Ένα τροπάριο για φονιάδες
Σαν σήμερα, πριν 62 χρόνια η αστική τάξη της χώρας, οι Αμερικάνοι
αφέντες τους και τα ντόπια κυνηγόσκυλά τους έστηναν στον τοίχο τον Νίκο
Πλουμπίδη. Ο Νίκος Πλουμπίδης όμως δεν τους έκανε τη χάρη. Δεν υπέκυψε
σε πιέσεις, δε συμβιβάστηκε και κράτησε ψηλά τη σημαία των θυσιών ενός
ολόκληρου λαού και του κόμματός του. Δεν υποχώρησε σπιθαμή ούτε ακόμα,
όταν οι στρατοδίκες επιχείρησαν να τον φέρουν ενάντια στο κόμμα,
προσπαθώντας να αξιοποιήσουν τις λανθασμένες πληροφορίες που είχε τότε η
ηγεσία του κόμματος και λόγω αυτών τον είχε άδικα κατηγορήσει ως
πράκτορα.
Έπεσε ψηλός, θεόρατος, τόσο που και σήμερα η πτώση του κάνει πάταγο και
ταράζει τους κάθε λογής εκμεταλλευτές του λαού στα σπίτια και τα
κρεβάτια τους.
Ζωή και δράση
Ο Νίκος Πλουμπίδης γεννήθηκε στα Λαγκάδια Αρκαδίας το 1902. Σπούδασε στο
Διδασκαλείο, στον Πύργο Ηλείας και έγινε δάσκαλος. Υπηρέτησε πρωταρχικά
στην Ελασσόνα και το 1926, έχοντας αναπτύξει σοσιαλιστικές ιδέες και
έντονη συνδικαλιστική δράση προσχώρησε στο ΚΚΕ. Κατόπιν, εξελέγη μέλος
της Εκτελεστικής Επιτροπής Δημοσιοϋπαλληλικής Ομοσπονδίας και μετέπειτα
της Πανυπαλληλικής Συνομοσπονδίας. Συνελήφθη το 1931, επί κυβερνήσεως
Ελευθερίου Βενιζέλου, για παράβαση του Ιδιώνυμου και καταδικάστηκε σε 3
μήνες φυλάκιση με παράλληλη απόλυση από τη θέση του.
Με την αποφυλάκισή του αναδείχθηκε σε στέλεχος της Ενωτικής Γενικής
Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος (ΕΓΣΕΕ). Στο 6ο Συνέδριο του ΚΚΕ το
Δεκέμβρη του 1935 ο Πλουμπίδης εκλέχτηκε στην Κεντρική Επιτροπή του
κόμματος.
Στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά ο Πλουμπίδης πέρασε στην
παρανομία. Ήταν γραμματέας αρχικά της παράνομης κομματικής επιτροπής του
ΚΚΕ στη Θεσσαλία και στη συνέχεια στη Μακεδονία. Tον Απρίλιο-Μάιο του
1938 μετά από τις συλλήψεις πολλών ηγετικών στελεχών του ΚΚΕ έγινε μέλος
του Πολιτικού Γραφείου του κόμματος. Τον Μάιο του 1939 συνελήφθη από
την Ασφάλεια, αλλά, επειδή έπασχε από φυματίωση μεταφέρθηκε στο
σανατόριο «Σωτηρία», απ' όπου είχε την καθοδήγηση της επίσημης ΚΕ του
ΚΚΕ.
Η κατάληψη της χώρας από τους Γερμανούς βρήκε τον Πλουμπίδη κρατούμενο
στο σανατόριο «Σωτηρία», από όπου δραπέτευσε μαζί με άλλους κομμουνιστές
την Άνοιξη του 1941. Αμέσως μετά την δραπέτευσή του, πέρασε στις
γραμμές της Εθνικής Αντίστασης, αναλαμβάνοντας την καθοδήγηση του
Εργατικού ΕΑΜ. Σε όλη τη διάρκεια της κατοχής έδρασε στην Αθήνα μέσα από
τις τάξεις του ΕΑΜ.
Όταν στα τέλη του 1947 το ΚΚΕ τέθηκε εκτός νόμου και η ηγεσία του έφυγε
για τους ορεινούς όγκους της βόρειας Πίνδου, ο Πλουμπίδης παρέμεινε στην
Αθήνα και ανέλαβε την καθοδήγηση των οργανώσεων του ΚΚΕ στην Αθήνα και
τον Πειραιά μαζί με την Χρύσα Χατζηβασιλείου. Την άνοιξη του 1948 που
έφυγε και η Χατζηβασιλείου για το Γράμμο, ο Πλουμπίδης μαζί με τον
Στέργιο Αναστασιάδη ανέλαβαν την καθοδήγηση και μετά τη σύλληψη του
Αναστασιάδη το Μάρτη του 1949 συνέχισε μόνος του την κομματική
καθοδήγηση των παράνομων οργανώσεων του ΚΚΕ στην Αθήνα.
Μετεμφυλιακά τέθηκε επικεφαλής της παράνομης κομματικής οργάνωσης του
ΚΚΕ στη χώρα, φροντίζοντας και την έκδοση της εφημερίδας "Δημοκρατικός"
που αποτελούσε φωνή του ΚΚΕ στη χώρα.
Τελικά ο Πλουμπίδης συνελήφθη από τις αστυνομικές αρχές στις 25
Νοεμβρίου 1952, επί κυβερνήσεως Α. Παπάγου, πέντε μήνες μετά την
εκτέλεση του Ν. Μπελογιάννη, στο κρησφύγετό του στη συνοικία Κολωνό
(Αθήνα), σε πολύ προχωρημένο στάδιο φυματίωσης. Επτά μήνες αργότερα τον
Ιούλιο του 1953, το έκτακτο στρατοδικείο Αθηνών τον καταδίκασε "δις εις
θάνατο".
Μετά την καταδικαστική απόφαση παρέμεινε για μισό περίπου μήνα στο
παράρτημα-φυλακή του σανατορίου "Σωτηρία". Tην αυγή της 14ης Αυγούστου
του 1954 μεταφέρθηκε στο δάσος του Δαφνιού όπου και εκτελέστηκε
επιδεικνύοντας αξιοθαύμαστη δύναμη, ακλόνητη αφοσίωση στο κόμμα και τις
ιδέες και του αρνούμενος θεία μετάληψη και κάλυψη των ματιών του,
τραγουδώντας την "Διεθνή".
Διαγραφή και αποκατάσταση
Παλαιοί και νεότεροι συγγραφείς, ιστορικοί και αγωνιστές της εποχής
έχουν κατά καιρούς επιχειρήσει να "εκτιμήσουν" ή να "σκιαγραφήσουν" την
υπόθεση της διαγραφής του Πλουμπίδη, είτε αγνοώντας (εσκεμμένα ή όχι),
είτε διαστρεβλώνοντας τα ντοκουμέντα και τις μαρτυρίες γύρω από αυτή την
υπόθεση. Δεν θα ασχοληθούμε μαζί τους, αφού δεν χωράνε στο μέγεθος του
Πλουμπίδη. Θα καταγράψουμε όμως τις συνθήκες της σύλληψής του.
Βρισκόμαστε στο έτος 1952. Ο Εμφύλιος έχει λήξει όμως τα μέτρα
καταστολής, η άτυπη και τυπική τρομοκρατία της αστικής τάξης στο λαϊκό
κίνημα, κάθε άλλο παρά σταμάτησαν. Η Αθήνα αστυνομοκρατείται και οι
χαφιέδες της Ασφάλειας γνωρίζουν ότι το ΚΚΕ διατηρεί ακόμα παράνομους
πυρήνες και καθοδηγητικούς μηχανισμούς στη χώρα.
Ο Πλουμπίδης βρίσκεται επικεφαλής αυτού του μηχανισμού στην Αθήνα,
βρίσκεται όμως και σε προχωρημένο στάδιο φυματίωσης και βαριά άρρωστος. H
KE του αποφασίζει την αντικατάστασή του από τον Νίκο Μπελογιάννη και τη
φυγάδευσή του στο εξωτερικό.
Στις 20 Νοεμβρίου 1950, ο Μπελογιάννης συλλαμβάνεται. Μαζί του ο
Μπάτσης, ο Καλούμενος, ο Αργυριάδης, η Έλλη Παππά και άλλα στελέχη. Εν
τω μεταξύ ανακαλύφθηκαν, με τη βοήθεια των Αμερικανών, ασύρματοι του ΚΚΕ
στις περιοχές Καλλιθέας και Φαλήρου, δίνοντας στους στρατοδίκες την
ευκαιρία επιστράτευσης του μεταξικού νόμου περί κατασκοπείας. Έτσι ο
Μπελογιάννης και οι άλλοι κατηγορούμενοι προσήχθησαν σε νέα δίκη, στις
15 Φεβρουαρίου 1952, βάσει του νόμου 375/1936 περί κατασκοπείας. Ο
Μπελογιάννης αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες και πρόβαλε τις πατριωτικές
του ενέργειες κατά τη διάρκεια της Κατοχής.
Στις 15 Μαρτίου 1952 ο Πλουμπίδης, με επιστολή του, που περιλάμβανε και
δακτυλικό του αποτύπωμα, ανέλαβε αυτός την ευθύνη του παράνομου
κομματικού μηχανισμού και υποσχόταν να παραδοθεί, αν δεν εκτελούνταν η
θανατική ποινή του Μπελογιάννη. Δύο ημέρες μετά το ΚΚΕ διέψευσε την
επιστολή ως πλαστό κατασκεύασμα της Ασφάλειας, ανακοινώνοντας ότι ο
Πλουμπίδης νοσηλεύεται στο εξωτερικό. Ο Πλουμπίδης με την κίνησή του
αυτή είχε μεν την πρόθεση να σώσει τον Μπελογιάννη, γνωρίζοντας ότι ο
ίδιος σύντομα θα πεθάνει, επιβεβαίωσε όμως τις υποψίες της Ασφάλειας για
την ύπαρξη δικτύου καθοδήγησης του ΚΚΕ στην Αθήνα.
Το ΚΚΕ κάνει αυτό το σφάλμα εκτίμησης, βασισμένο όμως (όπως παραδέχεται
και ο Σταύρος Κασιμάτης) σε δεκάδες αναφορές μελών του ΚΚΕ για χαφιεδική
δράση του Πλουμπίδη (υπάρχουν σήμερα στο Αρχείο ΚΚΕ). Ο ίδιος ο
Κασιμάτης, καθοδηγητής τότε της ΕΠΟΝ Αθήνας, ξεκαθαρίζει ότι κι εκείνος
είχε παρόμοιες υποψίες.
Ο λόγος;
Τα παράνομα μέλη του ΚΚΕ ξεκίνησαν να συλλαμβάνονται ένα-ένα. Όλοι εκτός
του Πλουμπίδη. Προφανώς, η Ασφάλεια παρακολουθούσε τον καθοδηγητή Νίκο
Πλουμπίδη και τις επαφές του και αποφάσισε να κάψει το δέντρο από τα
φύλλα προς τις ρίζες, διαλύοντας τον μηχανισμό του κόμματος σταδιακά.
Για του λόγου το αληθές, η Έλλη Παππά δεν συμμερίζονταν τις απόψεις
αυτές για τον Πλουμπίδη. Είχε όμως παρόμοια άποψη για τη Ρόζα Ιμβριώτη
την οποία είχε καταγγείλει ως πράκτορα. Με αυτή την παρατήρηση, μπορεί
κανείς εύκολα να καταλάβει, ότι σε ένα καθεστώς απηνών διώξεων και ήττας
του κινήματος, δημιουργείται εύλογα και εύκολα, ειδικά ανάμεσα σε
πολιτικούς φυγάδες, το αίσθημα της διαρκούς καχυποψίας.
Επιπροσθέτως, είναι γνωστό ότι η Ασφάλεια διέδιδε προβοκατόρικες φήμες,
κατασκευασμένα σενάρια, με σκοπό να σπείρει τη σύγχυση και την αμφιβολία
ανάμεσα στους κομμουνιστές, να συσκοτίσει τα πραγματικά γεγονότα,
διαδίδοντας ότι το τάδε μέλος του ΠΓ ή της ΚΕ ήταν όργανό της.
Η πολιτική καχυποψία τροφοδοτούνταν και από τη σκόπιμα διαφοροποιημένη
και προβοκατόρικη στάση αστών πολιτικών και επικεφαλής των διωκτικών
αρχών απέναντι σε στελέχη του ΚΚΕ, όπως του αρχιασφαλίτη Ιωάννη
Πανόπουλου. που καθύβριζε δημόσια τον Μπελογιάννη, ενώ επαινούσε τον
Πλουμπίδη.
Από την άλλη μεριά, η ΚΕ του ΚΚΕ στο εξωτερικό ελάχιστη ικανότητα
διέθετε στο να κρίνει αντικειμενικά την κατάσταση και να ζυγίσει
γεγονότα. Η ηγεσία του και ασφαλώς όχι μόνος του ο Νίκος Ζαχαριάδης,
επέλεξε να εμπιστευθεί αυτές τις αναφορές. Αυτής της επιλογής
ακολούθησαν και τα γνωστά δημοσιεύματα για το ποιόν του Πλουμπίδη, ο
οποίος δε συμμερίστηκε φυσικά ποτέ τη λάσπη που μεταπολιτευτικά γράφηκε
για το ΚΚΕ, αναφέροντας μάλιστα το παρακάτω στην απολογία του: «Τιμή μου εγώ, πάνω απ' όλα, έχω την τιμή του Κόμματος». Την ίδια στάση επέδειξε σε όλα τα χρόνια της ζωής της και η γυναίκα του Ιουλία.
Το 1958, η 9η Ολομέλεια του ΚΚΕ διαπίστωσε ότι δεν υπάρχει κανένα
στοιχείο που να στηρίζει την κατηγορία του προβοκάτορα και του χαφιέ και
ορθά αποφάσισε την αποκατάστασή του.
Από την απολογία του |
Με το γιο του Δημήτρη |
Μετά την εκτέλεση με τις χειροπέδες ακόμα στα χέρια |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου