14 Ιουλ 2013

Η πολλαπλή παρέμβαση του συστήματος στον Αθλητισμό

Η πολλαπλή παρέμβαση του συστήματος στον Αθλητισμό
Στις σοσιαλιστικές χώρες η πλειοψηφία του πληθυσμού συμμετείχε συστηματικά σε δωρεάν οργανωμένες σωματικές δραστηριότητες
Το παρόν κείμενο ασχολείται με την αλληλοσύνδεση της Φυσικής Αγωγής (Φ.Α.) με την πολιτική και την ιδεολογία στη σύγχρονη κοινωνία. Σίγουρα η συνθετότητα του θέματος δεν μπορεί να εξαντληθεί σε ένα μόνο άρθρο. Ωστόσο η προσπάθεια στηρίζεται στην αντιπαράθεση που υπάρχει ως πλευρά της ταξικής πάλης, για το ρόλο και το χαρακτήρα της Φ.Α. και του αθλητισμού.
Τα περί «ελεγχόμενου» αθλητισμού
Oι κριτικοί του συστήματος Φυσικής Αγωγής στο σοσιαλισμό, συχνά ισχυρίζονταν ότι ήταν αντίθετο με την ελεύθερη ανάπτυξη του ατόμου, είχε ωφελιμιστικό χαρακτήρα και ότι το σύστημα προοριζόταν να προετοιμάσει τους νέους ανθρώπους για εργάτες, υποδουλωμένους, χωρίς προσωπικούς στόχους («ελεγχόμενος» αθλητισμός). Συχνά αξιοποιούσαν αυτή την επιχειρηματολογία για να δικαιολογήσουν την «ελεύθερη» επιλογή των αθλητικών ταλέντων να γίνουν επαγγελματίες αθλητές. Οι ισχυρισμοί αυτοί, κατά τους υπερασπιστές του σοσιαλισμού, βασίζονταν σε προφανείς διαστρεβλώσεις της αλήθειας. Σε σχετικό άρθρο ο Sergei Pavlov (πρόεδρος της επιτροπής Φ.Α. της ΕΣΣΔ το 1975) έλεγε: Η εργασία πάντα ήτανε και παραμένει μια βασική συνθήκη της ανάπτυξης του ατόμου. Στο συγκεκριμένο στάδιο κοινωνικής προόδου, όπου ο στενός διαχωρισμός της εργασίας, που γεννήθηκε από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, εξαφανίζεται, η αντικειμενική ανάγκη για τη σφαιρική ανάπτυξη των εργαζομένων δημιουργείται. Η σοσιαλιστική παραγωγή δραστικά αλλάζει τη θέση και τις λειτουργίες του ανθρώπου, στο προτσές εργασίας και μας βάζει το στόχο, όπως λέει κι ο Λένιν, "να μορφώσουμε τους ανθρώπους, να τους δώσουμε σφαιρική ανάπτυξη και σφαιρική εξάσκηση, ώστε να είναι σε θέση να κάνουν τα πάντα". Δεν υπάρχουν αντιθέσεις ανάμεσα στην προσπάθεια να προετοιμάσεις κάποιον για εργασία και στο ενδιαφέρον για μια σφαιρική ανάπτυξη του ατόμου, πράγμα που περιλαμβάνει και τη σφαίρα της φυσικής μόρφωσης».
Σε σχέση μ' αυτό θα πρέπει να τονίσουμε την επίθεση που δεχόταν το σοσιαλιστικό σύστημα από την αποκαλούμενη θεωρία της αποζημίωσης ή θεωρία της επαναφοράς. Η θεωρία αυτή ήταν εξαπλωμένη στην αστική εκδοχή της φυσικής κουλτούρας και των σπορ. Σύμφωνα μ' αυτή τη θεωρία, η κύρια και μόνη λειτουργία της Φυσικής Αγωγής σε μια σύγχρονη κοινωνία (καπιταλιστική) βρίσκεται στο ότι αποζημιώνει από την εργασία και ως εκ τούτου ελαττώνει τη ζημιά που γίνεται στον άνθρωπο από τη μηχανοποίηση της ζωής σε αστικά κέντρα και τον σύγχρονο πολιτισμό σαν σύνολο.
Οι οπαδοί αυτής της θεωρίας αγνοούσαν το γεγονός ότι η φθορά για τον εργαζόμενο κατά κύριο λόγο εξαρτάται απ' τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, ως αποτέλεσμα της εκμεταλλευτικής σχέσης που υπάρχει στον καπιταλισμό. Προσπαθώντας να διαχειριστούν αυτή τη φθορά, απ' τη μια την αποσπούσαν απ' την αιτία που τη δημιουργούσε, απ' την άλλη αξιοποιούσαν την Φ.Α. ως φάρμακο. Ταυτόχρονα, η επιστημονική και τεχνολογική επανάσταση στη σοσιαλιστική κοινωνία έφερε μια αύξηση στο χρόνο ανάπαυσης, ο οποίος αξιοποιήθηκε τόσο για μια σφαιρική πρόοδο των ανθρώπινων αξιών και ικανοτήτων όσο και για την κατάχτηση των αξιών της φυσικής και πνευματικής κουλτούρας, αυξάνοντας τη δημιουργική και ζωτική δύναμη του ανθρώπου. Πολύ απλά, σε όλες τις σοσιαλιστικές χώρες η πλειοψηφία του πληθυσμού συμμετείχε συστηματικά σε δωρεάν οργανωμένες σωματικές δραστηριότητες με δωρεάν χρήση μέσων και υποδομών καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Σε αντίθεση με τον «ελεγχόμενο» αθλητισμό προβάλλεται ο επαγγελματικός ή αλλιώς «ελεύθερος» αθλητισμός, συνδέοντας την καλλιέργεια του ταλέντου με την προσωπική επιτυχία, τον ακραίο ατομικισμό ως ανώτατη αξία ζωής. Η ανάδειξη αυτοδημιούργητων «αστεριών», η δημοσιότητα της ιδιωτικής ζωής τους, οι αυταπάτες για ίσες δυνατότητες ευκαιριών για όλους, αποτελούσαν το μείγμα της κυρίαρχης ιδεολογίας. Τη σύνδεση αυτή την αποδέχονταν ως μοναδική και διάφοροι αυτοχαρακτηριζόμενοι «μαρξιστές» αναλυτές όταν, σχολιάζοντας τις επιτυχίες των αθλητών, τους χαρακτήριζαν βιομηχανικά παράγωγα ταυτίζοντας την άμιλλα με τον σκληρό ανταγωνισμό (ο νόμος της ζούγκλας) που υπάρχει στον καπιταλισμό. Σήμερα έχουμε μεγάλη εμπειρία για το τι σημαίνει επαγγελματίας αθλητής. Χωρίς να λέμε ότι δεν υπάρχει και ατομική ευθύνη είναι πολλά τα παραδείγματα αθλητών που αξιοποιήθηκαν από τις εταιρείες σαν καλοδουλεμένα εργαλεία προκειμένου να αποφέρουν τεράστια κέρδη και μετά πετάχτηκαν σαν στυμμένες λεμονόκουπες. Βέβαια, η χρησιμοποίηση του ταλέντου απέφερε σε ορισμένους χρήμα και δόξα αλλά δεν ήταν και λίγοι αυτοί που πλήρωσαν είτε με βαριά ψυχοσωματικά προβλήματα (καταπόνηση του οργανισμού λόγω της υπερπροσπάθειας) μετά την απόσυρσή τους από την ενεργό δράση είτε και με την ίδια τους τη ζωή (ντόπινγκ) λόγω των απαιτήσεων των εταιρειών.
Ενδεικτική επίσης είναι η έρευνα που παρουσιάστηκε πρόσφατα σε ημερίδα που διοργάνωσε ο ΠΣΑΚ (Πανελλήνιος Σύνδεσμος Αμειβομένων Καλαθοσφαιριστών) στη χώρα μας με θέμα: «Εργασιακές συνθήκες των καλαθοσφαιριστών στην Ευρωπαϊκή Ενωση». Συγκεκριμένα, το 65% των αθλητών και το 50% των αθλητριών αμείβονται με ετήσιες απολαβές μέχρι 30.000 ευρώ. Το 12% των ανδρών και το 18% των γυναικών αντίστοιχα έχουν και δεύτερη εργασία ενώ σε ορισμένες χώρες, π.χ. Γαλλία, το ποσοστό ξεπερνά το 20%. Με φυσικό όριο της κορύφωσης της «καριέρας» τα 26 - 30 χρόνια για τους άνδρες και τα 22-26 χρόνια για τις γυναίκες τα άτομα αυτά αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα αφού χωρίς κανένα προσόν βγαίνουν στην αγορά εργασίας στα τριάντα τους. Το πρόβλημα αυτό δεν υπήρχε ποτέ ως τέτοιο στις σοσιαλιστικές χώρες. Και αυτό γιατί δεν υπήρχε επαγγελματίας αθλητής. Ολοι οι αθλητές υψηλών επιδόσεων μετά την ενεργό δράση επέστρεφαν στην παραγωγή ή αξιοποιούνταν στη Φ.Α. Η μελέτη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης σ' αυτό το ζήτημα έδειξε ότι ο αθλητής υψηλών επιδόσεων μπορεί να διευκολύνεται τόσο κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης όσο και αργότερα στην παραγωγή προκειμένου να ανταποκριθεί σε αγωνιστικές δραστηριότητες. Σε καμία περίπτωση όμως δεν πρέπει να απολαμβάνει προνόμια σε σχέση με τους υπόλοιπους εργαζόμενους. Η διάκριση αυτή, όπου υπήρξε, οδήγησε σε αρνητικά παραδείγματα, που είχαν να κάνουν και με την παγίδα που είχε στήσει και ο αντίπαλος με δόλωμα το κυνήγι της επίδοσης. Υπήρχαν παραδείγματα αθλητών που κάτω από την πίεση του ανταγωνισμού για το ρεκόρ και την πρωτιά οδηγήθηκαν σε στρεβλώσεις (ντόπινγκ).
Ο αθλητισμός ως μέσο ανώδυνης εκτόνωσης της οργής των εργαζομένων και της νεολαίας
Η αστική τάξη γνωρίζει πολύ καλά ότι το γήπεδο αποτελεί ένα χώρο που μπορούν να υπάρξουν εξάρσεις αυθορμητισμού αλλά και οργανωμένες ενέργειες που ανεξάρτητα από το περιεχόμενο και τη μορφή μπορεί να έχουν το στοιχείο της συλλογικότητας, της δημιουργικότητας, της αυτενέργειας. Η βία στα γήπεδα αποτελεί αντανάκλαση της βίας της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης που δέχεται καθημερινά ο εργαζόμενος, ο νέος της λαϊκής οικογένειας στους χώρους δουλειάς, στην εκπαίδευση κ.α. Την αγανάκτηση και την οργή για την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια που ζει την εκφράζει στο γήπεδο χωρίς το μάτι της εργοδοσίας να τον ελέγχει. Το αστικό κράτος στη χώρα μας μέσα από τους μηχανισμούς του προσπαθεί να ελέγξει και να εκτονώσει το φαινόμενο ανώδυνα για το σύστημα, μακριά από την ταξική του βάση. Χωρίς να μπορεί να το λύσει προτιμά να το περιορίζει στο γήπεδο με κατασταλτικούς μηχανισμούς παρά να το αντιμετωπίζει στους τόπους δουλειάς, στην παραγωγή. Ιδιαίτερα σήμερα, σε περίοδο κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος, προκρίνονται διάφορες αναλύσεις, ότι «η βία και τα επεισόδια της Κυριακής είναι αποτέλεσμα της φτώχειας και της εξαθλίωσης που υπάρχει στην κοινωνία», «αυτά που γίνονται στα ντέρμπι των "αιωνίων" είναι τα ίδια με αυτά που γίνονται στις διαδηλώσεις». Με αυτόν τον τρόπο αντικειμενικά σπρώχνουν τη νεολαία να εκτονώνει τη δικαιολογημένη οργή και αγανάκτησή της μέσα από τέτοιες ενέργειες, την εκμεταλλεύονται και ταυτίζουν τους εργατικούς - λαϊκούς αγώνες με τη δράση προβοκατόρικων μηχανισμών. Ετσι, την απομακρύνουν από το εργατικό - λαϊκό κίνημα και τις αξίες του αγώνα.
Οι ίδιοι οι επιχειρηματίες - ιδιοκτήτες ομάδων προσπαθούν να καθοδηγήσουν και να ελέγξουν τη βία στα γήπεδα, προκειμένου να πιέσουν την κυβέρνηση για πολιτικά οφέλη αλλά και να προστατεύσουν το «αθλητικό» προϊόν (π.χ. προσπάθεια για μεταφορά των επεισοδίων εκτός γηπέδου ώστε να έχουν αύξηση εισιτηρίων, αύξηση τζίρου στα εμπορικά καταστήματα που βρίσκονται μέσα και γύρω απ' τα γήπεδα. κ.τ.λ.). Οι οργανωμένοι στρατοί οπαδών, που λειτουργούν ως συμμορίες, υπερασπίζονται τους μεγαλοεπιχειρηματίες, που λυμαίνονται το ποδόσφαιρο και υπηρετούν τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς. Είναι αλήθεια ότι δεν το καταφέρνουν πάντα και γι' αυτό ενισχύουν σχέδια καταστολής όταν το φαινόμενο έχει έξαρση. Δεν είναι λίγες οι φορές που τα επεισόδια στα ελληνικά γήπεδα είτε προκαλούνται είτε αξιοποιούνται για την εφαρμογή ή τη δοκιμή κατασταλτικών σεναρίων και σχεδιασμών που αργά ή γρήγορα γενικεύονται ενάντια στο λαϊκό κίνημα.
Η διαστρέβλωση του χαρακτήρα της Φυσικής Αγωγής και του Αθλητισμού
Δεν είναι λίγες οι φορές που υποστηρικτές της αστικής ιδεολογίας διαστρεβλώνουν τον κοινωνικό χαρακτήρα της Φ.Α. εκτρέποντάς την από την ουσία του ρόλου της. Η διαστρέβλωση αυτή απορρίπτει την ένταξη της Φ.Α. και του Αθλητισμού στην ταξική κοινωνία, μακριά και έξω από την ταξική πάλη. Η υποτίμηση ή η υπερτίμηση του κοινωνικού ρόλου είναι χαρακτηριστικές πλευρές αυτής της προσπάθειας.
Με την υποτίμηση επιχειρείται η αποσύνδεση της Φ.Α. από τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, τις σχέσεις παραγωγής, το επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων και τις ταξικές αντιθέσεις που διαμορφώνονται. Ετσι προβάλλονται ορισμένες λειτουργίες, π.χ. η θεαματική, η υγειονομική εκτονωτική, έξω από το ταξικό ανταγωνιστικό πεδίο που αντικειμενικά υπάρχουν. Ο επαγγελματικός αθλητισμός και η βιομηχανία θεάματος αυτό ακριβώς υπηρετούν. Ο αθλητισμός προσφέρεται για διασκέδαση στον ελεύθερο χρόνο και τίποτα παραπάνω σαν μορφή έκφρασης των ενστίκτων (εκτόνωση στην κερκίδα) και της βιολογικής (αυθόρμητης) τάσης του ανθρώπου για κίνηση. Η αστική τάξη έχει συμφέρον από τέτοιου είδους ανάλυση αφού την αξιοποιεί για να κρύψει τον ταξικό χαρακτήρα του αθλητισμού. Κρύβει κάτω απ' το χαλί την πραγματικότητα που αποκλείει τα παιδιά της λαϊκής οικογένειας από τη συμμετοχή σε οργανωμένες δομές σωματικής άσκησης στο σχολείο και στη γειτονιά.
Η πιο χαρακτηριστική όμως μορφή διαστρέβλωσης της κοινωνικής βάσης του αθλητισμού είναι η υπερτίμησή του. Ο αταξικός χαρακτήρας που δίνεται, αγνοεί παντελώς την εργασία και το αποτέλεσμά της, την υλική παραγωγή, τον πλούτο, δηλαδή, μιας χώρας, ως θεμελιακό λίθο που καθορίζει την κοινωνική ζωή και τους τομείς της. Μάλιστα, θεωρείται ότι η Φ.Α. και ο Αθλητισμός ως σωματική δραστηριότητα προϋπήρχε από την εργασία και αυτό είναι που καθορίζει την ανωτερότητά του. Η υπερτίμηση οδήγησε στην αντίληψη ότι ο αθλητισμός είναι το «φάρμακο» που μπορεί να γιατρέψει όλες τις «παρενέργειες» στον καπιταλισμό, την εκμετάλλευση, τις ανισότητες κ.τ.λ. Αυτός ήταν και ένας λίγος που το λεγόμενο αθλητικό ή Ολυμπιακό κίνημα δεν συμπορεύονταν εύκολα με το ταξικό εργατικό κίνημα. Στη χώρα μας αξιοποιήθηκαν συνθήματα, όπως, «ο αθλητισμός πάνω απ' την πολιτική» προσδίδοντας στον αθλητισμό την ικανότητα να υπερνικά τις ταξικές διαφορές, να απαλείφει τις αντιθέσεις και να εξαφανίζει τα όρια ανάμεσα στις τάξεις και τους φραγμούς. Η υπερτίμηση του ρόλου του αθλητισμού επέδρασε και στην πρώτη προσπάθεια για την οικοδόμηση μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας. Εδώ έπαιξαν ρόλο και ορισμένα γεγονότα τα οποία αξιοποιήθηκαν ως νίκη του αθλητισμού στην πολιτική ή ως παραδείγματα που ενίσχυσαν τις θεωρίες περί ειρηνικής συνύπαρξης ανάμεσα στο σοσιαλισμό και τον καπιταλισμό. Για παράδειγμα, το ότι οι διεθνείς αθλητικές οργανώσεις είχαν αναγνωρίσει τις αντίστοιχες οργανώσεις σοσιαλιστικών χωρών νωρίτερα από τις πολιτικές οργανώσεις ή ότι γίνονταν διεθνείς αθλητικές συναντήσεις και διοργανώσεις όπου συμμετείχαν αθλητές που οι χώρες τους δεν είχαν ή είχαν διακόψει τις διπλωματικές σχέσεις αποτελούσε εφαλτήριο για την επικράτηση τέτοιων απόψεων. Επίσης, αξιοποιούνταν και το γεγονός ότι απ' τη φύση του ο αθλητισμός δημιουργεί ευνοϊκό κλίμα ανάμεσα σε αθλητές διαφορετικών εθνοτήτων, πράγμα που έχει αντανάκλαση και στους λαούς.
Μια από τις συχνές εκδοχές υπερτίμησης της Φ.Α. και του Αθλητισμού είναι αυτή του «καθαρού αθλητισμού» και αυτό γιατί αξιοποιήθηκε στην καπιταλιστική οικοδόμηση κυρίως απέναντι στους νέους ανθρώπους ώστε να αποσπαστούν από την ταξική ουσία της Φ.Α. και να απομακρυνθούν από την ταξική πάλη. Η επίδρασή της στη νεολαία εστίασε κυρίως στις σωματικές ικανότητες των νέων και στο ότι η κλίση, το ταλέντο ή και η προτίμηση σε ένα άθλημα αποτελεί καθαρά ατομικό ζήτημα μακριά και έξω από τα μέσα και τις συνθήκες που υπάρχουν. Πιο απλά, οδηγούσε στην παθητική αποδοχή της πολιτικής της αστικής τάξης στον τομέα της Φ.Α. και στην έλλειψη διεκδίκησης. Η εκδοχή αυτή συνδυάστηκε αλληλένδετα με τη βιολογικοποίηση της Φ.Α., δηλαδή με την προσπάθεια να εξηγηθεί η σωματική δραστηριότητα ως αποτέλεσμα αποκλειστικά έμφυτων ενστίκτων, αυθορμητισμού και γονιδίων. Αξιοποιήθηκε διαχρονικά από την αστική τάξη με χαρακτηριστικό παράδειγμα την περίοδο της ανόδου του Χίτλερ τη δεκαετία του '30 στη Γερμανία (άρια φυλή). Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίοδος από το 2004 και μετά, όπου κάθε επιτυχία της Εθνικής μας ομάδας στο ποδόσφαιρο παρουσιάζεται σαν θρίαμβος της φυλής, που συνοδεύεται με χαριτωμένα συνθηματάκια του τύπου: «Οι Ελληνες προχωράμε, οι άλλοι ταπεινώνονται», «Δε θα γίνεις Ελληνας ποτέ...».
Στη χώρα μας τα παραπάνω εκφράστηκαν μέσα από τα συνθήματα «Ο αθλητισμός ενώνει», «Εξω η πολιτική από τον αθλητισμό», «Ο αθλητισμός πάνω από την πολιτική». Με αυτά τα συνθήματα ο αθλητισμός αξιοποιήθηκε προκειμένου να κρυφτεί ο ταξικός του χαρακτήρας. Ιδιαίτερα μετά το 1980 χρησιμοποιήθηκαν για να αφομοιωθεί χωρίς αντιδράσεις η συνύπαρξη του επαγγελματικού με τον ερασιτεχνικό αθλητισμό και η υποτιθέμενη παράλληλη ανάπτυξη που θα είχαν μέσα από την κρατική στήριξη, πράγμα που ποτέ δεν έγινε. Αυτό που τελικά έγινε και επικρατεί μέχρι σήμερα είναι η πλήρης ανάπτυξη του εμπορευματοποιημένου αθλητισμού και των αξιών του, που οδήγησε στο να επικρατήσουν πλήρως τα επιχειρηματικά κριτήρια στην ανάπτυξη του αθλητισμού στα σωματεία. Ετσι είχαμε προοδευτική μείωση της κρατικής στήριξης σε υποδομές, προγράμματα και χρηματοδότηση τόσο στα σχολεία όσο και στους δήμους και τη σταδιακή υποβάθμιση της Φ.Α. στην Εκπαίδευση. Τα σωματεία στράφηκαν στην αναζήτηση χορηγού και οργάνωσαν «Ακαδημίες» που λειτουργούσαν και ως εισπρακτικός μηχανισμός για τις ανάγκες τους. Επικράτησε η λογική του άκρατου πρωταθλητισμού, της γρήγορης ανάδειξης, που έγινε φορέας μετάδοσης του «ντόπινγκ» σε πολλούς νεαρούς μαθητές / αθλητές και παραμερίστηκε η κατεύθυνση της μαζικής υποδομής.
Σήμερα, η ανταποδοτικότητα και η λειτουργία όλων των δομών με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια συνθέτουν την εικόνα και διαμορφώνουν τη συνείδηση στη λογική ότι ο αθλητισμός, η άσκηση γενικότερα είναι πολυτέλεια που αφορά τους λίγους και όχι ανάγκη και δικαίωμα όλων. Σημαντική είναι επίσης η αξιοποίηση των μαχητικών αθλημάτων και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους για να εκκολάπτονται εθνικιστικές και φασιστικές ιδέες, τραμπούκικες λογικές, δηλητηριάζοντας τη νεολαία με στόχο να απομακρυνθεί από τον βασικό υπαίτιο της ζοφερής καθημερινότητας και της ανασφάλειας που βιώνει, την αστική τάξη και τα κόμματά της. Να εκτονώσει την οργή της ανώδυνα για το εκμεταλλευτικό σύστημα που υπηρετούν και τους ταξικούς φραγμούς που βάζει στα δικαιώματά της, όπως αυτό της άσκησης και του αθλητισμού.

Του
Θοδωρή ΛΙΑΠΗ*
*Ο Θ. Λιάπης είναι υπεύθυνος του Τμήματος Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού της ΚΕ του ΚΚΕ


Πτωχεία, παρθενία, υπακοή
1. Ποτέ άλλοτε τόσοι πολλοί σωτήρες με θορυβώδεις χειραψίες και άφθονα σάλια δεν με κύκλωσαν για το καλό μου.
2. Η απρέπεια, η ωμότητα και η βλακεία που εκπορεύονται από τον μεταμφιεσμένο νομοθέτη Κυριάκο Μητσοτάκη μου προξενούν αηδία που πολλαπλασιάζεται στο διηνεκές. Αποφασίζει και παίρνει μέτρα για μια σκληρή ζωή που δεν γνώρισε ποτέ στο πετσί του.
3. Η σοβαρότερη δοκιμασία για τη σαμαρική αυθεντία είναι η λογική, η οποία δεν του δίνει ούτε μία φορά την ευκαιρία να τη χρησιμοποιήσει.
4. Εξαθλιωμένη, η ελληνική κοινωνία το μόνο που παράγει είναι φθόνο. Ο ένας πολίτης δείχνει τη δυστυχία του άλλου, κυρίως όταν εκείνη είναι μεγαλύτερη από τη δική του. Τυφλωμένοι πολίτες, αντί να ψηλαφίσουν την κουρελιασμένη αλήθεια τους, βρίσκουν καταφύγιο στο «ελληνικό μεγαλείο» που εκπροσωπείται από το χοιροστάσιο της Χρυσής Αυγής.
5. Η τοκογλυφία είναι το μεγαλύτερο επίτευγμα των Ευρωπαίων. Επενδύοντας στην υποταγή και τη χαμέρπεια που διαδίδονται αστραπιαία ανάμεσα στους πολίτες, οι τοκογλύφοι καταφέρνουν να επιτελέσουν το έργο τους. Παρ' όλα αυτά μας μεταχειρίζονται με ευσπλαχνία, αφού μας αφήνουν πάντα «κάτι» που μας συντηρεί κοντά στον κύκλο της εξαθλίωσης.
6. Η φοβερή ένταση των ημερών είναι με το μέρος μας. Παρά το χτύπημα εκ μέρους της «θεόσταλτης» τάξης, είναι παρήγορο το γεγονός ότι οι πνευματικές δυνάμεις μέσα στο κίνημα είναι ακμαίες.
7. Στην κορυφή του αντεστραμμένου κόσμου, σαν κερασάκι στην τούρτα λάμπει ο Ελληνας Δημοσιογράφος του Καθεστώτος. Φρόνιμος «προτοσάλτε», παιδί έξω από την περιπέτεια της ζωής, ασκεί παραμυθιασμένος όσα του επιτάσσει η φύση: να είναι ταυτόχρονα μπάτσος, δικαστής και λίγο διανοούμενος, του οποίου τα λόγια γίνονται πάραυτα κτήμα του λαού. Αρκεί μια ματιά στο θερμοκήπιο του Σκάι για να δεις, σε μια έξαρση συμβιβασμού, των φρονίμων τα παιδιά να μας κατηγορούν για όλα, κυρίως όταν αμφισβητούμε την εξουσία τους ή όταν γελάμε με το σύνθημά τους, που δεν θ' αργήσει να κυκλοφορήσει παντού: «πτωχεία, παρθενία, υπακοή».
8. Τρία χρόνια τιμωρίας και ακόμα να μας εξαγνίσει η τρόικα. Σε κάθε συνάντηση προκύπτουν άγνωστες αμαρτίες που επιβάλλουν τον καυτηριασμό μας. Κι όμως σε πείσμα των ιεροεξεταστών, μετά από κάθε «επέμβαση», ξεπετιούνται νέα ανυπότακτα πνεύματα. Ο Θεός χλευάζει την Τρόικα τη στιγμή που εκείνη ψάχνει για τυχόν σφάλματα στη διδασκαλία της. Την υπόθεσή μας αναλαμβάνει ο κύριος Μεσλιέρ: «Επιθυμούν να πιστεύουμε απόλυτα τα όσα μας λένε, όχι απλώς χωρίς καμία αμφιβολία αλλά επίσης χωρίς διερεύνηση, και μάλιστα χωρίς καμία επιθυμία να γνωρίσουμε τις αιτίες, γιατί κατά την άποψή τους η φιλοπερίεργη αναζήτηση των αιτίων είναι αναίσχυντη θρασύτητα και έγκλημα καθοσιώσεως».
9. Είμαστε ένα απαγορευμένο είδος για τους Ευρωπαίους. Δεν μας καίνε γιατί είναι «δημοκράτες». Σίγουρα όμως ελπίζουν κάποτε να μας αποσύρουν. Δεν αντέχουν οι Ευρωπαίοι πλατωνικά ερωτήματα, εκτός κι αν τα θέτουν εκείνοι. Δεν είναι τυχαίο πως στους δρόμους της Δύσης ο Ελληνας κυκλοφορεί στολισμένος με κάθε επίθετο της αργκό του υπόκοσμου. Οι Ευρωπαίοι έχουν ξεπέσει σε δικαστικούς κλητήρες μέσα σ' ένα θλιβερό σύστημα που καθημερινά μας ευτελίζει. Ολα αυτά δεν θα έχουν καλό τέλος.

Του
Γιώργου ΚΑΚΟΥΛΙΔΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ