2 Φεβ 2012

1933: Αρχίζει στη Λειψία η δίκη του Δημητρώφ


1933: Αρχίζει στη Λειψία η δίκη του Δημητρώφ
Ο Δημητρώφ απευθύνεται προς το δικαστήριο κατά την τελευταία μέρα της δίκης
Στις 21 Σεπτέμβρη του 1933, στις 9 το πρωί, άρχισε στο IV Ποινικό Δικαστήριο του Ράιχ στη Λειψία η δίκη για τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ (γερμανικό Κοινοβούλιο), που είχε γίνει στις 27 Φλεβάρη του ιδίου έτους. Στο εδώλιο του κατηγορουμένου βρισκόταν ο Γκεόργκι Δημητρώφ, ηγετικό στέλεχος του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος και της Κομμουνιστικής Διεθνούς, οι Βούλγαροι κομμουνιστές Μπλάγκοϊ Ποπόφ και Βασίλι Τάνεφ και ο αρχηγός της κοινοβουλευτικής ομάδας του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος στο Ράιχσταγκ Ερνστ Τόργκλερ. Το ναζιστικό καθεστώς είχε τοποθετήσει στη θέση του κατηγορούμενου και το μίσθαρνο όργανό του, τον προβοκάτορα - όπως περίτρανα αποδείχτηκε - Μαρίνους Βαν ντερ Λούμπε, τον οποίο είχε χρησιμοποιήσει για να στήσει όλη αυτή την προβοκάτσια του εμπρησμού του Ράιχσταγκ σε βάρος του γερμανικού και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.
Η δίκη κράτησε ως τις 23 του Δεκέμβρη του1933. Σ' όλη τη διάρκειά της, αλλά και πριν απ' αυτήν, όταν ο Δημητρώφ και οι σύντροφοί του ήταν προφυλακισμένοι, ένα τεράστιο αντιφασιστικό κίνημα αλληλεγγύης ξεσηκώθηκε σ' ολόκληρο τον κόσμο. Μοναδικό υπήρξε αυτό το κίνημα και στην Ελλάδα.
Ο γερμανικός φασισμός βγήκε ηττημένος από τη δίκη της Λειψίας και στη διάρκειά της οι ρόλοι αντιστράφηκαν. Ο Δημητρώφ και οι σύντροφοί του μεταβλήθηκαν σε κατηγόρους και στη θέση του κατηγορούμενου βρέθηκαν οι φασίστες. Ανυπέρβλητη υπήρξε η στάση του Δημητρώφ σ' όλη τη διάρκεια της δίκης και μοναδική η απολογία του, όπου, αφού ξεγύμνωσε το φασισμό, καταλήγοντας είπε:
«Εμείς οι κομμουνιστές μπορούμε σήμερα, όχι λιγότερο αποφασιστικά από το γέρο Γαλιλαίο να πούμε:
Κι όμως γυρίζει! Ο τροχός της ιστορίας γυρίζει προς τα μπρος, προς μια Σοβιετική Ευρώπη, προς μια παγκόσμια Ενωση των Σοβιετικών Δημοκρατιών! Κι ο τροχός αυτός, κινούμενος από το προλεταριάτο, κάτω από την καθοδήγηση της Κομμουνιστικής Διεθνούς, δε σταματιέται με κανένα μέτρο ξεκληρίσματος, ούτε με ποινές φυλάκισης και θανατικές καταδίκες. Ο τροχός αυτός γυρίζει και θα γυρίζει μέχρι την ολοκληρωτική νίκη του κομμουνισμού!».
Οι φασίστες δεν τόλμησαν να βγάλουν καταδικαστική απόφαση. Ο Δημητρώφ και οι σύντροφοί του αθωώθηκαν πανηγυρικά και ύστερα από αυστηρή διακοίνωση της σοβιετικής κυβέρνησης, το Φλεβάρη του 1934, η κυβέρνηση του Χίτλερ υποχρεώθηκε να τους απελευθερώσει και να τους επιτρέψει να μεταβούν στην ΕΣΣΔ, όπως και έγινε. Επρόκειτο για μια μεγάλη νίκη του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, που έμελλε να αποτελέσει παγκόσμιο σύμβολο στον αγώνα κατά του φασισμού.

1933: Ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ από τους ναζί


1933: Ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ από τους ναζί
Μάρτης του 1933. Συγκέντρωση του ναζιστικού κόμματος σε πλατεία του Βερολίνου για την καύση βιβλίων
Με στόχο τη συντριβή του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας, η ηγεσία του ναζιστικού κόμματος οργάνωσε τη νύχτα 26 προς 27 του Φλεβάρη 1933 μια πρωτάκουστη πρόκληση. Οργάνωσε τον εμπρησμό του κτιρίου του γερμανικού Κοινοβουλίου (Ράιχσταγκ) και στη συνέχεια κατηγόρησαν γι' αυτό τους κομμουνιστές. Κύριος οργανωτής αυτής της προβοκάτσιας ήταν ο υπαρχηγός του ναζιστικού κόμματος, Χέρμαν Γκέρινγκ. Αργότερα το ομολόγησε ο ίδιος μπροστά σε έναν στενό κύκλο συνεργατών του Χίτλερ: «Ο μοναδικός άνθρωπος που ξέρει πραγματικά το Ράιχσταγκ», είπε ο Γκέρινγκ, «είμαι εγώ, γιατί εγώ έβαλα φωτιά σ' αυτό».
Οι ναζί χρησιμοποιώντας τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ ως πρόσχημα έκαναν μαζικές συλλήψεις αντιφασιστών με βάση καταλόγους που ήταν έτοιμοι από πριν. Περισσότερα από 10 χιλιάδες άτομα ρίχτηκαν στις φυλακές. Στις 28 του Φλεβάρη, ύστερα από πρόταση της χιτλερικής κυβέρνησης, ο Χίντεμπουργκ ανέστειλε με έκτακτο διάταγμα όλα τα άρθρα του Συντάγματος της Βαϊμάρης, που εγγυόνταν την ελευθερία του ατόμου, του λόγου, του Τύπου, των συγκεντρώσεων και της ίδρυσης συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Οι κομμουνιστές συνέχιζαν με γενναιότητα τον αγώνα κατά του φασισμού επιδιώκοντας την ενότητα δράσης όλων των εργαζομένων, ανεξαρτήτως της κομματικής και συνδικαλιστικής τοποθέτησης. Στις 27 του Φλεβάρη ο Ερνστ Τέλμαν με ανοιχτό γράμμα προς όλους τους σοσιαλδημοκράτες εργάτες και τα μέλη των συνδικαλιστικών οργανώσεων έκανε έκκληση για τη συγκρότηση ενιαίου μετώπου. «Αν αγωνιστούμε ενωμένοι», έλεγε το γράμμα, «θα είμαστε ανίκητοι». Την 1η του Μάρτη το Κομμουνιστικό Κόμμα έστειλε στην ηγεσία του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος και στη Γενική Ενωση Γερμανικών Συνδικάτων ακόμη ένα γράμμα, όπου πρότεινε να κηρυχτεί γενική πολιτική απεργία εναντίον της φασιστικής δικτατορίας. Οι δεξιοί ηγέτες της σοσιαλδημοκρατίας και τη στιγμή ακόμη αυτή απέρριψαν την πρόταση των κομμουνιστών και ματαίωσαν έτσι την κοινή αντιφασιστική δράση της γερμανικής εργατικής τάξης. Στις 3 του Μάρτη οι ναζί συνέλαβαν τον Τέλμαν και τον φυλάκισαν με την κατηγορία για τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ. Στη συνέχεια οργάνωσαν μια απίστευτη σκευωρία σε βάρος του Βούλγαρου κομμουνιστή ηγέτη Γκεόργκι Δημητρώφ, τον οποίο κατηγόρησαν ως κυρίως υπεύθυνο για τον εμπρησμό.
Η δίκη του Δημητρώφ και των συντρόφων του άρχισε το Σεπτέμβρη του 1933 στη Λιψία. Το δικαστήριο, κάτω από την πίεση της παγκόσμιας εκστρατείας, αναγκάστηκε να αθωώσει τον Δημητρώφ. Η χιτλερική δικαστική σκηνοθεσία τελείωσε με επαίσχυντη αποτυχία.

Ο Ερνεστ Τέλμαν ηγέτης στην πάλη κατά του φασισμού



Ο Ερνεστ Τέλμαν ηγέτης στην πάλη κατά του φασισμού

Χιτλερικοί φωτογραφίζονται μετά την εκτέλεση των θυμάτων τους
Στις 27 Φλεβάρη του 1933, από τις 9 έως τις 9.15 το βράδυ ξέσπασε ξαφνικά πυρκαγιά στην αίθουσα των συνεδριάσεων και στο θόλο του Ράιχσταγκ (Γερμανικό Κοινοβούλιο), αναγγέλλοντας «στη Γερμανία και στον κόσμο - όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο Ζακ Ντικλό- την πραγματοποίηση της μεγαλύτερης πολιτικής προβοκάτσιας στον XX αιώνα». Οι αρχές που έτρεξαν στον τόπο της πυρκαγιάς συνέλαβαν χωρίς ιδιαίτερο κόπο, σε μία αίθουσα του πυρπολημένου Κοινοβουλίου, έναν Ολλανδό, ονόματι Μαρίνους Βαν ντερ Λούμπε, ο οποίος βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος φορώντας μόνο ένα παντελόνι, αλλά... όλως περιέργως στις τσέπες του παντελονιού υπήρχαν... όλα τα «ενοχοποιητικά» στοιχεία: Ενα ολλανδικό διαβατήριο και μια κάρτα μέλους του Ολλανδικού Κομμουνιστικού Κόμματος2. Ετσι αμέσως μετά τον εμπρησμό ο Γερμανός πρωθυπουργός Γκέρινγκ - που ήταν ο πραγματικός εγκέφαλος της συνωμοσίας του εμπρησμού του Ράιχσταγκ, όπως ο ίδιος παραδέχτηκε μεταπολεμικά στη δίκη της Νυρεμβέργης - δήλωσε χαρακτηριστικά: «Το γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα θέλησε να δώσει μ' αυτό το μέσο (σ.σ. τον εμπρησμό δηλαδή) το σύνθημα για εξέγερση για να πνίξει τη Γερμανία στη φωτιά και στο αίμα»3. Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και το κρατικό Γραφείο Τύπου της Πρωσίας, το οποίο σε ανακοίνωσή του την επομένη 28/2/1933 ανέφερε μεταξύ άλλων4: «Ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ είναι η πιο τερατώδικη τρομοκρατική πράξη του μπολσεβικισμού στη Γερμανία... Η φωτιά του Ράιχσταγκ θα έδινε το σύνθημα για την αιματηρή εξέγερση και τον εμφύλιο πόλεμο».
5 Μάρτη 1933: Εκλογές στη Γερμανία, χιτλερικά στρατεύματα έξω από τα γραφεία του ΚΚ
Το σύνθημα όντως είχε δοθεί, όχι όμως από την πλευρά των κομμουνιστών, αλλά από την πλευρά των ναζιστών, που χωρίς να χάσουν χρόνο προχώρησαν αμέσως σε κατασταλτικά μέτρα εναντίον των Γερμανών κομμουνιστών και του λαϊκού κινήματος της χώρας, επιχειρώντας ταυτόχρονα με μια διεθνή αντικομμουνιστική σταυροφορία να πλήξουν και την Κομμουνιστική Διεθνή. Στην προαναφερόμενη ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου της Πρωσίας αναφέρεται μεταξύ άλλων5: «Εκδόθηκαν εντάλματα για τη σύλληψη δύο σημαντικών βουλευτών που τους βαρύνουν βάσιμες υπόνοιες συνενοχής. Οι άλλοι βουλευτές και τα στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος συλλαμβάνονται προληπτικά. Οι κομμουνιστικές εφημερίδες, τα περιοδικά, οι προκηρύξεις και τα αφίς απαγορεύονται στην Πρωσία για τέσσερις βδομάδες. Απαγορεύονται για 14 ημέρες όλες οι σοσιαλδημοκρατικές εφημερίδες, μια που ο εμπρηστής του Ράιχσταγκ ομολόγησε τις σχέσεις του με το Γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα».
Η επιβολή της ναζιστικής δικτατορίας προχώρησε γρήγορα, ανελέητα, χωρίς φραγμούς και δισταγμούς. Αμέσως μετά την προβοκάτσια του εμπρησμού, συνελήφθη ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΚΚ Γερμανίας Ε. Τόργλερ και στις 3 Μάρτη 1933 τα όργανα του καθεστώτος ανακάλυψαν και συνέλαβαν στη Σαρλότενμπουργκ του Βερολίνου τον ηγέτη του Γερμανικού ΚΚ Ερνεστ Τέλμαν. Λίγες ημέρες μετά, στις 9 Μάρτη, έγιναν οι συλλήψεις του Γ. Δημητρώφ, που εκείνο το διάστημα καθοδηγούσε το δυτικοευρωπαϊκό γραφείο της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς, και των Βουλγάρων κομμουνιστών συντρόφων του Μπλάγκοϊ Ποπόφ και Βασίλι Τάνεφ που βρίσκονταν στη Γερμανία ως πολιτικοί πρόσφυγες.
Ο Χίτλερ πουλάει στους Γερμανούς καπιταλιστές το βιβλίο του «Ο Αγών μου»
Πριν όμως πάμε να δούμε με περισσότερες λεπτομέρειες τη σύλληψη του Ερνεστ Τέλμαν και τα όσα επακολούθησαν αυτής, θα σταθούμε συνοπτικά στο φασιστικό φαινόμενο και στο πώς αυτό κυριάρχησε στη Γερμανία, ούτως ώστε να έχουμε μια πιο ακριβή εικόνα των πραγμάτων.
Ο φασισμός στη Γερμανία
Ο φασισμός - σε οποιαδήποτε εκδοχή του κι αν τον εξετάσουμε - ήταν και είναι δημιούργημα του καπιταλιστικού συστήματος στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο. Γι' αυτό και η Κομμουνιστική Διεθνής, αναλύοντας το φαινόμενο με επιστημονικούς όρους, στα σπουδαιότερα ντοκουμέντα της - ιδιαίτερα σ' αυτά της δεκαετίας του '30 - υπογραμμίζει πως «ο φασισμός είναι η ανοιχτή τρομοκρατική δικτατορία των πιο αντιδραστικών, σοβινιστικών και ιμπεριαλιστικών στοιχείων του χρηματιστικού κεφαλαίου»6. Τρανταχτή επιβεβαίωση αυτού του ορισμού για το χαρακτήρα του φασισμού είναι η γερμανική περίπτωση.
Στη Γερμανία το μονοπωλιακό κεφάλαιο πρωταγωνίστησε ώστε να έρθει ο Χίτλερ στην εξουσία. Αρχισε, μάλιστα, να τον ενισχύει από τη δεκαετία του 1920, ενώ πίσω από αυτή την ενίσχυση βρίσκονταν ουσιαστικά τα αγγλοαμερικανικά πολυεθνικά μονοπώλια, τα οποία ανορθώνοντας τη γερμανική αστική τάξη έφεραν στην ημερήσια διάταξη και τις ιμπεριαλιστικές ορέξεις της τελευταίας, γεγονός που αποτέλεσε και την προϋπόθεση της ανόδου του γερμανικού φασισμού.
Τον Απρίλη του 1927 ο Χίτλερ συναντήθηκε με τετρακόσιους επιχειρηματίες στη βίλα του Κρουπ στην Εσση. Με την πράξη τους αυτή, οι εν λόγω καπιταλιστές δήλωναν την υποστήριξή τους στο Ναζιστικό Κόμμα και άρχισαν να το χρηματοδοτούν. Τον Οκτώβρη του 1931 συγκροτήθηκε το «μέτωπο του Χάρτσμπούργκ», που ήταν ένας συνασπισμός των φασιστών με τα μονοπώλια, τους στρατηγούς και τους Γιούνκερς7 και στα μέσα Δεκέμβρη του ιδίου έτους η αριστοκρατία της Ανατολικής Πρωσίας ζήτησε από τον πρόεδρο της χώρας στρατάρχη Χίντεμπουργκ να διορίσει Καγκελάριο τον Χίτλερ. Παρόμοια πρόταση θα κάνουν το Νοέμβρη του 1932 17 μεγάλοι Γερμανοί βιομήχανοι και τραπεζίτες, με αποτέλεσμα, λίγο αργότερα, στις 4 Γενάρη του 1933 να ληφθεί η τελική απόφαση για παράδοση της εξουσίας στους ΝΑΖΙ, σε σύσκεψη που έγινε στο σπίτι του τραπεζίτη Σρέντερ στην Κολωνία. Στη σύσκεψη αυτή φιγουράρουν τα ονόματα των μονοπωλητών Σρέντερ, Φέγκλερ, Κίρντορφ, Τίσεν και των πολιτικών εκπροσώπων του κεφαλαίου Πάπεν και Χούγκεμπεργ. Η υλοποίηση της προαναφερόμενης απόφασης θα γίνει λίγες μέρες μετά, στις 30/1/1933, όταν ο Πρόεδρος της χώρας Χίντεμπουργκ θα χρίζει τον Χίτλερ καγκελάριο με αντικαγκελάριο τον Πάπεν.
Η πάλη του Γερμανικού ΚΚ ενάντια στο φασισμό και ο ρόλος της Σοσιαλδημοκρατίας
Ο Ερνεστ Τέλμαν
Η πολιτική εκείνη δύναμη που εναντιώθηκε με σταθερότητα και συνέπεια στην άνοδο του φασισμού στη Γερμανία ήταν το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Ο αντιφασιστικός αγώνας ήταν πρώτα απ' όλα ένας αγώνας ταξικός και οι Γερμανοί κομμουνιστές το ήξεραν καλά αυτό. Είχαν άλλωστε όλες τις ευκαιρίες για να το διαπιστώσουν. Ο αγώνας αυτός οξύνθηκε ιδιαίτερα, στις αρχές της 10ετίας του '30 και η οξύτητα αυτή πήρε πρωτοφανείς διαστάσεις το 1932. Από τη μια μεριά οι κομμουνιστές παρουσίαζαν συνεχώς ανοδική πορεία και από την άλλη ο φασισμός γινόταν όλο και πιο απειλητικός.
Το ΚΚ Γερμανίας στο «Πρόγραμμα για την κοινωνική και πολιτική απελευθέρωση του γερμανικού λαού», που ψηφίστηκε το καλοκαίρι του 1930, τόνιζε πως ο φασισμός σαν κόμμα της άκρας αντίδρασης αποτελεί σοβαρό κίνδυνο και ότι οι σκοποί του εκφράζουν τις επιδιώξεις των άκρως αντιδραστικών και επιθετικών ιμπεριαλιστικών κύκλων. Επίσης, στις αρχές του 1932 η ΚΕ του κόμματος σημείωνε πως ο φασισμός που είχε αισθητά δυναμώσει μπορούσε να συντρίψει τους εργάτες αν αυτοί δεν ένωναν γρήγορα τις δυνάμεις τους. Για το λόγο αυτό η ΚΕ καθόρισε, ως μοναδικό μέσο συγκράτησης του φασισμού και κύριο κρίκο της πολιτικής του κόμματος, την πολιτική του ενιαίου μετώπου των εργατών8.
Το καλοκαίρι του '32 το ΚΚ Γερμανίας διεξήγαγε μαζική εκστρατεία αντιφασιστικής δράσης και με πρωτοβουλία του δημιουργήθηκαν σε μια σειρά περιοχές και πόλεις της χώρας ομάδες αυτοάμυνας κατά της φασιστικής τρομοκρατίας. Επίσης το τελευταίο εξάμηνο πριν την άνοδο των φασιστών στην εξουσία το Γερμανικό ΚΚ έκανε 10, περίπου, προτάσεις στην ηγεσία των σοσιαλδημοκρατών για προετοιμασία γενικής απεργίας κατά του φασισμού. Σ' όλες αυτές τις προτάσεις η ηγεσία της σοσιαλδημοκρατίας απάντησε αρνητικά, χρησιμοποιώντας διάφορα προσχήματα. Αλλωστε, την περίοδο εκείνη οι σοσιαλδημοκράτες παρουσίαζαν το φασισμό σαν το κίνημα και τη δικτατορία της μικροαστικής τάξης, κρύβοντας έτσι τους δεσμούς του με το μεγάλο μονοπωλιακό κεφάλαιο. Αλλά ακόμη κι όταν οι Ναζί πήραν την εξουσία, οι σοσιαλδημοκράτες αρνούνταν τη γενική απεργία κατά του φασισμού, με το πρόσχημα ότι ο Χίτλερ πήρε νόμιμα στα χέρια του τη διακυβέρνηση της χώρας. Συμβούλευαν μάλιστα ότι «το προλεταριάτο δεν πρέπει να σπαταλήσει πρόωρα το μπαρούτι της γενικής απεργίας»9. Οι σοσιαλδημοκράτες φρόντιζαν να κάνουν οικονομία στο μπαρούτι του προλεταριάτου, αδιαφορώντας εγκληματικά για το γεγονός ότι οι φασίστες ξόδευαν τεράστιες ποσότητες από το δικό τους μπαρούτι για την εξόντωση των εργατών, του λαού, κάθε αντιφασιστικής δύναμης. Ισως και να νόμιζαν πως στο τέλος θα τη γλιτώσουν, αφού το ναζιστικό καθεστώς έδειχνε ιδιαίτερη προτίμηση, στην αρχή, στις διώξεις κατά των κομμουνιστών.
Την εγκληματική αυτή πολιτική της σοσιαλδημοκρατίας σε βάρος των συμφερόντων του γερμανικού λαού, που είχε ως αποτέλεσμα να διευκολύνει αντικειμενικά το ναζισμό στην εκπλήρωση των στόχων του, δεν μπορούν να την κρύψουν ούτε οι απολογητές της. Η Γερμανίδα πανεπιστημιακός Helga Grebing γράφει για τη στάση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) και της ηγεσίας του εκείνη την εποχή10: «Η στάση των εργατών, που ήταν οργανωμένοι στο SPD, ήταν αρκετά αμφίρροπη: υπήρχε κάτι παραπάνω από απλή αμφιβολία για την πολιτική του SPD, που πολλοί τη θεωρούσαν πολύ λίγο ριζοσπαστική σε σύγκριση με την εθνικοσοσιαλιστική απειλή.
Πολλοί εργάτες αναρωτιόνταν, αν άξιζε ουσιαστικά να βοηθήσουν αυτή τη Δημοκρατία (σ.σ. τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης), που τη θεωρούσαν σαν κράτος ''των άλλων''... Μετά το 1930, ιδιαίτερα κάτω από την απειλή του εθνικοσοσιαλισμού, ξέσπασε ένα κύμα αγωνιστικών κινητοποιήσεων, που διατάραζε την καθημερινότητα του κόμματος και ξεχώρισε πολύ από την καταθλιπτική απραξία της ηγεσίας του. Η ετοιμότητα αυτή για αγώνα δε δοκιμάστηκε ποτέ, γιατί η ηγεσία δεν έδωσε ποτέ το σύνθημα για επίθεση. Στο να ενεργούν όμως αυθόρμητα, οι έτοιμοι για αγώνα οπαδοί εμποδίζονταν από την παραδοσιακά ασκημένη κομματική πειθαρχία. Ετσι, στο τέλος της Δημοκρατίας τη θέση της ετοιμότητας για αγώνα έπαιρνε συχνά ένα αίσθημα βαθιάς αδιαφορίας, η ελαττωμένη εμπιστοσύνη στην ηγεσία του κόμματος και, μετά τις 30 του Γενάρη 1933, κάτω από την αυξανόμενη πίεση της τρομοκρατίας, του φανατισμού, των απειλών και των υποσχέσεων, η μείωση της αντίθεσης ενάντια στο καθεστώς του Φίρερ. Η ηγεσία του κόμματος, μετά το χτύπημα του Πάπεν ενάντια στην Πρωσία στις 20 του Ιούλη 1932, συνέχισε την πορεία που είχε χαράξει: Παρέμεινε - παρ' όλο το θάρρος των ηγετών της σαν ατόμων - στην ''τακτική της σιγής''. Και μετά τις 30 του Γενάρη 1933 ήθελε να μείνει στο '' έδαφος του συντάγματος και της νομιμότητας'' να προσαρμόσει την πορεία, στο βαθμό που αυτό μπορούσε να συνδυαστεί με την προσωπική αξιοπρέπεια και τις παλιές βασικές αρχές του κόμματος, στις αλλαγμένες συνθήκες για να διατηρήσεις τη ζωή το κόμμα. Η μόνη δραστηριότητα που είχε αναγκαστικά η ηγεσία του κόμματος, ήταν ''δυναμικές ρητορικές αποπροσανατολιστικέ μανούβρες'' για να καλύψει την απραξία της και να εμποδίσει τους οπαδούς, που ακόμα περίμεναν το σύνθημα για επίθεση. Οι αποπροσανατολιστικές αυτές μανούβρες χαρακτηρίζονταν από μια '' απεγνωσμένη φυγή στην παράδοση'': αναφέρονταν στην αναπόφευκτη οικονομική εξέλιξη, που επρόκειτο να οδηγήσει οπωσδήποτε σε νίκη της εργατικής τάξης, επικαλούνταν την πολιτική που είχε εφαρμοστεί μ' επιτυχία στο παρελθόν ενάντια στον Μπίσμαρκ με το σύνθημα ''οι εχθροί μας θα καταποντιστούν από τη νομιμότητά μας'', και την οποία πολιτική θεωρούσαν εφαρμόσιμη ενάντια στο Χίτλερ. Οι αντιλήψεις νομιμότητας που κυριαρχούσαν στην ηγεσία του κόμματος, την παρέσυραν τελικά και σ' ένα είδος οπορτουνιστικής προσαρμογής στο εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς: έτσι, στις 30 του Μάρτη 1933 αποχώρησε το SPD από τη Σοσιαλιστική Διεθνή. Στις 17 Μάη του 1933, η εναπομείνασα κοινοβουλευτική ομάδα του SPD με αρχηγό τον Πάουλ Λέμπε, πρώην πρόεδρο της Βουλής - κάτω βέβαια από την απειλή του ναζί υπουργού Εσωτερικών Φρικ ότι θα τον εκτελέσει - συμφώνησε με τη διακήρυξη της εξωτερικής πολιτικής του καθεστώτος... Ολα όμως αυτά δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα: Στις 22 του Ιούνη 1933 το SPD απαγορεύτηκε, διαλύθηκαν οι οργανώσεις του, τα μέλη του κυνηγήθηκαν, συνελήφθηκαν και αναγκάστηκαν να εκπατριστούν».
Αυτό ήταν ο ρόλος της Σοσιαλδημοκρατίας που διαδραμάτισε η γερμανική σοσιαλδημοκρατία απέναντι στην ορμητική προς την εξουσία πορεία του φασισμού. Οι ιστορικές της ευθύνες δεν μπορούν από κανέναν πλέον να παραγνωρίζονται. Ας επανέλθουμε όμως στη σύλληψη Ε. Τέλμαν.
Ο Τέλμαν στα χέρια των ναζί
Ο Τέλμαν συνελήφθη δύο μέρες πριν την πραγματοποίηση των τελευταίων πολυκομματικών εκλογών για το Ράιχσταγ κι αυτό το γεγονός είναι ασφαλώς μέγιστη απόδειξη ότι η γερμανική αστική τάξη και οι φασίστες πολιτικοί εκφραστές της, ως κυριότερο εμπόδιο για την πραγματοποίηση των πολιτικών τους σχεδιασμών θεωρούσαν τους κομμουνιστές και το γερμανικό προλεταριάτο. Βέβαια, το ότι συνελήφθη ο Τέλμαν δεν εξηγείται μόνο από το γεγονός ότι ήταν ο ηγέτης του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος, αλλά, επιπλέον, επειδή ήταν μια σημαντική προσωπικότητα του γερμανικού λαού με μεγάλη απήχηση κι επιρροή στις πλατιές λαϊκές μάζες. «Ο Τέλμαν - σημειώνει στ' απομνημονεύματά του ο Ε. Χόνεκερ11- καυτηρίαζε το φασισμό σαν θανάσιμο εχθρό του εργατικού κινήματος και της Σοβιετικής Ενωσης και προειδοποιούσε για τους κινδύνους που προέρχονταν απ' αυτόν - ως εκείνο το περίφημο σύνθημά του στον εκλογικό αγώνα στις αρχές του 1932 για τον Πρόεδρο του Ράιχ ότι: "Οποιος εκλέγει Χίντεμπουργκ, εκλέγει Χίτλερ, όποιος εκλέγει Χίτλερ, εκλέγει τον πόλεμο!". Η ιστορία επιβεβαίωσε την ορθότητα αυτής της προειδοποιητικής διαπίστωσης σε τραγικές διαστάσεις».
Η σύλληψή του Τέλμαν δεν ανακοινώθηκε αμέσως. «Ο φόβος που προξενούσε στους δήμιους ο μεγάλος δεσμώτης - γράφουν οι Σοβιετικοί ιστορικοί12-, ανάγκασε τη χιτλερική ασφάλεια να κρύβει από την κοινή γνώμη τον τόπο φυλάκισης του Τέλμαν. Τον κρατούσαν σ' ένα μοναχικό κελί της φυλακής Μοαμπίτ του Βερολίνου, σε αυστηρή απομόνωση, του 'διναν μια μερίδα πείνας και δεν άφηναν κανένα να πλησιάσει».
Η οικογένειά του και το κόμμα του υποψιάζονταν ότι κάτι του είχε συμβεί, αλλά δε γνώριζαν λεπτομέρειες. Η φημολογία οργίαζε κι η φασιστική τρομοκρατία σκέπαζε τα πάντα. «Στις 5 του Μάρτη του 1933 - γράφει η κόρη του Ιρμα13 - ήταν οι τελευταίες εκλογές που θα 'παιρναν μέρος και τα εργατικά κόμματα. Η μητέρα γύρισε αναστατωμένη από τις εκλογές. Οταν την είδαμε κατατρομάξαμε.
- Τι τρέχει Ρόζα; Τη ρώτησε ο παππούς Τέλμαν.
- Δεν ξέρω τι θα γίνει, είπε η μητέρα. Στο εκλογικό κέντρο είδα το σύντροφο Ι. που με συνόδεψε και ως παρακάτω. Στο δρόμο μου 'πε πως έγραφε μια εφημερίδα ότι συλλάβανε τον Ερνεστ Τέλμαν...
Τέλος Μαρτίου ήρθε κάποιος σύντροφος του Βερολίνου που μπόρεσε να συνδεθεί με τη μητέρα.
- Ελα μαζί μας στο Βερολίνο, της είπε. Ο Τέλμαν συνελήφθη κι εσύ πρέπει να γεφυρώσεις τη σύνδεση.
Ετσι έφυγε κι η μητέρα. Πέντε βδομάδες μείναμε μόνοι ο παππούς μου κι εγώ, κατά τις οποίες δεν είχαμε καμιά είδηση απ' τους γονείς μου. Ηταν οι χειρότερες μέρες των παιδικών μου χρόνων. Η αβεβαιότητα έπεφτε βαριά πάνω μου. Κι όπως εγώ έτσι ήταν και πολλά άλλα παιδιά εργατών. Γυρίζοντας απ' το σχολείο βρίσκονταν ξάφνου σ' άδεια δωμάτια, μόνα. Γονείς, αλλού και τ' αδέλφια, είχανε συλληφθεί απ' την Γκεστάπο. Πόνος κι αγωνία βασίλευε».
Μετά τη σύλληψή του, ο Ερνεστ Τέλμαν βίωσε την πιο τραγική περίοδο της ζωής του στα ναζιστικά μπουντρούμια και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Οι ναζί απέφευγαν συστηματικά να κοινοποιούν τον εκάστοτε τόπο κράτησή του ακόμη και στην ίδια του την οικογένεια. Η απομόνωση στην οποία τον υποχρέωσαν συνοδεύτηκε με βασανιστήρια και ταπεινώσεις που αποσκοπούσαν να του σπάσουν το ηθικό, να τον αναγκάσουν να προδώσει τους συντρόφους του και να ομολογήσει εγκλήματα που δε διέπραξε. «Ο Τέλμαν - διαβάζουμε σε μια μελέτη γι' αυτόν και άλλες μεγάλες μορφές του διεθνούς επαναστατικού κινήματος14- υποβλήθηκε σε άγριους ξυλοδαρμούς, σε υπνωτισμό, σε ηθικές ταπεινώσεις, σε εκβιασμούς και προκλήσεις... Αλλά ο Τέλμαν αρνήθηκε κατηγορηματικά να κάνει οποιαδήποτε κατάθεση στους γκεσταπίτες. Γι' αυτό το λόγο τον έδειραν με σιδερένιες βέργες και τον μετέφεραν αλυσοδεμένο χειροπόδαρα στο κελί των μελλοθανάτων, μέσα στο οποίο βρίσκονταν πάντα μαζί του δύο δεσμοφύλακες. Αλλά ούτε το κελί των μαρτυρίων, ούτε οι άγριοι ξυλοδαρμοί λύγισαν το θρυλικό ήρωα της επανάστασης».
Μια μικρή γεύση για το τι πραγματικά τράβηξε από τους βασανιστές του ο Τέλμαν μας δίνει η κόρη του, βασισμένη σε μαρτυρία της μητέρας της. «Γυρίζοντας - γράφει15 - μια φορά η μητέρα από ένα ταξίδι στον πατέρα είχε γεράσει απότομα. Είχε τέτοια χάλια που κατατρόμαξα. Οταν συνήλθε κάπως μου διηγήθηκε τα εξής: ''... Οταν πάτησα το πόδι μου στο άνδρο της Γκεστάπο κατάλαβα ότι ήδη ήξεραν όλοι ποια είμαι. Με παρέλαβαν τα Ες- Ες και μ' οδήγησαν σ' ένα δωμάτιο στα πάνω πατώματα. Δεν ήμουν καλά - καλά πέντε λεπτά εκεί όταν ξανάνοιξε η πόρτα και τα καθάρματα μου έφεραν το πατέρα σου. Δεν μπορούσε σχεδόν να περπατήσει. Στο πρόσωπο ήταν πρησμένος και του 'λειπαν δόντια. Ηταν αδύνατον να καθίσει. Εγώ ούρλιαξα απ' την τρομάρα μου.
- Τι χάλια έχεις Ερνεστ!...''
Στην επόμενη επίσκεψη της μητέρα μου... διηγήθηκε ο πατέρας τα έξης: ''Ο Γκέριν και μερικοί άλλοι των Ες- Ες με χτύπαγαν μ' ένα καμτσίκι από ιπποπόταμο τόσην ώρα ώσπου λιποθύμησα. Απάνω μου έπεφταν βροχή οι κλοτσιές. Ηθελαν να ξέρουν πού είναι οι συνεργάτες μου και τα στελέχη του κόμματος... Οταν με πήγαν πίσω στο κελί μου μ' απειλούσαν: Κρίμα που γλίτωσες. Ετσι κι αλλιώς θα σε φάμε οπωσδήποτε. Ζωντανός δε βγαίνεις από δω''».
Το τέλος του Τέλμαν
Η σύλληψη του Ερνεστ Τέλμαν και, πολύ περισσότερο, οι ειδήσεις για τα βασανιστήρια στα οποία τον υπέβαλαν οι ναζί διαδόθηκαν σε ολόκληρο τον κόσμο. Η παγκόσμια κοινή γνώμη αγανάκτησε και ξεσηκώθηκε για να υπερασπιστεί τον ηγέτη των Γερμανών κομμουνιστών. Εκατομμύρια ήσαν οι άνθρωποι, που απαίτησαν από τη γερμανική κυβέρνηση να τον απελευθερώσει. Χιλιάδες επιτροπές υπεράσπισης του Τέλμαν δημιουργήθηκαν. Τεράστιες διαδηλώσεις προλεταριακής αλληλεγγύης πλημμύρισαν τους δρόμους της Μόσχας, του Παρισιού, της Πράγας, του Λονδίνου, της Νέας Υόρκης και άλλων μεγαλουπόλεων του πλανήτη. Για την απελευθέρωση του Τέλμαν κινητοποιήθηκαν οι σπουδαιότεροι εκπρόσωποι της διανόησης σε Ευρώπη και Αμερική. Ο Γκ. Δημητρώφ κάλεσε προσωπικά τον Ρ. Ρολάν και τον Α. Μπαρμπίς να πρωτοστατήσουν στον αγώνα για τη σωτηρία του Τέλμαν κι εκείνοι ανταποκρίθηκαν χωρίς τον παραμικρό δισταγμό. «Σκέπτομαι ιδιαίτερα τον Ερνεστ Τέλμαν - έγραφε στους Ρολάν και Μπαρμπίς ο Δημητρώφ16 - τον αρχηγό των Γερμανών κομμουνιστών, το πιο καλό και το πιο φωτεινό μυαλό του γερμανικού προλεταριάτου, του οποίου η τύχη μ' ανησυχούσε σ' όλο το διάστημα της φυλάκισής μου και της δίκης και δε θα μπορούσα να τον ξεχάσω σήμερα ούτε στιγμή. Κάματε τόσα για μας - τώρα χρειάζεται να κάνετε περισσότερα, πολύ περισσότερα γι' αυτόν, γιατί η απελευθέρωσή του θα 'ναι φυσικά ένα πολύ δύσκολο καθήκον... Με την ένταση όλων των δυνάμεων σ' ένα ενιαίο αντιφασιστικό μέτωπο, μπορούν να υπερπηδηθούν νικηφόρα όλες οι μεγάλες δυσκολίες».
«Η χιτλερική κυβέρνηση - τόνιζε ο Ρ. Ρολάν στην έκκλησή του για τη σωτηρία του Τέλμαν17- φοβάται την παγκόσμια κοινή γνώμη... Η κυβέρνηση του Χίτλερ φοβάται το μάτι του κόσμου κι ετοιμάζεται να εξοντώσει στα κρυφά τον Τέλμαν, με μια μυστική καταδικαστική απόφαση, χωρίς έλεγχο, χωρίς εγγυήσεις, χωρίς υπερασπιστές και μάρτυρες. Αυτή είναι η δειλία του κρατικού εγκλήματος, που έγινε νομικό σύστημα... Ολόκληρος ο κόσμος, λοιπόν, έχει το δικαίωμα να δηλώσει ότι κάθε καταδικαστική απόφαση, που θα εκδοθεί κρυφά ενάντια στον Τέλμαν, σημαίνει την ηθική καταδίκη της χιτλερικής κυβέρνησης. Ο κόσμος θα την κατηγορήσει για δολοφόνο».
Ο Α. Μπαρμπίς, στη δική του έκκληση, υπογράμμιζε με μιαν εκπληκτική για την ευστοχία της προφητική διάθεση18: «Για να αποφύγουμε τα απειλούμενα εγκλήματα του φασισμού πρέπει να στραφούμε ενεργά ενάντια στα σημερινά του εγκλήματα, πρέπει να υψώσουμε τη φωνή μας ενάντια στα εγκλήματα που προετοιμάζει αλλού ενάντια σε ανθρώπους που είναι ταξικά μας αδέλφια. Ο Τέλμαν είναι ένας από αυτούς. Αυτός είναι κείνος που σήμερα μεταξύ όλων αντιπροσωπεύει την κοινή μας υπόθεση. Η ζωή του είναι κομμάτι της δικιάς μας ζωής, κι ο αρχηγός των Γερμανών επαναστατών είναι σύντροφος όλων μας... Σύντροφοι εργάτες, η μεγάλη μας φωνή μπορεί να ακουστεί ως το Βερολίνο. Σταματήστε τον απειλούμενο κίνδυνο, που απειλεί τον Τέλμαν, το παγκόσμιο προλεταριάτο, την επανάσταση. Ο Τέλμαν είναι η ενσωμάτωση όλων των θυμάτων του φασισμού. Σώνοντας αυτόν, σώνετε κι όλους. Αποσπάστε το θύμα αυτό απ' το καθεστώς των δολοφόνων, του οποίου θύματα θα γίνεται αύριο σεις, αν επιτρέψετε να γίνει αυτό!».
Τέλος, ο Μαξίμ Γκόρκι έγραφε19: «Θα έρθει η στιγμή, που όλες... οι καρδιές θα ανάψουν σαν μια φλόγα και θα κάψουν ως τη ρίζα το φασισμό, τη σαπισμένη πληγή του κόσμου... Ζήτω ο Τέλμαν και οι γενναίοι σύντροφοί του, που σκάβουν ανελέητα το μνήμα του φασισμού».
Η παγκόσμια κατακραυγή εμπόδισε τότε την άμεση, στα μυστικά και με συνοπτικές διαδικασίες, δολοφονία του Τέλμαν. Ομως, η γερμανική αστική τάξη ποτέ δεν ξέχασε τους λογαριασμούς που είχε μαζί του. Τον Αύγουστο του '44, όταν το φασιστικό καθεστώς έπνεε τα λοίσθια, ο Χίμλερ έδωσε διαταγή να μεταφέρουν τον Τέλμαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μπούχενβαλντ. Εκεί, το πρωί της 18ης Αυγούστου, τον δολοφόνησαν και στη συνέχεια έκαψαν το πτώμα του στο φούρνο του κρεματορίου για να μην υπάρχει ίχνος που να τον θυμίζει.
Αμέσως μετά τη δολοφονία του Τέλμαν μέσα στο στρατόπεδο κυκλοφόρησε ένα ποίημα γραμμένο από πολιτικό κρατούμενο, όπου ανάμεσα σε άλλα έλεγε: «Ο δήμιος σκότωσε μόνο το σώμα σου, η ιδέα έμεινε μαζί μας».
Ο Ερνεστ Τέλμαν έπεσε στην πάλη κατά του φασισμού, στην πρώτη γραμμή του αγώνα του γερμανικού και του διεθνούς προλεταριάτου για την κοινωνική επανάσταση και το σοσιαλισμό. Το γεγονός αυτό δεν μπορούσε να το παραβλέπει για πολύ η γερμανική αστική τάξη. Αμέσως μετά τη συντριβή του ναζισμού, ένας δρόμος στο Αμβούργο πήρε το όνομα του Ερνεστ Τέλμαν, ως ελάχιστη τιμή στη μνήμη του κι ως αναγνώριση του αγώνα του. Το 1956 η γερμανική αστική τάξη πήρε πίσω αυτήν την αναγνώριση, δίνοντας στο δρόμο του Τέλμαν άλλο όνομα. Ομως, δε σβήνει έτσι μια θυσία, δε διαγράφεται με τέτοια μέτρα η προσφορά ενός μεγάλου επαναστάτη στο λαό του. Οσο υπάρχει προλεταριάτο, μορφές σαν του Τέλμαν θα ταξιδεύουν στους αιώνες, θα διδάσκουν, θα διαπαιδαγωγούν, θα εξεγείρουν τις λαϊκές μάζες σ' όλο τον κόσμο.
1 Γκ. Δημητρώφ: «Κι όμως κινείται...», εκδόσεις «Μνήμη '76», σελ. 9.
2 «Καστανή Βίβλος», πρώτη έκδοση Λαϊκού Βιβλιοπωλείου 1933, φωτοαντιγραφική ανατύπωση εκδόσεις «Θουκυδίδης» 1980, σελ. 96.
3 Γκ. Δημητρώφ: «Κι όμως κινείται...», εκδόσεις «Μνήμη '76», σελ. 10.
4 «Καστανή Βίβλος», πρώτη έκδοση Λαϊκού Βιβλιοπωλείου 1933, φωτοαντιγραφική ανατύπωση εκδόσεις «Θουκυδίδης» 1980, σελ. 97 και 198-199
5 «Καστανή Βίβλος», στο ίδιο, σελ. 97-98 και 199
6 «Ο Φασισμός, ο κίνδυνος του πολέμου και τα καθήκοντα των Κομμουνιστικών Κομμάτων - Θέσεις που ψηφίστηκαν από την 13η Ολομέλεια της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς πάνω στην Εισήγηση του σ. Κούσινεν - Δεκέμβρης 1933», Παράρτημα «Κομμουνιστικής Επιθεώρησης», Αθήνα, Γενάρης 1934, σελ. 3
7 «Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος 1939-1945», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 1ος, σελ. 15-16
8 Ινστιτούτο Μαρξισμού - Λενινισμού της ΚΕ του ΚΚΣΕ: «Κομμουνιστική Διεθνής - σύντομη ιστορική μελέτη», εκδόσεις «Ελεύθερη Ελλάδα», 1973, σελ. 338-339
9 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», Εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Θ1-Θ2, σελ. 275
10 Helga Grebing: «Η Ιστορία του Γερμανικού Εργατικού Κινήματος», εκδόσεις «Παπαζήση», σελ. 265-266
11 Εριχ Χόνεκερ: «Από τη ζωή μου», εκδόσεις «Ειρήνη», σελ. 71
12 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Μια ζωή δοσμένη στον Αγώνα - οι αθάνατοι στρατιώτες της λευτεριάς», Α` έκδοση Π.Λ.Ε. 1966, β` έκδοση Γ. Παπακωνσταντίνου αχρονολόγητη, σελ. 146
13 Ιρμα Τέλμαν: «Αναμνήσεις για τον Τέλμαν», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 47
14 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Μια ζωή δοσμένη στον Αγώνα - οι αθάνατοι στρατιώτες της λευτεριάς», Α` έκδοση Π.Λ.Ε. 1966, β` έκδοση Γ. Παπακωνσταντίνου αχρονολόγητη, σελ. 148
15 Ιρμα Τέλμαν: «Αναμνήσεις για τον Τέλμαν», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 66-67
16 Γκ. Δημητρώφ: «Γράμμα προς Ρομαίν Ρολλάν και Ανρύ Μπαρμπύς», «Ριζοσπάστης» 5/4/1934
17 «Ριζοσπάστης» 30/5/1934
18 «Ριζοσπάστης» 4/6/1934
19 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Μια ζωή δοσμένη στον Αγώνα - οι αθάνατοι στρατιώτες της λευτεριάς», σελ. 149

Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ


Ο Χίτλερ στην εξουσία


ΓΕΝΑΡΗΣ 1933
Ο Χίτλερ στην εξουσία
Ο Χίτλερ με στελέχη της τότε IBM
Associated Press
Στις 4 Ιανουαρίου του 1933, στο σπίτι του τραπεζίτη Σρέντερ στην Κολωνία, πραγματοποιήθηκε μια πολύ ενδιαφέρουσα σύσκεψη, όπου πήραν μέρος ο οικοδεσπότης, προσωπικότητες των μεγάλων μονοπωλίων σαν τους Φέγκλερ, Κίρντορφ, Τίσεν καθώς και πολιτικοί εκπρόσωποι του μεγάλου κεφαλαίου όπως οι Πάπεν και Χούγκενμπεργκ. Στη σύσκεψη αποφασίστηκε η ανάδειξη του Χίτλερ στη θέση του καγκελαρίου της Γερμανίας1. Επρόκειτο για μια γενική πολιτική κατεύθυνση, που άναβε το «πράσινο φως» στο αρχηγό των Ναζί, στο δρόμο του για την εξουσία. Τα επιμέρους όμως προβλήματα που συνδέονταν με αυτή την εξέλιξη - όπως, για παράδειγμα, η σύναψη κυβερνητικής συμμαχίας ανάμεσα στους Ναζί και τους Εθνικιστές, η σύνθεση της κυβέρνησης, αλλά και η απαίτηση των χιτλερικών για διάλυση της Βουλής και προκήρυξη νέων εκλογών- αφέθηκε να τα λύσουν μέσα από διαπραγματεύσεις οι βασικοί πολιτικοί εκπρόσωποι της γερμανικής άρχουσας τάξης.
Οι πιθανότητες να πήγαινε κάτι στραβά δεν μπορούσαν να αποκλειστούν, αν και προς το τέλος αυτής της πορείας ο Χίτλερ δεν είχε την παραμικρή αμφιβολία πως τίποτα δε θα του έφραζε το δρόμο. Στις 28 Ιανουαρίου, ο Γιόζεφ Γκέμπελς έγραψε στο ημερολόγιό του: «Τώρα, δεν απομένει παρά να δοθεί η εντολή στον Φίρερ. Παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει άλλη λύση από αυτήν, όλοι μας αποφεύγουμε να χαρούμε προκαταβολικά. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει τι μπορεί να γίνει μέχρι την τελευταία στιγμή... Το ευχάριστο πάντως είναι ότι ο Φίρερ δε δείχνει να ανησυχεί καθόλου. Ισως γιατί έχει πειστεί ότι δεν υπάρχει πλέον ''μέση λύση''. Γνωρίζει πολύ καλά ότι όταν τον καλέσει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα είναι μόνο και μόνο για να του αναθέσει το σχηματισμό κυβερνήσεως». Ο μαραθώνιος των παρασκηνιακών διαβουλεύσεων έμελλε να ολοκληρωθεί την επομένη, 29 Ιανουαρίου. «Ο Φίρερ -έγραφε ο Γκέμπελς- είναι πνιγμένος στις διαπραγματεύσεις. Εγραψα ένα άρθρο με τίτλο ''Επιτέλους, καθαρό τραπέζι''. Το απόγευμα, ενώ πίναμε τον καφέ μας με τον Φίρερ, ήρθε ξαφνικά ο Γκέρινγκ και μας ανήγγειλε ότι όλα έχουν τελειώσει. Αύριο θα αναλάβει καγκελάριος ο Φίρερ!»2.
Μια φωτογελοιογραφία του 1935 στη Γερμανία, που αναφέρεται στις σχέσεις του ναζιστικού κόμματος με το μεγάλο κεφάλαιο και σατιρίζει το σύνθημα του Χίτλερ: «Με ακολουθούν εκατομμύρια»
Ποιος ήταν, όμως, αυτός ο άνθρωπος που έμελλε να πάρει στα χέρια του την πολιτική τύχη της Γερμανίας και να την οδηγήσει, λίγα χρόνια αργότερα, στην καταστροφή μέσα από έναν παγκόσμιο πόλεμο, το δεύτερο στη διάρκεια του 20ού αιώνα;
Τα πρώτα βήματα του Χίτλερ
Ο Αδόλφος Χίτλερ γεννήθηκε το 1889 στο Μπράουναου αμ Ιν, ένα γραφικό χωριουδάκι της Αυστρίας στα σύνορα με τη Γερμανία. Στα πρώτα νεανικά του χρόνια τα έζησε στη Βιέννη όπου, σύμφωνα με ορισμένες πηγές3, η ζωή του εκεί ήταν μισοαλήτικη. Ο ίδιος περιγράφει τα χρόνια εκείνα ως χρόνια της απόλυτης ένδειας. «Ακόμα και σήμερα το όνομά της -γράφει αναφερόμενος στη Βιέννη4- ξυπνά μέσα μου την πικρή θύμηση πέντε χρόνων εξαθλίωσης. Πέντε χρόνια που, για να ζήσω, έκανα στην αρχή τον εργάτη, μετά το ζωγράφο και που δεν μπορούσα παρ' όλα αυτά να χορτάσω τη χρόνια πείνα μου». Ο John Lukacs, όμως, δίνει μια διαφορετική εικόνα για τη ζωή του Χίτλερ στη Βιέννη. «Οι έρευνες των ιστορικών -γράφει ο Lukacs5- έχουν αποδείξει ότι διέθετε μερικά χρήματα και ότι σπανίως υπέφερε από πείνα».
Εν πάση περιπτώσει τα χρόνια στη Βιέννη φαίνεται ότι τον σφράγισαν και, όπως ο ίδιος γράφει, αποτέλεσαν γι' αυτόν το πιο σκληρό και το πιο διδακτικό σχολείο της ζωής του, αφού στη Βιέννη διαμόρφωσε τις απόψεις του για τους Εβραίους, τους σοσιαλδημοκράτες, το μαρξισμό και το κοινωνικό ζήτημα6.
Από τη Βιέννη ο Χίτλερ έφυγε τελειωτικά την άνοιξη του 1912 και πήγε στο Μόναχο7.
Χίτλερ και ναζισμός
Στο Μόναχο έζησε περίπου την ίδια ζωή που είχε ζήσει στη Βιέννη, μέχρι που ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, οπότε και κατατάχτηκε εθελοντής στο στρατό. Πολέμησε στο μέτωπο, τραυματίστηκε δύο φορές και άλλες δύο παρασημοφορήθηκε με τον πολεμικό σταυρό, αλλά ποτέ δεν προήχθη πάνω από το βαθμό του δεκανέα. Με τη λήξη του πολέμου, παρέμεινε στο στρατό μέχρι τον Απρίλιο του 1920, οπότε και συνταξιοδοτήθηκε. Στο διάστημα αυτό, από το τέλος, δηλαδή, του πολέμου και έως τη συνταξιοδότησή του, η στρατιωτική υπηρεσία που ασκούσε ήταν αυτή του ειδικού πολιτικού παρατηρητή των νέων εθνικιστικών ομάδων που δημιουργούνταν και οι οποίες αποτέλεσαν τα φύτρα του γερμανικού φασισμού. Τις ομάδες αυτές τις παρακολουθούσε και συνέτασσε εκθέσεις για τη δράση και τις ιδέες τους. «Μ' αυτή την ιδιότητά του, το Σεπτέμβρη του 1919, ήρθε κοντά στο εθνικιστικό κόμμα DAP (σ.σ. Deutsche Aibeiter Partei = Γερμανικό Εργατικό Κόμμα) κι έγινε μέλος του8.
Εκλογές στη Γερμανία 5 Μάρτη 1933. Χιτλερικά στρατεύματα έξω από τα γραφεία του ΚΚ Γερμανίας
Τι ήταν, όμως, αυτό που έκανε δυνατή την εμφάνιση τέτοιων ομάδων σαν το DAP; Στην ιστοριογραφία, συνήθως, τονίζεται ότι οι ομάδες αυτές ήταν αποκλειστικά το δημιούργημα της ήττας που είχε υποστεί η Γερμανία στον πόλεμο. «Ο ναζισμός -γράφει ο Ζακ Ντελαρί9- γεννήθηκε από το σύμπλεγμα της ήττας. Οταν η Γερμανία υποχρεώθηκε να ομολογήσει πως νικήθηκε το Νοέμβριο του 1918, οι στρατιωτικοί της αρνούνταν να παραδεχτούν την ήττα αυτή και νόμιζαν πως δεν τους άξιζε». Χωρίς αμφιβολία, ο ισχυρισμός αυτός εμπεριέχει τη μισή αλήθεια. Ο γερμανικός φασισμός δε δημιουργήθηκε μόνο από το σύμπλεγμα της ήττας, αλλά και από την ανάγκη της γερμανικής αστικής τάξης να αντιμετωπίσει την επανάσταση που την απειλούσε. «Οι σπόροι του φασισμού -σημειώνει ο Ουίλ. Φόστερ10- φυτεύτηκαν, όταν οι σοσιαλδημοκράτες πρόδωσαν την επανάσταση του 1918. Οι συμμορίες των αξιωματικών, που είχε επιστρατεύσει τότε ο Νόσκε, για να πυροβολήσουν τους επαναστατημένους εργάτες αποτέλεσαν τον πυρήνα της μαζικής οργάνωσης του Χίτλερ».
Ο Χίτλερ πήρε πολύ γρήγορα τον έλεγχο του DAP στα χέρια του και κατάφερε μάλιστα να το αναμορφώσει ουσιαστικά, φτιάχνοντας, τον Αύγουστο του 1921, με τη βοήθεια του λοχαγού Ρεμ το NSDAP (Nationalsozialistische Deutsche Aibeiter Partei= Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα), στο οποίο συνενώνονταν τρεις φασιστικές ομάδες: Το DAP, το Γερμανικό Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα και το Σοσιαλιστικό Γερμανικό Κόμμα11. Το NSDAP λεγόταν εν συντομία «Ναζιστικό κόμμα» και τα μέλη του «Ναζί» από τα αρχικά NS της πρώτης λέξης της ονομασίας του.
Ναζισμός και μεγάλο κεφάλαιο
Ο Χίτλερ πουλάει το βιβλίο του «Ο Αγών μου» σε Γερμανούς καπιταλιστές (γερμανικό σχέδιο)
Εως το 1930, το ναζιστικό κόμμα ήταν ένα πολύ μικρό κόμμα, την εξέλιξη του οποίου δεν μπορούσε εύκολα κανείς να φανταστεί. Η σύντομη ιστορία του τη δεκαετία του '20 έδειχνε αντίθετη πορεία απ' αυτήν που τελικά επιτεύχθηκε, ιδιαίτερα μάλιστα αν ληφθεί υπόψη ότι το Νοέμβρη του 1923 οι Ναζί επιχείρησαν να ανατρέψουν την κυβέρνηση της Βαυαρίας με το διαβόητο «πραξικόπημα της Μπιραρίας», τη διαδήλωση δηλαδή περίπου δύο χιλιάδων ακροδεξιών, τον έλεγχο των οποίων ο Χίτλερ κατάφερε να αποκτήσει σε μία από τις μεγαλύτερες μπιραρίες του Μονάχου. Το «πραξικόπημα» εκείνο στοίχισε στον Χίτλερ μια καταδίκη σε φυλάκιση 5 ετών με ανασταλτικό δικαίωμα για τα 4 απ' αυτά12.
Τη στροφή προς το ναζισμό η γερμανική αστική τάξη θα την κάνει με την εμφάνιση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 1929 - 1933, που όξυνε στο έπακρο τις κοινωνικοπολιτικές αντιθέσεις όχι μόνο διεθνώς, αλλά και μέσα στη χώρα. Στο διάστημα της κρίσης, η ανεργία αυξήθηκε κατακόρυφα και από 1,3 εκατομμύρια που ήταν οι άνεργοι στα τέλη του 1929 έφτασαν τα 3 εκατομμύρια ένα χρόνο αργότερα και τα 6 εκατομμύρια στα τέλη του 1932. Ταυτόχρονα, η βιομηχανική παραγωγή σε σύγκριση με το 1913, στα μέσα του 1932 υποχώρησε κατά 46,7%. Μια σειρά τράπεζες, όπως η Ντανάτ Μπανκ, η τράπεζα της Δρέσδης κ.ά., χρεοκοπούν και το ίδιο συνέβη με 68 χιλιάδες επιχειρήσεις, ενώ δεκάδες χιλιάδες μικροεπιχειρήσεις και τράπεζες απορροφήθηκαν από τα μεγάλα μονοπωλιακά βιομηχανικά και τραπεζικά συγκροτήματα13. Πέραν, όμως, όλων αυτών, η κρίση είχε ως αποτέλεσμα την ενίσχυση της θέσης των κομμουνιστών. «Οι άνεργοι εργάτες -γράφει ο Στάνλεϊ Πέιν14- διεύρυναν όλο και περισσότερο τις τάξεις του Κομμουνιστικού Κόμματος», με αποτέλεσμα η αστική τάξη που είχε νωπές τις μνήμες από την επανάσταση των σπαρτακιστών να αναζητεί τρόπους, για να προλάβει το κακό που την περίμενε πριν να είναι αργά. Ετσι, ο Χίτλερ και το κόμμα του όλο και περισσότερο αναδεικνύονταν ως μοναδική διέξοδος του καθεστώτος. Οφείλουμε, πάντως, να σημειώσουμε ότι η γερμανική αστική τάξη ή τουλάχιστον οι πιο ευφυείς εκπρόσωποί της είχαν δει πολύ έγκαιρα, από τον Απρίλη του 1927, τη χρησιμότητα των ναζιστών. Ηταν τότε που ο Χίτλερ συναντήθηκε στη βίλα του Κρουπ στην Εσση με 400 επιχειρηματίες του Ρουρ, οι οποίοι, με την πράξη τους αυτή, δήλωναν την υποστήριξή τους στο ναζιστικό κόμμα και άρχισαν να το χρηματοδοτούν. Αργότερα, βέβαια, οι σχέσεις των ναζιστών και του μονοπωλιακού κεφαλαίου της χώρας έγιναν περισσότερο ουσιαστικές και φυσικά πολύ θερμές.
«Τον Οκτώβρη του 1931-γράφουν οι Σοβιετικοί ιστορικοί15- οι μεγιστάνες του γερμανικού κεφαλαίου Τίσεν, Κρουπ, Φλικ, Χούγκενμπερκ, ο πρώην πρόεδρος της αυτοκρατορικής τράπεζας Γ. Σαχτ, οι Γερμανοί πρίγκιπες, ο εκπρόσωπος της ράιχσβερ στρατηγός Χ. Σεκτ συγκρότησαν το λεγόμενο μέτωπο του Χάρτσμπουργκ, που ήταν ένας συνασπισμός των φασιστών με τους μονοπωλητές, τους στρατηγούς και τους Γιούνκερς». Στα μέσα Δεκεμβρίου του 1931 η αριστοκρατία της Ανατολικής Πρωσίας ζήτησε από τον πρόεδρο της χώρας, στρατάρχη Χίντεμπουργκ, να διορίσει καγκελάριο τον Χίτλερ. Παρόμοια πρόταση έκαναν τον Νοέμβρη του 1932 17 μεγάλοι βιομήχανοι και τραπεζίτες της χώρας. Στην κίνησή τους αυτή φαίνεται ότι έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών της 6ης Νοέμβρη 1932, όπου το ναζιστικό κόμμα έχασε 2 εκατομμύρια ψήφους. «Το πιο επικίνδυνο σημείο όμως για τα αστικά κόμματα -γράφει ο Ν. Χάγερ16- ήταν πως το ποσοστό που είχε χάσει ο Χίτλερ, το είχε κερδίσει ο κομμουνισμός». Ετσι, άρχισαν οι διεργασίες για την εγκαθίδρυση του Χίτλερ στην εξουσία κάτι που δεν άργησε να γίνει.
Αντί επιλόγου:
Η προειδοποίηση των κομμουνιστών
Τη Δευτέρα, 30 Ιανουαρίου του 1933, λίγο μετά το μεσημέρι, τα μέλη της καινούριας κυβέρνησης υπό τον Χίτλερ μπήκαν στην αίθουσα του Προέδρου του Ράιχ στρατάρχη Π. Χίντεμπουργκ, για να δώσουν τον καθιερωμένο όρκο.
Ο Πρόεδρος Χίντεμπουργκ είχε εξοργιστεί που τον είχαν αφήσει να περιμένει πάνω από μία ώρα, δεδομένου ότι η ορκωμοσία της κυβέρνησης είχε οριστεί για τις 11 το πρωί. Παρ' όλα αυτά απηύθυνε ένα σύντομο και ζεστό καλωσόρισμα και προχώρησε στα περαιτέρω της ορκωμοσίας.
«Ορκίζομαι -ακούστηκε να λέει η φωνή του Χίτλερ- ότι θα διαθέσω όλες μου τις δυνάμεις για να διαφυλάξω το σύνταγμα και τους νόμους του Ράιχ και ότι θα πράξω το καθήκον μου κατά τρόπον αμερόληπτο και δίκαιο απέναντι όλων»17. Στη συνέχεια, ο νέος καγκελάριος έβγαλε ένα σύντομο λόγο, υποσχόμενος να αναβαθμίσει το σύνταγμα, να σεβαστεί τα δικαιώματα του Προέδρου και την κοινοβουλευτική τάξη. «Και τώρα κύριοι -ήταν η απάντηση του Προέδρου Χίντεμπουργκ-, ας προχωρήσουμε με τη βοήθεια του θεού»18. Σ' όλες τις βρώμικες υποθέσεις της ιστορίας ο θεός είχε πάντα μια θέση.
«Μοιάζει σαν όνειρο!», έγραφε στο ημερολόγιό του εκείνη τη μέρα ο Γιόζεφ Γκέμπελς. «Η Βιλχελμστράσε μας ανήκει! Ο Φίρερ εγκαταστάθηκε ήδη στην καγκελαρία του κράτους. Στεκόμαστε στο παράθυρο και βλέπαμε τις χιλιάδες του λαού που περνούσαν μπροστά από τον γηραιό Πρόεδρο της Δημοκρατίας και το νέο καγκελάριο του Ράιχ, κρατώντας αναμμένες δάδες, διαδηλώνοντας τη χαρά και τον ενθουσιασμό τους. Και νιώθαμε περήφανοι»19.
Εκείνο το βράδυ, της 30ής Ιανουαρίου του 1933, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γερμανίας κάλεσε σε γενική πολιτική απεργία κατά της κυβέρνησης του Χίτλερ, την οποία ονόμασε «ανοιχτή φασιστική δικτατορία» και «ωριμότερη, πιο απροκάλυπτη κήρυξη πολέμου κατά των εργαζομένων, κατά της γερμανικής εργατικής τάξης». Η ΚΕ του ΚΚ Γερμανίας απευθύνθηκε, επίσης, στην ηγεσία του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος για να πραγματοποιήσουν από κοινού τα δύο κόμματα τη γενική πολιτική απεργία. Ομως, η θέση των σοσιαλδημοκρατών ήταν αρνητική, με το επιχείρημα πως ο Χίτλερ ήρθε συνταγματικά στην εξουσία κι έπρεπε να αντιμετωπιστεί στο έδαφος του συντάγματος20. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τον Ν. Χάγερ21, «η μεγαλοαστική τάξις, που χρηματοδοτούσε αναφανδόν το κόμμα του Χίτλερ, ύστερα από τη συμφωνία που είχε κλείσει μαζί του, προετοίμαζε σιγά - σιγά την ολοκληρωτική παράδοση της εξουσίας σ' αυτόν».
1. Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Θ1- Θ2, σελ. 274 και Ρ. Α. Στέινιγκερ: «Η δίκη της Νυρεμβέργης», Αθήνα 1960, σελ. 65.
2. Γιόζεφ Γκέμπελς: «Ημερολόγιο», εκδόσεις ΠΛΕΙΑΣ, σελ. 282- 283.
3. Θ. Θεοδώρου - Ντ. Σαουντίνο: «Μορφές Ολοκληρωτισμού - Ναζισμός στη Γερμανία - Φασισμός στην Ιταλία». Εκδόσεις «Προσανατολισμοί», σελ. 191.
4. Αδόλφος Χίτλερ: «Ο Αγών μου», εκδόσεις «Δαρεμά», τόμος Α', σελ. 111.
5. John Lukacs: «Ο Χίτλερ της ιστορίας», εκδόσεις ΕΝΑΛΙΟΣ, σελ. 98.
6. Αδόλφος Χίτλερ: «Ο Αγών μου», εκδόσεις «Δαρεμά», τόμος Α', σελ. 202.
7. Αδόλφος Χίτλερ: «Ο Αγών μου», εκδόσεις «Δαρεμά», τόμος Α', σελ. 203. Ο William Shirer δίνει άλλη εκδοχή για την αποχώρηση του Χίτλερ από την αυστριακή πρωτεύουσα, αφού, όπως γράφει, «εν μητρώον της αστυνομίας τον φέρει καταχωρημένον ως κατοικούντα εις τη Βιέννην μέχρι του Μαΐου του 1913». (William Shirer: «Η Ανοδος και η Πτώσις του Γ' Ράιχ», εκδόσεις «Αρσενίδη», τόμος Α', σελ. 57).
8. Στάνλεϊ Πέιν: «Ιστορία του φασισμού», εκδόσεις ΦΙΛΙΣΤΩΡ, σελ. 225- 226.
9. Ζακ Ντελαρί: «Η ιστορία της Γκεστάπο», εκδόσεις «Θεμέλιο», σελ. 16.
10. Ουίλ. Φόστερ: «Ιστορία του Παγκόσμιου Συνδικαλιστικού Κινήματος», εκδόσεις «Εταιρεία Ελληνικού Βιβλίου», τόμος β', σελ. 97.
11. Ζακ Ντελαρί, στο ίδιο, σελ. 19.
12. Στάνλεϊ Πέιν: «Ιστορία του φασισμού», εκδόσεις ΦΙΛΙΣΤΩΡ, σελ. 228- 229.
13. Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Θ1- Θ2, σελ. 266- 267.
14. Στάνλεϊ Πέιν, στο ίδιο, σελ. 241.
15. «Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος 1939- 1945», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 1ος, σελ. 15-16.
16. Ν. Χάγερ: «Αδόλφος Χίτλερ», εκδόσεις ΠΕΛΛΑ, σελ. 214.
17. Ν. Χάγερ, στο ίδιο, σελ. 215.
18. Ian Kershaw: «Χίτλερ 1889- 1936: Υβρις», εκδόσεις «Scripta», σελ. 472.
19. Γιόζεφ Γκέμπελς: «Ημερολόγιο», εκδόσεις ΠΛΕΙΑΣ, σελ. 285
20. Εριχ Χόνεκερ: «Από τη ζωή μου», εκδόσεις «Ειρήνη», σελ. 77.
21. Ν. Χάγερ, στο ίδιο, σελ. 215.

Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ


Αρθρα και ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» στη 10ετία του '20



ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΟΤΙΜΙΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ
Αρθρα και ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» στη 10ετία του '20
Τετάρτη 2 Μάρτη 1927: Ο «Ριζοσπάστης» φέρνει στο φως τις άθλιες συνθήκες κάτω από τις οποίες δουλεύουν γυναίκες και μικρά παιδιά στα ταπητουργεία. Δημοσιεύει την είδηση για το ξέσπασμα της απεργίας τους
Ο «Ριζοσπάστης», ως όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ, είναι η εφημερίδα που έχει συνδεθεί άρρηκτα, από την εποχή της πρώτης της κυκλοφορίας μέχρι και σήμερα, με την πάλη της εργατικής τάξης για την κοινωνική της απελευθέρωση, ενάντια στην ταξική εκμετάλλευση και σε κάθε μορφής κοινωνική καταπίεση. Μια πτυχή της συμβολής του «Ριζοσπάστη» στην υπόθεση της εργατικής τάξης αποτελούν και οι σελίδες των περιεχομένων του, που είναι αφιερωμένες στο ζήτημα της γυναικείας ανισοτιμίας. Μια πτυχή με ιδιαίτερη σημασία, με δεδομένη τη σύνθετη φύση του γυναικείου ζητήματος. Δίπλα στις σοβαρές αντικειμενικές δυσκολίες που έπρεπε να ξεπεράσει η έκδοση και η κυκλοφορία του «Ριζοσπάστη», στέκονταν και οι υποκειμενικοί παράγοντες, που εμπόδιζαν, όπως και εμποδίζουν, την κατανόηση του γυναικείου ζητήματος, της προέλευσής του και των προϋποθέσεων για την εξάλειψή του. Δυσκολίες που αντιμετωπίζονταν με την καθοδήγηση της ΚΕ του ΚΚΕ.
Ο «Ριζοσπάστης» αποδείχτηκε στην πράξη σταθερός και αταλάντευτος σύμμαχος των γυναικών της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, στην πάλη τους για την ισοτιμία. Σε μια προσπάθεια να φωτιστεί η συμβολή αυτή και να αναδειχθεί η σημασία της, αναδημοσιεύονται τμήματα της αρθρογραφίας του «Ριζοσπάστη», που έχουν ως θέμα τις γυναίκες και τους αγώνες τους. Μέσα από τα άρθρα αυτά, επιδιώκεται να παρουσιαστεί η εκμετάλλευση και η διπλή καταπίεση που υφίσταται η γυναίκα στον καπιταλισμό, να αναδειχθούν οι αιτίες του γυναικείου ζητήματος, να τραβηχτούν οι μάζες των εργαζόμενων γυναικών στην ταξική πάλη. Μέσα από τις σελίδες του, ο «Ριζοσπάστης» προβάλλει επίσης τη θέση που εξασφάλισε στη γυναίκα ο σοσιαλισμός, τις πρωτόγνωρες κατακτήσεις των εργαζόμενων γυναικών στη Σοβιετική Ενωση.
Ο «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ» ΓΙΑ ΤΟ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟ ΖΗΤΗΜΑ
Πέμπτη 3 Μάρτη 1927: Στο πλευρό των εργατριών, ο «Ριζοσπάστης» έχει εκτενές ρεπορτάζ στην πρώτη σελίδα, για την εξέλιξη της απεργίας στα ταπητουργεία
Η ταξική φύση του γυναικείου ζητήματος δε γίνεται εύκολα κατανοητή. Το πρόβλημα της ανισοτιμίας ανάμεσα στα δυο φύλα είναι σύνθετο και η προαιώνια ιστορία του, ισόχρονη με την ιστορία της ταξικής εκμετάλλευσης, δυσκολεύει τη συνειδητοποίηση των αιτιών ύπαρξής του, αλλά και τη λύση του, αφού οπισθοδρομικές θεωρίες και αντιλήψεις είναι ριζωμένες βαθιά στη συνείδηση ανδρών και γυναικών, λόγω της ύπαρξής του στις ταξικές κοινωνίες σε βάθος αιώνων. Επιπλέον, τα αίτια της ανισοτιμίας της γυναίκας συσκοτίζονται και κάτω από την παρέμβαση της αστικής τάξης. Το αστικό ρεύμα του λεγόμενου «φεμινισμού», το οποίο ήταν κυρίαρχο στις απαρχές του γυναικείου κινήματος, ταύτιζε την απελευθέρωση της γυναίκας με την παραχώρηση σε αυτή πολιτικών δικαιωμάτων.
Ο «Ριζοσπάστης» πολέμησε αποφασιστικά την άγνοια για το γυναικείο ζήτημα, τις λανθασμένες αντιλήψεις, τις προκαταλήψεις για τη θέση της γυναίκας. Αντιπαρατέθηκε με τις αστικές και μικροαστικές απόψεις των φεμινιστριών και τις αυταπάτες που αυτές καλλιεργούσαν. Ανέδειξε το πραγματικό περιεχόμενο της απελευθέρωσης της γυναίκας και το δρόμο μέσα από τον οποίο μπορεί να κατακτηθεί η ισοτιμία.
Στις σελίδες του «Ριζοσπάστη» βρίσκονται δεκάδες τέτοια άρθρα. Στο φύλλο της 20ής Φλεβάρη 1927, σε άρθρο με τίτλο «ΤΟ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟ ΖΗΤΗΜΑ», αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Το γυναικείο ζήτημα είναι ακόμη σήμερα τόσο άγνωστο και παραμορφωμένο στις μάζες των εργαζομένων και εργατριών όσο στην τάξη των αστών ο κολεκτιβισμός και ο κομμουνισμός. Για τους πιο πολλούς, είναι ένα είδος λόξας ή υστερισμού ορισμένων γυναικαρίων, τις πιο πολλές φορές γεροντοκόριτσων που σουφραζετίζουν , ηγούνται απεργιών, σπάζουν με τις πέτρες τα τζάμια των επίσημων κτιρίων, ξυλοκοπούνε τους υπουργούς κλπ.
Σελίδα του «Ριζοσπάστη» αφιερωμένη στην 8η Μάρτη, για τη θέση της εργάτριας στην Ελλάδα και για τις κατακτήσεις της γυναίκας στη Σοβιετική Ενωση (8/3/1928)
Για άλλους είναι αγώνας κατά των αντρών, είναι η γυναίκα που θέλει να διώξει τον άντρα απ' όλες τις εργασίες που του 'διναν το ψωμί του, να τον αντικαταστήσει παντού από το πιο ανώτερο αξίωμα ως τα κατώτατα και που θέλει να του βάλει στο χέρι τη σκούπα του νοικοκυριού και ίσως ακόμα και τη φροντίδα να φέρνει στη ζωή τα κουτσούβελα και να τα θηλάζει.
Για άλλους είναι ζήτημα ψήφου. Περνούν από παντού αφήνοντας τα επισκεπτήριά τους με τις λέξεις ψήφο στις γυναίκες!!
Και για άλλους, που καταλαβαίνουν τη σημασία του ζητήματος μα που δε τους συφέρνει το ξεκαθάρισμά του, θα πει θάνατος της ανθρωπότητας, τέλος πάντων. Μάλιστα, λέγει ένας γνωστός εγγλέζος, διαλέχτε την πολιτική ή τη μητρότητα. Ωστε η πολιτική θα κάνει τη γυναίκα στείρα; (...)
Και για άλλους τέλος τα πολιτικά δικαιώματα φέρνουν μαζί τους την καταστροφή και την κατάργηση της οικογένειας! Η γυναίκα που ψηφίζει και πολιτεύεται είναι η γυναίκα που από τη στιγμή της γέννησής της ίσαμε το θάνατό της από το πρωί δε θ' αφήσει πια το ψηφοφορικό δελτίο της, (...) ούτε τις λαϊκές συγκεντρώσεις, ούτε τη βουλή.
Εκεί μέσα θα τρώει, θα κοιμάται, θα ζει και κατά συνέπεια πάει η οικογένεια, καταργούνται οι σπιτικές δουλειές, οι μπουγάδες, τα μαγειρέματα, τα μπαλώματα. Αχ καϋμένη δυστυχισμένη οικογένεια!
Βέβαια λίγοι είναι που δε θα γελάσουν με τις χοντροκομμένες αυτές πλάνες όταν τους παρουσιάζονται έτσι ωμά. Είναι όμως αυτές που επηρεάζουν ακόμα το πλήθος.
[...]
Η εργάτρια πρέπει να καταλάβει πως όσο βρισκόμαστε σε κοινωνικό σύστημα που ορισμένοι άνθρωποι, ορισμένη κοινωνική τάξη, η κυρίαρχη τάξη, αποκτά τα πλούτη της από τη δουλειά και την εκμετάλλευση των άλλων ανθρώπων, όσο η εργασία δεν είναι κοινωνικό καθήκον και δικαίωμα του κάθε ανθρώπου, όσο ζούμε στο σύστημα της ατομικής ιδιοκτησίας, που όλοι της οι νόμοι είναι καμωμένοι για να εξασφαλίζουν και να πληθαίνουν τα δικαιώματα και τα πλούτη του ιδιοχτήτη, η εργάτρια και κάθε εργαζόμενος θα μένει πάντα σκλάβος, αυτή μάλιστα διπλά και στην κοινωνία και στον άντρα» (20/3/1927, σελ. 3).
Οι αστικές παραχωρήσεις δε δίνουν λύση

Η κυβέρνηση Παπαναστασίου αποφάσισε το 1928 την παραχώρηση πολιτικών δικαιωμάτων στις γυναίκες. Παραχώρηση που συνοδεύτηκε από όρους και περιορισμούς. Συγκεκριμένα, το εκλογικό δικαίωμα θα αφορούσε τις δημοτικές και κοινοτικές εκλογές και θα αναγνωριζόταν μόνο στις γυναίκες άνω των 30 ετών που γνώριζαν γραφή και ανάγνωση. Ο «Ριζοσπάστης» σχολίασε την επιλογή της κυβέρνησης αλλά και τις θέσεις των φεμινιστριών, επισημαίνοντας τα εξής:
«[...] Δεν είμεθα βέβαια εμείς εκείνοι που θα ταχθούμε κατά της παροχής του εκλογικού δικαιώματος στις γυναίκες. Αντίθετα εμείς θέλουμε να έχουν το δικαίωμα αυτό οι γυναίκες όχι έπειτα απ' τα 30 και μονάχα εκείνες που ξέρουν γραφή και ανάγνωση, αλλά γενικά όλες οι γυναίκες από 21 χρονών και πάνω κι όχι μονάχα στις δημοτικές και κοινοτικές εκλογές, αλλά και στις βουλευτικές εκλογές.
[...]
Οι αιτίες της σημερινής θέσης της γυναίκας είναι πολύ βαθύτερες και για να λείψουν αυτές απαιτούνται ριζικότερες μεταρρυθμίσεις, ριζικότερες λύσεις, που οι φεμινίστριες αποφεύγουν ν' αναφέρουν, ίσως γιατί αυτές παραβλάφτουν τα συμφέροντα της τάξης τους.
[...]
Το είπαμε πολλές φορές και το επαναλαμβάνουμε και πάλι πως εφ' όσον υπάρχει το σημερινό κοινωνικό σύστημα της εκμετάλλευσης δεν μπορεί ποτέ να επέλθει ισότητα οσαδήποτε εκλογικά δικαιώματα και αν δοθούν στη γυναίκα. Γιατί δεν συμφέρει βέβαια στους αστούς να εξισώσουν την γυναίκα εργάτρια προς τον άνδρα τη στιγμή που την εκμεταλλεύονται αισχρά και τη χρησιμοποιούν για πιότερη εκμετάλλευση του άνδρα εργάτη. Η γυναίκα μπορεί να ελευθερωθεί τελείως μονάχα με το γκρέμισμα του σημερινού καθεστώτος και την εγκαθίδρυση της Εργατοαγροτικής Δημοκρατίας. Χειροπιαστή απόδειξη άλλωστε αυτού είναι η Σοβιετική Ρωσσία». (19/3/1928, σελ. 1).
Η ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Ελλάδα είχε ως άμεση συνέπεια τη μαζική είσοδο των γυναικών στην παραγωγή. Η συμμετοχή των γυναικών στη διαδικασία της παραγωγής συνοδεύτηκε από την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τους δύναμης από το κεφάλαιο, με στόχο να διογκωθούν τα κέρδη του.
Οι συνθήκες ζωής και δουλειάς που επιφύλαξε ο καπιταλισμός στις γυναίκες ήταν άθλιες. Οι εργάτριες σταδιακά συμμετείχαν, όλο και πιο ενεργά στην ταξική πάλη, άρχισαν να έχουν δραστήρια συμβολή στους αγώνες της τάξης τους.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του κλάδου των καπνεργατών. Στο οδόφραγμα της απεργίας των καπνεργατών της Καβάλας, δολοφονείται το 1924 η Μαρία Χουσιάδου. Το 1927, επίσης σε απεργιακή κινητοποίηση, δολοφονείται η Βασιλική Γεωργαντζέλη, εργάτρια στο εργοστάσιο του «Παπαστράτου».
Στις 27 Φλεβάρη του 1927 ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει την είδηση πως οι καπνέμποροι της Ξάνθης ζητούν να μειώσουν κατά 3 δραχμές το ημερομίσθιο των καπνεργατριών και πως οι εργάτριες πραγματοποιούν κινητοποιήσεις ενάντια σε αυτή τη μείωση.
«Τα σχέδια των καπνεμπόρων Θεσσαλονίκης επεκτείνονται και εις Θράκην. Οι καπνέμποροι της Ξάνθης παρά την επικείμενην σύμβασιν ημερομισθίου των καπνεργατριών πληρώνουν ηλαττωμένον κατά τρεις δραχμάς. Αι καπνεργάτριαι ηρνήθησαν να πληρωθώσι με ηλαττωμένον ημερομίσθιον και παρουσιάσθησαν εις τας Αρχάς αίτινες αδυνατούσι να παρέμβωσι παρά τους καπνεμπόρους» (27/2/1927, σελ. 4).

Η είδηση είναι ενδεικτική για τη σφοδρότητα και την ένταση με την οποία το κεφάλαιο εκμεταλλεύτηκε τη γυναικεία εργατική δύναμη. Η κινητοποίηση αυτή αντιμετωπίστηκε από την κυβέρνηση με ωμή επέμβαση του στρατού κατά των εργατριών, που είχε ως συνέπεια τον τραυματισμό μιας εργάτριας στο κεφάλι.
Σημαντικοί αγώνες αναπτύχθηκαν την ίδια χρονιά και από τις εργάτριες στα ταπητουργεία, στην Κοκκινιά και στους Ποδαράδες, όπως ονομαζόταν η Νέα Ιωνία, ο συνοικισμός που είχαν φτιάξει οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία. Οι απάνθρωπες συνθήκες εργασίας αποτυπώθηκαν στις σελίδες του «Ριζοσπάστη», μέσα και από τα λόγια των ίδιων των εργατριών.
«[...]
- Μέσα στα ταπητουργεία αυτά, μας λέγει μια εργάτρια, δουλεύουμε από το πρωί στις 6.30 μέχρι το βράδυ στις 8 συνεχώς, χωρίς ν' αναπαυθούμε καθόλου ούτε ακόμη το μεσημέρι για να μπορέσουμε να φάμε το ξερό μας ψωμί. Οι εργοδότες μας για να μην καθήσουμε ούτε μισή ώρα το μεσημέρι μας αναγκάζουνε και την ώρα του φαγητού ακόμα να δουλεύουμε. κ' έτσι με το ένα χέρι δουλεύουμε και με το άλλο τρώμε το φτωχικό μας φαγητό.
- Είπατε - λέμε σε μια εργάτρια - ότι δουλεύετε μέχρι τις 8 το βράδυ.
- Βέβαια, μας απαντά. Προ ενός μηνός μάλιστα δουλεύαμε μέχρι τις 10 τη νύχτα, αλλά οι εργοστασιάρχες αναγκασθήκανε επειδή είχανε πέσει πολλές αρρώστιες να κατεβάσουν το βράδυ τις ώρες της δουλειάς στις 8. Δηλαδή δουλειά 14 ολόκληρες ώρες. Και για όλη αυτή τη δουλειά δίνανε σε κάθε μια από μας 2.80 δραχμές για το κάθε κομμάτι χαλί που θα φτιάση. Τώρα μας κόψανε τα 30 λεπτά και μας δίνουνε 2.50 μόνον δραχμές. Δηλαδή η κάθε μια από μας παίρνει 20 - 40 δραχμές την ημέρα.

Μέσα στις εργάτριες ξεχωρίζουν και πολλά μικρά κορίτσια.
- Κι αυτά τα μικρά κορίτσια δουλεύουνε κι αυτά στα εργοστάσια;
- Βέβαια, λέγουν όλαι μαζύ αι εργάτριαι. Δουλεύουνε κι αυτά 14 ώρες και παίρνουνε 5 δραχμές την ημέρα και πολλά από αυτά δεν παίρνουνε τίποτε, γιατί τα έχουνε οι μητέρες τους και μαθαίνουνε την τέχνη. Αυτό το μικρότερο παιδί που βλέπετε, προσθέτουν αι εργάτριαι, είναι ηλικίας 8 χρονών και δουλεύει κι αυτό στο εργοστάσιο.
[...]
Στα εργοστάσια ταπητουργίας σε μια ατμόσφαιρα δηλαδή ολότελα ανθυγιεινή δουλεύουν παιδιά οκτώ χρονών [...]
Τα παιδιά αυτά από τόσο μικρά καταστρέφουν την υγεία τους, δολοφονούνται κυριολεκτικά.
Αλλά ο νόμος δεν τιμωρεί τους δολοφόνους των. Αντίθετα τους παρασημοφορεί, τους αναγορεύει μεγάλους πολίτας και τους χαρακτηρίζει μάλιστα και για ευεργέτες της φτωχολογιάς» (23/2/1927, σελ. 1, 2).
Απεργίες εργατριών
Αλλά και οι απεργίες και οι αγώνες των εργατριών βρήκαν θέση μόνο στα φύλλα του «Ριζοσπάστη», αποκλείστηκαν από όλες τις άλλες εφημερίδες.
«Επειτα από την Κοκκινιά και οι Ποδαράδες! Επειτα από τις εργάτριες των ταπητουργείων Κοκκινιάς απεργούν και οι εργάτριες των ταπητουργείων στον προσφυγικό συνοικισμό των Ποδαράδων. Ετσι χθες το πρωί πάνω από εκατό εργάτριες που δουλεύανε στο εργοστάσιο ταπητουργίας του Φίλιπ. Καχραμάνη παράτησαν τη δουλειά, απήργησαν.
Την απεργία αυτή ακολούθησαν το απόγευμα και οι εργάτριες των εργοστασίων Σπάρταλη, Βαγιανού και Αβρ. Καχραμάνογλου κι έτσι πάνω από 500 εργάτριες ταπητουργοί βρίσκονται από χθες σε απεργία αποφασισμένες να μην ξαναπιάσουν δουλειά αν δε γίνουνε δεκτά τα αιτήματά τους.
Η αφορμή της απεργίας είναι η εξής: Το περασμένο Σάββατο όλοι οι εργοστασιάρχαι ταπητουργίας των Ποδαράδων επειδή δεν ήσαν φαίνεται ευχαριστημένοι από την εκμετάλλευση που κάνανε στις εργάτριες, αποφασίσανε σε μια σύσκεψή τους να ελαττώσουν την τιμή της κατ' αποκοπήν εργασίας και να πληρώνουνε τις εργάτριες αντί 3 δραχμές τους χίλιους κόμπους το χαλί 2.50 δραχμές. Υπογράψανε λοιπόν και συμφωνητικό και χθες το πρωί όλες οι εργάτριες των ταπητουργείων ακούσανε από τα στόματα των εργοδοτών τους πως από σήμερα (χθες) οι 3 δραχμές που παίρνανε θα γίνουνε 2.50, γιατί οι εργοδότες έχουνε, λέει, έξοδο, δε βγαίνουν...!
Αυτή η απόφασις των εργοδοτών δεν άργησε να αναστατώσει τις εργάτριες. Το παράδειγμα έδωσαν πρώτες οι εργάτριες του εργοστασίου Φ. Καχραμάνη. Αν και ανοργάνωτες εντελώς μπροστά όμως στο κίνδυνο της πείνας οι εργάτριες αυτές σε μια ώρα έπειτα από την ανακοίνωση της αποφάσεως των εργοδοτών απεργήσανε, χωρίς καμμιά να μείνη στο εργοστάσιο.
Ολες οι εργάτριες βρίσκονται σε αγανάκτηση.
Μέχρι τη νύχτα για 20 - 30 δραχμές
Στο εργοστάσιο της Ανωνύμου Εταιρείας Ταπητουργίας Σπάρταλη [...]
- Δουλεύουμε, μας λένε, 10 ώρες και πολλές από μας 12 και 14 για ένα κομμάτι ψωμί. Και για όλη αυτή τη δουλειά μας δίνανε μονάχα 3.00 δραχμές το κομμάτι. Τώρα μας είπανε ότι θα μας κόψουνε 50 λεπτά και θα μας δίνουνε μονάχα 2.50 δραχμές.
- Δηλαδή πόσα λεπτά μπορείτε να πάρετε όλες αυτές τις ώρες που δουλεύετε; Ρωτάμε και πάλιν τις εργάτριες.
- Αχ "Κύριέ μου" τι να τα κάνουμε τα λεπτά. Παίρνουμε τόσα λίγα που δε μας φτάνουνε ούτε για να ζήσουμε. Για όλες αυτές τις ώρες που δουλεύουμε παίρνουμε 20 - 30 δραχμές. Πολλές από μας για να μπορέσουνε να κερδίσουνε περισσότερο δουλεύουνε περισσότερες ώρες μέχρι τις 10 τη νύχτα. [...]
"Μα τώρα, προσθέτουνε οι εργάτριες, δεν μπορούμε να υποφέρουμε την κατάσταση αυτή, τώρα μάλιστα που μας κόβουνε 50 λεπτά. Γι' αυτό και μεις απεργήσαμε". Αυτό το "δεν μπορούμε" το λέγανε με τόσο πόνο μα και με τόση θέληση που φανέρωναν την απόφασή τους ν' αγωνιστούν.
Μέσα στις ενήλικες εργάτριες ξεχωρίζουν και πολλά μικρά κορίτσια που δουλεύουν κι αυτά στα εργοστάσια. Κορίτσια 7 - 12 ετών δουλεύουνε για 10 δραχμές ή εντελώς δωρεάν. Μπροστά μας στέκει ένα μικρό κοριτσάκι με ωχρό πρόσωπο. Είναι η Αργυρίτσα Κοτσαμπέτρου, ηλικίας επτά χρονών. Δουλεύει κι αυτή 10 ώρες στο εργοστάσιο κοντά στη μητέρα της για τίποτε. Επτά χρονών. Και όμως υπάρχουν άνθρωποι που λένε οτι υπάρχουν νόμοι ...εργατικοί που ...προστατεύουν τη γυναίκα και τα ανήλικα παιδιά.
Αίσχος!» (1/3/1927, σελ. 2).
Ο «Ριζοσπάστης» δημοσίευσε στις 2 Φλεβάρη την ομιλία μιας εργάτριας στις συναδέλφισσές της, όπως την εκφώνησε την προηγούμενη μέρα στην απεργιακή φρουρά:
«Εδώ και μια βδομάδα κουβεντιάζοντας ανάμεσά μας όταν εκηρύχθη η απεργία στην Κοκκινιά λέγαμε: Ο,τι έπαθαν αυτές θα πάθουμε κι εμείς. Οι εργοδότες μας αφού μπόρεσαν να ελαττώσουν τα μεροκάματα της Κοκκινιάς θα ζητούσαν να ελαττώσουν και τα δικά μας. Δεν πέρασαν πολλές μέρες και ο φόβος μας επραγματοποιήθη. Ολα τα αφεντικά υπέγραψαν πρωτόκολλο αναμεταξύ των και συμφώνησαν να μας μικρύνουν τα μεροκάματα. [...] Με την ελάττωση που κάμνουν στα μεροκάματά μας, μας καταδικάζουν να πεθάνουμε από την πείνα. Δεν μπορούμε όμως να πεθάνουμε. Πρέπει να ζήσουμε. Τι πρέπει όμως να κάμουμε; Οι εργοδότες μας, τα αφεντικά μας ενώθηκαν για να αυξήσουν ακόμα πιο πολύ τα μεγάλα τους κέρδη.
Πρέπει κι εμείς να ενωθούμε και να οργανωθούμε. Μονάχα έτσι θα μπορέσουμε να πετύχουμε να μη μας ελαττώσουν σήμερα τα μεροκάματα, να ζητήσουμε αύριο να καλυτερέψουμε τη θέση μας» (2/3/1927, σελ. 1).
Και οι εργάτριες αναγνώρισαν στον «Ριζοσπάστη» ένα σταθερό σύμμαχο στους αγώνες τους, την εφημερίδα που μέσα από τις σελίδες της θα υπερασπιστεί το δίκιο τους.
«Δεν είχε ξημερώσει ακόμα καλά - καλά, η νύχτα δεν είχε υποχωρήσει ακόμα στο φως της ημέρας και οι εργάτριες των Ποδαράδων ήταν στο πόδι.
Μαζεμένες ομάδες - ομάδες τρέχανε για τα εργοστάσια, όχι για να πιάσουν δουλειά, μα για να εμποδίσουν καμμιά εργάτρια που τυχόν ήθελε παραπλανηθή και πιάσει δουλειά από τις απειλές των εργοδοτών κι από τις δελεαστικές υποσχέσεις των οργάνων των. Οχι, καμμιά δεν έπιασε δουλειά, όλες οι εργάτριες είναι αποφασισμένες να συνεχίσουνε την απεργία.
- Καλύτερα να πεθάνουμε παρά να πεινάμε κάθε μέρα.
Σε λίγο φτάνει ο "Ριζοσπάστης", η εφημερίδα των φτωχών και των καταπιεζομένων, με την περιγραφή της απεργίας. Ολες οι εργάτριες που ξέρανε δυο - τρία γράμματα τον παίρνουν και τον διαβάζουν. Οι άλλες που δεν είχανε μπορέσει να μάθουν δυο κολυβογράμματα, ακούνε με προσοχή. Αυτή τη στιγμή - στιγμή συγκινητική - δεν μιλούσε απλώς μια εφημερίδα. Αυτή τη στιγμή μιλούσε ο "Ριζοσπάστης", μιλούσαν οι εργάτες, οι φτωχοί βιοπαλαιστές στους φτωχούς πρόσφυγες».
«Καμμιά απεργοσπάστρια, καμμιά λιποψυχία. Οι εργάτριες αυτές που για πρώτη φορά ρίχνονται στον αγώνα δίνουν μαθήματα θάρρους, επιμονής και αποφασιστικότητας και σε παλαίμαχους ακόμα εργάτες. Είναι όμως τόσο μεγάλη η εκμετάλλευση που γίνεται εις βάρος τους και τόσο αφάνταστα άθλια η κατάσταση που τους προετοίμαζαν, με το λιγόστεμα κι αυτής της γελοίας αμοιβής που τους έδιναν, ώστε ήταν αδύνατο να γίνει αλλοιώς.
"Το στρώμα ξέρει εμάς κι εμείς ξέρουμε μονάχα το στρώμα". Μ' αυτά τα λόγια χαρακτήριζε μια εργάτρια απεργός την κατάσταση κάτω απ' την οποία ζούσαν. Κι αλήθεια, νύχτα σηκώνονται οι εργάτριες να πάν στη δουλειά και νύχτα γυρνάνε σπίτι τους. Το μεσημέρι τρώνε μπροστά στον αργαλειό τους και συνεχίζουν τη δουλειά τους. Τι λοιπόν το παράξενο, αν δε ξέρουν άλλο τίποτα απ' το στρώμα του σπιτιού τους;» (6/3/1927, σελ. 2).
Η 8η Μάρτη
Με αφορμή την 8η Μάρτη του 1928,ο «Ριζοσπάστης» επισημαίνει τα θετικά βήματα αλλά και τις αδυναμίες στην οργάνωση των εργαζόμενων γυναικών. Εκτιμά σχετικά με τη συμμετοχή και τη συμβολή των γυναικών στους αγώνες:
«(...) Εργάτριες που έχουν δείξει σε ορισμένες περιπτώσεις, τόλμη, αυτοθυσία και επιμονή στον αγώνα όχι μικρότερη από τους εργάτες. Μέσα στα ονόματα των ηρωικά σκοτωμένων αγωνιστών εργατών βρίσκονται σε πρώτη γραμμή, τιμητικότατα, και ονόματα γυναικών - εργατριών. Είναι όμως ακόμα πολύ πίσω η Ελληνίδα εργάτρια από άποψη ταξικής συνείδησης και από άποψη οργάνωσης. Δεν ενδιαφέρεται, ένα μέγιστο μέρος των εργατριών, για την πολιτική, νομίζει πως είναι έργο όχι δικό τους, και νιώθουν τον εαυτό τους προσωρινό μέσα στο εργοστάσιο ή στο εργαστήρι και πολύ προσωρινότερο στο εργατικό κίνημα.
Η εργάτρια στην Ελλάδα πρέπει να καταλάβει καλά τη θέση της μέσα στην κοινωνική πάλη. Πρέπει να μπει μέσα στο συνδικάτο, πρέπει να κινηθεί μαζί με τους εργάτες, πρέπει να πάρει άμεσα μέρος στους οικονομικούς και πολιτικούς αγώνες της εργατικής τάξης. Παράλληλα, πρέπει να αγωνιστεί για τις ιδιαίτερες διεκδικήσεις της: Για ίσο μεροκάματο με τους εργάτες, για πραγματική προστασία της μητρότητας, για οικονομική εξασφάλιση της γυναίκας προ και μετά τον τοκετό, για πραγματική εφαρμογή των νόμων σχετικά με τις γυναίκες, για παιδικά άσυλα, για το δικαίωμα εγγραφής στα συνδικάτα, για ίσα δικαιώματα με τους εργάτες στα συνδικάτα, κλπ.
Η γυναίκα στην Ελλάδα χωρίς να το καταλάβει, θέλοντας και μη, μπήκε πια άμεσα στην παραγωγή και στην ταξική πάλη. Πρέπει να ακολουθήσει αποφασιστικά το δρόμο, το μοναδικό δρόμο που υπαγορεύει η σημερινή της θέση, που υπαγορεύει η πάλη των τάξεων στη σημερινή κοινωνία»(8/3/1928, σελ. 3).
ΣΤΑΘΕΡΟΣ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΗΣ ΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ
Η Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση έδειξε στο προλεταριάτο το δρόμο για την απελευθέρωσή του από την εκμετάλλευση. Ανοιξε το δρόμο για να καταργηθεί και το φαινόμενο της ανισοτιμίας των δύο φύλων, για να κατακτήσει η γυναίκα ισότιμη θέση με τον άντρα.
Ο «Ριζοσπάστης» στάθηκε θερμός υπερασπιστής της προσπάθειας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αφιέρωσε αρκετά άρθρα και σελίδες του για να κάνει γνωστά τα επιτεύγματα του σοσιαλισμού στην εργατική τάξη της Ελλάδας.
«Οι μπολσεβίκοι θα βαστάξουν το πολύ μερικές μέρες, διακηρύττανε τις πρώτες ημέρες του κόκκινου Οκτώβρη οι Ρώσοι αντεπαναστάτες και μαζί τους κράταγαν το ίσο οι καπιταλιστές της Ευρώπης και τα πειθήνια οργανέτα τους οι σοσιαλπροδότες όλων των αποχρώσεων.
Αργότερα η διορία που δινόταν στους μπολσεβίκους εξεφραζόταν σε μήνες.
Τελευταία σε χρόνια και...
Δυστυχώς γι' αυτούς πέρασαν ολάκερα 10 χρόνια απ' τον καιρό της εγκατάστασης της σοβιετικής κυβέρνησης, που αντί να αδυνατίσει ολοένα στερεώνεται και προσελκύει γύρω της όλες τις εργαζόμενες μάζες κάθε εθνικότητας και θρησκείας για το φτιάσιμο της νέας σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Ο μύθος που διαδίδανε στην Ευρώπη τα κοινωνικά και πολιτικά ναυάγια της τσαρικής και σοσιαλδημοκρατικής Ρωσίας για τη διχτατορία μιας "χούφτας κομμουνιστών" διαψεύδεται από το φως της αλήθειας, την πραγματικότητα και τους ξερούς αριθμούς.
Πρέπει να το πάρουνε απόφαση οι καραβοτσακισμένοι αυτοί καθώς και "οι εκ των παρασκηνίων" τροφοδότες τους, ότι κάθε απόπειρα και επιβουλή εναντίον των καταχτήσεων του Οκτώβρη θα αντικρίσει δεκάδες εκατομμύρια εργαζομένων να παρατάξουνε τα στήθια τους γύρω στην εργατοχωρική τους κυβέρνηση και τον πρωτοπόρο και οδηγό της εργατιάς και αγροτιάς - το Κομμουνιστικό κόμμα. Ενα μεγάλο μέρος της στρατιάς αυτής - 2 1/2 περίπου εκατομμύρια, αποτελείται από συνειδητές εργάτριες και χωρικές, που με πλήρη τη συναίστηση των ταξικών τους συμφερόντων θα αντιτάξουνε λυσσώδικη αντίσταση εναντίον εκείνων που κάποτε τις υποβάλλανε σε διπλή δουλειά και σκλαβιά.
Η συνειδητή αυτή στρατιά των 2 1/2 εκατομμυρίων δεν θα επιτρέψει σε κανέναν να επιβουλευθεί τις λευτεριές που παραχώρησε ο κόκκινος Οκτώβρης στις γυναίκες, γλιτώνοντάς τες από την εκμετάλλευση της αστικής κοινωνίας και του αστικού κράτους και συνάμα από την τυραννία του πατέρα, συζύγου και αδελφού.
(...) Εδώ σ' εμάς έχουμε 105 χιλιάδες γυναίκες μαζί στα σοβιέτ της πόλης και του χωριού και εξακολουθούμε να το τονίζουμε στον τύπο, στις συνεδριάσεις, στις συσκέψεις και παντού ότι η αναλογία αυτή είναι μικρή και πρέπει να περισσέψουνε τα ποσοστά των γυναικών στη διοίκηση της χώρας.
(...)
Στο Σύνδεσμο των Σοβιετικών Δημοκρατιών βρίσκονται πολλές δεκάδες γυναικών δικαστών και εισαγγελέων, και χώρια από αυτό υπάρχει ολάκερο τάγμα δικαστικών παρέδρων σε λαϊκά δικαστήρια από 102 χιλιάδες γυναίκες απ' την εργατοχωρική μάζα.
(...)
Πόσο μεγάλες φροντίδες καταβάλλει η σοβιετική κυβέρνηση για τις μητέρες και τα παιδιά φαίνεται από τον αριθμό των βρεφοκομείων και των σπιτιών μητέρας και βρέφους, που έφτασε στις πόλεις σε 1.705 και στα χωριά σε 4.110 (...) ...εκεί αφήνουνε τα παιδιά τους, στις φροντίδες και περιποίηση ειδικών νοσοκόμων και νταντάδων, οι εργάτριες και χωρικές για να είναι ελεύθερες να δουλεύουνε στο εργοστάσιο και το χωράφι. (...) Στην ΕΣΣΔ (...) σε κάθε γέννα παιδιού το ταμείο ασφάλειας πληρώνει για μια φορά 30 ρούβλια (1.200 δραχμές περίπου) και επί 9 μήνες ανά 7 1/2 ρούβλια (300 δραχμές). Αφήνουμε που οι γιατροί, τα γιατρικά, τα νοσοκομεία είναι δωρεάν και στη διάθεση των εργαζομένων»(20/3/1927, σελ. 3).
Οι κατακτήσεις που απολάμβαναν οι γυναίκες στο σοσιαλισμό ήταν πρωτόγνωρες. Σε αντιπαράθεση με την κατάσταση που βίωναν οι γυναίκες στις καπιταλιστικές χώρες, και στην Ελλάδα, την ίδια περίοδο, αποδεικνύουν την ανωτερότητα του σοσιαλιστικού συστήματος.
«(...) Η συμμετοχή της γυναίκας στην παραγωγή είναι μαζική και ένας τεράστιος αριθμός από γυναίκες συνεργάσθηκε στην εκτέλεση του πρώτου πεντάχρονου σχεδίου, χωρίς ο αριθμός αυτός να επηρεασθεί από τη μητρότητα. Γιατί ειδικοί και αυστηρότατοι νόμοι προστατεύουν την εργαζόμενη γυναίκα κατά το διάστημα της εγκυμοσύνης, του τοκετού και έπειτα απ' τον τοκετό. Οι γυναίκες που εργάζονται στα γραφεία ή σε μια οποιαδήποτε διανοητική δουλειά έχουν έξι βδομάδες άδεια πριν και έξι έπειτα απ' τον τοκετό. Οι γυναίκες που εργάζονται στα εργοστάσια και γενικά σε βαριές σωματικές εργασίες έχουν οχτώ βδομάδες άδεια πριν και μετά τον τοκετό. Τα ταμεία των ασφαλίσεων πληρώνουν τα διάφορα έξοδα: νοσοκομεία, γιατρούς, ό,τι θα χρειασθεί για το νεογέννητο. Ακόμα, σ' όλο το διάστημα που η μάνα βυζαίνει το παιδί έχει ιδιαίτερο επίδομα, διακοπή της εργασίας της κάθε 3 1/2 ώρες για μισή ώρα, και κανένα γραφείο, κανένα εργοστάσιο, κανένα κατάστημα δεν έχει το δικαίωμα να απολύσει μία γυναίκα που είναι ή έγκυος ή λεχώνα. Ολα αυτά είναι καθορισμένα σε σειρά από νόμους λεπτομερέστατους και επεξηγηματικούς που κανονίζουν τους όρους της υγιεινής και της δίαιτας της μητέρας και του παιδιού. Και αποτέλεσμα της στοργικής αυτής νομοθεσίας και της αυστηρής της τήρησης είναι η λιγόστεψη της θνησιμότητας των παιδιών. Η θνησιμότητα του όλου πληθυσμού σε σύγκριση με τα προπολεμικά χρόνια λιγόστεψε κατά 36 τοις εκατό. Η θνησιμότητα των παιδιών κατά 42,49 ενώ η γενική αύξηση του πληθυσμού κάθε χρόνο μετράει 3 εκατομμύρια (...)» (8/3/1933, σελ. 3).
Ιδιαίτερο θαυμασμό προκάλεσαν οι προσπάθειες του Κομμουνιστικού Κόμματος και του σοβιετικού κράτους στις περιοχές της Κεντρικής Ασίας. Η ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού και η βαθιά καθυστέρηση που κυριαρχούσε σε αυτές τις περιοχές, κληροδότησε στο σοσιαλισμό ακραίες αναχρονιστικές αντιλήψεις και προκαταλήψεις για τη θέση της γυναίκας. Ενδεικτικό της προσπάθειας να ξεπεραστούν αυτές είναι το άρθρο τηςΛιουμπίμοβα που φιλοξενείται στις σελίδες του «Ριζοσπάστη».
«Στη δουλειά του μέσα στην ανατολή το Κόμμα έδωσε ιδιαίτερη προσοχή στα ζητήματα της γυναικείας εκπαίδευσης. Τρία βασικά καθήκοντα μπαίνουν στο επίπεδο αυτό: Η εξαφάνισις του αναλφαβητισμού των πλατειών μαζών του εργαζόμενου πληθυσμού ενηλίκων γυναικών , η προσέλκυση των νέων κοριτσιών στα σχολεία κοινωνικής μόρφωσης, προετοιμασίες απαιτούμενου προσωπικού (κατά πρώτο λόγο του ιατρικού και διδακτικού προσωπικού) μεταξύ των ιθαγενών γυναικών. Οσον αφορά τη γυναικεία εκπαίδευση, ακολουθούμε δύο δρόμους: τη συμμετοχή των ενηλίκων και ανηλίκων γυναικών στα μικτά σχολεία και την ίδρυση ειδικών γυναικείων σχολείων σε περιφέρειες που ο περιορισμός της γυναίκας είναι ακόμη αυστηρός.
Σήμερα χιλιάδες ιθαγενών γυναικών και κατά πρώτο λόγο οι (...) αντιπρόσωποι, μέλη των σοβιέτ, μαθαίνουν να διαβάζουν και να γράφουν, δεκάδες χιλιάδες νέες σπουδάζουν εις τα γυναικεία και μικτά σχολεία.
Στο Τουρκμενιστάν, όπου κατά το 1925 δεν υπήρχαν παρά 25 γυναίκες που γνώριζαν ανάγνωση και γραφή, υπάρχουν σήμερα παιδαγωγικοί κύκλοι, σχολή μαιών, κύκλοι προπαρασκευής οργανωτριών χωρικών.
Στην παιδαγωγική σχολή του Ουρμπενιστάν, σπουδάζουν 334 μαθήτριες και από χρόνο σε χρόνο μεγαλώνει ο ασήμαντος εισέτι αριθμός των ιθαγενών διδασκαλισσών.
Καταρτίζονται διδασκάλισσες και μαίες σε όλες τις ανατολικές δημοκρατίες: Αζερμπαϊτζάν, Ταταρία, Γεωργία, Κιργιζία, καθώς και στο απόμερο Ταζιγιστάν.
Γυναικείες Σχολές
Γυναικείες σχολές υπάρχουν παντού τόσο στα Πανεπιστημιακά κέντρα της Ταταρίας, Υπερκαυκασίας, Τασκέντ, όσο και στις απόμερες γωνιές του οροπεδίου του Παμίρ.
Μονάχα στο Ουζμπεκιστάν περισσότερες από 500 γυναίκες σπουδάζουν στα παιδαγωγικά ιδρύματα. Στο Καζάν περισσότερες από 1.000 γυναίκες Τάταρες σπουδάζουν στις ανώτατες σχολές και στις πρακτικές σχολές. Η Ανατολίτισσα ως γιατρός, μαία και διδασκάλισσα έγινε ένα πράγμα φυσικό.
(...)
Η προστασία της μητρότητος και του παιδιού στις ανατολικές δημοκρατίες είναι εξαιρετικής σπουδαιότητας.
Τα ζώα δε δοκιμάζουν τόσες ταλαιπωρίες όσες υποφέρουν οι γυναίκες μας - έλεγε η σ. Κουλιέβα, υποδιευθύντρια του κεντρικού γυναικείου τμήματος του Τουρκμενιστάν, της οποίας ο θάνατος υπήρξε μεγάλη απώλεια για το Κόμμα.
Με ποιο τρόπο γίνεται η προστασία της μητρότητος και του παιδιού;
Με την κατάρτιση προσωπικού. Μονάχα στην Κ. Ασία υπάρχουν τέσσερις σχολές μαιών, ιατρική έδρα στο Πανεπιστήμιο και μια ιατρική σχολή. Οργανώνονται συμβουλευτικά γραφεία για τα παιδιά. Κάτω απ' τις συνθήκες της Ανατολής τα γραφεία αυτά μετατρέπονται σε ιατρεία. Ο αριθμός των μαιευτηρίων αυξάνεται κάθε χρόνο. Στα καταστήματα και κοοπερατίβες ιδρύθησαν τμήματα ιδιαίτερα "η μητέρα και το παιδί", των οποίων σκοπός είναι η παροχή όλων των απαιτούμενων ειδών στη μητέρα και το παιδί.
Επίσης, οργανώνονται ιατρικά συνεργεία που περιοδεύουν στα χωριά. Ο προϋπολογισμός της Κιργιζίας προβλέπει έξοδα για 4 τέτοιου είδους συνεργεία.
Κύκλοι Προστασίας
Σ' όλες τις λέσχες, γωνίες, σπίτια χωρικών οργανώνονται κύκλοι προστασίας μητρότητας και παιδιού. Οι κύκλοι αυτοί έχουν σκοπό να διδάσκουν στα μέλη τους, με μαθήματα και διαλέξεις ιατρού, με εκδρομές στα υγειονομικά ιδρύματα πώς να περιποιούνται τα παιδιά.
Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις, που συμβουλεύονται το γιατρό όχι μόνο γι' άρρωστα παιδιά μα και για γερά.
Οι μητέρες πια εγκαταλείπουν την κούνια για ν' αγοράσουν κατά συμβουλή του γιατρού μικρό κρεβάτι.
Το ακόλουθο παράδειγμα θα αρκέσει για να κάνει καταληπτή όλη τη σημασία της δουλειάς αυτής. Στη Μουράτα του νομού Ζεράβσα, η οργανώτρια του γυναικείου τμήματος δεν επέτυχε επί πολύν καιρό να οργανώσει τη δουλειά μεταξύ των γυναικών. Σ' όλες τις προσκλήσεις των γυναικείων συγκεντρώσεων οι γυναίκες αρνούνταν να προσέλθουν, όταν η οργανώτρια τις επισκέπτεται στην κατοικία τους οι γυναίκες έλεγαν πως δεν καταλαβαίνουν ουζμπεκικά και πως δε μιλούσαν παρά Ταγκίκ.
Γυναίκα στη Μουράτα
Στη μουράτα επίσης, το πλείστο των γυναικών αγνοούσε τη χρήση του σαπουνιού και οι οργανώτριες εχρησιμοποίησαν το εξής μέσο για να πλησιάσουν τις γυναίκες της οπισθοδρομημένης αυτής περιφέρειας.
Φέροντας μαζί της ένα δέμα σαπούνι, η οργανώτρια επήγε στο λουτρό με τις γυναίκες και τις έμαθε να σαπουνίζονται. Εκεί είδε πως όλες οι γυναίκες γνώριζαν ουζμπεκικά, αλλά οι άνδρες τους απαγόρευαν να μιλούν με την οργανώτρια. Αντελήφθη επίσης πως η επιθυμία της μάθησης και συμμετοχής στην κοινωνική ζωή είναι πολύ μεγάλη στη Μουράτα. Αφού γνωρίστηκαν με την οργανώτρια μέσω του λουτρού, οι γυναίκες ευχαρίστως πήγαν κατόπιν στη συγκέντρωση.
Ηδη στη Μουράτα, πρώην κτήση του Εμίρ της Μπουχάρα υπάρχουν γυναικεία λέσχη και συμβουλευτικό γραφείο για τα παιδιά.
Στο 1926, υπήρχαν στο Ουζμπενιστάν 23 συμβουλευτικά γραφεία, 5 βρεφοκομεία, στο 1927 33 γραφεία και 12 βρεφοκομεία. Κατά το 1926 τα 24 συμβουλευτικά γραφεία του Ουζμπενιστάν σε διάστημα 6 μηνών τα επισκέφτηκαν 71.000 γυναίκες.
Ετσι, παρέχοντας πρακτική βοήθεια στις γυναίκες, το Κόμμα εισχωρεί στη μουσουλμανική οικογένεια, απελευθερώνει τη γυναίκα απ' τον γυναικωνίτη και την φέρνει στο μεγάλο δρόμο της σοβιετικής ανοικοδόμησης.
Με τα ιδρύματα προστασίας της μητρότητος και του παιδιού το Κόμμα κάνει να εισχωρήσουν στους ανατολικούς λαούς εκπολιτιστικές συνήθειες, χτυπά τις προλήψεις και δεισιδαιμονίες, καταστρέφει τα παλιά ήθη, τα οποία δε θεωρούσαν τη γυναίκα ως ανθρώπινο ον»(8/3/1928, σελ. 3).

Ε.Χ.


TOP READ