11 Αυγ 2012

Καθ' οδόν: Στο Τατάρ Πάζαρτζικ


Καθ' οδόν: Στο Τατάρ Πάζαρτζικ
«Γαλατάς», πίνακας του Νικηφόρου Λύτρα
Η συνέχεια της ιστορίας του μπάρμπα - Γιάννη Κανατά
Ο μπάρμπα - Γιάννης ήταν πρωταγωνιστής της αθηναϊκής ζωής τρία χρόνια περίπου. Ο κόσμος γελούσε με αυτόν και αυτός περισσότερο με τον κόσμο.
Εν μια νυκτί εξαφανίστηκε διά παντός. Ηταν αμέσως μετά τη λήξη του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1877 - 1878). Διαδόθηκε η φήμη πως αυτός «ο λέων των Κυριακών και των εορτών», ήταν ...Βούλγαρος! Προφανώς είχε έρθει σε σύγκρουση με τις οθωμανικές αρχές και είχε αναζητήσει καταφύγιο στην Αθήνα. Μόλις όμως η πατρίδα του απελευθερώθηκε, επέστρεψε στον τόπο του. (Αν γινόταν νωρίτερα γνωστή η καταγωγή του πιθανά να μην είχε τύχει αυτής της αποδοχής. Είναι η εποχή που όταν τον ύπνο των Αθηναίων δεν τον ταράζει το φάντασμα του πανσλαβισμού, ονειρεύονται κατακτήσεις).
Οι σύγχρονοί του αναρωτήθηκαν «Τι ήτο κατά βάθος;» ο Μπάρμπα - Γιάννης, ο άνθρωπος που ήρθε και έφυγε σαν ένα μεγάλο ερωτηματικό: «Τρελός ή φιλόσοφος; Σκαρτάδος, εκκεντρικός, ιδιότροπος, τρόφιμος της Μιχαλούς, με τον οποίον εχαχάνισαν και εξεκαρδίθησαν αι Αθήναι; `Η μεγαλοφυής και μέγας φαρσέρ και σατιριστής, ο οποίος εκορόιδευσε, εγλέντησε και ενέπαιξεν εκατόν και πλέον χιλιάδας έξυπνων δήθεν και εκ συνθήκης σοβαρών Αθηναίων;»... «Με ένα ζευγάρι γάντια - ήξευρε βέβαια ότι ημπορεί κανείς να έχει διαφοροτρόπως λερωμένα τα χέρια, φθάνει μόνον να φορεί γάντια διά να εισέλθει εις τον καλόν κόσμον - και μ' ένα υψηλό καπέλο - είχε μάθει, φαίνεται ότι εις το ρωμέικο ημπορείς να έχεις πέρασιν χωρίς κεφάλι, όχι όμως και χωρίς καπέλο του λούσου - κατόρθωσε να γίνει εις μίαν εβδομάδα πανελλήνιος.
...Απλούς καραγκιόζης, σκορπίζων την ευθυμίαν και τον γέλωτα; `Η μεταρρυθμιστής και επαναστάτης κοινωνικός, ζητών να κρημνίσει είδωλα και προλήψεις; Διατί έπαιρνε την λίγδαν και την ασβόλην της καθημερινής του εργασίας και την έρριπτε τας Κυριακάς με γαντοφορεμένη χείρα κατά πρόσωπον των πλουτοκρατών και της ψευδοαριστοκρατίας του υψηλού καπέλου και της μεταξωτής γραβάτας; Το έκαμνε ως Μώμος διά να σατιρίσει την καλοενδεδυμένην κουφότητα και αλλαζονείαν; `Η ως οδοστρωτήρ διά να ισοπεδώσει τας κοινωνικάς διακρίσεις εις το επίπεδον της ρεδιγκότας και του κολλαρισμένου φωκόλ; Από φιλοσοφικήν τάχα πεποίθησιν, ότι και ο τελευταίος άνθρωπος του λαού ημπορεί και δικαιούται να δουλεύει σαν σκυλί τας άλλας ημέρας διά να ζει και αυτός σαν αφέντης την Κυριακήν; `Η μήπως εξ υπολογισμού, διά να κερδίσει όνομα, φήμην, πελάτας, κέρδη και ευμάρειαν;
«Δύο κ' η μυρωδάτη τρεις», έργο του Ν. Λύτρα
Δεν ηξεύρω. Η αλήθεια είναι ότι υπήρξεν εν ζωντανόν σύμβολον. Κάποια ισοπέδωσις επήλθεν έκτοτε. Με μιαν φοβεράν γροθιάν, την οποίαν έδωκε κατά του ψηλού καπέλου και των προλήψεων...».
Πολλά πράγματα άλλαξαν. Το ψηλό καπέλο εξαφανίστηκε, το σάλι έφυγε από τους αριστοκρατικούς ώμους, τα λουστρίνια τα φόρεσαν οι λιμοκοντόροι, τη γραβάτα τη φόρεσαν και τα γκαρσόνια, τα γάντια και οι πλύστρες...
Η επιστροφή στην πατρίδα...
Ο προσφιλής και δημοφιλής Μπάρμπα - Γιάννης, ο πρωταγωνιστής της αθηναϊκής κοσμικής ζωής που τις καθημερινές γύριζε στα κανάτια και το γαϊδαρό του, όπως ο Κινγκινάτης στο αλέτρι του, επέστρεψε στην πατρίδα του, το Τατάρ Πάπαρντζικ, σημερινό Πάζαρτζικ. Πήρε το παλιό του όνομα Χατζή Ιβάν Λίγκοφ Χιμιτζίεφ, διατήρησε την ελληνική του υπηκοότητα και έγινε γραφιάς. Συνέτασσε συμβόλαια, αναφορές και επιστολές. Ηταν και λαμπρός καλλιγράφος. Εγραφε και στίχους, στα ελληνικά και βουλγάρικα.
Το Πάζαρτζικ ανήκε στην επαρχία της Ανατολικής Ρωμυλίας, εκτείνεται από τη Φιλιππούπολη έως τις ακτές του Εύξεινου Πόντου, όπου κατοικούν Βούλγαροι, Ελληνες και Τούρκοι. Με τη Συνθήκη του Βερολίνου έγινε αυτόνομη επαρχία υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Είχε τον δικό της κυβερνήτη, τον πρίγκιπα Αλέξανδρο της Βουλγαρίας, που ορίστηκε με τη σύμφωνη γνώμη της Τουρκίας και των Μεγάλων Δυνάμεων. Είχε το δικό της Κοινοβούλιο και τις δικές της αρχές. Την εσωτερική τάξη διασφάλιζε εθνοφρουρά αποτελούμενη από ντόπιους πολίτες.
Το 1884 ξεσπά κίνημα με αίτημα την ένωση της επαρχίας με την Ηγεμονία της Βουλγαρίας. Την άνοιξη του 1984 η κατάσταση είναι τεταμένη. Συνεχή συλλαλητήρια ενάντια στις τοπικές αρχές και την κακοδιοίκηση. Το αθηναϊκό κοινό αναγνωρίζει στο πρόσωπο ενός εκ των πρωταγωνιστών τον Μπάρμπα - Γιάννη Κανατά.
Ο Μπάρμπα - Γιάννης κανατάς
Δημοσιεύει σάτιρες κατά των αρχών και καλεί τους Βούλγαρους δίπλα του, υπό την αρχηγία του να κατακτήσουν την Τάσριγκραντ (Πόλη) πριν την κατακτήσουν οι Ελληνες. Εκεί, έλεγε, θα βρούμε τον τσάρο Γεώργιο, ο οποίος με τη μεσολάβησή μου θα σας χαρίσει βαθμούς, θα σας κάνει συνταγματάρχες, στρατηγούς, διοικητές και νομάρχες. Εγινε προσπάθεια από τις αρχές για την ποινική του δίωξη, εγκαταλείφθηκε όμως.
Ο Μπάρμπα - Γιάννης όμως δε σταματά τη δράση του. Ενθουσιασμένος από τα συλλαλητήρια, έγραψε εκτενές ποίημα κατά του κυβερνήτη, των αρχών, της διοίκησης της χώρας και συγκρότησε πολυάριθμο συλλαλητήριο όπου διάβασε το έμμετρο κατηγορητήριό του. Το κοινό ενθουσιάστηκε από τον ομιλητή και χρειάστηκε η παρέμβαση των στρατιωτικών αρχών, με τη συνδρομή και από άλλα μέρη, για να επιβάλουν την τάξη και την ησυχία. Ο Μπάρμπα - Γιάννης, καταλαβαίνοντας έγκαιρα τι συμβαίνει κατέφυγε στο χωριό του όπου σώθηκε από τους συγχωριανούς του. Αρνήθηκαν να τον παραδώσουν στις αρχές και υποσχέθηκαν ότι θα τον οδηγήσουν αυτοί στο Πάζαρτζικ. Η εκεί εισαγγελική αρχή τον συνέλαβε με την κατηγορία της παράβασης του οργανικού νόμου και του οθωμανικού ποινικού κώδικα, ως εχθρός του κράτους...
Στις 6 Σεπτέμβρη 1885 η Ανατολική Ρωμυλία ενώθηκε με τη Βουλγαρία. Η Τουρκία δεν αντέδρασε, εν αντιθέσει με τη Ρωσία που εκδήλωσε την αντίθεσή της και διέταξε την αποχώρηση όλων των Ρώσων στρατιωτικών συμβούλων της στο βουλγαρικό στρατό. Η Σερβία και η Ελλάδα διαμαρτυρήθηκαν για την καταπάτηση της Συνθήκης του Βερολίνου. Η Σερβία κήρυξε τον πόλεμο στη Βουλγαρία και ηττήθηκε. Στην Ελλάδα η κίνηση ενόχλησε τους οπαδούς του μεγαλοϊδεατισμού. Η ελληνική κυβέρνηση, παρά την επιστράτευση που κήρυξε, δεν αντέδρασε ουσιαστικά.
Σκίτσο της εποχής
Δεν ξέρω να σας πω τι απέγινε Μπάρμπα - Γιάννης. Η ιστορία του όμως «πέταξε» με τα φτερά του τραγουδιού του και έφτασε σε εμάς, μαζί με το «άρωμα» και τη «σκόνη» μιας άλλης εποχής. Μιας εποχής ρευστότητας σε μια περιοχή όπου τα σύνορα είναι υπό διαμόρφωση. Και μιας κοινωνίας όπου συναντιούνται διαφορετικοί τύποι ανθρώπων, αντιλήψεις και πολιτισμοί και ψάχνει να βρει την ταυτότητά της.

Στην Αθήνα του 19ου αιώνα: Η πλατεία Συντάγματος

Ηρακλής ΚΑΚΑΒΑΝΗΣ

Η επιστροφή της Μαντώς
Είναι μια σημαντική είδηση για τους βιβλιόφιλους όταν ένα ποιοτικό βιβλίο επανεκδίδεται για τρίτη φορά. Πρόκειται για το εξαιρετικό ιστορικό μυθιστόρημα της Λιλής Μαυροκεφάλου σχετικά με τη ζωή της Μυκονιάτισσας ηρωίδας του 1821, Μαντώς Μαυρογένους, που τιτλοφορείται «Της φωτιάς και της ερημιάς» (εκδ.«ΛΙΒΑΝΗ»). Η συγγραφέας αναπλάθει την εποχή με ακρίβεια, αντικειμενικότητα, χωρίς πατριωτικές εξάρσεις και μας ταξιδεύει ιστορικά και πολιτισμικά, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη εκείνης της εποχής. Ενα από τα ευρήματα της συγγραφέως είναι ότι η ηρωίδα της αφηγείται τη ζωή της στην ξενιτεμένη Ακριβή - την παλιά της ψυχοκόρη - που είναι και το μόνο επινοημένο πρόσωπο στο βιβλίο.
Η αρχοντοπούλα και πολύφερνη νύφη Μαντώ Μαυρογενούς ξόδεψε τη μεγάλη της προίκα για να στρατολογεί στρατιώτες της Ελευθερίας και δε δίστασε να πολεμήσει και η ίδια. Η δράση της ξεσήκωσε μεγάλο θαυμασμό, η φήμη της εξαπλώθηκε στην Ευρώπη, μα η καχυποψία, συμμαχώντας με τη στενομυαλιά, κατέστρεψαν τον έρωτά της με τον Δημήτρη Υψηλάντη και όλη της τη ζωή.
Εποχή πλέον της οθωμανικής βασιλείας - 1838 - και η Μαντώ, λησμονημένη, έρημη και πάμφτωχη στη Μύκονο, πιάνει και αφηγείται, όχι μόνο τη ζωή και δράση της μες στο καμίνι της εθνεγερσίας του '21, αλλά και τις περιπέτειες του ξεσηκωμένου γένους. Τις εξάρσεις, τους ηρωισμούς, τα πάθη, τις προδοσίες, τον αλληλοσπαραγμό, το ρόλο των Μεγάλων Δυνάμεων.
Καθώς ο λόγος της Μαντώς στήνει το σκηνικό του εθνικού και προσωπικού της δράματος, οι διάσημοι της ιστορίας συμφύρονται με τους άσημους, για να αναδυθούν τα ευγενικά ή ταπεινά τους ελατήρια, τα πάθη και οράματα που τους κινούν. Κινούν την ιστορία.
Σκοπός της να μην αφήσει την ξενιτεμένη «να λησμονήσει τις πικρές της ρίζες και πώς το όνειρο αλλάζει τον κόσμο...».
Η αφήγηση είναι σε πρώτο πρόσωπο, ο τόνος εξομολογητικός και θερμός, ενώ η παρείσφρηση θραυσμάτων του παρόντος στη ροή του παρελθόντος φωτίζει και βαθαίνει αμφότερα. Η ηρωίδα γίνεται οικεία στον αναγνώστη και μέσα από τα σύγχρονά της γεγονότα φωτίζει και πτυχές της δικής μας πραγματικότητας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ