25 Δεκ 2017

Χριστούγεννα 1935 – Φολέγανδρος: Η μεγάλη απεργία πείνας


Ξημερώματα. Για πρώτη φορά ίσως στην ιστορία του νησιού, η καμπάνα λες και χτυπούσε ανόρεχτα, δειλά… Πού άλλα χρόνια, όταν τραντάζονταν όλο το νησί με τα δυνατά της και χαρούμενα νταγκ, νταγκ και όλοι οι κάτοικοι, νέοι, γέροι, παιδιά φορώντας τα γιορτινά τους πετιόντουσαν έξω στα σοκάκια και τραβούσαν για την εκκλησιά της Παναγίας, να λειτουργηθούν, ν’ ακούσουν το Χριστός γεννιέται σήμερα… Σ’ αυτά τα απόμερα νησιά σαν τη Φολέγανδρο τις γιορτές αυτές τις περίμεναν οι κάτοικοι με κάποιο ενδιαφέρον. Ήταν η μόνη ευκαιρία να φορέσουν τα καλά τους, να σμίξουν μετά το σχόλασμα της εκκλησιάς, ν’ αγκαλιαστούν, να φιληθούν, να χορέψουν παιδιά και κορίτσια με τραγούδια και νταούλια… Οι μεγάλοι με μπροστάρη τον παπά να περάσουν από τα σπίτια που γιόρταζαν…
Μήτε χοροί, μήτε τραγούδια…
Μα φέτος δεν ήταν σαν τ’ άλλα τα χρόνια. Κάτι τους βάραινε μέσα τους. Η στενοχώρια ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους. Μήτε χοροί, μήτε τραγούδια. Και ρωτούσε ο ένας τον άλλον: τι έμαθες, τι άκουσες; Κι όσοι ήξεραν, κουνούσαν λυπημένα το κεφάλι τους: Αυτοί εκεί δεν ακούν από τίποτε. Συνεχίζουν με πείσμα την απεργία πείνας και δεν θα τη σταματήσουν, λέει, αν δεν τους δόσει η κυβέρνηση ΑΜΝΗΣΤΙΑ. Μαύρα Χριστούγεννα είναι φέτος για όλους μας. Κρίμα να χαθούν τέτια παλληκάρια. Χρόνια τώρα είναι μαζύ μας. Όλοι τους μορφωμένοι και με καλή καρδιά, πρόθυμοι να τρέξουν, να βοηθήσουν όπως μπορούν τον καθένα μας με φάρμακα, με συμβουλές, μ’ ένα καλό λόγο…
Σαν τελείωσε η λειτουργία περίμεναν όλοι στο προαύλιο της εκκλησιάς τον παπά και κρεμάστηκαν από το στόμα του: Χωριανοί, φέτος δεν πρέπει ν’ ακουστούν νταούλια. Οι νέοι να γλεντήσουν φρόνιμα, γιατί ο Χριστός θα μας κατακρίνει. Εγώ, ο Πρόεδρος και ο Δάσκαλος θα περάσουμε από τα σπίτια των εξορίστων να τους πούμε τα χρόνια πολλά κι ο Χριστός να βοηθήσει να πάνε γρήγορα στα σπίτια τους. Ο Γραμματέας των εξορίστων τους περιέγραψε σε τι μεγάλη εξάντληση βρίσκονταν όλοι οι απεργοί πείνας. Ιδιαίτερα τούς τόνισε την κρίσιμη κατάσταση που βρίσκονταν από προχτές ο εξόριστος Τόλης που ήταν βαριά άρρωστος από βροχικά και τον έκαιγε υψηλός πυρετός και τους παρακάλεσε να στείλουν κι αυτοί τηλεγράφημα στην Κυβέρνηση, σαν αρχές του τόπου. Πριν το μεσημέρι ο πρόεδρος, ο ενωματάρχης, ο ειρηνοδίκης κι ο γιατρός πήγαν ξανά στο σπίτι του Παρασκευά. Ο γιατρός μέτρησε τους σφυγμούς του Τόλη και των άλλων απεργών κι έδοσε φάρμακα και οδηγίες στον φοιτητή της Φαρμακευτικής Κολοζώφ, που είχε αποφασισθεί από την ομάδα να μη κάνει απεργία για να φροντίζει τους άλλους.
Λίγο νερό να δροσιστώ…
Συμπληρώθηκαν δώδεκα σκληρές αγωνιστικές μέρες. Κάθε μέρα που περνάει γίνεται πιο βαριά, πιο δύσκολη. Οι σωματικές δυνάμεις των απεργών καταρρέουν, αλλά ψυχικά είναι αλύγιστοι όλοι τους. Και οι 58 που είναι εκεί…
Στην Αθήνα και τις άλλες πόλεις ο αγώνας για της Αμνηστία των εξορίστων έχει αγκαλιάσει όλα τα στρώματα: εργάτες, επαγγελματίες, επιστήμονες, διανοούμενους, που με παραστάσεις και ψηφίσματα προς την κυβέρνηση ζητούν την Αμνηστία. Τη δεκάτη Τετάρτη μέρα τα μεσάνυχτα, στο σπίτι του Παρασκευά είναι όλοι ανάστατοι. Ο Τόλης (ο Δάσκαλος που τον έλεγαν) έπαθε κρίση. Τρέχει ο Κολοζώφ από το διπλανό σπίτι που έμενε, ανεβαίνει δυό – δυό τα σκαλοπάτια και του κάνει στα γρήγορα μια ένεση. Και μόλις τον είδε που άνοιξε τα μάτια του, του ρίχνει στο στόμα μια κουταλιά καφέ… Κάθε τόσο του μετράει τους σφυγμούς αμίλητος. Οι άλλοι παρακολουθούν αυτή τη σκηνή με σφιγμένη την καρδιά, ενώ τα δάκρυα κυλούν από τα μάτια τους! Ο Τόλης με τη βοήθεια του Κολοζώφ έδοσε τη μάχη της ζωής! Νίκησε! Ευχαριστώ Κώστα! Λίγο νερό να δροσιστώ…
Ο ουρανός ξάστερος, μα ο βοριάς φυσάει τσουχτερός. Το χωριό κουκουλωμένο στο βαθύ σκοτάδι της νύχτας, κοιμάται. Μόνον ένα βαρύ και γρήγορο περπάτημα ακούστηκε στα καλντιρίμια. Ήταν του γραμματέα που έτρεχε να πάει στο Τηλεγραφείο, για να μεταδόσει στις εφημερίδες της Αθήνας τη μεγάλη είδηση, τη δραματική διαμαρτυρία και έκκληση: Ο απεργός Τόλης πεθαίνει από στιγμή σε στιγμή! Το πρωί οι εφημεριδοπώλες διαλαλούσαν τη συνταραχτική είδηση στους δρόμους της Αθήνας. Μεγάλο πλήθος από ανθρώπους κάθε τάξης συνάζονταν στους δρόμους και τις πλατείες και μια φωνή γεμάτη οργή και αγανάκτηση έβγαινε από τα στόματα όλων: Ντροπή! Ντροπή! Να δοθεία αμέσως ΑΜΝΗΣΤΙΑ! Η Αθήνα τραντάχτηκες! Ο Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής της Εργατικής Βοήθειας Τατασόπουλος έκαμνε δηλώσεις στους δημοσιογράφους καταγγέλοντας την κυβέρνηση στον ελληνικό λαό και τους λαούς της Ευρώπης για την απάνθρωπη σκληρότητά της.
Δεκάτη πέμπτη μέρα
Ξημέρωσε η δεκάτη Πέμπτη μέρα της απεργίας. Ήταν η μέρα που έπρεπε να φανεί το καράβι της συγκοινωνίας. Η σοροκάδα έκοψε λίγο και οι ελπίδες να «πιάσει» το καράβι το λιμάνι του νησιού, μεγάλωσαν. Όλοι, ντόπιοι και εξόριστοι το περίμεναν με λαχτάρα. Αυτό τους έφερνε σ’ επικοινωνία με τον έξω κόσμο. Όταν είχε φουρτούνα και δεν έπιανε, ούτε να φάνε δεν είχαν.
Το καράβι με δυσκολία μπήκε στο λιμάνι και αγκυροβόλησε. Πρώτος πήδησε στη βάρκα ένας λεπτός κύριος. Είπε πως είναι δημοσιογράφος και παρακάλεσε να τον οδηγήσουν στα σπίτια των εξόριστων. Μπαίνει στο σπίτι όπου ο απεργός Τόλης χαροπαλεύει! Τον αγκαλιάζει, του δίνει κουράγιο και τον διαβεβαιώνει πως όλη η Αθήνα είναι στο πόδι, πως όλοι θαυμάζουν τον ηρωισμό του και τον ηρωισμό όλων των απεργών και αγωνίζονται με κάθε μέσο για την επιτυχία της απεργίας πείνας. Είναι ο δημοσιογράφος ο Λυδίας.
Το άλλο πρωί καταφθάνει ο Νομάρχης Σύρας με ειδικό σκάφος. Επισκέπτεται τους εξόριστους και τους παρακαλεί να δεχτούν τροφή και η κυβέρνηση θα τους απολύσει όλους. «ΠΑΖΑΡΙΑ ΔΕΝ ΚΑΝΟΥΜΕ», είναι η απάντηση των ηρωικών απεργών και ο Νομάρχης φεύγει άπρακτος. Μ’ αυτόν και ο Λυδίας. Την άλλη μέρα η εφημερίδα του δημοσιεύει με μεγάλους τίτλους τις ειδήσεις από τη Φολέγανδρο με φωτογραφίες του Τόλη και των άλλων εξόριστων απεργών.
Η Φολέγανδρος κατακλύζεται από τηλεγραφήματα συμπαράστασης προς τους απεργούς: Οργανώσεις εργαζομένων, αρχηγοί κομμάτων, διανοούμενοι εκφράζουν το θαυμασμό τους και την αγανάκτησή τους και διαβεβαιώνουν πως αγωνίζονται για τη σωτηρία των απεργών και τη Γενική Αμνηστία.
Οι 13 του Ιδιώνυμου
Καθώς η κυβέρνηση πιέζεται από παντού, προσπαθεί να βρει τρόπο, ώστε να μη φανεί ότι υποχωρεί. Δίνει εντολή στις κατά τόπους Νομαρχιακές Επιτροπές Ασφάλειας ν’ ανακαλέσουν τ η λ ε γ ρ α φ ι κ ώ ς  αυτούς που είχαν εξοριστεί από την περιοχή τους κατά την κοσμογονία του Κονδύλη.
Η μεγάλη και ηρωική απεργία πείνας των εξόριστων της Φολέγανδρου επέτυχε μια σοβαρή δημοκρατική νίκη. Ομάδες, ομάδες οι εξόριστοι αφήνονταν ελεύθεροι και γύριζαν περήφανοι στις πατρίδες τους. Τελευταίοι έμειναν 13, που ήσαν καταδικασμένοι με το περίφημο ι δ ι ώ ν υ μ ο ν  του Βενιζέλου. Ανάμεσα σ’ αυτούς ο βαριά άρρωστος απεργός πείνας Τόλης, ο Βαμβακάς και άλλοι. Αυτοί θα έφευγαν με τη λήξη της ποινής τους. Τους περισσότερους όμως απ’ αυτούς τους πρόλαβε η δικτατορία του Μεταξά που τους παράδοσε στους Γερμανούς φασίστες.
Από τους αγωνιστές της εποχής εκείνης λίγοι ζουν. Η μοίρα το ’φερε ο Τόλης κι ένας Βολιώτης να βρεθούν στην ίδια πόλη. Αφού πέρασαν από τη φωτιά και το σίδερο της Αλβανίας και της Αντίστασης και τα κατοπινά γεγονότα, αισθάνονται την ανάγκη κάπου – κάπου να συναντιώνται στη γωνιά κάποιας συνοικιακής ταβέρνας του Βόλου και πίνοντας το κρασάκι τους, λίγο κι αυτό γιατί ο καθένας έχει τις δικές του λαβωματιές, να φέρνουν στη μνήμη τους τους παλιούς συντρόφους που πολλοί απ’ αυτούς έδοσαν και τη ζωή τους στην πάλη για μια καλύτερη ζωή. Αθάνατοι νεκροί που έγραψαν με το αίμα τους την ιστορία του τόπου αυτού και το όνομά τους δεν θα ξεχαστεί ποτέ. Τα λόγια αυτά γραμμένα μ’ άφθονο πόνο από τους δυό επιζήσαντες συντρόφους τους, αποτελούν ελάχιστο φόρο τιμής σ’ αυτούς.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΡΚΑΓΙΑΝΝΗΣ
ΤΟΛΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΣ
Ριζοσπάστης, Χριστούγεννα 1981
Στη φωτογραφία: Εξόριστοι σε απεργία πείνας, στην Ανάφη, τον Δεκέμβρη του 1935

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ