11 Φεβ 2012


"ΟΤΑΝ Η ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΒΙΑΖΕΙ, ΑΘΕΤΕΙ, ΚΑΤΑΦΡΟΝΕΙ ΤΑ ΔΙΚΑΙΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΙΣΑΚΟΥΕΙ ΤΑ ΠΑΡΑΠΟΝΑ ΤΟΥ, ΤΟ ΝΑ ΚΑΜΕΙ ΤΟΤΕ Ο ΛΑΟΣ Ή ΚΑΘΕ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΝ, ΝΑ ΑΡΠΑΖΕΙ ΤΑ ΑΡΜΑΤΑ ΚΑΙ ΝΑ ΤΙΜΩΡΗΣΕΙ ΤΟΥΣ ΤΥΡΑΝΝΟΥΣ ΤΟΥ, ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΛΕΟΝ ΙΕΡΟΝ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΠΛΕΟΝ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΧΡΕΗ ΤΟΥ" ΡΗΓΑΣ ΦΕΡΑΙΟΣ

ΓΕΡΜΑΝΙΑ Οι εσωτερικές αντιθέσεις του κεφαλαίου...


ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Οι εσωτερικές αντιθέσεις του κεφαλαίου...
...και η σκληρή εκμετάλλευση των εργαζομένων πίσω από το «γερμανικό θαύμα»
Από απεργία το 2008 στο Μπόχουμ. Στη διάρκεια αυτών των χρόνων τα συμβιβασμένα συνδικάτα φρόντισαν να κοιμίζουν τους εργαζόμενους
Associated Press
Από τις αρχές του 2010, όταν πλέον η καπιταλιστική κρίση είχε χτυπήσει για τα καλά την πόρτα της ΕΕ, παρουσιαζόμενη ως κρίση χρέους των κρατών της Ευρωζώνης, όλοι έστρεψαν το βλέμμα τους στη Γερμανία. Το «βαρόμετρο»...
Η κρίση συνέχισε να σοβεί, ολοένα και δυνατότερα, και πλέον έφτασε σε σημείο που ταρακουνά όλο το οικοδόμημα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, με αποτέλεσμα τα σενάρια, που χαρακτηρίζονται μάλιστα «εναλλακτικά», για ΕΕ δύο ή και περισσότερων ταχυτήτων να φουντώνουν. Την ευθύνη για την εξέλιξη της κρίσης, διάφοροι αναλυτές και ειδικοί την αποδίδουν αποκλειστικά στη μονίμως εκδηλωμένη «αναποφασιστικότητα» και «δυστοκία» της Γερμανίας. «Δυστοκία» που ερμηνεύτηκε ακόμη και με αναγωγές στο παρελθόν της Γερμανίας, όπως από τη Realpolitik του Βίσμαρκ στη Weltpolitik του Γουλιέλμου του Β'. Είναι γεγονός, πάντως, ότι το σχεδόν μόνιμο δίλημμα του γερμανικού κεφαλαίου για το πού θα προσανατολίσει τη δράση του, επανέρχεται δριμύτερο όσο η καπιταλιστική κρίση βαθαίνει.
Εσωτερικές αντιθέσεις και ανταγωνισμοί
Πρόκειται για δίλημμα που αντανακλά τις αντιθέσεις που ενυπάρχουν εντός της Γερμανίας, μεταξύ πανίσχυρων μονοπωλίων, οι οποίες εκφράζονται και διά μέσου των πολιτικών τους εκφραστών. Η γερμανική βιομηχανία μετά την κρίση του 2008 στράφηκε κατά κύριο λόγο προς την Ασία. Ετσι, στην πρώτη φάση της κρίσης, στα μέσα του 2010, το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας εκτοξεύτηκε στα ύψη - κυρίως λόγω της αύξησης της ζήτησης των βιομηχανικών της προϊόντων από την Κίνα και την Ιαπωνία - παρά το γεγονός ότι η κρίση στις χώρες της Ευρωζώνης συρρίκνωσε το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας εντός της ΕΕ. Οι εξαγωγές, σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία της Γερμανίας (Statistisches Bundesamt Deutschland - Destatis), ανήλθαν σε επίπεδα ρεκόρ για το μήνα Σεπτέμβρη, αυξάνοντας το εμπορικό πλεόνασμα στα υψηλότερα επίπεδα από τον Ιούνη του 2008. Οι γερμανικές εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 0,9% σε μηνιαία βάση, με την αξία τους να ανέρχεται στα 91,3 δισ. ευρώ, έναντι όμως εκτιμήσεων για μείωση κατά 1%. Αντίθετα, οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά 0,8%, ενώ οι προβλέψεις έκαναν λόγο για αύξηση κατά 0,3%. Το εμπορικό πλεόνασμα διευρύνθηκε στα 15,3 δισ. ευρώ, έναντι 13,8 δισ. ευρώ που ήταν τον Αύγουστο.
Κατά τους αναλυτές, η καλή πορεία των εξαγωγών αντισταθμίζει σε μεγάλο βαθμό τα πρόσφατα χαμηλά στοιχεία για την πορεία της γερμανικής βιομηχανίας και τη μείωση της βιομηχανικής της παραγωγής. Εκτός όμως από την Ασία, η Λατινική Αμερική είναι μία ακόμη από τις περιοχές που από πέρσι τυγχάνουν της ειδικής προσοχής της γερμανικής κυβέρνησης και του κεφαλαίου, με πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα τη διείσδυση του γερμανικού κεφαλαίου στη Βραζιλία: Πάνω από 2.000 γερμανικές εταιρείες έχουν προχωρήσει σε επενδύσεις τα τελευταία χρόνια άνω των 60 δισεκατομμυρίων ευρώ, το διμερές εμπόριο το 2008 ξεπέρασε τα 45 δισεκατομμύρια, ενώ οι γερμανικές θυγατρικές παράγουν το 10% της συνολικής βιομηχανικής παραγωγής της Βραζιλίας.
Τα στοιχεία αυτά και οι εξαγωγικές επιδόσεις καθορίζουν εν πολλοίς και τις διαχωριστικές γραμμές που έχουν διαφανεί και θέλουν ένα τμήμα του γερμανικού μονοπωλιακού κεφαλαίου να επιλέγει την «ευρωπαϊκή επιλογή» και αναδεικνύει τη σημασία των ασθενέστερων ευρωπαϊκών χωρών του Mεσογειακού Nότου για τις γερμανικές εξαγωγές εμπορευμάτων και επενδύσεις κεφαλαίου. Υπό αυτή την οπτική, στηρίζει τη συνοχή της μεγάλης EE -των «27»-, τη διατήρηση του γαλλογερμανικού άξονα, καθώς και τον παραδοσιακό ευρωατλαντικό προσανατολισμό, προβάλλοντας την υπεροχή του ευρώ έναντι του μάρκου για τη γερμανική ανταγωνιστικότητα, καθώς και τη σημασία της μεγάλης αγοράς της EE για τις γερμανικές εξαγωγές (το 60% των γερμανικών εξαγωγών γίνεται ενδοκοινοτικά) και τη διεθνή διαπραγματευτική δύναμη της Γερμανίας.
Η άλλη πλευρά εμφανίζεται να επιθυμεί μία έγκαιρη στροφή προς τις αναδυόμενες αγορές (BRICS) και πρωτίστως την Kίνα και τη Pωσία, τμήμα που επιζητά με κάθε τρόπο την αναμόρφωση της Eυρωζώνης. Επίσης, ένα ακόμη σημαντικό τμήμα του γερμανικού κεφαλαίου, που συμπράττει με αυτή την πλευρά, το κάνει κατά κύριο λόγο εξαιτίας της απεμπόλησης της πολιτικής στήριξης στην πυρηνική ενέργεια, που σημαίνει συνέπειες για ένα κρίσιμο τμήμα της ενεργειακής βιομηχανίας και συνάμα θα αυξήσει την ενεργειακή εξάρτηση από τη Pωσία.
Χαρακτηριστικές του είδους οι πρόσφατες εκτιμήσεις του οικονομικού ινστιτούτου «Ifo»: «...η Γερμανία δεν επωφελήθηκε από το ευρώ (...) αλλά από τις προσπάθειές της για να περιορίσει τους μισθούς της και τα κόστη της».
Εργασιακός μεσαίωνας
Ουσιαστικά πρόκειται για ένα μόνιμο «μπρα ντε φερ» μεταξύ των δύο πλευρών, με μόνιμους χαμένους τους εργαζόμενους. Γιατί ακριβώς το γερμανικό «θαύμα» είναι απόρροια των χρόνιων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που εντάθηκαν κατά τα χρόνια της διακυβέρνησης από το συνασπισμό του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) και των Πρασίνων, με την προώθηση της Ατζέντας 2010 και συνεχίζονται φυσικά από την σημερινή κυβέρνηση συνασπισμού του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) και των Φιλελεύθερων Δημοκρατών (FDP) υπό την Αγγελα Μέρκελ.
Μερικές φορές, είναι εξαιρετικά δύσκολο να διακρίνει κανείς ότι πρόκειται για ένα ακόμη μέτρο περιστολής δικαιωμάτων και αποδοχών, όπως η αλλαγή πλεύσης της Αγγελα Μέρκελ που δηλώνει εντελώς ξαφνικά ότι στο Συνέδριο του κυβερνώντος κόμματος τον επόμενο μήνα στη Λειψία, θα ανακοινώσει τη «θέσπιση» του κατώτερου ημερομίσθιου. Στη Γερμανία δεν υπάρχει εθνική συλλογική σύμβαση εργασίας, υπάρχουν συλλογικές συμβάσεις ανά κλάδους - και όχι σε όλους. Ο κατώτατος μισθός είναι διαφορετικός από κλάδο σε κλάδο και διαφορετικός εντός του ίδιου κλάδου σε Δυτική και Ανατολική Γερμανία και αποτελεί χρόνιο αίτημα των γερμανικών συνδικάτων η θέσπισή του.
Στην έκθεση, του Καρλ Γιόζεφ Λάουμαν, προέδρου της Κοινωνικής Επιτροπής του CDU, και του Μίκαελ Φουκς, αναπληρωτή προέδρου της κοινοβουλευτικής ομάδας για τις μικρές επιχειρήσεις - έκθεση που θα παρουσιαστεί στο συνέδριο - αναφέρεται ότι αντί του υποχρεωτικού κατώτατου μισθού που θα ορίζεται από το κράτος, «θέλουμε έναν ελάχιστο μισθό που θα καθορίζεται από τους κοινωνικούς εταίρους και, συνεπώς, προσανατολισμένο στην αγορά, παρά μια ελάχιστη μισθολογική πολιτική».
Συνεπώς η καγκελάριος Μέρκελ δεν... τρελάθηκε ξαφνικά, όπως αναρωτιούνται τα γερμανικά ΜΜΕ. Πρόκειται για τακτική κίνηση που επιδιώκει τη θέσπιση ενός ελάχιστου μισθού, που θα συμπιέσει ακόμη πιο κάτω τις αποδοχές, ειδικά του δημόσιου τομέα. Ταυτόχρονα, στόχο έχει να προβάλλει τα συμβιβασμένα συνδικάτα που έχουν συμβάλει στην «κοινωνική ειρήνη» και η επιρροή τους φθίνει, ώστε να εμφανιστούν ως εγγυητές των αποδοχών των εργαζομένων. Επίσης η άρχουσα τάξη διαβλέπει τον κίνδυνο για μία πιθανή αναμέτρηση με τους εργαζόμενους, δεδομένης της κρίσης και της συνεχώς αυξανόμενης οργής, μετά από «θυσίες» πάνω από μία δεκαετία.
Η κατάσταση ήδη είναι ζοφερή για το σύνολο των εργαζομένων που αριθμούν 43 εκατομμύρια και η κατανομή τους είναι: τριτογενής τομέας (τομέας υπηρεσιών) 67,5%, βιομηχανία 29,1%, αγροτικός τομέας 2,4%.
  • Οι μηνιαίες αποδοχές, τη δεκαετία 2000-2010, μειώθηκαν μεσοσταθμικά κατά 4% σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW) όχι εξαιτίας της μείωσης των αποδοχών, οι οποίες έχουν παγώσει, αλλά εξαιτίας της μείωσης του ωραρίου εργασίας (π.χ. τετραήμερα). Σε ορισμένους κλάδους, μάλιστα, η μείωση μισθών έφθασε και το 20%! Σύμφωνα με την έκθεση, ο μισθός ενός «μέσου υπαλλήλου» στη Γερμανία το 2000 ήταν 1.300 ευρώ (μεικτά), ενώ το 2010 μειώθηκε κάτω από 1.200 ευρώ (μεικτά), ενώ το μεικτό εισόδημα όλων των εργαζομένων μειώθηκε από το 2000 κατά μέσο όρο κατά 2,5%, (τα χαμηλά εισοδήματα μειώθηκαν αντίστοιχα κατά 22%!)...
  • Σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία της Γερμανίας ο αριθμός των εργαζομένων που απασχολείται σε άτυπες μορφές εργασίας (ελαστικές) έφτασε το 2010 τα 7,8 εκατομμύρια καταγράφοντας αύξηση κατά 243.000 σε ένα χρόνο. Ο συνολικός αριθμός των εργαζομένων με εξαρτημένη εργασία αυξήθηκε κατά 322.000 σε 30,90 εκατομμύρια μεταξύ 2009-2010, που συνεπάγεται ότι το 75% της αύξησης αφορά άτυπες μορφές απασχόλησης, ενώ η προσωρινή απασχόληση αποτελεί το 57% της συνολικής λεγόμενης αύξησης της απασχόλησης.
  • Η αυξανόμενη προσφορά ελαστικής εργασίας συμπίεσε τους μισθούς, που σε αυτήν την κατηγορία έχουν διαμορφωθεί στα 7,70 ευρώ την ώρα στο δυτικό τομέα της Γερμανίας και στα 6,86 στα ανατολικά, σύμφωνα με την έκθεση του DIW, όπου σημειώνει επίσης ότι την ίδια περίοδο τα υψηλά εισοδήματα διατηρήθηκαν σταθερά, γεγονός που διεύρυνε τις εισοδηματικές ανισότητες στη χώρα.
  • Σύμφωνα με μια μελέτη που διεξήχθη από την Ινστιτούτο Ερευνών «Prognos» 1,2 εκατομμύρια άτομα εργάζονται για λιγότερα από 5 ευρώ την ώρα, 2,4 εκατομμύρια εργαζόμενοι λαμβάνουν ωρομίσθιο μικρότερο των 7,50 ευρώ, ενώ ακόμη 5 εκατομμύρια άνθρωποι κερδίζουν λιγότερα από 8,50 την ώρα. Σύμφωνα με τη μελέτη, η κατάσταση είναι ιδιαίτερα σοβαρή σε κλάδους που δεν έχουν καν συλλογική σύμβαση, όπως, για παράδειγμα, στα ξενοδοχεία, στις τηλεπικοινωνίες και τη γεωργία.
Σε αυτή την εικόνα του «μεσαίωνα» που προωθούν θα πρέπει να προστεθούν τα 7,3 εκατομμύρια που εργάζονται με αποδοχές μικρότερες των 400 ευρώ το μήνα. Απολύτως πραγματικό και κατανοητό ότι η πολιτική αυτή, της «ανάπτυξης και της ευημερίας», έχει οδηγήσει το 13% του συνολικού πληθυσμού των 81 εκατομμυρίων κατοίκων να ζει κάτω από το όριο της φτώχειας και 1,3 εκατομμύρια άνθρωποι, παρότι εργάζονται, να χρήζουν πρόσθετης οικονομικής στήριξης, καθώς τα εισοδήματά τους δεν επαρκούν για την επιβίωσή τους, σύμφωνα με την πρόσφατη πενταετή έκθεση της Επιτροπής του ΟΗΕ για τα Κοινωνικά, Οικονομικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα. Και το ποσοστό των φτωχών θα μεγαλώνει όσο το «θαύμα» θα συνεχίζεται...

Χρ. Μ.


Καταβαράθρωση των μισθών στη Γερμανία


Καταβαράθρωση των μισθών στη Γερμανία
Οτι η καπιταλιστική ανάπτυξη δε μεταφράζεται σε ανάπτυξη προς όφελος του λαού, δε μεταφράζεται σε βελτίωση του μισθού και συνολικά της ζωής των εργαζομένων, επιβεβαιώνουν οι αριθμοί από τη Γερμανία.
Ετσι, ενώ η γερμανική οικονομία αναπτύσσεται με γοργούς ρυθμούς και οι προβλέψεις λένε ότι θα αναπτυχθεί κατά 3,4% φέτος και κατά 1,9% το 2012, η πορεία των μισθών των εργαζομένων έχει αντίστροφη φορά. Σύμφωνα με έκθεση του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW) για την εξέλιξη των μισθών στη Γερμανία την τελευταία δεκαετία, ο μισθός ενός «μέσου υπαλλήλου» στη Γερμανία το 2000 ήταν 1.300 ευρώ (μεικτά), ενώ το 2010 μειώθηκε κάτω από 1.200 ευρώ (μεικτά). Μάλιστα, η ίδια έκθεση διαπιστώνει ότι τη μεγαλύτερη μείωση έχουν υποστεί οι ήδη χαμηλοί μισθοί. Οπως σημειώνεται, ενώ το μεικτό εισόδημα όλων των εργαζομένων μειώθηκε από το 2000 κατά μέσο όρο κατά 2,5%, τα χαμηλά εισοδήματα μειώθηκαν αντίστοιχα κατά 22%! Μάλιστα, η τεράστια αυτή μείωση αφορά κυρίως τους μισθούς 700 - 1.300 ευρώ μεικτά. Και μη νομίσει κανείς ότι οι χαμηλόμισθοι στη Γερμανία αποτελούν μικρό ποσοστό. Από τους περίπου 40 εκατ. απασχολούμενους στη χώρα, ένας στους 7 ανήκει στη λεγόμενη αγορά «φθηνής εργασίας», δηλαδή αμείβεται με μισθούς πείνας.
Δεν υπάρχουν πια περιθώρια για αυταπάτες. Η επίθεση της πλουτοκρατίας στα δικαιώματα των εργαζομένων είναι ενιαία και δριμύτατη απ' άκρη σ' άκρη στον καπιταλιστικό κόσμο. Μπορεί στην περίπτωση της Ελλάδας να αξιοποιεί ως όχημα την κρίση για να τσακίσει την τιμή της εργατικής δύναμης, αλλά και στη Γερμανία που η κερδοφορία του κεφαλαίου καλά κρατεί, οι μισθοί και τα μεροκάματα καταβαραθρώνονται. Μόνη λύση για τους λαούς είναι η ταξική οργάνωση και πάλη, για λαϊκή εξουσία και οικονομία, για να καρπώνονται οι ίδιοι οι εργαζόμενοι τον πλούτο που παράγουν.

ΓΕΡΜΑΝΙΑ Το «θαύμα» του «στραγγαλισμού» των εργαζομένων



ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Το «θαύμα» του «στραγγαλισμού» των εργαζομένων
Καθοριστικός ο ρόλος του εργοδοτικού συνδικαλισμού, που στο όνομα της «υπευθυνότητας» και της «συμβολής στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων» θάβει εργατικά δικαιώματα
Από τις μεγάλες διαδηλώσεις στην αυτοκινητοβιομηχανία «Οπελ» το 2004
Associated Press
«Τι θα ήταν η χώρα μας εάν δεν υπήρχαν τα συνδικάτα;» τόνισε ο πρόεδρος της ΓερμανίαςΚρίστιαν Βουλφ κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στο ετήσιο συνέδριο του συνδικάτου των εργαζομένων στον τομέα των υπηρεσιών (Ver.di.), που πραγματοποιήθηκε στη Λειψία την εβδομάδα 19 έως 24 Σεπτέμβρη, εξαίροντας τη στάση των συνδικάτων για την «υπευθυνότητα» και τη «συμβολή» τους στην ανάπτυξη και την ευημερία της Γερμανίας.
Τα ίδια ακούστηκαν στη χώρα μας περί «υπευθυνότητας» για τησύμβαση της ντροπής που υπέγραψαν οι εργοδοτικοί συνδικαλιστές στον ΟΤΕ, με «εργασιακή ειρήνη» για τα επόμενα τρία χρόνια, με περικοπές μισθών και δικαιωμάτων, στο όνομα της «διατήρησης των θέσεων εργασίας»...
Αυτό ακριβώς εξήρε και ο Γερμανός πρόεδρος, τη «συγκράτηση των αποδοχών και των μισθολογικών αυξήσεων», αλλά και την προώθηση «ευέλικτων και έξυπνων μορφών εργασίας«, όπως μειωμένου χρόνου εργασίας, συμφωνίες όσον αφορά το συνολικό χρόνο εργασίας, για την προώθηση των οποίων «τα συνδικάτα ήταν κρίσιμος και καθοριστικός παράγοντας».
Οι δηλώσεις του Γερμανού προέδρου είναι από μόνες τους αποστομωτικές. Ας δούμε όμως πώς ο εργοδοτικός συνδικαλισμός συνέβαλε στο γερμανικό «θαύμα».
Ορισμένα τρανταχτά παραδείγματα είναι αναγκαία για να καταδειχτεί η δράση τους. Πρωταθλητής όλων η «πανίσχυρη» IG Metall (Συνδικάτο Μεταλλεργατών), που επίσης πρωτοστατεί στη Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων, όπου συναγελάζονται εργοδοτικοί και οπορτουνιστές (και οι ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ).
Μεσούσης της κρίσης που σοβεί και ειδικά τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, η IG Metall πρωτοστάτησε ή και επέβαλε μέσω του εκβιασμού και του ξεπουλήματος αγώνων και απεργιών, διάρκειας μάλιστα πολλών εβδομάδων, την υπογραφή σειράς συμφωνιών «προσαρμοσμένων στις συνθήκες». Συμφωνιών που προβλέπουν μειώσεις μισθών, εκ περιτροπής εργασία, ελαστικά ωράρια κ.ο.κ. με μοναδικό γνώμονα την κερδοφορία του κεφαλαίου. Οπως:
  • Μετά από κινητοποιήσεις των εργαζομένων διάρκειας έξι εβδομάδων κατέληξε σε συμφωνία, μόλις τον περασμένο Ιούνη, με την κατασκευαστική εταιρεία εκτυπωτικών μηχανών «Konig & Bauer» (ΚΒΑ) στο γερμανικό κρατίδιο της Ρηνανίας - Παλατινάτου, συμφωνία που προβλέπει περικοπή 142 θέσεων εργασίας και ουσιαστικά το κλείσιμο της εργοστασιακής μονάδας στο Φράνκενταλ και τη μεταφορά της παραγωγής στο Βίρτσμπουργκ, αλλά με «καλύτερους όρους αποζημίωσης των εργαζομένων».
  • Τον περασμένο Μάρτη, υπέγραψε σειρά συμφωνιών με την Ενωση Βιομηχάνων της Νότιας Σαξονίας, «για την ελεύθερη ανταλλαγή εργαζομένων ώστε να ανταποκριθούν στην αυξανόμενη ζήτηση και να διατηρούν το υψηλά εξειδικευμένο προσωπικό». Συμφωνία που προβλέπει την ανταλλαγή εργαζομένων και αφορά περίπου 9.000 εργαζόμενους σε 9 μεσαίου μεγέθους εταιρείες. Με τη συμφωνία, οι εργαζόμενοι γίνονται λάστιχο, θα αλλάζουν εργασιακό πόστο, πόλεις εργασίας, για να εξασφαλίζεται η κερδοφορία των μεταλλουργικών εταιρειών.
  • Κορυφαίο παράδειγμα όμως ήταν η υπογραφή Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (Μάρτης 2010) με τους βιομήχανους στη μεταλλουργία και παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στη Βόρεια Ρηνανία - Βεστφαλία, που αφορά περισσότερους από 700.000 εργαζόμενους και προέβλεπε μόνο την εφάπαξ προκαταβολή 320 ευρώ (για τους εξειδικευμένους εργάτες), ενώ οι εργαζόμενοι θα λαμβάνουν ένα επίδομα 27 ευρώ το μήνα. Από την πρώτη Απρίλη του 2011 προβλεπόταν αύξηση 2,7%...
Δικαιώματα και μισθοί στην πρέσα
Το «θαύμα» της ανάπτυξης έχει ήδη πολλά θύματα: Τουλάχιστον το 13% του συνολικού πληθυσμού των 81 εκατομμυρίων κατοίκων ζει κάτω από το όριο της φτώχειας και 1,3 εκατομμύρια άνθρωποι, παρότι εργάζονται, χρήζουν πρόσθετης οικονομικής στήριξης, καθώς τα εισοδήματά τους δεν επαρκούν για την επιβίωσή τους, σύμφωνα με την πρόσφατη πενταετή έκθεση της Επιτροπής του ΟΗΕ για τα Κοινωνικά, Οικονομικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα. Ειδική ανησυχία εκφράζεται στην έκθεση για την παιδική φτώχεια που κατά την έκθεση αγγίζει τουλάχιστον 2,5 εκατομμύρια παιδιά, Στατιστικές μελέτες δε, καταγράφουν ότι το 25% των παιδιών πηγαίνουν σχολείο δίχως να έχουν πάρει πρωινό, ενώ σε πολλά σχολεία δεν παρέχεται γεύμα.
Πρόκειται για τρομακτικά νούμερα ειδικά υπό το σκεπτικό ότι μόνο το 16,5% του πληθυσμού είναι κάτω των 16 ετών, σύμφωνα με τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, κατατάσσοντας τη Γερμανία στις τελευταίες θέσεις της κατάταξης των γεννήσεων σε όλη την Ευρώπη. Σύμφωνα επίσης με την ίδια, περίπου το 15% των περισσότερων από 13 εκατ. παιδιών και εφήβων στη Γερμανία ζουν κοντά στο όριο της φτώχειας, δηλαδή το καθαρό εισόδημα των οικογενειών τους βρίσκεται κάτω από το όριο των 11.150 ευρώ το χρόνο. Πρωταθλήτρια πόλη στην παιδική φτώχεια στη Γερμανία, δεν είναι άλλη από την πρωτεύουσα Βερολίνο, καθώς το 35,7% των παιδιών ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, σύμφωνα με έρευνα του Ιδρύματος «Bertelsmann».
«Σε σύγκριση με άλλες χώρες, η Γερμανία πληρώνει πολλά χρήματα για τα παιδιά, αλλά όχι για την παιδική πρόνοια. Το τι θα απογίνουν τα παιδιά εξαρτάται -πολύ περισσότερο στη Γερμανία από ό,τι σε άλλα βιομηχανικά κράτη- από την καταγωγή τους. Η φτώχεια είναι κληρονομική εδώ», ανέφερε στο πρόσφατο άρθρο της η γερμανική εφημερίδα «Suddeutsche Zeitung». Κληρονομική και άκρως ταξική...
Αναλόγως εφιαλτική η πραγματικότητα και για εκατομμύρια συνταξιούχους για τους οποίους έχει επιστρέψει προ πολλού η μεταπολεμική εποχή: το διαιτολόγιό τους αποτελείται από πατάτες και καρότα τουλάχιστον για μία εβδομάδα, διότι η σύνταξη φθάνει για τρεις και όχι για τέσσερις εβδομάδες.
Ο ΟΟΣΑ προβλέπει στο άμεσο μέλλον ραγδαία αύξηση των φτωχών συνταξιούχων, ενώ κάνει λόγο περί νέας στρατιάς στην οποία δεν θα ανήκουν μόνον οι χαμηλόμισθοι και οι μακροχρόνιοι άνεργοι, αλλά και μεγάλο μέρος των μεσαίων αστικών στρωμάτων.
Δύο είναι οι βασικές αιτίες της αύξησης των «αθλίων» συνταξιούχων: πρώτον, η μείωση των μισθών και των εισφορών στα ταμεία στην επόμενη γενιά εργαζομένων και δεύτερον η διεύρυνση της περιορισμένης απασχόλησης με χαμηλό ωρομίσθιο και χαμηλές ή καθόλου εισφορές στα ταμεία αρωγής γήρατος.
Την ίδια στιγμή, «ειδικοί» και «εμπειρογνώμονες» προωθούν τη «λύση» για την αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης στα 70 έτη, στο πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων του συνταξιοδοτικού συστήματος, που σχεδιάζει η κυβέρνηση συνασπισμού Χριστανοδημοκρατών/Χριστιανοκοινωνιστών (CDU/CSU) και Γερμανών Φιλελευθέρων (FDΡ) σύμφωνα με την υπουργό Εργασίας Ούρσουλα φον ντερ Λέγιεν.
Μεταρρυθμίσεις που αποτελούν συνέχεια της «Ατζέντας 2010», που προώθησε η κυβέρνηση συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών (SPD) και Πρασίνων, υπό την ηγεσία των Γκέρχαρντ Σρέντερ και Γιόσκα Φίσερ, καθόλη την προηγούμενη δεκαετία. Το μυστικό της... επιτυχίας ήταν όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συμπίεση των αποδοχών των εργαζομένων. Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Εργασίας από το 2007, ο πραγματικός μισθός του μέσου Γερμανού εργαζόμενου, το 2006 έχει αυξηθεί μόλις 5 ευρώ από το... 1986!
Διευρύνεται η φτώχεια
Παράλληλα, σύμφωνα με έκθεση του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW) για την εξέλιξη των μισθών στη Γερμανία την τελευταία δεκαετία, ο μισθός ενός «μέσου υπαλλήλου» στη Γερμανία το 2000 ήταν 1.300 ευρώ (μεικτά), ενώ το 2010 μειώθηκε κάτω από 1.200 ευρώ (μεικτά). Μάλιστα, η ίδια έκθεση διαπιστώνει ότι τη μεγαλύτερη μείωση έχουν υποστεί οι ήδη χαμηλοί μισθοί. Οπως σημειώνεται, ενώ το μεικτό εισόδημα όλων των εργαζομένων μειώθηκε από το 2000 κατά μέσο όρο κατά 2,5%, τα χαμηλά εισοδήματα μειώθηκαν αντίστοιχα κατά 22%! Μάλιστα, η τεράστια αυτή μείωση αφορά κυρίως τους μισθούς 700 - 1.300 ευρώ μεικτά. Και μη νομίσει κανείς ότι οι χαμηλόμισθοι στη Γερμανία αποτελούν μικρό ποσοστό. Από τους περίπου 40 εκατ. απασχολούμενους στη χώρα, ένας στους 7 ανήκει στη λεγόμενη αγορά «φθηνής εργασίας», δηλαδή αμείβεται με μισθούς πείνας.
Η «κινεζοποίηση» του γερμανικού εργατικού δυναμικού αποκαλύπτεται και από ένα ακόμη στοιχείο: 7,3 εκατομμύρια Γερμανοί εργάζονται με αποδοχές μικρότερες των 400 ευρώ το μήνα.
Πρόκειται για τις πρώην ορδές των ανέργων, τη χρόνια γάγγραινα της γερμανικής κοινωνίας και οικονομίας. Η ανεργία πλέον κυμαίνεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, για την ακρίβεια τα χαμηλότερα εδώ και μία εικοσαετία. Αποσιωπάται εντελώς και ο τεράστιος αριθμός των πενιχρά αμειβομένων, των υποαπασχολούμενων, καθώς δεν καταγράφονται ως άνεργοι, όπως και όσοι δεν έχουν εγγραφεί στα γραφεία ευρέσεως εργασίας, όσοι εργάζονται έστω και 15 ώρες εβδομαδιαίως ή αυτοί που μετέχουν σε επιμορφωτικά σεμινάρια. Και φυσικά, δεν καταγράφονται ως άνεργοι, αυτοί που εργάζονται για μισθούς 400 ευρώ και κάτω, οι οποίοι αποτελούν το 1/6 του συνολικού εργατικού δυναμικού της χώρας.
Το καθεστώς χαμηλά αμειβόμενης εργασίας, το οποίο δίνει το δικαίωμα στις επιχειρήσεις να προσλαμβάνουν ανέργους με μισθούς πείνας, έχει ως αποτέλεσμα ποσό που αντιστοιχεί μόλις στο 1/3 των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, όπου αυτές ισχύουν. Αλλο ένα εκατομμύριο εργαζόμενοι είναι μερικώς απασχολούμενοι, κατά βάση πρώην πλήρους απασχόλησης εργαζόμενοι, οι οποίοι αποδέχτηκαν τη μεγάλη μείωση του μισθού τους προκειμένου να μη μείνουν άνεργοι.
Ετσι, με τη χαμηλά αμειβόμενη εργασία και τη μερική απασχόληση αφενός η κυβέρνηση μπορεί να δείχνει στατιστικές με χαμηλά ποσοστά ανέργων, ενώ ταυτόχρονα οι Γερμανοί εργοδότες συμπιέζουν τους «φυσιολογικούς» μισθούς των εργαζομένων προς τα κάτω. Αυτό είναι το «θαύμα» που γεμίζει τα σεντούκια των καπιταλιστών και ματώνει τα λαϊκά στρώματα.

Χριστίνα ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ


ΓΕΡΜΑΝΙΑ Αφαιρούν εργασιακά δικαιώματα σε όφελος του κεφαλαίου



ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Αφαιρούν εργασιακά δικαιώματα σε όφελος του κεφαλαίου
Από κινητοποιήσεις εργαζομένων την περασμένη χρονιά ενάντια στις απολύσεις
Τη στιγμή που οι πολιτικοί όλων των κομμάτων στη Γερμανία κονταροχτυπιούνται λεκτικά για το δήθεν «κοινωνικό κράτος», μια μελέτη του Γερμανικού Ινστιτούτου για την Οικονομία (DIW) καταγράφει κάποια στοιχεία που δείχνουν πού οδήγησε η μέχρι τώρα ακολουθούμενη αντιλαϊκή πολιτική στήριξης του κεφαλαίου υποτίθεται για να ...βγει η χώρα από την κρίση: 1 στους 7 πολίτες της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας ζει στα όρια της φτώχειας. Στην ατμομηχανή της Ευρωπαϊκής Ενωσης και μέχρι πρότινος πρώτη εξαγωγική χώρα του πλανήτη, το 14% του πληθυσμού , δηλαδή 11,4 εκατομμύρια από τα περίπου 82 εκατομμύρια κατοίκων της χώρας, ζούσαν ήδη το 2008 στα όρια της φτώχειας. Αυτοί οι άνθρωποι είχαν εισόδημα χαμηλότερο του 60% του μέσου όρου στη Γερμανία και το ποσοστό αυτό δείχνει ότι το 2008 αυξήθηκε κατά ένα τρίτο ο αριθμός των φτωχών Γερμανών σε σχέση με δέκα χρόνια πριν.
Η ανεργία μετονομάζεται σε «θαύμα απασχόλησης»
Ταυτόχρονα, ένα μαζικό κύμα απολύσεων έχει προ πολλού ξεκινήσει. Δώδεκα χρόνια είχε να ζήσει η Γερμανία τόσο μαζική κατάργηση θέσεων εργασίας. Μεγάλες εταιρείες προχωρούν σε μαζικές απολύσεις. Από τον Οργανισμό Γερμανικών Σιδηροδρόμων (6.000), την εταιρεία Σέφερ (5.000) Χαϊδελβέργη - Μηχανές εκτύπωσης (4.000) μέχρι τη Κβέλε (4.000), την Κοντινένταλ (2.600) την Τίσεν - Κρουπ (2.000), την Κάρμαν (1.300) και την Μερσέντες (1.000),ακόμα και την Γερμανική Τράπεζα (800) δεν υπάρχει σχεδόν κανένας βιομηχανικός κλάδος που να μην έχει πληγεί. Η πρόβλεψη για την ανεργία είναι ότι τα επίσημα 3,3 εκατομμύρια ανέργων το Δεκέμβρη του 2009 θα φτάσουν τα 4,1 εκατομμύρια το 2010.
Σύμφωνα με τα ΜΜΕ στη Γερμανία, στη χώρα συντελείται ένα «θαύμα απασχόλησης». Είναι απορίας άξιο με πόσο θράσος γίνεται χειραγώγηση των στατιστικών, το πώς πλαστογραφούνται αριθμοί και με πόση ευκολία αυτή η καταστροφική εξέλιξη, στη λεγόμενη αγορά εργασίας, μετονομάζεται σε «θαύμα».
Το γεγονός ότι πολλοί άνεργοι δεν συμπεριλαμβάνονται στις στατιστικές των πρακτορείων εργασίας έχει να κάνει με το ότι σήμερα δεν είναι πια καθόλου εύκολο να καταγραφεί κάποιος ως άνεργος, αν το δούμε καθαρά στατιστικά. Για παράδειγμα, οι λεγόμενοι εργαζόμενοι του ενός ευρώ δεν εμφανίζονται στις στατιστικές, επίσης οι άνεργοι που συμμετέχουν ετησίως στα λεγόμενα προγράμματα επανεκπαίδευσης ή οι πάνω των 58 χρόνων πολίτες δεν θεωρούνται στατιστικά άνεργοι και ας πρόκειται για περίπου 1,5 εκατομμύριο ανθρώπους. Στους παραπάνω, αν προστεθούν και εκείνοι που παραδίνονται στα χέρια ιδιωτών μεσιτών εργασίας, τα σύγχρονα σκλαβοπάζαρα των «νοικιαζόμενων» εργαζομένων και η μεγάλη στρατιά των «αόρατων» ανέργων, που έχουν εγκαταλείψει την ελπίδα να βρουν δουλειά και δεν καταγράφονται. Ταυτόχρονα, αυξάνονται θεαματικά οι θέσεις εργασίας με χαμηλό μισθό, οι θέσεις εργασίας ορισμένου χρόνου καθώς και η προσωρινή εργασία. Η πλήρης απασχόληση καταντάει απαρχαιωμένο μοντέλο. Σύμφωνα με μια μελέτη του Ινστιτούτου για το Μέλλον της Απασχόλησης σήμερα το 60% (έναντι του 64,7% το 2001) των Γερμανών εργαζομένων κατέχει μια θέση πλήρους απασχόλησης αορίστου χρόνου και μόνο 43,3% των γυναικών έναντι του 48% το 2001. Και η τάση θα ενισχυθεί τα επόμενα χρόνια.
Αυτή η εξέλιξη συνοδεύεται και από μειώσεις μισθών. Για παράδειγμα, η εταιρεία χημικών προϊόντων Σλέκερ απολύει εργαζόμενους για να τους επαναπροσλάβει με 50% λιγότερο μισθό.
«Στα μισά από τα 100 πιο συνηθισμένα επαγγέλματα στη Γερμανία οι εργαζόμενοι κερδίζουν κάτι λιγότερο από ό,τι το 1999!» ανέφερε πρόσφατα το περιοδικό «Στερν» μετά από μία έρευνα για τα εισοδήματα.
Στο μεταξύ από τον Πρόεδρο του Συνδέσμου επιχειρηματιών στην Μεταλλουργία μέχρι και τον υπουργό Εσωτερικών Τόμας ντε Μεζιέρ (του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος) ένα είναι το αίτημα για τις επερχόμενες διαπραγματεύσεις: συγκράτηση των μισθών. Λένε απροκάλυπτα στους εργαζόμενους: Συνεχίστε να πληρώνετε την κρίση μας!
Ο ρόλος του εργοδοτικού συνδικαλισμού
Παρά τα παραπάνω, υπάρχουν συνδικάτα που τρέφουν ακόμα την αυταπάτη ότι μπορούν να ανταλλάξουν την εξασφάλιση των θέσεων εργασίας με παραίτηση από την αύξηση των μισθών, όπως το συμφώνησε το συνδικάτο των μεταλλεργατών (IG-Metal). Αυτή είναι η κατάντια του συμβιβασμένου εργοδοτικού συνδικαλισμού. Αστικά μέσα και πολιτικοί ευγνωμονούν το «λογικό» συνδικάτο IG- Metal, ενώ χαρακτηρίζουν ως «ξεδιάντροπο» το συνδικάτο του τομέα των υπηρεσιών (Ver.di) που προχώρησε πρόσφατα σε προειδοποιητικές αγωνιστικές κινητοποιήσεις σε πολλές πόλεις της χώρας, όπου συμμετείχαν πάνω από 120.000, με κύριο αίτημα την αύξηση των μισθών κατά 5%. Τελικά το Ver.di και η κυβέρνηση διέκοψαν τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, αφού αυτές βρέθηκαν σε αδιέξοδο. Ταυτόχρονα, ανακοινώθηκε ότι τη Δευτέρα 22 του Φλεβάρη και για τέσσερις μέρες, οι πιλότοι και το προσωπικό εδάφους της γερμανικής αεροπορικής εταιρείας Lufthansa θα προχωρήσουν σε απεργιακές κινητοποιήσεις, διεκδικώντας αυξήσεις μισθών 6,4% και διασφάλιση των θέσεων εργασίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 90% των πιλότων ψήφισε υπέρ της απεργίας.
Στον τομέα της Κοινωνικής Ασφάλισης με τη «μεταρρύθμιση του 2001 και του 2004μεθοδεύεται μείωση του ύψους των συντάξεων κατά 20% έως το 2030 και με το νόμο που ψηφίστηκε το Μάρτη του 2007 για τη λεγόμενη «αναπροσαρμογή των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης» προβλέπεται αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης από τα 65 στα 67 χρόνια για τους νεοεισερχόμενους. Αυτοί, ωστόσο, που συμπληρώνουν 45 χρόνια ασφάλισης διατηρούν το δικαίωμα πλήρους συνταξιοδότησης στα 65. Επίσης, για όσους θέλουν να βγουν στα 63 χρόνια θα δίνεται μειωμένη κατά 14,45% σύνταξη. Φυσικά, αν κανείς υπολογίσει (και αυτό ισχύει και για τη Γερμανία και για την Ελλάδα και για κάθε άλλη χώρα) ότι αυξάνεται ο αριθμός των υποαπασχολούμενων (μερική απασχόληση, δουλειά με συμβάσεις μιας μέρας, το λεγόμενο μίνι-τζομπ δηλαδή ωράριο διάρκειας μέχρι 15 ώρες την βδομάδα) η αξιοπρεπής σύνταξη, ουσιαστικά η οποιαδήποτε σύνταξη, γίνεται «όνειρο θερινής νυκτός».
Σε όλα αυτά οι συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες, οι εργατοπατέρες του «κοινωνικού εταιρισμού» και της ταξικής υποταγής, με πολύχρονη παράδοση στη Γερμανία έβαλαν πλάτη για να περάσουν, συνέβαλαν στην προσπάθεια υποταγής των εργαζομένων στη λογική της ...συμβολής για να ξεπεραστεί η κρίση. Ετσι συμφώνησαν σε πολλές επιχειρήσεις για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, με μείωση των ημερών εργασίας και μείωση των μισθών ή κάποιες φορές που υπάρχει ένταση εργασίας επιμήκυνση του χρόνου εργασίας. Ετσι οι ανάγκες του κεφαλαίου, για να εξασφαλίζει την κερδοφορία του ανάχθηκαν σε πρόβλημα των εργατών, με το πρόσχημα να μην υπάρξουν απολύσεις. Ωστόσο, όπως δείξαμε παραπάνω και απολύσεις υπήρξαν και οι εργαζόμενοι έχασαν δικαιώματα.
«Τριγμοί» στον κυβερνητικό συνασπισμό
Στο μεταξύ, σάλο έχουν προκαλέσει στη Γερμανία οι δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών και επικεφαλής του έτερου κόμματος των Φιλελευθέρων Δημοκρατών στον κυβερνητικό συνασπισμό, Γκουίντο Βερστεβέλε, ειδικά μετά τις κορόνες περί «σοσιαλιστικού τύπου» πολιτική σε θέματα «κοινωνικής πολιτικής». Ο Βερστεβέλε συνέκρινε τα μακροχρόνια επιδόματα στους ανέργους με την κατάσταση «στην εποχή της παρακμής της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας» και επέμεινε ότι το σύστημα χρειάζεται ριζική αναθεώρηση. Ας σημειωθεί, ότι οι δηλώσεις Βερστεβέλε συνέπεσαν με την απόφαση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου στην Καρλσρούη που κρίνει αντισυνταγματικό το νόμο Χαρτς 4 (Harz IV) για τις περικοπές των επιδομάτων, σύμφωνα με την οποία το σύστημα δεν είναι διαφανές όσον αφορά τον υπολογισμό του ύψους του επιδόματος των ανέργων ειδικά σχετικά με τα παιδιά και διέταξε την αναθεώρηση του νόμου έως το τέλος του έτους.
Σε πρώτες τους δηλώσεις τα συνδικάτα χαιρέτισαν την απόφαση του δικαστηρίου αναφέροντας ότι: «Είναι εδώ και καιρό ξεκάθαρο ότι οι ισχύουσες διατάξεις για τα επιδόματα των παιδιών δεν καλύπτουν τις πραγματικές ανάγκες. Ενα 8χρονο παιδί δεν μπορεί να έχει σωστή διατροφή και σωστή ένδυση με μόνο 251 ευρώ το μήνα. Κοινωνική περιθωριοποίηση, χειρότερες ευκαιρίες στην εκπαίδευση και ελλείμματα στην υγεία είναι οι συνέπειες. Εδώ και χρόνια είχε αποφασίσει το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο, ότι το ελάχιστο ποσό για τη διαβίωση των παιδιών θα πρέπει να ανέρχεται στα 322 ευρώ το μήνα, συν 180 ευρώ το μήνα για εκπαίδευση και φροντίδα».
Στις παραπάνω δηλώσεις Βερστεβέλε, η καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ απάντησε ότι «δεν ενδιαφερόμαστε μόνο για ομάδες αλλά για τους πάντες». Σύμφωνα, τώρα, με το περιοδικό«Σπίγκελ» πρόκειται για την κορυφή του παγόβουνου στα ήδη πολλά εσωτερικά προβλήματα του κυβερνητικού συνασπισμού. Κατά το ίδιο περιοδικό η Μέρκελ φλερτάρει πλέον με το Κόμμα των Πρασίνων, καθώς η συνεχής μείωση της δημοτικότητας των Φιλελεύθερων Δημοκρατών λόγω των «σκληρών» θέσεών τους αναφορικά με την οικονομία θέτει σε κίνδυνο την κυβέρνηση και τους Χριστιανοδημοκράτες, ενόψει των εκλογών του Μάη στο κρατίδιο Βόρειας Ρηνανίας - Βεστφαλίας, όπου θα πρέπει να διατηρήσουν την πλειοψηφία για τη διασφάλιση και της πλειοψηφίας των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού στην Ανω Βουλή. Πάντως, όπως γράφει το περιοδικό Rot Fuchs, οι κυβερνητικές «μαυροκίτρινες σφήκες» (τα δύο κυβερνητικά κόμματα) «θα τσιμπήσουν χωρίς έλεος όποιον δεν ανήκει στο ανώτερο κοινωνικό στρώμα».
Τα πολιτικά θεμέλια για όλες αυτές τις ανατροπές στα εργασιακά και λαϊκά δικαιώματα τέθηκαν από τον συνασπισμό Σοσιαλδημοκρατών (SPD) και Πρασίνων (1998-2005), του οποίου ηγούνταν ο Γκέρχαρντ Σρέντερ και ο Γιόσκα Φίσερ, που εισήγαγαν τους νόμους του λεγόμενου πακέτου Harz IV και τη λεγόμενη Ατζέντα 2010, με στόχο την αποδιάρθρωση του συστήματος Ασφάλισης, Υγείας και Πρόνοιας. Η εφαρμογή αυτών των πολιτικών συνεχίστηκε και εντάθηκε από τον ακολουθούμενο «μεγάλο κυβερνητικό συνασπισμό» χριστιανοδημοκρατών (CDU/CSU) και σοσιαλδημοκρατών (SPD), ενώ η σημερινή κυβέρνηση συνασπισμού χριστιανοδημοκρατών και φιλελευθέρων δημοκρατών ακολουθεί την πεπατημένη στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων του κεφαλαίου.


Γ. ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΗ

ΓΕΡΜΑΝΙΑ «Χρυσωρυχείο» για τους εργοδότες η «μίνι απασχόληση»


ΓΕΡΜΑΝΙΑ
«Χρυσωρυχείο» για τους εργοδότες η «μίνι απασχόληση»
Οι εξαθλιωμένοι άνθρωποι πολλαπλασιάζονται στη Γερμανία της ...ευημερίας
ΒΕΡΟΛΙΝΟ.--
Οι συνέπειες είναι καταστροφικές για τους εργαζόμενους από την εφαρμογή του θεσμού της «μίνι απασχόλησης» ή mini jobs όπως είναι γνωστός, σύμφωνα με την έκθεση του γερμανικού Ιδρύματος Κοινωνικών Ερευνών Hans-Βoeckler, αλλά χρυσωρυχείο για τους εργοδότες. Γι' αυτό εξάλλου και θεσπίστηκαν.
Σύμφωνα με τα πορίσματα της έκθεσης, η εφαρμογή αυτού του μέτρου του πακέτου μεταρρυθμίσεων του Hartz IV, μεταρρυθμίσεις που προώθησε η κυβέρνηση του πρώην σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου Γκέρχαρντ Σρέντερ, έχει ως αποτέλεσμα η συντριπτική πλειονότητα των -90%- θέσεων εργασίας να ανήκουν στην κατηγορία των χαμηλόμισθων ή πολύ χαμηλόμισθων. Ως συγκεκριμένο παράδειγμα η έκθεση αναφέρει, σύμφωνα με την εφημερίδα «Die Welt», ότι οι απασχολούμενοι σε mini jobs το 2009 ελάμβαναν μόλις το 88% του ωρομισθίου ενώ πλέον έχει διολισθήσει και υπολογίζεται ότι κατώτερο κατά ένα τρίτο από το μέσο ωρομίσθιο. Την άνοιξη του 2011, περίπου 7,3 εκατομμύρια εργαζόμενοι απασχολούνταν σε mini jobs μεμηνιαίες αποδοχές που δεν ξεπερνούν τα 400 ευρώ, που σημαίνει ότι ένας πέντε εργαζόμενους έχει τέτοιου είδους εργασιακή σχέση ενώ μεταξύ αυτών για 4,8 εκατομμύρια εργαζόμενους, συμπεριλαμβανομένων 3,2 εκατομμυρίων γυναικών, ήταν και η μόνη τους εργασιακή απασχόληση. Παράλληλα δε, η έκθεση υπογραμμίζει ότι παρά το γεγονός ότι ως θεσμός «χρησιμοποιείται», δήθεν ως ενδιάμεσο ή μεταβατικό στάδιο για τους ανέργους στην ανεύρεση μίας θέσης πλήρους απασχόλησης, μόλις το 9% το κατορθώνει.
Τέλος, σύμφωνα με την Ντοροτέα Βος, ειδική στην αγορά εργασίας, τα mini jobs έχουν πολλά πλεονεκτήματα για τους εργοδότες καθώς είναι σχεδόν εντελώς απαλλαγμένα από δαπάνες κοινωνικής ασφάλισης και, αν και οι ίδιοι οι υπάλληλοι δε συνεισφέρουν, δεν έχουν δικαίωμα για τη λήψη κανενός επιδόματος υγείας ή ανεργίας. Επίσης, κατά κανόνα τα mini jobs σημαίνουν πολύ περισσότερες ώρες εργασίας για τους εργαζομένους, ειδικά στους τομείς των ξενοδοχοϋπαλλήλων και της εστίασης, του λιανικού εμπορίου ή των εταιρειών σέρβις, υπερωριακός χρόνος που φυσικά ούτε αναγνωρίζεται και έτσι συσσωρεύουν πλούτο οι κεφαλαιοκράτες. Σε αυτή βεβαίως την κατάντια τεράστια ευθύνη έχουν και οι συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες που είναι το δεξί χέρι των εργοδοτών.


ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ «Χρεολογία» και διαχείριση στα μέτρα των αστών


ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ
«Χρεολογία» και διαχείριση στα μέτρα των αστών
Παπαγεωργίου Βασίλης
Αρχικά, απ' την ηγεσία του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, η καπιταλιστική κρίση ερμηνεύτηκε σαν«χρηματοπιστωτική»,παράγωγη του«καζινοκαπιταλισμού». Λίγο αργότερα, κατέληξε στη θέση περί «κρίσης χρέους».Ακολούθησαν πολλές ακόμα παραλλαγές της ίδιας αντιεπιστημονικής ανάλυσης, κοινός παρονομαστής των οποίων ήταν η συγκάλυψη του πραγματικού χαρακτήρα της κρίσης, σαν συγχρονισμένη καπιταλιστική κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων και υπερπαραγωγής προϊόντων.
Στην ίδια βάση, ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ οικοδόμησε και τις προτάσεις του για τη διαχείριση του χρέους, συσκοτίζοντας σκόπιμα το γεγονός ότι η κρίση εδράζεται στην καπιταλιστική παραγωγή και το ξεπέρασμά της προς όφελος του λαού προϋποθέτει ριζοσπαστικές αλλαγές στο επίπεδο της οικονομίας, με γκρέμισμα της αστικής εξουσίας και κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής.
Το σύνολο των προτάσεων που διατυπώνει ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ για την κρίση, έχουν στον πυρήνα τους τη διαχείριση του κρατικού χρέους. Πολλές απ' αυτές βρίσκονταν ή βρέθηκαν στο επίκεντρο των συζητήσεων στους κόλπους της πλουτοκρατίας, αφού ταυτίζονται με τις θέσεις που διατυπώνει η μια ή η άλλη μερίδα του κεφαλαίου, ανάλογα με τα ιδιαίτερα οφέλη που προσδοκά από τη διαχείριση της κρίσης.
Παρουσιάζοντας την κρίση ούτε λίγο, ούτε πολύ σαν τεχνητό φαινόμενο, ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ έλεγε: «Ατυχήσαμε να έχουμε πολιτικές ηγεσίες που μετέτρεψαν μια διαχειρίσιμη κρίση χρέους σε οικονομική τραγωδία εθνικών διαστάσεων». Κι ακόμα, «το χρέος που κληροδότησαν δικομματισμός και πολιτική της ΕΕ (...) από την αρχή ήταν μη διαχειρίσιμο».
Η «χρεολογία» αποδείχτηκε στρατηγική επιλογή της πλουτοκρατίας στην προσπάθειά της να συγκαλύψει τα πραγματικά αίτια της κρίσης, άρα και τη διέξοδο για το λαό. Αξιοποιήθηκε από την πρώτη στιγμή σαν άλλοθι και αιχμή του δόρατος για την επίθεση στα εργασιακά, ασφαλιστικά, λαϊκά δικαιώματα. Για τους οπορτουνιστές, ήταν η ασπίδα προστασίας που άπλωσαν γύρω από ένα σύστημα σάπιο, στη διαχείριση του οποίου διεκδικούν αναβαθμισμένο ρόλο.
Με τη «χρεολογία» υπό μάλης, ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ επέκρινε διαρκώς την κυβέρνηση, προηγούμενη και τωρινή, για «διαχειριστική ανεπάρκεια». Νομιμοποίησε το χρέος που προκάλεσε η πλουτοκρατία, ανάγοντάς το σε «εθνικό θέμα», σιγοντάροντας την κυρίαρχη προπαγάνδα και συστήνοντας στο λαό να το αναγνωρίσει σαν δικό του, άρα και την ευθύνη της αποπληρωμής του.
Ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ ευθύς εξαρχής πήρε μέρος στην αναζήτηση τρόπων διαχείρισης της κρίσης προς όφελος του κεφαλαίου με προτάσεις κομμένες και ραμμένες στα μέτρα του. Μάλιστα, στις αρχές του 2010, διαμαρτύρονταν για την απρονοησία της κυβέρνησης που δεν έσπευσε να δανειστεί όταν «τα spreads ήταν στο 170» ή γιατί δεν αναζήτησε φτηνό δανεισμό«έξω από την αγορά, από την αγορά της Ανατολής, όπως η Κίνα».
Την Ευρωζώνη και τα μάτια τους...
Εκεί που παρέμεινε σταθερός, ήταν στις διαβεβαιώσεις προς το κεφάλαιο ότι δεν υπερασπίζεται την «αθέτηση πληρωμών», ούτε τη «μονομερή διαγραφή του χρέους». Οπως διαχρονικά σταθερή παραμένει η θέση του ότι κάθε πρόταση σε σχέση με το χρέος, πρέπει να διατυπώνεται με γνώμονα την παραμονή της χώρας «στον σκληρό πυρήνα του ευρώ» και τη διασφάλιση της «συνοχής της ΕΕ». Αρα, οποιαδήποτε διευθέτηση να είναι αποδεχτή από τα ευρωενωσιακά μονοπώλια και το πολιτικό τους προσωπικό. Αυτός είναι, όμως, ο ακρογωνιαίος λίθος της διαχείρισης που ασκούν και οι αστικές κυβερνήσεις, του Γ. Παπανδρέου πρώτα, του Λ. Παπαδήμου σήμερα.
Αρχικά, ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ πρότεινε «επαναδιαπραγμάτευση του χρέους», κάνοντας γαργάρα το γεγονός ότι κάτι τέτοιο από μια αστική κυβέρνηση στο πλαίσιο της ΕΕ, αναπόφευκτα θα διασφαλίζει τα συμφέροντα της πλουτοκρατίας και θα καρατομεί αυτά του λαού. Στη συνέχεια, η πρότασή του αυτή συμπληρώθηκε με το αίτημα για «σύσταση επιτροπής ελέγχου του χρέους», που θα διαχωρίσει το «νόμιμο» απ' το «παράνομο» και«επαχθές».
Στις αρχές του 2011 ο Αλ. Τσίπρας έφτασε να ζητά απ' την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ να ανταλλάξει την υπερψήφιση του Συμφώνου Ανταγωνιστικότητας, για το οποίο κατά τα άλλα έβγαινε στα κεραμίδια, με μια ικανοποιητική «λύση» στο ζήτημα του χρέους! Με ένα «σμπάρο» δηλαδή δυό «τρυγόνια» στο «πιάτο» της πλουτοκρατίας. Και το χρέος της να διευθετηθεί, και οι εργαζόμενοι να εξανδραποδιστούν χάρη των κερδών και της ανταγωνιστικότητάς της.
Την ίδια περίοδο εμπλούτισε την πρόταση για επαναδιαπραγμάτευση του χρέους με προτάσεις όπως: «Απευθείας δανεισμό από την ΕΚΤ (...) διαγραφή μέρους του χρέους ή επαναγορά χρέους ή κοινό μηχανισμό δανεισμού, έκδοση ευρωομολόγων». Η ηγεσία του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ έπαιζε με τις λέξεις, κοροϊδεύοντας τον λαό ότι «αυτό που συζητείται σήμερα στους κυρίαρχους ευρωπαϊκούς οικονομικούς κύκλους, είναι μια αναδιάρθρωση που θα εξασφαλίσει τα κέρδη των τραπεζών και θα φέρει νέα βάρη στο λαό στον ελληνικό (...) Εμείς δεν είμαστε υπέρ μιας τέτοιας αναδιάρθρωσης»!
Τι έλεγε και λέει; Οτι στον καπιταλισμό και εντός της ΕΕ, είναι δυνατόν οι τραπεζικοί όμιλοι - δανειστές και τα επιχειρηματικά μεγαθήρια που αυτοί εκπροσωπούν, να αποποιηθούν τις αξιώσεις τους για αποπληρωμή του χρέους χωρίς αντιλαϊκά ανταλλάγματα και η Ευρωένωση των μονοπωλίων να δουλέψει σε βάρος τους! Αυτές είναι οι αυταπάτες, με τις οποίες ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ συνδράμει την απόκρυψη της πραγματικότητας, που φωνάζει ότι η κρίση δεν είναι «κρίση χρέους» και πως ακόμα και η διαγραφή του δεν μπορεί παρά να είναι μονομερής και προϋποθέτει λαϊκή εξουσία και αποδέσμευση από την καπιταλιστική ΕΕ.
Ο,τι λένε και οι αστοί
Το περασμένο Φθινόπωρο η πρότασή του για τη διαχείριση του χρέους και της κρίσης διαμορφώθηκε ως εξής: «Ριζική επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, ριζική διαγραφή του χρέους (...) με ένα ποσοστό ώστε το χρέος να γίνει διαχειρίσιμο και βιώσιμο και μετά να μπορείς και να δανείζεσαι αν θέλεις και να έχεις και μια δυνατότητα να κάνεις επενδύσεις για ανάπτυξη. Το πρόβλημα είναι το χρέος (...) Εάν αυτό δεν γίνει διαχειρίσιμο, θα συνεχίζουν να μην σε δανείζουν (...) Δεν θα πάμε να αντιμετωπίσουμε το σύμπτωμα. Θα πάμε να αντιμετωπίσουμε την αιτία. Η αιτία είναι το χρέος».
Μα τίποτα το διαφορετικό δεν λένε οι αστοί και οι γνήσιοι πολιτικοί τους εκπρόσωποι! Μία, κοινή, η επιδίωξη: Διευθέτηση και «κούρεμα» του χρέους, ώστε να αποκατασταθεί η φερεγγυότητα του καπιταλιστικού κράτους και να συνεχίσει να δανείζεται προς όφελος της πλουτοκρατίας, της ανάπτυξης των κερδών και της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητάς της.
Μόλις προ ολίγων ημερών άλλωστε ο Αλ. Τσίπρας παραδέχτηκε: «Κι εμείς υποστηρίξαμε την αναδιάρθρωση του χρέους», η οποία αναπόφευκτα στο πλαίσιο της ιμπεριαλιστικής ΕΕ συνοδεύεται από νέα βάρβαρα μέτρα. Προσπάθησε, μάλιστα, να δικαιολογηθεί στο λαό, παραπονούμενος ότι αυτό «γίνεται με όρους που δεν θα είναι προς όφελος της χώρας», αποσιωπώντας ότι δανειστές και δανειζόμενοι είναι στην ίδια όχθη, αυτή της πλουτοκρατίας και η όποια συμφωνία τους για «κούρεμα» του χρέους δεν μπορεί παρά να είναι αντιλαϊκή.
Η τελευταία θέση του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ για το χρέος διαμορφώθηκε πρόσφατα ως εξής:«Τριετής τουλάχιστον αναστολή πληρωμών προς ιδιώτες» αλλά «με τη σύμφωνη γνώμη βεβαίως της ΕΕ» και «με τη σύμφωνη γνώμη και των πιστωτών (...) Εμείς διεκδικούμε να συμφωνήσουν. Τώρα από εκεί και πέρα τα πράγματα στη ζωή δεν γίνονται πάντα όπως τα διεκδικείς»!
Εν ολίγοις, ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ παραδέχεται ότι οι προτάσεις του είναι εντός της αστικής διαχείρισης, όπου τον πρώτο λόγο τον έχουν τα μονοπώλια και η διακρατική τους ένωση, η ΕΕ, την οποία οι οπορτουνιστές φυλάνε σαν κόρη οφθαλμού. Προσπαθούν μάλιστα να πείσουν τον λαό ότι το συμφέρον του ταυτίζεται με τη συμμαχία στην οποία επέλεξε να ενταχθεί η ντόπια πλουτοκρατία, ισχυριζόμενοι: «Δεν μπορεί να είναι επιλογή μας η έξοδος από το ευρώ», «η μόνη προοπτική λύσης μπορεί να δοθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο», «η συμμετοχή μας στην ΕΕ είναι ατού» και «η ισότιμη συμμετοχή μας στην Ευρωζώνη, μας δίνει ένα ισχυρό διαπραγματευτικό πλεονέκτημα», σβήνοντας με μια μονοκοντυλιά την ανισομετρία στον καπιταλισμό.
Ανάπτυξη για ποιον;
Συνδέει μάλιστα τους ρυθμούς αποπληρωμής του χρέους με τους δείκτες ανάπτυξης. Βάζει το λαό να σκεφτεί ότι η καπιταλιστική ανάπτυξη, την οποία επιδιώκει και το κεφάλαιο, είναι η σωτηρία του και μέσα από αυτή θα εξαλειφθεί και το χρέος. Κρύβει ότι το χρέος δημιουργήθηκε από τα κονδύλια στους καπιταλιστές, τις φοροαπαλλαγές και τα άλλα προνόμια, με τα οποία το αστικό κράτος τροφοδότησε την ανάπτυξη τα προηγούμενα χρόνια, εξασφαλίζοντας πρωτοφανή συσσώρευση κερδών για το κεφάλαιο (600 δισ. βρίσκονται στα θησαυροφυλάκια της Ελβετίας) και μεγαλώνοντας τη σχετική και απόλυτη φτώχεια για το λαό.
Κρύβει ότι η καπιταλιστική ανάπτυξη, και άρα οι ταχύτεροι ρυθμοί στην αποπληρωμή του χρέους, σημαίνουν ένταση της εκμετάλλευσης για τους εργαζόμενους, μονοπώληση όλων των κλάδων της παραγωγής. Δηλαδή, ισχυροποίηση των μονοπωλίων σε βάρος των εργαζόμενων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων. Είναι φανερό ότι καμιά από τις διαχειριστικές προτάσεις του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ δεν απαντούν στα πραγματικά λαϊκά συμφέροντα, στο βαθμό μάλιστα που παίρνουν σαν δεδομένο ότι η όποια «λύση», θα πρέπει να δοθεί εντός της ΕΕ και με απείραχτη την εξουσία των αστών και την οικονομία τους.
Με αυτά τα δεδομένα, μια κυβέρνηση «προοδευτική» και «αριστερή», σαν αυτή που προτείνει ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, από την επόμενη της δημιουργίας της, ακόμα και αν είχε τις καλύτερες προθέσεις, δε θα μπορούσε παρά να κάνει τα ίδια που κάνουν σήμερα οι μονοκομματικές ή πολυκομματικές κυβερνήσεις του κεφαλαίου: Να παζαρεύει από υποδεέστερη θέση στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα την ανάκαμψη της οικονομίας για την ντόπια πλουτοκρατία, με πτώχευση και τσάκισμα του λαού.

Β. Ν.


ΕΘΝΙΚΟΙ ΕΥΕΡΓΕΤΕΣ Ο ρόλος τους στην αναπαραγωγή του συστήματος


ΕΘΝΙΚΟΙ ΕΥΕΡΓΕΤΕΣ
Ο ρόλος τους στην αναπαραγωγή του συστήματος
Ανδρέας Συγγρός: Αυτός που τους λήστεψε όλους, από την οθωμανική κυβέρνηση, μέχρι την αθηναϊκή εργατιά
Είδαμε στο άρθρο της 29.6.97 στο "Ριζοσπάστη" μια γενική θεώρηση των "ευεργετών", όμως καλύτερη ιδέα αποκτά κανείς εξετάζοντας από κοντά μερικές χαρακτηριστικές περιπτώσεις.
Αφήνοντας στην άκρη εκείνους του 18ου - αρχών του 19ου αιώνα, που είδαμε ότι είχαν και κάποια αναγκαιότητα, εφ' όσον κάλυπταν τομείς που δεν υπήρχε κανείς να καλύψει, όπως η γενική παιδεία για μεγάλες μάζες πληθυσμού, μια και δεν υπήρχε ακόμη ελληνικό κράτος, ας δούμε περιπτώσεις που έχουν και ιδιαίτερα πολλές αναλογίες με τη σύγχρονη εποχή.
Ο γενικός τύπος του "εθνικού ευεργέτη" είναι εκείνος ο οποίος θησαυρίζει σε εξαρτημένες ή καθυστερημένες χώρες, καρπούμενος την υπεραξία των ντόπιων, σε αγαστή συνεργασία με τις τοπικές κυβερνήσεις, και ευεργετεί αφ' ενός το επίσημο κράτος και τους ομοεθνείς του στη χώρα αυτή και αφ' ετέρου την πατρίδα του. Η συνεργασία με τις τοπικές αρχές φθάνει πολλές φορές σε κατάληψη υψηλών αξιωμάτων, ακόμη και πρωθυπουργού (όπως ο Αρσάκης στη Ρουμανία) και η ανταμοιβή τους από τις κυβερνήσεις αυτές με διακρίσεις, παράσημα και τίτλους ευγενείας (όπως ο Ζαχάρωφ, ο Σίνας, ο Αβέρωφ).
Καλό θα είναι επίσης να δούμε και μερικές από τις σύγχρονες προσωπικότητες στο χώρο των "σπόνσορων", χορηγών επί το ελληνικότερον, όπως του Λάτση, του Ωνάση, του Λαμπράκη, αλλά και ακόμη και το ρόλο μερικών - ξένων κυρίως - Ιδρυμάτων με σκοπό τις "ευεργεσίες" κάθε είδους, όπως το "Ιδρυμα Ford" και το "Ιδρυμα Rockfeler", για να μείνουμε στα πιο γνωστά.
***
Ο Συγγρός, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1828 και εργάστηκε αρχικά στο εμπόριο, επεκτείνοντας στη συνέχεια τη δραστηριότητά του στον τραπεζικό τομέα, όπου μετά το 1860 ήταν ήδη από τους μεγαλοτραπεζίτες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και κύριος μέτοχος της "Τραπέζης Κωνσταντινουπόλεως".
Η μέθοδός του ήταν κλασική και προσαρμοσμένη στα δημοσιονομικά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας: προαγόραζε τους φόρους μιας περιοχής, παίρνοντας υψηλό τόκο για την εποχή (20% το χρόνο), και μάλιστα δεν έδιδε χρήματα αλλά εμπορεύματα υπερτιμημένα κατά 40 και 50% Ακόμη, καρπωνόταν τη διαφορά του νομίσματος από την επαρχία στην Πόλη, υπολογίζοντας τις προκαταβολές σε χαρτονόμισμα προς 105 γρόσια τη λίρα και εισπράττοντας χρυσές λίρες προς 140 γρόσια τη λίρα.
Ο ίδιος ο Συγγρός περιγράφει τον τρόπο δωροδοκίας των υπαλλήλων του Σουλτάνου, αλλά κυρίως το δανεισμό στην κυβέρνηση (π.χ. στον Κριμαϊκό Πόλεμο) που με την περίπου ίδια τακτική έφερνε "χοντρά" κέρδη. Ακόμη περισσότερο ληστρικά, κερδοφόρα ήταν τα δάνεια στην Αίγυπτο και τέλος η αγοραπωλησία τουρκικών ομολόγων στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου σ' όλη τη δεκαετία του 1860 και μετά. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στις ληστείες αυτές μετείχαν και άλλοι "εθνικοί ευεργέτες" όπως οι Βαλλιάνος, Ζαρίφης, Κορωνιός, Ιωνίδης!
Το 1872 ιδρύει τη "Γενική Πιστωτική Τράπεζα" και το 1881 την "Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίας" στην Ελλάδα, βλέποντας ότι "... ο ελλαδικός χώρος μπορεί να θρέψει την ομογένεια πιο σίγουρα, αν όχι πιο πλουσιοπάροχα από ό,τι οι σιτοβολώνες της Ρωσίας ή το οθωμανικό δημόσιο ταμείο... ".
Η Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίας διαχειριζόταν την εγκαταλειπόμενη μεγάλη οθωμανική γαιοκτησία που υπήρχε στη Θεσσαλία και θησαύρισε, όπως και οι τελικοί αγοραστές, επίσης εθνικοί ευεργέτες, (Αβέρωφ, Ζωγράφος, Ζάππας κ. ά. ), περιουσία που κανονικά όφειλε να ανήκει μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας στο ελληνικό δημόσιο!
Αυτή η ληστεία του οθωμανικού και ελληνικού δημοσίου, ήταν σχεδόν αφανής, ποιος ήξερε τότε τα δημόσια οικονομικά; Ο Συγγρός όμως έγινε γνωστός ως κερδοσκόπος από τα Λαυρεωτικά.
Η ιστορία άρχισε όταν ο Σερπιέρης επεκτάθηκε εκτός από την εκμετάλλευση των μεταλλείων και στις αρχαίες σκουριές, τις "καταβολάδες" του Λαυρίου για τις οποίες έλεγαν ότι λόγω της ατελούς αρχαίας κατεργασίας είχαν τεράστιες ποσότητες αργύρου. Στον καυγά μεταξύ κυβέρνησης και Σερπιέρη, παρενέβησαν οι "προστάτιδες δυνάμεις" υπέρ του Σερπιέρη και τελικά το αδιέξοδο λύθηκε με την "αγορά" της εταιρίας του Σερπιέρη από τον Συγγρό, (ο Σερπιέρης παρέμεινε ως μέτοχος!). Ετσι, ο επιχειρηματίας ήταν Ελληνας και σώθηκε και το εθνικό φιλότιμο και η κυβέρνηση.
Οπως σημειώνει, όμως, ο Μαρκεζίνης στην Ιστορία του, η αρχική εταιρία του Σερπιέρη κέρδισε τα μέγιστα, δεδομένου ότι είχε βάλει ελάχιστα κεφάλαια, αυτό δε που εκχώρησε στη νέα εταιρία Συγγρού - Σερπιέρη ήταν ελληνικός εθνικός πλούτος.
Με το θόρυβο όμως που έγινε, ο πολύς κόσμος νόμισε ότι οι καταβολάδες είχαν θησαυρό και τσακίστηκε να αγοράζει μετοχές της νέας εταιρίας, όχι μόνο πλούσιοι αλλά και εργάτες, υπηρέτριες, μεροκαματιάρηδες, μικρομαγαζάτορες και από την πρώτη μέρα οι μετοχές από 200 δραχμές έφθασαν στις 310. Ο Σερπιέρης είχε πει στον Συγγρό πριν αυτός αγοράσει την εταιρία του, ότι "στο Λαύριο δεν υπάρχει θησαυρός, αλλά απλό μετάλλευμα, όμως οι πολιτικοί εξήψαν τη φαντασία του κόσμου για τα δικά τους συμφέροντα". Από τα "Λαυρεωτικά" (κάτι σαν τις σύγχρονες αλβανικές πυραμίδες!), ο Συγγρός ισχυρίζεται στα "Απομνημονεύματά" του ότι δεν κέρδισε. Δε λέει όμως και ότι έχασε!!
Αυτός ήταν ο Συγγρός, και για να έχουμε πλήρη εικόνα του, πρέπει να γνωρίζουμε ότι το Δημοτικό Θέατρο, που αναφέρεται ως "ευεργεσία", ήταν μια απλή εμπορική πράξη. Συνέβαλε στην αποπεράτωσή του με 600.000 τότε δραχμές (1886) παίρνοντας ως αντάλλαγμα την εκμετάλλευσή του για 25 χρόνια. Το 1898 φαίνεται ότι του ήταν πρόβλημα η διαχείριση και το εκχώρησε στο Δήμο Αθηναίων, κρατώντας όμως την εκμετάλλευση των γραφείων και των καταστημάτων - το "φιλέτο" δηλαδή.
Πάντως, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε στον Συγγρό πως ήταν από τους πρώτους διδάξαντες ότι ο καλός καπιταλιστής είναι εκείνος που παίρνει την υπεραξία σε κρατικό επίπεδο, αντί να παιδεύεται με εργάτες, επιστάτες, διευθυντές εργοστασίων απεργίες, διεκδικήσεις και άλλους μπελάδες, αν και αυτό ο Μαρξ το χαρακτήρισε με πιο απλά λόγια ως υπαγωγή του βιομηχανικού και εμπορικού κεφαλαίου στο χρηματοπιστωτικό.
Γεώργιος Μ. ΣΑΡΗΓΙΑΝΝΗΣ

TOP READ