28 Φεβ 2018

ΣΥΝΟΨΙΖΟΝΤΑΣ ΚΑΙ ΠΑΛΙ




Με τη δίκη της Χρυσής Αυγής να σέρνεται τρία χρόνια τώρα με τους κατηγορούμενους ούτε που να εμφανίζονται στο δικαστήριο, τους βουλευτές της με την αρωγή και της κυβέρνησης  να νομιμοποιούν την παρουσία τους στο πολιτικό σκηνικό, π.χ. επίσκεψή τους με βουλευτές της συγκυβέρνησης στο Καστελόριζο και δήλωση του Ν. Παρασκευοπούλου για «προσπάθεια ένταξης της Χ. Αυγής στο κλίμα της δημοκρατίας», του οπαδούς της να διαμορφώνουν το κλίμα στα συλλαλητήρια για το Μακεδονικό, ομάδες χρυσαυγιτών να  προβαίνουν θρασύτατα  σε βιαιότητες με επιθέσεις όπως αυτές στον ελεύθερο κοινωνικό χώρο «Φαβέλα» στον Πειραιά, οι φόβοι για φασιστική παρέκκλιση, ανεξαρτήτως των μορφών της,  δεν είναι ανυπόστατοι.
               Επιπλέον, του ΚΚΕ εξαιρουμένου, η έλλειψη βασικού πεδίου  ανταγωνισμού ανάμεσα στα πολιτικά κόμματα, και στη συγκυβέρνηση και στην αξιωματική αντιπολίτευση με τους δορυφόρους τους, αναπληρώνεται, μεταξύ άλλων,  από ανταγωνισμούς σε παλιά πεδία, όπως επαναφορά ορολογίας εμφυλίου πολέμου, υποστήριξη εκκλησίας, πισωγύρισμα στο Μακεδονικό, εθνικιστικές κορώνες στα ελληνοτουρκικά,  στοχοποίηση μεταναστών και προσφύγων κλπ. Κι έτσι διαμορφώνεται το περιβάλλον όπου ο φασισμός εξαντλώντας τα συνθήματά του και τα σύμβολά του στο πατριωτικό ρεπερτόριο, μ’ εκμετάλλευση λαϊκών ενστίκτων, πείθει και στεριώνει παρασύροντας μέσω παθιασμένων συναισθημάτων. Κι ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού που έχει οδηγηθεί στη απελπισία ακόμα και τις βιαιότητες ή χυδαιότητες των φασιστών τις εκλαμβάνει σαν εξωτερικά σημάδια δύναμης και ζωτικότητας.
               Στην κεντρική σκηνή, η πολιτική περιστρέφεται  σε ατέλειωτες μικροαστικές διαμάχες ελάχιστης ή μηδενικής ουσίας, με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, που ελεγχόμενα από Μαρινάκη, Αλαφούζο, Σαββίδη και λοιπούς επιχειρηματίες, περισσότερο από ποτέ να είναι απρόθυμα να ασκήσουν έστω και στο ελάχιστο το διαφημιζόμενο ρόλο τους στην αστική δημοκρατία δηλ. να ελέγξουν την εξουσία για τα σοβαρά ζητήματα που ταλανίζουν τον πληθυσμό της χώρας –προγράμματα ιδιωτικοποίησης, φτώχεια, διαφθορά, προωθήσεις ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών κλπ.
               Παρακολουθώντας τα έργα και τις ημέρες της κυβέρνησης της «πρώτης φορά αριστεράς» αποκαλύπτεται πως κάτω από την ομπρέλα του αριστερού συνωστίζονταν η σύγχρονη αντισοσιαλιστική, αντικομμουνιστική αστική προπαγάνδα που ήθελε να πείσει για τη συνύπαρξη της απελευθέρωσης των καταπιεσμένων με την κυριαρχία του καταπιεστή. Και δεν είναι πια μόνο υποψία πως η πεποίθησή αυτών των αριστερών,  ότι αρκούσε ένας αισθητισμός καρυκευμένος με κόκκους  φιλοσοφίας μαζί με  έναν βερμπαλιστικό λαϊκισμό γιομάτο από ακαθόριστο οίκτο και ειδυλλιακή πίστη για το φτωχό λαό τον άξεστο, αλλά  τον πλούσιο σε ακατέργαστη σοφία και καλοσύνη που καταδέχονταν να υπηρετήσουν, δεν ήταν αφελής αλλά σκόπιμη παραπλάνηση. Αυτή ακριβώς η αντίληψη είναι που διατρέχει όλη τη δήλωση, για να δικαιολογήσει την αποδοχή της επιδότησης ενοικίου της,  της Ράνιας Αντωνοπούλου η οποία παραδέχεται ότι  την πρόταση για βουλευτής επικρατείας «αποδέχθηκα την τιμή χωρίς δεύτερη σκέψη για το τι θα άφηνα πίσω» συμπληρώνοντας αλαζονικά παρακάτω πως «Επειδή δεν ήρθα στην Ελλάδα για να γίνω πλουσιότερη και επειδή μοναδικό μου μέλημα ήταν πάντα να υπηρετήσω την προσπάθεια να ξεπεράσει η χώρα μου την οικονομική κρίση, δηλώνω ότι κίνησα ήδη τις διαδικασίες επιστροφής των χρημάτων». Το ύφος της δήλωσης και οι μικροπρεπείς περί της επιδότησης δικαιολογίες αναδεικνύουν χαρακτηριστικά όλων  αυτών των πλούσιων αυτοαποκαλούμενων αριστερών,  που με θράσος οικειοποιούνται το ήθος και τον αγώνα αγωνιστών αριστερών και  κομμουνιστών για να γίνουν πιστευτά τα ενάρετα κηρύγματά τους. Κηρύγματα με γενικεύσεις και αοριστίες, που φτιασιδώνουν τον καπιταλισμό και δεν περιέχουν  τίποτε που να υπονομεύει, αποκαλύπτοντας από τι είναι φτιαγμένος ο πλούτος, το έδαφος κάτω από τα πόδια τους και που  ανακαλύπτουν σαν  αριστερό φρόνημα το μείγμα  φιλανθρωπίας και φιλοδοξίας. Θα ήταν λοιπόν ποτέ   δυνατό να συγκατανεύσουν στο ζήτημα της κατάργησης  της ατομικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής, για πάλη  για έλεγχο της οικονομίας από τις τάξεις που παράγουν;  Απομένει επομένως η μεγάλη ιδέα που έχουν για τη δραστηριότητά τους και φυσικά  για τον εαυτό τους  πάνω στην οποία θεμελιώνουν μια γενική αντίληψη για τη ζωή, όπου η δική τους κατάσταση και δράση  φαίνεται σαν ιδιαίτερη αξιόλογη ή τουλάχιστον αυτό θέλουν να προβάλλουν.  
Ιδιαίτερα σ’ αυτά τα χρόνια διακυβέρνησής τους οι αριστεροί του ΣΥΡΙΖΑ αναβίωσαν κάθε αντικομμουνιστική προπαγάνδα αναδιαμορφώνοντάς τη σαν αριστερά με δεκάδες επίθετα,  που με ψευδομαρξιστικές αναλύσεις διαχειρίζεται την κρίση του καπιταλισμού  εγκλωβίζοντας τους εργαζόμενους σε ιδεολογίες και πρακτικές που συντηρούν το σύστημα.
Και κάπως έτσι γίνονται βάσιμες οι υποψίες πως αστοί, αριστεροί ή όχι, αν η  κοινωνική τάξη απειλείται πραγματικά από τις λαϊκές τάξεις που  με κολακείες εκμεταλλεύονται και οι βασικές αρχές  που στηρίζεται το σύστημα κινδυνεύουν σοβαρά, ακόμα και οι πιο δημοκρατικοί αστοί θα προσχωρήσουν στις  γραμμές του πιο αντιδραστικού κόμματος που θα εμφανιστεί να υπερασπίζεται το υπάρχον σύστημα.
Γι’ αυτό υποστηρίζεται πως είναι αναγκαία η ύπαρξη κι ενίσχυση  εκείνης της πολιτικής δύναμης της  ικανής να ερμηνεύσει τα πολιτικά και κοινωνικά φαινόμενα, να τα συνθέσει και να συγκρουστεί για να υπερασπιστεί τα συμφέροντα των εργαζομένων οργανώνοντάς τους, δηλ. του ΚΚΕ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ