22 Ιαν 2012

ΓΑΛΛΙΑ Νέα αντιλαϊκά μέτρα με πρόσχημα την ανεργία


ΓΑΛΛΙΑ
Νέα αντιλαϊκά μέτρα με πρόσχημα την ανεργία
Από τις μεγάλες λαϊκές διαδηλώσεις το 2010, ενάντια στην αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης
Το προσωπείο αυτού που «νοιάζεται για τους Γάλλους εργαζομένους» επέλεξε να κρατήσει, ως αρχή, για την αυλαία της προεκλογικής του εκστρατείας για τις επικείμενες εκλογές ο Νικολά Σαρκοζί καλώντας σε «έκτακτη σύσκεψη κρίσης» τα συνδικάτα, προκειμένου να τους παρουσιάσει μια «δέσμη μέτρων», όπως είπε, για την «αντιμετώπιση της ανεργίας», της οποίας το ποσοστό τείνει στο 10%. Παρά το «περιτύλιγμα» των μέτρων (430 εκατομμύρια ευρώ για την «αντιμετώπιση της ανεργίας» ήταν η διατύπωση της προεδρίας), των οποίων λεπτομέρειες προαναγγέλθηκε ότι θα ανακοινωθούν με τηλεοπτικό διάγγελμα του Σαρκοζί στις 29 Ιανουαρίου, οι διαθέσιμες πληροφορίες δεν αφήνουν περιθώρια ψευδαισθήσεων: απώτερος στόχος των μέτρων είναι η ενίσχυση της «ανταγωνιστικότητας» του γαλλικού κεφαλαίου και αυτή καλούνται, και πάλι, να πληρώσουν με διάφορους τρόπους οι εργαζόμενοι.
Ενας από τους βασικούς άξονες των μέτρων είναι η ενίσχυση της μερικής απασχόλησης (ή αντιστρόφως της μερικής ανεργίας), η οποία σχεδιάζεται να επιτευχθεί μέσα από την παροχή περισσοτέρων κινήτρων στους εργοδότες. Πιο συγκεκριμένα, ήδη, το κράτος συνεισφέρει 3,84 ευρώ για κάθε ώρα μερικής απασχόλησης, και τώρα, όπως γίνεται αντιληπτό, προβλέπεται η περαιτέρω πριμοδότηση των εργοδοτών για να προσλάβουν με καθεστώς μερικής απασχόλησης εργαζομένους, με συνολικό προϋπολογισμό στήριξης περίπου 140 εκατομμύρια ευρώ.
Επίσης, προτείνεται η κατάργηση για ένα χρόνο της, σχετιζόμενης με τις νέες προσλήψεις, φορολόγησης για τις επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερους από 20 υπαλλήλους και προσλάβουν, εντός του επόμενου εξαμήνου, νέους μέχρι 26 χρόνων, ποσά που θα καλύψει το κράτος με τουλάχιστον 100 εκατομμύρια ευρώ. Μεταξύ των προτάσεων Σαρκοζί συμπεριλαμβάνεται και η σταδιακή μείωση των εργοδοτικών εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία και η αντικατάστασή τους από έσοδα που θα διασφαλιστούν από την αύξηση του ΦΠΑ στα προϊόντα εισαγωγής, η υλοποίηση προγραμμάτων κατάρτισης των μακροχρόνια άνεργων (τουλάχιστον άλλα 150 εκατομμύρια ευρώ), 1.000 νέες προσλήψεις στην υπηρεσία του Pole Emploi (υπηρεσία που θα μπορούσε να παραλληλισθεί με τον ελληνικό ΟΑΕΔ και την οποία αποψίλωσε ο ίδιος ο Σαρκοζί πριν από δύο χρόνια) προκειμένου να μπορεί ν' ανταποκριθεί επαρκώς στις αυξανόμενες ανάγκες, και η δημιουργία ενός κρατικού ταμείου επενδύσεων στη βιομηχανία.
Ο Γάλλος Πρόεδρος αναφέρθηκε εκτενώς στην ανάγκη «μείωσης του εργασιακού κόστους συνολικά». Παρ' όλα αυτά, απέφυγε, τουλάχιστον στη συνάντηση της Τετάρτης, να διατυπώσει τη γνωστή θέση του περί υιοθέτησης «ειδικών συμβάσεων ανταγωνιστικότητας», οι οποίες θα επιτρέπουν την τροποποίηση του χρόνου εργασίας ή της αμοιβής των εργαζομένων μέσα από επιχειρησιακές συμβάσεις, που θα υπερισχύουν των συλλογικών και δε θα προαπαιτούν τη συναίνεση του κάθε εργαζομένου. Αυτό φυσικά δεν αποκλείει το συγκεκριμένο θέμα να επανέλθει αιφνιδιαστικά στο προσκήνιο, αν και δεν μπορεί να υιοθετηθεί διά μέσου διατάγματος, αν δεν διασφαλιστεί η συναίνεση των συνδικάτων με βάση τη γαλλική νομοθεσία.
Ασχέτως των «αυτιών» που προεκλογικά επιχειρεί «να χαϊδέψει» ο Σαρκοζί «κηρύσσοντας πόλεμο στην ανεργία», η ουσία και αυτού του πακέτου κάθε άλλο παρά υπέρ των εργαζομένων είναι, καθώς νομιμοποιεί τη μερική εργασία και πιέζει περαιτέρω για πλήρη απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και διάλυση των συμβάσεων. Δεν πρόκειται παρά για συνέχεια των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, που είχε θέσει ως στόχο η κυβέρνηση Σαρκοζί, πολύ πριν την κορύφωση της καπιταλιστικής κρίσης, χωρίς μνημόνια και «τρόικες» ή «υποβαθμίσεις αξιοληπτικής ικανότητας».
«Αναδιάρθρωση» παντού εδώ και καιρό
Σε μία από τις πρώτες τοποθετήσεις του, μετά την εκλογή του, το 2007, είχε δώσει στίγμα. Είχε σταθεί σε τρεις άξονες: «αναδιάρθρωση του συνταξιοδοτικού και ασφαλιστικού συστήματος», «υιοθέτηση» μεγαλύτερης ευελιξίας στις εργασιακές σχέσεις»,«μείωση του δημοσίου τομέα και ενίσχυσης της αποτελεσματικότητάς του». Ευθύς πρότεινε κατάργηση των «προνομιακών όρων συνταξιοδότησης», όπως είναι τα βαρέα και ανθυγιεινά, με αύξηση του χρόνου εργασίας για να θεμελιώσει κάποιος συνταξιοδοτικό δικαίωμα από τα 37 στα 41 χρόνια. Στον τομέα της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψηςπρότεινε την υιοθέτηση πλαφόν ως προς το τι θα καλύπτει το εκάστοτε ταμείο στον ασφαλισμένο, καθώς και την ενεργότερη ανάμειξη των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιρειών.
Προχωρώντας περαιτέρω, ο Σαρκοζί πρότεινε φοροαπαλλαγή των εργοδοτών καικατάργηση των εργοδοτικών εισφορών αλλά και «φοροελαφρύνσεις» στους εργαζόμενους για τις υπερωρίες, έχοντας, ήδη, υιοθετήσει διά νόμου τη μείωση του ποσοστού φορολόγησης επί των εισοδημάτων, από το 60% στο 50%. Είχε, επίσης, προτείνει«χαλάρωση» της νομοθεσίας περί απολύσεων, που στη Γαλλία είναι, ακόμη, ιδιαίτερα αυστηρή.
Τέλος, παρουσίασε σαρωτικά σχέδια για το δημόσιο τομέα με σημαντική μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων, αρχής γενομένης από τη μη αντικατάσταση όσων συνταξιοδοτούνται στο εξής. Παραδείγματος χάριν, το 2008, από τους 22.700 δημοσίους υπαλλήλους που πήραν σύνταξη, αντικαταστάθηκε μόνο το 1/3. Τάχθηκε υπέρ της αλλαγής αντικειμένου για τους δημοσίους υπαλλήλους και υπέρ της σύνδεσης της μισθοδοσίας τους με την «παραγωγικότητα». Πρότεινε συμβάσεις δύο ταχυτήτων, πετώντας το μπαλάκι στους εργαζόμενους που καλούνται να «επιλέγουν οι ίδιοι, αν θέλουν σύμβαση δημοσίου ή σύμβαση ιδιωτικού τομέα», με τη δεύτερη να περικλείει προνόμια όπως υψηλότερος μισθός και χορήγηση μπόνους, αλλά και τον κίνδυνο της εύκολης απόλυσης.
Στον τομέα της Υγείας προώθησε την έμμεση ιδιωτικοποίηση διά των προτάσεων μεταφοράς αρμοδιοτήτων του κεντρικού συστήματος Υγείας σε περιφερειακές επιτροπές και τη σύνδεση τού, κατά τόπους, δικτύου της δημόσιας Υγείας με τον ιδιωτικό τομέα για την πραγματοποίηση «ιατρικών πράξεων», (επιλογές που αναμένεται να μειώσουν και τις θέσεις εργασίας). Επίσης, η γαλλική κυβέρνηση πρότεινε και την υιοθέτηση «μισθολογικών κινήτρων» για την παραμονή γιατρών στο Δημόσιο, εισάγοντας εμμέσως πλην σαφώς και εδώ την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
Αν και ο Σαρκοζί στις πρώτες εξαγγελίες του, το 2007, είχε δηλώσει υπέρμαχος των «γρήγορων» αλλαγών, δεν το εφάρμοσε κυρίως λόγω των εργατικών και λαϊκών αντιδράσεων. Πιο συγκεκριμένα, έχει εφαρμοστεί στο δημόσιο τομέα η αναλογία 2 συνταξιοδοτήσεις για μία πρόσληψη προκαλώντας τεράστια προβλήματα ιδιαίτερα στην εκπαίδευση αλλά δεν έχουν εφαρμοστεί ακόμη επισήμως οι συμβάσεις δύο ταχυτήτων με όλα τα παρεπόμενα. Εχει αποτραπεί η πλήρης κατάργηση των «βαρέων και ανθυγιεινών», αν και αυξήθηκε η ηλικία συνταξιοδότησης. Στην Υγεία, η εφαρμογή των αρχών της «ανταγωνιστικότητας» προχωρά μετ' εμποδίων και δεν αγγίχτηκε ο κατώτερος εθνικός μισθός (SMIC) που, μέσα από τις αυξήσεις με γνώμονα τον προϋπολογισμό, ξεπερνά τα 1.400 ευρώ.
Κορύφωση με συνταξιοδοτικό και λιτότητα
Η, πιθανότατα, σκληρότερη μάχη Σαρκοζί στο επίπεδο των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, μέχρι στιγμής, ήταν αυτή για την αύξηση του ηλικιακού ορίου συνταξιοδότησης και κατά πολλούς αναλυτές, προκειμένου να περάσει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, η γαλλική κυβέρνηση επέλεξε να «παγώσει» άλλες πτυχές των «μεταρρυθμίσεων». Το Σεπτέμβριο του 2010, επικαλούμενη τα στοιχεία του Συμβουλίου Προσανατολισμού των Συντάξεων, ότι μέχρι το 2050 το έλλειμμα των ασφαλιστικών ταμείων υπολογίζεται ότι θα είναι 120 δισεκατομμύρια ευρώ, η γαλλική κυβέρνηση εισηγήθηκε αύξηση του ηλικιακού ορίου συνταξιοδότησης από 60 στα 62 χρόνια (από τα 65 στα 67 για πλήρη συνταξιοδοτικά δικαιώματα).
Το πλέον ύπουλο σημείο του νομοσχεδίου ήταν η αύξηση των χρόνων εισφορώναπό 37,5 χρόνια (που το πέτυχαν με αγώνες το 1983) σε 41,5 χρόνια. Με δεδομένη την ολοένα μεγαλύτερη αναγκαιότητα εκπαίδευσης και εξειδίκευσης, ελάχιστοι θα είναι αυτοί που θα εισέρχονται στην αγορά εργασίας στην ηλικία των 20 ετών και δε θα μένουν άνεργοι καθ' όλη τη διάρκεια της εργασιακής τους ζωής, έτσι ώστε να μπορούν να πάρουν σύνταξη στα 62 ή στα 67. Ουσιαστικά, η αύξηση των χρόνων εισφορών, παραπέμπει, επί της ουσίας, τη συνταξιοδότηση κοντά στα 70 χρόνια.
Επιπλέον, με γνώμονα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, εκτιμάται, ότι την τελευταία 30ετία, στη Γαλλία το 10% του παραχθέντος από τους εργαζόμενους πλούτου, δηλαδή 200 δισεκατομμύρια ευρώ, αντί να τα καρπωθούν οι εργαζόμενοι, δηλαδή οι παραγωγοί του, έχουν μετακινηθεί προς το κεφάλαιο. Πρόκειται δηλαδή για ένα ποσό που υπερκαλύπτει, ήδη, ακόμη και το χειρότερο σενάριο που είχε παρουσιάσει η κυβέρνηση όσον αφορά στα συνταξιοδοτικά ταμεία. Σε αυτό επικεντρώθηκαν οι αντιδράσεις εργαζομένων, συνταξιούχων και συνδικάτων, με κυρίαρχο το αίτημα το όποιο έλλειμμα υπάρχει στα Ταμεία να το πληρώσουν, κατ' αρχήν, οι εργοδότες.
Μπροστά στις κλιμακούμενες λαϊκές αντιδράσεις, η κυβέρνηση Σαρκοζί προχώρησε σε ορισμένες αλλαγές (υπαναχώρησε εκ νέου ως προς τα βαρέα και ανθυγιεινά, υιοθέτησε σειρά εξαιρέσεων και ειδικών κατηγοριών ως προς το όριο συνταξιοδότησης αλλά και ως προς το συνυπολογισμό πλασματικών χρόνων είτε λόγω σπουδών είτε λόγω ανεργίας). Το νομοσχέδιο τελικά εγκρίθηκε αλλά η εφαρμογή του, σε μια προσπάθεια να μην αναζωπυρωθεί το κύμα λαϊκής οργής, παραπέμφθηκε για το 2018, και μόλις στο τελευταίο πακέτο μέτρων ο Φιγιόν ανακοίνωσε ότι επισπεύδεται για ένα έτος.
Στις καπιταλιστικές αυτές αναδιαρθρώσεις, θα πρέπει να προστεθούν και τα δύο απανωτά πακέτα λιτότητας που η κυβέρνηση Σαρκοζί ανακοίνωσε από τον Αύγουστο μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου 2011. Χρησιμοποιώντας τα γνωστά «τρομολαγνικά» επιχειρήματα περί κινδύνου «χρεοκοπίας» και «υποβάθμισης της γαλλικής οικονομίας» (κάτι που ήδη έγινε την περασμένη βδομάδα από τον οίκο αξιολόγησης S & P), η κυβέρνηση Σαρκοζί προχώρησε σε αύξηση του ΦΠΑ από 5,5% στο 7% σε όλα τα μη βασικά προϊόντα και υπηρεσίες, μείωση φοροαπαλλαγών κατά 10% και πλέον, «πάγωμα» των μισθών σε όλες τις κυβερνητικές υπηρεσίες, σε αύξηση της φορολογίας κατά 5% στις μεγάλες επιχειρήσεις προφανώς για να δοθεί μια δήθεν εντύπωση «δικαιοσύνης», αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών ανάλογα με τα εισοδήματα, αλλά και το κεφάλαιο των επιχειρήσεων, επιπλέον 6% αύξηση της φορολογίας στον καπνό, έκτακτη φορολόγηση με 3% των υψηλών εισοδημάτων (ή περιουσίας), αρχής γενομένης από τα 500.000 ευρώ το χρόνο.
Είναι ξεκάθαρο ότι τα μέτρα που εδώ και καιρό επιδιώκει να προωθήσει η γαλλική κυβέρνηση (είτε με λογύδρια υπέρ της αναγκαιότητας ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, είτε επικαλούμενη την οικονομική κρίση) είναι ριζικές, σε βάθος, καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, οι οποίες συμπίπτουν με τις αρχές και τους στόχους που τίθενται για τον «Εκσυγχρονισμό της Εργατικής Νομοθεσίας» από την Πράσινη Βίβλο της ΕΕ. Πρόκειται για σειρά πολιτικών που αποτελούν πλήρη ευθυγράμμιση με τη στρατηγική της Λισαβόνας, τη στρατηγική που θέτει ως βασικό της στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της επιχειρηματικότητας του κεφαλαίου, μέσα από την κατεδάφιση των συνταξιοδοτικών, ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων, μέσα από την περαιτέρω μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, μέσα από την ισοπέδωση κάθε κατάκτησης των εργαζομένων.

Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ