30 Οκτ 2020

«Αξίζει να ρισκάρουμε ένα δεύτερο κύμα... »


Τις τελευταίες μέρες παρακολουθούμε κυβερνητικά στελέχη και μέλη της Επιτροπής της κυβέρνησης να μιλούν για το δεύτερο κύμα πανδημίας του κορονοϊού, που είναι πιο επιθετικό από το πρώτο. Τις ...αναλύσεις τους βέβαια τις συμπληρώνουν και με τις αιτίες που, ούτε λίγο ούτε πολύ, συμπυκνώνονται στα εξής: «Φταίει η ανευθυνότητα των πολιτών», «φταίει η μη τήρηση των μέτρων», «φταίει η μη συνειδητοποίηση της ατομικής ευθύνης». Ολα αυτά, βέβαια, προετοιμάζουν το έδαφος για να εμφανίσουν τον ίδιο τον λαό ως υπεύθυνο για την κατάσταση που θα επιδεινωθεί, αλλά πολύ περισσότερο ως υπεύθυνο που πρέπει να πληρώσει με ένα νέο πακέτο αντιλαϊκών μέτρων που θα συνοδεύει το δεύτερο κύμα της πανδημίας. Το έργο το είδαμε άλλωστε και στο πρώτο κύμα και στο πρώτο lockdown... Γι' αυτό, άλλωστε, όλες αυτές τις μέρες, σταθερά βρίσκεται εκτός κάδρου η πραγματική αιτία. Δηλαδή, η κατάσταση στον τομέα Υγείας, στους χώρους δουλειάς, στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, στα σχολεία, στις δομές προσφύγων και μεταναστών. Εκεί δηλαδή όπου μας λένε ότι δεν μπορεί να γίνει κάτι περισσότερο από αυτό που έχει ήδη γίνει, αν και θεωρούνται σύμφωνα και με διεθνείς μελέτες οι βασικές εστίες υπερμετάδοσης. Είναι κρίσιμη βεβαίως η απάντηση στο γιατί δεν μπορούν να παρθούν τα αναγκαία και ουσιαστικά μέτρα, που αποτελούν άλλωστε και αντικείμενο διεκδίκησης συνδικάτων, μαζικών οργανώσεων του εργατικού - λαϊκού κινήματος, των υγειονομικών, εκπαιδευτικών, μαθητών. Η κυβέρνηση λέει ότι δεν προλάβαινε να κάνει κάτι άλλο, ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί την κυβέρνηση για ανικανότητα και στήνουν μεταξύ τους αποπροσανατολιστικό καβγά. Η αλήθεια όμως είναι άλλη. Το γιατί δεν μπορούν να παρθούν μέτρα λογικά και αυτονόητα, δείχνει και το βάθος του προβλήματος. Οτι δηλαδή η λογική κόστους - οφέλους που κυριαρχεί για μια σειρά από κρατικές δαπάνες που αφορούν λαϊκές ανάγκες, οι οποίες αντιμετωπίζονται ως εμπορεύματα, οι προτεραιότητες στήριξης των μονοπωλιακών ομίλων, το πολιτικό πλαίσιο που έχουν διαμορφώσει από κοινού όλες οι κυβερνήσεις των ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, που διαπνέει τη λειτουργία των μηχανισμών του αστικού κράτους, δεν αφήνουν άλλα περιθώρια...

* * *

Αυτό το κριτήριο κυριάρχησε και την περίοδο που η πανδημία έδειξε κάμψη, με την κυβέρνηση να κάνει πανηγυρική έναρξη της τουριστικής περιόδου από τη Σαντορίνη και τον ΣΥΡΙΖΑ να ζητά ακόμα πιο χαλαρά πρωτόκολλα, αλλά και ορισμένους ειδικούς να βάζουν την επιστημονική τους γνώση στην υπηρεσία αυτής της λογικής. Τότε που ο πρωθυπουργός έλεγε ότι «η Ελλάδα νίκησε τον κορονοϊό», λέγανε κάποιοι: «Το καλοκαίρι η μεταδοτικότητα του ιού ελαττώνεται κατά 10% - 15%. (...) Βάσει της επιδημιολογίας άλλων κορονοϊών, περιμένουμε ένα "δεύτερο κύμα" το φθινόπωρο, αλλά θα είναι πολύ πιο ήπιο και διαχειρίσιμο, με την έννοια ότι θα υπάρχει μεγαλύτερη ανοσία, νέα φάρμακα και ένα σύστημα Υγείας καλύτερα προετοιμασμένο».

Αυτές οι βαρύγδουπες φράσεις ανήκουν σε επιστήμονες. Δεν έχει σημασία σε ποιους. Ετσι κι αλλιώς, από τότε που έγιναν αυτές οι δηλώσεις, δηλαδή στις 14 Ιούνη, όλα αυτά έχουν ανατραπεί από την ίδια την πραγματικότητα και μόνο ως αστείο μπορεί να ακούγονται...

* * *

Βεβαίως, όταν σε αυτά που έλεγαν ειδικοί, έπεφταν τα φώτα της δημοσιότητας, κάποιοι άλλοι μίλαγαν πιο καθαρά και αποκαλυπτικά:

«Το μόνο που κάνουμε είναι να μετριάσουμε τις απώλειες. Για την ίδια την τουριστική βιομηχανία, αξίζει να διακινδυνεύσουμε ένα δεύτερο κύμα, για να κερδίσουμε κάποια έσοδα». Αυτή η δήλωση ανήκει όχι σε επιστήμονα, αλλά στον Τομ Τζένκινς, διευθύνοντα σύμβουλο της Ευρωπαϊκής Ενωσης Τουρισμού.

Οσοι λοιπόν ασπάζονταν τότε ότι «αξίζει να ρισκάρουμε» αυτό που ζούμε σήμερα, για να έχουμε κάποια έσοδα, όσοι έδωσαν πολιτική και επιστημονική κάλυψη σε αυτήν τη λογική, πάει πολύ να μιλούν ξεδιάντροπα για την «ατομική ευθύνη» του νέου, του εργάτη, του συνταξιούχου...

Κανιβαλισμός...


Η προπαγάνδα της ατομικής ευθύνης σε σχέση με την πανδημία περνάει πια στο στάδιο του κοινωνικού κανιβαλισμού. Η κυβέρνηση επιχειρεί με τη συνδρομή διαφόρων «προθύμων», αναλυτών ή «ειδικών», να εγκλωβίσει εκεί τη σκέψη του λαού, σε μια προσπάθεια να τον κάνει συνένοχο στο «κακό σενάριο», όπως λένε.

Ομως αυτό το «κακό σενάριο» έχει τη σφραγίδα της ίδιας της κυβέρνησης, του κράτους, της εργοδοσίας και όλων των αστικών κομμάτων. Γιατί, ποιος έχει την ευθύνη για χώρους δουλειάς όπως μεγάλα εργοστάσια, εμπορικά πολυκαταστήματα κ.ά., που καταγράφουν εκατοντάδες κρούσματα καθημερινά;

Ποιος έχει την ευθύνη για τα πρωτόκολλα - λάστιχο, για το ότι δεν γίνονται έλεγχοι σε τέτοιους χώρους, παρέχοντας «ασυλία» στην εργοδοσία είτε να κρύβει κρούσματα για «να βγει η δουλειά», είτε να μη δίνει άδειες ακόμα και σε εργαζόμενους που παρουσιάζουν ύποπτα συμπτώματα;

Ποιος έχει την ευθύνη για το στριμωξίδι κάθε μέρα στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, αν όχι η κυβέρνηση, που εξακολουθεί να μην παίρνει ουσιαστικά μέτρα, ενώ «ειδικοί» συστήνουν να μην τα ...πολυχρησιμοποιούμε;

Ποιος έχει την ευθύνη για τα 25άρια τμήματα στα σχολεία, για την έλλειψη ουσιαστικής ιχνηλάτησης; Ποιος έχει την ευθύνη για την κατάσταση στα νοσοκομεία και την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, με τις τεράστιες ελλείψεις, που κάνουν γιατρούς και νοσηλευτές να ζουν κάθε μέρα αυτό το ...«κακό σενάριο».

Η πρόκληση απογειώνεται, ακούγοντας τους απολογητές αυτής της πολιτικής να φορτώνουν στο λαό την ευθύνη ακόμα και για την οικονομική κρίση. Διάφοροι «αστέρες» του «κοινωνικού αυτοματισμού» λένε για παράδειγμα ότι αυτοί που θα πληρώσουν την «κρίση του κορονοϊού» είναι οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα, σε αντίθεση με τους δημόσιους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους, οι οποίοι «κάθονται και πληρώνονται» από τη δουλειά των πρώτων. Επομένως, οι ιδιωτικοί υπάλληλοι πρέπει να είναι ακόμα πιο «υπεύθυνοι», γιατί όλοι οι άλλοι είναι «αναίσθητοι τεμπελχανάδες».

Αλλη, πιο ...προωθημένη προσέγγιση «δείχνει» ως θετικό παράδειγμα τη σουηδική κυβέρνηση, που στο όνομα της «ανοσίας της αγέλης» οδήγησε στο θάνατο χιλιάδες συνταξιούχους. «Δεν υπολόγισε το πολιτικό κόστος», λένε, χειροκροτώντας τη βαρβαρότητα, αφού έτσι «έσωσε τους νέους εργαζόμενους», σώζοντας την «οικονομία», δηλαδή τα κέρδη των επιχειρηματικών ομίλων.

Και ο διαγωνισμός επιχειρημάτων αθλιότητας συνεχίζεται, με το «η νεολαία σκοτώνει τους παππούδες» να δίνει τη σκυτάλη στο «αφήστε τους συνταξιούχους να πεθάνουν, προκειμένου να σωθούν η χώρα και η νεολαία»...

Να λοιπόν που το μότο «ο θάνατός σου η ζωή μου» μπαίνει με όλο και μεγαλύτερο κυνισμό στην ατζέντα από αυτούς που έχουν βάλει πλάτη, ώστε το κρατικό σύστημα Υγείας να λειτουργεί με κριτήριο την Υγεία ως εμπόρευμα, παρά την αυτοθυσία και την προσφορά των χιλιάδων υγειονομικών.

Από αυτούς που στηρίζουν χρόνια τώρα την επιχειρηματική δράση σε όλες τις βαθμίδες της, μετατρέποντας σε «τζόγο» την προστασία της ανθρώπινης ζωής.

Από τους ίδιους που χωρίζουν τους εργαζόμενους σε «ανεύθυνους» και «υπεύθυνους», για να κρύψουν την επιλεκτική και εγκληματική ανευθυνότητα της κυβέρνησης, του κεφαλαίου και της ΕΕ.

Από όσους αποθεώνουν με κάθε ευκαιρία τη λογική «κόστους - οφέλους» σε σχέση με την ουσιαστική προστασία του λαού, είτε από πανδημίες είτε από φυσικά και άλλα φαινόμενα.

Οσο «αναβαθμίζεται» αυτή η πρωτόγονη προπαγάνδα, αντιστοιχισμένη με την απανθρωπιά ενός σάπιου μέχρι το μεδούλι συστήματος, τόσο πρέπει να κλιμακώνεται η λαϊκή δράση. Απάντηση σε αυτήν τη βαρβαρότητα, που περήφανα πια τη διαλαλούν οι απολογητές της, δεν μπορεί να είναι τίποτα λιγότερο από την οργανωμένη πάλη για τη ζωή, την υγεία και τα δικαιώματα των εργαζομένων και του λαού.

Οριστική λύση είναι η ανατροπή του συστήματος της βαρβαρότητας, που καλλιεργεί τον κοινωνικό κανιβαλισμό προκειμένου να κρύψει τις αντιφάσεις και τα αδιέξοδά του.

TOP READ