3 Αυγ 2013

Η Κρίση της Ύστερης Αρχαιότητας

 Η Κρίση της Ύστερης Αρχαιότητας

του Neil Faulkner (μτφ. Proletariates)
 

Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία ήταν μια επιτυχημένη συγχώνευση υπηκοότητας και ιμπεριαλισμού.
 
Από την υπηκοότητα εξασφάλιζε μια διευρυμένη κοινωνική βάση και αντλούσε έμψυχο υλικό για τη διοίκηση και το στράτευμα. Οι ελίτ των κατακτημένων περιοχών σιγά εκρωμαΐζοταν και αφομοιώνονταν. Γινόντουσαν ρωμαίοι και μοιράζονταν τα προνόμια της αυτοκρατορικής εξουσίας.

Ο ιμπεριαλισμός εξασφάλιζε μια συνεχή ροή λάφυρων, σκλάβων και εδαφών. Έτσι το κράτος ισχυροποιούνταν, η άρχουσα τάξη αύξανε τον πλούτος της, η αφοσίωση των ελίτ των κατακτημένων περιοχών δυνάμωνε και χρηματοδοτούνταν συστήματα πατρωνίας που εξασφάλιζαν την πολιτική προστασία με αντάλλαγμα την εξαγορά ψήφων.
 
 

Αλλά το τίμημα ήταν βαρύ. Η αυτοκρατορία και ο πολιτισμός είναι ακριβά πράγματα. Ενώ κάποιοι κερδίζουν, κάποιοι άλλοι χάνουν. Ο ρωμαϊκός νόμος προστάτευε την ιδιοκτησία, τα προνόμια και την πολιτική ισχύ. Αλλά ο πλούτος του στρατού, των πόλεων και των επαύλεων βασιζόταν σε ένα σύστημα εκμετάλλευσης όπου οι φόροι, τα ενοίκια, η πληρωμή των τόκων και η εργασία προέρχονταν από έναν αγροτικό πληθυσμό.

Η πλειοψηφία των υπηκόων της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ήταν αγρότες, εργάτες, δουλοπάροικοι και σκλάβοι. Η αυτοκρατορία και ο πολιτισμός είχαν κτιστεί στις πλάτες τους. Αρχικά η εκμετάλλευση ήταν σχετικά ήπια και, κατά συνέπεια, διατηρήσιμη. Αποσπόταν σημαντικό πλεόνασμα από την εργασία αλλά έμενε και αρκετό για τη σχετικά ανεκτή διαβίωση των αγροτικών οικογενειών (τροφή, πρώτες ύλες για γεωργία και κτηνοτροφία, ανταλλαγή καταναλωτικών αγαθών).

Και αυτό ήταν δυνατό γιατί υπήρχαν άλλοι που πλήρωναν βαρύτερο τίμημα. H αυτοκρατορία βάσιζε την ύπαρξη της στους κατακτητικούς πολέμους. Οι ηττημένοι καταληστεύονταν και πλούταιναν τους νικητές. Τα θύματα του ιμπεριαλισμού σήκωναν το κύριο βάρος του κόστους συντήρησης της κρατικής εξουσίας, του στρατού και των πλουσίων. Όσο η αυτοκρατορία επεκτεινόταν η καταλήστευση των κατακτημένων μετρίαζε την καταλήστευση των εργατικών μαζών της Ρώμης.

Το σύστημα ήταν εγγενώς επεκτατικό. Τροφοδοτούνταν από τη βίαιη ιδιοποίηση των ξένων πλεονασμάτων. Η ζωτικότητα του, κατά συνέπεια, εξαρτιόταν από τη διαθεσιμότητα τέτοιων πλεονασμάτων. Μετά από μια κατάκτηση, η επόμενη ήταν άμεσα αναγκαία ώστε να αποφύγει τη στασιμότητα και την κρίση. 

Αλλά τα ξένα πλεονάσματα δεν ήταν απεριόριστα. Κατά τον 1ο μΧ αιώνα, ο Ρωμαϊκός Στρατιωτικός Ιμπεριαλισμός ήρθε αντιμέτωπος με γεωγραφικά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα και εμπόδια. Τα όρια και οι δυνατότητες του Ελληνορωμαϊκού πολιτισμού καθορίζονταν από τα όρια και οι δυνατότητες της αγροτικής οικονομίας της Εποχής του Σιδήρου. 
 
Η τεχνολογία της Εποχής του Σιδήρου δημιούργησε μια εκτεταμένη ζώνη αγροτικής οικονομίας που βασίστηκε στο αλέτρι. Εκτεινόταν από τη νότια Βρετανία στη Συρία, από το Ρήνο και το Δούναβη στην οροσειρά του Άτλαντα στη Βόρεια Αφρική. Ήταν μια πλούσια γη, γεμάτη αγρούς, χωριά και σκληρά εργαζόμενους γεωργούς. Τα πλεονάσματα ήταν μεγάλα. Και αυτοί που οργανώθηκαν κατάλληλα ώστε να μπορούν να αποσπούν με τη βία τα πλεονάσματα αυτά, έφτιαξαν στρατούς, πόλεις και παλάτια. 
 
  Πέρα από αυτή τη ζώνη όμως η γη ήταν αφιλόξενη: τα βουνά της βόρειας Βρετανίας, τα δάση της Γερμανίας, οι έρημοι της Αραβίας και της Βορείου Αφρικής. Όταν τα αυτοκρατορικά στρατεύματα προσπάθησαν να εισέλθουν σε αυτά τα εδάφη βρέθηκαν αντιμέτωποι με διάσπαρτους και άτακτους στρατούς που εξαπέλυαν ύπουλους ανταρτοπόλεμους που δεν ήταν δυνατό να αντιμετωπιστούν. Οι λαοί των αφιλόξενων αυτών εδαφών ήταν τόσο εξαθλιωμένοι που δεν ήταν δυνατό να αποδώσουν πλεονάσματα ακόμα κι αν μπορούσαν να υποταχθούν.

Το 53 πΧ ένα ρωμαϊκό στράτευμα 30000 λεγεωνάριων, 4000 ιππέων και 4000 ελαφρών πεζικάριων κατατροπώθηκε από τους Πάρθους στην μάχη των Καρρών στη Συρία. Οι Πάρθοι διέθεταν 10000 ιππείς, από τους οποίους οι 9000 διέθεταν και τόξο και οι άλλοι 1000 ήταν κατάφρακτοι. Στη μάχη του Τευτοβούργιου Δρυμού, άλλο ένα αυτοκρατορικό στράτευμα 30000 λεγεωνάριων ηττήθηκε από τα γερμανικά φύλα.

Η ήττα στον Τευτοβούργιο Δρυμό είναι μία από τις χειρότερες στην ιστορία του ρωμαϊκού στρατού και οι κωδικοί αριθμοί των τριών λεγεώνων (XVII, XVIII, XIX) δεν ξαναχρησιμοποιήθηκαν ποτέ, σε αντίθεση με τη συνήθη πρακτική των Ρωμαίων να αναδομούν τις ηττημένες λεγεώνες. Ο Σουητόνιος διασώζει ότι η είδηση της πανωλεθρίας συντάραξε το γέροντα αυτοκράτορα Οκταβιανό, σε βαθμό που χτύπαγε το κεφάλι του στους τοίχους του παλατιού και φώναζε «Βάρε, δώσε πίσω τις λεγεώνες μου». Μολονότι στα επόμενα επτά χρόνια οι Ρωμαίοι διεξήγαγαν δύο επιτυχημένες εκστρατείες υπό την ηγεσία του Γερμανικού, η επαρχία της Μεγάλης Γερμανίας διαλύθηκε και τα σχέδια για επέκταση ανατολικά του Ρήνου εγκαταλείφθηκαν. Το 208-211 μΧ έγινε η τελευταία προσπάθεια της Ρώμης να κατακτήσει τη βόρεια Βρετανία. Ηττήθηκε από την αντίσταση των ορεσίβιων λαών της Σκωτίας. «Ας μη γλυτώσει κανείς από τη καταστροφή και το θάνατο» ήταν η διαταγή του αυτοκράτορα Σεπτίμιος Σεβήρου στους άνδρες του. «Να πεθάνουν ακόμη και τα βρέφη στις αγκαλιές των μητέρων τους, αν είναι αρσενικά».
 

Αλλά αυτοί γλύτωσαν. Ο Σεπτίμιος Σεβήρος πέθανε το 211 στο Εβόρακο (σημερινό Γιορκ), το 211μ.Χ. Τάφηκε στη Ρώμη και θεοποιήθηκε. Αλλά η Σκοτία δεν κατακτήθηκε ποτέ. Ο αυτοκρατορικός Λεβιάθαν, παγιδευμένος από την ομίχλη και τα ψιλοβρόχια των ελών και των στενών κοιλάδων κατατροπώθηκε από άτακτες ομάδες άγριων πολεμιστών.

Οι καλές εποχές είχαν περάσει πιά. Η ροή των λαφύρων πολέμων σταμάτησε και η αυτοκρατορία εξαρτιόταν πλέον εξ ολοκλήρου από τους δικούς της, εσωτερικούς πόρους.

Αλλά το κόστος συντήρησης της δεν μειώθηκε. Για τη φύλαξη μιας συνοριακής γραμμής χιλιάδων χιλιομέτρων απαιτούνταν ισχυρός στρατός και ισχυρή οχύρωση. Η εσωτερική σταθερότητα εξαρτιόταν από τα επίπεδα πολυτελούς κατανάλωσης και αυτοκρατορικής πατρωνίας.

Από τον 1ο μΧ αιώνα και μετά και ιδιαίτερα στα τέλη του 2ου μΧ αιώνα, η αυτοκρατορία αντιμετώπισε μια χρόνια οικονομική κρίση. Η αντίδραση του κράτους – αύξηση του αποσπώμενου αγροτικού πλεονάσματος για τη συντήρηση της πολιτικο-στρατιωτικής υποδομής – προκάλεσε ένα αργά εκτυλισσόμενο σπιράλ οικονομικής παρακμής.

Οι αυξημένοι φόροι και η αναγκαστική εργασία και επιστράτευση οδήγησαν τους φτωχότερους αγρότες στην οικονομική καταστροφή. Αυτό μείωσε τον αριθμό των φορολογούμενων, οδήγησε σε πιο έντονη φορολόγηση και οδήγησε και άλλους αγρότες στο περιθώριο. Και ξανά μανά.

Η ύστερη ρωμαϊκή αυτοκρατορία γινόταν ολοένα και πιο μιλιταριστική, ολοένα και πιο απολυταρχική. Στην προσπάθειά της να συντηρήσει τα υπέρογκα έξοδα συντήρησής της, κατέστρεφε την ίδια την κοινωνικο-οικονομική της βάση. Το στρατοκρατικό τέρας έτρωγε πλέον τις ίδιες του τις σάρκες.

Τρεις ήταν οι πολιτικές συνέπειες αυτής της κατάστασης.

Πρώτον, η άρχουσα τάξη διασπάστηκε σε περισσότερες επιμέρους ομάδες, καθεμία από τις οποίες προσπαθούσε να διατηρήσει τον έλεγχο των δικών της πλεονασμάτων και στρατευμάτων. Οι εμφύλιοι πόλεμοι μεταξύ τοπικών στρατών σε διαφορετικά μέρη της αυτοκρατορίας έγιναν ενδημικοί. Δεύτερον, οι εχθρικές επιδρομές έγιναν συχνότερες και επικίνδυνες. Στα ευρωπαϊκά σύνορα οι επιδρομείς ήταν συνασπισμένα βαρβαρικά φύλα και στην Ανατολή, η δυναμική αυτοκρατορία των Σασσανιδών.
 
 

Η στρατιωτική παρακμή της Ρώμης συμβολίζεται σε δυο μάχες. Σε αυτήν της Αδριανούπολης το 378 μΧ όπου ο στρατός της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας συνετρίβηαπό τους Γότθους. Και, 16 χρόνια αργότερα, στη μάχη του ποταμού Φρίγιδου το 378 μΧ, όπου ο κύριος όγκος του αυτοκρατορικού στρατού αποτελούνταν από Γότθους μισθοφόρους. Η οικονομική κρίση όσο και η κρίση σε έμψυχο δυναμικό ήταν τέτοιου βαθμού, που η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εξαρτιόταν από τους βάρβαρους στρατιώτες.





H τρίτη συνέπεια της κρίσης ήταν η εντατικοποίηση της ταξικής πάλης. Οι αγρότες συνθλιμμένοι από τις απαιτήσεις του στρατιωτικο-γραφειοκρατικού συμπλόκου, εξέπεσαν στο επίπεδο του δουλοπάροικου και υφίσταντο ολοένα και μεγαύτερη εκμετάλλευση, βρήκαν τρόπους αντίδρασης.

Πολλοί αγροί εγκαταλείφθηκαν και η ληστεία έγινε ενδημική στην επαρχία. Η αντίσταση προς τους φοροσυλλέκτες, ο συμμοριτισμός αλλά και η ρουφιανιά ήταν εκτεταμένες. Και μερικές φορές, η δυσαρέσκεια οδηγούσε σε εξεγέρσεις και στη δημιουργία αγροτικών κοινοτήτων.

Οι αρχαίοι αριστοκρατικοί συγγραφείς μιλούν για αντάρτες. Προφανώς, υπό την ηγεσία των ανταρτών, ο λαός ζούσε με βάση δημοκρατικούς νόμους, οι χωρικοί έβγαζαν λόγους και οι προτάσεις διακυβέρνησης συζητιόντουσαν κάτω από βελανιδιές και καταγράφονταν σε κόκκαλα. Και κάπως έτσι πορευόντουσαν. Προφανώς, υπό την ηγεσία των ανταρτών «οι Βρετόνοι ήταν σκλάβοι στα δικά τους σπίτια».

Από τις περιγραφές των αριστοκρατικών συγγραφέων γίνεται προφανής μια, θολά κατανοημένη και με σκοτεινό τρόπο δοσμένη, ανατροπή του κοινωνικού στάτους κβο: ένας κόσμος χωρίς άρχοντες, φοροσυλλέκτες και αστυνομία.

Καθώς η αυτοκρατορία έμπαινε στην τελειωτική για αυτήν κρίση, καθώς οι εχθροί της τη νικούσαν παντού και οι άρχοντες έπεφταν σε μια καταιγίδα αλληλοκατηγοριών και σκληρότητας, τα προαιώνια θύματα της έβρισκαν το χώρο και τον τρόπο να αυτο-οργανωθούν, να πάρουν κουράγιο και να αντισταθούν. Οι τρεις κινητήριες μηχανές της Ιστορίας – η πολιτιστική πρόοδος, ο ανταγωνισμός της άρχουσας τάξης και η ταξική πάλη – δούλευαν στο φουλ. Οι καταιγίδες της ύστερης αρχαιότητας δημιουργούσαν ένα καινούργιο κόσμο.










 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ