29 Αυγ 2020

ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΗΣ ΜΑΣΚΑΣ



 Ενώ τα κρούσματα της επιδημίας αυξάνονται επικινδύνως και η κυβέρνηση προσπαθεί να επιδείξει ψυχραιμία, όπως και στα ελληνοτουρκικά,  προωθώντας σαν εικόνα της τον πρωθυπουργό γεμάτο αυτοπεποίθηση που ελέγχει την κατάσταση και  τους υπουργούς δραστήριους και αποφασιστικούς, ο δημόσιος λόγος περί της επιδημίας εξαντλείται στα μέτρα προστασίας από τον κορωνοϊό όπως εξαγγέλλεται η εφαρμογή τους από την κυβέρνηση. Το πώς αντιδρά η κυβέρνηση σε αυτήν την κατάσταση έκτακτης ανάγκης δημιουργεί σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τις ευθύνες της, καθώς  οι ενέργειες της φαίνεται πως περιορίζονται στην επιβολή της χρήσης μάσκας  και στην καταστολή  κάθε παραβίασης εντολών σχετικά με  τη συμπεριφορά εν καιρώ πανδημίας.
          Η μάσκα, που μέχρι πρόσφατα φαινόταν σαν ένα ακραίο μέτρο και υπήρχε τέτοια αβεβαιότητα σχετικά με την αποτελεσματικότητά της στις συστάσεις από την κυβέρνηση και αλλού, καταλήγει να γίνει ένα πολύ ορατό σύμβολο ατομικής ευθύνης και συλλογικής αποφασιστικότητας για επίτευξη ελέγχου της εξάπλωσης της επιδημίας στην κοινότητα, παρόλο που η αποτελεσματικότητά της μπορεί να  είναι  περιορισμένη όταν δεν πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις και δεν συνοδεύεται με άλλα προληπτικά μέτρα.  Και μοιάζει και ειρωνικό σ’ όλη η Ευρώπη να επιβάλλεται σε δημόσιους χώρους η χρήση μάσκας,  όταν για χρόνια γινόταν προσπάθεια μέσω δικαστικών αποφάσεων να θεωρηθεί έκνομη η κάλυψη προσώπου και θεσπίζονταν νόμιμοι περιορισμοί στη χρήση ενδυμάτων που καλύπτουν τμήματα του προσώπου συνδέοντάς τα με ζητήματα ασφάλειας και ταυτοποίησης. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των ΔτΑ τον Ιούλιο 2014 έκρινε θεμιτή την απαγόρευση κάλυψης του προσώπου, νομιμοποιώντας αποφάσεις χωρών, όπως Βέλγιο και Γαλλία,  που απαγόρευαν σε  μουσουλμάνες γυναίκες να φορούν σε δημόσιο χώρο μπούρκα ή νικάμπ, ενώ στα 2018 στη Γαλλία ψηφίστηκε ειδικός νόμος που θεωρεί αξιόποινη πράξη την ηθελημένη κάλυψη προσώπου των συμμετεχόντων σε διαδήλωση.
           Όπως τα ρούχα εκτελούν πολλές διαφορετικές λειτουργίες το ίδιο ισχύει και για  τις μάσκες προσώπου.  Μεγάλη είναι  η ποικιλία των μασκών και διαφορετικές οι λειτουργίες που επιτελούν: Μάσκες για το κρύο, την άμμο, τον άνεμο, μάσκες κατάδυσης, μάσκες στρατιωτικών και αστυνομικών σωμάτων, μάσκες αθλημάτων, μάσκες χειρουργικές, μάσκες για προστασία από ασθένειες κλπ.  Οι μάσκες μπορεί να προστατεύουν, να αποτρέπουν την ταυτοποίηση, να αποκρύπτουν ή να αλλοιώνουν την ταυτότητα κάποιου. Μπορεί  λοιπόν να μην είναι μόνο η επιστημονική διαφωνία σε θέματα ελέγχου των λοιμώξεων ο μόνος παράγοντας που μπορεί να καθορίζει επιλογές σχετικά με τις μάσκες, εφόσον η δημόσια κάλυψη προσώπου  θα έχει πάντα περισσότερα από ένα αποτελέσματα. Και ίσως γι’ αυτό ενώ οι άνθρωποι συνηθίζουν να φορούν μάσκες προσώπου, στη συγκεκριμένη συγκυρία της πανδημίας  η χρήση της υπήρξε πηγή έντασης  για ορισμένους και αρκετοί τις σύνδεσαν με  θεωρίες συνωμοσίας. Η  απροθυμία μάλιστα πολλών για  χρήση μάσκας δεν είναι δύσκολο να ερμηνευθεί και ψυχολογικά. Ενώ η επιβολή χρήσης μάσκας στηρίζεται σε αυξανόμενες ενδείξεις ότι μπορεί να μειώσει την εξάπλωση της COVID-19, επειδή όμως η μάσκα είναι συγχρόνως και μια οπτική αναπαράσταση αυτής της απειλής κάνει τους ανθρώπους να νιώθουν πιο φοβισμένοι και θέλοντας να πιστέψουν πως η επιδημία δεν θα τους επηρεάσει γίνονται απρόθυμοι να την φορέσουν.  
Αν και οι μάσκες από μόνες τους δεν θα σταματήσουν εντελώς την εξάπλωση του ιού, η επικοινωνιακή πολιτική που υιοθετείται από την κυβέρνησή μας, και όχι μόνο, μοιάζει να προωθεί τη χρήση τους σχεδόν σαν το μοναδικό πιο αποτελεσματικό τρόπο για να περιοριστεί η μετάδοσή του θεωρώντας τη μάσκα ως έμβλημα του δημόσιου πνεύματος και της πειθαρχίας για το καλό της κοινότητας.  Και δεν θα ήταν υπερβολή  να θεωρηθεί ότι οι κυρώσεις για παράβαση κανονισμών στη χρήση μάσκας, όπως πριν από μήνες στη διάρκεια της καραντίνας,  μοιάζει να είναι  σχεδόν η μόνη απάντηση των αστικών κυβερνήσεων στο ζήτημα της πολιτικής δημόσιας υγείας, καθώς ενθαρρύνει τους ανθρώπους να αναλάβουν ατομική ευθύνη για τη δική τους υγεία. Και είναι ένα ακόμα παράδοξο με τη μάσκα, πως παραμένει το μόνο όπλο μας, όπως και τον 19ο αι., για τον περιορισμό μεταδοτικών νόσων, σε μια εποχή που για κάθε πρόβλημα πιστεύουμε αυτόματα πως η τεχνολογία και η επιστήμη μπορεί να δώσουν λύσεις.
Περνώντας ο χρόνος, τα έκτακτα μέτρα για την καταπολέμηση της πανδημίας διεισδύουν στην καθημερινή ζωή  και αποτελούν μέρος της ρουτίνας. Η μάσκα τείνει να γίνει ένα φυσικό και αναπόσπαστο μέρος της καθημερινής μας σκευής και οι  άνθρωποι που δεν φορούν μάσκα στοχοποιούνται και  καταλήγουν να απολογούνται και να γίνονται αποδέκτες κριτικής και αντιπαράθεσης. Κατηγορούνται μάλιστα σαν αίτιοι της διασποράς της νόσου εξ αιτίας της ανευθυνότητάς τους που  ενεργοποιεί τον κοινωνικό αυτοματισμό σε μια διαδικασία παρόμοια μ’ εκείνη των πρώτων χρόνων της οικονομικής όταν  αλληλοκατηγορούνταν διάφορες ομάδες εργαζομένων σαν αίτιοι για την οικονομική κατάρρευση.
         Και η κατάληξη είναι, σχεδόν έξι μήνες μετά την εμφάνιση του κορωνοϊού, η μάσκα προσώπου να γίνεται πολιτικό ζήτημα. Και δεν είναι επειδή ένα τμήμα του πληθυσμού ανακάλυψε  στη χρήση της επίθεση κατά της ατομικής ελευθερίας, όσο γιατί  φαίνεται πως, μετά το οριζόντιο κλείδωμα την άνοιξη, αμφισβητείται η επάρκεια της κυβέρνησης που οι ενέργειές της περιορίζονται στην υποχρεωτικότητα της μάσκας και την εφαρμογή αστυνομικών μέτρων σε κάθε παράβαση. Η εστίαση μάλιστα σ’ αυτήν και την ατομική ευθύνη αποσπά το βλέμμα από την κατάσταση του συστήματος υγείας, τις σχέσεις των επιτροπών υγείας με την κυβερνητική εξουσία ή και την ενσωμάτωση της αστυνομικής καταστολής στην καθημερινότητα των ανθρώπων.
           Στις αρχές της πανδημίας, οι ίδιες οι ιατρικές αρχές αποτέλεσαν πηγή σύγχυσης σχετικά με τις μάσκες αφού αποθάρρυναν τη χρήση τους. Αργότερα, η αιτιολογία της διφορούμενης στάσης τους που αποδόθηκε  στην έλλειψη εμπεριστατωμένης έρευνας  έπεισε λιγότερο από όσο αν ομολογούνταν η ανάγκη εξασφάλισης μάσκας για τους εργαζόμενους στην υγειονομική περίθαλψη, την εποχή που υπήρχε έλλειψη. Η ρωγμή που ανοίγεται στην αξιοπιστία επιστημόνων υπονομεύει την εμπιστοσύνη προς αυτές. Ίσως θα μπορούσε να αποφευχθεί αυτό αν οι επιστήμονες ήταν πιο ξεκάθαροι στην εξήγηση των αποδεικτικών στοιχείων, ή ακόμα και στην έλλειψη αυτών, που καθοδηγούν στις αποφάσεις τους και  δεν συσκότιζαν τις σχέσεις τους με την κυρίαρχη εξουσία.
          Καθώς ο κόσμος συνεχίζει να αντιμετωπίζει την πανδημία του κορανοϊού, οι αξιόπιστες πληροφορίες από ειδικούς στη δημόσια υγεία θα συνεχίσουν να είναι αναγκαίες. Εάν ένας αξιωματούχος δημόσιας υγείας χάσει την αξιοπιστία του, η ανάκτηση της μπορεί να είναι αδύνατη. Η αποδοχή πολιτικών αποφάσεων από επιστήμονες όταν δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να τις υποστηρίζουν υπονομεύουν την αξιοπιστία τους. 
Ενδεικτικό παράδειγμα για τη σύγχυση των δημόσιων μηνυμάτων που προέρχονται τόσο από αξιωματούχους δημόσιας υγείας όοο και από την κυβέρνηση είναι η συνέντευξη τύπου για το άνοιγμα των σχολείων της υπουργού Παιδείας Ν. Κεραμέως. Και ενώ η ίδια η υπουργός  επαναλάμβανε για τα μέτρα που παίρνονται, πάντα μετά από εισήγηση των ειδικών,  για το ασφαλές άνοιγμά τους, στην ουσία αυτά τα περιόριζε στο μοναδικό ένα, τη χρήση μάσκας …αν εξαιρέσουμε βέβαια και τη χρήση ατομικού παγουριού ευγενική χορηγία κοινωφελούς Ιδρύματος Α. Λασκαρίδη. Η χρήση μάλιστα μάσκας αποκτά μαγικές ιδιότητες που καθιστά περιττή την απαιτούμενη  διατήρηση απόστασης ανάμεσα σε μαθητές, αφού σύμφωνα με την παιδίατρο λοιμωξιολόγο Παπαευαγγέλου  ο αριθμός μαθητών στην αίθουσα δεν έχει τις ίδιες συνέπειες με τον αριθμό πελατών σε ένα μαγαζί αφού θεωρεί το σχολείο μια κλειστή ομάδα που ζει μαζί. Κι έτσι ...επιστημονικά δικαιολογείται η πολιτική της κυβέρνησης και στο χώρο της παιδείας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ