Οπως
σε κάθε νέο γύρο της αντιλαϊκής επίθεσης, κυβέρνηση και αστικά
επιτελεία διαμορφώνουν - ενόψει και της τρίτης «αξιολόγησης» - τα
«αφηγήματα» της επόμενης μέρας, ώστε ο λαός να αποδεχτεί ή έστω να
δείξει ανοχή στα χειρότερα που έρχονται.
Από το βράδυ της Κυριακής, στην προσπάθεια αυτή προστέθηκε και το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών, καθώς αυτό που ακούγεται από διάφορες πλευρές είναι ότι η νέα γερμανική κυβέρνηση θα είναι πιο σκληρή και πιεστική απέναντι στην Ελλάδα και, επομένως, η κυβέρνηση θα πρέπει να επιταχύνει το αντιλαϊκό της έργο, για να μη συναντήσει επιπλέον εμπόδια στην «καθαρή έξοδο» προς τις αγορές.
Αυτό σημαίνει, να κλείσει γρήγορα τις όποιες «εκκρεμότητες», να περάσει χωρίς καθυστέρηση και κυρίως χωρίς αντιδράσεις τα πάνω από 95 «προαπαιτούμενα» που, μεταξύ άλλων, βάζουν στο στόχαστρο το δικαίωμα στην απεργία, τα κοινωνικά επιδόματα, τους αυτοαπασχολούμενους σε μια σειρά από κλάδους, για να ανοίξουν νέα πεδία κερδοφορίας για τους επιχειρηματικούς ομίλους.
Το «παιχνίδι» βέβαια, όπως και τα αποτελέσματά του, τα έχει ξαναδεί ο λαός, με εναλλασσόμενους πρωταγωνιστές πότε το ΔΝΤ, πότε την ΕΚΤ, πότε τους «ακραίους κύκλους» της ΕΕ κ.ο.κ. Ολα αυτά καταλήγουν πάντα σε έναν ωμό εκβιασμό, για να αποδεχτεί αδιαμαρτύρητα τα μέτρα σε βάρος του, πότε με το φόβο ότι αν αντιδράσει θα πάθει χειρότερα και πότε με την προσδοκία πως έχει κάτι να περιμένει από τα παραμύθια της κυβέρνησης περί «δίκαιης ανάπτυξης».
Σε κάθε περίπτωση, η επιτάχυνση του αντιλαϊκού έργου επιβάλλεται από την ίδια την προσπάθεια του κεφαλαίου να θωρακίσει και να αυξήσει την κερδοφορία του. Αυτό είναι το αντικείμενο της διαπραγμάτευσης που κάνει η κυβέρνηση (όπως έκαναν και οι προηγούμενες), αναζητώντας «δημοσιονομικό χώρο» για την πολύπλευρη στήριξη των επιχειρηματικών ομίλων.
Η ευόδωση αυτής της προσπάθειας έχει προαπαιτούμενο την «χωρίς δισταγμό και ταλάντευση» υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής και των αναδιαρθρώσεων που απαιτεί το κεφάλαιο, όπως έλεγε χαρακτηριστικά ο υφυπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Στ. Πιτσιόρλας σε συνέντευξή του την Κυριακή.
Επομένως, η αντεργατική - αντιλαϊκή επίθεση ούτε προσωρινή είναι, ούτε οδεύει προς το τέλος της, αλλά αποτελεί το αναγκαίο «καύσιμο» για την ανάκαμψη της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου. Γι' αυτό το λόγο, άλλωστε, η κυβέρνηση έχει ήδη νομοθετήσει αντιλαϊκά μέτρα για τα επόμενα πολλά χρόνια και την ίδια ώρα ισχυρίζεται προκλητικά ότι δίνει τάχα μάχη για να μη χρειαστούν πρόσθετα μέτρα μετά το τέλος του μνημονίου!
Το ίδιο ισχύει και για την «εποπτεία», για την οποία επίσης γίνεται πολλή κουβέντα αυτές τις μέρες. Η όλη συζήτηση προσπαθεί να κρύψει ότι οι εργαζόμενοι και ο λαός, τα δικαιώματα και οι ανάγκες τους, είναι μόνιμα υπό την «επιτροπεία» των στόχων της καπιταλιστικής οικονομίας, που επιβάλλει θυσίες χωρίς τέλος και ένταση της εκμετάλλευσης για τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων. Μάλιστα, η «εποπτεία» αυτή αφορά ενιαία τους λαούς στα κράτη - μέλη, μέσα από τα ευρωπαϊκά εξάμηνα, τους μηχανισμούς «δημοσιονομικής πειθαρχίας» κ.ο.κ.
Επομένως, στην «αποφασιστικότητα» κυβέρνησης - κεφαλαίου οι εργαζόμενοι, οι αυτοαπασχολούμενοι, οι φτωχοί αγρότες χρειάζεται να αντιτάξουν τη δική τους, οργανώνοντας την πάλη, δυναμώνοντας τη συμμαχία τους, ενάντια σε παλιά και νέα αντιλαϊκά μέτρα, το κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του.
Από το βράδυ της Κυριακής, στην προσπάθεια αυτή προστέθηκε και το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών, καθώς αυτό που ακούγεται από διάφορες πλευρές είναι ότι η νέα γερμανική κυβέρνηση θα είναι πιο σκληρή και πιεστική απέναντι στην Ελλάδα και, επομένως, η κυβέρνηση θα πρέπει να επιταχύνει το αντιλαϊκό της έργο, για να μη συναντήσει επιπλέον εμπόδια στην «καθαρή έξοδο» προς τις αγορές.
Αυτό σημαίνει, να κλείσει γρήγορα τις όποιες «εκκρεμότητες», να περάσει χωρίς καθυστέρηση και κυρίως χωρίς αντιδράσεις τα πάνω από 95 «προαπαιτούμενα» που, μεταξύ άλλων, βάζουν στο στόχαστρο το δικαίωμα στην απεργία, τα κοινωνικά επιδόματα, τους αυτοαπασχολούμενους σε μια σειρά από κλάδους, για να ανοίξουν νέα πεδία κερδοφορίας για τους επιχειρηματικούς ομίλους.
Το «παιχνίδι» βέβαια, όπως και τα αποτελέσματά του, τα έχει ξαναδεί ο λαός, με εναλλασσόμενους πρωταγωνιστές πότε το ΔΝΤ, πότε την ΕΚΤ, πότε τους «ακραίους κύκλους» της ΕΕ κ.ο.κ. Ολα αυτά καταλήγουν πάντα σε έναν ωμό εκβιασμό, για να αποδεχτεί αδιαμαρτύρητα τα μέτρα σε βάρος του, πότε με το φόβο ότι αν αντιδράσει θα πάθει χειρότερα και πότε με την προσδοκία πως έχει κάτι να περιμένει από τα παραμύθια της κυβέρνησης περί «δίκαιης ανάπτυξης».
Σε κάθε περίπτωση, η επιτάχυνση του αντιλαϊκού έργου επιβάλλεται από την ίδια την προσπάθεια του κεφαλαίου να θωρακίσει και να αυξήσει την κερδοφορία του. Αυτό είναι το αντικείμενο της διαπραγμάτευσης που κάνει η κυβέρνηση (όπως έκαναν και οι προηγούμενες), αναζητώντας «δημοσιονομικό χώρο» για την πολύπλευρη στήριξη των επιχειρηματικών ομίλων.
Η ευόδωση αυτής της προσπάθειας έχει προαπαιτούμενο την «χωρίς δισταγμό και ταλάντευση» υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής και των αναδιαρθρώσεων που απαιτεί το κεφάλαιο, όπως έλεγε χαρακτηριστικά ο υφυπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Στ. Πιτσιόρλας σε συνέντευξή του την Κυριακή.
Επομένως, η αντεργατική - αντιλαϊκή επίθεση ούτε προσωρινή είναι, ούτε οδεύει προς το τέλος της, αλλά αποτελεί το αναγκαίο «καύσιμο» για την ανάκαμψη της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου. Γι' αυτό το λόγο, άλλωστε, η κυβέρνηση έχει ήδη νομοθετήσει αντιλαϊκά μέτρα για τα επόμενα πολλά χρόνια και την ίδια ώρα ισχυρίζεται προκλητικά ότι δίνει τάχα μάχη για να μη χρειαστούν πρόσθετα μέτρα μετά το τέλος του μνημονίου!
Το ίδιο ισχύει και για την «εποπτεία», για την οποία επίσης γίνεται πολλή κουβέντα αυτές τις μέρες. Η όλη συζήτηση προσπαθεί να κρύψει ότι οι εργαζόμενοι και ο λαός, τα δικαιώματα και οι ανάγκες τους, είναι μόνιμα υπό την «επιτροπεία» των στόχων της καπιταλιστικής οικονομίας, που επιβάλλει θυσίες χωρίς τέλος και ένταση της εκμετάλλευσης για τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλιακών ομίλων. Μάλιστα, η «εποπτεία» αυτή αφορά ενιαία τους λαούς στα κράτη - μέλη, μέσα από τα ευρωπαϊκά εξάμηνα, τους μηχανισμούς «δημοσιονομικής πειθαρχίας» κ.ο.κ.
Επομένως, στην «αποφασιστικότητα» κυβέρνησης - κεφαλαίου οι εργαζόμενοι, οι αυτοαπασχολούμενοι, οι φτωχοί αγρότες χρειάζεται να αντιτάξουν τη δική τους, οργανώνοντας την πάλη, δυναμώνοντας τη συμμαχία τους, ενάντια σε παλιά και νέα αντιλαϊκά μέτρα, το κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου