Για
«αποτυχημένη αντιπολίτευση» κατηγορεί η κυβέρνηση τη ΝΔ και της χρεώνει
«αδιέξοδο στρατηγικής και αφηγήματος». Χρησιμοποιεί μάλιστα το εξής
παράδειγμα: Την ίδια ώρα που ο επικεφαλής του Γιούρογκρουπ,
επισκεπτόμενος την Ελλάδα, επαινούσε τις κυβερνητικές επιδόσεις στη
βελτίωση του επενδυτικού κλίματος, η ΝΔ κατάγγελε την κυβέρνηση ότι
καθυστερεί τις «μεταρρυθμίσεις» και ταυτόχρονα υπερασπιζόταν την υπεροχή
της δικής της πολιτικής στην προσέλκυση επενδύσεων.
Με την αντιλαϊκή της πολιτική, η κυβέρνηση «πήρε την μπουκιά από το στόμα» της ΝΔ και τώρα της «βγάζει τη γλώσσα», καθώς αποσπά επάξια τα εύσημα από το κεφάλαιο και τους διεθνείς συμμάχους του. Η ΝΔ, από την άλλη, για να κατοχυρωθεί ως «καταλληλότερη» στην αστική διαχείριση, πλειοδοτεί σε μέτρα που έχει ανάγκη το κεφάλαιο και υπόσχεται να τα υλοποιήσει ταχύτερα. Με αυτόν τον τρόπο, δίνει άλλοθι στον ΣΥΡΙΖΑ να χαράσσει κάλπικες διαχωριστικές γραμμές και να κουκουλώνει την ταξική, αντιλαϊκή πολιτική του.
Το πραγματικό μέτρο της αντιπαράθεσης δίνουν, όμως, οι εκθέσεις ιμπεριαλιστικών οργανισμών και τραπεζικών ομίλων, που αναλύουν τις προϋποθέσεις βελτίωσης του επενδυτικού κλίματος στην Ελλάδα και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Σε μια από αυτές, που εξέδωσε τις προάλλες η Eurobank, καταγράφονται ένα προς ένα τα «συγκριτικά πλεονεκτήματα» της Ελλάδας σε ό,τι αφορά το στόχο της αύξησης των ξένων επενδύσεων.
Μεταξύ άλλων, η μελέτη ξεχωρίζει το «ανταγωνιστικό κόστος εργασίας», σημειώνοντας με έμφαση ότι οι ονομαστικές αποδοχές βρίσκονται σήμερα «περίπου στο μισό του μέσου όρου της ΕΕ». Επισημαίνει, ωστόσο, ότι το «μη μισθολογικό κόστος» αυξήθηκε τα προηγούμενα χρόνια. Η πολιτική καθήλωσης και παραπέρα συρρίκνωσης των μισθών είναι κοινός τόπος για τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ. Το επιβεβαιώνει το γεγονός ότι οι αντεργατικοί τους νόμοι έχουν συνέχεια, ενώ και στο «μη μισθολογικό κόστος» υπάρχει και από τους δύο σχεδιασμός για παραπέρα μείωση, προς όφελος των επιχειρηματικών ομίλων.
Η «μοναδική γεωγραφική και γεωστρατηγική θέση», που «καθιστά τη χώρα ένα σημαντικό σταυροδρόμι εμπορίου, μεταφορών και διανομής Ενέργειας», είναι ένα ακόμα στοιχείο που ξεχωρίζει η μελέτη της τράπεζας. Προϋπόθεση, όμως, για να αξιοποιηθούν τα γεωγραφικά και γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα προς όφελος της αστικής τάξης είναι η συμμετοχή και εμπλοκή της χώρας σε ευρύτερους σχεδιασμούς, που δε συμβαίνουν σε «κενό αέρος», αλλά σε περιβάλλον έντονων ανταγωνισμών και ενδοϊμπεριαλιστικών αντιπαραθέσεων, που αυξάνουν τους κινδύνους για τους λαούς.
Και εδώ η θέση του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ είναι ταυτόσημη καθώς συμπλέουν στη συμμετοχή της χώρας στα ευρωΝΑΤΟικά σχέδια και τις επεμβάσεις, επιδιώκοντας μάλιστα την αναβάθμιση του ρόλου της σ' αυτές. Αλλωστε, όπως σημειώνεται και στη μελέτη της τράπεζας, «η συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ και όλους τους σημαντικούς διεθνείς οργανισμούς και συμμαχίες (π.χ. ΝΑΤΟ, OΟΣΑ, OHE)», ως στρατηγική επιλογή και προσανατολισμός του κεφαλαίου, είναι αυτή που εγγυάται «την πολιτική και πολιτειακή σταθερότητα».
Συναφής με τα παραπάνω είναι και η δέσμευση όλων των αστικών κομμάτων στη «μεσοπρόθεσμη μακροοικονομική και δημοσιονομική σταθερότητα», που συγκαταλέγεται επίσης στα «εκ των ων ουκ άνευ» για να έρθουν επενδύσεις και μεταφράζεται σε μέτρα δίχως τέλος για το λαό, σε ματωμένα πρωτογενή πλεονάσματα στο διηνεκές.
Να, λοιπόν, πώς έχουν τα πράγματα, κάτω από το σύννεφο της αντιπαράθεσης που στήνουν με κάθε αφορμή κυβέρνηση και ΝΔ, με τη συμμετοχή και των άλλων αστικών κομμάτων. Χρειάζεται, επομένως, και ο λαός να πάρει τα μέτρα του. Να διαχωριστεί από τους σχεδιασμούς και τα συμφέροντα του κεφαλαίου, σε συμπόρευση με το ΚΚΕ να ανοίξει με την πάλη του το δρόμο για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών.
Με την αντιλαϊκή της πολιτική, η κυβέρνηση «πήρε την μπουκιά από το στόμα» της ΝΔ και τώρα της «βγάζει τη γλώσσα», καθώς αποσπά επάξια τα εύσημα από το κεφάλαιο και τους διεθνείς συμμάχους του. Η ΝΔ, από την άλλη, για να κατοχυρωθεί ως «καταλληλότερη» στην αστική διαχείριση, πλειοδοτεί σε μέτρα που έχει ανάγκη το κεφάλαιο και υπόσχεται να τα υλοποιήσει ταχύτερα. Με αυτόν τον τρόπο, δίνει άλλοθι στον ΣΥΡΙΖΑ να χαράσσει κάλπικες διαχωριστικές γραμμές και να κουκουλώνει την ταξική, αντιλαϊκή πολιτική του.
Το πραγματικό μέτρο της αντιπαράθεσης δίνουν, όμως, οι εκθέσεις ιμπεριαλιστικών οργανισμών και τραπεζικών ομίλων, που αναλύουν τις προϋποθέσεις βελτίωσης του επενδυτικού κλίματος στην Ελλάδα και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Σε μια από αυτές, που εξέδωσε τις προάλλες η Eurobank, καταγράφονται ένα προς ένα τα «συγκριτικά πλεονεκτήματα» της Ελλάδας σε ό,τι αφορά το στόχο της αύξησης των ξένων επενδύσεων.
Μεταξύ άλλων, η μελέτη ξεχωρίζει το «ανταγωνιστικό κόστος εργασίας», σημειώνοντας με έμφαση ότι οι ονομαστικές αποδοχές βρίσκονται σήμερα «περίπου στο μισό του μέσου όρου της ΕΕ». Επισημαίνει, ωστόσο, ότι το «μη μισθολογικό κόστος» αυξήθηκε τα προηγούμενα χρόνια. Η πολιτική καθήλωσης και παραπέρα συρρίκνωσης των μισθών είναι κοινός τόπος για τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ. Το επιβεβαιώνει το γεγονός ότι οι αντεργατικοί τους νόμοι έχουν συνέχεια, ενώ και στο «μη μισθολογικό κόστος» υπάρχει και από τους δύο σχεδιασμός για παραπέρα μείωση, προς όφελος των επιχειρηματικών ομίλων.
Η «μοναδική γεωγραφική και γεωστρατηγική θέση», που «καθιστά τη χώρα ένα σημαντικό σταυροδρόμι εμπορίου, μεταφορών και διανομής Ενέργειας», είναι ένα ακόμα στοιχείο που ξεχωρίζει η μελέτη της τράπεζας. Προϋπόθεση, όμως, για να αξιοποιηθούν τα γεωγραφικά και γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα προς όφελος της αστικής τάξης είναι η συμμετοχή και εμπλοκή της χώρας σε ευρύτερους σχεδιασμούς, που δε συμβαίνουν σε «κενό αέρος», αλλά σε περιβάλλον έντονων ανταγωνισμών και ενδοϊμπεριαλιστικών αντιπαραθέσεων, που αυξάνουν τους κινδύνους για τους λαούς.
Και εδώ η θέση του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ είναι ταυτόσημη καθώς συμπλέουν στη συμμετοχή της χώρας στα ευρωΝΑΤΟικά σχέδια και τις επεμβάσεις, επιδιώκοντας μάλιστα την αναβάθμιση του ρόλου της σ' αυτές. Αλλωστε, όπως σημειώνεται και στη μελέτη της τράπεζας, «η συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ και όλους τους σημαντικούς διεθνείς οργανισμούς και συμμαχίες (π.χ. ΝΑΤΟ, OΟΣΑ, OHE)», ως στρατηγική επιλογή και προσανατολισμός του κεφαλαίου, είναι αυτή που εγγυάται «την πολιτική και πολιτειακή σταθερότητα».
Συναφής με τα παραπάνω είναι και η δέσμευση όλων των αστικών κομμάτων στη «μεσοπρόθεσμη μακροοικονομική και δημοσιονομική σταθερότητα», που συγκαταλέγεται επίσης στα «εκ των ων ουκ άνευ» για να έρθουν επενδύσεις και μεταφράζεται σε μέτρα δίχως τέλος για το λαό, σε ματωμένα πρωτογενή πλεονάσματα στο διηνεκές.
Να, λοιπόν, πώς έχουν τα πράγματα, κάτω από το σύννεφο της αντιπαράθεσης που στήνουν με κάθε αφορμή κυβέρνηση και ΝΔ, με τη συμμετοχή και των άλλων αστικών κομμάτων. Χρειάζεται, επομένως, και ο λαός να πάρει τα μέτρα του. Να διαχωριστεί από τους σχεδιασμούς και τα συμφέροντα του κεφαλαίου, σε συμπόρευση με το ΚΚΕ να ανοίξει με την πάλη του το δρόμο για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου