9 Νοε 2013

Οταν οι Ελληνες ήταν ανεπιθύμητοι ξένοι…



Οταν οι Ελληνες ήταν ανεπιθύμητοι ξένοι…
Τέτοιες ημέρες πριν από ένα αιώνα γραφόταν για τον Ελληνισμό της διασποράς μια από τις πιο μαύρες σελίδες στην ιστορία του. Κάπου 2.000-3.000 Ελληνες μετανάστες στις ΗΠΑ έπεφταν θύματα της ξενοφοβίας στη Νότιο Ομαχα της Νεμπράσκα.
Είχαν διασχίσει τον Ατλαντικό, όπως εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι συμπατριώτες τους, κυνηγώντας το «αμερικανικό όνειρο». Δουλεύοντας σκληρά στους σιδηροδρόμους, τα σφαγεία και έχοντας μικροεπιχειρήσεις βρέθηκαν στο επίκεντρο μιας ρατσιστικής θύελλας. Βίωσαν έναν πραγματικό μαζικό διωγμό, που εξαπέλυσαν τα υπερσυντηρητικά, ακροδεξιά και καθυστερημένα στρώματα της περιοχής. Οι νοικοκυραίοι εναντίον των ύποπτων και επικίνδυνων ξένων, που απειλούσαν τον «νόμο και την τάξη».

Οι πετυχημένοι (πίσω οι εικόνες τους όταν οι ίδιοι έφθαναν στις ΗΠΑ) διώχνουν τους φτωχούς νεόφερτους (αμερικανικό σκίτσο της εποχής από το λεύκωμα «Οπου γη Ελλάδα…»).
Οι πετυχημένοι (πίσω οι εικόνες τους όταν οι ίδιοι έφθαναν στις ΗΠΑ) διώχνουν τους φτωχούς νεόφερτους (αμερικανικό σκίτσο της εποχής από το λεύκωμα «Οπου γη Ελλάδα…»).Οταν ολοκληρώθηκε ο κύκλος της βίας το σύνολο των Ελλήνων της ευρύτερης περιοχής ζήτησε καταφύγιο αλλού. Οι υπόλοιποι ξεριζώθηκαν.

Εκδίωξη
Για πολλά χρόνια η εκδίωξη των Ελλήνων της Ομαχα αποτελούσε σημείο αναφοράς και μνημείο για την εχθρότητα, που αντιμετώπισαν οι Ελληνες στην αμερικανική Δύση πριν γίνουν αποδεκτοί στις κοινωνίες της.
Η ιστορία της Ομαχα δεν ήταν η μοναδική τα πέτρινα χρόνια του πρώτου μεγάλου ελληνικού μεταναστευτικού προς τις ΗΠΑ. Ξεπερνούσε, όμως, σε μαζικότητα κάθε παροξυσμό κι έμεινε παροιμιώδης. Ενας Ελληνοαμερικανός καθηγητής από την περιοχή, που θα ασχοληθεί πολλά χρόνια αργότερα συστηματικά με τα επεισόδια, θα τα παραλληλίσει με τη «νύχτα των κρυστάλλων το 1938» στη ναζιστική Γερμανία.
Παρόμοια περιστατικά καταγράφονται κι αλλού. Αλλά τόσο αυτό όσο κι εκείνα τα σκέπασε η σκόνη της ιστορίας. Η αμερικανική κοινωνία ήθελε να ξεχάσει τα ξενοφοβικά ξεσπάσματα, όπως και οι Ελληνες μετανάστες στη διαδικασία της αφομοίωσής τους.
Ξεφυλλίζοντας τις πολύ λίγες μελέτες για το μεταναστευτικό και τις ελάχιστες όπου αναφέρονται ομαδικές διώξεις Ελλήνων, προβάλλουν εικόνες που θυμίζουν σημερινές ρατσιστικές και ξενοφοβικές καταστάσεις. Ιδού μερικές μόνο της ίδιας περιόδου:
-Στο Πίτσμπουργκ (Πενσιλβάνια) «οι εντόπιοι εύρον ως αφορμήν τον φόνον ενός μαύρου διά να δημιουργήσουν ταραχάς κατά των Ελλήνων και ολίγον δειν θα είχωμεν επανάληψιν των θλιβερών σκηνών της Ομάχας…»
-Στο «Ροντάϊλαντ, όπου οι Ελληνες ασχολούνται εις την αλιείαν αστακών, οι Αμερικανοί αλιείς εξηγέρθησαν ζητούντες την εκδίωξίν των ως μη όντων Αμερικανών πολιτών. Ευτυχώς ο διωγμός εματαιώθη…»
-«Εις την Φλώριδαν κατά το έτος 1911 οι ιθαγενείς (ντόπιοι) εβύθισαν Ελληνικόν σπογγαλιευτικόν του οποίου τα πλήρωμα επνίγη…»
Ο κατάλογος είναι μικρός με επιθέσεις εναντίον Ελλήνων στη Βιρτζίνια, στο Κάνσας Σίτι, στο Ντέιτον του Οχάιο και αλλού. Για «αθρόους διωγμούς » γίνεται λόγος στην πρώτη αξιόλογη μελέτη για το μεταναστευτικό, απ’ όπου αντλούνται και τα προηγούμενα περιστατικά. Πρόκειται για το συλλογικό έργο φοιτητών «Η Ελληνική μετανάστευσις», με πρόλογο του καθηγητή Ανδρέα Ανδρεάδη, ο οποίος είχε και την ιδέα για την έκδοση το 1917.
Ανάμεσα σε άλλα πολλά, διαπιστώνεται εκεί ότι διαβάζοντας κάποιος τον Τύπο θα «πεισθή ακραδάντως ότι κυοφορείται γενική εξέγερσις κατά των ξένων εργατών και ιδία των Ελλήνων». Προβλέπεται ότι αυτή θα έχει «ως άμεσον αποτέλεσμα την εκτόπισιν των εργατών τούτων από των διαφόρων εργασιών, εξαιρουμένων των αγροτικών».
Η πρόβλεψη, βεβαίως, δεν επαληθεύτηκε και είναι πολύ γνωστή η πορεία των Ελλήνων μεταναστών. Αλλά είναι ενδεικτική για τις προκαταλήψεις και την εχθρότητα, που είχαν ν΄ αντιμετωπίσουν ως μετανάστες δεύτερης κατηγορίας, σ΄ ένα έθνος μεταναστών, όπως οι ΗΠΑ.

Η πρώτη συστηματική μελέτη
Πρώτος που ασχολήθηκε συστηματικά με τους διωγμούς των Ελλήνων στη Ν. Ομαχα ήταν ο ελληνοαμερικανός καθηγητής Τζον Μπίτζες. Η μελέτη του δημοσιεύτηκε τη δεκαετία του 1970 και βραβεύτηκε. Ο ίδιος επανήλθε αργότερα με νέα στοιχεία στο θέμα-ταμπού. Σύμφωνα μ’ αυτά, μετά την αναθεώρηση της θανατικής ποινής σε βάρος του Μασουρίδη, δύο αστυνομικοί σκότωσαν τον Ιούνιο του 1910 έναν Ελληνα μετανάστη. Σχεδόν στο ίδιο σημείο, όπου είχε πέσει νεκρός από τις σφαίρες του Μασουρίδη ο Αμερικανός αστυφύλακας! Θύμα της «βεντέτας» φέρεται να είναι ο 23χρονος Ν. Τζιμίκας από τα Γρεβενά. Η υπόθεση κρατήθηκε μυστική από τις Αρχές της Νεμπράσκα…
Το ανατριχιαστικό χρονικό του διωγμού
19 Φεβρουαρίου 1909: Ο νεαρός Eλληνας μετανάστης Γιάννης Μασουρίδης (βρισκόταν από το 1906 στις ΗΠΑ) συλλαμβάνεται, έπειτα από καταγγελία ότι «είχε σχέσεις» με 17χρονη Αμερικανίδα. Καθ΄ οδόν προς το αστυνομικό τμήμα, ο Ελληνας τραυματίζεται και ο αστυνομικός πέφτει νεκρός, ύστερα από ανταλλαγή πυροβολισμών. Ο Μασουρίδης καταφέρνει να γυρίσει στο σπίτι του. Αστυνομικοί τον συλλαμβάνουν εκεί και τον κακοποιούν μέχρι αναισθησίας. Εκατοντάδες εξαγριωμένοι κάτοικοι σπεύδουν με σκοπό να τον λιντσάρουν (ο «νόμος» του Λιντς επιβίωνε ακόμη). Τελικά, φυγαδεύεται ζωντανός από την αστυνομία στην πρωτεύουσα της Πολιτείας.
20 Φεβρουαρίου: Προπαγανδιστική εκστρατεία κατά των «βρωμερών» Ελλήνων. Προβάλλει η αξίωση να «εξοριστούν» από την περιοχή. Συγκαλείται για την επομένη μέρα συλλαλητήριο.
21 Φεβρουαρίου: Πογκρόμ κατά των Ελλήνων και όσων έμοιαζαν με Ελληνες. Επιθέσεις με τραυματίες, καταστροφές καταστημάτων, περιουσιών και λεηλασίες. Περίπου 1.300 Ελληνες αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την πόλη και μαζί τους άλλοι Βαλκάνιοι.
Μάρτιος: Απεσταλμένος της ελληνικής πρεσβείας στις ΗΠΑ, που φθάνει στην πόλη για να καταγράψει τις καταστροφές, συστήνει στους εναπομείναντες Ελληνες να είναι «κόσμιοι» και «να μη ομιλώσιν εις τας γυναίκας» όταν τις συναντούν στο δρόμο!
Ιούνιος 1909: Ο Μασουρίδης καταδικάζεται σε θάνατο δι΄ απαγχονισμού (οι ένορκοι αποφάσισαν μετά 19ωρη συνεδρίαση). Σύμφωνα με την κατηγορία πυροβόλησε και σκότωσε τον αστυνομικό επιχειρώντας να διαφύγει. Κατά τον ίδιο επιχείρησε να πετάξει το όπλο του, όταν τον έπιασαν για να μην πληρώσει το βαρύτατο πρόστιμο. Ο αστυνομικός τον πυροβόλησε τότε και τον τραυμάτισε. Αμυνόμενος πυροβόλησε κι αυτός (η σφαίρα βρήκε τον αστυνομικό στην καρδιά).
Μάιος 1910: Το Ανώτατο Δικαστήριο της Νεμπράσκα ακύρωσε τη θανατική ποινή, λόγω ανεπάρκειας στοιχείων και παραλείψεων στη διαδικασία. Επέβαλε στον Μασουρίδη συνολική ποινή 14 ετών. Αυτός έμεινε στις φυλακές πεντέμισι χρόνια και μετά επέστρεψε στο χωριό του στην Ελλάδα.
Το πρώτο κύμα
Το πρώτο μαζικό μεταναστευτικό κύμα προς την Αμερική πρωτοεμφανίζεται στη δεκαετία του 1890. Μέχρι το 1920 περίπου 400.000 Ελληνες, από το μισό εκατομμύριο που έχουν εγκαταλείψει τη χώρα δουλεύουν στις ΗΠΑ. Οι περισσότεροι απ΄ αυτούς σε συνθήκες παρόμοιες με εκείνες των σημερινών μεταναστών.
5.000 με υπηκοότητα
Στην αμερικανική απογραφή του 1910 αναφέρονται μόλις 5.000 περίπου Ελληνες που έχουν αποκτήσει την αμερικανική υπηκοότητα. Αλλά και στην επόμενη απογραφή, του 1920, ο αριθμός δεν φθάνει τις 30.000. Οι περισσότεροι απ΄ αυτούς την είχαν αποκτήσει, υπηρετώντας στον στρατό κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Διάλυση της κοινότητας
Η ελληνική κοινότητα της Ν. Ομαχα στη Νεμπράσκα ιδρύθηκε το 1908 (Ελληνες αναφέρονται στην περιοχή από τη δεκαετία του 1880). Μικρέμποροι, εργάτες στα τοπικά σφαγεία και τους σιδηροδρόμους έφθαναν τους 2-3 χιλιάδες, σ΄ έναν πληθυσμό 35.000. Μετά το πογκρόμ παρέμειναν εκεί λιγότερα από 60 άτομα.



ΡΕΠΟΡΤΑΖ - ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ ΓΙΑ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΣΤΗΝ Ν. ΟΜΑΧΑ
Λιθοβολούσαν ανθρώπους και καίγανε σπίτια…
Στις ελληνικές εφημερίδες την περίοδο των γεγονότων δεν υπάρχουν αναφορές. Τα πρώτα ρεπορτάζ θα δουν το φως τον Απρίλιο του 1909. Το πληρέστερο δημοσιεύτηκε σε δύο συνέχειες στο αθηναϊκό «Σκριπ» και ήταν συγκλονιστικό. Σύμφωνα με όσα γράφτηκαν τότε μετά τη δολοφονία του Αμερικανού αστυνομικού:
Τοπικά δημοσιεύματα καταφέρονταν «κατά των Ελλήνων και παρεκίνουν τον λαόν εις εξέγερσιν, δύο επίσης βουλευταί της Nebraska και ο Δήμαρχος της S. Omaxa προσεκάλουν τον λαόν εις συλλαλητήριον». Πράγματι αυτό έγινε την επομένη έξω από το Δημαρχείο και «αφού ηγόρευσαν οι ρήτορες και εξώθησαν τον λαόν εις επίθεσιν κατά των Ελλήνων ο όχλος ώρμησε κατά των Ελληνικών καταστημάτων και επέφερεν τελείαν καταστροφήν».
-«Είναι αδύνατον να περιγραφή η αγριότης, την οποίαν επέδειξεν ο Αμερικανικός λαός… Ελιθοβόλησε τους Ελληνας, κατέστρεψε τα καταστήματά των και εν τέλει έθεσεν πυρ εις τας οικίας των…»
-« Το επιτεθέν εναντίον των Ελλήνων πλήθος και καταστρέψαν τα καταστήματα αυτών συνίστατο εξ ανθρώπων της κατωτάτης κοινωνικής τάξεως?» Αλλά το έκανε αυτό με την «αδράνεια ή μάλλον την ενοχήν της αστυνομίας ως και μερίδος του Τύπου». Εξακριβώθηκε ότι « η αστυνομία της S. Omaha όχι μόνον δεν επιχείρησεν να ματαιώση την επίθεσιν του όχλου, επιβάλλουσα την ισχύν του νόμου, αλλ΄ υπεβοήθησεν εις την καταστροφήν».
-«Εις όλα τα σημεία της πόλεως είχε κηρυθεί αμείλικτος διωγμός εναντίον των Ελλήνων. Εις την περίστασιν ταύτην ο Αμερικανικός λαός υπερέβη και αυτούς του Βουλγάρους. Η κατάστασις αύτη διήρκεσε μέχρι της 19ης νυκτερινής ώρας, οπότε συνεπλήρωσαν το έργον της καταστροφής και μετέβησαν εις τας οικίας των ήσυχοι και με την συνείδησιν αναπαυμένην ότι εξετέλεσαν το καθήκον των».

Με μίσος
Τα ρεπορτάζ συνοδεύουν περιγραφές μεταναστών (αρκετοί αμύνθηκαν αποκλεισμένοι σε ελληνικό καφενείο) και «σπαρακτικαί λεπτομέρειαι της καταστροφής».
Η εξήγηση που δίνεται για το πογκρόμ είναι «το μίσος» άλλων μεταναστών και ιδιαίτερα των Γερμανών: «Οι Ελληνες αφού εγκαταστάθηκαν εν S. Omaha και ήρχισαν να ανοίγουν διάφορα μικρομάγαζα… Οι Βοημοί βλέποντες τας εμπορικάς προόδους των Ελλήνων και την πολιτικήν αυτών δύναμιν ήρχισαν ν΄ανησυχούν και να σκέπτονται περί εκτοπίσεως αυτών. Την ευκαιρίαν έδωσεν ο φόνος του αστυφύλακος…»
Η αιτία του «μίσους», πάντως, δεν ήταν αποκλειστικά αυτή. Οι Ελληνες μετανάστες, όπως σημειώνουν σύγχρονοι ιστορικοί, είχαν φθάσει στην περιοχή ως απεργοσπάστες σε εταιρεία συσκευασίας κρεάτων. Αυτό σε συνδυασμό με την προσφορά φθηνής εργασίας στους σιδηροδρόμους προκαλούσε εχθρότητα.
Το αποτέλεσμα ήταν ν΄ αποξενωθούν από τους άλλους κατοίκους της πόλης και να γίνουν στόχος συχνών επιθέσεων. Ο τοπικός Τύπος άρχισε να δημοσιεύει άρθρα στα οποία οι Ελληνες περιγράφονταν ως «πρόβλημα» και «απειλή», παρενοχλούσαν τις γυναίκες, ζούσαν σε ανθυγιεινές συνθήκες και άλλα συναφή. Εφτασαν, μάλιστα, στο σημείο να καταγγέλλονται ως εστίες μολύνσεων των κρεάτων που συσκευάζανε και επομένως κίνδυνος για τη δημόσια υγεία!
Από το σημείο αυτό έως το πογκρόμ η απόσταση δεν ήταν πολύ μεγάλη…

«Αίσχος δι’ όλους»
Οι πρώιμες μελέτες για τους Ελληνες μετανάστες στα ΗΠΑ, που γράφτηκαν κατά τη δεκαετία του 1920, σ΄ αντίθεση με μεταγενέστερες, κάνουν μνεία του πογκρόμ της Σάουθ Ομαχα. Ο Αλέξανδρος Κρίκος το 1915, σε μελέτη του («Η «θέσις του ελληνισμού εν Αμερική»), προβάλλοντας θέσεις κατά της μετανάστευσης για εθνικούς λόγους, σημειώνει σχετικά : «Οι διωγμοί της Ομαχας, του Κόνσις Μπλοφς, της Χόκταμ και άλλων πόλεων ολίγον διαφέρουσι των κατά των πρώτων χριστιανών υπό των εθνικών και των υπ΄ αυτών κατόπιν κατά των Εβραίων. Η δε περιγραφή αυτών θ΄ αποτέλει αίσχος δια τους Αμερικανούς όσον και δι΄ ημάς τους διωκόμενους».

Ο ΑΣΤΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΩΝ «ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ»

Ο ΑΣΤΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΩΝ «ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ»






ΤΟ ΙΔΕΟΛΟΓΗΜΑ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ ΤΩΝ «ΑΚΡΩΝ»
ΚΑΙ ΤΑ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Η ιστορική πείρα έχει αποδείξει ότι σε περιόδους καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης πολλαπλασιάζονται τα ιδεολογήματα και οι αντίστοιχες πολιτικές προτάσεις που επιχειρούν να συσκοτίσουν τις αιτίες της κρίσης και τους τρόπους διεξόδου από αυτή, να αποπροσανατολίσουν συνειδήσεις που αντικειμενικά βρίσκονται σε αναβρασμό λόγω της όξυνσης της επίθεσης του κεφαλαίου. Στόχος τους να εμποδίσουν τη ριζοσπαστικοποίηση των εργατικών - λαϊκών μαζών, να αποτρέψουν τη συνάντησή τους με την πρόταση του ΚΚΕ.

Ενα τέτοιο ιδεολόγημα που αναπαράγεται με ιδιαίτερη επιμονή το τελευταίο διάστημα από αστούς πολιτικούς και δημοσιολόγους είναι αυτό που επιχειρεί να τρομοκρατήσει, προβάλλοντας τον κίνδυνο που δήθεν συνιστά για την αστική δημοκρατία στην Ελλάδα η ενίσχυση των πολιτικών «άκρων» (της «άκρας αριστεράς» και της «άκρας δεξιάς»). Παραπέμπει στην κατάρρευση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, της Γερμανικής αστικής δημοκρατίας του Μεσοπολέμου, εξαιτίας (υποτίθεται) της «ανεξέλεγκτης» και «εγκληματικής» σύγκρουσης των τότε «ακραίων» πολιτικών δυνάμεων: του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας και του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος (Ναζιστικού).

Ποιος ήταν όμως ο χαρακτήρας του Ναζιστικού Κόμματος και η πραγματική σχέση του με την αστική εξουσία στη Γερμανία; Ποια πολιτική γραμμή ακολούθησε το ΚΚ Γερμανίας, προκειμένου να υπερασπίσει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων; Ποιος ήταν ο πραγματικός ρόλος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος πριν την οριστική επικράτηση του Ναζισμού το 1933;

Πρόκειται για ερωτήματα που πρέπει να τεθούν και να απαντηθούν με ξεκάθαρο τρόπο, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι προπαγανδιστικοί αφορισμοί των αστικών ιδεολογημάτων και να βγουν χρήσιμα διδάγματα για τις σημερινές στοχεύσεις της αστικής τάξης στη χώρα μας. Το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα, η Κομμουνιστική Διεθνής, ανέλυσαν επισταμένα το χαρακτήρα και τις μεθόδους του φασισμού και του εθνικοσοσιαλισμού κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1920 και 1930. Στα πλαίσια του παρόντος άρθρου δεν μπορούμε να δώσουμε παρά μερικές χαρακτηριστικές πινελιές αυτής της ανάλυσης.

Ενα πρώτο και βασικό συμπέρασμα είναι ότι ο φασισμός - εθνικοσοσιαλισμός δεν είναι μια μορφή κρατικής εξουσίας που στέκεται δήθεν πάνω και από την αστική τάξη και από το προλεταριάτο. Δεν αποτελεί μια εξουσία των μικροαστικών στρωμάτων πάνω στο μονοπωλιακό κεφάλαιο. Πρόκειται για την ίδια την εξουσία του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Το 1934, λίγο μετά την οριστική επικράτηση του ναζισμού στη Γερμανία, ο Ι. Β. Στάλιν τόνιζε:

«Αποτέλεσμα της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης ήταν η πρωτοφανέρωτη ως τώρα όξυνση της πολιτικής κατάστασης στις καπιταλιστικές χώρες, τόσο στο εσωτερικό αυτών των χωρών, όσο και ανάμεσά τους […] Τα πράγματα τραβούν ολοφάνερα για νέο πόλεμο […] Οι λαϊκές μάζες δεν έφθασαν ακόμα στο σημείο να περάσουν στην έφοδο ενάντια στον καπιταλισμό, δεν μπορεί όμως να αμφιβάλλει κανείς ότι η ιδέα της εφόδου ωριμάζει στη συνείδηση των μαζών […] Δεν είναι λοιπόν εκπληκτικό ότι ο φασισμός έγινε τώρα το πιο μοντέρνο εμπόρευμα ανάμεσα στους πολεμοχαρείς αστούς πολιτικούς. Μιλώ όχι μονάχα για το φασισμό γενικά, μα πριν απ’ όλα για το φασισμό γερμανικού τύπου, που λαθεμένα λέγεται εθνικοσοσιαλισμός, γιατί και με την πιο προσεχτική ανάλυση είναι αδύνατο να ανακαλύψει κανείς σ’ αυτόν έστω και ένα άτομο σοσιαλισμού» 1.

Η στροφή λοιπόν του γερμανικού μονοπωλιακού κεφαλαίου προς ένα αντιδραστικότερο εσωτερικό καθεστώς και οι σχεδιασμοί του για μια σαφώς επιθετικότερη εξωτερική πολιτική, που θα διεκδικούσε ένα μεγαλύτερο μερίδιο της πίτας με βάση τον αλλαγμένο συσχετισμό δυνάμεων σε διεθνές επίπεδο, ήταν οι παράγοντες που οδήγησαν τις κυρίαρχες μερίδες της αστικής τάξης να στηρίξουν με θέρμη το Ναζιστικό Κόμμα. Φυσικά, δεν πρέπει να υποτιμηθεί και η ανοιχτή ή συγκαλυμμένη στήριξη τμημάτων του κεφαλαίου άλλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων (πρώτα και κύρια των ΗΠΑ) που επιζητούσαν τη συνέχιση των κερδοφόρων δραστηριοτήτων τους στη Γερμανία, αλλά και προσέβλεπαν σε μια μελλοντική πολεμική επιχείρηση της ναζιστικής Γερμανίας ενάντια στη Σοβιετική Ενωση. Στο ζήτημα αυτό είναι αποκαλυπτική η απολογία του Χιάλμαρ Σαχτ, προέδρου της Κεντρικής Γερμανικής Τράπεζας (1923-1930 και 1933-1934) και υπουργού Οικονομικών (1933-1937), στη δίκη της Νυρεμβέργης:

«Στους κύκλους των σοβαρών τραπεζιτών και των μεγάλων οικονομικών οργανισμών, που έδειχναν προτίμηση σε ένα συνεχιζόμενο και τακτικό εμπόριο με τη Γερμανία, μου φαίνεται ότι δεν έκανα εχθρούς, καθώς σε όλα τα μέτρα που χρειάστηκε να πάρω για να προστατέψω την αγορά και για να συνεισφέρω στην επιβίωση του εμπορίου της Γερμανίας με το εξωτερικό, έδρασα πάντα σε συμφωνία με τους αντιπροσώπους των διεθνών αυτών πιστωτών».

Σημειώνουμε παρενθετικά ότι οι φιλικές του σχέσεις με το διεθνές μονοπωλιακό κεφάλαιο, για τις οποίες επαίρεται ο Σαχτ, οδήγησαν στη αθώωσή του στη δίκη της Νυρεμβέργης (με την πίεση των Αγγλων) και στη συνέχιση της δράσης του ως τραπεζίτη μετά τον πόλεμο!

Η αλλαγή της μορφής του αστικού καθεστώτος στη Γερμανία (από κοινοβουλευτική δημοκρατία σε φασιστική δικτατορία) δεν προκύπτει επομένως από κάποια ενίσχυση και σύγκρουση των πολιτικών «άκρων», αλλά από έναν αναπροσανατολισμό των προτεραιοτήτων και των επιλογών του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Η Γερμανική αστική τάξη βρίσκει στο Ναζιστικό Κόμμα τον πιο αποτελεσματικό υπερασπιστή των συμφερόντων της. Ο αναπροσανατολισμός αυτός δεν μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστο και τον άλλο βασικό πυλώνα του αστικού πολιτικού συστήματος της εποχής: το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα. Η στάση και η δράση του κόμματος αυτού κατά τις δεκαετίες του 1920 και 1930 αποκαλύπτουν ότι όχι μόνο δεν αποτελούσε μια «νηφάλια, μετριοπαθή» δύναμη υπεράσπισης των λαϊκών συμφερόντων και της «δημοκρατίας» (όπως υπονοούν τα σύγχρονα αστικά ιδεολογήματα), αλλά προλείανε το έδαφος για την επικράτηση του φασισμού.

Δεν πρόκειται μόνο για την πολιτική της ταξικής συνεργασίας με την αστική τάξη που ακολούθησαν με συνέπεια οι ηγέτες της σοσιαλδημοκρατίας και που αφόπλισε πολιτικά και οργανωτικά την εργατική τάξη μπροστά στην επίθεση του φασισμού. Η νομιμοφροσύνη του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος απέναντι στους αστικούς θεσμούς και η υποταγή του στα συμφέροντα της αστικής τάξης το οδηγούσε σε κυνηγητό των κομμουνιστών και όχι των ναζί.

Είναι χαρακτηριστικά τα ακόλουθα περιστατικά, από τα τελευταία χρόνια πριν την επικράτηση του ναζισμού, που αναφέρει η μελέτη «Η κομμουνιστική αντίσταση στη Γερμανία»:

«Ηταν ο διευθυντής της αστυνομίας, ο Τσοργκιεβέλ (σημ. σοσιαλδημοκράτης), ο οποίος διέταξε να πυροβοληθεί η διαδήλωση των κομμουνιστών την Πρωτομαγιά του 1929 στο Βερολίνο, σκοτώνοντας 33 διαδηλωτές. Στη συνέχεια ο Πρώσος σοσιαλιστής υπουργός εξωτερικών, ο Σέβερινγκ, ο οποίος απαγόρευσε τη Λίγκα των Μαχητών του Κόκκινου Μετώπου. Τον επόμενο χρόνο οι σοσιαλιστές επέτρεψαν την υιοθέτηση του πολύ καταπιεστικού “Νόμου για την προστασία της δημοκρατίας”. Οι κομμουνιστές δήμαρχοι δε νομιμοποιούνταν πλέον στα καθήκοντά τους και η αστυνομία έκλεισε τα γραφεία του ΚΚ Γερμανίας. Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα ψήφισε το Αρθρο 48, το οποίο θα έδινε απόλυτες εξουσίες στο Χίτλερ και ήταν ο πρώτος δημιουργός της επανεκλογής, το 1932, του στρατάρχη Χίντεμπουργκ, ο οποίος διόρισε το Χίτλερ καγκελάριο λίγους μήνες αργότερα. […]

Στις 17 Ιούλη 1932, στην Αλτόνα, εργατική συνοικία του Αμβούργου, τα πολυβόλα της αστυνομίας που διοικούσε ο σοσιαλδημοκράτης Εγγερσταντ προσέτρεξαν σε βοήθεια μιας ναζιστικής διαδήλωσης που απειλούνταν από μια κομμουνιστική διαδήλωση. Αποτέλεσμα: 17 κομμουνιστές διαδηλωτές σκοτώθηκαν» 2.

Αναρίθμητα τέτοια περιστατικά καταδεικνύουν τη βασική ευθύνη που έχει η γερμανική σοσιαλδημοκρατία για την άνοδο του ναζισμού στην κυβερνητική εξουσία. Δεν πρόκειται απλά για μια λαθεμένη πολιτική που υποτιμούσε τον κίνδυνο του φασισμού, αλλά για μια «ψυχή τε και σώματι» πρόσδεση της σοσιαλδημοκρατίας στα συμφέροντα της αστικής τάξης. Η πρόσδεση αυτή είχε αποκαλυφθεί στη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου και γινόταν όλο και πιο ξεκάθαρη στη διάρκεια του Μεσοπολέμου (στάση της σοσιαλδημοκρατίας στην επανάσταση του 1918, στα γεγονότα του 1923, στην άνοδο του φασισμού).

Από την αντίθετη μεριά της ταξικής διαχωριστικής γραμμής, το ΚΚ Γερμανίας έδωσε έναν ηρωικό αγώνα πριν και μετά την επικράτηση του ναζισμού. Εκατοντάδες μέλη και στελέχη του δολοφονήθηκαν στους δρόμους από τους φασίστες και τις αστικές δυνάμεις καταστολής, δεκάδες χιλιάδες κλείστηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και βασανίστηκαν. «Μόνο τη νύχτα της 27 προς 28 Φεβρουαρίου 1933, μετά τον εμπρησμό του Ράιχσταγ, 10.000 κομμουνιστές πιάστηκαν, ανάμεσα τους τα κυριότερα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής και τα δύο τρίτα των μεσαίων στελεχών. Λίγες εβδομάδες αργότερα θα φθάσουν τις 20.000. Εξήντα στρατόπεδα, τριάντα ειδικά τμήματα στις φυλακές του κράτους, εξήντα κέντρα κράτησης άνοιξαν για να υποδεχτούν όλους αυτούς» 3.

Οι κομμουνιστές ήταν οι μόνοι που αντιστάθηκαν πραγματικά, ως συγκροτημένη πολιτική δύναμη, στην άνοδο του ναζισμού. Συγκρούστηκαν και ένοπλα μαζί του πριν κυριαρχήσει, συνέχισαν την αντίσταση μέχρι το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου με κάθε μορφή, ακόμα και με τη συμμετοχή τους στα αντιστασιακά κινήματα των κατεχόμενων από τους ναζί χωρών.

Οι σοσιαλδημοκράτες, με πρόσχημα τη λογική του μικρότερου κακού, στις εκλογές του 1932 υποστήριξαν για την προεδρία της δημοκρατίας το στρατάρχη Χίντεμπουργκ, ο οποίος στις 30 Γενάρη 1933 διόρισε καγκελάριο τον Αδόλφο Χίτλερ.

Στις 23 Μάρτη 1933, στην εναρκτήρια συνεδρίαση του νέου Ράιχσταγκ, ο πρόεδρος του SPD Οτο Βελς (ήταν από τους ηγέτες της σφαγής των εργατών στα 1918-19) δήλωσε πως το κόμμα του αποχωρεί από τη Σοσιαλδημοκρατική Διεθνή, συμμορφούμενος με τις επιδιώξεις των Ναζί και προσφέρθηκε να συνεργαστεί με το Χίτλερ. Στις 17 Μάη 1933 το SPD υπό την ηγεσία του Βελς επιδοκίμασε την πρόθεση του Χίτλερ να «ακολουθήσει πολιτική ειρήνης».

Αυτά γίνονταν όταν το χιτλερικό κόμμα ως κυβέρνηση ήδη:

• Είχε στις 27 Φλεβάρη διαπράξει την προβοκάτσια εμπρησμού του Ράιχσταγκ και είχε φυλακίσει τους Τέλμαν, Ντιμιτρόφ κ.ά.

• Είχε συλλάβει και βασάνιζε μέχρι θανάτου χιλιάδες κομμουνιστές ακόμα και απλούς σοσιαλδημοκράτες.

• Είχε ακυρώσει τις 81 έδρες του ΚΚ Γερμανίας, που είχε πάρει στις εκλογές της 5ης Μάρτη 1933.

• Είχε απαγορεύσει τη δράση των συνδικάτων και κατασχέσει την περιουσία τους στις 2 Μάη. 4

Οι προσπάθειες του Κομμουνιστικού Κόμματος, με την καθοδήγηση της Κομμουνιστικής Διεθνούς, να πετύχει την ενότητα δράσης της εργατικής τάξης σε επαναστατική κατεύθυνση, να ακυρώσει τις αυταπάτες που καλλιεργούσε μέσα σε εργατικές μάζες η σοσιαλδημοκρατία, αποτελούν πολύτιμη παρακαταθήκη για το κομμουνιστικό κίνημα, ανεξάρτητα από τις αδυναμίες ή τα λάθη που τις συνόδεψαν. Η κριτική και η αυτοκριτική, αναντικατάστατο εργαλείο στα χέρια των κομμουνιστικών κομμάτων, στόχο έχουν να βγάλουν διδάγματα για τη συνέχεια της πάλης, να ατσαλώσουν το Κόμμα στην αναμέτρησή του με τον ταξικό αντίπαλο. Δεν έχουν καμία σχέση με τη λαθολογία και το μηδενισμό που σκόπιμα διαχέουν η αστική προπαγάνδα και οι οπορτουνιστικές παραφυάδες της.


Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Ο ΡΟΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ «ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ»

Η ευέλικτη τακτική της αστικής τάξης στη Γερμανία του Μεσοπολέμου, η ικανότητά της να αναθέτει καθήκοντα, κάθε φορά ανάλογα με τις ανάγκες της, σε διαφορετικούς πολιτικούς εκπροσώπους, να «φουσκώνει» και να φέρνει στο κέντρο του πολιτικού σκηνικού μέχρι πρότινος περιθωριακές πολιτικές δυνάμεις (όπως το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα), προσφέρουν διδάγματα και για την ταξική πάλη σήμερα στη χώρα μας. Η ανάγκη ιδεολογικοπολιτικής επαγρύπνησης απέναντι σε τέτοιους σχεδιασμούς ενισχύεται από δύο επιπλέον παράγοντες. Από τη μια μεριά η καπιταλιστική οικονομική κρίση, η αύξηση της ανεργίας και η ραγδαία επέλαση της αντεργατικής πολιτικής κλονίζουν τα παραδοσιακά κόμματα-στηρίγματα του αστικού πολιτικού συστήματος (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ) και θέτουν επί τάπητος το ζήτημα δημιουργίας και ανάπτυξης νέων μαζικών πολιτικών κομμάτων-αναχωμάτων απέναντι στο ΚΚΕ. Από την άλλη μεριά η ύπαρξη στην Ελλάδα σχετικά πολυάριθμων ακόμα μικροαστικών στρωμάτων (μικρομαγαζάτορες, βιοτέχνες, μικροαγρότες, ανώτερα στρώματα δημοσίων υπαλλήλων κλπ.), που η συνείδησή τους επιχειρεί να ακροβατήσει ανάμεσα στα συμφέροντα της ατομικής ιδιοκτησίας και στη συμπίεση που δέχονται από τις μονοπωλιακές επιχειρήσεις, μπορεί να αποτελέσει πρόσφορο έδαφος για τη μαζικοποίηση τέτοιων πολιτικών δυνάμεων και το τράβηγμα αυτών των μικροαστικών στρωμάτων στην αστική πολιτική, με δεδομένο ότι αδυνατίζουν οι υλικοί όροι που πρόσδεναν τέτοια στρώματα στην αστική τάξη.

Ταυτόχρονα, στο πλαίσιο της συνολικής αναδιάταξης του αστικού πολιτικού συστήματος, ενισχύονται και πολιτικές δυνάμεις που έχουν ως κύρια αποστολή το χτύπημα του εργατικού κινήματος σε συνθήκες ανόδου της ταξικής πάλης. Αυτές οι δυνάμεις έχουν τη στήριξη του αστικού κράτους (κρυφών και φανερών μηχανισμών του), αλλά και αστικών κομμάτων. Σύγχρονο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η στήριξη του κόμματος του Ζ. Μ. Λεπέν στη Γαλλία από το Σοσιαλιστικό Κόμμα.

Μια πολιτική δύναμη που εμφανίζεται το τελευταίο διάστημα να βγαίνει από το περιθώριο του αστικού πολιτικού σκηνικού στην Ελλάδα είναι η «Χρυσή Αυγή» (ΧΑ). Από τη σκοπιά της αναγκαίας μαρξιστικο-λενινιστικής αντιπαράθεσης, θα αποτελούσε σχηματικότητα να προσεγγίζουμε την κάθε πολιτική δύναμη αποκλειστικά με βάση το πώς η ίδια αυτοπροσδιορίζεται. Ετσι και στην περίπτωση της ΧΑ δεν μπορούμε να περιοριστούμε στο χαρακτηρισμό «λαϊκή-εθνικιστική» που δίνει η ίδια για τον εαυτό της. Αντίθετα, στη βάση των πολιτικο-ιδεολογικών αντιλήψεων της ΧΑ και αντλώντας στοιχεία από την ιστορία του διεθνούς κινήματος, χρειάζεται να δώσουμε μια ουσιαστική απάντηση στο ερώτημα: είναι η ΧΑ μια εθνικοσοσιαλιστική - φασιστική οργάνωση;

Η επιλογή της να μην αυτοπροσδιορίζεται ως τέτοια μπορεί κάλλιστα να αποτελεί μια κίνηση τακτικής, προκειμένου να μη στιγματιστεί από την αρνητική εικόνα για την ιδεολογία και την πρακτική του εθνικοσοσιαλισμού που υπάρχει σε πλατιά λαϊκά στρώματα, εξαιτίας και των ιστορικών εμπειριών στη χώρα μας. Πιστεύουμε ότι υπάρχουν αρκετά στοιχεία που πρέπει να μας κάνουν να απαντήσουμε καταφατικά στο παραπάνω ερώτημα:

• Η ακραία εθνικιστική ιδεολογία της ΧΑ με την πρόταξη του έθνους ως «ανώτερης πνευματικής εκδήλωσης» της φυλής και του κράτους ως στοιχείου που σταθεροποιεί και αναπτύσσει το έθνος. Η προβολή του Ελληνικού έθνους ως υπεράνω όλων - χαρακτηριστικό το: «Πάνω απ’ όλα για μας είναι το Ελληνικό Αίμα» 5.

• Τα ιδεολογήματα για την πραγμάτωση μιας «Μεγάλης Ελλάδας», σε συνδυασμό με τις επιθετικές, τυχοδιωκτικές θέσεις σε μια σειρά μέτωπα της εξωτερικής πολιτικής (Βόρεια Ηπειρος, Μακεδονία, Θράκη κλπ.).

• Η αντίληψη για το κράτος που εξασφαλίζει ότι η ταξική διαίρεση δεν οδηγεί στην ταξική πάλη, αλλά στην αρμονική συμβίωση των τάξεων «όπως σ’ έναν ζωντανό οργανισμό».

• Η αντι-πλουτοκρατική συνθηματολογία με αιχμή τόσο προς το εσωτερικό της χώρας, όσο και προς το διεθνές τραπεζικό σύστημα, χωρίς όμως να θίγεται η καπιταλιστική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής.

• Η μη αναγνώριση της εργατικής τάξης ως αυτοτελούς κοινωνικού υποκείμενου και ο συνεπαγόμενος αντικομμουνισμός (ενάντια στον «αντεθνικό μπολσεβικισμό») ως συστατικό στοιχείο της ιδεολογίας.

• Η προσπάθεια διαμόρφωσης μαζικής βάσης και επίδρασης, πρώτα και κύρια στα μικροαστικά στρώματα που συμπιέζονται από τα μονοπώλια, με ερεθισμό των πιο ταπεινών ιδιοκτησιακών κινήτρων.

• Η ταυτόχρονη προσπάθεια διείσδυσης σε στρώματα της εργατικής τάξης με χαμηλό επίπεδο ταξικής συνείδησης, με την προβολή μέτρων που δήθεν θα δώσουν κάποια άμεση ανακούφιση (προστασία κατοικίας, ελάχιστο επίπεδο διαβίωσης κλπ.).

• Η αναζήτηση ενός φυλετικού εχθρού, καταρχάς στο εσωτερικό της χώρας, που ευθύνεται για μια σειρά άμεσα προβλήματα των λαϊκών στρωμάτων (Εβραίοι στη ναζιστική Γερμανία, σκουρόχρωμοι και μαύροι λαθρομετανάστες στη σημερινή Ελλάδα).

• Οι προσπάθειες δημιουργίας δυναμικών, εκπαιδευμένων, ημι-στρατιωτικών ομάδων κρούσης, που ακόμα εμφανίζονται περιστασιακά, αλλά όλο και συχνότερα. (Χαρακτηριστικές είναι οι βδομαδιάτικες ημι-στρατιωτικές παρελάσεις δυνάμεων της ΧΑ στο κέντρο της Αθήνας, αλλά και η «εκπαίδευση» τμημάτων της σε ορεινές περιοχές).

Ο εθνικοσοσιαλισμός, στο επίπεδο της ιδεολογίας, αποτελεί συγχώνευση του εθνικισμού με μικροαστικές «σοσιαλιστικές» αντιλήψεις. Οχι μόνο δεν αμφισβητεί την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, αλλά καλεί προπαγανδιστικά σε προστασία της μικρής ιδιοκτησίας απέναντι στη μεγάλη μονοπωλιακή καπιταλιστική ιδιοκτησία. Η διασύνδεση και στήριξη της ΧΑ από συγκεκριμένους κεφαλαιοκράτες ή ακόμα και δυνάμεις (πολιτικές ή/και οικονομικές) από το εξωτερικό (βλ. τις προτάσεις της για αναπροσανατολισμό της εξωτερικής πολιτικής προς τη Ρωσία) όχι μόνο δεν αντιβαίνουν στην κατάταξη αυτής της οργάνωσης στο χώρο του εθνικοσοσιαλισμού, αλλά συνάδουν με τα ιστορικά προηγούμενα.

Εχει σημασία να τονίσουμε στο σημείο αυτό ότι η ΧΑ δεν αντιπαρατίθεται με άλλες πολιτικές δυνάμεις στο έδαφος του πατριωτισμού, μιας και γι’ αυτήν ο πατριωτισμός ως έννοια έχει εγγενείς αδυναμίες, αποτελεί μια έμφυτη διάθεση που μπορεί να ερμηνευτεί με ποικίλους τρόπους. Π.χ. ότι το ΚΚΕ θεωρεί πατρίδα τη «σοβιετία», ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Κουβέλης μια «πολυφυλετική κοινωνία» κλπ.

Διαχωρίζεται με επιθετικό τρόπο από εκείνες τις δυνάμεις που -σύμφωνα με την ΧΑ- έχουν διαστρεβλώσει στις συνειδήσεις των απλών ανθρώπων το πραγματικό νόημα του εθνικισμού: τον εθνικο-φιλελευθερισμό του ΛΑ.Ο.Σ. και τους εθνικόφρονες που στηρίζουν τις «υπάρχουσες κοινωνικο-πολιτικές δομές». Θέτει το ακόλουθο τρίπτυχο συνθημάτων στην κορυφή της πολιτικής της πρότασης: «Για το έθνος, τη φυλή και το λαό μας», «Για μια Ελλάδα κυρίαρχη και ανεξάρτητη», «Για μια Ελλάδα που θα ανήκει στους Ελληνες». 6

Αυτοπροσδιορίζεται ως ένα «γνήσιο λαϊκό εθνικιστικό κίνημα» που απορρίπτει «τις ξεπερασμένες ιδεολογίες και τα κατασκευασμένα ιδεολογήματα που τεχνητά χωρίζουν το λαό μας». Με έναν άκρατο φιλοσοφικό ιδεαλισμό συμπυκνώνει το πώς αντιλαμβάνεται την έννοια του εθνικισμού στις ακόλουθες φράσεις: «Ο Εθνικισμός δεν αποτελεί τον τρίτο δρόμο όπως πιστεύουν οι περισσότεροι. Διότι, οι υποτιθέμενοι δύο άλλοι δρόμοι, του διεθνιστικού σοσιαλισμού/κομμουνισμού και του κοσμοπολίτικου φιλελευθερισμού/καπιταλισμού, είναι ο ένας και αυτός δρόμος. Ο δρόμος του υλισμού. Αντίθετα, ο Εθνικισμός είναι ένα ολοκληρωμένο αξιακό, φιλοσοφικό, κοινωνικοπολιτικό βίωμα. Είναι το πέρασμα από τον έμφυτο εθνισμό και την ροπή προς την πατρίδα, προς τον αληθινό αγώνα πέρα από τον χώρο και τον χρόνο, για το Εθνος. Είναι ο αγώνας για να τιμηθούν οι ένδοξοι νεκροί και οι αγέννητοι. Ο Εθνικισμός δεν είναι μόνο μια ιδεολογία του έθνους, αλλά και μια συνολική κοινωνική ιδεολογία» 7.

ΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ «ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ»

Χρειάζεται να σταθούμε αναλυτικά στη συνολική πολιτική πρόταση της ΧΑ («Νέα εθνική πολιτική» 8), προκειμένου να δούμε πιο ανάγλυφα τον αστικό χαρακτήρα αυτής της πολιτικής δύναμης και να αντιληφθούμε τις μεθόδους με τις οποίες επιχειρεί να διεισδύσει και να αποκτήσει μαζική επιρροή σε εργατικά-λαϊκά στρώματα. Η διεξοδική μελέτη της πολιτικής της πρότασης καταδεικνύει ότι η υποτιθέμενη μονομέρεια αυτής της οργάνωσης (μεταναστευτικό) αποτελεί μια απλουστευτική ερμηνεία των θέσεών της. Φυσικά το μεταναστευτικό ζήτημα αποτελεί κεντρικό μοτίβο της προπαγάνδας της, τη βιτρίνα της πολιτικής αυτής δύναμης, αλλά προκύπτει και εντάσσεται στη συνολικότερη στρατηγική της πρόταση, ενώ η υπερπροβολή του στην τρέχουσα δράση της οργάνωσης μπορεί να αποτελεί κίνηση τακτικής που στοχεύει στην εύκολη στρατολόγηση ενός δυναμικού από τις πιο υποβαθμισμένες αθηναϊκές (και όχι μόνο) συνοικίες.

Θα εξετάσουμε την πολιτική πρόταση της ΧΑ, ακολουθώντας ένα σχηματικό χωρισμό σε βασικές ενότητες.
Α. ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ

Το ζήτημα αυτό, σήμα κατατεθέν της ΧΑ, συνδέεται προπαγανδιστικά στις θέσεις της με τα ζητήματα της απώλειας εθνικής κυριαρχίας και της ξενικής κατοχής. Επισείεται με έντονο τρόπο ο κίνδυνος «αλλοίωσης της πληθυσμιακής σύνθεσης» και μετατροπής του «εθνικού κράτους σε πολυεθνικό και πολυπολιτισμικό» κατ’ επιταγή της «παγκοσμιοποίησης». Το μεταναστευτικό ζήτημα παρουσιάζεται αναπόσπαστα δεμένο με τα ζητήματα της αυξημένης εγκληματικότητας και της λεγόμενης επανεμφάνισης λοιμωδών νοσημάτων. Με τον ίδιο τρόπο που η αντι-μεταναστευτική προπαγάνδα συνδέεται με την καλλιέργεια της εθνικής φοβίας και η βίαιη δράση συμμοριών ενάντια στους μετανάστες επιχειρείται να δεθεί με τα λεγόμενα εθνικά ζητήματα (χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η πρόσφατη διαδήλωση στην επέτειο των Ιμίων συνοδεύθηκε από «καταδρομικές» επιχειρήσεις ενάντια σε μετανάστες σε διάφορα σημεία της Αθήνας). Πρέπει βέβαια να σημειωθεί ότι ανάλογες συνδέσεις δεν αποτελούν αποκλειστικό προνόμιο της ΧΑ, καθώς επαναλαμβάνονται κατά κόρον από τους βουλευτές του ΛΑ.Ο.Σ. στις παρεμβάσεις τους στο κοινοβούλιο.

Οι αντιλήψεις αυτές αποτελούν το υπόβαθρο για τη διαμόρφωση μιας επικίνδυνα αντιδραστικής πολιτικής πρότασης. Εκτός από τις προτάσεις εκείνες που φυσιολογικά θα ανέμενε κανείς με δεδομένη την πιο ευρέως γνωστή ρητορική της ΧΑ (π.χ. απέλαση όλων των λαθρομεταναστών), υπάρχουν και άλλες που φαίνεται να εκτείνονται και πέρα από το χώρο των παράνομων μεταναστών ή/και να αφορούν τις κοινωνικές συμμαχίες που προσπαθεί να οικοδομήσει η ΧΑ (και τμήματα της αστικής τάξης). Θα αναφερθούμε παρακάτω αναλυτικότερα στην πρόταση για καταδίκη της παράνομης εισόδου των μεταναστών ως κακουργήματος με ποινή την υποχρεωτική κοινωνική εργασία. Πολύ πιο σοβαρή και επικίνδυνη είναι η πρόταση να αποδίδονται πλήρη πολιτικά δικαιώματα και το δικαίωμα ιδιοκτησίας γης και ακινήτων μόνο στους Ελληνες στο γένος και στη συνείδηση. Η τελευταία αναφορά σκόπιμα αφήνει το έδαφος ανοιχτό για εξαιρέσεις (από τον «εθνικό κορμό») όχι μόνο στη βάση του γένους, αλλά και στη βάση ιδεολογικών, πολιτικών και λοιπών αντιλήψεων.
Β. ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Οι βασικές εκτιμήσεις της ΧΑ στο πεδίο της οικονομίας είναι οι παρακάτω:

• Απαξίωση της εθνικής παραγωγής με καταστροφή του παραγωγικού ιστού. Το 80% του παραγωγικού ιστού έχει μετατραπεί σε μεταπρατικό, εισαγωγικό, εξυπηρετητή ξένων συμφερόντων.

Πρόκειται για επικίνδυνη παραλλαγή του αστικού ιδεολογήματος ότι η Ελλάδα «δεν παράγει τίποτα». Πατάει σε μια διαστρεβλωμένη, αστική ερμηνεία των εννοιών της (καπιταλιστικής) παραγωγής και του βιομηχανικού κεφαλαίου που τείνουν να τις περιορίζουν στην εμπράγματη παραγωγή της μεταποίησης. Εμφανίζει τον ελληνικό μονοπωλιακό καπιταλισμό του 21ου αιώνα ως κολοβό και υπανάπτυκτο, συσκοτίζοντας την πραγματικότητα και ανοίγοντας το δρόμο σε αυταπάτες περί δυνατοτήτων ενός διαφορετικού, υγιούς δρόμου καπιταλιστικής ανάπτυξης. Φλερτάρει έτσι με διαχρονικά ιδεολογήματα περί «μεταπρατικής» αστικής τάξης, «αποβιομηχάνισης» κλπ., που γνώρισαν ιδιαίτερη διάδοση μέσω των ποικιλώνυμων θεωριών περί εξάρτησης και επέδρασαν ακόμα και στις γραμμές του κομμουνιστικού κινήματος.

• Ερήμωση της υπαίθρου, μεθοδευμένη καταστροφή της γεωργίας, κλείσιμο των εργοστασίων παραγωγής ζάχαρης, της κλωστοϋφαντουργίας και δεκάδων άλλων παραγωγικών τομέων συνδεδεμένων με τη γεωργική καλλιέργεια. Αποτέλεσμα, από την εσωτερική επάρκεια και τις εξαγωγές να εισάγουμε πλέον άνω του 80% των προϊόντων για τη διατροφή μας.

Είναι μια εκτίμηση που πατάει φυσικά σε αντικειμενικά γεγονότα - προβλήματα και αποτελεί συνέχεια της προηγούμενης εκτίμησης για τον παραγωγικό ιστό της χώρας. Παρασιωπά ότι η άλλη όψη της δραστικής συρρίκνωσης της μικρής αγροτιάς τα τελευταία 30 χρόνια («καταστροφή της γεωργίας») είναι η καπιταλιστική ανάπτυξη κλάδων της αγροτικής παραγωγής (ιδιαίτερα της κτηνοτροφίας) και η αύξηση της μισθωτής εργασίας στον «πρωτογενή» τομέα, κύρια μεταναστών εργατών γης. Πιθανά με τον τρόπο αυτό αναζητεί συμμάχους ανάμεσα σε μεσαία στρώματα αγροτών που χτυπιούνται σήμερα από τα αποτελέσματα της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης και την πίεση των μονοπωλίων, καλλιεργώντας αυταπάτες ότι μια άλλη πολιτική στο έδαφος του καπιταλισμού μπορεί να τους διατηρήσει μακροπρόθεσμα στην αγροτική παραγωγή. Είναι χαρακτηριστική η προβολή ειδήσεων στην ιστοσελίδα της ΧΑ για την «αύξηση» της επιρροής εθνικιστικών συνθημάτων στην Κρήτη, με δεδομένη την ταξική διαστρωμάτωση της αγροτιάς στην περιοχή αυτή.

Σε στενή συσχέτιση με τα παραπάνω, ιδιαίτερη προσοχή και αντιμετώπιση χρειάζεται η θέση της ΧΑ (δες και ανάλογη πρόταση του ΛΑ.Ο.Σ.) για υποχρεωτική εργασία (στην ουσία καταναγκαστικά έργα) παράνομων λαθρομεταναστών που συλλαμβάνονται. Πρόκειται για πρόταση που μπορεί να κεντρίσει τα πιο ταπεινά ιδιοκτησιακά ελατήρια του μεσαίου αγρότη στο να αναζητά πάμφθηνη, μισο-δουλική εργασία. Μπορούμε να βρούμε ιστορικές αναλογίες στον τρόπο που το ναζιστικό καθεστώς χρησιμοποίησε εκατομμύρια Σοβιετικούς αιχμαλώτους πολέμου, όχι μόνο σε βιομηχανικές δραστηριότητες, αλλά και ως εργάτες γης στα κτήματα των Γερμανών αγροτών. Σε περίοδο καπιταλιστικής κρίσης, τη δεκαετία του 1930, στρατόπεδα εργασίας, όπου καταναγκαστικά οδηγούσαν και ημεδαπούς ανέργους, υπήρξαν στις ΗΠΑ κ.α.

• Η ναυτιλία μας, μια παγκόσμια δύναμη, ενώ θα μπορούσε να μετατρέψει τον Πειραιά σε διεθνές ναυτιλιακό κέντρο, να συμβάλει στην ανάπτυξη της ναυπηγικής βιομηχανίας καθώς και σε άλλους τομείς της οικονομίας, μεθοδευμένα απαξιώθηκε. Οι ναυτικοί μας που συνέβαλαν τα μέγιστα στην καθιέρωσή της, με την εμπειρία, την εργατικότητα και το φιλότιμό τους, αντί να είναι περιζήτητοι, αντικαταστάθηκαν από τριτοκοσμικούς.

Για μια ακόμα φορά η υποτιθέμενη «απαξίωση» μιας καπιταλιστικής βιομηχανικής δραστηριότητας παραμένει χωρίς έναν ορατό ένοχο, ξεπλένοντας έτσι το εφοπλιστικό κεφάλαιο και τις αναγκαιότητες αναπαραγωγής του. Ο ίδιος βέβαια ο προβαλλόμενος στόχος για Πειραιά - διεθνές ναυτιλιακό κέντρο αποτελεί πάγια στρατηγική επιδίωξη των εφοπλιστών. Το πραγματικό φαινόμενο της δραστικής συρρίκνωσης του αριθμού των Ελλήνων ναυτεργατών και της αντικατάστασής τους από κακοπληρωμένους ναυτεργάτες, κύρια από ασιατικές χώρες, παρουσιάζεται ωσάν να αποτελεί ευθύνη των τελευταίων, κάποια διεθνή κοσμοπολίτικη συνωμοσία.

• Οι πολυεθνικές δρουν ανεξέλεγκτα, δημιουργούν καταναλωτικά πρότυπα και ψεύτικες πλασματικές ανάγκες. Κατακλύζουν με τα προϊόντα τους τη χώρα και επιβάλλουν την αγορά τους. Ενώ, ταυτόχρονα μπαίνουν ανυπέρβλητα εμπόδια σε όποια μη ελεγχόμενη, από το σύστημα, ελληνική αναπτυξιακή προσπάθεια.

Σε συνέχεια της συνολικότερης λογικής των εκτιμήσεων της ΧΑ, το πρόβλημα φαίνεται να εντοπίζεται στην ανεξέλεγκτη δράση των διεθνικών μονοπωλιακών συγκροτημάτων, που ως εκπρόσωποι ενός διεθνούς κοσμοπολίτικου «συστήματος» (η λέξη «σύστημα» χρησιμοποιείται κατά κόρον από τη ΧΑ και αναφέρεται στο ρόλο διεθνών οργανώσεων όπως η Μπίλντεμπεργκ, τα λεγόμενα εβραϊκά λόμπυ, η Τριμερής κλπ.) και με τη βοήθεια του ντόπιου πολιτικού προσωπικού, δρουν ασύδοτα στην ελληνική οικονομία. Καλλιεργούνται αυταπάτες (παρόμοιες με τις αυταπάτες που καλλιεργούν άλλοι, φαινομενικά τελείως διαφορετικοί ιδεολογικά χώροι) ότι μια διαφορετική πολιτική μπορεί να δώσει λύση, ελέγχοντας τη δράση των πολυεθνικών και στηρίζοντας ντόπιες (καπιταλιστικές) «αναπτυξιακές προσπάθειες». Η ΧΑ διαπιστώνει πλασματικές καταναλωτικές ανάγκες και δεδομένου ότι δεν αμφισβητεί ως κριτήριο για την παραγωγή το καπιταλιστικό κέρδος, η θέση αυτή εντάσσεται πλήρως στην κυρίαρχη αστική λογική του «καταναλώνουμε περισσότερα απ’ όσα παράγουμε».

Εχει σημασία εδώ να αναφέρουμε ότι η ΧΑ είναι δραστήρια, μαζί και με άλλες τέτοιου τύπου οργανώσεις, σε πρωτοβουλίες στήριξης «πατριωτών» επιχειρηματιών και προβολής ελληνικών προϊόντων, σε αντιπαράθεση με αυτά πολυεθνικών εταιριών.

• Η Πατρίδα μας υπό κατοχή. Το ντόπιο διεφθαρμένο πολιτικό κατεστημένο, γαντζωμένο στην εξουσία, εκτελεί όλες τις εντολές εξάρτησης και υποταγής, ξεπουλώντας την πατρίδα. Με μοχλό επιβολής το διεθνές τραπεζικό σύστημα παραχωρήθηκε η εθνική μας κυριαρχία. Η εδαφική μας ακεραιότητα αμφισβητείται. Η δημόσια περιουσία εκποιείται.

Είναι εντυπωσιακή στο παραπάνω απόσπασμα η ταύτιση των εκτιμήσεων - προπαγανδιστικών θέσεων της ΧΑ στη σημερινή συγκυρία της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης με τις «εθνικο-ανεξαρτησιακές» θέσεις διάφορων πολιτικών δυνάμεων που αυτό-τοποθετούνται στον αριστερό-προοδευτικό χώρο: κεντρική ευθύνη του διεθνούς τραπεζικού συστήματος (βλ. εισαγόμενη χρηματοπιστωτική κρίση), η Ελλάδα υπό κατοχή με απώλεια εθνικής κυριαρχίας, οι πολιτικές ηγεσίες εξαρτημένες και σε θέση εκτελεστή-μαριονέτας των ξένων. Χαρακτηριστικό της όσμωσης τέτοιων φαινομενικά αντιδιαμετρικών ιδεολογικών χώρων είναι τα μικτά ακροατήρια στις ομιλίες του Καζάκη, του Θεοδωράκη ή στις συγκεντρώσεις των πλατειών.

Τα συγκεκριμένα ζητήματα αναδεικνύονται σήμερα σε κορυφαία θέματα της ιδεολογικής ταξικής πάλης. Δεν πρέπει να υποτιμηθεί η δυνατότητα τέτοιων ιδεολογημάτων να εισχωρήσουν και να επηρεάσουν καθοριστικά την αυθόρμητη συνείδηση της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων που τείνει να αντιλαμβάνεται το φαινόμενο και όχι την ουσία. Να στοχοποιεί την τράπεζα (που τον συμπιέζει και τον ίδιο προσωπικά με τις δόσεις του δανείου), αλλά όχι την καπιταλιστική βιομηχανική παραγωγή (που μπορεί να έχει και μια θετική αντήχηση στο μυαλό, στα πλαίσια του ιδεολογήματος ότι «η Ελλάδα δεν παράγει τίποτα»). Να καταδικάζει το ρόλο των ξένων (στη βάση και της συλλογικής συνείδησης που συντηρεί τις μνήμες της δράσης των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στη χώρα), αλλά όχι την ντόπια αστική τάξη (που «δίνει δουλειά» και που εντάσσεται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στο «είμαστε όλοι Ελληνες»). Να βλέπει το αστικό πολιτικό προσωπικό ως καρπαζοεισπράκτορες που αξίζουν τουλάχιστον τη χλεύη, αλλά να αφήνει ταυτόχρονα ανοιχτό ένα παραθυράκι συγχώρεσης, αν αυτό «ορθώσει ανάστημα και διαπραγματευθεί».

Πρόκειται για σύνθετα ζητήματα, γιατί αγγίζουν τον πυρήνα της καπιταλιστικής οικονομίας και της αστικής εξουσίας: το μηχανισμό της εκμετάλλευσης και της παραγωγής υπεραξίας, το ρόλο του αστικού κράτους και των διεθνών ιμπεριαλιστικών οργανισμών, την αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία και τους θεσμούς της. Απαιτούν οξυμένη ιδεολογική αντιπαράθεση με τους πολιτικούς φορείς τέτοιων απόψεων, αλλά ταυτόχρονα υπομονετική, εξαντλητική συζήτηση με τον εργατόκοσμο που τις ενστερνίζεται. Δεν πρέπει να υποτιμηθεί η επίδραση κάποιων τέτοιων αντιλήψεων και σε κομμάτι του δυναμικού μας ή του κομματικού περίγυρου, όχι μόνο ως αποτέλεσμα της πίεσης του ταξικού αντίπαλου, αλλά και ως υπολείμματα παλιότερων κομματικών επεξεργασιών των δεκαετιών του 1970 και του 1980 (που περιείχαν εκτιμήσεις περί υποτέλειας, εξάρτησης ως πολιτική επιλογή της άρχουσας τάξης, ξενοκρατίας).

Η κεντρική ιδεολογική θέση της πολιτικής πρότασης της ΧΑ στα ζητήματα της οικονομίας μοιάζει να συμπυκνώνεται στη φράση: «Οπως δεν μπορεί να υπάρξει ισχυρή οικονομία χωρίς την ιδιωτική πρωτοβουλία, έτσι δεν μπορεί να υπάρξει και χωρίς Δημόσιο τομέα» 9. Στο βασικό της λοιπόν αυτό προγραμματικό ντοκουμέντο αναγνωρίζεται η κεφαλαιοκρατική ιδιοκτησία πίσω από τον όρο «ιδιωτική πρωτοβουλία» και προβάλλεται η αναγκαιότητα αρμονικής συνύπαρξης ατομικής καπιταλιστικής και κρατικο-καπιταλιστικής επιχειρηματικής δραστηριότητας ως μια γενική θέση αρχών. Υποκρύπτεται επομένως το γεγονός ότι κάθε φορά, σε κάθε συγκυρία, οι αναγκαιότητες αναπαραγωγής του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου είναι εκείνες που επιτάσσουν το εύρος της επιχειρηματικής δραστηριότητας του αστικού κράτους και όχι κάποιες γενικές αρχές κοινωνικής δικαιοσύνης. Είναι χαρακτηριστικό ότι προτείνεται οι «στρατηγικοί τομείς» της οικονομίας να «ελέγχονται» από το κράτος, με απροσδιόριστο το τι αποτελεί στρατηγικό τομέα και σε τι συνίσταται ο έλεγχος, πέρα από την αναφορά σε μια διατήρηση της πλειοψηφίας των μετοχών στον έλεγχο του κράτους στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Εχει ενδιαφέρον ότι σε άλλο (πιο ιδεολογικό) ντοκουμέντο η οργάνωση τοποθετείται ως «εχθρός της μεγάλης και εκμεταλλευτικής ιδιοκτησίας, είτε ντόπιας είτε διεθνιστικής, όσο και υπέρμαχος της οικογενειακής μικροϊδιοκτησίας του κλήρου ή τεμένους των προγόνων μας» 10. Παρά τη φραστική διαφοροποίηση, και σε αυτό το κείμενο δε γίνεται λόγος για κατάργηση της καπιταλιστικής επιχειρηματικής δράσης, αλλά μόνο για έλεγχο της ατομικής ιδιοκτησίας γενικά, ώστε αυτή να μην μπορεί να «χειραγωγήσει» το λαό. Οι προπαγανδιστικές αυτές κορώνες ενάντια στη μεγάλη ιδιοκτησία («πλουτοκρατική ολιγαρχία») και υπέρ της μικροϊδιοκτησίας παραπέμπουν ευθέως στα προ του 1933 κηρύγματα του εθνικοσοσιαλισμού με στόχο τη διείσδυσή του στα μικροαστικά στρώματα της πόλης και της υπαίθρου και τη στήριξή του από αυτά. Η ιστορική πείρα αποδεικνύει το πώς έντεχνα χρησιμοποιήθηκαν για να προωθηθούν οι αντιδραστικοί σχεδιασμοί του κεφαλαίου μέσα από μια συγκεκριμένη μορφή κρατικομονοπωλιακής διαχείρισης. Η ιστορική εμπειρία στο ζήτημα αυτό έχει ιδιαίτερη αξία στην ιδεολογική μας αντιπαράθεση, γιατί η ΧΑ θα τείνει συχνά να εμφανίζεται στο πεδίο της προπαγάνδας ως αντιπλουτοκρατική δύναμη. Π.χ. οργάνωσαν προβοκατόρικη παρέμβαση δήθεν στήριξης των απεργών χαλυβουργών, ενώ είχε προηγηθεί η ανακοίνωση του πυρήνα της ΧΑ στο Βόλο, που καλούσε τους εργάτες της εκεί Χαλυβουργίας να μην απεργήσουν και να δεχτούν τις μειώσεις μισθών.

Επιμέρους πλευρές της πρότασης της «Χρυσής Αυγής» στο πεδίο της οικονομίας 11

• «Καταγγελία του Μνημονίου και όλων των δανειακών συμβάσεων».

Ο γενικόλογος αυτός καταγγελτικός λόγος για το Μνημόνιο και τα δάνεια αποφεύγει την οποιαδήποτε αναφορά στους στόχους που εξυπηρετούν οι αντεργατικές μεταρρυθμίσεις που προωθούνται (μέσα και από το μνημόνιο). Η ΧΑ προτείνει την άρνηση πληρωμής του μέρους του κρατικού χρέους που κρίνεται «παράνομο» και «επαχθές». Σε συσχέτιση με τις προτάσεις για αναπροσανατολισμό των διεθνών συμμαχιών (δες παρακάτω) γίνεται καθαρό ότι η αντίθεση της ΧΑ δεν αφορά ούτε την ουσία των συγκεκριμένων πολιτικών ούτε το δανειακό δέσιμο της χώρας από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα γενικά.

• «Αποδέσμευση από διεθνείς οργανισμούς που δεν εξυπηρετούν τα εθνικά μας συμφέροντα».

Σε μια τέτοια φαινομενικά σοβαρή πρόταση θα περίμενε κανένας να αναφέρονται οι διεθνείς εκείνοι οργανισμοί που η ΧΑ θεωρεί επιζήμιους για τα εθνικά συμφέροντα. Η σκόπιμη ασάφεια στο παραπάνω σημείο, η έλλειψη ρητής αναφοράς σε ΕΕ και ΝΑΤΟ, καταδεικνύει από μια ακόμα πλευρά ότι η ΧΑ ψαρεύει σε θολά νερά και επιχειρεί μέσα από έναν κάλπικο αντιιμπεριαλισμό (ή καλύτερα αντι-δυτική ρητορεία) να αποκρύψει τη στήριξή της στην αναγκαιότητα διεθνών συμμαχιών της μιας ή της άλλης μορφής του ελληνικού μονοπωλιακού κεφαλαίου. Εξάλλου, η υπεράσπιση της εθνικής (καπιταλιστικής) αγοράς δεν αντιβαίνει στην οικοδόμηση διεθνών συμμαχιών της αστικής τάξης, ο προσανατολισμός και το βάθος των οποίων καθορίζεται από τις κάθε φορά αναγκαιότητες αναπαραγωγής του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου και από τη θέση της εγχώριας αστικής τάξης στη διεθνή πυραμίδα.

• «Ναι στην Ευρώπη των Εθνών, όχι στην Ευρώπη του κεφαλαίου και των τοκογλύφων».

Εχει εξαιρετικό ενδιαφέρον ότι τόσο οι οπορτουνιστές, όσο και οι εθνικιστές, αποφεύγουν να ονοματίζουν την Ευρωπαϊκή Ενωση όταν εμφανίζονται να της ασκούν κριτική. Αρκεί κανείς να αντικαταστήσει το «Ευρώπη των εθνών» στο παραπάνω σύνθημα με το «Ευρώπη των λαών», προκειμένου να βρεθεί στα ντοκουμέντα του ΣΥΡΙΖΑ ή του ΚΕΑ, με αποδοχή και στις δύο περιπτώσεις του νομοτελειακού χαρακτήρα της ΕΕ. Είναι χαρακτηριστική η θέση που διατύπωσε ο ΓΓ της ΧΑ σε συνέντευξή του στην ΕΤ1, στις 29 Απρίλη 2012, ότι είναι αντίθετος με την έξοδο από το ευρώ γιατί το έχουμε χιλιοπληρώσει.

• «Νέες στρατηγικές συμμαχίες, γεωπολιτικά και ιστορικά αποδεκτές».

Πρόκειται για κεντρικό στοιχείο της πολιτικής πρότασης της ΧΑ, στοιχείο που όλο και περισσότερο τονίζεται και εκλαϊκεύεται στα κείμενά της και στην αρθρογραφία της ηγεσίας της. Είναι ενδεικτικά παλιότερο άρθρο του Μιχαλολιάκου με τον τίτλο «Ελλάς, Ρωσία και εθνική ανεξαρτησία» και το πρόσφατο άρθρο του Κασιδιάρη «Ανάλυση: στροφή προς τη Ρωσία». Η συλλογιστική αυτής της πρότασης βλέπει τον Πούτιν ως πιθανό εκφραστή των «εθνικών δυνάμεων» της Ρωσίας, ενάντια στους Εβραίους ολιγάρχες της Ρωσίας και το διεθνές σύστημα της παγκοσμιοποίησης. Για την Ελλάδα, που είναι (ήδη από το 2007 κατά το Μιχαλολιάκο) «προτεκτοράτο» των ΗΠΑ και στην οποία «ο από Βορρά κίνδυνος είναι πολύ αμφίβολος, σε σχέση με τον από Ανατολάς», η στροφή προς τη Ρωσία αποτελεί μια ευκαιρία.

Στις σημερινές συνθήκες η πολιτική αυτή πρόταση της ΧΑ μοιάζει να διευρύνεται παραπέρα και να περιλαμβάνει: α) σύναψη δανειακής σύμβασης με τη Ρωσία, β) κοινή εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της Ελλάδας, πρώτα και κύρια των ενεργειακών, γ) συμβολή της Ρωσίας στην προάσπιση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων και δ) άνοιγμα των ελληνικών εξαγωγών στη Ρωσική αγορά.

Σημειώνουμε ότι η ρητορική αυτή για την ανάγκη διευρυμένων σχέσεων με τη Ρωσία αποτελεί κοινό τόπο και με ορισμένα τμήματα από το ευρύτερο «αντι-μνημονιακό» στρατόπεδο: από πολιτικές δυνάμεις και σχήματα (ΣΥΡΙΖΑ, «Σπίθα» - Θεοδωράκης κλπ.) έως δημοσιολόγους (Τράγκας κλπ.), αλλά και γραφικούς, με μαζική όμως αντήχηση σε λαϊκά στρώματα, τηλεσχολιαστές (Λιακόπουλος). Αντίθετες με τις συγκεκριμένες προτάσεις για στενότερη προσέγγιση με τη Ρωσία είναι κάποιες άλλες δυνάμεις του εθνικιστικού χώρου, π.χ. η εφημερίδα «Στόχος».

• «Ανάπτυξη με ανάταση της εθνικής παραγωγής για αυτάρκεια και ισχυρή Ελλάδα».

Για μια ακόμα φορά οι γενικόλογες αναφορές της ΧΑ σε «εθνική παραγωγή» και «ισχυρή Ελλάδα» αποδεικνύουν ότι επιχειρεί να αντλήσει υποστήριξη ανθρώπων με διαφορετικές ιδεολογικοπολιτικές ή κομματικές καταβολές, από ανεξαρτησιακούς, εκσυγχρονιστές έως λαϊκούς δεξιούς. Παρά τους φραστικούς βερμπαλισμούς, παραμένει μία η σταθερά: η υπεράσπιση, αλλά και η παραπέρα στήριξη της καπιταλιστικής επιχειρηματικής δραστηριότητας, που καλλωπίζεται πίσω από φράσεις για «απελευθέρωση όλων των δημιουργικών δυνάμεων του τόπου» και για ειδικά προγράμματα για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

• «Το τραπεζικό σύστημα επαναπροσδιορίζεται, σε αναπτυξιακό και κοινωνικό […] Αμεση εθνικοποίηση των τραπεζικών ιδρυμάτων που έχουν λάβει κεφαλαιακή ενίσχυση με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου και συγχώνευση των φαλιρισμένων ιδιωτικών τραπεζών σε μια ισχυρή εθνική τράπεζα. Η αγροτική τράπεζα αποσύρεται από το χρηματιστήριο, γίνεται 100% κρατική και μετατρέπεται σε ουσιαστικό μοχλό ανάπτυξης της αγροτικής παραγωγής».

Πρόκειται για άλλο ένα σημείο εντυπωσιακής συνταύτισης της πρότασης της ΧΑ με την κυρίαρχη αντι-μνημονιακή ρητορική. Συγκαλύπτει βέβαια, όπως και η τελευταία, τον κεντρικό ρόλο των τραπεζών στο σύστημα της καπιταλιστικής παραγωγής και της ανάπτυξής της, το αξεχώριστο της ύπαρξης του πλασματικού κεφαλαίου και του χρηματιστηριακού παρασιτισμού από τη λειτουργία του χρηματιστικού κεφαλαίου. Αποκρύπτει ότι η λειτουργία κρατικών τραπεζών στις συνθήκες του καπιταλισμού εξυπηρετεί τις γενικότερες αναγκαιότητες αναπαραγωγής του κοινωνικού κεφαλαίου και όχι φυσικά τα συμφέροντα των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων. Εχει ενδιαφέρον η ειδική αναφορά σε μια πλήρως κρατική αγροτική τράπεζα - δένει με τις διαπιστώσεις της ΧΑ για την αγροτική παραγωγή που σημειώθηκαν παραπάνω και εκφράζει το ειδικό βάρος που επιζητεί να αποκτήσει στα μικροαστικά στρώματα της υπαίθρου.

• «Eλάχιστο όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης και εξασφάλιση της κύριας κατοικίας. Διαγραφή χρεών προς ανακούφιση χαμηλών στρωμάτων και αναγκαστική για τις τράπεζες επαναδιαπραγμάτευση όλων των δανείων».

Σημειώνουμε τα παραπάνω από μια σειρά προτάσεων που αφορούν το βιοτικό επίπεδο, γιατί αποκαλύπτουν την εξαιρετικά στοχευμένη προσπάθεια της ΧΑ να αποκτήσει ένα μαζικό ακροατήριο σε εργατικά και μικροαστικά στρώματα, προσφέροντας βερμπαλιστικές υποσχέσεις με αόριστο περιεχόμενο. Είναι ενδεικτική η χρήση των εννοιών «εξασφάλιση», «ελάχιστο όριο» και «επαναδιαπραγμάτευση».
Γ. ΚΡΑΤΟΣ - ΕΝΟΠΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ

Στα ζητήματα αυτά βασική ιδεολογική σταθερά της ΧΑ αποτελεί η αντίληψή της για το «λαϊκό κοινωνικό» κράτος, πολιτική οργάνωση του έθνους. Το κράτος αποτελεί αναγκαιότητα, προκειμένου να μη φθίνει, αλλά να αναπτύσσεται το έθνος. Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, την πολιτική εξουσία διαθέτει ο λαός «χωρίς κομματικούς προαγωγούς». Το κράτος, διαμέσου της ισονομίας και της «πολιτικά ιεραρχημένης κοινωνικής ισότητας», εξασφαλίζει ότι «δεν υπάρχει κοινωνική διαστρωμάτωση με βάση τις εισοδηματικές - οικονομικές τάξεις. Οι λαϊκές τάξεις είναι συνεργαζόμενες οργανικά, ομάδες ανθρώπων με άλλες παραγωγικές ειδικές ικανότητες και δεξιότητες η κάθε μια» 12.

Πέρα και πάνω από τις βερμπαλιστικές αοριστίες και τις προπαγανδιστικές κορώνες ενάντια στις «ολιγαρχίες του χρήματος» που δήθεν βρίσκονται εκτός του εθνικού κορμού, γίνεται φανερό ότι η πολιτική αυτή πρόταση δε θέτει υπό αμφισβήτηση την ταξική διαίρεση της κοινωνίας, άρα την ίδια την ουσία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Επιχειρεί να στομώσει και να καθυποτάξει την ταξική πάλη της εργατικής τάξης (την οποία βέβαια δεν αναγνωρίζει ως αυτοτελές κοινωνικό υποκείμενο με ιδιαίτερη ιστορική αποστολή) στο όνομα του κοινού εθνικού συμφέροντος, καλλιεργώντας την αυταπάτη ότι είναι δυνατό η ταξική διαίρεση να μην οδηγήσει σε «κοινωνική διαστρωμάτωση». Η ισότητα των ευκαιριών και η ισονομία αποτελούν θεμελιώδεις αρχές του αστικού κράτους από τις απαρχές του, δίχως βέβαια να αποτρέπουν στο ελάχιστο την εμφάνιση των «ολιγαρχιών του χρήματος». Σε τελική ανάλυση, και η πολιτική πρόταση της ΧΑ δεν επιζητεί φυσικά την κατάργηση (απαλλοτρίωση) αυτών των ολιγαρχιών, αλλά την αξιοκρατική δήθεν ανάδειξή τους μέσα από τη διαμεσολάβηση του «λαϊκού κράτους» και του εθνικισμού.

Στα ντοκουμέντα της η ΧΑ είναι εξαιρετικά προσεχτική στο να μη θίξει τον πυρήνα της αστικής κρατικής εξουσίας, αλλά να στιγματίσει τη μορφή διαχείρισης του κρατικού μηχανισμού, με ιδιαίτερη έμφαση στην κατάσταση των Ενόπλων Δυνάμεων. Είναι χαρακτηριστική η συνθηματολογική κριτική της για «διαφθορά, αδιαφάνεια, αναξιοκρατία, κομματικά ρουσφέτια, ποσά σε ημέτερους» που οδηγούν στο να «χάνονται οι δημιουργικές και άξιες δυνάμεις του τόπου».13 Οι αναφορές των κειμένων της στην «αποδυνάμωση» των Ενόπλων Δυνάμεων και η κριτική για εξοπλισμούς «χώρο σκανδάλων και εξάρτησης» συνδέονται αδιάρρηκτα με αυτό που η ίδια φαίνεται να θεωρεί ως προνομιακό πεδίο των θέσεών της, τα λεγόμενα εθνικά ζητήματα (δεν είναι τυχαίο ότι επιλέγεται η ημερομηνία των γεγονότων στα Ιμια -ως αφορμή και ως όχι ως αιτία, όπως τονίζεται- για τη διοργάνωση των κεντρικών ετήσιων μαζικών κινητοποιήσεων της ΧΑ). Σε συνέχεια των ανάλογων θέσεων στο πεδίο της οικονομίας, και εδώ τα βέλη της στρέφονται ενάντια σε ένα νεφελώδες «διεθνές ανθελληνικό σύστημα» που«μεθοδεύει το διαμελισμό και τη συρρίκνωση της Ελλάδας».

Στο επίπεδο της τρέχουσας πολιτικής πρότασης για τα ζητήματα των θεσμικών οργάνων και λειτουργιών του αστικού κράτους, η ΧΑ εμφανίζεται να περιορίζεται σε διαχειριστικές προτάσεις που αποτελούν κοινό τόπο και με άλλες αστικές πολιτικές δυνάμεις: κατάργηση του νόμου «περί ευθύνης υπουργών» και της βουλευτικής ασυλίας, έλεγχος του «πόθεν έσχες» από το 1974 και δήμευση της περιουσίας για όσους πλούτισαν σε βάρος του ελληνικού λαού, ασυμβίβαστο υπουργικής και βουλευτικής ιδιότητας, μείωση αποδοχών βουλευτών και χρηματοδότησης κομμάτων κλπ.

Οι μόνες πλευρές της κρατικής δραστηριότητας στις οποίες δίνει ιδιαίτερη έμφαση η ΧΑ είναι η εξωτερική πολιτική και τα ζητήματα των ενόπλων δυνάμεων. Αξίζει να σταθούμε και εμείς αναλυτικότερα στις συγκεκριμένες προτάσεις, γιατί εκφράζουν έναν ανοιχτά αντιδραστικό και αντεπαναστατικό προσανατολισμό. Ανεξάρτητα από το μέγεθος της συγκεκριμένης οργάνωσης, δεν πρέπει να υποτιμήσουμε τη ζύμωση τέτοιων αντιλήψεων (ή υποσυνόλων τους για το ένα ή το άλλο ζήτημα) μέσα σε εργατικά-λαϊκά στρώματα, ιδιαίτερα στις συνθήκες της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης και αναζήτησης εξωτερικών εχθρών.

Επιγραμματικά σημειώνουμε για τα επιμέρους θέματα της εξωτερικής πολιτικής:

• Μακεδονία. Ολόκληρη η γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας θεωρείται ελληνική από τους αρχαίους χρόνους, με τμήματά της να παραμένουν εκτός της χώρας. Κατά τη ΧΑ πρέπει να θεωρείται «αδίκημα εσχάτης προδοσίας» η αναγνώριση της ΠΓΔΜ με όνομα που θα περιέχει τη λέξη Μακεδονία.

• Βόρεια Ηπειρος. Προτείνεται η απόδοση της υπηκοότητας στους Βορειοηπειρώτες και η εφαρμογή των συμφωνηθέντων στο πρωτόκολλο της Κέρκυρας για την αυτονομία της περιοχής. Ως τελικός στόχος παραμένει η «απελευθέρωση» και ενσωμάτωση στην Ελλάδα.

• Κύπρος. Στη βάση της θέσης ότι «η Κύπρος είναι Ελλάδα», προβάλλεται η ανάγκη συνδρομής στον αγώνα για την απελευθέρωση των Κατεχόμενων και προτείνεται η απόδοση και ελληνικής υπηκοότητας στους Ελληνοκύπριους.

• Αιγαίο. Πέρα από τα λεγόμενα για επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια και για άμεση χάραξη υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται η πρόταση για δημιουργία και εξοπλισμό νησιωτικής εθνοφρουράς. Εξετάζοντας τις προτάσεις της ΧΑ για τα ζητήματα του Αιγαίου, θυμίζουμε όσα ειπώθηκαν παραπάνω για τον αναπροσανατολισμό των διεθνών συμμαχιών της Ελλάδας, με τα περί στροφής προς τη Ρωσία και ενισχυμένου ρόλου της τελευταίας στην εκμετάλλευση των ενεργειακών κοιτασμάτων και όχι μόνο.

• Θράκη. Αποτελεί κατεξοχήν προνομιακό χώρο για την καλλιέργεια εθνικιστικών προτάσεων, όπως αυτές για κλείσιμο του τουρκικού προξενείου και για πρόγραμμα «συνειδησιακής επανελληνοποίησης» των Πομάκων.

Στα ζητήματα των Ενόπλων Δυνάμεων περιλαμβάνονται επίσης μια σειρά προτάσεις με αντιδραστικό προσανατολισμό, όπως η υποχρεωτική στράτευση στα 18, η αφαίρεση της ιθαγένειας σε όσους αρνούνται να υπηρετήσουν και η «αποβολή από την κοινωνία» και κυρίως η δημιουργία λυκείων στρατιωτικής και αστυνομικής κατεύθυνσης, φυτώρια αντιδραστικοποίησης της νεολαίας των λαϊκών στρωμάτων από μικρή ηλικία και πιθανής προετοιμασίας ημιστρατιωτικών σχηματισμών.

Οι θέσεις του Κόμματός μας για τους στρατηγικούς προσανατολισμούς του ελληνικού μονοπωλιακού κεφαλαίου στην ευρύτερη περιοχή, τη σύμπλεξη αυτών των σχεδιασμών με τα σχέδια άλλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, αλλά και τις αντιθέσεις μεταξύ τους, τα ιστορικά διδάγματα που έχουμε βγάλει από την εξωτερική πολιτική του αστικού κράτους στις διάφορες εποχές και από τη στάση του κομμουνιστικού κινήματος απέναντί της, αποτελούν ισχυρά εργαλεία αντιπαράθεσης με τα ιδεολογήματα του εθνικιστικού χώρου. Το σταθερό αμφίπλευρο μέτωπο των κομμουνιστών, τόσο απέναντι στον εθνικισμό των πατριδοκάπηλων όσο και απέναντι στον κοσμοπολιτισμό του κεφαλαίου (αλλά και τον ψευτο-διεθνισμό - κοσμοπολιτισμό των οπορτουνιστών), διατηρεί πλέρια την ισχύ του.


ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Κεντρικό βάθρο, πάνω στο οποίο χτίζεται η πολιτική πρόταση της ΧΑ, αποτελεί η εκτίμηση ότι η Ελλάδα διαθέτει σημαντική γεωστρατηγική θέση και πλουτοπαραγωγικές πηγές (προβάλλονται τα ανεξερεύνητα κοιτάσματα νότια της Κρήτης και στο θαλάσσιο χώρο μέχρι την Κύπρο) που δεν αξιοποιούνται λόγω του ότι η κρατική πολιτική ηγεσία είναι «υπηρέτες ξένων συμφερόντων». Η εκτίμηση αυτή της ΧΑ πατάει φυσικά σε μια αντικειμενική πραγματικότητα, την ύπαρξη τέτοιων αναξιοποίητων πλουτοπαραγωγικών πηγών, ανεξάρτητα από το αν δίνεται απλουστευτικά με τον περιορισμό των αναφορών στα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Είναι πιθανό αυτή η «απλουστευτική» και αυστηρά εντοπισμένη αναφορά να αντανακλά και συγκεκριμένα μονοπωλιακά συμφέροντα (ντόπια και ξένα, π.χ. Ρωσικά) που στηρίζουν την πολιτική πρόταση της ΧΑ.

Σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να υποτιμηθεί η διεισδυτικότητα μιας τέτοιας εκτίμησης σε λαϊκά στρώματα που, είτε λόγω ιστορικών αναφορών (ενάντια στην Ελλάδα της υποτέλειας, την «ψωροκώσταινα» κλπ.) είτε λόγω αναζήτησης εύκολων λύσεων που θα αντιμετωπίσουν τη σημερινή ραγδαία συμπίεση του λαϊκού εισοδήματος (και θα μετατρέψουν δήθεν την Ελλάδα σε Σαουδική Αραβία), μπορούν να τραβηχτούν από το ψευτο-όραμα μιας νέας «αργοναυτικής εκστρατείας». (Ακόμα και αν δεν συνταχθεί ένας λαϊκός άνθρωπος με τις προτάσεις της ΧΑ, και η απλή ανοχή απέναντί της στο όνομα μιας νεφελώδους εθνικο-ανεξαρτησιακής ρητορείας αποτελεί σοβαρό κίνδυνο). Το ξεκαθάρισμα του «ποιος και για ποιον» αποτελεί και εδώ (στο ζήτημα της εκμετάλλευσης των ενεργειακών πηγών και των πλουτοπαραγωγικών πόρων γενικότερα) τη «λυδία λίθο» που ξεχωρίζει τη δική μας πρόταση.

Από την παραπάνω σύντομη έκθεση των πολιτικών εκτιμήσεων, αντιλήψεων και προτάσεων της ΧΑ γίνεται φανερό ότι αυτές δεν επικεντρώνονται αποκλειστικά στα ζητήματα των μεταναστών, όπως λαθεμένα εκτιμάται κάποιες φορές, παρόλο που το συγκεκριμένο ζήτημα αποτελεί συχνά την «αιχμή του δόρατος» αυτού του πολιτικού χώρου. Συμπερασματικά, κάνοντας εκτίμηση στη βάση της συνολικής της πολιτικής πρότασης, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η ΧΑ αποτελεί κομμάτι του αστικού πολιτικού συστήματος, όχημα για να διεισδύσουν σε εργατικά και λαϊκά στρώματα τα αστικά ιδεολογήματα και επιχειρήματα, προσαρμοσμένα και πασπαλισμένα με την «αντιπλουτοκρατική» χρυσόσκονη που απαιτούν οι συνθήκες της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης και της οξυμένης αντιλαϊκής επίθεσης.

Οι συνολικότερες εξελίξεις των τελευταίων χρόνων καταδεικνύουν ότι η ολομέτωπη επίθεση του μονοπωλιακού κεφαλαίου ενάντια στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα συνοδεύεται από μια παράλληλη αντιδραστικοποίηση του αστικού πολιτικού συστήματος. Η ιστορική πείρα (μαζί και αυτή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης) φανερώνει ότι η αστική τάξη διαθέτει την ευλυγισία και την πονηριά, προκειμένου να επιλέγει κάθε φορά την αναγκαία εκείνη μορφή κρατικής εξουσίας (κοινοβουλευτική δημοκρατία, φασισμό κλπ.) και τις αντίστοιχες πολιτικές δυνάμεις που θα είναι πιο αποτελεσματικές στην υπεράσπιση των συμφερόντων της και της δικτατορίας του κεφαλαίου. Εναπόκειται στην εργατική τάξη και την πρωτοπορία της, το Κομμουνιστικό Κόμμα, να χαλάσουν τους παραπέρα σχεδιασμούς του κεφαλαίου. Προϋπόθεση όμως γι’ αυτό αποτελεί το να μην παρασυρθούν από τις αντιθέσεις μεταξύ μερίδων του μονοπωλιακού κεφαλαίου, να μην καταντήσουν ουρά της μιας ή της άλλης μερίδας, να μην αντικρίζουν ως ιερούς και απαραβίαστους τους αστικούς κοινοβουλευτικούς θεσμούς. Χρειάζεται να αποκαλύπτουν ότι η αντίδραση «σε όλη τη γραμμή» αποτελεί νομοτελειακό συνοδοιπόρο του καπιταλισμού στο μονοπωλιακό του στάδιο, ότι μοναδικός σίγουρος τρόπος για τη συντριβή της δεν αποτελεί η υπεράσπιση της αστικής δημοκρατίας, αλλά το επαναστατικό τσάκισμα του αστικού κράτους συνολικά και το στέριωμα της προλεταριακής δικτατορίας.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

Ο Βασίλης Οψιμος είναι μέλος της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ.

1. Ι. Β. Στάλιν: «Λογοδοσία στο 17ο Συνέδριο του Κόμματος», «Απαντα», τ. 13, σελ. 321-323.

2. T. Derbent: «La resistance communiste Allemande, 1933-1945», «Les Edition Aden», Belgique.

3. T. Derbent: «La resistance communiste Allemande, 1933-1945», «Les Edition Aden», Belgique.

4. Ουίλιαμ Φόστερ: «Ιστορία του Παγκόσμιου Συνδικαλιστικού Κινήματος», εκδ. «Εταιρεία Ελληνικού Βιβλίου», σελ. 100.

5. «Είμαι χρυσαυγίτης σημαίνει:», http://xryshaygh.wordpress.com/about/.

6. «Οι θέσεις μας», http://xryshaygh.wordpress.com/theseis.

7. «Γιατί εθνικισμός», http://xryshaygh.wordpress.com/2012/02/07.

8. «Οι θέσεις μας. Προτάσεις για μια νέα εθνική πολιτική», http://xryshaygh.wordpress. com/theseis/.

9. «Οι θέσεις μας. Προτάσεις για μια νέα εθνική πολιτική», http://xryshaygh.wordpress. com/theseis/.

10. «Είμαι χρυσαυγίτης σημαίνει:», http://xryshaygh.wordpress.com/about/.

11. «Οι θέσεις μας. Προτάσεις για μια νέα εθνική πολιτική», http://xryshaygh.wordpress. com/theseis/.

12. «Είμαι χρυσαυγίτης σημαίνει:», http://xryshaygh.wordpress.com/about/.

13. «Οι θέσεις μας. Προτάσεις για μια νέα εθνική πολιτική», http://xryshaygh.wordpress. com/theseis/.


Η ... αριστεροδεξιά κοροϊδία πάει σύννεφο !

Η ... αριστεροδεξιά κοροϊδία πάει σύννεφο !



Τα περί «εθνικής διαπραγμάτευσης» που με «εθνική ευθύνη» διεξάγει η συγκυβέρνηση για τον «εθνικό στόχο» της εξόδου από την κρίση παπαγαλίζουν βουλευτές ΝΔ - ΠΑΣΟΚ στη συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ.

Άρα τα σκληρά αντιλαϊκά μέτρα που «τρέχουν» κι εκείνα που καταφθάνουν είναι για το καλό του λαού, άσχετα αν τα λαϊκά νοικοκυριά χάνουν σε εισοδήματα και δικαιώματα για να επιτευχθεί η «σιγουριά που ζητούν οι νέοι επενδυτές», όπως υποστήριξε ο υπουργός Εσωτερικών στη βουλή κάνοντας σαφές πως η διαπραγμάτευση γίνεται για τα συμφέροντα εγχώριων και ξένων κεφαλαιοκρατών.

Βέβαια πάντα μια κυβέρνηση το «αντιλαϊκό» το βαφτίζει «εθνικό» για να αναχαιτίσει τη λαϊκή οργή, ενώ η εμπειρία απέδειξε πως όταν η αξιωματική αντιπολίτευση δεν έχει κάτι διαφορετικό να πει το ρίχνει στην «προάσπιση της δημοκρατίας και των θεσμών».

Ακριβώς αυτό κάνει και ο ΣΥΡΙΖΑ !
Το έχει ρίξει στα περί «δημοκρατικής ευθύνης» για να προστατευθούν οι θεσμοί από τις «διαρκείς παραβιάσεις της δημοκρατικής νομιμότητας» της κυβέρνησης, η οποία μάλιστα «με τη στάση της δημιουργεί κινδύνους για τη δημοκρατία και για τη λειτουργία των θεσμών» είπε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Γ. Δραγασάκης, στη βουλή.

Και επειδή αυτή η ευθύνη είναι βαριά κάλεσε και άλλες «δημοκρατικές, προοδευτικές, πατριωτικές δυνάμεις» να βοηθήσουν με την ψήφο τους για να γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνηση! ΚΙ έτσι να μπορέσει να δώσει σάρκα και οστά στα διαπιστευτήρια Τρίπρα από το Τέξας των ΗΠΑ προς τους επενδυτές και το κεφάλαιο.

Ωμή κοροϊδία με «εθνικό» και «δημοκρατικό» αποπροσανατολισμό από παλιούς και νέους τεχνίτες με πτυχίο Κομισιόν και μεταπτυχιακό ΔΝΤ.

(καθώς και ... διδακτορικό Τέξας, θα λέγαμε εμείς)

Πηγή: 902.gr

 . Αναρτήθηκε από faros

Είσαι ο κλασσικός Ελληνάρας εφόσον:

Είσαι ο κλασσικός Ελληνάρας εφόσον:



Είσαι ο κλασικος Ελληναρας εφοσον:
Αγαπημένη σου ασχολία όταν ταξιδεύεις στο εξωτερικό για να ξεφύγεις λίγο από την Ελλάδα, είναι να ψάχνεις για άλλους Έλληνες.
Καταλαβαίνεις τους Αλβανούς "από τη φάτσα".
Δεν σου κάνει εντύπωση γομάρι 30 χρονών να ζει με τους γονείς του.
Ποτέ δεν σου φτάνουν τα χρήματα για τα βασικά είδη ανάγκης, αλλά πάντα σου περισσεύουν για τα είδη πολυτελείας.
Μισείς τους δημοσίους υπαλλήλους, αλλά όνειρο ζωής είναι να γίνεις ένας από αυτούς.
Κυριακή πρωί κοινωνάς στην εκκλησία και το απόγευμα ρίχνεις
Χριστοπαναγίες στο γήπεδο.
Διπλοπαρκάρεις για τσιγάρα κλείνοντας το δρόμο και απολογείσαι σ’ αυτούς που κορνάρουν, αλλά στο παρακάτω στενό πλακώνεις τον οδηγό που έκανε ακριβώς το ίδιο.
Καυχιέσαι που ο γιος σου είναι μαμιάς και η κόρη σου παρθένα.
Προειδοποιείς με τα φώτα για μπλόκο αλλά παραπονιέσαι στον αστυνομικό ότι δεν δίνει κλήση και στους άλλους οδηγούς.
Και τελος, εδώ και πεντε χρονια βριζεις την κυβερνηση και λες πως θά 'κανες τα πάντα για να φυγει, την ημερα των εκλογων πας για μπανιο!
Πηγή: roadhouse
Αναρτήθηκε από TRASH

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ ΤΗΣ Ε.Τ.

Η ομιλία του Γ. Μαρίνου στην 15η Διεθνή Συνάντηση Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων




Βαρυσήμαντη παρέμβαση εκ μέρους του ΚΚΕ, έκανε ο Γιώργος Μαρίνος, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του Κόμματος, στην 15η Διεθνή Συνάντηση Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων στη Λισαβόνα. Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο της ομιλίας.

«Αγαπητοί σύντροφοι και συντρόφισσες,

Ευχαριστούμε το Πορτογαλικό Κομμουνιστικό Κόμμα για τη φιλοξενία και χαιρετίζουμε τις αντιπροσωπείες των ΚΚ που συμμετέχουν στην 15η Διεθνή Συνάντηση των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων.

Το ΚΚΕ τιμάει τον κομμουνιστή Αλβάρο Κουνιάλ, ΓΓ του Πορτογαλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, επιφανή παράγοντα του κομμουνιστικού κινήματος, που συμπληρώνονται φέτος 100 χρόνια από τη γέννησή του.

Ο Αλβάρο Κουνιάλ διέθεσε τη ζωή του στον αγώνα για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, για την υπόθεση του σοσιαλισμού, ήταν θερμός υπερασπιστής της αρχής του προλεταριακού διεθνισμού.

Οι αγώνες αυτής της γενιάς των κομμουνιστών μας εμπνέουν να συνεχίσουμε πιο αποφασιστικά τον αγώνα μας για την υλοποίηση των καθηκόντων που έχουμε μπροστά μας, για την ανατροπή του ξεπερασμένου καπιταλιστικού συστήματος.

Αγαπητοί σύντροφοι,

Οι εξελίξεις που ζούμε επιβεβαιώνουν την εκτίμηση ότι ο καπιταλισμός γίνεται συνεχώς πιο αντιδραστικός και επικίνδυνος, γεννάει κρίσεις και πολέμους. Καταδικάζει εκατομμύρια εργαζομένων στην ανεργία, στην φτώχεια, αδυνατεί να ικανοποιήσει τις διευρυνόμενες λαϊκές ανάγκες.

Η κατάσταση αυτή εκδηλώνεται σε όλη την υδρόγειο και το Κομμουνιστικό Κίνημα έχει υποχρέωση να καταβάλλει τη μεγαλύτερη δυνατή προσπάθεια για τη δική του αυτοτελή ιδεολογική, πολιτική και μαζική πάλη, να κατακτήσει ενιαία επαναστατική στρατηγική.

Εκτιμούμε πως αυτό ακριβώς το ζήτημα επιβάλλεται να πάρει τη θέση που του ανήκει σε όλες τις συζητήσεις των ΚΚ σε συνδυασμό με τη συντονισμένη δράση για τα λαϊκά προβλήματα σε σύγκρουση με τις δυνάμεις του κεφαλαίου.

Το Κομμουνιστικό Κίνημα είναι ανάγκη να απαντήσει στο κρίσιμο ερώτημα, με ποια στρατηγική θα πατήσει γερά στα πόδια του και θα μπορέσει να εκφράσει κατά το δυνατόν αποτελεσματικά τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων σε γραμμή σύγκρουσης με την καπιταλιστική βαρβαρότητα. Αντιμετωπίζοντας το σοσιαλισμό όχι ως στόχο του απώτερου μέλλοντος αλλά ως ζήτημα της καθημερινής δράσης αφού η επικαιρότητά του προβάλλει μέσα από τα βάσανα των λαών.

Από αυτή τη σκοπιά θέλουμε να συγκεντρώσουμε την προσοχή μας σε ζητήματα που εκδηλώνονται διαφορετικές απόψεις, διαφωνίες στο κομμουνιστικό κίνημα παίρνοντας υπόψη ότι η θέση που υποστηρίζει ότι μπορούμε να προχωρήσουμε "στη βάση αυτών που συμφωνούμε" οδηγεί σε εφησυχασμό, δεν επιτρέπει την βαθύτερη εξέταση των αδυναμιών και τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση θεμάτων στρατηγικής σημασίας που είναι απαραίτητα για την ανασύνταξη των κομμουνιστικών κομμάτων, για να εκπληρώσουν το ρόλο τους ως πρωτοπορία της εργατικής τάξης.

Πρώτο, το πρόβλημα της κρίσης, μας απασχόλησε και σε προηγούμενες διεθνείς συναντήσεις αλλά δυστυχώς παρατηρούμε ότι παραμένουν προσεγγίσεις που μιλούν για "κρίση του νεοφιλελευθερισμού", για "χρηματοπιστωτική κρίση". Οι προσεγγίσεις αυτές περιορίζονται στην ενοχοποίηση μιας μορφής διαχείρισης του καπιταλισμού, αθωώνοντας τη σοσιαλδημοκρατική, τη νεοκεϋνσιανή διαχείριση, το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα. Οι θέσεις αυτές απολυτοποιούν το ρόλο του τραπεζικού κεφαλαίου, υποτιμώντας το ρόλο των άλλων τμημάτων του κεφαλαίου, υπερβαίνοντας την πραγματικότητα της συνύφανσης του βιομηχανικού με το τραπεζικό κεφάλαιο, το ρόλο του χρηματιστικού κεφαλαίου που είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα του καπιταλισμού στο ανώτατο, το σημερινό ιμπεριαλιστικό στάδιο.

Το πρόβλημα είναι βαθύτερο και αφορά τους νόμους λειτουργίας του συστήματος. Η κρίση εκδηλώνεται περιοδικά στα καπιταλιστικά κράτη ανεξάρτητα από τη μορφή της αστικής διαχείρισης.

Οι λαοί είναι απέναντι σε καπιταλιστική κρίση υπερπαραγωγής, υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου που οι προϋποθέσεις της δημιουργήθηκαν στις συνθήκες ανόδου της καπιταλιστικής οικονομίας.

Η καπιταλιστική κρίση που σταματάει τη διευρυμένη αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου έχει τη βάση της στη βασική αντίθεση του συστήματος, στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και την καπιταλιστική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της γιατί τα μέσα παραγωγής είναι καπιταλιστική ιδιοκτησία. Αυτή ακριβώς είναι η πηγή της υπεραξίας και της εκμετάλλευσης, η πηγή της άναρχης και ανισόμετρης ανάπτυξης που χαρακτηρίζουν το σύστημα.

Η ισχυροποίηση των μονοπωλίων, η διεθνοποίηση της καπιταλιστικής οικονομίας οξύνουν την άναρχη ανάπτυξη, οξύνουν τις αντιθέσεις με μεγαλύτερη ένταση και οδηγούν σε βαθύτερες κρίσεις, σε πιο σκληρό ανταγωνισμό ανάμεσα στους μεγάλους οικονομικούς ομίλους και τα καπιταλιστικά κράτη, φέρνουν πιο κοντά τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους.

Στη διάρκεια της κρίσης βγήκαν προβλήματα τα οποία αφορούν την πάλη των ΚΚ και του Εργατικού, λαϊκού κινήματος και επιτρέψτε μας να παραθέσουμε ορισμένα παραδείγματα.

Στην Ελλάδα οι αστικές κυβερνήσεις, φιλελεύθερες, σοσιαλδημοκρατικές, με τη συμμετοχή της κυβερνώσας αριστεράς, επέβαλλαν σκληρά, αντιλαϊκά μέτρα. Υπογράφηκαν μνημόνια και δανειακές συμβάσεις με την ΕΕ, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αλλά η επίθεση στα εργατικά, λαϊκά δικαιώματα δεν αφορά αποκλειστικά τα μνημόνια, όπως ισχυρίζεται το κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς και άλλες δυνάμεις του οπορτουνισμού, για να στηρίξουν την "αντιμνημονιακή γραμμή" και να απαλλάξουν τη γενικότερη στρατηγική του κεφαλαίου.

Η αλήθεια είναι ότι τα μέτρα που επιβλήθηκαν συμπεριλαμβάνονται στη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στη στρατηγική των μονοπωλίων, χρησιμοποιώντας τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις από τις αρχές της δεκαετίας του ΄90. Στόχος αυτής της στρατηγικής είναι η μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών μονοπωλίων έναντι των ανταγωνιστών τους, ιδιαίτερα έναντι των μεγάλων οικονομικών ομίλων των ανερχόμενων καπιταλιστικών δυνάμεων της Κίνας, της Ινδίας, της Βραζιλίας που η εργατική δύναμη είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα.

Στα πλαίσια αυτά τα αντιλαϊκά μέτρα δεν εφαρμόζονται μόνο σε κράτη που έχει υπογραφεί μνημόνιο αλλά και σε άλλα πολλά καπιταλιστικά κράτη, στην Ευρώπη, σε όλο τον κόσμο.

Στη διάρκεια της κρίσης εντείνεται η αντιπαράθεση για τις μορφές διαχείρισης της καπιταλιστικής οικονομίας.

Στην Ελλάδα έχουν διαμορφωθεί δύο μπλοκ οικονομικών και πολιτικών δυνάμεων. Το ένα με πυρήνα την κυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ από κοινού με την ΕΕ που είναι υπέρ της σκληρής δημοσιονομικής πολιτικής και το άλλο με το ΣΥΡΙΖΑ, το διεθνές Νομισματικό ταμείο και τις ΗΠΑ, που υποστηρίζουν χαλαρότερη δημοσιονομική πολιτική με στόχο την ενίσχυση της κρατικής χρηματοδότησης των μονοπωλίων. Οι διαχειριστικές αυτές προτάσεις ανταποκρίνονται στις ανάγκες συγκεκριμένων τμημάτων του κεφαλαίου και είναι μέρος του γενικότερου ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού.

Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι κάθε μορφή αστικής διαχείρισης υπηρετεί την κερδοφορία των μονοπωλίων μέσα από την επιβολή αντιλαϊκών μέτρων, την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, τη χειροτέρευση της κατάστασης των λαϊκών στρωμάτων.

Στη βάση των διαφορετικών μορφών αστικής διαχείρισης του συστήματος, (φιλελεύθερης ή κεϋνσιανής), προωθείται στην Ελλάδα η αναμόρφωση του πολιτικού σκηνικού με σκοπό η αστική τάξη να ελέγξει τις εξελίξεις, να εμποδίσει την ταξική πάλη, να παρεμβάλλει κάθε λογής αναχώματα στην πάλη του ΚΚΕ και του ταξικού κινήματος. Η αναμόρφωση εκφράζεται με τη δημιουργία του κεντροδεξιού πόλου με άξονα το φιλελεύθερο κόμμα της ΝΔ και του κεντροαριστερού με άξονα τον ΣΥΡΙΖΑ.

Το κόμμα μας θέλει να ενημερώσει τα ΚΚ ότι σχεδιασμένα το ΚΕΑ και άλλες δυνάμεις του οπορτουνισμού επιχειρούν να διαστρεβλώσουν την πραγματικότητα και να παρουσιάσουν τον ΣΥΡΙΖΑ ως φιλολαϊκή δύναμη που μάχεται για τα συμφέροντα των εργαζομένων ενάντια στο κεφάλαιο. Η αλήθεια είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ως οπορτουνιστικός σχηματισμός που εξελίχθηκε σε πυλώνα της σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης στηρίζεται από τμήματα της αστικής τάξης, είναι υπερασπιστής του καπιταλισμού και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι το κόμμα που εκθείασε την πολιτική Ομπάμα ως προοδευτική και καλλιέργησε το μύθο ότι με την εκλογή Ολάντ στη Γαλλία θα φυσήξει νέος άνεμος για τους εργαζόμενους στην Ευρώπη.

Στοιχείο της αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα αποτελεί και η εγκληματική, φασιστική οργάνωση της "Χρυσής Αυγής".

Η "Χρυσή Αυγή" είναι γέννημα – θρέμμα του καπιταλισμού, στηρίζεται από το αστικό κράτος και τους μηχανισμούς τους, αναπτύχθηκε με την ανοχή των αστικών κομμάτων για να λειτουργήσει ως δύναμη καταστολής του κεφαλαίου για το χτύπημα του εργατικού, λαϊκού κινήματος, ενάντια στους κομμουνιστές.

Το κόμμα μας υποστηρίζει ότι η απομόνωση, η συντριβή της "Χρυσής Αυγής" είναι υπόθεση της οργανωμένης πάλης της εργατικής τάξης, της λαϊκής συμμαχίας. Ο αγώνας αυτός δεν περνάει μέσα από τα λεγόμενα αντιφασιστικά μέτωπα που προτείνουν αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις αλλά μέσα από τον αγώνα που έχει ως στόχο την κατάργηση των αιτιών που γεννάνε το φασισμό, την ανατροπή της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, τη σύγκρουση με την ΕΕ που έχει επίσημη ιδεολογία τον αντικομμουνισμό και προβάλλει την ανιστόρητη ταύτιση φασισμού – κομμουνισμού.

Δεύτερο, η πράξη δείχνει ότι σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης οξύνονται οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, οι ανταγωνισμοί για την κατάκτηση νέων χώρων επένδυσης συσσωρευμένων κεφαλαίων, τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών. Στο έδαφος αυτό διαμορφώνονται οι αιτίες πολεμικών αναμετρήσεων, πολύμορφων επεμβάσεων, πράγμα που ζούμε στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής, του Περσικού κόλπου, της Κασπίας θάλασσας, σε πολλές περιοχές της υδρογείου.

Το ΚΚΕ αντιτάσσεται στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, μάχεται ενάντια στην εμπλοκή της Ελλάδας και έχει ξεκαθαρίσει ότι σε κάθε περίπτωση, οποιαδήποτε μορφή κι αν πάρει η συμμετοχή της Ελλάδας σε ιμπεριαλιστικό πόλεμο, το ΚΚΕ πρέπει να είναι έτοιμο να ηγηθεί στην αυτοτελή οργάνωση της εργατικής - λαϊκής αντίστασης, ώστε αυτή να συνδεθεί με την πάλη για την ήττα της αστικής τάξης, τόσο της εγχώριας όσο και της ξένης ως εισβολέα.

Το ΚΚΕ οφείλει να πάρει την πρωτοβουλία, ανάλογα με τις συγκεκριμένες συνθήκες, για τη συγκρότηση του εργατικού - λαϊκού μετώπου με το σύνθημα: "Ο λαός θα δώσει την ελευθερία και τη διέξοδο από το καπιταλιστικό σύστημα που, όσο κυριαρχεί, φέρνει τον πόλεμο και την "ειρήνη" με το πιστόλι στον κρόταφο".

Η θέση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία για το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και προφυλάσσει από τον εγκλωβισμό των λαών στο ένα ή το άλλο τμήμα της αστικής τάξης, στην μια ή την άλλη ιμπεριαλιστική συμμαχία. Πολύ περισσότερο που τα τελευταία χρόνια επιχειρείται να περάσει η αντίληψη του λεγόμενου "πολυπολικού κόσμου" και να τεθούν ψεύτικα διλήμματα που στοχεύουν στην χειραγώγηση των λαών και στην εμπλοκή τους στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.

Τρίτο, η στάση των κομμουνιστών και των λαών απέναντι στο ιμπεριαλιστικό σύστημα και στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις έχει μεγάλη σημασία.

Μιλώντας για τον ιμπεριαλισμό ως ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, ο Λένιν μιλούσε, πρώτα απ' όλα για την οικονομική βάση του συστήματος, την κυριαρχία των μονοπωλίων. Στο έργο του "Ο ιμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού", αναφέρει ότι:

"Αν δεν κατανοηθούν οι οικονομικές ρίζες αυτού του φαινομένου, αν δεν εκτιμηθεί η πολιτική και κοινωνική του σημασία, δεν μπορεί να γίνει ούτε βήμα στον τομέα της λύσης των πρακτικών καθηκόντων του κομμουνιστικού κινήματος".

Η θέση αυτή έχει πολύ μεγάλη σημασία για τη δική μας ανάλυση.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι επικίνδυνη μόνο για την πορεία της "ενοποίησης" (ολοκλήρωσης) αλλά από το γεγονός ότι είναι διακρατική, ιμπεριαλιστική ένωση των μονοπωλίων. Τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση, όσο και οι άλλες ενώσεις που εμφανίστηκαν στην Ασία ή στη λατινική Αμερική αλλά και οι BRICS έχουν συγκεκριμένη οικονομική βάση, στηρίζονται στη συνεργασία, στη συνένωση της δύναμης μεγάλων οικονομικών μονοπωλιακών ομίλων και παρά τις αντιθέσεις που εκδηλώνονται στις γραμμές τους, το βασικό κριτήριο είναι τα δικά τους συμφέροντα, ο έλεγχος των αγορών και συνεπώς είναι κατά των λαών και των δικαιωμάτων τους.

Ο ιμπεριαλισμός δεν είναι μόνο μια επιθετική εξωτερική πολιτική, είναι ο καπιταλισμός στο τελευταίο, στο ανώτατο στάδιο, είναι σύστημα στο οποίο εντάσσονται τα καπιταλιστικά κράτη και καταλαμβάνουν τη θέση τους ανάλογα με την οικονομική, στρατιωτική και πολιτική τους δύναμη.

Στις συνθήκες αυτές έχει μεγάλη σημασία η ταξική αντιμετώπιση των ζητημάτων της "εξάρτησης" και της "κυριαρχίας". Το θέμα πρέπει να ανοίξει, να μας απασχολήσει γιατί έχει πολύ σοβαρές πολιτικές προεκτάσεις, η λαθεμένη αντιμετώπιση οδηγεί στη στήριξη διαχειριστικών λύσεων και σε πολιτική συμμαχιών με τμήματα της αστικής τάξης, με πολιτικές δυνάμεις υπερασπιστές του εκμεταλλευτικού συστήματος.

Το 19ο συνέδριο του ΚΚΕ εκτίμησε ότι στο πλαίσιο της ανισόμετρης ανάπτυξης "ο καπιταλισμός στην Ελλάδα βρίσκεται στο ιμπεριαλιστικό στάδιο ανάπτυξης του, σε ενδιάμεση θέση στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, με ισχυρές ανισότιμες εξαρτήσεις από τις ΗΠΑ και την ΕΕ".

Το βασικό δηλαδή ζήτημα είναι η ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού που διαμορφώνει σχέσεις ανισότιμης εξάρτησης και αλληλεξάρτησης και για το λόγο αυτό δεν έχουν καμία υπόσταση θέσεις που παρουσιάζουν την Ελλάδα αλλά και άλλα κράτη με υποδεέστερη θέση στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα ως κατεχόμενες, ως αποικίες.

Βεβαίως, όσο υπάρχει η αστική τάξη στο τιμόνι της εξουσίας, οικοδομεί διεθνείς σχέσεις με γνώμονα το δικό της συμφέρον και στη βάση αυτή εκχωρεί κυριαρχικά δικαιώματα. Οι έννοιες της "ανεξαρτησίας", της "κυριαρχίας" είναι έννοιες με ταξικό περιεχόμενο και επιβάλλεται να αντιμετωπιστούν σε κατεύθυνση που τονίζει ότι η εργατική τάξη με τη δική της εξουσία μπορεί να γίνει νοικοκύρης στον τόπο της, να επιλέξει το δρόμο ανάπτυξης που αντιστοιχεί στα δικά της συμφέροντα και να οικοδομήσει αντίστοιχες διεθνείς σχέσεις με αποδέσμευση από την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και τις άλλες ιμπεριαλιστικές ενώσεις.

Επί πλέον θέλουμε να σημειώσουμε πως οι αποικίες ως στοιχείο της ιστορικής πορείας του καπιταλισμού, έχουν εκλείψει. Αυτός είναι κοινός τόπος. Η αποικιοκρατία ανατράπηκε με την πάλη των λαών και τη μεγάλη συμβολή του σοσιαλισμού. Η σελίδα αυτή έχει κλείσει αλλά δυστυχώς σήμερα αναβιώνουν θέσεις που παρουσιάζουν τις ανισότιμες σχέσεις καπιταλιστικών κρατών μέσα στο ιμπεριαλιστικό σύστημα ως φαινόμενο νέο - αποικιοκρατίας. Χώρες με ανεπτυγμένο μονοπωλιακό καπιταλισμό, με ισχυρή αστική τάξη και αστικό κράτος χαρακτηρίζονται ως νέο - αποικίες, υιοθετείται ενδιάμεσο στάδιο ως μορφή αστικής διαχείρισης για την επίλυση αυτών των προβλημάτων.

Τέταρτο, ο χαρακτήρας της εποχής μας είναι θεμελιακό ζήτημα για την επεξεργασία της επαναστατικής στρατηγικής. Τα αντικειμενικά δεδομένα αποδεικνύουν ότι ανεξάρτητα από την αντεπαναστατική ανατροπή του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες, η εποχή μας παραμένει εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό.

Γιατί; Διότι ο καπιταλισμός έχει σαπίσει, μαστίζεται από αξεπέραστες αντιθέσεις, έχει εξαντλήσει τα ιστορικά του όρια. Η εμφάνιση και η ανάπτυξη των μονοπωλίων, των μεγάλων μετοχικών επιχειρήσεων, η γέννηση και ανάπτυξη της εργατικής τάξης, η είσοδος του καπιταλισμού στο ανώτερο, στο ιμπεριαλιστικό στάδιο τονίζουν ότι έχουν ωριμάσει οι υλικές προϋποθέσεις που επιτρέπουν την οικοδόμηση της νέας, της σοσιαλιστικής – κομμουνιστικής κοινωνίας. Αυτό είναι καθοριστικό στοιχείο της Μαρξιστικής – Λενινιστικής ανάλυσης των εξελίξεων γιατί δείχνει την κατεύθυνση της πάλης των Κομμουνιστικών Κομμάτων που έχουν την υποχρέωση να προετοιμαστούν ολόπλευρα για να ανταποκριθούν στην πάλη για το σοσιαλισμό - κομμουνισμό.

Να συμβάλλουν στην ωρίμανση του υποκειμενικού παράγοντα, στην προετοιμασία της εργατικής τάξης ως πρωτοπόρας τάξης της καπιταλιστικής κοινωνίας, για να πρωτοστατήσει στη συμμαχία με τα λαϊκά στρώματα και να διεκδικήσει την εξουσία της.

Η διαμόρφωση πολιτικής, ταξικής συνείδησης δεν μπορεί να γίνει με παλιά, διαχειριστικά υλικά. Την εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό δεν χωράνε πολιτικές θέσεις που εγκλωβίζουν την εργατική τάξη στην αστική διαχείριση με τη μορφή ενδιάμεσων σταδίων ανάμεσα στον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό, δεν χωράνε πολιτικές θέσεις στήριξης η συμμετοχής στη μια η την άλλη κυβέρνηση αστικής διαχείρισης που παρουσιάζεται με "αριστερή" ή "προοδευτική" ταμπέλα.

Η εξουσία θα είναι αστική, καπιταλιστική ή εργατική. Τα μέσα παραγωγής θα είναι καπιταλιστική ή κοινωνική ιδιοκτησία. Λύσεις που κινούνται "εντός των τειχών" του συστήματος ανεξάρτητα από τις προθέσεις όχι μόνο δεν αποτελούν μορφές προσέγγισης της σοσιαλιστικής λύσης αλλά ευνοούν τη διαιώνιση του καπιταλισμού, του δίνουν χρόνο, καλλιεργούν αυταπάτες στους εργαζόμενους.

Το κόμμα μας δεν μειώνει στο ελάχιστο την ιστορική πείρα, εκτιμά σοβαρά την πολυπλοκότητα των πολιτικών και κοινωνικών διεργασιών.

Μελετάει τις εξελίξεις στη Χιλή αλλά και στην Πορτογαλία τη δεκαετία του ΄70, μελετάει την πρόσφατη πείρα στην Κύπρο και τις εξελίξεις στη Λατινική Αμερική.

Στη βάση αυτής της μελέτης μπορούμε τεκμηριωμένα και εκ του αποτελέσματος να πούμε πως καμιά διαχειριστική λύση δεν έχει επιβεβαιωθεί ως δρόμος περάσματος στο σοσιαλισμό και δεν θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά. Διότι αυτός ο δρόμος διαιωνίζει την αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας, δεν μπορεί να αποτρέψει τις καπιταλιστικές κρίσεις, την ανεργία, την εκμετάλλευση γιατί διατηρεί τις αιτίες που τα γεννάνε, γιατί κριτήριο της ανάπτυξης είναι το καπιταλιστικό κέρδος.

Η επιλογή των ενδιάμεσων σταδίων παραβιάζει μια κοινά αποδεκτή θέση, τη θέση ότι ανάμεσα στον καπιταλισμό και στο σοσιαλισμό – κομμουνισμό δεν υπάρχει ενδιάμεσο κοινωνικοοικονομικό σύστημα, ενδιάμεση πολιτική εξουσία.

Βεβαίως, οι κομμουνιστές παλεύουν μέσα στα αστικά κοινοβούλια για την προβολή και την υπεράσπιση των λαϊκών δικαιωμάτων σε συνδυασμό και με προτεραιότητα στην εξωκοινοβουλευτική δράση αλλά αυτό δεν έχει καμία σχέση με την υιοθέτηση της κοινοβουλευτικής αντίληψης που καλλιεργεί συγχύσεις ότι μπορεί να προκύψει φιλολαϊκή λύση μέσα από τους αστικούς θεσμούς.

Ο κοινοβουλευτικός δρόμος που αποθεώνεται διαχρονικά από τις δυνάμεις του οπορτουνισμού είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες ενσωμάτωσης ισχυρών ΚΚ, μείωσης της απαιτητικότητας των εργαζομένων.

Η ιστορία διδάσκει.

Η λογική των μεταρρυθμίσεων και η απόρριψη του επαναστατικού δρόμου, η απόρριψη της σοσιαλιστικής επανάστασης αποτελεί οδυνηρή υποχώρηση και άρνηση του βασικότερου στοιχείου που χαρακτηρίζει ένα Κομμουνιστικό Κόμμα.

Η ταξική πάλη έχει τους δικούς της νόμους που εδράζονται στην αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας η οποία έχει καθολικό χαρακτήρα και αφορά το σύνολο των καπιταλιστικών κρατών. Η ταξική πάλη δεν περιορίζεται στην ανάπτυξη των αγώνων για τον καθορισμό των όρων πώλησης της εργατικής δύναμης αλλά καθορίζεται από το ζήτημα της κατάργησης της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, της πάλης για την κατάκτηση της εξουσίας.

Το ΚΚ σε κάθε χώρα έχει υποχρέωση να μελετά τη συγκεκριμένη κατάσταση, την ανάπτυξη του καπιταλισμού, την πορεία των κλάδων και τομέων της οικονομίας, τις αλλαγές στο εποικοδόμημα, την ταξική, κοινωνική διάρθρωση για να χαράξει επαναστατική στρατηγική. Όμως, είναι άλλο αυτό και άλλο οι θέσεις οι οποίες στο όνομα των εθνικών ιδιαιτεροτήτων ακυρώνουν την επαναστατική στρατηγική και υποκαθιστούν την πάλη για το σοσιαλισμό με κυβερνητικές λύσεις και πολιτική συμμαχιών που αντιστοιχούν στην αστική διαχείριση.

Η αντιμετώπιση του σοσιαλισμού απλά ως μια διακηρυκτική θέση προκαλεί μεγάλη ζημιά. Υποβαθμίζει τον ίδιο το στρατηγικό στόχο, το στόχο που καθορίζει την τακτική, τη συνολική στάση των ΚΚ, τη δουλειά τους στο εργατικό, λαϊκό κίνημα, την πολιτική των συμμαχιών.

Ο ευρωκομμουνισμός και άλλα οπορτουνιστικά ρεύματα στις προγραμματικές τους διακηρύξεις έκαναν αναφορές στο σοσιαλισμό αλλά η πολιτική τους ακύρωνε τον επαναστατικό δρόμο. Στο όνομα των εθνικών ιδιαιτεροτήτων πολεμούσαν τις νομοτέλειες της σοσιαλιστικής επανάστασης και οικοδόμησης. Στα έργα του Καρίγιο και του Μπερλίνγκουερ εμφανίζεται ο όρος σοσιαλισμός αποστεωμένος από την ουσία του. Χωρίς την εργατική εξουσία, τη δικτατορία του προλεταριάτου, χωρίς την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και του κεντρικού σχεδιασμού. Μιλούσαν για τον ανασχηματισμό, εκδημοκρατισμό του αστικού κράτους, της δικτατορίας των μονοπωλίων, καλλιεργούσαν αυταπάτες για φιλολαϊκές λύσεις μέσα από τον κοινοβουλευτικό δρόμο, την αστική διακυβέρνηση, τη συμμαχία με τη σοσιαλδημοκρατία.

Σήμερα, έχουν εμφανιστεί οπορτουνιστικές πλατφόρμες, εξίσου επικίνδυνες με τον "Ευρωκομμουνισμό" που εναντιώνονται στον επιστημονικό σοσιαλισμό, όπως ο "σοσιαλισμός της αγοράς", "ο σοσιαλισμός του 21ου αιώνα", γίνεται λόγος περί "κοινωνικής οικονομίας", αναζητείται η ουτοπία ενός εξανθρωπισμένου καπιταλισμού. Σε ορισμένες περιπτώσεις στο όνομα της "παγκοσμιοποίησης" επιχειρείται η μείωση η ακύρωση της καθοριστικής σημασίας της ταξικής πάλης σε εθνικό επίπεδο.

Σε κάθε περίπτωση το μέτωπο στον οπορτουνισμό είναι στοιχείο της αναμέτρησης με το καπιταλιστικό σύστημα, με τον ιμπεριαλισμό, και κάθε ανοχή η υποχώρηση λειτουργεί διαβρωτικά σε βάρος του κομμουνιστικού κινήματος και της προοπτικής του.

Το λεγόμενο Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς που δικτυώνεται με τη χρηματοδότηση της ΕΕ σε όλο τον κόσμο, κάνει μεγάλη ζημιά στο κομμουνιστικό κίνημα, είναι φορέας προώθησης της στρατηγικής της ΕΕ μέσα στο εργατικό κίνημα, "νύχι κρέας" με τη σοσιαλδημοκρατία και απαιτείται αυστηρή ιδεολογικοπολιτική αντιμετώπιση.

Ο κορμός του αποτελείται από δυνάμεις που πανηγύριζαν για την ανατροπή του σοσιαλισμού και ταυτίζονται στον αντικομμουνισμό με αστικές και κάθε λογής αντιδραστικές δυνάμεις στο όνομα του "αντισταλινισμού".

Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε πως το ταξικό και συνεπώς το σύγχρονο περιεχόμενο της ιδεολογικοπολιτικής και μαζικής πάλης στις μέρες μας καθορίζεται από τη ρήξη, τη σύγκρουση με τα μονοπώλια και το καπιταλιστικό σύστημα, με τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Καθορίζεται από την οργάνωση της εργατικής τάξης στους χώρους δουλειάς, τη συγκρότηση της συμμαχίας της με τα λαϊκά στρώματα, την ολόπλευρη προετοιμασία για την ανατροπή του καπιταλισμού, για τη σοσιαλιστική – κομμουνιστική κοινωνία, την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.

Έχουμε καθήκον να σκεφτούμε ότι οι Μαρξ και Ένγκελς στην εποχή τους, σε εποχή των αστικών επαναστάσεων μιλούσαν για την αυτοτελή ιδεολογικοπολιτική πάλη της εργατικής τάξης. Έχουμε καθήκον να σκεφτούμε πόσο βαθειά μελέτησαν την πείρα της κομμούνας του Παρισιού το 1871 και μίλησαν για την αναγκαιότητα της εργατικής εξουσίας, τη συντριβή του αστικού κράτους.

Έχουμε καθήκον να σκεφτούμε την πείρα της μεγάλης Οχτωβριανής Σοσιαλιστικής επανάστασης το 1917 και να συμβάλλουμε να προσαρμοστούν οι προγραμματικές κατευθύνσεις των ΚΚ, η στρατηγική τους σ' αυτό που επιβάλλει η εποχή μας.

"Ο ιμπεριαλισμός είναι η παραμονή της κοινωνικής επανάστασης του προλεταριάτου", τόνιζε ο Λένιν.

Επαναστατική κατάσταση διαμορφώθηκε μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο στη Γερμανία, στην Ουγγαρία, στην Σλοβακία, στην Ιταλία. Επαναστατική κατάσταση διαμορφώθηκε το 1944 στην Ελλάδα αλλά η δυνατότητα δεν έγινε πραγματικότητα.

Κι αυτό που κρίνει για να δοθεί η μάχη αποφασιστικά είναι η έγκαιρη προετοιμασία των ΚΚ και της εργατικής τάξης για σκληρές ταξικές αναμετρήσεις, ανάλογες με τις απαιτήσεις της εποχής μας.

Ο αστικοδημοκρατικός χαρακτήρας της επανάστασης αντιστοιχούσε την περίοδο ανατροπής της φεουδαρχίας όταν η αστική τάξη ήταν τάξη επαναστατική. Τώρα ο καπιταλισμός έχει έρθει στη θέση της φεουδαρχίας, η βασική αντίθεση κεφάλαιο - εργασία οξύνεται.

Στο πρόγραμμα του ΚΚΕ που αποφάσισε ομόφωνα το πρόσφατο 19ο Συνέδριο αναφέρεται: "Ο ελληνικός λαός θα απαλλαγεί από τα δεσμά της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και των ιμπεριαλιστικών ενώσεων όταν η εργατική τάξη με τους συμμάχους της πραγματοποιήσει τη σοσιαλιστική επανάσταση και προχωρήσει στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού. Ο στρατηγικός στόχος του ΚΚΕ είναι η κατάκτηση της επαναστατικής εργατικής εξουσίας, της δικτατορίας του προλεταριάτου, για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση ως ανώριμη βαθμίδα της κομμουνιστικής κοινωνίας.

Η επαναστατική αλλαγή στην Ελλάδα θα είναι σοσιαλιστική".

Κινητήριες δυνάμεις της σοσιαλιστικής επανάστασης θα είναι η Εργατική τάξη ως ηγετική δύναμη, οι μισοπρολετάριοι, τα καταπιεσμένα λαϊκά στρώματα των αυτοαπασχολούμενων στην πόλη, η φτωχή αγροτιά που πλήττονται από τα μονοπώλια.

Στο πρόγραμμα του ΚΚΕ αναλύεται το ζήτημα των αντικειμενικών παραγόντων που μπορεί να οδηγήσουν σε επαναστατική κατάσταση (οι κάτω να μην θέλουν, οι πάνω να μην μπορούν να κυβερνήσουν όπως παλιά), δίνεται ιδιαίτερη σημασία στο βάθεμα της καπιταλιστικής κρίσης και την εμπλοκή της Ελλάδας σε ιμπεριαλιστικό πόλεμο, χαράζεται ο δρόμος για την προετοιμασία του κόμματος και του εργατικού, λαϊκού κινήματος.

Το ΚΚΕ και το ΠΑΜΕ πρωταγωνιστούν στην ταξική πάλη και έχουν σημαντική συμβολή στην ανάπτυξη δεκάδων απεργιακών κινητοποιήσεων και άλλων πολύμορφων αγώνων. Παρ’ όλα αυτά σημειώνουμε ότι το εργατικό, λαϊκό κίνημα δεν ήταν καλά προετοιμασμένο και οργανωμένο να αντιμετωπίσει την επιθετικότητα του κεφαλαίου στις συνθήκες της καπιταλιστικής κρίσης. Καθοριστικός παράγοντας ήταν ο αρνητικός συσχετισμός δύναμης, η επίδραση του εργοδοτικού – κυβερνητικού συνδικαλισμού, ο ρόλος του οπορτουνισμού, της σοσιαλδημοκρατίας, της εργατικής αριστοκρατίας που είναι υποστηριχτές της στρατηγικής του κεφαλαίου.

Σήμερα σε συνθήκες μη επαναστατικής κατάστασης το κόμμα μας δίνει προτεραιότητα :

Στην ανασύνταξη του εργατικού κινήματος ώστε να γίνει ικανό να ανταποκριθεί στις ανάγκες της ταξικής πάλης, να εκπληρώσει η εργατική τάξη το ρόλο της ως πρωτοπόρα τάξη στην κοινωνία, φορέας της επαναστατικής αλλαγής.

Ανασύνταξη του εργατικού κινήματος σημαίνει ισχυρά, μαζικά συνδικάτα που θα παλεύουν σε ταξική κατεύθυνση, στηριγμένα στους εργάτες και τις εργάτριες, στους νέους εργαζόμενους, τις γυναίκες, τους μετανάστες με συλλογικές διαδικασίες που θα εξασφαλίζουν τη συμμετοχή στη λήψη και την υλοποίηση των αποφάσεων. Ισχυροποίηση του ΠΑΜΕ της ταξικής συσπείρωσης στο εργατικό κίνημα, αλλαγή του συσχετισμού δύναμης σε βάρος των δυνάμεων του ρεφορμισμού, του οπορτουνισμού, του εργοδοτικού – κυβερνητικού συνδικαλισμού, φορείς του κοινωνικού εταιρισμού.

Ισχυρές Κομματικές οργανώσεις στα εργοστάσια, σε επιχειρήσεις στρατηγικής συμμαχίας.

Το εργατικό κίνημα μαχητικά, οργανωμένα να παλεύει για κάθε πρόβλημα της εργατικής τάξης με κριτήριο τις σύγχρονες ανάγκες κατακτώντας προσανατολισμό σύγκρουσης με τις δυνάμεις του κεφαλαίου για την ανατροπή την καπιταλιστική εκμετάλλευση, κατακτώντας ένα υψηλό επίπεδο ταξικής ενότητας.

Η εργατική τάξη με την πρωτοπόρα στάση της να γίνει πρωταγωνιστής στην υπόθεση οικοδόμησης της λαϊκής συμμαχίας που δίνει απάντηση στο ερώτημα πώς θα οργανωθεί ο αγώνας απόκρουσης των βάρβαρων αντεργατικών - αντιλαϊκών μέτρων, να οργανωθεί η λαϊκή αντεπίθεση.

Η Λαϊκή Συμμαχία εκφράζει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, των μισοπρολετάριων, των αυτοαπασχολούμενων και φτωχών αγροτών, των νέων και των γυναικών από τα εργατικά λαϊκά στρώματα στον αγώνα κατά των μονοπωλίων και της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, κατά της ενσωμάτωσης της χώρας στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις. Η Λαϊκή Συμμαχία είναι κοινωνική και έχει κινηματικά χαρακτηριστικά με γραμμή ρήξης και ανατροπής.

Σήμερα, συγκροτείται στη βάση της κοινής πάλης του ΠΑΜΕ, της ταξικής συσπείρωσης στο εργατικό κίνημα, της ΠΑΣΥ στην αγροτιά, της ΠΑΣΕΒΕ στους αυτοαπασχολούμενους, του ΜΑΣ στους φοιτητές – σπουδαστές, της ΟΓΕ στις γυναίκες.

Παλεύει για τους μισθούς, τις συντάξεις, για αποκλειστικά δημόσιο - δωρεάν σύστημα Υγείας, Πρόνοιας Παιδείας, για κάθε εργατικό – λαϊκό πρόβλημα.

Υπερασπίζεται την αντίληψη ότι ο αγώνας για φιλολαϊκή διέξοδο από την κρίση είναι αναπόσπαστα δεμένος με την αποδέσμευση από την ΕΕ, τη μονομερή διαγραφή του δημόσιου χρέους.

Η πάλη για την αποδέσμευση από την ΕΕ είναι δεμένη με την πάλη ενάντια στην εξουσία των μονοπωλίων και τον αγώνα της εργατικής τάξης και των συμμάχων της για την εργατική - λαϊκή εξουσία.

Η Λαϊκή Συμμαχία υιοθετεί την κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, τον κεντρικό σχεδιασμό, τον εργατικό - κοινωνικό έλεγχο.

Η συσπείρωση της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης με το ΚΚΕ και η προσέλκυση πρωτοπόρων τμημάτων των λαϊκών στρωμάτων θα περάσει από διάφορες φάσεις. Το εργατικό κίνημα, τα κινήματα των αυτοαπασχολούμενων στις πόλεις και των αγροτών και η μορφή έκφρασης της συμμαχίας τους, της λαϊκής συμμαχίας, με αντιμονοπωλιακούς – αντικαπιταλιστικούς στόχους, με την πρωτοπόρα δράση των δυνάμεων του ΚΚΕ σε μη επαναστατικές συνθήκες, αποτελούν το πρόπλασμα για την διαμόρφωση του επαναστατικού εργατικού – λαϊκού μετώπου σε επαναστατικές συνθήκες.

Σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης, το επαναστατικό εργατικό – λαϊκό μέτωπο με όλες τις μορφές δράσης του μπορεί να γίνει το κέντρο της λαϊκής εξέγερσης για την ανατροπή της δικτατορίας της αστικής τάξης, να επικρατήσουν οι επαναστατικοί θεσμοί που παίρνουν στα χέρια τους τη νέα οργάνωση της κοινωνίας, την εγκαθίδρυση της επαναστατικής εργατικής εξουσίας που έχει θεμέλιο την παραγωγική μονάδα, την κοινωνική υπηρεσία, τη διοικητική μονάδα, τον παραγωγικό συνεταιρισμό.

Με ευθύνη της εργατικής εξουσίας :

Κοινωνικοποιούνται τα μέσα παραγωγής στη βιομηχανία, στην ενέργεια – ύδρευση, στις τηλεπικοινωνίες, στις κατασκευές, επισκευές στα μέσα μαζικής μεταφοράς, στο χονδρικό – λιανικό και εισαγωγικό – εξαγωγικό εμπόριο, στις συγκεντρωμένες τουριστικές – επισιτιστικές υποδομές.

Κοινωνικοποιείται η γη, οι καπιταλιστικές αγροτικές εκμεταλλεύσεις.

Καταργείται η ατομική ιδιοκτησία και η οικονομική δραστηριότητα στην εκπαίδευση, στην Υγεία – Πρόνοια, στον Πολιτισμό και τον Αθλητισμό, στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Οργανώνονται αποκλειστικά ως κοινωνικές υπηρεσίες.

Διαμορφώνονται κρατικές παραγωγικές μονάδες για την παραγωγή και επεξεργασία αγροτικών προϊόντων.

Προωθείται ο αγροτικός παραγωγικός συνεταιρισμός.

Ο κεντρικός σχεδιασμός εντάσσει την εργατική δύναμη, τα μέσα παραγωγής, τις πρώτες και άλλες βιομηχανικές ύλες και πόρους, στην οργάνωση της παραγωγής, των κοινωνικών και διοικητικών υπηρεσιών. Είναι κομμουνιστική σχέση παραγωγής και κατανομής που συνδέει τους εργαζόμενους με τα μέσα παραγωγής, τους σοσιαλιστικούς οργανισμούς.

Η ανατροπή του σοσιαλισμού είναι βαρύ πλήγμα για το κομμουνιστικό κίνημα και οι αιτίες της ανατροπής διδάσκουν την ουσιαστική τήρηση των νομοτελειών της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, την τήρηση των επαναστατικών αρχών συγκρότησης και λειτουργίας των ΚΚ, την ιδεολογικοπολιτική επαγρύπνηση για την αποφυγή οπορτουνιστικών λαθών και παρεκκλίσεων. Αυτό είναι υψηλής σημασίας καθήκον. Αλλά η αντεπανάσταση δεν μπορεί να επισκιάσει την αναντικατάστατη ιστορική προσφορά του σοσιαλισμού που οικοδομήθηκε τον 20ό αιώνα, στην κοινωνική πρόοδο. Στο ζήτημα αυτό, στην υπεράσπιση του σοσιαλισμού ενάντια στις συκοφαντικές επιθέσεις αστικών και οπορτουνιστικών δυνάμεων κρίνεται η στάση κάθε ΚΚ.

Αγαπητοί σύντροφοι και συντρόφισσες,

Το ΚΚΕ που ανέλαβε την ευθύνη της οργάνωσης των διεθνών συναντήσεων μετά την αντεπανάσταση θα συνεχίσει την προσπάθεια για την κοινή δράση και τη διαμόρφωση ενιαίας επαναστατικής στρατηγικής του κομμουνιστικού κινήματος, παρά τις δυσκολίες.

Θα συνεχίσει να συμβάλλει στις διεθνείς συναντήσεις των ΚΚ με επιμονή στη διατήρηση του κομμουνιστικού χαρακτήρα τους και σε αντιπαράθεση με απόψεις ή σχεδιασμούς που υποστηρίζουν τη μετατροπή των συναντήσεων σε χώρο της "αριστεράς".

Το κόμμα μας αντιτάσσεται αποφασιστικά στη μετατροπή της ομάδας εργασίας σε "καθοδηγητικό κέντρο" άμεσα ή έμμεσα και απορρίπτει την υιοθέτηση θέσεων που παραβιάζουν δοκιμασμένες κομμουνιστικές αρχές, εισάγοντας θέσεις που οδηγούν στην υποστήριξη της αστικής διαχείρισης.

Το ΚΚΕ, όπως έκανε πάντα, διαθέτει τις δυνάμεις του για το συντονισμό της πάλης των ΚΚ στην Ευρώπη και θεωρεί κατάκτηση την ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ Κομμουνιστικών κι Εργατικών Κομμάτων για την έρευνα και την μελέτη ευρωπαϊκών θεμάτων, για την ενίσχυση της πάλης κατά της ιμπεριαλιστικής ΕΕ.

Στις συνθήκες της κρίσης του Κομμουνιστικού κινήματος, το Κόμμα μας στηρίζει την ιδέα της δημιουργίας διακριτού Μαρξιστικού – Λενινιστικού πόλου και στηρίζει την προσπάθεια της "Διεθνούς Κομμουνιστικής Επιθεώρησης" στην οποία συμμετέχουν τα θεωρητικά περιοδικά 11 Κομμουνιστικών Κομμάτων».

TOP READ