12 Απρ 2020

#Covid-19: «Ο θάνατός σου, η ζωή μου»

«Στο κυνήγι της μάσκας, ανταγωνιζόμαστε τους πάντες, πλην της Ανταρκτικής». Ο επικεφαλής της υγειονομικής υπηρεσίας της Φλόριντα, Τζάρεντ Μόσκοβιτς, περιέγραψε με γλαφυρό τρόπο τη μάχη για την απόκτηση κρίσιμου υγειονομικού υλικού εν μέσω πανδημίας. Το γεγονός ότι όλες οι χώρες ζητούν εναγωνίως και ταυτοχρόνως τα ίδια υλικά, ενώ οι περισσότερες δεν είχαν φροντίσει να διαθέτουν στρατηγικά αποθέματα, έχει οδηγήσει σε μια παγκόσμια κούρσα επικράτησης στην οποία ο ανθρώπινος πολιτισμός έχει ουσιαστικά υποκατασταθεί από το «ο θάνατός σου, η ζωή μου».
Αρχηγοί κρατών τηλεφωνούν αυτοπροσώπως σε διευθυντές παραγωγής, παραγγελίες υφαρπάσσονται στο μέσο της διαδρομής, χώρες που χρειάζονται μικρό αριθμό διαγνωστικών τεστ γιατί βρίσκονται στην αρχή της επιδημίας δεν μπορούν να προμηθευθούν ούτε και αυτά, γιατί πλουσιότερες χώρες έχουν «κλείσει» την παραγωγή των επόμενων μηνών. Διπλωματικές συμβάσεις καταρρέουν, καθώς Γερμανοί αξιωματούχοι καταγγέλλουν επωνύμως τις ΗΠΑ για «σύγχρονη πειρατεία» και «τακτικές Αγριας Δύσης» στο παγκόσμιο κυνήγι της μάσκας, ενώ Γάλλοι αξιωματούχοι παραπονιούνται ότι διαχειρίζονται χρήματα φορολογουμένων και δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τις ΗΠΑ όταν αυτές παίρνουν «κλεισμένες» παραγγελίες πληρώνοντας τα τριπλάσια.
Η ύπαρξη στρατηγικών αποθεμάτων και σχεδίου για αύξηση της παραγωγής σε περίπτωση κρίσης θα είχε αποτρέψει την τρομακτική αυτή κούρσα. Ομως, η διατήρηση στρατηγικών αποθεμάτων δεν συμβαδίζει με την πολιτική της πλήρους διείσδυσης της ελεύθερης αγοράς σε κάθε τομέα δραστηριότητας, όπως έδειξε με τραγικό τρόπο το παράδειγμα της Ελβετίας, η οποία μόλις πρόπερσι εξάντλησε το στρατηγικό απόθεμα οινοπνεύματος, που διατηρούσε επί δεκαετίες για την παρασκευή απολυμαντικών σε περίπτωση επιδημίας, λόγω του «ανοίγματος» της αγοράς οινοπνεύματος.
Εξάλλου, την ώρα που οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν την οικονομική ισχύ τους για να προμηθευθούν όσο περισσότερο υλικό μπορούν, ταυτοχρόνως απαγορεύουν στις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη χώρα να εξάγουν υλικό, είτε έχουν κλεισμένες παραγγελίες είτε όχι.
Σε κάποιες περιπτώσεις, νοσοκομεία καταφεύγουν σε αυτοσχέδιες λύσεις, όπως η χρήση τρισδιάστατων εκτυπωτών που επιτρέπει την παραγωγή από το μηδέν μασκών και προστατευτικού υλικού, έστω και σε μικρές ποσότητες. Η πραγματικότητα, ωστόσο, παραμένει ζοφερή, καθώς είναι πάρα πολλοί οι υγειονομικοί σε όλο τον πλανήτη που δίνουν τη μάχη με τον κορωνοϊό χωρίς προστατευτικό υλικό, με συνέπεια να χάνουν οι ίδιοι τη ζωή τους.
Πηγή: Καθημερινή

Το αληθινό πρόσωπο της αστικής δημοκρατίας στην ΕΕ

μέλους του Τμήματος Λαϊκών Ελευθεριών και Δικαιοσύνης της ΚΕ του ΚΚΕ
«Καθώς όλοι αντιμετωπίζουμε την πιο σοβαρή επιδημία του αιώνα, όταν παντού οι κυβερνήσεις μάχονται ενάντια σε έναν άγνωστο εχθρό και κάνουν ό,τι μπορούν για να προστατεύσουν τον πληθυσμό από την εξάπλωση του ιού και για να σώσουν ζωές, θα έπρεπε σε μια τέτοια στιγμή να βλέπαμε λίγη περισσότερη αλληλεγγύη».
Η παραπάνω δήλωση δεν ανήκει σε κάποιον πρωθυπουργό που επικαλείται την «ατομική ευθύνη» για να αποσπάσει την αποδοχή σε περισσότερα μέτρα, ούτε σε κάποιον αρχηγό αξιωματικής αντιπολίτευσης για να δικαιολογήσει την «υπεύθυνη στάση» του.
Ανήκει στον κυβερνητικό εκπρόσωπο της ουγγρικής κυβέρνησης, μετά την κριτική που ασκήθηκε για την πρόσφατη απόφαση του Κοινοβουλίου της χώρας να υπερψηφίσει νόμο που παρατείνει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης επ’ αόριστον, «μέχρι νεωτέρας», δίνοντας την εξουσιοδότηση στην κυβέρνηση μέσω διαταγμάτων να αναστέλλει την ισχύ των νόμων και να εισάγει έκτακτα μέτρα, ενισχύοντας εξαρχής και τη λογοκρισία.
Η δε κριτική που ασκήθηκε από αστικά κόμματα και Ευρωπαίους αξιωματούχους εστιάζεται κυρίως στο ότι δεν μπορεί να προβλέπεται η συνέχιση της κατάστασης πολιορκίας για «αόριστο χρονικό διάστημα». Εξάλλου η αναστολή θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών του ίδιου του αστικού Συντάγματος, όπως η συνδικαλιστική και πολιτική δράση και η ελευθερία συνάθροισης, «δικαιολογείται» με την επίκληση συνθηκών «έκτακτης ανάγκης».
Οι εξελίξεις στην Ουγγαρία αποτελούν ακραίο παράδειγμα αλλά, όπως θα δούμε, δεν είναι το μοναδικό. Γενικά αποτυπώνεται η προετοιμασία της αστικής τάξης μπροστά στο ενδεχόμενο αύξησης της λαϊκής δυσαρέσκειας στο έδαφος της επερχόμενης νέας κρίσης. Ηδη στην Ελλάδα, πριν από την κρίση, από τις κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ αφενός εντείνονται οι προσπάθειες ενσωμάτωσης (με τα καλέσματα περί «εθνικής ομοψυχίας», «εθνικής προσπάθειας» κ.ο.κ.) και αφετέρου προχωρά η αναβάθμιση της καταστολής (από τους νέους Ποινικούς Κώδικες μέχρι το νομοσχέδιο για τον περιορισμό – απαγόρευση των διαδηλώσεων).

Διεύρυνση του «Δικαίου της ανάγκης»

Φυσικά, δεν αρνούμαστε τη λήψη αναγκαίων, επιστημονικά τεκμηριωμένων περιοριστικών μέτρων για την προστασία της υγείας (όπως π.χ. για την αντιμετώπιση επιδημίας). Ωστόσο, με μια προσεκτικότερη ματιά στην εξέλιξη, όλα τα τελευταία χρόνια, της συνταγματικής και όχι μόνο νομοθεσίας αλλά και της πρακτικής των κρατών – μελών της ΕΕ, διαπιστώνουμε: Πρώτον, μια σαφή τάση διεύρυνσης του περιεχομένου αυτού που από την αστική νομική θεωρία καλείται «Δίκαιο της ανάγκης» (αλλιώς κατάσταση πολιορκίας ή έκτακτης ανάγκης ή εξαίρεσης κ.λπ.), ώστε να εντάσσονται όλο και περισσότερες καταστάσεις. Και δεύτερον, αύξηση των δικαιωμάτων που τίθενται υπό περιορισμούς, καθώς και των κατασταλτικών μέσων και μεθόδων για την επιβολή αυτών των περιορισμών.
Τα παραπάνω βέβαια απορρέουν από την ίδια τη φύση της ΕΕ και της αστικής δημοκρατίας. Αλλωστε είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), για το σύνολο των δικαιωμάτων που διακηρύσσεται τυπικά η προστασία τους προβλέπεται ρητά και η δυνατότητα επιβολής περιορισμών, και μάλιστα χωρίς να απαιτούνται «έκτακτες καταστάσεις». Αντίστοιχα διευρύνεται και στα αστικά κράτη, τόσο σε θεωρητικό επίπεδο όσο και στην πρακτική τους, η θεμελίωση «ειδικών καταστάσεων» που επιβάλλουν την εφαρμογή περιορισμών σε λαϊκά δικαιώματα και ελευθερίες χωρίς να απαιτείται η κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης (π.χ. με την αναθεώρηση του 2001 προστέθηκε στο ελληνικό Σύνταγμα η δυνατότητα επιβολής διοικητικών μέτρων για λόγους δημόσιας υγείας).
Οι παραπάνω κατευθύνσεις υλοποιούνται διαχρονικά μέχρι σήμερα απαρέγκλιτα από το σύνολο των αστικών κυβερνήσεων, φιλελεύθερων, σοσιαλδημοκρατικών ή μεγάλων συνασπισμών, οι οποίες αξιοποιούν τις δυνατότητες που τους παρέχουν η αστική δημοκρατία και ο κοινοβουλευτισμός για να σφίγγουν τη θηλιά στους λαιμούς των λαών «για την προστασία του δημόσιου συμφέροντος». Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ισπανία κατάσταση έκτακτης ανάγκης είχε κηρύξει τελευταία φορά το 2010 η τότε σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει την απεργία των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι στις ΗΠΑ παραμένει σε ισχύ η κατάσταση έκτακτης ανάγκης που είχε κηρύξει ο Τζ. Μπους μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, αφού ανανεώθηκε τόσο από τον Μπ. Ομπάμα όσο και από τον Ντ. Τραμπ και δίνει στον Πρόεδρο των ΗΠΑ ευρύτατες αρμοδιότητες κινητοποίησης του στρατού, της Εθνοφρουράς και των εφεδρικών σωμάτων, αλλά και πρόσληψης, απόλυσης, διατήρησης ανώτερων και ανώτατων αξιωματικών.

Παρεμπόδιση συνδικαλιστικής και πολιτικής δράσης

Στη Γαλλία, το Σύνταγμα σε συνθήκες κρίσης απονέμει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας «εξαιρετικές αρμοδιότητες», χωρίς να έχει κηρυχθεί κατάσταση έκτακτης ανάγκης, προκειμένου να λειτουργήσει ο κρατικός μηχανισμός. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το Νοέμβρη του 2015 έως το Μάη του 2017, που η χώρα βρισκόταν σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω των τρομοκρατικών επιθέσεων στο Παρίσι, οι αρχές, χρησιμοποιώντας τις ρυθμίσεις του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης, απαγόρευσαν δεκάδες δημόσιες συγκεντρώσεις, εκτός αυτών που απαγορεύονταν την ίδια στιγμή με τη χρήση του εκτός έκτακτης ανάγκης νομικού πλαισίου. Κατά τον τυπικό τερματισμό της από τον Εμ. Μακρόν το 2017, προβλέφθηκε η διατήρηση κάποιων «ειδικών εξουσιών» από τις αρχές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονταν η δυνατότητα πραγματοποίησης προληπτικών ελέγχων σε διαμερίσματα, ο περιορισμός της ελευθερίας κίνησης ατόμων που θεωρούνταν γενικά ύποπτα κ.ο.κ., με την πρόβλεψη η ισχύς τους να εκτεινόταν έως το τέλος του 2020!
Η χώρα κηρύχθηκε ξανά σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης στις 19 Μάρτη 2020 λόγω της επέκτασης της επιδημίας, δίνοντας τη δυνατότητα στην Προεδρία να λαμβάνει μέτρα μέσω διαταγμάτων με αρχική πρόβλεψη διάρκειας δύο μηνών. Την ώρα όμως που λαμβάνονται απανωτά αυστηρά μέτρα για τον περιορισμό της κυκλοφορίας των ατόμων και ενώ εξαπλώνεται με ταχείς ρυθμούς ο ιός, μεγάλοι χώροι δουλειάς και εργοστάσια λειτουργούν κανονικά, χωρίς μέτρα υγιεινής και ασφάλειας. Ταυτόχρονα αξιοποιούνται και οι νέες ρυθμίσεις για σαρωτικές αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις και στα εναπομείναντα δικαιώματα. Στις καταγγελίες και τις διεκδικήσεις των συνδικάτων ο Γάλλος Πρόεδρος απάντησε με την έναρξη μίας ακόμα επιχείρησης, στο όνομα πάντα της αντιμετώπισης της πανδημίας, δίνοντας τη δυνατότητα ανάπτυξης στρατιωτικών δυνάμεων στις υπερπόντιες γαλλικές κτήσεις.
Στην Ιταλία, το Σύνταγμα σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης δίνει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να εκδίδει διατάγματα – νόμους τα οποία πρέπει να κατατίθενται στη Βουλή για έγκριση εντός 60 ημερών από την έκδοσή τους. Η Ιταλία κηρύχθηκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση της πανδημίας στις 31 Γενάρη 2020, με διάρκεια έξι μήνες, και το Μάρτη προχώρησε σε γενικό αποκλεισμό (lockdown) στο σύνολο της επικράτειας, αφήνοντας όμως σε λειτουργία μεγάλο αριθμό βιομηχανικών μονάδων και επιχειρήσεων που συγκεντρώνουν χιλιάδες εργαζόμενους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα μέτρα που εφαρμόζονται στη χώρα στη συντριπτική τους πλειοψηφία παίρνονται με τη μορφή διαταγμάτων που εκδίδονται απευθείας από τον πρωθυπουργό, και άρα δεν αποτελούν τυπικά νόμο, χωρίς ούτε καν την υποχρέωση να κατατεθούν στη Βουλή για έγκριση και χωρίς την υποχρέωση να προσυπογράφονται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση απάντησε με διώξεις, ζητώντας και την επιβολή οικονομικών κυρώσεων, στα συνδικάτα που πρωτοστάτησαν στην οργάνωση του αγώνα ενάντια στην εργοδοτική αυθαιρεσία, στη λειτουργία μεγάλων βιομηχανικών μονάδων και επιχειρήσεων με μεγάλη έλλειψη μέτρων υγιεινής και ασφάλειας. Η κυβέρνηση υποστήριξε ότι η προκήρυξη απεργίας εν μέσω πανδημίας συμβάλλει στη «δημιουργία διευρυμένου κλίματος ανασφάλειας» και προκαλεί «αναρίθμητες ζημιές στη συλλογικότητα και στις επιχειρήσεις», προαναγγέλλοντας περαιτέρω περιορισμούς στο δικαίωμα στην απεργία.

Αγωνιστική στάση απέναντι στη δικτατορία του κεφαλαίου

Δηλαδή η ανάγκη αντιμετώπισης της πανδημίας αξιοποιείται ως αφορμή για να ξεδιπλώνεται πιο γρήγορα ένα ευρύ φάσμα αναβαθμισμένων περιορισμών σε ελευθερίες και δικαιώματα, μέτρων καταστολής και ποινικοποίησης εργατικών και λαϊκών αγώνων, μεθόδων ηλεκτρονικής παρακολούθησης και καταγραφής εκατομμυρίων ανθρώπων, που ούτως ή άλλως βρίσκονταν στα σχέδια των αστικών τάξεων. Κυρίως επιδιώκεται η εξασφάλιση της συναίνεσης και της νομιμοποίησής τους στη λαϊκή συνείδηση.
Στο στόχαστρο βρίσκεται το εργατικό – λαϊκό κίνημα, και κυρίως η δυνατότητα μελλοντικής ανάτασής του. Γι’ αυτόν το λόγο η τάση εδω και καιρό είναι να αξιοποιούνται διατάξεις που αφορούν την αντιμετώπιση του «εξωτερικού εχθρού», που αποτέλεσε κατά κανόνα και τη δικαιολογητική βάση της πρόβλεψης για την «κατάσταση πολιορκίας» (ή έκτακτης ανάγκης) στα αστικά Συντάγματα. Γίνεται σαφές ότι αστικά κράτη, κυβερνήσεις και κόμματα έχουν το βλέμμα στραμμένο στη νέα επερχόμενη καπιταλιστική κρίση και στην όξυνση των αντιθέσεων και των ανταγωνισμών. Η αναβαθμισμένη προετοιμασία για συνθήκες απότομης όξυνσης της ταξικής πάλης δεν αφορά μόνο την Ουγγαρία, όπως υποκριτικά μυξοκλαίνε «ευαίσθητοι» σοσιαλδημοκράτες και φιλελεύθεροι, αλλά βρίσκεται στα κιτάπια των ίδιων των κατευθύνσεων και αποφάσεων της ΕΕ και των αστικών κρατών. Απέναντι σε αυτήν την ολομέτωπη επίθεση δεν πρέπει να χαθεί χρόνος. Ο λογαριασμός γράφεται τώρα και δεν χωράνε οι λογικές «θα λογαριαστούμε μετά», που διακινεί ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθώντας να κρύψει τη συναίνεσή του σε αντιλαϊκούς σχεδιασμούς που άλλωστε υπηρέτησε και ως κυβέρνηση. Χρειάζεται επαγρύπνηση, καμία εμπιστοσύνη σε αστικά κόμματα και κυβερνήσεις. Ενισχύουμε τη διεκδίκηση τώρα για την προστασία της υγείας του λαού και των παιδιών του, την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του, των συνδικαλιστικών και πολιτικών ελευθεριών, την κάλυψη του συνόλου των κοινωνικών αναγκών.
Πηγή: 902.gr

Ευρωπαϊκή αποκαθήλωση: Όταν τα αστέρια χάνουν (ξανά) τη λάμψη τους


Λέγεται συνήθως πως στις μεγάλες κρίσεις παραμερίζονται τα αντικρουόμενα συμφέροντα για χάρη του κοινού καλού, πως τα ατομικά οφέλη αντικαθίστανται από την ενότητα και την ομοψυχία. Πρόκειται για δύο έννοιες, που τις ακούμε συχνά και στη χώρα μας από τη κυβέρνηση, την αντιπολίτευση και πλείστους όσους δημοσιολογούντες. Κατά πόσο, όμως, αυτή η ενότητα και η ομοψυχία που μας καλούν να επιδείξουμε, υπάρχει στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, που υποθέτουμε πως θα έπρεπε να δίνει πρώτη το παράδειγμα;
Το πλαίσιο πριν τη συμφωνία
Αν άκουγε κανείς τους ευρωπαίους αξιωματούχους τις τελευταίες μέρες, θα αντιλαμβανόταν πως είχε να κάνει με στυγνούς γραφειοκράτες που κατεργάζονταν απλώς τρόπους για να παραμείνει βιώσιμο το χρέος των κρατών – μελών ή να μην αντιδράσουν αρνητικά οι αγορές και οι οίκοι αξιολόγησης, τη στιγμή που τα θύματα αυξάνονται καθημερινά σε όλο τον κόσμο, έχοντας ήδη ξεπεράσει τις 100.000.
Στις Βρυξέλλες, ο καθένας εξέθετε τις προσωπικές του ονειροφαντασίες, που εκτείνονταν από γενικόλογα ευχολόγια για την αδήριτη ανάγκη ομοσπονδοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέχρι τον συνδυασμό προοδευτικής δημοσιονομικής πολιτικής – με ό,τι ο καθένας μπορεί να συμπεράνει από αυτό.
Παράλληλα, η Ιταλία απειλούσε με αποχώρηση από αυτό το ευρωπαϊκό συνονθύλευμα, αν συνεχίσει να πορεύεται χωρίς καμία βοήθεια σε αυτή την πρωτοφανή κρίση που μαστίζει το εσωτερικό της, ενώ ο Ιταλός πρωθυπουργός, Τζουζέπε Κόντε, ζητούσε επιτακτικά την αμοιβαιοποίηση του νέου χρέους, μέσα από την έκδοση «κορονο-ομολόγου» (δανεισμός με τους ίδιους όρους για όλους), για να μπορέσει να στηρίξει τις μεγάλες ιταλικές επιχειρήσεις και να προσφέρει ένα πειστικό αφήγημα στον ιταλικό λαό για την επόμενη μέρα. Η Γερμανία, όμως, θεωρούσε πως κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε τριγμούς στον κυβερνητικό της συνασπισμό και θα προκαλούσε τετελεσμένα και προς την κατεύθυνση των δημοσιονομικών θεμάτων, ενώ παράλληλα θα έθετε σε κίνδυνο τον πρωταγωνιστικό ρόλο των επιχειρηματικών της ομίλων την επόμενη μέρα. Φυσικά, δεν αντιπαρατασσόταν ανοιχτά η ίδια, αφήνοντας την Ολλανδία να βγάλει το φίδι από την τρύπα, ζητώντας όρους και προϋποθέσεις από την Ιταλία για να στηριχτεί οικονομικά – κοινώς μνημόνιο.
Η Γερμανία απλώς παρατηρούσε τις ζυμώσεις που πραγματοποιούνταν ανάμεσα στα κράτη – μέλη, διαδίδοντας προς τα έξω πως δεν υπάρχει η πολυτέλεια του χρόνου για να δημιουργηθεί ένα καινούργιο εργαλείο, σαν το «κορονο-ομόλογο», κάτι που δήλωσε και ο πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ.
Habemus συμφωνία
«Τα ευρωομόλογα τέθηκαν στο τραπέζι, οι όροι (για την εξασφάλιση χρηματοδότησης κρατών από πλευράς) του ΕΜΣ αποσύρθηκαν από το τραπέζι», ανέφερε o Ιταλός υπουργός Οικονομικών, Ρομπέρτο Γκουαλτιέρι, δείχνοντας φανερά ικανοποιημένος με την επίτευξη της συγκεκριμένης συμφωνίας, ενώ ο Γάλλος υπουργός οικονομικών, Μπρουνό Λεμέρ, ανέφερε πως πρόκειται για μια «εξαιρετική συμφωνία».
Αν κοιτάξουμε λίγο καλύτερα τα σημεία της συμφωνίας, όμως, θα αντιληφθούμε πως αυτές οι δηλώσεις δεν αποτελούν τίποτα παραπάνω από μια προσπάθεια να παρουσιαστεί ένας κακής κοπής συμβιβασμός σαν μία πολλά υποσχόμενη λύση. Στην πραγματικότητα, η συμφωνία δεν περιλαμβάνει καμία αναφορά σε «κορονο-ομόλογα», για τα οποία ορισμένοι ξέχασαν πως έθεταν και θέμα παραμονής τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά μόνο ένα πακέτο χρηματοδότησης ύψους 540 δισ. ευρώ, ποσό πολύ μικρότερο από τα μέτρα ύψους 1,5 τρισ. ευρώ που επισημαίνει η ΕΚΤ πως μπορεί να χρειαστεί φέτος μόνο η Ευρωζώνη.
Το πακέτο περιλαμβάνει χορηγήσεις δανείων στα κράτη – μέλη, με μερικά μάλιστα από αυτά να έχουν την ταμπέλα «προγράμματα επιδότησης εργασίας» (προγράμματα SURE) που θα δοθούν σε επιχειρήσεις στο όνομα της απασχόλησης, ενώ ταυτόχρονα θα ξεκινήσει η αποπληρωμή τους με μέτρα λιτότητας, που θα βαφτιστούν ως «αναγκαίες μεταρρυθμίσεις» για να επιβληθούν σε αυτούς που θεωρητικά θα στήριζαν.
«Ο ESM μπορεί να προσφέρει οικονομική βοήθεια σε χώρες χωρίς όρους για υγειονομικά έξοδα. Θα διατεθεί επίσης για οικονομική στήριξη, αλλά με όρους. Αυτό είναι δίκαιο και λογικό. Είμαστε και θα παραμείνουμε αντίθετοι στα ομόλογα-corona», δήλωσε ο Ολλανδός υπουργός Οικονομικών, Γούπκε Χούκστρα, κερδίζοντας αυτό ακριβώς που ήθελε, με το να παραχωρήσει απλώς τη συναίνεσή του σε μια ασαφή δήλωση στη συμφωνία που παραπέμπει την εξέταση «καινοτόμων χρηματοοικονομικών εργαλείων» σε κάποιο αόριστο μέλλον. Μια φράση που δόθηκε χαριστικά στους πρωθυπουργούς της Ισπανίας και της Ιταλίας για να μπορέσουν (;) να κοιτάξουν στα μάτια τους πολίτες τους, υποστηρίζοντας πως μέσα από ένα τόσο σκληρό μπρα ντε φερ βγήκαν (κι αυτοί) κερδισμένοι.
Την ίδια στιγμή, ο πρόεδρος του Eurogroup, Μάριο Σεντένο, πιστεύει πως οι αποφάσεις που πήραν, απάντησαν «στο αίτημα των πολιτών για μια Ευρώπη που βοηθά», θεωρώντας πιθανότατα πως ο κόσμος δεν αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα, με τα αγεφύρωτα συμφέροντα που υφίστανται μεταξύ των κρατών-μελών, αφού δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση «βοήθεια» ο κυβερνητικός χρόνος που επιχειρείται να αγοραστεί από τέτοιους είδους συμφωνίες που δίνουν τη δυνατότητα να ερμηνεύονται καταπώς βολεύει τον καθέναν.
Η επόμενη μέρα
«Στέρησε το μέλλον από τον άνθρωπο και έχεις διαπράξει κάτι χειρότερο και από φόνο», υποστήριζε ο σπουδαίος Βρετανός συγγραφέας, John Berger, και έχει νόημα να το θυμόμαστε για να μην ξεχνάμε το διακύβευμα της επόμενης μέρας, ειδικά σήμερα που αρκετοί ισχυρίζονται πως είναι εξαιρετικά θετικό πως η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αποκτήσει εμπειρία στη διαχείριση κρίσεων, μετά την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης του 2008, κι άρα είναι περισσότερο προετοιμασμένη για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας πανδημίας. Αν, όμως, αυτό το ερμηνεύσει κανείς από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων – λαμβάνοντας υπόψη όλα τα μέτρα που πάρθηκαν στις πλάτες τους τα προηγούμενα χρόνια – και όχι των τεχνοκρατών των Βρυξελλών, θα συνειδητοποιήσει πως αυτή η εμπειρία αποτελεί οιωνό αρνητικών εξελίξεων.
Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός πως πρόκειται για μια κρίση που κανείς δεν μπορεί να την αποδώσει σε αβελτηρίες, κακοδιαχείριση, δημοσιονομικές υπερβολές και θεσμικές διαστρεβλώσεις, όπως αυτή του 2008, όπου κάποιοι μπόρεσαν με αυτόν τον τρόπο να αποπροσανατολίσουν τον κόσμο από τους πραγματικούς υπαίτιους της κρίσης. Υπενθυμίζουμε πως προβάλλοντας τότε απλώς ανίκανους managers, αδύναμους να προβλέψουν την κρίση και κατ’ επέκταση να τη διαχειριστούν, υποβάθμιζαν εμπρόθετα τον ρόλο των αγορών και της ίδιας της εγγενής φύσης του καπιταλιστικού συστήματος να προκαλεί οικονομικές κρίσεις.
Γι’ αυτό και τώρα το αφήγημά τους παρακάμπτει το «Μαζί τα φάγαμε» (που δεν ήταν μόνο ελληνικό αφήγημα) και πάει κατευθείαν στο «Μαζί θα πληρώσουμε», επιχειρώντας να προετοιμάσουν τον κόσμο για νέα αντιλαϊκά μέτρα, που δεν ξέρουμε πόσο θα διαρκέσουν και ούτε μπορούμε να εικάσουμε, στοιχείο που οξύνει το αίσθημα αβεβαιότητας.
Αυτά τα νέα μέτρα, όμως, θα έρθουν να προστεθούν στα ήδη υπάρχοντα, δηλαδή, κατά μία έννοια, ο λαός θα κληθεί να μπει σε μια νέα κρίση, χωρίς να έχει εξέλθει από την προηγούμενη.
Απολύσεις (ήδη χάθηκαν περίπου 42.000 θέσεις εργασίας τον Μάρτιο), μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις, περαιτέρω εντατικοποίηση και ευελιξία στην αγορά εργασίας, ενώ το κερασάκι στην τούρτα πιθανότατα να δώσει η μετακύλιση χρέους του ιδιωτικού τομέα προς τον δημόσιο για να διασωθούν μεγάλες επιχειρήσεις. Αυτό, όμως, θα έχει σαν συνέπεια να αυξηθεί το δημόσιο χρέος, στο όνομα του οποίου έλαβε χώρα η κοινωνική αποσάθρωση της προηγούμενης δεκαετίας. Όταν ο ΟΟΣΑ αναφέρει πως μπορεί η μείωση του ελληνικού ΑΕΠ να φτάσει έως και το 35%, εύλογα αναρωτιόμαστε για τους τρόπους με τους οποίους θα αντιμετωπιστεί αυτή η μείωση.
Όλα αυτά που περιγράφουμε προσιδιάζουν σε «πόλεμο», με έναν εχθρό που είναι ορατός, με σάρκα και οστά, και στέκεται μπροστά μας, επιδεικνύοντας τα όπλα του. Για να τον αντιμετωπίσει κανείς αποτελεσματικά θα πρέπει να έχει άξιους συμπαραστάτες ή, τουλάχιστον, να μην έχει δίπλα του ανθρώπους που να υπονομεύουν την προσπάθειά του.
«Έχασα την πίστη του στο σύστημα», ανέφερε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Έρευνας (ERC), Μάουρο Φεράρι, υποβάλλοντας την παραίτησή του «άκρως απογοητευμένος από την ευρωπαϊκή απάντηση στη νόσο Covid-19».
Αυτή την πίστη χάνουν αυτές τις μέρες και οι τελευταίοι που είχαν απομείνει να στοιχίζονται πίσω από την Ευρωπαϊκή Ένωση και να την ακολουθούν τυφλά, φοβούμενοι να πιστέψουν πως υπάρχει ζωή και έξω από αυτήν.

ΓΙΑ ΤΟ "ΚΡΑΤΟΣ" και ΓΙΑ ΝΑ ΞΕΡΟΥΜΕ "ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ"

 Του Σφυροδρέπανου !!!

-Εμείς θέλουμε λιγότερο ή περισσότερο κράτος;

Βασικά στοιχεία για όσους δεν κατάλαβαν λέξη από το “Κράτος και Επανάσταση”. Και αυτό αφορά και πολλούς που το διάβασαν μικροί…


Ας ξεκινήσουμε από το βασικό: τι είναι το κράτος;

Το κράτος είναι όργανο ταξικής κυριαρχίας. 


Μια δύναμη πάνω από την κοινωνία, με ένα σύνολο μηχανισμών, που δε διασφαλίζει γενικά και αόριστα την οργάνωση της κοινωνικής δραστηριότητας -με βασικότερη την παραγωγική διαδικασία-, αλλά την οργάνωση της κοινωνίας με τέτοιον τρόπο που να διασφαλίζει και να διαιωνίζει την εξουσία της κυρίαρχης τάξης. Και αυτήν την τελευταία θα την εντοπίσουμε μες στην παραγωγική διαδικασία και όχι έξω από αυτήν, σε κάποιον τομέα του εποικοδομήματος.
Το πρώτο και βασικό που πρέπει να εμπεδώσει κανείς είναι αυτός ακριβώς ο ορισμός, που διαλύει μια αφελή αντίληψη-παραδοχή που από παιδιά μαθαίναμε να θεωρούμε δεδομένη: ότι δηλαδή το κράτος εκφράζει το γενικό συμφέρον ενάντια στα επιμέρους, ατομικά και ιδιωτικά συμφέροντα, και ενσαρκώνει με έναν νεφελώδη “χεγκελιανό” τρόπο την έννοια του “γενικού καλού”, παρά τις όποιες στρεβλώσεις του.

Όχι, το κράτος εκφράζει τα συμφέροντα των κυρίαρχων και την εξουσία τους. Και αυτό δεν είναι ένας χοντροκομμένος απλοϊκός ορισμός, αλλά η ουσία του κράτους, την οποία επιχειρούν να θολώσουν διάφορες “σύγχρονες αναλύσεις” που περιστρέφονται γύρω της χωρίς να την αγγίζουν. 

Πχ η θεωρία του Ν. Πουλαντζά που σε αντίθεση με τον Λένιν, ορίζει το κράτος ως σχέση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργατική τάξη, ανάμεσα στον κυρίαρχο και τον κυριαρχούμενο. 

Μια ρευστή, ευμετάβλητη σχέση, που διαρκώς επανακαθορίζεται με δυναμικό τρόπο και αυτό σημαίνει πως μπορούμε να την αλλάξουμε προς όφελός μας, μέσα από έναν τακτικό Πόλεμο Θέσεων “αλά Γκράμσι”, κερδίζοντας συνεχώς νέες θέσεις και οχυρά, ανεξάρτητα από την στρατηγική σύγκρουση -και βασικά χωρίς αυτή την τελευταία-, δηλαδή χωρίς το άλμα της Επανάστασης και μια “απλοϊκή έφοδο στον ουρανό”.
Όλα αυτά, βέβαια, μέχρι να γίνουν κυβέρνηση οι ιδεολογικοί απόγονοι-επίγονοι του Πουλαντζά, και να ανακαλύψουν ξαφνικά ως μεγάλοι θεωρητικοί του μαρξισμού πως “άλλο το κράτος και άλλο η κυβέρνηση”, ότι δεν αρκεί μόνο το δεύτερο και ότι πρέπει να έχεις τους “αρμούς της εξουσίας” στα χέρια σου, για να πετύχεις τις αλλαγές που θέλεις. Ποιος να το ‘λεγε…
Πρέπει λοιπόν να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε μακριά από απλοϊκά, αποπροσανατολιστικά σχήματα, τύπου “κρατιστές-αντικρατιστές”, που συσκοτίζουν την ουσία. Είναι αρκετά ενδιαφέρουσα η σύμπτωση φιλελεύθερων και αναρχικών -σαν τον “Αναρχικό Τραπεζίτη” του Πεσόα- στον ένα πόλο του σχήματος, είναι όμως φαιδρό να θεωρούμε στα σοβαρά ότι οποιοσδήποτε Δεξιός είναι με κάποιον τρόπο αντικρατιστής, επειδή είναι υπέρ των ιδιωτικοποιήσεων και κάνουν αστεία επιπέδου Αρβύλας για τους δημόσιους υπαλλήλους. Κι είναι αστείο για μια σειρά λόγους.

Γιατί είναι ιστορικά και διαχρονικά οι κατεξοχήν εκφραστές του. Γιατί “Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια”. Γιατί “Νόμος και Τάξη”. Γιατί, όπως λέει και ο Ράμφος, η Εκκλησία είναι κομμάτι του κράτους -κι άσε τους φιλελεύθερους να έχουν τύψεις συνείδησης, ώσπου να ξεχάσουν τον διαχωρισμό τους. Γιατί λατρεύουν την Αστυνομία, τον Στρατό και τα όργανα καταστολής.

Αλλά το κράτος δεν είναι μόνο οι μηχανισμοί καταστολής και επιβολής της δημόσιας άρχουσας τάξης. Ούτε μόνο οι ιδεολογικοί μηχανισμοί του (σχολείο, εκκλησία κτλ).

 Είναι και ο συλλογικός καπιταλιστής, αυτός που διαχειρίζεται πολιτικά τα συμφέροντα της αστικής τάξης, που την εκπροσωπεί στο εξωτερικό στις Συνόδους Κορυφής, που αναδιανέμει τον εγχώριο πλούτο υπέρ της και την μπουκώνει με ζεστό δημόσιο χρήμα. Υπάρχει πιο επίκαιρο παράδειγμα από τον κορονοϊό και τα λεφτά που χαρίζει σε επιχειρηματίες για να πληρώσουν τους μισθούς και για να χρυσοπληρώσει το ίδιο ιδιωτικές κλίνες ΜΕΘ, αντί να τις επιτάξει;
Η μεγάλη πλειοψηφία των μονοπωλιακών ομίλων και των επιχειρήσεων είναι η φωτογραφία που πρέπει να έχουμε δίπλα στον ορισμό του κρατικοδίαιτου. Όπως διάβασα στον τοίχο ενός φίλου, το να εμπιστεύεσαι δημόσιο χρήμα σε έναν φιλελέ-επιχειρηματία, είναι περίπου σα να εμπιστεύεσαι έναν παιδεραστή να σου προσέχει το παιδί (baby-sitting).
Όσο κωμικό είναι να θεωρεί κανείς αντικρατιστές τους καπιταλιστές και τους φιλελέδες, επειδή υποστηρίζουν τις ιδιωτικοποιήσεις, άλλο τόσο φαιδρό είναι να θεωρεί κανείς πως όσοι στηρίζουν τις εθνικοποιήσεις είναι σοσιαλιστές και ότι ο σημερινός δημόσιος τομέα είναι μια μεταβατική μορφή προς τον σοσιαλισμό που ονειρευόμαστε. (Παρεμπιπτόντως, οι δύο πόλοι φροντίζουν να λύσουν διαλεκτικά στην πράξη τη μεταξύ τους αντίθεση και να συγκροτήσουν ως νέα ποιότητα τον ΣΔΙΤ, συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, ως επιθυμητό μοντέλο σε όλες τις μπίζνες που στήνουν, γιατί πάντα χρειάζεται το δημόσιο για να αναλάβει με τα ταμεία του και τα δικά μας χρήματα τη βρώμικη, μη επικερδή δουλειά).

Οι κομμουνιστές δεν υποστηρίζουν γενικά και αόριστα τις εθνικοποιήσεις, δε θεωρούν τον δημόσιο τομέα ως μια προπόνηση για το πώς θα είναι οι δημόσιες επιχειρήσεις στην κοινωνία του μέλλοντος, ούτε έχουν ως ορίζοντα το “κοινωνικό κράτος” των καπιταλιστικών χωρών και το Σουηδικό μοντέλο, που δείχνει ολοένα και περισσότερο τα δόντια του στα χρόνια της κρίσης.

 Υπερασπίζονται το δημόσιο χαρακτήρα των αγαθών και των υπηρεσιών, που είναι εντελώς διαφορετικό. Στη σοσιαλιστική κοινωνία -που είναι ανώριμος κομμουνισμός, όπου παλεύουν και συνυπάρχουν το παλιό με το καινούριο-, το κράτος παίρνει στο όνομα της κοινωνίας τα βασικά μέσα παραγωγής πλούτου στην κατοχή του. 
Αλλά όποιος δεν καταλαβαίνει την ειδοποιό ταξική διαφορά μιας επαναστατικής εξουσίας από ένα αστικό κράτος, μπορεί να πάει να κάνει παρέα με εκείνους τους αναρχικούς που δηλώνουν γενικά αντι-εξουσιαστές (αντι-κρατιστές) χωρίς να έχει κανένα ταξικό στοιχείο η πολιτική τους ανάλυση.

Όσο για τους “αριστερούς”, “σοσιαλιστές” και “σοσιαλίζοντες”, που βλέπουν μια δόση “σοσιαλισμού” (όση υπάρχει δηλαδή και στον όρο “σοσιαλδημοκρατία”) στο σημερινό δημόσιο τομέα ή σε κάποιες εθνικοποιήσεις, είναι αυτοί ακριβώς που στην πραγματική σοσιαλιστική εξουσία, θα ανακαλύψουν ξαφνικά τη διαφορά μεταξύ της κρατικοποίησης και της “πραγματικής κοινωνικοποίησης” και θα ταχθούν υπέρ της δεύτερης, με το “ριζοσπαστικό αίτημα” της αυτοδιαχείρισης -που το είδαμε στην πράξη σαν ντροπαλό καπιταλισμό στη Γιουγκοσλαβία του Τίτο- και εκφράζοντας βασικά την επιθυμία να μην υπάρχει σοσιαλιστική εξουσία-κράτος να οργανώνει την παραγωγή σε πραγματικά πανεθνική βάση. Στο σήμερα όμως, “εδώ και τώρα”, δε λένε όχι σε μια επιτελική θέση στον αστικό κρατικό μηχανισμό, ούτε έχουν κάποιες αγεφύρωτες διαφορές από τους εξίσου κρατικοδίαιτους δεξιούς.

Ας σημειώσουμε και αυτό. 

Όποιος θεωρεί πως είμαστε όλοι μαζί στο ίδιο μέτωπο και το ίδιο σακί (η ΠΦΑ και το προδομένο αριστεροχώρι με τους κομμουνιστές) για την υπεράσπιση του δημόσιου τομέα, βασικά κάνει το ίδιο ακριβώς πολιτικό-μεθοδολογικό λάθος, που κάνει κι ένας φασίστας από την ανάποδη, όταν θεωρεί “μπολσεβίκους” και “αναρχοάπλυτους” όλους τους χώρους αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ -μαζί με αυτόν- ή κάποτε, αριστερά του ΠΑΣΟΚ -μαζί με το ΠΑΣΟΚ, προφανώς.

Το κράτος στην κοινωνία του μέλλοντος ως μισο-κράτος που θα απονεκρώνεται -όχι όμως πριν… “απονεκρωθούν” πολιτικά οι δυνάμεις της αντίδρασης και του παρελθόντος- και ο ακριβής ρόλος του, είναι μεγάλο κεφάλαιο και απαιτεί ξεχωριστή ανάλυση. Για να προχωρήσουμε σε αυτό, όμως, το βασικό είναι έχουμε καθαρό τι είναι το κράτος στον καπιταλισμό και τι θέλουμε να κάνουμε με αυτό. 

Να το καταλάβουμε για να το αλλάξουμε από μέσα και να το φέρουμε στα μέτρα μας; (Όσοι το επιχείρησαν, άλλαξαν οι ίδιοι και ήρθαν αυτοί στα δικά του μέτρα). Ή να το γκρεμίσουμε και να χτίσουμε μια άλλη μορφή κοινωνικής οργάνωσης στη θέση του;

Αυτό που θέλουμε δεν είναι ούτε λιγότερο, ούτε περισσότερο (αστικό) κράτος. Αλλά μια επανάσταση που θα το τσακίσει και ένα τελείως διαφορετικό κράτος -δηλαδή μορφή κοινωνικής οργάνωσης-, μια επαναστατική εξουσία στη θέση του. 

Όποιος δεν έχει καταλάβει ούτε τα βασικά από όσα εξηγεί ο Λένιν στο “Κράτος και Επανάσταση” -ή τα κατάλαβε μικρός, για να τα ξεχάσει στην πορεία, όταν δηλαδή ήρθαν σε σύγκρουση με το ατομικό του βόλεμα- είναι καταδικασμένοι να σκοντάφτουν ξανά και ξανά στην πραγματικότητα και να κάνουν τα ίδια ακριβώς λάθη.Το ζήτημα είναι εμείς αν βγάζουμε συμπεράσματα, για να ξέρουμε “Τι να κάνουμε”…

TOP READ