16 Μαρ 2017

Ειρήνη κι ειρηνική συνύπαρξη

 Ειρήνη κι ειρηνική συνύπαρξη

Η λέξη ειρήνη [мир] στα ρώσικα σημαίνει κόσμος. Μιρ όμως λέγονταν κι οι μικρές αγροτικές κοινότητες, στις οποίες πίστευαν πως μπορούν να βασιστούν οι ναρόντνικοι επαναστάτες του 19ου αιώνα, και να τις καταστήσουν κύτταρο της σοσιαλιστικής κοινωνίας που οραματίζονταν. Για τους αγρότες αυτά τα δύο мир ταυτίζονταν και με μια άλλη έννοια, καθώς ο κάμπος ήταν όλος ο κόσμος τους, όλη η ζωή τους. Κι ο πολιτικός, επαναστατικός τους ορίζοντας καθοριζόταν απ' τις παραστάσεις του ρώσου μουζίκου, που δεν είχε φύγει ποτέ από το χωριό του κι είχε αντικρίσει μόνο ό,τι χωρούσε στον ορίζοντα του χωραφιού του. Καθοριζόταν δηλ από τη μονότονη επανάληψη που διακρίνει την ύπαιθρο και την αγροτική ζωή κι έκανε ένα ναρόντνικο να λέει πως "η ιστορία κινείται πολύ αργά" και "πρέπει να την επιταχύνουμε". Σε τελική ανάλυση καθορίζεται από τον περιορισμένο κοινωνικό χαρακτήρα της αγροτικής παραγωγής, που παραμένει ως πρόβλημα προς επίλυση στη σοσιαλιστική κοινωνία.

Αυτό δείχνει γιατί η ρωσική επανάσταση μπορούσε να θριαμβεύσει μόνο ως εργατική επανάσταση. Μόνο το εργατικό κίνημα μπορούσε να βρεθεί στη θέση της επαναστατικής πρωτοπορίας, θέτοντας ως στρατηγικό στόχο την ανατροπή του καπιταλισμού και την αλλαγή των παραγωγικών σχέσεων. Το ότι αυτό έγινε σε μια κατεξοχήν αγροτική χώρα, καθυστερημένη κι ημιφεουδαρχική, και το ότι οι μπολσεβίκοι αναγκάστηκαν να χτίσουν τη δικτατορία του προλεταριάτου, με τα πρωτοπόρα στοιχεία της εργατικής τάξης αποδεκατισμένα από τις συνεχείς μάχες, και με μια εργατική τάξη με έντονο το σημάδι της αγροτικής της καταγωγής, είναι μερικές κρίσιμες ιδιαιτερότητες που καθόρισαν σημαντικά τις δυσκολίες και τα επαναστατικά καθήκοντα των μπολσεβίκων.

мир όμως σημαίνει και ειρήνη, δημιουργώντας έτσι ένα πολύ όμορφο ζευγάρι και μια αισιόδοξη οπτική, που δεν ανταποκρίνεται, ωστόσο, συχνά στην πραγματικότητα ενός κόσμου που διέπεται από αντιθέσεις και συγκρούσεις και όπου ο πόλεμος είναι πατέρας των πάντων, όπως λέει ο Ηράκλειτος. Η ταύτιση αυτή καταδεικνύει όμως τα καλύτερα στοιχεία και τις προοπτικές του ανθρώπινου γένους (όταν αποτινάξει τα κατάλοιπα της προϊστορίας του κι αρχίζει να δημιουργεί συνειδητά την ιστορία του).
Πολύ όμορφη είναι κι η ταύτιση που πετυχαίνει στα ελληνικά η λέξη "κόσμος", συνδέοντας ιδανικά τα πράγματα γύρω μας και το περιβάλλον, με τους ανθρώπους που ζουν και δρουν σε αυτό. Μπορείς να επισκεφτείς πχ ένα μέρος και να σε εντυπωσιάσει με τα αξιοθέατα, τη γοητεία και την αύρα που αποπνέει. Δεν μπορείς όμως να αγαπήσεις πραγματικά έναν τόπο, αν δε γνωρίσεις τους ανθρώπους του και την ιστορία τους, αν δε δεθείς μαζί τους, με τη νοοτροπία και τον τρόπο ζωής τους. Κι είναι προφανές πως δε γίνεται να αλλάξουμε τον κόσμο, χωρίς τη μαζική συμμετοχή του κόσμου, που θα πάρει την τύχη στα χέρια του. Ούτε (γίνεται) όμως να περιμένουμε πχ να αλλάξει η συνείδηση του κόσμου, προτού καταπιαστούμε με την αλλαγή του κόσμου, αφού αυτά τα δύο είναι αλληλένδετα.
Οι Σοβιετικοί χρησιμοποίησαν την ελληνική λέξη "κόσμος" για τους δικούς τους κοσμοναύτες, που κατακτούσαν ένα γενναίο, νέο κόσμο: το διάστημα. Κι ονόμασαν συμβολικά мир το διαστημικό τους σταθμό, όπου είχε μείνει το 91' ένας κοσμοναύτης, και όταν επέστρεφε στη Γη, βρήκε τη Σοβιετική Ένωση διαλυμένη, κι έπρεπε να επιλέξει την καινούρια του εθνικότητα. Εγώ στη θέση του μπορεί να διάλεγα να μείνω εκεί που είμαι, ως υποκατάστατο της επουράνιας εφόδου, που προσγειώθηκε λίγο απότομα, και ψάχναμε το μαύρο κουτί, που θα μας δείξει τα αίτια της πτώσης.
Οι Σοβιετικοί δεν ήταν οι μόνοι που έβαζαν τόσο ψηλά το мир με τις δυο του έννοιες. Στα χρόνια της μεταπολίτευσης, πολλοί σφοι γονείς διάλεγαν να βαφτίσουν τα κορίτσια τους Ειρήνη, περιέχοντας κι ένα σαφή πολιτικό συμβολισμό στην επιλογή τους. Τον ίδιο που είχε δηλ το ΣΕΦ (Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας -άλλο αν στην πράξη συνδέθηκε με τελείως διαφορετικές έννοιες), σε μια εποχή που δεν ήταν απλώς καλύτερη (αυτό είναι το μόνο εύκολο συγκριτικά με σήμερα) αλλά κρατούσε ζωντανή και την προοπτική -κι ίσως για αυτό ακριβώς ήταν καλύτερη.
Θυμάμαι επίσης στις ταξιδιωτικές εντυπώσεις του Βάσου Γεωργίου από την Αλβανία του Χότζα, το 1980, το συγγραφέα να ρωτάει τους Αλβανούς γιατί δεν έχουν πουθενά κάποιο σύνθημα υπέρ της ειρήνης, κάτι που γινόταν συστηματικά στις άλλες σοσιαλιστικές χώρες.
Το πρώτο σκέλος της απάντησης θα ήταν πως η απομονωμένη Αλβανία ένιωθε σαν πολιορκημένο φρούριο, που απαγορευόταν να χαλαρώσει την επιφυλακή της, γιατί εξαρτούσε από αυτό το κομμάτι την επιβίωσή της. Το δεύτερο σκέλος είναι πως έβλεπαν με καχυποψία τους ρεβιζιονιστές (εντός ή εκτός εισαγωγικών) και τα συνθήματα του ειρηνικού περάσματος στο σοσιαλισμό και της ειρηνικής συνύπαρξης των δύο συστημάτων, σοσιαλιστικού και καπιταλιστικού, σε παγκόσμια κλίμακα.
Την τελευταία βέβαια δεν την ανακάλυψαν οι ρεβιζιονιστές, καθώς αναφέρεται ήδη στο Λένιν, τονίζοντας την "ανακωχή" που χρειαζόταν η Σοβιετική Ρωσία για να σταθεί στα πόδια της, να αναπτυχθεί και να ξεδιπλώσει τις παραγωγικές της δυνατότητες. Μια ιδιαίτερη μορφή αυτής της συνύπαρξης ήταν εξάλλου κι η υπογραφή του Συμφώνου μη επίθεσης Μολότοφ-Ρίμπεντροπ, προκειμένου να κερδίσουν οι σοβιετικοί χρόνο και να προετοιμάσουν καλύτερα την άμυνά τους.
Το σύνθημα της ειρηνικής συνύπαρξης δεν προέκυπτε ως ιδεοληψία ενός λαού που ταυτίζει λεκτικά τον κόσμο με την ειρήνη, αλλά ως αναγκαιότητα για ένα λαό που έχτιζε το σοσιαλισμό. Που ακόμα κι όταν πάτησε πιο γερά στα πόδια του, κι αντιμετώπιζε από καλύτερες θέσεις το διεθνή συσχετισμό -που παρέμενε αρνητικός- αιμορραγούσε οικονομικά, για να ακολουθήσει το ιμπεριαλιστικό μπλοκ στην κούρσα των εξοπλισμών, χάνοντας πολύτιμους πόρους που θα μπορούσα να αξιοποιηθούν επωφελώς σε άλλους, ζωτικούς τομείς (σε αντίθεση με τους καπιταλιστές και το λεγόμενο στρατιωτικο-βιομηχανικό μπλοκ, που έστηνε μια κερδοφόρα μπίζνα με τους εξοπλισμούς κι ενίσχυε τη θέση του, αποδυναμώνοντας το αντίπαλο δέος).
Η συνύπαρξη αυτή δεν ήταν ασφαλώς ειρηνική, αλλά μια "ισορροπία τρόμου" που βαφτίστηκε μεταπολεμικά ψυχρός πόλεμος, αλλά απέτρεψε μια σειρά θερμές συγκρούσεις και ματοκυλίσματα, βάζοντας εμπόδια στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς. Και δεν εξασφάλιζε προφανώς συνθήκες εργαστηρίου για το προτσές της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, ούτε κάποια περίοδο συμφιλίωσης με τους ιμπεριαλιστές -που εξακολουθούσαν να ασκούν στο ακέραιο την πίεσή τους- συνδεόταν όμως με την αντιιμπεριαλιστική πάλη των λαών του κόσμου, πετυχαίνοντας ως ένα βαθμό τη συσπείρωσή τους σε προοδευτική κατεύθυνση.
Το πρόβλημα ήταν ότι σταδιακά η ειρηνική συνύπαρξη έπαψε να θεωρείται ως ειδική μορφή συνέχισης της ταξικής πάλης, κάτι που διακηρύχθηκε επίσημα το 90' από το Σεβαρντνάτζε, που ήταν υπουργός εξωτερικών της ΕΣΣΔ, ως διαβεβαίωση στο καπιταλιστικό μπλοκ ότι ο δρόμος-κατήφορος της Περεστρόικα ήταν χωρίς επιστροφή.
Το πρόβλημα επίσης ήταν ότι η ειρήνη ταυτίστηκε λανθασμένα με την κοινωνική ειρήνη και το λεγόμενο πασιφισμό, που ακύρωνε στην πράξη την ταξική πάλη, στο όνομα μιας δημοκρατικής μετάβασης, χωρίς επαναστάσεις, αίματα και μίση. Κάτι που διαψεύστηκε πανηγυρικά στην πράξη, αλλά θα το δούμε αναλυτικά σε προσεχή ανάρτηση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ