωγών, των μικρών και μεσαίων καπιταλιστών. Η βασική αντίθεση του καπιταλισμού μεταξύ του κοινωνικού χαρακτήρα της παραγωγής και της ατομικής ιδιοποίησης συνεχίζει να υπάρχει. Γι’ αυτό διατηρούνται οι κρίσεις, η μαζική ανεργία, η ταξική πάλη ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία.
Επιπλέον, σε ορισμένα σημαντικά χαρακτηριστικά ο καπιταλισμός αντιστοιχεί περισσότερο στην αντίληψη «Του Κεφαλαίου», απ’ ό,τι στον καιρό του Μαρξ. Όπως είναι γνωστό, ο Μαρξ, για να απλοποιήσει την ανάλυση, εξέταζε την «καθαρή» καπιταλιστική κοινωνία που αποτελούνταν μόνο από δύο τάξεις: τους προλετάριους και τους καπιταλιστές –αν και φυσικά ήξερε περίφημα ότι ένα σημαντικό μέρος των εργαζόμενων το αποτελούν οι μικροί εμπορευματοπαραγωγοί. Σήμερα, η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού (για παράδειγμα, στην Αγγλία το 95%) είναι προλετάριοι (εργάτες και υπάλληλοι).
Ο Μαρξ ξεκινούσε από το ότι η καπιταλιστική παραγωγή αγκαλιάζει εντελώς όλους τους κλάδους της οικονομίας, αν και εκείνη την περίοδο η αγροτική οικονομία (με επιμέρους εξαίρεση την Αγγλία) διεξαγόταν κυρίως με πρωτόγονες μεθόδους και είχε σε σημαντικό βαθμό φυσικό χαρακτήρα. Τώρα, η αγροτική οικονομία των ανεπτυγμένων χωρών διεξάγεται με τη βοήθεια σύνθετων μηχανών και αποτελεί κλάδο της καπιταλιστικής παραγωγής, όπου η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου πλησιάζει συχνά τη σύνθεση του κεφαλαίου στη βιομηχανία.
Τώρα θα στραφούμε στα «επιχειρήματα» των υπερασπιστών της ριζικής αλλαγής του καπιταλισμού στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες. Υποστηρίζουν ότι οι ίδιοι οι εργάτες στις «πλούσιες» καπιταλιστικές χώρες έγιναν δήθεν καπιταλιστές. Τι δημαγωγική ανοησία! Πολλοί Αμερικανοί εργάτες αγοράζουν πραγματικά με δόσεις ένα αυτοκίνητο ή ακόμα και ένα σπιτάκι. Ασφαλίζουν τη ζωή τους, ώστε οι οικογένειές τους σε περίπτωση θανάτου του τροφοδότη να μην πέσουν στην ανάγκη αμέσως. Ορισμένοι έχουν και κάποιες αποταμιεύσεις. Όμως, είναι καπιταλιστές; Καθόλου! Όπως και παλιότερα, πρέπει να πουλάνε την εργατική τους δύναμη στον καπιταλιστή. Όπως και παλιότερα, αποτελούν αντικείμενο εκμετάλλευσης. Καπιταλιστής είναι αυτός που μπορεί να ζει χωρίς να εργάζεται, εκμεταλλευόμενος άλλους.
Μια ειδική ιδιομορφία της δημαγωγίας είναι η πλατιά διαφημιζόμενη απόκτηση μετοχών από τους εργάτες, ιδιαίτερα τους Αμερικανούς. Πολλοί καπιταλιστές φορτώνουν τους εργάτες και τους υπάλληλους με μετοχές των επιχειρήσεών τους, ελπίζοντας να τους κάνουν να ενδιαφερθούν για την άνοδο του εισοδήματος της εταιρίας και να ενισχύσουν την κυριαρχία τους στη μετοχική εταιρία (όσο μεγαλύτερη είναι η μάζα των μικροϊδιοκτητών μετοχών κάποιας εταιρίας τόσο μικρότερο πακέτο μετοχών αρκεί για τον έλεγχό της). Στον αμερικανικό Τύπο συχνά μπορεί κανείς να βρει ισχυρισμούς ότι στις ΗΠΑ υπάρχουν πολλά εκατομμύρια μετόχων και ότι λόγω αυτού του γεγονότος το κεφάλαιο ανήκει δήθεν σε «όλο το λαό». Λόγω αυτού, δήθεν, δεν υπάρχει καμία διαφορά μεταξύ εργατών και καπιταλιστών στις ΗΠΑ. Τι ψέμα! Η κατοχή μίας ή μερικών μετοχών φέρνει στον εργάτη ένα εισόδημα 10-25 δολαρίων το χρόνο, γι’ αυτό ήταν και παραμένει εργάτης υπό εκμετάλλευση, προλετάριος.
Ο ηγέτης του εργατικού κόμματος Γκάιτσκελ εφηύρε μια νέα εκδοχή διαστρέβλωσης: Ανακοίνωσε ότι η Αγγλία έπαψε να είναι καπιταλιστική χώρα, επειδή σε αυτήν τη χώρα «όλοι οι άνθρωποι δουλεύουν». Είναι φανερό ότι ο κύριος Γκάιτσκελ θεωρεί «δουλειά» την απολαβή μερισμάτων από τους ρεντιέ, γαιοπροσόδου από τους γαιοκτήμονες, ενοικίου από τους ιδιοκτήτες κατοικιών. Όμως και για τη συλλογή αυτών των εισοδημάτων για τους καπιταλιστές εργάζονται μισθωτοί υπάλληλοι!
Στη Δύση μπορεί κανείς να ακούσει συχνά συζητήσεις για το «σοσιαλισμό των μάνατζερ», η ουσία του οποίου ανάγεται στο ότι οι καπιταλιστές δεν είναι δήθεν πια οι κύριοι των επιχειρήσεων, επειδή η διεύθυνση των τελευταίων περνά σε χέρια υπαλλήλων, διευθυντών, των λεγόμενων μάνατζερ. Αυτό είναι ανοησία! Ο κάτοχος του πακέτου των μετοχών –ορίστε ποιος είναι ο πραγματικός κύριος της επιχείρησης. Ο Μακναμάρα, τωρινός υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, ήταν στον καιρό του πρόεδρος των εργοστασίων Φορντ, ενώ ο ίδιος ο Φορντ μόνο μέλος της διοίκησης. Όμως ο Φορντ οποιαδήποτε στιγμή μπορούσε να αντικαταστήσει τον Μακναμάρα, επειδή ο Μακναμάρα ήταν μόνο υπάλληλος του Φορντ.
Οι απολογητές του καπιταλισμού ισχυρίζονται ότι οι οικονομικές επιτυχίες της Σοβιετικής Ένωσης και των άλλων σοσιαλιστικών χωρών δεν εξαρτώνται από το ίδιο το σοσιαλιστικό σύστημα, αλλά είναι αποτέλεσμα της πραγματοποιούμενης σχεδιοποίησης. Επιβεβαιώνουν μάλιστα ότι η σχεδιοποίηση μπορεί να εξασφαλίσει στον καπιταλισμό τους ίδιους ρυθμούς οικονομικής προόδου με το σοσιαλισμό.
Αυτό είναι είτε πλάνη είτε έλλειψη κατανόησης της ουσίας της σοσιαλιστικής σχεδιοποίησης. Η κοινωνία μπορεί να σχεδιάσει την οικονομία μόνο στην περίπτωση που τα μέσα παραγωγής, σε κάθε περίπτωση το αποφασιστικό τους τμήμα, είναι σοσιαλιστική ιδιοκτησία. Στον καπιταλισμό, όπου το αποφασιστικό τμήμα των μέσων παραγωγής βρίσκεται στα χέρια των καπιταλιστών, όπου οι καπιταλιστές και οι συμμαχίες τους σε αντιστοιχία με τα ατομικά τους συμφέροντα μπορούν να παράγουν αυτά ή τα άλλα εμπορεύματα ή να πάψουν την παραγωγή τους, να πουλάνε ή να μην πουλάνε τα προϊόντα τους, να αυξάνουν ή να μειώνουν τις τιμές, η σχεδιοποίηση είναι αδύνατη.
Είναι αλήθεια ότι σε σειρά καπιταλιστικών χωρών, όπως η Γαλλία, η Ιταλία και άλλες, υπάρχουν πολυετή σχέδια. Όμως τι είναι αυτά τα σχέδια; Το κράτος σχεδιάζει μόνο την ανάπτυξη του κρατικού τομέα. Σε ό,τι αφορά τον ιδιωτικό τομέα, το ειδικό βάρος του οποίου είναι πολύ μεγαλύτερο, γίνονται μόνο προγνώσεις, που βασίζονται στα αποτελέσματα των προηγούμενων ετών. Αφού ο κρατικός τομέας υπάρχει πλάι στον ιδιωτικό και συμπλέκεται μαζί του πολύ στενά, υφίσταται μεγάλη επίδραση της αναρχίας της καπιταλιστικής αγοράς. Αυτό κάνει και το σχεδιασμό του κρατικού τομέα αφερέγγυο. Η «ρύθμιση» των επενδύσεων, της διαμόρφωσης των τιμών, του εξωτερικού εμπορίου στον ιδιωτικό τομέα από πλευράς κράτους αποδεικνύεται αποτελεσματική μόνο στην περίπτωση που εξυπηρετεί τα συμφέροντα των μεγάλων καπιταλιστών. Εάν όχι, βρίσκουν πολλούς τρόπους για να την αποφύγουν. Η σχεδιοποίηση με την πραγματική έννοια της λέξης είναι αδύνατη στις συνθήκες αναρχίας της καπιταλιστικής παραγωγής.
Υπογραμμίζοντας, σε πείσμα της αστικής και της σοσιαλδημοκρατικής δημαγωγίας, ότι ο καπιταλισμός είναι το ίδιο κοινωνικό σύστημα, με τους ίδιους νόμους ανάπτυξης, όπως και τον καιρό του Μαρξ, δε θέλουμε καθόλου να πούμε ότι ο καπιταλισμός δεν υπέστη καμία αλλαγή. Αυτές οι αλλαγές είναι τόσο ουσιαστικές και πολλές, που δε φαίνεται να είναι δυνατό να τις εξετάσουμε σε ένα άρθρο. Όμως αυτές τις αλλαγές τις πρόβλεψε ο Μαρξ.
Ο αγγλικός καπιταλισμός του τρίτου τετάρτου του 19ου αιώνα, στη μελέτη του οποίου πρώτ’ απ’ όλα στηρίζεται «Το Κεφάλαιο», παρά τη «βιομηχανική επανάσταση» στα τέλη του 18ου αιώνα, παρά το ότι είχε την πλέον ισχυρή αποικιακή αυτοκρατορία, ήταν, από τη σύγχρονη σκοπιά, υπανάπτυκτος, πρωτόγονος, φτωχός καπιταλισμός. Η τεχνική της παραγωγής και των μεταφορών ήταν καθυστερημένη. Μοναδικό είδος ενέργειας στα εργοστάσια, τους σιδηροδρόμους και τα πλοία ήταν η ενέργεια του ατμού. Μεγάλο μέρος του στόλου ακόμα το αποτελούσαν ιστιοφόρα. Δεν υπήρχαν ούτε ηλεκτροκινητήρες, ούτε αυτοκίνητα, ούτε αεροπλάνα, ούτε τηλέφωνο, ούτε ραδιόφωνο. Η βαριά βιομηχανία είχε αδύναμη ανάπτυξη. Η χύτευση σιδήρου το 1871 ήταν 4,7 εκ. τ., ενώ η χύτευση χάλυβα ήταν ασήμαντη. Ο αγγλικός καπιταλισμός εκείνης της περιόδου εκπροσωπούνταν κυρίως από την ελαφριά βιομηχανία. Ηγετική θέση κατείχε η κλωστοϋφαντουργία.
Η παραγωγικότητα της εργασίας ήταν μικρή λόγω της γενικής τεχνικής καθυστέρησης. Τα αφεντικά υποχρέωναν τους εργάτες να δουλεύουν 10-12 ώρες τη μέρα. Ο μισθός ήταν χαμηλός, ο βαθμός εκμετάλλευσης υψηλός, οι εργάτες ζούσαν σε τρομακτική αθλιότητα. Η συγκέντρωση της παραγωγής ήταν πολύ αδύνατη. Στον πρωτοπόρο κλάδο –την κλωστοϋφαντουργία– το 1870 δούλευαν κατά μέσο όρο 165 εργάτες σε κάθε εργοστάσιο.
Το 1865, ο εθνικός πλούτος της Αγγλίας εκτιμάται ότι ήταν 10 δισ. στερλίνες και πάνω από το μισό δεν αντιστοιχούσε σε παραγωγικό κεφάλαιο, αλλά σε γη, κατοικίες, έπιπλα, κρατική και δημοτική περιουσία. Το κεφάλαιο ήταν μόνο 4,5 δισ. στερλίνες, και από αυτό μόνο το 1,4 δισ. ήταν επενδυμένο στη βιομηχανία και το εμπόριο και σχεδόν άλλο τόσο (1,3 δισ.) ήταν επενδυμένο στο εξωτερικό.
Θα σημειώσουμε, για σύγκριση, ότι το 1960 το ενεργητικό της Τζένεραλ Μότορς ήταν 8,5 δισ. δολ. ή 3 δισ. στερλίνες. Ακόμα και αν λάβουμε υπόψη την υποτίμηση των νομισμάτων, αυτό το ποσό είναι περίπου ίσο με το ύψος των κεφαλαίων που ήταν επενδυμένα στη βιομηχανία της Αγγλίας του καιρού του Μαρξ.
Η κυβέρνηση της Αγγλίας ήταν και αυτή φτωχή: Το οικονομικό έτος 1877/1878 όλες οι κρατικές δαπάνες ήταν 80 εκ. στερλίνες, με δαπάνες για το στρατό και το στόλο 28,6 εκ. δισ. στερλίνες. Σήμερα, οι στρατιωτικές δαπάνες της Αγγλίας, όπως είναι γνωστό, υπολογίζονται σε πάνω από 1,5 εκ. στερλίνες το χρόνο.
Σύμφωνα με τις σύγχρονες αντιλήψεις, ούτε η αστική τάξη ήταν πλούσια, αν και από τότε υπήρχε στην Αγγλία ένα σημαντικό παρασιτικό στρώμα ρεντιέ. Η συντριπτική πλειοψηφία των καπιταλιστών διεύθυνε προσωπικά τις επιχειρήσεις. Η αστική τάξη ζούσε οικονομικά, συσσώρευε πόρους. Εννοείται ότι οι άλλες καπιταλιστικές χώρες τότε ήταν τεχνικά ακόμα πιο καθυστερημένες, ακόμα πιο φτωχές από την Αγγλία.
Το γεγονός ότι ο Μαρξ, αναλύοντας αυτόν τον «κλασικό», προμονοπωλιακό καπιταλισμό, που υπήρχε σε ένα συγκριτικά μικρό τμήμα της γήινης σφαίρας, αποκάλυψε τους εσωτερικούς νόμους της ανάπτυξής του και καθόρισε το μέλλον του δείχνει την ιδιοφυία του9.
Ναι, ο σύγχρονος καπιταλισμός είναι ασύγκριτα πιο αναπτυγμένος, παραγωγικότερος και πλουσιότερος από τον καιρό του Μαρξ. Αυτή όμως είναι μια ποσοτική μόνο διαφορά, ενώ αποφασιστική είναι η ιστορικά ποιοτική διαφορά.
Την περίοδο της δημιουργίας «Του Κεφαλαίου» ο καπιταλισμός ήταν ένας ιστορικά προοδευτικός σχηματισμός. Έπρεπε να πραγματοποιήσει μια σοβαρή ιστορική αποστολή: με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων να δημιουργήσει την υλική βάση για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, να μετατρέψει τους άμεσους παραγωγούς σε προλετάριους, να συσπειρώσει τους εργάτες σε τεράστιους στρατούς, να τους επαναστατικοποιήσει, να δημιουργήσει τον ίδιο του το νεκροθάφτη.
Ο σύγχρονος καπιταλισμός είναι ένα κοινωνικό σύστημα ιστορικά παρωχημένο, που πεθαίνει –στο ένα τρίτο της υδρογείου έχει ήδη πεθάνει– το οποίο αντικειμενικά έχει μετατραπεί σε τροχοπέδη της προόδου της ανθρωπότητας. Σε αυτό συνίσταται η ποιοτική διαφορά. Η αστική τάξη τώρα έχει μόνο ένα στόχο, να συντηρήσει το παρωχημένο της σύστημα. Όπως σημειώνεται στο Πρόγραμμα του ΚΚΣΕ, ο σοσιαλισμός τώρα γίνεται όλο και περισσότερο ο αποφασιστικός παράγοντας της παγκόσμιας ιστορίας.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι καπιταλιστικές χώρες είναι αναγκασμένες να ασκούν την πολιτική τους ανάλογα με τις απαιτήσεις του σοσιαλιστικού κόσμου. Σημαίνει όμως ότι η μεγάλη αστική τάξη στην εξωτερική αλλά συχνά και στην εσωτερική πολιτική πρέπει να παίρνει υπόψη τις σχέσεις μεταξύ του καπιταλιστικού και του σοσιαλιστικού κόσμου. Ακόμα και τις σχέσεις με τους εργάτες δεν μπορεί να τις οικοδομεί με τον παλιό τρόπο, ξεκινώντας αποκλειστικά από τα δικά της συμφέροντα. Πρέπει να φροντίζει ώστε να μην επιταχύνει τους ρυθμούς επαναστατικοποίησης της εργατικής τάξης. Ενίοτε αναγκάζεται ακόμα και να χαλιναγωγεί ξεχωριστά μονοπώλια, που, μη υπολογίζοντας τα γενικά ταξικά συμφέροντα της μεγαλοαστικής τάξης, οξύνουν τις ταξικές αντιθέσεις. Γλαφυρό παράδειγμα αυτού μπορεί να αποτελέσει η παρέμβαση του Νίξον, όταν ήταν αντιπρόεδρος, στον απεργιακό αγώνα των μεταλλουργών των ΗΠΑ ώστε να επιτευχθεί συμβιβασμός.
Η ύπαρξη του σοσιαλιστικού κόσμου, οι επιτυχίες του επιδρούν όλο και περισσότερο σε ολόκληρη τη ζωή του καπιταλιστικού κόσμου.
Από τον καιρό της συγγραφής «Του Κεφαλαίου», τη θέση των ατομικών επιχειρήσεων κατέλαβαν παντού οι μετοχικές εταιρείες. Η αύξηση της συγκέντρωσης οδήγησε στην εμφάνιση των μονοπωλίων, του μονοπωλιακού καπιταλισμού – του ιμπεριαλισμού.
Ο Β. Ι. Λένιν δημιούργησε μια συνεκτική θεωρία για το σύγχρονο καπιταλισμό. Το έργο του «Ιμπεριαλισμός, το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού» αποτελεί συνέχεια και περαιτέρω δημιουργική ανάπτυξη των ιδεών «Του Κεφαλαίου» του Μαρξ. Ο Λένιν επαναλάμβανε συχνά ότι οι νόμοι που αποκάλυψε ο Μαρξ στο «Κεφάλαιο» ισχύουν πλήρως και στον ιμπεριαλισμό. Η συγκέντρωση γέννησε τα μονοπώλια. Τα μονοπώλια, κατακλέβοντας όλο το λαό, τις μικρές και μεσαίες καπιταλιστικές επιχειρήσεις, οδήγησαν τη συγκέντρωση σε ανήκουστα μεγέθη. Το κεφάλαιο των 100 μεγαλύτερων βιομηχανικών, εμπορικών και μεταφορικών εταιριών των ΗΠΑ έφτανε, στα τέλη του 1960, τα 176 δισ. δολάρια. Λαμβάνοντας υπόψη την υποτίμηση του νομίσματος, αυτό το ποσό ξεπερνά 17 φορές το συνολικό κεφάλαιο που ήταν επενδυμένο στην Αγγλία της εποχής του Μαρξ (1885) στη βιομηχανία, το εμπόριο και τις μεταφορές. Με την αύξηση του πλούτου μεγάλωσε τερατωδώς ο παρασιτισμός της μεγάλης αστικής τάξης. Στις ΗΠΑ, το 1960, τα μερίσματα και οι τόκοι έφτασαν τα 40,8 δισ. δολάρια. Αυτό το ποσό είναι ίσο με το μέσο ετήσιο μισθό 12 εκατομμυρίων Αμερικανών βιομηχανικών εργατών.
Μεταξύ των εισοδημάτων της χρηματιστικής ολιγαρχίας και των εισοδημάτων των εργατών υπάρχει τεράστια διάσταση, που συνεχίζει να αυξάνεται.
Δεν υπάρχουν στατιστικά στοιχεία για τα εισοδήματα των πλουσιότερων ανθρώπων στις ΗΠΑ, όμως μπορούμε να κάνουμε εκτιμήσεις κατά προσέγγιση. Η περιουσία του πρεσβύτερου Κένεντι, πατέρα του τωρινού προέδρου, υπολογίζεται στα 300 εκ. δολάρια περίπου. Εάν υποθέσουμε ότι αυτό το κεφάλαιο αποφέρει μόνο 5%, το εισόδημά του είναι 15 εκ. δολάρια το χρόνο. Είναι φανερό ότι ένα τέτοιο ποσό δε γίνεται να ξοδευτεί στην ατομική κατανάλωση. Τα μεγάλα κεφάλαια συνεχίζουν να μεγαλώνουν.
Η χλιδή των εκατομμυριούχων της Αμερικής φτάνει το αδιανόητο. Στις αμερικάνικες εφημερίδες γράφτηκε ότι ο Φορντ, με την ευκαιρία των δέκατων όγδοων γενεθλίων της κόρης του, οργάνωσε μια γιορτή για την οποία έφεραν κηπουρό από το Παρίσι και φύτεψαν 20 χιλιάδες τριανταφυλλιές. Όλα αυτά στοίχισαν 225 χιλιάδες δολάρια, ποσό ίσο με τις ετήσιες αποδοχές 271 εργατών γης.
Τη στιγμή που οι Αμερικάνοι εκατομμυριούχοι σκαρφίζονται τα πιο απίθανα πράγματα για να ξοδέψουν τα παρασιτικά τους εισοδήματα, στις ΗΠΑ υπολογίζεται ότι υπάρχουν πάνω από 5 εκατομμύρια πλήρως άνεργοι, μεταξύ των οποίων πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι που έχασαν το δικαίωμα για επιδότηση και ζουν με φιλανθρωπίες. Τη στιγμή που η αστική τάξη των πιο αναπτυγμένων χωρών συσσωρεύει αμύθητα πλούτη, η πλειονότητα του πληθυσμού των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών της Ασίας, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής συνεχίζει να ζει στην αθλιότητα.
Σε διάκριση από την εποχή του Μαρξ, η μεγάλη αστική τάξη έγινε ένα εντελώς παρασιτικό στρώμα, που δεν έχει καμία σχέση με την παραγωγή. Τη φυσική εργασία την εκτελούν για λογαριασμό της μισθωτοί εργάτες, τη δουλειά γραφείου υπάλληλοι, διευθύνουν καλοπληρωμένοι διευθυντές-μάνατζερ, τις επιστημονικές έρευνες τις κάνουν μισθωτοί επιστήμονες. Η μεγαλοαστική τάξη σπαταλά, ασχολείται με την «υψηλή πολιτική» και την αισχροκέρδεια.
Ένα κοινωνικό σύστημα που οδήγησε σε τέτοια αποτελέσματα, έχει ιστορικά ωριμάσει για να πεθάνει.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

Απόσπασμα άρθρου του Ευγένιου Βάργκα που πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Κομμουνίστ», Νο 17, 1961. Η μετάφραση έγινε από τη συλλογή Варга Е. С. «Современный капитализм и экономические кризисы. Избранные труды», Издательство «Академии Наук СССР», Москва 1962.
1. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τ. 3, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 750.
2. Η γνωστότερη από αυτές τις προσπάθειες ήταν το δημοφιλές, στον καιρό του, βιβλίο του Κ. Κάουτσκι «Η οικονομική διδασκαλία του Καρλ Μαρξ». Ως απάντηση στα παράπονα των αναγνωστών, ότι το βιβλίο του Κάουτσκι είναι δυσνόητο, ο Βίκτορ Άντλερ, ηγέτης της αυστριακής σοσιαλδημοκρατίας μέχρι τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, είπε: «Ξέρω έναν καλό σχολιασμό για το βιβλίο του Κάουτσκι: “Το Κεφάλαιο” του Καρλ Μαρξ».
3. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τ. 3, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 203-204.
4. Β. Ι. Λένιν: «Σχετικά με το ζήτημα της διαλεκτικής», «Άπαντα», τ. 29, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 318.
5. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τ. 2, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 222.
6. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τ. 2, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 69.
7. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τ. 3, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 386.
8. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τ. 2, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 495-496.

9. Ο Κ. Μαρξ έγραφε: «Ο αστός οικονομολόγος, που το περιορισμένο του μυαλό δεν μπορεί να ξεχωρίσει τη μορφή εμφάνισης από το περιεχόμενο που εμφανίζει αυτή η μορφή, κλείνει τα μάτια μπρος στο γεγονός ότι ακόμα και σήμερα το κοντύλι εργασίας μονάχ

Η ΜΑΤΩΜΕΝΗ ΚΥΡΙΑΚΗ 3 ΔΕΚΕΜΒΡΗ '44 -ΜΑΘΕ ΤΙ ΕΓΙΝΕ και ΓΙΑΤΙ:


    Σαν σήμερα πριν από 74 ακριβώς χρόνια ξημέρωνε η «Ματωμένη Κυριακή» της 3ης του Δεκέμβρη 1944. Δεν είχαν περάσει ούτε δυο μήνες από την απελευθέρωση της πρωτεύουσας από τους Γερμανούς και ο λαός της Αθήνας αιματοκυλίστηκε από το νέο κατακτητή. Δυο μέρες νωρίτερα είχε προηγηθεί το ιταμό τελεσίγραφο του στρατηγού Σκόμπι και της κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου για το μονομερή αφοπλισμό του ΕΛΑΣ.
   Όσα έγιναν τον Δεκέμβρη είχαν προσχεδιαστεί από εκείνους που εμφανίζονταν σαν «απελευθερωτές». Ήδη από τις 22/9/1944, ο Γεώργιος Παπανδρέου, τηλεγραφούσε στον Τσόρτσιλ τα εξής:
«Δεν γνωρίζω τους λόγους διά την απουσία της Βρετανίας. Μόνον η άμεσος παρουσία εντυπωσιακών βρετανικών δυνάμεων εις την Ελλάδα και ως τας τουρκικάς ακτάς θα ήτο δυνατό να μεταβάλει την κατάστασιν». Η κατάσταση που ήθελαν να «μεταβληθεί» ήταν να κλείσει ο δρόμος που είχε ανοίξει με το μεγαλειώδες ΕΑΜικό κίνημα προς μια Ελλάδα της λαικής αναδημιουργίας. Πώς θα γινόταν αυτό: «Την 21ην Αυγούστου 1944 συνηντήθην εις την Ρώμην με τον Βρετανόν Πρωθυπουργόν. Και όταν μου έθεσε το ερώ­τημα, ποια είναι η πολιτική μου, απήντησα: «Εξοπλισμός του Κράτους. Αφοπλισμός του ΕΑΜ» (από την επιστολή του Γεωργίου Παπανδρέου που δημοσιεύτηκε στην εφημε­ρίδα «Η Καθημερινή» στις 2 Μάρτη 1948).
   Όσο μεγαλειώδης ήταν η ΕΑΜική αντίσταση, τόσο μεγάλο έπρεπε να είναι και το έγκλημα που διαπράχτηκε εναντίον της. Αποφάσισαν να χτυπήσουν απροκάλυπτα. Η ειρηνική διαδήλωση της Αθήνας, αφού πρώτα απαγορεύτηκε, το συλλαλητήριο που τα αιτήματά του δεν ήταν παρά η ομαλότητα, η κατοχύρωση των λαϊκών ελευθεριών μέσω άμεσης διεξαγωγής δημοψηφίσματος και η προετοιμασία διενέργειας ελεύθερων  εκλογών, πνίγηκε στο αίμα: 24 νεκροί, 160 τραυματίες.
   Οι Εγγλέζοι με 60.000 στρατό και σε συνεργασία με τους δοσίλογους της Κατοχής, ο Τσόρτσιλ μαζί με τους χωροφυλάκους και με το ανδρείκελό του, τον Γεώργιο Παπανδρέου, έστρεψαν  τα τανκς εναντίον των εκατοντάδων χιλιάδων αμάχων που διαδήλωναν στο Σύνταγμα.
   Την επόμενη μέρα, στις 4 Δεκέμβρη, στο ίδιο σημείο που την προηγούμενη είχαν διαπραχθεί οι δολοφονίες, χιλιάδες λαού συγκεντρώθηκαν ψάλλοντας το «Πένθιμο Εμβατήριο» και συνοδεύοντας τους νεκρούς τους. Το πανό που ξεδιπλώθηκε υπενθύμιζε τη δοκιμασμένη από την ζωντανή περίοδο της Κατοχής αλήθεια: «Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα — ΕΑΜ». Τα εγγλέζικα βόλια, σε συνεργασία με τους χτεσινούς συνεργάτες των Γερμανών, ξαναχτυπούν. Νέοι νεκροί… 

Βρετανοί στρατιώτες, ακροβολισμένοι στην Ακρόπολη
Μέχρι εκείνες τις μέρες οι δολοφόνοι εμφανίζονταν σαν «δημοκράτες», σαν «απελευθερωτές». Στις 3 και 4 Δεκέμβρη του ’44 οι μάσκες έπεσαν. Οι δολοφόνοι, οι Εγγλέζοι «σύμμαχοι» και οι εγχώριοι πραιτοριανοί τους, δήλωσαν με τον πιο εγκληματικό τρόπο την απόφασή τους να περάσουν νέες αλυσίδες στον λαό, να συντρίψουν το ΕΑΜικό κίνημα, να ναρκοθετήσουν την παλλαϊκή απαίτηση για δημοκρατική αναδημιουργία της Ελλάδας.
   Έτσι ξεκίνησε το νέο μεγαλειώδες κεφάλαιο του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, με το λαό να διαλέγει τα όπλα κόντρα στις αλυσίδες, σε μια πάλη άνιση και ηρωική, που κράτησε 33 μέρες απέναντι σε μια «πολιτισμένη» αυτοκρατορία που βομβάρδιζε από εδάφους και αέρος πυκνοκατοικημένες περιοχές, ανεξάρτητα από υλικές ζημιές ή θανάτους αμάχων.   Μέχρι εκείνες τις μέρες οι δολοφόνοι εμφανίζονταν σαν «δημοκράτες», σαν «απελευθερωτές». Στις 3 και 4 Δεκέμβρη του ’44 οι μάσκες έπεσαν. Οι δολοφόνοι, οι Εγγλέζοι «σύμμαχοι» και οι εγχώριοι πραιτοριανοί τους, δήλωσαν με τον πιο εγκληματικό τρόπο την απόφασή τους να περάσουν νέες αλυσίδες στον λαό, να συντρίψουν το ΕΑΜικό κίνημα, να ναρκοθετήσουν την παλλαϊκή απαίτηση για δημοκρατική αναδημιουργία της Ελλάδας.
   Για δεκαετίες η απάντηση στην ερώτηση «τι έγινε το Δεκέμβρη;» υπήρξε  ασφαλής τρόπος για να χωρίζει η ήρα από το στάρι. Ανάλογα με τη «διήγηση» μπορούσες να διακρίνεις πότε μιλούσε η δουλοφροσύνη και πότε η αξιοπρέπεια. Ανάλογα με την απάντηση ερχόταν στην επιφάνεια το νήμα που συνέδεε τους μαυραγορίτες του χτες με τους μετέπειτα «κατσαπλιάδες»,  τους γερμανοτσολιάδες  του τότε με τους κατοπινούς «αμερικανοτσολιάδες».
   Ο Δεκέμβρης σηματοδότησε την αρχή μιας ιστορικής περιόδου που περιλαμβάνει τα πάντα: Σελίδες τιμής, σελίδες χρέους, σελίδες τραγωδίας. Αποτελεί σημείο ορόσημο από το οποίο είναι αναγκασμένος να περάσει κανείς για να φτάσει στον Εμφύλιο, στον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας και στις αμερικανικές βόμβες ναπάλμ του Βαν Φλιτ, στο ανθρώπινο μεγαλείο στα Μακρονήσια και στο «όχι» στις δηλώσεις μετανοίας, στον εξευτελισμό των στρατοδικών μέσα στα ίδια τους τα στρατοδικεία έως το «ΕΑΜ – ΕΛΑΣ – Πολυτεχνείο» των μεταπολιτευτικών χρόνων.

Βρετανικό τανκ έχει εισβάλει στα γραφεία του ΕΑΜ στην οδό Πανεπιστημίου.
Οι μάχες του Δεκέμβρη έληξαν με νικητές και ηττημένους. Το έπαθλο των πρώτων η εξουσία. Το έπαθλο των δεύτερων οι φυλακές, οι εξορίες, οι εκτελέσεις, τα βασανιστήρια. Οι δεύτεροι, αυτοί που ηττήθηκαν στρατιωτικά, ισχυρίζονται ότι κατόρθωσαν κάτι περισσότερο από τους νικητές: Ότι υπέστησαν μια από τις «νικηφόρες» εκείνες ήττες που στην Ιστορία μόνο ένας ηττημένος που έχει το δίκιο με το μέρος του μπορεί να κατακτήσει. Νίκη όπως εκείνη των ηττημένων δημοκρατικών ταξιαρχιών της Ισπανίας, νίκη όπως εκείνη των ηττημένων της παρισινής κομμούνας: Νίκη ηθική, νίκη ιδεολογική έναντι των νικητών αντιπάλων τους! Συμφωνούμε…
  Ένα ερώτημα που συνήθιζε να επανέρχεται για δεκαετίες μετά τον Δεκέμβρη ήταν τούτο: Ναι αλλά «αν» τότε νικούσαν οι ηττημένοι και «αν» έχαναν οι νικητές, τι θα γινόταν; Που θα βρισκόταν σήμερα η Ελλάδα;
   Η απάντηση από τα ανιστόρητα θρασίμια του συστήματος, με πρώτους και καλύτερους τους «πρώην» αριστερούς και νυν γενίτσαρους, είναι γνωστή: «Αλβανία θα είχαμε γίνει», «θα πεινάγαμε», «δεν θα είχαμε ελευθερία», «θα είχαμε καταρρεύσει όπως οι άλλοι και οι γυναίκες μας θα είχαν γίνει πουτάνες»… 
  Φυσικά η Ιστορία δεν γράφεται με «αν». Γι’ αυτό για εμάς δεν έχει σημασία να μπούμε στο φανταστικό σενάριο τι θα είχε γίνει «αν». Για εμάς έχει μεγάλη σημασία να σταθούμε στο πραγματικό σενάριο που γράφτηκε με βάση τα όσα πραγματικά έγιναν.
   Η απάντηση στο ερώτηση αν τότε νικούσαμε εμείς, όχι μόνο ηθικά αλλά και πολιτικά, αν νικούσαμε όχι μόνο ιδεολογικά αλλά και στρατιωτικά, είναι αυτή:
  • Επειδή τότε νίκησαν αυτοί που νίκησαν και επειδή ακριβώς χάσαμε εμείς, επειδή ο λαός έχασε, γι’ αυτό η Ελλάδα, που μέσα στην Κατοχή «το ΕΑΜ την έσωσε από την πείνα», έφτασε να πεινάει μετά τον Εμφύλιο και να στέλνει τα παιδιά της μετανάστες για ένα κομμάτι ψωμί.
  • Επειδή χάσαμε εμείς, επειδή έχασε ο λαός, και επειδή νίκησαν αυτοί, γι’ αυτό η Ελλάδα, από την πρωτόγνωρη λευτεριά και δημοκρατία του Βουνού, πέρασε στη βία, στη νοθεία, στα πραξικοπήματα και στις χούντες.
  • Επειδή νίκησαν αυτοί και επειδή χάσαμε εμείς, επειδή έχασε ο λαός, γι’ αυτό η Ελλάδα από έμβλημα της αντάρτισσας χειραφετημένης γυναίκας έγινε για δεκαετίες η «Τρούμπα» του αμερικάνικου στόλου.
    Αυτή είναι η αλήθεια που την έγραψε με το αίμα του ο ανθός του ελληνικού λαού: Ναι, αν είχαμε νικήσει εμείς, η Ελλάδα θα είχε κερδίσει. Ο λαός της θα είχε κερδίσει.

TOP READ