Ο χαρακτήρας του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου
Οι μεγάλες καπιταλιστικές δυνάμεις (Βρετανία κ.ά.) είδαν στο πρόσωπο του χιτλερικού φασισμού το πιο κατάλληλο και ισχυρό όπλο του καπιταλισμού για το κτύπημα της Σοβιετικής Ενωσης και την ανατροπή της εργατικής εξουσίας. Ομως, ήσαν τόσο οξυμένες οι αντιθέσεις ανάμεσα στα καπιταλιστικά κράτη, της Γερμανίας - Ιταλίας κ.ά. από τη μια, και της Βρετανίας - ΗΠΑ κ.ά. από την άλλη, που έστρεψαν τελικά τη μια πλευρά εναντίον της άλλης, παρά το γεγονός ότι ο στόχος όλωνήταν η Σοβιετική Ενωση.
Αν και η Σοβιετική Ενωση επέμενε στην πραγματοποίηση αντιχιτλερικής συμφωνίας χρόνια πριν, οι Αγγλοαμερικανοί συνήψαν με τη Σοβιετική Ενωση αντιχιτλερική συμμαχία μόνο όταν σημειώθηκε στροφή στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (μετά τη μάχη του Στάλινγκραντ) και άρχισε η επέλαση του Κόκκινου Στρατού, που είχε πάρει στο κατόπι τις γερμανικές στρατιές. Ομως και πάλι δε σταμάτησαν οι μυστικές συζητήσεις ανάμεσα στη Γερμανία και στις μη φασιστικές καπιταλιστικές κυβερνήσεις, πάντα με στόχο τη Σοβιετική Ενωση.
Επιτεύχθηκε, λοιπόν, μια συμμαχία, που ήταν ηλίου φαεινότερο ότι είχε βραχύβιο χαρακτήρα. Την ημερομηνία λήξης της καθόριζε ο χρόνος της φασιστικής ήττας. Ωστόσο, η ταξική αντίθεση ανάμεσα στον καπιταλισμό και στο σοσιαλισμό δεν ήταν δυνατό να εξαφανισθεί. Συνέχιζε να υπάρχει και να λειτουργεί, που σήμαινε ότι το «αντιφασιστικό» περιεχόμενο που έδινε στην πάλη της η κάθε συμμαχική πλευρά, δεν ήταν το ίδιο.
Η στρατιωτική μηχανή της ΕΣΣΔ, που μπόρεσε να γίνει ισχυρότατη ως αποτέλεσμα της πολιτικής της εκβιομηχάνισης και της κολλεκτιβοποίησης, στηριζόταν πρωταρχικά στον πρωτοποριακό ρόλο του Κομμουνιστικού Κόμματος, στην οργάνωση του εργατικού κράτους, καθώς και σε ένα τεράστιο πολύμορφο δίκτυο οργάνωσης των λαϊκών μαζών. Οπως έγραψε ο καθηγητής ιστορίας Γιώργος Μαργαρίτης («ΤΑ ΝΕΑ» 21 - 22 Αυγούστου 2004), «οι οργανωτικές και μαχητικές επιδόσεις του σοβιετικού στρατού θα ήσαν ίσως ανεξήγητες, αν δε συνοδεύονταν από αντίστοιχες στην πολιτική και κοινωνική οργάνωση. Αν, επίσης, δε συνοδεύονταν από μια εκτεταμένη συναίνεση και υποστήριξη των μηχανισμών του καθεστώτος από τη μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού».
Κατοχικές κυβερνήσεις - Τάγματα Ασφαλείας
Οταν ο Ιωάννης Δ. Ράλλης, σε συνεργασία με τις Γερμανικές Αρχές, ανέλαβε την 7η Απριλίου 1943 να σχηματίσει κυβέρνηση (η τρίτη Κατοχική), είχε έναν ξεκάθαρο στόχο, τον οποίο ο ίδιος υπογράμμισε και αργότερα στην απολογία του στο δικαστήριο των δοσιλόγων: «...είχον επιτακτικόν καθήκον να αποτρέψω από την Ελλάδα τον παντελή όλεθρον εξ ου ηπειλείτο, τον εκ της ανατροπής του κοινωνικού της καθεστώτος...» («Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου», σελ. 28, ΑΘΗΝΑΙ 1947).
Πολιτική κάλυψη στην κυβέρνηση Ράλλη έδωσαν με τις καταθέσεις τους στη δίκη ο Γ. Καφαντάρης και άλλοι αστοί πολιτικοί, όπως οι Κ. Ρέντης, Δημ. Μάξιμος, Ιωάννης Θεοτόκης, Γεωργ. Στράτος, Δημ. Γιαννόπουλος, ενώ ο Θεόδωρος Πάγκαλος πιστοποίησε ότι «όλοι οι αρχηγοί κομμάτων συνεφώνουν επί της ανάγκης υπάρξεως κυβερνήσεως» (ό.π., σελ. 24). (Να σημειωθεί ότι ο Θ. Πάγκαλος και ο πρώην πρωθυπουργός Στυλ. Γονατάς ήσαν πρωτεργάτες της δημιουργίας των Ταγμάτων Ασφαλείας).
Είναι δευτερεύουσας σημασίας, σε σχέση με τον κύριο, οι λόγοι που κατά μία άποψη οδήγησαν τους τρεις πρωθυπουργούς της Κατοχής και πολλούς άλλους να συνεργαστούν με τους Γερμανούς. «...συναίνεσαν στην κατοχή είτε για προσωπικό όφελος, είτε επειδή πίστευαν ότι οι Γερμανοί είχαν κερδίσει τον πόλεμο, είτε επειδή δεν έβλεπαν άλλη ελπίδα επιβιώσεως» (Κρις Γουντχάουζ, «Το μήλο της έριδος», σελ. 51, εκδόσεις ΕΞΑΝΤΑΣ).
Οι Γερμανοί κατακτητές είχαν ανάγκη κυβερνήσεων, που θα τις αποτελούσαν Ελληνες, οι οποίοι θα έβαζαν «πλάτη» στην καθυπόταξη του λαού, στην καταστολή του, αλλά είχαν ανάγκη και από κάποια διοίκηση που θα ασκούσε τις λειτουργίες του αστικού κράτους. Από την άλλη, η αστική τάξη της Ελλάδας, επίσης, είχε συμφέρον από τα παραπάνω, προσβλέποντας στη διατήρηση της κυριαρχίας της μετά τον πόλεμο. Βασική προϋπόθεση γι' αυτό ήταν η συνέχιση και ενίσχυση του κράτους κατά την περίοδο της Κατοχής.
Ελεγε ως προς αυτό ο Ι. Ράλλης: «Αλλά το κράτος, κύριοι δικασταί, δεν παύει υπάρχον και μετά την κατοχήν, αποτελούσαν άλλως τε, καθ' ομόφωνον διεθνή γνώμην, προσωρινήν όλως κατάστασιν» (ό.π., 14). «Εχον όθεν το κατά την κατοχήν υπάρχον κράτος το δικαίωμα και την υποχρέωσιν να ζη, έχει ανάγκην νόμων, διαταγμάτων, πιστώσεων, πράξεων. Λοιπόν, αυτά όλα ποιος θα τα έκαμνε;» (ό.π.). «Μάλιστα δε, όταν αι αρχαί της κατοχής λέγουν "ενεργήσατε όπως θέλετε ως προς τα κυριαρχικά σας δικαιώματα, τα οποία δε θέλω να θίξω, εφ' όσον οι πολεμικοί μου σκοποί δεν παρακωλύονται εκ των σχετικών ενεργειών σας", δεν βλέπω ότι έχει συμφέρον το υπό κατοχήν κράτος να είπη: "Οχι, δι' όνομα του Θεού"...» (ό.π., σελ. 30). Το μέλημα, λοιπόν, ήταν το κράτος. Το κράτος, ανεξάρτητα από την έκβαση του πολέμου.
Και πράγματι, το αστικό κράτος λειτούργησε σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής, ενισχύοντας πιο ωμά τον κατασταλτικό χαρακτήρα του εναντίον του λαού. Η Ειδική Ασφάλεια και όλοι οι ανάλογοι μηχανισμοί διέπρεψαν σε δολοφονικές επιδόσεις. Στην Ειδική Ασφάλεια δολοφονήθηκε μετά από φρικτά βασανιστήρια η Ηλέκτρα Αποστόλου, από Ελληνες (Λάμπου κ.ά.), καθώς και χιλιάδες που μαρτύρησαν στο κολαστήριο της οδού Μέρλιν.
Ομως, η ύπαρξη και ενίσχυση του κράτους απαιτούσε και τη δημιουργία του ενόπλου τμήματός του. Σε καμιά περίπτωση δεν επαρκούσε ο στρατός που βρισκόταν στη Μέση Ανατολή, που άλλωστε θα μπορούσε να παίξει τον κύριο ρόλο υπέρ της αστικής τάξης μετά την Κατοχή. Επρεπε να δημιουργηθεί στρατός εδώ, στο εσωτερικό. Γιατί εδώ βρισκόταν η απειλή. Ετσι, οι αστοί πολιτικοί με άκρα κυνικότητα ομολόγησαν τους σκοπούς τους, συκοφαντώντας ταυτόχρονα τους αντιπάλους τους, δηλαδή το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, κάνοντας λόγο για «ερυθρούς δολοφόνους»!
Για «ερυθρούς δολοφόνους» μιλούσε και ο Ι. Ράλλης, εξηγώντας γιατί επέμενε και τελικά δημιούργησε μαζί με τις γερμανικές αρχές τα περιβόητα Τάγματα Ασφαλείας. Είπε στην απολογία του: «...ο αρχικός μου σκοπός της συγκροτήσεως των ευζωνικών σχηματισμών υπήρξεν η ανάγκη σχηματισμού μικράς τινός στρατιωτικής δυνάμεως μελλούσης να χρησιμεύση ως πυρήν του κατά την ειρήνην μέλλοντος να σχηματισθή εθνικού μας στρατού, πυρήνος απολύτως αναγκαίου... κατ' Απρίλιον 1943 επέμενον έτι περισσότερον επί της ανάγκης σχηματισμού των μικρών αυτών Ελληνικών τμημάτων, διότι εμφανώς πλέον έβλεπαν τας προθέσεις του ΕΑΜ και εθεώρουν ότι ήτο απαραίτητος ανάγκη να υπάρχουν τμήματα απολύτως εθνικιστικά, δυνάμενα να αντιπαλαίσουν κατά των καταχθόνιων σκοπών του κομμουνισμού» (ό.π. σελ. 59). Και όπως παρατήρησε ο Κρις Γουντχάουζ, υπαρχηγός της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής στην Ελλάδα κατά την περίοδο της Κατοχής, «...τα Τάγματα Ασφαλείας με μεγάλη τους ευχαρίστηση θα έδειχναν την αφοσίωσή τους στις νέες ελληνικές αρχές, όπως την είχαν δείξει και στις παλιές» (Κρις Γουντχάουζ, ό.π., σελ. 321).
Οτι τα Τάγματα Ασφαλείας αποτέλεσαν ένα ακόμη οπλισμένο γερμανικό χέρι, είναι πέρα από κάθε αμφιβολία. Βρισκόντουσαν υπό γερμανική διοίκηση. Τα όπλα τους ήσαν γερμανικά. Με τον γερμανικό στρατό διενεργούσαν από κοινού επιθέσεις, εφόδους, συλλαμβάνανε αιχμαλώτους, έκαιγαν, βασάνιζαν, δολοφονούσαν. Ωστόσο, δε νομίζουμε ότι «ο δοσιλογισμός, δε συνειδητοποίησε ποτέ τον ρόλο των Ταγμάτων Ασφαλείας στη διχαστική στρατηγική των Γερμανών», όπως γράφτηκε από έγκριτο ιστορικό. Οχι απλώς τον συνειδητοποίησε, αλλά και την αξιοποίησε όσο μπορούσε, για λόγους ταξικούς, που τότε τους υπηρετούσε με την ένταξή του στη στρατηγική των Γερμανών.
Οπως είναι και πέρα από κάθε αμφιβολία ότι για τον ίδιο λόγο και οι Εγγλέζοι είχαν επαφές με τα Τάγματα Ασφαλείας, ενίσχυαν την ένταξη ατόμων σε αυτά, ενώ εφοδίαζαν τα Τάγματα Ασφαλείας και με όπλα που στέλνονταν από τη Μ. Ανατολή. Ο στρατηγός Τσακαλώτος είναι αποκαλυπτικός: «Τα όπλα παρελήφθησαν νύχτα κοντά στις ακτές της Μονής Κερατέας και μετεφέρθησαν εις Αθήνας, τα δε τμήματα της οργανώσεως Χ και αι δεκάδες των αξιωματικών, οι οποίοι διετέθησαν, εξετέλεσαν το καθήκον των μετά αυτοθυσίας και τόλμης παραδειγματικής» (Σπ. Γασπαρινάτου «Η κατοχή», τ. Α, σελ. 224, εκδόσεις Ι. Σιδέρης).
Το γεγονός ότι οι Βρετανοί αποδοκίμασαν στη Συμφωνία της Καζέρτας τα Τάγματα Ασφαλείας, αποτελούσε καθαρά έναν ελιγμό, προκειμένου να τσουβαλιάσουν το ΚΚΕ - ΕΑΜ, που έθεταν αυτόν τον όρο. Σε έκθεσή του στο Φόρεϊν Οφφις ο Κρις Γουντχάουζ υποστήριζε: «Η πόρτα θα πρέπει να αφεθεί ανοικτή στους αξιωματικούς και άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας, που αντιπροσωπεύουν το αντίθετο άκρο από το ΕΑΜ / ΕΛΑΣ και αποτελούνται από κακοποιά στοιχεία και πατριώτες στην ίδια περίπου αναλογία, όπως στο ΕΑΜ / ΕΛΑΣ. Πολλοί εμπνέονται από πατριωτικούς σκοπούς και πολλοί κατατάχτηκαν από πείνα, αλλά λίγοι θα δηλώνονταν φιλογερμανοί ή φιλοράλληδες» (Γασπαρινάτου, ό.π., σελ. 226).
Επίσης, ο αντισυνταγματάρχης Μπαρνς (Βρετανός σύνδεσμος στο αρχηγείο του Ζέρβα) σε έκθεσή του για την περίοδο Ιούλη 1943 - Απρίλη 1944 αναφέρει: «Γνωρίζω μερικούς αξιωματικούς πολύ καλής φήμης που έχουν ενωθεί με τον Ράλλη, λένε ότι ο λόγος που ενήργησαν έτσι, είναι ότι είδαν τον ΕΛΑΣ να κυριαρχεί στην Ελλάδα. Η αναμενόμενη απόβαση από τη Βρετανία, προς απογοήτευσή τους, δεν έγινε. Πιστεύουν ότι πρέπει να σώσουν την Ελλάδα από τον κομμουνισμό και έτσι ενώθηκαν με τον Ράλλη, σαν το μικρότερο κακό» (ό.π.)
Προς απογοήτευση, λοιπόν, των Ταγματασφαλιτών, η Βρετανική απόβαση δεν έγινε στην Ελλάδα, ώστε πολλοί από αυτούς να αλλάξουν αμέσως στρατόπεδο πηγαίνοντας με τους Βρετανούς. Μα αυτό ακριβώς φοβόντουσαν και οι Γερμανικές Αρχές Κατοχής, με αποτέλεσμα να μην εγκρίνουν αρχικά τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας. Γιατί, είναι γνωστό, πως από τον Οκτώβριο του 1942 είχαν ζητήσει από τον Ι. Ράλλη να σχηματίσει κυβέρνηση αντικαθιστώντας την κυβέρνηση Τσολάκογλου. Ο Ράλλης είχε θέσει τότε ως έναν από τους όρους, για να δεχτεί, τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας. Οι Γερμανοί δεν την αποδέχτηκαν, επειδή δεν ήσαν σίγουροι για το τι θα έκαναν τα Τάγματα Ασφαλείας (ή μεγάλο τμήμα τους προφανώς), αν οι Εγγλέζοι αποβιβάζονταν σε Ελλάδα - Βαλκάνια, οπότε και ο Ι. Ράλλης δε δέχτηκε τότε να σχηματίσει κυβέρνηση. Οι Γερμανοί συμφώνησαν αργότερα με τον όρο του Ράλλη και πέταξαν στην άκρη την κυβέρνηση Λογοθετόπουλου (αντιπρόεδρος στην κυβέρνηση Τσολάκογλου) που είχε διαδεχτεί την κυβέρνηση Τσολάκογλου. Γιατί στο μεταξύ διαφαινόταν η κατάρρευση της Ιταλίας και οι δυνάμεις του ΕΑΜ είχαν αναπτυχθεί κατά πολύ, ενώ και στο Ρωσικό μέτωπο η κατάσταση είχε γίνει δραματική για τους Γερμανούς. Προτίμησαν, λοιπόν, να «μη χύνεται το πολύτιμο γερμανικό αίμα».
Δεν είναι καθόλου τυχαίο, φυσικά, ότι το δικαστήριο των δοσιλόγων απάλλαξε από την κατηγορία της ίδρυσης των Ταγμάτων Ασφαλείας τους κατηγορούμενους γι' αυτήν. Επειδή επρόκειτο για δίκη παρωδία; Βεβαίως. Αλλά ήταν δίκη παρωδία ακριβώς επειδή πρυτάνευσαν τα κοινά ταξικά συμφέροντα των συνεργατών των Γερμανών και των άλλων αστών. Εχει θέση εδώ το σκωπτικό που παραθέτει ο Κρις Γουντχάουζ στο βιβλίο του: «Οταν ακούω να λένε ότι ο Ελληνας πολιτικός κ. Πόπουλος βρίσκεται λίγο προς τ' αριστερά του κ. Σκοπόπουλου, δεν καταλαβαίνω τι εννοούν. Δεν καταλαβαίνω τουλάχιστον περισσότερο απ' όσο θα καταλάβαινε κάποιος που ζει στο φεγγάρι» (ό.π., σελ. 21).
Τα Τάγματα Ασφαλείας, στα οποία εντάχθηκαν και βενιζελικοί αξιωματικοί, ορισμένοι από τους οποίους ήσαν απότακτοι του στρατιωτικού κινήματος (Βενιζέλος εναντίον Βασιλιά) της 1ης Μαρτίου 1935, χρησιμοποιήθηκαν και από τους Βρετανούς - Παπανδρέου κατά τη Δεκεμβριανή σύγκρουση του 1944, παρά τα όσα αντίθετα υποστηρίζονται και παρά την κυβερνητική απόφαση παράδοσης του οπλισμού τους αμέσως μετά την απελευθέρωση της Αθήνας (12 Οκτωβρίου 1944). Στην πραγματικότητα ποτέ δεν αφοπλίστηκαν ουσιαστικά (Ο Γ. Ράλλης υποστηρίζει ότι η επαναφορά στην ενέργεια, διά των Ταγμάτων Ασφαλείας, των απότακτων του 1935 Βενιζελικών και Πλαστηρικών αξιωματικών έγινε μετά από αίτημα του Θ. Σοφούλη).
Αρχικά τα Τάγματα Ασφαλείας ιδρύθηκαν στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη (3 τάγματα σε κάθε μία πόλη) και επεκτάθηκαν κυρίως στην Πελοπόννησο και στην Εύβοια, αλλά και σε περιοχές της Στερεάς Ελλάδας. Οντως, η πλειοψηφία τους προερχόταν από τα εξαθλιωμένα λαϊκά στρώματα, αφού οι εύποροι δεν έδειχναν διάθεση να καταταγούν σε αυτά, προς αποφυγή των κινδύνων. Και εννοείται ότι τα Τάγματα Ασφαλείας ουδέποτε στράφηκαν κατά των Εγγλέζων ή του ΕΔΕΣ. Στράφηκαν αποκλειστικά κατά του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και κατά των αμάχων. Ενώ ο Γεώργιος Ράλλης υποστηρίζει, ότι «...τα Τάγματα είχαν οπλιστεί με όπλα γερμανικά προς αντιμετώπισιν του εκ των αναρχικών κινδύνου και από απόψεως στρατιωτικής ηθικής θα ήτο άτιμον να χρησιμοποιηθούν τα όπλα ταύτα εναντίον των Γερμανών»!! (Ι. Ράλλη, ο.π., σελ. 122).
Χρησιμοποιήθηκαν, λοιπόν, εναντίον του ΕΑΜ/ ΕΛΑΣ και κατά των αμάχων, στην προσπάθεια να τρομοκρατηθεί ο λαός, να πάψει να υποστηρίζει τον ΕΑΜικό αγώνα, και βεβαίως για να μείνουν στην άκρη ταλαντευόμενα μικρομεσαία στρώματα, που τότε αποτελούσαν και τη μεγάλη πληθυσμιακή πλειοψηφία, σε σχέση με το αριθμητικό ποσοστό της εργατικής τάξης.
Δεν έχουμε χρείαν άλλων μαρτύρων, προκειμένου να διαπιστώσουμε για ποιους λόγους δημιουργήθηκαν στην Κατοχή τα Τάγματα Ασφαλείας, η οργάνωση Χ, η ΠΑΟ και οι διάφορες άλλες. Ούτε για το ρόλο τους ως γερμανικής δύναμης.
Την επόμενη Κυριακή το Γ' μέρος
Του
Μάκη ΜΑΪΛΗ
Μάκη ΜΑΪΛΗ
ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
25/9/2011
-- Ο αστικός κόσμος στην κατοχή
3/5/2009
-- Ο αστικός κόσμος και οι ταγματασφαλίτες
29/3/2009
-- Τα μεγάλα αστικά ψέματα
10/7/2005
-- Να αναδείξουμε την αλήθεια από το έρεβος που την έριξαν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου