Για άλλη μια φορά έρχεται στην επιφάνεια
μια κάλπικη και αποπροσανατολιστική αντιπαράθεση γύρω από την
Προσχολική Αγωγή, με αφορμή τη ρύθμιση του υπουργείου Παιδείας που
ανοίγει το δρόμο για καθιέρωση δίχρονης υποχρεωτικής Προσχολικής Αγωγής
στα νηπιαγωγεία.
Συγκεκριμένα, το άρθρο 33 του νομοσχεδίου για την ίδρυση του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής (που περιλαμβάνει και άλλες διατάξεις) ορίζει ότι η φοίτηση στο νηπιαγωγείο είναι υποχρεωτική για τα παιδιά από 5 έως 6 ετών, το νηπιαγωγείο είναι διετές, περιλαμβάνοντας και τα προνήπια (4 έως 5 ετών) και στους δήμους που ο διευθυντής Εκπαίδευσης δίνει τη συγκατάθεσή του, γίνεται υποχρεωτική και η φοίτηση των προνηπίων.
Η ρύθμιση αυτή προκάλεσε την αντίδραση της ΚΕΔΕ, που από κοινού με την ΠΟΕ - ΟΤΑ και τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Βρεφονηπιαγωγών (ΠΑΣΥΒΝ) προχώρησαν σε κινητοποιήσεις, με αίτημα να αποσυρθεί από το νομοσχέδιο, θεωρώντας ότι θα συρρικνωθούν οι παιδικοί σταθμοί αν τα προνήπια περάσουν εξολοκλήρου στα σημερινά νηπιαγωγεία.
Από την πλευρά του, το υπουργείο Παιδείας απάντησε στην ΚΕΔΕ με στατιστικά στοιχεία των γεννήσεων σε σύγκριση με τις θέσεις που διατίθενται στους παιδικούς σταθμούς, λέγοντας ότι περίπου 188.500 παιδιά 1-4 ετών μένουν εκτός παιδικών σταθμών, οπότε δεν τίθεται θέμα συρρίκνωσής τους. Υπενθύμισε δηλαδή στους δήμους ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο έχουν μια μεγάλη «δεξαμενή» για να αντλήσουν πελατεία, μιας και η φοίτηση στους δημοτικούς παιδικούς σταθμούς γίνεται με τροφεία (ή με voucher), ενώ σημαντικό μερίδιο διεκδικούν και οι ιδιώτες.
Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Οτι η υλοποίηση της εξαγγελίας, ενώ εμφανίζεται πως καλύπτει κάποιες ανάγκες, δεν μπορεί να δώσει ουσιαστικές λύσεις, αφού: Δεν θα συνοδεύεται από αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης, από τη διεύρυνση των δομών, από δημόσιες επενδύσεις για σύγχρονες κτιριακές εγκαταστάσεις, από τη διευρυμένη λειτουργία των δομών που θα στηρίζει, κατά προτεραιότητα με υποστηρικτικές δομές σίτισης και ξεκούρασης, τις ανάγκες του παιδιού, των εργαζόμενων γονέων. Και βέβαια δεν θα γίνουν μαζικές προσλήψεις παιδαγωγών και του αναγκαίου βοηθητικού προσωπικού.
Και επειδή ήδη κυβερνητικά στελέχη κάνουν λόγο για «ανακούφιση» των εργαζόμενων γονιών από την υλοποίηση αυτού του μέτρου, οι γονείς θα πρέπει να απαντήσουν ότι η φοίτηση των παιδιών τους σε δομές Προσχολικής Αγωγής δεν είναι απλά μια «διευκόλυνση» στους ίδιους για να βρουν εργασία ή να συνεχίσουν αυτήν που μπορεί να έχουν. Είναι βασική ανάγκη και δικαίωμα του παιδιού, προκειμένου να κοινωνικοποιηθεί, να αναπτυχθεί ολόπλευρα. Ως τέτοιο δικαίωμα και ανάγκη χρειάζεται να προσφέρεται, με ευθύνη αποκλειστικά του κράτους, σε σύγχρονες και ασφαλείς δομές, με ολοκληρωμένο παιδαγωγικό πρόγραμμα και για όλα τα παιδιά.
Η λογική που προβάλλουν, να μπορεί ο γονιός να επιλέγει τη δομή που θέλει για τα παιδιά του, «κλείνει το μάτι» στις ιδιωτικές δομές αλλά και στις ιδιωτικοποιημένες δομές των δήμων και δεν εξασφαλίζει το δικαίωμα των παιδιών στη δωρεάν Προσχολική Αγωγή.
Εκεί οδηγεί και το αντιδραστικό αίτημα της ΚΕΔΕ να περάσουν ακόμα και τα νηπιαγωγεία στους δήμους, σμπαραλιάζοντας έτσι το ενιαίο παιδαγωγικό πρόγραμμα που πρέπει να έχει η Προσχολική Αγωγή και αφήνοντάς το στις δυνατότητες που έχει ο κάθε δήμος, πριονίζοντας τον δωρεάν χαρακτήρα της Προσχολικής Αγωγής, ανοίγοντας το δρόμο της ανταποδοτικότητας. Υπάρχει εξάλλου ανάγλυφη η εμπειρία από το πέρασμα παλιότερα του δικτύου των κρατικών παιδικών σταθμών στους δήμους, που ακολούθησαν ακριβώς αυτήν την πορεία.
Κατέδειξαν επίσης ότι δεν μπορεί η χρηματοδότηση των παιδικών σταθμών να συναρτάται από το πρόγραμμα του ΕΣΠΑ, που ουσιαστικά αγκαλιάζει τους επιχειρηματίες στο χώρο της φροντίδας του παιδιού, που δεν εξασφαλίζει ούτε τα δικαιώματα των εργαζομένων ούτε των γονιών και των παιδιών τους, αφού με το ΕΣΠΑ κάθε χρόνο το παιδί ψάχνει τη θέση του στους σταθμούς και ο παιδαγωγός ψάχνει τη δουλειά του. Και μπορεί να φαίνεται ότι τα voucher του προγράμματος ανακουφίζουν τις λαϊκές οικογένειες, όμως τα τροφεία καλά κρατούν και η θέση του κάθε παιδιού στην Προσχολική Αγωγή παίζεται κάθε χρόνο στη ρουλέτα...
Οι θέσεις αυτές των πέντε κομμουνιστών δημάρχων, η επί της ουσίας στήριξη στα δίκαια αιτήματα των εργαζομένων για μόνιμη και σταθερή δουλειά και των εργαζόμενων γονέων για δωρεάν Προσχολική Αγωγή και φροντίδα, δίνουν το στίγμα της διεκδίκησης που πρέπει να έρθει στο προσκήνιο, με μέτωπο τόσο στην πολιτική της κυβέρνησης όσο και στον αποπροσανατολισμό που επιχειρούν η ΚΕΔΕ και η συνδικαλιστική πλειοψηφία των εργαζομένων στους δήμους.
Συγκεκριμένα, το άρθρο 33 του νομοσχεδίου για την ίδρυση του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής (που περιλαμβάνει και άλλες διατάξεις) ορίζει ότι η φοίτηση στο νηπιαγωγείο είναι υποχρεωτική για τα παιδιά από 5 έως 6 ετών, το νηπιαγωγείο είναι διετές, περιλαμβάνοντας και τα προνήπια (4 έως 5 ετών) και στους δήμους που ο διευθυντής Εκπαίδευσης δίνει τη συγκατάθεσή του, γίνεται υποχρεωτική και η φοίτηση των προνηπίων.
Η ρύθμιση αυτή προκάλεσε την αντίδραση της ΚΕΔΕ, που από κοινού με την ΠΟΕ - ΟΤΑ και τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Βρεφονηπιαγωγών (ΠΑΣΥΒΝ) προχώρησαν σε κινητοποιήσεις, με αίτημα να αποσυρθεί από το νομοσχέδιο, θεωρώντας ότι θα συρρικνωθούν οι παιδικοί σταθμοί αν τα προνήπια περάσουν εξολοκλήρου στα σημερινά νηπιαγωγεία.
Από την πλευρά του, το υπουργείο Παιδείας απάντησε στην ΚΕΔΕ με στατιστικά στοιχεία των γεννήσεων σε σύγκριση με τις θέσεις που διατίθενται στους παιδικούς σταθμούς, λέγοντας ότι περίπου 188.500 παιδιά 1-4 ετών μένουν εκτός παιδικών σταθμών, οπότε δεν τίθεται θέμα συρρίκνωσής τους. Υπενθύμισε δηλαδή στους δήμους ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο έχουν μια μεγάλη «δεξαμενή» για να αντλήσουν πελατεία, μιας και η φοίτηση στους δημοτικούς παιδικούς σταθμούς γίνεται με τροφεία (ή με voucher), ενώ σημαντικό μερίδιο διεκδικούν και οι ιδιώτες.
***
Η κυβέρνηση και το υπουργείο,
πέρα από τη συγκεκριμένη εξαγγελία, δεν ανακοίνωσαν κανένα ουσιαστικό
μέτρο στήριξης τόσο των νηπιαγωγείων, για να ανταπεξέλθουν με επάρκεια
στο νέο τους ρόλο, όσο και των δημοτικών παιδικών σταθμών. Αντίθετα,
ετοιμάζονται να φέρουν «α λα καρτ» την επέκταση της υποχρεωτικότητας,
χωρίς να εξασφαλίζουν τους απαραίτητους όρους.Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Οτι η υλοποίηση της εξαγγελίας, ενώ εμφανίζεται πως καλύπτει κάποιες ανάγκες, δεν μπορεί να δώσει ουσιαστικές λύσεις, αφού: Δεν θα συνοδεύεται από αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης, από τη διεύρυνση των δομών, από δημόσιες επενδύσεις για σύγχρονες κτιριακές εγκαταστάσεις, από τη διευρυμένη λειτουργία των δομών που θα στηρίζει, κατά προτεραιότητα με υποστηρικτικές δομές σίτισης και ξεκούρασης, τις ανάγκες του παιδιού, των εργαζόμενων γονέων. Και βέβαια δεν θα γίνουν μαζικές προσλήψεις παιδαγωγών και του αναγκαίου βοηθητικού προσωπικού.
Και επειδή ήδη κυβερνητικά στελέχη κάνουν λόγο για «ανακούφιση» των εργαζόμενων γονιών από την υλοποίηση αυτού του μέτρου, οι γονείς θα πρέπει να απαντήσουν ότι η φοίτηση των παιδιών τους σε δομές Προσχολικής Αγωγής δεν είναι απλά μια «διευκόλυνση» στους ίδιους για να βρουν εργασία ή να συνεχίσουν αυτήν που μπορεί να έχουν. Είναι βασική ανάγκη και δικαίωμα του παιδιού, προκειμένου να κοινωνικοποιηθεί, να αναπτυχθεί ολόπλευρα. Ως τέτοιο δικαίωμα και ανάγκη χρειάζεται να προσφέρεται, με ευθύνη αποκλειστικά του κράτους, σε σύγχρονες και ασφαλείς δομές, με ολοκληρωμένο παιδαγωγικό πρόγραμμα και για όλα τα παιδιά.
***
Ολα αυτά τα ουσιαστικά ζητήματα παρακάμπτονται
από την ΚΕΔΕ και τους άλλους φορείς, οι οποίοι με συντεχνιακές λογικές
καταφέρονται κατά της υποχρεωτικότητας, για να μη χάσουν οι δήμοι
πελατεία. Ευθύνη γι' αυτό έχουν και οι συνδικαλιστικές πλειοψηφίες στα
σωματεία των εργαζομένων, που «πατούν» πάνω στην ανασφάλεια και στην
αγωνία για το αν θα συνεχίσουν να έχουν δουλειά (στην πλειοψηφία τους
είναι συμβασιούχοι, με ανανεούμενες συμβάσεις) και εξάπτουν το
συντεχνιασμό, βάζοντας απέναντι και μεγάλη μερίδα των γονέων, που ούτως ή
άλλως πληρώνουν πανάκριβα την Προσχολική Αγωγή των παιδιών τους.Η λογική που προβάλλουν, να μπορεί ο γονιός να επιλέγει τη δομή που θέλει για τα παιδιά του, «κλείνει το μάτι» στις ιδιωτικές δομές αλλά και στις ιδιωτικοποιημένες δομές των δήμων και δεν εξασφαλίζει το δικαίωμα των παιδιών στη δωρεάν Προσχολική Αγωγή.
Εκεί οδηγεί και το αντιδραστικό αίτημα της ΚΕΔΕ να περάσουν ακόμα και τα νηπιαγωγεία στους δήμους, σμπαραλιάζοντας έτσι το ενιαίο παιδαγωγικό πρόγραμμα που πρέπει να έχει η Προσχολική Αγωγή και αφήνοντάς το στις δυνατότητες που έχει ο κάθε δήμος, πριονίζοντας τον δωρεάν χαρακτήρα της Προσχολικής Αγωγής, ανοίγοντας το δρόμο της ανταποδοτικότητας. Υπάρχει εξάλλου ανάγλυφη η εμπειρία από το πέρασμα παλιότερα του δικτύου των κρατικών παιδικών σταθμών στους δήμους, που ακολούθησαν ακριβώς αυτήν την πορεία.
***
Απ' αυτήν τη σκοπιά, αποκτά ξεχωριστή σημασία
η παρέμβαση των πέντε κομμουνιστών δημάρχων, που με κοινή τους δήλωση
ανέδειξαν τις ουσιαστικές ανάγκες που υπάρχουν στις δομές των δήμων, την
ανάγκη μονιμοποίησης των εκατοντάδων συμβασιούχων παιδαγωγών και άλλων
εργαζομένων στους παιδικούς σταθμούς, που η παρουσία τους είναι κάθε
χρόνο «στον αέρα» και η λειτουργία των παιδικών σταθμών σε μόνιμη
αμφισβήτηση.Κατέδειξαν επίσης ότι δεν μπορεί η χρηματοδότηση των παιδικών σταθμών να συναρτάται από το πρόγραμμα του ΕΣΠΑ, που ουσιαστικά αγκαλιάζει τους επιχειρηματίες στο χώρο της φροντίδας του παιδιού, που δεν εξασφαλίζει ούτε τα δικαιώματα των εργαζομένων ούτε των γονιών και των παιδιών τους, αφού με το ΕΣΠΑ κάθε χρόνο το παιδί ψάχνει τη θέση του στους σταθμούς και ο παιδαγωγός ψάχνει τη δουλειά του. Και μπορεί να φαίνεται ότι τα voucher του προγράμματος ανακουφίζουν τις λαϊκές οικογένειες, όμως τα τροφεία καλά κρατούν και η θέση του κάθε παιδιού στην Προσχολική Αγωγή παίζεται κάθε χρόνο στη ρουλέτα...
Οι θέσεις αυτές των πέντε κομμουνιστών δημάρχων, η επί της ουσίας στήριξη στα δίκαια αιτήματα των εργαζομένων για μόνιμη και σταθερή δουλειά και των εργαζόμενων γονέων για δωρεάν Προσχολική Αγωγή και φροντίδα, δίνουν το στίγμα της διεκδίκησης που πρέπει να έρθει στο προσκήνιο, με μέτωπο τόσο στην πολιτική της κυβέρνησης όσο και στον αποπροσανατολισμό που επιχειρούν η ΚΕΔΕ και η συνδικαλιστική πλειοψηφία των εργαζομένων στους δήμους.
Γ. Σ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου