17 Μαΐ 2015

ΤΑ ΚΚ, ΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΟΙ ΑΣΤΙΚΕΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ - ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

 ΤΑ ΚΚ, ΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΟΙ ΑΣΤΙΚΕΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ - ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ 

ΣΗΜΕΙΩΜΑ


Ωστόσο, αυτή η πίεση αυξήθηκε απότομα και εκφράστηκε με πιο καθαρή και οξυμμένη μορφή από τη στιγμή που τέθηκε ζήτημα «αριστερής διακυβέρνησης» του καπιταλισμού, στα πλαίσια της γενικότερης αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού σκηνικού. Σε αυτές τις συνθήκες αναπτύχθηκε η αντίληψη ότι μία ενδεχόμενη κυβέρνηση με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να αξιοποιηθεί προς όφελος του λαού.
Η στήριξη αυτής της λογικής έχει φυσικά πολλές αποχρώσεις. Ξεκινώντας από διαφορετικές ιδεολογικές και πολιτικές αφετηρίες διάφορα κόμματα, παράγοντες, μηχανισμοί καταλήγουν –περισσότερο ή λιγότερο καθαρά– να προβάλλουν αυτή την προοπτική ως ελπιδοφόρα για το λαό. Με αυτό τον τρόπο δημιουργείται μία αλυσίδα ετερόκλητων κρίκων, η οποία αξιοποιείται για την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβερνητική διαχείριση του ελληνικού καπιταλισμού. Αυτή η αλυσίδα ξεκινά από την πιο καθαρή διατύπωση της θέσης ότι μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή διαχείριση του καπιταλισμού αν οι κυβερνητικοί και υπουργικοί θώκοι καταληφθούν από «αριστερούς» πολιτικούς, περνάει μέσα από την αξιοποίηση της –διαχρονικής για την αστική δημοκρατία– λογικής του «μικρότερου κακού» και φτάνει μέχρι την επιχειρηματολογία διάφορων οπορτουνιστικών σχημάτων τα οποία φραστικά απορρίπτουν κάθε συμμετοχή ή στήριξη μιας τέτοιας κυβέρνησης, την ίδια στιγμή που όλη η δραστηριότητα και όλη η επιχειρηματολογία τους υπηρετεί αντικειμενικά ακριβώς αυτή την εξέλιξη (στάση τους στο συνδικαλιστικό κίνημα, στις τοπικές εκλογές, στο περιεχόμενο και την ιεράρχηση των συνθημάτων τους κλπ.).
Η δραστηριότητα και επιχειρηματολογία του οπορτουνισμού είναι και η πιο επικίνδυνη για το κίνημα για δύο λόγους: πρώτον, γιατί δρα στο εσωτερικό του και προσπαθεί να το ρυμουλκήσει στα γρανάζια των ενδοαστικών οικονομικών και πολιτικών αντιθέσεων και δεύτερον, γιατί ντύνει τη συμβιβαστική πολιτική με επαναστατική «προβιά», καθιστώντας την πιο δυσδιάκριτη. Τέτοιου είδους «προβιά» αποτελούν τα πολυποίκιλα «μεταβατικά προγράμματα», κοινό στοιχείο των οποίων αποτελεί η ρητή ή άρρητη αποδοχή της θέσης περί αταξικότητας των αστικών θεσμών (κοινοβούλιο, κυβέρνηση κλπ.) και κατ’ επέκταση περί της δυνατότητας αξιοποίησης αυτών των θεσμών για τη σύγκρουση με το κεφάλαιο.
Σήμερα το ΚΚΕ δρα σε αυτές τις αντικειμενικά σύνθετες συνθήκες έχοντας κατακτήσει σταθερή «πυξίδα», σταθερό προσανατολισμό στην κατεύθυνση διεύρυνσης και πολιτικοποίησης της εργατικής πρωτοπορίας, στην κατεύθυνση συγκέντρωσης δυνάμεων για τη σοσιαλιστική επανάσταση. Έχει επίγνωση ότι η πραγμάτωση αυτού του καθήκοντος περνάει μέσα από τις συμπληγάδες πέτρες των ενδοαστικών αντιθέσεων, ότι προϋποθέτει την πάλη για τη διατήρηση της πολιτικής ανεξαρτησίας του πολιτικού εργατικού κινήματος απ’ όλες τις πλευρές της αστικής πολιτικής.
Το ΚΚΕ είναι σήμερα εξοπλισμένο ιδεολογικά και πολιτικά για ν’ ανταποκριθεί στα σύνθετα καθήκοντα που θέτει η σημερινή πολιτική πάλη. Αυτός ο εξοπλισμός έχει στέρεα θεμέλια αφού, μεταξύ άλλων, εδράζεται και στην επεξεργασία της εμπειρίας του ελληνικού και διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, αντλώντας από αυτή πολύ σημαντικά συμπεράσματα. Την «καρδιά» αυτών των συμπερασμάτων την έχει ενσωματώσει στο Πρόγραμμά του, το οποίο καθοδηγεί την καθημερινή του δράση.
Σημαντικό μέρος της μελέτης της παραπάνω εμπειρίας αποτελεί η παρακολούθηση της συζήτησης που πολλές φορές αναπτύχθηκε στο εσωτερικό του πολιτικού εργατικού κινήματος γύρω από το ζήτημα της συμμετοχής του σε κυβέρνηση στο έδαφος του καπιταλισμού. Η συζήτηση αυτή τροφοδοτήθηκε άλλωστε αρκετές φορές στο παρελθόν από τις ίδιες τις εξελίξεις, τέθηκε από την ίδια τη ζωή ως σύνθετο ζήτημα που χρειάζεται θεωρητική επεξεργασία. Η απάντηση που έδωσε το πολιτικό εργατικό κίνημα στην ιστορική του διαδρομή δεν ήταν ενιαία, ούτε σε θεωρητικό ούτε σε πρακτικό επίπεδο.
Φυσικά η ιστορική μελέτη πρέπει να παίρνει πάντα υπόψη της ότι τόσο οι αντικειμενικές συνθήκες μέσα στις οποίες έμπαινε κάθε φορά το συγκεκριμένο ζήτημα όσο και το κατακτημένο επίπεδο ωρίμανσης του πολιτικού εργατικού κινήματος σε κάθε συγκεκριμένη στιγμή δημιουργούσαν περισσότερο ή λιγότερο ευνοϊκές προϋποθέσεις για την αποκάλυψη της ουσίας του. Αυτό άλλωστε αποτυπώνεται αφενός στην προσαρμογή των σχετικών τοποθετήσεων κομμάτων αλλά και ηγετικών προσωπικοτήτων του πολιτικού εργατικού κινήματος, αφετέρου στη μεγαλύτερη ή μικρότερη σαφήνεια, τη μεγαλύτερη ή μικρότερη αντιφατικότητα των τοποθετήσεών τους.
Ενδεικτικό είναι και το ενδιαφέρον που έδειξε ο ίδιος ο Λένιν στη μελέτη των ζητημάτων που σχετίζονται με την ταξική ουσία του κράτους και των μηχανισμών του, μελέτη που αναπτυσσόταν παράλληλα με το αντικείμενό της τόσο στη χώρα του, τη Ρωσία, όσο και στη Δυτική Ευρώπη. Φυσικά το πολιτικό εποικοδόμημα της Ρωσίας, απ’ όπου εκκινούσε όλη η ανησυχία του, δεν ήταν αυτό που μπορούσε αντικειμενικά να θέσει το ζήτημα στην πιο καθαρή του μορφή. Η τσαρική εξουσία, τα ανύπαρκτα μέχρι το 1907 και πολύ ανώριμα και ασταθή κοινοβουλευτικά εγχειρήματα της τσαρικής εξουσίας την περίοδο 1907-1917 και γενικότερα η μεγάλη ρευστότητα του πολιτικού εποικοδομήματος στη Ρωσία εκείνη την περίοδο τροφοδοτούσαν απόψεις, προβληματισμούς, σκέψεις σχετικά με τη δυνατότητα του πολιτικού εργατικού κινήματος ν’ αξιοποιήσει αυτή τη ρευστότητα, ακόμα και μέσω της βραχύχρονης στήριξης κυβέρνησης σε συγκεκριμένες συνθήκες προς όφελος της εμβάθυνσης της επαναστατικής διαδικασίας. Στοιχεία αυτού του προβληματισμού περιέχονταν ακόμα και στην παλιά στρατηγική αντίληψη των μπολσεβίκων περί «δημοκρατικής δικτατορίας του προλεταριάτου και της αγροτιάς» και τη σχετική αντιπαράθεση στο εσωτερικό του κόμματος.
Ωστόσο, η ανησυχία του Λένιν γι’ αυτά τα ζητήματα ήταν συνεχής και αναπτυσσόταν παράλληλα με την εξάλειψη ή υποχώρηση κάποιων ιδιαιτεροτήτων του ρωσικού πολιτικού εποικοδομήματος. Αυτή η διαδικασία έφτασε στην ωριμότητά της το διάστημα από τον Απρίλη του 1917 (οπότε και επέστρεψε στη Ρωσία ο Λένιν) μέχρι το Σεπτέμβρη του ίδιου χρόνου, όπου στις συνθήκες της αστικής Προσωρινής Κυβέρνησης –η οποία είχε πιο καθαρά αστικοδημοκρατικά χαρακτηριστικά– το ζήτημα τέθηκε με πιο καθαρό τρόπο και σε άμεση σύνδεση με τη νέα στρατηγική που χάραξε ο Λένιν τον Απρίλη, σύμφωνα με την οποία ο χαρακτήρας της επανάστασης θα ήταν σοσιαλιστικός, χωρίς καμία ενδιάμεση πολιτική κατάσταση. Αυτή η διαδικασία ολοκληρώθηκε με την έκδοση του «Κράτος και Επανάσταση» αυτήν ακριβώς την περίοδο, όπου τεκμηριώνονται τα βασικά του συμπεράσματα πάνω στο ζήτημα: ο ταξικός χαρακτήρας της κρατικής εξουσίας και των επιμέρους μηχανισμών της, η αδυναμία αξιοποίησής τους για το πέρασμα στην αταξική κοινωνία, η ανάγκη τσακίσματος αυτού του μηχανισμού.
Είναι ακριβώς μέσα σε αυτή την περίοδο, το καλοκαίρι του 1917, όταν σημειώνει χαρακτηριστικά: «Η επανάσταση διδάσκει όλες τις τάξεις με μια ταχύτητα και βαθύτητα που είναι άγνωστες στους συνηθισμένους, ειρηνικούς καιρούς. Οι καπιταλιστές, καλύτερα οργανωμένοι, πιο έμπειροι στο έργο της ταξικής πάλης και της πολιτικής, διδάχτηκαν πιο γρήγορα απ’ τους άλλους. Βλέποντας ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να κρατηθεί, κατέφυγαν σε μια μέθοδο, που μετά το 1848 την εφάρμοζαν ολόκληρες δεκαετίες οι καπιταλιστές των άλλων χωρών για να ξεγελούν, να διαιρούν και να αδυνατίζουν τους εργάτες. Η μέθοδος αυτή είναι η λεγόμενη κυβέρνηση “συνασπισμού” δηλαδή μια κοινή ενωμένη κυβέρνηση, αποτελούμενη από την αστική τάξη και τους λιποτάκτες του σοσιαλισμού [...]
Οι “σοσιαλιστές” ηγέτες, μπαίνοντας στην κυβέρνηση της αστικής τάξης, αποδείχνονταν κατά κανόνα ανδρείκελα, μαριονέτες, προκάλυμμα για τους καπιταλιστές, όργανο εξαπάτησης των εργατών...
Οι βλάκες των κομμάτων των εσέρων και των μενσεβίκων πανηγύριζαν, λούζονταν με αυταρέσκεια στην ακτινοβολία της υπουργικής δόξας των αρχηγών τους. Οι καπιταλιστές έτριβαν τα χέρια από ικανοποίηση, εφόσον είχαν αποκτήσει στο πρόσωπο των “αρχηγών των Σοβιέτ” βοηθούς ενάντια στο λαό, εφόσον πήραν την υπόσχεση απ’ αυτούς ότι θα υποστηρίζουν τις “επιθετικές επιχειρήσεις στο μέτωπο”, δηλ. την επανάληψη του ιμπεριαλιστικού, ληστρικού πολέμου που είχε σταματήσει. Οι καπιταλιστές ήξεραν όλη τη γεμάτη έπαρση αδυναμία των αρχηγών αυτών, ήξεραν ότι οι υποσχέσεις της αστικής τάξης - σχετικά με τον έλεγχο, ακόμα και με την οργάνωση της παραγωγής, σχετικά με την πολιτική της ειρήνης κτλ. - ποτέ δεν θα εκπληρωθούν.
Έτσι και έγινε. [...] οι καπιταλιστές εξακολουθούσαν να δυναμώνουν. Σ’ αυτό το διάστημα δεν έγινε στην πραγματικότητα τίποτε, απολύτως τίποτε, για να μπει χαλινάρι στους καπιταλιστές. Οι λιποτάχτες του σοσιαλισμού που έγιναν υπουργοί αποδείχτηκαν πολυλογάδες, που είχαν αποστολή να περισπούν την προσοχή των καταπιεζόμενων τάξεων, ενώ όλος ο κρατικός διοικητικός μηχανισμός στην πραγματικότητα έμενε στα χέρια της γραφειοκρατίας (της υπαλληλίας) και της αστικής τάξης»1.
Την ίδια περίοδο, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισε η αστική τάξη αυτές τις υπουργοποιήσεις: «Την ίδια εποχή και ένας αστός πολιτικός ο Πάβελ Μιλιουκόφ με την πείρα της τάξης του, πολύ εύστοχα διαπίστωνε: “Αυτά τα πρόσωπα μιας και υπουργοποιήθηκαν δεν είναι πια ηγέτες των επαναστατών... Τώρα χρειάζεται ν’ αποκηρύξουν οριστικά –δε λέω την επαναστατική φρασεολογία, ο τρόπος έκφρασης ας μείνει, ό,τι θέλουν– μα την επαναστατική ιδεολογία”»2.
Η στάση και οι υπουργοποιήσεις των μενσεβίκων σοσιαλδημοκρατών την περίοδο εκείνη δεν αποτελούν ούτε την πρώτη ούτε την τελευταία περίπτωση στήριξης ή συμμετοχής σε αστική κυβέρνηση από κόμματα ή μεμονωμένα στελέχη του πολιτικού εργατικού κινήματος. Χαρακτηριστικό είναι επίσης ότι αυτή η στήριξη στις αστικές κυβερνήσεις συνήθως παρέχονταν σε κρίσιμες στιγμές, στις οποίες απειλούνταν η συνοχή της, σε συνθήκες κλονισμού της, σε συνθήκες όπου αντικειμενικά διανοίγονταν μεγαλύτερο πεδίο αυτοτελούς παρέμβασης του εργατικού κινήματος και επαναστατικής διεκδίκησης της πολιτικής εξουσίας.
Δύο είναι οι πιο γνωστές σχετικές περιπτώσεις, οι οποίες προηγήθηκαν χρονικά της συμμετοχής των μενσεβίκων. Η πρώτη ήταν αυτή της συμμετοχής του Λουί Μπλαν το 1848 στην κυβέρνηση της Γαλλίας και η δεύτερη –η οποία τροφοδότησε και τη μεγαλύτερη αντιπαράθεση στο εσωτερικό του διεθνούς πολιτικού εργατικού κινήματος– είναι η περίπτωση της υπουργοποίησης του Γάλλου σοσιαλιστή Μιλεράν3 το 1899. Η επίδραση αυτής της υπουργοποίησης ήταν τέτοια που αξιοποιήθηκε ως χαρακτηριστική για ολόκληρο το ρεύμα απόψεων που υποστήριζε την αξιοποίηση από το εργατικό κίνημα της συμμετοχής σε αστική κυβέρνηση, το οποίο ονομάστηκε «μιλερανισμός».
Το πρώτο άρθρο που δημοσιεύεται στα πλαίσια αυτής της ενότητας αποτελεί ακριβώς προσπάθεια της Ρόζας Λούξεμπουργκ4 να παρέμβει στην έντονη αντιπαράθεση που προκάλεσε η υπουργοποίηση του Μιλεράν.
Ίσως αξίζει εισαγωγικά να πούμε λίγα λόγια γι’ αυτή την περίπτωση, για να γίνει καλύτερα κατανοητό το περιεχόμενο του άρθρου. Ο Μιλεράν πήρε μέρος ως υπουργός Εμπορίου στην κυβέρνηση συνασπισμού με πρωθυπουργό τον Βαλντέκ Ρουσό, που σχηματίστηκε στις 22 Ιούνη 18995. Η κυβέρνηση Ρουσό κάλεσε τον Μιλεράν στην κυβέρνηση, επικαλούμενη την ανάγκη να μπει φραγμός στους κινδύνους που απειλούσαν τη λεγόμενη «Τρίτη Γαλλική Δημοκρατία».
Για να γίνει αντιληπτό το κλίμα της περιόδου πρέπει να σημειώσουμε ότι τα προηγούμενα χρόνια ένα γεγονός είχε συνταράξει την πολιτική ζωή της Γαλλίας: η δικαστική σκευωρία σε βάρος του αξιωματικού του γαλλικού στρατού Ντρέιφους, ο οποίος από 1894 είχε καταδικαστεί σε ισόβια εξορία για κατασκοπεία υπέρ των Γερμανών. Ωστόσο, αυτή η καταδίκη έγινε χωρίς στοιχεία και με την άμεση πολιτική παρέμβαση της γαλλικής κυβέρνησης, κάτι που αποκαλύφθηκε το επόμενο διάστημα, τροφοδοτώντας έντονες λαϊκές αντιδράσεις.
Σε αυτές τις συνθήκες ο Μιλεράν αποδέχτηκε πλήρως και αξιοποίησε προπαγανδιστικά αυτή τη λογική της πρόσκλησης και της συμμετοχής του στην κυβέρνηση Ρουσό. Αποκαλυπτική της σύνθεσης αυτής της κυβέρνησης είναι η συμμετοχή σε αυτήν του στρατηγού Γκαλιφέ, του σφαγέα των Κομμουνάρων το 1871. Ο σοσιαλιστής Μιλεράν –στο όνομα της υπεράσπισης της αστικής δημοκρατίας– στρογγυλοκάθισε στο υπουργικό συμβούλιο δίπλα στους σφαγείς του εργατικού κινήματος.
Ποια ήταν όμως τα αποτελέσματα αυτή της συμμετοχής; «Η γενική πολιτική της κυβέρνησης συνασπισμού παρουσιάζει τον ίδιο πίνακα. Η πάλη εναντίον των δικαστικών παραβάσεων στην υπόθεση Ντρέιφους, πάλη που έπρεπε να είναι το κύριο καθήκον της κυβέρνησης, κατέληξε σε μία επαίσχυντη γενική αμνηστία που περιέλαβε το θύμα και τους υπεύθυνους του εγκλήματος. Η πάλη για την εκλαΐκευση του κράτους πληρώθηκε με παραχωρήσεις στην καθολική εκκλησία. Η εξωτερική πολιτική χαρακτηρίζεται από τη συμμετοχή στην εκστρατεία των ευρωπαϊκών δυνάμεων εναντίον της Κίνας, από την εκστρατεία εναντίον της Τουρκίας για να εξαναγκαστεί να σεβαστεί ορισμένες απαιτήσεις των γαλλικών τραπεζών και τέλος από ένα ξεχείλισμα ιμπεριαλιστικού ενθουσιασμού και των δημοκρατικών και των μοναρχικών στην υποδοχή του αιμοσταγούς τσάρου Νικόλαου»6.
Η υπουργοποίηση Μιλεράν, αν και αποτέλεσε ζήτημα που απασχόλησε κυρίως το δυτικοευρωπαϊκό τμήμα της Β΄ Διεθνούς, απασχόλησε και το Ρωσικό τμήμα της (παρότι στην τσαρική Ρωσία δεν έμπαινε άμεσα ένα τέτοιο ενδεχόμενο στην ημερήσια διάταξη αφού εκείνη την περίοδο δεν υπήρχε καν κοινοβούλιο). Η απόφαση ωστόσο του συνεδρίου της Β΄ Διεθνούς το 1900 στο Παρίσι –που πάρθηκε στη βάση της σχετικής εισήγησης του Καρλ Κάουτσκι– υποστήριζε ότι η συμμετοχή ενός μεμονωμένου σοσιαλιστή σε αστική κυβέρνηση είναι τάχα ζήτημα τακτικής και όχι ζήτημα αρχής, αφήνοντας έτσι χωρίς στιγματισμό την προδοσία του Μιλεράν.7
Σε αυτή την αντιπαράθεση που ξέσπασε στο εσωτερικού του διεθνούς σοσιαλιστικού κινήματος ο Μιλεράν είχε υποστηρικτές, όπως το Γάλλο σοσιαλιστή Ζαν Ζορές, ο οποίος υποστήριζε πως το σοσιαλιστικό κόμμα έπρεπε να καταλαμβάνει τις θέσεις που του άφηναν και παρουσίαζε την ενέργεια του Μιλεράν ως μια πράξη θάρρους.8 Από την άλλη υπήρχαν και επαναστάτες του διεθνούς εργατικού κινήματος που αντιτάχθηκαν σθεναρά σε αυτή την υπουργοποίηση, με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα τον Λένιν και τη Λούξεμπουργκ.
Η θέση της Λούξεμπουργκ στο ζήτημα αποτυπώνεται στο άρθρο που δημοσιεύεται, ενώ ο Λένιν γράφει για το ίδιο θέμα: «Ο Μιλλεράν πρόσφερε ένα θαυμάσιο δείγμα αυτού του πραχτικού μπερνσταϊνισμού - δικαιολογημένα λοιπόν και ο Μπέρνσταϊν και ο Φόλμαρ έσπευσαν με τόσο ζήλο να υπερασπίσουν και να εξυμνήσουν τον Μιλλεράν! Πραγματικά: αν η σοσιαλδημοκρατία στην ουσία είναι απλώς ένα κόμμα μεταρρυθμίσεων και πρέπει να έχει το θάρρος να το αναγνωρίσει αυτό ανοιχτά, τότε ο σοσιαλιστής όχι μόνο έχει το δικαίωμα να συμμετάσχει σε αστική κυβέρνηση, αλλά και οφείλει να το επιδιώκει διαρκώς. Αν δημοκρατία σημαίνει στην ουσία εξάλειψη της ταξικής κυριαρχίας, τότε γιατί ένας σοσιαλιστής υπουργός να μη σαγηνεύει όλο τον αστικό κόσμο με λόγους για συνεργασία των τάξεων; Γιατί να μη μένει στην κυβέρνηση ακόμα και όταν οι δολοφονίες των εργατών από τους χωροφύλακες δείχνουν για εκατοστή και χιλιοστή φορά τον πραγματικό χαρακτήρα της δημοκρατικής συνεργασίας των τάξεων; Γιατί να μη συμμετέχει προσωπικά στην υποδοχή του τσάρου, που οι γάλλοι σοσιαλιστές δεν τον αποκαλούν σήμερα αλλιώς παρά ήρωα της κρεμάλας, του κνούτου και της εκτόπισης (knoteur, pendeur et deportateur); Και η αμοιβή για την έσχατη αυτή ταπείνωση και αυτοεξευτελισμό του σοσιαλισμού μπροστά σ’ όλο τον κόσμο, για τη διαφθορά της σοσιαλιστικής συνείδησης των εργατικών μαζών –της μοναδικής αυτής βάσης που μπορεί να μας εξασφαλίσει τη νίκη– η αμοιβή για όλα αυτά είναι τα πομπώδη σχέδια για κάτι τιποτένιες μεταρρυθμίσεις, τόσο τιποτένιες ώστε ακόμα και αστικές κυβερνήσεις να έχουν κατορθώσει να αποσπάσουν περισσότερα πράγματα!»9.
Τα κείμενα που δημοσιεύουμε στα πλαίσια αυτής της ενότητας αφορούν την πείρα από τη θετική προσπάθεια του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος να οριοθετηθεί απέναντι στον αστικό κοινοβουλευτισμό και τον κυβερνητισμό και επικεντρώνουν στη δράση των κομμουνιστών σε μη επαναστατικές συνθήκες. Όπως φάνηκε και από τα παραπάνω, πρόκειται για μία βασανιστική ωρίμανση της μαρξιστικής διερεύνησης που χαρακτηριζόταν από πισωγυρίσματα, εναλλαγές, αντιφάσεις σε συλλογικό-κομματικό και ατομικό επίπεδο.
Τέτοιες αντιφάσεις περιέχονται και στο άρθρο της Λούξεμπουργκ, η οποία, παρά την ξεκάθαρη άρνησή της όσον αφορά τη δυνατότητα αξιοποίησης της αστικής κυβέρνησης για επαναστατικούς σκοπούς, δεν είναι κάθετη στο ζήτημα ότι αυτή η διαπίστωση ισχύει υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Μέρος της αμφισημίας του άρθρου οφείλεται και στις συνθήκες της εποχής. Το άρθρο γράφτηκε το 1900, μόλις δύο χρόνια μετά την ένταξη της Λούξεμπουργκ στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας και γράφτηκε με τη μορφή προσεγμένης κριτικής εκ μέρους των Γερμανών σοσιαλιστών απέναντι στη στάση των Γάλλων συντρόφων της.
Επίσης, είναι αυτονόητο ότι τα κείμενα αυτά εκφράζουν και το κλίμα, την ορολογία και το πνεύμα της εποχής τους, όπως επίσης αυτονόητο είναι ότι δεν εξαντλούν το θέμα.
Τα άρθρα αυτά, τα οποία δημοσιεύονται κατά χρονολογική σειρά, είναι τα εξής:
1. Ρόζας Λούξεμπουργκ: «Η υπόθεση Ντρέιφους και η περίπτωση του Μιλεράν» (1900).
2. Απόφαση του 2ου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς: «Τα Κομμουνιστικά Κόμματα και ο Κοινοβουλευτισμός» (1921).
3. Β. Ι. Λένιν: «Για τον κοινοβουλευτισμό» (1921).
Τα δύο πιο ύστερα κείμενα που δημοσιεύονται στην ενότητα αυτή αποτελούν στην ουσία ντοκουμέντα του 2ου Συνεδρίου της Γ΄ Διεθνούς για την επαναστατική κοινοβουλευτική δουλειά.
Το ένα είναι η απόφαση του Συνεδρίου που πάρθηκε με την άμεση συμβολή του Λένιν και το άλλο ομιλία του Λένιν στα πλαίσια του ίδιου Συνεδρίου, όπου αντιμετωπίζει απόψεις του Α. Μπορντίγκα10 και άλλων που αρνούνταν συνολικά την ανάγκη συμμετοχής των κομμουνιστών στα αστικά κοινοβούλια.
Όσον αφορά αυτό το τελευταίο άρθρο πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι την περίοδο εκείνη η γραμμή κοινοβουλευτικής ενσωμάτωσης που είχε αναπτυχθεί σε αρκετά εργατικά κόμματα τροφοδότησε και τη λαθεμένη αντίδραση μίας ομάδας κομμουνιστών (με χαρακτηριστική περίπτωση τον Μπορντίγκα), οι οποίοι υποστήριζαν ότι το επαναστατικό κόμμα δεν πρέπει καν ν’ αξιοποιεί θεσμούς του αστικού κράτους, όπως οι εκλογές και το κοινοβούλιο, αλλά να επικεντρωθεί στην άμεση προετοιμασία της ένοπλης εξέγερσης. Παρά το γεγονός ότι στις μέρες μας αυτές οι απόψεις είναι σχεδόν ανύπαρκτες στο κομμουνιστικό κίνημα, το άρθρο του Λένιν έχει αξία γιατί δε στέκεται απλώς στην καταπολέμηση των απόψεων περί μη συμμετοχής στις εκλογές, αλλά αναδεικνύει και από ποια σκοπιά πρέπει να συμμετέχουν οι κομμουνιστές στις εκλογές και το αστικό κοινοβούλιο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Β. Ι. Λένιν: «Άπαντα», τ. 34, σελ. 62-64.
2. Συλλογικό: «Οκτώβρης 1917. Η πορεία των μπολσεβίκων προς τη νίκη», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 103.
3. Ο Αλεξάντρ Μιλεράν (1859-1943) ήταν ηγετική μορφή της οπορτουνιστικής πτέρυγας της γαλλικής σοσιαλδημοκρατίας. Το 1899 έγινε ο πρώτος σοσιαλιστής υπουργός σε αστική κυβέρνηση, εντείνοντας τη σχετική διαπάλη στις γραμμές της γαλλικής και διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας. Στη συνέχεια, αφού διαγράφτηκε από το Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα το 1904, προχώρησε με άλλους σοσιαλδημοκράτες (Μπριάν, Βιβιανί κ.ά.) στην ίδρυση του κόμματος «Ανεξάρτητοι Σοσιαλιστές», ενώ συνέχισε να μετέχει σε μια σειρά αστικές κυβερνήσεις από το 1909 έως το 1915. Την περίοδο της Οκτωβριανής Επανάστασης υπήρξε από τους οργανωτές της αντισοβιετικής ιμπεριαλιστικής επέμβασης. Κατόπιν διετέλεσε Πρόεδρος της Δημοκρατίας (1920-1924) και Γερουσιαστής (1925-1927).
4. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ (1871-1919) ήταν Γερμανοπολωνή επαναστάτρια. Ανήκε στους ιδρυτές του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος του Βασιλείου της Πολωνίας, ενώ από το 1898 που εγκαταστάθηκε στη Γερμανία εντάχθηκε στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας (ΣΚΓ) και ανήκε στην επαναστατική του πτέρυγα. Μετά την ψήφιση από το ΣΚΓ των πολεμικών πιστώσεων στο Ράιχσταγκ (με μοναδική εξαίρεση τον Καρλ Λίμπκνεχτ) ίδρυσε μαζί με άλλους επαναστάτες (Λίμπκνεχτ, Τσέτκιν, Μέρινγκ κ.ά.) την ομάδα «Διεθνής», η οποία πήρε συνεπή διεθνιστική θέση κόντρα στη σοσιαλπατριωτική γραμμή του κόμματος. Βασική θέση της ομάδας ήταν ότι ο κύριος εχθρός κάθε λαού –και του γερμανικού– βρίσκεται στην ίδια του τη χώρα. Η ομάδα αυτή μετεξελίχθηκε στη λεγόμενη «Ένωση Σπάρτακος», που στη συνέχεια αποτέλεσε μαζί με ένα τμήμα των μελών του «Ανεξάρτητου Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας» τον πυρήνα του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας, το οποίο ιδρύθηκε στη Συνδιάσκεψη των Σπαρτακιστών από τις 30 Δεκέμβρη 1918 μέχρι την 1η Γενάρη 1919. Μετά την καταστολή της επανάστασης του Νοέμβρη το 1918 στη Γερμανία, η Λούξεμπουργκ ξυλοκοπήθηκε στις 15 Γενάρη 1919 μέχρι θανάτου με χτυπήματα τουφεκιού από τις –χρηματοδοτούμενες από τους σοσιαλδημοκράτες– παραστρατιωτικές φασιστικές ομάδες Freikorps, ενώ στη συνέχεια το σώμα της πετάχτηκε σε ένα κανάλι όπου βρέθηκε μόλις στις 31 Μάη 1919.
5. Στις εκλογές του 1899 το Εργατικό Κόμμα έλαβε 100.000 ψήφους και εξέλεξε 12 βουλευτές. Άλλους τόσους εξέλεξαν και οι υπόλοιπες σοσιαλιστικές οργανώσεις («ποσιμπιλιστές» κλπ.), ενώ υπήρχαν επίσης 25 βουλευτές (οι λεγόμενοι «ανεξάρτητοι σοσιαλιστές» υπό τον Α. Μιλλεράν), οι οποίοι εκλέχθηκαν με την υποστήριξη του κόμματος των Ριζοσπαστών και στη συνέχεια συγκρότησαν χωριστή κοινοβουλευτική ομάδα.
6. Πάουλ Φρέλιχ: «Ρόζα Λούξεμπουργκ», εκδ. «Ύψιλον/βιβλία», σελ. 102.
7. Ακαδημία επιστημών της ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», τ. Ζ1, σελ. 409-410.
8. Ο Ζορές δέκα χρόνια αργότερα έβριζε τον Μιλεράν καθώς και άλλους σοσιαλιστές που υπουργοποιήθηκαν (Μπριάν, Βιβιανί) ως προδότες του σοσιαλισμού που αφέθηκαν να χρησιμοποιηθούν από τον καπιταλισμό (βλ. Πάουλ Φρέλιχ: «Ρόζα Λούξεμπουργκ», εκδ. «Ύψιλον/βιβλία», σελ. 103).
9. Β. Ι. Λένιν: «Τι να κάνουμε», «Άπαντα», τ. 6, σελ. 8-9.
10. Ο Αμαντέο Μπορντίγκα (1889-1970) ήταν ηγετικό στέλεχος του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος. Στη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Ιμπεριαλιστικού Πολέμου αναδείχτηκε σε ηγέτη της μειοψηφίας του κόμματος, η οποία καταδίκαζε τη συμμετοχή στον πόλεμο και θεωρούσε επιβεβλημένη τη μετατροπή του σε σοσιαλιστική επανάσταση. Στη συνέχεια –μαζί με τον Γκράμσι, τον Τολιάτι και άλλα στελέχη της μειοψηφίας– συμμετείχε στην ίδρυση του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας το 1921 και αποτέλεσε τον πρώτο Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του. Ήταν αντιπρόσωπος στο ΙΙ Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνής (ΚΔ). Διαφώνησε με τις αποφάσεις του ΙΙΙ και του IV Συνεδρίου της ΚΔ. Αρνήθηκε να πειθαρχήσει με τις αποφάσεις της ΚΔ, αποχώρησε από το Κόμμα και προσχώρησε για ένα διάστημα στην τροτσκιστική αντιπολίτευση

ΚΟΜΕΠhttp://www.komep.gr/2014-teyxos-6 .


Για τη διάλυση της Κομιντέρν

 Για τη διάλυση της Κομιντέρν

Η κριτική εξέταση της πείρας του κομμουνιστικού κινήματος μας επιτρέπει να εστιάσουμε σε κάποιες πτυχές και να βγάλουμε συμπεράσματα –όσο κλισέ κι αν ακούγεται αυτό το τελευταίο- από ορισμένες λανθασμένες επιλογές. Κριτική εξέταση βέβαια δε σημαίνει λαθολογία και γενικά αξιώματα με καθολική ισχύ, έξω από τον ιστορικό χρόνο, αλλά να σκύψουμε ουσιαστικά πάνω από αυτές τις επιλογές, να καταλάβουμε τις συνθήκες που τις υπαγόρευσαν και τις ερμηνεύουν –χωρίς να τις δικαιολογούν- και τις εναλλακτικές που υπήρχαν.

Μία χαρακτηριστική περίπτωση είναι η ομόφωνη απόφαση για την αυτοδιάλυση της κομιντέρν κι η προχτεσινή επέτειος, που δίνει την αφορμή για τη σημερινή ανάρτηση. Η κομιντέρν φυτοζωούσε αρκετά χρόνια πριν ληφθεί η συγκεκριμένη απόφαση, κάτι που καθιστούσε ούτως ή άλλως προβληματική τη λειτουργία της. Είναι ενδεικτικό πως τα τελευταία 15 χρόνια της ύπαρξής της, είχε γίνει μόλις ένα συνέδριο, το 35’ (το έβδομο και τελευταίο, με την επεξεργασία για τα λαϊκά μέτωπα) –χωρίς αυτό να σημαίνει πως η διάλυση ήταν αναπόφευκτη εξέλιξη. Κάθε οργανωτική δυσλειτουργία όμως κρύβει σχεδόν πάντα μια βαθύτερη πολιτική ρίζα.

Αν δούμε το βαθύτερο νόημα αυτής της κίνησης στη δοσμένη ιστορική συγκυρία, μπορούμε να υποθέσουμε πως ήταν μια ένδειξη «καλής θέλησης» των σοβιετικών προς τους συμμάχους τους, για να τους πείσουν να ανοίξουν το πολυπόθητο δεύτερο μέτωπο στη δύση, που θα ανακούφιζε σημαντικά τον κόκκινο στρατό, αλλά τελικά δεν άνοιξε παρά μόλις ένα χρόνο –και κάτι- αργότερα, με την απόβαση στη νορμανδία, το καλοκαίρι του 44’, όταν ήδη είχε γείρει αποφασιστική η πλάστιγγα της μάχης.
Στο βαθμό που ισχύει αυτή η υπόθεση, πρόκειται για ένα σοβαρό λάθος, που υπέταξε και θυσίασε ένα μέσο στρατηγικής σημασίας σε έναν επιμέρους σκοπό. Κι αυτό έχει να κάνει μεταξύ άλλων με την πολιτική ρίζα, που σημειώσαμε παραπάνω και την αδυναμία να αξιοποιηθεί ο κρίκος του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα κι η επαναστατική κατάσταση σε κάποιες χώρες για να συνδεθεί με το στρατηγικό στόχο της εξουσίας.

Το σκεπτικό της επίσημης απόφασης του 43’ αναφέρει ως παράγοντα την ωρίμανση των εθνικών τμημάτων της διεθνούς, που καθιστούσε περιττή τη συνέχιση της ύπαρξής της και προβληματική τη δράση ενός ενιαίου διεθνούς κέντρου. Η αιτίαση αυτή διαψεύστηκε εκ των πραγμάτων, πχ στην περίπτωση της ελλάδας και της ελλιπούς στρατηγικής ωριμότητας του κκε, που όσο διορατικά είχε συλλάβει τα καθήκοντα που απέρρεαν από τη συγκυρία της κατοχής, άλλο τόσο απέτυχε να εντοπίσει έγκαιρα την ουσία των εξελίξεων στο μεταπολεμικό τοπίο και να προετοιμαστεί κατάλληλα για να τις αντιμετωπίσει.
Αυτό αποτυπώνει εν μέρει αδυναμίες και προβλήματα στρατηγικής του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, αλλά κυρίως την αντίληψη και την ικανότητα της τότε ηγετικής ομάδας του κκε –παίρνοντας πάντα υπόψη τις δύσκολες συνθήκες υπό τις οποίες καλούνταν να δράσει και τον απαραίτητο συγκεντρωτισμό, εν μέσω πολέμου, στη λήψη αποφάσεων. Με άλλα λόγια, η ορθή αντίληψη του πραγματικού συσχετισμού δύναμης κι η κατάκτηση της εξουσίας δε συνδέονται άμεσα με τη σωστή ή λανθασμένη εκτίμηση για το χαρακτήρα αυτής της εξουσίας (δικτατορία του προλεταριάτου ή λαϊκή δημοκρατία) και της επικείμενης επανάστασης.

Το κομμουνιστικό κίνημα φυσικά δεν απεμπόλησε το διεθνιστικό του χαρακτήρα και συνέχισε να έχει διάφορες μορφές συνεργασίας κι ανταλλαγής απόψεων μεταξύ των κκ –όπως τη βραχύβια κομινφορμ και τις διάφορες διεθνείς συναντήσεις. Ενώ η σοβιετική ένωση παρέμεινε πάντα σημείο αναφοράς και άτυπο διεθνές καθοδηγητικό κέντρο για την πλειοψηφία των κκ. Αλλά το κενό της κδ και του ρόλου της, ως ενιαίου πολιτικού φορέα με εθνικά τμήματα, δεν αναπληρώθηκε ποτέ

Η επικράτηση της αντεπανάστασης στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες και παγκοσμίως, ανέδειξε ακόμα πιο εμφατικά αυτό το κενό και τις συνέπειές του. Η βαθύτερη συνεργασία των κκ κι η ανάδειξη ενός ενιαίου διεθνούς κέντρου, μιας νέας διεθνούς δηλ, φαντάζει ως αναγκαίος όρος για την ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος και την προώθηση των θέσεών του. Μόνο που το ζητούμενο καταλήγει με έναν αντιφατικό τρόπο να γίνεται προαπαιτούμενο. Η συγκρότηση της κομιντέρν πχ έγινε μόνο μετά την οκτωβριανή επανάσταση και βασίστηκε στη δύναμη του ελκτικού της παραδείγματος, μολονότι το ρεύμα των μπολσεβίκων και των συμμάχων τους ήταν διακριτό ήδη από την προπολεμική περίοδο.

Το κουκουέ φαντάζει (και είναι) πρωτοπόρο συγκριτικά με άλλες χώρες και κόμματα της ευρώπης, αλλά απέχει προφανώς πάρα πολύ από το να καλύψει το κενό του κκσε και να μπει στα παπούτσια των μπολσεβίκων (όπως θα λέγαμε με αθλητικούς όρους). Και το χειρότερο ίσως είναι πως δε διαθέτει καν πια τις οικονομικές δυνατότητες του πρόσφατου παρελθόντος, για να φιλοξενεί πχ διεθνείς συναντήσεις-συνέδρια και πολυάριθμες-πολυμελείς αποστολές από το εξωτερικό.
Παρόλα αυτά όμως, έχει πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτήν την προσπάθεια, από την ίδρυση του tkp στην τουρκία, ως τις κοινές πρωτοβουλίες εργατικών-κομμουνιστικών κομμάτων, τις κοινές ανακοινώσεις-επεξεργασίες, την έκδοση της διεθνούς κομεπ, κτλ.

Υπάρχουν ακόμα πολλά να γίνουν σε αυτή την κατεύθυνση. Αλλά το βασικό είναι πως τα πρώτα δειλά βήματα είναι απαλλαγμένα από παθογένειες του παρελθόντος, πχ την υποτίμηση της ανοιχτής, συντροφικής σε άλλα κόμματα (βλέπε σχετική αρθρογραφία στο ρίζο για τα κόμματα σε ηπα και ισπανία). Κι αυτός ο κανόνας δεν πρέπει να διέπει μόνο τις σχέσεις μεταξύ κομμάτων, στα πλαίσια της ανταλλαγής απόψεων ή και της διαπάλης στο εσωτερικό του κομμουνιστικού κινήματος, αλλά και τις σχέσεις μεταξύ των σφων και τη στάση του καθενός σε ατομικό επίπεδο (αποφεύγοντας έναν κακώς εννοούμενο πατριωτισμό –ή διεθνισμό- που συμφωνεί άκριτα με όλα και σκεπάζει τις διαφωνίες κάτω από το χαλί).


Σε κάθε περίπτωση, όσο κι αν διατηρεί την ισχύ της η εκτίμηση πως η καλύτερη διεθνιστική προσφορά ενός κόμματος είναι η προώθηση της επαναστατικής υπόθεσης στη δική του χώρα, άλλο τόσο αναγκαία είναι η συγκρότηση ενός ισχυρού, διεθνούς κομμουνιστικού πόλου και πρέπει να ανέβουν και οι απαιτήσεις από τη δουλειά μας σε αυτό το κομμάτι.

«Κόκκινες γραμμές» και ... πράσινα άλογα

«Κόκκινες γραμμές» και ... πράσινα άλογα
Στρώνουν το έδαφος για τις επόμενες ανατροπές και ψάχνουν τρόπο να τις ξεφουρνίσουν

Από παλιότερη κινητοποίηση για τα Εργασιακά και το Ασφαλιστικό
Από παλιότερη κινητοποίηση για τα Εργασιακά και το Ασφαλιστικό
ΦΡΑΓΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΣ
Την τελευταία Κυριακή πριν από τις εκλογές, στις 18/1/2015, με αφορμή δηλώσεις του Αλ. Τσίπρα σε τηλεοπτικό σταθμό (STAR) ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κυβέρνηση, θα τηρήσει «τις ιδρυτικές συνθήκες της ΕΕ» και τις «θεσμικές υποχρεώσεις ως μέλος ισότιμο στην ΕΕ», ο «Ριζοσπάστης» σημείωνε ανάμεσα σε άλλα:
«Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να εξηγήσει στο λαό πώς γίνεται να καταθέτει τον "πόνο" του για τα ασφαλιστικά δικαιώματα που χάθηκαν τα τελευταία τουλάχιστον χρόνια, και την ίδια στιγμή, να δηλώνει ότι θα τηρήσει τις υποχρεώσεις που εκπορεύονται από τις στρατηγικές συμφωνίες της ΕΕ, μία από τις οποίες είναι η "Λευκή Βίβλος" για τις συντάξεις, που προβλέπει ρητά:
"α) Τη σύνδεση της ηλικίας συνταξιοδότησης με την αύξηση του προσδόκιμου ζωής,
β) τον περιορισμό της πρόσβασης σε συστήματα πρόωρης συνταξιοδότησης και άλλες οδούς πρόωρης εξόδου από την εργασία,
γ) την υποστήριξη της εργασίας για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα με τη βελτιωμένη πρόσβαση στη διά βίου μάθηση, την προσαρμογή των θέσεων εργασίας σε πιο ετερογενές εργατικό δυναμικό, τη δημιουργία ευκαιριών απασχόλησης για τους εργαζομένους μεγαλύτερης ηλικίας και την υποστήριξη της ενεργού και υγιούς γήρανσης,
δ) την εξίσωση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης ανδρών και γυναικών,
ε) την υποστήριξη της ανάπτυξης επικουρικής (σ.σ. ιδιωτικής) συνταξιοδοτικής αποταμίευσης ώστε να ενισχυθούν τα εισοδήματα συνταξιοδότησης"».
Στα χνάρια ακριβώς αυτής της «Λευκής Βίβλου», την περασμένη βδομάδα η απόφαση του Συμβουλίου των υπουργών Οικονομικών της ΕΕ (ΕΚΟΦΙΝ), έλεγε για το ασφαλιστικό: «Χρειάζονται περαιτέρω βήματα που πρέπει να γίνουν από τα κράτη - μέλη, αν και σε διαφορετικό βαθμό, για την αύξηση της πραγματικής ηλικίας συνταξιοδότησης, συμπεριλαμβανομένης της αποφυγής της πρόωρης εξόδου από την αγορά εργασίας, και με τη σύνδεση της ηλικίας συνταξιοδότησης ή συντάξεων με το προσδόκιμο ζωής».
Την απόφαση αυτή συνυπογράφει ο Ελληνας υπουργός Οικονομικών Γ. Βαρουφάκης...
Παλιές και νέες ανατροπές
Θυμίζουμε όλα τα παραπάνω, επειδή είναι το «κλειδί» με το οποίο οι εργαζόμενοι πρέπει να προσεγγίσουν τις εξελίξεις γύρω από τα παζάρια που γίνονται ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους δανειστές για το Ασφαλιστικό και τα Εργασιακά. Αυτά, και όχι οι προεκλογικές και μετεκλογικές προπαγανδιστικές κορόνες της κυβέρνησης, καθορίζουν τις εξελίξεις, που είναι επικίνδυνες για τα εργατικά και λαϊκά συμφέροντα.
Και αν αυτά έχουν δρομολογηθεί για όλα τα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, γίνεται φανερό τι έχουν να περιμένουν οι εργαζόμενοι από μια κυβέρνηση, η οποία αναφανδόν έχει ταχτεί υπέρ της «ευρωπαϊκής πορείας» της χώρας, ως στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου.
Ως εκ τούτου, σαν να μην πέρασε μια μέρα από τη διαπραγμάτευση της προηγούμενης κυβέρνησης, στο τραπέζι βρίσκονται και πάλι οι ανατροπές για τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, ώστε κανένας ασφαλισμένος να μην μπορεί να συνταξιοδοτηθεί πριν το 67ο έτος ή πριν το 62ο στις περιπτώσεις «πρόωρης» συνταξιοδότησης με την επιβολή χρηματικής ποινής. Στα δίχτυα αυτών των νέων ανατροπών, μπορεί να βρεθούν, με βάση τα σημερινά δεδομένα, μέχρι και 250.000 ασφαλισμένοι!
Στο τραπέζι παραμένει και το ζήτημα των «ενοποιήσεων» Ταμείων, οι οποίες όσες φορές έγιναν, οδήγησαν σε απώλειες για τους ασφαλισμένους και σε «συγχώνευση» προς τα κάτω των ασφαλιστικών δικαιωμάτων. Οσο για την προεκλογική υπόσχεση του ΣΥΡΙΖΑ για απόδοση της 13ης σύνταξης για ποσά μέχρι 700 ευρώ, αυτή φαίνεται ότι μετατρέπεται σε «επίδομα», το οποίο δεν θα ξεπερνά τα 500 ευρώ και αν τελικά αποδοθεί, αυτό θα γίνει με εισοδηματικά κριτήρια.
Ανάλογη τύχη φαίνεται να έχει και η πολυδιαφημισμένη «κατάργηση της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος», η οποία στην πορεία έγινε «αναστολή» και τώρα μπαίνει στο μπλέντερ της «διαπραγμάτευσης» με τους εταίρους. Κατά συνέπεια, ο κίνδυνος για νέες μειώσεις στις επικουρικές συντάξεις δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Μονά - ζυγά για το κεφάλαιο
Την περασμένη Πέμπτη, ο γγ κοινωνικών ασφαλίσεων Γ. Ρωμανιάς, έδωσε μια ακόμα διάσταση στο θέμα. Οπως είπε σε τηλεοπτική συνέντευξη, «οι δανειστές θέλουν 2% πρωτογενές πλεόνασμα έτσι ώστε να καταργηθεί η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος και να δοθεί η 13η σύνταξη». Δηλαδή, κυβέρνηση και δανειστές συζητάνε να αφαιμάξουν κι άλλο το λαό, για να βγάλουν πλεόνασμα 2% και από αυτό να δώσουν τα ψίχουλα της 13ης σύνταξης σε μια μερίδα μόνο των συνταξιούχων!
Για την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, ο Γ. Ρωμανιάς παραδέχτηκε ότι η κυβέρνηση συμφωνεί με τους δανειστές να πάνε στα 67 για πλήρη σύνταξη και στα 62 για μειωμένη, αρκεί το μέτρο να εφαρμοστεί από το 2026, «για να μη θιχτούν κατοχυρωμένα δικαιώματα»!
Υποστήριξε, τέλος, ότι προηγούμενες κυβερνήσεις είχαν αποδεχθεί τη ρήτρα μηδενικού ελλείμματος και για τις κύριες συντάξεις και πως σ' αυτό εμμένουν τώρα οι δανειστές, ενώ επιχειρείται να συνδεθούν οι συντάξεις με την εξέλιξη του χρέους, σαν νομιμοποιητική βάση για νέες μειώσεις.
Ανεξάρτητα όμως από την τελική έκβαση των ζητημάτων αυτών, οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να ξεχνούν ότι ο πυρήνας των αντιασφαλιστικών νόμων που ψηφίστηκαν τα προηγούμενα χρόνια, οι τεράστιες ανατροπές που έφεραν στο σύνολο των σημερινών ασφαλισμένων και κυρίως στη νέα γενιά, οι αιματηρές περικοπές που επιβλήθηκαν στις αποδιδόμενες συντάξεις, η δραματική συρρίκνωση της κρατικής χρηματοδότησης, με την παράλληλη μείωση των εργοδοτικών εισφορών (στο ΙΚΑ) κατά 11%, μένουν ανέγγιχτες.
Δηλαδή, οι νόμοι των μνημονίων «ζουν και βασιλεύουν» ελέω ΣΥΡΙΖΑ. Και συνεχίζουν να παράγουν τα ίδια δραματικά αποτελέσματα για συνταξιούχους και ασφαλισμένους, όπως και πριν τις 25 Γενάρη.
Κλαδικοί μισθοί στα όρια του κατώτερου
Μια από τα ίδια είναι η κατάσταση που διαμορφώνεται και στα εργασιακά. Το σχετικό σχέδιο νόμου για τον κατώτερο μισθό και τις Συλλογικές Συμβάσεις, το οποίο έτσι και αλλιώς δεν κατοχύρωνε τα εργατικά δικαιώματα και δεν καταργούσε τις συνέπειες της ΠΥΣ 6/2012 και των νόμων που την συνόδευσαν, καρκινοβατεί μεταξύ «διαπραγμάτευσης» με τους εταίρους της κυβέρνησης και της «διαβούλευσης» με τους εργοδότες.
Η μεθόδευση του υπουργείου Εργασίας να θέσει υπό την αίρεση των δανειστών και των «κοινωνικών εταίρων» την επαναφορά του κατώτερου μισθού και των Συλλογικών Συμβάσεων, όπως προέκυψε και από τη «γνώμη» που εξέδωσε η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΟΚΕ) την περασμένη Τετάρτη, δημιουργεί το αναγκαίο προκάλυμμα, προκειμένου η κυβέρνηση να εγκαταλείψει ακόμα και τα ελάχιστα που έταξε προεκλογικά για να κλέψει ψήφους.
Στην ίδια λογική, αξιοποιεί και τις θέσεις των δανειστών για τις ομαδικές απολύσεις και το ύψος των μισθών στην Ελλάδα. Για παράδειγμα, ο Γ. Βαρουφάκης αποκάλυψε τις προάλλες ότι οι εταίροι ζητούν τη μείωση των μισθών και στο Δημόσιο στα 700 ευρώ. Τα κυβερνητικά στελέχη καμώνονται ότι «πέφτουν από τον ουρανό» με την «αδιαλλαξία» που δείχνουν οι δανειστές, όταν την ίδια στιγμή εκθειάζουν το «ευρωπαϊκό κεκτημένο» και τα «υψηλά πρότυπα» στις εργασιακές σχέσεις, που δήθεν έχει κατακτήσει η Ευρωπαϊκή Ενωση!
Δείχνουν τα δόντια τους
Στην πραγματική ζωή, όμως, το κεφάλαιο δείχνει τα δόντια του. Συνδικάτα που αυτήν την περίοδο συναντούνται με τις εργοδοτικές οργανώσεις για την υπογραφή νέων Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, βρίσκουν απέναντί τους τη γνωστή αδιαλλαξία, αλλά και την αξίωση να ξεκινάει από το «μηδέν» η όποια συζήτηση.
Δηλαδή, οι εργοδότες το μόνο που αναγνωρίζουν είναι ο κατώτερος μισθός, που σήμερα διαμορφώνεται στα 586 ευρώ μεικτά. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι δεν αναγνωρίζουν τίποτα από τις προηγούμενες συμβάσεις, ούτε προϋπηρεσία, ούτε επιδόματα. Απαιτούν δουλειά ήλιο με ήλιο, απλήρωτη εργασία, στυγνή εκμετάλλευση μέχρις εσχάτων, για να θωρακίσουν την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία τους.
Κι αυτά ακούγονται από την εργοδοσία σε κλάδους όπως τα Τρόφιμα - Ποτά, όπου ο «τζίρος» 1.101 επιχειρήσεων απ' όλους τους υποκλάδους πλησίασε το 2012 τα 11 δισ. ευρώ, ενώ σε σχέση με το 2011 κατέγραψε άνοδο 2,1%!

ΙΑΠΩΝΙΑ Τόνωση στο κεφάλαιο με αναδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων

ΙΑΠΩΝΙΑ
Τόνωση στο κεφάλαιο με αναδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων

Ο Ιάπωνας πρωθυπουργός Σίνζο Aμπε
Ο Ιάπωνας πρωθυπουργός Σίνζο Aμπε
Υποχρεωτική μείωση των ωρών εργασίας στην Ιαπωνία; Τέτοια ρεπορτάζ εμφανίστηκαν πρόσφατα στον αστικό Τύπο. Σύμφωνα με την «Καθημερινή» 9/4/2015, «σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times αναφέρει πως ο οίκος συναλλαγών Itochu ευελπιστεί να προσελκύσει πτυχιούχους θεσπίζοντας ωράρια εργασίας που θα αρχίζουν αργότερα και θα λήγουν νωρίτερα. Παράλληλα, η βιομηχανία εκτυπωτών Ricoh απαγορεύει την εργασία μετά τις οκτώ το βράδυ, και η εταιρεία Fast Retailing, που διαχειρίζεται την αλυσίδα ειδών ένδυσης Uniqlo, σκοπεύει να εισαγάγει τετράωρη ημέρα εργασίας για όσους εργαζομένους ενδιαφέρονται για περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Στελέχη των εταιρειών επιμένουν, άλλωστε, πως ακόμη κι αν μειωθούν σημαντικά οι ώρες εργασίας, προτίθενται να πληρώνουν καλύτερα όσους εργαζομένους αποδίδουν περισσότερο. Οι ριζικές αλλαγές εντάσσονται στο πρόγραμμα του Ιάπωνα πρωθυπουργού για αλλαγή της αγοράς εργασίας και τόνωση της ανάπτυξης.
Στο σχέδιο αναδιάρθρωσης της ιαπωνικής αγοράς εργασίας εντάσσεται, άλλωστε, και η προτεραιότητα που έχει θέσει ο κ. Αμπε για αύξηση του αριθμού των εργαζόμενων γυναικών. Οπως αναφέρει άλλο ρεπορτάζ της ίδιας εφημερίδας, τα εξοντωτικά ωράρια μέχρι αργά το βράδυ και η παράδοση των νυχτερινών εξόδων με παρέες συναδέλφων λειτουργούν απαγορευτικά για τις περισσότερες γυναίκες, που αδυνατούν να συνδυάσουν την εργασία με τις οικογενειακές υποχρεώσεις.
Πολλές επιχειρήσεις σκοπεύουν να αμείβουν τους υπαλλήλους όχι βάσει των ωρών που απασχολούνται, αλλά βάσει της απόδοσής τους, επισημαίνουν οι FT».
Αναδιάρθρωση εργασιακών σχέσεων...
Τι φαίνεται από το συγκεκριμένο ρεπορτάζ; Επιδίωξη αναδιάρθρωσης των εργασιακών σχέσεων και μεγαλύτερη ευελιξία. Αλλά η ευελιξία στις εργασιακές σχέσεις είναι ένας παράγοντας αύξησης των κερδών τους. Δέλεαρ έχει το ότι θα είναι σε όφελος των εργαζομένων, αφού προσδοκά, λέει, να αμβλύνει συνέπειες από τη δουλειά ενός υπερβολικά μεγάλου ημερήσιου εργάσιμου χρόνου, από προβλήματα υγείας μέχρι και θανάτους.
Αλλά σύμφωνα με την αλλαγή στις αμοιβές, σημαίνει είτε λιγότερο μισθό, είτε αύξηση της εντατικοποίησης της δουλειάς, ως κίνητρο για μεγαλύτερο μισθό με μειωμένες ώρες εργασίας. Αυτό σημαίνει «αμοιβή με βάση την απόδοση των εργαζομένων και όχι τις ώρες εργασίας». Η μείωση των ωρών εργασίας και μάλιστα με νόμο, πρέπει να συνδυάζεται με διευθέτηση του χρόνου εργασίας και κατανομή του ανάλογα με τις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων. Ας μην ξεχνάμε ότι η ιαπωνική καπιταλιστική οικονομία βρίσκεται σε στασιμότητα. Αλλωστε, η αλλαγή της αγοράς εργασίας εντάσσεται στην τόνωση της ανάπτυξης, σύμφωνα με την κυβέρνηση.
...με πρώτα θύματα τις γυναίκες
Ταυτόχρονα, θέλει ευέλικτες εργασιακές σχέσεις για τις γυναίκες, ώστε να αυξηθεί η συμμετοχή τους στην παραγωγή (το χρειάζεται η καπιταλιστική οικονομία, γιατί αυτή η συμμετοχή αυξάνει την υπεραξία άρα και τα κέρδη, ενώ αποτελεί και μέσο συμπλήρωσης του εργατικού οικογενειακού εισοδήματος για να μην κάνουν οι καπιταλιστές αυξήσεις στους μισθούς, που ο Σ. Αμπε τους προτρέπει για 2% αύξηση), προωθώντας «εργασιακό μοντέλο» που να βολεύει το συνδυασμό εργασίας με οικογενειακές υποχρεώσεις, ώστε να μη φορτώνεται ο κρατικός προϋπολογισμός με δαπάνες, σε σχέση με μια σειρά κοινωνικές υποχρεώσεις που ο καπιταλισμός ανάγει τη λύση τους σε ατομικές - οικογενειακές, όπως τα παιδιά λόγω έλλειψης παιδικών σταθμών, ή η ενασχόληση με την τρίτη ηλικία.
Πολλά ζευγάρια αποφασίζουν να μην αποκτήσουν παιδιά λόγω της μεγάλης φορολογίας και των μικρών σχετικά μισθών που παραμένουν σταθεροί εδώ και χρόνια. Στην Ιαπωνία είναι δύσκολο για τη γυναίκα να κρατήσει τη δουλειά της ενώ έχει παιδί, αφού δεν υπάρχει κρατικό μέριμνα γι' αυτό, οπότε αρκετές επιλέγουν να μην κάνουν παιδιά για να συνεχίσουν να εργάζονται. Σύμφωνα με στοιχεία του 2012, το ποσοστό γονιμότητας βρίσκεται στα 1,39 παιδιά ανά γυναίκα. Επίσης, περισσότερα από 10 εκατομμύρια άτομα ηλικίας μεταξύ 20 και 34 συνεχίζουν να ζουν με τους γονείς τους. Δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά να παντρευτούν και να δημιουργήσουν οικογένεια.
Σύμφωνα με το «Associated Press» η 36χρονη Ερικο Σεκιγκούτσι θα μπορούσε να είναι περιζήτητη φίλη και σύντροφος. Ομως, επειδή ζει στην Ιαπωνία, εργάζεται πάνω από 14 ώρες την ημέρα σε μια σημαντική εμπορική εταιρεία, με επιπλέον πρωινές συναντήσεις πρωί και υπερωρίες, ενώ την υπόλοιπη μέρα επικοινωνεί διαδικτυακά με τους πελάτες. Η ίδια χρησιμοποίησε από τις συνολικά 20 πληρωμένες μέρες άδειας που δικαιούται, μόνο τις 8, κι αυτές επειδή είχε αρρωστήσει.
Σε άρθρο του Ιάπωνα πρωθυπουργού Σ. Αμπε στο «Bloomberg» που αναδημοσίευσαν «Τα Νέα» 27/4/2015, αναφέρεται σχετικά με την ένταξη των γυναικών στην εργασία: «Οταν ανέλαβα πρωθυπουργικά καθήκοντα το 2012 ήμουν αποφασισμένος να προαγάγω μια κοινωνία όπου όλες οι γυναίκες θα έχουν την ευκαιρία να λάμψουν. Η Ιαπωνία δεν μπορεί να ευημερήσει στον 21ο αιώνα εάν όλοι οι πολίτες της δεν αξιοποιήσουν πλήρως τις δυνατότητές τους. Τα τελευταία δύο χρόνια ο αριθμός των εργαζόμενων γυναικών έχει αυξηθεί κατά 800.000, ξεπερνώντας τα 27 εκ. Πρέπει να κάνουμε περισσότερα. Για να διατηρήσουμε περισσότερες γυναίκες στο εργατικό δυναμικό της Ιαπωνίας πρέπει να τους παράσχουμε μεγαλύτερη στήριξη έξω από τους χώρους εργασίας. Αυτή η ανάπτυξη είναι σημαντική εάν η Ιαπωνία θέλει να αντιμετωπίσει την πρόκληση πολλών ανεπτυγμένων χωρών: τη γήρανση του πληθυσμού και τη σημαντική μείωση των γεννήσεων».
Αρα η κοινωνική πολιτική για τις εργαζόμενες γυναίκες είναι μηδενική. Οι ευκαιρίες σημαίνουν ότι δε θα κάνουν παιδιά ή αν κάνουν δε θα μπορούν να δουλέψουν. Υπόσχεται παροχή στήριξης έξω από τη δουλειά (δε διευκρινίζει αν θα είναι κρατική), αλλά αν είναι κρατική εμποδίζεται στο μεγάλο κρατικό χρέος που πρέπει να αποπληρώνεται ή θα σημαίνει αύξηση φορολογίας. Αν εννοεί στήριξη από τις επιχειρήσεις, αυτό θα το περιμένουν οι γυναίκες στη Δευτέρα Παρουσία, αφού αντίκειται στην αύξηση της κερδοφορίας. Αυτά συνηγορούν στο ότι η λύση είναι η χρησιμοποίηση της γυναικείας εργασίας με ευέλικτες μορφές.
Ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και εργασιακή ανασφάλεια
Ποιες είναι οι εργασιακές συνθήκες στην Ιαπωνία; Το 22% των Ιαπώνων εργάζονται περισσότερες από 49 ώρες τη βδομάδα, σε σύγκριση με το 16% των Αμερικανών, και το 11% των Γάλλων και των Γερμανών. Αυτή η πραγματικότητα συνοδεύεται με την απροθυμία των ζευγαριών να κάνουν και να μεγαλώσουν παιδιά.
Οι επιχειρηματικοί όμιλοι είναι ιδιαίτερα απαιτητικοί ζητώντας από νεότερους υπαλλήλους να πραγματοποιούν μέχρι και 100 ώρες υπερωρία το μήνα.
Η δουλειά κυριολεκτικά μέχρι θανάτου είναι μια τραγωδία τόσο κοινή στην Ιαπωνία ώστε έχει επινοηθεί ένας όρος για αυτή, «Karoshi». Η κυβέρνηση εκτιμά ότι καταγράφονται περίπου 200 θάνατοι Karoshi ετησίως από αιτίες όπως η καρδιακή προσβολή ή η εγκεφαλική αιμορραγία μετά από πολλές ώρες εργασίας. Παράλληλα, υπάρχουν πολλές περιπτώσεις ψυχικής κατάθλιψης και αυτοκτονιών από υπερκόπωση που όμως δεν υπολογίζονται ως Κaroshi.
Ερευνα του υπουργείου Εργασίας της Ιαπωνίας το 2013 αποκάλυψε ότι οι εργαζόμενοι έπαιρναν μόνο 9 από τις 18,5 μέρες άδειας που δικαιούνται για διακοπές. Τις άλλες τις χαρίζουν στον εργοδότη. Μία άλλη δημοσκόπηση, της εφημερίδας «Japan Times» βρήκε ότι ένας στους έξι εργαζόμενους δεν παίρνει καθόλου άδεια μετ' αποδοχών.
Πώς πάει η κυβέρνηση να το αντιμετωπίσει; Δεν επιβάλλει να παίρνουν την άδειά τους οι εργαζόμενοι. Το ιαπωνικό κοινοβούλιο συζητά νόμο, σύμφωνα με τον οποίο θα είναι παράνομο να μην παίρνει κανείς τουλάχιστον πέντε μέρες άδεια όλο το χρόνο! Λες και πέντε μέρες άδεια θα αντιμετωπίσουν το «Karoshi».
Επίσης, οι Ιάπωνες εργαζόμενοι κάνουν πολλές και απλήρωτες υπερωρίες. H Ιαπωνία είναι μεταξύ των χωρών με τα μεγαλύτερα ποσοστά αυτοκτονιών στον κόσμο.
Βεβαίως, όλα τα παραπάνω τα αποδίδουν τάχα στην εργασιομανία των Ιαπώνων εργαζομένων, ενώ αποτελούν καθεστώς που έχουν επιβάλει τα μονοπώλια, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητά τους και οι εργαζόμενοι εξαναγκάζονται να υποκύψουν και λόγω εργασιακής ανασφάλειας.
Ολ' αυτά είναι ένα δείγμα της εργασιακής ζούγκλας της Ιαπωνίας.
«Δίκαιος μισθός σε δίκαιη εργάσιμη μέρα», ή «κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής»;
Πώς εκφράζεται η εργασιακή ανασφάλεια; Υπάρχουν σχέσεις εργασίας με μισθό και με ωρομίσθιο. Οι εργαζόμενοι που πληρώνονται με ωρομίσθιο έχουν αποδοχές 25% λιγότερες απ' αυτούς που πληρώνονται με μισθό. Φαίνεται ότι το ωρομίσθιο κυριαρχεί, γι' αυτό δουλεύουν πολλές ώρες. Ταυτόχρονα, ενώ οι μισθοί φαίνεται να αυξάνονται, ουσιαστικά μειώνονται. Ετσι, οι βασικοί μισθοί αυξήθηκαν κατά 0,4% τον Οκτώβρη του 2014 σε σχέση με ένα χρόνο πριν, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Υγείας, Εργασίας και Πρόνοιας. Αλλά τον ίδιο μήνα, ο τελευταίος για τον οποίο υπάρχουν στοιχεία, οι πραγματικοί μισθοί υποχώρησαν κατά 1,8% ετησίως. Η αύξηση του φόρου κατανάλωσης την 1η Απρίλη του 2014 αύξησε τις τιμές και οδήγησε σε μια άμεση πτώση τους πραγματικούς μισθούς, που σημαίνει ότι η πρόσφατη ανοδική τάση στους ονομαστικούς μισθούς, δεν έχει μεταφραστεί σε αυξημένους πραγματικούς μισθούς. Και αυτό μόνο το τελευταίο χρονικό διάστημα.
Να σημειώσουμε επίσης ότι αυτή η ονομαστική αύξηση μισθών, που δεν είναι πραγματική, έρχεται μετά από συνεχή πτώση τους στο διάστημα των τελευταίων δύο δεκαετιών.
Επομένως, ένας παράγοντας που ωθεί τους Ιάπωνες εργαζόμενους να δουλεύουν πολλές ώρες είναι ότι οι μισθοί δεν φτάνουν να καλύψουν στοιχειώδεις ανάγκες.
Την ίδια ώρα, στην εργασιακή ανασφάλεια επιδρά και η ανεργία. Ετσι το τελευταίο τρίμηνο του 2014, παρά τη μείωση της ανεργίας (ο αριθμός των απασχολούμενων μειώθηκε κατά 40.000 σε σχέση με το προηγούμενο έτος), ο αριθμός των εργαζομένων με μερική απασχόληση αυξήθηκε κατά 420.000, σύμφωνα με την ανακοίνωση του υπουργείου Εσωτερικών Υποθέσεων και Επικοινωνιών. Επιπλέον, ο αριθμός των νέων θέσεων εργασίας σημείωσε μείωση κατά 0,7% τον Αύγουστο σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. Μόνο που μερική απασχόληση σημαίνει και «μερικό» μισθό, δηλαδή ακόμη λιγότερο απ' αυτό που δε φτάνει να ικανοποιήσει στοιχειώδεις ανάγκες. Αρα η λεγόμενη εργασιομανία των Ιαπώνων εργαζομένων είναι η ανάγκη κάλυψης στοιχειωδών αναγκών τους.
Τέλος, γίνεται φανερό ότι η ιαπωνική κυβέρνηση προσαρμόζει τις εργασιακές σχέσεις στις σημερινές ανάγκες τόνωσης των κερδών των μονοπωλίων και όχι βεβαίως, για να ανακουφίσει τους εργαζόμενους. Αλλωστε, η πολύωρη δουλειά δε σημαίνει και ανάλογη απόδοση. Η αδυναμία αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης έχει αρνητικές επιπτώσεις στα κέρδη. Ακόμη και αν υπάρξει μικρή άμβλυνση στα βάσανα των εργατών αυτά θα συνεχίζονται. Αρκεί για την εργατική τάξη η διεκδίκηση σταθερού ημερήσιου εργάσιμου χρόνου , 8ωρου ή 7ωρου, και μισθού για ικανοποίηση όλων των σύγχρονων αναγκών; Ναι, δεμένο όμως με την πάλη για ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου. Μόνο τότε μπορεί να υπάρξουν κάποιες κατακτήσεις. Την Πρωτομαγιά του 1881 ο Ενγκελς έγραψε σε άρθρο του, ότι το σύνθημα των εργατών του Λονδίνου για «δίκαιο μισθό σε δίκαιη εργάσιμη μέρα», πρέπει να αντικατασταθεί από το σύνθημα «κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής». Σήμερα είναι υπερώριμο.

Μήνυμα με πολλούς αποδέκτες η επίθεση στο Κουμάνοβο

Μήνυμα με πολλούς αποδέκτες η επίθεση στο Κουμάνοβο
Ενώ στα Βαλκάνια φουντώνουν και πάλι οι ανταγωνισμοί για την Ενέργεια



Από εκδήλωση στα Σκόπια στη μνήμη των οκτώ αστυνομικών που σκοτώθηκαν στο Κουμάνοβο
Από εκδήλωση στα Σκόπια στη μνήμη των οκτώ αστυνομικών που σκοτώθηκαν στο Κουμάνοβο
Ορατή, για μια ακόμη φορά, στα Βαλκάνια γίνεται η απειλή αποσταθεροποίησης με την επαναφορά των εγκληματιών του ΟΥΤΣΕΚΑ σε δράση. Τα γεγονότα του περασμένου Σαββατοκύριακου στο Κουμάνοβο της Βορειοανατολικής ΠΓΔΜ με τους 22 νεκρούς και τους δεκάδες εκτοπισμένους αμάχους, απέδειξαν ότι οι βολικοί «παλιοί καλοί» αυτονομιστές δεν είναι καμένο χαρτί. Μπορούν να «αναβιώσουν», όποτε αυτό εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστικών κέντρων που τους δημιούργησαν (δυτικές μυστικές υπηρεσίες), κι ας έχουν περάσει 14 χρόνια από τις αποσταθεροποιητικές συγκρούσεις αυτονομιστών με το στρατό της ΠΓΔΜ.
Ο,τι ξέρουμε για την υπόθεση είναι όσα ανακοίνωσε η κεντροδεξιά κυβέρνηση του πρωθυπουργού της ΠΓΔΜ, Νίκολα Γκρούεφσκι. Σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις, οι δράστες ήταν περίπου 40 - 50 άτομα, εκ των οποίων 18 Κοσσοβάροι Αλβανοί, ένας Αλβανός που διαμένει στη Γερμανία και ορισμένοι Αλβανοί της ΠΓΔΜ. Ανάμεσά τους ήταν και πέντε πρώην διοικητές του ΟΥΤΣΕΚΑ, εκ των οποίων ένας ήταν καταζητούμενος από την ΙΝΤΕΡΠΟΛ. Το περίεργο είναι πως οι δράστες δεν φρόντισαν να κοινοποιήσουν κάποια «αιτήματα», όπως είχαν κάνει τον Απρίλη με την επίθεση σε μεθοριακό αστυνομικό τμήμα της ΠΓΔΜ.
Σε ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας με τους δράστες...
Ωστόσο, προχτές, αποκαλύφθηκε κάτι πιο ενδιαφέρον: Ο Αλί Αχμέτι, πρώην ηγέτης των αυτονομιστών του «Εθνικού Απελευθερωτικού Στρατού», που το 2001 πολεμούσε το στρατό της ΠΓΔΜ και τώρα στηρίζει την κυβέρνηση ως αρχηγός του μεγαλύτερου αλβανικού κόμματος, DUI, δήλωσε ότι από την αρχή των συγκρούσεων στο Κουμάνοβο βρισκόταν σε ανοικτή γραμμή επικοινωνίας, όταν του τηλεφώνησαν επικεφαλής των δραστών για να τους εξασφαλίσει «διάδρομο διαφυγής»! Ο Αχμέτι είπε ότι το απέρριψε και ότι τους έπεισε να παραδοθούν. Παραδέχθηκε ακόμη ότι βρισκόταν σε επικοινωνία με τους πρέσβεις των ΗΠΑ και χωρών της ΕΕ... Αν μη τι άλλο αυτό προδίδει ποιοι κινούν τα νήματα μιας νέας ανάφλεξης στα δυτικά Βαλκάνια, σε περίπτωση που δεν περάσουν οι απειλές και οι προσπάθειές τους για προώθηση των συμφερόντων των δυτικών μονοπωλίων στην περιοχή...
Διόλου τυχαία, η κρίση στο Κουμάνοβο εμφανίζεται σε μια περίοδο που ξεδιπλώνονται οι καταγγελίες της αξιωματικής σοσιαλδημοκρατικής αντιπολίτευσης (SDSM) στα Σκόπια για «διαφθορά και ανικανότητα» της κυβέρνησης Γκρούεφσκι μεταξύ άλλων και λόγω «αναστολής» της ενταξιακής διαδικασίας σε ΕΕ και ΝΑΤΟ. Αντίθετα, το αυτί της SDSM «δεν ιδρώνει» για το λαό που παραπαίει από τη φτώχεια...
Μολονότι κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ποιος βρίσκεται πίσω από την επίθεση στο Κουμάνοβο, δεν μπορεί να μην κάνει συλλογισμούς και συνειρμούς, με βάση τις πρόσφατες επεμβάσεις στην περιοχή και τους οξυμένους ενεργειακούς ανταγωνισμούς.
Εσωτερική «δουλειά»;
Ενα πρώτο, μάλλον αδύναμο σενάριο, θέλει τις συγκρούσεις στο Κουμάνοβο ως αποτέλεσμα «εσωτερικής» δουλειάς της κυβέρνησης Γκρούεφσκι, προκειμένου να «κρύψει» την αδυναμία της να ανταποκριθεί στις προσδοκίες της αστικής τάξης για ένταξη σε ΕΕ και ΝΑΤΟ. Αυτό το σενάριο υποστήριξε ο Φλόριαν Μπίεμπερ, βαλκανιολόγος στο αυστριακό πανεπιστήμιο Graz, που, μιλώντας στη «Γκάρντιαν» σημείωσε: «Αυτό δεν σημαίνει ότι (η επίθεση στο Κουμάνοβο) δεν ήταν τρομοκρατική επίθεση, αλλά ότι ίσως η κυβέρνηση έβαλε το χεράκι της. Ο μόνος που επωφελείται είναι το κυβερνών κόμμα VMRO-DPMNE».
Ο Μπίεμπερ προφανώς αναφερόταν στην (εδώ και ένα χρόνο) κρίση της κυβέρνησης με την αντιπολιτευόμενη SDSM, που απέχει από τη Βουλή (επειδή δεν αναγνωρίζει το εκλογικό αποτέλεσμα του 2014). Η SDSM ζητεί την παραίτηση της κυβέρνησης, με αφορμή τις καταγγελίες για τηλεφωνικές υποκλοπές πολιτικών και δημοσιογράφων από τις μυστικές υπηρεσίες για λογαριασμό του πρωθυπουργού. Ο ηγέτης της, Ζόραν Ζάεβ, έχει μάλιστα προγραμματίσει σήμερα μεγάλη συγκέντρωση διαμαρτυρίας στα Σκόπια με αίτημα τη διεξαγωγή εκλογών.
Στην υπόθεση ενεπλάκη και η Μαντλίν Ολμπράιτ, πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ επί κυβέρνησης Κλίντον και βομβαρδισμού της Σερβίας το 1999. Μιλώντας σε πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον, χαρακτήρισε «πολύ ανησυχητικές» τις συγκρούσεις στο Κουμάνοβο, σημειώνοντας ότι «χρειάζονται περισσότερες πληροφορίες για το ρόλο του Κοσσυφοπεδίου και για το τι κάνουν οι Ελληνες στην κατάσταση αυτή». Η Ολμπράιτ αναφερόταν στη διένεξη Αθήνας - Σκοπίων για το συνταγματικό όνομα της ΠΓΔΜ, κατηγορώντας την Αθήνα ότι φταίει για τη μη ένταξη των Σκοπίων σε ΕΕ και ΝΑΤΟ. Ισχυρίστηκε δε «πως το μόνο καλό που βγήκε από τον πόλεμο στο Κοσσυφοπέδιο είναι ότι σταματήσαμε να αποκαλούμε (τα Σκόπια) πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία...»
Η προειδοποίηση για ανταγωνιστικούς αγωγούς;
Αλλο, πιθανότερο, σενάριο θέλει τη νέα κρίση αποτέλεσμα των οξυμένων ενεργειακών ανταγωνισμών μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, με αφορμή τα ρωσικά σχέδια για τη δημιουργία του λεγόμενου Τουρκικού Αγωγού (Turkish Stream), με στόχο τον ανεφοδιασμό της Γηραιάς Ηπείρου με ρωσικό φυσικό αέριο από τη Μαύρη Θάλασσα στην Τουρκία και από εκεί στην Ελλάδα και πιθανώς στην κεντρική Ευρώπη μέσω Δυτικών Βαλκανίων. Δηλαδή, μέσω ΠΓΔΜ και Αλβανίας, οι αστικές τάξεις των οποίων είναι εδώ και χρόνια δεμένες στο άρμα των ΗΠΑ... Τι πιο βολικό να αποτραπούν αυτά τα σχέδια με μια νέα, «προειδοποιητική», σύγκρουση στο μαλακό υπογάστριο της Ευρώπης;
Δεν είναι τυχαίο ότι το τελευταίο δίμηνο, ο Αλβανός σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός Εντι Ράμα θέτει θέμα αναχάραξης των συνόρων στα Βαλκάνια, προκαλώντας πρόσφατα δυσφορία ακόμη και σε αξιωματούχους της ΕΕ όταν δήλωσε πως είναι «αναπόφευκτη» η ένωση της Αλβανίας με το Κοσσυφοπέδιο «εντός ή εκτός ΕΕ».
Αυτήν την εκδοχή υποστήριξε προχτές στο Βελιγράδι ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, που θεώρησε ότι οι συγκρούσεις στο Κουμάνοβο πηγάζουν από τη διάθεση των Σκοπίων να συμμετάσχουν στα σχέδια του ρωσικού Τουρκικού Αγωγού και την άρνησή τους να ευθυγραμμιστούν με την ΕΕ, επιβάλλοντας κυρώσεις στη Μόσχα.
Ενεργειακοί ανταγωνισμοί
Γεγονός είναι, πάντως, ότι ο λεγόμενος Τουρκικός Αγωγός είναι ανταγωνιστικός απέναντι στα δύο δίκτυα αγωγών που προωθούν οι ΗΠΑ στην περιοχή, με υποτιθέμενο στόχο την ενεργειακή «απεξάρτηση» της Ευρώπης από τη Ρωσία: Ανταγωνιστικός, αφενός, απέναντι στον αγωγό TAP, που προβλέπεται ότι θα μεταφέρει αζέρικο φυσικό αέριο και θα διέρχεται από την Τουρκία, την Ελλάδα, την Αλβανία και την Αδριατική Θάλασσα προτού καταλήξει στις ακτές της Νότιας Ιταλίας. Αφετέρου, απέναντι στον ελληνο-βουλγαρικό αγωγό IGB, υπέρ του οποίου επιχειρηματολόγησε προ ημερών στην Αθήνα και ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών αρμόδιος για διεθνή ενεργειακά θέματα, Εϊμος Χοκστάιν. Ο Χοκστάιν σημείωσε ότι ο αγωγός ΙGB μπορεί να επεκταθεί για τη μεταφορά φυσικού αερίου σε Αλβανία και Κροατία μέσω Ελλάδας, εκφράζοντας ξεκάθαρα την αντίθεσή του ακόμη και σε σκέψη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ για προώθηση των ρωσικών σχεδίων τουρκικού και ελληνικού αγωγού (Turkish - Greek Stream).
Οι οξυμένοι ενεργειακοί ανταγωνισμοί αντικατοπτρίζονται και πιο νότια, στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου π.χ. οι ΗΠΑ, σε συνεργασία με το Κατάρ, κάθε άλλο παρά έχουν ξεχάσει την ατζέντα για τον ανεφοδιασμό της Ευρώπης με φυσικό αέριο μέσω αγωγού που θα ξεκινά από το Κατάρ και θα φθάνει στη Μεσόγειο μέσω Τουρκίας και Συρίας. Μόνον που η τελευταία στέκεται «εμπόδιο», όσο παραμένει στην εξουσία ο Σύρος Πρόεδρος Μπασάρ Ασαντ. Γεγονός που εξηγεί, μεταξύ άλλων, τη στήριξη ΗΠΑ - Κατάρ - Τουρκίας στη «συριακή αντιπολίτευση».
Συνεπώς, η επίθεση μερικών δεκάδων ενόπλων στο Κουμάνοβο είναι μήνυμα με πολλούς αποδέκτες, πέρα από τα σύνορα της ΠΓΔΜ. Το ότι αυτή τη φορά οι δράστες της επίθεσης δεν είχαν καν «αιτήματα», έστω για τα μάτια του κόσμου, ίσως να μην είναι αποτέλεσμα επιπολαιότητας αλλά μάλλον απροκάλυπτο προειδοποιητικό χτύπημα προς «γνώση και συμμόρφωση».
Εξυπακούεται ότι από αυτούς τους σχεδιασμούς, μόνιμα χαμένοι είναι οι λαοί της περιοχής, οι οποίοι και πρέπει να είναι σε επαγρύπνηση για να ακυρώσουν, με την πάλη τους, μια νέα ιμπεριαλιστική επέμβαση.

Δέσποινα ΟΡΦΑΝΑΚΗ

ΡΩΣΙΑ - ΚΙΝΑ Ενισχύεται η συνεργασία τους στον ανταγωνισμό με άλλα κέντρα

ΡΩΣΙΑ - ΚΙΝΑ
Ενισχύεται η συνεργασία τους στον ανταγωνισμό με άλλα κέντρα
Οι πρόσφατες συμφωνίες δείχνουν την ισχυροποίηση που επιδιώκουν στην Ευρασία και όχι μόνο



Οι ηγέτες Κίνας και Ρωσίας
Οι ηγέτες Κίνας και Ρωσίας
Το πρόσφατο ταξίδι του Κινέζου Προέδρου Σι Τσινπίνγκ στη Μόσχα, στις 8-9 Μάη, με αφορμή τους εορτασμούς για την Αντιφασιστική Νίκη, ήταν μια ακόμα ευκαιρία για ισχυροποιηθεί ο λεγόμενος άξονας Ρωσίας - Κίνας, που ανταγωνίζεται στο σημερινό ιμπεριαλιστικό σύστημα τον ευρωατλαντικό άξονα ΗΠΑ, ΕΕ, ΝΑΤΟ και άλλων συμμάχων τους σε όλο τον κόσμο. Ταυτόχρονα και μέσα στους άξονες και τις συμμαχίες, ενυπάρχουν ανταγωνισμοί και αντιπαραθέσεις, διαφορετικές επιδιώξεις της κάθε ξεχωριστής αστικής τάξης, όπως φαίνεται ξεκάθαρα σε μια σειρά εστιών σύγκρουσης.
Αξίζει να θυμηθούμε ότι Ρωσία και Κίνα συμμετέχουν στην Οργάνωση για τη Συνεργασία της Σαγκάης (SCO), όπου συμμετέχουν επίσης Ουζμπεκιστάν, Καζακστάν, Κιργιστάν και Τατζικιστάν και ως «παρατηρητές» Ινδία, Αφγανιστάν, Πακιστάν, Μογγολία και Ιράν, ενώ ως «εταίροι σε διάλογο» Τουρκία, Λευκορωσία και Σρι Λάνκα. Επίσης, συμμετέχουν στους BRICS (μαζί με Βραζιλία, Ινδία και Νότια Αφρική), ενώ υπάρχει και το Συμβούλιο RIC (Ρωσία, Ινδία, Κίνα) και ταυτόχρονα η κάθε δύναμη αναπτύσσει σχέσεις με τις ΗΠΑ, την ΕΕ και άλλες διακρατικές ενώσεις σε όλες τις ηπείρους.
Συντονισμός σχεδίων
Για να έρθουμε στις ρωσο-κινεζικές σχέσεις, κεντρικό σημείο της συνάντησης του Κινέζου Προέδρου με το Ρώσο ομόλογό του, Βλαντιμίρ Πούτιν, των συμφωνιών που υπογράφτηκαν και της ισχυροποίησης των δεσμών των δύο χωρών, είναι η σύνδεση των βασικών σχεδίων τους, της Ρωσίας, της Ευρασιατικής Οικονομικής Ενωσης (ΕΟΕ) και των λεγόμενων «Δρόμων του Μεταξιού» της Κίνας. Η ΕΟΕ αποτελεί την προσπάθεια της ρωσικής αστικής τάξης να επανακτήσει για λογαριασμό της την αγορά που ορίζουν οι χώρες που ανήκαν στη δύναμη της πρώην Ενωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (προς το παρόν, στο σχέδιο συμμετέχουν η Λευκορωσία, το Καζακστάν και προσεγγίζει η Αρμενία και το Κιργιστάν). Οι «Δρόμοι του Μεταξιού» είναι οι παλιοί εμπορικοί δρόμοι που θα δώσουν τη δυνατότητα στα κινεζικά μονοπώλια να μεταφέρουν εμπορεύματα από την Ασία προς την Ευρώπη και άλλες ηπείρους, να κάνουν επενδύσεις, να κερδίσουν μερίδια αγορών, δημιουργώντας τις ανάλογες υποδομές, που σημαίνει κατασκευή δικτύων, δρόμων, λιμανιών, αποθηκών κλπ.
Πλήθος συμφωνιών
Οι πιο βασικές συμφωνίες που υπογράφτηκαν είναι οι εξής: Υπογραφή συμφωνίας που προβλέπει το άνοιγμα πιστωτικής γραμμής 6 δισ. γουάν (966,43 δισ. δολαρίων) μεταξύ της ρωσικής «Sberbank» και της Αναπτυξιακής Τράπεζας της Κίνας και της ρωσικής «Vnesheconombank» και της κινεζικής «Export-Import Bank», με επιπλέον επιδίωξη, όπως αναφέρεται, την αποφυγή διπλής φορολογίας για τις επιχειρήσεις που θα κάνουν χρήση και δραστηριοποιούνται στις δύο χώρες.
Ρωσία και η Κίνα θα επενδύσουν 1 τρισ. ρούβλια (19,7 δισ. δολάρια) στη σιδηροδρομική σύνδεση Μόσχας-Καζάν, ένα έργο που αναμένεται να ολοκληρωθεί έως το 2020.
Επίσης, υπογράφτηκε συμφωνία για την αμοιβαία λειτουργία του κινεζικού «Beidou» και του ρωσικού «GLONASS» (συστήματα πλοήγησης), η ανταλλαγή των δεδομένων και η συνεργασία για την εξασφάλιση της διεθνούς ασφάλειας πληροφοριών. Είναι, ουσιαστικά, απάντηση στα δυτικά δορυφορικά συστήματα, που, όπως επισημαίνεται, χρησιμοποιεί το ΝΑΤΟ και γι' αυτό επιβάλλεται η συνεργασία των συστημάτων των δύο χωρών.
Η Ρωσική «Gazprom» και η «China National Petroleum Corporation» υπέγραψαν συμφωνία σχετικά με τις βασικές προϋποθέσεις για την προμήθεια φυσικού αερίου από τη Ρωσία προς την Κίνα, μέσω της δυτικής οδού. Πρέπει να σημειώσουμε ότι είχε προηγηθεί το 2014 η μεγάλη συμφωνία 400 δισ. δολαρίων για την προμήθεια της Κίνας με φυσικό αέριο. Επίσης, υπογράφτηκε συμφωνία στον τομέα του χρυσού ανάμεσα στην «Polyus Zoloto» και «China National Gold Group Corporation».
Ακόμα, συμφωνία μεταξύ της ρωσικής «Rosseti» και της κινεζικής «Grid Corporation» για τη σύσταση κοινής επιχείρησης για την ανάπτυξη δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας, όπως και συμφωνία μεταξύ της «RusHydro» και της «Three Gorges Corporation» για υδροηλεκτρικά.
Συμφωνίες στον τομέα της βαριάς βιομηχανίας στα μεταλλεύματα, διαπεριφερειακή συνεργασία στον τομέα της ξυλείας, το εμπόριο, τη χρηματοδότηση και τις επενδύσεις, συνεργασία μεταξύ των «Roselektronika» και «ZTE Corporation», καθώς και μεταξύ των «Yug Energo», «China Export-Import Bank» και «China National Chemical Engineering Company». Συμφωνία στη ναυπήγηση πλοίων μεταξύ της «United Shipbuilding Corporation» και της «Huawei Technologies Co. Ltd». Μνημόνιο συνεργασίας στον επιστημονικό τομέα και την τεχνολογία.
Συνεργασία στον τομέα της γεωργίας
Συμφωνήθηκε η δημιουργία ρωσο-κινεζικού Επενδυτικού Ταμείου στη γεωργία και πιλοτικής ζώνης ελεύθερων συναλλαγών σε αγροτικά προϊόντα. Η συνεργασία θα εστιάσει στην καλλιέργεια εκτάσεων, στη διαχείρισή τους, στις τελωνειακές διαδικασίες, στις πωλήσεις και στη διαχείριση συστημάτων διανομής τροφίμων. Η πειραματική ζώνη θα γίνει στις αγροτικές περιφέρειες του Αμούρ και της Χεϊλογκτζιάνγκ, αντίστοιχα. Η κίνηση ειδικά αυτή κοντράρεται -όσο και αν οι επίσημες ανακοινώσεις το υποβαθμίζουν- με τα συμφέροντα των μονοπωλίων των ΗΠΑ, αφού αυτές ως τώρα καλύπτουν το 90% των αναγκών της Κίνας σε καλαμπόκι. Βεβαίως, το τελευταίο διάστημα, λόγω του γεννητικά τροποποιημένου καλαμποκιού από τις ΗΠΑ, έχουν δημιουργηθεί προβλήματα. Η συμφωνία με τη Ρωσία αποσκοπεί στο να διαφοροποιήσει η Κίνα τις πηγές προμήθειας των τροφίμων που χρειάζεται, ενώ για τη Ρωσία αποτελεί διέξοδο για την προώθηση των προϊόντων της, όπου αντιμετωπίζει προβλήματα, εξαιτίας των δυτικών κυρώσεων λόγω της κατάστασης στην Ουκρανία. Επιπλέον, η συμφωνία στη γεωργία και η υπό σύσταση πιλοτική ζώνη θα χρησιμοποιήσουν στις συναλλαγές τους την απευθείας ισοτιμία μεταξύ του ρωσικού ρουβλιού και του κινεζικού γουάν.
Η στρατιωτική συνεργασία διευρύνεται
Ξεχωριστό τμήμα, αλλά άμεσα αλληλένδετο, των συμφωνιών που υπογράφτηκαν, είναι η ενίσχυση της στρατιωτικής συνεργασίας. Ο αντιπρόεδρος της Κεντρικής Στρατιωτικής Επιτροπής της Κίνας, Φαν Τσανγκλόνγκ, συμφώνησε με το Ρώσο υπουργό Αμυνας Σεργκέι Σοϊγκού να ενισχύσουν τις στρατιωτικές ανταλλαγές. Αποφασίστηκε, συγκεκριμένα, εταιρείες των δύο χωρών να δημιουργήσουν το νέο υπερσύγχρονο βαρύ ελικόπτερο ως 38 τόνους με πολύμορφες χρήσης (μεταφορά ανθρώπων, εμπορευμάτων ως και 15 τόνους, κατάσβεση πυρκαγιών, πτήση σε οποιοδήποτε κλίμα). Ακόμα, από πέρσι είχε συμφωνηθεί η πώληση του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος S-400, για 3 δισεκατομμύρια δολάρια, καθώς και των νέων μαχητικών Σουχόι 35S. Ταυτόχρονα, δίνεται συνέχεια στα κοινά στρατιωτικά γυμνάσια.
Την περίοδο αυτή, στις 12 Μάη, ξεκίνησαν από το ρωσικό λιμάνι Νοβοροσίσκ στη Μαύρη Θάλασσα οι κοινές στρατιωτικές ασκήσεις στη Μεσόγειο έξι πολεμικών πλοίων της Ρωσίας και τριών της Κίνας, που θα διαρκέσουν ως τις 21 Μάη. Με την επωνυμία «Κοινή Θάλασσα 2015», οι ασκήσεις αυτές αποσκοπούν στο να στείλουν σαφή μήνυμα ότι Ρωσία και Κίνα θα υπερασπιστούν τα συμφέροντα των μονοπωλίων τους, σε κάθε περιοχή του πλανήτη και ειδικά στη Μεσόγειο, όπου ο φυσικός πλούτος και η γεωστρατηγική της σημασία προκαλεί το σφοδρό ανταγωνισμό με άλλες δυνάμεις.
Σύμφωνα, πάντως, με την επίσημη εκδοχή, οι ασκήσεις θα αφορούν, μεταξύ άλλων, ασκήσεις ανεφοδιασμού εν πλω, χρήσης αληθινών πυρών, συνοδείας πλοίων, θαλάσσιας άμυνας και την «προστασία της ναυσιπλοΐας».
Η συνεργασία δεν αναιρεί τον ανταγωνισμό
Η εμφανέστατη ενίσχυση της σινορωσικής συνεργασίας δεν πρέπει να θεωρείται ως κάτι αμετάβλητο, αφού ενυπάρχουν ανταγωνισμοί κυρίως για την κατάκτηση των ασιατικών αγορών. Οσο και αν οι ηγεσίες των δύο χωρών ομνύουν για την κατάργηση των εμπορικών συνόρων, στην πραγματικότητα, στο έδαφος του καπιταλισμού, η δίψα των μονοπωλίων για κέρδος έχει τη δική της δυναμική, ανεξάρτητα από τους ευφημισμούς που χρησιμοποιούνται περί «βιώσιμης» και «αρμονικής ανάπτυξης», «κοινωνικής οικονομίας της αγοράς», «συμπληρωματικότητας των διαφορετικών σχεδίων».
Οι νόμοι του καπιταλισμού είναι αμείλικτοι και η διαπάλη για μεγαλύτερο μερίδιο στη μοιρασιά δε σταματάει ποτέ. Και βέβαια, οι καπιταλιστές είτε τα βρίσκουν, είτε όταν οξυνθούν οι αντιθέσεις και μεγαλώνει η ανάγκη για ξεπέρασμα των κρίσεων υπερπαραγωγής και υπερσυσσώρευσης, μπορεί να επιλέγουν το δρόμο της σύγκρουσης, ακόμα και με στρατιωτικά μέσα, ώστε να επανατροφοδοτηθεί η καπιταλιστική ανάπτυξη. Οι λαοί έχουν πείρα.

Δημ.ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ

Το νευρωνικό αποτύπωμα της εξάρτησης

Το νευρωνικό αποτύπωμα της εξάρτησης



Οσο κι αν το θέμα της εξάρτησης έχει κοινωνική ρίζα και κοινωνική θα είναι η ουσιαστικότερη αντιμετώπισή του, όσο κι αν είναι απαραίτητη η ψυχολογική θωράκιση του ανθρώπου για να αποφύγει ή να ξεφύγει από την εξάρτηση και όχι ζήτημα λήψης απλώς κάποιου μαγικού φαρμάκου που την αντιμετωπίζει οριστικά, η κατανόηση του βιοχημικού μηχανισμού της εξάρτησης μπορεί να συμβάλει τόσο στη θεραπεία της, αλλά - όπως απρόσμενα αποδεικνύεται - και στην αποφυγή της.
Εδώ και δεκαετίες ήταν γνωστό στους επιστήμονες ότι οι κύριοι βιοχημικοί φορείς μετάδοσης σημάτων στον εγκέφαλο είναι οι νευροδιαβιβαστές, ουσίες που απελευθερώνονται στις συνάψεις ενός νευρώνα που πυροδοτεί. Αυτές οι ουσίες περνάνε το μικρό διάκενο των συνάψεων και συνδέονται με πρωτεΐνες στην επιφάνεια των νευρώνων που λαμβάνουν το σήμα του νευρώνα που ενεργοποιήθηκε. Αυτή η χημική αλληλεπίδραση επηρεάζει την ποσότητα των φορτισμένων ιόντων που αυτά τα γειτονικά κύτταρα επιτρέπουν να περάσει στο εσωτερικό τους, αλλά και την πιθανότητα να πυροδοτήσουν με τη σειρά τους.
Παρεκτροπές της ντοπαμίνης
Γρήγορα, επίσης, οι ερευνητές σύνδεσαν το νευροδιαβιβαστή ντοπαμίνη με το κέντρο ευχαρίστησης του εγκεφάλου και την εκδήλωση ψυχοκαταναγκαστικών συμπεριφορών (π.χ. ποντίκια που επανειλημμένως και μέχρι εξάντλησης πατούσαν ένα μοχλό στο κλουβί τους για να απελευθερωθούν αμφεταμίνες στο αίμα τους και να νιώσουν ευχάριστα). Οταν περιοριζόταν η διαθέσιμη ντοπαμίνη, οι συμπεριφορές αυτές αδυνάτιζαν ή εξαλείφονταν.
Στα μέσα της δεκαετίες του 1990, οι περισσότεροι ερευνητές που ασχολούνταν με το θέμα της εξάρτησης από ουσίες, αντιλήφθηκαν ότι ο ρόλος του νευροδιαβιβαστή ντοπαμίνη είναι πολύ πιο σύνθετος. Δεν πρόκειται απλά για το «χυμό» της ευχαρίστησης. Η ντοπαμίνη λειτουργεί ως σήμα εκμάθησης, που βοηθά τα ζώα να θυμούνται ευχάριστες εμπειρίες και να αναπτύσσουν την επιθυμία να τις επαναλάβουν. Αλλά αυτό το σήμα εκτροχιάζεται με κάποιον τρόπο στην περίπτωση της εξάρτησης. Η έρευνα έδειξε επίσης ότι η ντοπαμίνη είναι απαραίτητη, ώστε οι αρουραίοι - πειραματόζωα να θυμούνται και δυσάρεστες αναμνήσεις, όπως ηλεκτρικά σοκ. Οποτε ένα ζώο υποβάλλεται σε κάποιο έντονο ερέθισμα, που αξίζει να το θυμάται για τον ένα ή τον άλλο λόγο, ντοπαμίνη απελευθερώνεται μέσα στον εγκέφαλο.
Για να κατανοήσουν τις παρεκτροπές της ντοπαμίνης, οι ερευνητές μελέτησαν τη λειτουργία της σε κανονική εκμάθηση και απομνημόνευση, χωρίς την παρουσία εξαρτησιογόνων. Το κλειδί ήταν στον τρόπο που τα σήματα περνάνε από τον ένα νευρώνα στον άλλο. Ενας νευρώνας πυροδοτεί (ηλεκτρικό παλμό) μόνο όταν η αναλογία θετικών προς αρνητικά ιόντα στο εσωτερικό του ξεπεράσει ένα ορισμένο επίπεδο. Για να συμβεί αυτό, εκατομμύρια μικροσκοπικά φορτισμένα ιόντα πρέπει να διαπεράσουν την κυτταρική μεμβράνη μέσα από εξειδικευμένες πρωτεΐνες - πύλες που βρίσκονται στην επιφάνειά της. Μια χημική ουσία, το γλουταμινικό, ελέγχει τη λειτουργία αυτών των πρωτεϊνών, από τις οποίες αποδείχτηκε ότι οι πιο σημαντικές είναι η AMPA και η NMDA.
Πύλες
Η AMPA ανοίγει οποτεδήποτε συνδεθεί μαζί της το γλουταμινικό, αλλά η NMDA ανοίγει μόνο από το ένα άκρο. Το άλλο άκρο φράσσεται από ένα ιόν μαγνησίου, που αποσυνδέεται προσωρινά και ανοίγει τη δίοδο μόνο όταν πυροδοτεί ο νευρώνας. Τότε, τα ιόντα ασβεστίου που δε χωράνε να περάσουν από την AMPA, πλημμυρίζουν το εσωτερικό του νευρώνα, πυροδοτώντας μια σειρά διεργασιών που έχουν ως αποτέλεσμα τη μακροχρόνια ενίσχυση της νευρωνικής οδού, δηλαδή την ενίσχυση των συνάψεων με τα γειτονικά κύτταρα. Παρενέργεια είναι η αύξηση του αριθμού των πυλών AMPA στην επιφάνεια των συνάψεων, που έτσι γίνονται πιο ευαίσθητες στο γλουταμινικό.
Οι ερευνητές άρχισαν να σκέφτονται μήπως παρόμοιοι μηχανισμοί σχετίζονται με την εξάρτηση. Σε πείραμα το 2001, οι ερευνητές εισήγαγαν κοκαΐνη στο αίμα αρουραίων με αποτέλεσμα τη μαζική απελευθέρωση ντοπαμίνης από τους νευρώνες. Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η αρχική αύξηση της δραστηριότητας των νευρώνων που παράγουν ντοπαμίνη, τους έκανε δυο φορές πιο ευαίσθητους σε επιπρόσθετους ερεθισμούς από γειτονικούς νευρώνες, επί πολλές μέρες μετά την εξαφάνιση και του τελευταίου μορίου κοκαΐνης από τον οργανισμό. Μόνο 10 μέρες αργότερα χάθηκαν όλα τα ίχνη μεγαλύτερης ευαισθησίας. Αντίθετα, όταν εισήγαγαν στα πειραματόζωα κοκαΐνη, αφού πρώτα είχαν μπλοκάρει τους υποδοχείς NMDA στις νευρωνικές συνάψεις, οι νευρώνες δεν έδειξαν να ευαισθητοποιούνται σε ερεθισμούς από γειτονικά κύτταρα.
«Αεροπειρατεία» του μηχανισμού εκμάθησης
Ηταν η πρώτη απόδειξη ότι αρκεί μόνο μια χρήση κοκαΐνης, έτσι «για δοκιμή», για να υποκλέψει αυτή η ισχυρή ψυχοτρόπος ουσία το μηχανισμό, που βρίσκεται στα θεμέλια της απομνημόνευσης και της εκμάθησης: Το μηχανισμό της ενίσχυσης των συνάψεων μεταξύ των νευρώνων.
Οι μελέτες έδειξαν ότι οι αλλαγές στην περιοχή παραγωγής ντοπαμίνης στον εγκέφαλο, την κοιλιακή καλυπτήρια περιοχή, δεν είναι μόνο κρίσιμες για την ανάπτυξη της εξάρτησης, αλλά ταυτόχρονα πυροδοτούν μια ακολουθία βιολογικών διεργασιών, που έχουν ως αποτέλεσμα μόνιμες αλλαγές σε μια άλλη εγκεφαλική περιοχή, τον επικλινή πυρήνα, που σχετίζεται στενά με τις επιθυμίες και τη στοχοπροσηλωμένη συμπεριφορά. Αυτές οι αλλαγές, σε μια κρίσιμης σημασίας περιοχή του εγκεφάλου, ίσως βοηθούν να εξηγηθεί γιατί οι εξαρτημένοι χάνουν το ενδιαφέρον για τις συνήθεις ανταμοιβές - ικανοποιήσεις. Η εξάρτηση προκαλεί αλλαγές και σε άλλες περιοχές του εγκεφάλου, όπως ο φλοιός και το μεταιχμιακό σύστημα, που ελέγχει τα βασικά συναισθήματα (φόβος, θυμός, ευχαρίστηση), τις ορμές και τα ένστικτα.
Για τις υποτροπές
Οι επιστήμονες προσπάθησαν να δώσουν εξήγηση και στο ζήτημα της επαναλαμβανόμενης υποτροπής, που μπορεί να συμβεί ακόμα και σε όσους έχουν κάθε πρόθεση να απεξαρτηθούν μόνιμα. Σε πειράματα με κοκαϊνομανή ποντίκια διαπίστωσαν ότι η στέρηση γινόταν πιο ισχυρή όσο περνούσε ο χρόνος με αποκορύφωμα τους τρεις μήνες μετά τη διακοπή του ναρκωτικού. Ακόμα και έξι μήνες μετά, η στέρηση ήταν πιο ισχυρή απ' ό,τι την επόμενη μέρα της διακοπής.
Εξετάζοντας τον εγκεφαλικό ιστό αυτών των ποντικιών, διαπίστωσαν ότι υπήρχε άμεση συσχέτιση ανάμεσα στην ένταση της στέρησης και στον αριθμό των μη κανονικών πυλών AMPA στην επιφάνεια των συνάψεων. Από αυτές τις πρωτεΐνες έλειπε ένα σημαντικό τμήμα, το GluA2, με αποτέλεσμα να αλλάζει το σχήμα τους και να επιτρέπουν την είσοδο των ιόντων ασβεστίου στο κύτταρο. Οταν τα ζώα έβλεπαν το χαρακτηριστικό που είχαν συσχετίσει με την κοκαΐνη και απελευθερωνόταν γλουταμινικό, οι νευρώνες αντιδρούσαν έντονα και τα ποντίκια έδειχναν ισχυρά συμπτώματα στέρησης. Τα ελαττωματικά μόρια AMPA τροποποιούσαν εντελώς τη φυσική διαδικασία εισόδου των ιόντων ασβεστίου, που κανονικά γίνεται αποκλειστικά μέσω των πυλών NMDA και επιδρούσαν ακριβώς στις πρωτόγονες περιοχές του εγκεφάλου, όπου εδράζονται οι επιθυμίες και οι ορμές. Η καταστολή των αντικανονικών AMPA με ένα φάρμακο, που δοκίμασαν οι επιστήμονες, περιόριζε μεν το αίσθημα στέρησης, αλλά μόνο προσωρινά.
Κάποιες ερευνητικές ομάδες αναζητούν τώρα τρόπους αφαίρεσης των αντικανονικών AMPA. Για τα ποντίκια μπορεί να μην υπάρχουν πολλές ελπίδες στο ζήτημα της υποτροπής, αλλά οι άνθρωποι δεν είναι ποντίκια. Μπορούν πρώτα και κύρια εξαρχής να αποφύγουν τη χρήση ναρκωτικών. Οσοι δεν το πετύχουν, αλλά με τη βοήθεια των θεραπευτικών κοινοτήτων και τη συμπαράσταση συγγενών και φίλων καταφέρουν να απεξαρτηθούν, μπορούν να παλέψουν για να γίνουν πιο δυνατοί από πριν και να μην ξανακυλήσουν. Μαζί με τους υπόλοιπους να αγωνιστούν για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση, μια κοινωνία που δε θα σπρώχνει στα ναρκωτικά για να εξασφαλίζει ναρκωμένες συνειδήσεις, πειθήνιους εκμεταλλευόμενους.

Επιμέλεια:
Σταύρος ΞΕΝΙΚΟΥΔΑΚΗΣ
Πηγή: «Discover»

TOP READ