Tο μνημόνιο ως μέτρο έκτακτης ανάγκης
Ας δούμε όμως, πως
ερμηνεύουν αυτή την κατάσταση ανάγκης οι οπορτουνιστές και συγκεκριμένα ο
ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος μέσω του προέδρου του και των ‘διανοουμένων’ του έχει
αναφερθεί πολλάκις στην ύπαρξη κατάστασης ανάγκης στη χώρα μας. Ποιος
επιβάλει, λοιπόν, την κατάσταση ανάγκης σύμφωνα με τον ΣΥΡΙΖΑ; Ποιος είναι ο
κυρίαρχος; Ας δούμε τι λέει ο Τσίπρας:
Έχουμε μια παρατεταμένη και διαρκή παραβίαση του
συντάγματος και των διαδικασιών που ορίζονται από το σύνταγμα σε σχέση με η
διαδικασία λήψης απόφασης. Αυτό δικαιολογείται εν μέρει από τις έκτακτες
περιστάσεις. Κατά την άποψή μας όμως, αυτή η παρατεταμένη παραβίαση του
συντάγματος και των διαδικασιών που ορίζει, στο βαθμό που πρόκειται για μια διαδικασία
που γίνεται κατ' εντολή των δανειστών και των εταίρων μας, συνιστά παραβίαση
του σκληρού πυρήνα της κυριαρχίας και της ανεξαρτησίας της χώρας.
Ο Τσίπρας αναφέρεται στην
κατάσταση ανάγκης που έχει επιβάλει η Τρόικα και οι δανειστές. Αυτοί είναι οι κυρίαρχοι
κατά την άποψή του. Αυτή όμως είναι μία αυθαίρετη τοποθέτηση που δε λαμβάνει
υπ’ όψη την ταξική πάλη και το ρόλο του εποικοδομήματος που την αντανακλά. Γι
αυτό και ο οπορτουνισμός του ΣΥΡΙΖΑ εκφράζεται σε ανεδαφικές προτάσεις, όπως ο έλεγχος της
Τρόικα από το Ευρωκοινοβούλιο, γιατί ‘δεν μπορεί να συνεχιστεί η λειτουργία ενός μη
νομιμοποιημένου θεσμού, όπως αυτός της τρόικας, ο οποίος δεν ελέγχεται από τους
δημοκρατικούς θεσμούς της ΕΕ’. Ποσώς ενδιαφέρεται ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ για το
ρόλο του Ευρωκοινοβουλίου, που ως θεσμός της ΕΕ ουδέποτε αντιτάχθηκε αλλά
αντίθετα υπερθεμάτισε υπέρ των σκληρών αντιλαϊκών μέτρων και σε βάρος των
λαϊκών στρωμάτων.
Ποιος είναι, λοιπόν, ο
φορέας της εξουσίας; Ποιος είναι ο κυρίαρχος; Εναντίον ποίου στρέφεται ο
Τσίπρας, όταν κάνει λόγο για επιβολή κατάστασης ανάγκης; Εναντίον του
μονοπωλιακού Κεφαλαίου μήπως; Και τότε προς τι ο ‘γάμος’ με τον ‘Σύνδεσμο
Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών’; Προς τι η συμπόρευση με το Κεφάλαιο; Γιατί ο ΣΕΒ
υποστήριξε τα μέτρα του μνημονίου για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Ο ΣΕΒ
δε διαφώνησε καθόλου με το περιεχόμενο των μέτρων έκτακτης ανάγκης. Μέτρα που
περιλαμβάνουν ελαστική εργασία, κινητικότητα εργαζομένων, μείωση κατώτατου
μισθού, ριζική αναδιαμόρφωση και ουσιαστική ανενέργεια του εργατικού δικαίου,
είναι μέτρα προς όφελος της εγχώριας άρχουσας αστικής τάξης. Η κυρίαρχη αστική
τάξη δεν έχει καμία αντίρρηση με το περιεχόμενο των αντιλαϊκών μέτρων.
Αλλά ούτε και ο ΣΥΡΙΖΑ
είχε καμία αντίρρηση με το περιεχόμενο των μέτρων αυτών. Επαναλαμβάνουμε πως
σημασία έχει η ουσία και όχι η μορφή. Το περιεχόμενο των μέτρων έκτακτης
ανάγκης του Μνημονίου δε διαφέρει σε τίποτα από τα μέτρα τα οποία προκρίνει η
Ευρωπαϊκή Ένωση από την ίδια τη δομή και τη φύση της, και τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ
υιοθέτησε με την επικύρωση της Συνθήκης του Μάαστριχτ, και τα οποία υιοθέτει
ακόμα μέσω της επιλογής του ευρωμονόδρομου και μιας σειράς αποπροσανατολιστικών
θέσεων (ευρωπαϊκού Νότου, μεταρρύθμιση της ΕΕ εκ των έσω, ενίσχυση των
δημοκρατικών θεσμών). Η ουσία Μάαστριχτ και μνημονίων είναι η ίδια: η
δικτατορία του Κεφαλαίου. Η μορφή αλλάζει.
Η κατάσταση δε θα ήταν, όμως, διαφορετική ακόμη και αν τα
μέτρα έκτακτης ανάγκης εξέφραζαν ‘κεϋνσιανές’ αντί για ‘νέο-φιλελεύθερες’
πολιτικές. Ο λόγος είναι πως ακόμα θα βρισκόμασταν σε πλαίσιο
δικτατορίας της αστικής τάξης. Τα μέτρα που πάρθηκαν στις ΗΠΑ τη δεκαετία του
1930, γνωστά ως New Deal,
ήταν μέτρα έκτακτης
ανάγκης που πάρθηκαν για να αντιμετωπιστεί η οικονομική κρίση του ’32.
Υποστηρίζεται πως έθεσαν τις βάσεις για το μοντέλο του κοινωνικού
κράτους πρόνοιας. Πάρθηκαν, όμως, κάτω από την πίεση της όξυνσης των
κοινωνικών
αντιθέσεων, λόγω της καπιταλιστικής κρίσης υπερσυσσώρευσης. Στην ουσία
δεν ήταν
τίποτε άλλο από απλές υποχωρήσεις της αστικής τάξης. Αυτά τα μέτρα
βρίσκονταν πάντα στη διακριτική
ευχέρειά της να τα πάρει πίσω, όπως άλλωστε έγινε από τη δεκαετία του
1970 και
μετά.
Η μαρξιστική-λενινιστική
ανάλυση φανερώνει πως η εκάστοτε μορφή διακυβέρνησης σε συγκεκριμένες
ιστορικο-κοινωνικές συνθήκες καθορίζεται από την οικονομική βάση, δηλαδή τις
κοινωνικο-οικονομικές σχέσεις παραγωγής, και την όξυνση των κοινωνικών
αντιθέσεων, την εξέλιξη, δηλαδή, της ταξικής πάλης.
Το ουσιαστικό περιεχόμενο
της κατάστασης ανάγκης, λοιπόν, δεν ανάγεται και δεν εξαντλείται στη φύση των
συγκεκριμένων μέτρων αντιμετώπισης της κρίσης. Η ουσία βρίσκεται στο ταξικό
περιεχόμενο της εξουσίας. Η ποιοτική διαφορά είναι μεταξύ δικτατορίας της
αστικής τάξης και δικτατορίας του προλεταριάτου. Για αυτό και η ερώτηση που
θέτει ο κομμουνιστής, που αναλύει ταξικά τα κοινωνικο-πολιτικά φαινόμενα, είναι:
ποια είναι η κυρίαρχη τάξη; Ο κομμουνιστής μιλά για την κατάσταση ανάγκης που
έχει επιβάλει η κυρίαρχη αστική τάξη.
Είναι η ουσία που πρέπει
να τονιστεί και όχι η μορφή. Ο κομμουνιστής εξετάζει την ουσία της δικτατορίας
-ποια τάξη κυβερνά- για να ερμηνεύσει τη μορφή της. Η μορφή του
νομικο-πολιτικού εποικοδομήματος μπορεί να είναι είτε κατάσταση νομιμότητας
είτε κατάσταση εξαίρεσης. Η ουσία, όμως, που απορρέει από τον τρόπο και τις
σχέσεις παραγωγής, είναι πάντα δικτατορία της αστικής τάξης που χρησιμοποιεί το
κράτος και το νόμο για να αναπαράγει τις καπιταλιστικές σχέσεις εκμετάλλευσης.
Γιατί, στο κάτω κάτω, η
κατάσταση ανάγκης είναι η άλλη όψη της κατάστασης νομιμότητας. Ακόμα και όταν η
μορφή διακυβέρνησης είναι σε κατάσταση νομιμότητας, η εκμετάλλευση και η
εξαθλίωση για τον εργάτη παραμένουν. Η μορφή διακυβέρνησης της κατάσταση
ανάγκης, είτε προβλέπεται στο Σύνταγμα είτε όχι, ταυτίζεται με την αστική
έννοια της δικτατορίας ως μορφής διακυβέρνησης.
Το μείζον δεν είναι να
αντιμετωπιστεί η κατάσταση ανάγκης ως δικτατορική μορφή διακυβέρνησης και να
επανέλθουμε σε συνθήκες αστικής νομιμότητας-κανονικότητας, μέσα στο πλαίσιο
πάντα της δικτατορίας της αστικής τάξης. Το να γυρίσουμε σε συνθήκη αστικής
νομιμότητας από τη συνθήκη εξαίρεσης είναι κενό νοήματος για τους εργάτες και
τα λαϊκά στρώματα γιατί σε συνθήκες δικτατορίας -στην ουσία- της αστικής τάξης
η εκμετάλλευση δεν παύει να υφίσταται σε καθημερινή βάση.
Το ζητούμενο, λοιπόν,
είναι να αναδειχθεί ο επιτελικός ρόλος της κατάστασης ανάγκης συγκεκριμένα,
αλλά και του δικαιικού συστήματος γενικότερα, στην αναπαραγωγή των
καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, των σχέσεων εκμετάλλευσης ανθρώπου από
άνθρωπο. Το ζητούμενο είναι να αναδειχθεί η αναγκαιότητα συντριβής της
δικτατορίας της αστικής τάξης και η αναγκαιότητα εγκαθίδρυσης της δικτατορίας
του προλεταριάτου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου