Ο θάνατος του
βρετανού θεωρητικού φυσικού Στήβεν Χόκινγκ που εξαιτίας ανίατης
νευρολογικής νόσου από τη νεαρή του ηλικία στερήθηκε τη δυνατότητα κίνησης και
ομιλίας δεν συμπεριλήφθηκε μόνο στα σημαντικά θέματα της ειδησεογραφίας, αλλά
απασχόλησε και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αυτό που τον έκανε γνωστό και σε
ανθρώπους που δεν τους απασχολούσαν ζητήματα του επιστημονικού του αντικειμένου
δεν ήταν μόνο η εκλαΐκευση που είχε καταφέρει με τα βιβλία του, όσο η αναπηρία
του που δεν στάθηκε εμπόδιο στην επιστημονική του εξέλιξη. Στο πρόσωπό του
αναγνώριζαν όλοι το θρίαμβο της θέλησης, τη νίκη του πνεύματος πάνω στην
ταλαίπωρη σάρκα, το φωτεινό παράδειγμα για τους ανθρώπους με «ειδικές ανάγκες»
πως η ζωή τους όχι μόνο μπορεί να είναι ενδιαφέρουσα αλλά αξιόλογη και
ξεχωριστή. Μπορούσε δηλ. να λειτουργήσει ως το πιο πετυχημένο παράδειγμα
εφαρμογής της αριστείας στο συγκεκριμένο πεδίο.
Ο
Χόκινγκ σε άρθρο του στην εφ. Γκάρντιαν σχετικά με το Brexit, στο οποίο θεωρεί πως πρέπει να
επανεξεταστεί ο τρόπος που αντιμετωπίζεται ο πλούτος –και μ’ αυτό βέβαια δεν εννοεί τη μαρξιστική οπτική,
αλλά μάλλον την φιλάνθρωπη διαχείριση της φτώχειας από τους προνομιούχους-
παραδέχεται πως θα ήταν πολύ ανόητο να αγνοηθεί ο ρόλος που ο πλούτος παίζει
στη ζωή, γιατί τα χρήματα είναι σημαντικά, επειδή είναι απελευθερωτικά για τα
άτομα κα ομολογεί πως «στην περίπτωσή μου, τα χρήματα βοήθησαν όχι μόνο να καταστήσω τη
σταδιοδρομία μου δυνατή αλλά και κυριολεκτικά με κράτησαν ζωντανό».
Κι είναι
ακριβώς μέσα από τα λόγια του που αναδεικνύεται η αναπηρία ως οικονομικό
πρόβλημα στην καπιταλιστική μορφή παραγωγικής οργάνωσης, που ενώ έχουν διαμορφωθεί οι προϋποθέσεις για ικανοποίηση των βασικών αναγκών ολόκληρου του πλανήτη αυτό εμποδίζεται
από τους όρους διαιώνισης του συστήματος εκμετάλλευσης. Η τοποθέτηση των
αναπήρων μέσα στις επικρατούσες κοινωνικές σχέσεις παραγωγής, ο αποκλεισμός
τους από την εργατική δύναμη συμβάλλει στην περιθωριοποίηση και καταπίεσή τους
στο πλαίσιο της καπιταλιστικής κοινωνίας, γιατί ο τρόπος με τον οποίο στον καπιταλισμό οι
άνθρωποι επικοινωνούν και παράγουν την
κοινωνική ταυτότητά τους, τις ανάγκες τους
είναι κυρίως και πρωτίστως μέσα από τη διαδικασία παραγωγής. Είναι
που μέσω αυτής ενσωματώνονται στις νέες ανάγκες που παράγει ο καπιταλισμός
και στις διαρκείς μετατροπές τους μέσα στην αγορά τις οποίες δεν μπορούν να
παρακολουθήσουν ομάδες που
βρίσκονται έξω από τους χώρους όπου
συντελείται η καπιταλιστική ανάπτυξη και οι ανασυνθέσεις της συνείδησης. Από τη
στιγμή λοιπόν που κατά τη βιομηχανική επανάσταση το εργατικό δυναμικό ταξινομήθηκε με κριτήριο
την ικανότητα για εργασία, με την επιβολή του πρότυπου του αρτιμελούς και
αποδοτικού εργάτη, κι εστιάστηκε το
ενδιαφέρον στην κανονικοποίηση των ατόμων, για να διευκολυνθεί η αποκατάσταση
μικρών βλαβών και να αφομοιωθούν στο εργατικό δυναμικό, και η αναπηρία δεν
μπορεί παρά να βιώνεται σαν μορφή κοινωνικής καταπίεσης. Κι αυτή η καταπίεση
γίνεται ακόμα περισσότερο έντονη όταν κρύβεται πίσω από μια κοινωνική πρόνοια
που ακολουθεί πρακτικές φιλανθρωπίες και δεν αποτρέπει την εγκατάλειψη και
περιθωριοποίηση εκείνων που δεν μπορούν να αποδώσουν τόσο όσο απαιτεί το σύστημα.
Και
περιπτώσεις όπως του αστροφυσικού Χόκινγκ είναι επιβεβαίωση του τρόπου που ο
καπιταλισμός αντιμετωπίζει την αναπηρία. Η ιδιοφυία του Χόκινγκ σε συνδυασμό με
την ιδιαιτερότητα της αναπηρίας του
ενσωματώθηκε στους νόμους της αγοράς από τη στιγμή που έγινε πηγή κερδοφορίας.
Η αναπηρία του λοιπόν αποδείχτηκε το κατάλληλο πεδίο για να εισβάλλουν άνθρωποι
από πολλούς τομείς και από επιχειρήσεις, για να επενδύσουν με στόχο επιπλέον μια υψηλή απόδοση σε καλή φήμη και
δημοσιότητα, πέρα από το άμεσο κέρδος.
Κι αν ο
καπιταλισμός επαίρεται για τις ευκαιρίες ανέλιξης που δίνει στα άτομα, με την
ευθύνη για την εκμετάλλευσή τους να χρεώνεται στα ίδια τα άτομα, οι ανάπηροι
δεν αποτελούν εξαίρεση. Γίνονται αποδεκτοί μόνο όσοι ξεχωρίζουν σε κάποιο
τομέα, όσοι έχουν πετύχει οικονομική
αυτάρκεια -και οι παραολυμπιακοί αγώνες το επιβεβαιώνουν- οι υπόλοιποι είναι
άξιοι μόνο για να διαφημίζει η
γενναιόδωρη αστική τάξη τη φιλανθρωπία της. Εξωραϊσμένος κοινωνικός
δαρβινισμός.
Όσοι λοιπόν
από λαϊκά στρώματα που ανήκουν στις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες αποδέχονται αυτό το ιδεολόγημα της προόδου και αριστείας,
σύμφωνα με το οποίο η σκληρή δουλειά και η επιμονή οδηγεί αναπόδραστα στην επιτυχία, όταν δεν τα
καταφέρνουν, αποδεχόμενοι τις θεσμοθετημένες ανισότητες της κοινωνίας, ενοχοποιούν
τον εαυτό τους και σύρονται, από αδυναμία, να γίνουν …βορά της αναλγησίας ή της
φιλανθρωπίας της άρχουσας τάξης –αναλόγως. Ο καπιταλιστικός τρόπος οργάνωσης της
κοινωνίας δεν αφήνει περιθώρια για συμπόνια του αδύνατου παρά μόνο αν είναι να γίνει πηγή κερδοφορίας και απαιτεί
από τον αδύναμο, στο σώμα ή στο πνεύμα, να παλέψει μέχρις εσχάτων για μια
αξιοπρεπή ζωή .
Πριν από κάποιες μέρες σε εκπομπή της ΕΡΤ «Το μαγικό των
ανθρώπων» αυτοβιογραφείται μια νεαρή κοπέλα που γεννήθηκε με κινητικά
προβλήματα. Η παραδοχή της, πως ήθελε να
είναι άριστη στις σπουδές της γιατί έμοιαζε γι’ αυτήν να είναι το «μοναδικό
διαβατήριο για να διεκδικήσει κάτι» κι
έτρεμε μη χάσει το δέκα, αφού ήταν « Ο
μοναδικός τρόπος ν’ αναγνωρίσει κάποιος ότι κάτι αξίζει κι αυτή», δείχνει τον αγώνα της με την αναγκαστική προσαρμογή στους όρους του καπιταλισμού. Αυτός
ο αγώνας για διάκριση είναι που στο
καπιταλιστικό σύστημα θα εξασφαλίσει για
τους ανθρώπους με αναπηρία την αξιοπρεπή
διαβίωση, απαιτώντας την αξιοποίηση όλων
των δυνατοτήτων τους –κι όταν αυτές όμως είναι περιορισμένες ή ανύπαρκτες;
Η ταξική διαίρεση στο
καπιταλιστικό σύστημα με την καταπίεση των υποτελών τάξεων περιλαμβάνει,
μεγεθυμένη μάλιστα, και τους ανάπηρους.
Κι αν επικεντρώνουμε το ενδιαφέρον σε απαράδεκτες νοοτροπίες και συμπεριφορές προς
αυτούς η αιτία δεν βρίσκεται στην απόρριψη του διαφορετικού που είναι το
επιφαινόμενο, όσο στην αποδοχή της αξίας
κάθε ανθρώπου αναλόγως με την ανταπόκρισή του στην απόδοση που απαιτεί απ’
αυτόν το καπιταλιστικό σύστημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου