11 Ιουλ 2019

Η πολιτική Λαικής κατοικίας στην ΕΣΣΔ

 

Evangelos Danezis
Κάθε πολίτης της ΕΣΣΔ είχε το κατοχυρωμένο δικαίωμα να αποκτήσει εντελώς δωρεάν διαμέρισμα. Ναι, απολύτως δωρεάν, δεν χρειαζόταν να πληρώσει. Το αποκτούσε με επίσημα έγγραφα στο όνομά του για πάντα και μπορούσε να το δώσει στα παιδιά του αργότερα. Φυσικά, υπήρχαν λίστες αναμονής, αλλά κάθε μήνα δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι ελάμβαναν δωρεάν διαμερίσματα από το σοβιετικό κράτος. Χάρη σε αυτό ακόμα και σήμερα υπάρχουν δεκάδες εκατομμύρια ιδιοκτήτες σπιτιών στη Ρωσία. Αυτό το δικαίωμα που κατοχυρώθηκε στην ΕΣΣΔ ήταν για πρώτη φορά στον κόσμο.
Η ΕΣΣΔ αν και ήταν μια ερειπωμένη στην κυριολεξία χώρα μετά τον β! παγκόσμιο πόλεμο, με τα 2 πρώτα πεντάχρονα προγράμματα ανοικοδόμησης κατόρθωσε να λύσει το στεγαστικό πρόβλημα και να αποκαταστήσει τις κατεστραμμένες υποδομές (δρόμους, γέφυρες, σχολεία, νοσοκομεία, δημόσια κτίρια, λιμάνια, αεροδρόμια).
Η συντριπτική πλειοψηφία των σοβιετικών πολιτών (80%) στεγάστηκε με τα κρατικά προγράμματα κατασκευής διαμερισμάτων που εκτελούνταν από τις σοσιαλιστικές επιχειρήσεις κατασκευών. Αργότερα στα τέλη της δεκαετίας του 1950 δημιουργήθηκαν και εναλλακτικές δυνατότητες στέγασης που επιτάχυναν τους ρυθμούς απόκτησης κατοικίας, συγκεκριμένα :

Aν δεν ήθελε ο πολίτης να κάνει αίτηση για το δωρεάν διαμέρισμα που δικαιούταν, ούτε ήθελε να κληρονομήσει, τότε μπορούσε να αγοράσει σπίτι από τον οικοδομικό συνεταιρισμό της πόλης που επέλεγε ή εάν εργαζόταν σε μεγάλη επιχείρηση από τον οικοδομικό συνεταιρισμό της επιχείρησης. Οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί είχαν δωρεάν πολεοδομημένα οικόπεδα, οικοδομικά υλικά σε τιμή κόστους από τις σοσιαλιστικές επιχειρήσεις και έπαιρναν άτοκα κρατικά δάνεια για τις ανεγέρσεις κατοικιών.
Η αγορά του σπιτιού από τον οικοδομικό συνεταιρισμό γινόταν σε πολύ χαμηλή τιμή, σε τιμή κόστους στην κυριολεξία, δηλαδή χωρίς τα καπιταλιστικά κέρδη που μεσολαβούν σήμερα (τόκος τραπεζικού δανείου, κέρδος οικοπεδούχου, κέρδος κατασκευαστικής εταιρείας) και χωρίς τις φορολογικές και άλλες επιβαρύνσεις που κάνουν άπιαστο όνειρο την απόκτηση κατοικίας. Η πληρωμή γινόταν με μικρές δόσεις ως μεριδιούχος του οικοδομικού συνεταιρισμού, ενώ ταυτόχρονα κατοικούσε στο σπίτι που σταδιακά εξοφλούσε.

Αν δεν επιθυμούσε ούτε την στεγαστική λύση του οικοδομικού συνεταιρισμού και ήθελε να κτίσει το σπίτι του σε μικρή πόλη ή χωριό δικαιούταν δωρεάν οικόπεδο έκτασης 10 έως 15 στρέμματα (ανάλογα με τα μέλη της οικογ

Η πολιτική Λαικής κατοικίας στην ΕΣΣΔ

ένειας) πολεοδομημένο (εντός σχεδίου) με εξασφαλισμένη σύνδεση ηλεκτροδότησης, υδροδότησης, αποχέτευσης, τηλεφωνίας) με έτοιμο δωρεάν αρχιτεκτονικό σχέδιο που επέλεγε ο ίδιος και με λήψη άτοκου δανείου για την ανέγερση της κατοικίας που εξοφλούσε σε 15 χρόνια με πολύ μικρές δόσεις.
Σε όλες τις κατοικίες ήταν σχεδόν δωρεάν η παροχή ρεύματος, θέρμανσης, τηλεφωνίας, φυσικού αερίου και νερού. Η επιβάρυνση ήταν πολύ μικρή, αφού για το σύνολο των υπηρεσιών αυτών αντιστοιχούσε ένα πολύ μικρό κλάσμα από το μισθό του εργαζόμενου, γύρω στο 5% του μισθού του. Σε όλες τις μεγάλες πόλεις τα θερμικά εργοστάσια παραγωγής ρεύματος προμήθευαν εκτός από το ηλεκτρικό ρεύμα και ζεστό νερό στις κατοικίες για την θέρμανση τους (τηλεθέρμανση).
Σε όλες τις πόλεις υπήρχε η αρμόδια επιτροπή στέγασης που ως όργανο κεντρικού σχεδιασμού συγκέντρωνε τις αιτήσεις για απόκτηση κατοικίας, παρακολουθούσε και ενημέρωνε το μητρώο κατοικιών και των ιδιοκτητών τους και εξασφάλιζε την ύπαρξη σταθερού αποθέματος ελεύθερων δημοτικών κατοικιών που ήταν απαραίτητο για τις έκτακτες ανάγκες στέγασης όπως η προσωρινή διαμονή εργαζομένων και η αρχική διαμονή όσων εγκαθίστανται μόνιμα μέχρι να εξασφαλίσουν μόνιμη δική τους κατοικία με τους ανωτέρω αναφερόμενους τρόπους. Δεν υπήρχε περίπτωση να μείνει κανένας άστεγος. Το αίσχος των άστεγων ή της ανασφάλειας και αβεβαιότητας στέγασης που υπάρχει στις καπιταλιστικές κοινωνίες ήταν άγνωστο και αδιανόητο !
Είναι γεγονός ότι παρατηρήθηκαν καθυστερήσεις στον τομέα κατασκευής κατοικιών κατά διαστήματα σε κάποιες περιοχές της ΕΣΣΔ με αποτέλεσμα να καθυστερεί η ικανοποίηση των αιτημάτων που περιλαμβάνονταν στις λίστες αναμονής των δικαιούχων. Αυτές οι καθυστερήσεις οφείλονταν στην έλλειψη συντονισμού μεταξύ των υπευθύνων οργάνων εφαρμογής του κεντρικού σχεδιασμού που ήταν επιφορτισμένα με την υλοποίηση του κατασκευαστικού προγράμματος και είχαν ως αποτέλεσμα τον μη έγκαιρο καταμερισμό των οικονομικών πόρων για την στήριξη των κατασκευαστικών σοσιαλιστικών επιχειρήσεων. Η πείρα απέδειξε ότι έγινε υπέρμετρη σπατάλη πόρων σε οικοδομικούς συνεταιρισμούς και αντίστοιχη μείωση διαθέσιμων πόρων στις σοσιαλιστικές επιχειρήσεις κατασκευών που ήταν ο βασικός μοχλός άσκησης στεγαστικής πολιτικής.
Σε αντίθεση με τα παραπάνω αυτό που συμβαίνει στις καπιταλιστικές χώρες και στην πατρίδα μας είναι τραγικό. Οι κατοικίες είναι εμπορεύματα, γιατί η οικοδομήσιμη γη δεν προσφέρεται δωρεάν, η κατασκευή κατοικιών γίνεται από ιδιωτικές κερδοσκοπικές εταιρείες και ο αναγκαστικός δανεισμός από τράπεζες επιβαρύνει με μεγάλους τόκους αυτόν που θέλει να αποκτήσει κατοικία.
Το γεγονός επίσης ότι η γη χρησιμοποιείται ως πεδίο καπιταλιστικής κερδοφορίας έχει ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει χωροταξικός σχεδιασμός με γνώμονα την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών, την ορθολογική χρήση της γης και την προστασία του περιβάλλοντος. Έτσι οι χρήσεις γης σε κάθε περιοχή δεν είναι σαφώς προσδιορισμένες, βρίσκονται σε συνεχή αναδιαμόρφωση ανάλογα σε ποιες εκτάσεις συμφέρει κάθε φορά τους καπιταλιστές να δραστηριοποιηθούν με αποτέλεσμα δημόσιες εκτάσεις δασών, ορεινών όγκων και αιγιαλών είτε να καταπατούνται, είτε να χαρίζονται και σε μια νύκτα να αλλάζουν αυθαίρετα χρήση για να ωφεληθούν καταπατητές, μεγαλοοικοπεδούχοι και οι καπιταλιστές που αγοράζουν αγροτική γη και την άλλη μέρα τα χωράφια τους γίνονται πανάκριβα οικόπεδα για καπιταλιστική εκμετάλλευση.
Ταυτόχρονα επειδή ακριβώς δεν υπάρχει σταθερός χωροταξικός σχεδιασμός με σαφή διάκριση δασικών, γεωργικών, βιομηχανικών και οικιστικών ζωνών ενθαρρύνεται έμμεσα η αυθαίρετη οικιστική ανάπτυξη με πώληση αγροτεμαχίων που ανοικοδομούνται από τους εξαθλιωμένους προλετάριους για να βάλουν ένα κεραμίδι στο κεφάλι τους και μετά αρχίζει η κομματική εξάρτηση από τα αστικά κόμματα και τα χαράτσια νομιμοποίησης… Συγκεκριμένα εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι με την ανοχή του αστικού κράτους που δεν εφαρμόζει πολιτική λαϊκής στέγασης για δωρεάν παροχή κατοικίας, προκειμένου να αποφύγουν το αβάστακτο κόστος αγοράς οικοπέδου εντός σχεδίου, εξαναγκάζονται να κτίσουν εκτός σχεδίου πόλης. Έτσι δημιουργούνται ολόκληροι οικισμοί έξω από τον οικιστικό ιστό της κάθε πόλης και μετά αρχίζει το πολύχρονο κυνηγητό και η ταλαιπωρία, δηλαδή το να παρακαλούν για κατασκευή δικτύων κοινής ωφέλειας και σύνδεση με αυτά, μετά για ένταξη στο σχέδιο πόλης, μετά για την εφαρμογή του σχεδίου και μετά να πληρώνουν φόρους και πρόστιμα νομιμοποίησης. Στο τέλος οι φόροι ακινήτων που επιβάλλονται αμφισβητούν έμμεσα το δικαίωμα ιδιοκτησίας στην κατοικία που με κόπους μιας ζωής έφτιαξαν… δηλαδή και κομματική ομηρία και οικονομική αιμορραγία…
Το αποκορύφωμα της περιπέτειας για εξασφάλιση στέγασης στον καπιταλισμό είναι ότι με το ξέσπασμα των καπιταλιστικών κρίσεων και την αδυναμία αποπληρωμής των δανείων λόγω ανεργίας, αρχίζουν οι πλειστηριασμοί κατοικιών που ζούμε και σήμερα, ενώ στην καλύτερη περίπτωση τα χρέη μεταβιβάζονται στην επόμενη γενιά…
Το τραγελαφικό φαινόμενο και η αντίφαση που παρατηρείται στον καπιταλισμό είναι ότι ενώ υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες κενές απούλητες κατοικίες, ταυτόχρονα υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες νέοι που δεν μπορούν να κάνουν οικογένεια, γιατί δεν μπορούν να αποκτήσουν κατοικία αφού οι κατοικίες είναι στα χέρια των καπιταλιστών μεγαλοϊδιοκτητών και των μετόχων των κατασκευαστικών εταιρειών.
Για να κατοχυρωθεί το δικαίωμα της κατοικίας για το λαό και να δοθεί ριζική λύση στο πρόβλημα της στέγασης του λαού, πρέπει :
--Nα κοινωνικοποιηθεί η γη και οι φυσικοί της πόροι στα πλαίσια της κοινωνικοποίησης όλων των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής.
--Να γίνει σαφής και ορθολογική χωροθέτηση των ζωνών χρήσεων γης και των οικιστικών ζωνών και πολεοδόμηση τους.
--Να συσταθεί Δημόσιος Εννιαίος Φορέας Κατασκευών που θα αναλάβει την προγραμματισμένη κατασκευή κατοικιών, σχολείων, νοσοκομείων, άλλων κτιρίων και έργων υποδομής για την κάλυψη των λαϊκών αναγκών.
Υπάρχουν όλες οι δυνατότητες και προϋποθέσεις για την σοσιαλιστική ανάπτυξη στον τομέα κατασκευών.
Διαθέτουμε όλη την αναγκαία τεχνογνωσία, το επιστημονικό-τεχνικό προσωπικό και τα μηχανήματα καθώς και την απαραίτητη υποστηρικτική βιομηχανία που θα κοινωνικοποιηθεί, δηλαδή διαθέτουμε ανεπτυγμένη τσιμεντοβιομηχανία, μεταλλουργική βιομηχανία, βιομηχανία ξύλου, χημική βιομηχανία που από το στάδιο υπολειτουργίας επειδή σήμερα βρίσκονται στα χέρια των καπιταλιστών, θα περάσουν στο στάδιο αυξημένης παραγωγής για να καλυφθούν οι εγχώριες
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΔΑΝΕΖΗΣ


Εκλογές, αστικά δίπολα και…καπιταλιστική συνέχεια



Η εξουσία δεν είναι μονοδιάστατη ούτε μονοπολική, καθότι εμπεριέχει διαβαθμίσεις αναφορικά με την ισχύ και την ένταση του κάθε πόλου που την συγκροτεί συνολικά (κεφάλαιο, κράτος, ΜΜΕ κλπ). Υπό αυτή την έννοια, η κυβερνητική εξουσία και η εκλογική κατάληψη της αποτελεί μόνο το ένα σκέλος, το πολιτικό τμήμα που υψώνεται πάνω στο οικονομικό. Γιατί, στις ταξικά προσδιορισμένες αστικές κοινωνίες η εξουσία κατέχεται από εκείνους που ελέγχουν τα κλειδιά της οικονομίας, που έχουν στην ιδιοκτησία τους τα μέσα παραγωγής και τον κοινωνικό πλούτο που παράγεται.

Σε αυτό το πλέγμα κοινωνικών σχέσεων υπάρχουν οι εκμεταλλευτές και οι εκμεταλλευόμενοι, οι κοινωνικές τάξεις (αστική – εργατική) που συγκροτούνται γύρω από την κεντρική σύγκρουση της αντιθετικής σχέσης κεφαλαίου – εργασίας, Μια εκλογική νίκη, ακόμη και ενός κόμματος που αυτοπροσδιορίζεται ως αριστερό (όπως του ΣΥΡΙΖΑ το 2015) δεν αρκεί για να μετασχηματιστεί η κοινωνία. Δεν καταργείται η ταξική πάλη, δεν αίρονται οι κοινωνικές τάξεις με την άνοδο του Α ή Β κόμματος στον κυβερνητικό θώκο, ούτε η ταξική σύγκρουση μπορεί απλά να μεταφερθεί από τη οικονομική σφαίρα (χώροι εργασίας, επιχειρήσεις, λιμάνια κ.ά.) στη κρατική σφαίρα (κυβέρνηση, υπουργεία). Το αστικό κράτος δεν μπορεί παρά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να συνιστά την εκτελεστική επιτροπή της άρχουσας τάξης (όπως το έθεσε ο Μαρξ) που το διευθύνει, όπως και το κοινοβούλιο δεν μπορεί παρά για τους κομμουνιστές να αποτελεί ένα πεδίο αξιοποίησης για την απογύμνωση του ως αστικού θεσμού. Συνεπώς, δεν είναι αρκετή η βούληση, η θέληση, η τόλμη κ.ά. μιας «αριστερής» κυβέρνησης για να αλλάξει θεμελιακά η κοινωνία, πόσο μάλλον όταν δεν θέτει καν το ζήτημα εκεί που δημιουργείται, δηλαδή στην παραγωγική διαδικασία (καπιταλισμός), αλλά αποσπασματικά στον τρόπο αναπαραγωγής/διαχείρισης του (αναδιανομή, ανακατανομή).

Σε αυτό το πλαίσιο και στον αστερισμό του επαναπροσδιορισμού του αστικού/καπιταλιστικού διπολισμού όπως χαρτογραφήθηκε στις ελληνικές εθνικές εκλογές μπορούν να εξαχθούν χρήσιμα συμπεράσματα, με ευρύτερες προεκτάσεις που αφορούν και την Κύπρο, όσον αφορά τη πολιτική ουσία των πραγμάτων:

(α) Το πολιτικό δίπολο (νεοφιλελευθερισμός – σοσιαλδημοκρατία) όπως εξακτινώνεται και σε όλο τον ευρωπαϊκό χώρο διατηρείται με ορισμένες όμως τροποποιήσεις στο εσωτερικό του δεύτερου καθώς αντανακλάται περισσότερο μια μεταμοντέρνα νεοαριστέρα και όχι μια παραδοσιακή-ρεφορμιστική σοσιαλδημοκρατία.

(β) Σε ο,τι αφορά την κομματική εκπροσώπηση του δεύτερου πόλου (σοσιαλδημοκρατία) έχουμε μια εδραιωμένη μετατόπιση αφού ο ΣΥΡΙΖΑ έχει οριστικά πάρει τη θέση του παλιού ΠΑΣΟΚ (νυν ΚΙΝΑΛ) και αυτό αποτυπώνεται στα αποτελέσματα του εκλογικού χάρτη. Το νεοκομματικό δίπολο ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ, εκφράζει το πολιτικό δίπολο νεοφιλελευθερισμού/συντηρητισμού – σοσιαλδημοκρατίας/νεοαριστερας που κυριαρχεί σε εκλογικό επίπεδο.

Είναι ενδιαφέρον να δούμε κατά πόσο οι κινήσεις στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ θα οδηγήσουν σε μια εκ νέου επανεκτίμηση της ταυτότητας του, και μετατροπή του από κινηματική-πολιτισμική νεοαριστερά του «ατομικού δικαιωματισμού», των identity politics, των πλατειών κ.α. (βλ. Ποδέμος, Ντιε Λίνκε) σε μια δεξιά σοσιαλδημοκρατία ευρωπαϊκής κοπής (βλ. συμμαχία S&D σε ευρωκοινοβούλιο). Βέβαια, η κοινωνική βάση στην οποία απευθύνεται παραμένει η ίδια, δηλαδή τα μεσαία αστικά στρώματα θεματοποιώντας κυρίως ζητήματα αισθητικής, ετερότητας, τρόπους ζωής, κατανάλωση κ.ά. και ούτε κατά διάνοια δεν αναφέρεται σε αλλαγή του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και οργάνωσης της εργασίας (ακόμη και μέσω μεταρρυθμίσεων). Πηγαίνοντας ξανά πίσω στο 2015 και ιχνηλατώντας την πορεία του μέχρι σήμερα, καταδεικνύεται ακόμη εμφατικότερα πως δεν τίθεται κανένα ζήτημα του τύπου «ήθελε, αλλά δεν μπορούσε», «προσπάθησε, αλλά συνθηκολόγησε», «αναγκάστηκε να υποχωρήσει» κ.ά.

Επί του πρακτέου, και σε ο,τι αφορά τον «πόλεμο θέσεων» είναι σημαντικό να καταγραφεί ότι η αστική τάξη έχει καταφέρει σε μεγάλο βαθμό να (επανα)διαμορφώσει και να στήσει το πολιτικό παιχνίδι με τέτοιους όρους όπως καθρεφτίστηκε στις εκλογές ώστε οι κύριοι παίκτες, είτε φορούν ροζ, είτε μπλε, είτε πράσινη φανέλα να βάζουν γκολ για τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Ενώ φαινομενικά εμφανίζονται ως να έχουν διαφορές, αυτές δεν αφορούν καμία ουσιαστική διαφοροποίηση σχετικά με την εξυπηρέτηση, προώθηση και υλοποίηση των συμφερόντων του κεφαλαίου, του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος. Η αστική τάξη, ως η κυρίαρχη επί των κοινωνικών σχέσεων, έχει οριοθετήσει ηγεμονικά το πεδίο της κοινωνικό-πολιτικής αντιπαράθεσης και κανονικοποιήσει τα όρια του πλαισίου σύγκρουσης, με τρόπο που δεν αμφισβητείται η λογική του καπιταλισμού, ο πυρήνας των εκμεταλλευτικών του σχέσεων (ατομική ιδιοκτησία μέσων παραγωγής / εμπορευματοποίηση εργατικής δύναμης).

Έχει λοιπόν εδραιώσει και θεμελιώσει το αξίωμα που λέει πως σημασία δεν έχει ποιος ασκεί την εξουσία (π.χ. ΝΔ, ή ΣΥΡΙΖΑ, ή ΚΙΝΑΛ), αλλά το ποιος την κατέχει (αστική τάξη) καταφέρνοντας να προβάλει τα συμφέροντας της τόσο μέσω μιας νεοφιλελεύθερης-συντηρητικής κυβέρνησης όσο και μέσω μια σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης (ακόμη και κυβέρνησης της «ριζοσπαστικής αριστεράς, της ρήξης, της ανατροπής κοκ»). Πρέπει δε να τονιστεί, ότι αυτό το δίπολο στην παρούσα συγκυρία δεν ενσαρκώνει καν μια υποτυπώδη αντίθεση ανάμεσα σε διαφορετικές λογικές διαχείρισης του καπιταλισμού καθότι το εύρος των διαχειριστικών επιλογών έχει ουσιαστικά σμικρυνθεί, ενώ σε ο,τι αφορά το γεωπολιτικό κομμάτι (συμμαχίες με ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ, συνεργασία με Ισραήλ, εξωτερική πολιτική) υπάρχει πλήρης και κρυστάλλινη ευθυγράμμιση των αστικών κομμάτων.

Έτσι, είναι επιτακτικό να τονισθεί και να αναδειχθεί ακόμη μια φορά το προφανές (που πολλές φορές μπουρδουκλώνεται από δήθεν «αριστερές ψαγμένες αναλύσεις») πως οι (όποιες) διαφορές ανάμεσα στο πολιτικό/κομματικό προσωπικό της αστικής τάξης είναι αφενός περισσότερο
(α) έκφραση ορισμένων μικροδιαφορων ως προς τον τρόπο και την τακτική επιβολής των ταξικών συμφερόντων της κυρίαρχης τάξης που ελέγχει τα μέσα παραγωγής και την εξουσία συνολικότερα, και αφετέρου
(β) απόρροια ενός ανταγωνισμού σε μικρό-επίπεδο ανάμεσα στο πολιτικό προσωπικό ως προς το δηλαδή ποιο κόμμα θα εξυπηρετήσει καλύτερα το κεφάλαιο (επιχειρηματίες, βιομήχανους, τραπεζίτες, εφοπλιστές κ.α.) διαχειριζόμενο το αστικό κράτος για να απολαύσει και το ίδιο μέρισμα από τη νομή της κυβερνητικής εξουσίας.
 Δεν υπάρχει καμία, επί της ουσίας, αμφισβήτηση της στρατηγικής του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, καθώς το ζήτημα δεν είναι αν θα βρίσκεσαι στην αριστερή ή τη δεξιά λωρίδα αυτού του δρόμου, αλλά το κατά πόσο θα ακολουθήσεις μια διαφορετική στρατηγική, συνεπώς ένα διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης. Αυτόν που δεν θα εδράζεται στο κέρδος και την αδιάκοπη τάση αναζήτησης κερδοφορίας, αλλά θα τοποθετεί τις σύγχρονες ανθρώπινες ανάγκες στο πυρήνα του σχεδιασμού της οικονομίας.

Δεν είναι τυχαία άλλωστε τα λόγια του κατά πολλούς σκληροπηρυνικά ακροδεξιού Άδωνη Γεωργιάδη στην παράδοση παραλαβή του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, που ενώ ευχαρίστησε τον Γιάννη Δραγασάκη “για την ωραία συζήτηση που είχαν” ανέφερε, “δεν ερχόμαστε εδώ για να γκρεμίσουμε, ερχόμαστε για να χτίσουμε κι εμείς αυτά που θεωρούμε σωστά” ενώ δεν παρέλειψε να αναφέρει πολύ συγκεκριμένα ότι “πολλές από τις δικές σας πρωτοβουλίες έτυχαν και της δικής μας συναίνεσης στη Βουλή”. Κλείνοντας, ευχήθηκε απευθυνόμενος στον κ. Δραγασάκη “κι εγώ να τύχω της δικής σας συναινέσεως εφόσον το κρίνετε στο μέλλον. Έχουμε πολιτική αλλαγή, αλλά το κράτος πρέπει να έχει συνέχεια, δεν έχουμε σκοπό να βγάλει ο ένας το μάτι του άλλου”.

Κλείνοντας, σε ο,τι αφορά την Ελλάδα, αυτόν τον δρόμο, τη λεωφόρο του μέλλοντος, την αναγκαία προοπτική οικοδόμησης του σοσιαλισμού – κομμουνισμού μπορεί να εκφράσει ο ιστορικά διαμορφωμένος, εργασιακά ριζωμένος και συλλογικό πολιτικός φορέας (ΚΚΕ) της εργατικής τάξης και των συμμαχικών της λαϊκών στρωμάτων – τάξη που αποτελεί το επαναστατικό κοινωνικό υποκείμενο, και την εν γένει πολιτικά κινητήριο δύναμη, στις παρούσες ιστορικές συνθήκες του καπιταλιστικού συστήματος.
Πηγή: Αγκάρρα 

Η συντηρητική πολιτική δεν αντιμετωπίζεται με αγοραίο αντικομουνισμό

Γράφει ο Αλέκος Χατζηκώστας //
Πολλές  φορές τονίσαμε- άλλωστε αποδείχτηκε και εκλογικά- ότι η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ διέσυρε, ξεπούλησε ιδανικά, αξίες αριστερές, γιατί εμφανιζόταν αριστερός στα λόγια, ενώ έπραττε δεξιά augi1και γι’ αυτό έσπειρε τόσο μεγάλη απογοήτευση και έστειλε εκατοντάδες χιλιάδες ψηφοφόρους πίσω στη Δεξιά. Ότι ταυτόχρονα υπήρξε και ο καλύτερος «στρατολόγος» της Ν.Δ της οποία την πολιτική «καθαγίασε», υπήρξε το «πλυντήριο» της και συνέβαλε στο ξαναγυρίσει- αυτοδύναμα μάλιστα- στην κυβερνητική εξουσία .
Τώρα όμως φαίνεται ούτε και τα έδρανα της αντιπολίτευσης δεν συνέβαλαν στο να βγουν συμπεράσματα γιατί «πρώτα φεύγει η ψυχή και μετά το χούι».
Έτσι είδαμε την Τετάρτη 10 Ιούλη με αφορμή τα μέτρα της νέας κυβέρνησης για την ΕΡΤ και ο ΑΠΕ η ΑΥΓΗ να κυκλοφορεί με ένα αγοραία αντικομουνιστικό πρωτοσέλιδο που ταυτίζει την πολιτική της Ν.Δ με την ακολουθούμε πολιτική στην Λ.Δ της Κορέας (ΦΩΤΟ).
Να σημειώσουμε ορισμένα ζητήματα:
  1. Το νέο  μοντέλο διακυβέρνησης, που εξαγγέλλει ο κ. Μητσοτάκης, γίνεται με βασικό στόχο η ακολουθουμένη αντιλαϊκή πολιτική να προωθεί πιο αποτελεσματικά και γρήγορα σε σχέση με το παρελθόν. Ειδικότερα η υπαγωγή της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης στον πρωθυπουργό, γίνεται προκειμένου η ΕΡΤ και τα άλλα κρατικά ΜΜΕ να συνεχίσουν πιο αποτελεσματικά να αποτελούν φερέφωνο της εκάστοτε κυβέρνησης.
  2. Προφανώς και η Ελλάδα δεν είναι Λ.Δ της Κορέας. Ανεξάρτητα από τον βαθμό συμφωνίας που μπορεί να έχει κανείς με τα όσα πραγματικά συμβαίνουν εκεί (και φυσικά δεν έχουν σχέση με όσα κατά καιρούς κυκλοφορούν στα αστικά ΜΜΕ και αποδεικνύονται τερατώδη ψέματα) να σημειώσουμε ότι εκεί ο ηγέτης της χώρας διατηρεί τρεις θέσεις και είναι: πρόεδρος της επιτροπής κρατικών υποθέσεων της ΛΔ Κορέας, πρόεδρος του Εργατικού Κόμματος της Κορέας, ανώτατος διοικητής του στρατού ενώ τα τηλεοπτικά δίκτυα δεν τα ελέγχει και για τις μυστικές υπηρεσίες υπάρχει αρμόδιος υπουργός και υπουργείο…
Το ουσιαστικό όμως είναι αλλού. Στο ότι δεν μπορεί κανείς να αντιμετωπίσει της «νεοφιλελεύθερη λαίλαπα» όπως διατείνεται χρησιμοποιώντας «επιχειρήματα» που όλο το προηγούμενο διάστημα εμφάνιζε και ο (υποτιθέμενος τελικά) «αντίπαλος». Να αναπαράγει δηλαδή ακρίτα όσα «σερβίρουν» τα αστικά ΜΜΕ και διεθνή πρακτορεία, αν και η ΑΥΓΗ έχει παράδοση σε κάτι τέτοιο από τα χρόνια ακόμη που υπήρχε η ΕΣΣΔ και γενικότερα το σοσιαλιστικό στρατόπεδο στο όνομα του «πλουραλισμού» και της «ανανέωσης»…

Νέα αποχώρηση από τη Χρυσή Αυγή: «οικογενειακή εταιρεία περιορισμένης ευθύνης»

Αποχωρεί από τη ναζιστική – εγκληματική οργάνωση Χρυσή Αυγή και ο υποψήφιος βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας και δημοτικός σύμβουλος, πρώην αστυνομικός του Μπαρμπαρούση, Δ. Μακρής. Ο εν λόγω είχε γίνει γνωστός όταν συμμετείχε μαζί με τον Μπαρμπαρούση στους «ελέγχους» της Χρυσής Αυγής στις λαϊκές το Σεπτέμβρη του 2012. Στην έρευνα που έγινε στα γραφεία της ναζιστικής οργάνωσης στο Αγρίνιο το Σεπτέμβρη του 2013 (μετά τη δολοφονία Φύσσα), οι αστυνομικοί βρήκαν αστυνομικό εξοπλισμό που του ανήκε. Καταδικάστηκε πρωτόδικα σε 13 μήνες φυλάκιση για παράνομη οπλοκατοχή.
Σε σχετική δήλωση για την αποχώρησή του από τη ναζιστική – εγκληματική οργάνωση, ο Μακρής κάνει λόγο για «οικογενειακή εταιρεία περιορισμένης ευθύνης», «μια ολιγάριθμη, κλειστή παρεούλα συγγενών και φίλων, που κατόρθωσε για καιρό να κρατήσει κρυφή τη λειτουργία της αποκλειστικά και μόνο με όρους συμφέροντος». Αναφέρει ακόμα ότι η ηγεσία της Χρυσής Αυγής δεν του έδινε ψηφοδέλτια στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, ενισχύοντας αποκλειστικά τον Μπαρμπαρούση…

«Ψυχικά νοσούντες» όσοι δεν ξεχνάμε



Μια απάντηση στην κυρία Δόμνα Μιχαηλίδου, τη νέα υφυπουργό Εργασίας, για την «αγιοποίηση των αγώνων» κατά της δικτατορίας και τους «ψυχικά νοσούντες»...

ΗΜΕΡΟΔΡΟΜΟΣ

Η κυρία Δόμνα Μιχαηλίδου είναι υφυπουργός Εργασίας στην κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Σύμφωνα με το βιογραφικό της, όπως δημοσιεύεται στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, μεταξύ άλλων, το 2016 ήταν η υπεύθυνη οικονομολόγος της ομάδας των κατασκευών για την Τρίτη Εργαλειοθήκη Ανταγωνισμού του ΟΟΣΑ. Έχει διατελέσει σύμβουλος Δημόσιας Υγείας της Κυβέρνησης του Ιράν, ειδική συνεργάτης της αναπτυξιακής τράπεζας της Βραζιλίας, αλλά και του ΟΗΕ στην Ουγκάντα. Από το 2017 είναι Σύμβουλος Μεταρρυθμίσεων του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας. 

Η Κυρία Δόμνα Μιχαηλίδου, όμως, έχει εντρυφήσει και στους αγώνες κατά της δικτατορίας. 


Σας καλούμε να διαβάσετε με προσοχή (και στη συνέχεια να ακούσετε και να δείτε – στο βίντεο στο τέλος του κειμένου) την τοποθέτηση της κυρίας Μιχαηλίδου, σε παρουσίαση βιβλίου, για την «αγιοποίηση» των αγώνων κατά της δικτατορίας και πού αυτή οδηγεί.

«….Είχαμε μια αγιοποίηση του αγώνα της δικτατορίας επειδή ουσιαστικά έγινε, επειδή δεν έγινε ο αγώνας την ώρα που έπρεπε να γίνει.  Άρα τι έχουμε; Έχουμε μια σχέση η οποία καταρρίπτει τις διαστάσεις που της ανήκουν, αυτή της αντίστασης, και παίρνει διαστάσεις υπερβολής όπως αυτή της απώλειας ενός αγαπημένου προσώπου. 
Το δεύτερο κομμάτι της πρότασης το οποίο με ανησυχεί και με προβληματίζει από προσωπική εμπειρία έχει σχέση με τη μετατροπή σε μια ψυχική νόσο, η οποία πολύ φοβάμαι πως είναι μια μετατροπή σε μια συλλογική ψυχική νόσο. Μια συλλογική ψυχική νόσος διότι έχει δημιουργηθεί αυτό το συλλογικό αφήγημα μέσα από τη συλλογική μνήμη, αυτής της ιστορικότητας.
Ακούω συνέχεια “ιστορικό στέλεχος της Αριστεράς”, ” ιστορικός αγώνας” και αναρωτιέμαι για ποια Ιστορία μιλάμε; Ποιος έγραψε αυτή την Ιστορία; Την έγραψαν αυτοί οι άνθρωποι των οποίων η απώλεια του αισθήματος της δικτατορίας είναι αντίστοιχο με μια απώλεια δικού τους ανθρώπου; Ποιοι; Αυτοί ακριβώς που είναι η ψυχικά νοσούντες;  (…) η έκβαση αυτής της συλλογικής μνήμης φανερώνει μια συλλογική ψυχική νόσο, παρά μια μεμονωμένη». 
Δεν είναι η πρώτη φορά που με θεωρητικούς (;) όρους μιας ψυχολογικής (;) ανάλυσης επιδιώκεται να αμαυρωθούν οι αγώνες κατά της χούντας, αλλά και συνολικότερα η ανάγκη των ανθρώπων να αντισταθούν. Η  «θεωρητικοποίηση» της απαξίωσης, από την κυρία υφυπουργό, δεν απέχει καθόλου από τις πιο χυδαίες προσεγγίσεις που κυκλοφορούν. 

Η συνταγή είναι γνωστή: Οι αγώνες της Αριστεράς δεν έχουν κοινωνικό υπόβαθρο αλλά είναι αποτέλεσμα κάποιας «εμμονής». Η κυρία Μιχαηλίδου αναφέρεται, δε, ξεκάθαρα σε ψυχικά νοσούντες.  Η «βαριά ανάλυση» της κυρίας υφυπουργού δεν είναι πρωτότυπη. 
Τέτοιου τύπου αναλύσεις, οι οποίες δεν έχουν οπαδικό χαρακτήρα αλλά υποτίθεται πιο… ακαδημαϊκό διαμορφώνουν ένα ολόκληρο πλαίσιο πάνω στο οποίο μπορεί να πατήσουν στη συνέχεια άλλες πιο «εκλαϊκευμένες» εκδοχές. Για παράδειγμα: «Είστε άρρωστοι και φαντασμένοι αν νομίζετε ότι ο κόσμος και η κοινωνία μπορεί να αλλάξει». 

Η κυρία Μιχαηλίδου, στη συνέχεια της τοποθέτησης της διαπιστώνει και κάτι άλλο. Την «αδυναμία δημιουργίας ιδεολογήματος από την πλευρά των νικητών του εμφυλίου» και δηλώνει απογοητευμένη από τις εκδόσεις που κυκλοφορούν. Διαπιστώνει, δε, ότι «σε ιδεολογικό επίπεδο δεν κατάφερε η Δεξιά να χειριστεί τη νίκη της στον εμφύλιο». Είναι μια πιο «ευγενική» ανάλυση για την «ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς» (που πρέπει να σπάσει…), σύμφωνα και με Βορίδηδες, Γεωργιάδηδες και άλλους πιο «τσεκουράτους» στο λόγο τους, υπουργούς της Νέας Δημοκρατίας. 

Η ψυχολογική ερμηνεία γεγονότων και περιόδων, χωρίς να συνδέεται με τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες, δεν είναι τίποτα άλλο από ένας μονόλογος που δεν ακουμπά πουθενά. Μετατρέπεται, δε, σε ένα κομπογιαννίτικο εργαλείο που είναι τόσο επικίνδυνο ώστε να χωρίζει τους ανθρώπους σε «κανονικούς» και «νοσούντες»

Και φυσικά, οι «νοσούντες», για τους «κανονικούς», είναι αυτοί που δεν αποδέχονται την εκμετάλλευση και θεωρούν ότι μπορεί αυτή η κοινωνία να αλλάξει.  

«Καλή» η προσπάθεια από την κυρία υφυπουργό, αλλά «παλιά». Από τις εποχές που ορισμένοι θεωρούσαν τον κομμουνισμό «αρρώστια»…  


Οικειοθελής εκκένωση του City Plaza με πολιτικό παρασκήνιο και ερωτηματικά

Ένα από τα θέματα που απασχόλησαν κατά διαστήματα την επικαιρότητα, αν και με φθίνουσα ένταση, ήταν κι αυτό της κατάληψης του City Plaza, με τους υπεύθυνους της κατάληψης να την προβάλλουν ως δομή αλληλεγγύης σε πρόσφυγες και την ιδιοκτήτρια, συνεπικουρούμενη από τα ιδιωτικά κανάλια να την καταγγέλλουν ως εστία ανομίας. Το κεφάλαιο αυτό, στην τωρινή του μορφή τουλάχιστον, μοιάζει να κλείνει, μετά την απόφαση όσων βρίσκονταν μέσα να εκκενώσουν το χώρο. Σύμφωνα με την ανακοίνωσή τους, η απόφαση αυτή είχε ληφθεί αρκετούς μήνες πριν, αλλά η επίσπευση της ολοκλήρωσης της εκκένωσης σε αυτή τη συγκυρία συνδέεται ασφαλώς, όπως ανοιχτά ομολογούν άλλωστε και οι ίδιοι, με τις πολιτικές εξελίξεις και το αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών:
Καταλήξαμε ότι παρόλο που είναι μια δύσκολη επιλογή, το City Plaza είναι σωστό για μας να κλείσει με τον τρόπο που άρχισε και λειτούργησε: ως ένα πολιτικό εγχείρημα, διαφυλάσσοντας το κεντρικό στοιχείο που το κατέστησε παραδειγματικό, δηλαδή την από τα κάτω οργάνωση, την ασφαλή και αξιοπρεπή διαβίωση, την κοινότητα αγώνα, την μαζική κοινωνική απεύθυνση. Στην Συνέλευση Σπιτιού της 26ης Μαίου του 2018 συναποφασίστηκε αυτή η κατεύθυνση -όχι χωρίς αντιφάσεις και διαφωνίες- και συζητήθηκαν διεξοδικά οι τρόποι υλοποίησης μιας τέτοιας απόφασης.
Από τον Ιούνιο του 2018 και μέχρι σήμερα το City Plaza δεν δεχόταν νέους κατοίκους ενώ υπήρξε ταυτόχρονα η συλλογική δέσμευση ότι το εγχείρημα δεν θα κλείσει εάν δεν βρεθεί αξιοπρεπής στέγαση για όλους και όλες τους κατοίκους του. Αυτή η δέσμευση δεν ήταν καθόλου απλή στην υλοποίησή της. Οι ευρύτερες συνθήκες αντιμετώπισης του προσφυγικού ζητήματος -τόσο από την πλευρά της κυβέρνησης Σύριζα-Ανέλ όσο και από τις ΜΚΟ- δεν έδιναν δυνατότητα θεσμικής στέγασης για τους κατοίκους ενώ οι άλλοι αυτο-οργανωμένοι χώροι και καταλήψεις δεν είχαν δυνατότητα στέγασης ενός τόσο μεγάλου αριθμού προσφύγων, παρά τις θετικές προσπάθειες στήριξης. Ένα χρόνο μετά και ενώ το εγχείρημα ήταν σε διαδικασία κλεισίματος, η αναμενόμενη αλλαγή του πολιτικού σκηνικού και η επανεκλογή της Νέας Δημοκρατίας έβαλε επιτακτικά στο εσωτερικό της κατάληψης τη συζήτηση για τους ρυθμούς με τους οποίους προχωράει η διαδικασία ολοκλήρωσης, λαμβάνοντας υπόψη ότι εδώ και μήνες αρκετοί πρόσφυγες είχαν σταδιακά μετακομίσει σε ασφαλή καταλύματα. Για το Πλάζα εκκρεμoύν δύο εισαγγελικές εντολές εκκένωσης ενώ υψηλόβαθμα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας αναφέρονταν καθημερινά στην “καταπάτηση ιδιωτικής ιδιοκτησίας” και στην “ανομία” του City Plaza. Υπό αυτή την έννοια η εκκένωση θα μπορούσε να έχει παραδειγματικό χαρακτήρα ενώ πολλοί από τους πρόσφυγες, ειδικά όσοι/ες δεν είχαν σταθερό νομικό καθεστώς, θα μπορούσαν να υποστούν δυσανάλογες συνέπειες (απελάσεις, κέντρα κράτησης κλπ.). Αν για κάποιους και κάποιες από μας μια εκκένωση από τη Νέα Δημοκρατία θα ήταν μια “ηρωική έξοδος” για την οποία δε θα χρειαζόταν και να δώσουμε πολιτικές εξηγήσεις, για τους περισσότερους από τους κατοίκους του City Plaza θα διακινδύνευε το ήδη ευάλωτο και ασταθές καθεστώς τους.
Έτσι επαναβεβαιώθηκε η απόφαση ολοκλήρωσης του κλεισίματος συλλογικά από εμάς και με τους δικούς μας όρους. Για όλους τους πρόσφυγες βρέθηκαν ασφαλή καταλύματα. Στον σχεδόν ενάμιση χρόνο που μεσολάβησε από την απόφαση του κλεισίματος μέχρι την υλοποίησή της, οι περισσότεροι πρόσφυγες έφυγαν προς τη Βόρεια Ευρώπη. Από αυτούς που παρέμειναν στο City Plaza κάποιοι/ες είχαν την δυνατότητα, καθώς πλέον είχαν βρει δουλειές, να νοικιάσουν το δικό τους σπίτι ενώ για κάποιους/ες που δεν είχαν τέτοια δυνατότητα βρέθηκαν συλλογικές λύσεις. Ακόμα μέσα από κοινά στέκια, αλλά και νέες δομές στέγασης και αλληλεγγύης που έχουμε ήδη ξεκινήσει, καθώς και με το αδιανόητα επίμονο δίκτυο σχεδόν όλων των ανθρώπων που ενεπλάκησαν ενεργά στο εγχείρημα (προσφύγων και αλληλέγγυων) η κοινότητα θα κρατηθεί και μετά το κτίριο.
Έτσι λοιπόν την ώρα που η ιδιοκτήτρια του ξενοδοχείου βγαίνει στα κανάλια και παρουσιάζει τη δική της εκδοχή χωρίς αντίλογο, η κυβέρνηση και ο νέος υπουργός ΠΡΟΠΟ, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, προσπαθούν να παρουσιάσουν “έργο” από την πρώτη μέρα, εμπεδώνοντας το δόγμα “νόμος και τάξη” και ανακαλώντας στη μνήμη το αλήστου μνήμης σύνθημα του Αντώνη Σαμαρά “να επανακαταλάβουμε τις πόλεις μας”.  Την ίδια στιγμή, η ανακοίνωση της κατάληψης σημειώνει χωρίς περιστροφές τον παράγοντα των εκλογών και της αλλαγής της κυβέρνησης που καθόρισε το χρονικό σημείο της εκκένωσης, η οποία κατά τα άλλα, όπως προκύπτει από το κείμενο, είχε τις προϋποθέσεις, μετά την εξασφάλιση της διαμονής όλων των εναπομεινάντων προσφύγων, να έχει πραγματοποιηθεί και νωρίτερα. Δε λείπει μάλιστα και μια έμμεση διάθεση σχεδόν να συγχαρούν τον εαυτό τους που δεν περίμεναν την “ηρωική έξοδο” μετά από κάποιο ντου της αστυνομίας.
Σε κάθε περίπτωση, το βολικό δίπολο που επιχειρούν να στήσουν αφήνει στο απυρόβλητο την ουσία: τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων, τις ευθύνες όλων των κυβερνήσεων διαχρονικά και το παιχνίδι που στήνουν στις πλάτες των μεταναστών με τις ευλογίες της ΕΕ διάφορες ΜΚΟ, ακόμα και πρωτοβουλίες “αλληλέγγυων” με πολιτικές διασυνδέσεις, έστω κι αν θεωρητικά τις αποτάσσονται.
Η νέα κυβέρνηση πράγματι δεν κρύβει τις άγριες διαθέσεις της για το προσφυγικό, σίγουρα όμως δεν πρέπει να δημιουργηθεί και η εντύπωση κάποιας “μπελ επόκ αλληλεγγύης” που τάχα προηγήθηκε, όταν στην πραγματικότητα, δεν ήταν παρά το φύλλο συκής μιας άθλιας αντιμεταναστευτικής πολιτικής, υπαγορευόμενης από την ΕΕ, που είναι συνήθως αθωωμένη ή απούσα στις αναλύσεις ένθεν κακείθεν.

Στο ίδιο γήπεδο...


Αν κάτι επιβεβαίωσαν οι προχτεσινές τελετές παράδοσης - παραλαβής των υπουργείων, αλλά και οι πρώτες μετεκλογικές μέρες, είναι ότι η αντιπαράθεση ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζεται «στο ίδιο γήπεδο». Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι υπηρετούν το ίδιο σχέδιο, που περιλαμβάνει, από τη μια, το στόχο της καπιταλιστικής ανάπτυξης και, από την άλλη, τη γεωπολιτική αναβάθμιση της χώρας για λογαριασμό της αστικής τάξης. Ας το δούμε αυτό με δυο παραδείγματα που βρέθηκαν στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης από τις πρώτες ώρες που ανέλαβε η κυβέρνηση της ΝΔ.
* * *
Πρώτα απ' όλα είναι η ΔΕΗ, για την οποία ο νέος υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας δήλωσε ότι «πάμε γερά» για την αντιμετώπιση των «δυσκολιών» της επιχείρησης, πάντα στην κατεύθυνση της «απελευθέρωσης» της αγοράς Ενέργειας που φορτώνει όλο και περισσότερα βάρη στα λαϊκά νοικοκυριά.
Υπερασπιζόμενος το αντιλαϊκό του έργο στην ίδια ακριβώς κατεύθυνση, ο ΣΥΡΙΖΑ διαφημίζει την κερδοφορία του ΑΔΜΗΕ, το ξεπούλημα των λιγνιτικών κέντρων, αλλά και τις συμφωνίες στα ενεργειακά, που, από τη μια, παραδίδουν τον ορυκτό πλούτο στα μονοπώλια και, από την άλλη, εμπλέκουν τη χώρα πιο βαθιά στους επικίνδυνους ανταγωνισμούς ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικά κέντρα.
Ο καβγάς τους είναι επομένως για το ποιος υπηρετεί καλύτερα τη στρατηγική της «απελευθέρωσης»: Ο μεν ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει αυτά που έκανε ως «παρακαταθήκη» τάχα για το μέλλον και την «αξία» της ΔΕΗ, την ώρα που η ΝΔ ισχυρίζεται ότι οι καθυστερήσεις και τα «μπρος - πίσω» στην ιδιωτικοποίηση, συσσωρεύουν νέα βάρη, από τα οποία σκοπεύει τάχα να απαλλάξει τον λαό, στρώνοντας το έδαφος για ακόμα πιο μαχητική είσοδο των μονοπωλιακών ομίλων στο κλάδο της Ενέργειας.
Την ίδια ώρα, βέβαια, ο καημός και των δύο βρίσκεται στον «αναπτυξιακό ρόλο» της ΔΕΗ, με τον νέο υπουργό να λέει ότι «η Ενέργεια είναι κομβικής σημασίας για τις επενδύσεις στη χώρα (...) από μέσα και έξω» και τον ΣΥΡΙΖΑ να πλειοδοτεί στη μείωση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος για τις μεγάλες επιχειρήσεις, την ώρα που ο λαός πληρώνει πανάκριβα την Ενέργεια, χωρίς να ικανοποιούνται στοιχειωδώς οι ανάγκες του.
* * *
Εξίσου αποκαλυπτική είναι η αντιπαράθεση και για το Μεταναστευτικό. Ο ΣΥΡΙΖΑ, που φέρει στο πέτο του τα ντροπιαστικά «παράσημα» της βαρβαρότητας όπως στη Μόρια, που αξιοποίησε το Προσφυγικό για να φέρει στο Αιγαίο τις ΝΑΤΟικές αρμάδες, που υλοποιεί μέχρι κεραίας την πολιτική της ΕΕ ενάντια σε πρόσφυγες και μετανάστες, τώρα καλεί την ΕΕ να ...επιβλέψει τους χειρισμούς της ΝΔ!
Ο καβγάς τους δεν αφορά το αν θα υλοποιείται ή όχι αυτή η βάρβαρη πολιτική, που είναι δεδομένη, αφού και οι δύο δηλώνουν πίστη στις Συνθήκες του Δουβλίνου και του Σένγκεν, αλλά και στις συμφωνίες της ΕΕ με την Τουρκία, που καταδικάζουν χιλιάδες ξεριζωμένους σε διπλό εγκλωβισμό στη χώρα μας.
Αντίθετα, ο καβγάς τους αφορά πλευρές του ίδιου σχεδίου, όπως για παράδειγμα ποια θα είναι η αναλογία της καταστολής στο «μείγμα» της αντιμεταναστευτικής βαρβαρότητας, αν θα επιταχυνθούν οι «επαναπροωθήσεις» που ήδη προβλέπονται, ποιο υπουργείο θα αναλάβει την εποπτεία της διαχείρισης του ζητήματος και άλλα παρόμοια.
Είναι, μάλιστα, αποκαλυπτικός ο τρόπος με τον οποίο ο μέχρι πρότινος υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, Δ. Βίτσας, προσπάθησε να αποκρούσει την απόφαση της νέας κυβέρνησης να «περάσει το Μεταναστευτικό στην Αστυνομία», διερωτώμενος: «Υπάρχει η άδεια παραμονής για τους κατόχους "golden visa", άνθρωποι που έρχονται και επενδύουν στην Ελλάδα και παίρνουν άδεια παραμονής. Θα περνούν από την Αστυνομία αυτοί; `Η τα στελέχη επιχειρήσεων τρίτων χωρών εκτός ΕΕ που έρχονται να εργαστούν στην Ελλάδα, ή εποχιακοί εργαζόμενοι τρίτων χωρών, ή σπουδαστές τρίτων χωρών. Θα περνούν από την αστυνομία;».
Κανένας πόνος δεν τους έπιασε επομένως για τους χιλιάδες εξαθλιωμένους - θύματα των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, τις οποίες άλλωστε στηρίζει και η Ελλάδα. Αντίθετα, η αγωνία τους εξαντλείται με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο στην καλύτερη δυνατή διαχείριση, με κριτήριο τα γενικότερα συμφέροντα του κεφαλαίου και την τήρηση των δεσμεύσεων προς την ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
* * *
Απέναντι στα «τζαρτζαρίσματα» ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, ο λαός πρέπει να φέρει στο δικό του γήπεδο την αντιπαράθεση και με τους δύο, με κριτήριο τα δικαιώματα και τις ανάγκες του, που συνθλίβονται από την πολιτική την οποία συνυπηρετούν, εναλλάσσοντας την αντιλαϊκή σκυτάλη. Να μην αφήσει κανένα περιθώριο στη ΝΔ να κλιμακώσει την επίθεση από εκεί που την άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά γρήγορα να ριχτεί στη μάχη για την αντεπίθεση, με το ΚΚΕ σταθερά στο πλευρό του.

Παρακαταθήκες




Η εικόνα της «συναίνεσης», που «έβγαλε μάτι» το μεσημέρι της Τρίτης σε όλα τα υπουργεία κατά τις τελετές παράδοσης - παραλαβής ανάμεσα σε πρώην και νυν υπουργούς, είναι αποκαλυπτική.
Εκείνοι που μέχρι χτες υποτίθεται πως «σκοτώνονταν», αφού τάχα τους χώριζε «χάος», την άλλη στιγμή αντάλλασσαν αβρότητες για το «σημαντικό έργο» που παραλαμβάνουν και παραδίδουν, για την ανάγκη «εθνικής» συνεννόησης στα «μεγάλα και κρίσιμα» που «δεν προσφέρονται για κομματικές αντιπαραθέσεις». Η «διακομματική συναίνεση» με βάση τα ζητούμενα του κεφαλαίου σε όλο της το μεγαλείο!
Η φράση που ακούστηκε περισσότερο από τους υπουργούς της ΝΔ, ότι «δεν ήρθαμε για να γκρεμίσουμε, αλλά για να χτίσουμε πάνω στα θετικά» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, δίνει το στίγμα: Το «κοντέρ» όχι μόνο δεν μηδενίζει για τα λαϊκά στρώματα με την κυβερνητική εναλλαγή, αλλά η κάθε επόμενη κυβέρνηση έρχεται να «χτίσει» πάνω στο αντιλαϊκό έργο της προηγούμενης, να σηκώσει ακόμα ψηλότερα το αντιλαϊκό οικοδόμημα, με βάση το ίδιο «αρχιτεκτονικό» σχέδιο, των επιχειρηματικών ομίλων και της αστικής τάξης.
Το κράτος «έχει συνέχεια» στην εχθρική πολιτική για τα συμφέροντα του λαού, που αντίστροφα είναι «φιλική» στα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Με στρωμένο λοιπόν το έδαφος από τον ΣΥΡΙΖΑ, οι υπουργοί της ΝΔ δεσμεύονται τώρα ότι θα αξιοποιήσουν όσες αντιλαϊκές προτάσεις βρίσκονται ήδη στο συρτάρι, θα προωθήσουν τις «καλύτερες» από αυτές και θα επιταχύνουν στην ίδια κατεύθυνση για το κλείσιμο όλων των «εκκρεμοτήτων», για νέα, πιο δραστικά μέτρα ενίσχυσης των επενδύσεων και της κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Ζητάνε μάλιστα συναίνεση και στήριξη στις βασικές αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις που θα «τρέξουν» το επόμενο διάστημα, στην κατεύθυνση όσων υποδεικνύει και το Γιούρογκρουπ, επικαλούμενοι τη δική τους συναινετική στάση όταν ήταν στην αντιπολίτευση και ψήφιζαν δυο δυο τα μέτρα και τις διευκολύνσεις στο κεφάλαιο, παρακολουθώντας τον ΣΥΡΙΖΑ να εφαρμόζει τη δική τους πολιτική:
Από τα «κόκκινα» δάνεια και την ένταση των εκβιασμών και πλειστηριασμών στα λαϊκά σπίτια, το παραπέρα ξήλωμα των εργασιακών δικαιωμάτων και την «απαρέγκλιτη εφαρμογή» όλου του αντεργατικού νομοθετικού πλαισίου, μέχρι την επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων, το άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας με την «απελευθέρωση» της Ενέργειας, και βέβαια την ακόμα πιο βαθιά εμπλοκή στα επικίνδυνα σχέδια των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι μέχρι πρότινος υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύτηκαν ότι θα είναι «στη διάθεση» των υπουργών της ΝΔ για όλα τα βασικά ζητούμενα της αστικής τάξης, δίνοντας το στίγμα της «προγραμματικής αντιπολίτευσης» στη ΝΔ και σηκώνοντας παράλληλα τους τόνους σε ζητήματα που είναι αναγκαία για να συντηρούνται η πόλωση και οι κάλπικες διαχωριστικές γραμμές.
Αυτές είναι λοιπόν οι δικές τους «παρακαταθήκες», που δίνουν το σύνθημα για κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης το επόμενο διάστημα. Ο λαός, όμως, χρειάζεται να αξιοποιήσει τις δικές του «παρακαταθήκες», τους αγώνες που έδωσε όλο το προηγούμενο διάστημα απέναντι στην αντιλαϊκή πολιτική, για να αντιπαλέψει από τη σκοπιά των δικών του αναγκών τη νέα κυβέρνηση, αλλά και να αχρηστεύσει τις καινούργιες παγίδες που του στήνουν ο ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα κόμματα του κεφαλαίου.
Με το ΚΚΕ μπροστά, να περάσει στην αντεπίθεση, για να ανοίξει ο δρόμος της πραγματικής ανατροπής, με την εργατική τάξη, το λαό στην εξουσία.

TOP READ