26 Νοε 2012

O ρατσισμός της διπλανής πόρτας


O ρατσισμός της διπλανής πόρτας 


Προκατάληψη και καχυποψία από τη γειτονιά ως τα μέσα μαζικής μεταφοράς και τους εργασιακούς χώρους

Μια πολυκατοικία στου Γκύζη, μάλλον τυπικής κατασκευής και πληθυσμιακής σύνθεσης για τα δεδομένα της περιοχής. Στην είσοδό της μια οικογένεια από τις Φιλιππίνες μεταφέρει τις κούτες με τα πράγματά της σε ισόγειο διαμέρισμα. Γίνονται αντιληπτοί από έλληνες ενοίκους. Αμέσως τους πλησιάζουν και αρχίζουν τις ερωτήσεις. «Ποιοι είστε εσείς; Πότε νοικιάσατε το σπίτι; Τι κάνετε εδώ;». Κάποια στιγμή ακούγεται η φράση: «Αν δεν φύγετε, ξέρετε ποιους μπορούμε να φωνάξουμε». Οι Φιλιππινέζοι δεν απαντούν, είτε γιατί δεν μιλούν καλά ελληνικά είτε γιατί απλά προσπαθούν να απεμπλακούν από τη συζήτηση.

Σύμφωνα με όσα ισχυρίζονται οι έλληνες ιδιοκτήτες, την προηγούμενη εβδομάδα η συνέλευση των ιδιοκτητών στο συγκεκριμένο κτίριο είχε αποφασίσει να μη νοικιάζονται τα διαμερίσματα σε αλλοδαπούς. Ενας εκ των ιδιοκτητών δεν «σεβάστηκε» την απόφαση, η οποία ούτως ή άλλως δεν έχει οποιαδήποτε νομική ισχύ. Στη συζήτηση παρεμβαίνουν και κάποιοι εκ των ενοίκων που προσπαθούν να υπερασπιστούν τους Φιλιππινέζους. Τελικά έπειτα από λίγη ώρα οι παλαιότεροι ένοικοι αποχωρούν και η οικογένεια μπαίνει στο καινούργιο διαμέρισμά της.

Ισως η σκηνή να είναι μεμονωμένη, ίσως απλά να είναι ένα παράδειγμα του τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή στην κοινωνία μας. Γεγονός είναι ότι οι περισσότεροι μετανάστες ή έλληνες πολίτες με εν μέρει έστω αλλοδαπή καταγωγή που ζουν εδώ και πολλά χρόνια στην Ελλάδα βλέπουν ότι η χώρα όπου ζουν δεν είναι πια η ίδια. Από τη γειτονιά τους ως τα μέσα μαζικής μεταφοράς και τους εργασιακούς χώρους, βλέπουν την προκατάληψη και την καχυποψία απέναντί τους να αυξάνεται.

«Με χτύπησαν μέσα στο λεωφορείο...»
Η Σοφία Β. ήρθε στην Ελλάδα πριν από οκτώ χρόνια από την Αιθιοπία. Ο πατέρας της είναι κατά το ήμισυ Ελληνας και η ίδια τελείωσε το ελληνικό σχολείο που διατηρεί η ελληνική κοινότητα στη χώρα της Ανατολικής Αφρικής. «Τον πρώτο καιρό, ακόμη και αν δεχόμουν κάποια πειράγματα για το χρώμα μου, τα αντιμετώπιζα ως χιούμορ, έστω και χοντροκομμένο. Αυτό πλέον δεν ισχύει». Πρόσφατα η Σοφία ήρθε στα χέρια με μια επιβάτισσα σε λεωφορείο «καθώς εκείνη μου ζητούσε να της παραχωρήσω τη θέση μου και ενώ στο λεωφορείο τα μισά καθίσματα ήταν άδεια. Αρχισε να με βρίζει και να αναφέρεται υποτιμητικά στο χρώμα μου. Κανένας, ούτε ο οδηγός που βρισκόταν πολύ κοντά εκείνη τη στιγμή, δεν είπε κάτι. Στο τέλος η γυναίκα αυτή με χτύπησε στο πρόσωπο και εγώ ανταπέδωσα σπρώχνοντάς την. Πριν από λίγο καιρό ενώ περίμενα το λεωφορείο στη στάση ένα αυτοκίνητο σταμάτησε μπροστά μου και ο συνοδηγός σημάδεψε πάνω μου με ένα περίστροφο. Από το σοκ δεν κατάλαβα καν αν ήταν αληθινό ή ψεύτικο».

Ολα αυτά τα περιστατικά μαζί με σχόλια πελατών στο κατάστημα ρούχων όπου εργάζεται («πώς έχεις εσύ δουλειά και τα δικά μας παιδιά δεν βρίσκουν») έχουν κάνει τη Σοφία ιδιαιτέρως αρνητική απέναντι στη χώρα που θεωρούσε κάποτε δεύτερη πατρίδα της. «Κάποτε ένιωθα τον εαυτό μου εν μέρει Ελληνίδα. Σήμερα δεν το λέω πια αυτό. Θα ήθελα να γυρίσω στην πατρίδα μου, δυστυχώς όμως είναι μια απόφαση που δεν εξαρτάται από μένα».

«Λεκτική βία όχι μόνο από ακροδεξιούς»
«Φοβάμαι ότι ο ρατσισμός ή τουλάχιστον η προκατάληψη απέναντι στους μετανάστες διαχέεται σε μεγάλα κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας, ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης» σχολιάζει από την πλευρά του ο κ. Νικόδημος Μαΐνα-Κίνουα, ο οποίος ήρθε στην Ελλάδα από την Κένυα σε ηλικία δέκα ετών στο πλαίσιο ενός προγράμματος της Εκκλησίας και σήμερα είναι συντονιστής της οργάνωσης ASANTE, στην οποία συμμετέχουν κυρίως μετανάστες δεύτερης γενιάς.

«Εργάζομαι σε καφετέρια και έχω αρκετούς γνωστούς και πελάτες με τους οποίους συζητώ για όλα τα θέματα, ακόμη και εκείνα της μετανάστευσης. Εμένα μπορεί να με αποδέχονται, βλέπουν στο πρόσωπό μου τον "καλό μετανάστη". Ειδικά όμως από το 2009 και μετά στις κουβέντες μαζί τους καταλαβαίνεις ότι αντιμετωπίζουν τους μετανάστες ως όργανα κάποιας ξενοκίνητης δύναμης που προσπαθεί να πλήξει την Ελλάδα. Και αυτό έχει τύχει να μου το πουν και άνθρωποι που ψηφίζουν αριστερά κόμματα».
Δεν δείχνει πολύ αισιόδοξος για το μέλλον. «Δυστυχώς αυτή τη στιγμή και ενώ σήμερα στην Ελλάδα ζει ήδη η δεύτερη γενιά μεταναστών έχουμε προχωρήσει πολύ λίγο στο ζήτημα της ενσωμάτωσης. Δεν θεωρώ ότι τα περιστατικά λεκτικής βίας κατά μεταναστών είναι αποκλειστικά υποκινούμενα από ακροδεξιές οργανώσεις. Μακάρι να ήταν μόνο αυτό. Νομίζω ότι αυτές οι οργανώσεις απλά έδωσαν τον τόνο και πλέον ο άλλος δεν ντρέπεται να εκδηλωθεί».

Παρόμοια εικόνα μεταφέρει και ο Ντιαλό από τη Γουινέα, ο οποίος ζει στη χώρα μας πάνω από 15 χρόνια. «Εδώ και περίπου δύο χρόνια η συμπεριφορά των Ελλήνων έχει αλλάξει. Πλέον είναι προκατειλημμένοι και επιθετικοί απέναντί σου. Μπορείς να μπεις στο λεωφορείο και αυτομάτως εξαιτίας του χρώματός σου αντιμετωπίζεσαι από τους άλλους ως υποψήφιος κλέφτης» σχολιάζει.

«Φταίει η πολιτική της κυβέρνησης»
Για τον κ. Πέτρο Κωνσταντίνου, πανελλαδικό συντονιστή της Κίνησης «Ενωμένοι Ενάντια στον Ρατσισμό και τη Φασιστική Απειλή», η όποια έξαρση των ρατσιστικών φαινομένων δεν έχει να κάνει με κάποιου είδους «εκφασισμό της ελληνικής κοινωνίας». «Είναι περισσότερο αποτέλεσμα της κυβερνητικής πολιτικής και της ανοιχτής σε πολλές περιπτώσεις συνεργασίας της Αστυνομίας με παρακρατικές ομάδες. Την ίδια στιγμή όμως υπάρχει και μεγαλύτερη συνειδητοποίηση από πλευράς της κοινωνίας, π.χ. στις επιθέσεις σε λεωφορεία, όπου σε πολλές περιπτώσεις υπήρχε ταυτόχρονα αντίδραση των πολιτών. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν έχουμε όξυνση του ρατσισμού, έχουμε ταυτόχρονα μεγαλύτερη ριζοσπαστικοποίηση και μαχητικότητα των αντιφασιστικών δυνάμεων στην κοινωνία μας».

Ντιαλό από τη Γουινέα
«Η συμπεριφορά των Ελλήνων έχει αλλάξει. Μπορεί να μπεις στο λεωφορείο και αυτομάτως εξαιτίας του χρώματός σου να αντιμετωπιστείς από τους άλλους σαν υποψήφιος κλέφτης»

Γιούνους Μοχαμαντί, πρόεδρος της αφγανικής κοινότητας
«Πιστεύω πως όταν βελτιωθεί η οικονομική κατάσταση όλα αυτά τα φαινόμενα θα ατονήσουν. Δεν δέχομαι ότι το μεγαλύτερο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας έχει γίνει ρατσιστικό. Αν ισχύει αυτό, αλίμονο σε όλους μας, Ελληνες και μετανάστες»

Αποτέλεσμα της κρίσης
«Είμαστε εύκολος στόχος» 
«Η όποια αύξηση της προκατάληψης και του καθημερινού ρατσισμού είναι για μένα 100% συνέπεια της οικονομικής κρίσης» σχολιάζει από την πλευρά του ο κ. Γιούνους Μοχαμαντί, νοσηλευτής και πρόεδρος της αφγανικής κοινότητας στη χώρα μας. Και αυτός γίνεται δέκτης παραπόνων και καταγγελιών από συμπατριώτες του για ανθρώπους που, αν και έχουν νόμιμη άδεια παραμονής, ακούνε από υποψήφιους σπιτονοικοκύρηδες πως το σπίτι που θέλουν να νοικιάσουν «νοικιάστηκε» μόλις μάθουν την εθνικότητα εκείνου που τηλεφωνεί. Ή για  συμπατριώτες του που αποφεύγουν να χρησιμοποιήσουν τα μέσα μαζικής μεταφοράς υπό τον φόβο των επιθέσεων. «Αυτή τη στιγμή ο έλληνας πολίτης είναι εκνευρισμένος. Καθημερινά βλέπει το επίπεδο ζωής του να πέφτει, ζει μέσα σε μια συνεχή ανασφάλεια. Ο μετανάστης είναι ο εύκολος στόχος, είτε γιατί κάποιοι τον έχουν πείσει πως αυτός είναι υπεύθυνος για τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει είτε γιατί είναι σε χειρότερη θέση και μπορείς να "ξεσπάσεις" απάνω του. Πιστεύω πως όταν βελτιωθεί η οικονομική κατάσταση όλα αυτά τα φαινόμενα θα ατονήσουν. Δεν δέχομαι ότι το μεγαλύτερο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας έχει γίνει ρατσιστικό. Αν ισχύει αυτό, αλίμονο σε όλους μας, Ελληνες και μετανάστες».

http://www.tovima.gr/society/article/?aid=485541

Ο ΝΙΚΟΣ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΟΥ ΔΣΕ


Ο ΝΙΚΟΣ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΟΥ ΔΣΕ


«Η πάλη για το σοσιαλισμό είναι ο πιο βίαιος εμφύλιος πόλεμος, που είδε ποτέ η ιστορία, και η προλεταριακή επανάσταση πρέπει να πάρει, μπροστά στον εμφύλιο αυτό πόλεμο, όλες τις αναγκαίες προφυλάξεις, πρέπει για να επικρατήσει να μάθει την τέχνη να πολεμάει και να νικά. Αυτή η τοποθέτηση σε κατάσταση πολέμου των συμπαγών μαζών του εργαζόμενου λαού, που έχει αναλάβει κάθε πολιτική εξουσία μπροστά στα καθήκοντα της επανάστασης, αυτή είναι η «δικτατορία του προλεταριάτου» που είναι συγχρόνως η αληθινή δημοκρατία. Γιατί δεν υπάρχει δημοκρατία εκεί που οι μισθωτοί σκλάβοι δίπλα στους καπιταλιστές ή οι προλετάριοι των αγρών δίπλα στους γαιοκτήμονες συνεδριάζουν «εν πνεύματι ισότητος» για να συζητήσουν τα «κοινά συμφέροντα» κατά τον κοινοβουλευτικό τρόπο, αλλά εκεί που οι προλεταριακές μάζες, εκατομμύρια άτομα, παίρνουν οι ίδιες μέσα στα ροζιασμένα χέρια τους το σφυρί της εξουσίας και το κατεβάζουν στον αυχένα της κυρίαρχης τάξης. Ναι! Εκεί μόνο υπάρχει αληθινή δημοκρατία. Τα άλλα όλα είναι εξαπάτηση του λαού»1.

Ρόζα Λούξεμπουργκ

Η προσπάθεια αποτίμησης ενός προσώπου σε μια χρονική περίοδο κατά την οποία οι λαϊκές μάζες μπαίνουν στο προσκήνιο της πολιτικής και της ιστορίας διατρέχει πάντα τον κίνδυνο είτε να μειώσει τη συνεισφορά της προσωπικότητας στη συλλογική δράση είτε να υπερθεματίσει για αυτή, αφήνοντας στο περιθώριο την κινητήρια δύναμη της ιστορίας, την ταξική πάλη. Ο κίνδυνος αυτός είναι πάντα παρών σε μια απόπειρα αποτίμησης της πορείας του ΓΓ του ΚΚΕ Νίκου Ζαχαριάδη την περίοδο 1945-1949.
Ενας άλλος παράγοντας που συνεισφέρει στη δυσκολία της προσέγγισης του ζητήματος είναι ότι στις κρίσιμες καμπές της ταξικής πάλης, στην απότομη βελτίωση ή επιδείνωση του συσχετισμού δύναμης, οι λαϊκές μάζες τείνουν να μεγιστοποιούν τη θετική ή την αρνητική συνεισφορά της ηγετικής προσωπικότητας και αυτή η τάση μπορεί να επηρεάσει ακόμα και την ίδια την επαναστατική πρωτοπορία, το κομμουνιστικό κόμμα. Το φαινόμενο αυτό εμφανίζεται πιο έντονα σε χώρες που πλειοψηφεί το αγροτικό στοιχείο μαζί με άλλα ταξικά - πολιτισμικά καθυστερημένα λαϊκά στρώματα (όπως στην Ελλάδα του 1945 ή έπειτα από τον ταξικό εμφύλιο πόλεμο).
Τέλος, αρνητικά επιδρούν μια σειρά ιστοριογράφων που κατηγορούν το Νίκο Ζαχαριάδη ως το μόνο υποκινητή του ταξικού εμφυλίου πολέμου και άλλοι που προωθούν μια ευκολοχώνευτη παράταξη τραγικών ιστορικών ειρωνειών, θυτών και θυμάτων, προσωπικών εκτιμήσεων και ατομικών επιδιώξεων, συνομωσιών και προδοσιών, ακολουθώντας μια σχεδόν σκανδαλογραφική ανάγνωση της ιστορίας. Στην πραγματικότητα, σε όλες αυτές τις προσεγγίσεις για το Νίκο Ζαχαριάδη συσσωματώνεται η ερμηνεία του αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) από την πλευρά της αστικής τάξης και κατά συνέπεια η δυσφήμιση του Νίκου Ζαχαριάδη δεν είναι ξέχωρη από την απόπειρα δυσφήμισης της κορύφωσης της ταξικής πάλης στην Ελλάδα.
Στη διαλεκτική - υλιστική μέθοδο ανάλυσης της ιστορίας (από τη σκοπιά της οποίας γράφεται το παρόν κείμενο) η δράση του προσώπου δεν αυτονομείται από τις συνθήκες μέσα στις οποίες δρα. Οι οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες θέτουν εν τέλει τα όρια και τις προϋποθέσεις της επίδρασης της ατομικής συνεισφοράς στην εξέλιξη της ιστορίας, αν και φυσικά η ατομική και συλλογική δράση δε συνιστούν απλά το καθρέφτισμα αυτών των συνθηκών. Υπό αυτή την έννοια, μια προσέγγιση των θεωρητικών επεξεργασιών και της πολιτικής πρακτικής του Νίκου Ζαχαριάδη δεν μπορεί να αποκοπεί από τις ιστορικές συνθήκες, μέσα στις οποίες έλαβε χώρα, ούτε από τα πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες του ΚΚΕ και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, αλλά θα πρέπει να οικοδομείται στη βάση της κατανόησης όλων των παραπάνω παραγόντων.

Η ΗΤΤΑ ΤΟΥ «ΑΞΟΝΑ» ΚΑΙ Η ΟΞΥΝΣΗ ΤΗΣ ΤΑΞΙΚΗΣ ΠΑΛΗΣ

 Από το 1943 και έπειτα, όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη, είναι εμφανές ότι ύστερα από την αντεπίθεση του Κόκκινου Στρατού οι δυνάμεις του Αξονα θα χάσουν τον πόλεμο. Η εξέλιξη αυτή θα σημάνει αναγκαστικά την ανάδειξη των ταξικών διαχωρισμών μέσα στα πλαίσια της αντιφασιστικής συμμαχίας, στην οποία συμμετείχαν αντίπαλοι οικονομικοκοινωνικοί σχηματισμοί (σοσιαλιστική Σοβιετική Ενωση και αγγλικός, γαλλικός και αμερικάνικος ιμπεριαλισμός), όπως και αντιστασιακές οργανώσεις που υπηρετούσαν διαφορετικά ταξικά συμφέροντα (π.χ. στην Ελλάδα από την πλευρά της εργατικής τάξης και της φτωχής αγροτιάς το ΕΑΜ και ως εκφραστής μερίδας της αστικής τάξης ο ΕΔΕΣ). Με άλλα λόγια, όσο περισσότερο προσεγγίζουμε στο τέλος του πολέμου, ζυγώνει και η ώρα διάσπασης της αντιφασιστικής συμμαχίας, η οποία αντικειμενικά είχε ημερομηνία λήξης την ήττα του Αξονα.
Ετσι τον Αύγουστο του 1943, στο Κεμπέκ του Καναδά, οι Τσόρτσιλ και Ρούσβελτ θα συμφωνήσουν στην ανάπτυξη μιας δύναμης 4.000 στρατιωτών στην Ελλάδα, έπειτα από την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων, προκειμένου να διασφαλίσουν την αστική εξουσία και κατ’ επέκταση τα γενικότερα ιμπεριαλιστικά συμφέροντά τους.2 Την ίδια περίοδο, ο Νίκος Ζαχαριάδης, έγκλειστος στο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου, έρχεται σε ιδεολογική-πολιτική σύγκρουση με Γερμανούς και Αυστριακούς κομμουνιστές. Το αντικείμενο της σύγκρουσης είναι η πεποίθηση του Ζαχαριάδη ότι όσο χάνει ο γερμανικός ιμπεριαλισμός, η πάλη των κομμουνιστών θα πρέπει να διεξάγεται εξίσου εναντίον του αγγλικού ιμπεριαλισμού και των ντόπιων αστικών τάξεων, όχι σε συνεργασία μαζί τους.3 Η θέση αυτή δεν ταυτίζεται απαραίτητα με μια πρόταση διάλυσης της αντιφασιστικής συμμαχίας στη διάρκεια του πολέμου. Ο Ζαχαριάδης υποστήριζε ουσιαστικά ότι η ήττα του ιταλικού και του γερμανικού ιμπεριαλισμού αναδείκνυε όλο και περισσότερο τις ταξικές διαφορές μέσα στο αντιφασιστικό στρατόπεδο, οι οποίες ποτέ δεν έπαψαν να υπάρχουν.
Κατά συνέπεια, το ζήτημα που ετίθετο την επαύριο του πολέμου στην Ελλάδα και σε όλες τις χώρες που πρωτοστάτησαν τα αντιστασιακά κινήματα -με μπροστάρηδες της οργάνωσης και της θυσίας τους κομμουνιστές- ήταν αν αυτός ο αγώνας θα οδηγήσει στην επαναφορά της προ του πολέμου κατάστασης και συνακόλουθα στη συνέχιση της ταξικής εκμετάλλευσης και στην προοπτική νέων ιμπεριαλιστικών πολέμων ή αν, αντίθετα, η εμπειρία της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων από τη φρικαλεότητα του ιμπεριαλιστικού πολέμου και την οργάνωση της λαϊκής πάλης ενάντια στην κατοχή θα αποτελούσε εφαλτήριο για τη συνολική ανατροπή του καπιταλισμού.
Ειδικότερα στην Ελλάδα, ο δεύτερος δρόμος συναντούσε ακόμα ευνοϊκότερες προϋποθέσεις, αφού η πλειοψηφία της αστικής τάξης και των πολιτικών της εκπροσώπων είχε χάσει το κύρος της έναντι του ελληνικού λαού, αρχικά λόγω της δικτατορίας του Μεταξά και στη συνέχεια, είτε ακολουθώντας τον αγγλικό ιμπεριαλισμό στην Αίγυπτο είτε παραμένοντας για να συνεργαστεί με το γερμανικό ιμπεριαλισμό. Από την άλλη πλευρά οι διωκόμενοι από τη μεταξική δικτατορία κομμουνιστές, που στην πλειοψηφία τους παραδόθηκαν ως κρατούμενοι στους καταχτητές, πρωτοστάτησαν στη συγκρότηση αρχικά του Εργατικού Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (Εργατικό ΕΑΜ) και στη συνέχεια του ΕΑΜ.4 Οι ΕΑΜικές οργανώσεις (ΕΛΑΣ, ΕΠΟΝ, ΟΠΛΑ, ΟΕΝΟ, Αλληλεγγύη κλπ.) σε σύντομο χρονικό διάστημα συσπείρωσαν στις γραμμές τους την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, ενώ επέφεραν αποφασιστικά χτυπήματα στις δυνάμεις Κατοχής και στους ντόπιους συνεργάτες τους, συγκροτώντας ένα από τα πιο αξιόμαχα αντιστασιακά κινήματα της Ευρώπης.5 Στις επιτυχίες της ΕΑΜικής αντίστασης συγκαταλεγόταν η δημιουργία μεγάλων απελευθερωμένων περιοχών, τα σαμποτάζ στην παραγωγή, η ακύρωση της προσπάθειας επιστράτευσης του ελληνικού λαού για να εργαστεί στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης κ.ά. Με τη λήξη του πολέμου ο πολιτικός συσχετισμός ήταν σαφώς υπέρ του ΚΚΕ και του ΕΑΜ και ο στρατιωτικός συσχετισμός υπέρ του ΕΛΑΣ.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες η ηγεσία του ΚΚΕ αποδείχτηκε ανέτοιμη να εκτιμήσει ολοκληρωμένα τις συνθήκες διεξαγωγής της ταξικής πάλης και να διατυπώσει μια στρατηγική-αντίβαρο στην επιδίωξη του αγγλικού ιμπεριαλισμού και της ελληνικής αστικής τάξης για επαναφορά της εξουσίας τους. Δεν είχε στόχο την πάλη για την εργατική εξουσία. Να ποια ήταν η αδυναμία!
Το παραπάνω συμπέρασμα απορρέει από μια σειρά ιστορικών γεγονότων, όπως η συμφωνία6 για την υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο στρατηγείο της Μέσης Ανατολής (Ιούλης 1943) και η απαράδεκτη υπογραφή των συμφωνιών του Λιβάνου7 και της Καζέρτας8 (Μάης και Σεπτέμβρης 1944 αντίστοιχα), που οδήγησαν στη νομιμοποίηση των επιδιώξεων του αστικού πολιτικού κόσμου και του αγγλικού ιμπεριαλισμού, μέσα από τη συμμετοχή του ΕΑΜ σε κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας» και την υπαγωγή των ανταρτών στη διοίκηση του Βρετανού στρατηγού Σκόμπι και μετά την απελευθέρωση της χώρας. Κατάληξη αυτής της πορείας ήταν ο Δεκέμβρης του 1944. Το Δεκέμβρη του 1944 στην Ελλάδα υπήρχε επαναστατική κατάσταση. Η ταξική πάλη είχε οξυνθεί, με το ΕΑΜ να εκπροσωπεί την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα και τον αγγλικό ιμπεριαλισμό να πρωτοστατεί σε μια προσπάθεια επανένωσης των αντιτιθέμενων μερίδων της ελληνικής αστικής τάξης, ενώ ταυτόχρονα εξόπλιζε τους παλιούς συνεργάτες των Γερμανών και τρομοκρατούσε το λαϊκό κίνημα. Ομως, σε αυτή τη φάση του αγώνα, η ηγεσία του ΚΚΕ δεν ανέδειξε την ταξική υπόσταση της σύγκρουσης και δε συγκέντρωσε στρατιωτικές δυνάμεις στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης, συνεχίζοντας να μιλά στο όνομα της συνέχισης του αντιφασιστικού αγώνα και να χρησιμοποιεί ακόμα και την ένοπλη πάλη στην κατεύθυνση της πίεσης για την ειρήνευση και την αστικοδημοκρατική εξομάλυνση.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η άνιση ηρωική πάλη του λαού της Αθήνας δεν κατόρθωσε να αντιμετωπίσει τις υπέρτερες στρατιωτικές δυνάμεις του αντιπάλου, παρά την αυτοθυσία χιλιάδων αγωνιστών. Η ήττα του Δεκέμβρη οδήγησε στην υποχωρητική -σε σχέση με τον πολιτικό συσχετισμό και το στρατιωτικό συσχετισμό εκτός Αθήνας- συμφωνία της Βάρκιζας και την παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ9 που διευκόλυνε τα σχέδια του αγγλικού ιμπεριαλισμού και της αστικής τάξης για γενικότερη αλλαγή του συσχετισμού δύναμης. Στη μεταβαρκιζιανή περίοδο, οι συλλήψεις και εκτοπίσεις λαϊκών αγωνιστών, οι ξυλοδαρμοί και οι δολοφονίες, οι βιασμοί και τα πλιάτσικα βρισκόντουσαν στην ημερήσια διάταξη.10

ΑΣΤΙΚΗ, ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΔΙΩΞΗ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΕΑΜ

 Τα τελευταία χρόνια στο προσκήνιο της αστικής ιστοριογραφίας έχει παρουσιαστεί μια αναμόχλευση των πιο χυδαίων εκδοχών που επικράτησαν αμέσως μετά από την ήττα του ΔΣΕ. Σειρά ιστοριογράφων (Καλύβας, Μαραντζίδης κλπ.), αποτελώντας το προκεχωρημένο φυλάκιο της αστικής ιστοριογραφίας, παρουσιάζουν τις σοσιαλδημοκρατικές και οπορτουνιστικές προσεγγίσεις της ιστοριογραφίας από τη μεταπολίτευση μέχρι τις μέρες μας ως την κυρίαρχη και συνάμα μη αντικειμενική ιστοριογραφία των ηττημένων του εμφυλίου πολέμου11 και μιλούν για την αναγκαιότητα αποκατάστασης μιας πολιτικά αχρωμάτιστης ιστορίας.12 Απώτερος σκοπός τους είναι να ισχυριστούν την ύπαρξη κρυφού σχεδίου του ΚΚΕ για την κατάληψη της εξουσίας13, μέρος του οποίου ήταν η διάπραξη εγκλημάτων από το ΚΚΕ και το ΕΑΜ - ΕΛΑΣ εναντίον των πολιτικών τους αντιπάλων και του πληθυσμού.14 Με αυτό τον τρόπο δικαιολογούν τα εγκλήματα του αγγλικού και στη συνέχεια του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και της ελληνικής αστικής τάξης ως απαραίτητες συνέπειες του αγώνα για τη διάσωση της δημοκρατίας και της ελευθερίας έναντι του ολοκληρωτισμού. Πολύ περισσότερο μάλιστα, φτάνουν να αποδεχτούν ακόμα και τη δράση των συνεργαζόμενων με τους Γερμανούς Ταγμάτων Ασφαλείας, ως νόμιμη άμυνα των δημοκρατών πολιτών και άλλοτε ως μέσο εξευμενισμού του καταχτητή.15
Ως αντίπαλο δέος από την άλλη πλευρά παρουσιάζονται οι διάφοροι εκπρόσωποι της οπορτουνιστικής ιστοριογραφίας (Φλάισερ, Νικολακόπουλος κλπ.), οι οποίοι αξιολογούν θετικά την αδυναμία του ΚΚΕ να θέσει το ζήτημα της εξουσίας, μιας και ο αγώνας ήταν αντιφασιστικός16 και η επιδίωξη του Κόμματος θα έπρεπε να είναι η αστικοδημοκρατική εξέλιξη.17 Η προσέγγισή τους παρακάμπτει την όξυνση του ταξικού αγώνα με επίκεντρο την εξουσία και αναπαράγει την κλασική οπορτουνιστική ψευδαίσθηση περί της δυνατότητας ειρηνικής επίλυσης της ταξικής πάλης μέσα στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας.18
Οι δύο παραπάνω προσεγγίσεις είναι φανερό ότι από διαφορετικές πλευρές απορρίπτουν το δικαίωμα της εργατικής τάξης να καταχτήσει τη δική της εξουσία. Η πρώτη στο όνομα των εγκλημάτων των κομμουνιστών και του κρυφού σχεδίου κατάλυσης της δημοκρατίας και η δεύτερη επικαλούμενη την απουσία της αναγκαιότητας κορύφωσης της ταξικής πάλης για την κατάχτηση της εξουσίας της εργατικής τάξης. Ως συνέπεια, τοποθετούνται αντίστοιχα και για τη δράση του Νίκου Ζαχαριάδη την περίοδο που εξετάζουμε σε αυτό το κείμενο. Οι μεν θεωρούν ότι ο Νίκος Ζαχαριάδης απλά ολοκλήρωσε ένα από τα πριν εκπονημένο σχέδιο, ενώ οι δε κριτικάρουν αυστηρά το Ζαχαριάδη επειδή ανέκοψε την πορεία της αστικοδημοκρατικής εξέλιξης. Η προσέγγιση αυτού του κειμένου είναι εντελώς διαφορετική από τις προαναφερθείσες προσεγγίσεις της αστικής και οπορτουνιστικής ιστοριογραφίας, αφού κρίνεται ότι η ιδεολογική-πολιτική προετοιμασία, ώστε το ΚΚΕ να θέτει στο επίκεντρο της δραστηριότητάς του την ανάγκη κατάκτησης της εργατικής εξουσίας, αποτελεί το αποκρυστάλλωμα των συμπερασμάτων που καλείται να βγάλει από τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο. Εξάλλου, το κατά πόσο ο Νίκος Ζαχαριάδης αντιλαμβανόταν ή προωθούσε την εκπλήρωση αυτής της ανάγκης, αποτελεί και το κριτήριο της αποτίμησής του από το παρόν κείμενο για τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο.

Ο ΕΡΧΟΜΟΣ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

 Οταν ο Νίκος Ζαχαριάδης έφτασε στην Ελλάδα (29 Μάη 1945), όπως ομολογούν ακόμα και όσοι του ασκούσαν στη συνέχεια σφοδρή κριτική, η κατάσταση ήταν πολύ άσχημη, με το κίνημα να βρίσκεται σε υποχώρηση: «Οταν επέστρεψε στην Ελλάδα ο Ζαχαριάδης, υπήρχε μια βαθειά και εξαιρετικά επικίνδυνη κατάσταση. Το κύριο χαρακτηριστικό της ήταν ένας ακραίος μονόπλευρος εμφύλιος πόλεμος, για πλήρη συντριβή του γιγάντιου εαμικού κινήματος, ψοφοδεής αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης από την ηγεσία του ΚΚΕ και σχεδόν από όλο το Κόμμα. Αρα, υπήρχε κίνδυνος να δημιουργηθεί μια ραγιάδικη ψυχολογία υποταγής των πιο πλατιών λαϊκών μαζών»19.
Ο Ζαχαριάδης προσπάθησε να ανατρέψει αυτή τη διαμορφωμένη κατάσταση. Συστατικό στοιχείο αυτής της προσπάθειας ήταν η επιδίωξη αλλαγής του κλίματος της τρομοκράτησης του λαϊκού κινήματος, τονώνοντας το φρόνημά του και απαντώντας στους κρατικούς μηχανισμούς και στις «παρακρατικές» συμμορίες που είχε εξαπολύσει ο αγγλικός ιμπεριαλισμός και η αστική τάξη. Με αυτό τον προσανατολισμό εισηγήθηκε τη δραστηριοποίηση των ομάδων λαϊκής αυτοάμυνας, οι οποίες και θα απαντούσαν στις επιθέσεις.20 Ακόμα, από τις πρώτες κιόλας εβδομάδες έπειτα από την επιστροφή του, δημιουργήθηκαν μαζικές ομάδες που έκαναν δημόσια διακίνηση του «Ριζοσπάστη» και οι οποίες απαντούσαν με αποτελεσματικότητα στα χτυπήματα των «παρακρατικών» συμμοριών. Παράλληλα, προωθήθηκε η ανασυγκρότηση του Κόμματος σε συνθήκες ήττας μέσα από την ανασύσταση των παράνομων κομματικών οργανώσεων.21
Το δεύτερο στοιχείο ανασύνταξης του λαϊκού κινήματος αυτής της περιόδου υπήρξε η επιτυχημένη δραστηριότητα του ΚΚΕ σε όλες τις μαζικές οργανώσεις. Ο Εργατοϋπαλληλικός Αντιφασιστικός Συνασπισμός (ΕΡΓ.Α.Σ.) θα λάβει την απόλυτη πλειοψηφία στο συνέδριο της ΓΣΕΕ (71%) και γενικός γραμματέας της θα αναδειχθεί ο Μήτσος Παπαρήγας. Παρόμοια, κατακτήθηκε η πλειοψηφία στη Γενική Συνομοσπονδία Αγροτικών Συνεταιρισμών και αυξήθηκε η δύναμη του ΚΚΕ στους εμποροβιοτέχνες. Την ίδια περίοδο, ανασυστήθηκε το ΕΑΜ ως συνασπισμός κομμάτων και η ΕΠΟΝ, ενώ δημιουργήθηκαν Δημοκρατικοί Σύλλογοι σε κάθε γειτονιά, σύλλογοι νεολαίας, γυναικών και ιδρύθηκε η Πανελλήνια Ομοσπονδία Γυναικών (ΠΟΓ). Η σχεδιασμένη πολιτική δράση του Κόμματος άρχισε να επανασυσπειρώνει την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, απαντώντας στις εντεινόμενες επιχειρήσεις τρομοκράτησης.
Το σύνολο της παραπάνω δράσης είχε τη σφραγίδα της συνεισφοράς του Νίκου Ζαχαριάδη, όπως εξάλλου και η προσπάθεια αντιπαράθεσης μιας κομμουνιστικής στρατηγικής στα σχέδια του αγγλικού ιμπερια-
λισμού και της αστικής τάξης, που θεωρούσε ασυμβίβαστη την ευημερία της εργατικής τάξης με τη διαιώνιση των συμφερόντων του κεφαλαίου:
«Αποκατάσταση της καταστραμμένης οικονομίας του τόπου και ανασυγκρότησή της είναι αδύνατη, όταν αυτή επιδιώκεται σε βάρος των εργαζομένων. Στην κατάσταση που φτάσαμε είναι αδύνατο να σηκώσουμε τον τόπο και την οικονομία του, αν δεν στηρίξουμε τη σχετική προσπάθεια στην οικονομική ανακούφιση των εργατών, των ανέργων, των υπαλλήλων, δημόσιων και ιδιωτικών, των επαγγελματιών και βιοτεχνών, στην εξυγίανση των οικονομικών της αγροτιάς. Αν δεν ξεκινήσουμε από το πολύτιμο κεφάλαιο της πατρίδας, τους εργαζόμενους, τη χρησιμοποίηση της εργασίας του έλληνα αγρότη, εργάτη, βιοτέχνη, επαγγελματία και διανοούμενου, την αύξηση σταθερά της αγοραστικής τους δύναμης. Η πλουτοκρατική ολιγαρχία, που μόνο γδέρνει λαό και τόπο, είναι ανίκανη, δεν μπορεί. Και δεν θέλει μια τέτοια πολιτική ανόρθωσης. Γι’ αυτό, όσο μένει στην αρχή, θα οδηγεί την Ελλάδα από το κακό στο χειρότερο, στην πλέρια καταστροφή»22.
Πολύ περισσότερο το ΚΚΕ αυτή την περίοδο καλεί τον ελληνικό λαό σε πάλη με όλα τα μέσα για την υπεράσπιση αυτής της πολιτικής γραμμής:
«Οι εκμεταλλευτές που μας έφεραν στα χάλια αυτά βλέπουν το λαϊκό φούντωμα και γι’ αυτό και ολοκληρώνουν την τρομοκρατική τους οργάνωση και δράση. Ν’ αποφασίσουμε πρέπει κι’ εμείς. Οι αποφάσεις που θα πάρουμε εδώ σήμερα θα είναι το ίδιο αποφασιστικές και ιστορικές για το μέλλον της Ελλάδας, σαν κι’ εκείνες που πάρθηκαν πριν 4 ακριβώς χρόνια εδώ στην Αθήνα, όταν το εγερτήριο σάλπισμα του ΕΑΜ καλούσε το Λαό στον ένοπλο αγώνα ενάντια στον χιτλεροφασίστα κατακτητή»23 .
Ωστόσο, το 7ο συνέδριο του Κόμματος (1945) δεν μπόρεσε να βγάλει ουσιώδη συμπεράσματα από την ΕΑΜική δράση και να εξηγήσει τα αίτια των λαθών, που πρωταρχικά οφείλονταν στην απουσία επεξεργασμένης στρατηγικής και πάλης για την εργατική εξουσία. Ως αποτέλεσμα, αν και σωστά διέκρινε το ταξικό υπόβαθρο της πολιτικής και στρατιωτικής διαμάχης μετά την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων, την ίδια στιγμή συνέχιζε να διατρανώνει την πίστη του στην πραγματοποίηση των ελεύθερων δημοκρατικών εκλογών, προεκτείνοντας την παραπάνω αδυναμία.24 Φυσικά, για αυτές τις ελλείψεις, οι ευθύνες σε καμιά περίπτωση δε βαραίνουν αποκλειστικά το Νίκο Ζαχαριάδη, αν και συνεχίζει να φέρει την πρώτη ευθύνη ως ο ηγέτης του Κόμματος.
Εξίσου σημαντική ήταν η επίδραση της αδυναμίας του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος να διαμορφώσει μια επαναστατική στρατηγική για τη μετατροπή του αντιφασιστικού αγώνα σε επανάσταση για την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας.25
Ομως, σε καμιά περίπτωση οι προαναφερθείσες ελλείψεις δεν οδήγησαν το ΚΚΕ στην ενσωμάτωση στα πλαίσια της μεταπολεμικής αστικής ανασυγκρότησης, σε αντίθεση με πολλά κομμουνιστικά κόμματα στη Δυτική Ευρώπη.26 Το ΚΚΕ παρενέβη έστω και με καθυστέρηση σε συνθήκες οξυμένης ταξικής πάλης, η οποία συνέβαινε αντικειμενικά και πέρα από τις ιδεολογικές-πολιτικές του επεξεργασίες.

ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΡΤΗ 1946 ΚΑΙ Η ΑΠΟΧΗ

 Αυτός ο ρόλος του ΚΚΕ στη διαδικασία της αντικειμενικά οξυμένης ταξικής πάλης είναι που όλα αυτά τα χρόνια συγκέντρωσε την οξεία κριτική των αντιπάλων του. Η επιλογή της ρήξης με την αστική εξουσία είναι αυτή που συκοφαντείται, με τα πυρά να συγκεντρώνονται στο Νίκο Ζαχαριάδη. Ενα από τα διαχρονικά επίκεντρα αυτής της κριτικής είναι η απόφαση για την αποχή από τις εκλογές του 1946.27 Οι επικριτές του ΚΚΕ, παραβλέποντας το πραγματικό πρόβλημα στην πολιτική του, δηλαδή τη μη τοποθέτηση του ζητήματος της εξουσίας ως άμεσου πολιτικού καθήκοντος και άρα τη μη σύνδεση της αποχής με τη γενίκευση της ένοπλης πάλης, θεωρούν ως μέγα πολιτικό λάθος την αποχή από τις εκλογές του 1946. Μάλιστα στους ισχυρισμούς τους παρατηρείται το παράδοξο ότι όσοι στο μέλλον κατηγόρησαν την ηγεσία του ΚΚΕ για «άκριτο φιλοσοβιετισμό», αναφορικά με τις εκλογές του 1946 εγκαλούν το Νίκο Ζαχαριάδη γιατί δε συμφώνησε με την άποψη της σοβιετικής ηγεσίας για συμμετοχή στις εκλογές.28
Συνοπτικά θα μπορούσαμε να επισημάνουμε ότι η καταγγελία εναντίον του Νίκου Ζαχαριάδη και γενικότερα της ηγεσίας του ΚΚΕ αναφορικά με την αποχή από τις εκλογές του Μάρτη του 1946 είναι πέρα για πέρα αβάσιμη για μια σειρά από λόγους. Καταρχήν, όσοι μιλούν για το μέγα λάθος του ΚΚΕ, δεν ασκούν κριτική στην παρόμοια απόφαση που υιοθέτησε η ΚΕ του ΕΑΜ29 (όπως αποδεικνύεται και από την ομιλία του προέδρου του ΣΚ-ΕΛΔ στη Θεσσαλονίκη μια βδομάδα πριν από τις εκλογές30) και στηριζόταν στην ανυπαρξία προϋποθέσεων για τη διεξαγωγή αδιάβλητων εκλογών. Επίσης, αμφισβήτηση της δυνατότητας πραγματοποίησης αδιάβλητων εκλογών εκφράστηκε έμπρακτα ακόμα και από υπουργούς31 της κυβέρνησης Σοφούλη, που ακολούθησαν τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γιώργο Καφαντάρη στο δρόμο της παραίτησης.32 Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η εκλογική διαδικασία κάθε άλλο παρά διέψευσε αυτούς τους φόβους.33
Ας παραμερίσουμε προσωρινά όμως την εξέταση των γεγονότων της περιόδου, προκειμένου να μπούμε στον πυρήνα της λογικής της κριτικής απέναντι στο Νίκο Ζαχαριάδη και το ΚΚΕ. Οι εκλογές του 1946 χαρακτηρίστηκαν από αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις ως η μεγάλη ευκαιρία ώστε το ΚΚΕ να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο -όπως λένε- στο μεταπολεμικό αστικό πολιτικό σκηνικό. Για να στηρίξουν το σκεπτικό τους επικαλούνται τη συμμετοχή των κομμουνιστικών κομμάτων στις κυβερνήσεις Εθνικής Ενότητας34, που σχηματίστηκαν σε σειρά από χώρες της δυτικής Ευρώπης και που βοήθησαν στην αποκατάσταση της σταθερότητας της εξουσίας του κεφαλαίου, όπως και στον ισχυρισμό ότι μια πιθανή συνεργασία με το λεγόμενο «Κέντρο» θα μπορούσε να αποκόψει τη λεγόμενη «Δεξιά» από το μονοπώλιο της εξουσίας.35
Ωστόσο, μια τέτοια προσέγγιση «ξεχνά» την κοινή ταξική ταυτότητα «Δεξιάς» - «Κέντρου», που αποδείχθηκε τόσο από τη δραστηριότητα του Γεωργίου Παπανδρέου που στο όνομα της λαοκρατίας ξεκίνησε τα Δεκεμβριανά36, όσο και από το ρόλο των μετεμφυλιακών κυβερνήσεων του «Κέντρου»37. Από την άλλη πλευρά δεν παίρνεται υπ’ όψη -συνειδητά ή όχι είναι αδιάφορο- ότι παρέμενε ο στόχος του αγγλικού ιμπεριαλισμού και της ελληνικής αστικής τάξης να αλλάξει τελείως ο συσχετισμός δυνάμεων σε βάρος του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Απόδειξη ήταν η συνέχιση του οργίου τρομοκρατίας ένα χρόνο έπειτα από την υπογραφή της συμφωνίας της Βάρκιζας.
Ειδικότερα, οι οπορτουνιστικές δυνάμεις που δρούσαν και στο εσωτερικό του Κόμματος δεν άσκησαν κριτική στην αποχή με τη λογική της ανάγκης διάδοσης των θέσεων του ΚΚΕ για πάλη με όλα τα μέσα, όπως έκανε αργότερα η 3η Συνδιάσκεψη38 του Κόμματος (1950). Αντίθετα, η κριτική τους συνιστούσε την προϋπόθεση της διατύπωσης του «ειρηνικού, δημοκρατικού δρόμου προς το σοσιαλισμό». Επρόκειτο στην ουσία για την προώθηση μιας ρεφορμιστικής στρατηγικής στο κομμουνιστικό κίνημα, η οποία δε στηριζόταν στις ειδικές συνθήκες της μεταπολεμικής Ελλάδας (όπως υποστηρίζουν πολλοί από τους εισηγητές της), αλλά θεωρούσε ότι η ταξική πάλη στις σύγχρονες συνθήκες θα πρέπει να διεξάγεται μέσα στα πλαίσια του αστικού κοινοβουλευτισμού, απαλλαγμένη από τη χρήση της επαναστατικής βίας. Αυτό αποδεικνύεται και από την πολιτική θεωρία και πρακτική όσων πρωταγωνίστησαν στην κριτική για την αποχή από τις εκλογές του 1946 και αργότερα (1968) πρωτοστάτησαν στην ίδρυση του λεγόμενου «ΚΚΕ Εσωτερικού».
Οι δυνάμεις λοιπόν που κατηγόρησαν το Νίκο Ζαχαριάδη ότι αθέτησε τις αποφάσεις της 2ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ, προχωρώντας στον εμφύλιο πόλεμο, παραγνωρίζουν ότι η όξυνση των κοινωνικοπολιτικών αντιθέσεων ήταν εκρηκτική, διότι οι απόντες του αντιστασιακού αγώνα -σε σύμπνοια με τους συνεργάτες των Γερμανών- επιτίθονταν, ενώ ο λαός που είχε ματώσει με την ελπίδα των καλύτερων ημερών, έβλεπε τα όνειρά του να τσακίζονται. Χιλιάδες από τους πρωταγωνιστές της ΕΑΜικής αντίστασης είχαν καταφύγει στα βουνά, προκειμένου να μπορέσουν να επιβιώσουν.

Η 2η ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ (ΦΛΕΒΑΡΗΣ 1946)

 Στις αρχές του 1946, όπως περιέγραψε και αργότερα ο Νίκος Ζαχαριάδης, έμπαινε μπροστά στο ΚΚΕ και σε ολόκληρο το εργατικό και λαϊκό κίνημα το εξής δίλημμα: Υποταγή στις αξιώσεις του αγγλικού ιμπεριαλισμού και της αστικής τάξης ή κλιμάκωση της πάλης της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων με όλα τα μέσα. Ρήξη ή υποταγή.39
Πριν τη διεξαγωγή της 2ης Ολομέλειας (Γενάρης 1946), αντιπροσωπεία του ΚΚΕ συναντήθηκε με ηγετικά στελέχη του ΚΚΣΕ και με το ΓΓ της ΚΕ του ΚΚ Μεγάλης Βρετανίας, προκειμένου να εκθέσει την κατάσταση στην Ελλάδα και να συζητήσει τη στάση τους σε ενδεχόμενη ένοπλη αντιπαράθεση με τον αγγλικό ιμπεριαλισμό και την αστική τάξη. Το ΚΚΣΕ, όπως και το ΚΚΕ, δεν ήταν υπέρμαχο ενός γενικευμένου πολέμου και το ΚΚ Μεγάλης Βρετανίας πίστευε ότι μια τέτοια εξέλιξη θα οδηγούσε στην περαιτέρω όξυνση των σχέσεων ΕΣΣΔ - Αγγλίας.40
Σε αυτή τη γραμμή προσχώρησε και το ΚΚΕ. Πάντως είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι ο Δημήτρης Παρτσαλίδης (τότε μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, ο οποίος συμμετείχε στην αντιπροσωπεία του Κόμματος και στη συνέχεια κατηγόρησε το Νίκο Ζαχαριάδη διότι δε συμμορφώθηκε με τη συμβουλή των Σοβιετικών για συμμετοχή στις εκλογές) την περίοδο πριν τη 2η Ολομέλεια πίστευε -όπως ομολόγησε αργότερα ο ίδιος- ότι η ένοπλη αντιπαράθεση ήταν αναπότρεπτη41.
Η 2η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, που συνήλθε στην πρώτη επέτειο από τη συμφωνία της Βάρκιζας, αν και διατηρούσε την αντίληψη της πίεσης για δημοκρατική εξέλιξη και ελεύθερες εκλογές, ταυτόχρονα προωθούσε και την προοπτική του ένοπλου αγώνα, ως γενίκευση της μαζικής λαϊκής αυτοάμυνας.42 Στο σκεπτικό της απόφασης εκφράζονται οι άλυτες αντιφάσεις της ιδεολογικής-πολιτικής επεξεργασίας του Κόμματος και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Αποκρυστάλλωμα αυτών των αντιφάσεων και των προστριβών είναι το γεγονός ότι δεν έχει βρεθεί ακόμα τι εξέφραζαν τα αποσιωπητικά στο άρθρο 4 της απόφασης, με διάφορες ερμηνείες για το υπονοούμενο διεξαγωγής ένοπλου αγώνα. Στη 2η Ολομέλεια η ΚΕ πήρε απόφαση για κλιμάκωση της ένοπλης πάλης, αφήνοντας παράλληλα ανοιχτή την πόρτα της δημοκρατικής εξέλιξης και υπό αυτή την έννοια ακολούθησε μια πολιτική «βλέποντας και κάνοντας», όπως διαφαίνεται και από την τοποθέτηση του Νίκου Ζαχαριάδη στην 7η Πλατιά Ολομέλεια του 1957:
«Τι έγινε σύντροφοι, στη 2η Ολομέλεια; […] εκδηλώθηκαν οι εξής απόψεις: από τη μια μεριά έλεγαν, να πάμε μόνο ειρηνικά, η άλλη άποψη των στρατιωτικών ήταν να πάμε μόνο με τα όπλα. Και η ολομέλεια αποφάσισε παραπέρα ανάπτυξη, (διαλογική συζήτηση), προοδευτική ανάπτυξη του κινήματος, με ενίσχυση των ομάδων καταδιωκόμενων για το προοδευτικό πέρασμα στον παρτιζάνικο αγώνα, στην ένοπλη αντίσταση»43.
Ο Νίκος Ζαχαριάδης με καθυστέρηση προώθησε σε πρακτικό επίπεδο την ένοπλη πάλη, ενδεχομένως γιατί υφίστατο τα όρια των αντιφάσεων της πολιτικής του Κόμματος και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος και με αυτή την έννοια, δεν προσανατόλισε πιο γρήγορα και επιτυχημένα την επαναστατική πάλη του Κόμματος. Σε αυτή την αδυναμία συνέβαλε και το γεγονός ότι στη διάρκεια του 7ου Συνεδρίου δεν έθεσε ζήτημα αποφασιστικής αλλαγής του τμήματος των στελεχών που ευθυνόταν για τα σοβαρά πολιτικά λάθη της περιόδου 1941-44.
Κατά συνέπεια, μια αντικειμενική κριτική της περιόδου οφείλει να εκκινεί από την αντίφαση ανάμεσα στην απόφαση για την αναγκαιότητα του ένοπλου αγώνα και στην έλλειψη κριτικής και συμπερασμάτων για τη μέχρι τότε ακολουθούμενη στρατηγική. Η προσπάθεια αντιμετώπισης αυτής της έλλειψης θα συντελούσε στο να προσδιοριστεί με σαφήνεια ο στρατηγικός στόχος της εργατικής εξουσίας, η ανάλογη πολιτική συμμαχιών, τα μέτρα για την οργάνωση του λαϊκού κινήματος, το γρήγορο πέρασμα στην ένοπλη πάλη, το επιχειρησιακό σχέδιο του ένοπλου αγώνα κ.ά. Το λάθος λοιπόν δεν είναι η αποχή από τις εκλογές, αλλά το πώς αυτή συναρθρώθηκε με τη συνολική στρατηγική του Κόμματος και το γρήγορο πέρασμα στον αγώνα του ΔΣΕ.
Οι αντίπαλες δυνάμεις όμως, που άσκησαν κριτική στη συνέχεια στο Νίκο Ζαχαριάδη και στην ηγεσία του ΚΚΕ, δεν κινήθηκαν σε αυτή την κατεύθυνση, αλλά στην ακριβώς αντίθετη, θέλοντας να προβάλουν τον ένοπλο αγώνα ως μια αδιέξοδη πάλη. Κατά συνέπεια να τον συκοφαντήσουν ιστορικά και μέσω της συκοφαντίας να δικαιώσουν την αστική πολιτική, εκείνη ακριβώς που βλέπουμε και σήμερα να σαρώνει δικαιώματα, φορτώνοντας στο λαό την κρίση του κεφαλαίου.

Η ΕΝΑΡΞΗ ΤΟΥ ΤΑΞΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

 Η 31η Μάρτη 1946, οπότε ομάδα ένοπλων καταδιωκόμενων αγωνιστών επιτέθηκε τα ξημερώματα της μέρας διεξαγωγής των εκλογών στο σταθμό Χωροφυλακής του Λιτόχωρου Πιερίας, αποτελεί την ημερομηνία έναρξης του αγώνα του ΔΣΕ.44 Αυτή η ημερομηνία δεν αποτέλεσε απλά σταθμό για το ΚΚΕ, αλλά και για τους εκπροσώπους της αστικής τάξης.45 Μέχρι το καλοκαίρι του 1946 οι αντάρτες συγκροτούνται σε μικρές ομάδες και μόλις στις 28 Οκτώβρη του 1946 συγκροτήθηκε το Γενικό Αρχηγείο Ανταρτών.46 Ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας (ΔΣΕ) μπόρεσε να προχωρήσει σε μια σειρά από στρατιωτικές επιτυχίες το διάστημα που ακολούθησε την επίθεση στο Λιτόχωρο, οι οποίες ανάμεσα στα άλλα αποδεικνύουν ότι δεν είχε ολοκληρωθεί η ανασυγκρότηση του αστικού κράτους και πως ο αγγλικός ιμπεριαλισμός και οι δυνάμεις της αστικής τάξης δεν ήταν αήττητες.47
Οι αστικές δυνάμεις αντέδρασαν με ταχύτητα. Από τον Ιούνη του 1946 τέθηκε σε εφαρμογή το Γ΄ Ψήφισμα, το οποίο ανάμεσα στα άλλα προέβλεπε την απαγόρευση των απεργιών, την παροχή άδειας στην αστυνομία για επιβολή απαγόρευσης της κυκλοφορίας, την πραγματοποίηση ερευνών στα σπίτια χωρίς την απαίτηση εντάλματος, ενώ παράλληλα θέσπιζε και την ποινή του θανάτου.48 Ωστόσο, ο αγγλικός ιμπεριαλισμός δεν είχε τη δύναμη να συνεχίσει την άμεση στρατιωτική στήριξη του ανασυσταθέντος αστικού κράτους και δρομολόγησε την απεμπλοκή του, θέτοντας το ζήτημα της διαδοχής του στις ΗΠΑ το Φλεβάρη του 1947, ένα σχεδόν χρόνο έπειτα από την επίθεση στο Λιτόχωρο.
Ο αγγλικός ιμπεριαλισμός είχε βγει οικονομικά πληγωμένος από το Β΄ Παγκόσμιο Ιμπεριαλιστικό Πόλεμο, χάνοντας την ηγεμονία του ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου.49 Η καταστολή του κινήματος στην Ελλάδα αποτελούσε ουσιαστικά μια ακόμα επιβάρυνση για τα οικονομικά του και μάλιστα σε μια περίοδο που άρχισαν να φουντώνουν τα αντιαποικιοκρατικά κινήματα σε μια σειρά αγγλικές αποικίες Η αποχώρηση του αγγλικού ιμπεριαλισμού απέδειξε ότι δεν ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει έναν ανοιχτό πόλεμο και κατά συνέπεια αναδείκνυε ακόμα περισσότερο τη σημασία των λαθών το Δεκέμβρη του 1944, όπως και τις δυνατότητες μιας ένοπλης πάλης, προσανατολισμένης στην άμεση κατάκτηση της εξουσίας κατά τη διάρκεια του πρώτου χρόνου της δράσης του ΔΣΕ.
Η ανάληψη αρχικά της οικονομικής ευθύνης και μετέπειτα και της στρατιωτικής διοίκησης από την πλευρά του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού δυσχέραινε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες διεξαγόταν η πάλη από την πλευρά του ΚΚΕ και του ΔΣΕ. Στις 12 Μάρτη του 1947 ο Αμερικανός πρόεδρος Τρούμαν ανακοίνωσε το δόγμα του, το οποίο εστίαζε στην οικονομική βοήθεια 400 εκατομμυρίων δολαρίων προς την Ελλάδα και προς την Τουρκία, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος του κομμουνισμού.50 Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας παράδοσης - παραλαβής ανάμεσα στον αγγλικό και τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό οξύνθηκαν οι πολιτικές διώξεις. Ετσι η κυβέρνηση Μάξιμου (η οποία σχηματίστηκε με τις ευλογίες των ΗΠΑ) προχώρησε στην ίδρυση τριών στρατοπέδων συγκέντρωσης στο Τρίκερι, τη Γιούρα και τη Μακρόνησο το Φλεβάρη του 1947. Τα επόμενα χρόνια χιλιάδες και χιλιάδες από τους πρωτοπόρους αγωνιστές εξορίστηκαν στα ξερονήσια.51 Από τις αρχές δε του 1947 άρχισαν εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην ύπαιθρο, οι οποίες ανάμεσα στα άλλα περιλάμβαναν την εκτόπιση ολόκληρων χωριών, προκειμένου να αποστερηθεί ο ΔΣΕ από κάθε στήριγμα.52 Στις καθαρά στρατιωτικές επιχειρήσεις ο ΔΣΕ, αν και σε καμιά περίπτωση δε διαλύθηκε όπως επιδίωκαν οι αντίπαλοί του, ήταν η πρώτη φορά από το Μάρτη του 1946 που κατέγραψε όχι ευκαταφρόνητες απώλειες.53
Βέβαια την ίδια περίοδο ο ΔΣΕ επέκτεινε τη δράση του και μάλιστα από το Μάρτη του 1947 έχει κατορθώσει να ανοίξει και δεύτερο μέτωπο στον αστικό στρατό και τον αγγλοαμερικάνικο ιμπεριαλισμό, συγκροτώντας το Αρχηγείο του ΔΣΕ στην Πελοπόννησο.54 Τους μήνες που ακολούθησαν, ο ΔΣ Πελοποννήσου επέφερε σημαντικά πλήγματα στις δυνάμεις του κυβερνητικού στρατού, απελευθερώνοντας ορισμένες ορεινές περιοχές της Πελοποννήσου και αναγκάζοντας την κυβέρνηση να προχωρήσει σε αναδιάταξη των δυνάμεων του στρατού.55Παράλληλα εντάθηκαν οι επιχειρήσεις στη Ρούμελη56 και στη Θεσσαλία.
Στα μέσα Απρίλη του 1947 ο επικεφαλής του ΔΣΕ Μάρκος Βαφειάδης θα λάβει από το Νίκο Ζαχαριάδη μια σειρά κατευθύνσεις σε σχέση με το ρόλο και το σκοπό του ΔΣΕ. Στο κείμενο τονιζόταν ανάμεσα στα άλλα η ανάγκη ο ΔΣΕ να παγιώσει την κυριαρχία του στις απελευθερωμένες περιοχές και η νέα λαϊκή εξουσία να εκφράζεται σε αυτές.57 Τον Ιούνη του 1947 ο Μιλτιάδης Πορφυρογένης, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του Κόμματος, μιλώντας στο Στρασβούργο στο συνέδριο του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, επισήμανε ότι οι ακούραστες προσπάθειες του ΕΑΜ για συμβιβασμό δεν έφεραν αποτέλεσμα και κατά συνέπεια η μόνη διέξοδος θα μπορούσε να προκύψει από την ανάπτυξη του ΔΣΕ και τη δημιουργία μιας κυβέρνησης στις απελευθερωμένες περιοχές, δίχως να αποκλειόταν -τουλάχιστον σε θεωρητικό επίπεδο- ένας συμβιβασμός:
«Για ένα τέτοιο πράγμα υπήρχαν και υπάρχουν και σήμερα ακόμη περισσότερο όλες οι απαραίτητες αντικειμενικές, στρατιωτικές, πολεμικές, ηθικές, ψυχολογικές, μα και γεωγραφικές προϋποθέσεις. Αν προς την κατεύθυνση αυτή είμαστε ακόμη κάπως διστακτικοί, είναι, γιατί η δύναμη της λαϊκής πλειοψηφίας και της εμπιστοσύνης που μας έχει ο λαός, μας επιτρέπουν να κάνουμε υποχωρήσεις δημοκρατικές και να εξαντλούμε και την παραμικρή δυνατότητα. Από την άλλη μεριά [όμως] γίνεται ολοένα και περισσότερο φανερό, ότι η αδιαλλαξία της αντίδρασης, ξένης και ντόπιας, δεν βρίσκει δισταγμούς και αναγκαστικά το υπέρτατο συμφέρον της Δημοκρατίας και της Εθνικής Ανεξαρτησίας φέρνει τη δημιουργία Λεύτερης Ελλάδας με δική της Κυβέρνηση»58.
Ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός και ο αστικός πολιτικός κόσμος αντιλήφθηκαν τη σημασία αυτής της νέας στάσης του ΚΚΕ και γι’ αυτό στο επόμενο διάστημα προχώρησαν σε ένα πογκρόμ χιλιάδων συλλήψεων, το οποίο κατέληξε με την απαγόρευση των εφημερίδων «Ριζοσπάστης» και «Ελεύθερη Ελλάδα» τον Οκτώβρη της ίδιας χρονιάς.59 Η οργισμένη αντίδραση του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και της αστικής τάξης χρησιμοποιείται ως και σήμερα ως δείγμα της καταστροφικής πολιτικής που ακολούθησε το ΚΚΕ υπό την ηγεσία του Νίκου Ζαχαριάδη. Η επίκληση της βίαιης αντίδρασης των εκμεταλλευτών σε κάθε απόπειρα των εκμεταλλευόμενων να διεκδικήσουν τη δική τους εξουσία χρησιμοποιείται σε αυτή την περίπτωση όχι ως απόδειξη της ανάγκης για πολιτική ωριμότητα και ολοκληρωμένο σχέδιο για την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου, αλλά ως κάλεσμα για τη μοιρολατρική αποδοχή της εκμετάλλευσης από την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα.

Η ΕΝΤΑΣΗ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗΣ

 Το Σεπτέμβρη του 1947 συνήλθε η 3η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (με ένα κλιμάκιό της να συνεδριάζει στη Γιουγκοσλαβία ή την Αλβανία και το άλλο στην Αθήνα). Η Ολομέλεια πήρε την απόφαση να εντοπίσει την πάλη του ΔΣΕ στην απελευθέρωση της Μακεδονίας και της Θράκης, να εγκαταστήσει Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση στη Θεσσαλονίκη και να προχωρήσει στον τριπλασιασμό των δυνάμεων του ΔΣΕ μέχρι την άνοιξη του 1948. Η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση συγκροτήθηκε στα τέλη Δεκέμβρη του 1947.60 Η συγκρότησή της οδήγησε και στην τυπική απαγόρευση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ,61 στην ένταση των συλλήψεων και των θανατώσεων από τα έκτακτα στρατοδικεία, ενώ οι ΗΠΑ απέστειλαν το Φλεβάρη του 1948 πλειάδα στρατιωτικών συμβούλων υπό το στρατηγό Βαν Φλιτ, οι οποίοι αναμείχθηκαν ενεργά στις επιχειρήσεις ενάντια στο ΔΣΕ (ενώ ευθύνονται και για τη χρησιμοποίηση των εμπρηστικών βομβών ναπάλμ62).
Στις αρχές του 1948 πραγματοποιήθηκε μια πληθώρα επιχειρήσεων που αποσκοπούσαν στην επέκταση των απελευθερωμένων εδαφών και στην επίλυση του ζητήματος των στρατολογιών που εντεινόταν έπειτα από τη βίαιη μετακίνηση 700.000 ανθρώπων στην ύπαιθρο και την αύξηση της τρομοκρατίας στις πόλεις. Ο κυβερνητικός στρατός αποσκοπούσε όλο και περισσότερο στην απομόνωση των τμημάτων του ΔΣΕ στην υπόλοιπη χώρα και στην κατά μέτωπο επίθεση στην κύρια δύναμη του ΔΣΕ στο Γράμμο και στο Βίτσι. Ετσι στις 14 Ιούνη άρχισε η επίθεση στο Γράμμο που κράτησε 72 ολόκληρες μέρες και τελείωσε με τον ελιγμό του ΔΣΕ προς το Βίτσι (20-21 Αυγούστου 1948)63.
Τις ημέρες της μάχης του Γράμμου συνήλθε η 4η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (Ιούλης 1948), στην οποία εκφράστηκε η αισιοδοξία αναφορικά με τη νίκη του ΔΣΕ στο Γράμμο-Βίτσι και συνολικά στη χώρα. Επίσης καταδίκαζε τις απόψεις της Ενωσης Κομμουνιστών Γιουγκοσλαβίας, η οποία είχε έρθει σε ρήξη με την Κομινφόρμ.64 Η ρήξη της Ενωσης Κομμουνιστών Γιουγκοσλαβίας με την Κομινφόρμ οδήγησε και σε αλλαγή της στάσης της Γιουγκοσλαβίας απέναντι στο ΔΣΕ, δυσχεραίνοντας ακόμα περισσότερο τον αρνητικό συσχετισμό δύναμης, ο οποίος είχε διαμορφωθεί. Ο ΔΣΕ θα μπορούσε να έχει πια καλυμμένα τα νώτα του αποκλειστικά από την πλευρά των συνόρων της Αλβανίας, όσον αφορά τον κύριο όγκο των δυνάμεών του που κινούνταν στη Βόρεια Πίνδο. Ακόμα περισσότερο πλέον δε θα μπορούσε να προσδοκά σε καμιά βοήθεια από την πλευρά της Ενωσης Κομμουνιστών Γιουγκοσλαβίας.
Ομως οι αποφάσεις της 4ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ έμειναν γνωστές και για μια σειρά από άλλους λόγους. Η ηγεσία του Κόμματος και ο Νίκος Ζαχαριάδης κατηγορήθηκαν ότι αγνοούσαν τη διαμορφωμένη κατάσταση και κατά συνέπεια διατύπωναν θέσεις περί ήττας του μοναρχοφασισμού στο Γράμμο - Βίτσι που ουδεμία σχέση είχαν με την εκτίμηση του πραγματικού συσχετισμού δυνάμεων. Είναι αλήθεια πως μια επισκόπηση των κατοπινών εξελίξεων θα μπορούσε να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι οι εκτιμήσεις της πολιτικής απόφασης της 4ης Ολομέλειας ήταν μάλλον υπεραισιόδοξες. Ωστόσο, όπως εκτίμησε το ΚΚΕ τη δεκαετία του 1990:
«…μια πιο αντικειμενική προσέγγιση οφείλει ν’ αναγνωρίζει, ταυτόχρονα, ότι στην κρίσιμη φάση της εξέλιξης ενός σκληρού ταξικού αγώνα, που κρίνεται ακόμα και η επιβίωση - και όχι μόνο η νίκη - των λαϊκών επαναστατικών δυνάμεων, ακόμα και αν οι συσχετισμοί αλλάζουν δυσμενώς, ο αγώνας δεν μπορεί να δίδεται με ηττοπάθεια. Απαιτεί τη μέγιστη κινητοποίηση των δυνάμεων. Το συμπέρασμα αυτό είναι αποτέλεσμα της ιστορικής πείρας των εξεγέρσεων και επαναστάσεων των εκμεταλλευόμενων και καταπιεσμένων, από την εξέγερση των δούλων με επικεφαλής τον Σπάρτακο έως την προλεταριακή Παρισινή Κομμούνα»65.
Ακόμα, στη διάρκεια της 4ης Ολομέλειας φαίνεται να τέθηκε για πρώτη φορά από το Μάρκο Βαφειάδη το ζήτημα της ανάγκης μετατροπής του ΔΣΕ από τακτικό στρατό σε αντάρτικο. Επειτα από την ολοκλήρωση της μάχης του Γράμμου ο Βαφειάδης απαλλάχθηκε από τα καθήκοντά του και στάλθηκε στην ΕΣΣΔ για ανάπαυση και ανάρρωση. Εκεί παρέδωσε στο ΚΚΣΕ ένα γράμμα αναφορικά με την εξέλιξη του ενόπλου αγώνα στην Ελλάδα. Το Νοέμβρη του 1948 έπειτα από την επιστροφή του στην Ελλάδα παρουσίασε και πάλι τις απόψεις του στο ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ.66 Αν και δεν είναι γνωστό κατά πόσο οι απόψεις που εξέφρασε στο ΠΓ ταυτίζονται με το γράμμα του προς το ΚΚΣΕ, είναι χαρακτηριστικό ότι τη θέση του για τη μετατροπή του ΔΣΕ από τακτικό σε αντάρτικο στρατό ο Βαφειάδης τη συνδύασε με την καταγγελία της αποχής από τις εκλογές του 1946.
Σχετικά με τη λογική της κριτικής σε σχέση με τις εκλογές του 1946 αναφερθήκαμε στις προηγούμενες σελίδες. Το δίλημμα το οποίο έθεσε ο Μάρκος Βαφειάδης σε σχέση με τη φύση του ΔΣΕ ήταν πολιτικό και όχι τεχνικό, αφού ο ΔΣΕ -όπως και ο ΕΛΑΣ νωρίτερα- έδινε τόσο τακτικές όσο και αντάρτικες μάχες. Η προέκταση της πολιτικής λογικής του Μάρκου Βαφειάδη, όπως φανερώνεται και από τις θέσεις που πήρε αναφορικά με τις εκλογές του 1946, ήταν η επιστροφή στην ένταξη του αγώνα του ΔΣΕ στη χρεοκοπημένη προσπάθεια πίεσης απέναντι στην αστική τάξη και τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό για δημοκρατική εξομάλυνση. Με αυτό τον τρόπο αμφισβητούσε ουσιαστικά το αν και κατά πόσο η πάλη του ΔΣΕ θα έπρεπε να κατευθύνεται στην ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου και στην οικοδόμηση μιας καινούριας εξουσίας.
Από την άλλη πλευρά η πολιτική λογική του Νίκου Ζαχαριάδη και συνολικότερα της ηγεσίας του ΚΚΕ απέρρεε από την εκτίμηση ότι η επιτυχία του αγώνα του ΔΣΕ ήταν ασύμβατη με τη διατήρηση της εξουσίας του κεφαλαίου. Η εκτίμηση αυτή αποτυπώθηκε και στις αποφάσεις της 5ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ (Γενάρης του 1949). Σε αυτή αφενός καταδικάζονταν οι απόψεις του Μάρκου Βαφειάδη και ταυτόχρονα προσδιοριζόταν ο χαρακτήρας της επανάστασης στην Ελλάδα ως σοσιαλιστικός.67
Η 5η Ολομέλεια καλούσε επίσης το ΔΣ Πελοποννήσου να εντείνει τη δράση του, δημιουργώντας ένα πραγματικά δεύτερο μέτωπο για τον κυβερνητικό στρατό και τις δυνάμεις του Δημοκρατικού Στρατού σε Ρούμελη και Θεσσαλία να προξενήσουν όσο το δυνατό περισσότερες φθορές στον κυβερνητικό στρατό.68 Ωστόσο, η υπεροπλία των αντίπαλων δυνάμεων, σε συνδυασμό με προηγούμενα λάθη (π.χ. ο σχεδιασμός των εφεδρειών) και με τη στάση του ΚΚΣΕ και άλλων κομμάτων στα Βαλκάνια που προαναφέρθηκε, οδήγησε -όπως είναι γνωστό- στην ήττα του ΔΣΕ και στην υποχώρηση προς τη Λαϊκή Δημοκρατία της Αλβανίας. Τα τελευταία τμήματα του ΔΣΕ εγκατέλειψαν τα βουνά της Βόρειας Πίνδου τα ξημερώματα της 30ής Αυγούστου του 1949.

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ

 Στη μαρξιστική-λενινιστική ανάλυση της Ιστορίας η κάθε στιγμή ανόδου της ταξικής πάλης, η κάθε περίοδος που τίθεται υπό αμφισβήτηση η κυριαρχία της αστικής τάξης, αξιολογείται ως πηγή άντλησης συμπερασμάτων για το κίνημα της εργατικής τάξης και για όλους του καταπιεσμένους. Ο ταξικός Εμφύλιος Πόλεμος 1946-1949 αποτέλεσε τη μοναδική περίοδο της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας που τέθηκε υπό αμφισβήτηση η εξουσία του κεφαλαίου, που αμφισβητήθηκε έμπρακτα το δικαίωμα της αστικής τάξης να εκμεταλλεύεται τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας. Με αυτή την έννοια, σχετικά με τη δράση του ΔΣΕ, το ΚΚΕ, τότε και σήμερα, δε στέκεται στα δεινά των εκμεταλλευομένων, αλλά εντοπίζει τη μόνη πραγματικά ρεαλιστική προσπάθεια για την αντιμετώπισή τους.
Παρά την ήττα του ΔΣΕ, συνολικά η δεκαετία του 1940 αποτέλεσε περίοδο κατά την οποία οι μάζες του εργαζόμενου λαού βγήκαν στο προσκήνιο της πολιτικής και της ιστορίας και έγιναν οι πρωταγωνιστές της. Χιλιάδες επώνυμοι και ανώνυμοι σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Ελλάδας τροφοδότησαν τις επερχόμενες γενιές με υποδείγματα αυτοθυσίας και αγώνα, με πλούσια επαναστατική πείρα. Ο ηρωικός αγώνας του ΔΣΕ ξεσκέπασε το κάλπικο της αστικής δημοκρατίας και αποτέλεσε εφαλτήριο συνειδητοποίησης για χιλιάδες και χιλιάδες ανθρώπους. Ανέδειξε το ανέφικτο μιας φιλολαϊκής προοπτικής δίχως την ανατροπή του καπιταλισμού. Δίδαξε στην εργατική τάξη και τα καταπιεζόμενα στρώματα ότι η διέξοδός τους είναι ο μονόδρομος του αγώνα με όλα τα μέσα για την κατάκτηση του σοσιαλισμού, ακόμα και κάτω από τις δυσκολότερες συνθήκες.
Η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, ειδικότερα σήμερα σε περίοδο διεθνούς καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, οφείλουν να διακρίνουν την ιστορική οπτική τους από την αντίστοιχη των εκμεταλλευτών τους. Ως αποτέλεσμα, ακόμα και η κριτική των ελλείψεων και των αδυναμιών του τιτάνιου αγώνα που δόθηκε από το ΔΣΕ απέναντι σε υπέρτερες δυνάμεις πρέπει να εντάσσεται στο στόχο της επαναστατικής ανατροπής της εξουσίας του κεφαλαίου και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού-κομμουνισμού και όχι στην επιβεβαίωση και τη διαιώνισή της.
Υπό αυτό το πρίσμα είναι σίγουρο ότι οι μελλοντικές γενιές θα διδαχθούν από το δίκαιο αγώνα του ΔΣΕ, θα συνειδητοποιήσουν τα πλούσια διδάγματα που προσέφερε και μαζί θα αξιολογήσουν θετικά τη συνεισφορά του Νίκου Ζαχαριάδη σε αυτό τον αγώνα του λαού μας.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

* Ο Κώστας Σκολαρίκος είναι συνεργάτης του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ.
1. Ρόζα Λούξεμπουργκ: «Τι ζητάει ο Σπάρτακος» στο Andre Prudhommeaux: «Σπάρτακος (Η Κομμούνα του Βερολίνου)», εκδ. «Διεθνής Βιβλιοθήκη», Αθήνα, 1981, σελ. 33.
2. Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», τ. Θ1-Θ2, εκδ. «Μέλισσα», Αθήνα, 1962, σελ. 406.
3. Βλ. Ενδεικτικά Christoph Schminck-Gustavus: «Νταχάου: Ελληνες κρατούμενοι και ο Νίκος Ζαχαριάδης», εκδ. «Φιλίστωρ», Αθήνα, 2004, σελ. 121-122. Ο Τζιοβάνι Μελόντια, συγκρατούμενος του Ζαχαριάδη στο Νταχάου, αφηγείται την πολιτική του ρήξη με τους συντρόφους του.
4. ΚΕ του ΚΚΕ: «Θέσεις για τα 60χρονα από την Αντιφασιστική Νίκη των λαών (9 Μαΐου 1945)», στο Συλλογικό «60 χρόνια από τη μεγάλη αντιφασιστική νίκη των λαών (Επος και διδάγματα)», εκδ. «ΣύγχρονηΕποχή», Αθήνα, 2005, σελ. 27.
5. Simon Adams: «Occupation and Resistance», «Rosen Publishing Group», New York 2009, p. 22.
6. Για το κείμενο της συμφωνίας βλ. Στέφανου Σαράφη: «Ο ΕΛΑΣ», «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις», Αθήνα, 1958, σελ. 164-167.
7. Για το κείμενο της συμφωνίας βλ. ΚΕ του ΚΚΕ: «Το ΚΚΕ: Επίσημα Κείμενα», τ. 5, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981, σελ. 398-402.
8. Για το κείμενο της συμφωνίας βλ. ΚΕ του ΚΚΕ: «Το ΚΚΕ: Επίσημα Κείμενα», τ. 5, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981, σελ. 408-410.
   9. Το κείμενο της Συμφωνίας της Βάρκιζας στο ΚΕ του ΚΚΕ: «Το ΚΚΕ: Επίσημα Κείμενα», τ. 5, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981, σελ. 411-416.
10. Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ: «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ - Α΄ Τόμος (1918-1949), εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1995, σελ. 544.
11. Γ. Θ. Μαρογορδάτου: «Η «Ρεβάνς» των ηττημένων» στο Συλλογικό: «Πενήντα χρόνια μετά τον Εμφύλιο», έκδοση της εφημερίδας «Το Βήμα» και της εκδοτικής «Ερμής», Αθήνα, 1999, σελ. 39.
12. Πέτρου Μακρή-Στάικου: «”Νέα Κύματα” και παλιά μυθεύματα», εφημερίδα «Τα Νέα», 5 Δεκέμβρη 2009.
13. Στάθη Καλύβα: «Εισαγωγικό σημείωμα» στο Πέτρος Μακρής-Στάικος (Επιμέλεια): «Βρετανική πολιτική και αντιστασιακά κινήματα στην Ελλάδα», εκδ. «Ωκεανίδα», Αθήνα, 2009, σελ. 34-35.
14. Στάθη Καλύβα: «Κόκκινη τρομοκρατία: Η βία της Αριστεράς στην Κατοχή», στο Μαρκ Μαζάουερ: «Μετά τον πόλεμο», εκδ. «Αλεξάνδρεια», Αθήνα, 2003.
15. Βλ. ενδεικτικά Στράτου Δορδάνα: «Το αίμα των αθώων», εκδ. «Βιβλιοπωλείον της Εστίας», Αθήνα, 2007, σελ. 352-354.
16. Ηλία Νικολακόπουλου: «Η επιστροφή των Βουρβόνων», εφημερίδα «Τα Νέα», 19 Δεκέμβρη 2009.
17. Σπύρου Ασδραχά: «Η “αναθεώρηση” του Εμφυλίου», εφημερίδα «Εποχή», 20 Δεκέμβρη 2009.
18. Χάγκεν Φλάισερ: «Προς τι η προβολή ενός μοιραίου ανθρώπου;», εφημερίδα «Τα Νέα», 28-29 Νοέμβρη 2009.
19. Δημήτρη Βλαντά: «Ο Νίκος Ζαχαριάδης και 22 συνεργάτες του», εκδ. «Γλάρος», Αθήνα, 1984, σελ. 33.
20. Βλ. ενδεικτικά Νίκου Ζαχαριάδη: «Η Μαζική Λαϊκή Αυτοάμυνα», εφημερίδα «Ριζοσπάστης», 11 Δεκέμβρη 1945.
21. Αναφορικά με την ανάγκη για την επαναδραστηριοποίηση του παράνομου κομματικού μηχανισμού βλ. 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ: «Πολιτική Απόφαση» στο ΚΕ του ΚΚΕ: «Το ΚΚΕ: Επίσημα Κείμενα - τόμος Εκτος (1945-1949)», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1987, σελ. 86.
22. 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ: «Πολιτική Απόφαση» στο ΚΕ του ΚΚΕ: «Το ΚΚΕ: Επίσημα Κείμενα - τόμος Εκτος (1945-1949)», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1987, σελ. 79-81.
23. Νίκου Ζαχαριάδη: «Λόγος στα τετράχρονα του ΕΑΜ», εφημερίδα «Ριζοσπάστης», 28 Σεπτέμβρη 1945.
24. 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ: «Πολιτική Απόφαση» στο ΚΕ του ΚΚΕ: «Το ΚΚΕ: Επίσημα Κείμενα - τόμος Εκτος (1945-1949)», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1987, σελ. 79-81.
25. ΚΕ του ΚΚΕ: «Θέσεις για τα 60 χρόνια από την Αντιφασιστική Νίκη των λαών (9 Μαΐου 1945)» στο Συλλογικό: «60 χρόνια από τη μεγάλη Αντιφασιστική Νίκη των λαών (Επος και διδάγματα)», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2005, σελ. 39.
26. Ο Βαγγέλης Παπανίκος, συγκρατούμενος του Ζαχαριάδη στο Νταχάου, αναφέρει πως οι Τολιάτι και Τορέζ (γενικοί γραμματείς των ΚΕ του Ιταλικού και Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος αντίστοιχα) συμβούλευαν το Ζαχαριάδη για την επιδίωξη μιας πολιτικής επαναφοράς της δημοκρατικής ομαλότητας, γεγονός που αποδεικνύεται και από τις διακηρύξεις των κομμάτων τους. Βλ. Βαγγέλη Παπανίκου: «Ο Νίκος Ζαχαριάδης στο Νταχάου», εκδ. «Φιλίστωρ», Αθήνα, 1999, σελ. 81. Επίσηςβλ. ενδεικτικά Maurice Thorez: «We will Win the Battle of Production», στο http://www.marxists.org/reference/archive/thorez/1946/production.htm.
27. Πάνου Δημητρίου (επιμέλεια): «Η διάσπαση του ΚΚΕ - Μέσα από τα επίσημα κείμενα του ΚΚΕ - τόμος Α΄», εκδ. «Θεμέλιο», Αθήνα, 1978, σελ. 19-20.
28. Βλ. ενδεικτικά Μήτσου Παρτσαλίδη: «Ομιλία στο 3η Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ, Πραχτικά (10-14 Οκτώβρη 1950)», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2010, σελ. 55.
29. Για το κείμενο της απόφασης βλ. ΚΕ του ΚΚΕ: «Το ΚΚΕ: Επίσημα Κείμενα», τ. 6, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1987, σελ. 176.
30. Αλέξανδρου Σβώλου: «Απόσπασμα από το λόγο στη συγκέντρωση του λαού της Θεσσαλονίκης» στο Παύλου Πετρίδη: «Στη δίνη του Εμφυλίου Πολέμου: Σπάνια Ντοκουμέντα του ΕΑΜ», εκδ. «Προσκήνιο», Αθήνα, 1998, σελ. 415.
31. Ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγεται και ο υπουργός Δημόσιας Τάξης Σταμάτης Μερκούρης. Βλ. Σταμάτη Μερκούρη: «Δήλωση», εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», 20 Μάρτη 1946.
32. Φοίβου Γρηγοριάδη: «Οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας», τ. Β΄, εκδ. «Νεόκοσμος», Αθήνα, σελ. 787-788.
33. Ο Γάλλος δημοσιογράφος Noel Utrillo μιλούσε για «εκλογές υπό λόγχας» με διπλοψηφίες, στρατό στους δρόμους, ξυλοδαρμούς των οπαδών της αποχής κλπ. Βλ. Ιστορικό και Διπλωματικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών, Φάκελος 25.6 του 1946.
34. Πέρα από τα γνωστά παραδείγματα της Ιταλίας και της Γαλλίας, τα ΚΚ συμμετείχαν στην κυβέρνηση και στη Δανία, τη Φιλανδία, την Αυστρία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, την Ισλανδία, τη Νορβηγία, όπως και σε όλες τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Βλ. David Childs: «The Changing Face of Western Communism (14)», «Groom Helm Editions», London, 1980.
35. Βλ. ενδεικτικά Τάσου Βουρνά: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας (Ο Εμφύλιος)», εκδ. «Αφών Τολίδη», Αθήνα, 1981, σελ.27-28.
36. Γεωργίου Παπανδρέου: «Ο λόγος της απελευθέρωσης (18 Οκτωβρίου 1944)» στο Γεωργίου Κασιμάτη - Παύλου Πετρίδη - Αγγελου Σιδεράτου: «Γεώργιος Παπανδρέου (1868-1968)», εκδ. «Νέα Σύνορα», Αθήνα, 1988, σελ. 158.
37. Ο Πλαστήρας πριμοδοτήθηκε από τις ΗΠΑ για να αναλάβει πρωθυπουργός έπειτα από τις εκλογές του 1950 (Βλ. Γιώργη Δ. Κατσούλη: «Η ιστορία του ΚΚΕ», τ. 7, εκδ. «Νέα Σύνορα», Αθήνα), ενώ ο Νίκος Μπελογιάννης εκτελείται με κυβέρνηση Πλαστήρα-Βενιζέλου.
38. Νίκου Ζαχαριάδη: «Δέκα χρόνια πάλης: Συμπεράσματα - Διδάγματα - Καθήκοντα (Εισήγηση στην 3η Συνδιάσκεψη)», στο «3η Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ, Πραχτικά (10-14 Οκτώβρη 1950)», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2010, σελ. 37.
39. Νίκου Ζαχαριάδη: «Προβλήματα κρίσης του ΚΚΕ», εκδ. «Λαϊκή Εξουσία», Αθήνα, σελ. 31-32.
40. Συλλογικό: «Η τρίχρονη εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» & εφημερίδα «Ριζοσπάστης», Αθήνα, 1998, σελ. 151-154.
41. Δημήτρη Παρτσαλίδη: «Διπλή αποκατάσταση της Εθνικής Αντίστασης», εκδ. «Θεμέλιο», Αθήνα, 1978, σελ. 199.
42. «2η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ: Πολιτική Απόφαση» στο ΚΕ του ΚΚΕ: «Το ΚΚΕ: Επίσημα Κείμενα», τ. 6, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1987, σελ. 174-184.
43. Νίκου Ζαχαριάδη: «Ομιλία στο 1ο θέμα της 7ης Πλατιάς Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ (Φλεβάρης 1957)», στο ΚΕ του ΚΚΕ: «Το ΚΚΕ: Επίσημα Κείμενα», τ. 8, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, σελ. 696.
44. Θανάση Ανάγνου: «Μαρτυρία», εφημερίδα «Ριζοσπάστης», 11 Δεκέμβρη 1946 στο Συλλογικό: «Η τρίχρονη εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» & εφημερίδα «Ριζοσπάστης», Αθήνα, 1998, σελ. 598-599.
45. Θρασύβουλου Τσακαλώτου: «Δημοκρατία και ολοκληρωτισμός (Το χρονικό του συμμοριτοπολέμου 1946-1949)», εκδ. «Ινστιτούτου Εθνικής Αμύνης», Αθήναι, 1978-1979, σελ. 35.
46. Νίκου Κυρίτση: «Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας: Βασικοί σταθμοί του αγώνα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2003, σελ. 17-19.
47. Νίκου Κυρίτση: «Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας: Βασικοί σταθμοί του αγώνα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2003, σελ. 23-25.
48. «Ψήφισμα Γ΄: Περί έκτακτων μέτρων αφορώντων την Δημόσιαν τάξιν και ασφάλειαν», «Εφημερίς της Κυβερνήσεως», φ. 197, τ. Α΄, 18 Ιούνη 1946.
49. Tony Rea - John Wrigth: «International Relations 1914-1995», pp.140-1, «Oxford University Press», Oxford & New York, 1997.
50. Harry Truman: «The Truman Doctrine» στο «Public Papers of the President, 1947», pp.176-180, «Government Printing Office Press», Washington, 1963.
51. Συλλογικό: «Η τρίχρονη εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» & εφημερίδα «Ριζοσπάστης», Αθήνα 1998, σελ. 211.
52. Η έκταση και η σκληρότητα των επιχειρήσεων ήταν τέτοια που κατακρίθηκε ακόμα και από τον αμερικανό υποπρόξενο στη Θεσσαλονίκη, βλ. Αγγελική Λαΐου: «Μετακινήσεις πληθυσμού στην ελληνική ύπαιθρο κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου» στο Συλλογικό: «Μελέτες για τον Εμφύλιο Πόλεμο 1945-1949», εκδ. «Ολκός», Αθήνα, 1992, σελ. 75-6.
53. Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ: «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ - Α΄ Τόμος (1918-1949)», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1995, σελ. 567-571.
54. Αρίστου Καμαρινού: «Ο Εμφύλιος Πόλεμος στην Πελοπόννησο», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2000, σελ. 7.
55. Αρίστου Καμαρινού: «Ο Εμφύλιος Πόλεμος στην Πελοπόννησο», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2000, σελ.185-189.
56. Αριστείδη Θεοχάρη: «Στη Στερεά Ελλάδα με το Δημοκρατικό Στρατό 1945-1949», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2002, σελ. 218-219.
57. Για το πλήρες κείμενο της επιστολής βλ. Συλλογικό: «Η τρίχρονη εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» & εφημερίδα «Ριζοσπάστης», Αθήνα, 1998, σελ. 211.
58. Μιλτιάδη Πορφυρογένη: «Λόγος στο συνέδριο του ΚΚ Γαλλίας στο Στρασβούργο» στο ΚΕ του ΚΚΕ: Το ΚΚΕ: «Επίσημα Κείμενα», τ. 6, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1987, σελ. 442.
59. Γιώργου Μαργαρίτη: «Η ιστορία του ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου», τ. Α΄, εκδ. «Βιβλιόραμα», Αθήνα, 2001, σελ. 344.
60. Συλλογικό: «Η τρίχρονη εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» & εφημερίδα «Ριζοσπάστης», Αθήνα, 1998, σελ. 285-290.
61. «Αναγκαστικός Νόμος υπ’ αριθ. 509», «Εφημερίς της Κυβερνήσεως», φ. 293, τ. Α΄, 27 Δεκέμβρη 1947.
62. Οι βόμβες ναπάλμ χρησιμοποιήθηκαν στη συνέχεια και στον πόλεμο Κορέας και στον πόλεμο των ΗΠΑ εναντίον του Βιετνάμ. Η χρήση τους οδηγούσε σε άμεσο θάνατο όλων των έμβιων οργανισμών σε μια ακτίνα χιλιομέτρων λόγω υψηλής θερμοκρασίας και σε δεύτερο επίπεδο αποψίλωνε τα δάση, που αποτελούσαν το πεδίο υπέρτερης δράσης των ανταρτών.
63. ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ: «Η εποποιΐα στη Βόρεια Πίνδο: Πολιτικά και στρατιωτικά συμπεράσματα και διδάγματα», Περιοδικό «Δημοκρατικός Στρατός», Σεπτέμβρης 1948 στο «Δημοκρατικός Στρατός: Φωτογραφική αναπαραγωγή από τα πρωτότυπα τεύχη», εκδ. «Ριζοσπάστης», Αθήνα, 1996, σελ. 321.
64. Fernando Claudin: «Ευρωκομμουνισμός και σοσιαλισμός», εκδ. «Γράμματα», Αθήνα, 1981, σελ.40-41.
65. Συλλογικό: «Η τρίχρονη εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» & εφημερίδα «Ριζοσπάστης», Αθήνα, 1998, σελ. 381.
66. Οι θέσεις του Βαφειάδη μπορούν να εξαχθούν από την ομιλία του στην 5η Ολομέλεια. «Μάρκος Βαφειάδης, Ομιλία» στο «5η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, Πραχτικά», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, σελ. 137-144.
67. Νίκου Ζαχαριάδη: «Ο λαός μας στο δρόμο προς τη νίκη μπροστά στην αποφασιστική καμπή (Εισήγηση και κλείσιμο του Νίκου Ζαχαριάδη στην 5η Ολομέλεια της ΚΕ)», στο «5η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, Πραχτικά», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, σελ. 30.
68. ΚΕ του ΚΚΕ: «Πολιτική απόφαση στο πρώτο θέμα της 5ης Ολομέλειας» στο «5η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, Πραχτικά», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, σελ. 16.

TOP READ