28 Δεκ 2017

Το Πρόγραμμα του ΚΚΕ στο 19ο Συνέδριο – Μέρος 1ο


Πρόλογος

Το ΚΚΕ ιδρύθηκε το 1918, ως ώριμος καρπός της ανάπτυξης του εργατικού κινήματος στη χώρα μας, κάτω και από την επίδραση της Μεγάλης Οχτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης του 1917 στη Ρωσία.
Είναι το συνειδητό, οργανωμένο, πρωτοπόρο τμήμα της εργατικής τάξης που έχει στρατηγικό στόχο την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού – κομμουνισμού.
Η πολύχρονη θετική κι αρνητική πείρα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος και του ΚΚΕ επιβεβαιώνει ότι η εργατική τάξη δεν μπορεί να εκπληρώσει την ιστορική της αποστολή, αν δεν έχει το δικό της γερό, καλά οργανωμένο και θεωρητικά εξοπλισμένο κόμμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα.
Το ΚΚΕ καθοδηγείται από την επαναστατική κοσμοθεωρία του μαρξισμού – λενινισμού.
Το Πρόγραμμα του ΚΚΕ στο 19ο Συνέδριο - Μέρος 1ο
Παρακολουθώντας συστηματικά τα νέα επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύγματα, επιχειρεί τη διαλεκτική – υλιστική ερμηνεία των εξελίξεων, τη γενίκευση της πείρας του εργατικού και λαϊκού κινήματος με θεμέλιο την κομμουνιστική ιδεολογία και κριτήριο την ανάγκη απελευθέρωσης της εργατικής τάξης από την εκμετάλλευση.
Αντιπάλεψε τις αντιδραστικές θεωρίες, όπως της «ψωροκώσταινας», της «κατωτερότητας της γυναίκας», τις ρατσιστικές θεωρίες, τον εθνικισμό – κοσμοπολιτισμό του κεφαλαίου, το σκοταδισμό και τη μισαλλοδοξία.
Αγωνίζεται για μια βαθιά ανθρωπιστική, επιστημονικά θεμελιωμένη λαϊκή Παιδεία. Με την ιδεολογία και τους αγώνες του ενέπνευσε τους ριζοσπάστες διανοούμενους και καλλιτέχνες, αναδείχθηκε συνεπής και σταθερός υπερασπιστής του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού.
Από την ίδρυσή του, το ΚΚΕ είναι πιστό στην αρχή του προλεταριακού διεθνισμού. Υπερασπίστηκε τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στην ΕΣΣΔ, στις άλλες χώρες της Ευρώπης, της Ασίας, στην Κούβα.
Συμμετείχε στην Κομμουνιστική Διεθνή, εκδήλωσε την αλληλεγγύη του στους αγώνες της παγκόσμιας εργατικής τάξης, στους λαούς που αγωνίζονταν για την εθνική τους απελευθέρωση, για το σοσιαλισμό.
Σε κρίσιμες και δύσκολες φάσεις του αγώνα του, δέχτηκε τη διεθνιστική αλληλεγγύη και συμπαράσταση του διεθνούς κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος.
Παλεύει για την ανασυγκρότηση του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, ύστερα από την υποχώρηση και την κρίση που υπέστη και υποφέρει έως σήμερα, ιδιαίτερα μετά τη νίκη της αντεπανάστασης το 1989 – 1991.
Το ΚΚΕ, από την ίδρυσή του, στάθηκε στο πλευρό της νεολαίας της χώρας μας. Έδειξε φροντίδα για τα προβλήματα και το μέλλον της. Εξακολουθεί να προσβλέπει με εμπιστοσύνη στο πρόσωπο της νέας γενιάς, στις δυνατότητές της να συμβάλει στην οικοδόμηση του σοσιαλιστικού μέλλοντος.
Το Πρόγραμμα του ΚΚΕ στο 19ο Συνέδριο - Μέρος 1ο
Η όλη ιστορική διαδρομή του ΚΚΕ καταξιώνει την αναγκαιότητα ύπαρξής του στην ελληνική κοινωνία. Το ΚΚΕ δεν έχασε την ιστορική του συνέχεια.
Αντιπάλεψε τον οπορτουνισμό και το λικβινταρισμό στις γραμμές του και κατόρθωσε να βγάλει συμπεράσματα από την 95χρονη δράση του.
Κατόρθωσε, μέσα σε δύσκολες συνθήκες, να διατηρήσει τον επαναστατικό του χαρακτήρα, ενώ ποτέ δε δίστασε να αναγνωρίσει λάθη, παρεκκλίσεις, να κάνει ανοιχτή αυτοκριτική μπροστά στο λαό.
Το ΚΚΕ, στην 95χρονη πορεία του, επέδειξε σταθερή προσήλωση σε θεμελιώδεις αρχές για ένα επαναστατικό εργατικό Κομμουνιστικό Κόμμα:
Στην αναγνώριση του ηγετικού ρόλου της εργατικής τάξης στην κοινωνική εξέλιξη και στη μαρξιστική – λενινιστική ιδεολογία ως επαναστατική θεωρία για την επαναστατική πολιτική δράση.
Δεν αποκήρυξε ποτέ την ταξική πάλη, τη σοσιαλιστική επανάσταση, τη δικτατορία του προλεταριάτου.
Το ΚΚΕ άντεξε στη δίνη της νίκης της αντεπανάστασης στη Σοβιετική Ενωση και στα κράτη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην Ευρώπη και στην Ασία. Αυτή η αντοχή δεν είναι τυχαία. Σφυρηλατήθηκε μέσω ιστορικών δεσμών αίματος με την εργατική τάξη και τη φτωχή αγροτιά από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής του.
Από το 1918, το ΚΚΕ έδωσε πολιτικό περιεχόμενο στους εργατικούς αγώνες ενάντια στην καπιταλιστική εκμετάλλευση, με τίμημα πολλούς νεκρούς, βασανισθέντες και διωκόμενους.
Στις πρώτες δεκαετίες της ύπαρξής του, αντιμετώπισε την κρατική καταστολή απ’ όλες τις μορφές της αστικής εξουσίας (κοινοβουλευτικές, δικτατορικές) με επιμονή στην οργάνωση της εργατικής τάξης, με θετικά αποτελέσματα για το λαϊκό κίνημα.
Έδειξε αντοχή στις ιδιαίτερα σκληρές συνθήκες παρανομίας σε διάφορες περιόδους. Πρωτοστάτησε στον ένοπλο αγώνα ενάντια στην τριπλή κατοχή με την Αντίσταση του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ.
Δύο φορές, το Δεκέμβρη του 1944 και στην τρίχρονη πάλη (1946 – 1949) του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ), το εργατικό κίνημα με επικεφαλής το ΚΚΕ και το σύμμαχο αγροτικό κίνημα συγκρούστηκαν ένοπλα με την αστική εξουσία, την οποία στήριξαν με άμεση στρατιωτική ιμπεριαλιστική επέμβαση η Μ. Βρετανία αρχικά και οι ΗΠΑ στη συνέχεια.
Στην 95χρονη πορεία του, αντιπάλεψε την αντίληψη συνεργασίας εκμεταλλευτών κι εκμεταλλευομένων, την υποταγή στους εκμεταλλευτές, υπερασπίστηκε τις εργατικές και λαϊκές κατακτήσεις.
Οι βαθιές ιστορικές ρίζες του ΚΚΕ στην εργατική τάξη και στο λαό κι η σταθερή προσήλωση στις θεμελιώδεις αρχές του μαρξισμού – λενινισμού εξηγούν γιατί σε προηγούμενες κρίσεις – και ιδιαίτερα του 1968 και του 1991 – κατόρθωσε να εξασφαλίσει τη συνέχειά του, παρά την αποχώρηση μεγάλου μέρους των δυνάμεών του.
Το ΚΚΕ ανασυγκροτήθηκε οργανωτικά, ιδεολογικά, προγραμματικά σε όλη τη νέα περίοδο της Ιστορίας του, στηριγμένο στα πέντε Συνέδρια που μεσολάβησαν από την κρίση του 1991.
Προϊόν αυτής της πορείας είναι το παρόν Πρόγραμμα που ψήφισε το 19ο Συνέδριο, το οποίο αναπτύσσει τη συνολική στρατηγική του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό και τα βασικά καθήκοντα της ταξικής πάλης.

Ο σύγχρονος κόσμος και η θέση της Ελλάδας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα

Το Πρόγραμμα του ΚΚΕ στο 19ο Συνέδριο - Μέρος 1οΟι αντεπαναστατικές ανατροπές των τελευταίων 30 χρόνων δεν αλλάζουν το χαρακτήρα της εποχής μας. Η σημερινή περίοδος, μεγάλης υποχώρησης του διεθνούς εργατικού κινήματος, είναι ιστορικά προσωρινή.
Ζούμε στην εποχή της αναγκαιότητας για το πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, αφού είναι ώριμες οι υλικές προϋποθέσεις για τη σοσιαλιστική οργάνωση της παραγωγής και της κοινωνίας.
Απορρέει από την ωρίμανση του κοινωνικού χαρακτήρα της εργασίας και την όξυνση της αντίθεσής του με την καπιταλιστική ιδιοκτησία. Αυτή η αντίφαση έχει φέρει τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής σε πλήρη αντίθεση με τις σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες. Η ωρίμανση των υλικών προϋποθέσεων δεν καθορίζεται από το συσχετισμό δυνάμεων.
Το ιστορικό πισωγύρισμα στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης συνοδεύεται από μαζική είσοδο φτηνής εργατικής δύναμης στη διεθνή καπιταλιστική αγορά (από Ασία, Αφρική, Λατινική Αμερική, Αν. Ευρώπη κλπ), απαξίωση της εργατικής δύναμης στις πιο αναπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες (χώρες ΟΟΣΑ), καθώς και από την εκδήλωση σε αυτές και γενικευμένης απόλυτης εξαθλίωσης της εργατικής τάξης, την ένταση της επίθεσης του κεφαλαίου σε διεθνή κλίμακα.
Με τη βαθιά κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου του 2008 – 2009, που σε αρκετές καπιταλιστικές οικονομίες ουσιαστικά δεν ξεπεράστηκε, έγινε πιο φανερή η τάση σημαντικών αλλαγών στο συσχετισμό μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών, υπό την επίδραση του νόμου της ανισόμετρης καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Αυτή η τάση αφορά και τις ανώτερες βαθμίδες της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας.
Οι ΗΠΑ παραμένουν η πρώτη οικονομική δύναμη, αλλά με σημαντική μείωση του μεριδίου τους στο Παγκόσμιο Ακαθάριστο Προϊόν.
Μέχρι το 2008, η Ευρωζώνη συνολικά διατηρούσε τη δεύτερη θέση στη διεθνή καπιταλιστική αγορά, θέση που έχασε μετά την κρίση. Ηδη η Κίνα έχει αναδειχθεί σε δεύτερη οικονομική δύναμη, έχει ισχυροποιηθεί η συμμαχία BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική) στις διεθνείς καπιταλιστικές ενώσεις, όπως το ΔΝΤ, το G-20.
Το Πρόγραμμα του ΚΚΕ στο 19ο Συνέδριο - Μέρος 1οΗ αλλαγή στο συσχετισμό μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών επιφέρει αλλαγές και στις μεταξύ τους συμμαχίες, αφού οξύνονται οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις για τον έλεγχο και το ξαναμοίρασμα εδαφών και αγορών, ζωνών οικονομικής επιρροής, κυρίως ενεργειακών και πλουτοπαραγωγικών πηγών, δρόμων μεταφοράς εμπορευμάτων.
Οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, που οδήγησαν στο παρελθόν σε δεκάδες τοπικούς, περιφερειακούς και σε δύο παγκόσμιους πολέμους, συνεχίζουν να οδηγούν σε σκληρές συγκρούσεις, οικονομικές, πολιτικές και στρατιωτικές, ανεξάρτητα από τη σύνθεση ή ανασύνθεση, τις αλλαγές στη δομή και στο πλαίσιο στόχων διεθνικών ιμπεριαλιστικών ενώσεων, τη λεγόμενη νέα «αρχιτεκτονική» τους.
Άλλωστε, «ο πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα», ιδιαίτερα σε συνθήκες βαθιάς κρίσης υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου και σημαντικών αλλαγών στο συσχετισμό των δυνάμεων του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος, όπου το ξαναμοίρασμα των αγορών σπανίως γίνεται αναίμακτα.
Η περιοδική εκδήλωση των κρίσεων υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου θέτει σε δοκιμασία τη συνοχή της Ευρωζώνης, ως νομισματικής ένωσης οικονομιών κρατών – μελών με βαθιές ανισομετρίες στην ανάπτυξη και διάρθρωση της βιομηχανικής παραγωγής, στην παραγωγικότητα και τη θέση τους στην ευρωενωσιακή και στη διεθνή αγορά.
Η τάση ενδυνάμωσης της αλληλεξάρτησης των οικονομιών των κρατών στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα δεν οδηγεί σε υποχώρηση του ρόλου του αστικού κράτους, όπως ισχυρίζονται οι διάφορες θεωρητικές παραλλαγές της «παγκοσμιοποίησης».
Σε κάθε περίπτωση, το μέλλον της ΕΕ και της Ευρωζώνης δεν καθορίζεται μόνο από τα ιμπεριαλιστικά σχέδια, γιατί οι αντιθέσεις έχουν τη δική τους δυναμική. Οποιαδήποτε επιλογή της αστικής διαχείρισης θα έρχεται σε σύγκρουση με τα εργατικά και λαϊκά συμφέροντα σε όλα τα κράτη – μέλη της Ευρωζώνης.
Η κρίση ανέδειξε ακόμα πιο έντονα τα ιστορικά όρια του καπιταλιστικού συστήματος. Οξύνονται οι αντιφάσεις και οι δυσκολίες της αστικής πολιτικής διαχείρισης της κρίσης και γενικότερα της δυσκολίας για πέρασμα σε νέο κύκλο διευρυμένης αναπαραγωγής του κοινωνικού κεφαλαίου.
Ο καπιταλισμός στην Ελλάδα βρίσκεται στο ιμπεριαλιστικό στάδιο ανάπτυξής του, σε ενδιάμεση θέση στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, με ισχυρές ανισότιμες εξαρτήσεις από τις ΗΠΑ και την ΕΕ.
Η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ στις αρχές της δεκαετίας του 1980 επιτάχυνε την προσαρμογή της στη δυτικοευρωπαϊκή αγορά, διαδικασία που συνεχίστηκε με την ένταξή της στην ΕΕ το 1991 και στην Ευρωζώνη το 2001.
Το Πρόγραμμα του ΚΚΕ στο 19ο Συνέδριο - Μέρος 1οΜε τη συμμετοχή στις αναδιαρθρώσεις της ΕΕ και του ΝΑΤΟ και άλλων ιμπεριαλιστικών διακρατικών συμμαχιών, το ελληνικό καπιταλιστικό κράτος εντάχθηκε πιο οργανικά στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Αρχικά, η αστική τάξη της Ελλάδας επωφελήθηκε από την αντεπαναστατική ανατροπή στις γειτονικές βαλκανικές χώρες και από την ένταξη στην ΕΕ, πέτυχε σημαντική συσσώρευση και εξαγωγή κεφαλαίων σε άμεσες επενδύσεις που συνέβαλαν στην ισχυροποίηση ελληνικών επιχειρήσεων και μονοπωλιακών ομίλων.
Οι εξαγωγές κεφαλαίων επεκτάθηκαν και σε Τουρκία, Αίγυπτο, Ουκρανία, Κίνα, αλλά και Βρετανία, ΗΠΑ και σε άλλες χώρες.
Συμμετείχε ενεργά σε όλες τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και πολέμους, όπως ενάντια στη Γιουγκοσλαβία, στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν, στη Λιβυή κ.α.
Τη δεκαετία που προηγήθηκε από την εκδήλωση της εξελισσόμενης κρίσης, η ελληνική οικονομία διατήρησε σημαντικά υψηλότερο ετήσιο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ από τον αντίστοιχο της ΕΕ και της Ευρωζώνης, χωρίς να αλλάξει ουσιαστικά η θέση της σε αυτήν. Όμως αναβάθμισε τη θέση της στα Βαλκάνια.
Μετά την εκδήλωση της κρίσης, επιδεινώθηκε η θέση της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας στο πλαίσιο της Ευρωζώνης, της ΕΕ και γενικότερα της διεθνούς ιμπεριαλιστικής πυραμίδας, γεγονός που δεν αναιρεί ότι η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ – ΕΕ εξυπηρέτησε τα πιο δυναμικά τμήματα του εγχώριου μονοπωλιακού κεφαλαίου και συνέβαλε στη θωράκιση της πολιτικής του εξουσίας.
Η συμμετοχή της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, οι οικονομικοπολιτικές και πολιτικοστρατιωτικές εξαρτήσεις από την ΕΕ και τις ΗΠΑ περιορίζουν τα περιθώρια αυτοτελών ελιγμών της αστικής τάξης της Ελλάδας, καθώς όλες οι συμμαχικές σχέσεις του κεφαλαίου διέπονται από τον ανταγωνισμό, την ανισομετρία και συνεπώς την πλεονεκτική θέση του ισχυρότερου, διαμορφώνονται ως σχέσεις ανισότιμης αλληλεξάρτησης.
Το Πρόγραμμα του ΚΚΕ στο 19ο Συνέδριο - Μέρος 1ο
Οι ενδοαστικές αντιθέσεις μέχρι τώρα δεν αναιρούν τη στρατηγική επιλογή ένταξης στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, αν κι εξελίσσεται αντιφατικά η συμπόρευση μέσα στην Ευρωζώνη, ενώ ταυτόχρονα ενισχύεται κι η τάση ενδυνάμωσης των σχέσεων με άλλα κέντρα (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα).
Μεγαλώνουν οι κίνδυνοι στην ευρύτερη περιοχή, από τα Βαλκάνια έως τη Μέση Ανατολή, για γενικευμένο ιμπεριαλιστικό πόλεμο και εμπλοκή της Ελλάδας.
Η πάλη, για την υπεράσπιση των συνόρων, των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας, από τη σκοπιά της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, είναι αναπόσπαστη από την πάλη για την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου.

Δεν έχει καμία σχέση με την υπεράσπιση των σχεδίων του ενός ή άλλου ιμπεριαλιστικού πόλου, της κερδοφορίας του ενός ή του άλλου μονοπωλιακού ομίλου.

Η προσγείωση της Ryanair



Προ ημερών, έπεσε το μάτι μου σε ένα δημοσίευμα του βρεττανικού Guardian, σύμφωνα με το οποίο οι πιλότοι τής γνωστής αεροπορικής εταιρείας χαμηλού κόστους Ryanair προγραμμάτιζαν σειρά απεργιακών κινητοποιήσεων κατά τις ημέρες των γιορτών (*). Πρωτοστάτες αυτής της "ανταρσίας" ήσαν οι πιλότοι τής Ιρλανδίας (όπου βρίσκεται και η έδρα της εταιρείας) αλλά γρήγορα συντάχτηκαν μαζί τους οι συνάδελφοί τους σε Ιταλία και Πορτογαλία, ενώ και το συνδικάτο των γερμανών πιλότων δήλωσε ότι όχι μόνο βρίσκεται στο πλευρό τους αλλά και ότι δεν πρόκειται να επαναπαυθεί μέχρι η Ryanair να δεχτεί τα αιτήματα των ιρλανδών πιλότων.

Ας δούμε λίγο καλύτερα αυτή την ιστορία. Παρ' ότι η Ryanair είναι εταιρεία "χαμηλού κόστους", το 2016 σημείωσε κέρδη 1,3 δισ. ευρώ, έχοντας ταυτόχρονα μειώσει τις τιμές των εισιτηρίων της κατά 13% στο ίδιο χρονικό διάστημα (**). Αυτή η μείωση συνετέλεσε αποφασιστικά στο να αναδειχτεί η εταιρεία πρώτη στην Ευρώπη από πλευράς όγκου επιβατών, καθώς εξέδιδε περίπου ένα εκατομμύριο εισιτήρια τον μήνα. Το πρόβλημα είναι ότι όλη αυτή η κατάσταση δεν είχε καμμιά θετική επίδραση σε εκείνους που με την δουλειά τους έφεραν αυτά τα κέρδη στο ταμείο της εταιρείας, αφού:


(α) Η Ryanair δεν προσλαμβάνει απ' ευθείας προσωπικό. Προτιμάει να "νοικιάζει" εργαζόμενους από μια θυγατρική της εταιρεία που κάνει αυτή την δουλειά, ώστε να τους πληρώνει μόνο για τις ώρες που τους χρειάζεται. Δύο ή και τρία χρόνια αργότερα, προσλαμβάνει κάποιους απ' αυτούς, παρουσιάζοντας αυτή την ενέργειά της ως κίνηση καλής θέλησης.

(β) Για όσο διάστημα οι πιλότοι είναι "νοικιασμένοι", έχουν μισθό κάτω από χίλια ευρώ. Με το "επίδομα πτήσεων" που χορηγεί η Ryanair, μπορεί να φτάσουν μέχρι ενάμισυ χιλιάρικο (αν, βεβαίως, γράψουν πολλές πτήσεις μέσα στον μήνα). Αυτοί οι μισθοί είναι ελαφρώς ανώτεροι για όσους προσλαμβάνονται από την ίδια την εταιρεία αλλά και πάλι διαμορφώνονται πολύ χαμηλότερα από όλες τις άλλες ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες.

(γ) Για όλους αυτούς τους πιλότους, η Ryanair δεν ξοδεύει δεκάρα. Πληρώνουν οι ίδιοι για τις στολές τους αλλά και για την εκπαίδευσή τους (όταν αυτή θεωρείται απαραίτητη). Ακόμη και το νερό, τον καφέ ή το αναψυκτικό που καταναλώνουν εν πτήσει, το αγοράζουν οι ίδιοι.

(δ) Πέραν των καθηκόντων τους ως κυβερνήτες αεροσκαφών, οι πιλότοι (όπως και όλο το πλήρωμα) έχουν να φροντίσουν και για τις πωλήσεις διαφόρων ειδών στους επιβάτες εν πτήσει (π.χ. κολώνιες, ποτά, διάφορα μπιχλιμπίδια κλπ). Όλοι πρέπει να πιάνουν κάποιες ελάχιστες νόρμες αλλιώς δέχονται ποινές που εξικνούνται από την απλή επίπληξη ως και την απόλυση.

Μπροστά σε όλη αυτή την απαράδεκτη κατάσταση, οι πιλότοι αποφάσισαν να αντιδράσουν. Έτσι, οργανώθηκαν στο συνδικάτο τους και υπέβαλαν επίσημα τα αιτήματά τους στην εταιρεία. Η απάντηση που πήραν από την διοίκηση ήταν κατηγορηματική: "δεν αναγνωρίζουμε το συνδικάτο σας"!

Οι εργαζόμενοι δεν το έβαλαν κάτω. Αντίθετα, αποφάσισαν να κλιμακώσουν τον αγώνα τους. Ήρθαν σε επαφή με τους συναδέλφους τους σε Βρεττανία, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία και Γερμανία, εξασφαλίζοντας την στήριξη των συνδικαλιστικών τους οργανώσεων, οι οποίες άρχισαν να πιέζουν την Ryanair. Μπροστά σ' συτή την πίεση, η εταιρεία έδειξε κάποια σημάδια υποχώρησης και τον περασμένο Οκτώβρη υποσχέθηκε ότι θα αυξήσει τις αποδοχές των πιλότων. Σύντομα, όμως, οι υποσχέσεις της αποδείχθηκαν κούφιες: όποιος ήθελε παραπάνω μισθό, θα έπρεπε να κάνει παραπάνω υπερωρίες και παραπάνω πτήσεις. Η κατάληξη ήταν αυτή που αναφέραμε στην αρχή: οι πιλότοι της προγραμμάτισαν απεργία στις μέρες των γιορτών.

Προκειμένου να αποφύγει την ζημιά που θα σήμαινε η απώλεια τόσων επιβατών σε μέρες αυξημένης ζήτησης, χτες η εταιρεία αναγκάστηκε να προσγειωθεί. Αναγκάστηκε να αναγνωρίσει το συνδικάτο και να δεχτεί να συζητήσει τα προβλήματα που εκείνο θέτει (***). Στο μεταξύ, όμως, εξακολουθεί να δείχνει τα δόντια της, δηλώνοντας ότι θέλει απέναντί της μόνο το συνδικάτο των δικών της πιλότων και όχι άλλους πιλότους άλλων εταιρειών. Φυσικά, αυτή η δήλωση κρύβει έναν ενδόμυχο φόβο της εταιρείας μπροστά στο ενδεχόμενο μιας μεγαλύτερης συσπείρωσης των εργαζομένων και συνάμα μια προσπάθεια εκ μέρους της να απομακρύνει ένα τέτοιο δυσάρεστο γι' αυτήν ενδεχόμενο.

Οι κεντρικές εγκαταστάσεις της Ryanair στο Δουβλίνο

Κλείνοντας αυτό το σημείωμα-ρεπορτάζ, κάνω μεγάλη προσπάθεια να αποφύγω οποιοδήποτε σχόλιο για την δύναμη που έχουν οι εργαζόμενοι όταν είναι ενωμένοι και αποφασισμένοι να παλέψουν. Ο αναγνώστης έχει τον στοιχειώδη νου να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα. Εγώ θα περιοριστώ σε τούτο μόνο: καμμιά διοίκηση οποιασδήποτε αεροπορικής εταιρείας δεν μπορεί να κάνει τα αεροπλάνα της να πετάξουν δίχως πιλότους.


-------------------------------------------------
(*) Rob Davies, "Ryanair's Dublin pilots threaten Christmas strike", The Guardian, 11/12/2017
(**) Reuters, "Ryanair makes £1.1bn profit despite cutting fares", The Guardian, 30/5/2017
(***) Barry O'Halloran, "Ryanair strike threat recedes after union recognition pledge", The Irish Time, 21/12/2017

Τα 14 σημεία του Ουίλσον, η αρχή της αυτοδιάθεσης και η επέμβαση στη Σοβιετική Ρωσία

Ο Γούντροου Ουίλσον, που γεννήθηκε σαν σήμερα το 1856, ανήκει στους πλέον “αγιογραφημένους” Αμερικανούς προέδρους, χάρη κυρίως στο περίφημο ραδιοφωνικό διάγγελμα που εκφώνησε μεσούντος του Α’ Παγκόσμιου πολέμου, το οποίο έμεινε γνωστό στην ιστορία ως τα “14 Σημεία”. Σύμφωνα με την κυρίαρχη στην αστική ιστοριογραφία άποψη, το διάγγελμα υπήρξε η πληρέστερη ως τότε διακήρυξη πίστης στην αρχή της αυτοδιάθεσης των εθνών, προάγγελος του αντι-αποικιοκρατικού κινήματος και επίθεση στην πρακτική της μυστικής διπλωματίας. Η μανιχαϊστική εικόνα του φιλελεύθερου Ουίλσον εναντίον της παλιάς φρουράς των αποικιοκρατών Ευρωπαίων πολιτικών μετριάζεται κατά πολύ ακόμα και από τη μαρτυρία του ίδιου του Ουίλσον, σχετικά με τα τεκταινόμενα στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων το 1919, που έθεσε και τυπικά τέλος στον Α’ ΠΠ, τον Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς: ” Μην με αφήσετε να σας δημιουργήσω την εντύπωση πως οι αντιπρόσωποι της Αμερικής στο Παρίσι αναγκάστηκαν να επιμείνουν και να επιβάλουν τις αρχές του στους υπόλοιπους. Αυτό δεν είναι αληθές. Αυτές οι αρχές είχαν γίνει εξαρχής δεκτές πριν φτάσουμε εκεί, και οι άντρες με τους οποίους διαπραγματεύτηκα τις έφεραν σε πέρας με απόλυτη καλή πίστη. Ήταν ωστόσο οι δικές μας αρχές….” Η εναντίωση του Ουίλσον στη μυστική διπλωματία, για την οποία ισχυριζόταν, με πονηρή διατύπωση το 1919 ότι έμαθε “στην πλήρη της έκταση” μόνο φτάνοντας στη συνδιάσκεψη των Παρισίων. Στην πραγματικότητα, ήδη από τον Απρίλη του 1917 σε μυστική σύσκεψη σχετικά με τους όρους εισόδου των ΗΠΑ στον πόλεμο, ο Βρετανός υπ.εξ. Άρθουρ Μπάλφουρ είχε συζητήσει αναλυτικά την ύπαρξη και το περιεχόμενο των μυστικών συνθηκών.
Η ίδια η συγγραφή των 14 σημείων εξάλλου δεν ήταν άσχετη από την ανησυχία που προκαλούσε η απήχηση των διακηρύξεων των μπολσεβίκων υπέρ της ειρήνης και της κατάργησης της μυστικής διπλωματίας. Ο Έντγκαρ Σίσον, υπεύθυνος του τοπικού γραφείου προπαγάνδας, γνωστού ως επιτροπή Κρηλ, που είχε ιδρύσει ο Ουίλσον στη διάρκεια του πολέμου, τηλεγραφούσε από την Πετρούπολη στον πρόεδρο πως ο τελευταίος έπρεπε να: “επαναδιατυπώσει αντιιμπεριαλιστικούς πολεμικούς στόχους και δημοκρατικές προϋποθέσεις ειρήνευσης από πλευράς Αμερικής”.
Eκεί ωστόσο που η αμηχανία των αστών ιστορικών και γενικότερα των απολογητών του Ουίλσον δεν μπορεί να κρυφτεί, είναι στην κατάφωρη παραβίαση του σημείου έξι του διαγγέλματος, το οποίο προέβλεπε επί λέξει τα εξής: “Εκκένωση όλων των ξένων δυνάμεων από το ρωσικό έδαφος και η επίλυση των όποιων ζητημάτων που αφορούν στη Ρωσία να εξασφαλιστεί με την ελεύθερη συνεργασία των άλλων εθνών του κόσμου, καθώς και παροχή βοήθειας σε οτιδήποτε θα μπορούσε να χρειαστεί. Η διακρατική μεταχείριση που επιφυλάσσεται στη Ρωσία από τα αδελφά έθνη της στους επόμενους μήνες θα είναι η δοκιμή της καλής τους θέλησης.” Η απόφαση του προέδρου, μετά από αμφιταλαντεύσεις και δισταγμούς είναι η αλήθεια, να συμμετάσχουν οι ΗΠΑ στο πολυεθνικό εκστρατευτικό σώμα που προσπάθησε να καταπνίξει την Οκτωβριανή Επανάσταση, ανάγκασε τους υποστηρικτές του να καταφύγουν σε διαφόρων ειδών εκλογικεύσεις. Πολύ περισσότερο από τη στιγμή που εστάλησαν στρατεύματα, σε όχι ένα, αλλά δύο μέτωπα, το πρώτο στο Αρχαγγέλσκ και το δεύτερο στη Σιβηρία. Επρόκειτο για την πρώτη και τελευταία φορά που Αμερικανοί στρατιώτες πατούσαν το πόδι τους σε ρωσικό έδαφος.
Οι δικαιολογίες που προβάλαν συγγραφείς όπως οι George F. Kennan, Georg Schild και Victor M.Fic είναι πως η επέμβαση ήταν περιορισμένης κλίμακας, χωρίς να υπάρχει πρόθεση για μια μαζική επιχείρηση ανατροπής του καθεστώτος που θα έθετε υπό αμφισβήτηση την αυτοδιάθεση των λαών της μετέπειτα ΕΣΣΔ. Τονίζουν πως η αποστολή των στρατευμάτων πραγματοποιήθηκε μετά από έντονη πίεση των συμμάχων δυνάμεων και των διπλωματών τους. Τα ιδεολογικά και υλικά κίνητρα της εκστρατείας υποβαθμίζονται προς όφελος “πραγματιστικών” ερμηνειών, όπως την πρόθεση να αποτραπεί ο προσπορισμός πολεμοφοδίων από γερμανικής πλευράς, να προληφθεί τυχόν ιαπωνική προέλαση στα ρωσικά εδάφη και να προστατευτεί η λεγόμενη Τσεχική Λεγεώνα από αντεκδίκηση Γερμανών και Αυστριακών αιχμαλώτων πολέμου που δυνητικά θα επανεξοπλίζονταν. Αλλά ακόμα και η μερίδα αστών ιστορικών που αναγνωρίζει τα αντιμπολσεβικικά κίνητρα του Ουίλσον, δεν αναφέρει τα πολύ απτά συμφέροντα του αμερικανικού κεφαλαίου που κλήθηκε να προστατέψει η κυβέρνηση της χώρας με τα όπλα.
Μια πιο προσεχτική ματιά αποκαλύπτει πως εκεί που ο Ουίλσον διαφοροποιούνταν αισθητά από τους ομολόγους του, ήταν στη χρονική καταλληλότητα, την έκταση της στρατιωτικής επέμβασης, καθώς και τη δυνατότητα της τελευταίας να αποτελέσει, και δη μόνη της, αποτελεσματικό αντίβαρο στην εδραίωση της εξουσίας των μπολσεβίκων στη χώρα. Εξάλλου το αμερικανικό κεφάλαιο, σε ό,τι αφορά τις ξένες επενδύσεις στην προεπαναστατική Ρωσία βρισκόταν στην πέμπτη θέση, πίσω από το Γαλλικό, το Βρετανικό, το Γερμανικό και το Βελγικό. Είναι λοιπόν αναμενόμενη, σε συνδυασμό βέβαια με την εγγύτητα στη Ρωσία που εγκυμονούσε μεγαλύτερους φόβους άμεσης διάδοσης της επανάστασης, η μεγαλύτερη ζέση που επέδειξαν η Γαλλία και η Γερμανία για την εν τη γενέσει της κατάπνιξη της Επανάστασης. Αυτό όμως δε συνεπάγεται καθόλου ολιγωρία ή πολλώ δε μάλλον αδιαφορία για την προστασία πολύ συγκεκριμένων αμερικανικών συμφερόντων, στη ρωσική επικράτεια, πέραν των ευρύτερων πολιτικών στόχων, που δε διέφεραν καθόλου από εκείνους των Ευρωπαίων συμμάχων.
Αποκαλυπτικό σε αυτήν την κατεύθυνση είναι το υπόμνημα που υπέβαλε στο διοικητή της όγδοης μεραρχίας που επρόκειτο να σταλεί στη Γερμανία, Γουίλιαμ Σ. Γκρέηβς, ο υπουργός πολέμου Νιούτον Μπέικερ, όταν του ανακοίνωσε πως θα αναλάμβανε τη διοίκηση των 8.000 ανδρών που θα είχε αποφασίσει ο πρόεδρος να σταλούν στη Σιβηρία (συνολικά 13000 και στα δύο μέτωπα). Στο υπόμνημα αναφέρονταν ως στόχοι της εκστρατείας οι εξής: α) Η διευκόλυνση της ασφαλούς εξόδου των 40.000 ανδρών της Τσεχικής λεγεώνας, η οποία νωρίτερα, την άνοιξη του 1918, είχε βοηθήσει στην εκδίωξη των μπολσεβίκων από τον Υπερσιβηρικό Σιδηρόδρομο, και γενικώς ήταν η πλέον αφοσιωμένη πολιτικά δύναμη στους δυτικούς συμμάχους. β) Η προστασία του αμερικανικού στρατιωτικού εξοπλισμού αξίας ενός δισεκατομμυρίου δολλαρίων που ήταν αποθηκευμένος στο Βλαδιβοστόκ και το Μουρμάνσκ γ) Η παροχή βοήθειας στους Ρώσους να οργανώσουν νέα κυβέρνηση, ουσιαστικά δηλαδή η στήριξη των λευκοφρουρών που είχαν βυθίσει την επικράτεια της χώρας στο εμφύλιο χάος. Ο υπουργός συνόδεψε την παράδοση του πακέτου με τα λόγια: “Αυτός περιέχει την πολιτική των ΗΠΑ στη Ρωσία που πρέπει να ακολουθήσεις” , “Πρόσεχε τα βήματά σου, θα περπατάς πάνω σε αυγά παραγεμισμένα με δυναμίτη. Ο Θεός μαζί σου και αντίο.”
Γούντροου Ουίλσον
Οι Ράντεκ-Τσιτσέριν, υποεπίτροπος και επίτροπος εξωτερικών υποθέσεων των μπολσεβίκων αντίστοιχα, έγραφαν σε υπόμνημά τους στο Ουίλσον: “… στην πραγματικότητα αυτή η βοήθεια (σ.σ., εννοεί τη βοήθεια για την οποία δεσμεύονταν οι ΗΠΑ βάση του σημείου έξι του προεδρικού διαγγέλματος) εκφράστηκε στο γεγονός πως τα Τσεχοσλοβακικά στρατεύματα πρώτα και μετά τα δικά σας στρατεύματα κι εκείνα των συμμάχων σας επιχείρησαν στο Αρχαγγέλσκ, το Μουρμάνσκ, την Άπω Ανατολή, να επιβάλουν στο ρωσικό λαό την κυβέρνηση των καταπιεστών…”. Ενδεικτική της βοήθειας που η αμερικανική κυβέρνηση παρείχε στις αντεπαναστατικές τσεχοσλοβακικές δυνάμεις, είναι η παροχή συνολικά 13 εκ. δολλαρίων εντός ολίγων μηνών του 1918 μέσω διαφόρων διαύλων.
H ευθυγράμμιση της αμερικανικής πολιτικής με εκείνη των συμμάχων της είναι ορατή και στον όρο 29 της συνθήκης ανακωχής του Α’ ΠΠ το Νοέμβρη του 1918, όπου προβλέπεται ότι “όλα τα ρωσικά πολεμικά πλοία κάθε τύπου που έχουν καταληφθεί από τη Γερμανία πρέπει να παραδοθούν στους συμμάχους και τις ΗΠΑ”. Η ανακωχή και η συνακόλουθη εξάλειψη της γερμανικής πολεμικής απειλής σήμανε πως δεν υπήρχαν πλέον ούτε καν προσχήματα για τη συνέχιση της επέμβασης σε σοβιετικό έδαφος, αντιθέτως όμως τότε ήταν που εντάθηκε ακόμα περισσότερο η προσπάθεια ανατροπής του νεότευκτου καθεστώτος. Ο ρόλος των ΗΠΑ, παρότι αριθμητικά και στρατιωτικά περιορισμένος, παρέμενε σημαντικός, καθώς συμμετείχαν και ενέκριναν ανελλιπώς όλες τις αποφάσεις του Ανώτατου Συμμαχικού Πολεμικού Συμβουλίου, το οποίο ήταν υπεύθυνο για την διεξαγωγή της επέμβασης, ανεξάρτητα από τη χώρα προέλευσης των στρατευμάτων σε κάθε μέτωπο.
Αλλά και στο ζήτημα του αποκλεισμού του ανεφοδιασμού των εδαφών υπό μπολσεβικικό έλεγχο, η Αμερική μόνο στους τύπους διαφοροποιήθηκε από την πολιτική λιμοκτονίας που εφήρμοσαν οι σύμμαχοι, με ακόμα μεγαλύτερη ένταση μετά τη συνδιάσκεψη των Παρισίων. Η πίεση των Συμμάχων εξανάγκασε και τις σκανδιναβικές χώρες να σταματήσουν την ελάχιστη έστω ροή τροφίμων που άφηναν να μπει στη σοβιετική επικράτεια. Η αμερικανική κυβέρνηση κατάφερε να εμφανίζεται επισήμως ως μη συμμετέχουσα στον αποκλεισμό, ώστε να μην φαίνεται πως παραβίαζε το διεθνές δίκαιο, ωστόσο συνέβαλε εξίσου αποτελεσματικά σε αυτόν, μέσω της απαγόρευσης χορήγησης αδειών για εξαγωγές ή τη χορήγηση των απαραίτητων πιστοποιητικών για πλοία με προορισμό σοβιετικά λιμάνια. Επίσης διεύρυνε την ποσότητα τροφίμων που χορηγούνταν κυρίως μέσω του ερυθρού σταυρού στους λευκοφρουρούς και τις κατεχόμενες από εκείνους περιοχές.
Οι σοβαρότερες διαφωνίες μεταξύ των συμμάχων αφορούσαν το διαμοιρασμό της λείας, ειδικά σε ό,τι αφορούσε το ρωσικό πετρέλαιο, την ιεράρχηση της σημασίας του ιαπωνικού επεκτατισμού, που για τον Ουίλσον βρισκόταν πολύ ψηλά, λόγος για τον οποίο αντιστάθηκε επί μακρόν στην από κοινού κατάληψη του Βλαδιβοστόκ και των επαρχιών του Ειρηνικού, κυρίως όμως, όπως ήδη υπαινιχθήκαμε προηγουμένως, το βαθμό, τη διάρκεια και τη μορφή της επέμβασης. Αντίθετα με όσους, με επικεφαλής τον Ουίνστων Τσώρτσιλ, εκπρόσωπο του Άγγλου πρωθυπουργού Λόυντ Τζωρτζ για ένα διάστημα στις συζητήσεις, θεωρούσαν πως δεν έπρεπε οι σύμμαχοι να φεισθούν ανδρών και υλικής υποστήριξης στους Λευκούς μέχρι την οριστικη εκρίζωση του μπολσεβικισμού, ακόμα και με τον κίνδυνο εξάπλωσης της επανάστασης μεταξύ των στρατιωτών αυτών, αλλά και στις ίδιες τις χώρες τους, ο Ουίλσων είχε διακρίνει από νωρίς το ατελέσφορο αυτής της προσέγγισης. Σαφώς δεν υστερούσε σε τίποτε από τους ομολόγους του σε φόβο μπροστά στην εξάπλωση του μπολσεβικισμού, το φάσμα του οποίο ξόρκιζε σε σειρά ομιλιών του, ιδιαίτερα μες στο 1919, με τρόπο σχεδόν υστερικό. Ωστόσο είχε σοβαρές αμφιβολίες για την ικανότητα των όπλων να επιφέρουν από μόνα τους την εξάλειψη της επανάστασης, τα κοινωνικοπολιτικά αίτια της οποίας διέκρινε με ενάργεια και οξυδέρκεια. Προέκρινε λοιπόν μια πολιτική μαστιγίου και καρότου, από τη μια λελογισμένη χρήση στρατιωτικής βίας, εμπορικός αποκλεισμός, στήριξη των αντεπαναστατών, από την άλλη όμως φιλελεύθερη προπαγάνδα περί αυτοδιάθεσης και δυνατότητας βελτίωσης τόσο των διακρατικών σχέσεων όσο και των κοινωνικών προβλημάτων εντός καπιταλιστικού πλαισίου.
Τελικά οι συμμαχικές δυνάμεις αποσύρθηκαν από τη Σιβηρία τον Απρίλη του 1920, μετά την οριστική ήττα των Λευκών, μολονότι πρέπει να σημειωθεί ότι ιαπωνικές δυνάμεις παρέμεναν σε τμήματα της Σιβηρίας ως το 1922 και στο βόρειο τμήμα του διαφιλονικούμενου μεταξύ των δύο χωρών νησί του Σαχάλιν ως το 1925.
H αποτυχία της άμεσης στρατιωτικής επέμβασης ήταν ένα πολύτιμο μάθημα για τις ιμπεριαλιστικές χώρες, οι οποίες έκτοτε δεν επανέλαβαν το εγχείρημα. Υιοθέτησαν όμως, συνολικά σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση των σοσιαλιστικών ή ευρύτερα αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων διάφορα κράματα από το μείγμα πολιτικής που πρώτος είχε συλλάβει ή τουλάχιστον εκφράσει με τόση σαφήνεια δημόσια και κατ’ ιδίαν ο πρόεδρος Ουίλσον. Από αυτή την άποψη, οι τιμές που του επιδαψιλεύουν οι αστοί ιστορικοί και όχι μόνο ως τις μέρες μας, είναι απόλυτα δικαιολογημένες.

Η Μεγάλη Στροφή


Το Πεντάχρονο πλάνο αποτελεί σημαντικό τμήμα της επίθεσης του παγκόσμιου προλεταριάτου ενάντια στον καπιταλισμό, είναι ένα πλάνο που στοχεύει στην υπονόμευση της καπιταλιστικής σταθερότητας, είναι το μεγάλο πλάνο της παγκόσμιας επανάστασης’’
(Πράβντα, 29/8/1929)
Έτσι ονομάστηκε συμβατικά η ριζική στροφή στην οικονομική πολιτική της ΕΣΣΔ το 1928/1929 με την εγκατάλειψη της ΝΕΠ και την επιτάχυνση της κολεκτιβοποίησης και της εκβιομηχάνισης. Ο όρος προέρχεται από τον τίτλου ενός άρθρου του Ι. Στάλιν ‘Ο Χρόνος της Μεγάλης Στροφής’ που δημοσιεύτηκε στην Πράβντα στις 7 Νοεμβρίου του 1929 στη 12η επέτειο της Οκτωβριανής επανάστασης

1. Η προετοιμασία
Όλα τα βασικά στοιχεία του προγράμματος της εκβιομηχάνισης έχουν τις ρίζες τους στα τελευταία γραφτά του Λένιν. Η πολιτική της εκβιομηχάνισης αποτελούσε τον δρόμο για τον σοσιαλισμό και την υπεράσπιση της σοβιετικής εξουσίας και ήταν η βασική προϋπόθεση για τη διατήρηση και ενίσχυση της εργατο-αγροτικής συμμαχίας και για τυ σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της υπαίθρου.

Η περίοδος της αποκατάστασης εξασφάλισε την ελάχιστη βάση για να εκπονηθεί το 1ο 5χρονο. Η πολιτική του εξηλεκτρισμού της ΕΣΣΔ είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία 30 ηλεκτροπαραγωγικών σταθμών και τον τριπλασιασμό της παραγόμενης ισχύς μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1920. Τα εργοστάσια αυτά έπαιξαν σημαντικότατο επαναστατικό ρόλο σαν μέσα συγκέντρωσης και ορθολογικοποίησης της παραγωγής κατεδαφίζοντας την παλιά οικονομική τάξη και εξασφαλίζοντας μια ελάχιστη παραγωγική βάση για την σοσιαλιστική κοινωνία.

Από την άλλη η παραγωγικότητα του παλιού κεφαλαιακού αποθέματος είχε εξαντληθεί ενώ μεγάλα προβλήματα σχετικά με το βαθύ μετασχηματισμό της οικονομίας έπρεπε να λυθούν. Έπρεπε να ξεκινήσουν νέα μεγάλα κατασκευαστικά έργα ενώ αναγκαίος ήταν ο ριζικός μετασχηματισμός του παραδοσιακού τρόπου παραγωγής στη γεωργία. Κι όλα αυτά σε ένα περιβάλλον ανοικτής εχθρότητας του καπιταλιστικού κόσμου και αυξανόμενης αντίδρασης των καπιταλιστικών στοιχείων στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ.

Το πλαίσιο του σοσιαλιστικής εκβιομηχάνισης διαμορφώθηκε μεταξύ των ετών 1925-1928 και αποτέλεσε την κατευθυντήρια αρχή της σοβιετικής οικονομικής πολιτικής. Απαιτήθηκε τεράστια διανοητική προσπάθεια αλλά και σκληρή πολιτική πάλη, πριν το πρόγραμμα της σοσιαλιστικής εκβιομηχάνισης κερδίσει τη γενική αποδοχή. Οι πρώτες απόπειρες εκπόνησης κεντρικού πλάνου ξεκίνησαν την εποχή της ΝΕΠ με την δημιουργία επιμέρους πλάνων ανά σημαντικό κλάδο της οικονομίας (καύσιμα, τρόφιμα, μεταφορές κλπ) μέχρι να γίνει δυνατή η εκπόνηση ενός πλάνου που θα κάλυπτε την οικονομία στο σύνολό της. Η πολυδιάσπαση του αγροτικού τομέα έκανε το σύστημα αυτό του οικονομικού προγραμματισμού να είναι περισσότερο ενδεικτικό και λιγότερο αποφασιστικό.

Το 1927, όταν ολοκληρώθηκε η αποκατάσταση της οικονομίας από τις πολεμικές καταστροφές κι είχε συγκεντρωθεί πείρα στον κρατικό μηχανισμό, έγινε εφικτή η εκπόνηση ενός συνολικού πλάνου. Η προετοιμασία του α’ πεντάχρονου κράτησε περίπου 3 χρόνια και έγινε με βάση τις κατευθύνσεις του 15ου συνεδρίου (1927). Κατατέθηκε στη 16η συνδιάσκεψη του Κόμματος καθώς και στο 5ο Πανενωσιακό Συνέδριο των Σοβιέτ (1929).

Η διάρκεια του πλάνου αποφασίστηκε να είναι πενταετής, γιατί η ανάγκη του ριζικού μετασχηματισμού της εθνικής οικονομίας σε μια σύγχρονη μεγαλύτερη και πιο εκτεταμένη κλίμακα χρειάζονταν τεράστια έργα υποδομής, μεγάλο αριθμό νέων εργοστασίων, κρατικών και συνεταιριστικών αγροκτημάτων. Όλα αυτά δεν μπορούσαν να χωρέσουν στα όρια ενός ετήσιο πλάνου. Η προετοιμασία του πλάνου έγινε σε κάθε εργοστάσιο και παραγωγική μονάδα όπου οι εργάτες συζήτησαν τις προοπτικές και τη συνεισφορά τους στο πλάνο όπως και σε κάθε τοπικό και ενωσιακό σοβιέτ. Έτσι το πεντάχρονο ήταν ένα πλάνο σοσιαλιστικής οικοδόμησης που δημιουργήθηκε από το λαό και ενσωμάτωνε την ταξική συνείδηση, την επιστημονική σκέψη, τη μεγάλη επαναστατική πείρα και την ακλόνητη αποφασιστικότητα των εργαζομένων της ΕΣΣΔ να χτίσουν μια σοσιαλιστική κοινωνία.

2. H λογική και οι στόχοι του 1ου πεντάχρονου.

Οι βασικές προϋποθέσεις που έκαναν εφικτό τον κεντρικό σχεδιασμό ήταν:
  • Η δικτατορία του προλεταριάτου δηλ. η καταστροφή του αστικού κράτους και η συγκέντρωση της εξουσίας στα χέρια του προλεταριάτου που αυτόματα έγινε ο οργανωτής και ο ηγέτης της εθνικής οικονομίας.
  • Η εθνικοποίηση της γης των εργοστασίων των υποδομών των τραπεζών κλπ
  • Το μονοπώλιο του εξωτερικού εμπορίου
Ο στόχος του πεντάχρονου πλάνου ήταν η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της ΕΣΣΔ μέσω της ταχείας εκβιομηχάνισης και της σταθερής ενίσχυσης των σοσιαλιστικών στοιχείων στην οικονομία, έτσι ώστε η χώρα να φτάσει και να ξεπεράσει το τεχνολογικό και οικονομικό επίπεδο των καπιταλιστικών χωρών.

Με τη βοήθεια των κολοσσιαίων φυσικών πόρων της ΕΣΣΔ, τα πλεονεκτήματα που έδινε το σύστημα της οργανωμένης και σχεδιασμένης εθνικής οικονομίας, τη λαϊκή δυναμική που απελευθέρωσε η Οκτωβριανή επανάσταση και τα τελευταία επιτεύγματα της επιστήμης έγινε εφικτός ένας ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης μεγαλύτερος από αυτόν που θα μπορούσε να εξασφαλίσει μια σύγχρονη καπιταλιστική οικονομία.

Ήδη η ΝΕΠ είχε δείξει τα όριά της και τόσο η παραγωγή πρώτων υλών όσο ακόμη και η παραγωγή μέσων κατανάλωσης, αν και είχε φτάσει στα προπολεμικά επίπεδα, δεν μπορούσε να λύσει την αυξανόμενη ζήτηση με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ελλείψεις. Στον αγροτικό τομέα οι βιομηχανικές καλλιέργειες και η παραγωγή τροφίμων είχαν φτάσει κοντά στα προπολεμικά επίπεδα και αποτελούσαν τροχοπέδη στην οικονομική ανάπτυξη. Η παραγωγικότητα στον αγροτικό τομέα ήταν εξαιρετικά χαμηλή όπως και το βιοτικό επίπεδο. Η ορθολογική λύση στο αγροτικό πρόβλημα ήταν από τη μία η βελτίωση των μεθόδων καλλιέργειας με την εκμηχάνιση, τη χρήση λιπασμάτων, την ορθολογική οργάνωση της δουλειάς, και από την άλλη η ενίσχυση του σοσιαλιστικού τομέα της γεωργίας.

Τα προηγούμενα χρόνια στο σοβιετικό τύπο διεξήχθη μια θεωρητική διαμάχη μεταξύ των κομμουνιστών και των αστών ειδικών για το αν προηγούταν η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων από την οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Δεν επρόκειτο φυσικά για μα θεωρητική διαμάχη αλλά για την μορφή που πήρε η πολιτική πάλη ανάμεσα στον καπιταλιστικό και στο σοσιαλιστικό δρόμο οικονομικής ανάπτυξης. Η κεντρική ιδέα που καθόρισε την οικονομική πολιτική της σοβιετικής κυβέρνησης ήταν ότι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων έπρεπε να οδηγεί στη συνεχή πρόοδο του σοσιαλισμού, στην αποφασιστική εξάλειψη των καπιταλιστικών στοιχείων και στη σταθερή ενίσχυση των σοσιαλιστικών στοιχείων σε όλο το εύρος της οικονομίας.

Ο μόνος δρόμος ήταν η ενίσχυση της σοσιαλιστικής βιομηχανίας. Αυτό που χρειαζόταν ήταν να αυξηθεί σημαντικά η συμμετοχή της βιομηχανίας στο συνολικό προϊόν αλλά ακόμη πιο σημαντικό, ο ρυθμός ανάπτυξης στις βιομηχανίες που διαμορφώνουν την πρώτη υποδιαίρεση του συστήματος της διευρυμένης αναπαραγωγής του Μαρξ (δηλ. στις βιομηχανίες που παράγουν μέσα παραγωγής) έπρεπε να είναι υψηλότερος από κάθε άλλο τομέα της οικονομίας. Αυτός ήταν ο πρώτος κρίκος που θα πρέπει να πιάσει η σοβιετική οικονομία για να τραβήξει ολόκληρη την αλυσίδα της σοσιαλιστικής ανάπτυξης. Μια χώρα αγροτική με υπανάπτυκτη βιομηχανία και καθυστερημένο αγροτικό τομέα, έπρεπε να μετασχηματιστεί σε χώρα βιομηχανική με εκμηχανισμένο αγροτικό τομέα. Η ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας ήταν εκ των πραγμάτων ο μόνος και άμεσος στόχος μιας στρατευμένης πολιτικής αν λάβουμε επίσης υπόψη ότι ο καπιταλιστικός κόσμος οργάνωνε σταυροφορία ενάντια στην ΕΣΣΔ.
Οι πηγές της αρχικής επένδυσης ήταν τα πλεονάσματα των κρατικών επιχειρήσεων και των σοβχόζ και κολχόζ, η έκδοση κρατικών ομολόγων που καλύφθηκαν με τα χρήματα των εργατών και των κολχοζνίκων και τα έσοδα από τις εξαγωγές πρώτων υλών και μέρους του εμπορικού πλεονάσματος της γεωργίας.

Αναφορικά με το ρυθμό της εκβιομηχάνισης, αυτός συνδέθηκε με τον αντίστοιχο ρυθμό ανάπτυξης των καπιταλιστικών χωρών. Η ΕΣΣΔ υιοθέτησε ένα τολμηρό πρόγραμμα για να φτάσει και να ξεπεράσει σε ένα σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα το τεχνικό και οικονομικό επίπεδο των προηγμένων καπιταλιστικών χωρών. Αυτή ήταν η πολεμική κραυγή που ενέπνευσε εκατομμύρια στη καθημερινή τους πάλη και δράση. Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης είχαν τεράστια σημασία για την ενίσχυση του σοσιαλισμού στο εσωτερικό.

Εξίσου σημαντική στα πλαίσια του πεντάχρονου πλάνου ήταν η αποδέσμευση της σοβιετικής οικονομίας από την εξάρτησή της από τις μεγάλες καπιταλιστικές δυνάμεις. Αυτό δεν σήμαινε ότι η ΕΣΣΔ θα μείωνε τις οικονομικές της σχέσεις με τον καπιταλιστικό κόσμο αλλά ότι οι σχέσεις αυτές θα έπρεπε να ενισχύουν την ανεξαρτησία της και την ικανότητά της για βιομηχανική ανάπτυξη άρα και την εθνική της άμυνα. Η αυξανόμενη οικονομική ανεξαρτησία της ΕΣΣΔ και η αυξανόμενη ετοιμότητά της να αμυνθεί είχαν αποφασιστική σημασία για την επιλογή και αξιολόγηση όλων των οικονομικών πλάνων και έργων.

Τέλος μεγάλη σημασία για το πρόγραμμα της σοσιαλιστικής εκβιομηχάνισης είχε η ανάπτυξη της γεωργίας καθώς και ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός της οικονομίας του χωριού. Το συγκεκριμένο θέμα συζητήθηκε για πολλά χρόνια στα κομματικά όργανα. Δύο εναλλακτικές υπήρχαν για να λυθεί το πρόβλημα της χαμηλής παραγωγικότητας του μικρού ατομικού κλήρου που αδυνατούσε λόγω του μεγέθους του να αφομοιώσει την τεχνολογία αλλά και τις μεθόδους και αρχές της επιστημονικής καλλιέργειας. Η πρώτη ήταν με τη δημιουργία μεγάλων καπιταλιστικών αγροκτημάτων και η άλλη με την κολεκτιβοποίηση του κλήρου των φτωχών και μεσαίων αγροτών, δηλ. τη συνένωσή τους σε μεγάλη κλίμακα που θα επέτρεπε τη χρήση μηχανών και την εφαρμογή επιστημονικών μεθόδων. Η δεύτερη εναλλακτική οδηγούσε στην εξάλειψη των κουλάκων σαν τάξη.

Το πρόγραμμα σοσιαλιστικής εκβιομηχάνισης δεν θα μπορούσε να πετύχει αν το αγροτικό ζήτημα έμενε χωρίς λύση. Θα ήταν αδύνατο να αναπτυχθεί μια μεγάλη σοσιαλιστική βιομηχανία, να συγκεντρωθεί και να εκπαιδευτεί το σοσιαλιστικό προλεταριάτο και να εκδιωχθούν τα καπιταλιστικά στοιχεία από τις πόλεις και παράλληλα να αναπτύσσονται τα μεγάλα καπιταλιστικά αγροκτήματα στην ύπαιθρο. Το ένα απέκλειε το άλλο, ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός του χωριού ήταν αδιάσπαστα ενωμένος ενότητα με τη οικοδόμηση της σοσιαλιστικής βιομηχανίας. Και όπως ο ρυθμός εκβιομηχάνισης και το πρόβλημα του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού του χωριού βρέθηκε στο κέντρο της πολιτικής διαμάχης.

3. Η διαμάχη

Ο Κεντρικός Σχεδιασμός και το πρώτο πεντάχρονο πλάνο συνάντησαν σφοδρή αντίσταση από την αντισοβιετική αντιπολίτευση μέσα κι έξω από το ΠΚΚ(μπ). Στο διάστημα 1925-1926, έκανε την εμφάνισή της η ιδέα της ‘αγροτοποίησης’, οι υποστηρικτές της οποίας ήθελαν τη μεγάλη προσπάθεια να κατευθύνεται στην ανάπτυξη της γεωργίας με τη δημιουργία μεγάλων ιδιωτικών αγροκτημάτων που θα αποτελούσαν τη βάση που θα εξασφάλιζε τα μέσα για τη εκβιομηχάνιση στις πόλεις. Αυτή η πολιτική τοποθετούσε το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της γεωργίας στο απώτερο μέλλον. Σύμφωνα με αυτούς οι αυξημένες εξαγωγές αγροτικών προϊόντων ήταν αναγκαίες για την εισαγωγή του απαραίτητου τεχνικού εξοπλισμού της γεωργίας. Αυτή η πολιτική θα αύξανε φυσικά τη σύνδεση της σοβιετικής οικονομίας με τον καπιταλιστικό κόσμο με δυσμενείς όρους για το σοβιετικό κράτος. Με θεμέλιο μια ισχυρή γεωργική παραγωγή θα ακολουθούσε η σταδιακή ανάπτυξη της βιομηχανίας. Οι ιδέες αυτές των Κοντρατίεφ, Βαϊνστάιν, Μακάροφ και άλλων εξέφραζαν τα συμφέρονταν των κουλάκων και των νεπμεν και είχαν μια μικρή επίδραση και μέσα στο ΠΚΚ(μπ). Οι απόψεις αυτές ηττήθηκαν στο 14ο συνέδριο.

Εξίσου σημαντική ήταν η αντιπαράθεση με τον τροτσκισμό. Η τροτσκιστική επίθεση υποτίθεται ότι γινόταν από τα αριστερά της γραμμής του κόμματος. Οι τροτσκιστές ζητούσαν υπερβολικά υψηλούς ρυθμούς εκβιομηχάνισης και πίστευαν, σύμφωνα με τον Πρεομπαζένσκι και το νόμο του της αρχικής σοσιαλιστικής συσσώρευσης, ότι η βάση για την εκβιομηχάνιση θα προερχόταν από τη εντατική εξαγωγή του πλεονάσματος της γεωργίας. Θεωρούσαν, χωρίς να κάνουν εισοδηματικές διακρίσεις, την αγροτιά σαν μια εσωτερική αποικία. Η πλειοψηφία του ΠΚΚ(μπ) στην πάλη της ενάντια στον τροτσκισμό, υπερασπίστηκε την εργατο-αγροτική συμμαχία, αναγκαία προϋπόθεση για τη διατήρηση της δικτατορίας του προλεταριάτου, που με τη σειρά της ήταν η αναγκαία προϋπόθεση για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της υπαίθρου. Οι τροτσκιστές ηττήθηκαν στο 15ο συνέδριο του ΠΚΚ(μπ) και τα περισσότερα στελέχη τους απομακρύνθηκαν από τις θέσεις ευθύνης τους.

Τέλος έπρεπε να αντιμετωπιστεί η δεξιά παρέκκλιση όπως ονομάστηκε η φράξια των Μπουχάριν, Ρυκόφ, Τόμσκι στο ΠΚΚ(μπ) που στον αντίποδα των τροτσκιστών θεωρούσε ότι ο ρυθμός εκβιομηχάνισης ήταν υπερβολικά γρήγορος, ενώ στην αγροτική πολιτική παλινδρομούσε μεταξύ της κολεκτιβοποίησης και των ισχυρών μεγάλων ιδιωτικών αγροκτημάτων. Υποτιμούσε την αντίσταση των καπιταλιστικών στοιχείων και επέμεινε ότι η ενότητα του χωριού και της πόλης μπορούσε να επιτευχθεί μέσω της ελεύθερης αγοράς.

4. Τα αποτελέσματα και οι αντικομουνιστικοί μύθοι

Η οικονομική πολιτική του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους είχε σαν αποτέλεσμα τη συνεχή αριθμητική αύξηση του προλεταριάτου, την εξάλειψη της ανεργίας, τη μείωση του εργάσιμου χρόνου και την αύξηση των πραγματικών μισθών. Βελτίωσε θεαματικά το επίπεδο ζωής της εργατικής τάξης από χρόνο σε χρόνο ενώ ταυτόχρονο αύξησε το βιοτικό επίπεδο των φτωχών και μεσαίων αγροτών, μειώνοντας σημαντικά την απόσταση μεταξύ του επιπέδου ζωής του χωριού και της πόλης.

Τόσο η εκβιομηχάνιση όσο και η κολεκτιβοποίηση απαιτούσαν τη μεγαλύτερη δυνατή προώθηση της επιστημονικής γνώσης και την πλήρη αφομοίωση της τεχνολογίας από τους εργαζόμενους. Σαν συνέπεια, από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 εκατομμύρια εργάτες και φτωχοί αγρότες παρακολούθησαν τεχνικές σχολές είτε έγιναν δεκτοί στα πανεπιστήμια της χώρας, ενώ τα παιδία τους γίνονταν δεκτά στα πανεπιστήμια κατά προτεραιότητα από όλες τις άλλες κοινωνικές ομάδες. Με τον τρόπο αυτό η στελέχωση τόσο της οικονομίας όσο και του κράτους συνολικότερα έγινε από εργάτες και φτωχούς αγρότες.

Τέλος, η νίκη της ΕΣΣΔ στον Β’ΠΠ πέρα από τον ηρωισμό του σοβιετικού λαού και στρατού βασίστηκε στην οικονομική βάση και τα τεχνολογικά επιτεύγματα των τριών πρώτων πεντάχρονων σχεδίων.

Αντίθετα από την αντικομουνιστική φιλολογία σε καμία χρονική στιγμή, ούτε ακόμη στο πρώτο πεντάχρονο, δεν προβλεπόταν μείωση της λαϊκής κατανάλωσης. Και για τις 2 υποδιαιρέσεις της οικονομίας οι ρυθμοί αύξησης ήταν θετικοί. Η διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου εξασφαλιζόταν στην υποδιαίρεση ΙΙ (μέσα κατανάλωσης) ανεξάρτητα από τις επιδόσεις της υποδιαίρεσης Ι, αφού οι προβλεπόμενοι ρυθμοί ανάπτυξης κάλυπταν τόσο τις αποσβέσεις όσο και τις νέες κεφαλαιακές ανάγκες. Ούτε φυσικά η εκβιομηχάνιση έγινε απομυζώντας δήθεν την αγροτιά. Μαζί με τις σημαντικές επενδύσεις που κατευθύνθηκαν στον αγροτικό τομέα για την εκμηχάνισή του, η κολεκτιβοποίηση απελευθέρωσε εκατομμύρια αγρότες από μια ζωή στα όρια της επιβίωσης οδηγώντας τους στις πόλεις και στα νέα εργοστάσια.

Ιστορικά τα πεντάχρονα πλάνα αποτέλεσαν την ολοκλήρωση της νίκης των μπολσεβίκων, την υλοποίηση των οραμάτων της Οκτωβριανής επανάστασης. Έφεραν στο προσκήνιο την εργατική τάξη και έδειξαν το δρόμο για το μέλλον.
Άναυδος – Δεκέμβριος 2017

ΑντιΚΚΕ λίβελοι...





Συνεχίζοντας να πρωτοστατεί σε λιβέλους ενάντια στο ΚΚΕ, που ζέχνουν «αυριανισμό», η «Αυγή» γράφει στο φύλλο της Κυριακής ότι το ΚΚΕ «από τα λόγια, περνάει και στη βία, επιλέγοντας ως στρατηγικό στόχο τον ίδιο στόχο που έχουν και ο Κυριάκος και οι χορηγοί του! Την εδώ και τώρα ανατροπή της κυβέρνησης». Ούτε λίγο ούτε πολύ, ισχυρίζεται ότι το ΚΚΕ επιδιώκει να κυβερνήσει ο Μητσοτάκης «με τα επικίνδυνα νεοφιλελεύθερα δόγματά του», επειδή πιστεύει ότι «με τη φτώχεια και την ανεργία ωριμάζουν ταχύτερα οι επαναστατικές διαθέσεις των μαζών». Ισχυρίζεται επίσης ότι «γι' αυτό αποκηρύχτηκαν από τον Περισσό οι Πορτογάλοι κομμουνιστές, που στηρίζουν την κυβέρνηση των σοσιαλιστών για να βγει η χώρα από μια παρόμοια κρίση», καταλογίζοντας στο Κόμμα «αριστερίστικες αντιλήψεις».

Μνημόνια με το τσουβάλι


(Συνέχεια από τη σελίδα 1)
Παρακολουθώντας κανείς την αντιπαράθεση για τις ενδεχόμενες πηγές χρηματοδότησης στη «μεταμνημονιακή» εποχή, αντιλαμβάνεται ότι ο καβγάς δεν αφορά τα λαϊκά συμφέροντα.
Αντίθετα, η φασαρία γίνεται για το τι εγγυάται μεγαλύτερη ασφάλεια και δημοσιονομική σταθερότητα στο κεφάλαιο, στην προσπάθειά του να ανακάμψει, με δεδομένες τις αβεβαιότητες όχι μόνο για την οικονομία της Ελλάδας, αλλά και της Ευρωζώνης.
Σε κάθε περίπτωση, όποια λύση κι αν επιλεγεί, τα αντιλαϊκά μέτρα και οι αναδιαρθρώσεις είναι δεδομένα, όπως και τα μνημόνια διαρκείας. Μ' αυτό το κριτήριο πρέπει ο λαός να παρακολουθεί τη συζήτηση, που σκόπιμα προβάλλεται με τρόπο που να παραπλανά και να αποπροσανατολίζει.
Μόλις προχτές, ο εκπρόσωπος Τύπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μιλώντας σε τηλεοπτικό σταθμό, αφού έπλεξε το εγκώμιο της κυβέρνησης για τα αντιλαϊκά μέτρα και τις αναδιαρθρώσεις, προέβλεψε ότι «τον Αύγουστο του 2018 ολοκληρώνεται το μνημόνιο έτσι όπως το ξέρουμε».
Επομένως, ναι μεν τα μνημόνια «όπως τα ξέραμε» τελειώνουν, αλλά είναι βέβαιο πως ο πυρήνας της αντιλαϊκής πολιτικής που υλοποιούνταν με αυτά δεν πρόκειται να μεταβληθεί. Αντίθετα, η επίθεση θα δυναμώσει.
Από την όλη συζήτηση δεν πρέπει να διαφύγει και το εξής: Στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, όπου ανάμεσα σε άλλα συζητήθηκε η πορεία εμβάθυνσης της ΟΝΕ, μια από τις προτάσεις που αναμένεται να εγκριθούν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη - μέλη, μέχρι τα μέσα του 2019, είναι να ενσωματωθούν οι ουσιώδεις διατάξεις της «Συνθήκης για τη Σταθερότητα, τον Συντονισμό και τη Διακυβέρνηση» στο νομικό πλαίσιο της ΕΕ.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θα αποκτήσουν συνταγματική ισχύ τα μνημόνια διαρκείας για τους λαούς όλων των κρατών - μελών της Ευρωζώνης, πρόσθετα στους μηχανισμούς εποπτείας και ελέγχου που ήδη υπάρχουν, ως επιπλέον μηχανισμός για την απρόσκοπτη εφαρμογή των μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής και των αναδιαρθρώσεων που έχουν ανάγκη η ανταγωνιστικότητα και η κερδοφορία του κεφαλαίου.
Ας δούμε μια ακόμα πλευρά: Στο πλαίσιο της «μεταμνημονιακής» εποχής, προωθείται η ίδρυση της λεγόμενης «Αναπτυξιακής Τράπεζας», όπου το πάνω χέρι θα έχει η Κομισιόν. Αυτή με τη σειρά της, στη δέσμη προτάσεων για την «εμβάθυνση της ΟΝΕ», προβλέπει την «παροχή στήριξης στα κράτη - μέλη για την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων μέσω ενός εργαλείου για την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων και τεχνικής στήριξης κατόπιν αιτήματος των κρατών - μελών».
Δηλαδή, η χρηματοδότηση μεγάλων επενδύσεων θα αξιοποιηθεί στη «μεταμνημονιακή» εποχή ως μηχανισμός παρακολούθησης και επιτάχυνσης αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων, που μέχρι σήμερα ενσωματώνονταν στα μνημόνια και βρίσκονται στον πυρήνα των κατευθύνσεων της ΕΕ.
Να λοιπόν γιατί η συζήτηση περί «καθαρής» ή «με αστερίσκους» εξόδου από το μνημόνιο δεν έχει καμιά σχέση με τις αγωνίες του λαού, που τσακίζεται από την αντιλαϊκή πολιτική, με ή χωρίς μνημόνια, και πρέπει πιο αποφασιστικά να αναζητήσει διέξοδο στη σύγκρουση με το κεφάλαιο, την ΕΕ, την κυβέρνηση και τα κόμματά τους.

TOP READ