Γράφει ο Στέλιος Κανάκης //
Ήταν στους Ολυμπιακούς αγώνες της Μόσχας, στις 3 Αυγούστου 1980, που το αρκουδάκι δάκρυσε στην τελετή λήξης. Ποιος ξέρει αν έκλαιγε για τα ένδοξα και παρελθόντα ή τα δυστυχισμένα μελλούμενα. Ίσως να προείδε τους αλαλάζοντες λιλιπούτειους, να τρέχουν να καταβάλουν τον Γκιούλιβερ. Να χάνονται οι δουλειές των ανθρώπων. Τα σπίτια, τα σχολεία, τα νοσοκομεία. Τα αυτονόητα δικαιώματα των λαών της ΕΣΣΔ να γίνονται ζητούμενα και άπιαστα. Να γκρεμίζονται αγάλματα των κομμουνιστών Ηρώων και στη θέση τους να στήνονται των ναζιστών δολοφόνων.
Ίσως να προείδε τον μεσαίωνα που πρόβαλε, ξανά, από το βάθος της ιστορίας. Τον Μαγιακόφσκι να γκρεμίζεται από «το σύννεφο με τα παντελόνια», τον Γιεσένιν να θρηνεί την Ισιδώρα του, τον Γεφτουσένκο να γράφει τους ματωμένους στίχους του «Μπάμπι Γιαρ», τον Γκόργκι ανήμπορο πια να ταΐσει πεινασμένα βρέφη. Το άλογο του Ντονσκόι να κλαίει.
Τον Γκαγκάριν να εκστασιάζεται απ’ το ελάχιστο της γης μέσα στο Σύμπαν. Ίσως από ψηλά να πήρε το μάτι του την χερσόνησο Σοστακόβιτς, πέρα στην Ανταρκτική, στη νήσο Αλεξάντερ και ν’ άκουσε τον βόμβο του αεροπλάνου που έσπαγε τον αποκλεισμό της ηρωικής πόλης μεταφέροντας τις παρτιτούρες από την Συμφωνία του Λένινγκραντ.
Να ένιωσε το απόκοσμο δέος των ναζιστών καθώς από τα μεγάφωνα τους έφταναν οι νότες της.
Μπορεί να πήρε τ’ αυτί του και καμιά ντουφεκιά του Ντερσού Ουζαλά που ενέπνευσε τον Ακίρα Κουροσάβα. Να θρήνησε τα εκατομμύρια των νεκρών που χρειάστηκαν για να καρφωθεί το σφυροδρέπανο στην καρδιά του φασιστικού κτήνους.
Να προείδε τη σκοτεινιά που ερχόταν. Την εξαφάνιση της μεγάλης του χώρας που έστειλε τη Γυναίκα στο διάστημα, τη Γιουγκοσλαβία να τη διαλύουν στα εξ ων συνετέθη, την Τσεχοσλοβακία να διασπάται, το Ιράκ και τη Λιβύη να είναι παρελθόν, τη ματωμένη Συρία, τα ματάκια των κάτισχνων παιδιών της Υεμένης να σβήνουν απ’ την πείνα ή να εξαερώνονται από τις βόμβες και τους πυραύλους. Τα εκατομμύρια των ανέργων να έρχονται από ένα μέλλον χωρίς μέλλον, τα άνεργα καταθλιπτικά παιδιά, τον μεσαίωνα που έμελλε να εισέλθει η ανθρωπότητα.
Ήταν κάποτε μια μεγάλη χώρα που την έλεγαν Σοβιετική Ένωση θα διηγούμαστε στα παιδιά μας. Μια χώρα που στάθηκε μεγάλη για τον ανήμπορο όπου γης, που ενέπνευσε εκατομμύρια αγωνιζόμενους ανθρώπους σ’ όλο τον κόσμο. Που ανύψωσε την επιστήμη και την τέχνη προσφέροντας τη γνώση τους στους λαούς της.
Ήταν η Σοβιετική Ένωση. Η μεγάλη χώρα των Λένιν – Στάλιν. Στην ανάμνησή της θα δακρύζουμε κι εμείς. Ίσως κι απ’ το βάρος της υποχρέωσης να φτιάξουμε πάλι τέτοιες χώρες, να προσδώσουμε νόημα στην ύπαρξή μας και μέλλον στη ζωή μας.