Το 'να χέρι νίβει τ' άλλο...
Στο
εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ απασχόλησε τις προηγούμενες μέρες η αντιπαράθεση
της πλειοψηφίας με τη μειοψηφούσα (αλλά με ισχυρά ερείσματα στις
οργανώσεις του κόμματος) «Αριστερή Πλατφόρμα», άτυπος επικεφαλής της
οποίας είναι ο Π. Λαφαζάνης, με επίκεντρο τη θέση για το ευρώ...
Το ζήτημα είχε περάσει σε δεύτερο πλάνο και με επιλογή της «Αριστερής Πλατφόρμας», στελέχη της οποίας το τελευταίο διάστημα εμφανίζονταν βασιλικότεροι του βασιλέως ως προς την υπεράσπιση της κεντρικής πολιτικής γραμμής του κόμματος. Εντούτοις, η αντιπαράθεση αναζωπυρώθηκε στην τελευταία συνεδρίαση της ΚΠΕ, την περασμένη Κυριακή, με αφορμή την απόρριψη τροπολογιών που κατέθεσε η «Αριστερή Πλατφόρμα» στη διακήρυξη για τις ευρωεκλογές, με τις οποίες ζητούσε, μεταξύ άλλων, να εκπονήσει ο ΣΥΡΙΖΑ σχέδιο για την περίπτωση που αναγκαστεί να εγκαταλείψει το κοινό νόμισμα.
Πρόκειται, βεβαίως, για αντιπαράθεση άκρως αποπροσανατολιστική για το λαό, βολική για τον ΣΥΡΙΖΑ τον οποίο η ύπαρξη της «Αριστερής Πλατφόρμας» με τη νόθα «ριζοσπαστική» φρασεολογία, βοηθά να «συνομιλεί» με ένα κοινό που απωθείται απ' τα απροκάλυπτα διαπιστευτήρια της πλειοψηφίας στους καπιταλιστές και τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, που έχει αναφορά στους αγώνες του κομμουνιστικού κινήματος, που δραστηριοποιείται στο κίνημα. Αν και στην πραγματικότητα οι θέσεις της «Αριστερής Πλατφόρμας» δε διαφέρουν σε τίποτα από αστικές ευρωσκεπτικιστικές θέσεις που μπορεί να δει κανείς σε καθαρόαιμες αστικές δυνάμεις ή ακόμα στο λεγόμενο «Σχέδιο Β'» του Αλαβάνου για την πιθανότητα εξόδου της Ελλάδας από το Ευρώ. Ο τελευταίος, μάλιστα, κάλεσε την «Αριστερή Πλατφόρμα», αν εννοεί αυτά που λέει, να αποχωρήσει από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η συζήτηση για το ευρώ, αποσπασμένη από το ζήτημα ποιος δρόμος ανάπτυξης, ποια εξουσία από τη συνολική στάση απέναντι στην ΕΕ και τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες είναι συζήτηση που αφορά το αστικό στρατόπεδο όχι όμως τους εργαζόμενους. Καμία απ' τις δύο πλευρές, εξάλλου, δε θέτει ζήτημα εξόδου της χώρας απ' την ΕΕ. Απεναντίας, οι όρκοι πίστης απέναντί της είναι καθημερινοί. Και οι δύο πλευρές, κάθε μία απ' το πόστο της, δουλεύουν για τον κοινό στόχο που είναι η ανάληψη της αστικής διαχείρισης, ώστε από αναβαθμισμένη θέση να υπηρετήσουν την αστική εξουσία.
Διαφωνούν αλλά τελικά συμφωνούν
Αλλωστε,
είναι χαρακτηριστικές οι δηλώσεις των στελεχών της «Αριστερής
Πλατφόρμας» αμέσως μετά την ΚΠΕ και το θόρυβο που προκλήθηκε, με τις
οποίες έσπευσαν να διαβεβαιώσουν ότι οι διαφωνίες τους είναι «εντός των
τειχών», επαληθεύοντας ότι ο ρόλος τους είναι να θολώνουν τα νερά για τη
στρατηγική που υπηρετεί ο ΣΥΡΙΖΑ.Προς τούτο είχε διαβεβαιώσει την ΚΠΕ και ο Π. Λαφαζάνης, λέγοντας στην ομιλία του πως αν η μειοψηφία επιμένει στην τόνωση της «ριζοσπαστικής» συνθηματολογίας του ΣΥΡΙΖΑ είναι γιατί διαφορετικά δεν πρόκειται να δει κυβέρνηση ούτε με το κιάλι. «Αν ο ΣΥΡΙΖΑ εγκατέλειπε τον ριζοσπαστισμό του τότε θα έχανε την ορμή του και σε τελευταία ανάλυση τη δυνατότητά του να κατακτήσει την κυβερνητική εξουσία», ανέφερε.
Μετά την ΚΠΕ πρώτος το «σύνθημα» έδωσε ο εκπρόσωπος Τύπου, Π. Σκουρλέτης, δηλώνοντας ότι «η δική μας επιλογή είναι η αναζήτηση λύσης εντός της Ευρωζώνης, δεν είναι η αποχώρηση έξω από το ευρώ».
Ακολούθησε η Σόφη Παπαδόγιαννη, στέλεχος της μειοψηφίας («Αθήνα 9.84») που ήταν αποκαλυπτική λέγοντας ότι η θέση της «Αριστερής Πλατφόρμας» είναι ενισχυτική της θέσης της πλειοψηφίας και η εικόνα διχασμού δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα, αφού ο ΣΥΡΙΖΑ ποτέ πριν δεν ήταν τόσο ενωμένος.
Ο Π. Λαφαζάνης εξέφρασε τον πλήρη σεβασμό του στις θέσεις της πλειοψηφίας, τις οποίες, όπως είπε, υπερασπίζεται απέναντι στην «ιδιαίτερη, προσωπική του άποψη».
Γραμμή υποταγής στο κεφάλαιο
Η
αλήθεια είναι ότι η μειοψηφία σέβεται και υπερασπίζεται μια γραμμή που
παρ' όλες τις «ριζοσπαστικές διαφοροποιήσεις» και τη φρασεολογία για
σοσιαλισμό και τα συνθήματα δεν είναι διαφορετική από τη δική της σε
στρατηγικά ζητήματα. Πράγμα, άλλωστε, φυσικό, γιατί θα ήταν παράλογο να
συστεγάζονται δυνάμεις με διαφορετική στρατηγική στο ίδιο κόμμα. Για
λόγους κυρίως που εξυπηρετούν την όξυνση της αντιπαράθεσης αλλά
εξυπηρετώντας και την τακτική συμμόρφωσης του ΣΥΡΙΖΑ από τη σκοπιά του
κεφαλαίου η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ αναδεικνύουν τις αντιφάσεις στην πολιτική
του.Ο ΣΥΡΙΖΑ, προσπαθώντας να ανταποκριθεί, πασχίζει να αποδείξει στην αστική τάξη ότι είναι ικανή και αξιόπιστη δύναμη για να αναλάβει τη διαχείριση των υποθέσεών της.
Ενδεικτικά είναι τα όσα λέει για την ΕΕ. Την ώρα που πίνει νερό στο όνομά της, μάλιστα ο Αλ. Τσίπρας διεκδικεί την Προεδρία του ιερατείου της, της Κομισιόν, παίρνοντας υπόψη του την οργή του λαού απέναντί της, λέει: «Ομως η επανίδρυση ή επαναθεμελίωση δεν θα ξεκινήσει από το μηδέν, δεν συνεπάγεται τη διάλυση. Μια διάλυση της σημερινής ΕΕ χωρίς ένα ώριμο εναλλακτικό αριστερό σχέδιο εμπεριέχει τον κίνδυνο μιας αρνητικής παλινδρόμησης, μιας επιστροφής σε εποχές καταστροφικών εθνικιστικών ανταγωνισμών (...) τα περισσότερα δεινά από μια διάλυση της ΕΕ θα τα πληρώσουν και πάλι οι πιο αδύνατοι, οι πιο αδύναμες χώρες, αλλά και οι πιο αδύναμοι στην κάθε χώρα ξεχωριστά. Αυτή η θέση δεν θα πρέπει να ερμηνευτεί ως μια συγκατάθεση στη σημερινή Ευρώπη μέσα από τη λογική του "λιγότερου κακού". Αντίθετα, αυτή η θέση καθιστά πιο επείγουσα την ανάγκη για ανατροπή του σημερινού, επικίνδυνου τέλματος, και προσδίδει στην εν λόγω ανατροπή το περιεχόμενο ενός μεγάλου κοινωνικού και οικολογικού μετασχηματισμού, μιας "επανίδρυσης της Ευρώπης"» (Γ. Δραγασάκης, «Αυγή της Κυριακής» 30.3.2014).
Αναφερόμενος σε «αλλαγή της ΕΕ», ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εννοεί τίποτα περισσότερο απ' την αλλαγή της σημερινής κυρίαρχης πολιτικής διαχείρισης στην ΕΕ και βάλλει κατά της γερμανικής κυβέρνησης που τη στηρίζει ως το ισχυρότερο κράτος της ΕΕ και της Ευρωζώνης. Ποιος θα ωφεληθεί απ' την αλλαγή αυτή; Η αστική τάξη, η «υγιής επιχειρηματικότητα», όπως αρέσκεται να ονομάζει τους καπιταλιστές ο ΣΥΡΙΖΑ. Δεν κρύβει, άλλωστε, ότι ζητά ρυθμίσεις που θα επιτρέψουν τη στήριξη της καπιταλιστικής ανάκαμψης. Π.χ. «κούρεμα» του χρέους, σύνδεση της αποπληρωμής του με ρήτρα ανάπτυξης, επενδυτικό πακέτο απ' την ΕΕ για την ενίσχυση των καπιταλιστών που επενδύουν, «σχέδιο Μάρσαλ», «New deal» κ.λπ.
Η αλλαγή που οραματίζεται έχει συγκεκριμένα όρια που καθορίζονται από τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης, το χαρακτήρα της ιμπεριαλιστικής ΕΕ, ως στηρίγματος αυτού του δρόμου σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, τις ιδρυτικές πράξεις της ΕΕ (Συνθήκη του Μάαστριχτ κ.λπ.), τους θεσμούς της, τις «κοινές πολιτικές» κ.λπ.
Η υιοθέτηση όμως της στρατηγικής του κεφαλαίου που αποσκοπεί στη στήριξη των κερδών και της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου, οι διαβεβαιώσεις του για την ικανότητά του να διαμορφώσει το περιβάλλον εντός του οποίου αυτά μπορούν να αναπτυχθούν (ρευστότητα μαζί με «ομαλότητα και σταθερότητα» κατά τον Αλ. Τσίπρα), αυτομάτως σημαίνουν ότι ο λαός οι εργαζόμενοι θα συνεχίζουν να βιώνουν τις επιπτώσεις της κρίσης, της εφαρμογής των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, θα συνεχίζουν να ζουν σε καθεστώς υποτιμημένων εργατικών - λαϊκών αναγκών.
Ο Αλ. Τσίπρας λέει: Κατάργηση του μνημονίου αλλά «το μνημόνιο είναι καθεστώς που δεν αλλάζει εύκολα». Ανασυγκρότηση της χώρας αλλά και «να αναλάβουμε μαζί με το λαό το δύσκολο δρόμο της ανασυγκρότησης της χώρας». Επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 750 ευρώ, αλλά «στην πράξη κάτι τέτοιο θα είναι δύσκολο»... Οι αντιφάσεις αυτές που προκύπτουν από τα όρια μιας πολιτικής που είναι ενσωματωμένη στη στρατηγική του κεφαλαίου, στον ευρωμονόδρομο προσπαθούν να ξεπεραστούν, θέτοντας ψεύτικα διλήμματα προς τους εργαζόμενους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου