Πολύ μ' αρέσει η συνήθεια που απέκτησα τελευταία, κάθε Παρασκευή να
αφήνω παράμερα τις βαρύγδουπες κουβέντες και να σκαλίζω παλιές ιστορίες
που κρύβονται μέσα στα τραγούδια ή πίσω από αυτά. Και καθώς σήμερα
ξαναχειμώνιασε και το κρύο επέστρεψε δριμύτερο, ας πεταχτούμε, ως
γνήσιοι ευρωπαίοι, μέχρι την Ελβετία, γυρνώντας παράλληλα πίσω στον
χρόνο, όχι για να κάνουμε σκι αλλά για να ακούσουμε μουσική.
Δεκέμβριος 1971. Στις 4 του μηνός φτάνουν στο Μοντραί της Ελβετίας οι βρεττανοί Deep Purple, έχοντας κατά νου να μείνουν ως τις 21. Έχουν μια ενδιαφέρουσα ιδέα για τον καινούργιο τους δίσκο: δεν θα τον ηχογραφήσουν σε στούντιο αλλά σε συνθήκες live, χωρίς όμως ακροατήριο. Θέλουν, δηλαδή, να περάσουν την ατμόσφαιρα της ζωντανής εκτέλεσης αλλά δίχως τα προβλήματα που δημιουργεί η παρουσία κοινού. Για να υλοποιήσουν την ιδέα τους, έχουν δανειστεί το κινητό στούντιο των Rolling Stones (ολόκληρο φορτηγό με μηχανήματα, "the Rolling truck Stones thing") και έχουν κλείσει ως χώρο για την ηχογράφηση το καζίνο του Μοντραί, δίπλα στην λίμνη της πόλης.
Μόλις φτάνουν, τους περιμένει μια έκπληξη. Το ίδιο βράδυ, στον ίδιο χώρο, έχει προγραμματιστεί συναυλία τού Frank Zappa και του συγκροτήματός του, των Mothers of Invention. Βέβαια, οι Deep Purple δεν χρειάζεται να σκεφτούν για το αν θα παρακολουθήσουν την συναυλία του Zappa αλλά έχουν ένα μικρό δίλημμα: να ξεφορτώσουν τα μηχανήματά τους ή όχι; Τελικά, για καλή τους τύχη, αποφασίζουν να περιμένουν ένα εικοσιτετράωρο για το ξεφόρτωμα, προκειμένου να μη μπερδευτεί ο εξοπλισμός με εκείνον του Zappa (και μετά ποιος θα άκουγε τον Jagger).
Η συναυλία τού Zappa και των Mothers του πήγαινε μια χαρά, ώσπου κάποιος ανεγκέφαλος θεατής ήρθε στο τσακίρ κέφι και έρριξε μια φωτοβολίδα μέσα στην αίθουσα. Η καλυμμένη με μπαμπού οροφή πήρε αμέσως φωτιά. Ο χώρος εκκενώθηκε αμέσως και, παρά τον πανικό, δεν υπήρξαν τραυματισμοί αλλά η προγραμματισμένη για τις ηχογραφήσεις αίθουσα είχε πλέον καταστραφεί.
Οι Deep Purple επέστρεψαν στο ξενοδοχείο τους, το Pavillion, που βρισκόταν απέναντι από το καζίνο και έμειναν να χαζεύουν την φωτιά, η οποία κατέτρωγε το καζίνο επί επτά ολόκληρες ώρες. "Πρέπει να ήταν η μεγαλύτερη πυρκαγιά που είχα δει ως τότε και που πιθανώς θα έβλεπα σ' ολόκληρη την ζωή μου", θα έλεγε αργότερα ο μπασσίστας τού συγκροτήματος Roger Glover. Ο Glover εντυπωσιάστηκε τόσο από την φωτιά, ώστε πήρε μια χαρτοπετσέτα κι άρχισε να σκαρώνει στίχους που την περιέγραφαν. Σύντομα τον ακολούθησαν και οι υπόλοιποι, βλέποντας με καλό μάτι την περίπτωση να φτιάξουν ένα τραγούδι γι' αυτή την πυρκαγιά.
Πριν ξημερώσει, το κομμάτι ήταν έτοιμο και το συγκρότημα βάλθηκε να το ηχογραφήσει. Εννοείται ότι κανείς από τους ενοίκους δεν ήταν διατεθειμένος να χάσει τον ύπνο του για χατήρι των Deep Purple, οπότε σύντομα κατέφθασε η αστυνομία. Το συγκρότημα τελείωσε όπως-όπως την πρώτη ηχογράφηση και την ονόμασε "title #1", μιας και δεν είχαν βρει ακόμη τίτλο. Τον τίτλο τον εμπνεύσθηκε ο Glover, όταν ξημέρωσε ο θεός την ημέρα και είδε τα αποκαΐδια να έχουν καλύψει τα νερά της λίμνης. "Smoke on the water!", φώναξε περιχαρής στον Ian Gillan. "Μπα, μαλακία είναι", απάντησε εκείνος, "άσε να το σκεφτούμε".
Με το καζίνο κατεστραμμένο, οι πέντε φίλοι αποδύθηκαν σε τιτάνια προσπάθεια να βρουν άλλον κατάλληλο χώρο όσο το δυνατόν γρηγορώτερα, μιας και οι άδειες παραμονής τους θα έληγαν και η δουλειά θα έμενε μισή. Ευτυχώς, βρέθηκε έξω από την πόλη το θερινό ξενοδοχείο Grand Hotel, με κατάλληλους χώρους και η ηχογράφηση ολοκληρώθηκε δίχως άλλα προβλήματα. Το άλμπουμ ονομάστηκε "Machine Head" και συμπεριλάμβανε το κομμάτι για την πυρκαγιά στο καζίνο με τον τίτλο που είχε σκαρφιστεί ο Glover, αν και το τραγούδι δεν άρεσε σε κανένα από τα υπόλοιπα μέλη τού συγκροτήματος. Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι το "Smoke on the water" μπήκε στο άλμπουμ για να γίνει το χατήρι τού Glover.
To "Machine Head" κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1972 Για την προώθησή του, οι Deep Purple έβγαλαν σε σινγκλ τον Μάρτιο το κομμάτι "Never before" και τον Ιούλιο τα "Highway Star" και "Lazy". Χρειάστηκε η επιμονή τής εταιρείας για να καμφθούν οι αντιρρήσεις τού Gillan και να κυκλοφορήσει με πολύμηνη καθυστέρηση, τον Ιανουάριο του 1973 και το "Smoke on the water". Η αποδοχή που είχε το τραγούδι, άφησε τα μέλη του συγκροτήματος με ανοιχτό το στόμα. Στις ΗΠΑ, το σινγκλ έφτασε μέχρι το Νο 4 του τσαρτ και έγινε χρυσό, πουλώντας ένα εκατομμύριο αντίτυπα και σπρώχνοντας παράλληλα τις πωλήσεις τού άλμπουμ. Χάρη κυρίως στο "Smoke on the water", το "Machine Head" θα έμενε στα πολιτειακά τσαρτ επί 118 εβδομάδες και θα γινόταν δυο φορές πλατινένιο.
Μέχρι σήμερα, το άλμπουμ έχει πουλήσει πάνω από επτά εκατομμύρια αντίτυπα σε όλον τον κόσμο. Όσο για το "Smoke on the water", δεν επρόκειτο να λείψει από καμμιά συναυλία των Deep Purple ενώ δεν πρέπει να υπάρχει επίδοξος ροκ κιθαρίστας που δεν το έχει παίξει, προσπαθώντας να μιμηθεί τον Ritchie Blackmore. Προσωπικά, δεν χορταίνω την live εκτέλεση που περιλαμβάνεται στο "Made in Japan" αλλά αυτά είναι απολύτως υποκειμενικές επιλογές. Κάποιοι μπορεί αν προτιμούν την διασκευή που έκαναν το 1983 οι Black Sabbath (όταν τα φωνητικά στο συγκρότημα έκανε ο... Ian Gillan), κάποιοι την εκτέλεση των Iron Μaiden και κάποιοι εκείνη του Carlos Santana ή ακόμη και την άλλη με τα μηδέν λιπαρά του Pat Boone (ήμαρτον!). Θέμα γούστου.
Δεκέμβριος 1971. Στις 4 του μηνός φτάνουν στο Μοντραί της Ελβετίας οι βρεττανοί Deep Purple, έχοντας κατά νου να μείνουν ως τις 21. Έχουν μια ενδιαφέρουσα ιδέα για τον καινούργιο τους δίσκο: δεν θα τον ηχογραφήσουν σε στούντιο αλλά σε συνθήκες live, χωρίς όμως ακροατήριο. Θέλουν, δηλαδή, να περάσουν την ατμόσφαιρα της ζωντανής εκτέλεσης αλλά δίχως τα προβλήματα που δημιουργεί η παρουσία κοινού. Για να υλοποιήσουν την ιδέα τους, έχουν δανειστεί το κινητό στούντιο των Rolling Stones (ολόκληρο φορτηγό με μηχανήματα, "the Rolling truck Stones thing") και έχουν κλείσει ως χώρο για την ηχογράφηση το καζίνο του Μοντραί, δίπλα στην λίμνη της πόλης.
Deep Purple, 1970 - Από αριστερά: Jon Lord, Roger Glover, Ian Paice, Ian Gillan, Ritchie Blackmore |
Μόλις φτάνουν, τους περιμένει μια έκπληξη. Το ίδιο βράδυ, στον ίδιο χώρο, έχει προγραμματιστεί συναυλία τού Frank Zappa και του συγκροτήματός του, των Mothers of Invention. Βέβαια, οι Deep Purple δεν χρειάζεται να σκεφτούν για το αν θα παρακολουθήσουν την συναυλία του Zappa αλλά έχουν ένα μικρό δίλημμα: να ξεφορτώσουν τα μηχανήματά τους ή όχι; Τελικά, για καλή τους τύχη, αποφασίζουν να περιμένουν ένα εικοσιτετράωρο για το ξεφόρτωμα, προκειμένου να μη μπερδευτεί ο εξοπλισμός με εκείνον του Zappa (και μετά ποιος θα άκουγε τον Jagger).
Η συναυλία τού Zappa και των Mothers του πήγαινε μια χαρά, ώσπου κάποιος ανεγκέφαλος θεατής ήρθε στο τσακίρ κέφι και έρριξε μια φωτοβολίδα μέσα στην αίθουσα. Η καλυμμένη με μπαμπού οροφή πήρε αμέσως φωτιά. Ο χώρος εκκενώθηκε αμέσως και, παρά τον πανικό, δεν υπήρξαν τραυματισμοί αλλά η προγραμματισμένη για τις ηχογραφήσεις αίθουσα είχε πλέον καταστραφεί.
Οι Deep Purple επέστρεψαν στο ξενοδοχείο τους, το Pavillion, που βρισκόταν απέναντι από το καζίνο και έμειναν να χαζεύουν την φωτιά, η οποία κατέτρωγε το καζίνο επί επτά ολόκληρες ώρες. "Πρέπει να ήταν η μεγαλύτερη πυρκαγιά που είχα δει ως τότε και που πιθανώς θα έβλεπα σ' ολόκληρη την ζωή μου", θα έλεγε αργότερα ο μπασσίστας τού συγκροτήματος Roger Glover. Ο Glover εντυπωσιάστηκε τόσο από την φωτιά, ώστε πήρε μια χαρτοπετσέτα κι άρχισε να σκαρώνει στίχους που την περιέγραφαν. Σύντομα τον ακολούθησαν και οι υπόλοιποι, βλέποντας με καλό μάτι την περίπτωση να φτιάξουν ένα τραγούδι γι' αυτή την πυρκαγιά.
Πριν ξημερώσει, το κομμάτι ήταν έτοιμο και το συγκρότημα βάλθηκε να το ηχογραφήσει. Εννοείται ότι κανείς από τους ενοίκους δεν ήταν διατεθειμένος να χάσει τον ύπνο του για χατήρι των Deep Purple, οπότε σύντομα κατέφθασε η αστυνομία. Το συγκρότημα τελείωσε όπως-όπως την πρώτη ηχογράφηση και την ονόμασε "title #1", μιας και δεν είχαν βρει ακόμη τίτλο. Τον τίτλο τον εμπνεύσθηκε ο Glover, όταν ξημέρωσε ο θεός την ημέρα και είδε τα αποκαΐδια να έχουν καλύψει τα νερά της λίμνης. "Smoke on the water!", φώναξε περιχαρής στον Ian Gillan. "Μπα, μαλακία είναι", απάντησε εκείνος, "άσε να το σκεφτούμε".
Με το καζίνο κατεστραμμένο, οι πέντε φίλοι αποδύθηκαν σε τιτάνια προσπάθεια να βρουν άλλον κατάλληλο χώρο όσο το δυνατόν γρηγορώτερα, μιας και οι άδειες παραμονής τους θα έληγαν και η δουλειά θα έμενε μισή. Ευτυχώς, βρέθηκε έξω από την πόλη το θερινό ξενοδοχείο Grand Hotel, με κατάλληλους χώρους και η ηχογράφηση ολοκληρώθηκε δίχως άλλα προβλήματα. Το άλμπουμ ονομάστηκε "Machine Head" και συμπεριλάμβανε το κομμάτι για την πυρκαγιά στο καζίνο με τον τίτλο που είχε σκαρφιστεί ο Glover, αν και το τραγούδι δεν άρεσε σε κανένα από τα υπόλοιπα μέλη τού συγκροτήματος. Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι το "Smoke on the water" μπήκε στο άλμπουμ για να γίνει το χατήρι τού Glover.
Το καζίνο τού Μοντραί μετά την πυρκαγιά του 1971 |
To "Machine Head" κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1972 Για την προώθησή του, οι Deep Purple έβγαλαν σε σινγκλ τον Μάρτιο το κομμάτι "Never before" και τον Ιούλιο τα "Highway Star" και "Lazy". Χρειάστηκε η επιμονή τής εταιρείας για να καμφθούν οι αντιρρήσεις τού Gillan και να κυκλοφορήσει με πολύμηνη καθυστέρηση, τον Ιανουάριο του 1973 και το "Smoke on the water". Η αποδοχή που είχε το τραγούδι, άφησε τα μέλη του συγκροτήματος με ανοιχτό το στόμα. Στις ΗΠΑ, το σινγκλ έφτασε μέχρι το Νο 4 του τσαρτ και έγινε χρυσό, πουλώντας ένα εκατομμύριο αντίτυπα και σπρώχνοντας παράλληλα τις πωλήσεις τού άλμπουμ. Χάρη κυρίως στο "Smoke on the water", το "Machine Head" θα έμενε στα πολιτειακά τσαρτ επί 118 εβδομάδες και θα γινόταν δυο φορές πλατινένιο.
Μέχρι σήμερα, το άλμπουμ έχει πουλήσει πάνω από επτά εκατομμύρια αντίτυπα σε όλον τον κόσμο. Όσο για το "Smoke on the water", δεν επρόκειτο να λείψει από καμμιά συναυλία των Deep Purple ενώ δεν πρέπει να υπάρχει επίδοξος ροκ κιθαρίστας που δεν το έχει παίξει, προσπαθώντας να μιμηθεί τον Ritchie Blackmore. Προσωπικά, δεν χορταίνω την live εκτέλεση που περιλαμβάνεται στο "Made in Japan" αλλά αυτά είναι απολύτως υποκειμενικές επιλογές. Κάποιοι μπορεί αν προτιμούν την διασκευή που έκαναν το 1983 οι Black Sabbath (όταν τα φωνητικά στο συγκρότημα έκανε ο... Ian Gillan), κάποιοι την εκτέλεση των Iron Μaiden και κάποιοι εκείνη του Carlos Santana ή ακόμη και την άλλη με τα μηδέν λιπαρά του Pat Boone (ήμαρτον!). Θέμα γούστου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου