«Υπάρχει
μια πραγματική δίψα για αμερικανική παρουσία στην περιοχή, από όλους,
πολιτικούς, επιχειρηματίες...». Η παραπάνω διαπίστωση του πρέσβη των
ΗΠΑ, σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή», συμπυκνώνει ίσως με τον
καλύτερο τρόπο το τι σημαίνει «διεθνές κύρος» της χώρας, για το οποίο
μίλησε ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ, και το πώς η «προσέλκυση επενδύσεων», που
σε όλες τις πτώσεις κλίνουν τόσο η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ όσο και η
ΝΔ, μαζί με τα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης, συνοδεύεται από την
ενίσχυση της στρατιωτικο-πολιτικής παρουσίας του ΝΑΤΟ. Η νέα αυτή
παρέμβαση του αξιωματούχου των ΗΠΑ στην Ελλάδα, μετά τις απανωτές βόλτες
του σε όλη τη χώρα, αποτελεί ένα πραγματικό πανόραμα, που δείχνει ότι η
καπιταλιστική ανάπτυξη, οι επιχειρηματικές συμφωνίες με ενεργειακούς
κολοσσούς πάνε χέρι - χέρι με την ακόμα βαθύτερη εμπλοκή της χώρας στους
στρατιωτικούς σχεδιασμούς ισχυρών καπιταλιστικών κρατών και συμμαχιών
τους στην περιοχή.
Οχι τυχαία, άλλωστε, στην ίδια συνέντευξη χώρεσαν αναφορές τόσο στα σχέδια αμερικανικών μονοπωλίων για επενδύσεις όσο και στην ίδια τη θέση της Ελλάδας, που για τις ΗΠΑ αποτελεί γερό χαρτί για την παρουσία τους ευρύτερα στην περιοχή.
Εχουμε και λέμε: Από τη βάση της Σούδας, που αναβαθμίζεται, μέχρι την Αλεξανδρούπολη, που χαρακτηρίζεται από τις ΗΠΑ «πύλη εισόδου» στα Βαλκάνια, αλλά και την αξιοποίηση συνολικά της Βόρειας Ελλάδας για να μπει φρένο στην «ενεργειακή εξάρτηση» της Ευρώπης από τη Ρωσία, γίνεται σαφές από τι αποτελείται το παζλ της «γεωστρατηγικής αναβάθμισης», ως στοιχείο της περιβόητης παραγωγικής ανασυγκρότησης που προωθεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.
Ο Αμερικανός πρέσβης στη συνέντευξή του δεσμεύτηκε για κλιμάκωση της δραστηριότητας των ΗΠΑ στη Βόρεια Ελλάδα, εξαίροντας τις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης στην κατεύθυνση της ένταξης των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Αυτό ονομάζουν τόσο η κυβέρνηση των ΗΠΑ όσο και η κυβέρνηση «Ελλάδα - νησίδα σταθερότητας», το γεγονός δηλαδή ότι πρωτοστατούν στην υλοποίηση των επικίνδυνων σχεδιασμών στην ευρύτερη περιοχή.
Αν αποδεικνύεται κάτι από αυτήν την πολύμορφη εμπλοκή της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, είναι ότι μαζί με τις επενδύσεις «προσελκύονται» και οι πολεμικοί σχεδιασμοί, η «επιστράτευση» γης, θάλασσας και αέρα από τις ΝΑΤΟικές δυνάμεις, η συμμετοχή ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων σε αποστολές εκτός συνόρων. Ολα μαζί, επενδύσεις και εμπλοκή στους ανταγωνισμούς, συνθέτουν ένα πολύ επικίνδυνο μείγμα για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Από τη μία, η καπιταλιστική ανάπτυξη επιβάλλει την ένταση της αντεργατικής επίθεσης και, από την άλλη, η συγκέντρωση των στρατιωτικών μέσων στην περιοχή της ΝΑ Μεσογείου, ως ομπρέλα υπεράσπισης των επενδυτικών σχεδίων, γιγαντώνει τους κινδύνους για όλους τους λαούς.
Στην κούρσα, λοιπόν, της «γεωστρατηγικής αναβάθμισης» της εγχώριας αστικής τάξης, η κυβέρνηση παίζει με τη φωτιά, ενώ παραμένουν σοβαρά ερωτήματα για τον εκσυγχρονισμό της βάσης του Αράξου, με σκοπό, όπως ακούγεται, να εγκατασταθούν εκεί αμερικανικά πυρηνικά όπλα. Τέτοιες ανησυχητικές εξελίξεις, που μάλιστα δεν διαψεύδονται από την κυβέρνηση, δείχνουν ότι η πολιτική αυτή όχι μόνο δεν διαφυλάσσει τα συμφέροντα της χώρας, αλλά βάζει σε μεγαλύτερους κινδύνους το λαό. Τον εκθέτει στους σφοδρούς ανταγωνισμούς, σε μια περίοδο που οι εστίες της έντασης εκτείνονται από την Κορεατική Χερσόνησο μέχρι τη Μ. Ανατολή και τη Β. Αφρική και από εκεί μέχρι τα Δυτικά Βαλκάνια και την Ουκρανία. Είναι τουλάχιστον απάτη, λοιπόν, ο ισχυρισμός ότι ο λαός σε αυτές τις εκρηκτικές συνθήκες «προστατεύεται» με τη βαθύτερη εμπλοκή της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.
Οι εξελίξεις επιβάλλουν επαγρύπνηση, αφύπνιση και ένταση της πάλης του εργατικού - λαϊκού κινήματος ενάντια στους ΝΑΤΟικούς ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και στην ελληνική συμμετοχή σε αυτούς.
Οχι τυχαία, άλλωστε, στην ίδια συνέντευξη χώρεσαν αναφορές τόσο στα σχέδια αμερικανικών μονοπωλίων για επενδύσεις όσο και στην ίδια τη θέση της Ελλάδας, που για τις ΗΠΑ αποτελεί γερό χαρτί για την παρουσία τους ευρύτερα στην περιοχή.
Εχουμε και λέμε: Από τη βάση της Σούδας, που αναβαθμίζεται, μέχρι την Αλεξανδρούπολη, που χαρακτηρίζεται από τις ΗΠΑ «πύλη εισόδου» στα Βαλκάνια, αλλά και την αξιοποίηση συνολικά της Βόρειας Ελλάδας για να μπει φρένο στην «ενεργειακή εξάρτηση» της Ευρώπης από τη Ρωσία, γίνεται σαφές από τι αποτελείται το παζλ της «γεωστρατηγικής αναβάθμισης», ως στοιχείο της περιβόητης παραγωγικής ανασυγκρότησης που προωθεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.
Ο Αμερικανός πρέσβης στη συνέντευξή του δεσμεύτηκε για κλιμάκωση της δραστηριότητας των ΗΠΑ στη Βόρεια Ελλάδα, εξαίροντας τις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης στην κατεύθυνση της ένταξης των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Αυτό ονομάζουν τόσο η κυβέρνηση των ΗΠΑ όσο και η κυβέρνηση «Ελλάδα - νησίδα σταθερότητας», το γεγονός δηλαδή ότι πρωτοστατούν στην υλοποίηση των επικίνδυνων σχεδιασμών στην ευρύτερη περιοχή.
Αν αποδεικνύεται κάτι από αυτήν την πολύμορφη εμπλοκή της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, είναι ότι μαζί με τις επενδύσεις «προσελκύονται» και οι πολεμικοί σχεδιασμοί, η «επιστράτευση» γης, θάλασσας και αέρα από τις ΝΑΤΟικές δυνάμεις, η συμμετοχή ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων σε αποστολές εκτός συνόρων. Ολα μαζί, επενδύσεις και εμπλοκή στους ανταγωνισμούς, συνθέτουν ένα πολύ επικίνδυνο μείγμα για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Από τη μία, η καπιταλιστική ανάπτυξη επιβάλλει την ένταση της αντεργατικής επίθεσης και, από την άλλη, η συγκέντρωση των στρατιωτικών μέσων στην περιοχή της ΝΑ Μεσογείου, ως ομπρέλα υπεράσπισης των επενδυτικών σχεδίων, γιγαντώνει τους κινδύνους για όλους τους λαούς.
Στην κούρσα, λοιπόν, της «γεωστρατηγικής αναβάθμισης» της εγχώριας αστικής τάξης, η κυβέρνηση παίζει με τη φωτιά, ενώ παραμένουν σοβαρά ερωτήματα για τον εκσυγχρονισμό της βάσης του Αράξου, με σκοπό, όπως ακούγεται, να εγκατασταθούν εκεί αμερικανικά πυρηνικά όπλα. Τέτοιες ανησυχητικές εξελίξεις, που μάλιστα δεν διαψεύδονται από την κυβέρνηση, δείχνουν ότι η πολιτική αυτή όχι μόνο δεν διαφυλάσσει τα συμφέροντα της χώρας, αλλά βάζει σε μεγαλύτερους κινδύνους το λαό. Τον εκθέτει στους σφοδρούς ανταγωνισμούς, σε μια περίοδο που οι εστίες της έντασης εκτείνονται από την Κορεατική Χερσόνησο μέχρι τη Μ. Ανατολή και τη Β. Αφρική και από εκεί μέχρι τα Δυτικά Βαλκάνια και την Ουκρανία. Είναι τουλάχιστον απάτη, λοιπόν, ο ισχυρισμός ότι ο λαός σε αυτές τις εκρηκτικές συνθήκες «προστατεύεται» με τη βαθύτερη εμπλοκή της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.
Οι εξελίξεις επιβάλλουν επαγρύπνηση, αφύπνιση και ένταση της πάλης του εργατικού - λαϊκού κινήματος ενάντια στους ΝΑΤΟικούς ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και στην ελληνική συμμετοχή σε αυτούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου