Ο νομπελίστας κομμουνιστής Πορτογάλος συγγραφέας Ζοζέ Σαραμάγκου γεννήθηκε 16 Νοέμβρη 1922 στο χωριό Aζινιάγκα της Πορτογαλίας. Ήταν παιδί ακτήμονων χωρικών, που για να επιβιώσουν μετεγκαταστάθηκαν στη Λισαβόνα.
Στα 12 του χρόνια εγκατέλειψε το σχολείο και για περίπου μία διετία εργάστηκε ως κλειδαράς. Στη συνέχεια, εξαιτίας της οικονομικής ανέχειας της οικογένειάς του, γράφτηκε σε τεχνική σχολή, αντί για το κλασικό γυμνάσιο που ήθελε. Μετά την αποφοίτησή του, εργάστηκε για δύο χρόνια ως μηχανικός αυτοκινήτων. Αλλά ο νεαρός Σαραμάγκου είχε πάθος με τα Γράμματα, με την ανάγνωση, τη μάθηση και τελικά το γράψιμο.
Αυτομόρφωτος ο Σαραμάγκου, έμαθε μόνος του ξένες γλώσσες, μεταξύ άλλων εργάστηκε ως διοικητικός υπάλληλος, ως υπάλληλος εκδοτικών οίκων και συνεργάτης πολλών εφημερίδων. Εργάστηκε στην εφημερίδα «Diario de Νoticias» ως το 1975, όταν πλέον μπορούσε να ζήσει αξιοπρεπώς από τα συγγραφικά δικαιώματα των βιβλίων του.
Το πρώτο του μυθιστόρημα «Γη της Αμαρτίας» εκδόθηκε το 1947. Μετά από 19 χρόνια εξέδωσε την ποιητική ανθολογία «Os Poemas Possiveis».
Το 1964 εντάχθηκε στο Πορτογαλικό Κομμουνιστικό Κόμμα και τον Απρίλη του 1974 συμμετείχε στην «Επανάσταση των Γαριφάλων», που οδήγησε στην πτώση της χούντας του Σαλαζάρ.
Το δεύτερο μυθιστόρημά του ήταν το «Εγχειρίδιο ζωγραφικής και καλλιγραφίας» (1977). Ευρέως γνωστός έγινε με το «Χρονικό του μοναστηριού» (1982).
«Σκάνδαλο» θεωρήθηκε, το 1992, το βιβλίο «Το κατά Ιησούν Ευαγγέλιον». Το βιβλίο πολέμησε λυσσαλέα η Εκκλησία. Η πορτογαλική κυβέρνηση απέρριψε την υποψηφιότητά του για το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας και ο συγγραφέας κατηγόρησε την κυβέρνηση για λογοκρισία.
Στην παρουσίαση της τελευταίας νουβέλας του, το 2009, δήλωσε ότι «η Βίβλος είναι ένα εγχειρίδιο κακής ηθικής και ένας κατάλογος με ό,τι χειρότερο έχει η ανθρώπινη φύση».
Το 1993 ο Σαραμάγκου εγκατέλειψε την Πορτογαλία και έζησε αυτοεξόριστος στο Λανθαρότ (το τέταρτο μεγαλύτερο νησί των Καναρίων Νήσων), ενώ το Νοέμβρη του 2009 εξέδωσε το τελευταίο του αλληγορικό μυθιστόρημα «Κάιν».
Ο Ζοζέ Σαραμάγκου συμμετείχε σε συνέδρια και συναντήσεις σε όλον τον κόσμο για λογοτεχνικά, πολιτικά και κοινωνικά θέματα. Αγωνίστηκε για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, μια κοινωνία που θα έχει στο επίκεντρο της τον άνθρωπο και το σεβασμό των δικαιωμάτων του και όχι το κέρδος.
Εξέφραζε πάντα την αλληλεγγύη του στους αγωνιζόμενους λαούς όπου Γης, στη σοσιαλιστική Κούβα απαιτώντας την άρση του βάρβαρου αποκλεισμού από τις ΗΠΑ και μέχρι την τελευταία του πνοή σταθερός στα ιδανικά του πάλευε ενάντια στην καπιταλιστική βαρβαρότητα.
Σε κάθε ευκαιρία, δε δίσταζε να συστήνεται όχι μόνον ως άθεος, αλλά και ως κομμουνιστής .
«Ο κομμουνισμός είναι στις ορμόνες μου. Όπως το σώμα μου έχει ορμόνες που κάνουν τα γένια μου να μεγαλώνουν, έτσι έχει κι ορμόνες που με κάνουν κομμουνιστή. Δεν πρόκειται να αλλάξω, θα ήταν ντροπή να γίνω κάποιος άλλος».