31 Ιουλ 2012

ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ Υπόσχεση αντιδραστικής συνέχειας και συνέπειας



ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Υπόσχεση αντιδραστικής συνέχειας και συνέπειας
Το πλαίσιο της πολιτιστικής πολιτικής της κυβέρνησης όπως προκύπτει από τις προγραμματικές δηλώσεις
Διαχρονικό αίτημα
Eurokinissi
Η πολιτική που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση στον πολιτισμό, έτσι όπως ανακοινώθηκε από τον αναπληρωτή υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού Κ. Τζαβάρα στη Βουλή, στο πλαίσιο των προγραμματικών δηλώσεων και, σε έναν βαθμό, «εξειδικεύτηκε» κατά τη συνάντησή του με τους δημοσιογράφους, όχι μόνο δε θα έχει διαφορά από την «πεπατημένη» των τελευταίων δεκαετιών -πώς θα μπορούσε άλλωστε δεδομένης της ευρωενωσιακής «στοχοπροσήλωσης» των αστικών κομμάτων- αλλά θα εφαρμοστεί με ακόμη πιο σκληρούς όρους και λόγω ή με πρόσχημα την καπιταλιστική κρίση.
Ο αρμόδιος υπουργός -και κατ' επέκταση η κυβέρνηση- κατέστησε σαφές ότι καταρχήν θα συνεχίσει το «πλούσιο», όπως το χαρακτήρισε στις προγραμματικές, έργο των προκατόχων του. Εργο το οποίο περιορίζεται πάντως στην απορρόφηση του ΕΣΠΑ, στο οποίο έχουν ενταχθεί 450 έργα στον πολιτιστικό τομέα, συνολικού προϋπολογισμού 600 εκατομμυρίων ευρώ. Ο υπουργός χαρακτήρισε αυτή την ένταξη ως «άθλο» των προκατόχων του, αν και ο πραγματικός άθλος είναι αυτό που επιτυγχάνουν κάτω από άθλιες μισθολογικές και εργασιακές συνθήκες οι μόνιμοι, αορίστου και έκτακτοι επιστήμονες και εργάτες της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, με έναν κρατικό προϋπολογισμό για τον πολιτισμό να μην «ξεκολλά» εδώ και δεκαετίες από το 0,5%, με τις ανάγκες συντήρησης, ανάδειξης και φύλαξης να αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο.
«Χορηγία» και «εθελοντισμός»
Οκτώβριος 2010: Από το «πλούσιο έργο» των προκατόχων του νυν υπουργού ξεχωρίζει... ο «διάλογος» με τους εργαζόμενους που είχαν αποκλείσει συμβολικά την Ακρόπολη και η «θαλπωρή» των ΜΑΤ
Icon
Βέβαια, η κατάσταση δεν πρόκειται να αλλάξει προς το καλύτερο στα οικονομικά του πολιτισμού. Αλλωστε, ο υπουργός έθεσε μέσα στις προτεραιότητες της πολιτιστικής πολιτικής της κυβέρνησης τη «μεταρρύθμιση του νόμου για την πολιτιστική χορηγία, ώστε να δοθούν κίνητρα για τη χρηματοδότηση πολιτιστικών δράσεων από ιδιώτες». Συγκεκριμένα, είπε ότι «αξίζει σ' αυτές τις ώρες της κρίσης να αναζητήσουμε παράλληλες πηγές χρηματοδότησης για τον πολιτισμό, γιατί όπως έχει συνηθίσει καθένας μας να λέει, πολιτισμός χωρίς χρήματα δε γίνεται. Βέβαια, εγώ θα ήθελα ή τουλάχιστον θα προτιμούσα τον πολιτισμό που γίνεται χωρίς χρήματα, αυτόν δηλαδή που είναι ενσωματωμένος στην καθημερινή μας ζωή και γι' αυτόν που όλοι μας πρέπει να συνεισφέρουμε (...) είναι ανάγκη να μεταρρυθμίσουμε το νόμο για τις χορηγίες». «Δεν είναι δυνατόν να ζητάμε από ανθρώπους που διαθέτουν χρήματα να υποστηρίξουν πολιτιστικές δράσεις όταν απ' αυτές, έστω και σε συμβολικό επίπεδο, δεν παίρνουν μια στοιχειώδη αναγνώριση. Θα πρέπει, λοιπόν, να οργανώσουμε μια διαφορετική αντίληψη για την πολιτιστική χορηγία καθώς επίσης θα πρέπει να εμπνεύσουμε και ένα κίνημα εθελοντών πολιτισμού. Ποιος δε θα ήθελε να συμμετέχει σε αυτά τα νέα αλλά και τα παλιά προτάγματα μιας κυβερνητικής δράσης για την υπεράσπιση και την καλλιέργεια του ελληνικού πολιτισμού; Ποιος δε θα ήθελε να είναι εθελοντής σε αυτού του είδους τις διαδικασίες και να απολαμβάνει την αναγνώριση της πολιτείας και της κοινωνίας, να έχει ένα συγκεκριμένο τρόπο ώστε να του αναγνωρίζεται αυτό που κάνει; Και με αυτή την έννοια, θα πρέπει να βρούμε μέσα από την κοινωνία ανθρώπους - πολίτες ενεργούς που μπορεί να συμβάλουν σε αυτό που σήμερα δεν μπορούμε να το έχουμε λόγω της στενότητας των χρημάτων που είναι διαθέσιμα».
Από κινητοποίηση των εικαστικών
Στην παραπάνω παράγραφο συμπυκνώνονται δύο βασικοί «στυλοβάτες» της αστικής αντίληψης: Η «χορηγία» και ο «εθελοντισμός». Με την «πολιτιστική χορηγία» ανοίγεται μία ακόμη «πόρτα» άμεσης εμπλοκής και διείσδυσης του κεφαλαίου στον πολιτισμό, ενώ με τους «εθελοντές του πολιτισμού» επανέρχεται η λογική της απλήρωτης δουλειάς και στον πολιτιστικό τομέα. Ολα αυτά δεν είναι καινούρια. Τα συναντάμε σε κάθε τομέα, όπως στην παιδεία και στην υγεία. Να θυμίσουμε ότι το ΠΑΣΟΚ πρότεινε το 2009 «την υιοθεσία μνημείων από σχολεία, συλλόγους, δήμους και στόχους τη φροντίδα, οργάνωση παροχής πληροφοριών, με καθαρισμό, διοργάνωση εκδηλώσεων και ανάλογες δράσεις σχετικά με τη σύγχρονη πολιτιστική δημιουργία»! Στους «συλλόγους» το ΠΑΣΟΚ (και όχι μόνο) περιλαμβάνει, όπως προκύπτει από άλλες παρεμβάσεις του, τις «Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις» και τους άλλους ιδιωτικούς φορείς. Μία μορφή είναι η «ενεργοποίηση της ιδέας του πολιτιστικού εθελοντισμού που θα αναδεικνύει τις πρωτοβουλίες των πολιτών είτε για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς είτε για την ανάπτυξη δημιουργίας με δικτύωση των κατά τόπους πρωτοβουλιών (...)»!
Χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς αντιλαμβάνεται και η σημερινή κυβέρνηση τη χρηματοδότηση του πολιτισμού είναι η περίπτωση του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων, ενός από τις σημαντικότερες «πηγές» χρηματοδότησης της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, αφού, τα έσοδά του από τη διαχείριση των πωλητηρίων σε αρχαιολογικούς χώρους και μουσεία, πωλήσεις αντιγράφων, ενοίκια κλπ. πηγαίνουν για τις ανάγκες της πολιτιστικής κληρονομιάς. Πριν μερικούς μήνες αποκαλύφθηκε ότι και το ΤΑΠ υπέστη «κούρεμα» των αποθεματικών του -δηλαδή της «περιουσίας» των μνημείων όπως εύστοχα σημειώνει ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων- με αποτέλεσμα αυτά να μειωθούν από 30 σε 9 εκατ. ευρώ, με ρευστότητα μόλις 2 εκατ. ευρώ το Μάρτη του 2012. Οταν το ζήτημα αυτό τέθηκε από δημοσιογράφο στη συνάντηση με τον υπουργό, ο τελευταίος απάντησε με «στωικότητα»... «πάνε αυτά».
Στον αγώνα οι εργαζόμενοι της ΕΛΣ
Βέβαια και αυτά που μείνανε δεν πρόκειται να πάνε όλα στον πολιτισμό. Οπως σημειώνουν οι αρχαιολόγοι, με τον πρόσφατο νόμο (4071/2012) «Ρυθμίσεις για την τοπική ανάπτυξη, την αυτοδιοίκηση και την αποκεντρωμένη διοίκηση-Ενσωμάτωση Οδηγίας 2009/50/ΕΚ» ποσοστό έως 40% των ετήσιων εσόδων του ΤΑΠΑ αποδίδεται στον κρατικό προϋπολογισμό ως δημόσιο έσοδο! Αν και η εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης θα ξεκινήσει τελικά από το 2013, ωστόσο είναι φανερό ότι επίκειται ακόμη μεγαλύτερη συρρίκνωση των οικονομικών πόρων, κενό το οποίο φυσικά θα σπεύσουν να καλύψουν οι ιδιώτες κάθε μορφής, από «Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις» και «φίλους» μνημείων, μέχρι «χορηγούς». Την ίδια στιγμή, εκκρεμεί η έκδοση της Κοινής Υπουργικής Απόφασης για το ύψος της συνεισφοράς του Μουσείου Ακρόπολης στο ΤΑΠ, με αποτέλεσμα να χάνονται κι άλλα έσοδα, με τη διοίκηση του, εμπορευματικού ουσιαστικά, Μουσείου να «περηφανεύεται» για τα οικονομική κατάσταση του ιδρύματος...
Στον ίδιο δρόμο
Συνέχιση του «έργου» των προηγούμενων κυβερνήσεων σημαίνει ότι θα μείνουν ανέπαφες -αν δεν ενεργοποιηθούν- οι επικίνδυνες νομοθετικές διατάξεις των τελευταίων χρόνων που «ανοίγουν» τα μνημεία στην «αγορά» με κάθε μορφή ή «μάσκα». Σημαίνει ότι: Θα παραμείνει η διάταξη του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων του 2006 που δίνει τη δυνατότητα στους δήμους - επιχειρήσεις και στην «κοινωνία των πολιτών» να παρεμβαίνουν στη διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Θα παραμείνουν οι διατάξεις του νόμου 4072/2012 για τη «Βελτίωση επιχειρηματικού περιβάλλοντος» που δίνουν τη δυνατότητα στις κατασκευαστικές εταιρείες να προσλαμβάνουν αρχαιολόγους στο πλαίσιο των μεγάλων ιδιωτικών έργων. Δεν πρόκειται να πειραχθεί η εργασιακή ζούγκλα και στον πολιτισμό, όχι μόνο στην εργασιακή ομηρία των συμβασιούχων, αλλά και στην εργασιακή αυθαιρεσία σε βάρος των αρχαιολόγων που προσλαμβάνονται ως... «μπλοκάκηδες» τόσο από τη ΔΕΗ, όσο και από τις τεχνικές εταιρείες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στις προτεραιότητες της κυβέρνησης δε «χώρεσε» το μείζον ζήτημα των εργαζομένων στον πολιτισμό. Οχι λόγω... «κακίας», αλλά διότι το αίτημα για μόνιμη και σταθερή δουλειά με πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα είναι σε σύγκρουση με την αγοραία αντίληψη και τον εμπορευματικό προσανατολισμό (και) της πολιτιστικής διαχείρισης από το αστικό πολιτικό προσωπικό. Γι' αυτό και η τωρινή κυβέρνηση θα λύσει σε βάρος των εργαζομένων και της πολιτιστικής κληρονομιάς το μείζον ζήτημα της υποστελέχωσης. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρουν οι αρχαιολόγοι στο υπόμνημα που κατέθεσαν στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου, αυτή τη στιγμή η εικόνα της στελέχωσης στην Αρχαιολογική Υπηρεσία είναι η εξής: Υπάρχουν 66 Εφορείες Αρχαιοτήτων και 6 Αρχαιολογικά Ινστιτούτα, που καλύπτουν το διοικητικό έργο που σχετίζεται με την εφαρμογή των νόμων (αδειοδότηση έργων, αιτήματα πολιτών κλπ.), την οργάνωση και λειτουργία των αρχαιολογικών χώρων και των μουσείων, τη διεξαγωγή των σωστικών ανασκαφών, την παραγωγή πρωτότυπης επιστημονικής γνώσης και την υλοποίηση των έργων ΕΣΠΑ.
- 210 Μουσεία και Συλλογές προϊστορικών, κλασικών και βυζαντινών αρχαιοτήτων.
- 250 οργανωμένοι αρχαιολογικοί χώροι.
- 19.000 κηρυγμένοι αρχαιολογικοί χώροι και ιστορικά μνημεία.
- Εκατοντάδες ανασκαφές σε εξέλιξη, είτε στο πλαίσιο κατασκευής δημόσιων και ιδιωτικών τεχνικών έργων, είτε στο πλαίσιο προγραμμάτων έρευνας.
«Για όλα τα παραπάνω εργάζονται μόλις 7.000 υπάλληλοι ως τακτικό προσωπικό όλων των ειδικοτήτων, εκ των οποίων μόλις 950 αρχαιολόγοι. Με το Ν. 4024/2011 για την αναγκαστική έξοδο-"εφεδρεία" (Νοέμβριος 2011), το 10% του πλέον έμπειρου προσωπικού όλων των ειδικοτήτων εκδιώχθηκε άρον-άρον από το Υπουργείο Πολιτισμού και οι οργανικές τους θέσεις καταργήθηκαν! Ακόμη όμως και με τις ρυθμίσεις του Ν. 4024/2011 παρέμειναν κενές περίπου 500 οργανικές θέσεις αρχαιολόγων σε όλη την Ελλάδα».
Με τον Οργανισμό του ΥΠΠΟ που ίσχυε μέχρι το παραπάνω «τσεκούρωμα» υπήρχαν κάμποσες χιλιάδες κενές οργανικές θέσεις (4.000 σύμφωνα με στοιχεία του 2010 των εκτάκτων εργαζομένων του ΥΠΠΟ). Να σημειωθεί όμως ότι ακόμη και αυτός ο Οργανισμός αφορά στις ανάγκες που το αστικό κράτος εκλαμβάνει ως τέτοιες και που μόνο μερικώς καλύπτουν τις πραγματικές ανάγκες στελέχωσης της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας αν αυτή λειτουργούσε σε ένα γενικότερο πλαίσιο πολιτιστικής πολιτικής που θα εξυπηρετούσε το λαό. Και αυτό σε τίποτα δεν αναιρεί τον πραγματικά τιτάνιο αγώνα των εργαζομένων σε αυτήν. Αντίθετα, υπογραμμίζει την ανάγκη αυτός ο αγώνας και τα αποτελέσματά του να γίνουν κτήμα του λαού και όχι του κεφαλαίου.
Θα παραμείνει φυσικά και το «Μνημόνιο Συναντίληψης και Συνεργασίας για τα Μεγάλα Εργα» που υπογράφηκε το 2010 μεταξύ του τότε υπουργείου Πολιτισμού Τουρισμού και του υπουργείου Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων για τη «διευκόλυνση, συστηματοποίηση και επιτάχυνση των αρχαιολογικών εργασιών, καθώς και των εργασιών προστασίας και ανάδειξης των μνημείων, στο πλαίσιο κατασκευής Δημοσίων Συγχρηματοδοτούμενων Εργων» και το οποίο ουσιαστικά είναι ένας τρόπος ώστε τα «μεγάλα έργα» να «απελευθερωθούν» από το «βραχνά» των αρχαιοτήτων που «ξεφυτρώνουν»... σε «λάθος» μέρος τη «λάθος» στιγμή.
Το... «αντίδοτο»
Η κυβέρνηση λοιπόν υπόσχεται, ουσιαστικά, τη συνέχιση της πολιτικής πλήρους εμπορευματοποίησης του πολιτισμού. Και θα το κάνει μέσα σε ένα ιδεολογικό πλαίσιο που ο υπουργός το έθεσε ως εξής στη Βουλή: «Στις συνθήκες κρίσης που περνάμε θα πρέπει να δούμε και πώς ο πολιτισμός μπορεί να γίνει αντίδοτο, πώς ο πολιτισμός μπορεί να μας χρησιμεύσει, να μας δώσει αυτές τις απαντοχές και τα κουράγια που χρειαζόμαστε για να ενισχύσουμε την κοινωνική συνοχή και έτσι να αποφευχθούν οι περιπτώσεις αυτές που καθημερινά βλέπουμε και διαπιστώνουμε να οδηγούν ανθρώπους σε απόγνωση και απελπισία».
Η παραπάνω παράγραφος αντανακλά την πάγια χρήση του πολιτισμού ως εργαλείου ιδεολογικής χειραγώγησης -παράλληλα με τη χρήση του ως πηγή κερδοφορίας- με βασικό στόχο την «κοινωνική συνοχή», δηλαδή την ταξική «ειρήνη», την αποχαύνωση του λαού και την «πρόθυμη» υποταγή του στις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις χωρίς αντίσταση. Σε αυτό παραπέμπει και η αναγωγή σε «βασική προσπάθεια» της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Πολιτισμού να «βγάλουμε όλοι μαζί τον πολιτισμό από τα μουσεία» εννοώντας την άυλη πολιτιστική κληρονομιά «που εμείς δεν έχουμε υπηρετήσει όσο θα έπρεπε».
Με ανάλογο «στόμφο» ο υπουργός έθιξε και «το θέμα του να έχουμε ανοιχτά μουσεία σε όλους εκείνους που έρχονται από την άκρη του κόσμου, τους προσκυνητές στα μεγάλα και αξεπέραστα δημιουργήματα του κλασικού μας πολιτισμού αλλά και του πολιτισμού της νεότερης φάσης της ιστορίας μας». Βέβαια, στο θέμα «ανοιχτά» μουσεία και αρχαιολογικοί χώροι οι κυβερνήσεις δίνουν διάφορες «ερμηνείες» και «λύσεις». Αλλες φορές συκοφαντούν τους αγώνες των εργαζομένων που αποκλείουν συμβολικά τους χώρους απαιτώντας τα αυτονόητα (δουλειά, μισθό κ.λπ.) και άλλες φορές ρίχνουν στη... «μάχη» της «υπεράσπισης» -υποτίθεται- των «προσκυνητών»... τα ΜΑΤ όπως τον Οκτώβριο του 2010.
Στο ζήτημα του σύγχρονου πολιτισμού ο υπουργός έθιξε μόνο το θέμα του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης που κατασκευάζεται στο πρώην εργοστάσιο του ΦΙΞ στη Συγγρού. Η σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία δεν είναι μάλλον το «φόρτε» της νέας κυβέρνησης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν πρόκειται να ασκήσει πολιτική. «Θα πρέπει ακόμη να αναφέρω και τη Λυρική Σκηνή, καθώς επίσης και το χορό και τον κινηματογράφο, όπου σε όλους αυτούς τους δημιουργούς θα πρέπει να δώσουμε τη στήριξη, να δώσουμε αυτό που ζητούν από την πολιτεία, μια θαλπωρή και μια δυνατότητα διαλόγου, ώστε να μπορούμε όλοι μαζί σε αυτούς τους τομείς να κάνουμε δημιουργικά πράγματα» είπε ο υπουργός. Βέβαια, οι καλλιτέχνες θέλουν καταρχήν δωρεάν και πλήρεις υποδομές, ικανοποιητικούς μισθούς, εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα για τα οποία δεν ανέφερε λέξη ο υπουργός. Από τη στιγμή που και αυτή η κυβέρνηση θα παραδώσει τη Λυρική και τη Βιβλιοθήκη στο Ιδρυμα Νιάρχου και θα τηρήσει την εγκληματική, για περιβάλλον και πολιτισμό, σχετική σύμβαση, ο «διάλογος» και η «θαλπωρή» είναι απλώς ρητορικές «φούσκες»...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ