26 Ιαν 2021

Το «φοβάμαι να μιλήσω» έχει αιτία… (με αφορμή τις καταγγελίες της Σοφίας Μπεκατώρου)

 


Τα τελευταία χρόνια, σε εκδηλώσεις αθλητικών σωματείων, ομοσπονδιών και ενώσεων, οι αντίστοιχοι υπουργοί, υφυπουργοί, βουλευτές διαχρονικά όλων των κυβερνήσεων (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ) «ευλογούσαν» τα γένια τους για «τα έργα και τις ημέρες τους» στο χώρο του αθλητισμού, προβάλλοντας ιδιαίτερα την… ιδιαίτερη μέριμνα του κράτους για τους αθλητές και τους προπονητές, την καλή συνεργασία και σχέση που είχαν χτίσει με τις ομοσπονδίες σε σχέση με τους προκατόχους τους και πάει λέγοντας. Ιδιαίτερα για το τελευταίο δεν θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά, αφού στην πλειοψηφία τους τα στελέχη των διοικήσεων των ομοσπονδιών προέρχονταν από τα ίδια τα κόμματα που κυβέρνησαν όλα αυτά τα χρόνια.

Οταν όμως η συζήτηση έφτανε στην κρατική χρηματοδότηση στις αθλητικές ομοσπονδίες, η στάση των κυβερνητικών στελεχών, αλλά και των αθλητικών παραγόντων, αποκτούσε… μεγάλο ενδιαφέρον. Εκεί ξεχώριζε η ήρα από το στάρι. Ορισμένοι αντιδρούσαν στις περικοπές των κονδυλίων για τις αθλητικές ομοσπονδίες, άλλοι αποδέχονταν τα ψίχουλα. Εφταναν να υποκλίνονται στην πλήρη εξάρτηση του αθλητισμού από χορηγούς, που παρουσιάζονταν ως ευεργέτες και σωτήρες.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτέλεσε το πρόγραμμα «Υιοθετήστε έναν αθλητή», που εγκαινίασε ο Λ. Αυγενάκης – σημερινός υφυπουργός Αθλητισμού – σε εκδήλωση της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής, απευθυνόμενος σε εταιρείες και μεγαλοεπιχειρηματίες ώστε να χρηματοδοτήσουν την προετοιμασία αθλητών για τις διεθνείς διοργανώσεις. Οι χορηγοί από τη μεριά τους, ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα, πόνταραν βέβαια σε αθλητές με κριτήριο τις επιδόσεις τους, που θα εξασφάλιζαν την «πρωτιά», άρα και τη διαφήμιση των χορηγών τους. Αυτό ήταν το κίνητρο της «ευαισθησίας» τους και όχι οι σύγχρονες ανάγκες της νεολαίας στον αθλητισμό, όπως ισχυρίστηκαν κάποιοι.

Με αυτόν τον τρόπο, οι κυβερνήσεις διαχρονικά δικαιολογούν τις περικοπές στην κρατική χρηματοδότηση των αθλητικών ομοσπονδιών και υποδομών. Καθιστούν υπεύθυνους τους αθλητές, τους προπονητές και κυρίως τους παράγοντες για να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση από χορηγούς για την προετοιμασία πριν από τους αγώνες. Σε αυτό το «κυνήγι χορηγών», όποιος παράγοντας ή προπονητής εξασφαλίζει πρώτος τη χρηματοδότηση δεσμεύει με τις αποφάσεις του και τους υπόλοιπους, έχοντας τον πρώτο λόγο, ιδιαίτερα για τη σταδιοδρομία των αθλητών σε μικρή ηλικία, που δεν γνωρίζουν πρόσωπα και καταστάσεις, πράγμα σύνηθες στον πρωταθλητισμό.

Είναι όλοι ίδιοι;

Οχι, δεν είναι όλοι όσοι εμπλέκονται με τον αθλητισμό το ίδιο, όπως σκόπιμα καλλιεργεί ο νυν υφυπουργός Αθλητισμού Αυγενάκης με αφορμή τις καταγγελίες της Σοφίας Μπεκατώρου. Καλύτερα θα ήταν να κάνει μεταβολή και να κοιτάξει στο κόμμα της ΝΔ πρώτα. Αξιοποιώντας το αποτρόπαιο αυτό γεγονός, τσουβαλιάζει τους πάντες και προσπαθεί να βγει και δικαιωμένος για τον νόμο που ψήφισε πρόσφατα.

Πρόκειται για έναν νόμο που δίνει το δικαίωμα στους χορηγούς μεγαλοεπιχειρηματίες να μετέχουν στις διοικήσεις των αθλητικών ομοσπονδιών, ενώ μέχρι τώρα ήταν απαγορευτικό. Εναν νόμο που έχει σαν στόχο να ξηλώσει από τις διοικήσεις όσους μπαίνουν εμπόδιο στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς για τον πλήρη έλεγχο του αθλητισμού. Η ψήφιση του νόμου είχε σαν αποτέλεσμα να βγουν τα μαχαίρια, ακόμα και στο κυβερνητικό κόμμα, για το ποιος θα ελέγξει την Ομοσπονδία Ιστιοπλοΐας, συνεπώς θα εμπλακεί περισσότερο στους σχεδιασμούς και για τις μαρίνες, και για τα επιχειρηματικά σχέδια σ’ αυτόν το χώρο.

Οσο σωστή είναι η αυτονόητη στήριξη σε κάθε Σοφία που έχει υποστεί πολύμορφη βία, άλλο τόσο λάθος είναι το τσουβάλιασμα όλων των ανθρώπων που συμμετέχουν στον αθλητισμό. Η ισοπεδωτική αντιμετώπιση αξιοποιείται και εξυπηρετεί τα κυβερνητικά σχέδια και επιχειρηματικά συμφέροντα στο χώρο του αθλητισμού, δημιουργεί εντυπώσεις μπροστά και στις προσεχείς εκλογές στις ομοσπονδίες.

Το βασικό πρόβλημα είναι σε ποιο πλαίσιο αναπτύσσεται η σεξουαλική παρενόχληση απέναντι σε αθλήτριες, όπως και σε άλλες γυναίκες. Είναι το ίδιο το πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργεί ο αθλητισμός και οι αξίες που αυτό καλλιεργεί. Δεν φταίει ο αθλητισμός σαν δραστηριότητα, δεν παράγει ο ίδιος την κακοποίηση. Ομως δεν λειτουργεί μέσα σε μια γυάλα, αλλά στο πλαίσιο ενός συστήματος που αναπαράγει τις αξίες του ανταγωνισμού, αποθεώνει την ατομικότητα σε βάρος της συλλογικότητας. Είναι οι αξίες που κυριαρχούν σε κάθε πλευρά της κοινωνικής ζωής, στους χώρους εργασίας, εκπαίδευσης ή πολιτισμού. Και το σύστημα αυτό έχει όνομα, έχει θεσμούς και κόμματα, έχει και ανθρώπους που το υπηρετούν, ακόμα και στον αθλητισμό, που βυθίζεται ολοένα και περισσότερο στη σήψη της εμπορευματοποίησης.

Οταν στον αθλητισμό καλλιεργείται το «όλα για το κέρδος… όλα για την επίδοση… ο πρώτος τα παίρνει όλα, ο δεύτερος τίποτα… χωρίς χορηγό χάνεσαι…», διαμορφώνονται ισχυρές οικονομικές – κοινωνικές πιέσεις στον αθλητή και την αθλήτρια. Ο φόβος μιας αθλήτριας ή ενός αθλητή να μιλήσει «για να μην αποκλειστεί από χορηγία, για να μη χάσει τα προνόμια, για να μη χάσει τη στήριξη και τη χρηματοδότηση» είναι η κορυφή του παγόβουνου των οικονομικών και κοινωνικών εκβιασμών.

Να λοιπόν γιατί είναι υποκρισία να εμφανίζονται σήμερα κυβερνητικά στελέχη ως «σωτήρες και πρεσβευτές της κάθαρσης», όταν υπηρετούν αυτό το σάπιο σύστημα και τις αξίες που αυτό παράγει. Περισσεύει, βέβαια, και η υποκρισία των αστικών κομμάτων των προηγούμενων κυβερνήσεων, που παρουσιάζουν ως ατομικό ζήτημα και ευθύνη την καταγγελία περιστατικών σεξουαλικής κακοποίησης, τη στιγμή που παραμένει το πλαίσιο που αφήνει τα νέα κορίτσια και αγόρια εκτεθειμένα σε κάθε είδους κίνδυνο, στις πιέσεις και τους εκβιασμούς από τους ποικιλώνυμους «ισχυρούς παράγοντες» σε διάφορους χώρους (Εκπαίδευση, Αθλητισμός, Πολιτισμός κ.λπ.).

«Σπάμε τη σιωπή» για τις αιτίες της πολύμορφης βίας σε βάρος των γυναικών και στον αθλητισμό

Είναι σημαντικό να ακουστούν σήμερα οι φωνές της κάθε Σοφίας, να πολλαπλασιαστούν τα παραδείγματα αθλητών, προπονητών, ανθρώπων του αθλητισμού από κάθε πόστο οι οποίοι αντιστέκονται σ’ αυτήν τη σαπίλα, στην οποία όλα θυσιάζονται για το χρήμα και το κέρδος.

Αν μια Ολυμπιονίκης δυσκολεύτηκε όλα αυτά τα χρόνια να «σπάσει τη σιωπή της» και να καταγγείλει την κακοποίησή της, ας σκεφτούμε τις δυσκολίες που συναντά μια εργαζόμενη για να καταγγείλει την εργοδοτική βία, που φτάνει μέχρι τη σεξουαλική παρενόχληση από τον εργοδότη. Οπως αντίστοιχα μια φοιτήτρια δυσκολεύεται να καταγγείλει τέτοια περιστατικά στο χώρο σπουδών. Η σεξουαλική, σωματική, λεκτική, ψυχολογική ή όποιας άλλης μορφής βία υφίστανται οι γυναίκες καλλιεργείται στο έδαφος που διαμορφώνει ο οικονομικός και κοινωνικός καταναγκασμός. Σε κάθε περίπτωση, η αντιμετώπιση ενός τέτοιου κοινωνικού φαινομένου δεν μπορεί να γίνεται με τρόπο ατομικό.

Αρα, το κύριο ζήτημα είναι πώς θα στηριχθεί ολόπλευρα κάθε αθλήτρια, κάθε γυναίκα ώστε να έχει τη δυνατότητα να αντισταθεί, να αποκρούσει, να καταγγείλει τη βία κάθε μορφής, τις οικονομικές πιέσεις και εκβιασμούς. Χρειάζεται να εξασφαλιστούν όλοι εκείνοι οι παράγοντες ώστε μια γυναίκα να σταθεί στα πόδια της, χωρίς να εξαρτάται οικονομικά και κοινωνικά.

Η καταγγελία των νέων γυναικών μπορεί να βρει διέξοδο στο δρόμο της συλλογικής διεκδίκησης. Τέτοια κοινωνικά φαινόμενα δεν αντιμετωπίζονται ριζικά με ατομικό τρόπο.

Χρειάζεται να οργανωθούν ενημερωτικά προγράμματα πρόληψης της βίας σε σχολεία και σχολές, σε αθλητικά σωματεία και χώρους αθλητισμού – πολιτισμού από επιστημονικούς, κρατικούς φορείς, ώστε να εξασφαλίζεται ένα ενιαίο πρόγραμμα που θα υπολογίζει τις ηλικίες των νέων, τη δραστηριότητά τους. Για παράδειγμα, χρειάζεται να υπολογίζεται ότι στο χώρο του αθλητισμού οι σχέσεις που αναπτύσσονται είναι αντικειμενικά έντονες και δυναμικές, με πολλές συγκινήσεις, η σωματική επαφή μοιραία. Οι αθλητές και οι αθλήτριες, για παράδειγμα, μπορεί να βλέπουν με δέος τον προπονητή τους ή και έναν άνθρωπο μιας ομοσπονδίας. Δένονται με αυτούς τους ανθρώπους, ιδιαίτερα με τον προπονητή τους σε φάσεις προετοιμασίας πριν από μια μεγάλη διοργάνωση, μοιράζονται σημαντικές στιγμές.

Τα συγκεκριμένα προγράμματα χρειάζεται να έχουν αναφορά στη γειτονιά, σε σύνδεση με τις αντίστοιχες κοινωνικές υπηρεσίες (Κέντρα Υγείας, συμβουλευτικά κέντρα κ.λπ.), με τους συλλόγους γονέων, εκπαιδευτικών και τα αθλητικά σωματεία, άλλους μαζικούς φορείς. Αντίστοιχα, η συνεχής επιμόρφωση προπονητών και διοικήσεων σε ζητήματα αθλητικής ψυχολογίας, διαχείρισης αθλητών μικρών ηλικιών οι οποίοι έχουν ταλέντο και προοδεύουν σε ένα άθλημα και των γονιών τους, μπορεί να αποτελέσει ασπίδα προστασίας.

Το ΚΚΕ και η ΚΝΕ συνεχίζουμε να παλεύουμε για την ολόπλευρη προστασία των αθλητριών, συνολικά των γυναικών, από τη βία κάθε μορφής. Συνεχίζουμε την πάλη για να δημιουργηθούν εκείνες οι οικονομικές – κοινωνικές προϋποθέσεις ώστε ο αθλητισμός να αποτελεί στάση ζωής για την προαγωγή της υγείας, τη φυσική κατάσταση και την ψυχική ισορροπία του κάθε ατόμου, θα σμίγει όμορφα τους ανθρώπους τόσο στη νίκη όσο και στην ήττα, θα τους δυναμώνει να αντιμετωπίζουν τα εμπόδια και τις δυσκολίες της ζωής.

 

Θοδωρής Λιάππης
(υπεύθυνος του Τμήματος Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού της ΚΕ του ΚΚΕ)

Κι έγινε ο γύψος συνήθειά μας… – Απαγόρευση συναθροίσεων άνω των 100 αποφάσισε η κυβέρνηση

 


Οι ειδικοί λένε μην κινείστε. Οι ειδικοί λένε μη διαδηλώνετε. Οι ειδικοί λένε μην ανασαίνετε.

Μόνο που η κυβέρνηση έχει αποδείξει ότι θεωρεί ως ειδικό την αστυνομία και αυτή είναι η “λύση” της για κάθε πρόβλημα στην πανδημία κι όχι μόνο.

Τι κι αν ο Βατόπουλος -μέλος της Επιτροπής Λοιμωξιολόγων- αρνήθηκε πως υπάρχει σχετική εισήγηση των ειδικών για την απαγόρευση συναθροίσεων… Τι κι αν ο μεγαλύτερος συνωστισμός παρατηρείται έξω από αλυσίδες, με ουρές δεκάδων μέτρων…

Σημασία έχει τι λένε οι ειδικοί -δηλαδή ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας, που κάνει τις σχετικές ανακοινώσεις. Και αυτοί απαγορεύουν τις συναθροίσεις ως την 1η Φλεβάρη, χωρίς να μας ενημερώνουν γιατί αυτές ειδικά οι μέρες είναι “ύποπτες” για αυξημένο ιικό φορτίο και τι αλλάζει από τον Φεβρουάριο -εκτός από τον μήνα.

Έτσι λοιπόν, μετά από την αυταρχική απαγόρευση των κινητοποιήσεων την επέτειο του Πολυτεχνείου και την αντίστοιχη απαγόρευση για την 6η Δεκέμβρη και τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου, έρχεται να τριτώσει το “καλό”, εν όψει του πανεκπαιδευτικού συλλαλητηρίου και άλλων κινητοποιήσεων της ΟΕΝΓΕ -μεταξύ άλλων.

Παράλληλα, η απόφαση της ΕΛ.ΑΣ. (δηλαδή της κυβέρνησης) απειλεί με βαριά πρόστιμα τους διοργανωτές των υπαίθριων συναθροίσεων -5 χιλιάδες ευρώ για τα νομικά πρόσωπα και 3.000 ευρώ για τα φυσικά πρόσωπα- δείχνοντας για πολλοστή φορά τις προτεραιότητές της και ποιον ακριβώς προστατεύει. Την υγεία μας ή την εξουσία.

Το μπαλάκι είναι στην πλευρά του κινήματος, για να σπάσει στην πράξη την άθλια, αυταρχική απαγόρευση.

Τα εμβόλια, οι καθυστερήσεις και οι ανταγωνισμοί


Σε αντίθεση με τις προσδοκίες που καλλιεργούσαν οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα και στα άλλα κράτη - μέλη της ΕΕ ότι με την έναρξη των εμβολιασμών έρχεται το τέλος της πανδημίας, τα πράγματα φαίνεται ότι περιπλέκονται ολοένα και περισσότερο. Κι αυτό γιατί ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός, το κυνήγι του κέρδους, οι γεωπολιτικές αντιθέσεις και ό,τι άλλο χαρακτηρίζει αυτό το σάπιο σύστημα, μετατρέπουν σε «θρίλερ» τον αναγκαίο για το λαό εμβολιασμό. Αυτό φανερώνουν η μεγάλη καθυστέρηση στην παράδοση των εμβολίων από τις φαρμακευτικές, οι κόντρες για τους όρους των συμβολαίων που παραμένουν επτασφράγιστο μυστικό, τα εμπόδια που βάζει η ΕΕ για την αναζήτηση εμβολίων από άλλες πηγές, πλην αυτών που η ίδια έχει συμφωνήσει, αλλά και η συζήτηση για τη «γεωπολιτική αξία» του εμβολίου, ή την αντιμετώπιση του «εμβολιαστικού εθνικισμού». Ενα ακόμα επίτευγμα της επιστήμης, αναγκαίο για την αντιμετώπιση της πανδημίας, γίνεται πεδίο σφοδρών ανταγωνισμών, με μεγάλες καθυστερήσεις στην παραγωγή και τη διανομή, τις οποίες πληρώνουν οι λαοί. Οπως ακριβώς πλήρωσαν τα προηγούμενα χρόνια τις καθυστερήσεις στην έρευνα για την εμβολιαστική αντιμετώπιση των κορονοϊών, επειδή τα προσδοκώμενα κέρδη δεν ήταν τότε ικανοποιητικά για τις φαρμακευτικές.

* * *

Από τη μία, δηλαδή, η παραγωγή των εμβολίων με κριτήριο το κέρδος φρενάρει τις παραγωγικές δυνατότητες και υπονομεύει τον γενικευμένο εμβολιασμό. Κι από την άλλη, η πολιτική στήριξης της καπιταλιστικής κερδοφορίας από τις κυβερνήσεις και τα κράτη στραπατσάρει ακόμα περισσότερο τα δημόσια συστήματα Υγείας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα στη χώρα μας είναι ο πετσοκομμένος κρατικός προϋπολογισμός, που για μια ακόμη χρονιά προβλέπει μείωση δαπανών για την Υγεία, και μάλιστα εν μέσω πανδημίας, ενώ υπό το βάρος των τεράστιων ελλείψεων η κυβέρνηση μετατρέπει (μετά τα νοσοκομεία) και τα Κέντρα Υγείας σε δομές μιας νόσου, προκειμένου να λειτουργήσουν ως εμβολιαστικά κέντρα με ανύπαρκτες υποδομές και μειωμένο προσωπικό. Ετσι, ούτε η πανδημία αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά ούτε ακόμα κι αυτός ο «κουτσός» εμβολιαστικός σχεδιασμός μπορεί να προχωρήσει με ασφαλείς όρους. Κι όχι μόνο αυτό: Παρά το γεγονός ότι - όπως όλα δείχνουν - η δημιουργία ανοσίας θα είναι μια μακρά διαδικασία, η κυβέρνηση δεν παίρνει κανένα μέτρο ενίσχυσης του δημόσιου συστήματος Υγείας, κανένα μέτρο ουσιαστικής προστασίας εκεί που το πρόβλημα της διασποράς οξύνεται, δηλαδή στους χώρους δουλειάς, στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και αλλού, ενώ προετοιμάζει το έδαφος να ανοίξει και τον Τουρισμό με μοναδική «ασπίδα» το «πιστοποιητικό εμβολιασμού», έστω κι αν δεν έχει ακόμα αποδειχτεί ότι οι εμβολιασμένοι δεν μεταδίδουν τον ιό!

* * *

Με άλλα λόγια, όσο «δυσκίνητη» είναι η κυβέρνηση για τη λήψη ουσιαστικών μέτρων προστασίας του λαού, επειδή «κοστίζουν», τόσο βιαστική και ...καινοτόμα είναι όταν πρόκειται να διευκολύνει μέσα σ' αυτές τις συνθήκες την κερδοφορία του κεφαλαίου. Καθόλου τυχαία, οι πρώτοι που χειροκρότησαν και ενθάρρυναν την πρωτοβουλία της κυβέρνησης για το «πιστοποιητικό εμβολιασμού» ήταν η Διεθνής Ενωση Αερομεταφορών, οι ξενοδοχειακοί όμιλοι, οι «τουρ οπερέιτορ» και οι μεγαλοεπιχειρήσεις της ναυτιλίας και της κρουαζιέρας, που ποντάρουν στο «άνοιγμα» του Τουρισμού με τα λιγότερα «γραφειοκρατικά εμπόδια», όπως αντιλαμβάνονται τα μέτρα ουσιαστικής προστασίας επισκεπτών και κατοίκων στις τουριστικές περιοχές. Την ίδια ώρα, στο έδαφος των καθυστερήσεων στην παράδοση των εμβολίων, οξύνονται οι ανταγωνισμοί και στο εσωτερικό της ΕΕ, με δεδομένη την πίεση που ασκεί η πανδημία στην οικονομία, στο έδαφος της νέας κρίσης, η οποία βαθαίνει την ανισομετρία. Αυτό δείχνουν, για παράδειγμα, οι «υψηλοί τόνοι» της Ιταλίας, που απειλεί με προσφυγές, και οι πρόσφατες κόντρες με τη Γερμανία, επειδή διαπραγματεύτηκε ξεχωριστά την προμήθεια επιπλέον παρτίδων απ' αυτές που συμφώνησε η Κομισιόν με τις φαρμακευτικές. Τα εμβόλια δηλαδή γίνονται στοιχείο των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και μέρος ενός ευρύτερου παζαριού ανάμεσα στα κράτη - μέλη της ΕΕ.

* * *

Στο έδαφος αυτών των εξελίξεων, επιβεβαιώνεται η ανάγκη να δυναμώσει ο αγώνας για όλα τα αναγκαία μέτρα που από την πρώτη στιγμή διεκδικούν οι υγειονομικοί, τα εργατικά συνδικάτα, άλλοι μαζικοί φορείς: Η ενίσχυση του δημόσιου συστήματος Υγείας, τα μαζικά δωρεάν και τακτικά τεστ στους μεγάλους χώρους δουλειάς, μαζί με άλλα μέτρα προστασίας, όπως η αποσυμφόρηση των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς, η θωράκιση των σχολείων. Τα αδιέξοδα που βιώνει ο λαός από την πολιτική διαχείρισης της πανδημίας με κριτήριο τη θωράκιση των κερδών, μεγαλώνουν μέρα με τη μέρα. Κανείς δεν μπορεί να νιώθει ασφαλής όσο η Υγεία και το Φάρμακο είναι πηγή κέρδους για τα μονοπώλια, ενώ σήμερα υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για την παροχή υψηλών προδιαγραφών και δωρεάν υπηρεσιών Υγείας για όλους, με βάση τα επιτεύγματα της επιστήμης, τα υψηλά επίπεδα της παραγωγικότητας, το μέγεθος του παραγόμενου πλούτου. Εκεί πρέπει να στοχεύει η πάλη του λαού, φέρνοντας στο προσκήνιο τις σύγχρονες ανάγκες του.

Ελπιδοφόρος αγώνας


Μια πρώτη μαζική και δυναμική απάντηση πήραν την περασμένη Πέμπτη τα σχέδια της κυβέρνησης, με τα πανεκπαιδευτικά συλλαλητήρια στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις, με αίτημα να μην κατατεθεί το νομοσχέδιο Κεραμέως - Χρυσοχοΐδη, να ανοίξουν τώρα οι σχολές με όλα τα μέτρα προστασίας από τον κορονοϊό, να θωρακιστούν τα σχολεία από την πανδημία, όπως διεκδικούν γονείς, εκπαιδευτικοί και μαθητές. Αυτήν τη βδομάδα οι κινητοποιήσεις στην Εκπαίδευση κλιμακώνονται και έπεται συνέχεια...

Εδώ και ένα χρόνο τα πανεπιστήμια δεν έχουν ανοίξει ούτε μια μέρα για τους φοιτητές, συνεχίζουν όμως να προωθούν τις επιχειρηματικές τους δράσεις.

Το ποτήρι ξεχείλισε με το νομοσχέδιο που βάζει νέους φραγμούς στις σπουδές, εντείνει την κατηγοριοποίηση των πανεπιστημίων, ενισχύει το χαρακτήρα του Λυκείου ως ανταγωνιστικού εξεταστικού κέντρου και εντείνει την καταστολή.

Για όλα αυτά, το «φτάνει πια, ως εδώ!» ακούστηκε δυνατά στις μαζικότατες και υποδειγματικά οργανωμένες, με όλα τα μέτρα προστασίας της υγείας, πανεκπαιδευτικές κινητοποιήσεις που έγιναν την προηγούμενη βδομάδα.

Οι αποφάσεις πάνω από 25 φοιτητικών συλλόγων στην Αθήνα και δεκάδων ακόμα σε όλη τη χώρα, οι δράσεις στα αμφιθέατρα που «ανοίγουν» συμβολικά, οι επιστολές διαμαρτυρίας που έχουν αρχίσει να κατακλύζουν το διαδίκτυο φανερώνουν ελπιδοφόρες διεργασίες, παρά τις ιδιαίτερες συνθήκες της πανδημίας και το γεγονός ότι τα πανεπιστήμια είναι κλειστά.

Πολλοί από τους αυριανούς επιστήμονες, για τους οποίους «νοιάζεται» τάχα η κυβέρνηση και θέλει να «αναβαθμίσει» τις σπουδές τους ...πετώντας μερικές χιλιάδες απ' αυτούς έξω από την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, έχουν χάσει ήδη το ένα τέταρτο των σπουδών τους!

Δεν έχουν δει καμία στήριξη για τα ενοίκια που «τρέχουν» και για σπίτια που χρειάζεται να συντηρούν σε άλλες πόλεις, για συγγράμματα που δεν έφτασαν ποτέ στον προορισμό τους πριν από την εξεταστική, για τεχνικό εξοπλισμό που απαιτήθηκε για την εξ αποστάσεως εκπαίδευση...

Σαν να μην φτάνουν όλα αυτά, στο τραπέζι παραμένει ανοιχτό το ενδεχόμενο να μην ανοίξουν τα πανεπιστήμια για τους φοιτητές ούτε το εαρινό εξάμηνο!

Και ενώ δεν κάνει καμία συζήτηση για την αναγκαία ενίσχυση των ιδρυμάτων με προσωπικό, για αξιοποίηση των υπαρχουσών υποδομών και ενίσχυσή τους ώστε να λειτουργήσουν ξανά τα ΑΕΙ, η κυβέρνηση ενισχύει με εκατομμύρια ευρώ την καταστολή.

Στόχος της είναι το οργανωμένο φοιτητικό κίνημα και όχι βέβαια η «πάταξη της ανομίας» που επικαλείται, αξιοποιώντας ως πρόσχημα και τη δράση προβοκατόρικων ομάδων, που καμία σχέση δεν έχουν με το φοιτητικό κίνημα.

Οι φοιτητές δεν έχουν ανάγκη από κάμερες και αστυνομία, αλλά από ανοιχτές σχολές και υψηλού επιπέδου σπουδές. Εχουν ανάγκη από δωρεάν σίτιση και στέγαση, όχι από αποκλεισμούς και νέα εμπόδια στα μορφωτικά τους δικαιώματα.

Ολα αυτά δηλαδή που τους στερεί η διαχρονική πολιτική όλων των κυβερνήσεων, με τη σημερινή της ΝΔ να παραλαμβάνει τη σκυτάλη από την προηγούμενη του ΣΥΡΙΖΑ, κόβοντας και ράβοντας τα πανεπιστήμια στα μέτρα των κατευθύνσεων της ΕΕ και του κεφαλαίου, για τις ανάγκες της κερδοφορίας του.

Η αγωνία και η αγανάκτηση των φοιτητών συναντιέται αυτές τις μέρες με αυτή των γονιών, των εκπαιδευτικών, των μαθητών, που με το άνοιγμα των σχολείων χωρίς - και πάλι - κανένα επιπλέον μέτρο προστασίας, μετρούν κρούσματα και κινδύνους.

Και αντί να ικανοποιήσει τα δίκαια αιτήματά τους, σε μια χρονιά με τέτοιες ιδιαίτερες συνθήκες στην Εκπαίδευση, η κυβέρνηση απολύει συμβασιούχους εκπαιδευτικούς στα μέσα της χρόνιας, ενώ τα κενά παραμένουν ακόμα και σε πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα! Το «κερασάκι στην τούρτα» είναι οι απειλές για πρόστιμα στους μαθητές αν τυχόν αργήσουν να γυρίσουν στα σπίτια τους μετά το μάθημα σε Γυμνάσια και Λύκεια, που ξεκινάει από την 1η Φλεβάρη!

Οι κινητοποιήσεις των προηγούμενων ημερών και οι αποφάσεις για δυναμική συνέχεια στέλνουν μήνυμα: Αν πιστεύει η κυβέρνηση ότι θα ξεμπερδέψει με τους φοιτητές, τους εκπαιδευτικούς, τους μαθητές και τις δίκαιες διεκδικήσεις τους, είναι βαθιά γελασμένη! Με αποφασιστικότητα συζητούν και αποφασίζουν τα νέα τους αγωνιστικά ραντεβού, έχοντας στο πλευρό τους δεκάδες σωματεία και φορείς του κινήματος.

Στο υπουργείο Παιδείας, στα Προπύλαια, στη Βουλή, σε κάθε πόλη διαδηλώνουν συντεταγμένα. Διεκδικούν πανεπιστήμια και σχολεία ανοιχτά και ασφαλή, επιστρέφουν πίσω το νομοσχέδιο της καταστολής και των φραγμών στις σπουδές, συνεχίζουν τον αγώνα!

TOP READ