14 Ιαν 2021

Διαιρέσεις... και αγωνίες

 


 Ο «τραμπισμός» και ο «νεοφιλελευθερισμός» είναι οι
λέξεις με την πιο συχνή εμφάνιση στις αστικές αναλύσεις που αντιπαρατίθενται με αφορμή τις εξελίξεις στις ΗΠΑ.

 Οι μεν περιγράφουν τον «τραμπισμό» ως το πολιτικό υπόβαθρο των κάθε λογής λαϊκιστών, «αριστερών» και «δεξιών», που με τον δήθεν «αντισυστημισμό» τους οξύνουν υπαρκτές κοινωνικές και πολιτικές διαιρέσεις, βάζοντας σε κίνδυνο τη δημοκρατία. 

Οι δε παρουσιάζουν τη «νεοφιλελεύθερη» διαχείριση ως την πηγή μεγάλων απειλών, επειδή οξύνει τη φτώχεια και τις κοινωνικές αντιθέσεις, δίνοντας χώρο στην ακροδεξιά, που είναι τελικά ο μεγαλύτερος εχθρός της δημοκρατίας.

 

Η λύση για τους πρώτους είναι «να ηττηθεί ο τραμπισμός», δηλαδή ο λαϊκισμός στις ΗΠΑ και στην ΕΕ.

Για τους δεύτερους, να μεταρρυθμιστεί ο καπιταλισμός σε πιο προοδευτική κατεύθυνση, να γίνει πιο δίκαιος, ώστε να μην βρίσκει έδαφος η ακροδεξιά να απειλεί τη δημοκρατία στον «δυτικό» κόσμο. 

Οι αναλύσεις και των μεν και των δε κρύβουν τη βαθιά ενδοαστική διαίρεση και διαπάλη που υπάρχει στο εσωτερικό των ΗΠΑ, με το εξής βασικό διακύβευμα: Με ποια πολιτική στο εσωτερικό και στο εξωτερικό της χώρας, με ποιες αναπροσαρμογές στις διεθνείς συμμαχίες θα καταφέρει η αστική τάξη της χώρας να διασώσει την πρωτοκαθεδρία της στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, που απειλείται από την αλματώδη οικονομική και στρατιωτική άνοδο της Κίνας, αλλά και από τον ενισχυμένο ρόλο της Ρωσίας διεθνώς;

Σε όλες τις εκδοχές τους, οι διάφορες παραλλαγές της αστικής πολιτικής που συγκρούονται και στις ΗΠΑ, έχουν ως προϋπόθεση (και αποτέλεσμα) το «μάτωμα» του λαού στο εσωτερικό και την όξυνση των ανταγωνισμών διεθνώς. 

Είναι δηλαδή από χέρι αντιλαϊκές, όπως έχει αποδειχτεί με αφορμή και την προηγούμενη καπιταλιστική κρίση. Εκεί συναντιούνται επομένως «αντι-λαϊκιστές» και «αντι-νεοφιλελεύθεροι», είναι κοινή τους η αγωνία για τη θωράκιση της αστικής δημοκρατίας, της δικτατορίας του κεφαλαίου, την οποία αποθεώνουν εξίσου και ανησυχούν για τη μακροημέρευσή της, σε μια περίοδο μάλιστα που γίνονται φανερά τα αδιέξοδα του σάπιου καπιταλισμού. 

Την ίδια αγωνία δείχνουν όμως και διάφορες δυνάμεις του οπορτουνισμού, που προειδοποιούν για τον «ακροδεξιό κίνδυνο», στο έδαφος της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης, όπως ακριβώς κάνει και η σοσιαλδημοκρατία. 

Στην πραγματικότητα, ποτίζουν το δέντρο μιας πιο «προοδευτικής» τάχα διαχείρισης του καπιταλισμού, αναμοχλεύοντας τις αυταπάτες που καλλιεργούσαν στη συνείδηση ενός πιο ριζοσπαστικού κόσμου και την περίοδο της κυβερνητικής εναλλαγής από τους ΝΔ - ΠΑΣΟΚ στον ΣΥΡΙΖΑ. 

Περνώντας από τέτοιες συμπληγάδες, ο λαός μπορεί με αφορμή και τις εξελίξεις στις ΗΠΑ να δει πιο καθαρά την πραγματικότητα που αποκαλύπτεται τώρα μπροστά του: Οτι θα βγαίνει πάντα χαμένος, όσο γίνεται «ουρά» της αστικής αντιπαράθεσης, σε όλες τις εκδοχές...

Πηγή 


ΟΠΩΣ ΑΜΕΡΙΚΗ

 


 

Κλειδωμένοι στα σπίτια τους  οι κάτοικοι των αστικών δυτικών δημοκρατιών παρακολουθούσαν πριν λίγες ημέρες, σε απευθείας σύνδεση, την εισβολή των οπαδών του προέδρου Ντ. Τράμπ στο Καπιτώλιο, στην πρωτεύουσα των ΗΠΑ, συμμεριζόμενοι τους θρήνους  των ΜΜΕ για τον κίνδυνο που απείλησε τη μεγάλη δημοκρατική χώρα. Κι έκτοτε στοχοποιείται ο απερχόμενος πρόεδρος πως προκάλεσε, με τη ρητορική του που ενστάλαξε μια αίσθηση επικείμενης καταστροφής, τη βίαιη επίθεση στο κτίριο του Καπιτωλίου, η οποία άφησε πέντε νεκρούς και μια ανεξίτηλη ουλή στο αμερικανικό πολίτευμα.

           Ο Ντ. Τραμπ με τις επαναλαμβανόμενες ασαφείς αναφορές του σε ένα ευρύ φάσμα κακόβουλων εχθρών, με εμπρηστικό λόγο που ενίσχυε  την  πίστη σε  ισχυρές αλλά μη ειδικές απειλές και σε συνωμοτικούς ισχυρισμούς προσπάθησε να ελέγξει και να κατευθύνει όλη αυτή την απογοήτευση και απόγνωση ανθρώπων που η κυρίαρχη πολιτική τάξη πραγμάτων διέψευσε την υπόσχεσή της για πραγματοποίηση του αμερικανικού ονείρου, εξυπηρετώντας το αμερικανικό πολιτικό σύστημα. Εξάλλου φαίνεται πως ο  δημαγωγικός τρόπος που ο πρόεδρος πολιτευόταν πέρα από όλα τα άλλα ήταν και το κριτήριο για να επιλεχτεί από το ρεπουμπλικανικό κόμμα. Κι έτσι τώρα,  αν μοιάζει όλοι οι αξιωματούχοι  ν’ ανησυχούν για το επικίνδυνο παράδειγμα ενός όχλου που μπορεί να μη σέβεται το αμερικανικό πολίτευμα, στοχεύοντας σε κέντρα εξουσίας που αποδεικνύεται η υπεράσπισή τους αδύναμη, την ίδια στιγμή όμως μπορούν εφεξής να δικαιολογήσουν οποιαδήποτε αυταρχικότητα και περιορισμό δικαιωμάτων για την υπεράσπισή του
       Η απορία για την αδυναμία των δυνάμεων ασφαλείας να εμποδίσουν τους εισβολείς, όταν μάλιστα ήταν εμφανής η απειλή, παρόλο που είναι σίγουρο πως η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει σαφώς δυνάμεις στη διάθεσή της για να υπερασπιστεί βασικούς κυβερνητικούς τόπους, θα παραμένει αν τα γεγονότα στο Καπιτώλιο θεωρηθούν  απλώς μια παρέκκλιση, αποκλειστικά συνδεδεμένα με τον Τραμπ και την περίεργη προσωπικότητά του.
Οι ΗΠΑ ήταν η μεγάλη χώρα στην οποία κανείς δεν πίστευε πως θα μπορούσαν να υπάρξουν αυτές οι αδιανόητες και επικίνδυνες σκηνές που ξετυλίχτηκαν στην Ουάσινγκτον. Οι εικόνες των εισβολέων που σχεδόν χωρίς εμπόδιο εισβάλλουν στο συμβολικό κέντρο εξουσίας των ΗΠΑ μέχρι τώρα μπορούσαν να υπάρξουν μόνο σε ταινίες δράσης. Και μάλιστα στην πραγματικότητά  αυτοί οι βίαιοι όχλοι που παρεμποδίζουν τις νόμιμες εκλογικές διαδικασίες μπορούσαν να εμφανιστούν μόνο σε μακρινά μέρη που κατηγορούνταν για τους εύθραυστους δημοκρατικούς θεσμούς, τους οποίους πολλές φορές οι ΗΠΑ ήταν πρόθυμοι να …ενισχύσουν με τις δικές τους  στρατιωτικές ή πολιτικές επεμβάσεις. Η αντίληψη πως οι δημοκρατικές διαδικασίες στην ΗΠΑ δεν απειλούνται, έστω και σε ένα συμβολικό επίπεδο, έχει καταρρεύσει. Μοιάζει λοιπόν οι ΗΠΑ να εκπίπτουν προς την κατεύθυνση ενός  πολιτικά εύθραυστου κράτους, που επειδή υπάρχει ο φόβος για δημιουργία ενός ανεκτικού περιβάλλοντος ευεπίφορου σε εκδηλώσεις βίας  θα μπορεί να προκρίνεται η περιστολή ελευθεριών, για υπεράσπιση της …δημοκρατίας, που αυτό έχει τη δύναμη να το κάνει. Οι φωτογραφίες με στρατιώτες της  εθνοφρουράς εγκαταστημένους στο Καπιτώλιο εικονογραφούν το νέο είδος στρατιωτικής δημοκρατίας.
Ήδη τα γεγονότα στο Καπιτώλιο αποτελούν μια πολύ βολική αφορμή για  να δικαιολογείται η κατάργηση δικαιωμάτων έκφρασης και απορρήτου.  Μεγάλα κοινωνικά δίκτυα ανέστειλαν τους λογαριασμούς του προέδρου, με την κατηγορία ότι πυροδότησαν βία. Ένα άνευ προηγουμένου μέτρο, μια  μοναδική λογοκρισία στην ιστορία των κοινωνικών δικτύων. Κι ενώ   οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης διακηρύττουν συνεχώς την ουδετερότητά τους, πάντα με τη δικαιολόγηση της κοινωνικής πίεσης αναγνωρίζουν σταδιακά την ευθύνη τους, παρακολουθώντας ή προσθέτοντας προειδοποιητικά μηνύματα σε προκατειλημμένο ή αντιδημοκρατικό περιεχόμενο. Και οι χρήστες τους το αποδέχονται, ζητώντας μάλιστα περισσότερη λογοκρισία, πιστεύοντας, με τον τρόπο που έχει σχεδιαστεί αυτή η λογοκρισία, ότι τους ωφελεί ή είναι απαραίτητη για να μας κρατά ασφαλείς. Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις θέτουν λοιπόν κανόνες κοινωνικής συμπεριφοράς, ξεκινώντας την εφαρμογή τους από  πασιφανώς κατακριτέες περιπτώσεις, μέχρις ότου δεν θα χρειάζονται καμιά δικαιολογία για να το κάνουν.  Και του Ντ. Τραμπ είναι μια κραυγαλέα περίπτωση που δικαιώνει τη λογοκρισία. Έτσι  με τη δικαιολογία των  καθημερινών υπερβολών του αμερικανού προέδρου σκλήρυναν τους κανόνες του παιχνιδιού, και το Facebook και το Twitter ανέλαβαν δράση για να απαγορεύσουν στο Trump να πατά κουμπιά και να στέλνει  επικίνδυνα μηνύματα στα  κοινωνικά  μέσα, ενώ  εξακολουθεί να έχει πρόσβαση στο κουμπί που εκκινεί πυρηνικά όπλα.
Και οι χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ξεχνάνε πως πια θα είναι θέμα χρόνου ν’ αρχίσουν να λογοκρίνονται εύκολα τα μέσα ενημέρωσης και οι σχολιαστές που συγκρούονται με τον κυρίαρχο λόγο. Κι αν φαίνεται πως είναι η αυταρχικότητα και ο λαϊκισμός ενός Τραμπ που αποδοκιμάζεται, είναι περισσότερο για να αποδεχτούμε την λογοκρισία και κάθε είδους καταστολή. Η καταστρατήγηση του απορρήτου και της ελευθερίας πραγματοποιείται σε κοινή θέα, εναντίον ενός γνωστού και κατακριτέου  στόχο, που δεν αφήνει περιθώρια για μια εύλογη άρνηση. Τα αστικά δημοκρατικά δικαιώματα συρρικνώνονται.
Αυτή η σταδιακή διάβρωση των δημοκρατικών δικαιωμάτων ξεκίνησε εδώ και πάνω από είκοσι χρόνια. Η κρίση που δημιουργήθηκε από την επίθεση στους δίδυμους πύργους, μεταμορφώθηκε σε ευκαιρία για καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του περιορισμού πολλών από αυτά. Με τον ίδιο τρόπο θα χρησιμοποιηθεί και το επεισόδιο στο Καπιτώλιο, είτε σκόπιμο είτε όχι, για να έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα για την άρχουσα τάξη. Όπως χρησιμοποιείται και η διαχείριση της αντιμετώπισης της πανδημίας για την εξυπηρέτηση των καπιταλιστικών συμφερόντων. Σ’ αυτό  το πλαίσιο, το   lockdown, για παράδειγμα, είναι μια ιδανική ευκαιρία για τους μεγάλους καπιταλιστές και τους κρατικούς διαμεσολαβητές τους να συντρίψουν τους εργαζόμενους και να επεκτείνουν τα μονοπώλια,   με  τα δυτικά κράτη να περιορίζουν μόνιμα τις δημοκρατικές ελευθερίες που αποτελούν εμπόδια στην κυριαρχία τους.
Και όλα αυτά γίνονται ανοιχτά, μπροστά στα μάτια μας. Ο φόβος και η ασφάλεια χρησιμοποιούνται με τέτοιο τρόπο που η επανεκκίνηση της  παγκόσμιας οικονομίας να γίνει μόνο προς όφελος της κυρίαρχης τάξης, ισοπεδώνοντας τους εργαζόμενους. Ο στόχος της παγκόσμιας άρχουσας τάξης είναι να επαναπροσδιορίσει τον παγκόσμιο καπιταλισμό ενεργοποιώντας εθνικά κράτη, κυβερνήσεις, διεθνείς οργανισμούς, χωρίς σαφείς γραμμές μεταξύ κρατικών και μη κρατικών φορέων, συγκεντρώνοντας τον πλούτο στα χέρια των μεγαλύτερων εταιρειών και μονοπωλίων. Και οι απογοητεύσεις και η απελπισία των εργαζομένων διοχετεύεται σκοπίμως και συστηματικώς σε φασίζοντες ατραπούς που ευνοούν τα σχέδια της άρχουσας τάξης. Γι’ αυτό και ο υφέρπων φασισμός γίνεται συν τω χρόνω τρόπος ζωής, για να εξουδετερώσει τον κομμουνιστικό λόγο της χειραφέτησης της εργατικής τάξης.

Το πραγματικό «οχυρό ζωής»


Το κυβερνητικό «αφήγημα» πως «κάναμε ό,τι ήταν δυνατό» για την αντιμετώπιση της πανδημίας, που αναμασούν με κάθε αφορμή τα στελέχη της, «σκοντάφτει»: Στους 5.500 νεκρούς (άγνωστο πόσοι απ' αυτούς πέθαναν εκτός ΜΕΘ και θα μπορούσαν ίσως να σωθούν). Στους εξουθενωμένους, «δαρμένους και γδαρμένους» υγειονομικούς. Στο κυνηγητό που εξαπολύεται κάθε τρεις και λίγο σε βάρος του δαχτυλοδειχτούμενου λαού, ο οποίος τηρεί τα αναγκαία μέτρα για να προφυλάξει την υγεία του, «λούζεται» όμως καθημερινά την απουσία κάθε κρατικής ευθύνης για τη θωράκιση του συστήματος Υγείας, για τη λήψη ουσιαστικών μέτρων προστασίας εκεί που εντοπίζεται η εστία του προβλήματος, στους μεγάλους χώρους δουλειάς.

Σε λίγες μέρες κλείνει ένας χρόνος από την έναρξη της πανδημίας στη χώρα μας, που «είναι θωρακισμένη, το ίδιο και το δημόσιο σύστημα Υγείας», όπως προπαγάνδιζε από πέρυσι το Φλεβάρη η κυβέρνηση. Ομως, η άθλια κατάσταση στο σύστημα Υγείας και οι οξυμένες συνέπειες της διαχρονικής πολιτικής που αντιμετωπίζει ως «κόστος» την προστασία της υγείας, ακόμα και της ζωής του λαού, δεν άργησαν να φανερωθούν σε όλη τους την έκταση. Κι αντί η κυβέρνηση να πάρει ουσιαστικά μέτρα, όπως διεκδικούσαν υγειονομικοί, συνδικάτα και φορείς, επικαλούνταν μονότονα και προκλητικά την ατομική ευθύνη, για να κρύψει τις δικές της τεράστιες και εγκληματικές ευθύνες.

* * *

Ακόμη και σήμερα, μπροστά στον κίνδυνο ενός τρίτου κύματος, με το μέτρημα των ελλείψεων στα νοσοκομεία να έχει χαθεί, τις ΜΕΘ να παραμένουν στην ...εντατική, το lockdown να αποφασίζεται ως «φιλί της ζωής» στο φρακαρισμένο δημόσιο σύστημα Υγείας, ο εμβολιασμός να γίνεται με το σταγονόμετρο και η φαρμακοεπαγρύπνηση να διαρκεί όσο και το τσίμπημα της βελόνας, η κυβέρνηση αναμασά τα ίδια ξεθωριασμένα ψέματα.

Μιλάει για «7.000 προσλήψεις», όταν στα δημόσια νοσοκομεία λείπουν πάνω από 30.000 μόνιμοι γιατροί και νοσηλευτές. Οταν με «εντέλλεσθε» υγειονομικοί μετακινούνται εν μια νυκτί στην άλλη άκρη της χώρας για να μπαλώσουν τρύπες, ανοίγοντας νέες στα νοσοκομεία προέλευσής τους. Οταν οι ΜΕΘ στελεχώνονται όπως όπως με προσωπικό που δεν έχει καν την απαραίτητη ειδίκευση. Οταν το 80% των τακτικών χειρουργείων έχει ανασταλεί εδώ και μήνες. Οταν από το δημόσιο σύστημα Υγείας έχουν εξοστρακιστεί όλες οι υπόλοιπες ασθένειες πλην της Covid, λες και έπαψαν να υπάρχουν! Οταν οι προσλήψεις των τελευταίων ετών δεν επαρκούν ούτε για να αντικαταστήσουν όσους συνταξιοδοτήθηκαν.

Διαφημίζει μερικές εκατοντάδες μονιμοποιήσεις υγειονομικών, όταν χιλιάδες συμβασιούχοι, μαζί με τους μόνιμους, έχουν βάλει το κεφάλι τους στον ντορβά, χωρίς τεστ και ΜΑΠ, στοχοποιήθηκαν επειδή νόσησαν ή αντέδρασαν για τις ελλείψεις, ενώ αναμένεται να απολυθούν τους επόμενους μήνες, με πολύτιμη επιστημονική εμπειρία να καταλήγει στα αζήτητα. Οταν το 25% του συνόλου των συμβάσεων των εργαζομένων στα δημόσια νοσοκομεία έχουν ημερομηνία λήξης.

* * *

Μιλάει για τη «θεαματική» αύξηση των κλινών ΜΕΘ, που έπιασαν πλέον τον «ευρωπαϊκό μέσο όρο των 1.200 κρεβατιών», χωρίς τον απαιτούμενο εξοπλισμό, στερώντας κρεβάτια ΜΕΘ απ' όλες τις υπόλοιπες νόσους, με την πληρότητα στη Βόρεια Ελλάδα να βρίσκεται επί δύο μήνες στο 100%. Οταν ο ασθενής που χρήζει εντατικής θεραπείας πρέπει να νοσηλεύεται άμεσα, διότι κάθε ώρα καθυστέρησης καθιστά ολοένα και πιο δύσκολη τη θετική έκβαση της πορείας του και όλοι έχουν δικαίωμα να δώσουν μάχη για τη ζωή τους, όποια κι αν είναι η ηλικία τους.

Οταν πριν από την πανδημία η χώρα είχε ανάγκη 3.500 δημόσιες κλίνες ΜΕΘ. Οταν όλες οι κυβερνήσεις επί 15 χρόνια κρατούσαν κλειστό το 1/4 των υπαρχουσών κλινών και πλασάρουν ως «κανονικότητα» την επικίνδυνη «αναθεώρηση των κριτηρίων διασωλήνωσης και εισαγωγής σε ΜΕΘ», που σήμερα αξιοποιείται ως επιστημονικοφανές άλλοθι στις τραγικές ελλείψεις και στην αντικατάσταση επιστημονικών δεδομένων με το εγκληματικό κριτήριο του «κόστους - οφέλους».

Εδώ κι ένα χρόνο η κυβέρνηση δεν πήρε ούτε ένα μέτρο για να γίνει το σύστημα Υγείας «οχυρό ζωής», όπως αυθαίρετα το παρουσιάζει. Αντίθετα, έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να στηρίξει τα κέρδη των επιχειρηματικών ομίλων, ανάμεσά τους και αυτών της Υγείας. Γι' αυτό από το Μάρτη του 2020 διπλασίασε την αποζημίωση που παίρνουν οι κλινικάρχες για τη διάθεση κρεβατιών ΜΕΘ στον ΕΟΠΥΥ, από τα 800 ευρώ στα 1.600 τη μέρα, δίνοντάς τους επιπλέον τη δυνατότητα να επεκτείνουν μέχρι και 40% τις κλίνες ΜΕΘ, χωρίς κρατικό έλεγχο. Τον ίδιο μήνα έδωσε 30 εκατ. ευρώ «ζεστό» κρατικό χρήμα στα ιδιωτικά εργαστήρια για τον διαγνωστικό έλεγχο για τον κορονοϊό, όταν η έκτακτη κρατική επιχορήγηση στα νοσοκομεία ήταν μόλις 75 εκατ. ευρώ! Και το παζάρι με τους εμπόρους Υγείας συνεχίστηκε, κάνοντας πλάτες στην αισχροκέρδεια από τα τεστ, στέλνοντας πελατεία όσους χρειάζονταν οποιαδήποτε ιατρική πράξη. Ακόμη κι όταν η Βόρεια Ελλάδα φλεγόταν, οι κλινικάρχες «επιτάχτηκαν» με το αζημίωτο και τζάμπα μετακινούμενο προσωπικό από τα δημόσια νοσοκομεία.

* * *

«Μόνο με το κεφάλι ψηλά μπορούμε να ανασάνουμε πραγματικά», ήταν ένα από τα συνθήματα που ακούστηκαν το προηγούμενο διάστημα από υγειονομικούς, εργαζόμενους, μαθητές, γονείς κι εκπαιδευτικούς. Κι έγινε πράξη σε δεκάδες αγωνιστικές κινητοποιήσεις, που διεκδικούσαν ουσιαστικά μέτρα προστασίας της υγείας του λαού, άμεση ενίσχυση του συστήματος Υγείας, επίταξη των ιδιωτικών ομίλων, δημόσια και δωρεάν Υγεία για όλους.

Το σύνθημα αυτό δείχνει ταυτόχρονα την προοπτική. Γιατί μόνο η πάλη του λαού ενάντια στο γερασμένο, σάπιο σύστημα που συνθλίβει τις ανάγκες του για τα κέρδη, μπορεί να αποτελέσει σήμερα πραγματικό «οχυρό ζωής»!

Η «επόμενη μέρα»


Η προσπάθεια του πρωθυπουργού, με αφορμή και την προχτεσινή του συνέντευξη, να παρουσιάσει μια «αχτίδα αισιοδοξίας στην άκρη του τούνελ» και την εικόνα μιας κυβέρνησης που «κοιτάζει μπροστά», στην «επόμενη μέρα», στόχο έχει να κουκουλώσει τις εγκληματικές ευθύνες της για όσα ζει σήμερα ο λαός.

Κυρίως, όμως, επιχειρεί να κρύψει ότι και σήμερα και την «επόμενη μέρα» προτεραιότητα της κυβέρνησης σε όλα τα «μέτωπα», στην πανδημία, στην οικονομική κρίση και στα Ελληνοτουρκικά, είναι η θωράκιση των συμφερόντων του κεφαλαίου και όχι βέβαια οι ανάγκες του λαού, που στενάζει από την αντιλαϊκή της πολιτική.

Η κυβέρνηση αξιοποιεί την πανδημία ως «ευκαιρία» και στρώνει το έδαφος ώστε «να παίξουμε μπάλα μετά», όπως είπε ο πρωθυπουργός, εννοώντας τους επιχειρηματικούς ομίλους και την ανάκαμψη της κερδοφορίας τους.

Γι' αυτό ενώ φοράει το κουστούμι της «μετριοπάθειας», υπόσχεται την επιτάχυνση «σημαντικών αλλαγών» και αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων, από τις «ανατροπές του αιώνα» στα Εργασιακά, με το χτύπημα του 8ωρου, την καθήλωση των μισθών, την απογείωση της «ευελιξίας», με την αξιοποίηση και της τεχνολογίας, την επιχείρηση να μπει στον πάγο η συλλογική οργάνωση και δράση των εργαζομένων, έως τις κάθε είδους ενισχύσεις και διευκολύνσεις, για να γίνουν πιο γρήγορες και πιο αποδοτικές, δηλαδή πιο κερδοφόρες, οι επενδύσεις συσσωρευμένων κεφαλαίων, φορτώνοντας την κρίση ξανά στο λαό.

Επιδιώκοντας η Ελλάδα να γίνει ενεργειακός και εμπορικός κόμβος, με αναβαθμισμένο στρατιωτικό ρόλο στη ΝΑ πτέρυγα του ΝΑΤΟ, δηλώνει έτοιμος για διευθετήσεις στο Αιγαίο και την Ανατ. Μεσόγειο που θα προωθούν τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων.

Αυτόν το χαρακτήρα έχει ο διάλογος που στρώνεται με παρέμβαση των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ, ενώ ήδη παζαρεύει νέες ελληνοαμερικανικές στρατιωτικές συμφωνίες, που ολοκληρώνουν τις διαπραγματεύσεις των προηγούμενων και επεκτείνουν το «αποτύπωμα» των ΗΠΑ στην περιοχή, μετατρέποντας τη χώρα και το λαό σε στόχο.

Η «επόμενη μέρα», επομένως, έχει περισσότερους και μεγαλύτερους κινδύνους για τα κυριαρχικά δικαιώματα και το λαό, μεγαλύτερες και πιο άμεσες απειλές για την ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή, ενώ οποιαδήποτε συμφωνία με την Τουρκία θα φέρνει πιο κοντά τη συνεκμετάλλευση και θα σωρεύει «καύσιμη ύλη» για τις επόμενες εντάσεις και ανταγωνισμούς.

Σε ό,τι αφορά, τέλος, τη διαχείριση της πανδημίας, «χωριό που φαίνεται κολαούζο δε θέλει»... Απ' όπου κι αν το πιάσει κανείς, η προσπάθεια του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης να καλλιεργήσουν «μια νότα αισιοδοξίας», αξιοποιώντας και την έναρξη των εμβολιασμών, συνθλίβεται στο ρημαγμένο σύστημα Υγείας, στις καθυστερήσεις, στους ανταγωνισμούς και τα παζάρια γύρω από τα εμβόλια, βγάζοντας στην επιφάνεια όλη τη δυσωδία ενός συστήματος που έχει για «πυξίδα» τα κέρδη του κεφαλαίου και μ' αυτό το κριτήριο ζυγίζει ακόμα και την υγεία ή και τη ζωή του λαού.

Αλλωστε, κι από τις μέχρι τώρα παρεμβάσεις της κυβέρνησης επιβεβαιώνεται ότι η «επόμενη μέρα» και στην Υγεία έχει χειρότερες και ακριβότερες υπηρεσίες για το λαό, βάθεμα της εμπορευματοποίησης και επέκταση του πεδίου δράσης για τους ιδιωτικούς ομίλους, ένταση των ανταγωνισμών στη φαρμακοβιομηχανία, που θα πληρώσουν ξανά οι λαοί.

Απέναντι σε αυτόν τον κυβερνητικό σχεδιασμό ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει κριτική για ανεπάρκειες, καθυστερήσεις, ανικανότητες, χωρίς να αμφισβητεί κανέναν από τους βασικούς στόχους που αυτός υπηρετεί. Με την ίδια ακριβώς πυξίδα, διεκδικεί το ρόλο του «διαχειριστή» που μπορεί καλύτερα να εξασφαλίσει την «κοινωνική συνοχή» και συναίνεση.

Η πυξίδα όμως του λαού δεν μπορεί παρά να δείχνει στην αντίθετη κατεύθυνση, στην οργάνωση και δράση με οδηγό τις δικές του ανάγκες παντού, στον καθημερινό αγώνα που θα σημαδεύει τον «ένοχο», το σάπιο καπιταλιστικό σύστημα, που στο επίκεντρο θα έχει τις λαϊκές ανάγκες και όχι τα κέρδη του κεφαλαίου.

Ο «ελέφαντας στο δωμάτιο»


Μετά από σχεδόν τρεις μήνες που έμειναν κλειστά όλα τα σχολεία, η εστίαση και το λιανεμπόριο, μετά από αλλεπάλληλους περιορισμούς μετακινήσεων, απαγορεύσεις κυκλοφορίας και αυστηρά κατά τόπους lockdown, η διάδοση του κορονοϊού συνεχίζεται, με την ανησυχία για ένα τρίτο κύμα να μεγαλώνει.

Αντί όμως η κυβέρνηση να επιβάλει μέτρα εκεί που πραγματικά υπάρχει το πρόβλημα, δηλαδή στους μεγάλους χώρους δουλειάς, όπως εργοστάσια, αποθήκες, σούπερ μάρκετ, εργοτάξια κ.λπ., εξακολουθεί να «σφυρίζει αδιάφορα» απέναντι στις διεκδικήσεις και προπάντων τις καταγγελίες εργαζομένων και συνδικάτων.

Ενώ δηλαδή ο «ελέφαντας στο δωμάτιο» κάνει όλο και πιο εμφατική την παρουσία του, ειδικά σε βιομηχανικές ζώνες όπως η Δυτική Αττική, τα Οινόφυτα, το Λιγνιτικό Πεδίο στη Δυτ. Μακεδονία κ.α., κρατικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί, κυβέρνηση και ΜΜΕ επιμένουν να ψάχνουν την «πηγή» της διασποράς αλλού (στη «χαλάρωση» της ατομικής ευθύνης, στις βόλτες σε ανοιχτούς χώρους κ.λπ.). Αυτή η ιδιότυπη «ομερτά» στην πραγματικότητα περιφρουρεί τα κέρδη των επιχειρηματικών ομίλων, αφού τους εξασφαλίζει ασυλία στη μη τήρηση των αναγκαίων μέτρων προστασίας σε χώρους δουλειάς, τα οποία κράτος και εργοδοσία αντιμετωπίζουν ως «κόστος». Αυτό δείχνει και η επιλογή του κρατικού μηχανισμού να μην μπαίνει στους χώρους δουλειάς για μαζικά τεστ και ιχνηλατήσεις, να μην παίρνει κανένα ουσιαστικό μέτρο, παρά τις σοβαρές καταγγελίες συνδικάτων για τη μετατροπή των εργοστασίων και άλλων χώρων σε εστίες υπερμετάδοσης.

Και όσο οι κάτοικοι σ' αυτές τις περιοχές αναρωτιούνται γιατί η πανδημία δεν υποχωρεί, παρά το γεγονός ότι οι ίδιοι κλείνονται στα σπίτια τους και αγκομαχούν να επιβιώσουν, η εργοδοσία ξεσαλώνει ακριβώς δίπλα τους, με την ανοχή του κράτους: Δεν εξασφαλίζει την τήρηση αποστάσεων και την παροχή ατομικών μέσων προστασίας, καλεί εργάτες να πάνε για δουλειά ακόμα και με ύποπτα συμπτώματα, δεν δίνει άδειες ειδικού σκοπού, δεν ιχνηλατεί και δεν παίρνει καθολικά μέτρα όταν εμφανιστεί κάποιο κρούσμα.

Πλευρά της ίδιας κατάστασης είναι και η υποστελέχωση των όποιων ελεγκτικών μηχανισμών έχουν απομείνει. Για παράδειγμα, στη Δυτική Αττική των εκατοντάδων βιομηχανικών και άλλων εγκαταστάσεων, με τον κορονοϊό να κάνει θραύση, υπάρχουν μόλις 12 επιθεωρητές για την Υγεία και την Ασφάλεια, με ένα αυτοκίνητο στη διάθεσή τους για να καλύψουν μερικές χιλιάδες χώρους δουλειάς και πολλά χιλιόμετρα!

Χώρια που σύμφωνα με όσα λένε οι ίδιοι οι ελεγκτές, η Επιθεώρηση Εργασίας δεν ενημερώνεται από τον ΕΟΔΥ για τυχόν συρροές κρουσμάτων ή για μεμονωμένα κρούσματα σε εργασιακούς χώρους, οπότε δεν γίνονται ούτε στοχευμένοι έλεγχοι για την τήρηση των μέτρων προστασίας!

Με τον τρόπο αυτό, η «ασυλία» που παρέχει το κράτος στην εργοδοσία, για τη διαχείριση της πανδημίας με το μικρότερο δυνατό κόστος, «κουμπώνει» με τις εργασιακές σχέσεις - λάστιχο, με την εντατικοποίηση και την εξουθένωση μέσα στους χώρους δουλειάς, με τα άλλα μέτρα στήριξης της κερδοφορίας της. «Κουμπώνει» όμως και με το «πάστωμα» των εργαζομένων και του λαού στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, με τις τεράστιες ελλείψεις στο σύστημα της Υγείας, συνολικά με την πολιτική που ζυγίζει τις λαϊκές ανάγκες στην πλάστιγγα του «κόστους - οφέλους» για τους επιχειρηματικούς ομίλους.

Ολα αυτά δεν είναι βέβαια αποτέλεσμα αστοχίας, ούτε «αβλεψίας» της κυβέρνησης. Είναι αποτέλεσμα της στρατηγικής του κεφαλαίου, όλων των κυβερνήσεων και της ΕΕ.

Θυμίζουμε ότι στο πρώτο κύμα της πανδημίας και ενώ ήταν σε εξέλιξη η εκατόμβη νεκρών στις βιομηχανικές πόλεις του ιταλικού βορρά, η ΕΕ αποφάσιζε ότι ο δείκτης επικινδυνότητας από τον κορονοϊό για τους εργαζόμενους είναι χαμηλός, δίνοντας το «πράσινο φως» σε κυβερνήσεις και εργοδοσία να αγνοούν τα αναγκαία μέτρα και έτσι να μετατρέπονται σε υγειονομικές βόμβες οι χώροι δουλειάς.

Γι' αυτό, κάθε μέρα που περνάει κάνει ακόμα πιο αναγκαία την κλιμάκωση της πάλης από τους εργαζόμενους και τα συνδικάτα για άμεσα μέτρα προστασίας σε κάθε χώρο δουλειάς. Για να πάρουν απάντηση η εργοδοτική ασυδοσία και η κάλυψη που της παρέχουν η κυβέρνηση και τα αστικά κόμματα, η ΕΕ. Αυτή είναι η μεγαλύτερη ευθύνη που έχουν οι εργαζόμενοι για την προστασία της ζωής, της υγείας και των δικαιωμάτων τους.

TOP READ