Γράφει ο Νίκος Μόττας //
Εκρηκτικό το μείγμα φανατικού αντικομμουνισμού και ημιμάθειας, οδηγεί με μαθηματικό τρόπο σε παραληρήματα. Όπως αυτό στο οποίο προέβη, μέσα από την στήλη του στο «Πρώτο Θέμα», ο γνωστός και μη εξαιρετέος Δημήτρης Δανίκας.
Ο οποίος Δανίκας αποφάσισε να καταπιαστεί με το τείχος του Βερολίνου για να μας πει κάποιες… «εντελώς αυτονόητες και ιστορικά τεκμηριωμένες» σκέψεις του. Το πόσο «αυτονόητες» και πόσο «ιστορικά τεκμηριωμένες» είναι οι σκέψεις του κ. Δανίκα για το τείχος του Βερολίνου και τον σοσιαλισμό αποδεικνύεται στο αισχρό αντικομμουνιστικό λιβελογράφημα του, από αυτά που μας έχει συνηθίσει τα τελευταία χρόνια.
Δυστυχώς για τον αρθρογράφο του «Πρώτου Θέματος», δεν πρωτοτυπεί πουθενά. Αντίθετα, επαναλαμβάνει τα γνωστά αντιστόρητα επιχειρήματα για το τείχος που «ορθώθηκε για την προστασία του καθεστώτος», το οποίο καθεστώς, όπως μας πληροφορεί ο κ. Δανίκας, «μόνο στα χαρτιά ήταν σοσιαλιστικό».
Δε γνωρίζουμε από που άντλησε τις πηγές του ο δημοσιογράφος ώστε να καταλήξει σε λογικές τύπου «το μπουζούκι είναι όργανο, ο αστυνόμος είναι όργανο, άρα ο αστυνόμος είναι μπουζούκι». Σε κάθε περίπτωση, του διέφυγε το γεγονός ότι, από το 1949 (έτος δημιουργίας της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας) έως το 1961 (ανέγερση τείχους) το δυτικό τμήμα της Γερμανίας είχε μετατραπεί σε αμερικανοΝΑΤΟική στρατιωτική βάση που λειτουργούσε ως ορμητήριο για καθημερινές επιθέσεις, σαμποτάζ, δολιοφθορές, υπονόμευση και προπαγανδιστικές ενέργειες κατά του ανατολικού τμήματος.
Στο χυδαίο αντικομμουνιστικό του παραλήρημα, ο Δ. Δανίκας κάνει λόγο για «διαφορά βιωτικού (sic) επιπέδου ανάμεσα στις δύο Γερμανίες». Πράγματι, τις κοινωνικές κατακτήσεις που πέτυχε ο σοσιαλισμός στη ΛΔ της Γερμανίας, οι εργαζόμενοι στη Δυτική Γερμανία δε μπορούσαν καν να τις φανταστούν. Την στιγμή, για παράδειγμα, που στην ΛΔ της Γερμανίας υπήρχαν δωρεάν και καθολικά προσβάσιμες υπηρεσίες Υγείας, Παιδείας και Πρόνοιας, στην «ανεπτυγμένη» καπιταλιστική Δυτική Γερμανία δεν υπήρχαν καν βρεφονηπιακοί σταθμοί!
Αν ο Δανίκας – και ο κάθε Δανίκας – ήθελε να είναι ειλικρινής απέναντι στους αναγνώστες του και την ιστορική αλήθεια, θα έπρεπε να παραθέσει το τι ακολούθησε της πτώσης του τείχους. Αντί να αναμασάει τη γνωστή καραμέλα περί «Στάλιν», «Γκούλαγκ» και «Τσαουσέσκου», θα μπορούσε να μας πει για το πλιάτσικο ιδιωτικοποιήσεων που ακολούθησε της «επανένωσης» των δυο Γερμανιών. Θα μπορούσε, έστω συνοπτικά, να αναφέρει το τσάκισμα των εργασιακών δικαιωμάτων, τις τεράστιες κοινωνικές ανισότητες, τη διάλυση των όποιων δομών κοινωνικής πρόνοιας είχαν απομείνει, την ελαχιστική εργασία, τους ενοικιαζόμενους εργαζόμενους των 400 ευρώ και πολλά άλλα. Αν ήθελαν να πουν την αλήθεια, ο Δανίκας και οι όμοιοί του, θα παρέθεταν τις έρευνες που έχουν διεξαχθεί στη Γερμανία τα τελευταία 20 χρόνια και που αποτυπώνουν την δυσαρέσκεια της πλειοψηφίας των γερμανών εργαζόμενων για τα αποτελέσματα της καπιταλιστικής παλινόρθωσης.
Αφού, όπως γράφει ο Δ. Δανίκας, η ΛΔ της Γερμανίας ήταν «ανελεύθερο καθεστώς» που «απέτυχε», τότε γιατί το 57% των ανατολικογερμανών εκφράζουν νοσταλγία γι’ αυτήν, αναφέροντας ότι είχε περισσότερες θετικές απ’ ότι κακές πλευρές; Γιατί η πλειοψηφία των ανατολικογερμανών και ένα σεβαστό ποσοστό των δυτικογερμανών (18%) εκτιμούν ότι στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας υπήρχε «μεγαλύτερη συνοχή μεταξύ των ανθρώπων, υψηλότερο επίπεδο κοινωνικής ασφάλειας, καλύτερο ατομικό βιοτικό επίπεδο, λιγότερη κοινωνική ανισότητα και υψηλότερη κοινωνική δικαιοσύνη»; (Έρευνα «Emnid», Der Spiegel, 3/7/2009).
Μιας όμως και ο Δ. Δανίκας αναφέρθηκε και στη Ρουμανία του Τσαουσέσκου (αγαπημένο θέμα των απανταχού αντικομμουνιστών), καλό θα ήταν να μας εξηγήσει γιατί, τρεις δεκαετίες μετά την επικράτηση της αντεπανάστασης, η πλειοψηφία των ρουμάνων δηλώνουν ότι σήμερα ζουν κάτω από πολύ χειρότερες συνθήκες απ’ ότι επί σοσιαλισμού. Σύμφωνα με έρευνα του «Ρουμάνικου Ινστιτούτου Αξιολόγησης και Στρατηγικής» (IRES) το 2011, το 45% των ρουμάνων απάντησαν ότι σήμερα θα ζούσαν καλύτερα αν στη χώρα τους δεν είχε επικρατήσει η αντεπενάσταση. Το 61% των συμμετεχόντων στην έρευνα δήλωσαν ότι σήμερα, σε συνθήκες καπιταλισμού, η ζωή είναι πολύ χειρότερη απ’ ότι επί σοσιαλισμού.
Σε ότι δε αφορά τον «κακό» και «αιμοβόρο» Ν. Τσαουσέσκου, το 84% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι κακώς εκτελέστηκε, χωρίς να υπάρξει δίκαιη δίκη, ενώ το 60% εξέφρασε λύπη για το θάνατό του. Παρόμοια αποτελέσματα έδειξε και έρευνα του 2019, με πάνω από το 60% των ρουμάνων να εκφράζουν θετική άποψη για την περίοδο του σοσιαλισμού (INSCOP Research & Εργαστήριο Ανάλυσης Πληροφοριών Πολέμου και Επικοινωνιών LARICS).
«Οι ιδέες κρίνονται με την πρακτική εφαρμογή τους» γράφει ο Δ.Δανίκας. Πράγματι, κ. Δανίκα. Ο σοσιαλισμός που γνωρίσαμε τον 20ο αιώνα, παρά τα όποια προβλήματα και δυσκολίες αντιμετώπισε, απέδειξε την ανωτερότητα του έναντι του καπιταλιστικού συστήματος. Η σοσιαλιστική οικοδόμηση, από την ΕΣΣΔ και τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης μέχρι την Κούβα, ανέδειξε τα τεράστια συγκριτικά πλεονεκτήματα που παρέχει για την εργασία και τη ζωή των εργαζόμενων. Οι κοινωνικές κατακτήσεις στα σοσιαλιστικά κράτη ήταν και παραμένουν όνειρο απατηλό για τους εργαζόμενους στις καπιταλιστικές κοινωνίες.
Όσο η καπιταλιστική βαρβαρότητα αποκαλύπτεται στα μάτια των λαών, τόσο επιβεβαιώνεται και αναγνωρίζεται πλατιά η ανωτερότητα του σοσιαλισμού, ο οποίος, παρά τις αδυναμίες της πρώτης απόπειρας στην οικοδόμησή του, κατάφερε να λύσει ζωτικής σημασίας ζητήματα για την εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα, που στον καπιταλισμό θεωρούνται σήμερα πολυτέλεια και επί πληρωμή αγαθά.
Η αστική τάξη και οι πραιτωριανοί τους δεν ξεμπέρδεψαν με το φάντασμα που πλανιέται πάνω από τα κεφάλια τους. Οι πανηγυρισμοί τους για το τέλος της Ιστορίας αποδείχθηκαν κούφιοι. Γι’ αυτό τρέμουν την πάλη των λαών και την παρακαταθήκη που άφησε ο σοσιαλισμός που γνωρίσαμε.
Γι΄ αυτό πένες, σαν του Δ. Δανίκα, οξύνουν τον αντικομμουνισμό, επιχειρώντας να αμαυρώσουν στην συνείδηση των εργαζόμενων και της νεολαίας τον σοσιαλισμό και την προοπτική της ταξικής πάλης. Θέλουν έναν λαό σιωπηλό, να κάθεται «στ’ αυγά του», αποδεχόμενος τη βάρβαρη καπιταλιστική καθημερινότητα.