12 Μαρ 2017

Πάντα θα υπάρχουν λόγοι να μην πολεμήσει κανείς

 Πάντα θα υπάρχουν λόγοι να μην πολεμήσει κανείς

Επειδή οι καιροί είναι πονηροί και κάποια πράγματα παρερμηνεύονται, η σημερινή ανάρτηση είναι ένα απόσπασμα από κάτι που τυχαίνει να διαβάζω αυτόν τον καιρό (ο Φιντέλ μιλάει για τον Τσε) και μου φάνηκε ενδιαφέρον και διαχρονικό -για να μη μείνει κενή η ημέρα, χωρίς κείμενο. Δεν υπάρχουν πονηρές προεκτάσεις για το επίμαχο θέμα της σχέσης με το ΚΚ Κούβας, που ίσως εξεταστεί κάποια στιγμή στο κοντινό μέλλον, στην κατάλληλη συγκυρία.

Στο συγκεκριμένο απόσπασμα, λίγους μήνες μετά το θάνατο του Τσε, ο Φιντέλ ανακοινώνει στο λαό της Κούβας την έκδοση του ημερολογίου και των σημειώσεων που κρατούσε ο Τσε στο αντάρτικο της Βολιβίας, ενώ επί της ευκαιρίας βάζει στο στόχαστρο το Μόνχε (τον τότε ΓΓ του ΚΚ Βολιβίας, που πολύ σύντομα διασπάστηκε) και όσους θεωρούσαν τυχοδιωκτική τη δράση και την τακτική του Γκεβάρα. Μιλάμε εξάλλου για μια περίοδο, κατά την οποία το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα αντιμετώπιζε σοβαρά στρατηγικό προβλήματα -που εκδηλώθηκαν την ίδια χρονιά μεταξύ άλλων και με την εμφάνιση του ευρωκομμουνισμού.

* * *

Μεταξύ αυτών που ίσως ενδιαφέρονται να παραμείνει το ημερολόγιο αδημοσίευτο συγκαταλέγονται κι οι ψευδοεπαναστάτες, οι καιροσκόποι και κάθε είδους απατεώνες. Οι άνθρωποι αυτοί αυτοαποκαλούνται μαρξιστές, κομμουνιστές και δίνουν στον εαυτό τους πολλούς άλλους παρόμοιους τίτλους. Δε δίστασαν, ωστόσο, να αποκαλέσουν τον Τσε έναν τυχοδιώκτη που παρερμηνεύτηκε ή, με έναν πιο ήπιο χαρακτηρισμό, έναν ιδεαλιστή του οποίου ο θάνατος σηματοδοτεί το κύκνειο άσμα του ένοπλου επαναστατικού αγώνα στη Λατινική Αμερική. "Αν ο ίδιος ο Τσε", λένε, "ο μεγαλύτερος εκφραστής των ιδεών αυτών και ένας έμπειρος αντάρτης πολεμιστής, πέθανε στον αντάρτικο αγώνα και το κίνημά του απέτυχε να απελευθερώσει τη Βολιβία, τότε φαίνεται πόσο λάθος έκανε!" Πόσοι από αυτούς τους δυστυχισμένους ανθρώπους χάρηκαν με το θάνατο του Τσε και δεν ντράπηκαν καθόλου στη σκέψη ότι η στάση και τα επιχειρήματά τους συμπίπτουν απόλυτα με αυτά του ιμπεριαλισμού και των πιο αντιδραστικών ολιγαρχιών!

Έτσι λοιπόν δικαιολογούν τον εαυτό τους. Και έτσι δικαιολογούν και τους ύπουλους ηγέτες τους, οι οποίοι σε μια δεδομένη στιγμή δε δίστασαν να εμπλακούν σε έναν ένοπλο αγώνα, με την πρόθεση -όπως θα αποκαλύπτονταν στη συνέχεια- να καταστρέψουν τα αντάρτικα αποσπάσματα, να βάλουν τροχοπέδη στην επαναστατική αντίδραση και να επιβάλουν τα δικά τους ξεδιάντροπα και γελοία πολιτικά σχέδια, διότι ήταν απολύτως ανίκανοι να ακολουθήσουν οποιαδήποτε άλλη γραμμή. Έτσι δικαιολογούν παραπέρα και αυτούς που δε θέλουν να πολεμήσουν, που δεν πρόκειται ποτέ να πολεμήσουν για το λαό και την ελευθερία του. Έτσι δικαιολογούν, τέλος, αυτούς που έχουν μετατρέψει τις επαναστατικές ιδέες σε μια καρικατούρα και που τις καθιστούν ένα είδος δόγματος-ναρκωτικού για τις μάζες, χωρίς περιεχόμενο και χωρίς κανένα μήνυμα, αυτούς που έχουν μετατρέψει τις οργανώσεις λαϊκού αγώνα σε όργανα συμφιλίωσης με τους εσωτερικούς και εξωτερικούς εκμεταλλευτές, καθώς και αυτούς που συνηγορούν υπέρ πολιτικών που δεν έχουν καμία σχέση με τα γνήσια συμφέροντα των υποδουλωμένων λαών αυτής της ηπείρου.

Ο Τσε αντιμετώπιζε το θάνατό του ως κάτι φυσικό και ενδεχόμενο στην πορεία της διαδικασίας. Κατέβαλλε ιδιαίτερη προσπάθεια, ειδικά στα τελευταία του κείμενα, να τονίσει ότι η πιθανότητα αυτή δε θα ήταν εμπόδιο στην αναπόφευκτη πορεία της λατινοαμερικάνικης επανάστασης. (...).
Ο Τσε θεωρούσε τον εαυτό του στρατιώτη της επανάστασης και δεν τον απασχολούσε αν θα επιζούσε. Αυτοί που βλέπουν το αποτέλεσμα του αγώνα στη Βολιβία ως ένδειξη της αποτυχίας των ιδεών του, μπορούν με την ίδια υπεραπλούστευση να αρνηθούν την ισχύ των ιδεών και των αγώνων όλων των μεγάλων προδρόμων και στοχαστών της επανάστασης. Στους τελευταίους συμπεριλαμβάνονται βέβαια και οι ιδρυτές του μαρξισμού, που δεν κατόρθωσαν να ολοκληρώσουν οι ίδιοι τον άθλο και να δουν με τα ίδια τους τα μάτια τους καρπούς των τίμιων προσπαθειών τους.

(...)

Από τος 26 Ιουλίου του 1953 -ημέρα επίθεσης εναντίον του στρατοπέδου Μονκάδα στο Σαντιάγο ντε Κούβα- μέχρι και τις 2 Δεκεμβρίου του 1956 -ημέρα προσάραξης του σκάφους Granma- ο επαναστατικός αγώνας της Κούβας έδινε την εντύπωση σε πολλούς ότι δεν είχε καμία πιθανότητα επιτυχίας, με αντίπαλο μάλιστα έναν μοντέρνο και καλά εξοπλισμένο στρατό. Η δράση μιας χούφτας πολεμιστών αντιμετωπιζόταν σαν μία χίμαιρα ιδεαλιστών και ονειροπόλων, "οι οποίοι απατώνταν οικτρά". Δυστυχώς, τα απαισιόδοξα αυτά προαισθήματα επιβεβαιώθηκαν φαινομενικά, όταν το άπειρο αντάρτικο απόσπασμα ηττήθηκε συντριπτικά και τράπηκε σε ολοκληρωτική φυγή από τους στρατιώτες του Μπατίστα στις 5 Δεκεμβρίου του 1956. Χρειάστηκαν ωστόσο μόλις 25 μήνες, για να αναπτύξουν τη δύναμη και την εμπειρία που ήταν αναγκαίες για την εξολόθρευση του ίδιου στρατού.

Πάντα θα υπάρχει μια πληθώρα δικαιολογιών, για να μην πολεμήσει κανείς, σε κάθε εποχή και υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Το να μην πολεμά κανείς, ωστόσο, είναι και ο μοναδικός τρόπος απώλειας της ελευθερίας. Ο Τσε δεν έζησε τόσο όσο και οι ιδέες του, πρόσφερε ωστόσο το αίμα του ως λίπασμα για αυτές. Από την άλλη πλευρά, είναι σίγουρο ότι οι ψευδοεπαναστάτες κριτές του, με όλη την πολιτική τους ανανδρία και την αιώνια έλλειψη δράσης, θα ζήσουν πολύ περισσότερο από την απόδειξη της ίδιας του της ανοησίας.

«Φωτιά στους τουρκόσπορους πρόσφυγες»

 «Φωτιά στους τουρκόσπορους πρόσφυγες»

(από τα Στοιχήματα Α΄)
 
«Δεν είμαστε ρατσιστές εμείς…» και γενικότερα «Οι Έλληνες δεν ήμασταν ποτέ ρατσιστές…» –με ή χωρίς το περίφημο «αλλά», που εισάγει τους «αντικειμενικούς λόγους» που εξηγούν τη στάση μας: «αλλά δεν μπορείς πια να κυκλοφορήσεις το βράδυ / μας κλέβουν / μας σκοτώνουν / μας βιάζουν / εν πάση περιπτώσει βρομάνε, βρε αδερφέ». Αυτή η καταγωγική άρνηση της ρατσιστικής ταυτότητας είναι ο ένας από τους δύο βασικούς πυλώνες που υποβαστάζουν την εθνική μας αυταρέσκεια και τον επίσης εθνικό μας εφησυχασμό, ότι το πρόβλημα είναι πάντοτε οι άλλοι.
Ο άλλος πυλώνας είναι το «εμείς ήμασταν πάντοτε νόμιμοι μετανάστες» –«κύριοι πήγαμε, κύριοι φύγαμε», όπως είπε παραστατικά κάποιος στην κάμερα, σ’ ένα ντοκιμαντέρ για τη δράση της Χρυσής Αυγής.
Σ’ αυτά τα δύο στερεότυπα, που έχουν αναχθεί στη σφαίρα του αυτονόητου: το «δεν ήμασταν ποτέ ρατσιστές» και το «ήμασταν πάντοτε νόμιμοι μετανάστες», σκοντάφτει γρήγορα κάθε συζήτηση και στομώνει. Έτσι, βασική προϋπόθεση για την προσέγγιση φαινομένων τόσο σύνθετων όπως ο εθνικισμός και ο ρατσισμός είναι η ανασκευή των δύο στερεοτύπων –βασική προϋπόθεση, έτσι κι αλλιώς, για στοιχειώδη αυτογνωσία, με την οποία και μόνο μπορούμε να προσεγγίσουμε αυτά τα φαινόμενα. Οι πηγές είναι άφθονες, υπάρχουν ακόμα ζωντανοί μάρτυρες-υποκείμενα της Ιστορίας, χρειάζεται απλώς να μην κλείνουμε μάτια κι αφτιά.
Ώστε δεν ήμασταν ποτέ ρατσιστές; Ας ξεκινήσουμε από τον παρελθόντα χρόνο, αφού για το παρόν υπάρχουν τα πολυπληθή «αλλά» που είπαμε, αυτά που στέκουν άλλοθι τάχα ακλόνητα και εξηγούν ή και δικαιολογούν ρατσιστικές συμπεριφορές και στάσεις. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από τη στάση μας απέναντι όχι σε αλλοεθνείς αλλά στο «αδελφό αίμα», αυτό που απ’ την άλλη επαιρόμαστε πως ήταν εστία πολιτισμού στη βάρβαρη Ανατολή. Αναφέρομαι στους Μικρασιάτες αδελφούς, που πέρασαν κι αυτοί από μαχαίρι, όπως οι σημερινοί μετανάστες, και κατέφυγαν στη μητέρα πατρίδα –αυτήν η οποία έβαλε άλλωστε σε μεγάλη περιπέτεια όλο τον ελληνισμό, εκστρατεύοντας στη Μικρά Ασία τάχα για να σώσει αυτούς ακριβώς τους αδελφούς.
Ας αφήσουμε για την ώρα τα πιο ακανθώδη της ιστορίας αυτής, πως δηλαδή οι Μικρασιάτες πλήρωσαν ώς έναν βαθμό τα επίχειρα της στάσης της μητέρας πατρίδας, τις αγριότητες δηλαδή του ελληνικού στρατού καθώς προέλαυνε στην Τουρκία, τους εμπρησμούς και τις λεηλασίες, τους βιασμούς, τις δολοφονίες αμάχων και τόσα άλλα, που κι αυτά αρνούμαστε να τα διαβάσουμε, ακόμα και στις δικές μας «καθαρές» πηγές. Ας αφήσουμε, λέω, το κεφάλαιο αυτό και ας σταθούμε στα απ’ τον ξεριζωμό και δώθε, στην υποδοχή που επιφυλάξαμε στους πρόσφυγες, αφότου πάτησαν τα ελληνικά χώματα.
Όπου δουλειές δεν τους δίναμε, ενώ παράλληλα κλαιγόμασταν ότι μας παίρνουν εκείνοι τις δουλειές και ρίχνουν τα μεροκάματα, όπου η λέξη «πρόσφυγας» ήταν αυτόχρημα απαξιωτική και υποτιμητική, και προπαντός φοβέρα, για να τρώνε το φαΐ τους τα παιδιά («φάε, γιατί θα ’ρθει η πρόσφυγα να σε πάρει!»), όπου τις γυναίκες ειδικά, που, μέσα στην εξαθλίωση της προσφυγιάς, πλένονταν και καλοντύνονταν, επιμένοντας να κρατήσουν ένα κομμάτι αξιοπρέπεια και κάτι απ’ τον χαμένο κοσμοπολιτισμό τους, τις βγάλαμε «παστρικές», εννοώντας πουτάνες, και γενικότερα «κωλοσμυρνιές» τις φωνάζαμε –για να μην πω πως ήδη το «Σμυρνιά» από μόνο του αποτελούσε βρισιά.
Αυτά στην κοινή συνείδηση, στην καθημερινή ζωή, γι’ αυτό και πιο ανατριχιαστικά.
Είχαν ξεκινήσει όμως νωρίτερα τα πράγματα, με το πρώτο κύμα προσφύγων, μετά το 1914, όταν άρχισαν οι σφαγές και οι εκτοπισμοί ελληνικών πληθυσμών απ’ τους Νεότουρκους. Όπου όσοι Έλληνες επέζησαν, κατέφυγαν στον Άνω Πόντο, στην ΕΣΣΔ, κι εμείς κάναμε έπειτα τα πάντα για να εμποδίσουμε τον ερχομό τους στην Ελλάδα,[1] κι άλλοι έφτασαν ώς εδώ, όπου δεν συνάντησαν διόλου θερμή υποδοχή: «να μη επιτρέπηται εις τους πρόσφυγας να εργάζωνται εις τας εργασίας εντοπίων εργατών...» ζητά το Εργατικό Κέντρο Αθηνών, με ψήφισμά του προς τον πρωθυπουργό και όλα τα εργατικά σωματεία της χώρας (21.8.1914).[2]
Γενικότερα οι πρόσφυγες ταυτίζονται, στη συνείδηση ιδίως των μοναρχικών, με το βενιζελικό στρατόπεδο, και βρίσκονται αυτόματα στο κέντρο των διώξεων. Στα περίφημα Νοεμβριανά του 1916, στα οποία πρωτοστατούν οι ένοπλες παρακρατικές ομάδες των «Επιστράτων», που εμπνευστή και ιδρυτή τους είχαν τον Ιωάννη Μεταξά, εξαπολύεται πογκρόμ κατά των προσφύγων, σπίτια και μαγαζιά σημαδεύονται με κόκκινη μπογιά, γύρω στους 20 πρόσφυγες οδηγούνται κοντά στο φθισιατρείο «Σωτηρία» και δολοφονούνται. Συνολικά, και ανάλογα με τους διάφορους υπολογισμούς, έχουμε 100 έως 300 ανώνυμους νεκρούς πρόσφυγες, θαμμένους σε μαζικούς τάφους:
«Κατά τον Χουρμούζιο, μαζικές εκτελέσεις [προσφύγων] σημειώθηκαν σε ένα στρατόπεδο του Πυροβολικού στις όχθες του Ιλισού, στο στρατόπεδο του Γουδιού και στο Πεδίον του Άρεως. [...] Οι πρόσφυγες σκοτώθηκαν επειδή ήταν πρόσφυγες: οι δολοφονίες τους αποτέλεσαν εν ψυχρώ και απρόσωπα εγκλήματα μίσους, το οποίο είχε καλλιεργηθεί συστηματικά από τα μέσα ενημέρωσης. Επιστέγασαν έτσι την πολιτική της κυβέρνησης, η οποία προηγουμένως είχε απαλλάξει την πρωτεύουσα από αρκετές χιλιάδες άλλους πρόσφυγες, στέλνοντάς τους να αποδεκατιστούν από την πείνα και τις επιδημίες σ’ ένα αυτοσχέδιο στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Σούδα...»[3]
Το αντιπροσφυγικό μένος αποτυπώνεται στο σύνθημα «Φωτιά στους τουρκόσπορους πρόσφυγες», που κυριαρχεί σε συλλαλητήριο των μοναρχικών στις 9 Νοεμβρίου 1923 στους Στύλους του Ολυμπίου Διός. Γιατί «τουρκόσποροι» χαρακτηρίζονταν γενικά οι πρόσφυγες, «τουρκομερίτες», «ογλούδες» κ.ά., στο στόμα του απλού λαού, «προσφυγική αγέλη» στα χείλη ευγενών, όπως ο Γεώργιος Βλάχος της Καθημερινής.
Πιο πρακτικός ο Πρωινός Τύπος ζητά να φορούν οι πρόσφυγες κίτρινο περιβραχιόνιο, για να τους ξεχωρίζουν οι γηγενείς και να αποφεύγουν τον συγχρωτισμό μαζί τους. Αυτά το 1933, λίγα χρόνια πριν από το κίτρινο άστρο που φόρεσαν άλλοι στο πέτο άλλων –κι εδώ πρωτοπορία λοιπόν εμείς.
Διακύβευμα; Η καθαρότητα τάχα του αίματος; από το τύποις αδελφό αίμα, που είχε ωστόσο μολυνθεί από το προαιωνίως εχθρικό τούρκικο αίμα; Μπα, η τσέπη. Τα μεροκάματα που είπαμε, και πιο πολύ η γη, στην επαρχία, τα ανταλλάξιμα κτήματα που είχαν δοθεί στους πρόσφυγες και επιχειρούσαν να τα καταπατήσουν οι γηγενείς, με οργανωμένες, ένοπλες επιδρομές. Από τις θλιβερότερες σελίδες, η επιδρομή στον οικισμό των προσφύγων του Κιούπκιοϊ, στις Σέρρες, το φθινόπωρο του 1924. Όπου «ετραυμάτισαν 17 πρόσφυγας, το πλείστον γυναίκας, πυρπολήσαντες τας σκηνάς, τους σταύλους, τους αχυρώνας, λεηλατήσαντες και τας αποσκευάς...»[4]
Αλλά και αργότερα, μετά την καταστολή του βενιζελικού κινήματος τον Μάρτιο του 1935 και τις βίαιες ταραχές που ξέσπασαν στη Μακεδονία, έχουμε απροκάλυπτο πογκρόμ εναντίον των προσφύγων από οπλισμένες αντιβενιζελικές ομάδες ή πυρπολήσεις προσφυγικών σπιτιών και καταστημάτων, όπως στον Βόλο το 1936.
Και αργότερα… και αργότερα… Ώσπου φτάσαμε στο σήμερα. Που προεικονίζεται πιστά στα όσα διαβάσαμε παραπάνω, αν προσαρμόσουμε απλώς τη γλώσσα της εποχής. Στο σήμερα, που δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, με τέτοια προϊστορία –θητεία, μου ’ρχεται να πω.
«Οι παππούδες μας πρόσφυγες, οι γονείς μας μετανάστες, εμείς ρατσιστές;» ρωτάει ένα σύνθημα που γράφτηκε τελευταία στους τοίχους.
Ναι, είναι αλίμονο η απάντηση· και μάλιστα την ίδια ακριβώς εποχή που ήταν πρόσφυγες οι παππούδες μας και έφευγαν οι γονείς μας μετανάστες –και ρατσιστές, ξανατονίζω, απέναντι όχι στον ξένο, όπως τώρα, αλλά στον ομοαίματο, υποτίθεται, αδελφό. Χαλασμένη φάρα, που λένε; Όχι. Η ανθρώπινη φύση. Που γι’ αυτό και δεν χρειάζεται εξωραϊσμούς και εξιδανικεύσεις, που σημαίνει εξαπάτηση, ιδίως μέσα από την παραχάραξη της Ιστορίας –η οποία γίνεται κάλλιστα και με τις παρασιωπήσεις. Παιδεία χρειάζεται. Που ξεκινάει από την αυτογνωσία.
Μένει το άλλο στερεότυπο, που είπαμε εισαγωγικά, ότι εμείς όμως «ήμασταν πάντοτε νόμιμοι μετανάστες, κύριοι πήγαμε, κύριοι γυρίσαμε»: θα το δούμε στη συνέχεια το κυριλίκι μας αυτό.[5]


[1] Μολονότι οι Πόντιοι πρόσφυγες εντάσσονταν στη Συνθήκη της Λοζάννης για την ανταλλαγή πληθυσμών, η ελληνική κυβέρνηση ήδη από το 1928 απαγόρευε την ομαδική επιστροφή όσων είχαν εγκλωβιστεί στην ΕΣΣΔ. Η πολιτική αυτή συνεχίστηκε επί Μεταξά, με αποτέλεσμα να θρηνήσουμε πολλά θύματα την περίοδο  του 1937-38. Το τελευταίο κεφάλαιο γράφτηκε στις μέρες μας, με αυτούς που με μύρια όσα προσκόμματα άφησε η πολιτεία να επαναπατριστούν κι εμείς τους αποκαλούμε, απαξιωτικά βεβαίως, Ρωσοπόντιους.
[2] Οι διωγμοί των Ελλήνων εν Θράκη και Μικρασία: Αυθεντικαί εκθέσεις και επίσημα κείμενα, Αθήνα 1915, σ. ζ-η · για μια σφαιρική αντιμετώπιση του θέματος της υποδοχής των προσφύγων, βλ. Ιός της Κυριακής, «Πάντα ανεπιθύμητοι: Η διαχρονική ρατσιστική υποδοχή των προσφύγων», Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία 24.1.2010.
[3] Σπύρος Μαρκέτος, «Τα Νοεμβριανά», στα Ιστορικά της Ελευθεροτυπίας, τχ. 57, 16 Νοεμβρίου 2000], σ. 16. Γενικότερα, για όσα εκτίθενται εδώ, βλ. την –εθνικώς ανεπίληπτη!– ηλεκτρονική Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού (ΕΜΕ, http://www.ehw.gr/ehw/forms/Default.aspx) του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού, ιδίως κεφ. «Αντιπαραθέσεις μεταξύ γηγενών και Μικρασιατών προσφύγων στην Ελλάδα».
[4] Εφημερίδα Παμπροσφυγική, 9 Νοεμβρίου 1924· παραθέτει η ΕΜΕ, όπ. παρ. Και προσοχή στο «λεηλατήσαντες και τας αποσκευάς», που προοικονομεί τη δράση των άξιων σημερινών απογόνων, π.χ. Χρυσαυγιτών ή και αστυνομικών, που ξυλοφορτώνουν ή και μαχαιρώνουν Πακιστανούς, «κατάσχοντας» παράλληλα πορτοφόλια και κινητά.
[5] «Λαθραίοι, απειλητικοί και απόβλητοι» και «Και παραβατικοί» (σε μια πρώτη μορφή: http://yannisharis.blogspot.gr/2011/02/blog-post.html και http://yannisharis.blogspot.gr/2011/02/blog-post_26.html).

"Εξυγίανση"... με προγραμμένα θύματα


Περιορισμός της παραγωγής και κλείσιμο μονάδων είναι το συμπέρασμα, στο οποίο καταλήγει η μελέτη ενός διεθνούς οίκου, στον οποίο οι τράπεζες ανέθεσαν να εξετάσει την «εξυγίανση» της χαλυβουργίας, μελετώντας τις τρεις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του κλάδου και συγκεκριμένα τη «Σιδενόρ», τη «Χαλυβουργία Ελλάδας» και τη «Χαλυβουργική». Η εσωτερική ζήτηση, στην οποία στηριζόταν για πολλά χρόνια η ανάπτυξη του συγκεκριμένου κλάδου, ακολουθώντας την εξέλιξη του κατασκευαστικού τομέα, έπεσε κατακόρυφα, ιδιαίτερα στα χρόνια της κρίσης, και πλέον το συμπέρασμα είναι ότι «η αγορά δεν έχει χώρο για όλους». Ακόμα, όμως, και η ενίσχυση του εξαγωγικού προσανατολισμού που προκρίνεται από τη μελέτη, για όσες παραγωγικές μονάδες απομείνουν, τίθεται σε αμφιβολία από τους βιομήχανους, που λένε ότι αν οι εξαγωγές καλύπτουν ένα τόσο μεγάλο μέρος της παραγωγής, τους συμφέρει περισσότερο να φτιάξουν τα εργοστάσιά τους σε χώρες που βρίσκονται πιο κοντά στις αγορές που καταναλώνουν τα προϊόντα τους.

Αν έχουν ένα νόημα όλα αυτά, είναι επειδή στον κλάδο αναμένεται τα επόμενα χρόνια να συμβούν σοβαρές ανακατατάξεις, κάτω από ασφυκτικό για τους εργαζόμενους πλαίσιο εκβιασμών και ψευτοδιλημμάτων. Μια πρόγευση δίνει η μελέτη που παρήγγειλαν οι τράπεζες και η οποία, πέρα από τις απολύσεις που θα σημάνει ο περιορισμός της παραγωγής, δίνει έμφαση και στη μείωση του ενεργειακού κόστους, που σημαίνει μεταφορά της όποιας κρατικής δαπάνης στα λαϊκά νοικοκυριά. Αρα, καθόλου τυχαίες οι συζητήσεις που κάνει προς αυτή την κατεύθυνση η κυβέρνηση, ούτε η θέρμη με την οποία η συνδικαλιστική πλειοψηφία συντάσσεται με τους μεγαλοεργοδότες, παραπλανώντας τους εργαζόμενους ότι μαζί με τους επιχειρηματικούς ομίλους θα δουν ανάκαμψη και οι ίδιοι.

Η διαστρέβλωση της ιστορικής πορείας του ΚΚΕ στην υπηρεσία της αστικής εξουσίας

Η διαστρέβλωση της ιστορικής πορείας του ΚΚΕ στην υπηρεσία της αστικής εξουσίας



Μαχητές του ΔΣΕ, που κατά τη «ΣΥΡΙΖΑίικη» εκδοχή για την ιστορία, τρέχουν να προλάβουν ανοιχτές τις αγορές
Μαχητές του ΔΣΕ, που κατά τη «ΣΥΡΙΖΑίικη» εκδοχή για την ιστορία, τρέχουν να προλάβουν ανοιχτές τις αγορές
Την Κυριακή 5 Μάρτη, κυκλοφόρησε ένθετο της εφημερίδας «Documento», με τίτλο «Ζαχαριάδης, Βαφειάδης, Καραγιώργης. Οι κορυφαίοι της ελληνικής τραγωδίας».
Για τις πολιτικές στοχεύσεις αυτής της έκδοσης μας προϊδεάζει το editorial που υπογράφει η Βασιλική Λάζου, όπου αναφέρεται:
«Διατρέχοντας τις βιογραφίες τριών κορυφαίων στελεχών του ΚΚΕ και του ΔΣΕ - Ζαχαριάδη, Βαφειάδη, Καραγιώργη - μέσα στους "τόμους" αγώνων και θυσιών, προσκρούουμε αναπόδραστα και σε σελίδες μελανές: απομακρύνσεις και εκκαθαρίσεις στελεχών - ενίοτε βίαιες - που τραυμάτισαν και πληγώνουν την Αριστερά και τον ευρύτερο δημοκρατικό κόσμο. Δεν θα κάνουμε στο σημείωμα αυτό την αποτίμηση τις ήρξατο χειρών αδίκων ή ποιος χρησιμοποίησε τις πιο ακραίες μεθόδους. Εξάλλου, κάθε αναγνώστης θα μπορέσει να βγάλει τα συμπεράσματά του μέσα από τις σελίδες που ακολουθούν.
Το να αποστρέψουμε την κεφαλή από τα τραυματικά αυτά γεγονότα συνιστά ανώφελη υπεκφυγή. Οπως και να τα βάζουμε κάτω από το χαλί με αποκαταστάσεις στελεχών, μερικές ή ολικές, ανάλογης πολιτικής σκοπιμότητας με τις αντίστοιχες καθαιρέσεις τους. Αντίθετα η ψύχραιμη "αναψηλάφηση" μπορεί να αποδώσει συμπεράσματα από τα "παρελθόντα" και "οδηγίες χρήσης" για τα επιγενόμενα...
...Οσο μεγάλες και αν υπήρξαν οι αντιθέσεις τους και όσες σκληρές κατηγορίες κι αν εκτοξεύθηκαν, όλοι τους ήταν παιδιά της ίδιας πολιτικής μήτρας. Την ίδια υπόθεση υπηρέτησαν με πάθος και φανατισμό. Παίρνοντας άλλοτε το ρόλο του θύτη και άλλοτε το ρόλο του θύματος». (σελ. 3)

Οι μαχητές του ΔΣΕ πάλευαν για τη «δημοκρατική νομιμότητα», αλλά έπρεπε να περιμένουν 70 χρόνια για να το μάθουν από τους σύγχρονους νεκροθάφτες τους
Οι μαχητές του ΔΣΕ πάλευαν για τη «δημοκρατική νομιμότητα», αλλά έπρεπε να περιμένουν 70 χρόνια για να το μάθουν από τους σύγχρονους νεκροθάφτες τους
Διαβάζοντας το σύνολο της έκδοσης, μπορεί να καταλάβει κανείς καλύτερα το νόημα των παραπάνω. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή:

1. Η επιμελήτρια υποστηρίζει ότι δεν αρκεί να ασχολούμαστε απλά με την αντιπαράθεση του κομμουνιστικού κινήματος με την αστική εξουσία, αλλά οφείλουμε να δούμε και τις «μελανές σελίδες» της ιστορίας του ίδιου του κομμουνιστικού κινήματος. Η επισήμανση αυτή μπορεί να γίνει εύκολα αποδεκτή από κάθε κομμουνιστή, στο βαθμό που, όπως σημείωνε ο Μαρξ:

«...οι προλεταριακές επαναστάσεις (...) κάνουν αδιάκοπη κριτική στον εαυτό τους, διακόπτουν κάθε τόσο την ίδια τους την πορεία, ξαναγυρίζουν σε αυτό που φαίνεται ότι έχει πραγματοποιηθεί για να το ξαναρχίσουν από την αρχή, περιγελάνε με ωμή ακρίβεια τις μισοτελειωμένες δουλειές, τις αδυναμίες και τις ελεεινότητες των πρώτων τους προσπαθειών, φαίνονται να ξαπλώνουν χάμω τον αντίπαλό τους μόνο και μόνο για να του δώσουν την ευκαιρία ν' αντλήσει καινούριες δυνάμεις από τη γη και να ορθωθεί και πάλι πιο γιγάντιος μπροστά τους, οπισθοχωρούν συνεχώς μπροστά στην ακαθόριστη απεραντοσύνη των σκοπών τους, ώσπου να δημιουργηθεί η κατάσταση που κάνει αδύνατο κάθε ξαναγύρισμα και όπου οι ίδιες οι περιστάσεις φωνάζουν:
"Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα!"».1

Ευτυχώς πρόλαβαν να γράψουν στα πανό τους την επιλογή «τις αλυσίδες ή τα όπλα»...
Ευτυχώς πρόλαβαν να γράψουν στα πανό τους την επιλογή «τις αλυσίδες ή τα όπλα»...
Ομως, αυτό σημαίνει ταυτόχρονα πως οι «"οδηγίες χρήσης" για τα επιγενόμενα» που φαίνεται ότι αναζητεί η επιμελήτρια της έκδοσης, έχουν νόημα μόνο όταν επιχειρούνται από τη σκοπιά των συμφερόντων της εργατικής τάξης. Οταν αναζητούνται υπό το πρίσμα της σύγχρονης αμφισβήτησης της αστικής εξουσίας και της επιδίωξης της ανατροπής της. Και φυσικά, οι ανάγκες μιας τέτοιας αναζήτησης απαιτούν πολλά περισσότερα από επιφανειακές περιγραφές, μικροαστικά θρηνολογήματα και μοιρολατρία απέναντι στις «ακατάβλητες» δυνάμεις της αστικής εξουσίας και τα απροσμέτρητα λάθη του κομμουνιστικού κινήματος. Απαιτούν πορίσματα που να συνδράμουν στη διαμόρφωση μιας σύγχρονης επαναστατικής στρατηγικής και κατά συνέπεια είναι ταξικά και πολιτικά φορτισμένα, διαχωρισμένα από τις ωραιοποιήσεις και τη λαθολογία.
Κηρύττουν υποταγή στην αστική εξουσία

2. Μια απόπειρα κριτικής αποτίμησης της Ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα αυτού του είδους και με κριτήριο την ενίσχυση της σύγχρονης πάλης για τη σοσιαλιστική εξουσία, πραγματοποίησε με συλλογικό τρόπο το ΚΚΕ πριν από 6 χρόνια. Ο Β' Τόμος του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ (1949 - 1968)2 συζητήθηκε από χιλιάδες κομμουνιστές και κομμουνίστριες, φίλους και συνεργαζόμενους του Κόμματος, πριν εγκριθεί από Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του Κόμματος. Ομως τα πορίσματα αυτής της συλλογικής δουλειάς, στα οποία συμπεριλαμβάνονται η εκτίμηση των θέσεων του Μάρκου Βαφειάδη και του Κώστα Καραγιώργη, η αυτοκριτική για τις συνθήκες θανάτου του τελευταίου και η αποκατάσταση του Νίκου Ζαχαριάδη κ.λπ. «προσπερνιόνται» από την επιμελήτρια της έκδοσης ως «ανάλογης πολιτικής σκοπιμότητας με τις αντίστοιχες καθαιρέσεις τους».

Με αυτό τον τρόπο, η επίκληση μιας αντικειμενικής προσέγγισης της Ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος γίνεται το όχημα δικαιολόγησης της υποκειμενικής αστικής και οπορτουνιστικής κριτικής στο ΚΚΕ. Ετσι, ο Θανάσης Καρτερός, ο οποίος στο διάλειμμα των άρθρων δικαιολόγησης της αντιλαϊκής κυβερνητικής πολιτικής, «νομιμοποιείται» ως τιμητής του κομμουνιστικού κινήματος, μας «πληροφορεί»:
«Ο αντίπαλος είναι πολύ πιο ισχυρός απ' ό,τι υπέθεταν οι πατέρες του ιστορικού υλισμού, ξέρει να ελίσσεται και να προσαρμόζεται στις νέες συνθήκες, να αντιμετωπίζει τις οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις του, να ξαναγεννιέται μέσα από τις ήττες του. Η αγορά, που αντιμετωπίστηκε από τους θεωρητικούς του σοσιαλισμού ως ιστορικά ξεπερασμένη, θα αποδειχτεί το μεγάλο όπλο του καπιταλισμού, που θα του δίνει συνεχώς την πρωτοβουλία των κινήσεων, που θα του επιτρέπει να εκτονώνει κάθε πίεση και να ενσωματώνει μεγάλα τμήματα των εργαζομένων, ακόμη και ολόκληρα έθνη».3
Σε καμία περίπτωση δεν σκοπεύουμε να αμφισβητήσουμε την πείρα και τη γνώση του Θανάση Καρτερού, όπως και των άλλων του ΣΥΡΙΖΑ, για το πώς η αστική εξουσία προσπαθεί να ξεπερνά προς όφελός της τις οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις της. Κάτι παραπάνω ξέρει.
Του αναγνωρίζουμε ακόμα το δικαίωμα να θεωρεί ιστορικά αξεπέραστες τις αντιλήψεις του 17ου αιώνα για την αναγκαιότητα της καπιταλιστικής αγοράς που είναι στη φύση του ανθρώπου - λύκου.
Ομως, δεν μπορεί να «θολώνει» τα νερά και να εμφανίζει τις σκοταδιστικές αντιλήψεις του ως τοποθέτηση από τη σκοπιά του εργατικού - λαϊκού και κομμουνιστικού κινήματος. Κι αυτό διότι, σε αντίθεση με τη μαρξική επιταγή, επικαλείται τις αντιφάσεις και τις αδυναμίες τους, όχι για να τις υπερβεί, αλλά για να δικαιολογήσει τη μακροημέρευση της αστικής εξουσίας που υπηρετεί.
Αλλοιώνει την ιστορική πορεία του ΚΚΕ, χρησιμοποιεί τους νεκρούς του, προκειμένου να πείσει ότι τα σημερινά δεινά της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων ως αποτέλεσμα της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης και των ιμπεριαλιστικών συγκρούσεων είναι ανυπέρβλητα, ότι η καπιταλιστική αγορά είναι αιώνια και ανίκητη.

3. Η συγκεκριμένη αντιμετώπιση της ιστορικής διαδρομής του ΚΚΕ δεν αποτελεί βέβαια «προνόμιο» του κειμένου που υπογράφεται από τον Θ. Καρτερό. Κανείς από τους τρεις συγγραφείς του ενθέτου δεν ασχολείται με την άντληση χρήσιμων ιστορικών συμπερασμάτων για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Τα κείμενα βρίθουν αντιφάσεων και αποσπασματικής παρουσίασης ιστορικών γεγονότων, ενώ στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων δεν παρατίθενται οι ιστορικές πηγές που θα δικαιολογούσαν τους ισχυρισμούς των συγγραφέων τους.

Η ανάδειξη όλων αυτών των πλευρών θα απαιτούσε το ξεδίπλωμα μιας πιο εκτεταμένης επιχειρηματολογίας, η οποία δεν χωρά στην έκταση του παρόντος κειμένου. Στην παρούσα φάση επισημαίνουμε απλά τα προηγούμενα, μόνο για να γίνει αντιληπτό πώς ο αντικειμενικός στόχος των συγγραφέων δεν είναι η ενίσχυση του εργατικού - λαϊκού και κομμουνιστικού κινήματος σήμερα, αλλά η διασπορά αμφιβολιών για την ιστορία, για τις θυσίες του, για το εφικτό των προτάσεών του και πάνω απ' όλα για τη δυνατότητα να αρθρώσει σήμερα μια αντικαπιταλιστική στρατηγική διεξόδου από την κρίση, με στόχο το σοσιαλισμό.
Στόχος τους πάνω απ' όλα είναι να δικαιολογήσουν ειδικότερα στα πιο ριζοσπαστικά λαϊκά στρώματα τις ευαγείς υπηρεσίες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στο αστικό σύστημα, του οποίου είναι αναπόσπαστο τμήμα.
«Ευρωκομμουνιστής» ο Ζαχαριάδης!

4. Η συγκεκριμένη - πολιτικά και ταξικά φορτισμένη - οπτική των συγγραφέων έχει διαχρονικά περιορισμένες δυνατότητες αναφορικά με τα συμπεράσματα που θα καταλήξει. Είτε θα επιλέξει να μεταλλάξει τις στοχεύσεις και τη δράση του κομμουνιστικού κινήματος και των ηγετών του, με τρόπο που να τις κάνει συμβατές με την αστική εξουσία και τη συμμετοχή των κομμουνιστών στην αστική διαχείριση, ώστε να τις εγκολπωθεί, είτε θα επιλέξει να αναδείξει την εγκληματική φύση της σοσιαλιστικής εξουσίας, προκειμένου να την ταυτίσει με την αστική εξουσία. Σε ορισμένες περιπτώσεις, βέβαια, οι συγγραφείς χρησιμοποιούν συνδυασμένα και τα δύο «πυρά».

Α. Είναι χαρακτηριστική η προσπάθεια του Αγγελου Τσέκερη να αλλοιώσει κάθε επαναστατική αιχμή από τη σκέψη του Νίκου Ζαχαριάδη, προκειμένου να τον παρουσιάσει ως προάγγελο του «ευρωκομμουνισμού»:
«Ο ερχομός του προκάλεσε ενθουσιασμό στις κομματικές δυνάμεις (...). Ομως ο Ζαχαριάδης κατέστησε σαφές ότι δεν θα επιδίωκε έναν επόμενο γύρο.
(...) Παράλληλα ξεκαθάρισε ότι η γραμμή του ΚΚΕ ήταν ο αναπροσανατολισμός της χώρας στη δημοκρατική ομαλότητα, μέσα από την οποία το κόμμα και οι σύμμαχοί του θα επιδίωκαν την απελευθέρωση από τη βρετανική εξάρτηση και την εφαρμογή ενός προοδευτικού προγράμματος μέχρι τη Λαϊκή Δημοκρατία.
Αυτή η γραμμή του δημοκρατικού δρόμου επιβεβαιώθηκε από το 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ, μαζί με μια άλλη ιστορική θέση: τη θεωρία των δύο πόλων. (...) Αυτά ακριβώς τα στοιχεία, ο αδιατάρακτος δημοκρατικός δρόμος μέχρι τον σοσιαλισμό και η γεωπολιτική ουδετερότητα, ήταν που εισήγαγαν στη γραμμή του κόμματός τους ο Τορέζ και ο Τολιάτι.
Δεκαετίες αργότερα, τα ζητήματα αυτά θα έρχονταν στο προσκήνιο ως κεντρικοί στρατηγικοί στόχοι του ευρωκομμουνιστικού ρεύματος. Ομως σε αντίθεση με το Ιταλικό και το Γαλλικό ΚΚ, ο δρόμος της ανανέωσης που άνοιξαν για το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα το 7ο Συνέδριο του '45 και ο Ζαχαριάδης, επρόκειτο να ανακοπεί βίαια από τον Εμφύλιο...».4
Ο Αγγ. Τσέκερης, αξιοποιώντας λοιπόν τις στρατηγικές αδυναμίες του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος και τις συνακόλουθες αντιφάσεις στη στρατηγική του, επιχειρεί να εμφανίσει τον Ζαχαριάδη ως οπαδό της αστικής δημοκρατικής ομαλότητας. Ετσι, απογυμνώνει τον Ζαχαριάδη από τη μεγαλύτερη προσφορά του στο ΚΚΕ, δηλαδή από τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στη συγκρότηση και δράση του ΔΣΕ.
Το γεγονός ότι ο Νίκος Ζαχαριάδης δεν ήρθε σε πλήρη ιδεολογική - πολιτική ρήξη με την ουτοπική στρατηγική της δημοκρατικής ομαλοποίησης, δεν μπορεί να αποτελέσει δικαιολογία για τις αιτιάσεις του συγγραφέα. Πόσο μάλλον, αφού στο 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ, που ο συγγραφέας επικαλείται, ο Ζαχαριάδης τοποθετήθηκε ως εξής:
«Το πρώτο ζήτημα είναι η δυνατότητα που έχουμε στην Ελλάδα για ειρηνικό πέρασμα, ειρηνική εξέλιξη στη λαϊκή δημοκρατία αρχικά και μετά στο σοσιαλισμό. Μίλησαν και άλλοι σύντροφοι και έβαλαν το ζήτημα λίγο μονόπλευρα (...). Εδώ θα πρέπει αμέσως να ξεκαθαρίσεις τούτο 'δω: ότι πρόκειται για δυνατότητα ειρηνικού περάσματος και όχι για βεβαιότητα. Ενας ισχυρισμός που θα επέμενε στο δεύτερο αυτό, θα ήταν βασικά λαθεμένος και θα μπορούσε να οδηγήσει σε λάθη σοβαρά, σε λάθη με συνέπειες αποφασιστικές για το ΚΚΕ και ολόκληρο το κίνημα (...). Σήμερα μάλιστα εμείς δε θα πρέπει τόσο να τονίζουμε ούτε τη δυνατότητα της ειρηνικής εξέλιξης, γιατί όπως βλέπουμε η αντίδραση και με την ξενική υποστήριξη προσπαθεί με όλα τα μέσα να παρεμβάλλει εμπόδια (...). Εμείς θα πρέπει, τονίζοντας τη δυνατότητα μιας τέτοιας εξέλιξης, ν' αποδείχνουμε ποιος την εμποδίζει, να εξηγάμε γιατί δε θα πάμε, ενώ η πλειοψηφία του λαού το θέλει, προς ένα ειρηνικό πέρασμα και να προετοιμάζουμε το λαό για να μπορέσει να επιβάλλει το πέρασμα αυτό εφ' όσον είναι θέληση της πλειοψηφίας με όλα τα μέσα που διαθέτει και με τη συντριβή, αν χρειαστεί, της αντίπραξης της μοναρχοφασιστικής, πλουτοκρατικής μειοψηφίας».5
Β. Ακόμα, όμως, πιο χαρακτηριστική είναι η προσπάθεια του συνόλου των συγγραφέων να εξισώσουν το κομμουνιστικό κίνημα με την αστική εξουσία.
Ο Γιάννης Μπαζός παραθέτει ασχολίαστο ένα τμήμα της επιστολής Βαφειάδη:
«"Πρέπει να σημειωθεί ότι από τα μέσα του 1947 είχε πάρει σχεδόν ολότελα βίαιο χαρακτήρα. Η εθελοντική κατάταξη δεν έφτανε ούτε το 10%"».6
Διόλου τυχαία, πρόκειται για το ίδιο αντιεπιστημονικό επιχείρημα που χρησιμοποιείται από τους εκπροσώπους του λεγόμενου «νέου κύματος» στην ιστορία, προκειμένου άμεσα να δυσφημήσουν τον ΔΣΕ. Μέσω του συγκεκριμένου ιδεολογήματος, οι Καλύβας - Μαραντζίδης, που επιθυμούν να ταυτίσουν το φασισμό με τον κομμουνισμό, παρουσιάζουν τον αγώνα του ΔΣΕ ως αποκομμένο από την εξέλιξη της ταξικής πάλης στην Ελλάδα, ως μια βουλησιαρχική επιλογή της ηγεσίας του ΚΚΕ, που επιβλήθηκε με τη δύναμη των όπλων στις λαϊκές μάζες.
Τύφλα να 'χει ο Καλύβας
Ο Θ. Καρτερός αρχίζει την επίθεση στο ΚΚΕ «υπερασπιζόμενος» τον Κώστα Καραγιώργη:
«Πιστεύει βαθιά στην υπόθεση της επανάστασης και του κομμουνισμού, αλλά όλο του το είναι αρνείται να συρρικνωθεί και να χωρέσει στο τριτοδιεθνιστικό καλούπι για τα κομματικά στελέχη. Είναι μέχρι θανάτου ερωτευμένος με το Κόμμα και τις ιδέες του, αλλά δεν μπορεί παρά τις αγωνιώδεις προσπάθειες για το αντίθετο, να μην παραμένει ερωτευμένος με τη ζωή, την Τέχνη, τη μουσική, την περιπέτεια των ανθρώπινων σχέσεων, τον έρωτα. Τίποτε το ανθρώπινο δεν του είναι ξένο κι αυτό θα τον φέρει άπειρες φορές σε σύγκρουση με τον εαυτό του και τον κομματικό μηχανισμό...».7
Η εξύψωση του «ανθρώπου Καραγιώργη» χρησιμοποιείται για να καταβαραθρωθεί το «απάνθρωπο ΚΚΕ» και γενικότερα το «απάνθρωπο» διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Ο μικροαστικός ανθρωπισμός, βαθιά εμποτισμένος με την υπεράσπιση της αστικής εξουσίας, προσπαθεί βέβηλα να παρουσιάσει το κίνημα χειραφέτησης της εργατικής τάξης και εν τέλει της ανθρωπότητας ως απάνθρωπο. Το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και οι εκατοντάδες διανοούμενοι που στρατεύτηκαν στο πλευρό του, επιχειρώντας να κάνουν τα γράμματα και τις τέχνες κτήμα των υπό εκμετάλλευση μαζών, πρωτοστατώντας στη γυναικεία χειραφέτηση, γίνονται λίγο έως πολύ απάνθρωποι και άξεστοι.
Φυσικά, η συνέχεια είναι ακόμα πιο εντυπωσιακή, αφού ο Καρτερός θα υποστηρίξει:
«...στην Αθήνα οι κομμουνιστές θα δολοφονούνται από τους εχθρούς τους γιατί διεκδικούν κάποιες στοιχειώδεις ελευθερίες και την ίδια στιγμή στη Μόσχα κομμουνιστές θα δολοφονούνται από το ίδιο τους το κόμμα, που δεν ανέχεται καμιά αμφισβήτηση της αυθεντίας του.
(...) Η κόκκινη τρομοκρατία θα συναντήσει τη λευκή σε μια αποθέωση αιματηρής καταστολής κάθε αμφισβήτησης, κάθε αμφιβολίας, κάθε ταλάντευσης».8
Να και η κόκκινη τρομοκρατία. Τύφλα να 'χει ο Καλύβας και οι χρυσαυγίτες.

5. Μετά από τα προηγούμενα μπορεί να γίνει ευκολότερα κατανοητή η ουσία του κλεισίματος του κειμένου της επιμελήτριας. Η Β. Λάζου μας λέει για τους τρεις πρωταγωνιστές του ΚΚΕ και του ΔΣΕ ότι ήταν παιδιά της ίδιας πολιτικής μήτρας, οπαδοί της ίδιας υπόθεσης που υπηρέτησαν με πάθος και φανατισμό, άλλοτε ως θύτες και άλλοτε ως θύματα. Και στην πράξη υπονοεί ότι όλοι τους ήταν δέσμιοι μιας ουτοπικής ιδεολογίας, η οποία παρά τις αγνές προθέσεις και παρά τα χαρίσματα των υποστηρικτών της, κατέληξε σε εγκλήματα αντίστοιχα της αστικής εξουσίας. Συνεπώς, δεν έχει νόημα να αρνηθεί κανείς επαναστατικά την αστική εξουσία σήμερα. Δεν έχει νόημα να αναζητήσει την ανασύνταξη του εργατικού - λαϊκού κινήματος σε αυτά τα μονοπάτια.

Πρόκειται στην πραγματικότητα για ένα ραφιναρισμένο αντικομμουνισμό, ο οποίος όμως είναι πιο αποτελεσματικός και πιο διεισδυτικός σε όσους νιώθουν να ασφυκτιούν στο σημερινό κόσμο της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Κι αυτό διότι δεν αρνείται τους «τόμους» των θυσιών και των αγώνων του κομμουνιστικού κινήματος, αλλά τους αποδομεί, θεωρώντας τους πολιτικά άχρηστους και ανθρωπιστικά επικίνδυνους.
Μπορούσε να είναι διαφορετικά σε μια εφημερίδα όπως το «Documento», που λιβανίζει τον ΣΥΡΙΖΑ, ενδεχομένως όχι μόνο επειδή συμφωνεί με την ιδεολογική - πολιτική του γραμμή;
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
1. Καρλ Μαρξ, Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη, Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2005, σελ. 20-21.
2. Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ, Β' Τόμος του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ (1949-1968), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2011.
3. Θανάσης Καρτερός, «Κώστας Γυφτοδήμος. Η ζωή και ο θάνατος του Καραγιώργη», HOT DOC. HISTORY, τεύχ. 8, 5 Μάρτη 2017, σελ. 34.
4. Αγγελος Τσέκερης, «Νίκος Ζαχαριάδης. Ο μεγάλος αντιφατικός και οι δύο χαμένες μάχες του», HOT DOC. HISTORY, τεύχ. 8, 5 Μάρτη 2017, σελ. 11-12.
5. Νίκος Ζαχαριάδης, «Μερικά επίκαιρα ζητήματα που σχετίζονται και με το Πρόγραμμά μας (Λόγος στο 4ο Θέμα του 7ου Συνεδρίου που αφορούσε το Πρόγραμμα του Κόμματος)» στο 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ, Εκδόσεις της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, Αθήνα 1945, σελ. 17-18.
6. Γιάννης Μπαζός, «Μάρκος Βαφειάδης. Ο "αιρετικός" που έβλεπε τα επερχόμενα και μίλαγε έξω από τα δόντια», HOT DOC. HISTORY, τεύχ. 8, 5 Μάρτη 2017, σελ. 24.
7. Θανάσης Καρτερός, «Κώστας Γυφτοδήμος. Η ζωή και ο θάνατος του Καραγιώργη», HOT DOC. HISTORY, τεύχ. 8, 5 Μάρτη 2017, σελ. 31.
8. Θανάσης Καρτερός, «Κώστας Γυφτοδήμος. Η ζωή και ο θάνατος του Καραγιώργη», HOT DOC. HISTORY, τεύχ. 8, 5 Μάρτη 2017, σελ. 35.

Του
Κώστα ΣΚΟΛΑΡΙΚΟΥ*
*Ο Κώστας Σκολαρίκος είναι συνεργάτης του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΤΑΤΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΡΟΜΠΟΤ ΣΤΗΝ ΕΕ


Αποκλειστικό κριτήριο η ανταγωνιστικότητα
  • Σε απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου εξαλείφθηκε ακόμη και μια ανώδυνη αναφορά στις εργασιακές επιπτώσεις από την ευρεία χρήση τους
  • Στους μηχανικούς, όχι στα μονοπώλια - κατασκευαστές, μετατίθενται οι ευθύνες για τους κινδύνους από τα ρομπότ και την τεχνητή νοημοσύνη
  • Συζητείται ήδη η απόδοση νομικής υπόστασης στα ρομπότ!



Στην Ελλάδα της βαθιάς καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης ακούγεται παράταιρη η συζήτηση για θέματα που αφορούν την ευρεία εξάπλωση της χρήσης ρομπότ στην παραγωγή. Οταν, όμως, τελικά η οικονομία περάσει σε φάση - έστω αναιμικής - ανάπτυξης, πάνω στα ερείπια των εργατικών δικαιωμάτων, δεν θα αργήσει να ενσκήψει μια νέα επίθεση με στόχο το καπιταλιστικό κέρδος και θύμα την εργατική τάξη. Θα αφορά κι εκείνους που δουλεύουν στη μεταποίηση, αλλά και και εκείνους που δουλεύουν στις υπηρεσίες και το εμπόριο: Η αδυσώπητη επέλαση των ρομπότ σε μαζική κλίμακα σε συνθήκες καπιταλισμού, είτε με την παραδοσιακή βιομηχανική μορφή των ρομποτικών βραχιόνων, είτε με την ανθρωπόμορφη, είτε με τη «μορφή» λογισμικού τεχνητής νοημοσύνης σε συνήθεις υπολογιστές (με διεσταλμένη ερμηνεία της έννοιας ρομπότ).
Η ΕΕ ετοιμάζεται γι' αυτή την επέλαση με αποκλειστικό κριτήριο την ανταγωνιστικότητα, ώστε όχι μόνο να μη μείνει πίσω από τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, αλλά και να κερδίσει πόντους για το ευρωπαϊκό κεφάλαιο στον σκληρό ανταγωνισμό με αυτά. Στο πλαίσιο αυτής της προετοιμασίας εντάσσεται πρόσφατο ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου, με τίτλο «Ρυθμίσεις αστικού δικαίου στον τομέα της ρομποτικής». Από το ψήφισμα που πρότεινε η «Επιτροπή Νομικών Θεμάτων» αφαιρέθηκε το μόνο σημείο που έκανε μια νύξη στο τι περιμένει την εργατική τάξη και τα μεσαία στρώματα, αναφέροντας ότι: «Η εξέλιξη των ρομπότ και της τεχνητής νοημοσύνης μπορεί να προκαλέσει την αντικατάσταση, σε μεγάλο βαθμό, της ανθρώπινης εργασίας από ρομπότ δίχως πλήρη αναπλήρωση των χαμένων θέσεων εργασίας, πράγμα που δημιουργεί ανησυχίες σχετικά με το μέλλον της απασχόλησης τη βιωσιμότητα των συστημάτων Κοινωνικής Πρόνοιας και Ασφάλισης, και υστέρηση συνεχών συνταξιοδοτικών συνεισφορών...».
Προ των πυλών;
Κατά την περίοδο 2010 - 2014, η μέση αύξηση των πωλήσεων ρομπότ ανήλθε στο 17% ετησίως, το δε 2014 οι πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 29%, η μεγαλύτερη κατ' έτος αύξηση που έχει καταγραφεί ποτέ. Οι πωλήσεις βιομηχανικών ρομπότ σημείωσαν νέο ρεκόρ το 2015, με 248.000 μονάδες παγκοσμίως, 12% περισσότερο από το 2014. Οι 66.700 μονάδες πουλήθηκαν στην Κίνα, από τις οποίες οι 20.400 κατασκευάστηκαν εκεί. Η Ασία οδηγεί την αγορά αυτή, με 156.000 μονάδες, αύξηση κατά 16%. Η Διεθνής Ομοσπονδία Ρομποτικής (IFR) προβλέπει μέση ετήσια αύξηση 18% για τα έτη 2016 - '18.
Εκτός από τα βιομηχανικά ρομπότ, προωθούνται ακόμη τα ιατρικά ρομπότ, τα ρομπότ συντροφιάς (!) ως αντίδοτο στη μοναξιά της καπιταλιστικής απανθρωπιάς, τα ρομπότ παροχής πληροφοριών, βοήθειας σε οικιακές δουλειές, αυτόνομης οδήγησης, τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης για χρήση στη λογιστική, την αποθηκευτική (logistics) και ο κατάλογος δεν έχει τέλος.
Το θέμα της εντατικής εισαγωγής της ρομποτικής αυτοματοποίησης στην παραγωγή απασχόλησε ως βασικό θέμα το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός, το Γενάρη του 2016, αλλά και το φετινό, με αναφορές για «Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση» και μετάβαση του καπιταλισμού στην εποχή της ρομποτικής και των αυτοματισμών.
Βιομηχανικά ρομπότ χρησιμοποιούνται εδώ και δεκαετίες. Αυτό δεν πρέπει να οδηγήσει σε καμία υποτίμηση. Τώρα οι καπιταλιστές σχεδιάζουν ένα σαρωτικό κύμα εφαρμογής και των παλιών και των νέων ειδών ρομπότ σε κάθε κλάδο και τομέα της οικονομίας, στην προσπάθεια να βγάλουν το σύστημα απ' την κρίση, να υπάρξουν ανανεωμένα κίνητρα, προσμονή μεγάλων κερδών, που θα βάλει κεφάλαια της κρίσης υπερσυσσώρευσης και πάλι σε κίνηση. Ο ανταγωνισμός είναι σκληρός και όχι μόνο στο οικονομικό επίπεδο. Οι στρατιωτικές εφαρμογές των ρομπότ με τεχνητή νοημοσύνη μπορούν να δώσουν ισχυρό πλεονέκτημα στο ιμπεριαλιστικό κέντρο που θα τις αναπτύξει γρηγορότερα και πλατύτερα (σ.σ. δε θα μας απασχολήσουν σε αυτό το σημείωμα). Οταν η εκκίνηση της κούρσας φτάνει να διατυμπανίζεται από φόρουμ όπως του Νταβός, όποιος καπιταλιστής καθυστερήσει διακινδυνεύει πολλά.
Το ίδιο όμως ισχύει και για την άλλη πλευρά. Το ταξικό εργατικό κίνημα, παρά την αδύναμη θέση του σήμερα σε διεθνές επίπεδο, δεν πρέπει να μείνει πίσω στις επεξεργασίες του μπροστά στη νέα επέλαση ενάντια στα εργατικά δικαιώματα με αφορμή την εντατική αυτοματοποίηση. Ούτε να επιτρέψει την ανάπτυξη οπισθοδρομικών, λουδιτικών αντιλήψεων στις γραμμές της εργατικής τάξης, που θα αποπροσανατολίσουν από το στόχο, που δεν πρέπει, βέβαια, να είναι οι μηχανές, αλλά το σύστημα που τις χρησιμοποιεί ως κρεατομηχανές, που αλέθουν τις ζωές των εργατών. Να μπορέσει να κάνει «λιανά» το γιατί και το πώς η αυτοματοποίηση αντί να κάνει τη δουλειά τους πιο ελαφριά, πιο ευχάριστη και πιο σύντομη, την παίρνει μακριά τους, τους ρίχνει στην ανεργία και την ανέχεια.
Το ψήφισμα
Το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου στις 16 Φλεβάρη 2017 είναι η πιο πρόσφατη κίνηση, στο πλαίσιο προετοιμασίας και τοποθέτησης σε καλή θέση εκκίνησης του ευρωπαϊκού ιμπεριαλιστικού κέντρου, που υποστηρίζεται και από άλλες συζητήσεις, π.χ. σχετικά με την ενίσχυση της υποδομής τεχνολογιών νέφους (cloud) στην ΕΕ. Αποκαλύπτει ότι αποκλειστικό κριτήριο των πολιτικών εκφραστών του ευρωπαϊκού κεφαλαίου είναι η εξασφάλιση της ανταγωνιστικότητας απέναντι στα άλλα κέντρα, ενώ ταυτόχρονα θίγει με ανησυχητικό τρόπο σοβαρότατα ζητήματα, που σχετίζονται γενικά με τα ρομπότ και την τεχνητή νοημοσύνη.
Το ψήφισμα εκτιμά ότι «η ανθρωπότητα βρίσκεται πλέον στο κατώφλι μιας εποχής, κατά την οποία όλο και πιο εξελιγμένα ρομπότ, bots, ανδροειδή και άλλες εκφάνσεις της τεχνητής νοημοσύνης, αναμένεται να πυροδοτήσουν μια νέα βιομηχανική επανάσταση, η οποία είναι πιθανόν να μην αφήσει ανέγγιχτο κανένα κοινωνικό στρώμα, και συνεπώς είναι εξαιρετικά σημαντικό ο νομοθέτης να εξετάσει τις νομικές και ηθικές συνέπειες και επιπτώσεις της εξέλιξης αυτής, χωρίς να καταστέλλει την καινοτομία»... «...Υπογραμμίζει ότι το ζήτημα του καθορισμού προτύπων και της εξασφάλισης διαλειτουργικότητας είναι καίριο για τον μελλοντικό ανταγωνισμό στο πεδίο των τεχνολογιών τεχνητής νοημοσύνης και ρομποτικής».
Εκτιμά ότι «μακροπρόθεσμα, η τρέχουσα τάση θα οδηγήσει στην ανάπτυξη έξυπνων και αυτόνομων μηχανών, οι οποίες θα έχουν την ικανότητα να τυγχάνουν εκπαίδευσης και να λαμβάνουν αποφάσεις ανεξάρτητα, γεγονός που δεν αποφέρει μόνο οικονομικά οφέλη αλλά εγείρει και διάφορους προβληματισμούς σχετικά με τις άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις στην κοινωνία ως σύνολο».
Μιλώντας ουσιαστικά για την πορεία συγκεντροποίησης και γιγάντωσης των μονοπωλίων στον καπιταλισμό, παρατηρεί ότι «ενόψει των αυξανόμενων κοινωνικών διαιρέσεων και τη συρρίκνωση της μεσαίας τάξης, είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου ότι η ανάπτυξη της ρομποτικής μπορεί να οδηγήσει σε υψηλή συγκέντρωση πλούτου και δύναμης στα χέρια μιας μειοψηφίας».
Παραδέχεται ότι «υπάρχει, σε τελική ανάλυση, η πιθανότητα μακροπρόθεσμα η τεχνητή νοημοσύνη να υπερκεράσει τις ανθρώπινες διανοητικές ικανότητες», ενώ κάνει αναφορά σε συσκευές που «βελτιστοποιούν ανθρώπινα όντα», χωρίς επεξήγηση, αφήνοντας ανοιχτές ερμηνείες που μπορούν να φτάσουν έως τη δημιουργία κυβερνητικών οργανισμών (cyborg).
Βάζει ζήτημα νομικής υπόστασης των ρομπότ, εκτιμώντας ότι «σε τελική ανάλυση, η αυτονομία των ρομπότ εγείρει, υπό το πρίσμα των υφιστάμενων νομικών κατηγοριών, ερωτήματα για το ποια είναι η νομική θέση τους, ή για το αν πρέπει να δημιουργηθεί μια νέα κατηγορία, με τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και αποτελέσματα». Για να μην υπάρχει αμφιβολία για το πού πάει το πράγμα, επισημαίνει ότι «τουλάχιστον στο παρόν στάδιο την ευθύνη πρέπει να φέρει ένας άνθρωπος και όχι ένα ρομπότ».
Προτείνει έναν «Κώδικα Δεοντολογίας για Μηχανικούς Ρομποτικής», ρίχνοντας εξαρχής την ευθύνη για ζημιές που τα ρομπότ θα προκαλούν σε περιουσία ή σε βάρος της ζωής ανθρώπων στους ερευνητές και τους μηχανικούς που θα τα σχεδιάζουν και θα επιβλέπουν την κατασκευή τους, απαλλάσσοντας τα μονοπώλια - κατασκευαστές, που θα κερδίζουν από την πώληση ή τη χρήση τους. Μάλιστα, οι οδηγίες είναι ηθικολογικές του τύπου «πρέπει να λαμβάνετε υπόψη τις ευρωπαϊκές αξίες της αξιοπρέπειας, της αυτονομίας και της αυτοδιάθεσης, της ελευθερίας και της δικαιοσύνης πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τη διαδικασία σχεδιασμού, ανάπτυξης και παράδοσης τέτοιων τεχνολογιών». Καλεί τους μηχανικούς να θεσπίσουν με δική τους ευθύνη «ένα αξιόπιστο σύστημα αρχών σχεδιασμού, που να καλύπτει όλες τις πτυχές μιας λειτουργίας ρομπότ» κ.ο.κ.
Η θέση του ΚΚΕ
Το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου πέρασε με τη θετική ψήφο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, των Σοσιαλδημοκρατών, των Πρασίνων και των ευρωβουλευτών του Γκρίλο. Το ΚΚΕ το καταψήφισε, αναδεικνύοντας καθαρά την ουσία του ζητήματος. Οπως τόνισαν οι ευρωβουλευτές του ΚΚΕ Κ. Παπαδάκης και Σ. Ζαριανόπουλος «το ΚΚΕ είναι υπέρ της πιο πλατιάς ανάπτυξης της επιστήμης και της τεχνολογίας προς όφελος των εργαζομένων. Η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ υποστηρίζει την ανάγκη δεσμευτικών όρων, ρυθμίσεων και κανόνων σχετικά με την έρευνα, παραγωγή και χρήση εξελιγμένων ρομπότ και τεχνητής νοημοσύνης, με κριτήριο το μέγιστο επίπεδο διασφάλισης της υγείας, της ασφάλειας, των δικαιωμάτων, της αξιοπρέπειας του εργαζόμενου ανθρώπου, της λαϊκής ευημερίας ευρύτερα. Η έκθεση όμως αντίθετα αντιμετωπίζει τα ρομπότ και την τεχνητή νοημοσύνη από τη σκοπιά των μονοπωλιακών συμφερόντων. Σαν μέσο μεγιστοποίησης της κερδοφορίας του κεφαλαίου και όχι ικανοποίησης των σύγχρονων αναγκών των εργαζομένων, που θα πληρώσουν με κύματα απολύσεων και απώλεια δικαιωμάτων όχι την τεχνολογική ανάπτυξη, αλλά τη χρήση της για τα καπιταλιστικά κέρδη. Αντί για δεσμευτικούς κανόνες στις επιχειρήσεις μετατοπίζει με "Χάρτες" και "Κώδικες Δεοντολογίας" το βάρος της ευθύνης σε ερευνητές και μηχανικούς, ενώ με νομικές κατασκευές, όπως της "ηλεκτρονικής προσωπικότητας" των ρομπότ επιχειρεί να απαλλάξει από κάθε ευθύνη τις επιχειρήσεις σε όλη την αλυσίδα, από την έρευνα μέχρι τη χρήση. Η επιστήμη και η τεχνολογία θα γίνουν πηγή και μέσο λαϊκής ευημερίας μόνο όταν αφαιρεθεί από τα χέρια των καπιταλιστών και περάσει στον εργαζόμενο λαό μαζί με την εξουσία κι όλο τον πλούτο που αυτός παράγει».
Τι σημαίνουν τα ρομπότ στην παραγωγή



Ανδροειδές βιομηχανικό ρομπότ (χωρίς πόδια) σε αλυσίδα παραγωγής μαζί με ανθρώπους.
Ανδροειδές βιομηχανικό ρομπότ (χωρίς πόδια) σε αλυσίδα παραγωγής μαζί με ανθρώπους.
Η Διεθνής Ομοσπονδία Ρομποτικής (IFR), σύνδεσμος βιομηχανιών και οργανισμών που αναπτύσσουν και προωθούν ρομποτικά συστήματα, παρουσιάζει μόνο τις θετικές πλευρές από την εισαγωγή ρομπότ στην παραγωγή, φτάνοντας μάλιστα να υποστηρίζει ότι «τα ρομπότ δημιουργούν θέσεις εργασίας»! Μιλάει για ένα εκατομμύριο θέσεις εργασίας «υψηλής ποιότητας», που θα δημιουργηθούν εξαιτίας της περαιτέρω εισαγωγής ρομπότ στην παραγωγή, χωρίς να αναφερθεί στις θέσεις εργασίας «χαμηλής ποιότητας» που θα χαθούν. Το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός, στην έρευνα με θέμα «Το μέλλον της εργασίας» που διεξήγαγε, ήταν λίγο πιο σαφές: Εως το έτος 2020, από την εισαγωγή ρομπότ στη μεταποίηση και στις υπηρεσίες, θα δημιουργηθούν 2,1 εκατομμύρια και θα χαθούν 7,1 εκατομμύρια θέσεις εργασίας.
Η αλήθεια είναι ότι η εισαγωγή στην παραγωγή νέας τεχνολογίας και ιδιαίτερα ρομποτικής μειώνει την ανάγκη για ανθρώπινη εργασία και μετακινεί τον δείκτη προς την πιο εξειδικευμένη εργασία, του εργάτη - ελεγκτή των ρομπότ, του μηχανικού - σχεδιαστή της αυτοματοποιημένης παραγωγικής διαδικασίας, εκείνων που θα αναλάβουν την εκπαίδευση των ρομπότ στις επιμέρους εργασίες και φυσικά όσων σχετίζονται με τη σχεδίαση και κατασκευή των ρομπότ. Αυτό ισχύει τόσο στον καπιταλισμό, όσο και στο σοσιαλισμό - κομμουνισμό. Η διαφορά είναι ότι επειδή στο σοσιαλισμό κίνητρο της εισαγωγής της νέας τεχνολογίας δεν είναι το κέρδος, όπως στον καπιταλισμό, αλλά η διευρυνόμενη ικανοποίηση των αναγκών όλων των ανθρώπων, η μείωση της ανάγκης για ανθρώπινη εργασία, οδηγεί σε μείωση του εργάσιμου χρόνου, που μπορεί να αξιοποιηθεί στον εργατικό έλεγχο, στη διοίκηση του σοσιαλιστικού κράτους από τους ίδιους τους εργάτες παραγωγούς του πλούτου, στο ανέβασμα του πνευματικού - πολιτιστικού επιπέδου κάθε εργαζόμενου, στην ελάφρυνση των εργατριών, που φέρουν το πρόσθετο βάρος της μητρότητας, στη μείωση του χρόνου του εργασιακού βίου. Η εισαγωγή των ρομπότ στην παραγωγή βελτιώνει την παραγωγική βάση που θα παραλάβει η σοσιαλιστική εξουσία.
Στον καπιταλισμό
Στο εκμεταλλευτικό σύστημα, όμως, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Να δύο ενδεικτικές περιπτώσεις που αποκαλύπτουν τι γίνεται πραγματικά στον καπιταλισμό όταν εισαχθεί σε μεγάλη κλίμακα επαναστατική τεχνολογία στην παραγωγή: Τον Ιούλη του 2015 η κινεζική εταιρεία «Changying Precision Technology Company» μείωσε το 90% του προσωπικού της στο εργοστάσιο της πόλης Dongguan, μετά από τη μαζική εισαγωγή ρομποτικής τεχνολογίας στην παραγωγή. Από τους 650 εργαζόμενους έμειναν 60 με προοπτική σύμφωνα με τον γενικό διευθυντή της εταιρείας να μείνουν τελικά μόνο 20 υπάλληλοι. Βέβαια, οι αστοχίες στην παραγωγή μειώθηκαν κατά 80% και το παραγόμενο προϊόν στη μονάδα του χρόνου αυξήθηκε κατά 250%, με αντίστοιχη αύξηση των κερδών. Το Μάη του 2016, το κινεζικό μονοπώλιο «Foxconn» μείωσε το προσωπικό των εργοστασίων του από 110.000 σε 50.000 εργάτες, χάρη στην εισαγωγή ρομπότ. Και οι δύο εταιρείες τόνισαν τη σημασία που έχει για τους εργάτες ο περιορισμός της βαρετής επαναλαμβανόμενης εργασίας, χάρη στη χρήση ρομπότ, αλλά έκαναν μόνο ασαφείς αναφορές για το τι απέγιναν οι εκατοντάδες και δεκάδες χιλιάδες αντίστοιχα εργάτες που έχασαν τη δουλειά τους.
Η εφαρμογή νέων τεχνολογιών, με τις συνοδευτικές αλλαγές στην οργάνωση της παραγωγής, είναι ο παράγοντας που μπορεί να αυξήσει περισσότερο από κάθε άλλον την παραγωγικότητα της εργασίας, κατά συνέπεια τον τζίρο και τα κέρδη. Ομως, η αντικατάσταση εργατών με μηχανές αυξάνει την οργανική σύνθεση του κεφαλαίου (αναλογία σταθερού και μεταβλητού κεφαλαίου ή απλουστευτικά μηχανών και εργατών). Επειδή η αξία παράγεται από τους εργάτες και όχι από τις μηχανές, όταν χαθεί το τεχνολογικό πλεονέκτημα (η συγκριτικά αυξημένη παραγωγικότητα) για το κεφάλαιο που κάνει την επένδυση, όταν δηλαδή γενικευτεί η εφαρμογή της συγκεκριμένης επαναστατικής τεχνολογίας, μειώνεται η συνολικά παραγόμενη υπεραξία που μπορούν να καρπωθούν οι καπιταλιστές του συγκεκριμένου παραγωγικού κλάδου, αφού η κοινωνικά αναγκαία εργασία για την παραγωγή της μονάδας του προϊόντος είναι πια μικρότερη, εξαιτίας των μηχανών (πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους). Αυτό στην πορεία δίνει ώθηση για εκ νέου εισαγωγή ακόμη πιο εξελιγμένης τεχνολογίας, ανοίγοντας έναν νέο κύκλο, που θα οδηγήσει τελικά σε ακόμη μεγαλύτερη μείωση της διαθέσιμης προς ιδιοποίηση υπεραξίας.
Εως ένα βαθμό η τάση πτώσης του ποσοστού κέρδους αντισταθμίζεται από τη μείωση της αξίας των μηχανών που επιφέρει η παραγωγή τους με μικρότερο ποσό ενσωματωμένης εργατικής δύναμης λόγω της αυτοματοποίησης. Για να την αντισταθμίσει ακόμη περισσότερο, το κεφάλαιο αυξάνει το ποσοστό υπεραξίας, εντατικοποιώντας την εργασία, μειώνοντας τους μισθούς με την απειλή της αυξανόμενης ανεργίας, περιορίζοντας τα μέτρα προστασίας. Ο νόμος της τάσης πτώσης του ποσοστού κέρδους δείχνει χαρακτηριστικά τον ιστορικά περιορισμένο χαρακτήρα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, που στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο έχει γίνει εμπόδιο στην παραπέρα ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων.
Η εντατική αυτοματοποίηση με ρομποτικά συστήματα και τεχνητή νοημοσύνη μπορεί επιπλέον να έχει σοβαρές επιπτώσεις τόσο σε στρώματα αυτοαπασχολουμένων, όσο και επαγγελματοβιοτεχνών, καθώς σε άλλες περιπτώσεις θα περιορίζει ή εξαλείφει επαγγέλματα και σε άλλες θα κάνει εντελώς ασύμφορη τη συνέχιση της παραγωγής με μεθόδους έντασης εργασίας, ή ακόμη και με παλιότερης τεχνολογίας αυτοματοποίηση.
Στον νέο κόσμο, στο σοσιαλισμό
Η ανεργία δεν είναι ούτε φυσικό φαινόμενο, ούτε απόρροια της εφαρμογής της τεχνολογίας στην παραγωγή. Είναι αποκλειστική συνέπεια των καπιταλιστικών παραγωγικών σχέσεων. Η οριστική εξάλειψή της μπορεί να γίνει μόνο στο πλαίσιο των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, τότε, που για την πραγματική φιλολαϊκή παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, όχι μόνο δεν θα περισσεύουν, αλλά δεν θα φτάνουν τα εργατικά χέρια. Μόνο στην πορεία οικοδόμησης των κομμουνιστικών σχέσεων μπορούν να απελευθερωθούν οι μεγάλες παραγωγικές δυνατότητες της Ελλάδας και να ικανοποιηθούν οι σύγχρονες ανάγκες, σύμφωνα με τις επιστημονικές και τεχνολογικές κατακτήσεις.
Σε αυτήν τη διαδικασία, η ρομποτική τεχνολογία θα παίξει κρίσιμο ρόλο. Τα βιομηχανικά ρομπότ είναι μέσα παραγωγής, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν όχι μόνο απευθείας ως καταναλωτικά προϊόντα ή για την παραγωγή καταναλωτικών προϊόντων, αλλά το κυριότερο για την κατασκευή άλλων μέσων παραγωγής. Το Πρόγραμμα του ΚΚΕ «δίνει προτεραιότητα στην παραγωγή μέσων παραγωγής, από την οποία εξαρτάται η ανάπτυξη της συνολικής παραγωγικής ικανότητας, του συνολικού τεχνολογικού εξοπλισμού, των κοινωνικών υπηρεσιών, σε τελευταία ανάλυση εξαρτάται η ικανότητα διευρυμένης αναπαραγωγής και ανόδου της κοινωνικής ευημερίας».
Στον καπιταλισμό, η αυτοματοποίηση γίνεται αποκλειστικά προς το συμφέρον της μικρής μειοψηφίας των ιδιοκτητών μέσων παραγωγής, των κεφαλαιοκρατών. Το ΚΚΕ μιλάει καθαρά για τη μόνη δυνατή φιλολαϊκή μετάβαση στην ευρεία αυτοματοποίηση της παραγωγής, την υποτάσσει στο κοινωνικό συμφέρον, την εντάσσει οργανικά στο σχέδιο για την επίτευξη της λαϊκής ευημερίας:
«Ο Κεντρικός Σχεδιασμός σε μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη βάση στοχεύει στη γενικευμένη ανάπτυξη της ικανότητας για εξειδικευμένη εργασία, αλλά και εναλλαγών στον τεχνικό καταμερισμό εργασίας, στη γενικευμένη ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας και στη μείωση του εργάσιμου χρόνου, στην προοπτική εξάλειψης της διαφοράς μεταξύ της εκτελεστικής και επιτελικής εργασίας, μεταξύ της χειρωνακτικής και πνευματικής.
...Η σχεδιασμένη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στον κομμουνιστικό τρόπο παραγωγής απελευθερώνει όλο και περισσότερο χρόνο από την εργασία, ο οποίος αξιοποιείται για το ανέβασμα του μορφωτικού - πολιτιστικού επιπέδου του εργαζόμενου, για τη συμμετοχή του στην άσκηση των καθηκόντων εξουσίας και διεύθυνσης παραγωγής...».
Τι είναι ρομπότ


Η λέξη ρομπότ προέρχεται από τη σλαβική λέξη για την εργασία (ρομπότα). Καθιερώθηκε από τον θεατρικό συγγραφέα Κάρελ Τσάπεκ στο έργο του «R.U.R.» (Rossum's Universal Robots) το 1920. Γενικά ρομπότ ονομάζεται οποιαδήποτε μηχανική συσκευή που μπορεί να υποκαταστήσει τον άνθρωπο σε διάφορες εργασίες, λειτουργώντας είτε κάτω από τον απευθείας έλεγχό του, ή αυτόνομα υπό τον έλεγχο λογισμικού. Τα ρομπότ μέχρι σήμερα χρησιμοποιούνται σε εργασίες που είναι δύσκολες, επικίνδυνες, ή αδύνατο να πραγματοποιηθούν από άνθρωπο και βέβαια σε επαναλαμβανόμενες εργασίες ακριβείας στις αλυσίδες παραγωγής.
Η συνήθης εικόνα των ρομπότ είναι είτε αυτή των ρομποτικών βραχιόνων στα εργοστάσια (π.χ. συναρμολόγησης αυτοκινήτων), είτε εκείνη των ανθρωπόμορφων ρομπότ (ανδροειδών) με αισθητήρες όρασης, ακοής κ.τ.λ., που οι κατασκευαστές τους προσπαθούν να μοιάζουν και στη συμπεριφορά τους στον άνθρωπο.
Δείχνοντας την κατεύθυνση, το πρόσφατο ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου εκτιμά ότι πρέπει να δημιουργηθεί ένας κοινός ευρωπαϊκός ορισμός για τα «έξυπνα» αυτόνομα ρομπότ και τις υποκατηγορίες τους, λαμβάνοντας υπόψη τα εξής χαρακτηριστικά:
  • Την ικανότητα να αποκτούν αυτονομία μέσω αισθητήρων ή/και μέσω ανταλλαγής δεδομένων με το περιβάλλον τους (διασυνδεσιμότητα) και να ανταλλάσσουν και να αναλύουν δεδομένα
  • Την ικανότητα να μαθαίνουν μέσω της εμπειρίας και της διάδρασης
  • Το είδος φυσικής στήριξής τους
  • Την ικανότητα να προσαρμόζουν τη συμπεριφορά και τις δράσεις τους στο περιβάλλον τους
  • Οτι στερούνται ζωής με τη βιολογική έννοια
Προφανώς, δε γίνεται αναφορά σε απλούς ρομποτικούς βραχίονες, που εκτελούν ένα πρόγραμμα όπως οι μηχανές ύφανσης, αλλά σε συστήματα τεχνητής νοημοσύνης, με ανοιχτή την επιλογή δυνατότητας αυτόνομης μετακίνησης.
Το τελευταίο χαρακτηριστικό, που τίθεται, μπορεί να θεωρηθεί έμμεση παραδοχή ότι τα έξυπνα ρομπότ ίσως ανακηρυχθούν κάποια στιγμή ως - μη βιολογικό - είδος ζωής. Σε συνδυασμό με τη συζήτηση για την αναγνώριση νομικής υπόστασης των ρομπότ, μπαίνει το θεμελιώδες ερώτημα: Ο άνθρωπος χρειάζεται τα ρομπότ ως νέο, εξαιρετικά δυναμικό συνδυασμό επέκτασης της σωματικής και πνευματικής του δύναμης, ανώτερη μορφή επέκτασης των ικανοτήτων του, διαδικασία που ξεκίνησε από τότε που έφτιαξε το πρώτο πέτρινο εργαλείο, ή ως ισότιμους ανταγωνιστές του, που σε μια πορεία ενδεχομένως θα γίνουν πολύ ισχυρότεροι απ' αυτόν; Δυστυχώς, το ερώτημα αυτό αρχίζει ήδη να απαντιέται σε συνθήκες καπιταλισμού, με οδηγό το κέρδος και όχι την ευημερία όλων των ανθρώπων. Η Τεχνητή Γενική Νοημοσύνη δεν έχει δημιουργηθεί ακόμη και οι περισσότεροι ειδικοί εκτιμούν ότι απέχει τουλάχιστον 15 χρόνια. Αυτό όμως σημαίνει πως είναι πιθανό κάποια στιγμή να προκύψει.

Επιμέλεια:
Σταύρος ΞΕΝΙΚΟΥΔΑΚΗΣ
Πηγές: www.europarl.europa.eu, robohub.org, www.ifr.org

«Χορός των δισ.» για τις πολυεθνικές με ακριβό τίμημα

«Χορός των δισ.» για τις πολυεθνικές με ακριβό τίμημα

Εμπορικά αγαθά στο ποδόσφαιρο - επιχείρηση χαρακτήρισε τον εαυτό του και τους συναδέλφους του ο Τόμας Μίλερ
Eurokinissi
Εμπορικά αγαθά στο ποδόσφαιρο - επιχείρηση χαρακτήρισε τον εαυτό του και τους συναδέλφους του ο Τόμας Μίλερ
«Τα ποσά που καταβάλλονται για μεταγραφές είναι παράλογα. Κανένας άνθρωπος δεν αξίζει αυτά τα χρήματα. Οι σύγχρονοι ποδοσφαιριστές είναι σαν τα εμπορικά αγαθά. Αλλά αυτό δεν πρέπει να μας επηρεάσει. Δεν πρέπει να βάζουμε τους εαυτούς μας κάτω από μεγάλη πίεση μόνο και μόνο επειδή αμειβόμαστε με υψηλά ποσά».
Με αυτά τα λόγια ένας από τους σπουδαιότερους εν ενεργεία παίκτες του γερμανικού ποδοσφαίρου, ο διεθνής άσος της Μπάγερν Μονάχου Τόμας Μίλερ, μιλώντας στο περιοδικό της χώρα του «Gο», περιέγραψε την κατάσταση σε μια πλευρά του οικοδομήματος του σημερινού εμπορευματοποιημένου ποδοσφαίρου. Αυτήν που έχει να κάνει με το τεραστίων διαστάσεων οικονομικό αλισβερίσι που γίνεται σε όσα αφορούν τους παίκτες, είτε πρόκειται για ποσά μεταγραφής είτε για ανανέωση συμβολαίου. Μια πλευρά της σημερινής ποδοσφαιρικής βιομηχανίας, ο τζίρος της οποίας αγγίζει αστρονομικά ποσά, που θα μπορούσε να είναι το ΑΕΠ μιας μικρής χώρας. Οπως εξήγησε ο Τ. Μίλερ σε άλλο σημείο της συγκεκριμένης συνέντευξης, στέλνοντας μήνυμα προς τους συναδέλφους του:
«Θα πρέπει να συνειδητοποιήσεις πως είσαι μέρος μιας επιχείρησης όταν είσαι ποδοσφαιριστής. Είσαι μέλος ενός μεγάλου... τσίρκου. Δεν πρέπει να αφήσεις αυτά τα πράγματα να σε καταβάλουν, διότι σε μια τέτοια περίπτωση θα οδηγηθείς στην τρέλα».
«Χρυσοφόρες μαριονέτες» στους ρυθμούς των πολυεθνικών

Η κατάθλιψη και τα ναρκωτικά ήταν η συνέχεια στη ζωή του Βραζιλιάνου Αντριάνο, μετά την πτώση της καριέρας του και την απόσυρση από την ενεργό δράση
Eurokinissi
Η κατάθλιψη και τα ναρκωτικά ήταν η συνέχεια στη ζωή του Βραζιλιάνου Αντριάνο, μετά την πτώση της καριέρας του και την απόσυρση από την ενεργό δράση
Τα όσα ανέφερε ο διεθνής Γερμανός παίκτης δεν έρχονται για πρώτη φορά στη δημοσιότητα. Τα τελευταία χρόνια συνεχώς πληθαίνουν οι φωνές από ανθρώπους του χώρου - παίκτες, προπονητές, γιατρούς, ψυχολόγους - για το τι επικρατεί στη «σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού» και πίσω από τη βιτρίνα του πακτωλού εκατομμυρίων που συνοδεύουν την αξία των παικτών, ιδιαίτερα των λεγόμενων πρωτοκλασάτων. Πίεση για την επιτυχία, προσπάθεια να μείνεις όρθιος με οποιοδήποτε κόστος (π.χ. χρήση αναβολικών), πρόωρη επαναφορά μετά από σοβαρούς τραυματισμούς όταν το απαιτούν τα συμφέροντα, κούραση από τα συνεχή παιχνίδια είναι μερικά μόνο από αυτά που συνθέτουν την πραγματικότητα για τους παίκτες σήμερα.
Την ίδια ώρα τα παραδείγματα επιβεβαιώνουν πλήρως αυτές τις φωνές για το τίμημα που πληρώνουν οι ποδοσφαιριστές. Οπως το γεγονός ότι την τελευταία 15ετία υπάρχει ραγδαία αύξηση των περιστατικών με την κατάρρευση ποδοσφαιριστών, κυρίως λόγω καρδιολογικών προβλημάτων εντός του αγωνιστικού χώρου σε αγώνα ή ακόμα και στο σπίτι τους, με αρκετά απ' αυτά τα περιστατικά να είναι θανατηφόρα. Ασχέτως των όποιων παθολογικών αιτιών, οι ειδικοί έχουν αναφέρει ως βασικούς λόγους την πίεση, την κούραση, το άγχος για την επιτυχία. Και χρόνια μετά, ξανάρχεται στην επικαιρότητα η περίφημη δήλωση του πρώην διεθνούς Βραζιλιάνου άσου Ριβάλντο, με θητεία και στην Ελλάδα (σε Ολυμπιακό και ΑΕΚ), ο οποίος μιλώντας για την κατάσταση που είχε αρχίσει να δημιουργείται με τα συνεχιζόμενα παιχνίδια και τις συνέπειες στους παίκτες, είχε τονίσει χαρακτηριστικά: «Οπως πάει θα πεθάνουμε σε ένα αεροπλάνο». Και αυτό πριν από χρόνια...
Από την άλλη, δεδομένες θεωρούνται οι συνέπειες των όσων συμβαίνουν και στην ψυχική υγεία των παικτών. Το «θα οδηγηθείς στην τρέλα» που ανέφερε χαρακτηριστικά ο Τόμας Μίλερ δεν είναι λίγες φορές που βρίσκει απήχηση τα τελευταία χρόνια σε αρκετά παραδείγματα ποδοσφαιριστών, με τα στοιχεία να φέρνουν την κατάθλιψη ως τη νέα μάστιγα στο χώρο, πολλές φορές με τραγική κατάληξη.
Αδυσώπητες λογικές με μοιραίες συνέπειες

Η πίεση και το άγχος για την επιτυχία που απαιτούν τα κέρδη των πολυεθνικών έχουν καθοριστικές συνέπειες στην υγεία των ποδοσφαιριστών
Eurokinissi
Η πίεση και το άγχος για την επιτυχία που απαιτούν τα κέρδη των πολυεθνικών έχουν καθοριστικές συνέπειες στην υγεία των ποδοσφαιριστών
Φυσικά για όλα αυτά υπάρχουν αιτίες. Σε ένα ποδόσφαιρο όπως το σημερινό, φτιαγμένο να λειτουργεί ως επιχείρηση, με γνώμονα τις λογικές του καπιταλιστικού συστήματος, το κυνήγι του υπερκέρδους είναι αυτό που προέχει ως αυτοσκοπός. Και σε αυτό το κυνήγι πολυεθνικές, επιχειρηματίες και όσοι δραστηριοποιούνται σε αυτόν τον χώρο (κυκλώματα μάνατζερ, εταιρείες στοιχήματος κ.ά.), εκμεταλλευόμενοι τη δημοφιλία του αθλήματος, οι πρακτικές που ακολουθούνται είναι αδυσώπητες, αδιαφορώντας για τις όποιες συνέπειες. Αλλωστε τα παχυλά συμβόλαια που προσφέρουν ως δέλεαρ προκειμένου να δέσουν τις «χρυσοφόρες μαριονέτες» τις οποίες ουσιαστικά αποτελούν οι παίκτες στο όλο οικοδόμημα, δεν επιτρέπουν συναισθηματισμούς.
Αντίθετα οι παίκτες είναι το περιουσιακό στοιχείο για αυτούς και έτσι τους μεταχειρίζονται. Ξεκάθαρο παράδειγμα αποτελούν οι ουκ ολίγες περιπτώσεις - ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια - στις οποίες έχουν αποκρυφτεί στο ιατρικό ιστορικό ή στις εξετάσεις κάποιου παίκτη σημαντικά προβλήματα υγείας, που ίσως να μην του επιτρέπουν την άθληση σε επαγγελματικό επίπεδο, προκειμένου να μην χαλάσει η ακριβή μεταγραφή του και φυσικά χαθούν τα κέρδη για τους εμπλεκόμενους. Και σε αρκετές περιπτώσεις αυτή η πρακτική έχει αποβεί μοιραία και για τους ίδιους τους παίκτες.
Κερδοφόρο... τσίρκο με τζίρους ενός ΑΕΠ
«Μεγάλο τσίρκο» χαρακτήρισε το όλο σύστημα ο Τόμας Μίλερ. Μόνο που σε αυτό το τσίρκο, αυτοί που κινούν τα νήματα δεν χρειάζεται να πασχίσουν για θεατές. Αντίθετα τα κέρδη του μπορούν να συγκριθούν με ποσά που αφορούν άλλα οικονομικά μεγέθη, εκτός ποδοσφαίρου. Του λόγου το αληθές αποδεικνύεται από τα στοιχεία που δημοσιοποίησε πρόσφατα το σύστημα παρακολούθησης μεταγραφών της FIFA (TMS) και αφορούν τον τζίρο από τις αγοραπωλησίες παικτών σε παγκόσμιο επίπεδο για το ημερολογιακό έτος 2016, ο οποίος άγγιξε τα 4,8 δισ. δολάρια (4,5 εκατ. ευρώ). Το συγκεκριμένο ποσό είναι αυξημένο κατά 14,3% σε σχέση με το αντίστοιχο του 2015 και αποτελεί ρεκόρ στην ιστορία του αθλήματος. Οπως προκύπτει από τα στοιχεία, καθοριστικό ρόλο (και εδώ) έπαιξε ο κινεζικός παράγοντας, αφού για το 2016 οι μεταγραφές ξένων παικτών στην Κίνα έφτασαν σε αξία τα 451,3 εκατ. δολάρια, παρουσιάζοντας αύξηση 168,2%. Κάτι που φέρνει το κινεζικό ποδόσφαιρο στην 5η θέση των μεταγραφικών δαπανών σε παγκόσμιο επίπεδο. Πολυεθνικές με δικαιώματα ποδοσφαιριστών, αντίστοιχες που έχουν το ρόλο του χορηγού παικτών ή ομάδων και συμβάλλουν με τον τρόπο τους στη μετακίνηση ενός παίκτη, γραφεία μάνατζερ, ήταν αυτοί που καρπώθηκαν το μεγαλύτερο μέρος των κερδών του συγκεκριμένου κομματιού της ποδοσφαιρικής αγοράς. Το τι ακριβώς συμβαίνει φανερώνεται και μόνο από τα στοιχεία που αφορούν τα κέρδη στον «κλάδο» των μάνατζερ, που εδώ και μια 20ετία περίπου έχει αποκτήσει νευραλγικό ρόλο όσον αφορά τις μεταγραφές παικτών. Στον τζίρο του 2016 οι ατζέντηδες που μεσολαβούν στις αγοραπωλησίες καρπώθηκαν ως προμήθεια 369 εκατ. δολάρια!

TOP READ