1 Νοε 2020

Τσιμέντο να γίνει… – Νέο χρυσό αιώνα εγκαινιάζει η ΝΔ στην Ακρόπολη

 


Αρχαίο μπετό αθάνατο…

Δεν περιμέναμε να δούμε το τσιμέντο στην Ακρόπολη για να καταλάβουμε την υψηλή αισθητική της κυβέρνησης -αυτής αλλά και των προηγούμενων. Την είχαμε θαυμάσει στον Μεγάλο Περίπατο του Πέτρου του Κώστα Μπακογιάννη, που κόστισε αρκετά πριν αρχίσουν να τον ξηλώνουν. Την βλέπουμε τόσα χρόνια και στην ίδια την Ακρόπολη, που έχει σαν ντεκόρ τον γερανό και τις σκαλωσιές, σαν εθνικό μνημείο να δείχνει πως “ο δημόσιος χαρακτήρας της Ακρόπολης είναι προσωρινός, η ταλαιπωρία όμως μόνιμη”.

Δεν χρειαζόμασταν την περίπτωση της Ακρόπολης, για να δούμε πως όπου συγκρούονται ένα έργο με τις Αρχαιότητες, νικάει το τσιμέντο. Το είχαμε δει και στο Μετρό της Θεσσαλονίκης, με το Σταθμό της Βενιζέλου, με τη λογική “όπου ήταν αρχαία, να γίνει έργο”, κι ας μη συμφέρει ούτε από χρονική ούτε από χρηματική άποψη -για την ανάδειξη των αρχαιοτήτων δεν το συζητάμε καν, αυτά είναι για κάτι γραφικούς αρχαιολόγους και άλλους εχθρούς της ανάπτυξης…

Πέρα όμως από το ρεσιτάλ καζούρας στο διαδίκτυο, όπου μέχρι και Σπύρος Σούλης έσπευσε να αστειευτεί στο τουίτερ, προσφερόμενος να θυμηθεί την παλιά του τέχνη και να συνεισφέρει στην “ανακαίνιση” της Ακρόπολης, υπάρχει και κάτι άλλο, πιο σοβαρό.

Καμία κυβέρνηση δε δικαιούται να λέει ότι σέβεται το μνημείο, όταν το βλέπει ως μηχανή που κόβει λεφτά, αυξάνοντας το εισιτήριο – επί ΣΥΡΙΖΑ θυμίζουμε – όχι μόνο στον Ιερό Βράχο αλλά και σε όλους τους μείζονες αρχαιολογικούς χώρους και μουσεία της χώρας. Κι ενώ τουρίστες και κυρίως ντόπιοι καλούνται να πληρώσουν, ειδικά την υψηλή σαιζόν μια μικρή περιουσία για να πάρουν την οικογένειά τους μια βόλτα σε Ακρόπολη και Μουσείο, το αρμόδιο υπουργείο πολιτισμού αφήνει υποστελεχωμένη τη φύλαξή ακόμα και του πιο εμβληματικού αρχαιολογικού χώρου της χώρας – για να μη μιλήσουμε για την τραγική εγκατάλειψη αλλού – με συμβασιούχους που καλύπτουν μπαλώματα.

Την ίδια στιγμή, επί τόσα χρόνια οι αρμόδιοι άφηναν πρακτικά χωρίς πρόσβαση τα ΑμεΑ, με έναν ανελκυστήρα “σταμάτα – ξεκίνα” που είχε καταντήσει διεθνές ανέκδοτο κάθε τρεις και λίγο που χαλούσε. Ακόμα και όταν ήθελαν να “αναβαθμίσουν” το μνημείο, πετύχαιναν συνήθως ακριβώς το αντίθετο από το επιδιωκόμενο, με πιο πρόσφατο παράδειγμα τα εγκαίνια του νέου φωτισμού – με φωτορυθμικά βγαλμένα από πάρτι πρωτοετών της ΔΑΠάρας ή από κάλεσμα εξωγήινων στον Υμηττό. Στη ντισκοτέκ την παλιά φέραν νέα φώτα…

Η αρχαία κληρονομιά, που δεν είναι απλά εθνική, αλλά οικουμενική, υποβαθμίζεται όταν τη βλέπουμε λογιστικά ως εμπόρευμα, που θέλει κράχτες και φωτεινές μαρκίζες, αλλά φτηνά και λιγοστά μεροκάματα για να αβγατίζει το κέρδος. Εκεί βρίσκεται η ουσία της υπόθεσης, πίσω από τη τσιμεντομαχία και τον άτυπο διαγωνισμό ανάρτησης της πιο ακαλαίσθητης φωτό από την “παρέμβαση” στον αρχαίο περίπατο.

Κι επειδή σε αντίθεση με τις εξυπνάδες του υπουργείου στην απάντησή του μετά τον ορυμαγδό, οι περισσότεροι που διαμαρτυρόμαστε για το έκτρωμα δεν έχουμε να πάμε “πάνω από 20ετία” στην Ακρόπολη, ούτε αρνούμαστε τα υπαρκτά προβλήματα που καθιστούσαν αναγκαία μια σοβαρή ενίσχυση της προσβασιμότητας του μνημείου, να πούμε και τα εξής.

Ναι, η διαδρομή ήταν ολισθηρή, κακοτράχαλη, έως και επικίνδυνη, ακόμα και για τους φύλακες, τους μαθημένους στη διαδρομή ξεναγούς καθώς και τους επισκέπτες χωρίς κινητικό πρόβλημα. Ναι, πράγματι προϋπήρχαν κάποιες τσιμεντένιες διαδρομές στην Ακρόπολη που είχαν υποστεί τη φθορά του χρόνου. Κανείς όμως δεν μπορεί να πάρει στα σοβαρά τους κυβερνητικούς ισχυρισμούς ότι η μόνη λύση ήταν να επαναληφθούν τα τερατουργήματα του παρελθόντος, απλά και μόνο επειδή αποτελούσαν δοκιμασμένη μέθοδο. Ακόμα κι αν το υπουργείο δεν μπορεί να βρει σύγχρονους Πικιώνηδες, αποκλείεται να μην μπορούσε να βρει και να υλοποιήσει μια πολύ πιο ήπια, λειτουργική αλλά και αισθητικά εναρμονισμένη με το χώρο μελέτη που θα έλυνε το ζήτημα για τις προσεχείς δεκαετίες.

Σε κάθε περίπτωση, μια θεμελιώδης, αλλά κατά βάση παραγνωρισμένη πτυχή της όλης συζήτησης, είναι η κερκόπορτα που ανοίγει ολοένα και πιο διάπλατα για τους ιδιώτες μέσω του οχήματος – δολώματος της “δωρεάς”. Η κυβέρνηση καμαρώνει για τη “γενναιοδωρία” του ιδρύματος Ωνάση, αλλά είναι αφελής όποιος πιστεύει ότι όλα αυτά γίνονται για τη φουκαριάρα τη μάνα τους, χωρίς κανένα αντάλλαγμα. Σήμερα ο φωτισμός και ο διάδρομος με τη σφραγίδα του ευαγούς ιδρύματος, αύριο ίσως ανάθεση της φύλαξης σε ιδιωτικές εταιρείες σεκιούριτι, ή κάτι παρεμφερές, πχ η διαχείριση των ταμείων και η “αξιοποίηση” των μνημείων σε “αναπτυξιακή” κατεύθυνση.

Εξάλλου, σύμφωνα με τους γνήσιους φιλελεύθερους, ο μόνος τρόπος να σεβαστείς κάτι, είναι να γίνει ιδιωτικό, όπως πχ. τα δάση. Γιατί όχι κι η Ακρόπολη δηλαδή, τι σοβιετικά κατάλοιπα είναι αυτά;

ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ

 


Και ξανά εμφανίζεται η Ευρώπη, με επικεφαλής τη Γαλλία, η οποία δια στόματος του προέδρου της ανακοινώνει πως δέχεται επίθεση μετά τις τελευταίες τρομοκρατικές επιθέσεις ισλαμιστών, να υπερασπίζεται την ελευθερία της έκφρασης, της συνείδησης και τέλος πάντων κάθε είδους ελευθερία. Ο πρόεδρός Μακρόν εμφανίζεται μάλιστα πεπεισμένος πως «Εάν δεχτούμε επίθεση, για άλλη μια φορά, είναι για τις αξίες που είναι δικές μας, για το γούστο μας για την ελευθερία, για αυτή τη δυνατότητα στο έδαφος μας να πιστεύουμε ελεύθερα και να μην παραδοθούμε σε κανένα πνεύμα τρόμου».
        Και καθώς αποσιωπώνται οι αιτίες και οι συνθήκες που έχουν εκκολάψει τέτοιου είδους πράξεις, όπως  η συμβολή της Δύσης στη διάλυση κρατών σαν  τη Λιβύη, το Αφγανιστάν ή ανεπιτυχώς τη Συρία  και η με κάθε τρόπο εκμετάλλευση του αποκαλούμενου πάλαι ποτε τρίτου κόσμου με την αποικιοκρατία, οι παραινέσεις του Φραντς Φανόν στους συντρόφους του στον αντιαποικιακό αγώνα της Αλγερίας πριν εξήντα χρόνια για τη σχέση τους με την Ευρώπη και τις επισημάνσεις του για την  αγριότητα του πολιτισμού της δεν παύουν να είναι επίκαιρες.
        «Εμπρός σύντροφοι, είναι καλύτερα ν’ αποφασίσουμε από τώρα ν’ αλλάξουμε δρόμο. Τη μεγάλη νύχτα που μέσα της είμαστε βυθισμένοι πρέπει να την αποτινάξουμε και να βγούμε. Η καινούργια μέρα που σηκώνεται πρέπει να μας βρεί σταθερούς, συνετούς κι αποφασισμένους. 
        (…)Ας εγκαταλείψουμε αυτήν την Ευρώπη που δεν σταματάει να μιλάει για τον άνθρωπο κατασφάζοντας τον όπου τον συναντήσει, σ’ όλες τις γωνιές των ίδιων της των δρόμων, σ’ όλες τις γωνιές του κόσμου. 
           Από αιώνες η Ευρώπη σταμάτησε την πρόοδο των άλλων ανθρώπων και τους υποδούλωσε στους σκοπούς της και στη δόξα της. Από αιώνες στ’ όνομα μιας υποτιθέμενης «πνευματικής περιπέτειας» πνίγει το σύνολο σχεδόν της ανθρωπότητας. Κοιτάξτε την σήμερα να ταλαντεύεται ανάμεσα στην πυρηνική διάλυση και στην πνευματική διάλυση. 
            Η Ευρώπη πήρε την εξουσία του κόσμου με θέρμη, κυνισμό και βιαιότητα. Και κοιτάξτε πόσο η σκιά των μνημείων της απλώνεται και πολλαπλασιάζεται. Κάθε κίνηση της Ευρώπης  έκανε να ραγίσουν τα σύνορα του χώρου κι εκείνα της σκέψης. Η Ευρώπη αρνήθηκε κάθε ταπεινότητα, κάθε μετριοφροσύνη, αλλά και κάθε φροντίδα, κάθε τρυφερότητα. 
             Τσιγγούνα δείχτηκε μόνο με τον άνθρωπο, ευτελής, σαρκοβόρα, φόνισσα μόνο με τον άνθρωπο.
            (…) Αυτή η Ευρώπη που δεν έπαψε ποτέ να μιλάει για τον άνθρωπο, να διακηρύσσει πως δεν την ενδιέφερε παρά ο άνθρωπος, ξέρουμε σήμερα με τι βάσανα πλήρωσε η ανθρωπότητα καθεμιά νίκη του πνεύματός της. 
            Εμπρός, σύντροφοι, το ευρωπαϊκό παιχνίδι έχει τελειώσει οριστικά, πρέπει να βρεθεί κάτι άλλο. Μπορούμε να κάνουμε τα πάντα σήμερα, με την προϋπόθεση ότι δεν θα πιθηκίσουμε την Ευρώπη, με την προϋπόθεση ότι δεν θα μας κυριαρχεί ο πόθος να φτάσουμε στην Ευρώπη.
          Η Ευρώπη απόκτησε τέτοια ταχύτητα, τρελή κι ακανόνιστη, που ξεφεύγει σήμερα από κάθε οδηγό, από κάθε λογική, και πηγαίνει με φοβερόν ίλιγγο προς αβύσσους από τις οποίες θα έπρεπε ν’ απομακρυνθούμε το γρηγορότερο. 
           (…) Όταν ψάχνω για τον άνθρωπο στην ευρωπαϊκή τεχνική και στο ευρωπαϊκό  στυλ, βλέπω μια ακολουθία από αρνήσεις του ανθρώπου, μια χιονοστιβάδα φόνων. 
           (…)Ας αποφασίσουμε να μη μιμηθούμε την Ευρώπη κι ας σφίξουμε τους μυώνες μας και τους εγκεφάλους μας  προς μια νέα κατεύθυνση. Ας προσπαθήσουμε να φτιάξουμε τον απόλυτο άνθρωπο, που η Ευρώπη στάθηκε ανίκανη να τον κάνει να θριαμβεύσει.
           Εδώ και δυο αιώνες μια παλιά ευρωπαϊκή αποικία βάλθηκε να φτάσει την Ευρώπη. Πέτυχε τόσο πολύ σ’ αυτό, ώστε σήμερα οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν γίνει  ένα τέρας όπου οι αβαρίες, οι αρρώστιες και η απανθρωπιά της Ευρώπης έφτασαν σε τρομακτικές διαστάσεις.
           (…)Η Δύση θέλησε να είναι μια περιπέτεια του πνεύματος. Στ’ όνομα του πνεύματος, τους ευρωπαϊκού πνεύματος εξυπακούεται, η Ευρώπη δικαιολόγησε τα εγκλήματα της και νομιμοποίησε της δουλεία στην οποία κρατάει τα τέσσερα πέμπτα της ανθρωπότητας.
           Ναι, το ευρωπαϊκό πνεύμα είχε περίεργες βάσεις. Όλη η ευρωπαϊκή  σκέψη διαδραματίστηκε σε χώρους και πιο έρημους, όλο και πιο απόκρημνους. Έτσι πήραν τη συνήθεια να συναντούν εκεί όλο και πιο λίγο τον άνθρωπο. 
          Ένας διαρκής διάλογος με τον εαυτό της, ένας όλο και πιο χυδαίος ναρκισσισμός δεν έπαψαν να στρώνουν το κρεβάτι για ένα παραλήρημα όπου η εγκεφαλική εργασία γίνεται πόνος, καθώς οι αλήθειες δεν είναι πια  καθόλου αλήθειες του ζωντανού ανθρώπου που εργάζεται και οικοδομεί, αλλά λέξεις, διάφορες συλλογές από λέξεις, εντάσεις γεννημένες από τις σημασίες που περιλαμβάνονται στις λέξεις. Ωστόσο βρέθηκαν Ευρωπαίοι που προτρέπουν  τους Ευρωπαίους εργαζόμενους να σπάσουν αυτό τον ναρκισσισμό και να διακόψουν αυτές τις αναλήθειες.
         Γενικά οι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι δεν ανταποκρίθηκαν σ’ αυτές τις παροτρύνσεις. Γιατί οι εργαζόμενοι πίστεψαν κι αυτοί πως τους αφορά η θαυμαστή περιπέτεια του ευρωπαϊκού πνεύματος.
           (…) Ο Τρίτος Κόσμος πρέπει  να ξαναρχίσει την ιστορία του ανθρώπου που να υπολογίζει συγχρόνως τις κάποτε θαυμαστές θέσεις που υποστηρίζει η Ευρώπη, αλλά επίσης και τα εγκλήματα της Ευρώπης από τα οποία το πιο φριχτό είχε για θύμα τον άνθρωπο, τον παθολογικό διαμελισμό των λειτουργιών του και τη διάσπαση της ενότητάς του. Στα πλαίσια μιας συλλογικότητας, το ρήγμα, τη διάκριση, τις αιματηρές εντάσεις που τρέφονται από τις κοινωνικές τάξεις, και τέλος στην κλίμακα της ανθρωπότητας, τα φυλετικά μίση, τη σκλαβιά, την εκμετάλλευση και κυρίως τη γενοκτονία που αποτελεί ο παραμερισμός ενάμισυ δισεκατομμυρίου ανθρώπων.
             Λοιπόν σύντροφοι, ας μην αποτίουμε τιμές στην Ευρώπη δημιουργώντας κράτη, θεσμούς και κοινωνίες εμπνευσμένες απ’ αυτήν. 
             Η ανθρωπότητα άλλο περιμένει από μας κι όχι αυτήν την γελοιογραφική και γενικά χυδαία απομίμηση.»                       

        (Frantz Fanon, Της γης οι κολασμένοι, μετφ. Α. Αρτέμη, εκδ. Κάλβος, 1982)

 

TOP READ