6 Οκτ 2013

ΗΠΑ Την κόντρα των αστών πληρώνουν οι εργαζόμενοι

ΗΠΑ
Την κόντρα των αστών πληρώνουν οι εργαζόμενοι
Συνεχίστηκε η αντιπαράθεση των αστικών κομμάτων μετά την 1η Οκτώβρη, που είχε ως πρώτο αποτέλεσμα την «παράλυση» σειρά ομοσπονδιακών υπηρεσιών
Αστεγος κοντά στην έδρα της κυβέρνησης. Η αντιπαράθεση ή οι συμβιβασμοί των αστών είναι γι' αυτόν το ίδιο
«Η πιστωτική αγορά θα μπορούσε να παγώσει, η αξία του δολαρίου να κάνει βουτιά και τα αμερικανικά επιτόκια να εκσφενδονιστούν στα ύψη οδηγώντας σε μια χρηματοπιστωτική κρίση και ύφεση, που θα θύμιζε το 2008, ή και χειρότερα», σημείωνε χαρακτηριστικά την περασμένη Πέμπτη η έκθεση του ομοσπονδιακού υπουργείου Οικονομικών, αναφερομένη στις πιθανές επιπτώσεις από μία επικίνδυνη παράταση της δημοσιονομικής κρίσης, που έχει ξεσπάσει ανάμεσα σε Λευκό Οίκο και Κογκρέσο, μετά τις 17 Οκτώβρη, οπότε θα πρέπει να έχει αποφασίσει το Κογκρέσο την αύξηση του ανώτατου ορίου δανεισμού του αμερικανικού κράτους, που σήμερα ανέρχεται στα 16,7 τρισ. δολάρια.
Παρόμοια «καμπάνα» χτύπησε την Πέμπτη και η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, σημειώνοντας ότι η αποτυχία των ΗΠΑ να αυξήσουν το όριο του δημόσιου χρέους «θα ήταν πολύ χειρότερη εξέλιξη» από την παρούσα παράλυση του ομοσπονδιακού κράτους, καθώς δεν θα έβλαπτε μόνο την εγχώρια οικονομία αλλά θα είχε επιπτώσεις και σε παγκόσμιο επίπεδο.
Συνεπώς, η «παράλυση» μέρους του δημόσιου τομέα στις ΗΠΑ από την περασμένη Τρίτη, οπότε ναυάγησε στην (υπό ρεπουμπλικανική ηγεσία) Βουλή των Αντιπροσώπων η ψήφιση του προϋπολογισμού για το νέο οικονομικό έτος(με αφορμή τις προσπάθειες των Ρεπουμπλικανών να καθυστερήσουν την εφαρμογή της μεταρρυθμιστικής πρότασης Ομπάμα για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και ασφάλιση),δεν μοιάζει παρά με την αρχή μίας νέας φάσης αντιπαράθεσης. Εάν δεν «γεφυρωθούν» οι διαφορές ανάμεσα στα αστικά κόμματα που υπηρετούν τμήματα του κεφαλαίου τα οποία θέτουν άλλες προτεραιότητες με βάση τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους, έως τις 17 Οκτώβρη, δεν θα μιλάμε απλώς για κλιμάκωση της λεγόμενης «δημοσιονομικής κρίσης» αλλά για στάση πληρωμών με σοβαρές συνέπειες στη διεθνή καπιταλιστική οικονομία, όπου όλοι αλληλοεξαρτώνται, περιλαμβανομένης και της Κίνας που κατέχει το 1/3 του αμερικανικού χρέους σε ομόλογα.
Ομως, ακόμη και εάν έως τις 17 Οκτώβρη ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Τζον Μπέινερ, όπως ακούγεται, βρει ένα συμβιβασμό α) για τον προϋπολογισμό και β) για την αύξηση του ανώτατου ορίου δανεισμού ώστε να προσπεράσει το σκόπελο των πιο ακραίων στοιχείων του κόμματός του (δηλαδή, την ομάδα γερουσιαστών από το λεγόμενο Κόμμα του Τσαγιού - Τea Party - όπως ο Τεξανός Τεντ Κρουζ), συμμαχώντας με τους Δημοκρατικούς, τότε αυτό που θα έχει καταφέρει θα είναι η αναβολή «επίλυσης» του προβλήματος του συνεχώς αυξανόμενου δημόσιου χρέους.
Ουσιαστικά, Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί προτείνουν διαφορετικό μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής, οι πρώτοι περισσότερο επεκτατικό μείγμα (επέκταση δημόσιων δαπανών), με ανοχή στο έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού και στην αύξηση του δημόσιου χρέους, και οι δεύτεροι περισσότερο περιοριστικό (περιορισμός δημόσιων δαπανών).
Οι ανοιχτές πληγές ανέργων, αστέγων, φτωχών, ανασφάλιστων
Ταυτόχρονα, ακόμα και αν σήμερα η καπιταλιστική ανάπτυξη «τρέχει» στις ΗΠΑ με περίπου 2% μετά το υποτιθέμενο «προσπέρασμα» της κρίσης του 2008, αυτό δεν αλλάζει την κατάσταση των λαϊκών στρωμάτων. Το πραγματικό ποσοστό της ανεργίας ξεπερνά το 15%. Περίπου 50.000.000 Αμερικανοί εξαρτούν τη σίτισή τους από τα κουπόνια ή τα συσσίτια οργανώσεων αρωγής. Εκατομμύρια είναι άστεγοι αλλά όχι απαραίτητα και άνεργοι, αλλά κακοπληρωμένοι σκληρά εργαζόμενοι. Παρά την πολυδιαφημισμένη ιατροφαρμακευτική και ασφαλιστική μεταρρύθμιση του Προέδρου Ομπάμα (Obamacare) εκατομμύρια Αμερικανοί - κυρίως φτωχοί Αφροαμερικανοί και μονογονεϊκές οικογένειες - θα παραμείνουν ανασφάλιστοι δίχως πρόσβαση σε υπηρεσίες Υγείας, ενώ κυρίως ωφελούνται τα μονοπώλια της Υγείας (ασφαλιστικές, φαρμακευτικές εταιρείες κ.λπ.).
Χαρακτηριστικό ρεπορτάζ των «Τάιμς της Ν. Υόρκης» στις 2/10/13 σημείωνε πως παρά το γεγονός πως την Τρίτη ξεκίνησε ηλεκτρονικά για τους Αμερικανούς πολίτες η αγορά υπηρεσιών Υγείας και Ασφάλισης με την επιδότηση του ομοσπονδιακού κράτους, στην ουσία εκατομμύρια Αμερικανοί - και δη τα 2/3 των φτωχότερων Αφροαμερικανών και των ανύπαντρων μητέρων, καθώς και το 50% των χαμηλόμισθων εργαζομένων - θα παραμείνουν ανασφάλιστοι. Αυτό οφείλεται, μεταξύ άλλων, στο γεγονός πως αυτές οι κατηγορίες πληθυσμού βρίσκονται ανάμεσα σε αυτούς που έχουν ελαφρώς καλύτερο εισόδημα και άρα είναι δικαιούχοι του προγράμματος κρατικής επιδότησης, και σε αυτούς που έχουν ελάχιστους ή καθόλου πόρους και οι οποίοι είναι ούτως ή άλλως δικαιούχοι του προγράμματος Medicaid (ενός προγράμματος βασικής ιατρικής και νοσηλευτικής φροντίδας για πάμφτωχους και πολύ ηλικιωμένους)...
Με άλλα λόγια, η πολιτική Ομπάμα για «ξεπέρασμα» της κρίσης μέσω συνέχισης της αύξησης του δημόσιου χρέους (το οποίο βεβαίως θα πρέπει να καλύψει ο εργαζόμενος λαός και όχι η πλουτοκρατία), μπορεί να πάρει, αν τα καταφέρει, έστω και τώρα, κάποια παράταση ζωής αλλά όχι εσαεί, αφού τελικά διογκώνει την υπερσυσσώρευση κεφαλαίου και μεταθέτει την επίλυσή του «αργότερα», ως υπερδιογκωμένο χρέος με νομοτέλειες, από τις οποίες δεν μπορεί να ξεφύγει κανένας...
Ουσιαστικά, η αντιπαράθεσή τους για το μείγμα διαχείρισης είναι αντιπαράθεση ανάμεσα σε τμήματα του κεφαλαίου. Μοναδικός δρόμος για την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας είναι η καταστροφή κεφαλαίου σε κάθε μορφή του, η απαξίωση της εργατικής δύναμης, η καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων. Εδώ ουσιαστικά εστιάζεται αυτή η διαπάλη. Ποιο τμήμα του κεφαλαίου θα έχει τις λιγότερες απώλειες, ποιο ενισχύεται περισσότερο από το ένα ή το άλλο μείγμα. Αυτό εκφράζει η κόντρα Δημοκρατικών - Ρεπουμπλικανών. Για παράδειγμα, το πρόγραμμα Υγείας του Ομπάμα αποτελεί ενίσχυση για τους φαρμακευτικούς ομίλους και τους ομίλους Υγείας στις ΗΠΑ, που θα έχουν τεράστια κερδοφορία, ενώ δεν καλύπτει ούτε τις στοιχειώδεις ανάγκες των λαϊκών στρωμάτων, που παραμένουν πρακτικά ανασφάλιστα. Από την άλλη, οι θέσεις των Ρεπουμπλικανών εκφράζουν κυρίως συμφέροντα άλλων τμημάτων του κεφαλαίου, του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος, της πετρελαϊκής βιομηχανίας. Και εδώ εκφράζεται η διαπάλη ανάμεσα στις τράπεζες και σε άλλα τμήματα του κεφαλαίου. Ο Ομπάμα θεσμοθέτησε ρυθμίσεις για αυστηρότερους ελέγχους σε μια σειρά ζητήματα, όπως στους όρους χορήγησης δανείων (δυσκολεύει τη βιομηχανία), στην αγορά παραγώγων και στο ενεργητικό των τραπεζών. Επίσης, επέβαλε με νομοθετική κατοχύρωση τη δυνατότητα και υποχρέωση του κράτους να στηρίζει τα μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα όταν κινδυνεύουν από χρεοκοπία, να στηρίζει το χρέος τους, να δανείζει χρήματα με προνομιακούς όρους, να αγοράζει ομόλογα, να ξεπληρώνει τους πιστωτές τους, ακόμα και να αναλαμβάνει τον έλεγχο «προβληματικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ειδικού βάρους» και να τα τεμαχίζει σε μικρότερα, προκειμένου να τα προστατέψει από το ενδεχόμενο ντόμινο άλλων επιχειρήσεων. Εδωσε το δικαίωμα στη FED (Ομοσπονδιακή Τράπεζα) εν μέσω κρίσης να παρέχει στους τραπεζικούς ομίλους έως και 4 τρισ. δολάρια.
Είναι φανερό πως ο χαμένος από την κόντρα ανάμεσα στα τμήματα της αστικής τάξης, που από τη μια εκπροσωπεί η κυβέρνηση Ομπάμα και οι Δημοκρατικοί (με γνωστή την προτίμησή τους στα συμφέροντα των φαρμακοβιομηχανιών, των εταιρειών ασφάλισης, υψηλής τεχνολογίας και «πράσινης» ανάπτυξης) και από την άλλη η ηγεσία των Ρεπουμπλικανών στη Βουλή των Αντιπροσώπων (που δεν κρύβει τη συμπάθεια για το «παραδοσιακό» οικονομικο-στρατιωτικό σύμπλεγμα και τα πετρέλαια) δεν θα είναι κανένας απ' αυτούς. Ο ηττημένος θα είναι η αμερικανική εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα που πληρώνουν την κρίση και υφίστανται την εκμετάλλευση για να γυρίζει ο «τροχός» της καπιταλιστικής παραγωγής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ