31 Δεκ 2011

Η επανάσταση του 1918 και η αντεπανάσταση



ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Επαναστάτες στους δρόμους του Βερολίνου
Στις 15 Γενάρη συμπληρώθηκαν 87 χρόνια από τις βραδινές ώρες της ίδιας ημερομηνίας του 1919 που οι δύο ηγέτες του γερμανικού προλεταριάτου και συνιδρυτές του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας (ΓΚΚ) Ρόζα Λούξεμπουργκ και Καρλ Λίμπκνεχτ δολοφονήθηκαν άγρια από μέλη της στρατοκρατικής κλίκας του Χίντεμπουργκ, σε συμφωνία με μέλη της πολιτικής ηγεσίας του κυβερνώντος οπορτουνιστικού SPD.
Δεκάδες χιλιάδες Βερολινέζοι και άλλοι Γερμανοί και ξένοι σχημάτισαν και φέτος αγωνιστική πορεία από τη Φραγκφούρτερ Αλέμανιε και άλλους κεντρικούς δρόμους του Βερολίνου ως τους τάφους στο Μνημείο των Σοσιαλιστών της συνοικίας Λίχτενμπεργκ και κατέθεσαν στεφάνια και γαρίφαλα, τιμώντας τη μνήμη των δυο μεγάλων νεκρών.
Οι κόκκινες σημαίες και τα συνθήματα στα πλακάτ, που κρατούσαν, όπως και οι στεντόρειες φωνές των χιλιάδων διαδηλωτών καθιστούσαν ολοφάνερους τους στόχους του αγώνα: Για ειρήνη, δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη, για το σοσιαλισμό. Τους ίδιους στόχους, για τους οποίους αγωνίστηκαν και έδωσαν τη ζωή τους η Ρόζα Λούξεμπουργκ και ο Καρλ Λίμπκνεχτ.
Ας παρακολουθήσουμε τη ροή των γεγονότων μέχρι αυτό το έγκλημα των καπιταλιστών.
Το ξέσπασμα των γεγονότων
Το Νοέμβρη του 1918 ξέσπασε επανάσταση στη Γερμανία. Το ξέσπασμά της ήταν αποτέλεσμα μιας σειράς αντικειμενικών συνθηκών που συνέθεταν το πλαίσιο επαναστατικής κρίσης, ωθούσαν τις λαϊκές μάζες στο να μη θέλουν άλλο τη διακυβέρνηση του παλιού καθεστώτος, ενώ ταυτόχρονα αναπτυσσόταν μαζική επαναστατική πάλη από μεγάλα τμήματα της εργατικής τάξης, άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων και τμημάτων του στρατού και του ναυτικού. Υπήρχαν δηλαδή σημάδια επαναστατικής κρίσης, επαναστατικής κατάστασης. Ηταν εποχή του τέλους του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η ιμπεριαλιστική Γερμανία ήταν ήδη ηττημένη, μ' όλες τις φρικτές συνέπειες και τα βάσανα που φόρτωσαν το λαό της ο πόλεμος και η ήττα σ' αυτόν. Βεβαίως, οι πολεμικές επιχειρήσεις τυπικά δεν είχαν ακόμη σταματήσει, αλλά η ήττα ήταν οριστική πια τη συγκεκριμένη περίοδο. Ταυτόχρονα, η Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση στη Ρωσία, ένα χρόνο πριν, ήταν το κοσμοϊστορικό γεγονός που έβαζε τη σφραγίδα του στις παγκόσμιες εξελίξεις, κυρίως από την πλευρά της πάλης της εργατικής τάξης και των λαών ιδιαίτερα των εμπόλεμων κρατών. Ολ' αυτά μαζί ήταν ικανά να ωθήσουν τους εργάτες και τους στρατιώτες της Γερμανίας σε επαναστατική δράση.
Εξεγερμένοι στους βερολινέζικους δρόμους
Το καθεστώς της Γερμανίας δεν ήταν καθεστώς αστικής δημοκρατίας. Αλλωστε, στην ιμπεριαλιστική Γερμανία η αστική τάξη, δηλαδή οι ιδιοκτήτες των μονοπωλίων, είχε έρθει σε συμβιβασμό με τους γιούνκερ, δηλαδή τους μεγάλους γαιοκτήμονες, και μοιραζόταν την εξουσία μαζί τους.
Το τέλος του πολέμου τη Γερμανία τη χαρακτηρίζει η όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων. Δύο εκατομμύρια Γερμανοί είχαν σκοτωθεί στα πεδία των μαχών και μαζί με τους τραυματίες και τους αιχμαλώτους οι απώλειες έφταναν τα εφτάμισι εκατομμύρια. Ο πόλεμος έφερε καταστροφή στη βιομηχανία, πτώση της αγροτικής παραγωγής, έλλειψη τροφίμων, ενώ οι αρρώστιες επιδείνωναν την κατάσταση των λαϊκών μαζών μαζί με την πείνα. Το μεροκάματο, που δεν έφτανε για τη ζωή των εργατικών οικογενειών, σε συνδυασμό με το ελάχιστο βοήθημα στις οικογένειες των στρατιωτών, ανέδειχνε την τεράστια ένταση των κοινωνικών αντιθέσεων, αφού την ίδια στιγμή οι μεγάλοι γαιοκτήμονες και οι βιομήχανοι, έμποροι και τραπεζίτες συσσώρευαν τεράστια κέρδη από τον πόλεμο.
Ετσι, στα 1918 η χώρα συνταράχτηκε από μεγαλειώδεις απεργιακές κινητοποιήσεις, στις οποίες συμμετείχαν πάνω από 2,5 εκατομμύρια εργάτες. Στην ιστορία της Γερμανίας ήταν άγνωστη μια τόσο μεγάλη έκταση του απεργιακού αγώνα. Αυτή η κατάσταση που μέρα με τη μέρα φούντωνε όλο και περισσότερο σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο πόλεμος βάδιζε προς το τέλος του, με τη Γερμανία ηττημένη, έκαναν τον Λένιν να γράψει τον Οκτώβρη του 1918:
Διαδήλωση κομμουνιστών
«Η γερμανική αστική τάξη και η γερμανική κυβέρνηση που συντρίφτηκαν στον πόλεμο και απειλούνται από ένα ισχυρό επαναστατικό κίνημα από τα μέσα, παραδέρνουν αναζητώντας σωτηρία».
Η αφορμή για το ξέσπασμα επαναστατικών γεγονότων δεν άργησε να δοθεί. Στις 28 του Οκτώβρη η γερμανική στρατιωτική διοίκηση διέταξε το στόλο να βγει σε ανοιχτή θάλασσα για αποφασιστική σύγκρουση με τους Αγγλους. Ηταν μια ενέργεια πέρα για πέρα παράλογη και τυχοδιωκτική. Οταν δόθηκε η διαταγή ο πόλεμος είχε χαθεί για τη Γερμανία και μ' αυτή την ενέργεια ο στόλος οδηγούνταν στην καταστροφή. Θα μπορούσαν να χαθούν 80.000 ναύτες χωρίς λόγο.
Ετσι τα πληρώματα των πλοίων αρνήθηκαν να πολεμήσουν και επέβαλαν την επιστροφή των πλοίων στη βάση τους. Στη συνέχεια μια αντιπροσωπεία των πληρωμάτων πήγε στην ανώτατη διοίκηση και δήλωσε πως ο στόλος ήταν έτοιμος να αμυνθεί σε ενδεχόμενη επίθεση του εχθρού, αλλά όχι και να προχωρήσει στην άσκοπη καταστροφή του. Η απάντηση της διοίκησης ήταν το ξεκίνημα διώξεων σε βάρος των ναυτών. Κι όταν αυτοί αντέδρασαν με διαδήλωση διαμαρτυρίας στο Κίελο στις 3 του Νοέμβρη, μια ομάδα αξιωματικών άνοιξε πυρ κατά των διαδηλωτών, σκοτώνοντας 8 και τραυματίζοντας βαριά 29.
Την επομένη στάλθηκαν στο Κίελο μονάδες πεζικού για να πνίξουν την ανυπακοή των ναυτών στη διοίκηση και στην κυβέρνηση. Ομως, πέρασαν με το μέρος των ξεσηκωμένων ναυτών, ενώ συνενώθηκαν μαζί τους και οι εργάτες. Ετσι, στις 4 του Νοέμβρη του 1918 σχηματίστηκε στο Κίελο το σοβιέτ των εργατών και το σοβιέτ των στρατιωτών. Σοβιέτ σχηματίστηκαν, επίσης, στα πλοία, στα οποία την επόμενη μέρα υψώθηκαν κόκκινες σημαίες.
Αφίσα της ομάδας «Σπάρτακος»
Ετσι άναψε η επαναστατική φλόγα στο Κίελο και διαδόθηκε αμέσως σ' όλη τη Γερμανία. Στις 9 του Νοέμβρη 1918, το πρωί, εκατοντάδες χιλιάδες Γερμανοί εργάτες με κόκκινες σημαίες κινήθηκαν προς το κέντρο του Βερολίνου, ζητώντας να σταματήσει ο πόλεμος, να φύγει η μοναρχία, να έχουν ψωμί και ανθρώπινη ζωή. Δίπλα στους εργάτες βάδιζαν σε μακριές σειρές οι γυναίκες, που ζητούσαν ειρήνη για τους άνδρες τους, τους πατεράδες ή τα παιδιά τους. Το ανθρώπινο ποτάμι, με την καθοδήγηση της ομάδας «Σπάρτακος» και επαναστατικών στοιχείων του Ανεξάρτητου Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας, γρήγορα πλημμύρισε όλους τους κεντρικούς δρόμους της πόλης και κινήθηκε προς τους στρατώνες, όπου συνάντησε ελάχιστη έως μηδαμινή αντίσταση. Οι στρατιώτες συναδελφώθηκαν με τους εργάτες. Χωρίς αντίσταση καταλήφθηκαν επίσης το παλάτι, η διοίκηση Χωροφυλακής και τα περισσότερα κυβερνητικά κτίρια. Κατά το μεσημέρι, το Βερολίνο, η πρωτεύουσα της αυτοκρατορικής Γερμανίας, βρισκόταν στα χέρια των επαναστατών. Προηγουμένως, όμως, γύρω στις 11 π.μ., ο πρωθυπουργός του Ράιχ, πρίγκιπας Μαξ φον Μπάντεν, ανήγγειλε την παραίτηση από το θρόνο του τελευταίου Χοεντζόλερν, του κάιζερ Γουλιέλμου II, υπέρ του διαδόχου. Ταυτόχρονα, διεξήγαγε διαπραγματεύσεις με το δεξιό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας για το διορισμό του Εμπερτ, ηγέτη των δεξιών σοσιαλδημοκρατών, στη θέση του πρωθυπουργού. Στις 12 το μεσημέρι ο Εμπερτ ήταν ήδη ο αρχηγός της κυβέρνησης, αφού προηγουμένως είχε διαβεβαιώσει τον πρίγκιπα Μαξ για τις προθέσεις του, λέγοντας: «Μισώ την επανάσταση σαν την πανούκλα». Αργότερα στα απομνημονεύματά του ο πρίγκιπας Μαξ δικαιολόγησε ως εξής τις παραπάνω ενέργειές του: «Σκέφτηκα: Είναι σχεδόν βέβαιο ότι η επανάσταση θα νικήσει. Δεν μπορούμε να την καταστείλουμε, ίσως, όμως, μπορούμε να την πνίξουμε». Ειδικά δε για το διορισμό του Εμπερτ στη θέση του πρωθυπουργού, ο πρίγκιπας Μαξ δε δίσταζε να δηλώσει: «Στην κατάσταση που δημιουργήθηκε, το μοναδικό πρόσωπο που είναι δυνατόν να γίνει καγκελάριος του Ράιχ είναι ο Εμπερτ. Αυτός θα μπορέσει να στρέψει την επαναστατική ενέργεια στα πλαίσια του νόμιμου εκλογικού αγώνα».
Οι σοσιαλδημοκράτες έτοιμοι για την αντεπανάσταση
Ο Καρλ Λίμπκνεχτ
Αναλαμβάνοντας τα καθήκοντά του ο Εμπερτ είχε την ελπίδα ότι μπορούσε να σώσει τη μοναρχία. Επρόκειτο για μια αυταπάτη. Κάτω από την πίεση των επαναστατημένων μαζών, ο άλλος ηγέτης των σοσιαλδημοκρατών, ο Φ. Σάιντεμαν, μιλώντας από ένα παράθυρο του Ράιχσταγκ σε μια τεράστια λαϊκή διαδήλωση, ανακήρυξε την ελεύθερη λαϊκή δημοκρατία της Γερμανίας. Ηθελε να προλάβει το πέρασμα των μαζών με το μέρος των πραγματικών επαναστατικών δυνάμεων, να περιορίσει την επιρροή του πολιτικού λόγου των ηγετών της ομάδας «Σπάρτακος». Κι είχε προβλέψει σωστά τις επερχόμενες εξελίξεις. Την ίδια μέρα από το μπαλκόνι των αυτοκρατορικών ανακτόρων, μιλώντας σε μια τεράστια συγκέντρωση από εργάτες και στρατιώτες, ο ηγέτης του «Σπάρτακου», Καρλ Λίμπκνεχτ, ανακήρυξε τη Γερμανία σε «Ελεύθερη Σοσιαλιστική Δημοκρατία» και κάλεσε την εργατική τάξη «να στρέψει όλες τις δυνάμεις της για να συγκροτηθεί μια κυβέρνηση από εργάτες και στρατιώτες και να οργανωθεί μια τέτοια τάξη πραγμάτων στη χώρα που να μπορέσει το προλεταριάτο να εγκαθιδρύσει την ειρήνη, την ευτυχία και την ένωση του ελεύθερου γερμανικού λαού με τους ταξικούς αδελφούς του όλου του κόσμου». Μπροστά στην κυβέρνηση έμπαινε το ζήτημα της καταστολής της επανάστασης.
Στις 15 του Νοέμβρη του 1918 μια ομάδα από μεγαλοβιομηχάνους, ανάμεσα σ' αυτούς και οι ιδιοκτήτες μονοπωλίων Μπίρζιγκ, Στίνες και Σπρίγκερουμ, υπέγραψε με τους ηγέτες (αποτελούνταν από συμβιβασμένους σοσιαλδημοκράτες) της Γερμανικής Γενικής Ενωσης των Συνδικαλιστικών Οργανώσεων μια συμφωνία «έμπρακτης συνεργασίας». Ηταν μια από τις ενέργειες για να αντιμετωπίσουν την επαναστατική προοπτική. Με τη συγκεκριμένη συμφωνία αναγνωρίζονταν στις συνδικαλιστικές οργανώσεις μόνον τα δικαιώματα που είχαν κατακτήσει οι εργάτες στην πορεία της επανάστασης - τα δικαιώματα του συνεταιρίζεσθαι, της οκτάωρης εργάσιμης μέρας και των συλλογικών συμβάσεων. Η συμφωνία προέβλεπε ακόμη πως όλες οι διαφορές ανάμεσα στους εργάτες και στους επιχειρηματίες θα λύνονταν μόνο με διαιτησία. Ετσι, πίσω από την πλάτη της εργατικής τάξης οι ηγέτες των συνδικαλιστικών οργανώσεων συμφώνησαν με τους καπιταλιστές να σταματήσουν ουσιαστικά την ταξική πάλη.
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ μιλάει στους εξεγερμένους
Με τη σειρά της, η κυβέρνηση Εμπερτ - Χάαζε στην προσπάθειά της να εξαπατήσει τις μάζες με ψεύτικα συνθήματα, ίδρυσε μια «επιτροπή κοινωνικοποίησης» με επικεφαλής τον Καρλ Κάουτσκι. Η τεράστια προπαγανδιστική καμπάνια που σηκώθηκε γύρω από την επιτροπή αυτή είχε σκοπό να δημιουργήσει μια φαινομενική εντύπωση πως τάχα η Γερμανία βαδίζει το δρόμο του σοσιαλισμού και να συγκαλύψει την αντεπαναστατική συμφωνία των σοσιαλδημοκρατών ηγετών με τους κεφαλαιοκράτες και τους γιούνκερ και με την ηγεσία του στρατού.
Στο μεταξύ, οι αντιδραστικοί αξιωματικοί σε συνεννόηση με τη σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση και με χρήματα που τους έδινε η αστική τάξη, άρχισαν να συγκροτούν ένοπλα τμήματα «εθελοντών». Με τα ένοπλα αυτά τμήματα προετοιμαζόταν η αντεπανάσταση να συντρίψει την επαναστατική δράση των λαϊκών μαζών.
Στις 7 και στις 8 του Δεκέμβρη οι εργάτες του Βερολίνου οργάνωσαν μαζικές διαδηλώσεις με τα συνθήματα: «Κάτω η κυβέρνηση Εμπερτ - Σάιντεμαν», «Να αφοπλιστούν αμέσως οι αξιωματικοί!», «Να συγκροτηθούν αμέσως ένοπλα σώματα εργατών και Κόκκινης Φρουράς!», «Ζήτω η Διεθνής!», «Ζήτω η Σοσιαλιστική Σοβιετική Δημοκρατία της Ρωσίας!».
Υπονόμευση από τα μέσα
Στο μεταξύ, στην πορεία της επανάστασης ιδρύονται τα Σοβιέτ από τη γερμανική εργατική τάξη και υποστηρίζονταν από τις λαϊκές μάζες. Οι σοσιαλδημοκράτες, μην τολμώντας να εναντιωθούν στα Σοβιέτ ανοιχτά, αποφάσισαν να τα αποσυνθέσουν από τα μέσα, να τα χρησιμοποιήσουν για σκοπούς πέρα για πέρα αντίθετους από την ουσία των Σοβιέτ των αντιπροσώπων των εργατών και των στρατιωτών. Το Παγγερμανικό Συνέδριο των Σοβιέτ έγινε από τις 16 έως τις 21 του Δεκέμβρη, αλλά λόγω συσχετισμού δύναμης (κυριαρχούσαν οι σοσιαλδημοκράτες), δεν ήταν με την επανάσταση. Αλλωστε, η πλειοψηφία της εργατικής τάξης ήταν με τους δεξιούς και τους ανεξάρτητους σοσιαλδημοκράτες, πολύ περισσότερο δε συνδυαζόμενο και με το γεγονός της μη ύπαρξης Κομμουνιστικού Κόμματος.
Ο Καρλ Λίμπκνεχτ το 1918 σε ομιλία τουστον επαναστατημένολαό
Ετσι το Παγγερμανικό Συνέδριο των Σοβιέτ έλυσε το βασικό πρόβλημα της επανάστασης, δηλαδή το πρόβλημα της εξουσίας, προς όφελος της αστικής τάξης. Αμέσως μετά το συνέδριο οι ηγέτες της σοσιαλδημοκρατίας πέρασαν στην επίθεση εναντίον της επαναστατικής εμπροσθοφυλακής της εργατικής τάξης.
Το ξετύλιγμα των επαναστατικών γεγονότων έβαζε ολοένα και με πιο μεγάλη οξύτητα μπροστά στους ηγέτες της «Ενωσης του Σπάρτακου» το πρόβλημα δημιουργίας ενός Ανεξάρτητου Κόμματος. Είχε γίνει πλέον φανερό ότι δεν μπορούσαν να καθοδηγήσουν τα επαναστατικά γεγονότα και την τροπή που πήραν σαν φράξια στους ανεξάρτητους. Μάλλον άργησαν να συνειδητοποιήσουν αυτή την αναγκαιότητα. Ετσι στις 29 του Δεκέμβρη η παγγερμανική κλειστή συνδιάσκεψη της «Ενωσης Σπάρτακου» αποφάσισε να ξεκόψει από τους ανεξάρτητους και να ιδρύσει κομμουνιστικό κόμμα. Στις 30 του Δεκέμβρη, άρχισε τις εργασίες του στο Βερολίνο το ιδρυτικό συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γερμανίας.
Αντεπαναστατική επίθεση
Μετά και από τις αρνητικές για την εργατική τάξη και την επανάσταση εξελίξεις στο συνέδριο των Σοβιέτ, η αστική τάξη επιτάχυνε τις προετοιμασίες για μια αποφασιστική εκστρατεία εναντίον της επαναστατικής εμπροσθοφυλακής της εργατικής τάξης. Τα ένοπλα τμήματα των λεγόμενων εθελοντών, που είχε οργανώσει, άρχισαν να συγκεντρώνονται στο Βερολίνο. Στις 4 του Γενάρη του 1919 ο διευθυντής της αστυνομίας του Βερολίνου, ο αγαπητός στους εργάτες ανεξάρτητος Αϊχγκορν, απολύθηκε από τη θέση του και αντικαταστάθηκε από τον δεξιό σοσιαλδημοκράτη Ερνστ. Η πρόκληση αποσκοπούσε να σπρώξει τους εργάτες του Βερολίνου σε μια πρόωρη εξέγερση.
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ
Στις 4 του Γενάρη το βράδυ, σε σύσκεψη των οργανώσεων των ανεξάρτητων και επαναστατών εκπροσώπων του Σοβιέτ του Βερολίνου, όπου πήραν μέρος και εκπρόσωποι του Κομμουνιστικού Κόμματος (Καρλ Λίμπκνεχτ και Βίλχελμ Πικ) αποφάσισε να μην επιτρέψει την αντικατάσταση του Αϊχγκορν και κάλεσε τους εργάτες του Βερολίνου σε διαδήλωση στις 5 του Γενάρη και σε περίπτωση ανάγκης να αρχίσουν αγώνα για την ανατροπή της κυβέρνησης. Εκλέχτηκε μια επαναστατική επιτροπή δράσης όπου πήραν μέρος ο Καρλ Λίμπκνεχτ και ο Βίλχελμ Πικ. Το ίδιο βράδυ η ΚΕ του Κομμουνιστικού Κόμματος αποφάσισε να υποστηρίξει τους επαναστάτες και να πάρει μέρος στη διαδήλωση, αλλά έκρινε άκαιρη την εξέγερση για την ανατροπή της κυβέρνησης γιατί η χώρα δεν ήταν έτοιμη γι' αυτό.
Στις 5 του Γενάρη έγινε μια μεγαλειώδης διαδήλωση. Η επαναστατική επιτροπή που μέλη της ήταν και εκπρόσωποι του Ανεξάρτητου Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, κάλεσε τους εργάτες να αγωνιστούν για τη διάλυση των σωμάτων των λευκοφρουρών, για τον οπλισμό του προλεταριάτου και για την επαναφορά του Αϊχγκορν στη θέση του. Αλλά ταυτόχρονα ρίχτηκε και ένα σύνθημα που γι' αυτό οι εργάτες δεν ήταν προετοιμασμένοι. Η επαναστατική επιτροπή κάλεσε τους διαδηλωτές να ανατρέψουν την κυβέρνηση Εμπερτ - Σάιντεμαν και δήλωσε πως παίρνει την εξουσία στα χέρια της.
Την άλλη μέρα, στις 6 του Γενάρη, ξέσπασε στο Βερολίνο γενική απεργία. Αυτή τη μέρα και τις επόμενες βγήκαν στους δρόμους 500 περίπου χιλιάδες εργάτες. Στις 7-8 του Γενάρη οι εργάτες κυρίευσαν τους σιδηροδρομικούς σταθμούς και τα γραφεία και τα τυπογραφεία της εφημερίδας «Φόρβερτς», αλλά δεν ήξεραν τι άλλο να κάνουν. Οι ηγέτες των ανεξάρτητων που λίγο πριν είχαν ζητήσει την ανατροπή της κυβέρνησης, άρχισαν τώρα να διαπραγματεύονται μαζί της δίνοντας έτσι στην αντεπανάσταση τη δυνατότητα να κερδίσει χρόνο για να συγκεντρώσει ένοπλες δυνάμεις. Υστερα από αυτό, η ΚΕ του Κομμουνιστικού Κόμματος αποφάσισε στις 8 του Γενάρη να ανακαλέσει τον Λίμπκνεχτ και τον Πικ από την επαναστατική επιτροπή. Την ίδια μέρα, το βράδυ, ύστερα από την αποτυχία των συνομιλιών με τον Εμπερτ, οι ανεξάρτητοι που ανήκαν στην επαναστατική επιτροπή ξανάρχισαν να καλούν τους εργάτες στα όπλα.
Μαχητές της ομάδας «Σπάρτακος»
Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση συσκέπτονταν συνεχώς με εκπροσώπους της ηγεσίας του στρατού. Σε μια από τις συσκέψεις αυτές ο Νόσκε ζήτησε να παρθούν γενναίες αποφάσεις. Κάποιος του φώναξε: «Καταπιαστείτε λοιπόν μ' αυτό το ζήτημα!». Και ο Νόσκε απάντησε: «Τι να γίνει! Κάποιος ασφαλώς πρέπει να γίνει το αιμοβόρο σκυλί. Εγώ δε φοβάμαι τις ευθύνες». Το παρατσούκλι «αιμοβόρο σκυλί» χαρακτήρισε για πάντα το Νόσκε σαν δήμιο της γερμανικής επανάστασης.
Στις 11 του Γενάρη η κυβέρνηση είχε συγκεντρώσει στρατό και άρχισε να εφαρμόζει σκληρά μέτρα εναντίον των εργατών και των στρατιωτών επαναστατών με τις κύριες δυνάμεις των ένοπλων τμημάτων των «εθελοντών» του Νόσκε. Η αντεπανάσταση εξελισσόταν σφοδρή. Και ως στόχο της είχε τους κομμουνιστές. Ετσι έφτασε ως τη δολοφονία των Ρόζας Λούξεμπουργκ, Καρλ Λίμπκνεχτ.
Στη συνέχεια παρουσιάζουμε τις τελευταίες μέρες της ζωής της Ρόζας Λούξεμπουργκ και του Καρλ Λίμπκνεχτ Από το ομώνυμο τετράτομο έργο του Γερμανού συγγραφέα του «Alexanderplatg» Αλφρεντ Ντεμπλίν. Τη μετάφραση έκανε οΘανάσης Βόρειος

Σ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ