4 Σεπ 2012

Τα περιθώρια στενεύουν. Ας αναλάβει ο καθένας τις ευθύνες του


Τα περιθώρια στενεύουν. Ας αναλάβει ο καθένας τις ευθύνες του 




Είναι αδίστακτοι! Θα έλεγε κανείς πως πρόκειται για παρανοϊκούς δολοφόνους που ξεπήδησαν από την οθόνη του σινεμά. Ναι, είναι δολοφόνοι! Δολοφόνοι με «σώας τας φρένας» που ανέλαβαν μια αποστολή και είναι αποφασισμένοι να «μην επιστρέψουν» αν δεν την ολοκληρώσουν. Η απεσταλμένη της ΕΕ τρόικα μεταφέρει τις εντολές. Η κυβερνητική τρόικα ασπονδύλων  εκτελεί. Το κεφάλαιο και οι τραπεζίτες διατάζουν:
 «εξοντώστε την εργατική τάξη, ξεθεμελιώστε δικαιώματα και κατακτήσεις, γυρίστε τους αιώνες πίσω, λιώστε τους εργάτες σαν σκουλήκια!» Έτσι μας βλέπουν. Σαν μουδιασμένα, αδύναμα και φοβισμένα δίποδα που σέρνονται και ελπίζουν στη  «φιλευσπλαχνία» των δημίων τους,  στην… αύξηση του αριθμού των δόσεων... 

Η ζωή μας κάθε μέρα κατρακυλά σε μια άβυσσο  που οδηγεί αιώνες πίσω. Σε εποχές που το ανθρώπινο ον δεν είχε καμιά αξία. Τότε που τα αφεντικά μετρούσαν απλά «κεφάλια» και τα ανθρώπινα κορμιά πωλούνταν και αγοράζονταν στα σκλαβοπάζαρα έναντι ευτελούς τιμήματος. Τότε που ο εργάτης, δεν είχε επίγνωση της δύναμής του, έπιανε τον κασμά το πρωί και σχολνούσε το βράδυ, δουλεύοντας κυριολεκτικά για ένα πιάτο φαΐ.

Δεχόμαστε στωικά το ένα μέτρο-μαρτύριο μετά το άλλο. Η ύπαρξή μας ολόκληρη έγινε ξαφνικά ένα χρέος! Μετράμε συνεχώς  οφειλές, πακέτα μέτρων, χαράτσια, χρέη και δόσεις. Δόσεις για την τράπεζα, δόσεις για τα χαράτσια, δόσεις για τα εκκαθαριστικά της εφορίας. Εσύ «χρωστάς αυτό», όλοι «χρωστάμε τόσα», στους δανειστές «οφείλουμε την ύπαρξή μας»… Κι αυτοί…με δόσεις, παίρνουν κάθε μέρα και από ένα κομμάτι της ζωής μας. Μας πληρώνουν με ξεροκόμματα, μας αφήνουν χωρίς δουλειά,  χωρίς ψωμί για τα παιδιά μας, χωρίς γιατρούς και φάρμακα, χωρίς νοσοκομεία και σχολεία. Κλέβουν τη ζεστασιά μέσα από τα σπίτια μας. Εκτελούν  τους γερόντους μας, καταδικάζουν τα παιδιά μας, σκοτώνουν τις ψυχές μας κάθε μέρα, κάθε μέρα. Η βαρβαρότητα επελαύνει παραβιάζοντας θύρες ανοιχτές…

Τι κάνουμε εμείς; Ο καύσωνας του καλοκαιριού πέρασε, τα μπάνια του λαού τέλειωσαν, οι εξοδούχοι επέστρεψαν κι εμείς…παραμένουμε βυθισμένοι στη  νιρβάνα μας, αφάσιοι και… «εγκρατείς». Κοινωνία σε κώμα. Τι άλλο περιμένουμε να συμβεί; Τι άλλο πρέπει να μας κάνουν για να σηκώσουμε το κεφάλι;

Δεν ωφελεί να αναπολούμε το παρελθόν την ώρα που μας σκοτώνουν το παρόν και μας κλέβουν το μέλλον. Δεν έχει νόημα να μιλάμε για κατακτήσεις που χάνονται, για ηρωικούς αγώνες άλλων εποχών, για κλάδους με παράδοση στους αγώνες…όταν ταυτόχρονα μιζεριάζουμε, όταν «ανακαλύπτουμε» παντού γύρω μας «υπεύθυνους» και «φταίχτες», όταν  το σωματείο  μας «μυρίζει» και η οργανωμένη δράση είναι «για τους άλλους», όταν κρυβόμαστε βαθιά στην απεραντοσύνη της απογοήτευσης  του καναπέ μας.

Για πόσο ακόμα θα καταδεχόμαστε να μας φτύνουν κατάμουτρα μέσα από τις «γουάιντσκριν πλάσμα» τα καθάρματα, τα επιφορτισμένα με την «ενημέρωσή» μας; Μέχρι πότε θα ανεχόμαστε τους ξεφτιλισμένους εργατοπατέρες, τους προσκυνημένους κυβερνοσυνδικαλιστές, τους βασικούς συνεργούς στο διαρκές έγκλημα που διαπράττεται σε βάρος μας; Για πόσο ακόμα θα τους αφήνουμε να μας παραδίδουν αλυσοδεμένους στις ορέξεις των δολοφόνων μας;

Ο χρόνος κυλάει σε βάρος μας. Ας καταλάβουμε πως αυτά που συμβαίνουν δεν είναι παροδικά. Η ζωή μας ποτέ δεν πρόκειται να επιστρέψει στους ρυθμούς των προηγούμενων χρόνων, όσο θα βυθιζόμαστε στην μιζέρια και την απογοήτευση. Όσο τα υποχείρια του κεφαλαίου θα μας πείθουν, εύκολα ή δύσκολα, πως όλα αυτά γίνονται για το καλό «μιας» πατρίδας. Ας καταλάβουμε πως αυτό που ζούμε σήμερα είναι ένας πόλεμος. Ένας πόλεμος ταξικός! Μας πολεμούν με τα καλύτερα όπλα που διαθέτουν. Ένας πόλεμος που οι απώλειες βαρύνουν μόνο την μια πλευρά. Την πλευρά των εργατών, των αδύναμων, των άνεργων, των φτωχών, την δική μας πλευρά.

Όπως πολύ σωστά τονίζει σε σημερινή ανακοίνωσή  του το ΠΑΜΕ: «Η επίθεση αποδεικνύεται στην πράξη πως  δε μπορεί να σταματήσει ούτε με συνθήματα ούτε με μεγαλοστομίες και φλυαρίες. Είναι πόλεμος και στον πόλεμο χρειάζεται καθαρή ταξική στάση, οργάνωση, αντοχή, θυσίες. Όσο οι εργάτες θα αφήνουν στην άκρη τη δύναμη τους, το δίκιο δε θα γίνεται νόμος. Τα σωματεία έχουν μεγάλη ευθύνη να σηκώσουν. Να καλεστούν παντού Γενικές Συνελεύσεις, να συζητήσουν οι εργάτες για την ανάγκη άμεσης απάντησης με ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ. Να πάρουν και οι ίδιοι ευθύνη στις μάχες που πρέπει να δοθούν. Η επίθεση πρέπει να αποκρουστεί πρώτα και κύρια εκεί που σφάζεται κυριολεκτικά ο εργαζόμενος. Στους μοναδικούς κερδισμένους από αυτήν την επίθεση, στους μονοπωλιακούς ομίλους αλλά και σε κάθε τόπο δουλειάς και γειτονιά».

Η ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ να είναι η αρχή. Να είναι η σπίθα που θα πυροδοτήσει την απάντηση της εργατικής τάξης σε βάθος χρόνου. Που θα εκφράσει την γενικότερη αντίδραση των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Να είναι ένα πρώτο βήμα για το χτίσιμο της μεγάλης λαϊκής αντεπίθεσης.

Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Ο χρόνος μας τελειώνει. Ας αφήσουμε στην άκρη γκρίνιες και προσωπικές «σκοπιμότητες», πολιτικές συμπάθειες και αντιπάθειες, προκαταλήψεις και μικροκομματικές διαφορές. Αυτά που μας ενώνουν είναι πολύ περισσότερα από όσα μας χωρίζουν. 

Μπροστά μας ανοίγονται δυο δρόμοι. Ο ένας είναι αυτός που βαδίζουμε. Ο δρόμος του φόβου, της μιζέριας και της υποταγής. Ο δρόμος που οδηγεί προς την πλήρη εξαθλίωσή μας. Ο άλλος  δρόμος που ανοίγεται διάπλατα μπροστά μας, είναι ο δρόμος του αγώνα. Ο δρόμος της συστράτευσης με τις συνεπείς  ταξικές δυνάμεις. Ο δρόμος της αξιοπρέπειας και της περηφάνιας. 

Η απόφαση απαιτεί καθαρή σκέψη. Ας σκεφτεί καλά ο καθένας πριν αποφασίσει ποιον δρόμο θα ακολουθήσει και ας αναλάβει την ευθύνη για την επιλογή του.
 Αναρτήθηκε από  oikodomos  

ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΙΟΛΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ


ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΙΟΛΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ 
του  Μάκη Παπαδόπουλου
   
Το τελευταίο χρονικό διάστημα, καθώς τα αιολικά πάρκα εμφανίζουν μια επιταχυνόμενη ανάπτυξη, συναντάμε σαν Κόμμα μια όλο και πιο επίμονη ερώτηση: «Είστε υπέρ ή κατά της χρήσης της αιολικής ενέργειας;». Θα θέλαμε λοιπόν από την αρχή να ξεκαθαρίσουμε ότι δε θεωρούμε σωστή αυτή την αφηρημένη διατύπωση που εγκλωβίζει την πολιτική τοποθέτηση σ’ ένα γενικόλογο ναι ή ένα γενικόλογο όχι. Για το ΚΚΕ η αξιοποίηση κάθε πηγής ενέργειας (και πιο σωστά ο βαθμός αξιοποίησης κάθε πηγής ενέργειας) εξετάζεται με σαφή και συγκεκριμένα κριτήρια. Εξετάζουμε δηλαδή την ορθότητα κάθε λύσης με γνώμονα το αν ανταποκρίνεται στις διευρυνόμενες λαϊκές ανάγκες. Εξετάζουμε αν η λύση που προτείνεται: Διασφαλίζει φθηνό ρεύμα και γενικότερα φθηνό ενεργειακό προϊόν για το λαό. Συμβάλλει στην αξιοποίηση εγχώριων πηγών ενέργειας. Αναβαθμίζει την ασφάλεια των κατοίκων και των εργαζομένων στον ενεργειακό τομέα καθώς και την προστασία του περιβάλλοντος. Οδηγεί στη διεύρυνση των εργασιακών και ασφαλιστικών κατακτήσεων και δικαιωμάτων των εργαζομένων στον ενεργειακό τομέα. Εξασφαλίζει ένα αξιόπιστο και ευσταθές σύστημα ηλεκτροπαραγωγής για τη χώρα μας. Αξιοποιείται για την ανάπτυξη συγκεκριμένων περιοχών και εγχώριων βιομηχανικών κλάδων.
Η απάντηση σ’ αυτά τα ερωτήματα δεν μπορεί να δοθεί με μια τεχνοκρατική, δήθεν ουδέτερη επιστημονική προσέγγιση. Πρόκειται, όπως θα δούμε για ζήτημα βαθύτατα πολιτικό. Αφορά σε τελευταία ανάλυση την πολιτική απάντηση στα ερωτήματα:
Α) Ποιος είναι ο ιδιοκτήτης των μέσων παραγωγής, μεταφοράς και διανομής της ενέργειας;
Β) Με ποιο βασικό κριτήριο επιλέγεται η τεχνολογία, το μέγεθος, η χωροθέτηση κάθε λύσης, δηλαδή γίνεται με γνώμονα το καπιταλιστικό κέρδος ή την ικανοποίηση των διευρυνόμενων λαϊκών αναγκών;

Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

Με βάση λοιπόν αυτό το πλαίσιο ας δούμε συνοπτικά πώς έχει διαμορφωθεί η σημερινή κατάσταση, ποια είναι τα κύρια δεδομένα:
1. Η χώρα μας είναι σήμερα η τρίτη σε αιολικό δυναμικό στην ΕΕ μετά τη Μ. Βρετανία και την Ιρλανδία, αλλά τα αιολικά πάρκα καλύπτουν ελάχιστο ποσοστό (κοντά στο 2%) της συνολικής ηλεκτροπαραγωγής της χώρας. Στην Ελλάδα υπάρχουν περιοχές όπου καταγράφεται μεγάλη μέση ταχύτητα ανέμου (νησιά Αιγαίου, Κρήτη, Εύβοια, Νότια Πελοπόννησος κλπ.), δηλαδή περιοχές όπου το κόστος της ηλεκτροπαραγωγής από αιολική ενέργεια θεωρείται ικανοποιητικό για τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Την ίδια στιγμή η Ελλάδα βλέπει να επιδεινώνεται το εμπορικό της ισοζύγιο από τις εισαγωγές καυσίμων (πετρελαίου - φυσικού αερίου). Μόνο το 2000 το εμπορικό έλλειμμα στον τομέα των καυσίμων έφτασε τα 2.747 εκατ. δολ.
Ωστόσο θα πρέπει να σημειώσουμε ότι σε κάθε περίπτωση η αιολική ενέργεια και γενικότερα οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) μπορούν να παίξουν μόνο ένα συμπληρωματικό ρόλο στην κάλυψη της συνεχούς αύξησης της ενεργειακής κατανάλωσης στην Ελλάδα. Το Υπουργείο Ανάπτυξης εκτιμά μέση ετήσια αύξηση της ενεργειακής ζήτησης 4% για περισσότερο από μια δεκαετία, ενώ μόνο το 2000 η αύξηση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας έφθασε το 8%.  
2. Η ΕΕ προωθεί τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας(ΑΠΕ) με διπλό στόχο: Αφ’ ενός να περιορίσει την εξάρτηση της από εισαγόμενα ενεργειακά προϊόντα και αφ’ ετέρου να επιταχύνει την απελευθέρωση και ιδιωτικοποίηση του ενεργειακού τομέα, μέσα από την κοινοτική χρηματοδότηση των ιδιωτικών επενδύσεων εγκατάστασης.
Το ζήτημα της μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης θεωρείται κρίσιμο στο πλαίσιο του ανταγωνισμού του κοινοτικού ιμπεριαλισμού με τις ΗΠΑ. Η Πράσινη Βίβλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού περιλαμβάνει την εκτίμηση ότι αν δε ληφθούν μέτρα, σε 20 χρόνια η κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της Κοινότητας από εισαγόμενα προϊόντα θα φτάσει το 70% του συνόλου. Η αμερικανική υπεροχή  στη μάχη του πετρελαίου αναγκάζει επίσης το επιτελείο των Βρυξελλών να σηκώσει υποκριτικά τη σημαία της προστασίας του περιβάλλοντος (π.χ. δέσμευση  για αυστηρούς όρους που θέτει το Πρωτόκολλο του Κιότο).
Για τους σκοπούς αυτούς λοιπόν η Κοινότητα χρηματοδοτεί συγκεκριμένα προγράμματα προώθησης των ΑΠΕ (π.χ. πρόγραμμα πλαίσιο για την περίοδο 1998-2001, με προϋπολογισμό 77 εκατ. ευρώ) και εξέδωσε πρόταση Οδηγίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ. Τίθεται σα στόχος η ΕΕ να καλύψει μέχρι το 2010 το 22,1% της συνολικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ έναντι μεριδίου 13,9% το ’97. Για την Ελλάδα ο αντίστοιχος στόχος είναι 20,1% έναντι 8,6% το ’97 (από αυτό το ποσοστό μόνο το 0,4% κάλυπταν τα αιολικά πάρκα). Στον Πίνακα 1 που ακολουθεί αποτυπώνονται οι ενδεικτικοί στόχοι της ΕΕ για κάθε κράτος-μέλος με χρονικό ορίζοντα το 2010 σε συσχέτιση με τα απολογιστικά στοιχεία του 1997.

Πίνακας 1
Ενδεικτικοί εθνικοί στόχοι συμμετοχής των ΑΠΕ στην κάλυψη της συνολικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας
Χώρα 1997 2010
Αυστρία 72,7 78,1
Βέλγιο 1,1 6,0
Δανία 8,7 29,0
Φινλανδία 24,7 35,0
Γαλλία 15,0 21,0
Γερμανία 4,5 12,5
Ελλάδα 8,6 20,1
Ιρλανδία 3,6 13,2
Ιταλία 16,0 25,0
Λουξεμβούργο 2,1 5,7
Ολλανδία 3,5 12,0
Πορτογαλία 38,5 45,6
Ισπανία 19,9 29,4
Σουηδία 49,1 60,0
Ενωμένο Βασίλειο 1,7 10,0
Ευρωπαϊκή Ενωση 13,9 22,1

Πρέπει ωστόσο να υπογραμμίσουμε ότι οι συγκεκριμένοι στόχοι για το 2010 δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα παρ’ ότι προς την κατεύθυνση της δέσμευσης του ενεργειακού σχεδιασμού των κρατών-μελών πιέζει συνεχώς η πλειοψηφία του Ευρωκοινοβουλίου (έγκριση σχετικής έκθεσης Mechtild Rothe τον Ιούλη 2001).
Ωστόσο και το ίδιο το Ευρωκοινοβούλιο με το πέρασμα του χρόνου εμφανίζεται να έχει μειωμένες προσδοκίες σχετικά με τις δυνατότητες κάλυψης των ενεργειακών αναγκών της ΕΕ από τις ΑΠΕ. Ετσι σε πρόσφατη Εκθεση σχετικά με τον ενεργειακό εφοδιασμό της ΕΕ αναφέρεται ότι: «Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) αποτελούν εξ ορισμού ενδογενή αγαθά και ορθά επιδιώκεται η αύξηση του μεριδίου τους στη συνολική κατανάλωση και παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, ας είμαστε ρεαλιστές, ακόμη κι αν επιτευχθούν οι φιλόδοξοι στόχοι για τις ΑΠΕ, οι πηγές αυτές δεν μπορούμε να αναμένουμε ότι θα αντικαταστήσουν απόλυτα οποιεσδήποτε άλλες ενεργειακές πηγές».
3. Η ελληνική κυβέρνηση προωθεί δυναμικά την είσοδο του ιδιωτικού κεφαλαίου στον τομέα των ΑΠΕ χρηματοδοτώντας τις ιδιωτικές επενδύσεις παραγωγής από ΑΠΕ με 40% της συνολικής δαπάνης (αγορά και εγκατάσταση εξοπλισμού κλπ.) και διασφαλίζοντας στη συνέχεια την κερδοφορία τους π.χ. το κράτος αγοράζει την παραγόμενη ενέργεια από τα ιδιωτικά αιολικά πάρκα της Εύβοιας προς 20,7δρχ/kwh τη στιγμή που το μέσο κόστος ηλεκτροπαραγωγής της ΔΕΗ στο διασυνδεδεμένο σύστημα είναι 12,12 δρχ./kwh. Αξιολογώντας την αποδοτικότητα κεφαλαίου για επενδύσεις αιολικών πάρκων στην Εύβοια το Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΚΑΠΕ) αναφέρει σε πρόσφατη μελέτη του: «Η υψηλή τιμή του Εσωτερικού Βαθμού Απόδοσης (ΕΒΑ) για τα ίδια και δανειακά κεφάλαια (μέσος όρος 23,4% όταν οι τιμές της τάξεως του 14% - 18% είναι ήδη πολύ ελκυστικές) προσελκύει τους επενδυτές. Τα αρκετά ψηλά κέρδη στο τέλος της περιόδου και η γρήγορη ανάκτηση των κεφαλαίων (μέγιστη μέση τιμή 7 έτη) αντανακλούν τον επιχειρηματικό κίνδυνο που ενυπάρχει σε επενδύσεις αυτού του είδους». Ταυτόχρονα το ΔΣ της ΔΕΗ αδρανοποιεί τη Διεύθυνση Εναλλακτικών Μορφών Ενέργειας της ΔΕΗ (ΔΕΜΕ) και ματαιώνει την κατασκευή από τη ΔΕΗ έργων ΑΠΕ (π.χ. το υδροηλεκτρικό έργο του Τεμένους στη Β. Ελλάδα), παρά τις αντίθετες υπηρεσιακές εισηγήσεις.
Εφαρμόζει σταδιακά αλλά με αποφασιστικότητα την πολιτική της αναδιάρθρωσης του τομέα ενέργειας με βασικούς σταθμούς:
? Το Ν. 1559/85 που επέτρεψε στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης αλλά και σε ιδιώτες την εγκατάσταση μονάδων ΑΠΕ κυρίως για αυτοπαραγωγή.
? Το Ν. 2244/94 που καθιέρωσε ουσιαστικά την κρατική επιδότηση των ιδιωτικών επενδύσεων εγκατάστασης ΑΠΕ και την προνομιακή τιμολογιακή πολιτική υποχρεωτικής αγοράς ρεύματος των ιδιωτών παραγωγών  από τη ΔΕΗ.
? Το Ν. 2773/99 που «απελευθέρωσε» συνολικά την αδειοδότηση της ιδιωτικής παραγωγής και προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας.
? Το Σχέδιο Ανάπτυξης 2000-2006 που εκτός από κίνητρα για προώθηση των ΑΠΕ προβλέπει και ενίσχυση του διασυνδεδεμένου συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας,  ώστε να αυξηθεί η δυνατότητα δημιουργίας νέων αιολικών πάρκων. Π.χ. σήμερα στην Εύβοια έχουν πάρει άδεια εγκατάστασης μονάδες συνολικής ισχύος 264ΜW. Τόσο είναι περίπου και το όριο που επιτρέπει το σημερινό Σύστημα Μεταφοράς. Αρα  αν δεν αναβαθμιστεί το σύστημα δεν μπορεί στην πράξη να προχωρήσει η αδειοδότηση άλλων μονάδων στην Εύβοια. Ηδη μάλιστα έχει οξυνθεί η διαμάχη των μονοπωλιακών ομίλων (π.χ. μεταξύ του ομίλου Κόκκαλη και της εταιρείας ΡΟΚΑΣ Α.Ε.) για το αν και από ποιόν θα κατασκευαστεί νέος υποθαλάσσιος αγωγός μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας για τη σύνδεση της Εύβοιας λόγω του κομίστρου μεταφοράς που θα πληρώνουν οι ιδιώτες παραγωγοί στον υποψήφιο κατασκευαστή (HED &  ABB).
? Τις χρηματοδοτήσεις του Β΄ ΚΠΣ (Υποπρόγραμμα 3 για ΑΠΕ του Επιχειρησιακού Προγράμματος Ενέργειας) και Γ΄ ΚΠΣ (Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα») κλπ.
Πρέπει να σημειώσουμε στο σημείο αυτό ότι η ΝΔ και ο ΣΥΝ στηρίζουν ανοιχτά την κυβερνητική πολιτική παράδοσης των ΑΠΕ στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Πρόσφατα ο κ. Βουλγαράκης ζήτησε ελκυστικότερες τιμές αγοράς της ιδιωτικής παραγωγής από το κράτος και ο κ. Παπαδημούλης διαμαρτυρήθηκε για τα μικρά κονδύλια ενίσχυσης που διατίθενται για τους ιδιώτες παραγωγούς (φόρουμ ELFORES 24/5/2001).
4. Το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής είναι ήδη ορατό στην Εύβοια. Ηδη έχουν αδειοδοτηθεί μονάδες συνολικής ισχύος 264 ΜW (άδεια εγκατάστασης) και λειτουργούν μονάδες συνολικής ισχύος 142,3 ΜW.
Από το σύνολο των αδειοδοτημένων τη μερίδα του λέοντος έχουν λάβει δύο εταιρείες, ο ΡΟΚΑΣ (άδειες συνολικής ισχύος 117ΜW) και η ΤΕΡΝΑ (άδειες 79ΜW). Οι μεγαλύτερες μονάδες του ΡΟΚΑ που λειτουργούν είναι στην περιοχή Μακρυράχι στα Στύρα με ισχύ 24 και 11,5 ΜW, αλλά και στην Κάρυστο με ισχύ 24 και 12 MW. Την ίδια στιγμή η ΔΕΗ περιορίζεται σ’ ένα μικρό αιολικό πάρκο στο Μαρμάρι ισχύος 5,1 ΜW.
Στο σύνολο της Επικράτειας η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) έχει ήδη εισηγηθεί θετικά προς τον υπουργό για αδειοδότηση μονάδων ΑΠΕ συνολικής ισχύος 1285ΜW (από τα οποία τα 912 ΜW θα αφορούν αιολικά πάρκα). Για να γίνουν αντιληπτά τα μεγέθη αναφέρουμε ότι η συνολική εγκατεστημένη ισχύς της ΔΕΗ δεν ξεπερνά τα 11.000 ΜW(10.990 MW το 2000). Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι οι αιτήσεις που υποβλήθηκαν στη ΡΑΕ για ιδιωτικά έργα ΑΠΕ ξεπέρασαν τα 10.000 MW!  Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ίδιος ο Πρόεδρος της ΡΑΕ καθηγητής κ. Κάπρος απέδωσε σε πρόσφατη συνέντευξή του την έκρηξη ιδιωτικού ενδιαφέροντος στην «υψηλή κρατική επιδότηση αφενός του κεφαλαιουχικού κόστους αφετέρου της παραγόμενης κιλοβατώρας, αλλά και στο φόβο ότι αυτή ίσως ήταν η τελευταία ευκαιρία για υψηλές επιδοτήσεις έργων ΑΠΕ».
5. Η κυβερνητική πολιτική για τις ΑΠΕ εντάσσεται στο πλαίσιο της γενικότερης πολιτικής της ΕΕ και της ελληνικής ολιγαρχίας για απελευθέρωση και ιδιωτικοποίηση του τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας. Η άρχουσα τάξη προσπαθεί να διαμορφώσει προϋποθέσεις ώστε να ανεβάσει την κερδοφορία των υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων, να επιταχύνει τη συγκέντρωση του κεφαλαίου, να συγκρατήσει την τάση πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους. Η ΕΕ ιδιαίτερα επιχειρεί να μεγεθύνει την κερδοφορία των κοινοτικών  μονοπωλίων και να οικοδομήσει μια «ενιαία ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας» στο πλαίσιο της ΟΝΕ για να αντεπεξέλθει στον ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ. Γι’ αυτό το μονοπωλιακό κεφάλαιο ακολουθεί την πολιτική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, της εκτεταμένης ιδιωτικοποίησης κρατικών τομέων παραγωγής και της ισοπέδωσης των εργατικών  και ασφαλιστικών κατακτήσεων των εργαζομένων.
Ποια είναι λοιπόν τα βασικά στοιχεία της νέας κυβερνητικής ρύθμισης:
α) Η παραγωγή, η μεταφορά και η διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας διαχωρίζονται πλέον οικονομικά και νομικά.
β) Η παραγωγή και η προμήθεια της ηλεκτρικής ενέργειας μπορεί να γίνεται ελεύθερα από ιδιώτες με τη χορήγηση σχετικών αδειών.
γ) Οι ιδιώτες παραγωγοί και προμηθευτές μπορούν να χρησιμοποιούν σε ισότιμη βάση με τη ΔΕΗ το δημόσιο σύστημα μεταφοράς της ηλεκτρικής ενέργειας, που φτιάχτηκε με τα λεφτά του ελληνικού λαού.
δ) Ορίζεται για την εξυπηρέτηση της ενεργειακής πολιτικής και τη διασφάλιση του ανταγωνισμού μια δήθεν ανεξάρτητη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) που εποπτεύεται και τυπικά από τον Υπουργό Ανάπτυξης.
ε) Προωθείται η ιδιωτικοποίηση - μετοχοποίηση της ΔΕΗ με το ΠΔ 333/2000 και η μετατροπή της νέας ΔΕΗ Α.Ε. σε μοχλό προώθησης της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης. Πρόκειται για μια πολιτική που θα έχει αρνητικές επιπτώσεις:
Στη λαϊκή κατανάλωση (τιμή της kwh), αφού η παραγωγή του ηλεκτρικού ρεύματος θα στοχεύει στη διασφάλιση του μέγιστου δυνατού  καπιταλιστικού κέρδους των ιδιωτικών ομίλων. Είναι ενδεικτική η πρόσφατη αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ κατά 3,5% - 5% τον Ιούλη 2001 που συνοδεύτηκε στη συνέχεια με την αναγγελία του ΔΣ της ΔΕΗ Α.Ε. για νέα αύξηση των τιμολογίων μετά την πρώτη φάση μετοχοποίησης της ΔΕΗ Α.Ε.. Χαρακτηριστικά είναι και τα παραδείγματα της απότομης ανόδου των τιμών την πρώτη πενταετία της απελευθέρωσης στη Βρετανία και πιο πρόσφατα στην αμερικάνικη πολιτεία της Καλιφόρνια. Γενικότερα η άνοδος της παραγωγικότητας στην ηλεκτροπαραγωγή δε μεταφράζεται σε αντίστοιχη μείωση τιμών ηλεκτρικού ρεύματος στις ισχυρές καπιταλιστικές χώρες.
Στους εργαζόμενους στον ενεργειακό τομέα:
Είναι γνωστό το Σχέδιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος της ΔΕΗ που προβλέπει μείωση εργαζομένων κατά 10.000, καθώς και η παραγραφή των περιουσιακών στοιχείων του ασφαλιστικού ταμείου της ΔΕΗ ύψους 3,2 δισ. δρχ. Πρόσφατα μάλιστα το ΔΣ της ΔΕΗ Α.Ε. σε ανακοίνωσή του (Νοέμβρης 2001) άφησε ανοιχτό αν θα συνεχιστεί και στο μέλλον η ανάληψη των ασφαλιστικών υποχρεώσεων της ΔΕΗ από το κράτος. Ταυτόχρονα το ΔΣ της ΔΕΗ Α.Ε. «νοίκιασε» ήδη 300 εργαζόμενους στον ΔΕΣΜΙΕ που έχει αναλάβει την κεντρική ευθύνη διαχείρισης και μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό που γενικότερα πρέπει να τονίσουμε είναι ότι η επίθεση στις κατακτήσεις των εργαζομένων της ΔΕΗ είναι τμήμα του συνολικού σχεδίου κατεδάφισης των κατακτήσεων της εργατικής τάξης.
Στην αξιοποίηση των εγχώριων πηγών και στον ενεργειακό σχεδιασμό:
Είναι προφανές για παράδειγμα, ότι ένας ιδιώτης επενδυτής θα προτιμήσει τη δημιουργία ενός σταθμού φυσικού αερίου (δηλαδή με εισαγόμενο καύσιμο) αντί ενός λιγνιτικού σταθμού, γιατί ο πρώτος παρουσιάζει μικρότερο κόστος αρχικής επένδυσης και συντομότερο χρόνο απόσβεσης του κεφαλαίου. Αξίζει επίσης να αναφέρουμε ότι η ΡΑΕ έχει ήδη εισηγηθεί την αδειοδότηση ξένων ομίλων (ιταλική ΕNEL, αμερικάνικη CINERGY, γαλλική ATEL κλπ.) για εισαγωγές ρεύματος από μονάδες του εξωτερικού συνολικής ισχύος 1.100 ΜW, που ισοδυναμούν με το 10% της σημερινής εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής.
6. Η συμβολή της αιολικής ενέργειας στην προστασία του περιβάλλοντος δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Αρκεί να σκεφτούμε για παράδειγμα ότι μια λιγνιτική μονάδα εκπέμπει περίπου 1,32kg CO2/kwh έναντι μηδενικής εκπομπής του αιολικού σταθμού. Ωστόσο αυτό που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι ακόμα και σ’ αυτή την πλευρά η όποια ευεργετική επίδραση μειώνεται στο βωμό του καπιταλιστικού κέρδους.
Ετσι το Υπουργείο Ανάπτυξης με Νόμο που πέρασε μέσα στο καλοκαίρι έδωσε ουσιαστικά τη δυνατότητα για εγκατάσταση αιολικών πάρκων μέσα σε δασικές εκτάσεις και ανέδειξε τη Ρυθμική Αρχή Ενέργειας σε ουσιαστικό διαχειριστή των δασικών εκτάσεων. Παρέκαμψε μάλιστα με φωτογραφικό τρόπο την ακύρωση αδειοδότησης σχετικών εγκαταστάσεων που είχε προκληθεί από αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας.
Ορισμένα άλλα περιβαλλοντικά προβλήματα που συχνά αναφέρονται (π.χ. ο θόρυβος από τη λειτουργία των ανεμογεννητριών, οι εκπεμπόμενες ακτινοβολίες από ηλεκτρομαγνητικά πεδία) μπορούν να αντιμετωπιστούν με την κατάλληλη επιλογή της θέσης και του μεγέθους της εγκατάστασης. Και εδώ δηλαδή το πρόβλημα είναι πολιτικό. Π.χ. η στάθμη του θορύβου που προκαλεί μια μεμονωμένη ανεμογεννήτρια σε απόσταση 500 μέτρων από κατοικημένη περιοχή μπορεί να φτάσει τα 35 db(A) , δηλαδή στο επίπεδο θορύβου ενός ήσυχου δωματίου.
7. Το κόστος ηλεκτροπαραγωγής από αιολικές μονάδες παραμένει σε γενικές γραμμές υψηλότερο από το αντίστοιχο των λιγνιτικών μονάδων. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι το μέσο κόστος ηλεκτροπαραγωγής λιγνιτικού σταθμού της ΔΕΗ έφτανε τις 11,21 δρχ/kwh (στο διασυνδεδεμένο σύστημα το 1999), ενώ το αντίστοιχο κόστος για αιολικό πάρκο (σε περιοχή με ταχύτητα ανέμου 8m/sec) πλησίαζε τις 15 δρχ./kwh.
Μεγαλύτερη διαφορά κόστους ηλεκτροπαραγωγής κατά μέσο όρο έχει καταγράψει μελέτη του αρμόδιου Εργαστηρίου Ενεργειακής Οικονομίας του ΕΜΠ . Ωστόσο, η τιμή μπορεί να μεταβληθεί σημαντικά με βάση την χρησιμοποιούμενη τεχνολογία, το αιολικό δυναμικό κλπ. Ενα παράδειγμα: Η ουκρανική Wind Energo ισχυρίζεται ότι οι δικές της ανεμογεννήτριες μπορούν να πετύχουν μείωση κόστους έως και 40% σε σχέση με τι αντίστοιχες δυτικοευρωπαϊκές. Παρουσιάζει ένα μοντέλο (USW 56-10) με κόστος ηλεκτροπαραγωγής 2,9 cents/kwh, με ταχύτητα ανέμου 6 m/sec.
Αντίστοιχα εντυπωσιακά οικονομικά αποτελέσματα υπόσχονται τα νέα υβριδικά συστήματα για αυτόνομα δίκτυα (π.χ. μικρά νησιά), όπου αξιοποιούνται ενδιάμεσοι τρόποι αποθήκευσης της ενέργειας (μπαταρίες, λιμνοδεξαμενές βρόχινου νερού κ.ά.) και ο συνδυασμός ανεμογεννητριών και υδροστροβίλων.

Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΚΚΕ

Μετά  από όλα αυτά δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ποια είναι η θέση του ΚΚΕ για το συγκεκριμένο ζήτημα:
(α) Αγωνιζόμαστε ενάντια στην εγκατάσταση ιδιωτικών αιολικών πάρκων που σχεδιάζονται και λειτουργούν με γνώμονα το καπιταλιστικό κέρδος και όχι τις διευρυνόμενες λαϊκές ανάγκες στον τομέα ενέργειας.
Η θέση μας αυτή δεν προκύπτει βέβαια από μια λογική υποστήριξης της προηγούμενης κρατικής διαχείρισης. Αντίθετα εμείς ασκούσαμε τη μόνη ουσιαστική κριτική για το ρόλο του και τη λειτουργία του κρατικού τομέα ηλεκτροπαραγωγής αποδεικνύοντας πως αυτός εξυπηρετούσε το ιδιωτικό κεφάλαιο με πολλούς τρόπους (πολιτική προμηθειών, πολιτική τιμών βιομηχανικού ρεύματος/Πεσινέ, αναθέσεις έργων/ΑΗΣ Φλώρινας κλπ.) όλα αυτά τα χρόνια. H ΔΕΗ αξιοποιήθηκε σαν μοχλός του κεντρικού ενεργειακού σχεδιασμού του ελληνικού καπιταλισμού για τη γρήγορη επέκταση του δικτύου μεταφοράς και τη διασφάλιση της κάλυψης των αναγκών της παραγωγής με σχετική επάρκεια, σε μια ιστορική περίοδο που αυτή η επιλογή εξυπηρετούσε τα στρατηγικά συμφέροντα του ιδιωτικού κεφαλαίου.
Ωστόσο τονίζουμε πως η ιδιωτικοποίηση διευκολύνει την επίθεση του μονοπωλιακού κεφαλαίου για συμπίεση της τιμής της εργατικής δύναμης και υπονομεύει ακόμα περισσότερο τη δυνατότητα του εργατικού κινήματος να επιδρά στην πολιτική τιμών, στον ενεργειακό σχεδιασμό, στην προστασία του περιβάλλοντος και της ασφάλειας των κατοίκων. Υπονομεύει ορισμένες από τις δυνατότητες που θα έχει μια μελλοντική σοσιαλιστική εξουσία στην Ελλάδα.
(β) Για μας η αναγκαία και χρήσιμη για τους εργαζόμενους αξιοποίηση της αιολικής ενέργειας μπορεί  να γίνει μέσα από έναν αποκλειστικά κρατικό, ενιαίο, εθνικό φορέα ενέργειας, στο πλαίσιο μιας λαϊκής οικονομίας με κοινωνικοποιημένα τα βασικά μέσα παραγωγής.
Αυτή η λύση προϋποθέτει να πάρει ο λαός την τύχη του στα χέρια του, να εγκαθιδρύσει τη δική του εξουσία και να απαγορεύσει κάθε ιδιωτική δραστηριότητα στον ενεργειακό τομέα.
Ο φορέας που προτείνουμε θα μπορέσει να εντάξει την αξιοποίηση της αιολικής ενέργειας στο πλαίσιο ενός κεντρικού ενεργειακού σχεδιασμού που θα συνδυάζει αρμονικά:
α. Τη διασφάλιση φτηνής παροχής ενέργειας για τις λαϊκές ανάγκες, τη μείωση του κόστους παραγωγής ενεργειακού προϊόντος.
β. Την ασφάλεια εργαζομένων και κατοίκων, την προστασία του περιβάλλοντος.
γ. Τη μείωση του βαθμού εξάρτησης της χώρας από εισαγόμενα καύσιμα.
δ. Την ανάπτυξη συγκεκριμένων περιοχών, εγχώριων βιομηχανικών κλάδων, ερευνητικής δραστηριότητας, με μοχλό τα έργα και τη δραστηριότητα του ενεργειακού τομέα.
Με βάση αυτά τα βασικά κριτήρια ο κρατικός φορέας θα επιλέξει:
1. Τις κατάλληλες τοποθεσίες για λειτουργία αιολικών πάρκων συνυπολογίζοντας:
(α) Το υφιστάμενο αιολικό δυναμικό (ανεμολογικά δεδομένα, ορογραφία, τραχύτητα εδάφους κλπ.) με έμφαση στον προσδιορισμό του αιολικού δυναμικού με την πειραματική μέθοδο που είναι ακριβέστερη.
(β) Την προστασία του περιβάλλοντος (π.χ. δάση και λίμνες), των αρχαιολογικών χώρων και των κατοικημένων περιοχών (π.χ. οριοθέτηση αποστάσεων), την ασφάλεια των κατοίκων .
2. Τον τύπο της ανεμογεννήτριας και το μέγεθος του αιολικού πάρκου συνυπολογίζοντας:
(α) Το συνολικό κόστος της επένδυσης, το κόστος ηλεκτροπαραγωγής και τη δυνατότητα ετήσιας παραγωγής ενέργειας. Ενδεικτικά αναφέρουμε την ύπαρξη σύγχρονων συστημάτων (π.χ. υβριδικά συστήματα) που μπορούν να μειώσουν το κόστος ηλεκτροπαραγωγής σ’ ένα αυτόνομο δίκτυο (π.χ. νησί του Αιγαίου).
(β) Την τεχνική διασφάλιση με χαμηλό κόστος της ευστάθειας του συστήματος, ώστε να μην υπάρχουν ταχείες διακυμάνσεις της τάσης λόγω μεταβολών του ανέμου, αργές μεταβολές της τάσης όταν οι Α/Γ τίθενται σε λειτουργία κλπ.
Ο αρμονικός συνδυασμός όλων αυτών των στόχων αναδεικνύει την ανάγκη του εθνικού κεντρικού ενεργειακού σχεδιασμού σε μια οικονομία που θα λειτουργεί με γνώμονα τις λαϊκές ανάγκες και όχι το καπιταλιστικό κέρδος. Πρόκειται σε τελευταία ανάλυση για την ανάγκη να πάψει η ενέργεια να αποτελεί εμπόρευμα και να μετατραπεί σε κοινωνικό αγαθό και αντίστοιχο δικαίωμα. Ο πολιτικός όρος ικανοποίησης αυτής της ανάγκης δεν μπορεί να είναι άλλος από τη σοσιαλιστική εξουσία.

ΠΤΥΧΕΣ ΑΦΟΜΟΙΩΣΗΣ ΤΗΣ ΣΧΕΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ - ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ


ΠΤΥΧΕΣ ΑΦΟΜΟΙΩΣΗΣ ΤΗΣ ΣΧΕΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ - ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ


ΑΝΑΓΚΗ ΓΕΝΙΚΕΥΣΗΣ ΤΗΣ ΠΕΙΡΑΣ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ

Σε απόσταση μικρότερη του έτους από το 16ο Συνέδριο του Κόμματος και ενώ κυοφορούνταν νέα εκδήλωση ιμπεριαλιστικού πολέμου από τις ΗΠΑ, αυτή τη φορά εναντίον του Αφγανιστάν, η ΚΕ εξέτασε τη δουλιά της και έθεσε τα συμπεράσματά της σε συζήτηση στα καθοδηγητικά όργανα και στις Κομματικές Οργανώσεις του Κόμματος.
Στόχος της διαδικασίας να αναδειχτούν, να συνειδητοποιηθούν και να αντιμετωπιστούν οι δυσκολίες και οι υστερήσεις στο περιεχόμενο και τις μεθόδους της καθοδηγητικής δουλιάς της ΚΕ, ώστε να προσαρμοστούν, να εναρμονιστούν πιο ουσιαστικά και αποφασιστικά με τις αποφάσεις του 16ου Συνεδρίου. Δηλαδή, να κατακτηθεί στην πράξη ενιαία αντίληψη για τη στρατηγική του Κόμματος και για τον τρόπο που προωθείται.
Αξονα της αυτοκριτικής εξέτασης της δουλιάς της ΚΕ αποτέλεσε η πείρα από τη δράση του Κόμματος στους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες. Στον απολογισμό δράσης της η ΚΕ εκτιμά:
«Καταφέραμε σε αρκετά ικανοποιητικό βαθμό να επεξεργαστούμε τις θέσεις μας για την κοινωνική πολιτική, διατυπώσαμε στόχους και αιτήματα που μπορούν να κινητοποιήσουν και να ενώσουν στη δράση σήμερα τις εργατικές, τις λαϊκές μάζες. Αιτήματα που δεν περιορίζονται στη διατήρηση των λεγόμενων κεκτημένων, αλλά προβάλλουν απαιτητικά και τις σύγχρονες ανάγκες σε συνδυασμό με την κερδοφορία του μεγάλου κεφαλαίου, των ελληνικών και διεθνικών επιχειρήσεων. Δίνουν προοπτική, καθώς καλλιεργούν το έδαφος για ανάπτυξη της πολιτικής συνείδησης υπέρ αλλαγών στο επίπεδο της εξουσίας... Να εξετάζουμε συνεχώς, με βάση τις εξελίξεις και τα αποτελέσματα, πώς δουλεύουμε, για να κατανοηθεί η ανάγκη να επιτευχθούν βαθιές πολιτικές αλλαγές ως το επίπεδο της εξουσίας, για το ρόλο του Μετώπου.
Υπάρχουν περιθώρια που δεν έχουμε εξαντλήσει στην πιο έγκαιρη και μελετημένη παρακολούθηση των εξελίξεων, ώστε έγκαιρα να αναπροσαρμόζεται, εκεί που χρειάζεται, και να εμπλουτίζεται η δράση μας. Η διαπίστωση του 16ου Συνεδρίου ότι εξακολουθούμε να δουλεύουμε σε αρκετές περιπτώσεις με βάση αντιλήψεις και εμπειρίες που ταίριαζαν σε προηγούμενες φάσεις και περιόδους του αγώνα, διατηρεί και σήμερα την επικαιρότητα και τη σημασία της» .
Θα απαιτηθεί επίμονη, επίπονη και σύνθετη δουλιά για να αναδειχτούν τα συμπεράσματα, τα αποτελέσματα από τη συζήτηση της παραπάνω εκτίμησης.
Σε τελευταία ανάλυση, η ανάπτυξη της ικανότητας μας να γενικεύουμε την πείρα αυτής της σημαντικής συζήτησης από τα κάτω προς τα πάνω είναι σημαντικό στοιχείο αφομοίωσης της γραμμής και ανάπτυξης της ικανότητας δημιουργικής εφαρμογής της, όπερ και το ζητούμενο.
Βεβαίως, η ζωή, η πράξη αποτελεί το αλάνθαστο κριτήριο επιβεβαίωσης ή όχι της πολιτικής γραμμής. Το πρόσφατο παρελθόν επιβεβαίωσε πολλές φορές την ορθότητα, από τη σκοπιά των εργατικών και λαϊκών συμφερόντων, των πολιτικών εκτιμήσεων και θέσεων του Κόμματος. Γι’ αυτό και παρά τον τραγικό απόηχο της ήττας και οπισθοχώρησης στη σοσιαλιστική οικοδόμηση, στο συσχετισμό δυνάμεων, παρά τις πολύπλευρες και πολυποίκιλες αντι-ΚΚΕ επιχειρήσεις, δεν έγινε εφικτό να σταθεροποιηθεί ένα κλίμα απομόνωσης του ΚΚΕ, να παγιωθεί στάση επίθεσης από μέρους πλατιών εργατικών και λαϊκών δυνάμεων.
Ωστόσο, η έλλειψη ουσιαστικών οργανωτικών αποκρυσταλλωμάτων σε μετρήσιμους δείκτες (π.χ. στη κυκλοφορία του Ριζοσπάστη, της ΚΟΜΕΠ, των εκδόσεων του Κόμματος, στη δύναμη του Κόμματος στις συνδικαλιστικές εργατικές οργανώσεις κλπ.) επιβεβαιώνει ότι το εύρος και η αποτελεσματικότητα της ταξικής πάλης, τουλάχιστον από την άποψη του υποκειμενικού παράγοντα, είναι συνάρτηση της εύστοχης προγραμματικής ετοιμότητας αλλά και της ικανότητας σύνδεσης με αυτήν όλων των πτυχών της καθημερινής πολιτικής δουλιάς. Προϋποθέτει υψηλό βαθμό τόσο ενιαίας αντίληψης της στρατηγικής όσο και σύνδεσης της καθημερινής δουλιάς, ανάλογη ιδεολογική θωράκιση, αποτελεσματικότητα στην προώθηση της πολιτικής δράσης μέσα στις μαζικές οργανώσεις, τα συνδικάτα, τις συσπειρώσεις, τα μέτωπα πάλης. Απαιτεί οργανωτική δύναμη, διάρθρωση και εσωκομματική λειτουργία που σφυρηλατούν τη συλλογικότητα, την αποτελεσματικότητα, την ενότητα θέλησης και δράσης.
Είναι βέβαιο ότι στην ανάλυσή του αυτό το καθήκον συνεπάγεται την επεξεργασία της κεντρικής πολιτικής ανά τομέα, π.χ. οργανωτικής πολιτικής, στόχων εσωκομματικής ιδεολογικής δουλιάς και ανάπτυξης του ιδεολογικού μετώπου, επιλογής αξόνων-στόχων και μορφών συσπειρώσεων αλλά και εξειδίκευση αυτών των πολιτικών κατά παραγωγικό κλάδο και τομέα οικονομίας, με βάση μεγάλα κοινωνικά προβλήματα αλλά και σε επίπεδο πόλεων ή και μικρότερων μονάδων κοινωνικής-οικονομικής συγκρότησης.
Στο παρόν άρθρο θα επιχειρήσουμε να αναδείξουμε την πείρα από τις δυσκολίες, συγχύσεις και υστερήσεις της δράσης μας στη βάση των οξυμένων κοινωνικο-οικονομικών προβλημάτων, όπως αναδεικνύονται σε στρατηγικής σημασίας βιομηχανικούς κλάδους (π.χ. ενέργειας, τηλεπικοινωνιών, μεταφορών) και σημαντικούς τομείς της οικονομίας (χρηματοπιστωτικό σύστημα).

Η ΣΥΝΔΕΣΗ ΤΗΣ ΤΑΚΤΙΚΗΣ ΜΕ ΤΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΙΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΕΙΣ, ΤΙΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΙΣ

Ο απολογισμός της ΚΕ αναφέρει:
«Κάτω από την πίεση των προβλημάτων που δημιουργούν οι ιδιωτικοποιήσεις, παρατηρείται το φαινόμενο να μην προβάλλεται σωστά και ολοκληρωμένα η θέση μας για την παραμονή στον κρατικό τομέα, πράγμα που μπορεί να ερμηνευτεί ως υπεράσπιση του κρατικού καπιταλιστικού τομέα, ως εξιδανίκευση της πολιτικής των κρατικοποιήσεων, όπως πραγματοποιήθηκαν και λειτούργησαν από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, ή στις άλλες καπιταλιστικές χώρες. Η πάλη κατά των ιδιωτικοποιήσεων, η προβολή των αιτημάτων για δημόσιο χαρακτήρα επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας και τομέων κοινωνικών υπηρεσιών, μπορεί και πρέπει να γίνεται μέσα από συγκεκριμένα αιτήματα και μέτωπα πάλης, που συσπειρώνουν ευρύτερες λαϊκές μάζες και ταυτόχρονα βοηθούν στην κατανόηση της αναγκαιότητας του Μετώπου και της πάλης για λαϊκή οικονομία. Θα τα καταφέρουμε καλύτερα σ’ αυτή την κατεύθυνση αν δώσουμε περισσότερο βάρος ως ΚΕ αλλά και οι ΚΟ στην πληρέστερη επεξεργασία των θέσεών μας, με βάση τις εξελίξεις, κατά τομέα και κλάδο οικονομίας» .
Τα βασικά προβλήματα που συναντάμε εδώ είναι τα εξής:
Πρώτον: Συχνά δεν έχουμε έγκαιρα και ολοκληρωμένα την καταγραφή και αξιολόγηση των εξελίξεων, πρόβλημα κεντρικό που αφορά την ΚΕ και τα Τμήματά της, με αποτέλεσμα να αιφνιδιάζονται οι κομματικές δυνάμεις σε φάσεις μιας ορισμένης συσσώρευσης των εξελίξεων. Ετσι, βρίσκονται ανέτοιμες μπροστά στις εναλλαγές της αστικής διαχείρισης, στις αντιδράσεις μικροαστικών δυνάμεων ή μεσαίων στρωμάτων με κίνητρο το ατομικό «συντεχνιακό» συμφέρον.
Ακόμη και όταν με μια ορισμένη εγρήγορση παρεμβαίνουμε σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο, δεν υπάρχει ο χρόνος και οι εμπεδωμένες στην κομματική λειτουργία διαδικασίες για αφομοίωση, δημιουργική εφαρμογή στη δράση.
Ετσι, στη δράση μας με ευρύτερες από την άμεση πολιτική επιρροή μας δυνάμεις πιεζόμαστε από διλήμματα μεταξύ επιλογών της αστικής πολιτικής, από «αδιέξοδα» στο μονόδρομο του κεφαλαίου, «αμυντική» υπεράσπιση μιας ορισμένης κρατικής ρύθμισης απέναντι στη προώθηση μιας νέας, αναγκαίας για τη στερέωση ή αύξηση της εκμετάλλευσης του κεφαλαίου.
Στην καθημερινότητα, στον τόπο δουλιάς, στον κλάδο, τα διλήμματα και αδιέξοδα παρουσιάζονται με ερωτήματα όπως: Καθεστώς επίσκεψης στο γιατρό του ΕΣΥ στο ιδιωτικό του ιατρείο (ή «φακελάκι») ή καθορισμένης αμοιβής στο απογευματινό ιατρείο εντός του δημοσίου νοσοκομείου; Κρατικό μονοπώλιο στις τηλεπικοινωνίες (στις μεταφορές ή στην ενέργεια) ή απελευθέρωση αγορών και συμμετοχή σε ευρύτερη περιφερειακή αγορά, ευρωενωσιακή συμμαχία για τη συμμετοχή στις συμφωνίες διεθνούς εμπορίου (π.χ. ΠΟΕ); Εθνικός απομονωτισμός της οικονομίας ή βελτίωση των όρων συμμετοχής (ανταγωνισμού) στις περιφερειακές και στη διεθνή αγορά;
Δεύτερον: Οπου και όσο έχουμε επεξεργασίες ανάλυσης-εκτίμησης των εξελίξεων και ανάδειξης των τάσεων, δεν είναι σε έκταση και βάθος αφομοιωμένες από το κομματικό δυναμικό, ώστε να αποτελούν βάση ενός άμεσου, αιχμηρού και πειστικού ιδεολογικού μετώπου με αιχμές - αφορμές τα νέα γεγονότα.
Eνα παράδειγμα: Την απόφαση συγχώνευσης των τραπεζών Εθνικής-Alpha ακολούθησαν πρωτοβουλίες, όχι μόνο από τις διοικήσεις αλλά και από «συνδικαλιστικά» στελέχη, ανάλυσης των θετικών σημείων για τους εργαζόμενους. Οξύνθηκε η ιδεολογική διαπάλη στα όργανα του συνδικαλιστικού κινήματος των τραπεζοϋπαλλήλων. Προβλήθηκαν νέα ερωτήματα και διλήμματα, όπως: Η νέα συγχώνευση είναι εξέλιξη προς την ιδιωτικοποίηση ή προς την κρατικοποίηση; Αποτελεί προοδευτική ή αντιδραστική τάση; Είναι «φιλολαϊκός» ή όχι, υπέρ του δημοσίου ή υπέρ των ιδιωτών ο καθορισμός της σχέσης ανταλλαγής μετοχών μεταξύ των δυο υπό συγχώνευση τραπεζών; Θα υπερισχύσει το καθεστώς των εργασιακών σχέσεων της Alpha ή της Εθνικής στη νέα τράπεζα; Ορισμένες συλλογικές κατακτήσεις των τραπεζοϋπαλλήλων θα μπορούσαν να διασωθούν με μεγαλύτερα ποσοστά συμμετοχής του δημόσιου στην Εθνική και επομένως χρειάζεται ένα κοινωνικοπολιτικό μέτωπο υπέρ της κρατικής τράπεζας ή όχι;
Θα είμαστε έξω από την πραγματικότητα αν θεωρήσουμε αυτονόητη για τους εργαζόμενους τη λαθεμένη βάση των διλημμάτων, αν υποτιμήσουμε τη δυνατότητα να εγκλωβίσουν ευρύτερα τμήματα των εργαζομένων, να διοχετευθούν και να πιέσουν ακόμη και δυνάμεις του Κόμματος.
Βάση αυτής της δυνατότητας επίδρασης είναι η περιορισμένη αντίληψη για το χαρακτήρα των συντελούμενων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, επομένως και για τους στόχους και τα μέσα για την ανατροπή των υφιστάμενων εργασιακών σχέσεων και του ασφαλιστικού συστήματος.
Η διαδικασία συγκεντροποίησης του κεφαλαίου είναι εξίσου νομοτελειακή με τον ανταγωνισμό στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής. Το προοδευτικό στοιχείο, δηλαδή αυτό που οδηγεί προς τα εμπρός, είναι η συγκεντροποίηση της παραγωγής, το βάθεμα της κοινωνικοποίησης της εργασίας, ενώ το αντιδραστικό στοιχείο είναι ότι συντελείται σε βάρος της εργασίας. Το κριτήριο αυτό δεν αλλάζει επειδή στην προκειμένη περίπτωση αναφερόμαστε στο πιστωτικό σύστημα, τις τράπεζες και όχι στην παραγωγή. Γιατί ο νέος βαθμός συγκεντροποίησης στο πιστωτικό σύστημα στην Ελλάδα αντανακλά τις ανάγκες για νέο βαθμό συγκεντροποίησης στην παραγωγή.
Εχουμε λοιπόν μια νομοτελειακή κίνηση στην καπιταλιστική ανάπτυξη στην οποία βαθαίνει και η εκδήλωση της αντίθεσης: Από τη μια βαθαίνει ο κοινωνικός χαρακτήρας της εργασίας, της παραγωγής και αυξάνει η παραγωγικότητα της εργασίας. Από την άλλη η συγκεντροποίηση συντελείται σε βάρος της εργασίας, διατηρώντας την ατομική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της ξένης εργασίας, προς όφελος του συγκεντροποιημένου κεφαλαίου. «Σε βάρος της εργασίας» σημαίνει ακριβώς ότι οι μισθωτοί εργαζόμενοι πουλάνε με χειρότερους όρους την εργατική τους δύναμη, σε σχέση με την παραγωγική τους δυνατότητα και το επίπεδο κοινωνικών αναγκών που συνεπάγεται. Αυτό συμβαίνει είτε το αντιλαμβάνονται οι εργαζόμενοι με απόλυτους όρους επιδείνωσης είτε με σχετικούς είτε σε συνδυασμό τους. Και υπό την ιδεολογική και πολιτική κυριαρχία του κεφαλαίου οι εργαζόμενοι αντιλαμβάνονται στρεβλά τον χαρακτήρα και τις αιτίες της νέας τους κατάστασης. Στο παράδειγμά μας, οι εργαζόμενοι θεωρούν τη συγχώνευση ή τον περιορισμό της συμμετοχής του δημόσιου στο μετοχικό κεφάλαιο της μεγαλύτερης τράπεζας ως τη βασική αιτία της επιδείνωσης της θέσης τους μέσα στο υπάρχον σύστημα.
Μια βασική αιτία αυτής της αντίληψης είναι ότι στηρίζεται στην επιφανειακή εμπειρία: «Είχα καλύτερες εργασιακές σχέσεις και αμοιβή με το κρατικό μονοπώλιο στην ηλεκτρική ενέργεια, στις τηλεπικοινωνίες, με την κρατική τράπεζα, απ’ ό,τι με το νέο καθεστώς, άρα το κρατικό μονοπώλιο ή η κρατική (έστω καπιταλιστική) ιδιοκτησία μου εξασφαλίζει καλύτερες συνθήκες εργασίας και διαβίωσης στο σύστημα». (Και η επόμενη σκέψη «άρα παλεύω για την επανακρατικοποίηση», σκέψη με την οποία θα ασχοληθούμε σε επόμενο υποθέμα).
Η σκέψη αυτή ανάγει σε αιτία αυτό που βλέπει εμπειρικά. Αγνοεί ή παραγνωρίζει το γεγονός ότι η περίοδος βελτίωσης των εργασιακών σχέσεων και μισθών απλώς συνέπεσε με την περίοδο κρατικοποιήσεων, που ξεκίνησε μεταπολιτευτικά η ΝΔ και ολοκλήρωσε το ΠΑΣΟΚ. Ηταν χρονική περίοδος κατά την οποία πραγματοποιήθηκε μια ορισμένη ενσωμάτωση στους μισθούς των αποτελεσμάτων μιας σχετικά μακρόχρονης και δυναμικότερης καπιταλιστικής ανάπτυξης . Βεβαίως η ενσωμάτωση έρχεται με χρονική υστέρηση και κυρίως με πολιτική - κυβερνητική παρέμβαση. Ενίοτε έρχεται ως στοιχείο μια συνολικότερης πολιτικής ενσωμάτωσης στο σύστημα πλατύτερων τμημάτων εργαζομένων, όχι μόνον ως εισοδηματική (μισθολογική) πολιτική αλλά και ως μηχανισμός επέκτασης και σύσφιξης της σχέσης κυβερνώντος κόμματος-κρατικών υπαλλήλων (π.χ. κατά την κυβερνητική εξουσία του ΠΑΣΟΚ στη δεκαετία του 1980).
Οι ιστορικές συνθήκες και επομένως οι ανάγκες για τη διευρυμένη καπιταλιστική αναπαραγωγή είναι που καθορίζουν την επιλογή χρόνου, τρόπου, μέσων ενσωμάτωσης ορισμένων αποτελεσμάτων της καπιταλιστικής ανάπτυξης στην αξία και στη τιμή της εργατικής δύναμης. Ο χρόνος ενσωμάτωσης, καθώς και το μέγεθος και οι διακυμάνσεις της τιμής της εργατικής δύναμης γύρω από την αξία της, οι επιλογές κλάδων εργαζομένων για μεγαλύτερες τιμές διακύμανσης, οπωσδήποτε επηρεάζονται από το συσχετισμό δυνάμεων μεταξύ εργασίας έναντι κεφαλαίου στο επίπεδο του δοσμένου κράτους, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή και διεθνώς. Ο βαθμός οργάνωσης, ενότητας, προσανατολισμού του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος μπορεί να επιδρά και στην προσωρινή παρεμπόδιση ή αναχαίτιση των πολιτικών που εκφράζουν τα γενικά συμφέροντα του κεφαλαίου στις εκάστοτε συγκυρίες, ακόμη να αποσπά και κατακτήσεις.
Ποια, όμως, μπορεί να είναι η έκταση και η σταθερότητα της αναχαίτισης ή κατάκτησης, ιδιαίτερα στη σύγχρονη ιστορική περίοδο του καπιταλισμού, μετά τις τρεις πρώτες μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο δεκαετίες; Στην περίοδο της μακροχρόνιας επιβράδυνσης των καπιταλιστικών ρυθμών ανάπτυξης; Σε ποιο δρόμο, με ποια ευελιξία αιτημάτων και στόχων, διαμόρφωσης συμμαχιών μπορεί να επιτυγχάνεται το αμεσότερο και σταθερότερο αποτέλεσμα; Μήπως το αίτημα-στόχος συσπείρωσης και πολιτικής συμμαχίας για «επανακρατικοποίηση» μιας μεγάλης τράπεζας ή για κρατικό μονοπώλιο στην ενέργεια και στις τηλεπικοινωνίες αποτελεί δρόμο αναχαίτισης των αντιδραστικών σε βάρος της εργασίας συνεπειών των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων αλλά και εφαλτήριο για την κατάκτηση της εξουσίας;
Για να απαντήσουμε, θα πρέπει να επανέρθουμε στην όξυνση της αντίθεσης μεταξύ κοινωνικοποίησης της εργασίας και ατομικής ιδιοποίησης των αποτελεσμάτων της.
Ο νέος βαθμός κοινωνικοποίησης της εργασίας που επιδιώκεται με τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις στα πλαίσια της ευρωενωσιακής αγοράς περικλείει ή οδηγεί άμεσα σε αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, στη μείωση του αναγκαίου χρόνου εργασίας. Πώς όμως αντιμετωπίζει αυτή τη δυνατότητα το κεφάλαιο; Σε βάρος της εργασίας, διατηρώντας ή και αυξάνοντας τον πρόσθετο χρόνο εργασίας σε σχέση με τον αναγκαίο. Στην πράξη αυτό προκύπτει με διαφορετικούς τρόπους, όπως με περιορισμό του αριθμού εργαζομένων με ευνοϊκότερες εργασιακές σχέσεις και διεύρυνση του αριθμού εργαζομένων με τις λεγόμενες ευέλικτες, με μείωση του συνολικού αριθμού των εργαζομένων αντί της μείωσης του χρόνου εργασίας για όλους τους εργαζόμενους, με συνδυασμό των παραπάνω περιπτώσεων και άλλων.
Ετσι οι εργαζόμενοι βρίσκονται αντιμέτωποι με το αντιδραστικό στοιχείο της συγκεντροποίησης (συγχώνευσης) αλλά και με τον κίνδυνο αποπροσανατολισμού της δράσης τους. Είναι πολύ εύκολο να αντιδράσουν όπως αντέδρασαν οι εργάτες στην επαναστατικοποίηση των μέσων παραγωγής, στα νέα μηχανήματα της βιομηχανίας πριν κάποιους αιώνες. Στην προκειμένη περίπτωση, οι εργαζόμενοι δε διαμορφώνουν βαθιά και ολοκληρωμένη αντίληψη της νομοτελειακής κίνησης της καπιταλιστικής εξέλιξης, δε συνειδητοποιούν βαθιά ότι αυτή η αντίθεση μπορεί να λυθεί μόνο με την κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων και αναπτυγμένων μέσων παραγωγής, των τραπεζών αλλά σε κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που θα επιβάλουν την ανατροπή, την κατάργηση, την απαγόρευση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας σε αυτά (τα συγκεκριμένα μέσα παραγωγής). Ακόμη και αν συνειδητοποιήσουν την ανάγκη κοινωνικοποίησης, την αντιλαμβάνονται στρεβλά, ως κρατική ιδιοκτησία (π.χ. μια ισχυρή κρατική τράπεζα, όπως υποστηρίζει το ΔΗΚΚΙ) ή και αποκλειστικά κρατική (π.χ. κρατικό μονοπώλιο στην ηλεκτρική ενέργεια) στο οικονομικό έδαφος της μεγάλης καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, των μεγάλων μετοχικών επιχειρήσεων. Οπωσδήποτε, η αντίληψη αυτή εδράζεται σε μια ορισμένη εμπειρία: Στο γεγονός ότι η νέα εξέλιξη, η ιδιωτικοποίηση, διευκολύνει την αστική πολιτική να εφαρμόσει γενικευμένα και θεσμοθετημένα τις νέες εργασιακές σχέσεις που ανταποκρίνονται στο στόχο της έντασης του βαθμού εκμετάλλευσης. Αποδεσμεύουν το δημόσιο, ως συλλογικό καπιταλιστή, από δεσμεύσεις που οδήγησαν σε αύξηση της τιμής της εργατικής δύναμης ή δεσμεύσεις (π.χ. νομιμότητας) που κατοχύρωναν καλύτερους όρους διαπραγμάτευσης των εργαζομένων (π.χ. απεργίες χωρίς τον κίνδυνο της απόλυσης). Ομως ως εμπειρική αντίληψη είναι μονομερής. Δε συνυπολογίζει το στοιχείο της «ευελιξίας» στην άσκηση της αστικής πολιτικής, ευελιξία που υπηρετεί το γενικό συμφέρον του κεφαλαίου, αναλόγως με την ιστορική φάση και τις ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής. Δηλαδή, η μονομέρεια στην αντίληψη πατά και σε θέματα γνώσης και σε ιδεολογικοπολιτικό αποπροσανατολισμό, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται και στρεβλή διάθεση, στάση ζωής.
Δηλαδή, διαμορφώνεται η διάθεση, στάση υπέρ των κινητοποιήσεων για την «επανακρατικοποίηση», όχι όμως υπέρ ταξικών αγώνων για τη λαϊκή κρατική κοινωνικοποίηση. Οπωσδήποτε είναι διαφορετικός ο «κίνδυνος» της άρχουσας τάξης από τους αγώνες της πρώτης κατηγορίας σε σχέση με της δεύτερης. Σε τελευταία ανάλυση, ακόμη και αν δεν είναι σε φάση επιλογής της εκτεταμένης κρατικής ιδιοκτησίας, δεν κινδυνεύει η οικονομική κυριαρχία του κεφαλαίου και η πολιτική του εξουσία από κάποια καθυστέρηση ή και περιορισμό στην εφαρμογή της πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων. Αντιθέτως, στην περίπτωση των ταξικών αγώνων για λαϊκή κρατική κοινωνικοποίηση προϋποτίθεται ταξική σύγκρουση για ανατροπή τόσο της πολιτικής εξουσίας όσο και της οικονομικής κυριαρχίας του κεφαλαίου. Δηλαδή, ταξικοί αγώνες που οδηγούν σε πλήρη σύγκρουση και ρήξη μέχρι την ανατροπή της παλιάς (ταξικής) εξουσίας και εγκαθίδρυση της νέας. Ο υποκειμενικός παράγοντας είναι καθοριστικός για τη μετατροπή της δυνατότητας (κοινωνική κρατική ιδιοκτησία) σε πραγματικότητα. Είναι η μόνη δυνατότητα απάντησης, από τη σκοπιά των εργατικών συμφερόντων, στις αντεργατικές συνέπειες της νομοτελειακής καπιταλιστικής εξέλιξης. Βεβαίως, η ανάπτυξη του υποκειμενικού παράγοντα, δηλαδή πρώτ’ απ’ όλα του εργατικού κινήματος δεν είναι υπόθεση «μιας ημέρας». Ακόμη περισσότερο, η πορεία ανάπτυξής του (οργανωτική δύναμη, ενότητα, προσανατολισμός, ικανότητα περιφρούρησης των δυνάμεων στις συγκρούσεις, διάθεση για αποφασιστικές συγκρούσεις κλπ.) επιταχύνεται σε συνθήκες πανεθνικής κρίσης. Αποκτά επαναστατικά χαρακτηριστικά μόνο σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης (γενικευμένης απότομης επιδείνωσης, αδυναμίας ελιγμών από την πολιτική εξουσία του κεφαλαίου, αδυναμίας να επηρεάζει μαζικά όχι μόνο πολυπληθή τμήματα της εργατικής τάξης αλλά και καταπιεζόμενα τμήματα των μεσαίων στρωμάτων). Ωστόσο, ο πυρήνας του εργατικού κινήματος που θα μπορέσει να πολλαπλασιαστεί σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης διαμορφώνεται σε σχετικά «ειρηνικές» περιόδους. Και αυτός ο πυρήνας δεν αφορά μόνο τη θεωρητικά και πρακτικά συνειδητή πρωτοπορία του εργατικού κινήματος -στην Ελλάδα το ΚΚΕ - πρέπει να αφορά και σημαντικά τμήματα του συνδικαλιστικού εργατικού κινήματος. Επομένως, είναι ζήτημα ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης με την αστική πολιτική, τις μικροαστικές και οπορτουνιστικές εκφορές της στο κίνημα, αντιπαράθεσης για επικράτηση ως στόχου πάλης της «κρατικής κοινωνικής ιδιοκτησίας με κατάργηση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής» και όχι της «επανακρατικοποίησης».
Αυτό το αρκετά δύσκολο ζήτημα, δηλαδή να ανακαλύψουμε μέσα από ένα φαινόμενο της οικονομίας το νομοτελειακό στοιχείο της καπιταλιστικής εξέλιξης, να διαχωρίσουμε σ’ αυτή το αντιδραστικό από το προοδευτικό στοιχείο, με βάση αυτή τη γνώση να επεξεργαστούμε τη γραμμή πάλης, αποκτά ιδιαίτερη επικαιρότητα λόγω των πρόσφατων εξελίξεων-ιδιωτικοποιήσεων, εξαγορών και συγχωνεύσεων -στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Ελπίζοντας στην αντοχή του αναγνώστη και της αναγνώστριας, μεταφέρουμε εκτεταμένο μέρος από το όσο ποτέ επίκαιρο και ανεπανάληπτο έργο του Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο:
«Το τραπεζικό σύστημα είναι, σύμφωνα με την τυπική οργάνωση και συγκεντροποίηση, όπως ειπώθηκε ήδη το 1697 στο «Some Thoughts of the Interests of England», το πιο τεχνητό και το πιο διαμορφωμένο προϊόν, που μπορεί γενικά να δώσει ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής. Από δω η τεράστια εξουσία ενός ιδρύματος σαν την Τράπεζα της Αγγλίας στο εμπόριο και στη βιομηχανία, παρ’ όλο που η πραγματική κίνησή τους παραμένει εντελώς έξω από τη δική της σφαίρα δραστηριότητας και μένει παθητική απέναντι στην κίνηση αυτή. Είναι αλήθεια ότι με το τραπεζικό σύστημα δίνεται η μορφή μια γενικής λογιστικής και κατανομής των μέσων παραγωγής σε κοινωνική κλίμακα, αλλά πάλι μόνο η μορφή. Εχουμε δει ότι το μέσο κέρδος του κάθε ξεχωριστού κεφαλαιοκράτη, ή κάθε ξεχωριστού κεφαλαίου καθορίζεται όχι από την υπερεργασία, που το κεφάλαιο αυτό ιδιοποιείται από πρώτο χέρι, αλλά από την ποσότητα της συνολικής υπερεργασίας, που ιδιοποιείται το συνολικό κεφάλαιο, και από την οποία το κάθε ξεχωριστό κεφάλαιο παίρνει το μερίδιό του, ανάλογα μόνο με το μέρος του συνολικού κεφαλαίου που αντιπροσωπεύει. Αυτός ο κοινωνικός χαρακτήρας του κεφαλαίου πετυχαίνεται και πραγματοποιείται πέρα για πέρα μόνο με την πλήρη ανάπτυξη του πιστωτικού και τραπεζικού συστήματος. Από την άλλη μεριά, το σύστημα αυτό εξελίσσεται παραπέρα. Θέτει στη διάθεση των βιομηχάνων και εμπόρων κεφαλαιοκρατών όλο το διαθέσιμο, μαζί και το δυνητικό κεφάλαιο της κοινωνίας, που αδρανεί ακόμα, έτσι που ούτε ο δανειστής αυτού του κεφαλαίου ούτε αυτός που το χρησιμοποιεί είναι οι ιδιοκτήτες ή οι παραγωγείς του. Καταργεί έτσι τον ιδιωτικό χαρακτήρα του κεφαλαίου και περικλείνει έτσι μέσα του, αλλά μόνο μέσα του, την κατάργηση του ίδιου του κεφαλαίου. Με το τραπεζικό σύστημα η κατανομή του κεφαλαίου και σαν ιδιωτική επιχείρηση και σαν κοινωνική λειτουργία αποσπάται από τα χέρια των ιδιωτών κεφαλαιοκρατών και των τοκογλύφων. Η τράπεζα και η Πίστη, όμως γίνονται ταυτόχρονα το πιο ισχυρό μέσο, για να οδηγηθεί η κεφαλαιοκρατική παραγωγή πέρα από τα δικά της όρια και ένας από τους πιο αποτελεσματικούς μοχλούς των κρίσεων και της απάτης.
Το τραπεζικό σύστημα, υποκαθιστώντας το χρήμα με διάφορες μορφές πιστωτικής κυκλοφορίας, δείχνει ακόμα, ότι το χρήμα δεν είναι στην πραγματικότητα τίποτα άλλο από μια ιδιαίτερη έκφραση του κοινωνικού χαρακτήρα της εργασίας και των προϊόντων της, που, επειδή βρίσκεται σε αντίθεση με τη βάση της ατομικής παραγωγής, οφείλει να εμφανίζεται πάντα σε τελευταία ανάλυση σαν ένα πράγμα, σαν ένα ιδιαίτερο εμπόρευμα δίπλα σε άλλα εμπορεύματα.
Τέλος, δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι το πιστωτικό σύστημα θα χρησιμεύσει σαν ισχυρός μοχλός κατά τη διάρκεια του περάσματος από τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής στον τρόπο παραγωγής της συνεταιρισμένης εργασίας, όμως μονάχα σαν ένα στοιχείο σε συνάρτηση με άλλες μεγάλες οργανικές ανατροπές του ίδιου του τρόπου παραγωγής. Αντίθετα, οι αυταπάτες, σχετικά με τη θαυματουργό δύναμη του πιστωτικού και τραπεζικού συστήματος με τη σοσιαλιστική έννοια, απορρέουν από την πλήρη άγνοια του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και του πιστωτικού συστήματος σαν μια από τις μορφές του. Από τη στιγμή που τα μέσα παραγωγής θα έχουν παύσει να μετατρέπονται σε κεφάλαιο (πράγμα που περιλαμβάνει και την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας της γης), η Πίστη σαν τέτια δεν θα έχει πια κανένα νόημα, πράγμα εξάλλου που το κατανόησαν ακόμα και οι σαινσιμονιστές» .

ΟΙ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ, ΥΣΤΕΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ ΣΤΟ ΚΙΝΗΜΑ

Ο απολογισμός δράσης της ΚΕ και η καθημερινή δουλιά του Κόμματος φέρνει συνεχώς στην ημερήσια διάταξη το ζήτημα της θεωρητικής μας κατάρτισης, της πολιτικής ικανότητας, της αποτελεσματικότητάς μας στην προετοιμασία των κομματικών δυνάμεων για μια σύνθετη δουλιά στο κίνημα, σε δύσκολες συνθήκες συσχετισμού δυνάμεων.
Παρά τα σημαντικά και εμφανή βήματά μας, ιδιαίτερα τα τελευταία 1-2 χρόνια, οι δυσκολίες μας είναι εξίσου σημαντικές. Ορισμένες από αυτές εκδηλώνονται ως προβλήματα αφομοίωσης της θεωρίας και του Προγράμματος του Κόμματος, ως προβλήματα αφομοίωσης των αναλύσεων και εκτιμήσεων του Κόμματος για τις σύγχρονες εξελίξεις. Αλλες πάλι εκδηλώνονται ως προβληματισμοί στη διαδικασία δημιουργικής αφομοίωσης και εφαρμογής του 16ου αλλά και του 15ου Συνεδρίου του Κόμματος.
Η «Απόφαση του 16ου Συνεδρίου του ΚΚΕ για το Αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό μέτωπο» αναφέρει:
«Μέσα σε όλο αυτό το σκηνικό προβάλλει πλέον πιο δυναμικά η εκτίμηση του 15ου Συνεδρίου του ΚΚΕ, ότι δύο είναι οι δρόμοι που ανοίγονται μπροστά στη χώρα και το λαό: Ο δρόμος της προσαρμογής, της ενσωμάτωσης στην ιμπεριαλιστική τάξη πραγμάτων. Δηλαδή ο δρόμος, με την μια ή την μορφή, της μεγαλύτερης και πιο ληστρικής εκμετάλλευσης των εργαζομένων από τη μια μεριά και από την άλλη, ο δρόμος της αντίστασης και της ρήξης με αυτήν την πολιτική. Ο δρόμος της συγκρότησης του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου πάλης, που υπηρετεί τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, των πλατιών λαϊκών στρωμάτων της πόλης και του χωριού, της πλειοψηφίας του λαού. Ο δρόμος που δίνει τη δυνατότητα στο λαό να πάρει στα δικά του χέρια την τύχη του, την πορεία της χώρας, το αύριο των παιδιών του.
Είναι ο δρόμος του αγώνα για την αξιοποίηση των υπαρκτών, αντικειμενικών δυνατοτήτων της χώρας και των πλουτοπαραγωγικών πηγών της, για ριζικά διαφορετική προοπτική για το λαό, για τη λαϊκή εξουσία και τη λαϊκή οικονομία. Ο δρόμος που φέρνει τον ελληνικό στο πλευρό όλων των λαών και δυνάμεων που έχουν συμφέρον να αντιπαλέψουν τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό σε εθνική και παγκόσμια κλίμακα. Είναι ο δρόμος που δημιουργεί δυνατότητες για τη σοσιαλιστική αναγέννηση της χώρας» .
Και παρακάτω: «Προϋπόθεση για την ανάπτυξη της λαϊκής οικονομίας είναι οι πλουτοπαραγωγικές πηγές και τα βασικά και συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής να περάσουν στην ιδιοκτησία της κοινωνίας, να ανατραπεί η οικονομική κυριαρχία των μονοπωλίων, η μεγάλη καπιταλιστική ιδιοκτησία. Ο λαός έχει συμφέρον να αγωνιστεί γι’ αυτό. Γιατί κίνητρο και σκοπός της λαϊκής οικονομίας είναι η ευημερία του λαού, δείκτες της οποίας είναι: Η ανάπτυξη και εφαρμογή των επιστημονικοτεχνικών επιτευγμάτων προς όφελος των εργαζομένων. Το επίπεδο εκπαίδευσης και επαγγελματικής ειδίκευσης, το επίπεδο της υγείας και πολιτιστικής ανάπτυξης, του μη εργάσιμου χρόνου και του τρόπου αξιοποίησής του, της προστασίας του κοινωνικού και φυσικού περιβάλλοντος. Η με όρους ισοτιμίας πρόσβαση στην κοινωνική εργασία κάθε ικανού και ικανής προς εργασία αποτελεί θεμέλιο της λαϊκής οικονομίας, βασική υποχρέωση και έκφραση της λαϊκής εξουσίας» .
Και στη συνέχεια:
«Κοινωνικές, οικονομικές προτάσεις και προγράμματα ριζικής διεξόδου σε όφελος του λαού χωρίς πολιτική πρόταση στο επίπεδο της εξουσίας δεν υπάρχουν. Η αναγκαιότητα της λαϊκής οικονομίας θα προχωρήσει στη ζωή στο βαθμό που ο λαός με τη θέλησή του και τον αγώνα του επιβάλλει ριζικές ανατροπές στο επίπεδο της εξουσίας» .
«Το ΚΚΕ υποστηρίζει ότι λαϊκή εξουσία είναι η σοσιαλιστική εξουσία. Αυτή μπορεί να αντιμετωπίσει και να απαλλάξει το λαό από τα δεσμά των μονοπωλίων, της ιμπεριαλιστικής καταπίεσης και εξάρτησης. Δεν θεωρούμε όμως αυτή τη θέση ως όρο για τη συγκρότηση του Μετώπου, αφού αυτό δεν θα συγκροτηθεί στη βάση της συμφωνίας για το σοσιαλισμό. Η κάθε δύναμη του Μετώπου θα διατηρεί τη δική της αντίληψη για το χαρακτήρα της εξουσίας» .
Νομίζουμε, λοιπόν, ότι προγραμματικά το ζήτημα είναι καθαρά τοποθετημένο.
Η ευελιξία του ΚΚΕ στα θέματα της αντίληψης των συμμάχων για το βάθος και την έκταση της ταξικής πάλης, που θα οδηγήσει στην (επαναστατική για το ΚΚΕ) κατάκτηση της εξουσίας, δεν αναιρεί την κατεύθυνση της προγραμματικής συμμαχικής συμφωνίας. Δεν την υποβιβάζει στα προγραμματικά πλαίσια υπεράσπισης μιας προηγούμενης φάσης πολιτικής διαχείρισης του καπιταλισμού.
Οταν, όμως, δεν υφίσταται ζήτημα κομματικής διαφωνίας, πού οφείλονται προβληματισμοί που ενδεχομένως περικλείουν και κάποιες συγχύσεις;
Κατά τη γνώμη μας, οι αιτίες είναι και γνωσιοθεωρητικού χαρακτήρα αλλά και δυσκολιών, αδυναμιών στην επεξεργασία της γραμμής για αυτοτελή ιδεολογική και πολιτική δράση των κομμουνιστών αλλά και ανάλογη μέσα στα κινήματα, τις συσπειρώσεις, τα μέτωπα πάλης.
Ως προς την πρώτη κατηγορία αιτιών θα λέγαμε ότι υπάρχουν σοβαρά κενά στη γνώση των ιστορικών συνθηκών και των αναγκαιοτήτων για τη διευρυμένη καπιταλιστική αναπαραγωγή που διαμόρφωσαν και οδήγησαν στην επικράτηση της μιας ή της άλλης μορφής αστικής πολιτικής διαχείρισης. Ετσι, οι όροι πώλησης της εργατικής δύναμης (ύψος μισθών, ωράριο και άλλες κατακτήσεις κατοχυρωμένες σε συλλογικές συμβάσεις εργασίας, όροι συνταξιοδότησης) θεωρούνται ως αποτέλεσμα μιας ορισμένης μορφής της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, αυτής του κρατικού μονοπωλίου, την οποία θεωρούμε ότι επέβαλε η ταξική πάλη. Η πίεση, λοιπόν, εκδηλώνεται με τη μορφή της ενδιάμεσης πολιτικής, των ενδιάμεσων στόχων πάλης μεταξύ της (νεο)φιλελεύθερης αστικής πολιτικής και της πολιτικής της λαϊκής εξουσίας. Το αποτέλεσμα μιας μακρόχρονης ανάπτυξης του καπιταλισμού, π.χ. μεταπολεμικά στην Ελλάδα, και η έκφρασή του στο βιοτικό επίπεδο των μισθωτών ταυτίζεται με ορισμένες μεσοπρόθεσμες αλλαγές πολιτικής διαχείρισης (π.χ. διεύρυνση του κρατικού παραγωγικού τομέα).
Το πρόβλημα αυτό αναδεικνύει την ελλειπή εσωκομματική ιδεολογική δουλιά, την αδυναμία να ιδεολογικοποιείται η καθοδηγητική δουλιά σε όλους της τους κρίκους. Ο πρόσφατος κύκλος συζήτησης στα καθοδηγητικά όργανα και στις κομματικές οργανώσεις αναδεικνύει την πλούσια θετική πείρα αλλά και τις σε έκταση αδυναμίες μας. Για παράδειγμα, δε συζητιέται διεξοδικά, δεν αναδεικνύεται η δυσκολία, ίσως και η ιδεολογικοπολιτική ανεπάρκεια, που μας οδηγούν σε άμβλυνση απέναντι στις (νεο)κεϋνσιανές αστικές πολιτικές. Δεν αναδεικνύονται όλοι οι παράγοντες, οι δυσκολίες αλλά και οι δυνατότητες προκειμένου να επιλεγούν στόχοι πάλης οι οποίοι θα συνδέονται και με τους στόχους προοπτικής. Ασυνείδητα οδηγούμαστε σε παραίτηση από την ιδεολογικοπολιτική πάλη μέσα στο κίνημα, σε αυτοπεριορισμό των κομμουνιστών χωρίς να διευκολύνεται ουσιαστικά η κοινή δράση με δυνάμεις άλλου πολιτικοϊδεολογικού προσανατολισμού.
Ως προς τη δεύτερη κατηγορία, υπάρχουν προβλήματα ενότητας αλλά και διαχωρισμού της αυτοτελούς ιδεολογικοπολιτικής δράσης του Κόμματος και της δράσης του στα κινήματα, τις συσπειρώσεις, στα μέτωπα πάλης.
Να επανέλθουμε στο παράδειγμα των ιδιωτικοποιήσεων:
Το ΚΚΕ αντιπάλεψε τις ιδιωτικοποιήσεις με τη μεγαλύτερη συνέπεια, αφού ανέδειξε τη σχέση τους και με την επιλογή ένταξης στην ΕΕ και αντιπάλεψε και αυτή την επιλογή. Αυτό σημαίνει ότι πήρε μέρος, αλλού ανέπτυξε πρωτοβουλία για εργατικές κινητοποιήσεις. Οι κομματικές μας δυνάμεις είχαν το ενδιαφέρον, την αγωνία να επιτύχουν τη μεγαλύτερη δυνατή συσπείρωση δυνάμεων, ανεξαρτήτως του βαθμού συνειδητοποίησης. Ωστόσο, επεξεργασία στόχων πάλης, τακτικής στη συσπείρωση εργατικών και λαϊκών δυνάμεων δε σημαίνει υιοθέτηση του πολιτικού στόχου, όπως τον αντιλαμβάνονται λιγότερο συνειδητοποιημένες δυνάμεις στο κίνημα. Αυτές, για παράδειγμα, που θέλουν κοινωνική και πολιτική συσπείρωση με στόχο την επανακρατικοποίηση του αεροδρομίου των Σπάτων ή της ΔΕΗ, χωρίς να θέτουν ζήτημα ρήξης με τα μονοπώλια. Πέραν του ουτοπικού χαρακτήρα της πολιτικής αντίληψης για εκτεταμένο κρατικό μονοπώλιο σε σημαντικούς βιομηχανικούς κλάδους, με βάση τις μετά το 1971-73 μακρόχρονες συνθήκες της καπιταλιστικής αναπαραγωγής, οφείλουμε να βγάλουμε συνολικότερα συμπεράσματα για τα αποτελέσματα άσκησης μιας τέτιας πολιτικής. Να αναδεικνύουμε τις συνέπειες στην οργάνωση, διάθεση, στάση ζωής ακόμη και απέναντι στη συνδικαλιστική πάλη - όχι μόνο στη συνείδηση - και επομένως στην έλλειψη μέσων και ετοιμότητας για την υπεράσπιση και όσων κατακτήθηκαν.
Ισως προκύψει το ερώτημα: Και πώς θα τοποθετηθούμε μέσα στο κίνημα στο αίτημα της «επανακρατικοποίησης» ή στην υπεράσπιση του καμποτάζ απέναντι στην απελευθέρωση των ακτοπλοϊκών μεταφορών; Μήπως βάζοντας το στρατηγικό στόχο του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό ή έστω την πολιτική προγραμματική αντίληψη για λαϊκή οικονομία/λαϊκή εξουσία; Και αν ναι, δεν αποτελεί μετάθεση στο μέλλον των δυνατοτήτων μιας πιο άμεσης συσπείρωσης, συμμαχίας, διεξόδου;
Αν και το ερώτημα εν μέρει παραπέμπει σε συγχύσεις στις οποίες ήδη αναφερθήκαμε, υπάρχει και η πλευρά της επεξεργασίας των αιτημάτων - κρίκων στη σύνδεση της καθημερινής πάλης με τη στρατηγική, αλλά και βαθύτερης αφομοίωσης προγραμματικών ζητημάτων.
Για παράδειγμα, το στόχο διεκδίκησης/συσπείρωσης για «σωτηρία της ΔΕΗ» στην απελευθερωμένη αγορά ενέργειας, για «επανακρατικοποίηση» της Εθνικής Τράπεζας ή του ΟΤΕ ή των Ναυπηγείων ή για υπεράσπιση του καμποτάζ τον αντιμετωπίζουμε με συνέπεια αφ’ ενός συμμετέχοντας στους αγώνες εναντίον της ιδιωτικοποίησης, αφ’ ετέρου ζυμώνοντας στο κίνημα το στόχο της αποκλειστικής κρατικής κοινωνικής ιδιοκτησίας ταυτόχρονα στην ενέργεια, στις τηλεπικοινωνίες, στις αναπτυγμένες μαζικές μεταφορές, στις τράπεζες, στις μεγάλες επιχειρήσεις της βιομηχανίας. Αυτό σημαίνει αναβάθμιση του ιδεολογικοπολιτικού αγώνα μέσα στο κίνημα.
Επιδιώκουμε να συνδεθεί ο στόχος - αίτημα για αποκλειστικά δημόσια κρατική κοινωνική ιδιοκτησία στην ενέργεια με το στόχο για αποκλειστικά δημόσια παιδεία, για ενιαία δημόσια δωρεάν υγεία. Αντί της περιορισμένης πάλης για διατήρηση του καμποτάζ προβάλλουμε το αίτημα για εθνικά προστατευμένη κρατική κοινωνική ιδιοκτησία στην ακτοπλοϊα. Πρωτοστατούμε, συμμετέχουμε ή διευκολύνουμε μια συσπείρωση που παλεύει εναντίον των απολύσεων, υπέρ της επιδότησης των ανέργων κλπ. αλλά δεν εξαντλούμε τις πρωτοβουλίες δράσης σε αυτά. Δεν υποβιβάζουμε τις πρωτοβουλίες για μέτωπα πάλης αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού χαρακτήρα, έτσι ώστε και οι πιο αμυντικές διεκδικήσεις και συσπειρώσεις να αποκτούν μια προοπτική.
Βεβαίως ο δρόμος αυτός δε συγκεκριμενοποιείται μέσα από ένα ή πολλά άρθρα. Συγκεκριμενοποιείται με τον ολόπλευρο προβληματισμό, σε όλα τα επίπεδα, για τα ζητήματα της καθημερινής πολιτικής δουλιάς. Παίζει όμως το ρόλο της η ανάπτυξη της ικανότητάς μας να είμαστε προσηλωμένοι σ’ αυτό το δρόμο.
Ο δρόμος αυτός δεν είναι εύκολος, αλλά ούτε και μαξιμαλιστικός. Θέτει τις διεκδικήσεις σε ρεαλιστικές διαστάσεις γιατί τις συνδέει με προϋποθέσεις ανάπτυξης του ίδιου του υποκειμενικού παράγοντα που θα οδηγήσουν στις ανάλογες πολιτικές προϋποθέσεις. Αυτός ο δρόμος δεν ταυτίζεται εκ προοιμίου με όλο το ζήτημα της πάλης για την εξουσία, είναι όμως δίοδος για την ανάπτυξη του αντιιμπεριαλιστικού, αντιμονοπωλιακού μετώπου.
Μόνο σε αυτό το δρόμο μπορεί το εργατικό κίνημα να διατηρεί ή να αποσπά κατακτήσεις, όπως για περιορισμούς στη διαμόρφωση τιμολογίων στην λαϊκή κατανάλωση ενέργειας, εισιτηρίων μεταφοράς, αύξηση μισθών κλπ.
Με βάση την επιλογή ενός στόχου μπορεί να γίνει μια συσπείρωση πιο άμεσης ή επίκαιρης αντίδρασης ή σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου. Η μια δε σημαίνει ότι εκ προοιμίου έρχεται σε αντιπαράθεση με την άλλη συσπείρωση, αλλά έχει διαφορετική βαρύτητα και προοπτική. Παραδείγματος χάριν, στα ζητήματα της ειρήνης και του πολέμου μπορούν να υπάρχουν πιο σταθερές συσπειρώσεις, με αντιΝΑΤΟϊκούς στόχους, (έξοδος από το ΝΑΤΟ κλπ.), μπορούν να υπάρχουν και πιο άμεσες/επίκαιρες όπως για μη συμμετοχή σε μια συγκεκριμένη ΝΑΤΟϊκή στρατιωτική επέμβαση, μη χρησιμοποίηση βάσεων, διαδρόμων, εναντίωση στην εμπλοκή του ελληνικού λαού κλπ. Το ένα δεν έρχεται σε αντίθεση με το άλλο, αλλά στη δεύτερη περίπτωση ή θα ενταχτούν προοπτικά στη βαθύτερου αντιιμπεριαλιστικού χαρακτήρα συσπείρωση ή θα απομαζικοποιηθούν, θα αναιρεθούν.
Υπάρχει, λοιπόν, ζήτημα επιλογής αιτημάτων-στόχων πάλης που προωθούν όχι μια ευκαιριακή συγκέντρωση δυνάμεων αλλά ανεβάζουν το επίπεδο οργάνωσης και συνείδησης των μαζών.
Το ζήτημα λοιπόν της επιλογής των αιτημάτων/στόχων πάλης που να μην εξαντλούνται στις συγκυριακές επιλογές διαχείρισης του συστήματος, αλλά να συνδέουν ένα άμεσα επιδιωκόμενο αποτέλεσμα με την ανάπτυξη της συνείδησης και στάσης για την προοπτική, δε σημαίνει μονοκόμματη εκφορά των στρατηγικών στόχων σε όλο το φάσμα των συσπειρώσεων.
Αλλά και η ιδεολογικοπολιτική διαπάλη μέσα στο κίνημα, στις συσπειρώσεις δε συνεπάγεται ταύτιση της συσπείρωσης με το στόχο του σοσιαλισμού ή και της σοσιαλιστικής επανάστασης.
Αλλωστε, αν πάρουμε υπ’ όψη μας και την ιστορική πείρα, η επιλογή της χρονικής περιόδου για την επανάσταση (ως απόλυτα συνειδητή και σχεδιασμένη ενέργεια) αφορά το Κόμμα και όχι γενικά τις μάζες ή και άλλες σύμμαχες πολιτικές δυνάμεις. Το Κόμμα, ο πολιτικός φορέας της επανάστασης, επιστημονικά συνεκτιμά την ύπαρξη και το επίπεδο ωρίμανσης των προϋποθέσεων για την επανάσταση, με εξέχουσα θέση το επίπεδο οργάνωσης, ετοιμότητας, διάθεσης των μαζών. Η ανάπτυξη, η κλιμάκωση της επανάστασης γίνεται με συγκεκριμένους στόχους, ακόμη και η τελική εξέγερση επικεντρώνεται σε στόχο ολικής σύγκρουσης, ρήξης και ανατροπής και όχι ως αφηρημένο σύνθημα για την επανάσταση, σε συνθήκες όχι μόνο επαναστατικής κατάστασης αλλά και επιλογής της πιο ευνοϊκής της στιγμής.

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ

Είναι βέβαιο ότι ένα άρθρο μπορεί εν μέρει να γενικεύσει περισσότερο ή λιγότερο επιτυχώς πλευρές της καθημερινής πάλης του Κόμματος σε όλα τα επίπεδα. Δεν υπάρχει, όμως, περίπτωση να αποδώσει τη συνθετότητα, την ποικιλία και πολυμορφία με την οποία συναντάται το κομματικό δυναμικό στην πραγματικότητα της καθημερινής πάλης.
Σκοπός του άρθρου ήταν απλώς και μόνο να ερεθίσει τη σκέψη, να προκαλέσει το κίνητρο μελέτης (και όχι ενός διαβάσματος) αποφάσεων και προγραμματικών κειμένων του Κόμματος, σε συνδυασμό με τη μελέτη των θεμελειακών έργων της επαναστατικής μας θεωρίας. Να υπογραμμίσει ότι η πείρα, τα προβλήματα από τη καθημερινή πάλη, σ’ όλους τους κρίκους της καθοδηγητικής δουλιάς πρέπει να συζητούνται και να φωτίζονται με το φακό του Προγράμματος και της θεωρίας μας. Τα στελέχη που έχουν καταμεριστεί στους τομείς επεξεργασίας των θέσεων θα πρέπει άμεσα να αποκτούν αντίληψη των προβλημάτων της καθημερινής πάλης και να επιχειρούν να ενσωματώνουν την πείρα στην εκλαΐκευση των θέσεων και αντιστρόφως: Οι κομματικές ομάδες συνδικαλιστών, τα καθοδηγητικά όργανα των οργανώσεων, κυρίως στην παραγωγή, να δουλεύουν ερευνητικά, ιδεολογικά. Πρόκειται για ζήτημα ποιότητας της καθοδήγησης, που είναι και το ζητούμενο.

Εισαστε τραμπούκοι και ψεύτες


Ο υπουργός υγείας αποκάλεσε τους συνταξιούχους τραμπούκους και ψεύτες

Τρία βίντεο για το ίδιο θέμα.Το ένα από τον ΣΚΑΪ το άλλο από το ΜΕGA  και το τρίτο από τον 902.
Για τον ΣΚΑΙ υπάρχουν κάποιοι συνταξιούχοι που διαμαρτυρήθηκαν, ο υπουργός στην αρχή κρυβόταν , μετά τους δέχτηκε, αλλά τους αποκάλεσε τραμπούκους και ψεύτες Σημασία έχει για τον ΣΚΑΙ ότι όλα έγιναν σε περιβάλλον κόσμιο. Τίποτα άλλο.
Το Μega  το ενδιαφέρει το γεγονός ότι οι συνταξιούχοι  "εισβάλουν" και το γεγονός ότι ο υπουργός τους είπε  "τραμπούκους και ψεύτες". Το παραπάνω στοιχείο είναι ο Κουμπούρης που λέει δυο λόγια μπροστά στην πόρτα του υπουργού και μια συνταξιούχος που λέει τα αυτονόητα. Τίποτε άλλο. Δεν περιμέναμε βέβαια να αναφέρει την παρουσία αντιπροσωπείας του Π.Α.ΜΕ. Αυτό έλειπε! Το γεγονός έχει αξία επειδή  οι συνταξιούχοι εισέβαλαν. Αλλιώς δεν θα ασχολούνταν με την συγκέντρωση τους , όπως δεν ασχολήθηκαν με τόσες άλλες.
Δείτε και το ρεπορτάζ του 902.






Ένα γεγονός, τρία διαφορετικά ρεπορτάζ. 

«είπαμε να πάρετε ένα δωράκι, αλλά όχι και 500 εκατομμύρια δραχμές».


Να το χαίροντα
Θύμιος  Καλαμούκης ΕΛΛΗΝΟΦΡΕΝΕΙΑ 



Χτες γιορτάστηκαν τα 38α γενέθλια του ΠΑΣΟΚ, όχι σε κάποιο νεκροταφείο όπως θα ταίριαζε καλύτερα, αλλά σε Μουσείο, από το γνήσιο ΠΑΣΟΚ και σε μια ιστορική πρώην αριστερή περιοχή, από το wannabe ΠΑΣΟΚ, τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αλήθεια ποια ακριβώς παρακαταθήκη προσπαθούν να διασώσουν και να συνεχίσουν οι δύο διεκδικητές του «ιστορικού κινήματος»; Ποιες αρχές, ποιες αξίες και ποιο έργο ανέδειξαν και τίμησαν; Τι διεκδικούν ως κληρονομιά τα δυο τέκνα, νόμιμα ή νόθα; Το ΠΑΣΟΚ, αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ δια του προέδρου του, χτες  τίμησαν:
Τον εκμαυλισμό των συνειδήσεων, που με μοναδική μαεστρία κατάφερε το ιστορικό κίνημα, εκπαιδεύοντας εκατομμύρια πολίτες στην δουλοπρέπεια του ρουσφετιού. Την απονεύρωση νέων ανθρώπων που με τον διορισμό σε κάποια θέση του δημοσίου τους μετέτρεψαν από παραγωγικές μονάδες σε κηφήνες. Την ανάδειξη του ατομικού βολέματος σε ύψιστη αξία. Και την αποστέωση της αξίας της συμμετοχής σε εμπόριο, μέσω της εξαγοράς της ψήφου και κατ επέκταση της όποιας δράσης και συμμετοχής στα κοινά.
Με τις χτεσινές τους εκδηλώσεις τα δύο ΠΑΣΟΚ, απέδωσαν φόρο τιμής, στην ιστορική φράση του Ανδρέα Παπανδρέου, σε μια Κεντρική Επιτροπή του κόμματος: «είπαμε να πάρετε ένα δωράκι, αλλά όχι και 500 εκατομμύρια δραχμές». Ήταν η φράση που όρισε το πλαίσιο της «χρηστής» διαχείρισης του δημόσιου χρήματος. Φράση που έκαναν πράξη, εκατοντάδες στελέχη του ΠΑΣΟΚ, στην 20ετή


διαχείριση των κρατικών υποθέσεων. Και δεν είναι μόνο ο Άκης Τσοχατζόπουλος, που τόσο κραυγαλέα, έδειξε τον ηθικό ξεπεσμό, αλλά και μια σειρά στελεχών μεγάλων αλλά και μικρών, που έκαναν την αρπαχτή πρώτιστη αξία και παράδειγμα προς μίμηση, σε μια κοινωνία ξεσαλωμένη.
Με τις χτεσινές παράτες, οι υποψήφιοι συνεχιστές του ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα, αναγνώρισαν την ευκολία σε όλους τους τομείς, ως ύψιστη αξία ζωής. Αποδέχτηκαν το κιτς, ως μέτρο πολιτικής αισθητικής και την άρπα κόλα, ως μέθοδο υλοποίησης των όποιων στόχων.
Με τις χτεσινές τελετές οι διεκδικητές της «βαριάς κληρονομιάς» του ΠΑΣΟΚ, υπέβαλαν τα σέβη τους στην πολιτική απάτη. Διότι πως αλλιώς λέγεται, αυτό που στην αρχή λες θα βγούμε από το ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ και μέσα σε έξι μήνες, όχι μόνο μένεις, αλλά κατηγορείς όσους επιμένουν στο αρχικό σύνθημα, ως αναχρονιστές! Οι χτεσινές εκδηλώσεις, τίμησαν, τις πολιτικές κωλοτούμπες, που τότε τις έλεγαν «πολιτική μαεστρία», του μεγάλου ηγέτη, Ανδρέα Παπανδρέου… Τίμησαν τα εξόφθαλμα σκάνδαλα τύπου Κοσκοτά, κλπ, τίμησαν τις μίζες και το λάδωμα σε ανώτατο επίπεδο (βλ. βίλα Εκάλης και το αίσχος των δανειστών), τίμησαν την ανάδειξη κολλητών επιχειρηματιών σε εθνικούς επιχειρηματίες, εθνικούς εργολάβους και εθνικούς προμηθευτές.
Αυτά άφησε το «ιστορικό κίνημα», ως παρακαταθήκη στην ελληνική κοινωνία. Αυτά και άλλα τόσα που είναι μερικές από τις αιτίες (και αυτά) για το σημερινό κατάντημα.
Αυτά δεν τα έχει καταγγείλει καθαρά ποτέ το σημερινό ΠΑΣΟΚ, αλλά και ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα κάνουν σα να μην υπήρχαν, ξερογλείφοντας τους τότε βολεμένους και σημερινούς στριμωγμένους για να τσιμπήσουν ψήφους. Και καλά το σημερινό ΠΑΣΟΚ, σάπιο κομμάτι ενός σάπιου οργανισμού, δεν προκαλεί καμία αμφιβολία. Αλλά ο αριστερός ΣΥΡΙΖΑ; Γλείφει εκεί που έφτυνε, επί χρόνια, κάνοντας τα στραβά μάτια σε  ότι σάπιο προσέφερε το «ιστορικό κίνημα», στην ελληνική κοινωνία, χωρίς ίχνος κριτικής!
Εκτός αν έχουν την ίδια ή παρόμοια ιδέα. Να πατήσουν πάνω στην αγωνία του κόσμου, την ιστορική ανάγκη και στην συνέχεια να κοροϊδέψουν, να εμπαίξουν, για άλλη μια φορά τον λαό, ξεπουλώντας αξίες και ανάγκες. Αν ισχύει το τελευταίο, οι δύο διεκδικητές το πάνε πολύ καλά. 

Τα ΠΑΣΟΚ είναι κοντά, ενωμένα δυνατά!

ΥΓ1. Γι αυτούς που θα πουν ότι δεν αναγνωρίζω τίποτε θετικό στην προσφορά του ΠΑΣΟΚ, όπως για παράδειγμα το ότι ήρθε στα πράγματα η «άλλη μισή», κοινωνία που ήταν αποκλεισμένη από την δεξιά, ή ότι «με τον Ανδρέα χορτάσαμε ψωμί», έχω να απαντήσω το εξής: Αυτά ισχύουν και τα δύο, το ΠΑΣΟΚ όμως, θα μπορούσε να τα είχε κάνει, πιο στέρεα, πιο τίμια και όχι αεριτζίδικα, με δανεικά και επιπόλαιο τρόπο. Πέρα όμως από τα όποια ελάχιστα θετικά, νομίζω ότι η ζημιά ήταν μεγαλύτερη, διότι το μεγάλο στοίχημα δεν είναι να «μοιράσεις» λεφτά στην κοινωνία,  αλλά γνώση, σύνεση, ήθος, πολιτισμό, αξιοπρέπεια, διαχρονικές δομές, θεσμούς δημοκρατίας, ισότητα, ισονομία. Αυτά δηλαδή που ευαγγελιζόταν πριν το 1981, το ΠΑΣΟΚ και κουρέλιασε μετά.

ΥΓ2. Από ένα αριστερό, σοβαρό κόμμα, μια και μόνη κίνηση έπρεπε να είχε γίνει χτες. Οριστική και αμετάκλητη καταδίκη, του σάπιου πτώματος και ενταφιασμός του στην πιο κοντινή χωματερή.

Θύμιος Κ.

 Από  redwave

ποιος δουλεύει ποιον;


Μνημόσυνα και μνημόσυνα 


 Τώρα, για να λέω την αλήθεια, κάπως αλλοιώς τα θυμάμαι τα μνημόσυνα την παλιά εποχή. Τότε, πρώτα-πρώτα φτιάχναμε τα σπερνά: βράζαμε μισή οκά στάρι από το δεύτερο, άντε μία αν περιμέναμε πολύ κόσμο, το μπασταρδεύαμε για περισσότερη οικονομία με λίγο χοντροσπασμένο πληγούρι, το ανακατεύαμε με κάμποση ζάχαρη, ρίχναμε και δυο χούφτες ξερή μαύρη σταφίδα απ'αυτή που την τρως και κριτσανάει το κουκούτσι της στο δόντι, ανακατεύαμε και τα σπόρια από ένα-δυο ρόδια, έτσι για το χρώμα, απλώναμε το χαρμάνι σε μια μεγάλη πιατέλλα και το στολίζαμε με καμμιά εικοσαριά μισαδάκια ξασπρισμένα μύγδαλα. Ύστερα κάναμε δυο βήματα πίσω να καμαρώσουμε το γκουρμέ έργο τέχνης, παγαίναμε τον δίσκο στην εκκλησία να διαβαστούν τα σπερνά κι απέ τα μοιράζαμε στον κόσμο για να φάει και να συχωρέσει τα πεθαμένα τού μακαρίτη.

 Μετά απ' αυτά τα ωραία, έπρεπε να τραπεζώσουμε κι εκείνους που 'χαν έρθει από μακρυά για το μνημόσυνο. Έτσι, έμπαινε στην φωτιά ο τέντζερης με το "χοντρό", την γίδα να πούμε ή καμμιά μηλιόρα, έμπαινε κι από δίπλα η κατσαρόλα με το σουπερό, ρύζι ή κριθαράκι, βγαίνανε και μια-δυο πεντακοσάρες με κρασί, κατά κανόνα μισοξυδιασμένο ή -στην καλύτερη- σώσμα, κάθονταν οι μεγάλοι στο μεγάλο τραπέζι και τα παιδιά σ' ένα μικρό σπαστό που ευκολώτερα σωριαζόταν παρά στεκόταν, σαβουρώνανε οι μεγάλοι δίχως να πολυμιλάνε, παίζανε οι μικροί πετώντας μπαλλάκια από ψίχα γιατί δεν γουστάρανε ούτε την σούπα ούτε το κρέας που δεν μασιόταν, λέγανε οι μεγάλοι "ζωή σε μας" και "να ζήσετε να τον θυμάστε", λέγανε οι μικροί "μαμά πες του να μη μου πετάει ψωμιά", δίνανε οι μεγάλοι από δυο χεροκωλιές στους μικρούς, κλαίγανε οι μικροί, ωραία πράματα, μεραγκλαντάν και παραδοσιακά.

 Αυτά γινόντουσαν τον παλιό καιρό. Σήμερα, απ' όσα είδα χτες, τα πράματα έχουν αλλάξει. Για να εξακολουθήσω να λέω την αλήθεια, σήμερα τα πράματα είναι πολύ καλύτερα. Ούτε μαυροφόρες συφοριασμένες με το μαντηλάκι στο χέρι να σχολιάζουν "είδες που στα 'λεγα, ο μπατζανάκης τού μακαρίτη δεν ήρθε τελικά", ούτε τεθλιμμένοι συγγενείς να φουμέρνουν στο όρθιο και να αναθυμιούνται πόσο ναμικιόρης ή τσικιρικιτζής ήταν ο μακαρίτης. Σήμερα βάνουνε όλοι τα καλά τους, φοράνε και το πλατύ τους το χαμόγελο, λένε και τα "ωραίο το μοντελάκι σου, χρυσή μου" και "ρε συ, για δες πώς πάχυνε ο πρόεδρος", βγάζει λόγο ο πρόεδρος που πάχυνε, βαράνε τα παλαμάκια τους οι χαμογελαστοί από κάτω, τραγουδάνε όλοι μαζί κανα-δυο επαναστατικά άσματα, πίνουνε τα ουισκάκια τους και όλα όμορφα.

 Μόνο που χτες ψιλομπερδεύτηκα. Θυμήθηκα τις πρωτομαγιάτικες συγκεντρώσεις, τότε που κάνει μία η γεσεέ και μία το πάμε και λέει η γεσεέ ότι το πάμε λειτουργεί διασπαστικά στο εργατικό κίνημα και λέει το πάμε ότι η γεσεέ ξεπουλάει και φαλκιδεύει το εργατικό κίνημα. Έτσι και χτες, λοιπόν, έκανε το πασόκ το δικό του μνημόσυνο για την μακαρίτισσα την "Διακήρυξη της 3ης τού Σεπτέμβρη", έκανε και ο σύριζα το δικό του μνημόσυνο για την ίδια μακαρίτισσα και κατηγόρησε το πασόκ τον σύριζα ότι θέλει να οικειοποιηθεί την μακαρίτισσα και κατηγόρησε ο σύριζα το πασόκ ότι η μακαρίτισσα ανήκει στην αριστερά και κατηγόρησε η νουδού και το πασόκ ότι με την μακαρίτισσα κατέστρεψε τον τόπο αλλά και τον σύριζα ότι με την μακαρίτισσα θα τον καταστρέψει στο μέλλον και κοίταγα εγώ κι αναρωτιόμουνα τι στο διάολο γίνεται και ποιος δουλεύει ποιον...

 Και δεν μπόρεσα να μη θυμηθώ ότι προεκλογικά κόντεψα να φάω ξύλο όταν τόλμησα να πω πως ο ΣύΡιζΑ μού θυμίζει το ΠαΣοΚ τού '81 κι ότι ο Αλέξης μου θυμίζει όλο και περισσότερο τον Αντρέα με το ξεκούμπωτο πουκάμισο. Ευτυχώς, το χτεσινό δίδυμο μνημόσυνο ήρθε να επιβεβαιώσει τις τοτινές μου ανησυχίες και να ξεκαθαρίσει σ' όλους ότι ο σαιξπηρικός λόγος παραμένει ζωντανός: ο βασιλεύς απέθανε, ζήτω ο βασιλεύς. Το ΠαΣοΚ πέθανε, ζήτω το ΠαΣοΚ.

 Μόνο που οι αντικαταστάτες πρέπει να στρωθούν στην δουλειά για να μοντάρουν τα παλιά συνθήματα στις σύγχρονες απαιτήσεις. Για παράδειγμα, το "μαζί σου Αλέξη για μια Ελλάδα νέα" δεν κάνει ρίμα..
cogito ergo.

Τα παχύδερμα μιλούν για «λίπος»!


Τα παχύδερμα μιλούν για «λίπος»!
Γράφει:
ο Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ


Το μετέδιδαν χτες τα ΜΜΕ, το διοχέτευαν τα κυβερνητικά επιτελεία:
Οι συνεργάτες, λέει, του Αντώνη Σαμαρά αναζητούν και διερευνούν τα ...ψυχολογικά μας όρια!
Τι σημαίνει αυτό;
Οτι ψάχνουν να βρουν τι είναι εκείνο από όσα ετοιμάζουν που στο άκουσμά του αντιδρά περισσότερο ο λαός, ώστε να καταλήξουν στα μέτρα με βάση ποιο φιρμάνι ακούγεται περισσότερο ή λιγότερο επώδυνο και ποιο θα έχει το μεγαλύτερο ή το μικρότερο πολιτικό κόστος για τους ίδιους.
*
Κάνουν έρευνες, δηλαδή, για να δουν τι επιπλέον «ζητά» ο οργανισμός μας και τι προτιμάει... η ψυχολογία μας:
Να μας κόψουν κι άλλο τα εισοδήματα, αφαιρώντας εντελώς τον 13ο και 14ο μισθό,
ή μήπως θα ήταν καλύτερο (για την... ψυχολογία μας)
να μας κόψουν κι άλλο τα εισοδήματα μειώνοντας κι άλλο το βασικό μισθό, συμπαρασύροντας έτσι όλους τους μισθούς, προσθέτοντας και νέα δεσμίδα ρυθμίσεων Νταχάου στις εργασιακές σχέσεις;
*
Κατ' αυτόν τον... επιστημονικό τρόπο, κι αφού ρίχνουν στην πιάτσα όλα τα δυνατά σενάρια περικοπών, από τις αντιδράσεις που προκαλούνται θα εντοπίσουν, λέει, τι είναι εκείνο που «χτυπάει άσχημα»,
και τι είναι το άλλο που - κατά την προσφιλή τους έκφραση - δημιουργεί ακόμα στα υποψήφια σφάγια την ψευδαίσθηση «ύπαρξης λίπους» (!)
για να καταλήξουν, τελικά, σε μέτρα που θα «χτυπούν λιγότερο άσχημα», αλλά που θα έχουν το ίδιο, φυσικά, εξολοθρευτικό αποτέλεσμα.
*
Το ενδιαφέρον, εν προκειμένω, δεν είναι ότι τα γραβατωμένα παχύδερμα,
όλοι αυτοί που μιλούν για «λαϊκό λίπος»,
χρησιμοποιούν μέχρι και ...ψυχολογικές επιχειρήσεις για να επιφέρουν τον ολικό αφανισμό του λεηλατημένου σαρκίου του λαού.
Το ενδιαφέρον είναι πως πρόκειται για τέτοια και τόσο παχύδερμα, που το ομολογούν κιόλας!


ΣΥΡΙΖΑ Αυτοχρίσθηκε χαλίφης στη θέση του ΠΑΣΟΚ


ΣΥΡΙΖΑ
Αυτοχρίσθηκε χαλίφης στη θέση του ΠΑΣΟΚ
Με τη διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη ανά χείρας εμφανίστηκε χτες σε συγκέντρωση στη Νίκαια ο Αλ. Τσίπρας



Υμνους στην ιδρυτική διακήρυξη του ΠΑΣΟΚ ανέπεμψε χτες βράδυ η εκδήλωση που, με αφορμή την 3η του Σεπτέμβρη, διοργάνωσε ο ΣΥΡΙΖΑ, με ομιλητή τον Αλ. Τσίπρα.Κατά τα πρότυπα της λαφυραγώγησης του κινήματος που επιχείρησε το ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του '80, ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ είχε το θράσος να ρίξει στο μύλο που αλέθει δημαγωγικά κηρύγματα ακόμα και την ένδοξη ιστορία της αντίστασης στην Κοκκινιά, ξεκινώντας την ομιλία του με αναφορές στο μπλόκο, αλλά και στον εφεδρικό ΕΛΑΣ.
Στο διά ταύτα, δεν έκρυψε την επιθυμία να γίνει το κόμμα του χαλίφης στη θέση του χαλίφη κι ενώ δήλωσε ότι δεν προσπαθούν να οικειοποιηθούν τη «διακήρυξη αρχών που δεν ήταν η αφήγηση της δικής μας Αριστεράς», στη συνέχεια επιχείρησε να βεβηλώσει και να διαστρεβλώσει τα πάντα, ρίχνοντας στο «χωνευτήρι» τη διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη του ΠΑΣΟΚ, το ΕΑΜ, την ΕΔΑ, μιλώντας για τη «συγκρότηση της μεγάλης δημοκρατικής παράταξης της Αριστεράς που θα κυβερνήσει τον τόπο» με τις αρχές «της εθνικής ανεξαρτησίας, της λαϊκής κυριαρχίας, της κοινωνικής απελευθέρωσης».
Σε ένα κρεσέντο λαϊκισμού, ο Αλ. Τσίπρας έφερε στα μέτρα της αστικής διαχείρισης, την οποία ορέγεται, συνθήματα όπως η «λαϊκή κυριαρχία». Την εξίσωσε με την «ακύρωση» τάχα του μνημονίου, με «ανατροπή του φαύλου πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου (...) πατριωτική και δημοκρατική ενότητα», καλώντας όμως το λαό να κάνει γονυκλισίες στη λυκοσυμμαχία της καπιταλιστικής ΕΕ, να σεβαστεί την αστική δημοκρατία και νομιμότητα.
Οσο για την «κοινωνική απελευθέρωση», την προσπέρασε με ευχές υπέρ της«αποκατάστασης των αδικιών», σαν αυτές να πέφτουν απ' τα σύννεφα και να μην εδράζονται στην ύπαρξη ενός συστήματος όπου οι λίγοι καπιταλιστές κλέβουν τον πλούτο που παράγει ο λαός.
Σε άλλο σημείο, δεν παρέλειψε να αναπαραγάγει τις επιζήμιες για το κίνημα θεωρίες περί«εθνικής ανεξαρτησίας» που πρέπει δήθεν να ανακτήσει ο λαός και περί αποτίναξης της«ξένης εξάρτησης». Πρόκειται για ωμή προσπάθεια εξωραϊσμού του ρόλου της ντόπιας αστικής τάξης, επιλογή της οποίας είναι η συμμετοχή στην ΕΕ, όπως και στους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, γεγονός που συνοδεύεται κι από εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Παίζοντας με την αγωνία του λαού, κραύγασε ότι «η ελληνική κοινωνία αποζητά τη χειραφέτησή της, θέλει να απελευθερωθεί από τα δεσμά της υποταγής σε κάθε λογής μεγάλα οικονομικά συμφέροντα που τη βυθίζουν στη φτώχεια»! Σύμφωνα με τον επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ, αυτό θα επιτευχθεί σε μια Ελλάδα «ισότιμο μέλος της ΕΕ και της ευρωζώνης (...) απαλλαγμένη από τα Μνημόνια και την ξένη εξάρτηση, εθνικά περήφανη και κοινωνικά δίκαιη».
Δίψα για διαχείριση
Ο ίδιος έπλεξε το εγκώμιο της «διακήρυξης των αρχών της 3ης του Σεπτέμβρη» που όπως είπε «παραμένει ένα κριτικά αξιοποιήσιμο και επίκαιρο προγραμματικό κείμενο αναφοράς»,για το οποίο το ΠΑΣΟΚ δεν δικαιούται να μιλά, αφού «η μνημονιακή αφήγησή του δεν εμπνέεται από την 3η του Σεπτέμβρη».
Επιμένοντας να κραδαίνει την εν λόγω διακήρυξη, κραύγασε πως αυτή «όπως και κάθε πολιτική διακήρυξη που ενέπνευσε λαϊκούς αγώνες και σφράγισε την ιστορία του τόπου, δεν έχει κληρονόμους και δικαιούχους». Και συνέχισε παραθέτοντας αποσπάσματα, θέλοντας να πείσει ότι αποτελούν τα προτάγματα του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα και να ψαρέψει στα θολά νερά της αγανάκτησης πρώην ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ.
Τέλος, δεσμεύτηκε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα «αποτιμήσει τη συνεισφορά του ΠΑΣΟΚ του '74 και της 3ης του Σεπτέμβρη (...) Οφείλουμε ως Αριστερά να σκύψουμε στα προτάγματα της ριζοσπαστικής φάσης του ΠΑΣΟΚ. Να ξαναδούμε ελλείψεις, ατέλειες και σφάλματα»,προκειμένου να γίνει «το μαζικό και λαϊκό αριστερό κίνημα που θα εκφράσει τη θέληση του λαού για κοινωνική αλλαγή». Σαν τέτοια, ο ΣΥΡΙΖΑ εννοεί την αλλαγή τιμονιέρη στο τιμόνι της αστικής εξουσίας και της διαχείρισής της.

«Διά πυρός και σιδήρου» τα άγρια μέτρα



ΣΥΓΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ
«Διά πυρός και σιδήρου» τα άγρια μέτρα
Εμφανίζεται αποφασισμένη να πάει μέχρι τέλους την αντιλαϊκή αποστολή που της ανέθεσε η ντόπια και ξένη πλουτοκρατία
Οπως με την προηγούμενη συγκυβέρνηση, έτσι και με τη σημερινή, το κεφάλαιο επιδιώκει να συντρίψει το λαό για να σωθεί από την κρίση
Διά πυρός και σιδήρου είναι αποφασισμένη να περάσει τα άγρια αντιλαϊκά μέτρα η τρικομματική κυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ, ενώ την ίδια στιγμή καθίσταται σαφές ότι το πακέτο των 11,5 δισ. αποτελεί μόνο ένα «μέτωπο» του ολοκληρωτικού πολέμου που έχουν εξαπολύσει κυβέρνηση και πλουτοκρατία σε βάρος του λαού και των δικαιωμάτων του.
Ταυτόχρονα με τις ανελέητες περικοπές στις συντάξεις, στα κοινωνικά και προνοιακά επιδόματα, στο λεγόμενο «μισθολογικό κόστος» στο Δημόσιο, η κυβέρνηση, σε αγαστή συνεργασία με την τρόικα, προωθεί τις σαρωτικές ανατροπές στα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, με στόχο τη δραστική μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης στα «ανταγωνιστικά» επίπεδα των γειτονικών χωρών, όπως άλλωστε προβλέπεται στο νέο μνημόνιο.
Η νέα «μείωση του υψηλού κόστους εισόδου και εξόδου των εργαζομένων από την αγορά εργασίας», δηλαδή των αποζημιώσεων που καταβάλλονται λόγω απόλυσης ή και συνταξιοδότησης, καθώς και η «αύξηση της ευελιξίας των προγραμμάτων εργασίας με αποσύνδεση του χρόνου απασχόλησης του εργαζομένου από το ωράριο λειτουργίας της επιχείρησης», δηλαδή η απόλυτη ευελιξία στις εργασιακές σχέσεις, αποτελούν το επόμενο μέτωπο που ανοίγουν από κοινού κυβέρνηση και τρόικα (ΕΕ - ΕΚΤ - ΔΝΤ).
Επιβεβαιώνεται και μ' αυτόν τον τρόπο ότι η επίθεση κατά των εργασιακών σχέσεων και δικαιωμάτων είναι δίχως τέλος και ότι τα μέτρα, που προωθούνται στο όνομα τάχα των ελλειμμάτων και των χρεών, πραγματικό στόχο έχουν την παραπέρα υποτίμηση της εργατικής δύναμης, για να ανακάμψει το κεφάλαιο από την κρίση. Παράλληλα, επιταχύνονται και οι ρυθμοί των ιδιωτικοποιήσεων, που αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της συνολικότερης στρατηγικής για έξοδο από την κρίση προς όφελος των μονοπωλίων και της πλουτοκρατίας.
Στο πλαίσιο αυτό ο Αντ. Σαμαράς επιδεικνύει διαρκώς την αποφασιστικότητά του να περάσει με κάθε κόστος τα βάρβαρα μέτρα. «Θα πάρω τα μέτρα, θα κάνω τις αλλαγές που έχουμε εξαγγείλει κι ας πέσω...», φέρεται να δηλώνει, σύμφωνα με το «Εθνος», επαληθεύοντας την προσήλωση συνολικά της κυβέρνησης στην αποστολή που της έχει αναθέσει η ντόπια και ξένη πλουτοκρατία.
Τη βούληση της κυβέρνησης να κλιμακώσει την καταστολή σε βάρος των λαϊκών κινητοποιήσεων και διαδηλώσεων επιβεβαίωσε και ο υπουργός Δημόσιας Τάξης, Ν. Δένδιας, δηλώνοντας ότι προωθούνται τα σχέδια για χρήση πυροσβεστικών αντλιών, ταυτόχρονα με τη χρήση χημικών, κατά των διαδηλωτών, καθώς και η ψήφιση του νομοσχεδίου για την απαγόρευση ουσιαστικά των διαδηλώσεων στο κέντρο της Αθήνας.
Τον ίδιο προπαγανδιστικό σκοπό, της εμπέδωσης του «νόμου και της τάξης», υπηρετεί και η «περιοδεία» των Σαμαρά και Δένδια, το Σάββατο, στην Ομόνοια, όπου περίσσεψαν οι κορόνες για την αποτελεσματικότητα της κυβερνητικής πυγμής απέναντι στους μετανάστες.
Λογιστική για το κεφάλαιο
Η κλιμάκωση της καταστολής σε βάρος των λαϊκών αγώνων αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της επίθεσης κατά του λαού, που το επόμενο διάστημα γενικεύεται και εντείνεται. Μαζί με το πακέτο των 11,5 δισ. ευρώ, που τελειώνει ουσιαστικά τις συντάξεις και τα κοινωνικά επιδόματα, η κυβέρνηση προωθεί τις αντιδραστικές διαρθρωτικές αλλαγές που τσακίζουν τα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα για να διασφαλιστεί φτηνή εργατική δύναμη και να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα των μονοπωλίων.
«Είναι επιτακτικό αυτά τα επώδυνα μέτρα (σ.σ. των 11,5 δισ.) να συνοδευτούν άμεσα από μέτρα ανάπτυξης, από αναπτυξιακές πολιτικές, δηλαδή, αποκρατικοποιήσεις, διαρθρωτικές αλλαγές, διαμόρφωση ενός πλαισίου ελκυστικότερου για επενδύσεις, μόνιμη αληθινή φορολογική μεταρρύθμιση. Και όλα αυτά πρέπει να γίνουν ταυτόχρονα, γιατί πρέπει να δώσουμε και μία ώθηση, μία ανάκαμψη στην ελληνική οικονομία», τόνισε χαρακτηριστικά (στο «vimafm») ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Σ. Κεδίκογλου, επιβεβαιώνοντας περίτρανα ότι η ανάπτυξη θα επιτευχθεί με φτηνή εργατική δύναμη και υποταγμένους εργάτες και δίνοντας «γην και ύδωρ» στους επιχειρηματικούς ομίλους.
Παράλληλα, η κυβέρνηση δεν κρύβει ότι το πακέτο των 11,5 δισ. ευρώ είναι το ...ελάχιστο που πρέπει να γίνει! Οπως προκλητικά δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, «αυτά τα 11,5 δισ. ευρώ είναι το ποσό που πρέπει να εξοικονομηθεί για να αρχίσουμε να ανακτούμε την οικονομική ανεξαρτησία μας, είναι αυτό που λείπει για να έρθουμε "ίσα βάρκα - ίσα νερά" σε έσοδα και δαπάνες».
Ο ίδιος άφησε σαφώς να εννοηθεί ότι η νέα άγρια σφαγή των συντάξεων θα είναι πολύ μεγαλύτερη απ' ό,τι μέχρι τώρα διαρρέεται, επικαλούμενος ότι «η αναλογία των συντάξεων είναι διπλάσια απ' ό,τι οι μισθοί» στις κρατικές δαπάνες, γεγονός που χαρακτήρισε προκλητικά «τεράστια δομική δυσλειτουργία για την οικονομία μας»!
Επικαλέστηκε μάλιστα το παράδειγμα ότι «από τα 88 δισ. των πρωτογενών δαπανών του ελληνικού κράτους, τα 60 δισ. πάνε σε μισθούς, συντάξεις και επιδόματα», συμπληρώνοντας ότι από αυτά «τα 30 δισ. είναι οι συντάξεις, 15 δισ. οι μισθοί και άλλα τόσα σχεδόν τα επιδόματα. Μένουν μόνο 28 δισ. για όλη τη λειτουργία του ελληνικού κράτους (σχολεία, νοσοκομεία, δικαστήρια, οργανισμοί), τα πάντα πρέπει να λειτουργήσουν με ένα ποσό που είναι μικρότερο και μόνο από το ποσό που διατίθεται για τις συντάξεις».
Οι «αλχημείες» με τις οποίες η κυβέρνηση προσπαθεί να δικαιολογήσει τις βάρβαρες περικοπές είναι προκλητικές. Προσπαθεί με άθλιο τρόπο να δημιουργήσει την εικόνα ότι εργαζόμενοι και συνταξιούχοι αμείβονται πλουσιοπάροχα και γι' αυτό δεν περισσεύουν λεφτά για κοινωνικές δομές και υπηρεσίες. Κρύβει ότι η συντριπτική πλειοψηφία μισθωτών και συνταξιούχων επιβιώνει με μισθούς πείνας, ότι τα ασφαλιστικά ταμεία έχουν λεηλατηθεί από κράτος και εργοδότες και ότι η εμπορευματοποίηση - ιδιωτικοποίηση Υγείας - Παιδείας - Πρόνοιας είναι στρατηγική επιλογή υπέρ του κεφαλαίου.
Με τέτοια χυδαία προπαγάνδα, ο Σ. Κεδίκογλου προανήγγειλε την πλήρη κατάργηση της 13ης και 14ης σύνταξης, δηλώνοντας: «Δυστυχώς είναι μία ανελέητη εξίσωση: Εσοδα - δαπάνες».
Αντιλαϊκή συνοχή
Στο μέτωπο των ιδιωτικοποιήσεων ο κυβερνητικός εκπρόσωπος προανήγγειλε ότι «μέσα στο φθινόπωρο θα έχουμε μία μεγάλη αποκρατικοποίηση να προχωρά και να αλλάζει το κλίμα»,επισημαίνοντας με νόημα ότι «οι αποκρατικοποιήσεις δεν είναι για το ταμειακό όφελος και μόνον». Παράλληλα επιταχύνονται και τα σχέδια για τη δημιουργία Ειδικών Οικονομικών Ζωνών (ΕΟΖ), που αποτελούν δέσμευση του πρωθυπουργού έναντι των δανειστών, πράγμα που φρόντισαν να υπενθυμίσουν με συνεντεύξεις σε γερμανικά ΜΜΕ ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Μάρτιν Σουλτς, και ο αντικαγκελάριος της Γερμανίας, Φ. Ρέσλερ.
Το Μέγαρο Μαξίμου δε φαίνεται να ανησυχεί για τη συνοχή και τη σταθερότητα του κυβερνητικού σχήματος, ούτε για τυχόν καταψήφιση των μέτρων από τους βουλευτές των κομμάτων που στηρίζουν τη συγκυβέρνηση. «Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι όλοι όσοι συμμετέχουν και στηρίζουν αυτή την κυβέρνηση, έχουν βάλει την εθνική ανάγκη πάνω απ' όλα, έχουν αναλάβει την εθνική ευθύνη. Δεν υπάρχει περίπτωση να μην ολοκληρώσουν αυτή την αποστολή», τόνισε με νόημα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Το «πακέτο» των μέτρων αναμένεται να οριστικοποιηθεί σε νέα σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών που στηρίζουν την κυβέρνηση, μέσα στη βδομάδα. Ο Αντ. Σαμαράς επιδιώκει να ολοκληρωθούν οι εσωκυβερνητικές διεργασίες μέχρι την Παρασκευή, έτσι ώστε ο υπουργός Οικονομικών να παρουσιάσει τον πλήρη φάκελο στους επικεφαλής της τρόικας που φτάνουν στην Αθήνα στις 7 του μήνα.
Την ίδια μέρα αναμένεται να πραγματοποιηθεί συνάντηση του πρωθυπουργού με τον πρόεδρο της ΕΕ, Χέρμαν βαν Ρομπάι, ενώ στις 10 του μήνα έχει προγραμματιστεί συνάντηση του Αντ. Σαμαρά με τους επικεφαλής της τρόικας. Την επομένη, ο πρωθυπουργός θα συναντηθεί με τον επικεφαλής της ΕΚΤ, Μ. Ντράγκι, στη Φραγκφούρτη.
Διαδοχικές συναντήσεις με τους υπουργούς της γερμανικής κυβέρνησης, Οικονομικών, Β. Σόιμπλε, και Εξωτερικών, Γκ. Βεστερβέλε, θα έχει σήμερα στο Βερολίνο και ο υπουργός Οικονομικών της συγκυβέρνησης, Γ. Στουρνάρας. Σχετικά με το ενδεχόμενο «επιμήκυνσης» του αντιλαϊκού χρονοδιαγράμματος, υψηλόβαθμες κυβερνητικές πηγές δήλωναν ότι τα «πάντα είναι στο τραπέζι».
Ο Γ. Στουρνάρας θα συναντηθεί με την τρόικα την Κυριακή 9 Σεπτέμβρη. Αμεσος στόχος της κυβέρνησης είναι να εξασφαλίσει μια «θετική εισήγηση» της τρόικας ενόψει της άτυπης συνεδρίασης του Γιούρογκρουπ στη Λευκωσία στις 14 του μήνα, αν και οι οριστικές αποφάσεις αναμένονται στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις 18 - 19 Οκτώβρη.

TOP READ