29 Ιουλ 2012

Τα όρια του καπιταλισμού και η αντικατάστασή του


Τα όρια του καπιταλισμού και η αντικατάστασή του
Στο προηγούμενο άρθρο επικεντρώσαμε στο ζήτημα των αιτιών των λαϊκών προβλημάτων απαντώντας ταυτόχρονα στις αστικές και σε διάφορες οπορτουνιστικές αντιλήψεις, πυρήνας των οποίων είναι η λογική που θεωρεί ότι η αιτία των προβλημάτων αυτών πρέπει να αναζητείται στην πολιτική διαχείρισης και όχι στις εκμεταλλευτικές σχέσεις παραγωγής, δηλαδή στην καπιταλιστική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής. Αυτές οι σχέσεις είναι η αιτία των λαϊκών προβλημάτων και η αναζήτηση λύσεων σ' αυτά, δηλαδή πολιτικής διεξόδου σε όφελος του λαού, έξω από τη σύνδεσή της με την κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής δεν υπάρχει.
Στο «Κεφάλαιο», ο Μαρξ απέδειξε ότι αντικειμενικά ο καπιταλισμός θα αντικατασταθεί από τον ανώτερο, κομμουνιστικό τρόπο παραγωγής. Οτι τα όρια του καπιταλισμού δεν είναι απεριόριστα. Και απέδειξε ότι αντικειμενικά και μέσω της δράσης των ίδιων των νόμων κίνησης του καπιταλισμού φτάνει στο τέλος του. Το εξηγεί μιλώντας για την ιστορική τάση της καπιταλιστικής συσσώρευσης («Κεφάλαιο», τ. 1ος), αλλά και με τη μελέτη της μετοχικής εταιρίας(«Κεφάλαιο», τ. 3ος), αποδεικνύοντας ότι η κεφαλαιοκρατική παραγωγή, φτάνοντας στο ανώτατο όριό της, κάνει περιττούς τους καπιταλιστές αφού μετατρέπονται σε απλούς ιδιοκτήτες κεφαλαίου, μη έχοντας καμιά σχέση με την οργάνωση της παραγωγής.
Ετσι απάντησε, αναλύοντας το ζήτημα και της ιστορικής κίνησης της κοινωνίας, και στο ποια καθήκοντα μπορεί να θέτει, και πότε μπορεί να τα θέτει το εργατικό κίνημα και το Κομμουνιστικό Κόμμα, θέτοντας ζήτημα αντικατάστασης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής από τον ανώτερό του, τον κομμουνιστικό. Αλλά οι αντικειμενικοί νόμοι κίνησης της κοινωνίας δρουν διά μέσου της δράσης των ανθρώπων. Αυτό σημαίνει ότι αφού η κοινωνία φτάνει στο σημείο να ζητά την αντικατάστασή της, αφού από υλική άποψη έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για το πέρασμα στην ανώτερη κοινωνική βαθμίδα (κομμουνισμός), από μια κατώτερη (καπιταλισμός), καθήκον του εργατικού κινήματος και του Κομμουνιστικού Κόμματος είναι να δρα για να εκπληρώσει αυτό το σκοπό. Και αυτός ο σκοπός εκπληρώνεται με το επαναστατικό άλμα για το πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, επαναστατικό άλμα ως αποτέλεσμα της συνύπαρξης της ωριμότητας των υλικών όρων, των αντικειμενικών συνθηκών (πανεθνική κρίση, επαναστατική κατάσταση) και της δράσης του υποκειμενικού παράγοντα (η συντριπτική πλειοψηφία της εργατικής τάξης σε συμμαχία με τ' άλλα καταπιεζόμενα λαϊκά στρώματα, που δεν ανέχονται άλλο να τους εξουσιάζουν όπως πριν και δρουν ανατρεπτικά ενάντια στην παλιά εξουσία, όντας στο μέγιστο βαθμό κινητοποίησής τους και αποφασισμένα να αλλάξουν την υπάρχουσα πραγματικότητα - πανεθνική κρίση, επαναστατική κατάσταση).
Το γεγονός ότι τα όρια του καπιταλισμού δεν είναι απεριόριστα διαπιστώνεται από την όξυνση της βασικής του αντίθεσης ανάμεσα στην κοινωνική παραγωγή και στην καπιταλιστική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της.
Οι καπιταλιστές αυξάνουν την παραγωγικότητα, αυξάνοντας τη μάζα των κερδών τους, αλλά αυτή η τάση οδηγεί στην πτώση του ποσοστού του κέρδους, που σημαίνει ότι αντικειμενικά δυσκολεύεται η αναπαραγωγή του κεφαλαίου. Εδώ βρίσκεται και η στενότητα των ορίων του, το αναπόφευκτο της ανατροπής του. Επίσης, οι καπιταλιστές παράγοντας για το κέρδος, είναι υποχρεωμένοι να αυξάνουν την παραγωγικότητα, αλλά δεν μπορούν να ξεφύγουν από την αναρχία στην παραγωγή, αφού δεν παράγουν για την κάλυψη των αναγκών της κοινωνίας, των ανθρώπων. Ενώ, λοιπόν, η παραγωγή είναι κοινωνική, η ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της είναι ατομική-καπιταλιστική. Ετσι παράγουν αλλά δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν την παραγωγή, να πουλήσουν τα εμπορεύματα, επέρχεται κρίση. Επομένως, καμία παραλλαγή διαχείρισης δεν είναι δυνατόν να αναστείλει την εκδήλωση του κύκλου των οικονομικών κρίσεων. Το ξεπέρασμα της κρίσης δεν είναι οριστικό, αλλά προσωρινό, καθώς αυτή είναι σύμφυτη με το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα.
Ταυτόχρονα, η ίδια η ανάπτυξη του καπιταλισμού συμβαδίζει με τη σχετική και απόλυτη εξαθλίωση των μαζών.
«Η εξαθλίωση δεν πρέπει να γίνεται αντιληπτή μόνο με τον απόλυτο τρόπο της απώλειας αυτού που έχει εξασφαλίσει η εργατική τάξη ή μόνο σαν πείνα, "λουμπενοποίηση" ή συνέπειες πολέμου. Μια τέτοια αντίληψη μπορεί να οδηγεί σε αστήριχτη και διαψευδόμενη από τη ζωή καταστροφολογία ή, αντίστροφα, σε υπερτίμηση των δυνατοτήτων του καπιταλισμού. Πρέπει να αντιλαμβανόμαστε και τη σχετική πλευρά, π.χ., σαν τάση μείωσης του μεριδίου της εργατικής τάξης στο συνολικό κοινωνικό προϊόν αλλά και σαν αμορφωσιά, ανορθολογισμό και μυστικισμό σε σχέση με την ανάπτυξη της επιστήμης, χαμηλό καλλιτεχνικό γούστο σε σχέση με τα αριστουργήματα της τέχνης, αυξανόμενη αβεβαιότητα για το μέλλον, ανεργία έστω και αν το επίδομα γι' αυτήν είναι ικανοποιητικό κλπ.»1.
Ολ' αυτά σημαίνουν ότι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων μπορεί να ικανοποιήσει όλες τις σύγχρονες ανάγκες της εργατικής τάξης, αλλά δεν ικανοποιούνται, όσο και αν συγκριτικά με προηγούμενες περιόδους η εργατική τάξη είναι σε καλύτερη κατάσταση.
«Επομένως, αναφερόμενοι στις παραγωγικές δυνάμεις και στην ανάπτυξή τους, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η κυριότερη παραγωγική δύναμη είναι ο άνθρωπος και πως η τάση για εξαθλίωση του άμεσου παραγωγού είναι o απόλυτος, γενικός νόμος της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης που, όπως όλοι οι άλλοι νόμοι έτσι και αυτός, τροποποιείται μέσα στην πραγματική ζωή χωρίς να παύει να ισχύει ως τάση»2.
Υπάρχουν διάφορες δυνάμεις που μπροστά σ' αυτή την πραγματικότητα αντιτάσσουν ως μέσο αντιμετώπισής της την ταξική πάλη. Αλλά δεν αρκεί.
«Η ταξική πάλη μπορεί να οδηγήσει σε σχετική βελτίωση της θέσης των εργαζομένων, να μετριάσει τις απώλειες και την οξύτητα των προβλημάτων για μια ορισμένη περίοδο. Δεν μπορούν όμως να καταργηθούν οι εγγενείς τάσεις του καπιταλιστικού συστήματος. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την κατάργηση του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος. Διαφορετικά, αυτό που πάντα συμβαίνει είναι τα κέρδη που αποσπούν με αγώνες οι εργαζόμενοι σε έναν τομέα να συνοδεύονται από απώλειες και ζημίες σε άλλους τομείς» (Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ στο 17ο Συνέδριο).
«Η ταξική πάλη μπορεί να μετριάζει τις απώλειες αλλά δεν μπορεί να αναστρέψει τις τάσεις. Μπορεί μόνο να τις καταργήσει, καταργώντας το σύστημα. Επομένως και η πάλη μέσα στο σύστημα, σε όποια φάση του, δεν μπορεί να επιβάλλει στην αστική πολιτική, η οποία υπηρετεί τη διευρυμένη αναπαραγωγή του στα πλαίσια των συγκεκριμένων νόμων που τη διέπουν, επιλογές στρατηγικού χαρακτήρα. Το κυνήγι του κέρδους είναι απόλυτος νόμος. Συσσώρευση κεφαλαίου γίνεται και με μειωμένο κέρδος. Οταν το κεφάλαιο δυσκολεύεται, ξαναρίχνει την τιμή της εργατικής δύναμης. Η άνοδος της τιμής της εργατικής δύναμης κρατιέται σε εκείνο το σημείο που επιτρέπει να μένει άθικτη η βάση του συστήματος, η ικανότητα πραγματοποίησης της καπιταλιστικής αναπαραγωγής»3.
Η βολουνταριστική αντίληψη σε σχέση με τις απεριόριστες δυνατότητες του αγώνα της εργατικής τάξης στα πλαίσια του συστήματος δεν είναι παρά μια «ριζοσπαστική» μορφή του ρεφορμισμού. Στο βαθμό που δεν αντιμετωπίζεται ιδεολογικά είναι επικίνδυνη, γιατί ουσιαστικά αποδυναμώνει την πάλη για την ανατροπή του, εμποδίζει τη συσπείρωση σε αντιμονοπωλιακή αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση.
Γι' αυτό έχει μεγάλη σημασία να αφομοιωθεί ότι η κίνηση του καπιταλισμού υπακούει σε αντικειμενικούς νόμους, που καμία πολιτική βούληση δεν μπορεί να καταργήσει. Για παράδειγμα, σχετικά με τη συσσώρευση ο Κ. Μαρξ αναφέρεται σε νόμο, που θέτει κατώτατο όριο εκμετάλλευσης και ανώτατο μισθού. Εξάλλου, οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις είναι το πιο αδιάψευστο τεκμήριο ότι η αστική πολιτική είναι υποχρεωμένη να δρα σύμφωνα με τους νόμους της καπιταλιστικής συσσώρευσης, όποιο προσωπείο κι αν φορά. Αυτό που μπορεί να κάνει ο αγώνας είναι να ωθήσει προς το ανώτατο όριο μισθού.
«Μια ριζοσπαστική φιλολαϊκή κυβέρνηση στο καπιταλιστικό έδαφος αν πάρει μέτρα που ξεπερνούν το όριο αυτό, θα αντιμετωπίσει μια τέτοια πολιτικοοικονομική και κοινωνική κατάσταση που θα υπάρχουν μόνο δύο επιλογές: Αναδίπλωση ή κατάργηση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας (που προϋποθέτει επαναστατική εξουσία). Σε αυτήν την κατεύθυνση αντιμετωπίζει το ζήτημα το Πρόγραμμα του Κόμματος στο 15ο Συνέδριο και στις επεξεργασίες του 16ου»4.
Παραπομπές
1, 2, 3, 4, Από τη διάλεξη του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, «ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ», ΚΟΜΕΠ, τεύχος 2/2002 σελ. 111-114).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ