3 Νοε 2015

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ

 ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ


ΚΟΜΕΠ

Τεύχος: 2003 Τεύχος 5 του Θανάση Παπαρήγα
ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ

Οπως δείχνει ο τίτλος μας και όπως θα καταλάβει -ευχερώς, υποθέτουμε- ο αναγνώστης, το κείμενο που ακολουθεί δεν είναι κείμενο ιδιαιτέρων αξιώσεων. Δεν είναι, πολύ περισσότερο, «Ευρωπαϊκή Ιστορία». Το μεγαλύτερο κατόρθωμά του, για το οποίο θα θεωρούσε τον εαυτό του υπερήφανο, θα ήταν αν κατόρθωνε να παρουσιάσει μερικές μικρές (και, οπωσδήποτε, ανεπαρκείς) πτυχές ενός φαινομένου με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και μακροπρόθεσμες συνέπειες: Της διαδικασίας εμφάνισης και εξέλιξης του καπιταλιστικού συστήματος στην Ευρωπαϊκή ήπειρο.

Πριν από κάθε άλλη ανάπτυξη του θέματός μας, νομίζουμε ότι επιβάλλεται η διευκρίνιση μερικών καίριων όρων.

α) Με τον όρο Ευρώπη, εννοούμε την γεωγραφική εκείνη περιοχή που εκτείνεται μεταξύ των παρακάτω συμβατικών ορίων:

- Δυτικά, Ατλαντικός Ωκεανός

- Ανατολικά, η οροσειρά των Ουραλίων

- Βόρεια, ο Βόρειος Πόλος

- Νότια, η Μεσόγειος και τα νησιά της.

β) Με τον όρο Καπιταλισμός, εννοούμε ένα ιστορικό κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό του οποίου τα βασικά χαρακτηριστικά είναι:

- Γενικευμένη και συστηματική λειτουργία και κυριαρχία των εμπορευματονομισματικών σχέσεων

- Πολιτική και κρατική εξουσία της αστικής τάξης

Επισημαίνουμε ότι, για την ύπαρξη του καπιταλισμού με την «ολοκληρωμένη» του έννοια, απαιτούνται οπωσδήποτε και τα δύο.

Εκτός των παραπάνω, πρέπει να διευκρινισθεί και ένα άλλο στοιχείο καίριας σημασίας: Η σημασία της Ευρώπης στην ιστορία του καπιταλιστικού συστήματος.

Ακόμη και μια επιφανειακή ματιά στο ιστορικό υλικό εύκολα δείχνει ότι ο ρόλος της Ευρώπης στην ιστορία του ιστορικού κοινωνικοοικονομικού αυτού σχηματισμού υπήρξε ουσιώδης και κυρίαρχος. Κυρίαρχος, σημειώνουμε, σε παγκόσμια κλίμακα. Και αυτό για δυο λόγους:

- Στην Ευρώπη, εμφανίζονται για πρώτη ιστορικά φορά οι πρώτες αρχέγονες μορφές του σχηματισμού αυτού, εκεί εξαπλώνονται με τον πιο μεγάλο δυναμισμό, εκεί ολοκληρώνουν τη διαμόρφωσή τους και επιβάλλουν την κυριαρχία τους και, τελικά, την πιο κλασσική και σταθερή μορφή λειτουργίας τους.

- Γρήγορα και σχεδόν από την αρχή, η ιστορία και η ίδια η πορεία του καπιταλιστικού συστήματος παίρνει την μορφή της επέκτασης της ευρωπαϊκής επιρροής αλλά και παρουσίας σε όλο τον κόσμο. Είναι σαν η ευρωπαϊκή κατάσταση πραγμάτων να ξεχύνεται σε όλο τον κόσμο και να τον καλύπτει[1].

Ετσι, από τα πρώτα του κιόλας βήματα, ο καπιταλισμός παίρνει, πέραν των άλλων, και έντονη «ευρωκεντρική» μορφή, την οποία και διατηρεί μέχρι σήμερα. Είναι χαρακτηριστικό ότι, μέσα στην «Ομάδα των 7», τα 4 κράτη από τα 7 είναι άμεσα ευρωπαϊκά. Τα δυο αμερικανικά είναι, στην πραγματικότητα (σύμφωνα με την ωραία έκφραση του Φ. Ενγκελς), «προεκτάσεις των ευρωπαϊκών μητροπολιτικών χωρών στην απέναντι ακτή». Μόνο ένα -η Ιαπωνία- δεν έχει τα ανωτέρω χαρακτηριστικά και, ακόμη και στην περίπτωσή του, ο ευρωπαϊκός άμεσος και έμμεσος ρόλος ήταν καταλυτικός.


ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΒΗΜΑΤΑ

«Η έναρξη του 16ου αιώνα είδε το χάραμα της καπιταλιστικής εποχής. Οι μεγάλες γεωγραφικές ανακαλύψεις άνοιξαν τον δρόμο προς νέους κόσμους για τους Ευρωπαίους, υπονομεύοντας τις μεσαιωνικές αντιλήψεις του ανθρώπου και του σύμπαντος. Ηταν μια εποχή που είδε την τοποθέτηση των θεμελίων του διεθνούς εμπορίου, το πέρασμα από την βιοτεχνική παραγωγή στην μαζική κατασκευή, με την τελευταία να προσφέρει τα τεράστια πλεονεκτήματα του καταμερισμού της εργασίας. Οι δεκαετίες τις οργιαστικής άνθισης του ζωηρού και πολύχρωμου πολιτισμού της Αναγέννησης είδαν την Καθολική Εκκλησία να χάνει τους αιώνες πρωτοκαθεδρίας σε όλες τις σφαίρες τομείς της πνευματικής ζωής. Η βαθμιαία εμφάνιση της νέας αστικής κοινωνίας σημαδεύθηκε από απότομη επιδείνωση της ταξικής πάλης»[2].

Αποφασιστικής σημασίας για την έναρξη της πορείας της Ευρώπης προς την νέα εποχή ήταν τα ταξίδια του Χριστόφορου Κολόμβου, από τα οποία το πρώτο έγινε το 1495. Τα ταξίδια αυτά είχαν σαν αφετηρία τους, σε τελευταία ανάλυση, την προσπάθεια απελευθέρωσης των οδών του ανατολικού εμπορίου, που έχουν κλείσει ή περιορισθεί πολύ με την εγκατάσταση στα Βαλκάνια και την Μέση Ανατολή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Δεν είναι, ασφαλώς, τυχαίο ότι, στην σχετική προσπάθεια, πρωταγωνιστούν ακριβώς τα στοιχεία εκείνα του εμπορικού κεφαλαίου που θίγονται πιο άμεσα, δηλαδή οι Ιταλοί ναυτικοί.

Τα ταξίδια αυτά είχαν κοσμοϊστορικές συνέπειες. Από την άποψη του θέματος στο οποίο αναφερόμαστε, οι συνέπειες ήταν όντως ιστορικής εμβέλειας:

α) Ανέτρεψαν εντελώς την ως τότε δυναμική των διεθνών σχέσεων, βάζοντας τα θεμέλια ενός ευρωκεντρικού κόσμου. Πράγματι, είναι εντελώς χαρακτηριστικό ότι ο Κολόμβος και όλοι οι σύγχρονοί του φαίνονται κυριολεκτικά υπνωτισμένοι από την «Ανατολή», τις «Ινδίες», την «Κίνα», την «Ιαπωνία» κλπ. ή, σωστότερα, από την αόριστη ιδέα που έχουν για όλα αυτά. Τόσο που, στην αρχή, δεν μπορούν και, ίσως, δε θέλουν να καταλάβουν ότι δεν έφθασαν στην Ανατολή αλλά σε μια άλλη, «νέα», δηλ. εντελώς άγνωστη σ’ αυτούς, ήπειρο.

β) Ανέτρεψαν εντελώς την κατάσταση των περιφερειακών ισορροπιών στην ίδια την Ευρώπη. Ενισχυμένες από την σύνδεση με την νέα ήπειρο και τους νέους εμπορικούς δρόμους, οι δυτικές περιοχές της Ευρώπης αρχίζουν, για πρώτη φορά, να αποκτούν πρωτοκαθεδρία απέναντι στις ανατολικές, ενώ, μέχρι τότε, συνέβαινε μάλλον το αντίθετο. Εγιναν, όμως, και άλλου είδους ανατροπές ισορροπιών. Η μετατόπιση των εμπορικών δρόμων και οι ροές των νέων κεφαλαίων σε άλλες περιπτώσεις υπενόμευσαν την εξέλιξη προς τον καπιταλισμό που έχει ήδη αρχίσει (Ιταλία), σε άλλες ενίσχυσαν ορισμένες κατηγορίες των αναχρονιστικών στοιχείων (Γερμανία), σε άλλες ενίσχυσαν και τα καινούργια και τα παλιά στοιχεία (Γαλλία), σε άλλες, όμως, προκάλεσαν πλήρη ανατροπή υπέρ των καινούργιων (Αγγλία, Ολλανδία). Μια εντελώς απροσδόκητη εξέλιξη, που προκάλεσε μεγάλη εντύπωση και αναλυτική απασχόληση από τότε κιόλας, ήταν η εξής: Οι χώρες που πρωτοστάτησαν στις «Μεγάλες Ανακαλύψεις», δηλ. η Ισπανία και η Πορτογαλία, όχι μόνο δεν επωφελήθηκαν από τα τεράστια έσοδα που προσπορίστηκαν αλλά σύντομα καταστράφηκαν εντελώς.

γ) Εδωσαν μεγάλη ώθηση στις νέες μορφές οργάνωσης των παραγωγικών δυνάμεων. Οι τεράστιες ποσότητες χρυσού που μεταφέρθηκαν από την Αμερική δυνάμωσαν την νομισματική κυκλοφορία και τόνωσαν πολύ την ζήτηση. Σαν αποτέλεσμα, έδωσαν μεγάλη ώθηση στο λεγόμενο σύστημα της μανουφακτούρας. Η μανουφακτούρα είναι ένα είδος εργαστηρίου, μια μεταβατική βαθμίδα ανάμεσα στο εντελώς μεσαιωνικό εργαστήριο και το καπιταλιστικό εργοστάσιο. Η διαφορά της από το εντελώς μεσαιωνικό εργαστήριο είναι ότι εμφανίζεται ένας πιο προωθημένος βαθμός καταμερισμού εργασίας και κατανομής ορισμένων εργασιών σε ορισμένους εργάτες. Η διαφορά της από το καπιταλιστικό εργοστάσιο είναι το εντελώς απλό επίπεδο τεχνικής, αν όχι η πλήρης έλλειψη τεχνικής και η ολοκληρωτική κυριαρχία της χειρωνακτικής εργασίας[3]. Από την ίδια της τη φύση, η μανουφακτούρα δεν οδήγησε στη συγκέντρωση και την συγκεντροποίηση της παραγωγής ούτε στην γρήγορη διεύρυνσή της. Δεν ήταν απαλλαγμένη από τα κοινωνικά συντεχνιακά χαρακτηριστικά των μεσαιωνικών εργαστηρίων ούτε ασυμβίβαστη με αυτά. Από την άλλη, δημιούργησε νέες μορφές «βιομηχανικής» ιδιοκτησίας, πιο στενά δεμένες με την εμπορευματική παραγωγή, και άρχισε μια πιο δυναμική (αν και πολύ αργή) διαδικασία αποχωρισμού του αμέσου παραγωγού από τα μέσα παραγωγής. Το τελευταίο φαίνεται και από το ότι η μανουφακτούρα δυναμώνει πολύ την πίεση πάνω στο μεσαιωνικό συντεχνιακό σύστημα και οδηγεί στην διάλυσή του[4]. Η εξάπλωση της μανουφακτούρας αναμφίβολα δυνάμωσε (σε ορισμένες περιπτώσεις, πολύ) το «πρωτοαστικό» στοιχείο της περιόδου της πρωταρχικής συσσώρευσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι, αν και χρησιμοποιήθηκε και ενισχύθηκε πλατειά από το συγκεντρωτικό αριστοκρατικό κράτος, η μανουφακτούρα υπήρξε πάντα κάτι το «ξένο», το «ανοίκειο» προς τα παλαιόφρονα στοιχεία της αριστοκρατίας. Μια από τις υπηρεσίες της ήταν το ότι επέτρεψε την δημιουργία στρώματος ειδικευμένων εργατών και τεχνιτών, πράγμα που θα διευκολύνει την μελλοντική εφαρμογή της μηχανικής παραγωγής.

Στις κοσμοϊστορικές εξελίξεις της περιόδου αυτής, πρέπει να προστεθούν και να σημειωθούν και δυο πολύ σοβαρά βήματα στον κοινωνικοτεχνικό τομέα που σημειώνονται (και, ασφαλώς, όχι τυχαία) αυτήν ακριβώς την περίοδο:

α) Η εφεύρεση και διάδοση της τυπογραφίας. Η εξέλιξη αυτή παρέχει ένα πολύ ισχυρό «μέσο παραγωγής» όχι μόνο στη φιλολογική και επιστημονική αναγέννηση που παρατηρείται τώρα αλλά και στην πολιτική και ιδεολογική πάλη. Η εφεύρεση και διάδοση της τυπογραφίας αποτελεί, στην πραγματικότητα, μια πολύ βαθιά ανατροπή ενός ολόκληρου τρόπου ζωής. Επιτρέποντας τον πολλαπλασιασμό του «κειμένου» σε αριθμούς πρωτοφανείς μέχρι τότε (π.χ., ένα έγγραφο μπορούσε τώρα πολύ εύκολα να εκδοθεί σε 2.000 αντίτυπα εντελώς και εγγυημένα όμοια μεταξύ τους και να προσφερθεί αντί χρηματικού ποσού και, σε περίπτωση εξάντλησης, να επανεκδοθεί), έδωσε στη συνήθεια της ανάγνωσης μαζικές διαστάσεις και την έκανε στοιχείο της καθημερινής απασχόλησης του καθενός. Χωρίς να υπολογίσουμε τους οικονομικούς και τεχνικούς νεωτερισμούς που έφερε η τυπογραφία (π.χ., νέοι κλάδοι μεταλλουργίας για την επεξεργασία των τυπογραφικών στοιχείων και βυρσοδεψίας για την επεξεργασία καταλλήλων για δέσιμο βιβλίων δερμάτων, η ίδια η βιβλιοδεσία, η παραγωγή χαρτιού σε μαζική κλίμακα κλπ.), που, κατά βάθος, είχαν τις ίδιες συνέπειες. Δεν είναι, ασφαλώς, τυχαίο ότι η «εγκατάσταση τυπογραφείου» θεωρούνταν για πολύ καιρό βασικό βήμα εξάπλωσης του «συγχρόνου τομέα» της εποχής[5].

β) Η εμφάνιση και η επικράτηση νέων τεχνολογιών στον στρατιωτικο-πολεμικό τομέα. Η περίοδος αυτή είναι η περίοδος εμφάνισης και επικράτησης των πυροβόλων όπλων. Εμφάνισης και επικράτησης που έχουν, μάλιστα, και έντονο χαρακτήρα εξειδίκευσης: Από την μια μεριά, εμφανίζονται τα ατομικά πυροβόλα όπλα, εκείνα, δηλ., που κάθε στρατιώτης μεταφέρει ο ίδιος, και το βαρύ πυροβολικό, δηλ. τα κανόνια. Η διάδοση των δυο αυτών κλάδων είναι φανερή και ταυτόχρονη αλλά εντελώς ανόμοια. Για πολύ καιρό (αιώνες ακόμη), η εξελικτική πορεία του δευτέρου κλάδου θα είναι πολύ πιο γρήγορη, ενώ τα ατομικά πυροβόλα όπλα θα μείνουν ένας δυσκίνητος και, γι’ αυτό, όχι ανάλογα δυναμικός κλάδος. Ηδη στην πολιορκία και άλωση της Κωνσταντινούπολης (1452-’53), το πυροβολικό (ακόμη σε μισοπρωτόγονη κατάσταση εξ ου και οι πολλές βλάβες του) παίζει σημαντικό ρόλο. Στη διάρκεια του 16ου αιώνα, οι Γάλλοι θα χρησιμοποιήσουν νέα ειδικά κράματα, που θα κάνουν μικρότερο τον όγκο, ελαφρότερο το βάρος και ασφαλέστερη τη χρήση των κανονιών και θα βελτιώσουν την ευθυβολία τους. Στα κανόνια προστίθενται δύο τροχοί που επιτρέπουν τη μεταφορά στο πεδίο της μάχης ή ακόμη και την μετακίνησή τους στην διάρκεια των μαχών. Οι Ισπανοί θα τους προσθέσουν κιλλίβαντες με ειδικές αναρτήσεις και ειδικά συστήματα τροχών, που θα επιτρέψουν τη μετακίνησή τους στο οδικό δίκτυο της εποχής και τη μεταφορά σε μεγαλύτερες αποστάσεις. Δημιουργούνται νέα είδη βλημάτων που παρουσιάζουν όχι μόνο κρουστικές αλλά και εκρηκτικές ή εμπρηστικές ιδιότητες. Παράλληλα, το πυροβολικό εγκαθίσταται και στα πλοία. Στην περίοδο αυτή, εμφανίζονται και τα πρώτα επιστημονικά έργα για το πυροβολικό, το πρώτο από τα οποία φαίνεται να είναι το βιβλίο «Η νέα επιστήμη» του Ιταλού Ν. Ταρτάλια, που εκδίδεται το 1534.

Οι αλλαγές αυτές στην πολεμική τεχνική θα φέρουν πολύ σοβαρά ιστορικά αποτελέσματα και συγκεκριμένα:

- Βαθιά κρίση της ίδιας της κοινωνικής θέσης της χωροδεσποτικής αριστοκρατίας, της οποίας οι βάσεις (οι «μεσαιωνικοί πύργοι») δεν είναι πια απόρθητες και ούτε καν ασφαλείς. Η κρίση αυτή παρουσιάζεται και με την ανάγκη στρατιωτικών δυνάμεων με στοιχειώδεις τεχνικές γνώσεις, με την όλο και πιο πολύπλοκη στρατιωτική δομή και με τις νέες ανάγκες (και, συνεπώς, μεθόδους) στρατολογίας αλλά και στρατιωτικής παράταξης. Τα αρκεβούζια και τα μουσκέτα δυναμώνουν πολύ τον ρόλο του πεζικού και μειώνουν πολύ του ιππικού, κατ’ εξοχήν αριστοκρατικού όπλου. Ενα χαρακτηριστικό στοιχείο: Οι γαλλικές δυνάμεις που εκστράτευσαν ενάντια στην Ιταλία το 1494 αποτελούνταν κατά τα δυο τρίτα από τους κλασσικούς «ιππότες της πανοπλίας». Το ποσοστό τους στις γαλλικές στρατιωτικές δυνάμεις του 1528 είχε πέσει στο 1/11[6].

- Αύξηση του ρόλου του συγκεντρωτικού κράτους και αποχωρισμός του «πολεμιστή» από τα πολεμικά μέσα. Οι νέες πολεμικές μέθοδοι απαιτούν τεράστια οικονομικά μέσα αλλά και εγκαταστάσεις που κανείς δεν μπορεί να διαθέτει μόνος του. Η συντήρηση των όπλων αλλά και των ίδιων των χειριστών τους γίνεται πολυδάπανη και πολύπλοκη. Ο άμεσος ρόλος του κράτους στη στρατιωτική διαχείριση δυναμώνει αλλά και οι ίδιες οι στρατιωτικές δυνάμεις αλλάζουν καθώς γίνονται όλο και πιο «μόνιμες» και επαγγελματικές.

Είναι εντελώς φανερό ότι οι νέες πολεμικές μέθοδοι δυναμώνουν το νεότερο, το αυλικό, αριστοκρατικό στοιχείο σε βάρος του χωροδεσποτικού (δυναμώνοντας, έτσι, και το συγκεντρωτικό κράτος), ενώ, πιο μακροπρόθεσμα, ενισχύουν το αστικό στοιχείο σε βάρος του αριστοκρατικού, πράγμα που θα φανεί από τότε κιόλας[7].

Με την Οθωμανική κατάκτηση να έχει, για την ώρα, απομονώσει ή περισπάσει τις δυνάμεις της Ανατολικής Ευρώπης, οι μεγάλες εξελίξεις γίνονται στην Κεντρική και τη Δυτική. Αυτό στερεώνεται μετά της δυο ήττες του Οθωμανικού στρατού μπροστά στην Βιέννη (1529 και 1683), που αποτρέπουν, η πρώτη προσωρινά και η δεύτερη οριστικά, την εξάπλωση και την επικράτηση του ανατολικού δεσποτισμού στην ευρωπαϊκή ήπειρο.

Στην περίοδο αυτή, το βασικό γεγονός που δείχνει την κυοφορία νέων δυνάμεων στα σπλάχνα της ευρωπαϊκής κοινωνίας είναι η Μεταρρύθμιση.


ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ ΣΤΗ ΓΗ

Η Μεταρρύθμιση υπήρξε ένα εξαιρετικά πλατύ κίνημα στο οποίο πήραν μέρος όχι μόνο εκατομμύρια άνθρωποι αλλά και εξαιρετικά ποικίλες δυνάμεις. Οι διαστάσεις της ξεπέρασαν τα όρια της Ευρώπης. Η παρουσία της μεταφέρθηκε στην Β. Αμερική από τους επιβάτες του MAYFLOWER και έφθασε ως τις μακρινές αφρικανικές γαίες του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας ακολουθώντας τους Ολλανδούς και Ουγενότους μετανάστες.

Η μορφή της Μεταρρύθμισης ήταν μια μορφή εκκλησιαστική. Τα κύρια συνθήματα και οι δραστηριότητές της στράφηκαν γύρω από την αναμόρφωση και την ηθική κάθαρση της Εκκλησίας, ακριβέστερα της Καθολικής Εκκλησίας. Πέφτοντας σαν κεραυνός με την δημοσίευση και θυροκόλληση των 95 Θέσεων του Μ. Λουθήρου στην εκκλησία των Ανακτόρων της Βιττεμβέργης στις 31 Οκτώβρη 1517, η Μεταρρύθμιση απλώθηκε σαν φωτιά στα ξερά φύλλα και αγκάλιασε όλη την Καθολική Ευρώπη, προκαλώντας θρησκευτικούς πολέμους και δίνοντας ζωή σε νέες ιστορικές πραγματικότητες.

Η Μεταρρύθμιση ήταν μια οξυμένη μορφή της γενικής κρίσης της τελευταίας φάσης της εντελώς μεσαιωνικής κοινωνίας, σήμα του μεταβατικού χαρακτήρα της εποχής και προάγγελος συνταρακτικών αλλαγών. Η εκκλησιαστική μορφή που πήρε οφειλόταν στον γενικά εκκλησιαστικό χαρακτήρα της πνευματικής και κοινωνικής ζωής της εποχής[8] αλλά και σε κάτι άλλο - στην αίσθηση ότι η Καθολική Εκκλησία, που ήταν θεσμός μεγάλης δύναμης και επιρροής στην τότε κοινωνία, δεν μπορούσε παρά να βρίσκεται στο επίκεντρο της κρίσης της τελευταίας.

Στην κίνηση για την Μεταρρύθμιση, παίρνουν μέρος διάφορες δυνάμεις. Οι κυριότερες από αυτές είναι δυο:

α) Οι πρώτες εκφράσεις της αστικής τάξης. Πρόκειται για μια δύναμη που βρίσκεται σε άνοδο. Η μεγάλη εισροή κεφαλαίων από την Αμερική έχει δώσει μεγάλη ώθηση στο σύστημα της μανουφακτούρας. Η σχετική γενίκευση της εμπορευματικής βιοτεχνικής παραγωγής έχει τονώσει πολύ το εμπόριο και, συνεπώς την τραπεζική δραστηριότητα, την τοκογλυφία κλπ. Παράλληλα, οι εξελίξεις αυτές έχουν αρχίσει να δημιουργούν ευρύτερα στρώματα εμπορευματοπαραγωγών έξω από το παραδοσιακό μεσαιωνικό πλαίσιο της συντεχνιακής οργάνωσης. Οι μελλοντικές εξελίξεις θα δείξουν ότι είναι η δύναμη στην οποία ανήκει το μέλλον. Δεν είναι υπερβολή αν πούμε (αλλά με πολλές επιφυλάξεις και εξαιρέσεις) ότι οι περιοχές της Ευρώπης του 16ου αιώνα όπου οι δυνάμεις αυτές έχουν την ισχυρότερη παρουσία (Αγγλία, Ολλανδία, ΒΔ και ΝΔ Γερμανία, μερικές περιοχές της σημερινής Ελβετίας) είναι εκείνες όπου η Μεταρρύθμιση είναι η πιο ισχυρή και ζωντανή. Οι δυνάμεις αυτές βάζουν την σφραγίδα τους σε μεγάλο μέρος των εξελίξεων του Μεταρρυθμιστικού κινήματος.

«Εκεί, όμως, που απέτυχε ο Λούθηρος, νίκησε ο Καλβίνος. Το δόγμα του ήταν προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις των πιο τολμηρών αστών της τοτινής εποχής. Η διδασκαλία του για το πεπρωμένο ήταν η θρησκευτική έκφραση του γεγονότος ότι, στον πόλεμο του εμπορίου και του συναγωνισμού, η επιτυχία και η χρεοκοπία δεν εξαρτώνται από τη δράση ή από την επιδεξιοσύνη του ξεχωριστού ανθρώπου αλλά από συνθήκες που είναι ανεξάρτητες από αυτόν. Δεν εξαρτάται από τη θέληση ή τη δράση οποιουδήποτε, αλλά από την ευσπλαχνία ανωτέρων αλλά αγνώστων οικονομικών δυνάμεων. Και αυτό ήταν ιδιαίτερα σωστό σε μια εποχή οικονομικής ανατροπής, όπου όλοι οι παλιοί εμπορικοί δρόμοι και τα παλιά εμπορικά κέντρα εκτοπίζονταν από νέα, όπου είχαν ξανοιχτεί στον κόσμο οι πόρτες της Αμερικής και των Ινδιών και όπου ακόμη και τα ανέκαθεν αξιοσέβαστα οικονομικά άρθρα πίστης -οι αξίες του χρυσού και του ασημιού- κλονίζονταν και κατέρρεαν. Χώρια απ’ αυτό, το εκκλησιαστικό σύστημα του Καλβίνου ήταν πέρα για πέρα δημοκρατικό και ρεπουμπλικανικό. Τη στιγμή, όμως, που είχε εκδημοκρατιστεί το βασίλειο του θεού, μπορούσαν τα βασίλεια αυτού του κόσμου να παραμένουν υπάκουα σε βασιλιάδες, επισκόπους και φεουδάρχες αφέντες; Αν ο γερμανικός λουθηρανισμός έγινε υπάκουο όργανο στα χέρια των Γερμανών μικροπριγκήπων, ο Καλβίνος ίδρυσε μια δημοκρατία στην Ολλανδία και γερά δημοκρατικά κόμματα στην Αγγλία και, ιδιαίτερα στη Σκοτία»[9].

Στα κηρύγματα αυτά, η αστική φύση φαίνεται και στην καλή φιλοσοφική δικαιολογία της στάσης της αστικής τάξης: Αφού η πορεία είναι προκαθορισμένη, δεν είναι ανάγκη να κάνει κανείς καλές πράξεις. Μπορεί να είναι κλέφτης και άρπαγας (δηλαδή καλός επιχειρηματίας) και να καταλήξει πάλι στον παράδεισο.

Τα κηρύγματα αυτά βρίσκουν την πιο καθαρή τους μορφή και την πιο χαρακτηριστική τους (δηλαδή συχνά φοβερή) εφαρμογή στα πιο τολμηρά τμήματα της αστικής τάξης της περιόδου της πρωταρχικής συσσώρευσης, στους Αγγλους Πουριτανούς[10] και τους Ελβετούς Καλβινιστές[11]. Η στάση τους είναι τυπική στάση αφοσιωμένων αγωνιστών μέσα σε ένα περιβάλλον ιδιαίτερα επισφαλές και εχθρικό. Τάσσονται υπέρ της αφοσίωσης στην εργασία, που προωθεί την ανάδειξη της αστικής τάξης, και υπέρ του ασκητισμού, που προωθεί την πρωταρχική συσσώρευση. Οι επίγειες απολαύσεις πρέπει να θυσιαστούν στον βωμό της μελλοντικής επικράτησης. Για την ώρα, πρέπει να εξοντωθούν (ακόμη και με την βία) οι εχθροί της πίστης, δηλ. η κυρίαρχη αριστοκρατία και το κράτος της, και να επιβληθεί η ευαγγελική τάξη, δηλαδή η κυριαρχία της αστικής τάξης πάνω στις μάζες των εργαζομένων. Τα τμήματα αυτά της αστικής τάξης ξεχωρίζουν για την μαχητικότητά τους, την βλοσυρότητα και την φιλαργυρία τους και, σ’ αυτά, τα κηρύγματα της ευαγγελικής αρετής φθάνουν ως την απλή και καθαρή αγριότητα[12].

β) Διάφορα τμήματα της αριστοκρατίας που αντιτίθενται στις εκκλησιαστικές και κοσμικές αρχές. Αυτό ισχύει, π.χ., για τα κυρίαρχα στρώματα της γερμανικής αριστοκρατίας, που θέλουν να απαλλαγούν από την οικονομική κυριαρχία του Πάπα και να αντισταθούν στις προσπάθειες της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων να επιβάλει την εξουσία της. Ισχύει για τους Αγγλους ευγενείς που συσπειρώνονται γύρω από τον θρόνο και πρωτοστατούν στην δημιουργία Αγγλικανικής Εκκλησίας[13]. Ισχύει για τους Γάλλους ευγενείς της Νότιας Γαλλίας που, στην Μεταρρύθμιση, βλέπουν την αναζωογόνηση των χωριστικών τους διαθέσεων. Ισχύει για τους μοναρχικούς οίκους της Σουηδίας και της Δανίας, που διακόπτουν τις σχέσεις τους με τον Πάπα και προχωρούν στην δήμευση των εκκλησιαστικών κτημάτων και περιουσιακών στοιχείων και στην δημιουργία εθνικών εκκλησιών.

Στην γενική πορεία της Μεταρρύθμισης, προβάλλει και ένα άλλο ρεύμα: Το ρεύμα της «λαϊκής Μεταρρύθμισης». Δεμένο με τα κατώτερα στρώματα της αγροτιάς και τους πληβείους των πόλεων (και, συχνά, με τα κατώτερα στρώματα του καθολικού κλήρου), το ρεύμα αυτό αντιστρατεύεται την αριστοκρατία και «αντιπαρατίθεται συμπληρωματικά» στο αστικό μεταρρυθμιστικό ρεύμα. Στις γραμμές του, κυριαρχεί το μίσος ενάντια στους πλουσίους, ενάντια στην εκμετάλλευση και την κυρίαρχη τάξη. Συχνά, παίρνει ουτοπικό κομμουνιστικό χαρακτήρα[14]. Από τώρα κιόλας φαίνεται η μελλοντική αντίθεση ανάμεσα στην άμεση ιστορική πρωτοπορία της ιστορικής κίνησης -την αστική τάξη- και τη μελλοντική πρωτοπορία της - τους εργαζομένους της πόλης και του χωριού. Η οικονομική βάση γι’ αυτό ήδη υπάρχει: Στα πλαίσια της αριστοκρατικής κοινωνίας ακόμη, αρχίζουν κιόλας να προβάλλουν τα δόντια της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Στον πολιτικό τομέα, οι σχέσεις δεν είναι πάντα αρμονικές: Στη Γερμανία, ο Λούθηρος ζητά την εξόντωση των «ληστρικών αγροτών» που έχουν εξεγερθεί[15]. Στη Γενεύη, ο Καλβίνος στρέφεται αμείλικτα ενάντια όχι μόνο στην καθολική και πατρικιακή αντίδραση, αλλά και στους «αριστερούς Καλβινιστές» (αναβαπτιστές, αντιτριαδικούς κλπ.).

Συνολικά, η Μεταρρύθμιση δεν κατέληξε στην κυριαρχία της αστικής τάξης. Για κάτι τέτιο έλειπαν ακόμη οι αναγκαίοι ιστορικοί όροι. Οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής είναι ακόμη σε αρχέγονη μορφή και στην φάση της πρωταρχικής συσσώρευσης κεφαλαίου. Η αστική τάξη είναι ακόμη διάσπαρτη και εμφανίζεται κυρίως με την μορφή στοιχείων. Σημαντικά στρώματα της αστικής τάξης ακόμη δεν έχουν ξεχωρίσει από την μάζα των μεσαιωνικών μαστόρων ή ακόμη και από την αριστοκρατία[16]. Τα πιο δυναμικά στοιχεία της τελευταίας αποδεικνύονται ακόμη αρκετά ισχυρά για να ιδιοποιηθούν την Μεταρρύθμιση, που καταλήγει να γίνει «Μεταρρύθμιση των πριγκίπων» ή «των ηγεμόνων». Ετσι, η Μεταρρύθμιση καταλήγει στην ενίσχυση των «καινούργιων» και πιο ισχυρών στοιχείων μέσα στην παλαιά κοινωνία, συγκεκριμένα ή στην κυριαρχία των ευρύτερης κλίμακας τοπικών αριστοκρατών - των «πριγκίπων», που δημιουργούν τοπικά κρατίδια, όπως, π.χ., στη σημερινή Γερμανία, ή στη δημιουργία και την επικράτηση του μοναρχικού απολυταρχισμού, όπως στη Γαλλία και την Αγγλία. Σε πολλές περιπτώσεις, η «ιδιοποίηση» αυτή, σε συνδυασμό με την ακόμη αδύνατη διαμόρφωση της αστικής τάξης, φθάνει ως το σημείο να αλλάξει το επίκεντρο και, ως ένα βαθμό, τον χαρακτήρα της Μεταρρύθμισης. Ετσι, ενώ, στις αρχές, τα μεταρρυθμιστικά κηρύγματα και κινήματα βρίσκουν έδαφος στις πιο εξελιγμένες περιοχές της Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης, στο τέλος δυναμώνει εξαιρετικά (αν και με πολλές «παρεκκλίσεις από την ευθεία») η τάση εδραίωσής τους στις καθυστερημένες περιοχές.

Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι οι εξελίξεις δεν προχωρούν και, μάλιστα, σημαντικά. Με όλη της την ταραγμένη και ανώμαλη πορεία, η Μεταρρύθμιση φέρνει αποτελέσματα που προμηνύουν θύελλες. Στην πραγματικότητα, δημιουργεί την ευρωπαϊκή φυσιογνωμία έτσι ώστε να αποτελέσει το πλαίσιο του μελλοντικού (αλλά άμεσα πια μελλοντικού) ευρωπαϊκού καπιταλισμού. Συγκεκριμένα:

α) Δυναμώνει και παγιώνει την πρωτοκαθεδρία του δυτικού τμήματος της ηπείρου απέναντι στο ανατολικό. Δεν νομίζουμε ότι χρειάζεται ιδιαίτερα συζήτηση για να αποδειχθεί ότι, στην περίοδο αυτή, η δυτική Ευρώπη σαν δυναμικό κέντρο είναι πιο ισχυρή από κάθε άλλη φορά.

β) Δημιουργεί και παγιώνει (τουλάχιστον στα πιο σημαντικά στοιχειώδη του στοιχεία) το κατάλληλο κρατικό και πολιτικό πλαίσιο της παραπέρα πορείας. Η δημιουργία του κλασσικού μοναρχικού απολυταρχικού κράτους είναι δίκοπο μαχαίρι: Από την μια, συσπειρώνει σε ανώτερη, «αυλική», βάση την αριστοκρατία και, συνεπώς, την ενισχύει και, από την άλλη, δημιουργεί (τουλάχιστον στην πρώτη μορφή του) αυτό που σήμερα γνωρίζουμε σαν εθνικό κράτος, πράγμα που σημαίνει συγκέντρωση της εθνικής αγοράς και, συνεπώς, ενίσχυση της αστικής τάξης και εξασθένηση της αριστοκρατίας. Δεν είναι, ασφαλώς, τυχαίο το ότι η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από την μόνιμη προσπάθεια δημιουργίας κρατικής (δηλαδή, σε τελευταία ανάλυση, εθνικής) Εκκλησίας. Επίσης δεν είναι τυχαίο το ότι η περίοδος αυτή σημαδεύεται από την αποτυχία των σχεδίων των Αψβούργων, που καταρτίσθηκαν κάτω από την ισχυρή επιρροή της φεουδαρχικής και κληρικαλιστικής αντίδρασης, για την δημιουργία, σε ανταγωνισμό με την τάση δημιουργίας εθνικών κρατών, ενός «παγκοσμίου χριστιανικού κράτους»[17].

Εκτός των ανωτέρω, η περίοδος της Μεταρρύθμισης σημαδεύθηκε από πολύ σοβαρά βήματα στον πολιτισμό, στην επιστήμη και την τεχνική και δημιούργησε και ένα νέο κλάδο της Χριστιανικής Εκκλησίας, τον Προτεσταντισμό.


ΣΟΒΑΡΑ ΡΗΓΜΑΤΑ

Το ότι τα πράγματα «χοντραίνουν» επικίνδυνα το δείχνουν δυο σοβαρά γεγονότα που σημαδεύουν την Ευρωπαϊκή και την παγκόσμια ιστορία στα τέλη της περιόδου αυτής. Τα γεγονότα αυτά είναι:

α) Η δημιουργία της ανεξάρτητης Ολλανδίας[18]: Υστερα από έναν αγριότατο πόλεμο σχεδόν ενός αιώνα[19], οι Ολλανδοί κατορθώνουν να αποκρούσουν τις προσπάθειες των Ισπανών να τους υποτάξουν. Στην μικρή χώρα της εξόδου της Βαλτικής (που, το 17ο αιώνα, δε διαθέτει πάνω από 2.000.000 κατοίκους), ιδρύεται ένα πρωτοπόρο κράτος - η πρώτη αστική δημοκρατία του κόσμου.

Η μικρή Ολλανδία γίνεται το επίκεντρο της ευρωπαϊκής προόδου. Δεν είναι, ασφαλώς, τυχαίο το ότι το μικρό της έδαφος καλύπτεται από ένα πραγματικό δίχτυ αράχνης από τυπογραφεία που δουλεύουν εντατικά όχι μόνο πλουτίζοντας τις βιβλιοθήκες αλλά και αναπτύσσοντας σημαντικά τις ίδιες τις τέχνες της τυπογραφίας και της βιβλιοδεσίας. Η οικονομική πρόοδος είναι επίσης πολύ μεγάλη. Η Ολλανδία γίνεται το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο της Ευρώπης και του κόσμου. Για ένα χρονικό διάστημα, σε ολλανδικά χέρια βρίσκεται η πλειοψηφία -ίσως, μάλιστα, η μεγάλη πλειοψηφία- των πλοίων της Ευρωπαϊκής ηπείρου.

Στον πνευματικό και πολιτικό τομέα, η εξέλιξη είναι επίσης εντυπωσιακή. Η Ολλανδία χαρακτηρίζεται στην περίοδο αυτή από μια μεγάλη άνοδο στον τομέα του πολιτισμού και της επιστήμης σε όλους τους τομείς (εικαστικές τέχνες, τεχνολογία, αστρονομία, εκπαίδευση, φιλοσοφία, δίκαιο). Είναι η πιο ελεύθερη χώρα της Ευρώπης και σ’ αυτήν τυπώνονται όλα τα απαγορευμένα στην άλλη ήπειρο βιβλία. Είναι επίσης το καταφύγιο όσων διώκονται για πολιτικούς λόγους.

β) Η Αγγλική Επανάσταση (1642 - 1648). Το ιστορικό αυτό γεγονός θα έχει τεράστιες επιπτώσεις στις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες εξελίξεις. Ανοίγοντας τον δρόμο της επικράτησης της νέας, της καπιταλιστικής, κοινωνίας σε μια δύναμη πιο ισχυρή από την Ολλανδία, δημιουργεί στο έδαφος της δύναμης αυτής (ως τότε, μάλλον περιορισμένης αν όχι μικρής) ένα παγκόσμιο κέντρο που θα παίξει, όπως σήμερα γνωρίζουμε καλά, κοσμοϊστορικό ρόλο για αιώνες.

Τα γεγονότα αυτά κατέχουν πρωτεύουσα σημασία, καθώς αποτελούν σοβαρότατα (αν και ακόμη εντελώς αρχικά) βήματα προς την καπιταλιστική αναμόρφωση της Ευρώπης. Δεν είναι χωρίς και το στοιχείο της παραδοξότητας, καθώς φαίνονται να δείχνουν ότι δυο «ακρινές» περιοχές της ηπείρου ξεκόπηκαν από αυτή και όρμησαν μπροστά.

Εκτός από την αναγγελία μιας νέας εποχής, τα γεγονότα αυτά δείχνουν και τις αντιθέσεις της εποχής αυτής. Και πρόκειται για αντιθέσεις πολύ χαρακτηριστικές.

Στην Αγγλία, η Επανάσταση απελευθερώνει την ιδιοκτησία των LANDLORDS και των ιδιοκτητών εργαστηρίων από τα αναχρονιστικά δεσμά. Καλό πράγμα, βέβαια, αλλά το μόνο που καταλαβαίνουν από αυτό οι αγρότες είναι ότι τώρα οι μεγαλογαιοκτήμονες είναι ακόμη πιο ελεύθεροι να προχωρούν σε περιφράξεις (ENCLOSURES) και να διώχνουν τον αγρότη από την γη[20]. Από την άλλη, οι μεροκαματιάρηδες ή οι άνεργοι των πόλεων χάνουν τα τελευταία προστατευτικά πλεονεκτήματα του πατριαρχικού συντεχνιακού συστήματος. Τώρα, πρέπει να δώσουν μάχη για τη ζωή τους.

Στην Ολλανδία, οι κυρίαρχες τάξεις επεξεργάσθηκαν νέα συστήματα εκμετάλλευσης των εργαζομένων, που εντυπωσίασαν πολύ τους ειδικούς της εποχής. Δεν είναι τυχαίο ότι, στην Ολλανδία της εποχής αυτής, βλέπουμε εκείνο που πιο πολύ μοιάζει με αυτό που σήμερα θα αποκαλούσαμε «εργατικές ταραχές». Από την Ολλανδία της περιόδου αυτής προέρχεται και το πρώτο έγγραφο συμφωνητικό συλλογικών διαπραγματεύσεων εργατών - εργοδοτών που γνωρίζουμε. Παρά την απελευθέρωσή του από τα φεουδαρχικά δεσμά (ή μάλλον ακριβώς εξ αιτίας της), ο Ολλανδός εργαζόμενος καταπλακώνεται από ένα ασήκωτο αμάλγαμα φόρων, που είναι, κατά την ομόφωνη γνώμη όλων ανεξαίρετα των αναλυτών της εποχής, το επαχθέστερο στην Ευρώπη. Η νέα εποχή δεν καταργεί την φτώχεια και την ανέχεια. Στην πλούσια και πολιτισμένη Ολλανδία, η υπέρμετρη δουλειά, οι χαμηλές αμοιβές και η φορολογική καταπίεση τσακίζουν τον εργαζόμενο περισσότερο από οπουδήποτε αλλού.

Η εξέλιξη είναι ακόμη σοβαρότερη σε ένα άλλο τομέα. Η αστική τάξη, που πήρε την εξουσία με την διεκδίκηση της «ελευθερίας», δεν σπεύδει καθόλου να αναγνωρίσει αυτή την διεκδίκηση και στους άλλους. Αντίθετα, η Αγγλία και η Ολλανδία, συχνά σε ανταγωνισμό και μεταξύ τους, αρχίζουν να δημιουργούν παγκόσμιες αποικιακές αυτοκρατορίες. Ολόκληρα τμήματα του πλανήτη απομυζώνται συστηματικά. Η εμφάνιση των Αγγλων και των Ολλανδών πειρατών και δουλεμπόρων γίνεται πραγματική μάστιγα για τους λαούς της Ασίας της Αφρικής και της Αμερικής. Το κεφάλαιο σκεπάζεται όλο και πιο πολύ από αίμα και λάσπη[21].

Ολα αυτά, βέβαια, δεν σημαίνουν εξάντληση των ιστορικών δυνατοτήτων του καπιταλισμού (που, αντίθετα, βρίσκονται ακόμη στην αρχή τους) ούτε μετατρέπουν τον καπιταλισμό σε αντιδραστική δύναμη. Σημαίνουν απλώς εκείνο που πολύ αργότερα θα διατυπώσει επιγραμματικά ο Φ. Ενγκελς:

«Σήμερα, γνωρίζουμε καλά ότι το «βασίλειο της λογικής» δεν ήταν τίποτε άλλο παρά το εξιδανικευμένο βασίλειο της αστικής τάξης»[22].


ΠΛΗΣΙΑΖΟΝΤΑΣ ΣΤΟΝ ΟΡΙΖΟΝΤΑ

Παρ’ όλο που η επικράτηση του καπιταλισμού είναι ακόμη υπόθεση του μέλλοντος, το μέλλον αυτό όλο και πιο πολύ πλησιάζει.

Αυτό φαίνεται στο ότι παντού, αν και εξαιρετικά ανόμοια και ανισόμετρα, προβάλλουν όλο και πιο πολύ τα σημάδια της νέας εποχής: Γενίκευση των χρηματικών σχέσεων, επέκταση του εμπορίου, εξάπλωση της μανουφακτούρας κλπ. Ωστόσο, φαίνεται και στα πολιτικά γεγονότα της εποχής, τα οποία συνδέονται όλο και πιο πολύ με την διαμόρφωση του καπιταλιστικού συστήματος.

Οι πόλεμοι Ολλανδίας και Αγγλίας, που κρατούν με διαλείμματα από το 1652 ως το 1679 και χαρακτηρίζονται από τον ναυτικό τους χαρακτήρα και το μεγάλο τους πείσμα, είναι, από ιστορική άποψη, οι πόλεμοι δυο δυνάμεων που έχουν μπει στον δρόμο της νίκης του καπιταλισμού και ανταγωνίζονται η μια την άλλη για την εμπορική και αποικιακή κυριαρχία. Παρά τις επανειλημμένες ολλανδικές νίκες, η τελική δάφνη στέφει τα αγγλικά όπλα με τρόπο, μάλιστα, ελάχιστα στρατιωτικό. Οι Ολλανδοί δίνουν την εντύπωση ότι αποσύρονται μόνοι τους, παραχωρώντας την θέση τους στους Αγγλους. Η ίδια η Ολλανδία γίνεται όλο και πιο πολύ πολιτικό εξάρτημα της Αγγλίας και η στέψη του κυβερνήτη της Ολλανδίας Γουλιέλμου του Γ΄ της Οράγγης στην θέση του βασιλιά της Αγγλίας το 1688 σημαίνει κυρίως εξάρτηση της Ολλανδίας από την Αγγλία και όχι το αντίστροφο.

ΤΙ είχε συμβεί;

Τίποτε το μελοδραματικό, κατά βάθος. Η Ολλανδία απλώς έπεσε θύμα της «ανισόρροπης» πορείας της. Το μεγάλο μυστικό της επιτυχίας της «Ολλανδικής έκρηξης» βρισκόταν στην τεράστια ανάπτυξη του εμπορικού και τραπεζικού κεφαλαίου. Εκεί, όμως, βρισκόταν και η Αχίλλειος πτέρνα της. Η Ολλανδία, σε διάκριση με την Αγγλία, υστερούσε πολύ στον άμεσα παραγωγικό τομέα. Χωρίς αυτόν, το τεράστιο εμπορικό και τραπεζικό κεφάλαιο δεν θα μπορούσε να κρατήσει τις θέσεις του. Ετσι και έγινε. Καθώς ο 17ος αιώνας τελειώνει, η Ολλανδία παρακμάζει με τον ίδιο ταχύ και εντυπωσιακό ρυθμό με τον οποίο είχε αναδειχθεί. Ο εμπορικός της στόλος περιορίζεται και παραμερίζεται, ενώ οι οικονομικές της δραστηριότητες περιορίζονται και αυτές στον τραπεζικό τομέα και τον δανεισμό. Ετσι, η εμπορικά και ναυτικά πιο αδύνατη χώρα, που, όμως, υπερτερούσε σε παραγωγική βάση, τελικά κατέβαλε τον αντίπαλό της.

«Η ιστορία της παρακμής της Ολλανδίας σαν κυριάρχου εμπορικού έθνους είναι η ιστορία της υποταγής του εμπορικού κεφαλαίου στο βιομηχανικό κεφάλαιο»[23].

Εξ ίσου ενδεικτικοί είναι και οι πόλεμοι που αντιπαραθέτουν, στην διάρκεια πολλών δεκαετιών, την Αγγλία στην Γαλλία και οι οποίοι καταλήγουν το 1762 στην Συνθήκη των Παρισίων με την οποία η Γαλλία χάνει σχεδόν όλες τις αποικίες που είχε ως τότε.

Οι πόλεμοι αυτοί είναι η αντιπαράθεση για την παγκόσμια κυριαρχία («παγκοσμίους πολέμους» τους ονόμασαν μερικοί σύγχρονοί μας ιστορικοί) μεταξύ μιας δύναμης πρωτοπόρας για την εποχή, που βαδίζει στην νίκη του καπιταλιστικού συστήματος, της Αγγλίας, και μιας δύναμης πολύ ισχυρής μεν αλλά που ακόμη δεν έχει βγει από τα πλαίσια του μισομεσαιωνικού απολυταρχικού αριστοκρατικού συστήματος, της Γαλλίας. Δεν είναι, συνεπώς περίεργο που η νίκη στρέφεται προς την αγγλική πλευρά, οξύνοντας και βαθαίνοντας, σε πρωτοφανή ως τότε, βαθμό, την κρίση της απολυταρχικής μοναρχίας στην Γαλλία.

Ωστόσο, οι αναμετρήσεις αυτές έχουν και μια άλλη, όχι λιγότερο σημαντική, πλευρά: Δυναμώνουν την πρωτοκαθεδρία του δυτικού τμήματος της ηπείρου έναντι του ανατολικού. Αυτό φαίνεται καθαρά στο ότι για την παγκόσμια κυριαρχία ανταγωνίζονται δυο δυνάμεις της Δυτικής Ευρώπης.

Στο σημείο αυτό, πάντως, αξίζει να σημειωθεί και μια σοβαρή εξέλιξη στην Ανατολική Ευρώπη: Η τελική διαμόρφωση της Ρωσίας, η οποία προβάλλει όλο και πιο καθαρά στα ευρωπαϊκά πράγματα[24].


Η ΑΝΑΤΡΟΠΗ

Καθώς ο 18ος αιώνας βαδίζει προς το τέλος του, όλα βοούν ότι «κάτι ετοιμάζεται». Η κρίση της μοναρχοαπολυταρχικής κοινωνίας είναι πολύ φανερή για να εξαπατήσει οποιονδήποτε.

Η Ιστορία, ως συνήθως, περνά από απροσδόκητους δρόμους. Το πρώτο σοβαρό ρήγμα της εποχής δε γίνεται στα προπύργια της απολυταρχίας και, μάλιστα, γίνεται σε περιοχή εκτός Ευρώπης αλλά άμεσης ευρωπαϊκής επιρροής, αν όχι ευρωπαϊκής προέκτασης: Στην Β. Αμερική, οι υπήκοοι του Γεωργίου του Γ΄ ξεσηκώνονται το 1776 και, με την Συνθήκη των Παρισίων του 1783, κατορθώνουν να ιδρύσουν μια νέα δημοκρατία - τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής[25].

Και μόνη η δημιουργία ενός νέου πόλου καπιταλιστικής ανάπτυξης δεν μπορεί παρά να έχει σοβαρές επιπτώσεις στις ευρωπαϊκές συνθήκες της εποχής. Και, πράγματι, έχει και, για την ώρα, σε ένα ιδιαίτερα κρίσιμο τομέα όπου η επιρροή της είναι κυριολεκτικά καταλυτική: Στον ιδεολογικό τομέα[26].

Στο μεταξύ, συμβαίνουν, πάλι στην Αγγλία, σημεία και τέρατα.

Η εξάλειψη από την επανάσταση των απολυταρχικών και αριστοκρατικών δεσμών και η έκτοτε γρήγορη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων είχαν, τελικά, το αναπόφευκτο αποτέλεσμά τους: Τη δημιουργία μιας αγοράς που έχει τόσο διευρυνθεί ώστε δεν μπορεί να καλυφθεί με τις δυνατότητες της αρχικής εργαστηριακής παραγωγής.

Το ίδιο αυτό το γεγονός έβαζε επί τάπητος το θέμα του εφοδιασμού με τα προϊόντα ενός παραγωγικού μηχανισμού πιο γρήγορου και ικανού. Δεν είναι, ασφαλώς, τυχαίο το ότι όλος ο 18ος αιώνας είναι για την Αγγλία ένας αιώνας τεχνικών νεωτερισμών στην υφαντουργία και την νηματουργία - τους δύο πιο μαζικά προσανατολισμένους «βιομηχανικούς» κλάδους της εποχής.

Αυτό, όμως, έβαλε, με την σειρά του, ένα άλλο καθόλου λιγότερο σοβαρό πρόβλημα: Την ανάγκη ενός κινητηρίου μηχανισμού, ενός «κινητήρα», που θα μπορούσε να κρατήσει σε μόνιμη και κανονική κίνηση το σύνολο των άλλων μηχανισμών.

Στα λόγια, φαίνεται, ίσως, εύκολο, στην πράξη, όμως, αποδείχθηκε ένα πρόβλημα πολύπλοκο και δυσεπίλυτο. Το έλυσε ο ταλαντούχος μηχανικός Τζαίημς Γουώττ (1736 - 1819). Στην προσπάθειά του να βρει τρόπο άντλησης των υδάτων από τα ανθρακωρυχεία, δημιούργησε, το 1769, την πρώτη ατμοκίνητη αντλία και, το 1780, ένα δεύτερο τύπο της, πολύ αποτελεσματικότερο και ευχρηστότερο[27].

Η εμφάνιση του ατμοκίνητου κινητήρα, πραγματικού Κολοφώνα της «Βιομηχανικής Επανάστασης»[28], είχε κοσμοϊστορικές συνέπειες

Πριν απ’ όλα, δημιούργησε την καθ’ αυτό βιομηχανία, ένα παραγωγικό μηχανισμό που εξαρτάται όλο και λιγότερο από τις φυσικές δυνάμεις και δυνατότητες του ανθρώπου και δείχνει να εργάζεται μόνος του, με μια απλή εντολή. Το όνειρο του Αριστοτέλους φαίνεται να γίνεται, επί τέλους, πραγματικότητα[29].

Εκτός αυτού, είχε και άλλες συνέπειες:

α) Αναμορφώνει εκ βάθρων τον καπιταλισμό -που, τώρα, γίνεται βιομηχανικός- και τον προωθεί σε ανώτερα επίπεδα. Το βιομηχανικό κεφάλαιο όχι μόνο διαμορφώνεται οριστικά αλλά και επικρατεί οριστικά. Δυναμώνει ο αποχωρισμός του αμέσου παραγωγού από τα μέσα παραγωγής. Παίρνει νέες και πρωτοφανείς διαστάσεις η τάση διάσπασης της καπιταλιστικής κοινωνίας σε δύο στρατόπεδα, εκείνων που διαθέτουν τα μέσα παραγωγής και εκείνων που έχουν μόνο την εργατική τους δύναμη την οποία διαθέτουν έναντι μισθώματος. Διαμορφώνονται πληρέστερα αλλά και οξύνονται συνολικά οι αντιθέσεις της καπιταλιστικής κοινωνίας, καθώς, τώρα, η τάση της να διαδίδει την φτώχεια συνυπάρχει με μια τάση πολλαπλασιασμού του κοινωνικού πλούτου τόσο γιγαντιαία που δεν είναι καν διανοητή σε προηγούμενες εποχές.

β) Ενισχύει το παγκόσμιο μονοπώλιο της Αγγλίας, που θα κρατήσει γύρω στον ένα αιώνα. Εκείνο που, ως τώρα, ήταν μια απλή και μάλλον ασταθής πρωτοκαθεδρία στον εμπορικό και τραπεζικό τομέα, τώρα γίνεται σταθερή κυριαρχία στον βιομηχανικό.

γ) Ενισχύει τη δυτικοευρωπαϊκή πρωτοκαθεδρία. Και μόνο η βιομηχανική επανάσταση δυναμώνει την θέση της Αγγλίας απέναντι στις καθυστερημένες ευρωπαϊκές μοναρχίες Η Αγγλία γίνεται το πρότυπο της «προοδευμένης κοινωνίας».

δ) Δημιουργεί νέα διεθνή κατάσταση, περιπλέκοντας τις διεθνείς αντιθέσεις. Η ανάγκη νέων αγορών διάθεσης των προϊόντων της βιομηχανίας δημιουργεί νέες ανάγκες αγγλικής διείσδυσης στο εξωτερικό. Η ίδια η διείσδυση παίρνει άλλο χαρακτήρα, καθώς γίνεται τώρα και βιομηχανική. Η προσπάθεια αυτή δημιουργεί και σοβαρά πολιτικά γεγονότα. Η προσπάθεια του Λονδίνου να στηρίξει την τοπική βιομηχανία σε βάρος των βορειοαμερικανικών αποικιών κάθε άλλο παρά άσχετη ήταν με την έκρηξη της επανάστασης και την απώλεια των βορειοαμερικανικών κτήσεων. Η συμφωνία του 1786 με την Γαλλία, που έδινε μεγάλες δυνατότητες εμπορικής διείσδυσης των βιομηχανικών προϊόντων της Αγγλίας στην Γαλλία ήταν μια από τις τελευταίες σταγόνες που κλόνισαν την εμπιστοσύνη της γαλλικής αστικής τάξης προς οποιαδήποτε προοπτική της μοναρχίας. Η βιομηχανική διείσδυση στην Οθωμανική Αυτοκρατορία μέσω εμπορευμάτων για τα οποία υπάρχουν πλατιοί τοπικοί βιοτεχνικοί τομείς μεσαιωνικού - πατριαρχικού τύπου (π.χ., υφάσματα, νήματα κλπ) όχι μόνο εντείνει την οικονομική κρίση του Οθωμανικού κράτους αλλά και κλείνει τις βιοτεχνίες και γίνεται, έτσι, ένα από τα σημαντικότερα αίτια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.

ε) Δυναμώνει την αποικιακή επιθετικότητα του αγγλικού και, σε συνέχεια, του ευρωπαϊκού καπιταλισμού. Η βιομηχανία δημιουργεί επειγόντως την ανάγκη μιας όλο και πλατύτερης και εύκολης πρόσβασης αποκλειστικής βάσης πρώτων υλών, που χρειάζονται όχι μόνο για την αξιοποίησή τους αλλά και για τον αποκλεισμό κάθε ανταγωνιστή. Ετσι, δημιουργείται η ανάγκη όχι απλώς εδαφών υπό μόνιμη εκμετάλλευση αλλά συστηματικά οργανωμένων και μονίμων αποικιών. Δεν είναι, ασφαλώς, τυχαίο το ότι αυτή ακριβώς την περίοδο οι Αγγλοι κινούνται για να κατακτήσουν και να υποτάξουν την Ινδία και για να διεισδύσουν ευρύτερα στην Κίνα. Ο βιομηχανικός καπιταλισμός μετατρέπει τον αποικιακό ζυγό σε εντελώς αβάσταχτο, αν όχι και καθαρά απειλητικό, για τους αποικιακούς λαούς[30]. Από την άλλη μεριά, αποτελεί παραπέρα αποφασιστικό βήμα για την δημιουργία παγκόσμιας αγοράς.

Το τρίτο κοσμοϊστορικό γεγονός της περιόδου αυτής στην Ευρώπη είναι η Γαλλική Επανάσταση.

Η προεπαναστατική Γαλλία των τελευταίων χρόνων ήταν το τυπικό δείγμα μοναρχοαπολυταρχικού αριστοκρατικού κράτους υψηλής ωριμότητας. Μια αριστοκρατία εξαιρετικά ισχυρή έχει συγκεντρωθεί γύρω από τον θρόνο, στηρίζοντας την βασιλική δυναστεία. Η αυλική αυτή μοναρχία υπερασπίζει ζηλότυπα τα συμφέροντά της απέναντι τόσο στο αναχρονιστικό στοιχείο της αριστοκρατίας, που δεν εννοεί να ακολουθήσει το πνεύμα των καιρών, όσο και απέναντι στην αστική τάξη, η οποία, αν και πολύ πιο αδύνατη από την Αγγλία, έχει ήδη ενισχυθεί πολύ στον 18ο αιώνα. Η Γαλλία διαθέτει τεράστιες στρατιωτικές δυνάμεις και μεγάλη πολιτική και διπλωματική επιρροή.

Καθώς ο αιώνας τελειώνει, η κρίση στην Γαλλία είναι τόσο φανερή ώστε όλοι την παραδέχονται ανοιχτά. Η κρίση εμφανίζεται σαν οικονομική κρίση και, αναμφίβολα, είναι τέτια αφού το δημόσιο ταμείο είναι, ουσιαστικά, άδειο. Διάφοροι αποδίδουν σε διάφορα αίτια την κενότητα αυτή. Η κακή διαχείριση των βασιλικών αξιωματούχων, η διοικητική διαφθορά, η αμερικανική περιπέτεια[31] κλπ. Σε όλα αυτά, υπάρχει, αναμφίβολα, πολλή αλήθεια. Ωστόσο, η ουσία βρίσκεται αλλού: Πρόκειται για το ξέσπασμα της γενικής κρίσης της τελικής φάσης της αριστοκρατικής - φεουδαρχικής κοινωνίας, κρίσης που δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με απλές διαχειριστικές αλλαγές.

Η τραγική αλήθεια θα αποκαλυφθεί το 1788, όταν ο Λουδοβίκος ο 16ος μπροστά στο πλήρες αδιέξοδο και μέσα σε μια ατμόσφαιρα «ταραχών του ψωμιού», αγροτικών εξεγέρσεων, αστικής ανυπακοής και αριστοκρατικών ταλαντεύσεων, συγκαλεί τη Συνέλευση των Γενικών Τάξεων, που είχε να συγκληθεί 175 χρόνια. Οι συνεδριάσεις της Συνέλευσης αρχίζουν στις 5 Μάη 1789 στα Ανάκτορα των Βερσαλλιών.

Ο ριψοκίνδυνος χαρακτήρας της βασιλικής ενέργειας (που σήμαινε, στην ουσία της, αυτό που σήμερα θα αποκαλούσαμε σύγκληση εθνοσυνέλευσης έκτακτης ανάγκης) γρήγορα θα φανεί. Η Γαλλία σαρώνεται από ένα ακράτητο επαναστατικό κύμα που θα βάλει οριστικά τέρμα στην απολυταρχία και το αριστοκρατικό καθεστώς.


Ο ΔΡΟΜΟΣ ΑΝΟΙΓΕΙ

Η Γαλλική Επανάσταση (1789 - 1795) θεωρείται το πρότυπο της αστικοδημοκρατικής επανάστασης. Η ιστορική της αξία δε βρίσκεται τόσο στη σημασία της σαν γεγονότος στα πλαίσια μιας συγκεκριμένης φάσης του περάσματος της Ευρωπαϊκής κοινωνίας στον καπιταλισμό. Στην εποχή εκείνη, τα γεγονότα που σηματοδοτούν αυτό το πέρασμα αφθονούν σε όλη την Ευρώπη. Η ιστορική αξία της Επανάστασης αυτής βρίσκεται στο ότι αποτελεί υπόδειγμα επαναστατικής δράσης της αστικής τάξης (που είναι, στις γενικές συνθήκες της ιστορικής στιγμής, η μόνη «βιώσιμη» προοδευτική και επαναστατική δύναμη) σε στενή συμμαχία με τις εργαζόμενες μάζες της πόλης και του χωριού και χωρίς κανένα συμβιβασμό με την αριστοκρατία και την απολυταρχική εξουσία. Σ’ αυτό το ειδικό χαρακτηριστικό οφείλονται το ιδιαίτερο βάθος της, η ειδική της μορφή και πορεία αλλά και το ότι, στη βάση διαδικασιών που, ακόμη, δεν μπορούν να εκδηλωθούν παρά μόνο «αντιιστορικά» και, συνεπώς, ουτοπικά, τείνει να ξεπεράσει τον ορίζοντα και της ίδιας της αστικής τάξης[32]. Σ’ αυτό το ειδικό χαρακτηριστικό οφείλονται, αναμφίβολα, και το άσβεστο μίσος της αστικής τάξης προς την Επανάσταση αυτή, η μόνιμη προσπάθειά της να την αποκαθάρει από κάθε «άβολο» γι’ αυτήν γνώρισμα.

Το ίδιο το ξέσπασμα της Επανάστασης οδήγησε σε μια σειρά πανευρωπαϊκών πολέμων (των οποίων μερικές πλευρές επεκτάθηκαν, μάλιστα, και έξω από τα όρια της ηπείρου) με πολύπλοκο χαρακτήρα. Σ’ αυτούς, συμπλέκονταν:

α) Η αντεπαναστατική αντίδραση των φεουδαρχικών και μισοφεουδαρχικών δυνάμεων της ηπείρου. Το στοιχείο αυτό, αναμφίβολα, ήταν το κυρίαρχο στην πρώτη φάση των πολέμων αυτών.

β) Η προσπάθεια των ηπειρωτικών δυνάμεων να επιτύχουν αναδιανομή της Ευρώπης με αφορμή τα γεγονότα της Γαλλίας.

γ) Η αντιπαράθεση για την παγκόσμια κυριαρχία δυνάμεων που ήδη έχουν μπει στον δρόμο της τελικής επικράτησης του καπιταλισμού. Αυτό ήταν το βαθύτερο νόημα της αντιπαράθεσης Γαλλίας - Αγγλίας στην περίοδο 1793 - 1815.

δ) Η προσπάθεια του ηγετικού πυρήνα της γαλλικής μεγαλοαστικής τάξης να δημιουργήσει μια «Γαλλική Ευρώπη». Αυτό αποτελούσε ουσιώδες στοιχείο της αιτίας του πολεμικού πυρετού που καλλιεργούν οι «Γιρονδίνοι» το 1792 (που οδηγεί στον πόλεμο με τις ευρωπαϊκές δυνάμεις, τον οποίο, σημειώνουμε, κηρύσσει πρώτη η Γαλλία) αλλά και της πολιτικής του Διευθυντηρίου μετά το 1795, που αποσκοπεί στην συνέχιση του πολέμου οπωσδήποτε, χωρίς να μιλήσουμε για την πολιτική του Μεγάλου Ναπολέοντος[33].

Η σειρά αυτών των «Ναπολεόντειων» πολέμων καταλήγει στην δημιουργία του αντιγαλλικού συνασπισμού και στην ήττα της Γαλλίας. Οι αντεπαναστατικές δυνάμεις της Ευρώπης, που έχουν την πολιτική ηγεσία του αντιγαλλικού συνασπισμού, προσπαθούν να αξιοποιήσουν τον πόλεμο και την έκβασή του για να στερεώσουν την θέση τους, αν όχι για να επαναφέρουν την προ του 1789 κατάσταση. Αυτό φάνηκε καθαρά με την επαναφορά των Βουρβόνων στο Γαλλικό θρόνο. Ωστόσο, το ουτοπικό αυτό σχέδιο απέτυχε και ήταν αναπόφευκτο να αποτύχει. Οι μακρόχρονοι πόλεμοι είχαν ανατρέψει σε μεγάλο βάθος τις ως τότε ισορροπίες, φέρνοντας, μεταξύ άλλων, μια σημαντική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και την εξάπλωση της βιομηχανίας. Τα ίδια τα μέτρα που έπαιρναν τα μέλη του αντιγαλλικού συνασπισμού για να αντιμετωπίσουν τον Ναπολέοντα προωθούσαν τις νέες δυνάμεις. Το Συνέδριο της Βιέννης (1815) αποκαθιστά, μέσα σε κάπως ανεκδοτολογικές συνθήκες, την αριστοκρατική και μοναρχική νομιμότητα[34], ενώ το αστικό στοιχείο είναι πιο ισχυρό (στον οικονομικό, τον πολιτικό και τον ιδεολογικό τομέα) από οποιαδήποτε άλλη φορά. Ετσι, δεν είναι παράξενο που ο καπιταλιστικός μετασχηματισμός όχι μόνο δεν επιβραδύνεται παρά και επιταχύνεται και εξαπλώνεται παραπέρα. Ενα από τα πιο σημαντικά σημάδια γι αυτό ήταν η Ελληνική Επανάσταση του 1821-’30, που οδηγεί σε μεγάλες αναστατώσεις και γενικές αλλαγές.

Ολος ο 19ος αιώνας, από τώρα και στο εξής, δε θα πάψει να αποτελεί περίοδο στερέωσης και παραπέρα ανάπτυξης του καπιταλιστικού συστήματος. Αυτή η στερέωση και παραπέρα ανάπτυξη χαρακτηρίζονται:

α) Από την εξάπλωση της βιομηχανικής επανάστασης στην ήπειρο. Πράγματι, σε όλη την περίοδο αυτή, η βιομηχανία, ως τώρα κυρίως αγγλικό χαρακτηριστικό, εξαπλώνεται σε όλο και ευρύτερες περιοχές της ηπείρου. Η εξάπλωση αυτή, στην αρχή, δεν είναι τόση και τέτια ώστε να απειλήσει και, πολύ περισσότερο, να καταργήσει το παγκόσμιο βιομηχανικό μονοπώλιο της Βρετανίας. Είναι, ωστόσο, ανέκκλητο γεγονός ότι ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός γίνεται βιομηχανικός καπιταλισμός.

β) Από νέα και σημαντικά βήματα «ευρωκεντρισμού». Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις (κυρίως, η Αγγλία και η Γαλλία αλλά και η Ρωσία) αναλαμβάνουν την εκπαίδευση των στρατιωτικών δυνάμεων των κρατών της Ανατολής, τους επιβάλλουν προγράμματα εκσυγχρονισμού, επεμβαίνουν ανοιχτά διπλωματικά και πολιτικά, αλλά και στρατιωτικά, στην Κίνα και την Ιαπωνία για να τους επιβάλουν άνοιγμα στο ευρωπαϊκό εμπόριο κλπ.

γ) Από την ακόμη πιο σαφή διχοτόμηση της Ευρώπης στα δύο, δηλ. σε ένα ανεπτυγμένο και ένα καθυστερημένο κομμάτι. Η διχοτόμηση αυτή είναι και γεωγραφική, καθώς το πρώτο συγκεντρώνεται στην Δύση και το δεύτερο στην Ανατολή της ηπείρου. Υπάρχει και μια εξέλιξη μέσα στην εξέλιξη: Το καθυστερημένο ανατολικό κομμάτι γίνεται όλο και πιο πολύ εξάρτημα του δυτικοευρωπαϊκού εμπορικού και βιομηχανικού κεφαλαίου. Η «εξάρτηση των αγροτικών λαών από τους αστικούς λαούς» παρουσιάζεται και στην ίδια την Ευρωπαϊκή ήπειρο. Το σύνολο της εξέλιξης είναι αντιφατικό: Δεν αποτελούν όλες οι δυνάμεις της Δυτικής Ευρώπης μεγάλες δυνάμεις και, αντίθετα, στην Ανατολική Ευρώπη, υπάρχει μια όλο και πιο καθυστερημένη δύναμη που παίζει, για πολύ καιρό, πολύ σημαντικό ρόλο στα ευρωπαϊκά πράγματα: Η Ρωσία.

δ) Από την παραπέρα πορεία της δημιουργίας των εθνικών κρατών: Πράγματι, στην περίοδο αυτή, νέα κράτη εμφανίζονται στα Βαλκάνια, στο Βέλγιο και, τελικά, στην Ιταλία και την Γερμανία.

ε) Από το ξέσπασμα των ιστορικών αντιθέσεων της βιομηχανικής καπιταλιστικής κοινωνίας. Μπορεί κανείς να πει ότι το ξέσπασμα των αντιθέσεων αυτών ήταν τα αναπόφευκτα «λύτρα» της οριστικής νίκης του καπιταλιστικού συστήματος. Δείγματα του ξεσπάσματος αυτού είναι:

- Η έναρξη και περιοδική επάνοδος των κρίσεων υπερπαραγωγής, η πρώτη των οποίων χρονολογείται από το 1824, Πρόκειται για εξέλιξη πραγματικά ιστορική: Είναι η πρώτη φορά στην Ιστορία της ανθρωπότητας που η οικονομική κρίση οφείλεται στην «υπερβολικά μεγάλη» παραγωγή και όχι στην «υπερβολικά μικρή».

- Η εμφάνιση της εργατικής τάξης με δικά της αιτήματα σαν αντιπάλου του κεφαλαίου και της κυριαρχίας του. Ακριβώς στην περίοδο αυτή και ακριβώς στην Ευρώπη (στην Αγγλία συγκεκριμένα), εμφανίζεται το πρώτο μαζικό πολιτικό κίνημα με επί κεφαλής την εργατική τάξη, ο «Χαρτισμός». Το 1848, τα επαναστατικά γεγονότα της Γαλλίας οδηγούν στην ένοπλη εξέγερση των εργατών του Παρισιού και στην αναμέτρησή τους με την αστική τάξη. Αν και οι ιστορικές συνθήκες για την νίκη της εργατικής τάξης δεν υπάρχουν ακόμη, τα προειδοποιητικά σημάδια δεν παύουν να βαθαίνουν: Τον Μάρτη του 1871, ο κεραυνός χτυπά - στο Παρίσι, ανακηρύσσεται η Κομμούνα, η πρώτη στην Ιστορία κυβέρνηση της εργατικής τάξης, που θα μείνει στην εξουσία για 72 ημέρες.

Τέλος, στη περίοδο που καλύπτει όλος ο 19ος αι. δεν μπορούμε να μην παρατηρήσουμε και κάτι που τον σημαδεύει ανεξίτηλα: Την αλματική πρόοδο της επιστήμης και της τεχνικής. Αν και όχι πάντα στο ευρωπαϊκό έδαφος, στον αιώνα αυτό δημιουργείται μια σειρά αλυσιδωτών καινοτομιών που επαληθεύουν αυτό που γράφει το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο»: Ο καπιταλισμός δεν μπορεί να ζήσει χωρίς συνεχείς και αλλεπάλληλες επιστημονικοτεχνικές επαναστάσεις.

Συγκεκριμένα, γίνονται νέα αποφασιστικά βήματα στον τομέα των συγκοινωνιών (π.χ., σιδηρόδρομος, ατμοπλοΐα) και των επικοινωνιών (τηλέγραφος, τηλέφωνο), αρχίζουν η τιθάσευση του ηλεκτρισμού και η γενίκευση της χρήσης του, εφευρίσκονται τεχνικές αποθήκευσης του ήχου και της εικόνας, γίνονται πολλές πρόοδοι στον τομέα της οργανικής και ανόργανης χημείας, ανακαλύπτεται το κύτταρο κλπ. Στα τελευταία χρόνια και ακόμη και στους τελευταίους μήνες του 19ου αιώνα, παρουσιάζονται τα πρώτα βήματα αυτού που, αργότερα, θα γίνει ο «πυρηνικός τομέας».


ΣΕ ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ

Στις 3 τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, συμβαίνει (ή σωστότερα, αρχίζει) στην Ευρωπαϊκή ήπειρο μια νέα κοσμοϊστορική διαδικασία: Το πέρασμα στον μονοπωλιακό καπιταλισμό, σ’ αυτό που, αργότερα, αστοί ερευνητές θα ονομάσουν Ιμπεριαλισμό.

Βάση της δημιουργίας αλλά και ειδοποιός διαφορά της νέας αυτής εξελικτικής φάσης του καπιταλιστικού συστήματος είναι η δημιουργία των μονοπωλίων. Χωρίς να μπαίνουμε σε λεπτομέρειες, αρκούμαστε εδώ να σημειώσουμε ότι η ίδια η δημιουργία τους είναι η ένδειξη ότι το καπιταλιστικό σύστημα έχει φθάσει στο ιστορικό του αδιέξοδο. Εχοντας ήδη προσφέρει ό,τι είχε να προσφέρει, τείνει όλο και πιο πολύ προς μορφές που αρνούνται τον εαυτό του καθώς «το μονοπώλιο είναι το πέρασμα από τον καπιταλισμό σε ένα ανώτερο σύστημα»[35].

Η νέα αυτή φάση του καπιταλιστικού συστήματος χαρακτηρίζεται από τον υψηλό βαθμό αντιφατικότητάς της. Οι πλευρές αυτής της αντιφατικότητας είναι πάρα πολλές. Αναφέρουμε εδώ τις πιο πολλές σημαντικές:

α) Υπονόμευση του καπιταλισμού και, όμως, καπιταλισμός. Το μονοπώλιο υπονομεύει όχι μόνο τον καπιταλισμό αλλά και την εμπορευματική παραγωγή γενικά. Ωστόσο, οι πρώτες του μορφές (δηλαδή, αυτές που υπάρχουν σήμερα) εμφανίζονται μέσα στα πλαίσια της πολιτικής και κρατικής εξουσίας της αστικής τάξης. Αυτό και μόνο δίνει καπιταλιστικά χαρακτηριστικά στις αρχέγονες αυτές μορφές μονοπωλίου, τις μετατρέπει σε «μονοπωλιακό καπιταλισμό». Από την άλλη μεριά, δίνει στην αστική τάξη την δυνατότητα να χρησιμοποιεί την κρατική εξουσία για να προσπαθήσει να περιορίσει στα πλαίσια του καπιταλισμού τις ασυγκράτητες δημιουργικές δυνατότητες του μονοπωλίου. Στις συνέπειες, αναφερόμαστε παρακάτω.

β) Επιβολή μονοπωλίου και, ταυτόχρονα, απώλεια του μονοπωλίου. Το μη - μονοπωλιακό στάδιο του καπιταλιστικού συστήματος ήταν βαθιά αντιφατικό, αφού συνδέθηκε στενά με το μονοπώλιο (π.χ., δημιουργία εμπορικών μονοπωλιακών εταιριών παγκοσμίων διαστάσεων, εμπορικό και βιομηχανικό μονοπώλιο της Αγγλίας για μεγάλο χρονικό διάστημα κλπ.). Με τον αντίστροφο τρόπο, το μονοπωλιακό του στάδιο είναι επίσης αντιφατικό. Από την μια, το πέρασμα στον ιμπεριαλισμό σημαίνει επιβολή της κυριαρχίας του μονοπωλιακού κεφαλαίο αλλά, ταυτόχρονα, και απώλεια του μονοπωλίου της Βρετανίας. Το τελευταίο αντικαθίσταται από το μονοπώλιο που κατέχουν «μια χούφτα από πλουσιότατα ή ισχυρότατα έθνη»[36]. Η αντιφατικότητα του μονοπωλιακού καπιταλισμού εκφράζεται και με άλλες πλευρές: Μια από αυτές (και όχι, ασφαλώς, η λιγότερο σημαντική) είναι ότι το μονοπώλιο, από την ίδια του την φύση, δεν έχει ανάγκη τον ανταγωνισμό. Αντίθετα, τον υπονομεύει. Ωστόσο, στα πλαίσια του μονοπωλιακού καπιταλισμού, το μονοπώλιο παραμένει καπιταλιστικό και, έτσι, δεν μπορεί να καταργήσει τον ανταγωνισμό αλλά συνυπάρχει με αυτόν. Δημιουργείται τώρα και οανταγωνισμός των μονοπωλίων.

γ) Στασιμότητα και ορμητική ανάπτυξη. Το μονοπώλιο χαρακτηρίζεται από τον ενδογενή παρασιτισμό, την τάση προς την στασιμότητα, αν όχι την διάλυση των παραγωγικών δυνάμεων. Γι’ αυτό, ο μονοπωλιακός καπιταλισμός είναι καπιταλισμός παρασιτικός, «καπιταλισμός που σαπίζει». Ωστόσο, ακριβώς στην φάση αυτού του παρακμιακού καπιταλισμού η διαλεκτική της Ιστορίας το φέρνει έτσι ώστε ο καπιταλισμός «να αναπτύσσεται πιο γρήγορα σε όλο το πλάτος του συστήματος»[37]. Στην βάση αυτής της ταχύτερης ανάπτυξης, συμβαίνει και ένα γεγονός εξαιρετικά σημαντικό: Η για πρώτη φορά δημιουργία μιας αγοράς και, στην ουσία, ενός συστήματος πραγματικά παγκοσμίων διαστάσεων, με την ολοκληρωμένη έννοια του όρου.

δ) Πόλωση του πλούτου και της φτώχειας. Η τάση του καπιταλισμού να διαδίδει και τον πλούτο και την φτώχεια στις συνθήκες του μονοπωλιακού καπιταλισμού όχι μόνο παίρνει πρωτοφανείς διαστάσεις αλλά και αποκτά και νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Σε μια πολύπλοκη σχέση αιτίας και αποτελέσματος, το πέρασμα στον ιμπεριαλισμό συνοδεύεται από ένα γιγαντιαίο άλμα του όγκου του κοινωνικού πλούτου. Ωστόσο, μέσα σε μία κοινωνία που κυριολεκτικά κολυμπά στον πλούτο, η αθλιότητα όχι μόνο διαδίδεται αλλά και παγιώνεται και, μάλιστα, συστηματοποιείται σαν οργανωμένο στοιχείο της κοινωνίας. Η πείνα (και ο θάνατος από αυτή) γίνονται συνηθισμένα φαινόμενα.

ε) Ενταση της ενότητας και της πόλωσης. Η εποχή του ιμπεριαλισμού είναι μια εποχή μεγάλης τάσης ομογενοποίησης της παγκόσμιας κοινωνίας. Η τεράστια ανάπτυξη των μέσων επικοινωνίας και συγκοινωνίας, η δημιουργία παγκοσμίων διαστάσεων παραγωγικών και ανταλλακτικών μηχανισμών και δικτύων συντελούν αποφασιστικά στην κατεύθυνση αυτή. Ωστόσο, ακριβώς στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού βρίσκει την ακραία έκφρασή της η τάση της καπιταλιστικής (και μάλιστα, γενικά της ταξικής) κοινωνίας προς την ανισόμετρη ανάπτυξη. Η απόσταση μεταξύ των διαφόρων γεωγραφικών περιοχών παίρνει διαστάσεις πρωτοφανείς. Δεν πρόκειται για απλή επιμεριστική κατανομή ρόλων. Στις συνθήκες του «καπιταλισμού που σαπίζει», η διαδικασία αυτή σημαδεύεται από την εκμεταλλευτική και καταπιεστική φύση του συστήματος, εντείνοντάς την στο έπακρο. Η αρχική περίοδος του ιμπεριαλισμού είναι η περίοδος της γενίκευσης της αποικιακής διανομής του κόσμου. Δεν είναι τυχαίο το ότι, στην περίοδο αυτή, επανεμφανίζεται η αποικιακή εξόρμηση της Γαλλίας, που οδηγεί στην δημιουργία της δεύτερης, μετά την αγγλική, παγκόσμιας αποικιακής αυτοκρατορίας. Είναι επίσης η περίοδος του περιβοήτου SCRAMBLE FOR AFRICA (διαμάχης για την Αφρική). Δημιουργούνται βαθμιαία δυο καπιταλιστικοί κόσμοι εντελώς απομονωμένοι και, ταυτόχρονα, στενά δεμένοι μεταξύ τους. Ο ένας, η «μητρόπολη», γίνεται, μέσω της άγριας εκμετάλλευσης του άλλου, ο φορέας των δημιουργικών δυνάμεων του καπιταλισμού. Ο άλλος, η «περιφέρεια», γίνεται ο χώρος εξαγωγής και συσσώρευσης των αντιθέσεων της ιστορικής παρακμής του καπιταλιστικού συστήματος, καταδικασμένος στο μαρασμό και την καταστροφή. Ενδειξη της αντιφατικής φύσης του ιμπεριαλισμού αλλά και της έντασης της εκμεταλλευτικής πορείας του καπιταλιστικού συστήματος είναι και το εξής, που αρχίζει να φαίνεται ακριβώς στην περίοδο αυτή: Η γενίκευση των εξαγωγών κεφαλαίων (βασικό χαρακτηριστικό του ιμπεριαλισμού) στην περιφέρεια δεν οδήγησε στην αναγέννησή της αλλά στην γενική της καταστροφή.

Ολα τα παραπάνω (και πολλά άλλα) σηματοδοτούν μια ιστορική και, ασφαλώς, κοσμοϊστορική εξέλιξη:Την οριστική απώλεια του προοδευτικού χαρακτήρα του καπιταλιστικού συστήματος, την μετατροπή της αστικής κοινωνίας και της αστικής τάξης σε βασική αντεπαναστατική και αντιδραστική δύναμη.

Ο ιμπεριαλιστικός καπιταλισμός γίνεται «αντίδραση σε όλη την γραμμή»[38]. Στις γραμμές του, κυριαρχεί η στροφή προς την πολιτικοϊδεολογική αντίδραση. Γίνεται όλο και πιο πολύ η βάση για ό,τι ξεπερασμένο και οπισθοδρομικό υπάρχει. Οι ίδιες οι οικονομικές του λειτουργίες, που στηρίζονται σε ένα όλο και πιο ξέφρενο παρασιτισμό και σημαδεύονται ανεξίτηλα από αυτόν, δυναμώνουν την τάση προς τη βία και την καταστολή. Η παγκοσμιοποίησή του οδηγεί στην ένταση στο έπακρο της εθνικής και πολιτιστικής καταπίεσης. Η ίδια του η πολιτική παίρνει ένα χαρακτήρα όλο και πιο στρατιωτικό και επεμβατικό. Ο μιλιταρισμός διογκώνεται σε απίστευτο βαθμό, γίνεται, μάλιστα, και βασικό οικονομικό στήριγμα του συστήματος, αν όχι και οικονομικός τομέας που εκτοπίζει βαθμιαία άλλους.


ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

Αν μακρηγορήσαμε λίγο στο παραπάνω κεφάλαιο, αυτό οφείλεται στην ιδιαίτερη σημασία που έχει για την Ευρώπη της εποχής.

Η Ευρώπη είναι από τα κέντρα της ιμπεριαλιστικής μεταλλαγής του καπιταλισμού. Αυτό το βλέπουμε σε όλα τα χαρακτηριστικά της εποχής.

Κατ’ αρχήν, ο ιμπεριαλισμός προβάλλει ή στην ίδια την Ευρωπαϊκή ήπειρο ή σε περιοχές της Γης που αποτελούν επέκταση της Ευρώπης ή όπου η Ευρωπαϊκή παρουσία είναι έντονη και κυρίαρχη. Τέτιες περιοχές είναι π.χ., οι ΗΠΑ, η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία, καθώς και η μακρινή Ν. Αφρική.

Ετσι, βλέπουμε την Ευρώπη του τέλους του 19ου αιώνα να γίνεται το κέντρο παγκοσμίων αποικιακών αυτοκρατοριών. Στο έδαφός της, βρίσκονται οι πιο πολλές από τις οικονομικά ισχυρότερες και, αναντίρρητα, οι πιο ισχυρές πολιτικά και στρατιωτικά δυνάμεις της εποχής[39].

Η εμφάνιση του ιμπεριαλισμού σημαίνει την οριστική και για πολύ καιρό επικράτηση της «ευρωκεντρικής» εξέλιξης του κόσμου.

Ταυτόχρονα, όμως, σημαίνει ακόμη μεγαλύτερη ένταση της αντιφατικότητας των εξελίξεων στην ίδια την Ευρωπαϊκή ήπειρο.

Η νέα εποχή σημαίνει, κατ’ αρχήν, από την άποψη αυτή την ένταση των αντιθέσεων στην Ευρώπη.

Ενα από τα βασικά στοιχεία είναι η εμφάνιση νέων δυνάμεων και κυρίως μιας, της Γερμανίας, που δημιουργείται το 1871. Πρόκειται για σοβαρότατη εξέλιξη. Η γερμανική παρουσία (πολύ περισσότερο που η Γερμανία εξελίσσεται σε ένα από τους πιο δυναμικούς πόλους ανάπτυξης του παγκοσμίου καπιταλισμού[40]) θα ανατρέψει εντελώς τις ηπειρωτικές ισορροπίες και, γρήγορα, οι βρετανογερμανικές αντιθέσεις θα γίνουν οι κυριότερες αντιθέσεις του παγκοσμίου ιμπεριαλισμού.

Με όλη της την παγκοσμιοποιητική τάση, η εμφάνιση και επικράτηση του ιμπεριαλισμού δυναμώνουν τις τάσεις δημιουργίας και στερέωσης των εθνικών κρατών, τόσο στην Ανατολική Ευρώπη όσο και στα Βαλκάνια κλπ. Δυναμώνουν και περιπλέκουν τις τάσεις διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κλπ.

Ο ιμπεριαλισμός δυναμώνει τις διαφοροποιήσεις στην ίδια την ευρωπαϊκή ήπειρο. Η ήδη υπαρκτή τάση δυναμικότερης ανάπτυξης μερικών τμημάτων της σε σύγκριση με άλλα γίνεται τώρα πλήρως διαμορφωμένη πραγματικότητα.

Εκείνο που γίνεται το «κέντρο του κόσμου» είναι, στην πραγματικότητα, η Δυτική Ευρώπη, με επίκεντρο την περιοχή που ιστορικά πρωτοστάτησε στην κίνηση προς τον καπιταλισμό, δηλαδή το τρίγωνο Βρετανίας, Γαλλίας, Ολλανδίας και, αργότερα, η Γερμανία. Αντίθετα, η Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, που είχαν ήδη γίνει εξάρτημα του δυτικοευρωπαϊκού εμπορικού και βιομηχανικού κεφαλαίου, γίνονται τώρα - και ακόμη περισσότερο - εξάρτημα του δυτικοευρωπαϊκού χρηματιστικού κεφαλαίου. Αυτό ισχύει ακόμη και για τοπικές μεγάλες ή και πολύ μεγάλες δυνάμεις. Τέτια ήταν η πορεία, π.χ., της Ρωσίας.

Οι νέες μορφές εξαρτησιακών σχέσεων θα φανούν καθαρά στα τελευταία χρόνια του αιώνα, με τον Διεθνή Οικονομικό Ελεγχο που θα επιβληθεί στην Ελλάδα και την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Τα έσοδα και οι μηχανισμοί εσόδων των κρατών αυτών μπαίνουν άμεσα κάτω από τον διαχειριστικό και οργανωτικό έλεγχο των μεγάλων δυνάμεων του ιμπεριαλισμού.

Το φαινόμενο της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης εγκαθίσταται καθαρά και σταθερά στην ίδια την Ευρώπη.

Πρόκειται για ένα φαινόμενο αυτό καθ’ εαυτό αντιφατικό. Στην πραγματικότητα, η ίδια η ΔυτικήΕυρώπη δεν είναι απαλλαγμένη από τα παραπάνω. Πέρα από τα φαινόμενα ιδιόμορφης εξάρτησης άλλων δυτικοευρωπαϊκών περιοχών (π.χ. Σκανδιναβία), έχουμε άλλα, κλασσικότερα παραδείγματα. Η Ιβηρική χερσόνησος (Ισπανία, Πορτογαλία) γρήγορα γίνεται εξάρτημα του ιμπεριαλισμού. Το πιο χτυπητό στοιχείο είναι ότι η Δυτική Ευρώπη είναι το σημείο εκείνο της Ευρωπαϊκής ηπείρου όπου έχουμε το μόνο στην Ευρώπη παράδειγμα κλασσικού αποικισμού - την Ιρλανδία, την «παλαιότερη αποικία της Αγγλίας», ένα πρόβλημα που έχει ήδη αρχίσει να πυροδοτεί και που θα πυροδοτήσει ακόμη περισσότερο στον 20ό αιώνα μερικές από τις πιο δυσεπίλυτες και εκρηκτικές πολιτικές αντιθέσεις,

Εκείνο, όμως, που χτυπά περισσότερο είναι οι πολιτικοϊδεολογικές συνέπειες της επικράτησης του ιμπεριαλισμού στην Ευρώπη.

Οπως είπαμε παραπάνω, ιμπεριαλισμός σημαίνει πλήρης και οριστική απώλεια του ιστορικά προοδευτικού χαρακτήρα του καπιταλιστικού συστήματος. Η απώλεια αυτή φαίνεται ιδιαίτερα έντονα και, συχνά, οδυνηρά στην εξέλιξη της Ευρώπης, γεωγραφικής περιοχής βαθιά ριζωμένου, σταθερά εδρασμένου και πλατειά προωθημένου καπιταλισμού.

Αν και ακόμη στην αρχή της στις τελευταίες 3 δεκαετίες του 19ου αιώνα, η τάση προς την πολιτικοϊδεολογική αντίδραση γίνεται όλο και πιο φανερή. Ακριβώς επειδή κατέχει τα σκήπτρα της προόδου, η Ευρώπη γίνεται βαθμιαία το προπύργιο της καπιταλιστικής αντεπαναστατικής αντίδρασης, προπύργιο, όπως θα φανεί, με τρόπο συχνά οδυνηρό, αργότερα, ισχυρό και αποτελεσματικό.

Αυτό δεν έχει καθόλου διαφύγει από τα πιο εγρήγορα πνεύματα της εποχής. Σημαντικά τμήματα της αστικής διανόησης εντυπωσιάζονται βαθιά από τα νέα φαινόμενα. Παρατηρούν με έκπληξη την πλατειά διάδοση του οικονομικού και κοινωνικού παρασιτισμού, την επεκτατική επιθετικότητα, την εξάπλωση του αντιδραστικού μυστικισμού, τα πρώτα συμπτώματα του ρατσιστικού πυρετού. Στους κόλπους τους, γεννιέται η θεωρία του «Ιμπεριαλισμού», σαν μιας κοινωνίας καινούργιας που σιγά-σιγά προβάλλει. Εκτός από τον όρο, δημιουργούν και τις πρώτες συστηματικές επιτομές των συμπτωμάτων, που, αργότερα, θα οδηγήσουν στην λενινιστική ανάλυση του ιμπεριαλισμού σαν παρακμιακής περιόδου του καπιταλιστικού συστήματος.

Ο Φ. Ενγκελς, που έζησε ως το 1895, πρόλαβε να δει μερικά από τα νέα σημάδια αλλά δεν είχε πια ούτε τον χρόνο ούτε τις φυσικές δυνάμεις να ασχοληθεί συστηματικά μαζί τους. Μαζί με μερικές πολύτιμες υποδείξεις για τα νέα οικονομικά φαινόμενα που συνεπάγεται η εμφάνιση των μονοπωλίων, στο έργο του της εποχής αυτής βλέπουμε όλο και πιο καθαρά την διείσδυση μιας έντονης ανησυχίας, τόσο έντονης ώστε αγγίζει τα όρια της απαισιοδοξίας. Ολο και πιο πολύ κάνει λόγο για κίνδυνο μιας «καθοδικής πορείας της ανθρωπότητας», για τον κίνδυνο που αντιπροσωπεύει η τεχνολογική πρόοδος κλπ. - καθαρές ενδείξεις της αίσθησης μιας «κοινωνίας που σαπίζει».

Από την άλλη μεριά, το σύνολο αυτής της διαδικασίας προκαλεί και μια άλλη επίπτωση στην Ευρώπη, επίπτωση με σοβαρότατες συνέπειες στο μέλλον.

Η «ευρωπαϊκή διχοτομία» συνεχίζεται, αλλάζοντας, όμως, εντελώς περιεχόμενο. Ενώ, μέχρι την εμφάνιση του ιμπεριαλισμού, το κέντρο της επανάστασης βρίσκεται στην Δύση και της αντεπανάστασης στην Ανατολή, τώρα συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο και η κατάσταση αναστρέφεται πλήρως: Τώρα, το κέντρο της επανάστασης μεταφέρεται στην Ανατολή και της αντεπανάστασης στην Δύση.

Αυτό θα φανεί πιο καθαρά στις αρχές του επομένου αιώνα. Ωστόσο, από τώρα κιόλας τα πρώτα σημάδια έχουν κιόλας φανεί.

Η εξέλιξη του Κ. Μαρξ είναι εντελώς χαρακτηριστική. Εχει περάσει όλη την ζωή του προειδοποιώντας για τον κίνδυνο που εκπροσωπεί η Τσαρική Ρωσία, ο «χωροφύλακας της Ευρώπης», για τις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Η αλλαγή της στάσης του προς το τέλος της ζωής του (πέθανε το 1883) είναι γι’ αυτό ακόμη πιο ενδεικτική. Η στροφή της προσοχής του προς τις καθυστερημένες ζώνες της ηπείρου γίνεται εντελώς φανερή. Εντελώς φανερό γίνεται επίσης το ιδιαίτερα έντονο ενδιαφέρον του για την Ρωσία. Οι τελευταίες του μελέτες προσανατολίζονται προς μια φιλοδοξία που δε θα μπορέσει ποτέ να εκπληρώσει: Στη συγγραφή ενός άλλου «Κεφαλαίου», βασισμένου στην μελέτη της εξέλιξης της Ρωσίας, που θα αναλύει την εξέλιξη προς τον καπιταλισμό των καθυστερημένων κοινωνιών. Στη βάση των μελετών που έχει ήδη αρχίσει, προβλέπει μεγάλα επαναστατικά γεγονότα για την Ρωσία.

Εκείνο που ο Μαρξ προβλέπει ο Ενγκελς το διαπιστώνει: Στην ρωσική έκδοση του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου» του 1882, γράφει με σαφήνεια και μεγάλη προσδοκία:

«Ας περάσουμε τώρα στην Ρωσία. Τον καιρό της επανάστασης του 1848 - ’49, όχι μονάχα οι μονάρχες της Ευρώπης αλλά και οι Ευρωπαίοι αστοί βρήκαν στη ρωσική ανάμιξη την μοναδική σωτηρία από το προλεταριάτο που μόλις άρχιζε να ξυπνάει. Ανακήρυξαν τον Τσάρο αρχηγό της ευρωπαϊκής αντίδρασης. Σήμερα, ο Τσάρος είναι αιχμάλωτος της επανάστασης στην Γκάτσινα[41] και η Ρωσία αποτελεί την προφυλακή της επαναστατικής δράσης της Ευρώπης».

Αυτά όλα θα έχουν μεγάλες και σοβαρές συνέπειες αλλά, μεταξύ των άλλων, και την εξής: Η αντεπανάσταση συγκεντρώνει στα χέρια της μεγάλες δυνάμεις, έχει, αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την έκφραση αυτή, θρονιαστεί σε κέντρα παγκόσμιας ισχύος και κυριαρχίας.

Αυτή είναι η εικόνα της Ευρώπης καθώς ο 19ος αιώνας «εκμετρά το ζην».





[1] «Οπως ακριβώς (η αστική τάξη) έκανε την ύπαιθρο να είναι εξαρτημένη από την πόλη, έτσι έκανε και τα βαρβαρικά και ημιβαρβαρικά έθνη να είναι εξαρτημένα από τα πολιτισμένα, τα έθνη των γεωργών από τα έθνη των αστών, την Ανατολή από την Δύση» («Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος»).


[2] CHERNYAK, σελ. 24.


[3] Πράγμα που, άλλωστε, φαίνεται και στο όνομά της, που προέρχεται από τις λατινικές λέξεις MANU (δια χειρός) και FACEO(πράττω, δημιουργώ).


[4] Μια πολύ καλή εικόνα των δύο «στρωμάτων» του συστήματος της μανουφακτούρας (ενός που αναπτύσσεται μέσα στα πλαίσια του μεσαιωνικού συντεχνιακού συστήματος και του απολυταρχικού κράτους και, συχνά, υπό την άμεση καθοδήγησή του και ενός που αναπτύσσεται έξω από αυτά, διάσπαρτο αλλά σε μεγάλη έκταση και χωρίς καθόλου μικρότερη οικονομική σημασία) δίνει ο μελλοντικός πρωταγωνιστής της Επανάστασης κόμης Μιραμπώ στις εκθέσεις του από το ταξίδι του στην Πρωσία στα 1786. Μερικά από τα στοιχεία των εκθέσεων φαίνονται περίεργα και δίνουν την εντύπωση ότι αποτελούν υπαινιγμό μάλλον παρά περιγραφή εικόνων: Τα όσα περιγράφονται συμβαίνουν στην Γαλλία, χώρα πολύ πιο προοδευμένη από την Πρωσία, τόσο πολύ περισσότερο, ώστε ποιος θα χρειαζόταν ένα ταξίδι στο εξωτερικό για να τα περιγράψει;


[5] Ενα καθ’ ημάς χαρακτηριστικό σχετικό περιστατικό: Η εγκατάσταση του πρώτου τυπογραφείου στην Κωνσταντινούπολη από τον Πατριάρχη Κύριλλο Β΄ Λούκαρι (1572 - 1638).


[6] CHERNYAK, σελ. 28.


[7] Δεν μπορεί να υπάρχει σοβαρή αμφιβολία για το ότι οι νέες πολεμικές τεχνικές βρήκαν ταχύτερη και αποδοτικότερη εφαρμογή στα κοινωνικά περιβάλλοντα όπου η άνοδος των νέων, των αστικών, σχέσεων ήταν ταχύτερη και η πιο ολοκληρωμένη. Ενα τέτιο παράδειγμα ήταν η καταστροφή της περιβόητης Ισπανικής Αρμάδας από τους Αγγλους το 1588. Η Αρμάδα είχε ξεκινήσει στα σοβαρά να κατακτήσει την Αγγλία ύστερα από επιτυχή απόβαση. Ο κίνδυνος ήταν σοβαρός γιατί η Αρμάδα ήταν ένας τεράστιος στόλος που, εκτός των άλλων, στηριζόταν και στις τεράστιες οικονομικές εφεδρείες του πιο ισχυρού κράτος του κόσμου της εποχής. Τα πλοία της δεν υστερούσαν από τα παγκόσμια πρότυπα της εποχής και το σώμα των αξιωματικών της δεν ήταν γενικά κακό. Ωστόσο, ηττήθηκε από μια δύναμη που εφάρμοσε νέες τεχνικές (ευλύγιστη παράταξη αντί των μεσαιωνικών γραμμικών στίχων, ευρεία και διαφοροποιημένη χρήση πυρπολικών κλπ.) αλλά και στηριζόταν σε πληρώματα πιο «εθνικά» (δηλ., στις συνθήκες της εποχής, «πιο αστικά») από την Αρμάδα. Αυτό φάνηκε και στις κατοπινές επιχειρήσεις:
«Πράγματι, τον Ιούνη του 1596, Αγγλοι και Ολλανδοί επιδρομείς μπήκαν στο λιμάνι του Κάδιξ, συνέλαβαν πολεμικά και εμπορικά πλοία και διάφορα άλλα είδη λείας, πυρπόλησαν τις οχυρώσεις της πόλης και τους δρόμους που οδηγούσαν στο λιμάνι και έφυγαν χωρίς να συναντήσουν σοβαρή αντίσταση. Η Αγγλία, όπου οι νέες, αστικού τύπου, σχέσεις αναπτύσσονταν με ταχύτητα, αποδείχθηκε ικανή να δημιουργήσει ένα καλλίτερο ναυτικό από της Ισπανίας, αν και η τελευταία είχε στην διάθεσή της τους πόρους της τεράστιας αυτοκρατορίας της» (CHERNYAK, σελ. 156).


[8] «Αυτή η υπεροχή της θεολογίας σε όλο τον χώρο της πνευματικής δραστηριότητας ήταν, ταυτόχρονα, η αναπόφευκτη συνέπεια του γεγονότος ότι η Εκκλησία ήταν η ανώτερη σύνθεση και επικύρωση της υπάρχουσας φεουδαρχικής κυριαρχίας» ( Φ. Ενγκελς: «Ο Πόλεμος των χωρικών στη Γερμανία», σελ. 59, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή»).


[9] Φ. Ενγκελς: «Η εξέλιξη του σοσιαλισμού από την ουτοπία στην επιστήμη», «Καρλ Μαρξ και Φρίντριχ Ενγκελς: «Διαλεχτά Εργα», τ. 2ος, σελ. 109-110, έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ.


[10] Πουριτανοί (από το λατινικό PURUS = καθαρός, αγνός): Θρησκευτική αίρεση που εμφανίζεται στην Αγγλία του 16ου αιώνα. Οι πουριτανοί αντιτάσσονταν στο επιδεικτικό τυπικό της Καθολικής Εκκλησίας, ζητούσαν την κατάργηση του ειδικού σώματος των κληρικών και τον εκδημοκρατισμό της λατρείας. Αντιτάσσονταν επίσης στις απολαύσεις και στην έκλυτη ζωή και φορούσαν ειδικές ενδυμασίες, δηλ. ουσιαστικά στολές που έδειχναν ήδη πρόθεση δημιουργίας μισοστρατιωτικής οργάνωσης. Χαρακτηρίζονταν για την φιλαργυρία και τον αλύγιστο φανατισμό τους αλλά και για την τάση τους προς τις βιαιοπραγίες ενάντια στους αντιπάλους τους, όταν μπορούσαν. Εβλεπαν την απολυταρχική μοναρχία με πολύ κακή διάθεση, με αποτέλεσμα και εκείνη να τους βλέπει ανάλογα. Για να αποφύγουν διωγμούς, πολλοί από αυτούς αναγκάσθηκαν να φύγουν από την χώρα και, έτσι, έγιναν οι πρώτοι άποικοι των βορειοαμερικανικών κτήσεων του Στέμματος.


[11] Καλβίνος Ιωάννης (JOHANNES CALVINUS, λατινικός τύπος του ονόματος του JEAN CHAUVIN, 1509 - 1564), πολύ γνωστός εκκλησιαστικός μεταρρυθμιστής. Γεννήθηκε στην Πικαρδία της ΒΑ Γαλλίας αλλά εγκαταστάθηκε - μετά το 1541, μόνιμα - στην Γενεύη, όπου έγινε και ο ουσιαστικός κυβερνήτης.
Εκφραστής των διαθέσεων της αστικής τάξης της περιόδου της πρωταρχικής συσσώρευσης (της οποίας η ΒΑ Γαλλία ήταν στην περίοδο αυτή ένα από τα πιο ελπιδοφόρα κέντρα) ο Καλβίνος έδειξε μεγάλες οργανωτικές και πολιτικές ικανότητες αλλά και αλύγιστη και, συχνά, ανατριχιαστική θρησκευτική αδιαλλαξία. Στη δράση του φαίνεται καθαρά η στάση μιας κοινωνικής δύναμης αποφασισμένης να νικήσει αλλά ακόμη αδύνατης και σε ανασφαλή κατάσταση.
«Ο Καλβίνος άνοιξε τις πύλες των μοναστηριών όχι για να βγουν οι μοναχοί αλλά για να βάλει όλο τον κόσμο μέσα. Η Γενεύη έγινε η ίδια ένα σκυθρωπό μοναστήρι, καθώς ο Καλβίνος βρισκόταν επί κεφαλής της κυβέρνησής της μετά το 1541. Οι ειδικά έμπιστοι συνεργάτες του έβαλαν τον καθένα και όλους κάτω από την πιο αυστηρή παρακολούθηση. Σε κάθε συνοικία της πόλης, πράκτορες παρακολουθούσαν τη συμμόρφωση των κατοίκων με τις απαγορεύσεις που επεκτείνονταν σε όλους τους τομείς της ζωής και ρύθμιζαν αυστηρά όλες τις λεπτομέρειες, από τις ελευθερίες και την πολυτέλεια της ένδυσης ως την μουσική και τις γιορτές. Ενα εκτεταμένο σύστημα κατασκόπων, η ενθάρρυνση των καταγγελιών και η άγρια τιμωρία για το παραμικρό σημάδι ανυπακοής -βάρβαρα βασανιστήρια και «επιλεγμένες» εκτελέσεις- έγιναν κυβερνητική μέθοδος. Κατά την διδασκαλία του Καλβίνου, η τιμωρία των αθώων ήταν προτιμότερη από την ατιμωρησία των ενόχων. Η τρομοκρατία εφαρμοζόταν εξ ίσου ενάντια στην αριστοκρατική και πατρικιακή αντιπολίτευση και ενάντια στους λαϊκούς ιδεολόγους που συμπαρατάχθηκαν με το πιο ριζοσπαστικό ρεύμα της Μεταρρύθμισης. Ο Καλβίνος ήθελε να κάνει την Γενεύη ιδεολογική πρωτεύουσα του Προτεσταντισμού. Εκπαίδευσε ιερείς για πολλές άλλες χώρες και εξέδοσε θρησκευτική φιλολογία για διάδοση σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης» (CHERNYAK, σελ. 22 - 23).
Η εικόνα θυμίζει περιγραφές από την κατάσταση της Αγγλίας στην περίοδο του Κρομγουελλιανού Προτεκτοράτου και ανάλογα φαινόμενα που μεταφέρθηκαν, μέσω της Πουριτανικής μετανάστευσης, στην Αμερική, ιδιαίτερα στην Νέα Αγγλία.
Οταν η εκτέλεση του πολύ γνωστού και επιφανούς Ισπανού επιστήμονα και ανθρωπιστή Μ. Σερβέτο, για την οποία ο Καλβίνος ήταν άμεσα και προσωπικά υπεύθυνος, προκάλεσε ευρείας έκτασης αντιδράσεις, ο Καλβίνος δημοσίευσε ειδική πραγματεία όπου διεκδικεί το δικαίωμα της εκκλησίας (εννοείται, της δικής του εκκλησίας) να εξοντώνει τους αρνησιθρήσκους.
Ο Θεός, λέει εκεί ο Καλβίνος, «δεν σπλαχνίζεται ολόκληρους λαούς. Προστάζει να καταστραφεί μια πόλη συθέμελα και να εξαφανισθεί κάθε ίχνος της. Ακόμη προστάζει να σηκώνονται τρόπαια νίκης για να δείχνουν την κατάρα του και για να μην απλώνεται η μόλυνση και στην υπόλοιπη χώρα».
Στην στάση του Καλβίνου, φαίνεται πολύ καθαρά η στάση της πρώιμης αστικής τάξης που είναι αποφασισμένη να εξαλείψει οπωσδήποτε και με κάθε μέσο τον γηρασμένο κόσμο του παρελθόντος. Φαίνεται, όμως, εξ ίσου καθαρά και μια ανησυχητική προεικόνιση της (ακόμη πολύ απομακρυσμένα μελλοντικής) καπιταλιστικής αντεπαναστατικής αντίδρασης του ιμπεριαλισμού.
Σημειώνουμε ότι, από το όνομα του Καλβίνου και, ασφαλώς, με βάση τα χαρακτηριστικά της αδιάλλακτης επιμονής και της έλλειψης κάθε ανοχής, δημιουργήθηκε και ο όρος CHAUVINISME (= Σωβινισμός) που κατέληξε να σημαίνει την εθνική μισαλλοδοξία,


[12] Δεν είναι, ασφαλώς, τυχαίο το ότι αυτά τα πιο τολμηρά και αποφασιστικά τμήματα της ευρωπαϊκής αστικής τάξης της εποχής γίνονται οι πιο αποφασιστικοί φορείς της πιο βαθιάς και σημαντικής ευρωπαϊκής διεθνούς αποικιακής εκστρατείας. Σημειώνουμε ότι ένα από τα κατ’ εξοχήν φαινόμενα της εποχής μας που βρήκε ένα από τα ισχυρότερα βάθρα του στην Καλβινιστική αυτοδικαιολόγηση ήταν το περιβόητο APARTHEID, καθ’ αυτό γέννημα της αποικιακής εξόρμησης της εποχής στην οποία αναφερόμαστε.


[13] Στην Αγγλία, βλέπουμε πιο καθαρά και την αιτία του ζήλου αυτού. Με τη δημιουργία της Αγγλικανικής Εκκλησίας, οι ευγενείς ιδιοποιούνται με σπουδή τα κτήματα και τα άλλα περιουσιακά στοιχεία της Καθολικής Εκκλησίας. Οταν η βασίλισσα Μαίρη των Τυδώρ (1516 - 1558) θα θελήσει να εφαρμόσει με την φωτιά και το σίδερο το «άνω ποταμών» σχέδιό της για την επιστροφή της Αγγλίας στην μάνδρα του Πάπα, τα ίδια τα μέλη του υπουργικού της συμβουλίου θα της πουν ανοιχτά ότι δεν έχουν καμία πρόθεση να παραιτηθούν από τα αγαθά που απέκτησαν. Ετσι, η υστερομεσαιωνική BLOODY MARY θα αναγκασθεί να περιορισθεί στην προσπάθεια εκκλησιαστικής μόνο επιστροφής χωρίς επιστροφή των εκκλησιαστικών περιουσιών. Η κατάσταση αυτή εξηγεί, ασφαλώς, και την μόνιμη καχυποψία με την οποία το κυρίαρχο τμήμα της κυρίαρχης τάξης έβλεπε πάντα την Μαίρη. Οταν η τελευταία παντρεύτηκε, το 1554, τον Φίλιππο, γιο του εξαδέλφου της Καρόλου του Ε΄ και μελλοντικό βασιλιά της Ισπανίας Φίλιππο τον Β΄, το Κοινοβούλιο αρνήθηκε να αναγνωρίσει τον γάμο σαν βασιλικό και, έτσι, ο Φίλιππος δεν έγινε βασιλιάς της Αγγλίας. Εμεινε για πάντα ο βασιλικός σύζυγος της Μαίρης. Η Αγγλία απέφυγε την εμπλοκή στα σχέδια των Αψβούργων.
Στο σημείο αυτό, επισημαίνουμε ότι η κατάργηση της εκκλησιαστικής έγγειας ιδιοκτησίας στην Αγγλία (ειδικής και λιγότερο «μεταβλητής» μορφής της γενικής φεουδαρχικής ιδιοκτησίας) είχε σαν αποτέλεσμα την ένταση της διαδικασίας απόσπασης του αγροτικού πληθυσμού από την γη και «πρωτοπρολεταριοποίησής» του.


[14] «Αυτή η θέση εξηγεί γιατί η πληβειακή μερίδα από τότε κιόλας δεν μπορούσε να περιορισθεί στην απλή καταπολέμηση της φεουδαρχίας και των αστών των πασσάλων, γιατί τουλάχιστον στον χώρο της φαντασίας, έπρεπε να βγει από τα πλαίσια ακόμη και της σύγχρονης αστικής κοινωνίας, που μόλις ξεχώριζε, γιατί, σαν τελείως ακτήμων τάξη, έρεπε να αμφισβητήσει θεσμούς, θεωρίες και αντιλήψεις κοινές σε όλες τις κοινωνίες που στηρίζονται στις ταξικές αντιθέσεις. Οι χιλιαστικοί οραματισμοί της πρωτοχριστιανικής περιόδου πρόσφεραν εδώ το κατάλληλο σημείο σύνδεσης. Ταυτόχρονα, όμως, αυτό το ξεπέρασμα όχι μόνο του παρόντος αλλά και του μέλλοντος μπορούσε να είναι μόνο βίαιο και φανταστικό και, αναγκαστικά, με την πρώτη απόπειρα πρακτικής εφαρμογής, θα ξανάπεφτε στα στενά πλαίσια, τα μόνα που επέτρεπαν οι τότε συνθήκες» (Φ. Ενγκελς: «Ο Πόλεμος των χωρικών στη Γερμανία», σελ. 63, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή»).
Ενας αντιπροσωπευτικός τύπος των δυνάμεων αυτών, που, σιγά - σιγά, ξεχωρίζουν καθώς η αριστοκρατική κοινωνία αρχίζει να διαλύεται, είναι και ο Σάντσο Πάντσα, ο αθάνατος ακόλουθος του Δον Κιχώτη, του «Ιππότη της ελεεινής μορφής» που απαθανάτισε η πένα του Μιγκέλ Θερβάντες. Ανθρωπος του λαού, έξω από τα συστήματα της αριστοκρατικής και της αστικής ιεραρχίας, ο Σάντσο δεν μπορεί να καταλάβει τον κόσμο των φαντασιώσεων μέσα στον οποίο ζει ο αφέντης του. Δεν μπορεί, όμως, να καταλάβει ούτε των πραγματικό κόσμο, που βαθμιαία δημιουργείται. Είναι ένας κόσμος ξένος και αόριστα εχθρικός και επικίνδυνος γι’ αυτόν. Ετσι, τα λόγια του είναι μια ακολουθία φράσεων χωρίς ειρμό, μια διαρκής περιπλάνηση ανάμεσα στην νηφάλια διαπίστωση της αλήθειας και στην έλλειψη δυνατότητας έλλογης σύλληψής της.


[15] Στην Γερμανία του Πολέμου των Χωρικών, η αντιπαράθεση Μαρτίνου Λουθήρου και Τόμας Μύντσερ είναι η πιο καθαρή μορφή της αντιπαράθεσης μεταξύ της αστικής - πατρικιακής και της πληβειακής αντιπολίτευσης. Ορα και Φ. Ενγκελς «Ο Πόλεμος των χωρικών στη Γερμανία», έκδ. «Σύγχρονη Εποχή».


[16] Ενδειξη του ακόμη αδύνατου αποχωρισμού της αστικής τάξης από την αριστοκρατία και της ισχυρής επιρροής της δεύτερης στην πρώτη είναι και το ότι στην Ολλανδία και, κυρίως, στην Αγγλία (όπου το στοιχείο της έγγειας αριστοκρατίας είναι πολύ ισχυρότερο) η τελική επικράτηση της αστικής τάξης και της αστικής κοινωνίας παίρνει αριστοκρατική και μοναρχική μορφή. Η ιστορική ανωριμότητα της αστικής τάξης της εποχής φάνηκε σε ένα από τότε κιόλας περιβόητο πολιτικό κείμενο: Το έργο ILPRINCIPE («Ο Ηγεμόνας») του Φλωρεντινού Νικολό Μακιαβέλλι (1469 - 1527). Ο Μακιαβέλλι εκπροσωπεί τις πρωτοπόρες για την εποχή ιδέες της εθνικής αναγέννησης. Ωστόσο, δεν κρύβει ότι φοβάται τον λαό και εναποθέτει τις ελπίδες του για την αναγέννηση της Ιταλίας στα χέρια μιας ισχυρής αριστοκρατικής δυναστείας και των ατομικών της εκπροσώπων.


[17] Εδώ, έχουμε και μια περίπτωση ιστορικής ειρωνείας που δείχνει ότι η πραγματική ιστορική πορεία είναι ισχυρότερη από οποιαδήποτε πρόθεση. Οι Αψβούργοι προσπαθούν να δημιουργήσουν ένα ισχυρό συγκεντρωτικό κράτος. Ετσι, χωρίς να το θέλουν, ενισχύουν την τάση δημιουργίας των πραγματικών συγκεντρωτικών κρατών.
Η γενική αυτή τάση προς το συγκεντρωτικό κράτος δεν είναι τυχαία. Είναι, μεταξύ άλλων, το αποτέλεσμα της αναπόδραστης ανάγκης ανταπόκρισης στις «νέες εμπορικές απαιτήσεις της νέας παγκόσμιας αγοράς που δημιούργησαν οι μεγάλες ανακαλύψεις του τέλους του 15ου αιώνα» (Κ. Μαρξ, «Κεφάλαιο», Ι, σελ. 774). Είναι χαρακτηριστικό ότι η φράση αυτή περιέχεται σε κεφάλαιο που έχει τον εύγλωττο τίτλο «Η γέννηση του βιομηχάνου κεφαλαιοκράτη» και επισημαίνει την ιστορική ασυμβατότητα και, τελικά, την αποτυχία των προσπαθειών αυτών.


[18] Η ανεξαρτησία της Ολλανδίας κατοχυρώθηκε, τελικά, με την Συνθήκη της Βεστφαλίας το 1648.


[19] Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι ο πόλεμος αυτός πήρε αγριότατη μορφή ακόμη και με τα μεσαιωνικά κριτήρια και η αγριότητα αυτή έγινε κυριολεκτικά παροιμιώδης όταν την ηγεσία των ισπανικών στρατευμάτων ανέλαβε ο δουξ της Αλβα.


[20] Ηδη από την υστερομεσαιωνική περίοδο, οι μεγάλοι γαιοκτήμονες της Αγγλίας, που έχουν στενές εμπορικές σχέσεις με την απέναντι ακτή της Φλάνδρας, χρησιμοποιούν τις γαίες τους για βοσκοτόπια για τον εφοδιασμό της εριουργίας της τελευταίας με μαλλί. Ετσι, τις περιφράσσουν και διώχνουν όλους τους αγρότες που είναι εγκατεστημένοι εκεί. Περιγράφοντας την κατάσταση, ο THOMAS MORE (1478 - 1535), στο έργο του «Ουτοπία», γράφει ότι τα πρόβατα έχουν καταλήξει να «καταβροχθίζουν και να καταπίνουν τους ανθρώπους». Για πολύ καιρό, οι περιφράξεις θα γίνουν ο εφιάλτης της αγγλικής αγροτιάς και ο κύριος παράγων που θα οδηγήσει στην τελική εξαφάνισή της σαν τάξης.


[21] «Αν, σύμφωνα με τον Ωζιέ, το χρήμα «γεννιέται με φυσικές κηλίδες αίματος στο ένα μάγουλο», το κεφάλαιο γεννιέται βουτηγμένο από την κορυφή ως τα νύχια στο αίμα και στην βρωμιά και στάζοντας αίμα από όλους τους πόρους» (Κ. Μαρξ, «Κεφάλαιο», Τόμος Ι, σελ. 784 - 785).


[22] Φ. Ενγκελς: «Η εξέλιξη του σοσιαλισμού από την ουτοπία στην επιστήμη», Καρλ Μαρξ και Φρίντριχ Ενγκελς: «Διαλεχτά Εργα», τ. 2ος, σελ. 125, έκδ. της ΚΕ του ΚΚΕ, σελ. 126.


[23] Κ. Μαρξ, «Κεφάλαιο», ΙΙΙ, σελ. 422.


[24] Δείγμα της πολυπλοκότητας της ιστορικής πορείας και, από μια ορισμένη άποψη, προανάκρουσμα μελλοντικών εξελίξεων είναι το ότι η δημιουργία της Ρωσίας γίνεται με τρόπο που δυναμώνει την δυτικοευρωπαϊκή πρωτοκαθεδρία. Ο Τσάρος Πέτρος ο Μέγας (1672 - 1725) έχει την έμμονη ιδέα ότι το μέλλον της Ρωσίας βρίσκεται στην Δύση, δημιουργεί την νέα πρωτεύουσα στην Πετρούπολη και μεταβαίνει και ο ίδιος στην Δυτική Ευρώπη για μελέτη της τοπικής κατάστασης και μεταφορά της πείρας της στην Ρωσία.


[25] Η ιστορία της δημιουργίας των σημερινών ΗΠΑ είναι μια απόδειξη της πολυπλοκότητας του εθνικού προβλήματος. Οι Βορειοαμερικανοί υπήκοοι του Στέμματος που ζητούν ανεξαρτησία είναι, στην μεγάλη τους πλειοψηφία, Αγγλοι. Ενα μέρος τους, μάλιστα, έχει γεννηθεί στην Αγγλία.


[26] Η βαθύτατη ιδεολογική επιρροή της Βορειοαμερικανικής Επανάστασης στις ευρωπαϊκές εξελίξεις της εποχής είναι πέραν πάσης συζητήσεως. Ωστόσο, πρέπει να τονισθεί και η βαθιά επιρροή της ευρωπαϊκής σκέψης της εποχής στην προετοιμασία της Βορειοαμερικανικής Επανάστασης.


[27] Η πραγματική εξέλιξη ήταν λίγο πιο πολύπλοκη. Αυτό που ονομάσθηκε «ατμομηχανή» είχε εφευρεθεί το 1705 από τους Τόμας Νιουκόμεν και Τζών Κώλλεϋ. Ωστόσο, για διαφόρους λόγους, που οι σύγχρονοι δεν μπορούσαν να διακρίνουν καλά, δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί παρά μόνο για επιδεικτικούς σκοπούς. Ο Γουώττ, ενώ διόρθωνε μια τέτια μηχανή που ανήκε στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης, διέκρινε την αιτία. Η μηχανή απαιτούσε τεράστιες (πιθανώς, τριπλάσιες από τις αναγκαίες) ποσότητες ατμού, λόγω λανθασμένου σχεδιασμού του ψυκτικού συστήματος. Ετσι, ο Γουώττ έκανε χρησιμοποιήσιμη την μηχανή, απομονώνοντας το σύστημα αυτό και μειώνοντας, έτσι, πολύ την ποσότητα του αναγκαίου ατμού. Εφηύρε επίσης την πρώτη μορφή στροφάλου που μετέτρεπε την παλινδρομική κίνηση σε περιστροφική. Ο Γουώττ ήταν ο εφευρέτης και των πρώτων οργάνων και συστημάτων μέτρησης της απόδοσης των ατμομηχανών και αυτός που επινόησε τον όρο «ιπποδύναμη». Προς τιμήν του ονομάσθηκε WATT η μονάδα μέτρησης της ηλεκτρικής ισχύος.
Ωστόσο, η επιτυχία του Γουώττ δεν οφειλόταν στα αναμφισβήτητα εξαίρετα πνευματικά του χαρίσματα, που, άλλωστε, επαληθεύονται από ένα εφευρετικό έργο ιδιαίτερα πλούσιο. Οφειλόταν στην Επανάσταση του 1642 - 1648, που παραμέρισε όλα τα αναχρονιστικά στοιχεία της μεσαιωνικής κοινωνίας. Ετσι εξηγείται και το ότι άλλοι εφευρέτες, όχι λιγότερο προικισμένοι, ήταν, ωστόσο, λιγότερο τυχεροί. Ενώ, στην Αγγλία, οι νεωτερισμοί του Γουώττ εφαρμόζονται αμέσως (ο ίδιος ο Γουώττ έγινε συνεταίρος σε εργοστάσιο παραγωγής ατμομηχανών με βάση τις εφευρέσεις του), ο λαμπρός Γάλλος εφευρέτης και μηχανικός Βωκανσόν είναι κύρια γνωστός για τα μηχανικά του παιγνίδια. Η μηχανική πάπια του, π.χ., που κινείται και κοάζει σαν πραγματική έγινε το αγαπημένο PASSATEMPO της αριστοκρατίας και της βασιλικής οικογένειας. Κανείς, ωστόσο, δεν ασχολήθηκε με τον πρωτοπόρο για την εποχή μηχανικό αργαλειό του για μ

εταξωτά υφάσματα. Το μεσαιωνικό συντεχνιακό σύστημα που επικρατεί ακόμη στην Γαλλία δεν κάνει τόσο αναγκαίο την τεχνικό εκσυγχρονισμό.


[28] Αξίζει να αναφέρουμε εδώ ότι τον όρο δημιούργησε και καθιέρωσε ο Φ. Ενγκελς.


[29] Ο Αριστοτέλης (384 - 322 π.Χ.) φαίνεται να είναι ο πρώτος που διετύπωσε την σκέψη ότι η δουλεία είναι αναγκαία γιατί λείπει η αναγκαία τεχνολογία που μπορεί να εργάζεται μόνο με μια εντολή.


[30] «Αυτή η καταστροφή των Ινδικών πόλεων που κάποτε φημίζονταν για τα υφαντά τους δεν ήταν καθόλου η χειρότερη συνέπεια. Ο ατμός και η επιστήμη της Βρετανίας ξερίζωσαν, σε όλη την έκταση του Ινδοστάν, την ένωση μεταξύ αγροτικής οικονομίας και εργαστηριακής βιομηχανίας» (Κ. Μαρξ, 10.6.1853).
Εξαιρετικά ενδιαφέρον έχει να παραθέσουμε εδώ και μια ιδιαίτερα σημαντική άποψη του Μαρξ για την σχέση επιπτώσεων του εμπορίου και των εμπορευομένων.
Ο Μαρξ, αναλύοντας την πορεία της βρετανικής εμπορικής διείσδυσης στην Ινδία και την Κίνα, αναφέρει τα καταστροφικά της αποτελέσματα και συμπληρώνει:
«Σε αντίθεση με το αγγλικό εμπόριο, το ρωσικό εμπόριο αφήνει άθικτη την οικονομική βάση της ασιατικής παραγωγής» («Κεφάλαιο», ΙΙΙ, σελ. 423).
Ο Μαρξ εδώ φαίνεται να επισημαίνει ότι δεν είναι το εμπόριο αλλά το πιο σύγχρονο, το πιο δυναμικό εμπόριο, το καπιταλιστικό εμπόριο, που καταστρέφει και απαλλοτριώνει τους αποικιακούς λαούς (δημιουργώντας, ταυτόχρονα, και την βάση των διεθνών οικονομικών σχέσεων) ενώ το παραδοσιακό εμπόριο μιας στάσιμης κοινωνίας -όπως είναι η Ρωσία- απλώς επαναλαμβάνεται. Αυτό, άλλωστε, το δείχνει και ο Ενγκελς, ο οποίος, κάνοντας επιμέλεια της έκδοσης και εξετάζοντας τα πράγματα από την άποψη των εν τω μεταξύ αλλαγών, γράφει την παραπομπή:
«Από τότε που η Ρωσία καταβάλει τις πιο σπασμωδικές προσπάθειες να αναπτύξει δική της κεφαλαιοκρατική παραγωγή, που στηρίζεται αποκλειστικά στην εσωτερική και στην συνορεύουσα ασιατική αγορά, αρχίζει και εδώ να αλλάζει η κατάσταση».
Αυτή η πλευρά (που είναι, στην πραγματικότητα, μια από τις επί μέρους πλευρές του φαινομένου της «δυτικοευρωπαϊκής πρωτοκαθεδρίας») έχει μεγάλη σημασία και για την εξέλιξη των Βαλκανίων: Βλέπουμε ότι η εμπορική διείσδυση της Βρετανίας στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα προκαλεί πλήρη αναστάτωση αν όχι και πλήρη ανατροπή. Οι μακρόχρονες, όμως, εμπορικές σχέσεις με την γειτονική Ρωσία καμία τέτια αναστάτωση δεν είχαν φέρει.


[31] Επιδιώκοντας διάφορα πλεονεκτήματα στην Β. Αμερική, η κυβέρνηση του Λουδοβίκου του 16ου βοήθησε την Βορειοαμερικανική Επανάσταση. Η ενέργεια θα αποδειχθεί κυριολεκτικά αυτοκτονική. Οχι μόνο η δημιουργία του νέου επαναστατικού κράτους θα υπονομεύσει θανάσιμα ιδεολογικά το αριστοκρατικό καθεστώς, αλλά η εκστρατεία θα αδειάσει και το δημόσιο ταμείο, απορροφώντας γύρω στα 200.000.000 λίρες. Η Γαλλία δεν θα κερδίσει τίποτε, καθώς, στις τελικές διαπραγματεύσεις, οι Αγγλοι και οι Αμερικανοί κατορθώνουν να συμβιβασθούν με τρόπο που παραπέμπει πολλά από τα επίμαχα θέματα στο μέλλον.


[32] Ο ρόλος των λαϊκών μαζών ξεχωρίζει πολύ στην Επανάσταση αυτή σε σύγκριση με την Ολλανδία και την Αγγλία, όπου ο ρόλος τους ήταν σημαντικός μεν αλλά σχετικά περιορισμένος. Κατά την ωραία έκφραση του Ζωρές, η Γαλλική Επανάσταση ήταν «πλατειά αστική και δημοκρατική, ενώ η Αγγλική ήταν στενά αστική και συντηρητική».


[33] Οσο παράξενο και αν φανεί, οι προσπάθειες του Μεγάλου Ναπολέοντος ναυαγούν στο ίδιο εμπόδιο όπου ναυάγησαν και των Αψβούργων: Στην τάση δημιουργίας εθνικών κρατών, την οποία ο Ναπολέων συνειδητά καταπολεμά και αθέλητα ευνοεί και βοηθά.


[34] Στην πραγματικότητα, κανείς δεν φαίνεται να πιστεύει στην πραγματική δυνατότητα επιστροφής στο παρελθόν. Οι υπερφίαλες ανοησίες των αδιαλλάκτων στοιχείων των Βουρβώνων προκαλούν ειρωνικά σχόλια ή και οργίλες εκρήξεις. Είναι γνωστή η χλευαστική παρατήρηση του Ταλλεϋράνδου για εκείνους που «τίποτε δεν διδάχθηκαν και τίποτε δεν ελησμόνησαν». Από την πλευρά του, ο Τσάρος Αλέξανδρος ο Α΄, απόλυτος μονάρχης και ο ίδιος και ένας από τους κυρίους ηγέτες του αντιγαλλικού συνασπισμού, είχε επίσης χάσει την υπομονή του με τους αδιαλλάκτους Βουρβώνους για τους οποίους έλεγε ότι “δεν διδάχθηκαν τίποτε και είναι αδιόρθωτοι».


[35] Β. Ι. Λένιν: Απαντα, 5η έκδοση, «Σύγχρονη Εποχή», τ. 27, σελ. 392.


[36] Β. Ι. Λένιν: Απαντα, 5η έκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 27, σελ. 429.


[37] «Σαν σύνολο, ο καπιταλισμός αναπτύσσεται ασύγκριτα πιο γρήγορα από προηγούμενα, αυτή όμως η ανάπτυξη όχι μόνο γίνεται γενικά πιο ανισόμετρη, αλλά η ανισομετρία εκδηλώνεται επίσης στο σάπισμα ειδικά των χωρών που είναι πιο ισχυρές σε κεφάλαια (Αγγλία)» (Β. Ι. Λένιν: Απαντα, 5η έκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 27, σελ. 430).


[38] «Οι πολιτικές ιδιομορφίες του ιμπεριαλισμού είναι η αντίδραση σε όλη την γραμμή και το δυνάμωμα της εθνικής καταπίεσης» (Β. Ι. Λένιν: Απαντα, 5η έκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 27, σελ. 415).


[39] Στο σημείο αυτό, πρέπει να υπογραμμισθεί ακριβώς αυτό: Ο ιμπεριαλισμός δημιουργείται ενώ οι ευρωπαϊκές δυνάμεις κυριαρχούν αναμφισβήτητα πολιτικά και στρατιωτικά αλλά και για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια δεν είναι πια οι οικονομικάισχυρότερες. Η ισχυρότερη οικονομικά δύναμη είναι από τώρα και στο εξής οι ΗΠΑ. Το 1900, οι ΗΠΑ παράγουν μόνες τους το 30% της παγκόσμιας ακαθάριστης βιομηχανικής παραγωγής (POLYANSKY, σελ. 59), πράγμα που σημαίνει πιθανώς περισσότερο από ότι η Βρετανία και η Γαλλία μαζί και ίσως τα 2/3 του TRIO Βρετανία - Γαλλία - Γερμανία. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ποσοτικό γιατί η οικονομία των ΗΠΑ αναπτύσσεται με ασφαλέστερο και πιο ορθολογιστικό τρόπο, έχει μια ισχυρότερη τεχνική βάση κλπ. Ετσι, δεν είναι περίεργο που, από το τέλος του 19ου αιώνα ακόμη, «οι ΗΠΑ έγιναν η κύρια οικονομική βάση του παγκοσμίου καπιταλισμού» και «στον 20ο αιώνα, τα κέντρα της παγκόσμιας οικονομίας μεταφέρθηκαν στο έδαφος των ΗΠΑ» (POLYANSKY, σελ. 46).


[40] Το 1900, μεγαλύτερη βιομηχανική δύναμη στο ευρωπαϊκό έδαφος (και χωρίς συνυπολογισμό των αποικιακών εδαφών) δεν είναι πια η Βρετανία αλλά η Γερμανία, η οποία υστερεί μόνο απέναντι στις ΗΠΑ.


[41] Την 1η Μάρτη 1881, δολοφονήθηκε από την τρομοκρατική - επαναστατική οργάνωση «Λαϊκή Θέληση» ο ΤσάροςΑλέξανδρος ο Β΄. Ο διάδοχός του Αλέξανδρος ο Γ΄ (1881 - 1894) τόσο πολύ φοβήθηκε από τη δολοφονία ώστε κλείστηκε στο Ανάκτορο της Γκάτσινα, επιβάλλοντας δρακόντεια μέτρα ασφαλείας.

TOP READ