23 Αυγ 2012

ΣΥΝΔΕΣΗ ΤΗΣ ΤΑΚΤΙΚΗΣ ΜΕ ΤΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ


ΣΥΝΔΕΣΗ ΤΗΣ ΤΑΚΤΙΚΗΣ ΜΕ ΤΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ
του  Δημήτρη Γόντικα 

Το 16ο Συνέδριο εξετάζοντας τη δράση του Κόμματος και τα αποτελέσματα της δράσης του επισημαίνει ένα πολύ κρίσιμο ζήτημα.
Αναντιστοιχία ανάμεσα στην ορθότητα της πολιτικής, των αγώνων και πρωτοβουλιών του, το κύρος που κατακτά συνεχώς, του κόπου και του χρόνου που αφιερώνεται στην καθημερινή δράση και στα αποτελέσματα της δράσης. Δεν καταγράφονται αντίστοιχα αποτελέσματα και σταθερά αποκρυσταλλώματα σε κρίσιμους τομείς: στην ικανοποιητική ανανέωση και ανάπτυξη των γραμμών του με νέες δυνάμεις ειδικά από την εργατική τάξη, στην οικοδόμηση σε εργασιακούς χώρους, στην αύξηση της κυκλοφορίας του «Ριζοσπάστη», των οικονομικών, της εκλογικής επιρροής, στην άνοδο της λαϊκής οργάνωσης και πρωτοβουλίας, στην ισχυροποίηση των δεσμών με ευρύτερες λαϊκές δυνάμεις.
Πρόκειται για πολύ σοβαρό ζήτημα, υπολογίζοντας ότι διανύουμε μια περίοδο όπου η λαϊκή δυσαρέσκεια μεγαλώνει συνεχώς, οξύνονται με μεγάλη ταχύτητα οι κοινωνικές αντιθέσεις, μεγαλώνουν τα αδιέξοδα του καπιταλισμού, συντελούνται διεργασίες μέσα στις λαϊκές μάζες. Εχουμε κατά συνέπεια μεγάλη ευθύνη στη συνειδητοποίησή του και στη  συγκέντρωση της προσοχής και δυνάμεων για τη λύση του.
Γύρω από το ζήτημα αυτό έχουν διατυπωθεί διάφορες σκέψεις. Πολλές είναι σωστές, αλλά και απόψεις που είναι απλοϊκές, πρόχειρες, μέχρι αντίθετες με τη θεωρία του επιστημονικού σοσιαλισμού και το χαρακτήρα του Κόμματος.
Το 16ο Συνέδριο έδωσε και απάντηση για τις κύριες αιτίες και την κατεύθυνση για τη λύση του. Ανοίχτηκε το όλο ζήτημα με τις θέσεις της ΚΕ και ολοκληρώθηκε με τη συζήτηση και τη ψήφιση των αποφάσεων. Η κύρια αιτία εντοπίζεται «στην αδύνατη σύνδεση της τακτικής με τη στρατηγική στην καθημερινή δράση, στη δημιουργία προϋποθέσεων για την οικοδόμηση το Μετώπου», χωρίς να παραγνωρίζονται μια σειρά αντικειμενικοί παράγοντες και δυσκολίες που επιδρούν και αναλύονται ιδιαίτερα στις θέσεις της ΚΕ (θέση 35, παρ. 32).

ΠΩΣ ΕΚΔΗΛΩΝΕΤΑΙ ΑΥΤΗ Η ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ;

Εκδηλώνεται κυρίως με τον υποβιβασμό της ιδεολογικής και πολιτικής πάλης σχεδόν αποκλειστικά στο επίπεδο των αναγκών της συνδικαλιστικής δράσης και συνείδησης της εργατικής τάξης.
Με έντονα φαινόμενα απόσπασης της θεωρίας από την πράξη. Αλλού βαραίνει και αλλού κυριαρχεί στην πράξη ο εμπειρισμός, ο οικονομισμός, η αποσπασματικότητα, το επιμέρους ζήτημα ή  η γενικότητα.
Παρά την πρόοδο που σημείωσε το Κόμμα και την πείρα που έχει αποκτήσει, τα φαινόμενα αυτά παραμένουν ισχυρά και οδηγούν στον υποβιβασμό του καθοδηγητικού ρόλου του Κόμματος, της ενιαίας κατεύθυνσης της δράσης, μειώνουν τη συσπειρωτική του ικανότητα και τον πολιτικό διαπαιδαγωγητικό του ρόλο στις γραμμές της εργατικής τάξης στον αγώνα της για την κατάργηση όλων των μορφών εκμετάλλευσης και καταπίεσης που είναι και η ουσία της στρατηγικής ενός επαναστατικού Κόμματος.
Οι αιτίες αυτών των καθυστερήσεων πρέπει να αναζητηθούν:
 Στην όχι επαρκή συστηματική δουλειά για τη βελτίωση της ιδεολογικής θεωρητικής κατάρτισης των στελεχών και συνολικά της ιδεολογικής στάθμης του Κόμματος σε σχέση με τις μεγάλες απαιτήσεις της εποχής, με αποτέλεσμα να βαραίνει ο εμπειρισμός, η αποσπασματικότητα στο σχεδιασμό και στην οργάνωση της πολιτικής πάλης.
 Στην όχι καλή γνώση και παρακολούθηση των σύνθετων, ραγδαίων και βαθιών κοινωνικοοικονομικών και πολιτικών εξελίξεων με συνέπεια να κυριαρχούν πολλές φορές αντιλήψεις που αντιστοιχούσαν σε προηγούμενες φάσεις ανάπτυξης του καπιταλισμού.
 Στη μειωμένη φροντίδα για τη μελέτη, ανάπτυξη και τελειοποίηση των μορφών και μεθόδων καθοδήγησης, μαζικής δράσης και προπαγάνδας που να αντιστοιχούν στον χαρακτήρα των πολιτικών καθηκόντων και στόχων του Κόμματος πράγμα που δε βοηθάει στην άνοδο της δράσης των μελών, οπαδών και φίλων του Κόμματος και στην πιο δραστήρια συμμετοχή τους στην επεξεργασία και προώθηση των αποφάσεων.
Είναι πολύ σημαντικό να συνειδητοποιηθεί, από όλο το κομματικό δυναμικό, η φύση του προβλήματος που εξετάζουμε, οι αιτίες, οι επιπτώσεις του. Είναι η πρώτη προϋπόθεση για τη λύση του. Σε ό,τι αφορά τη λύση θα χρειαστεί να καταβληθούν πολλές προσπάθειες σε όλα τα επίπεδα αρχίζοντας από πάνω. Για την ακρίβεια επιβάλλεται να προχωρήσουμε σε ουσιαστικές προσαρμογές και αλλαγές και στο περιεχόμενο και στις μέθοδες καθοδήγησης με βάση τους στρατηγικούς στόχους του Κόμματος. Να παλέψουμε για να ευθυγραμμίσουμε και να ανεβάσουμε την καθοδηγητική μας δουλειά σε όλους τους τομείς -ιδεολογικό, πολιτικό, στην προπαγάνδα, στη συνδικαλιστική μαζική δράση, στην οργανωτική πολιτική- στο ύψος των πολιτικών στόχων και καθηκόντων του Κόμματος.
Μιλάμε για προσαρμογές και αλλαγές ποιοτικού χαρακτήρα και όχι για τρέχουσας σημασίας βελτιώσεις στον ένα ή άλλο τομέα που έτσι και αλλιώς πρέπει  να γίνονται  συνεχώς.
Το 16ο Συνέδριο έδειξε ότι το Κόμμα συνολικά, τα καθοδηγητικά όργανα, το στελεχικό του δυναμικό έχουν συσσωρεύσει μια πλούσια πείρα και γνώσεις και είμαστε σήμερα σε θέση να κάνουμε αυτό το πέταγμα προς τα πάνω. Με μια όμως προϋπόθεση. Δεν πρέπει να εμπιστευτούμε μόνο την πείρα μας, όσο κι αν είναι πλούσια. Να στηριχτούμε στη γνώση και βαθιά αφομοίωση του Προγράμματος του Κόμματος, των αποφάσεων το Συνεδρίου και των θέσεων του Κόμματος για το χαρακτήρα και το βάθος των μεγάλων προβλημάτων που βασανίζουν το λαό και τη νεολαία. Να αποκτήσουμε την ικανότητα να δουλέψουμε και να καθοδηγούμε με τα ντοκουμέντα και όχι με την προσωπική εμπειρία. Να πλουτίζουμε τις γνώσεις με την παραπέρα θεωρητική μας κατάρτιση. Από τη σκοπιά αυτή της γνώσης να κρίνουμε και να αξιολογούμε την όποια πείρα έχουμε αποκτήσει, αξιοποιώντας ό,τι είναι χρήσιμο ή διαγράφοντας ό,τι είναι ξεπερασμένο ή λαθεμένο. Να θέσουμε ένα τέρμα στον εμπειρισμό. Πρόκειται αναμφισβήτητα για όχι τόσο εύκολο καθήκον.
Με την παραπάνω προϋπόθεση χρειάζεται να εξετάσουμε πιο ειδικά και πιο συγκεκριμένα τι πρέπει να αλλάξει στην καθημερινή καθοδηγητική μας δουλειά, ώστε να επιτυγχάνεται μελετημένα και ουσιαστικά η σύνδεση τακτικής και στρατηγικής.
Οι σκέψεις που ακολουθούν δε φιλοδοξούν να δώσουν ένα πλήρες και ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης. Είναι μια προσπάθεια που έχει ως κύρια επιδίωξη να ανοίξει αυτή τη συζήτηση, να ερεθίσει προβληματισμούς και σκέψεις, να κεντρίσει το ενδιαφέρον για μια πιο πλούσια συζήτηση και αρθρογραφία με στόχο να ανοίξουμε το δρόμο της λύσης του μεγάλου αυτού προβλήματος. Μια απαραίτητη σημείωση: Αν δε δώσουμε λύση, ο κίνδυνος της στασιμότητας είναι υπαρκτός. Αντίθετα η λύση του ανοίγει το δρόμο για ένα πέταγμα προς τα μπροστά.

ΝΑ ΑΠΟΚΤΗΣΕΙ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ Η ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΛΗ

α) Το 16ο Συνέδριο προβάλλει την απαίτηση μπροστά σε όλο το Κόμμα: «Να μπει ένα τέλος στον υποβιβασμό της πολιτικής δουλειάς μέσα στην εργατική τάξη και τη νεολαία σε επίπεδο των τρεχουσών αναγκών του μαζικού κινήματος... τα ειδικά καθήκοντα των οργανώσεων προκύπτουν από τα γενικά και με αυτό το πρίσμα πρέπει να καθοδηγούν, να συζητούν, να αποφασίζουν». Με άλλα λόγια το 16ο Συνέδριο θέτει την απαίτηση σε όλο το Κόμμα να συγκεντρώσει την κύρια κατεύθυνση της πάλης στο πολιτικό ζήτημα της χώρας και στις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τη λύση του.
Μερικά παραδείγματα για να γίνει κατανοητό το πρόβλημα που θέτει το 16ο Συνέδριο. Οι ναυτεργάτες αντιμετωπίζουν οξύτατο πρόβλημα ανεργίας, επιδείνωση των συνθηκών εργασίας, αμοιβής, ασφάλισης κλπ. σε σχέση με προηγούμενες δεκαετίες. Το εφοπλιστικό κεφάλαιο, μπροστά στον τεράστιο ανταγωνισμό που έχει ξεσπάσει,  δεν έχει άλλη επιλογή για να διατηρήσει τα κέρδη του ή να διατηρήσει ο ένας ή άλλος εφοπλιστής το μερίδιό του στη ναυτιλία, παρά μόνο να περιορίζει συνεχώς θέσεις απασχόλησης, κατακτήσεις και δικαιώματα των ναυτεργατών. Να μην υπολογίζει τις ανάγκες του νησιώτικου πληθυσμού ακόμα και τη ζωή των ανθρώπων, μπροστά στο κέρδος. Να συγχωνεύεται σε μεγαλύτερες ακόμα εταιρείες χωρίς να λύνει ούτε προβλήματα των ναυτεργατών αλλά ούτε και τις λαϊκές ανάγκες. Στις περασμένες δεκαετίες ο αγώνας των ναυτεργατών για το ένα ή το άλλο επιμέρους πρόβλημα είχε ορισμένα αποτελέσματα. Βελτίωνε κάπως τη θέση τους και πάντα προσωρινά. Ο αγώνας όμως αυτός δεν απέτρεψε τις σημερινές δυσμενείς εξελίξεις και οι όποιες κατακτήσεις έχουν σχεδόν εξανεμιστεί.
Η γιγάντωση της ναυτιλίας δεν ωφέλησε ούτε τους ναυτεργάτες ούτε σχετικούς τομείς της μεταποίησης (ναυπηγεία κλπ.) ούτε τις ανάγκες των μεταφορών προσώπων, εμπορευμάτων κλπ. με ασφάλεια και χαμηλές τιμές.
Εχει επόμενα αναδειχτεί και ωριμάσει ένα κεντρικό πολιτικό πρόβλημα. Η υποταγή της ναυτιλίας στις ανάγκες της κοινωνίας μέσα από έναν κεντρικό σχεδιασμό στα πλαίσια μιας οικονομίας που θα αναπτύσσεται για την ικανοποίηση των αναγκών των εργαζομένων και όχι του καπιταλιστικού κέρδους. Δηλαδή, αφαίρεση από τους εφοπλιστές του προνομίου που τους δίνει η ατομική ιδιοκτησία να ορίζουν αυτοί τις ανάγκες της κοινωνίας.
Αυτό όμως το πρόβλημα δεν μπορεί να έρθει στην ημερήσια διάταξη της πάλης παλεύοντας μόνο για τα επιμέρους προβλήματα των ναυτεργατών. Πρέπει να μπει στη πρώτη γραμμή της πάλης. Από τη σκοπιά αυτή θα αντιμετωπίζονται και τα τρέχοντα οξυμένα προβλήματα. Μόνο έτσι θα αποκτά προοπτική ο αγώνας. Με αυτή την έννοια πρέπει να αποκτήσει προτεραιότητα η πολιτική πάλη.
Αλλο παράδειγμα. Οι ανάγκες στον τομέα της υγείας, της κοινωνικής ασφάλισης, πρόνοιας κλπ. έχουν μεγαλώσει και οι δυνατότητες για μια οργανωμένη φροντίδα της υγείας του λαού από την παιδική ηλικία ως τα βαθιά γεράματα είναι πολύ μεγάλες σήμερα. Κι όμως η κατάσταση γίνεται όλο και πιο δύσκολη, πηγαίνουμε πίσω αντί μπροστά για το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού λαού.
Η ικανοποίηση της μεγάλης αυτής κοινωνικής ανάγκης απαιτεί σχεδιασμό με σκοπό τη φροντίδα για τον άνθρωπο και όχι για την εκμετάλλευση των αναγκών του προς όφελος λίγων.
Στα πλαίσια των σημερινών πολιτικών δεν υπάρχει λύση σε αυτή την κατεύθυνση παρά μόνο συνεχής χειροτέρευση, σχετική ή και απόλυτη, για τους πολλούς.
Επόμενα, η κατάργηση της καπιταλιστικής δράσης στον τομέα αυτόν αποκτά επείγουσα σημασία και είναι ώριμο κοινωνικό πρόβλημα που μπορεί να ενώσει ευρύτατα τμήματα. Και στο ένα παράδειγμα που αναφέραμε και στο άλλο για να δοθούν σήμερα λύσεις προς όφελος των εργαζομένων και της προόδου της κοινωνίας απαιτείται άλλη εξουσία. Λαϊκή εξουσία.
Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουμε αναλύοντας κάθε μεγάλο πρόβλημα του λαού και του τόπου.
Οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις που προωθούνται σε όλους τους τομείς και έχουν ως κύρια επιδίωξη την ισχυροποίηση της θέσης του μονοπωλιακού κεφαλαίου, έχουν οξύνει όλες τις κοινωνικές αντιθέσεις και φέρνουν και κάνουν πιο φανερό το κεντρικό πολιτικό πρόβλημα. Ποια εξουσία και πώς θα δώσει λύσεις στα συσσωρευμένα και μεγάλα προβλήματα που βασανίζουν το λαό.
Το 16ο Συνέδριο, μελετώντας βαθύτερα τις εξελίξεις στην Ελλάδα, τα διεθνή γεγονότα, τις τάσεις, τα οικονομικά και κοινωνικά στοιχεία, τα ντοκουμέντα των ιμπεριαλιστικών οργανισμών και ιδρυμάτων, κατέληξε στην παρακάτω εκτίμηση: «...διεθνώς και στην περιοχή μας διαμορφώνονται συνθήκες όξυνσης όλων των αντιθέσεων του διεθνούς καπιταλιστικού συστήματος, της σήψης και της στασιμότητας. Υπάρχουν οι αντικειμενικές συνθήκες που κυοφορούν μια πιο γενικευμένη κρίση, συνθήκες που θα διαμορφώσουν στην πορεία και αντικειμενικά στοιχεία πανεθνικής κρίσης σε μια ή περισσότερες χώρες, αλλού νωρίτερα, αλλού αργότερα. Και στη χώρα μας ο κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός έχει μπει σε τροχιά όξυνσης των αντιθέσεών του. Η όξυνση έχει μεγαλύτερη ένταση και βάθος λόγω της εξαρτημένης και υποδεέστερης θέσης της Ελλάδας στην ΕΕ και το διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα»... «Επομένως και στην Ελλάδα υπάρχει έδαφος για την εμφάνιση μιας πιο οξυμένης λαϊκής δυσαρέσκειας που μπορεί κάτω από προϋποθέσεις να επιδράσει θετικά στη συσπείρωση και αντεπίθεση για βαθύτερες αλλαγές στο κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο».
Η καπιταλιστική βαρβαρότητα δεν πρέπει να παρασέρνει τη σκέψη σε επιφανειακή προσέγγιση της πραγματικότητας και των παραγόντων που καθορίζουν την κύρια τάση των εξελίξεων. «Η καπιταλιστική βαρβαρότητα και επιθετικότητα δεν είναι μόνο απόδειξη δύναμης. Είναι και ένδειξη αδυναμίας να αντιμετωπίσει τη απότομη όξυνση του συνόλου των αντιθέσεων, των αντιφάσεων που είναι σύμφυτες με την εξέλιξη του ιμπεριαλιστικού συστήματος».
Από τα παραπάνω βγαίνουν δυο σημαντικά συμπεράσματα:
 «Ωριμάζει η ανάγκη για βαθιές αλλαγές, κυοφορείται η δυνατότητα της γενικής αντεπίθεσης» και
 «αυτό που έχει σημασία είναι να επιταχυνθούν οι θετικές διεργασίες, να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για μια γενική αντεπίθεση, για να ανοίξει ο δρόμος για ριζικές αλλαγές στη χώρα μας, στο επίπεδο της εξουσίας, στο γενικό προσανατολισμό της χώρας στις διεθνείς εξελίξεις».
Το 16ο Συνέδριο στη βάση αυτών των αναλύσεων, εκτιμήσεων και προβλέψεων επεξεργάστηκε ένα ολοκληρωμένο και συνεκτικό σχέδιο παρέμβασης και δράσης του Κόμματος. Ενα σχέδιο που δίνει απάντηση και εναλλακτική λύση στα μεγάλα και συνεχώς διογκούμενα λαϊκά προβλήματα. Προοπτική και δύναμη στην  πάλη της εργατικής τάξης. Σχέδιο που σκιαγραφεί τη αυριανή Ελλάδα, την Ελλάδα όπου οι εργαζόμενοι θα είναι κυρίαρχοι της μοίρας τους. Η λαϊκή εξουσία, η λαϊκή οικονομία και το λαϊκό Μέτωπο αποτελούν τον πυρήνα αυτού του σχεδίου. Ενα σχέδιο είναι ώριμος καρπός και κατάκτηση  σκληρών αγώνων του Κόμματος, σε όλα τα μέτωπα της ταξικής πάλης στα χρόνια που πέρασαν μετά την κρίση του '89-'90.
Αν μετά την κρίση καθήκον ήταν να σταθούμε στα πόδια μας και να επεξεργαστούμε μια σύγχρονη στρατηγική και τακτική -και τα καταφέραμε- τώρα το κύριο καθήκον είναι να κάνουμε την πρόταση του ΚΚΕ υπόθεση ζωής και πάλης της εργατικής τάξης, της νεολαίας, των άλλων εργαζομένων στις πόλεις και στα χωριά.
Να αποκτήσει προτεραιότητα αυτό το καθήκον που σημαίνει να οξύνουμε, με όλες τις μορφές, μέσα στο λαό την  αντιπαράθεση γύρω από το κεντρικό πολιτικό πρόβλημα και τις τακτικές για τη λύση του σε σύνδεση πάντα με τις εξελίξεις και τα λαϊκά προβλήματα.
Να διεξάγουμε αυτή την πάλη καθημερινά, μόνιμα και όχι μόνο σε προεκλογικές περιόδους ή σε κορυφαίες στιγμές του αγώνα, καμπανιακά, ευκαιριακά. Να αποκτήσει προτεραιότητα η πολιτική πάλη σε σχέση με τη συνδικαλιστική.
Να βάλουμε με άλλα λόγια το άλογο μπροστά από το κάρο και όχι ανάποδα.
Να αποκτά ουσιαστικό περιεχόμενο η άλλη πολιτική, ο άλλος δρόμος ανάπτυξης.
Οσο η πάλη αυτή θα δυναμώνει και θα εκφράζεται η προοπτική της λύσης του πολιτικού προβλήματος, θα δημιουργούνται και οι καλύτερες προϋποθέσεις για την άνοδο της μαζικής πάλης, θα καλλιεργείται το έδαφος για πολιτικές ανακατατάξεις, θα συνενώνεται η πάλη της εργατικής τάξης, της νεολαίας, των μικροαστικών στρωμάτων της πόλης και του χωριού, σε μια ενιαία κατεύθυνση θα ενισχύονται οι προϋποθέσεις για το Μέτωπο, θα ισχυροποιείται το ΚΚΕ.
β) Το ζητούμενο μέσα από την όξυνση της πολιτικής πάλης είναι να διαμορφωθεί ο πόλος εκείνος που θα διεκδικήσει τη λαϊκή εξουσία. Η συμμαχία των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, το Μέτωπο.
Απαιτείται επομένως, σε κάθε στιγμή της πάλης να υπολογίζουμε πολύ προσεκτικά τους συσχετισμούς δύναμης, το επίπεδο συνείδησης της εργατικής τάξης, την οξύτητα και το χαρακτήρα κάθε προβλήματος, τα σχέδια και τις παρεμβάσεις των άλλων πολιτικών δυνάμεων, τα κοινά συμφέροντα αλλά και τις διαφορές και αντιθέσεις ανάμεσα στις κοινωνικές δυνάμεις που θα συγκροτήσουν το Μέτωπο. Να παρακολουθούμε προσεκτικά τους δεσμούς του Κόμματος με την εργατική τάξη και τα λαϊκά γενικά στρώματα, ώστε αυτοί να είναι ζωντανοί να αναπτύσσονται συνεχώς, να αναπτύσσονται και να πλουτίζονται συνέχεια τα μέσα και οι μορφές επικοινωνίας και προπαγάνδας. Να παρακολουθούμε προσεκτικά αυτούς τους παράγοντες για τους εξής λόγους. Να μη ξεκοβόμαστε από τον κόσμο και ταυτόχρονα να μπορούμε να επεξεργαζόμαστε εκείνη την τακτική που θα βοηθάει να ανεβαίνει ένα σκαλί παραπάνω το επίπεδο συνείδησης, πάλης, οργάνωσης.

ΓΙΑ ΝΑ ΓΙΝΟΥΝ ΠΙΟ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΙ, ΜΕΡΙΚΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
Ο πόλεμος στα Βαλκάνια με όλες τις μέχρι τώρα γνωστές επιπτώσεις του προκάλεσε σοβαρές διεργασίες. Σήμερα ευρύτατα λαϊκά στρώματα μπορούν να συνειδητοποιήσουν καλύτερα τη φύση του ιμπεριαλισμού, το ρόλο του ΝΑΤΟ κλπ. και κατά συνέπεια ενισχύθηκαν οι προϋποθέσεις για να διαμορφώσουν μια άλλη στάση απέναντι στις πολιτικές δυνάμεις. Εχει διαμορφωθεί το έδαφος για πολιτικές ανακατατάξεις. Μπορεί και πρέπει να ανέβει σε άλλο επίπεδο η πάλη, η πολιτική αντιπαράθεση και η δυνατότητα σύνδεσης με νέες λαϊκές δυνάμεις που μέχρι χτες ήταν πιο δύσκολο.
Οι θεωρίες που πριν μερικά χρόνια εγκλώβιζαν λαϊκές δυνάμεις γύρω από τη λεγόμενη ιδιωτική πρωτοβουλία, το λιγότερο κράτος κλπ. σήμερα δεν έχουν ίδια βαρύτητα στη συνείδηση των εργαζομένων. Αντίθετα μπορούν καλύτερα να κατανοήσουν τις θέσεις του Κόμματος.
Ο μύθος της ΕΕ ως η μόνη προοπτική για το μέλλον του τόπου έχει σοβαρά κλονιστεί σε μεγάλα τμήματα του λαού και της νεολαίας και έχουν δημιουργηθεί πολύ καλύτερες προϋποθέσεις για μια άλλη προοπτική και αλλαγή πολιτικής στάσης.
Σήμερα σε κάθε κλάδο εργαζομένων ή κοινωνικό στρώμα είναι πιο εμφανής και άμεσος ο ρόλος του μονοπωλίου, η κοινότητα συμφερόντων, επόμενα και οι δυνατότητες να αναπτυχθούν αγωνιστικές μορφές κοινωνικής συμμαχίας ανάμεσα στην εργατική τάξη με άλλα λαϊκά στρώματα που έχουν συμφέρον να αντιπαλεύουν τα μονοπώλια.
Οι διεργασίες αυτές που συντελούνται σήμερα μέσα στην εργατική τάξη και τους συμμάχους της, ως συνέπεια των γενικότερων κοινωνικοοικονομικών εξελίξεων και της δράσης των πολιτικών δυνάμεων, δεν πρόκειται να γονιμοποιηθούν σε ταξική πολιτική συνείδηση και σε πάλη για τα δικά τους συμφέροντα αν δεν οξυνθεί η πολιτική πάλη για το πρόβλημα της εξουσίας. Δεν πρόκειται να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για μια ισχυρή κοινωνικοπολιτική συμμαχία αν η πάλη περιορίζεται στα επιμέρους προβλήματα, αν δεν αναδείχνεται το κοινό ταξικό συμφέρον ολοκληρωμένα και οι προϋποθέσεις για την ικανοποίησή του.
Αλλά και οι προϋποθέσεις αυτές δεν πρόκειται να ωριμάσουν, όσο κι αν πασχίζουμε, αν σε κάθε βήμα της πολιτικής πάλης δεν υπολογίζουμε τις διεργασίες και ανακατατάξεις που ωριμάζουν για να παρεμβαίνουμε αποτελεσματικά στην παραπέρα ωρίμανση  και εξέλιξή της. Στο σημείο ακριβώς  εδώ χρειάζεται να δουλεύουμε την τακτική μας, ώστε σε κάθε πρόβλημα να εντοπίσουμε τις διαφορετικές πολιτικές και τα ταξικά συμφέροντα που συγκρούονται, τις συμμαχίες που μπορούν να διαμορφωθούν, τις αντίστοιχες μορφές πάλης για να συσπειρώνονται δυνάμεις και να συνειδητοποιούν την κύρια κατεύθυνση της πάλης.
Η διαλεκτική εδώ σύνδεση της τακτικής με τη στρατηγική, η υποταγή της τακτικής στη στρατηγική είναι ολοφάνερο ότι αποτελεί τον κρίκο για την ανάπτυξη της επαναστατικής πάλης.
Οι αποφάσεις του 16ου Συνεδρίου εμπεριέχουν μαζί με τη μελέτη και γενίκευση της κατακτημένης πείρας και τις βασικές κατευθύνσεις για τη λύση και αυτού του καθοδηγητικού προβλήματος.
γ) Αλλο στοιχείο που συνδέεται, εμπεριέχεται στις σχέσεις τακτικής, στρατηγικής και είναι κριτήριο αποτελεσματικότητας της πολιτικής πάλης για ένα Κομμουνιστικό Κόμμα, αφορά την ικανότητά του να οργανώνει την εργατική τάξη, τις λαϊκές μάζες.
Η διαφώτιση, η προπαγάνδα, η κυκλοφορία του «Ριζοσπάστη», η ανάπτυξη των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων πρέπει να προωθεί την οργάνωση των μαζών και κάθε αγώνας να ανεβάζει το επίπεδο οργάνωσης. Είναι επίσης μια πολύ κρίσιμη πλευρά της πολιτικής πάλης. Αν μελετήσουμε προσεκτικά τη δράση μας θα ανακαλύψουμε πολλά κενά, προβλήματα και λαθεμένες αντιλήψεις.
Το κύριο, σχετικά με το ζήτημα αυτό, για ένα Κομμουνιστικό Κόμμα είναι να εμπνέει με όλη του τη δράση τη λαϊκή αυτενέργεια, τη λαϊκή πρωτοβουλία και οργάνωση, να στηρίζει και να ενθαρρύνει πρωτοπόρα στοιχεία που υπάρχουν μέσα στο λαό. Να έχει εμπιστοσύνη στη δύναμη της εργατικής τάξης. Ολη η δράση του Κόμματος να έχει ως πρακτικό αποτέλεσμα την οργάνωση των μαζών και ειδικά της εργατικής τάξης στα συνδικάτα, αλλά και στο Κόμμα. Στην ευθύνη και φροντίδα του Κόμματος δεν είναι μόνο η οργάνωση στα συνδικάτα, αλλά και η δημοκρατική τους λειτουργία, ο σωστός ταξικός τους προσανατολισμός.
Πάνω στη βάση αυτή το Κόμμα σήμερα, κάθε οργάνωση χρειάζεται να μελετήσει πιο συστηματικά πώς μέσα στους αγώνες θα ενισχυθεί η λαϊκή πρωτοβουλία και αυτενέργεια και ειδικά της εργατικής τάξης σε μορφές οργάνωσης και πάλης που να αντιστοιχούν όμως στο περιεχόμενο της σύγχρονης ταξικής πάλης. Το πρόβλημα βέβαια αυτό δεν μπορεί να λυθεί εγκεφαλικά, γραφειοκρατικά. Θα λυθεί μέσα στον αγώνα και με τη συμμετοχή των μαζών. Τα τελευταία χρόνια γεννήθηκαν πλούσιες μορφές οργάνωσης και πάλης μέσα ακριβώς από αυτή τη διαδικασία. Αυτή η πείρα πρέπει και να μελετηθεί και να γενικευθεί από όλους τους τομείς δράσης του Κόμματος στα πλαίσια της μελετημένης και ουσιαστικής σύνδεσης τακτικής και στρατηγικής.
δ) Η πολιτική πάλη θα αποκτά ζωντάνια και αποτελεσματικότητα, θα φωτίζει την προοπτική, θα ανοίγει δρόμο στο βαθμό που θα οξύνει την ιδεολογική πάλη σε κρίσιμα μέτωπα και θα αποκαλύπτει εκείνες τις αντιλήψεις και πρακτικές που εμποδίζουν ή καθηλώνουν τη λαϊκή πάλη.
Η συναίνεση, ο συμβιβασμός, η λογική της ταξικής συνεργασίας που κυριαρχεί στις ηγεσίες του συνδικαλιστικού κινήματος είναι σήμερα σοβαρότατο εμπόδιο στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης και των κοινωνικών συμμαχιών σε αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση. Είναι μια από τις κυριότερες αιτίες της αποστράτευσης από την οργανωμένη μαζική πάλη και της υποταγής του συνδικαλιστικού κινήματος στην αστική πολιτική.
Ο οπορτουνισμός είναι επίσης ισχυρή δύναμη που εμποδίζει την αλλαγή συνειδήσεων και καθηλώνει τη δράση των μαζών στα όρια του κάθε φορά «εφικτού», «ρεαλιστικού» και «νόμιμου» κλπ. Οπως επίσης και ο σύγχρονος αντικομμουνισμός με τη μορφή ιδιαίτερα της αντισοσιαλιστικής προπαγάνδας.

Η ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ ΠΡΟΫΠΟΘΕΤΕΙ ΤΗ ΣΩΣΤΗ ΣΥΝΔΕΣΗ ΤΑΚΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ

Η υλοποίηση της πολιτικής πρότασης του Κόμματος έχει ως αναγκαία προϋπόθεση την οικοδόμηση του αντιιμπεριαλιστικού, αντιμονοπωλιακού, δημοκρατικού μετώπου πάλης.
Το 16ο Συνέδριο επεξεργάστηκε παραπέρα την πολιτική του για προώθηση αυτού του καθήκοντος μέσα από ένα σχετικά ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης. Πρόκειται για κεφαλαιώδες ζήτημα και αφορά τη στρατηγική των συμμαχιών σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Η τύχη του θα εξαρτηθεί από την ικανότητα και την ισχύ του ΚΚΕ, αλλά και η ισχυροποίηση του ΚΚΕ εξαρτάται από την πρόοδο στην οικοδόμηση του Μετώπου.
Η εισήγηση της ΚΕ στο 16ο Συνέδριο σημειώνει: «Η προσυνεδριακή δουλειά ανέδειξε ότι υπάρχουν λαθεμένες αντιλήψεις και κυρίως λειψή γνώση για το ποιες είναι οι κινητήριες δυνάμεις του αγώνα και του Μετώπου, ποια είναι η κοινή βάση, πώς μπορεί να αντιμετωπισθούν οι υπαρκτές διαφορές».
Το κύριο που πρέπει να ξεκαθαριστεί είναι ότι η δημιουργία του Μετώπου θα είναι αποτέλεσμα της ταξικής πάλης και όχι ένα εγκεφαλικό κατασκεύασμα.
Από την άποψη αυτή έχει πολύ μεγάλη σημασία το ζήτημα που θέσαμε στην αρχή. Η προβολή από όλο το Κόμμα ενιαία της πολιτικής του πρότασης ως στοιχείο της καθημερινής πολιτικής δράσης σε όλα τα μέτωπα της πάλης. Είναι η ατμομηχανή που θα ανοίγει το δρόμο, θα καλλιεργηθεί το έδαφος για να γεννηθεί και να στεριώσει η συμμαχία των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, το Μέτωπο. Για να αναδειχτεί η εργατική τάξη, με την οργάνωση και τη πάλη της, ο ηγέτης, η πρωτοπορία για ένα ισχυρό λαϊκό μέτωπο που θα συμβάλει να «βγει στο προσκήνιο ο λαϊκός παράγοντας. Να διεκδικήσει την εξουσία, μαχητικά αντιμέτωπος με την εγχώρια και διεθνή αντίδραση, που δε θα μείνει αδιάφορη μπροστά στον κίνδυνο να χάσει τον έλεγχο στη χώρα».
Απαιτείται όμως, ταυτόχρονα, το Κόμμα σε όλα τα επίπεδα να αναπτύσσει τέτοιες πρωτοβουλίες και να αξιοποιεί όλες τις δυνατότητες έτσι, ώστε να αναπτύσσεται και να δένει η συμμαχία των δυνάμεων που θα απαρτίσουν το μέτωπο.
Η πείρα των χρόνων που πέρασαν μας βοηθάει, μας δείχνει το δρόμο πώς θα συνδυάζουμε σωστά την τακτική με τη στρατηγική για την οικοδόμηση του Μετώπου. Είναι η τακτική των συσπειρώσεων σε μεγάλα μέτωπα πάλης με πρωτοβουλία και από τα πάνω και από τα κάτω.
Το 16ο Συνέδριο γενικεύοντας αυτή την πείρα προσδιόρισε τα βασικά μέτωπα πάλης που πρέπει να συγκεντρωθεί η κύρια προσοχή του Κόμματος.
Ο πόλεμος για παράδειγμα στη Γιουγκοσλαβία και οι πρωτοβουλίες που πήρε το Κόμμα βοήθησε να συσπειρωθούν ευρύτατες δυνάμεις, αλλά και να γεννηθούν θετικές πρωτοβουλίες από άλλες δυνάμεις.
Το μέτωπο αυτό πρέπει τώρα να σταθεροποιηθεί, να διευρυνθεί μέσα στο λαό, να αναπτύσσεται πολύμορφα. Να συνενώνει νέες δυνάμεις, να επιδιώκεται η συμμετοχή σε κοινή δράση πολιτικών δυνάμεων, κινήσεων που δε συμφωνούν ή δεν έχει ωριμάσει ακόμα στη συνείδησή τους το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών με το ΝΑΤΟ ή την ΕΕ που είναι η κύρια πηγή του πολέμου. Είναι ζήτημα συνεχούς μελέτης της πείρας που κατακτιέται για να ισχυροποιηθεί, μέσα από τη πολυμορφία του, ένα πλατύ μέτωπο πάλης ενάντια στον ιμπεριαλισμό.
 Ανάλογη είναι και η εμπειρία από τη δημιουργία του Π.Α.ΜΕ. Η ανάγκη να απαλλαγεί το συνδικαλιστικό κίνημα από την ταφόπλακα της γραφειοκρατίας και το συμβιβασμό συνένωσε διαφορετικές δυνάμεις σε ένα μέτωπο πάλης. Εχουν δημιουργηθεί ορισμένες προϋποθέσεις για να περάσει ο αγώνας της εργατικής τάξης σε ένα άλλο ανώτερο επίπεδο. Σε στόχους πάλης, οργάνωσης, συμμαχιών.
 Οι μεγάλοι αγώνες της αγροτιάς, της νεολαίας επίσης άνοιξε νέους δρόμους στην οργάνωση, στις μορφές πάλης, αλληλεγγύης.
Με βάση αυτές τις  εμπειρίες και τις κατευθύνσεις του 16ου Συνεδρίου θα χρειασθεί να μελετήσουμε καλύτερα τα επόμενα βήματα, να δουλεύουμε συνεχώς την τακτική του αγώνα και των συσπειρώσεων στα μεγάλα μέτωπα πάλης.
Ζητήματα τακτικής που αποκτούν αποφασιστική σημασία είναι:
 Επεξεργασία στόχων συσπείρωσης και πάλης που να δείχνουν την κατεύθυνση των αλλαγών που είναι αναγκαίες, τις διαφορετικές πολιτικές που συγκρούονται, αλλά και την κοινότητα συμφερόντων ανάμεσα σε διάφορα τμήματα της εργατικής τάξης και άλλων λαϊκών στρωμάτων.
Η κοινωνική ασφάλιση, για παράδειγμα, στις σημερινές συνθήκες δεν μπορεί να λυθεί προς όφελος των εργαζομένων παλεύοντας  ο κάθε ξεχωριστός κλάδος να λύσει το δικό του πρόβλημα χωρίς συντονισμό και σύγκρουση με την κεντρική κατεύθυνση της κυβέρνησης, του ΣΕΒ, της ΕΕ. Εχει μεγάλη αξία εδώ η επεξεργασία σωστής τακτικής και στην επεξεργασία κοινών στόχων, αλλά και στην υπερνίκηση των εμποδίων που προκύπτουν από στενές συντεχνιακές αντιλήψεις, από κυβερνητικές παρεμβάσεις ή άλλα συμφέροντα και εμποδίζουν την κοινή πάλη.
 Η επεξεργασία σωστής τακτικής για την ανάπτυξη των κοινωνικών συμμαχιών είναι επίσης ένα άλλο κρίσιμο ζήτημα. Για παράδειγμα στον κλάδο τροφίμων και ποτών κυριαρχούν ορισμένες μονοπωλιακές επιχειρήσεις, συνδεμένες με πολυεθνικές. Κατά ξεχωριστή επιχείρηση ο αγώνας είναι δύσκολος. Χρειάζεται συντονισμός της πάλης σε όλο τον κλάδο. Από τη μονοπώληση της αγοράς δε θίγεται μόνο η εργατική τάξη, αλλά και η αγροτιά, μικροϊδιοκτήτες στις πόλεις, οι εργαζόμενοι συνολικά ως καταναλωτές.
 Εχουν  επίσης μεγάλη σημασία οι μορφές οργάνωσης, κοινής πάλης για να αποκτά σταθερότητα και προοπτική η κάθε επιμέρους μικρότερη ή μεγαλύτερη συσπείρωση. Να αποκτά ρίζες στους τόπους δουλειάς, μέσα στο λαό, τη νεολαία. Για παράδειγμα, οι συντονιστικές επιτροπές σωματείων, που γεννήθηκαν από τη ανάγκη της πάλης, θα έχουν λόγο και βαρύτητα στον αγώνα της εργατικής τάξης, αν καταφέρνουν να ενεργοποιούν εργατικές μάζες μέσα από κάθε επιμέρους σωματείο. Αν παραμείνουν ως μια συντονιστική επιτροπή προέδρων ή διοικητικών συμβουλίων δε λύνουν κανένα ουσιαστικό πρόβλημα.
 Κατάκτηση της ικανότητας για συνεργασία και κοινή δράση με δυνάμεις που έχουν διαφορετικές αντιλήψεις, νοοτροπίες, συμφέροντα σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο. Για παράδειγμα, το πρόβλημα της κοινωνικής ασφάλισης δεν είναι μόνο πρόβλημα της εργατικής τάξης. Είναι γενικό κοινωνικό πρόβλημα, αφορά και άλλα κοινωνικά στρώματα. Η κοινή πάλη δίνει δύναμη και αποκαλύπτει τον καθολικό χαρακτήρα του ζητήματος. Η κοινή όμως πάλη έχει τις δυσκολίες της και χρειάζεται υπολογισμός της.
 Αυξημένη ικανότητα και επαγρύπνηση για την εξουδετέρωση των υπονομευτικών ενεργειών από τις αντίπαλες δυνάμεις.
 Κάθε συσπείρωση θα αναπτύσσεται και στην πορεία θα συνδέεται με άλλα μέτωπα πάλης αν έχει στόχο της την ανάπτυξη της μαζικής λαϊκής πάλης άμεσα μέσα από αγώνες μεγάλης κλίμακας σε πανελλαδικό, περιφερειακό ή κλαδικό επίπεδο.
Η ανάπτυξη των μετώπων πάλης και συσπειρώσεων θα επιταχύνει τη δημιουργία του αντιιμπεριαλιστικού, αντιμονοπωλιακού δημοκρατικού μετώπου πάλης, αλλά και μέσα από αυτή τη διαδικασία θα αποκτήσει και όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που θα του επιτρέψουν να αναδειχθεί στην πολιτική πάλη, ως δύναμη ικανή να αντιταχθεί στην κυριαρχία των μονοπωλίων, του ιμπεριαλισμού, να αμφισβητήσει την εξουσία τους νικηφόρα.
Ανεξάρτητα από την εξέλιξη της μιας ή της άλλης συσπείρωσης στο ένα ή στο άλλο μέτωπο πάλης ο παράγοντας εκείνος που θα επιδράσει καθοριστικά στη σταθερότητα των βημάτων και στην ταχύτητα οικοδόμησης του Μετώπου είναι η ανάπτυξη του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος και η αποφασιστική ισχυροποίηση του ΚΚΕ και των ιδεών του στις γραμμές της εργατικής τάξης.

ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
ΠΟΥ ΝΑ ΥΠΗΡΕΤΕΙ ΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ ΣΤΟΧΟΥΣ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ
Η επιτυχημένη σύνδεση τακτικής και στρατηγικής απαιτεί μια σειρά αλλαγές στη λειτουργία των οργανώσεων και των καθοδηγητικών οργάνων.
Στην εισήγηση της ΚΕ στο 16ο Συνέδριο και στις αποφάσεις δίνονται οι κύριες κατευθύνσεις αυτών των αλλαγών: «Επείγει, χωρίς αναβολές και επίκληση όποιων υπαρκτών αντικειμενικών δυσκολιών, να δοθεί στη εσωκομματική ζωή περιεχόμενο ζωντανό, πλούσιο, αποτελεσματικό. Να ανταποκρίνεται στη συνθετότητα και τις απαιτήσεις των πολιτικών καθηκόντων».
Καθορίζονται επίσης και τα κριτήρια με βάση τα οποία θα κρίνεται το αποτέλεσμα. Αν η δράση στο χώρο κάθε οργάνωσης συμβάλει στην άνοδο της οργάνωσης των λαϊκών μαζών, της πάλης τους στην ανάπτυξη της λαϊκής πρωτοβουλίας και αυτενέργειες. Στη διάδοση των κομμουνιστικών ιδεών και αξιών ευρύτερα. Στην ικανότητα των μελών και στελεχών να δουλεύουν με ευρύτερες δυνάμεις που δε συμφωνούν με το ΚΚΕ, αλλά προβληματίζονται και αναζητούν δρόμους κοινής δράσης.
Πώς θα αλλάξει και θα βελτιωθεί σε αυτή την κατεύθυνση η λειτουργία; Να αποκτήσει μεγαλύτερη ζωντάνια, αμεσότητα και δυναμισμό η καθημερινή λειτουργία και δράση του Κόμματος σε όλους τους κρίκους, όλων των στελεχών και μελών. Συμβαίνει συχνά να εξαντλείται πολύς χρόνος σε εσωκομματικές διαδικασίες χωρίς να υπάρχει το αντίστοιχο αντίκρυσμα, αποτέλεσμα στην πρακτική δράση. Παίρνονται αποφάσεις και χρειάζονται νέες συνεδριάσεις για να μπουν σε υλοποίηση. Προγραμματίζονται συνεδριάσεις και τα θέματα που συζητούνται να είναι αποσπασμένα από τη ζωή και τις τρέχουσες εξελίξεις. Είναι συχνό ακόμα το φαινόμενο να μεταφέρονται από πάνω προς τα κάτω καθήκοντα και κατευθύνσεις χωρίς να υπολογίζονται οι ιδιαιτερότητες, η πείρα του κάθε χώρου και οι προϋποθέσεις που απαιτούνται για να υλοποιηθούν.
Γενικά έχουμε φαινόμενα στη λειτουργία που δε διευκολύνουν τη ζωντανή, άμεση σύνδεση του Κόμματος με τις λαϊκές μάζες και τις ανάγκες τους, τη διατήρηση, ενίσχυση και παραπέρα ανάπτυξη των αγωνιστικών δεσμών. Δεν ενθαρρύνουν τον προβληματισμό και την πρωτοβουλία, στο σχεδιασμό, στη δράση.
Πώς θα απαλλάξουμε τη λειτουργία μας από τις σοβαρές αυτές αδυναμίες; Τι πρέπει να γίνει για να αντιπαλεύεται καθημερινά το πνεύμα ρουτίνας, τυποποίησης, απόσπασης, γενικολογίας, αναποτελεσματικότητας;
Σε κάθε περίπτωση δεν πρόκειται να δοθούν πρακτικές απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά μεταφέροντας αυτές τις διαπιστώσεις από όργανο σε όργανο ή δίνοντας γενικές οδηγίες να αλλάξουμε στυλ δουλειάς κλπ. - κλπ.
Η λύση βρίσκεται στην προσωπική ευθύνη κάθε στελέχους να αντιμετωπίζει και να λύνει σε κάθε στιγμή πρακτικά αυτά τα ζητήματα, με βάση τις ειδικές αποφάσεις του Συνεδρίου στο ζήτημα αυτό, να καλλιεργεί τη συλλογική επαγρύπνηση και ανησυχία και να διατηρεί ανοιχτό το μέτωπο με αδυναμίες, παραλείψεις, λάθη προς κάθε κατεύθυνση.  Να μη συμβιβάζεται με τα κακώς κείμενα.
Μερικές σκέψεις επιγραμματικά για παραπέρα προβληματισμό και συζήτηση:
 Μπορούν να γίνουν σοβαρές και γρήγορες αλλαγές στη λειτουργία και στον προσανατολισμό της δράσης των οργανώσεων, αν οι Γραμματείς των οργανώσεων, τα Γραφεία, οι καθοδηγητές παρακολουθούν με μεγαλύτερη ανησυχία τις εξελίξεις. Τα όργανα, οι ΚΟΒ, τα στελέχη, όχι μόνο στις συνεδριάσεις αλλά καθημερινά, πρέπει να έχουν έντονη τη αίσθηση των αναγκών του λαού, των προβληματισμών, των διεργασιών που συντελούνται, να εξετάζουν και παρακολουθούν τη δράση των άλλων πολιτικών δυνάμεων, να πιάνουν την επικαιρότητα.
Δεν μπορεί να προγραμματίζουμε και να συζητάμε έξω και μακριά από αυτά που συντελούνται γύρω μας.
Στη βάση αυτή μπορεί να γίνει πιο ουσιαστική και πιο αποτελεσματική η καθημερινή δράση του Κόμματος σε όλους τους χώρους και τομείς δράσης. Με αυτή την έννοια ο «Ρ» είναι ο πιο άμεσος και πιο «έγκυρος» καθοδηγητής.
Η ΚΕ στην εισήγησή της στο 16ο Συνέδριο θέτει ως εξής το πρόβλημα: «Τόσο η ΚΕ, όσο και τα καθοδηγητικά όργανα των Περιοχών και Πόλεων, των Νομών, των Αχτίδων οφείλουν να έχουν μπροστά τους σε κάθε φάση το σύνολο των εξελίξεων και των προβλημάτων που αφορούν τη οικονομία, τις αναπτυξιακές δυνατότητες και τα προβλήματα των εργαζομένων και του λαού, τη δράση της άρχουσας τάξης και της κυβέρνησης, των πολιτικών δυνάμεων, τις διεργασίες που γίνονται».
 Καλή προετοιμασία των συζητήσεων στα όργανα, στις ΚΟΒ. Χρειάζεται περισσότερη σκέψη πως θα ενισχύεται η συζήτηση, ο προβληματισμός, η συμμετοχή στη λήψη της μιας ή της άλλης απόφασης, στην επιλογής της μιας ή της άλλης τακτικής, στην ιεράρχηση των ζητημάτων κλπ. Εχει επόμενα μεγάλη αξία πώς προετοιμάζονται τα θέματα και πώς οργανώνεται η συζήτησή τους. Μέσα στο Κόμμα υπάρχουν μεγάλες εφεδρείες αναξιοποίητες και οι οποίες μπορούν να βγουν στην επιφάνεια αν δημιουργούμε συνεχώς κλίμα που να ενθαρρύνει τον προβληματισμό και κυρίως την πρωτοβουλία μελών και στελεχών και στην επεξεργασία των αποφάσεων, αλλά και στη δράση. Το κύριο και βασικό είναι να διασφαλίζεται η δραστήρια συμμετοχή  όλων των στελεχών και μελών του κόμματος, των ΚΟΒ στην προώθηση του καθήκοντος για την οικοδόμηση του Μετώπου, για την ισχυροποίηση του Κόμματος στο κίνημα της εργατικής τάξης, γα την κομματική οικοδόμηση.
 Η συστηματική εξαγωγή πολιτικών συμπερασμάτων από τη δράση, από το αποτέλεσμα της δράσης, από τους αγώνες, δίνει ζωντάνια στη λειτουργία, εξασφαλίζει τη συνέχεια και επιτρέπει να παρακολουθούμε πιο άμεσα και χειροπιαστά την πρόοδο των δεσμών του Κόμματος με την εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα, να πλουτίζεται η πείρα σε ζητήματα τακτικής και χειρισμών.
 Η συλλογικότητα δεν πρέπει να εξαντλείται με μια τυπική συμμετοχή στη συνεδρίαση. Συλλογικότητα στην προετοιμασία ζητημάτων ή στη λύση προβλημάτων, στη συζήτηση, στην υλοποίηση, στη μετάδοση της συλλογικής πείρας.
Η αναζήτηση μεθόδων βελτίωσης της συλλογικής δράσης και κυρίως της μετάδοσης της συλλογικής πείρας βοηθάει αποτελεσματικά στο να γενικεύεται η πείρα, να ανοίγονται νέοι δρόμοι στη σκέψη, στη δράση.
 Η γρήγορη ενημέρωση των μελών, οπαδών για μια σειρά ζητήματα, αποφάσεις, ενέργειες κλπ. είναι πολύ κρίσιμο ζήτημα για την ενιαία, αποτελεσματική δράση. Η ταχύτητα των εξελίξεων, η συνθετότητα των πολιτικών καθηκόντων και ο όγκος των καθηκόντων μας υποχρεώνουν να μελετήσουμε σε κάθε κρίκο της κομματικής δουλειάς πιο ζωντανές, πιο απλές μορφές καθοδήγησης που διασφαλίζουν ταχύτητα ενημέρωσης στις ΚΟΒ και ετοιμότητα αντίδρασης σε μεγάλα γεγονότα. Την  ίδια αξία με την ενημέρωση έχει και η αξιοποίηση των παρατηρήσεων σκέψεων, προτάσεων όχι μόνο των μελών, αλλά και φίλων, συναγωνιστών, συνεργαζομένων.
 Η συνεχής φροντίδα για τη διεύρυνση του περίγυρου των ΚΟΒ, των στελεχών με νέους φίλους, οπαδούς, με νέους αγωνιστές είναι ένα ακόμα ισχυρό μέσο που μπορεί να δώσει αμεσότητα, ζωντάνια,  δυναμισμό στη δράση. Και στον τομέα αυτό μπορούν να αναδειχτούν πιο πλούσιες μορφές άμεσης επικοινωνίας διαλόγου και δράσης.
Θα μπορούσαμε να επεκταθούμε και σε άλλα ακόμα ζητήματα όπως στον έλεγχο των αποφάσεων και γενικά της κομματικής δράσης που είναι ένα από τα πιο σπουδαία ζητήματα της καθοδηγητικής δουλειάς στην πολιτική στελεχών της. Με τις παραπάνω επισημάνσεις επιδιώκουμε όχι να δώσουμε έτοιμες λύσεις, αλλά να δώσουμε κυρίως το στίγμα των αλλαγών στη λειτουργία των οργάνων και των ΚΟΒ και των προσπαθειών που πρέπει να κάνουμε σε αυτή την κατεύθυνση.
Αλλωστε στην εισήγηση της ΚΕ στο 16ο Συνέδριο και στις αποφάσεις δίνονται με τρόπο ολοκληρωμένο, οι κύριες κατευθύνσεις για τις αλλαγές και προσαρμογές που είναι απαραίτητες προκειμένου να κατακτήσουμε μια ανώτερη ποιοτικά καθοδηγητική ικανότητα.
Σε κάθε περίπτωση το κριτήριο των αλλαγών, των βελτιώσεων θα είναι τα αποτελέσματα στη δράση. Αποτελέσματα που να ανταποκρίνονται στους πολιτικούς στόχους που έθεσε το 16ο Συνέδριο. «Ισχυρό ΚΚΕ, γερά οργανωμένο και δυνατό. Πριν απ' όλα στους χώρους εργασίας με συνεχή ανάπτυξη και ανανέωση των γραμμών του. Κόμμα ικανό να προωθήσει την οικοδόμηση του ΑΑΔΜ. Κόμμα ικανό να συμβάλει αποφασιστικά στη αλλαγή της πνευματικής, κοινωνικής ατμόσφαιρας, ώστε ο λαός να κατανοήσει ότι έχει τη δύναμη να επιβάλει το δίκιο του. Να γίνει ευρύτερη πεποίθηση η αναγκαιότητα του  σοσιαλισμού, η ζωτικότητα των ιδεών της κοινωνικής απελευθέρωσης, της διεθνιστικής αλληλεγγύης».

ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ ΡΕ ΧΑΜΕΝΟΙ - ΞΥΠΝΑ ΛΑΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕ


Όχι [κυρία μου], ΔΕΝ δίνουν δεκάρα! 






 Διαβαζα ενα κειμενο της ποιητριας Ολυμπίας Καράγιωργα, την βραβευση της οποιας, αγνοουσα μεχρι προσφατα. Βεβαια ισως πει κανεις οτι δεν εχει και τοση σημασια σημερα μια βραβευση της Ακαδημιας Αθηνων, οσο το τι πρεσβευει ενας ανθρωπος που ζει και κινειται σημερα στην Ελλαδα του 2012.  

Ενα κειμενο της, oμως, που δημοσιευτηκε στην «Αυγη», δυο μερες πριν (21/08/2012),  ξεκαθαρισε σ εμενα αλλα ενδεχομενα και σε οσους σαν κι εμενα, βρισκονται μακρια απο τη χωρα και δεν ειναι «μεσα στα πραγματα»,  το τι πιστευουν σημερα στην Ελλαδα καποιοι ανθρωποι του «πνευματος και της τεχνης»!
  
Κατ αρχην να πω οτι απορησα με την ... «Αυγη» που δημοσιευσε ενα κειμενο που κανει κριτικη στην ...Ευρωπαικη Ενωση και τον ρολο της, αλλα διαβαζοντας το ισως μπορεσει κανεις να βγαλει καλυτερα καποια συμπερασματα (;) και για την Αυγη αλλα και για τα πιστευω των οπαδων του ΣΥΡΙΖΑ. 


Το κειμενο της Ολυμπίας Καράγιωργα απευθυνεται οπως λεει και ο τιτλος, στα μελη της ...Ευρωπαϊκής Ένωσης και εκει η ποιητρια απορει και εξισταται για θεματα που κατα τη γνωμη μου θα επρεπε ως πολιτης και ως ανθρωπος της διανοησης να ειχε καταλαβει προ πολλου! Το γιατι δεν τα συμβαινει κατι τετοιο δεν το γνωριζω και το κειμενο προσφερεται για καθε ερμηνεια.

Μεταξυ αλλων διαβαζουμε: 

''Εμείς, ο ελληνικός λαός, (λεει η ποιητρια), ζώντας καθημερινά τι ακριβώς σημαίνει “οικονομική κρίση” πέρα από Τράπεζες και Συμφωνίες Οικονομικές, κουβαλάμε στην ψυχή μας μία ερώτηση που όλο μεγαλώνει, όλο βαραίνει: “Μα δεν νοιάζονται;”. Αυτοί οι άνθρωποι στην Ευρώπη, που πήραν τις ζωές μας, τη μοίρα μας στα χέρια τους, χωρίς να μπούν στον κόπο να μας πουν, να μας εξηγήσουν, σ’ εμάς τον λαό, περι τίνος πρόκειται προδίδοντας έτσι τη Δημοκρατία, την πολύ ελληνική αυτή λέξη που σημαίνει “κυριαρχία του λαού”. Αυτοί οι άνθρωποι στην Ευρώπη που συνεργάστηκαν με ανάξιους, σάπιους πολιτικούς και σάπια πολιτικά κόμματα. Αυτοί οι άνθρωποι δεν νοιάζονται, δεν ανησυχούν; 

Για τις άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις από τα πολύ αυστηρά, ακόμα και σκληρά μέτρα, για να πάρουν τα ΧΡΗΜΑΤΑ! Από μια συμφωνία που ο ελληνικός λαός δεν έμαθε ποτέ τι την αποτελούσε και γιατί, δεν νοιάζονται; Ακόμα, για το τρομερό γεγονός πως εκείνοι που “πλήρωσαν” για την απλήρωτη συμφωνία ήταν οι φτωχοί, οι δημόσιοι υπάλληλοι, η εργατική τάξη; Οι πλούσιοι μείναν άθικτοι. Προστατευμένοι πάντα από την άγραφη αν και απόλυτα πραγματική “Διεθνή Ασφαλή Κοινωνία του Πλούτου”; Δεν νοιάζονται;  (!!)

Και η Ευρώπη; Η... “Ενωμένη Ευρώπη”; Καμία αναφορά, σιωπή. Ή ελάχιστη, χωρίς συναίσθημα, σαν ένα ακόμα “Νέο της Ημέρας”. Δεν υπάρχει, ΠΟΝΟΣ! Εκεί, στην Ευρώπη, όπου ΗΘΙΚΗ σημαίνει όλο και περισσότερο, ΧΡΗΜΑ! Εκεί όπου η ανθρώπινη ζωή πνίγεται στα μηδενικά των εκατομμυρίων... Εντάξει λοιπόν! Πληρώστε το δικό σας, ΧΡΕΟΣ!'' 

Η ποιητρια ισχυριζεται οτι η Γερμανία, ως κατεξοχήν αντιπρόσωπος της “Ευρωπαϊκής Ένωσης” το χρέος της οποιας, οπως λεει, εχει δημιουργηθει από «αίμα, θάνατο από πείνα και καταστροφή» οφειλει  σαν χωρα πολλα περισσοτερα στην Ελλαδα απο τα δισεκατομμυρια που τωρα ζητα μεσω ανυπερβλητων θυσιων απο τον Ελληνικο λαο προκειμενου να εισπραχθουν τα χρηματα των δανειστων. 

E, και; Ποιοι πολιτικοι φορεις θα απαιτησουν σημερα τις ..Γερμανικες οφειλες που υπαινισσεται το κειμενο της Ολυμπιας Καραγιωργα; Γιατι δεν τους ονομαζει;

Η Καραγιωργα μιλα για το χρεος των Ευρωπαιων, ''ενα χρεος 5.000 χρόνων απεναντι στη γλωσσα και τη κουλτουρα που θα επρεπε να αναγνωριζουν οι Ευρωπαιοι και ισχυριζεται οτι ενω ως χωρα ειμαστε απο τις πλουσιοτερες σε ορυκτα, αν ειχαμε “πατριώτες πολιτικούς”, δεν θα είχαμε κανένα οικονομικό πρόβλημα και θα ειμασταν προθυμοι, οπως λεει, να «συνεργαστουμε τίμια και γενναιόδωρα με τους άλλους λαούς του πλανήτη αρχίζοντας φυσικά με τις χώρες των “ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ» (όπου θα ανήκαμε κι εμεις).

Δηλαδη που θελει η...ποιητρια να καταληξει με οσα λεει; Το κειμενο κατα τη γνωμη μου ειναι μια ...γαλανολευκη αοριστια που αποπροσανατολιζει, ουτε θετει τα πραγματα και τους υπευθυνους προ των ευθυνων τους. 
Το πως και επι ποιων κομματικων κυβερνησεων φτασαμε στην σημερινη κατασταση δεν θα πρεπει αραγε να μας απασχολει; Τι πολιτικες ακολουθησαν επι χρονια αυτες οι κυβερνησεις που μας εφεραν ανεργια, υποαπασχοληση, φτωχεια, υποβαθμιση ζωης, ρατσισμο και μια πρωτοφανη εκπτωση αξιων; Για ποια Ευρωπαικη κουλτουρα μιλαμε, κυρια Καραγιωργα, οταν σημερα ολη Ευρωπη αντιμετωπιζει παρομοια προβληματα, οταν οι λαοι δεν εχουν πια ουτε τα βασικα; Τι σχεση μπορει να εχουν οι γλωσσικες ομοιοτητες μεταξυ των λαων οταν μιλαμε για ταξικα συμφεροντα και για ενα καπιταλιστικο συστημα,  που σκοπο εχει τον αφανισμο της εργατικης ταξης (και) απο τον Ευρωπαικο χαρτη;

Καποιοι ανθρωποι της διανοησης φαινεται οτι αδιαφορουν για τη πραγματικοτητα της πολιτικης και συνεχιζουν τους ''οραματισμους'' τους περι μιας....χαμενης ελληνικοτητας που υποθετικα θα απελαμβανε το ...κυρος και το θαυμασμο ολης της Ευρωπης, αν ο κοσμος μας ηταν ισως....«αγγελικα πλασμενος»!! Μα που ζουνε οι διανοουμενοι στην Ελλαδα;

Αναρρωτιεται κανεις αν οι ανθρωποι της τεχνης και της διανοησης τελικα ζουν αναμεσα μας, ή μηπως αιθεροβατουν απο ...συννεφο εις συννεφο, προσπαθωντας να δωσουν απαντηση σε καποια ...δευτερευοντα ισως προβληματα που τυχον τους απασχολουν!

''Απ' το σκοτάδι που ζούμε τώρα, από το σκοτάδι όπου μας έριξε ο πρόχειρος, τραγικά όπως αποδεικνύεται, προσχεδιασμός του θεσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα ζούμε στο φως. Θα μοιράζομε φως. “ΜΕ ΑΛΛΕΣ ΚΥΡΙΑΡΧΕΣ ΑΞΙΕΣ”. Έτσι λοιπόν, “Πλούσιο Υπέδαφος“, “Πλούσια Ορυκτά”, μία ακόμη αιτία για να γίνουμε ΣΕΒΑΣΤΟΙ! Μία πολύ σοβαρή αιτία αν σκεφτούμε τις αξίες που κυριαρχούν σήμερα στις Κοινότητες της Δύσης! Και τις αξίες αυτές εμείς, Έλληνες, Ισπανοί, Πορτογάλοι, Ιταλοί, Ιρλανδοί -πόσο συμπτωματικό είναι αλήθεια πως αυτές οι χώρες έχουν το οικονομικό πρόβλημα;- με το κοινό μας “Ντουέντε” , “Πάθος , Έρωτας ζωής”, ελπίζουμε να αλλάξουμε, να ομορφύνομε με άλλες κυρίαρχες αξίες: Ανθρώπινη Ευτυχία, Ανθρώπινη Γλυκύτητα, Βοήθεια και Προστασία της Ψυχής μας και της Γης μας''.

Καποτε το να ειναι κανεις διανοουμενος σημαινε οτι ειναι και κοντα στα προβληματα του λαου. 

Σημερα, οπως φαινεται, δεν ειναι, πια, ...απαραιτητη προυποθεση!





 Αναρτήθηκε από  Elva

ΜΕ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΔΙΑΣ,ΟΙ ΝΕΟΝΑΖΙ ΦΑΣΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ ΣΤΗ ΚΟΡΙΝΘΟ-ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ Α


ΜΕ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΔΙΑΣ,ΟΙ ΝΕΟΝΑΖΙ ΦΑΣΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ ΣΤΗ ΚΟΡΙΝΘΟ-ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ

Αναρτήθηκε από τον/την redship
 
 
 
 
 
 
Rate This

από πρεζα  tv

ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ ΑΠΟ ΤΑ ΣΗΜΕΡΙΝΑ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ ΣΤΗ ΚΟΡΙΝΘΟ,ΟΤΑΝ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΝΕΟΝΑΖΙΣΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗ, ΕΠΙΤΈΘΗΚΑΝ ΣΤΟΥΣ ΜΠΑΤΣΟΥΣ,ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΣΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ ΣΤΟ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ,ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΜΕΤΑΤΡΕΠΕΤΑΙ ΣΕ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΓΚΟΥΑΝΤΑΝΑΜΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΤΡΕΓΜΕΝΟΥΣ.
ΟΠΩΣ ΠΑΡΑΤΗΡΕΊΤΕ ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΦΑΣΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ,ΕΙΝΑΙ ΠΛΗΡΩΣ ΕΞΟΠΛΙΣΜΕΝΟΣ ΜΕ ΟΣΑ ΕΞΑΡΤΗΜΑΤΑ ΕΧΕΙ ΕΝΑΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΔΙΑΣ…
ΕΠΩΜΙΔΕΣ,ΕΠΙΓΟΝΑΤΙΔΕΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΑ ΠΤΥΣΟΜΕΝΟ ΓΚΛΟΜΠ!!!
ΑΡΑΓΕ ΘΑ ΕΧΕΙ ΠΟΤΕ ΚΑΝΕΙΣ ΤΑ ΑΡΧΙΔΙΑ ΝΑ ΜΙΛΗΣΕΙ ΓΙΑ ΤΑ “ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΟΥΝΤΑ ΔΟΧΕΙΑ” ΜΕΤΑΞΥ ΕΛ.ΑΣ ΚΑΙ ΝΕΟΝΑΖΙ ΤΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ;;;
με πληροφοριες απο το
JUNGLE-Report
https://www.facebook.com/JUNGLE.Report

ΞΥΠΝΑΤΕ ΡΕΕΕΕΕΕΕΕΕ


Πλάκωσαν οι Μπολσεβίκοι

ΕΙΚΟΝΑ

Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ


Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ 
ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΠΛΕΥΡΕΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΤΗΣ 
ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΓΕΝΝΟΥΝ
ΣΕ ΜΙΑ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
της Δώρας Μόσχου 

Το πρόβλημα της μετάβασης των πληθυσμών του ελλαδικού χώρου από τις φεουδαρχικές στις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής έχει αρκετές φορές τεθεί - και όχι μόνο από τη μαρξιστική ιστοριογραφία - αλλά ενδεχομένως δεν έχει ακόμα διερευνηθεί όσο θα έπρεπε ούτε - πολύ περισσότερο - έχει απαντηθεί με επάρκεια. Οπωσδήποτε, οι μαρξιστές ιστορικοί και ιστοριοδίφες ήταν και οι πρώτοι που διατύπωσαν τη θέση περί διαμόρφωσης αστικής τάξης στον οθωμανοκρατούμενο ελλαδικό χώρο κατά τις παραμονές της μεγάλης επανάστασης του 1821, ορίζοντας ακριβώς αυτή τη διαδικασία ως εκ των ουκ άνευ προϋπόθεσή της. Σε αυτό το σημείο, η συμβολή του Γιάννη Κορδάτου, αλλά και του Γιάννη Ζεύγου (θα τολμούσα να συμπεριλάβω και τον καθηγητή Σβορώνο) είναι ιδιαίτερα σημαντική. Η συμβολή αυτή έγκειται, κατά τη γνώμη μας, στο εξής: έχει καταστεί πια ευρέως αποδεκτή η συμβολή και η καθοδηγητική λειτουργία της αστικής τάξης στην εκδήλωση της μεγάλης ελληνικής επανάστασης. Νομίζουμε δε ότι, όπως η μεγάλη γαλλική επανάσταση του 1789 αποτελεί το πρότυπο αστικοδημοκρατικής επανάστασης με σκοπό την κατάληψη από την αστική τάξη και της πολιτικής εξουσίας, κατά τον ίδιο τρόπο η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε πρότυπο επαναστατικής διαδικασίας, καθοδηγημένης από την αστική τάξη, στην προοπτική της διαμόρφωσης ενιαίας εσωτερικής αγοράς και συγκρότησης έθνους - κράτους.
Οι διαδικασίες οι οποίες οδήγησαν στην έκρηξη της επανάστασης του 1821 είναι, στην ουσία τους, διαδικασίες μετάβασης από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό, στον οθωμανοκρατούμενο βαλκανικό χώρο (οπωσδήποτε και έξω από αυτόν, αλλά πάντα σε συνάρτηση με αυτόν). Ο 19ος αιώνας, εποχή τελείωσης του καπιταλιστικού συστήματος, είναι εξ άλλου, οπουδήποτε στον κόσμο, εποχή εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων και διαμόρφωσης εθνών-κρατών, με κινητήρια δύναμη την αστική τάξη. Εάν δεχτούμε αυτό το σχήμα, οφείλουμε να δώσουμε μεγάλο βάρος στον ενδογενή χαρακτήρα των διαδικασών αυτών, αντιμετωπίζοντας κατ’ αρχήν την υπό διαμόρφωση ελληνική αστική τάξη σαν συστατικό στοιχείο της ίδιας της δομής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας . Πιστεύω λοιπόν ότι βασικό καθήκον για μια μαρξιστική προσέγγιση της διαμόρφωσης της ελληνικής αστικής τάξης, είναι μια ευρεία ματιά πάνω στα οικονομικά δρώμενα της ίδιας της αυτοκρατορίας, μια συνοπτική αναδρομή στις οικονομικές και κοινωνικές σχέσεις που αναπτύχθηκαν στο χώρο της (οπωσδήποτε και σε σχέση με το διεθνές πλαίσιο). Σε αυτή την αναδρομή, βαρύτητα θα δώσουμε στο σκέλος εκείνο των οικονομικών λειτουργιών και δραστηριοτήτων που είναι γνωστές ως «αστικές», δηλαδή στο εμπόριο, τη ναυτιλία, τη βιοτεχνία - βιομηχανία, αλλά και στις σχέσεις παραγωγής τις οποίες διαμορφώνουν και μέσα από τις οποίες αυτές αναπτύσσονται.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΟΜΩΝ
ΤΗΣ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ

Οι Οθωμανοί Τούρκοι, πριν την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης, βρίσκονταν ακόμη στο στάδιο της μετάβασης από την κοινωνία των γενών, στο φεουδαρχικό σύστημα. Η ώσμωση της διαδικασίας αυτής με τις προϋπάρχουσες δομές του κατακτημένου βυζαντινού χώρου οδήγησε στη διαμόρφωση μιας πρώιμης οθωμανικής φεουδαρχίας, με κυρίαρχο στοιχείο το ότι ο Σουλτάνος (όχι ως πρόσωπο, αλλά ως εκπρόσωπος του κράτους) έχει την ψιλή κυριότητα της γης, την οποία εκχωρεί στους αξιωματούχους του. Οι παραχωρημένες αυτές εκτάσεις γης (των οποίων οι δικαιούχοι έχουν τη νομή και την καλλιέργεια, αλλά όχι και την πραγματική ιδιοκτησία) ονομάζονται τιμάριο, για τούτο και το σύστημα αυτό είναι γενικά γνωστό ως τιμαριωτικό. Τηρουμένων των αναλογιών, το γαιοκτητικό σύστημα των οθωμανών θυμίζει πολύ περισσότερο το αντίστοιχο των χρόνων της Βυζαντινής ακμής και λιγώτερο εκείνο της όψιμης φάσης της αυτοκρατορίας, την πιο ολοκληρωμένη δηλαδή μορφή του φεουδαρχικού συστήματος στον ανατολικό χώρο.
Ο περιορισμός της ισχύος και των εξουσιών των μεγάλων γαιοκτημόνων (πολύ ισχυρών κατά την όψιμη βυζαντινή περίοδο) εξ αιτίας της αφαίρεσης της πραγματικής κυριότητας της γης, δημιούργησε ικανοποίηση στους χωρικούς και βελτίωσε τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη των καλλιεργειών και της γεωργίας. Οι περισσότεροι περιηγητές της εποχής συμφωνούν στο ότι η οθωμανική ύπαιθρος εμφανίζει πολύ καλύτερη εικόνα από την αντίστοιχη της Δυτικής Ευρώπης, όπου η φεουδαρχία πνέει τα λοίσθια, παρά μάλιστα τις ερημώσεις και λεηλασίες που υπήρξαν τα αποτελέσματα των οθωμανικών κατακτήσεων και των βενετοτουρκικών πολέμων. Η τόνωση της γεωργίας (αυτή η πλευρά μας ενδιαφέρει, σε σχέση με το ζήτημα που διερευνούμε εδώ) βοηθά και την αντίστοιχη τόνωση των αστικών κέντρων και των αστικών οικονομικών δραστηριοτήτων. Επίσης, η οθωμανική διοίκηση μεριμνά ώστε να κατασκευαστούν δρόμοι, πράγμα που διευκολύνει τη μεταφορά των αγροτικών και των βιοτεχνικών προϊόντων, ενώ ακολουθεί και μια πολιτική εποικισμών και αναγκαστικών μετεγκαταστάσεων που συντελούν ριζικά στο να ξανακατοικηθεί η ερημωμένη ύπαιθρος αλλά και οι πόλεις. Εδώ, σημειώνουμε το γεγονός ότι παρατηρείται και ένα είδος αναδίπλωσης του πληθυσμού της ελληνικής χερσονήσου (από τα παράλια και τις πεδιάδες μετακινείται προς τα βουνά και τα νησιά), κάτι που όμως όχι μόνο δεν αλλάζει επί της ουσίας τους όρους για την άσκηση των οικονομικών του δραστηριοτήτων, αλλά αντίθετα τους εδραιώνει. Και οι δύο χώροι - ο ορεινός και ο νησιωτικός - χαρακτηρίζονται από την έλλειψη μεγάλων εκτάσεων γης και από τη μειωμένη δυνατότητα ανάπτυξης της γεωργίας. Ενα πρώτο αποτέλεσμα αυτού του αντικειμενικού γεγονότος είναι ότι οι ισχνές αυτές «γαίες» δεν συμπεριλαμβάνονται σε μεγάλες γαιοκτησίες και ότι σε αυτές τις περιοχές επικρατεί ο μικρός, ελεύθερος κλήρος. Ενα δεύτερο αποτέλεσμα - και ίσως σημαντικότερο - είναι το ότι οι κάτοικοι τόσο των ορεινών περιοχών, όσο και των νησιών αποκόπτονται από την καλλιέργεια της γης και ασχολούνται με δραστηριότητες αστικού - βιοτεχνικού χαρακτήρα: βιοτεχνία , εμπόριο, ναυτιλία.
Οσον αφορά αυτή την τελευταία,  ήδη από το τέλος του 15ου αιώνα, δείχνει την τάση που αργότερα την κατέστησε ουσιαστικό αιμοδότη της οικονομίας της αυτοκρατορίας. Στο μέσο και όψιμο Βυζάντιο η ναυτιλία του ανατολικού χώρου δεν ήταν ιδιαίτερα ανεπτυγμένη, καθώς δεν μπορούσε να συναγωνιστεί την αντίστοιχη βενετική. Οι αλλεπάλληλοι όμως τουρκοβενετικοί πόλεμοι εξασθένισαν, (μεταξύ άλλων παραγόντων) το βενετικό ναυτιλιακό εμπόριο, που δεν μπορούσε πια να μονοπωλήσει τους δρόμους της Αδριατικής. Μπορούμε λοιπόν να παρατηρήσουμε ότι ήδη, σε μια αρκετά πρώιμη περίοδο, τίθενται οι οικονομικές βάσεις για την ανάπτυξη των κοινωνικών στρωμάτων που θα μετεξελιχθούν στην ελληνική αστική τάξη: την τάξη που θα γίνει φορέας και κήρυκας της ελληνικής εθνικής ιδέας και της συγκρότησης ελληνικού κράτους.
Οι συντηρητικότερες οικονομικές δομές λοιπόν οι οποίες επανεδραιώνονται στον οθωμανοκρατούμενο ελλαδικό χώρο, τους δύο τουλάχιστον πρώτους αιώνες της κυριαρχίας, διαμορφώνουν όχι μόνο πολύ καλύτερους όρους διαβίωσης για τους ντόπιους πληθυσμούς, αλλά και γεννούν τα σπέρματα της οριστικής αποσύνθεσης τόσο του συστήματος όσο και της ίδιας της αυτοκρατορίας, με τη δημιουργία των βαλκανικών εθνών και των κινημάτων τους.
Μετά το πέρας των Οθωμανικών κατακτήσεων, στα τέλη του 16ου αιώνα, στην οικονομική και κοινωνική ζωή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας συντελούνται βασικές αλλαγές, με κυριώτερη την εδραίωση του συστήματος των τσιφλικιών, που αποτελεί στην πραγματικότητα την εδραίωση και ολοκλήρωση του φεουδαρχικού συστήματος. Είδαμε ότι, κατά τη διάρκεια των κατακτήσεων, όσο η οθωμανική «γη» μεγάλωνε, ο σουλτάνος είχε τη δυνατότητα να παραχωρεί στους αξιωματούχους του εκτάσεις για νομή και καλλιέργεια. Οταν οι κατακτήσεις σταμάτησαν μπροστά στην πύλη της Βιέννης (με σημαντική εξαίρεση την κατάληψη της Κρήτης, το 1669), τότε το πεπερασμένο πλέον των οθωμανικών εδαφών σταμάτησε και αυτή τη διαδικασία παραχώρησης γης. Την επέκταση των τιμαρίων διαδέχεται τώρα μια ουσιαστική μεταβολή στην ιδιοκτησία τους: από κρατικές παραχωρημένες γαίες, τα τιμάρια μετατρέπονται σε ιδιωτικές κληρονομητές εκτάσεις, οι καλλιεργητές των οποίων βαρύνονται με συγκεκριμένες αποδόσεις απέναντι στο χωροδεσπότη κατά τα φεουδαρχικά πρότυπα. Αυτό είναι το σύστημα των τσιφλικιών, με τις πολλές επιπτώσεις στην οικονομική και πολιτική ζωή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Το πέρασμα του συστήματος στην «τσιφλικάδικη» φάση του προκαλεί ραγδαία επιδείνωση στη θέση των άμεσων παραγωγών, στο βαθμό τουλάχιστον που αυτοί είναι εξαρτημένοι από τους τσιφλικούχους. Από την άλλη όμως, σηματοδοτεί και μια περαιτέρω ανάπτυξη του εξωτερικού εμπορίου της αυτοκρατορίας. Το γεγονός ότι τα έσοδα από το τσιφλίκι είναι πλέον ατομικά και ο τσιφλικούχος δεν «τελεί» προς την Πύλη, αποτελεί ένα ισχυρό κίνητρο για τη μεταβολή των καλλιεργειών και τον προσανατολισμό τους σε προϊόντα που έχουν μεγάλη ζήτηση στις διεθνείς αγορές, κυρίως το σιτάρι και το βαμβάκι.
Ούτως ή άλλως πάντως, η αυτοκρατορία υπάρχει μέσα σε ένα διεθνές πλαίσιο το οποίο βαδίζει με ταχύτητα προς τον καπιταλισμό. Η αναγκαιότητα να συναλλάσσεται με εχρηματισμένες οικονομίες έχει δύο ειδών επιπτώσεις: από τη μία δομεί ένα φορολογικό σύστημα στηριγμένο όχι στους έγγειους αλλά στους χρηματικούς φόρους, κάτι που, σε μια κοινωνία έντονα αγροτική, γίνεται δυσβάσταχτο γι’ αυτούς που πρέπει να τους πληρώσουν. Από την άλλη, η Οθωμανική αυτοκρατορία έχει όλο και περισσότερη ανάγκη από τις βιοτεχνικές, εμπορικές και, κυρίως, ναυτιλιακές δραστηριότητες του ελληνικού αστικού στοιχείου. Για τούτο και απονέμει προνόμια στα νησιά, για τούτο και ευνοεί τη βιοτεχνική παραγωγή των συντεχνιών.
Το οθωμανικό κράτος συντελεί στην ανάπτυξη ελληνικής αστικής τάξης και την ίδια στιγμή την παρεμποδίζει. Την ευνοεί γιατί τη χρειάζεται, γιατί οι ελληνικοί πληθυσμοί είναι εκείνοι που κατ’ εξοχήν ασκούν τις δραστηριότητες αυτές. Την παρεμποδίζει όμως γιατί οι βασικές οικονομικές δομές της αυτοκρατορίας και το βασικό θεσμικό πλαίσιο που τις αντανακλά παραμένει φεουδαρχικό, άρα εξ ορισμού εχθρικό στην αστική ανάπτυξη.
Οι προϋποθέσεις για την ανάπτυξη αστικών οικονομικών δραστηριοτήτων εντείνονται λοιπόν, την ίδια ιστορική στιγμή που η Οθωμανική Αυτοκρατορία ολοκληρώνει τη μετάβασή της στη φεουδαρχία. Οπουδήποτε στον κόσμο, κατά τη διάρκεια της μετάβασης από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό, το εμπορικό κεφάλαιο προηγείται του βιομηχανικού. Το ίδιο πράγμα συμβαίνει και εδώ. Εάν, σε αυτή την περίπτωση, μπορούμε να εντοπίσουμε μία ιδιαιτερότητα, αυτή θα είναι η ακόλουθη: το εμπόριο διεξάγεται, κατά κύριο λόγο, όχι από τον κυρίαρχο φυλετικά πληθυσμό (από τους μωαμεθανούς Τούρκους) αλλά από ένα «γένος» υπηκόων: τους Ελληνες.
Το είπαμε και προηγουμένως: οι Ελληνες ασκούν πολλαπλού χαρακτήρα αστικές δραστηριότητες. Οι Φαναριώτες, για παράδειγμα, μπορεί να είναι ευρέως γνωστοί σαν διοικητική αριστοκρατία, αλλά πολλοί από αυτούς ασκούν με επιτυχία και το εμπόριο. Πέρα από αυτό, με την ιδιότητά τους ως διπλωμάτες χειρίζονται πολλές φορές και τις εμπορικές υποθέσεις της αυτοκρατορίας, κάτι που φανερώνει τη διαπλοκή των δύο ιδιοτήτων αυτού του στρώματος. Οι έλληνες όμως είναι και βιοτέχνες στις πόλεις, αλλά και, κυρίως, έμποροι, στεριανοί ταξιδιώτες ή ναυτικοί. Αυτό το τελευταίο θα έλεγα ότι έχει μια ιδιάζουσα σημασία στα πλαίσια της ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού. Πράγματι, το ζήτημα της ναυτιλίας είναι, κατά τη γνώμη μου,  κομβικό, για δύο λόγους: πρώτα - πρώτα επειδή οι μεταφορές αποτελούν βιομηχανικό κλάδο (ίσως μάλιστα εδώ θα έπρεπε να δούμε και το ζήτημα της ανάπτυξης των χερσαίων μεταφορών, μια και οι Ελληνες μονοπώλησαν, κάποια στιγμή, και τους χερσαίους δρόμους της Ανατολής). Επειτα, η ναυτιλία συνδέεται άμεσα και με έναν κλάδο του οποίου τη «βιομηχανική» ιδιότητα δε θα μπορούσε κανείς να αμφισβητήσει. Αναφέρομαι βέβαια στη ναυπηγική, για την οποία θα μιλήσουμε εκτενέστερα παρακάτω.

ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ,
ΚΑΤΑ ΤΟ 18ο ΚΑΙ 19ο ΑΙΩΝΑ

Ο 18ος αιώνας είναι καθοριστικός από πολλές απόψεις: στον οθωμανοκρατούμενο χώρο (κάποτε και έξω από αυτόν αλλά σε συνάρτηση με αυτόν) συντελείται η διαμόρφωση της αστικής τάξης των ελλήνων, κυρίως μέσα από την ένταση και την επέκταση των εμπορικών και ναυτιλιακών δραστηριοτήτων, αλλά και την ανάπτυξη της βιοτεχνίας σε ορισμένα - όχι λίγα - αστικά κέντρα.  Αναφέρουμε εδώ χαρακτηριστικά τα παραδείγματα των Ιωαννίνων και των Αμπελακίων στη Θεσσαλία, της Αρτας, της Θήβας, της Πάτρας, της Θεσσαλονίκης (σπουδαιότατο κέντρο εμπορίου), αλλά και εκτός ελλαδικής χερσονήσου της Σμύρνης και της Μοσχόπολης. Οι Ελληνες έμποροι ελέγχουν τόσο τους χερσαίους όσο και τους θαλάσσιους εμπορικούς δρόμους και, στην πραγματικότητα, διεξάγουν το εμπόριο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με την Κεντρική και με τη Δυτική Ευρώπη. Το εξαγωγικό εμπόριο είναι κυρίως εμπόριο αγροτικών προϊόντων. Τα κύρια βιοτεχνικά προϊόντα που εξάγονται είναι τα βαμβακερά νήματα που προορίζονται κυρίως για τις γερμανικές αγορές, τα οποία όμως αποτελούν πολύ μικρό ποσοστό των εξαγωγών, αφού στις ευρωπαϊκές αγορές κυριαρχούν τα αντίστοιχα προϊόντα της Αιγύπτου ή της Αμερικής.
Το εισαγωγικό εμπόριο αφορά κυρίως βιομηχανικά προϊόντα από τη Γαλλία, την Αγγλία, τις ιταλικές πόλεις, τη Γερμανία, τη Ρωσία, την Πολωνία. Ενα μέρος από τα προϊόντα αυτά προορίζεται για την εσωτερική κατανάλωση, ενώ ένα άλλο επανεξάγεται προς τρίτες χώρες.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι το ελληνικό εμπορικό κεφάλαιο διαδέχτηκε στην Ανατολική Ευρώπη την κυριαρχία του βενετικού (μετά την οριστική αναδίπλωση της Βενετίας από τον Αιγαιακό χώρο) αλλά και του γαλλικού, που το ακολούθησε. Οι Ελληνες έμποροι εργάζονταν στην αρχή στην υπηρεσία γαλλικών οίκων, μέχρι που η οικονομική τους ακμή τους κατέστησε ικανούς να δουλεύουν για τη στήριξη των δικών τους συμφερόντων. Από αυτή την άποψη, είναι χαρακτηριστικά τα όσα αποδελτιώνει ο καθηγητής Σβορώνος από τον πρόξενο της Θεσσαλονίκης και επιθεωρητή εμπορίου Μπωζούρ, σχετικά με το εμπόριο της πόλης: «Οι Γάλλοι έμποροι δεν μπορούν πλέον να ισχυριστούν ότι διατηρούν έστω και ένα φαινομενικό ανταγωνισμό με τα καινούργια σπίτια της χώρας της οποίας, κατά τη διάρκεια των πολιτικών μας αναστατώσεων, αφυπνίσαμε την οικονομική δραστηριότητα σε βάρος μας. Ολες τους οι προσπάθειες σήμερα τείνουν κυρίως στο να μας εμποδίσουν να αναλάβουμε από τις απώλειές μας. Ενα από τα ελληνικά σπίτια αυτής της πόλης, ο Οίκος του κυρίου Νάνου Καυταντζόγλου, κατευθύνεται ανοιχτά προς αυτό το σκοπό και για να τον πετύχει, δεν φαίνεται να φοβάται κανενός είδους θυσία. Αυτός ο Οίκος μόνος του φορτώνει και στέλνει στη Μασσαλία όλα τα γαλλικά καράβια που προορίζονται γι’ αυτό το λιμάνι. Ικανοποιημένοι από την οικονομία στα έξοδα προμήθειας και από τη συνεργασία με έναν οίκο τόσο επιχειρηματικό και με μεγάλες εξαγωγικές δυνατότητες, οι έμποροί μας και οι καπεταναίοι μας εγκαταλείπουν σιγά - σιγά και συνηθίζουν να ξεχνούν τους δικούς μας εμπορευόμενους που είναι εγκατεστημένοι στον τόπο, οι οποίοι με τη σειρά τους κατηγορούν το κράτος για την εγκατάλειψη και την αδυναμία όπου μας έφεραν οι διευκολύνσεις που παραχωρήθηκαν στα λιμάνια μας στο ξένο εμπόριο και ξαναζητούν με όλη τους τη δύναμη τα παλιά προστατευτικά μέτρα σαν πηγή της περασμένης τους ευημερίας και σαν τελευταία ελπίδα στο σημερινό ναυάγιο» (1818) .
Εξι χρόνια πριν, ο πρόξενος της Θεσσαλονίκης Φουρκάντ έγραφε σχετικά με το ίδιο θέμα: «Γενικά, τα ελληνικά σπίτια συμμετείχαν πολύ ενεργητικά στο εμπόριο των αποικιακών. Δεν αναφέρω παρά τα κυριότερα από αυτά ... Οι Ελληνες έχουν πιο πολλές υποθέσεις για λογαριασμό τους, παρά με προμήθεια. Οι Ελληνες είναι οι πιο δραστήριοι παράγοντες αυτού του εμπορίου και οι μεγαλύτεροι μας εχθροί, συνδεδεμένοι με τα αγγλικά και τα γερμανικά σπίτια, που έχουν συμφέροντα στις ευρωπαϊκές βιομηχανίες, απωθούν και εξευτελίζουν τα βιομηχανικά μας προϊόντα. Η επίδρασή τους από αυτή την άποψη μας είναι θανάσιμη. Πλεονέχτες και ζηλότυποι, πιο πλούσιοι από τους δικούς μας εμπόρους, τους παίρνουν από τα χέρια το εμπόριο των βαμβακιών της Ανατολής που περνάει από το δρόμο της Κοστανίτσας...» .
Στο σημείο αυτό οφείλουμε να κάνουμε ορισμένες παρεκβάσεις: η πρώτη σχετίζεται με το είδος των οικονομικών σχέσεων που έδεναν τη Γαλλία με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Πρόκειται για τις περίφημες «διομολογήσεις», τα ειδικά εμπορικά και τελωνειακά προνόμια που παρείχε η αυτοκρατορία από τον καιρό ακόμα του Σουλεϊμάν του Νομοθέτη, σε Γάλλους υπηκόους - φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Συνηθίζεται να εκτιμώνται τα προνόμια αυτά ως ιμάντες πρόσδεσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στη Γαλλία, με ημιαποικιακό τρόπο. Και είναι αλήθεια ότι οι Γάλλοι αξιοποίησαν με τον καλύτερο τρόπο τα προνόμια αυτά για να ενισχύσουν τη θέση της οικονομίας τους στην ανατολική Μεσόγειο. Είναι όμως επίσης αλήθεια - κάτι που φαίνεται όχι μόνο από τις δύο μαρτυρίες που παραθέσαμε αλλά και από πολλές άλλες - ότι οι ελληνικοί εμπορικοί οίκοι, το 18ο  τουλάχιστον αιώνα (καθώς και στις αρχές του 19ου), μπορούσαν να τους ανταγωνίζονται όχι απλά επί ίσοις όροις αλλά και πολλές φορές από θέση προνομιακή.
Ενα άλλο ζήτημα που προκύπτει είναι το γεγονός ότι το αγγλικό κεφαλαίο δεν φαίνεται να εκπροσωπείται με τέτοια ισχύ στην Ανατολή, ώστε να δικαιώνεται κατ’ αρχήν η συνήθης θεωρία περί στενής πρόσδεσης του αντίστοιχου ελληνικού με αυτό. Ωστόσο, αυτήν ακριβώς την εποχή - 18ος αιώνας - παρατηρείται μια πρώτη στροφή της αγγλικής εμπορικής δραστηριότητας προς την Ανατολή. Το γεγονός αυτό σχετίζεται, μεταξύ άλλων, και με τη δημιουργία των ΗΠΑ - την απόσπαση δηλαδή από τη Μεγάλη Βρετανία της τέως αποικίας της που αποτελούσε και το βασικό της τροφοδότη σε σημαντικότατες πρώτες ύλες. Πάντως από τον ανταγωνισμό του αγγλικού και του γαλλικού εμπορίου, φαίνεται να βγαίνει κερδισμένο το ... ελληνικό που αξιοποιεί, κατά πώς δείχνουν οι παραπάνω μαρτυρίες, τις μεταξύ τους αντιθέσεις.

Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ

Βαρύνουσα οικονομική σημασία στον ελλαδικό χώρο κατέχει το ναυτιλιακό κεφάλαιο. Η ναυτιλία, κλάδος βιομηχανικός (και που, εξ άλλου, προϋποθέτει και την ανάπτυξη άλλων, βιομηχανικού χαρακτήρα κλάδων, όπως της ναυπηγικής) η οποία ευνοήθηκε από ένα πλέγμα διεθνών και εσωτερικών οικονομικών και πολιτικών συγκυριών, αποτέλεσε το βασικό κύτταρο των ελληνικών αστικών δραστηριοτήτων.
Αναφερθήκαμε προηγουμένως σε ορισμένα αίτια της μεγάλης ανάπτυξης της ελληνικής ναυτιλίας. Ας επιχειρήσουμε τώρα να τα κωδικοποιήσουμε:
Η αναδίπλωση των ελληνικών πληθυσμών προς τα νησιά, με τις περιορισμένες πλουτοπαραγωγικές τους πηγές, αλλά και με τη ναυτική παράδοση , συντέλεσε ώστε η οικονομική δραστηριότητα των κατοίκων τους να στραφεί προς το θαλασσινό εμπόριο. Η διαδικασία αυτή ευνοήθηκε από τους Οθωμανούς τούρκους, μεταξύ άλλων και επειδή η ναυσιπλοΐα δεν ανήκε στις παραδόσεις του νομαδικού και πολεμικού αυτού λαού.
Η αναδίπλωση των Βενετών από το Αιγαίο άφησε ελεύθερο το πεδίο στους οθωμανούς υπηκόους που επιτηδεύονταν σε αυτόν τον τομέα (δηλαδή στους Ελληνες) για την ανάπτυξη ναυτιλιακών δραστηριοτήτων.
Σοβαρός παράγοντας για την ανάπτυξη της ναυτιλίας των Ελλήνων σε πρωιμότερες περιόδους - όσο και αν αυτό, με σημερινούς όρους μας φαίνεται μη «ηθικά» αποδεκτό και περίεργο - ήταν η πειρατεία στην οποία επιδίδονταν με επιτυχία και η οποία χαρακτηρίζεται από πολλούς μελετητές ως «εξωοικονομικός τρόπος συσσώρευσης κεφαλαίου».
Δύο πολιτικά γεγονότα του τέλους του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα συντέλεσαν ακόμη περισσότερο στη διαδικασία αυτή. Το πρώτο είναι η περίφημη Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τη Ρωσία. Σύμφωνα με αυτήν, τα ελληνικά πλοία μπορούσαν να μεταφέρουν ρωσικό σιτάρι με ρωσική σημαία, χωρίς να παρενοχλούνται από την Οθωμανική διοίκηση (αν βέβαια υποθέσουμε ότι αυτή η δεύτερη είχε καμμία πρόθεση να το κάνει). Το δεύτερο γεγονός είναι ο λεγόμενος «ηπειρωτικός αποκλεισμός»: το 1812 η Αγγλία επέβαλε αποκλεισμό στα γαλλικά και γαλλοκρατούμενα λιμάνια, στα πλαίσια των ναπολεόντειων πολέμων. Οι Ελληνες ναυτικοί έσπαγαν με πραγματικό ηρωισμό αυτόν τον αποκλεισμό, όχι για λόγους οιασδήποτε αλληλεγγύης προς τη ναπολεόντεια Γαλλία, αλλά για να διεξάγουν ... μαύρη αγορά, στην οποία επιδόθηκαν με χαρακτηριστική επιτυχία.
Η ίδια η οθωμανική διοίκηση έδρασε πολλές φορές προστατευτικά σε σχέση με το εμπόριο των Ελλήνων. Τα διοικητικά και φορολογικά προνόμια που απολάμβαναν τα νησιά του Αιγαίου είναι χαρακτηριστικό δείγμα μιας πολιτικής όχι απλώς ανοχής, αλλά και ενθάρρυνσης των ναυτιλιακών δραστηριοτήτων των Ελλήνων από την πλευρά της Πύλης.
Τα πρώτα δείγματα της μεγάλης ανάπτυξης της ελληνικής ναυτιλίας ωστόσο, δε σημειώνονται στο Αιγαίο, αλλά στη Δυτική Ελλάδα (εννοούμε τη Δυτική Στερεά και όχι βέβαια τα βενετοκρατούμενα Ιόνια που βιώνουν κάτω από ιδιότυπο κοινωνικό - οικονομικό καθεστώς). Ενδεχομένως, η μεγαλύτερη ευκολία επαφής με τις σαφώς πιο πλούσιες και αναπτυγμένες αγορές της Δύσης ήταν και η αιτία για την ανάπτυξη αυτή. Οι πρώτες πόλεις οι οποίες δημιούργησαν σημαντικό εμπορικό στόλο (ναυπηγημένο μάλιστα κατά μεγάλο μέρος σε τοπικούς ταρσανάδες) είναι το Γαλαξίδι και το Μεσολόγγι. Παραθέτω ορισμένα ενδεικτικά στοιχεία: το 1764, ο εμπορικός στόλος της πόλης του Μεσολογγίου αριθμούσε 75 πλοία, από τα οποία τα 57 είχαν μάλιστα ναυπηγηθεί σε ελληνικούς ταρσανάδες. Σύμφωνα με τον Pouqueville, στις αρχές της δεύτερης δεκαετίας του 19ου αιώνα, τα πλοία «ελληνικών» συμφερόντων ανέρχονταν σε 615, συνολικής χωρητικότητας 153.590 τόνων, ενώ τα πληρώματα αποτελούνταν από 37.526 άτομα.
Σε αυτό το σημείο, εισάγονται άλλα δύο ζητήματα, πολύ σημαντικά για τους συνολικούς προβληματισμούς μας: το ζήτημα των σχέσεων ιδιοκτησίας στις ναυτιλιακές και ναυπηγικές επιχειρήσεις και το ζήτημα της ανάπτυξης της βιοτεχνίας - βιομηχανίας στον ελλαδικό χώρο, με αφορμή ακριβώς την ανάπτυξη της ναυπηγικής. Κατ’ αρχήν, θα πρέπει να τονίσουμε ότι τα πλοία δεν αναλάμβαναν μόνο τη μεταφορά προϊόντων ξένης ιδιοκτησίας, αλλά οι πλοιοκτήτες τα χρησιμοποιούσαν για να διεξαγάγουν εμπόριο με δικά τους προϊόντα. Γενικά, θεωρείται ότι η ιδιοκτησία στα πλοία ήταν εταιρικής μορφής και ότι σε αυτή την «εταιρεία» συμμετείχε και το πλήρωμα, το οποίο αναλογικά μοιραζόταν τόσο τα κέρδη όσο και τις ζημίες. Φαίνεται ωστόσο, ότι ο «αναλογικός» χαρακτήρας των εισπράξεων των κερδών από την πλευρά του πληρώματος, καλύπτει στην πραγματικότητα μια μορφή μισθοδοσίας. Είναι πολύ πιθανό κάτω από παλιότερες μορφές, να υπάρχει συγκαλυμμένη μισθωτή εργασία .
Στα ναυπηγεία πάντως, φαίνεται να ισχύει το σύστημα της μισθωτής εργασίας. Οι ελληνικοί ταρσανάδες θεωρούνταν πολύ αξιόλογοι και οι Ελληνες ναυπηγοί ιδιαίτερα ικανοί τεχνίτες. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι στους ελληνικούς ταρσανάδες μπορούσαν να ναυπηγηθούν μεγάλα πλοία, ανάλογης χωρητικότητας με αυτά που ναυπηγούνταν στην Ευρώπη. Δεν υπάρχουν σαφή στοιχεία ούτε για το ύψος των μισθών ούτε και για τον τρόπο με τον οποίο γινόταν η μισθοδοσία, αλλά πάντως δεν υπάρχουν επίσης στοιχεία που να πιστοποιούν συνιδιοκτησία στο σώμα του καραβιού, ως αμοιβή για τη συμμετοχή στη ναυπήγησή του .
Πέρα όμως, από το γεγονός αυτό, πρέπει να σημειώσουμε ότι η ανάπτυξη της ναυτιλίας αντανακλά και μια  γενικότερη ένταση της επενδυτικής δραστηριότητας των Ελλήνων κεφαλαιούχων. Σύμφωνα με το Γ. Λεονταρίτη, ειδικά η ναυτιλιακή δραστηριότητα των Μεσολογγιτών συνδεόταν άμεσα με τις επιχειρηματικές και παραγωγικές δραστηριότητες της Ηπείρου (περιοχής με υψηλό βαθμό αστικής ανάπτυξης). Φαίνεται ότι Ηπειρώτες έμποροι έκαναν επενδύσεις στις ναυτιλιακές επιχειρήσεις του Μεσολογγίου ενώ μια άλλη, ενδιαφέρουσα πλευρά είναι ότι το ίδιο έκαναν και έμποροι από τη Κεφαλλονιά, την Ιθάκη και τη Ζάκυνθο, με σκοπό κυρίως να ξεφύγουν από τον ασφυκτικό παρεμβατισμό της βενετικής διοίκησης . Αντίθετα, το εμπόριο της άλλης ναυτικής δύναμης της Στερεάς Ελλάδας, του Γαλαξιδίου, συνδεόταν ιδιαίτερα με τις παραγωγικές δραστηριότητες και το εμπόριο της Πελοποννήσου .

Η ΒΙΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ.
ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗ ΣΧΕΤΙΚΗ ΥΣΤΕΡΗΣΗ ΤΟΥΣ

Η σχέση της ανάπτυξης της ναυτιλίας με την ανάπτυξη άλλων παραγωγικών δραστηριοτήτων, μας περνά σε ένα άλλο ζήτημα, εξ ίσου σημαντικό: το θέμα των μη εμπορικού χαρακτήρα αστικών οικονομικών λειτουργιών των ελληνικών πληθυσμών. Κατά το 18ο και το 19ο αιώνα, φαίνεται ότι η οργάνωση της βιοτεχνικής παραγωγής ξεπερνά το στάδιο της μεσαιωνικού τύπου συντεχνίας. Λίγα είναι ωστόσο τα παραδείγματα που έχουν μελετηθεί με επάρκεια και, μάλιστα, με μια δόση ρομαντισμού (π.χ. τα Αμπελάκια της Θεσσαλίας που εμφανίζονται ως συνεταιρισμός, αλλά στην πραγματικότητα, πρόκειται για καπιταλιστική επιχείρηση). Πάντως, είναι πλέον πιστοποιημένο γεγονός ότι τα κεφάλαια που συσσωρεύονταν από το εμπόριο επενδύονταν και σε βιοτεχνικές-βιομηχανικές οικονομικές δραστηριότητες, αλλά και ότι πολλά από τα εμπορεύσιμα προϊόντα προέρχονταν από βιοτεχνίες «ελληνικών» συμφερόντων. Ο Β. Κρεμμυδάς μιλά για πραγματική βιομηχανική  «έκρηξη» στο μεταίχμιο του 18ου και του 19ου αιώνα, αναφέροντας ως κύριες βιομηχανίες του ελλαδικού χώρου τη θαλάσσια βιομηχανία (στην οποία, κακώς κατά τη γνώμη μας, δε συμπεριλαμβάνει τη ναυτιλία, αλλά μόνο τη ναυπήγηση πλοίων), την υφαντουργία - νηματουργία και τη σαπωνοποιΐα . Σύμφωνα με τον ίδιο, γύρω στα 1800 η βιομηχανική - βιοτεχνική παραγωγή θα πρέπει να ξεπερνούσε το 30% της συνολικής παραγωγής . Ο Β. Κρεμμυδάς ισχυρίζεται ότι η άνθιση αυτή διακόπτεται λίγο πριν από την επανάσταση, κάτι που έχει την αντανάκλασή του και στη ναυτιλία και στο εμπόριο.
Το ζήτημα αυτό - της οπισθοδρόμησης στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και των αιτίων που οδήγησαν σε αυτήν - είναι υπαρκτό και σημαντικό. Ισως δεν έχει διερευνηθεί ακόμη στην έκταση που πρέπει, καθώς, εξ άλλου και πολλά άλλα ζητήματα που σχετίζονται με την ανάπτυξη της βιοτεχνίας και της βιομηχανίας στον οθωμανοκρατούμενο χώρο. Οι πηγές, έμμεσες και άμεσες, σε σχέση με τις δραστηριότητες αυτές είναι σαφώς λιγώτερες από εκείνες που σχετίζονται με τη ναυτιλία και το εμπόριο.
Πάντως, ακόμα και κάτω από αυτές τις συνθήκες, η εικόνα του οθωμανοκρατούμενου ελλαδικού χώρου πριν από την επανάσταση δεν είναι εικόνα ενός χώρου που δε συμμετέχει στις διαδικασίες της μετάβασης στον καπιταλισμό. Αντίθετα, υπάρχουν ισχυρά φανερώματα αστικής ανάπτυξης και μια δραστήρια αστική τάξη που μπαίνει με αξιώσεις στο διεθνή χώρο και ανταγωνίζεται επί ίσοις όροις τις αστικές τάξεις της Γαλλίας και της Μεγάλης Βρετανίας. Μόνο που από αυτή την αστική τάξη λείπει κάτι βασικό για την περαίωση του ιστορικού της ρόλου: λείπει το εθνικό κράτος και η εσωτερική αγορά. Η αστική τάξη των Ελλήνων λειτουργεί μέσα στα πλαίσια της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Από την άλλη όμως, ακριβώς επειδή αναπτύσσει την εθνική της συνείδηση, σαν αποτέλεσμα των οικονομικών της δραστηριοτήτων, τείνει όλο και περισσότερο να αποκοπεί από αυτήν . Το ευρύτερα οικονομικό και θεσμικό της πλαίσιο καθίσταται προοδευτικά ασφυκτικό. Ετσι λοιπόν, η ελληνική αστική τάξη αποκτά ιδεολογικούς προσανατολισμούς σαφώς επηρεασμένους από το γαλλικό διαφωτισμό όχι όμως τόσο με την έννοια της εξωτερικής επίδρασης όσο επειδή οι ανάγκες της εγγράφονται μέσα στο συνολικό πλαίσιο των αναγκών της αστικής τάξης εκείνης της εποχής οπουδήποτε στον κόσμο. Οι δυνάμει συμμαχίες της σχετίζονται οπωσδήποτε με αυτούς τους προσανατολισμούς: δεν είναι τυχαία η πίστη πολλών εκπροσώπων του ελληνικού διαφωτισμού στην επαναστατική, ακόμα και στη ναπολεόντεια Γαλλία ούτε και η μετέπειτα ιδεολογική και πολιτική στροφή προς τη Μεγάλη Βρετανία, για την οποία θα μιλήσουμε παρακάτω.

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΠΑΡΟΙΚΙΩΝ

Μέχρι στιγμής δεν έχουμε αναφερθεί καθόλου στις ελληνικές παροικίες στην Ευρώπη. Υπάρχει μια διάχυτη άποψη που θέλει την αστική τάξη του ελληνισμού να διαμορφώνεται όχι μόνο εκτός ελλαδικού χώρου, αλλά και εκτός Οθωμανικής αυτοκρατορίας, παραγνωρίζοντας τη γένεση καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής μέσα σε αυτό το χώρο. Πάνω σε αυτή την αντίληψη, στηρίζεται και μία θεωρία που θέλει την Επανάσταση του ‘21 «εισαγόμενη», με την έννοια ότι υποκινήθηκε από τους έλληνες των παροικιών, για ιδεολογικούς κυρίως λόγους, αφού αυτοί ήρθαν εξ αντικειμένου πρώτοι σε επαφή με το γαλλικό διαφωτισμό.
Πιστεύουμε ότι τα στοιχεία που αναφέραμε προηγουμένως δε στοιχειοθετούν μια τέτοια αντίληψη, δεδομένης της σημαντικής οικονομικής δραστηριότητας των Ελλήνων αστών, μέσα στον ίδιο τον ελλαδικό χώρο (αλλά και τον ευρύτερο βαλκανικό). Από την άλλη πλευρά, δεν μπορούμε να αρνηθούμε την πραγματικά πλούσια παρουσία και οικονομική ζωή των Ελλήνων της διασποράς. Ωστόσο, δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι αυτές οι παροικίες λειτουργούσαν ξεκομμένα και σε αντιπαράθεση με τα οικονομικά δρώμενα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Είναι γεγονός ότι οι Ελληνες, για να ξεφύγουν πολλές φορές από τις ασφυκτικές δεσμεύσεις του οθωμανικού νομοθετικού πλαισίου, κατέφευγαν σε χώρες εκτός αυτοκρατορίας (όπου αντίθετα έχαιραν πολλών προνομίων). Η δραστηριότητά τους όμως δεν ήταν αποκομμένη από το οθωμανικό κέντρο. Πολλές φορές έχουμε την περίπτωση επιχειρήσεων που λειτουργούν τόσο εντός αυτοκρατορίας, όσο και στο εξωτερικό. Αρκεί να παραθέσουμε την περίπτωση του πατρός Κοραή, ο οποίος είχε την έδρα των επιχειρήσεών του στη Σμύρνη (ήταν έμπορος υφασμάτων), αλλά σημαντικά παραρτήματα στο Αμστερνταμ και αλλού. Δεν πρόκειται λοιπόν για μια «εμφύτευση» αστικών δραστηριοτήτων και αστικής ιδεολογίας «απ’ έξω», αλλά για μια εξακτίνωση στις παροικίες δραστηριοτήτων που διενεργούνται και αναπτύσσονται μέσα στα πλαίσια της ίδιας της αυτοκρατορίας.
Μια άλλη πλευρά του ζητήματος των παροικιών είναι και η ακόλουθη: το γεγονός ότι το ελληνικό αστικό στοιχείο βρίσκεται και δρα τόσο μέσα στο χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όσο και έξω από αυτήν, δημιουργεί την εικόνα ενός πληθυσμού που, μέσα από τις κοινές οικονομικές του λειτουργίες, διαμορφώνει ενιαία εθνική συνείδηση, δεν παρουσιάζει όμως εδαφική συνοχή. Με αυτόν τον τρόπο, δυσκολεύει, για τους έλληνες, η επίλυση του εθνικού τους ζητήματος (είναι, εξ άλλου, ένα πρόβλημα που κληροδοτήθηκε και στον αιώνα μας και δεν επιλύθηκε οριστικά πριν από το 1923). Από την άλλη όμως, οι παροικίες συντελούν στη διευρυμένη αναπαραγωγή του ελληνικού κεφαλαίου, συντελώντας στην πρόοδο των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, τόσο πριν όσο και - κυρίως - μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Σύμφωνα δε με τον καθηγητή Σβορώνο, στο βαθμό που οι ελληνικές παροικίες και οι ελληνικές αστικές δραστηριότητες εκδηλώνονται στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, οι έλληνες λειτουργούν ως «μια διαβαλκανική αστική τάξη», συντελώντας στην εθνική αφύπνιση και των άλλων εθνών της περιοχής.

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ, ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ
ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΥΜΜΑΧΙΩΝ ΤΗΣ
 
Στη μέχρι τώρα αναδρομή μας, αναφερθήκαμε στις βασικές οικονομικές δραστηριότητες που ανέπτυξαν οι Ελληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κυρίως στο εσωτερικό της, με αντανάκλαση και στις παροικίες του εξωτερικού. Από ένα ιστορικό σημείο και μετά, η διαμορφούμενη ελληνική αστική τάξη (και το νεοσύστατο ελληνικό κράτος) συνεργάστηκε πολύ στενά με την ισχυρότερη καπιταλιστική δύναμη της εποχής, τη Μεγάλη Βρετανία, η οποία, μετά και τη γαλλική επανάσταση και τους ναπολεόντειους πολέμους, πέτυχε να εκτοπίσει από την ανατολική Μεσόγειο την ανταγωνίστριά της Γαλλία και να τη διαδεχθεί ως κυρίαρχη οικονομικά και πολιτικά δύναμη της περιοχής. Η συνεργασία αυτή ήταν αποτέλεσμα των οξυμένων αναγκών των επαναστατημένων ελλήνων - και αργότερα του ελληνικού κράτους - να αποκτήσουν ισχυρά διεθνή ερείσματα, σε μια εποχή κατά την οποία δεν είχε λυθεί ούτε το εθνικό πρόβλημα ούτε το λεγόμενο «ανατολικό ζήτημα» . Ταυτόχρονα, η ίδια η επανάσταση κινδύνευε πολλές φορές να καταπνιγεί, αφού η παρακμάζουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία διατηρούσε ωστόσο αρκετά ισχυρή στρατιωτική μηχανή, δεχόμενη και τη βοήθεια του Μωχάμετ Αλυ της Αιγύπτου. Μέσα σε ένα διαμορφωμένο πλέγμα διεθνών συμφερόντων και συγκρούσεων, η ελληνική αστική τάξη επέλεξε ως ισχυρό «σύμμαχο» και «εταίρο» τη Μεγάλη Βρετανία, θεωρώντας ότι διασφαλίζει έτσι καλύτερα τα συμφέροντά της και, χωρίς αυτό το στοιχείο, ειδωμένο με βάση τις ανάγκες της εποχής, να αποτελεί κάποιου είδους ηθική «μομφή».  
Κάτω από αυτούς τους όρους, η «συνεργασία» υπήρξε αναμφίβολα ετεροβαρής, δεδομένης της διαφοράς στην οικονομική δυναμικότητα των δύο αστικών τάξεων (και των δύο κρατών αργότερα). Ο ετεροβαρής αυτός χαρακτήρας επιτάθηκε λόγω της σύναψης δανείων από τη Μεγάλη Βρετανία, στην οποία προέβησαν οι επαναστατικές κυβερνήσεις. Η Ελλάδα μπήκε λοιπόν ως χώρα στο καπιταλιστικό σύστημα και στη νέα εποχή από θέση εξ ορισμού δυσχερή και εξαρτημένη. Η θέση αυτή την κατέστησε πολύ πιο ευάλωτη στις πολιτικές και στρατιωτικές επεμβάσεις των μεγάλων δυνάμεων που έγιναν φανερές ήδη από τη διαδικασία συγκρότησης του ελληνικού κράτους, με την επιβολή ενός ιδιότυπου καθεστώτος τριεθνούς «προστασίας» από τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής. Η προϊστορία αυτή αντανακλάται και στις κατά καιρούς επιλογές διακρατικών συμμαχιών από την άρχουσα τάξη της Ελλάδας και τα κόμματα που την εκπροσωπούσαν, ενώ ερμηνεύει και τη θέση της χώρας μας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Ομως, σε καμμία περίπτωση η διαδικασία αυτή δεν αναιρεί τον εγγενή χαρακτήρα των μεταβολών στις οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις στην Οθωμανική αυτοκρατορία, μεταβολών που οδήγησαν στη δημιουργία ελληνικής αστικής τάξης και τη συγκρότηση ελληνικού κράτους σαφώς αστικού χαρακτήρα. Η αλληλοσύνδεση των αρχουσών τάξεων των εθνών-κρατών δεν αφορά μόνο τις σχέσεις Ελλάδας-Μεγάλης Βρετανίας ούτε γενικά τη σχέση ανάμεσα σε ισχυρότερες οικονομικά και ασθενέστερες καπιταλιστικές χώρες. Αφορά όλες τις χώρες που συμμετέχουν στο καπιταλιστικό σύστημα και, πολύ περισσότερο, στο σύστημα του ιμπεριαλισμού, χωρίς να αναιρεί το αυθύπαρκτο και τις πρωτοβουλίες (οικονομικές, πολιτικές, εν τέλει ιστορικές) κάθε εθνικής αστικής τάξης. Ούτε, βέβαια, από την άλλη πλευρά, αναιρεί τον «ετεροβαρή» όπως περιγράψαμε πιο πάνω, χαρακτήρα αυτών των διακρατικών σχέσεων.
Παρ’ όλα αυτά τα προβλήματα, ο έντονα αστικός χαρακτήρας της επανάστασης και του κράτους που προέκυψε από αυτήν, φάνηκε από πολύ νωρίς: από τα ίδια τα συντάγματα που ψηφίστηκαν κατά τη διάρκεια της επανάστασης τα οποία ήταν τα προοδευτικότερα και ριζοσπαστικότερα της εποχής. Αρκετή συζήτηση γίνεται και για την παρουσία ισχυρών φεουδαρχικών καταλοίπων στο ελληνικό κράτος. Αν προσεγγίσουμε όμως το ζήτημα με όρους οικονομικούς και κοινωνικούς, με όρους σχέσεων παραγωγής, θα δούμε το εξής: Στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος, το 1832, κυρίαρχη παραγωγική μονάδα στην αγροτική οικονομία ήταν ο μικρός ελεύθερος κλήρος και όχι η εκτεταμένη γαιοκτησία φεουδαρχικού τύπου (με εξαίρεση ορισμένα τσιφλίκια στην Αττική και τη Βοιωτία). Το δε αγροτικό πρόβλημα που αντιμετώπισε το 1881, με την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας είναι ζήτημα που συνδέεται περισσότερο με τη βίαιη αποσύνθεση του φεουδαρχικού συστήματος που επέβαλε η ένταξη της θεσσαλικής έγγειας ιδιοκτησίας στο αστικό ελληνικό νομοθετικό πλαίσιο, καταργώντας την πρόσδεση του χωρικού στη γη και δημιουργώντας στρατιές ακτημόνων ή ενοικιαστών των κλήρων.
Ωστόσο, το ίδιο αυτό ζήτημα (της κυριαρχίας του μικρού ελεύθερου κλήρου) έχει και μια άλλη πλευρά. Ο καλλιεργητής δεν αφήνει εύκολα τη γη του: το γεγονός αυτό υπήρξε ένας από τους καθοριστικούς παράγοντες εξ αιτίας των οποίων δε δημιουργήθηκε μαζική εργατική τάξη, μέχρι τουλάχιστον το τέλος του περασμένου αιώνα, «μπλοκάροντας» ενδεχομένως τις διαδικασίες εκβιομηχάνισης της χώρας. Ολα αυτά όμως είναι ζητήματα τα οποία απαιτούν ουσιαστική και βαθεία μελέτη που, πιστεύουμε, θα βοηθήσει και σε μια αρτιότερη εκτίμηση όχι μόνο των ιστορικών γεγονότων από μαρξιστική σκοπιά, αλλά και των σημερινών δρώμενων και απαιτήσεων της ελληνικής κοινωνίας. Εμείς, σε αυτή τη σύντομη παρουσίαση, απλώς επιδιώξαμε να θέσουμε ορισμένους μεθοδολογικούς προβληματισμούς, υποσχόμενοι να επανέλθουμε σε αυτούς σε προσεχή τεύχη του περιοδικού μας ώστε να συμβάλουμε, στα μέτρα των δυνατοτήτων μας, στην καλύτερη διερεύνησή τους.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ιστορία του Ελληνικού Εθνους (Εκδοτική Αθηνών): Τόμοι Ι΄ και ΙΑ΄ («Ο ελληνισμός υπό ξένη κυριαρχία - Λατινοκρατία, Τουρκοκρατία, 1453-1821»).
Νίκος Γ. Σβορώνος: «Ανάλεκτα Νεοελληνικής Ιστορίας και Ιστοριογραφίας», Ιστορική Βιβλιοθήκη, Θεμέλιο, 1982.
Βασίλης Κρεμμυδάς: «Εισαγωγή στην ιστορία της νεοελληνικής κοινωνίας (1700 - 1821)», εκδ. Εξάντας, 1988.
Γ. Λεονταρίτης: «Ελληνική εμπορική ναυτιλία (1453-1850)». Εταιρεία Μελέτης Νέου Ελληνισμού - Μνήμων, 1981 (Θεωρία και Μελέτες Ιστορίας 1).
Βασ. Βλ. Σφυρόερα: «Επισκόπηση -Οικονομική και Δημογραφική- του Τουρκοκρατούμενου ελληνικού χώρου (1669-1821)». Αθήνα, 1979.
Σπ. Ασδραχά: «Ζητήματα ιστορίας». (Ιστορική Βιβλιοθήκη), εκδ. «Θεμέλιο».
Ν. Τοντόροφ: «Η βαλκανική πόλη (15ος-19ος αιώνας)», τόμος Β΄. (Ιστορική Βιβλιοθήκη), εκδ. «Θεμέλιο», 1986.
Γ. Ζεύγου: «Σύντομη μελέτη της νεοελληνικής ιστορίας», μέρος Α΄ - «Τα νέα βιβλία Α.Ε.». Αθήνα, 1945.

ΚΕΡΚΥΡΑ-Το 38ο Φεστιβάλ ΚΝΕ – Οδηγητή το Σάββατο 8 Σεπτέμβρη στην Πάνω πλατεία.


Το 38ο Φεστιβάλ ΚΝΕ – Οδηγητή το Σάββατο 8 Σεπτέμβρη στην Πάνω πλατεία.



Το 38ο Φεστιβάλ ΚΝΕ – Οδηγητή, απ’ άκρη σ’ άκρη, σ όλη τη χώρα θα είναι για ακόμα μια χρονιά το αντάμωμα της ελπίδας και του αγώνα για μια καλύτερη ζωή. Είναι η συνάντηση όλων εκείνων που «δεν βολεύονται με λιγότερο ουρανό», που «βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο». Θα ενώσουν τη φωνή τους οι χιλιάδες νέοι και...
νέες που οι ανάγκες τους, τα όνειρά τους, οι ελπίδες τους δε χωράνε στο σύστημα της εκμετάλλευσης, της φτώχειας και της χρεοκοπίας του λαού.
Το Νομαρχιακό Συμβούλιο Κέρκυρας της ΚΝΕ καλεί τη νεολαία και το λαό της Κέρκυρας να συμμετάσχει μαζικά στις εκδηλώσεις του 38ου ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΝΕ-ΟΔΗΓΗΤΗ με σύνθημα «Δίνε το χέρι σου σε όποιον σηκώνεται… Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία…». Το κεντρικό Φεστιβάλ θα πραγματοποιηθεί το Σάββατο 8 Σεπτέμβρη στην Πάνω πλατεία. 
Στα πλαίσια του Φεστιβάλ θα πραγματοποιηθεί προφεστιβαλική εκδήλωση - γλέντι την Τετάρτη 29 Αυγούστου στις 9:00 μ.μ. στη Γαρίτσα (Λύγερη). Χαιρετισμό θα κάνει εκ μέρους του Νομαρχιακού Συμβουλίου Κέρκυρας της ΚΝΕ ο Κυανούρας Σπύρος, επίσης στο χώρο θα λειτουργεί έκθεση βιβλίου.

Αλλη οικονομία


Αλλη οικονομία
Αποπροσανατολιστικό για τα λαϊκά συμφέροντα καυγά στήνουν μεταξύ τους ο ΣΥΡΙΖΑ με τη συγκυβέρνηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ ασκεί κριτική στη συγκυβέρνηση ότι πάει στην ΕΕ όχι ως διαπραγματευτής αλλά ως «ικέτης» και ότι οδηγεί την Ελλάδα στη χρεοκοπία και στη δραχμή. Ανάλογη απάντηση, ότι δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει την επιστροφή στη δραχμή, έδωσε η κυβέρνηση με αφορμή παρεμβάσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ για το θέμα της χρεοκοπίας και του ευρώ. Ο Π. Λαφαζάνης είπε ότι: «Η χρεοκοπία δεν είναι κάτι το καταστροφικό σε κάθε περίπτωση. Η χρεoκοπία είναι όπλο των αδύνατων όταν φτάνουν σε ένα σημείο που δεν μπορούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους». Επίσης ο Δ. Στρατούλης, είπε πως «για εμάς δεν είναι φετίχ το νόμισμα, για εμάς φετίχ είναι η επιβίωση του ελληνικού λαού και η οικονομική ανάκαμψη και ανόρθωση της χώρας μας», και συμπλήρωσε ότι η χώρα έχει τη δυνατότητα «να κηρυχθεί σε κατάσταση έκτακτης δημοσιονομικής ανάγκης με βάση τις κανονιστικές ρυθμίσεις του ΟΗΕ, τη διεθνή εμπειρία και τι έχουν αποδεχθεί άλλες χώρες σύμφωνα με τη διεθνή νομολογία διεθνών δικαστηρίων». Είναι γεγονός ότι η αντιπαράθεση ανάμεσα στην κυβέρνηση και το ΣΥΡΙΖΑ εστιάζεται τελευταία στο ζήτημα ποιανού η πολιτική οδηγεί στην έξοδο από την Ευρωζώνη και στη δραχμή. Οπως και το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ προβάλλει διαφορετική πολιτική διαχείρισης της κρίσης χρέους και της διεξόδου απ' αυτήν στα πλαίσια της Ευρωζώνης (δεν αποδέχεται την καπιταλιστική οικονομική κρίση ως κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου, αλλά τη θεωρεί «κρίση χρέους»), επιμένοντας σε επαναδιαπραγμάτευση για την αντιμετώπιση του χρέους, διαγραφή ενός μέρους του ώστε να δημιουργηθούν συνθήκες ανάπτυξης της οικονομίας με επενδύσεις, δηλαδή της καπιταλιστικής οικονομίας.
***
Να θυμίσουμε ότι αυτός είναι ο πυρήνας της στρατηγικής του με παραλλαγές βεβαίως ανάλογα με τις συνθήκες που διαμορφώνονται και αυτόν πρόβαλε και στην προεκλογική περίοδο. Από την εμφάνιση της κρίσης μιλούσε για χρηματοπιστωτική κρίση αρχικά και μη πληρωμή μέρους του χρέους, το παράνομο χρέος έλεγε τότε, δημιούργησε μάλιστα και επιτροπή που εξέταζε το συνολικό χρέος για να αποφανθεί το ύψος του «παράνομου». Ουσιαστικά μιλούσε για «κούρεμα» στο ύψος του παράνομου. Οταν έγινε το «κούρεμα», μίλησε για «στάση πληρωμής του χρέους» για μερικά χρόνια, ώστε να δημιουργηθούν προϋποθέσεις ανάπτυξης και να αποπληρωθεί το χρέος στη συνέχεια. Είπε για δημόσιο έλεγχο των τραπεζών ώστε να υπάρξει χρήμα για επενδύσεις της λεγόμενης υγιούς επιχειρηματικότητας. Πρόβαλε μάλιστα το παράδειγμα της Αργεντινής που έκανε στάση πληρωμής του χρέους, που είχε στη συνέχεια καπιταλιστική ανάπτυξη που έφτασε στο 8% του ΑΕΠ. Βεβαίως, η Αργεντινή επαναδιαπραγματεύθηκε για το πώς θα αποπληρώσει το χρέος της στη συνέχεια, αλλά η ανάπτυξη της οικονομίας της δεν έλυσε τα ζητήματα ανεργίας και φτώχειας, που αυξήθηκαν. Επομένως, οι παρεμβάσεις Λαφαζάνη - Στρατούλη είναι μέσα στη στρατηγική διαχείρισης που προβάλλει ο ΣΥΡΙΖΑ, φέρνοντας παραδείγματα από τη διεθνή εμπειρία διαχείρισης της κρίσης. Βεβαίως η Αργεντινή δεν ήταν ενταγμένη σε καπιταλιστική ένωση, όπως η ΕΕ και μάλιστα με κοινό νόμισμα για διαφορετικά κράτη, όπως το ευρώ. Αρα και η «πείρα της διαχείρισης της Αργεντινής», μια μορφή διαχείρισης της κρίσης σε όφελος βεβαίως του κεφαλαίου, προσκρούει στην Ευρωζώνη, στο κοινό νόμισμα, στην ανισομετρία και στους οξύτατους ανταγωνισμούς ανάμεσα στα διαφορετικά κράτη του ευρώ για την πολιτική διαχείρισης της κρίσης στην Ευρωζώνη και το ποιου κράτους τα μονοπώλια θα έχουν τις λιγότερες απώλειες από την καταστροφική δύναμη της κρίσης.
***
Η συζήτηση στην Ευρωζώνη για αποπομπή της Ελλάδας, που ξαναδυναμώνει, γίνεται αντικείμενο αντιπαράθεσης ανάμεσα στην κυβέρνηση και το ΣΥΡΙΖΑ, εστιασμένη στο ποια πολιτική διαχείρισης οδηγεί στη χρεοκοπία και στη δραχμή. Γεγονός που βεβαίως δεν αποκλείεται, μπορεί και να συμβεί. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η «πείρα της Αργεντινής» είναι χρήσιμη και αξιοποιήσιμη για μια πολιτική δύναμη όπως ο ΣΥΡΙΖΑ. Είναι επίσης σίγουρο πως ένα τμήμα του κεφαλαίου θα ωφεληθεί από την επιστροφή στη δραχμή, αφού μπορεί να επενδύσει με λιγότερα κεφάλαια και να βγάλει τεράστια και γρήγορα κέρδη με δεδομένες τις αντεργατικές αναδιαρθρώσεις που μειώνουν την τιμή της εργατικής δύναμης, δηλαδή τα μέτρα που τώρα εφαρμόζονται. Ετσι η εργατική τάξη τώρα με το ευρώ καταστρέφεται, αλλά και με τη δραχμή θα καταστρέφεται. Η όποια καπιταλιστική ανάπτυξη δε θα αυξήσει μισθούς και συντάξεις, δε θα αντιμετωπίσει την ανεργία, (εδώ η πείρα της Αργεντινής είναι επίσης διαφωτιστική), δε θα λύσει ζητήματα ικανοποίησης των λαϊκών αναγκών. Αλλωστε τα αντεργατικά μέτρα εφαρμόζονται για να καταργηθούν όλες οι εργατικές κατακτήσεις, να γίνουν πάμφθηνοι οι εργαζόμενοι, για να δημιουργηθούν ευνοϊκές συνθήκες για επενδύσεις. Βεβαίως, αυτή η αντιπαράθεση που επαναφέρει το δίλημμα «ευρώ ή δραχμή», είναι αποπροσανατολιστική για τα λαϊκά συμφέροντα, αφού είναι σε βάρος τους. Οπως και το πώς θα πληρωθεί το χρέος. Ο λαός δε χρωστά, του χρωστούν. Η μόνη διέξοδος σε όφελός του είναι η μονομερής διαγραφή του χρέους, η αποδέσμευση από την ΕΕ και πρέπει ο ίδιος να δημιουργήσει τις πολιτικές προϋποθέσεις για να τα πραγματοποιήσει παίρνοντας την οικονομία στα χέρια του, κοινωνικοποιώντας τα μονοπώλια.

TOP READ