15 Ιαν 2012

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΣΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ Η ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ


Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΣΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ
Η ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ

Α. Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΚΚΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ
ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΕ ΑΥΤΗΝ


1. ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΤΗΣ ΕΕ
Το ΚΚΕ έγκαιρα τοποθετήθηκε για τον ταξικό χαρακτήρα της διαδικασίας της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ενοποίησης, στην αρχή με την ΕΟΚ, στη συνέχεια με την πράξη για την Ενιαία ευρωπαϊκή αγορά και τη μετεξέλιξή της σε Οικονομική Νομισματική Ενωση (ΟΝΕ), γνωστή ως Ευρωπαϊκή Ενωση.
Αναλύοντας την ελληνική και ευρωπαϊκή πραγματικότητα με γνώμονα τη λενινιστική θεωρία για τον ιμπεριαλισμό, τη θέση του Λένιν για το σύνθημα των «Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης», το ΚΚΕ κατέληξε στην εξής εκτίμηση:
Η ΕΕ αποτελεί μια προωθημένη καπιταλιστική Ενωση, δηλαδή μια προωθημένη μορφή συμμαχίας των καπιταλιστικών κρατών στην Ευρώπη, η οποία ακολούθησε διάφορα στάδια στην εξέλιξή της. Ηγετικός της πυρήνας υπήρξε η γαλλογερμανική συνεργασία, γνωστή και ως «άξονας», με στόχο τη μεταπολεμική ενίσχυση των μονοπωλίων της, εν μέρει και απέναντι στη στενότερη αμερικανοβρετανική («αγγλοσαξωνική») συμμαχία. Γενικότερα, ήταν η οικονομική και πολιτική συμμαχία των ισχυρότερων καπιταλιστικών κρατών της Δύσης για τη θωράκιση του καπιταλισμού απέναντι στο σοσιαλιστικό τμήμα της Ευρώπης, στον κίνδυνο της σοσιαλιστικής προοπτικής στη Δυτική Ευρώπη.
Η πορεία της ΕΟΚ προς την ΟΝΕ (ΕΕ) εκφράζει τα κοινά συμφέροντα των καπιταλιστικών κρατών-μελών της, έχει ως κίνητρο και στόχο τη μεγέθυνση των μονοπωλίων τους σε συνθήκες όξυνσης του ανταγωνισμού, περιοδικών οικονομικών κρίσεων, ανακατατάξεων στο διεθνή συσχετισμό δυνάμεων, λόγω της ανισόμετρης καπιταλιστικής ανάπτυξης (εμφανίσθηκαν τα λεγόμενα «θαύματα» της Ιαπωνίας, των «Ασιατικών τίγρεων» κλπ.). Είναι συμμαχία των κρατών-μελών της ΕΕ για μια γενική αναπροσαρμογή στους όρους πληρωμής της μισθωτής εργασίας, με αφαίρεση κατακτήσεων που είχαν επέλθει σε τελείως διαφορετικές εγχώριες και διεθνείς συνθήκες συσχετισμού μεταξύ των δυνάμεων της εργασίας απέναντι σε εκείνες του κεφαλαίου.
Είναι πορεία κοινών στοχεύσεων του μεγάλου κεφαλαίου, των μονοπωλίων που εδρεύουν στα κράτη της Ευρώπης και ταυτοχρόνως είναι και πορεία ανταγωνισμών μεταξύ τους, μεταξύ των κρατών-μελών της Ενωσης, μεταξύ των μονοπωλίων τους. Και αυτό, γιατί η αδήριτη ανάγκη της συμμαχίας τους για να ανταπεξέλθουν στο διεθνή καπιταλιστικό ανταγωνισμό, δεν αναιρεί την καπιταλιστική ανισομετρία, τον ανταγωνισμό, τις αντιθέσεις μεταξύ των κρατών-μελών της Ενωσης, την εθνο-κρατική οργάνωση πάνω στην οποία στηρίζεται η καπιταλιστική συσσώρευση.
Το πιο συνεκτικό στοιχείο αυτής της διακρατικής καπιταλιστικής συμμαχίας (Ενωσης) είναι η κοινή γραμμή για την εφαρμογή πολιτικών που νομιμοποιούν τη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης σε σχέση με τα νέα επίπεδα παραγωγικότητας της εργασίας της. Επομένως αυτές οι πολιτικές περιλαμβάνουν: Την υστέρηση των μισθών έναντι της αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας, τις αρνητικές αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, την πληρωμή άμεσα, ως εμπόρευμα, των απαιτούμενων για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης κ.ά. (ιδιωτικοποιήσεις στην παιδεία, υγεία, πρόνοια, ασφάλιση). Προωθούνται επίσης μέτρα για να αυξηθεί το ποσοστό συμμετοχής του γυναικείου πληθυσμού στη μισθωτή εργασία, από την οποία παράγεται η υπεραξία.


2. Η ΟΞΥΝΣΗ ΤΩΝ ΕΝΔΟΪΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΑΝΤΙΘΕΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΕΕ
Επιβεβαιώθηκε η πρόβλεψη του ΚΚΕ ότι στην πορεία θα οξύνονταν οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις στην ΕΕ. Αντιθέτως, οι δυνάμεις του σύγχρονου δεξιού και δυνάμεις του αριστερού οπορτουνισμού συντάχθηκαν με τις αστικές φιλελεύθερες και τις σοσιαλδημοκρατικές διαχειριστικές δυνάμεις στην αιτιολόγηση της αναγκαιότητας, της συνεκτικότητας και τελικώς της χρησιμότητας της ΕΕ ως μονόδρομου από κοινού για κεφάλαιο και εργατική δύναμη. Η όξυνση των αντιθέσεων ως προς τη συνεκτικότητα της ΕΕ είχε τις εξής πρόσφατες εκδηλώσεις:
 Η «Συνταγματική Συνθήκη» δεν εγκρίθηκε από τα δημοψηφίσματα στη Γαλλία και την Ολλανδία, ως συνέχεια άλλων αρνητικών αποτελεσμάτων σε προηγούμενα δημοψηφίσματα έγκρισης Συνθηκών (αρνητικό αποτέλεσμα ενός δημοψηφίσματος στην Ελβετία και δύο δημοψηφισμάτων στη Νορβηγία για την ένταξη στην ΕΕ, αρνητικό αποτέλεσμα δημοψηφίσματος επικύρωσης υιοθέτησης του ευρώ στη Σουηδία και στη Δανία, οι οποίες τελικώς δεν ανήκουν στη ζώνη του ευρώ, μαζί και η Βρετανία. Αρνητικό το πρώτο δημοψήφισμα στην Ιρλανδία για την επικύρωση της συνθήκης της Νίκαιας, που αφορούσε την τελευταία διεύρυνση της ΕΕ). 
 Οι αντιθέσεις οξύνονται σε σχέση με τα δημοσιονομικά της ΕΕ: Για το ύψος του κοινοτικού προϋπολογισμού (με κύρια την αρνητική θέση της Γερμανίας στην αύξηση του ποσοστού του επί του Ακαθάριστου Προϊόντος στην ΕΕ). Για την αξιοποίηση των κοινοτικών κονδυλίων (με τη Βρετανία να ηγείται στη μείωση της στήριξης προς την αγροτική παραγωγή). Για τη διαχείριση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων (πρωτογενές έλλειμμα και δημόσιο χρέος) κλπ. 
 Οξύνονται οι αντιθέσεις στη διαμόρφωση κοινής ευρωπαϊκής φορολογικής πολιτικής για τις επιχειρήσεις, με τάση ακόμη μεγαλύτερη συμμετοχή της φορολογίας των εμπορευμάτων (έμμεση φορολογία) που πληρώνουν οι πολλοί και μικρότερη για το μεγάλο κεφάλαιο (ως άμεση φορολογία επιχειρήσεων ή μεγαλοεισοδηματιών).
 Οξύνονται οι αντιθέσεις γύρω από τη σχέση δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής (το γνωστό ως «Σύμφωνο Σταθερότητας και ανάπτυξης»), γιατί λόγω της ανισόμετρης ανάπτυξης δεν ταιριάζει το ίδιο μείγμα για κάθε κράτος-μέλος της ΕΕ, στον ίδιο χρόνο ή σειρά χρόνων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το Ευρώ έφερε πολύ μεγαλύτερα ελλείμματα για κάποια κράτη (π.χ. Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιταλία), πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια, αλλά και επιδείνωση της ανταγωνιστικότητάς τους (Ελλάδα, Πορτογαλία, αλλά και Ιταλία) με βάση τα κριτήρια και τους δείκτες της καπιταλιστικής παραγωγής.
 Οξύνονται οι αντιθέσεις λόγω της κοινής δέσμευσης των κρατών-μελών για την επιτάχυνση της απελευθέρωσης των αγορών ενέργειας, μεταφορών κλπ. Η «απελευθέρωση» γίνεται με ένταση του ανταγωνισμού, με πολιτικούς χειρισμούς για εξαιρέσεις ή προνομιακές σχέσεις που θα βοηθήσουν στην απόκτηση ή διατήρηση μεριδίων από ισχυρά κρατικά μονοπώλια, όπως η Edf της Γαλλίας. Η μείωση των κρατικών επιδοτήσεων σε στρατηγικής σημασίας τομείς, όπως είναι οι αερομεταφορές, οξύνει αντιθέσεις (π.χ. στην Ελλάδα).
 Η τελευταία «διεύρυνση» της ΕΕ επέφερε ακόμη μεγαλύτερη ανισομετρία και όξυνση των εσωτερικών αντιθέσεων. Ο σκληρός πυρήνας της ΕΕ επεδίωξε την ένταξη των νέων μελών, κυρίως της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (ορισμένες από αυτές, π.χ. Πολωνία, Τσεχία, ενισχύουν τις συμμαχίες της Γερμανίας). Ταυτοχρόνως επιταχύνεται η όξυνση αντιθέσεων που αφορά τη νομισματική σταθερότητα, τη μετακίνηση του εργατικού δυναμικού, το μέγεθος της ανεργίας, τη διαχείριση του ανταγωνισμού στην αγροτική παραγωγή.
 Η προοπτική επόμενης διεύρυνσης της ΕΕ επιτείνει τις εσωτερικές αντιθέσεις της. Στο κέντρο των αντιθέσεων η έναρξη της ενταξιακής διαδικασίας για την Τουρκία.
Σε αυτό το θέμα αντανακλάται η διαχρονική αντίθεση μεταξύ της αμερικανοβρετανικής συμμαχίας με τη Γαλλία, κατά καιρούς και με τη γαλλογερμανική συμμαχία. Είναι χαρακτηριστική η γραμμή που ακολούθησε η Βρετανική προεδρεία και οι δηλώσεις εκπροσώπου του State Department ότι οι ΗΠΑ απέκτησαν ένα σίγουρο σύμμαχο στην ΕΕ.
Η Τουρκία είναι ανερχόμενη δύναμη του καπιταλισμού. Εχει προϋποθέσεις εσωτερικές (πολυπληθής) αλλά και εξωτερικές (στρατηγική θέση στη σύνδεση τριών ηπείρων και επομένως στη διαμόρφωση ευρωπαϊκών δρόμων και δικτύων στην ενέργεια, στις μεταφορές, κλπ.). Λόγω της στρατηγικής θέσης της έχει διαμορφώσει διαχρονικής σημασίας στρατιωτικοπολιτική συμμαχία με τις ΗΠΑ για τον έλεγχο της Μέσης Ανατολής, των συνόρων της Ρωσίας, της Παρευξείνιας ζώνης, τη σύνδεση με άλλες ανερχόμενες καπιταλιστικές δυνάμεις, όπως η Ινδία κλπ. Η συνεχής αναβάθμιση των πολεμικών δυνάμεών της (προσφάτως και των θαλάσσιων), η σημερινή σχετική της καθυστέρηση και ιδιαιτέρως η εσωτερική ανισόμετρη καπιταλιστική της ανάπτυξη, η παραδοσιακή μεταναστευτική της ροή προς τη Γερμανία, η σημαντική καθυστέρησή της στην αφομοίωση του Κουρδικού πληθυσμού, η καθυστέρηση του τουρκικού κράτους να εκσυγχρονιστεί σύμφωνα με τις σύγχρονες δομές και λειτουργίες ενός αναπτυγμένου ευρωπαϊκού καπιταλιστικού κράτους, όλα μαζί συνιστούν παράγοντες όξυνσης των σχέσεών της με τα περισσότερα κράτη-μέλη της ΕΕ (κυρίως με τη Γερμανία, Αυστρία, Γαλλία κλπ.).
Αναμφίβολα, οι σχέσεις Τουρκίας-ΕΕ, παρά την έναρξη της ενταξιακής διαδικασίας, δε θα είναι μονοσήμαντα θετικές, θα τροφοδοτούν νέα φάση όξυνσης των αντιθέσεων. 
 Η προοπτική διεύρυνσης της ΕΕ με τη συμμετοχή της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας έχει και το στοιχείο της αντιστάθμισης ορισμένων συνεπειών από την ένταξη της Τουρκίας. Εχει το χαρακτήρα μιας πιο άμεσης επέκτασης της επιρροής του σκληρού πυρήνα της ΕΕ στα Βαλκάνια, προς τα σύνορα της Τουρκίας, σε κράτη με ορυκτό πλούτο, όπως η Ρουμανία. Εντάσσεται στους σχεδιασμούς της ΕΕ για ευνοϊκότερη διασύνδεσή της με την αγορά της Ρωσίας, της Λευκορωσίας, Μολδαβίας, Ουκρανίας κλπ.


3. ΟΙ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΕ ΜΕ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ
Οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις εκδηλώνονται και στο πλαίσιο της συνεργασίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης με άλλα κράτη. Διαμορφώνει σταθερές ή ευκαιριακές συμμαχίες, άξονες και αντιάξονες ενιαία ή από ένα μέρος των κρατών-μελών της σε σχέση με τα άλλα δύο κέντρα, ΗΠΑ και  Ιαπωνία, αλλά και με ανερχόμενες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις (π.χ. Ρωσία, Ινδία). 
Επισημαίνονται ορισμένα βασικά πεδία εκδήλωσης των αντιθέσεων, όπως:
 Στη συμφωνία ΕΕ - Κίνας για την κλωστοϋφαντουργία, εμφανίζονται διαφορετικές προσεγγίσεις μεταξύ κρατών με σχετικά ισχυρή βιομηχανική παραγωγή (Γαλλία - Ιταλία) και άλλων με ακόμη ισχυρό αντίστοιχο εξαγωγικό εμπόριο (π.χ. Ελλάδα). 
 Ο έλεγχος ενεργειακών πηγών και οδών (π.χ. η στάση του γαλλογερμανικού άξονα έναντι ΗΠΑ στο Ιράκ, αγωγός σύνδεσης Ρωσίας -Γερμανίας που παρακάμπτει την Πολωνία, γενικότερα η σχέση ΕΕ-Ρωσίας για τη διασφάλιση ενεργειακής επάρκειας της ΕΕ). 
 Η διαπάλη για τις διεθνείς συμφωνίες στον ΠΟΕ και άλλες διεθνείς μονοπωλιακές ενώσεις. Ο ανταγωνισμός με τις ΗΠΑ για τον έλεγχο στρατηγικών τομέων της οικονομίας μετά την «απελευθέρωση» διεθνών αγορών, (π.χ. στις αερομεταφορές, με τις συμφωνίες των «ανοικτών ουρανών»). Διαπλέκονται οι συμμαχίες και αντιθέσεις μεταξύ κρατών-μελών της ΕΕ με τις ΗΠΑ (π.χ. στην πολεμική βιομηχανία) με την αντίθεση ΕΕ-ΗΠΑ (π.χ. Airbus-Boeing, αντιστοίχως). Ο ανταγωνισμός ΕΕ - ΗΠΑ αφορά και άλλες ζώνες, τελωνειακής ή άλλης μορφής ενώσεις (π.χ. στη Λατινική Αμερική και Καραϊβική, με τους γνωστούς εμπορικούς «πολέμους» της μπανάνας, των βοοειδών κλπ.).
 Η ΕΕ επιχειρεί να αξιοποιήσει τις αντιθέσεις μεταξύ άλλων δυνάμεων εκτός ΕΕ (ΗΠΑ-Ρωσίας, Ινδίας-Ρωσίας, αλλά και ΗΠΑ-Κίνας, Ιαπωνίας-Κίνας). Είναι χαρακτηριστική η προσέγγισή της με την Κίνα όσον αφορά την άρση του στρατιωτικού εμπάργκο της δεύτερης.
Η διαδικασία είναι σύνθετη. Η κατηγορία των εσωτερικών ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων της ΕΕ διαπλέκεται με τις εξωτερικές της αντιθέσεις, γι’ αυτό παρατηρούνται και διαφοροποιήσεις μελών-κρατών της ΕΕ σε σχέση με τη στάση τους απέναντι σε άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα (π.χ. σχέση στρατηγικής συνεργασίας Βρετανίας-ΗΠΑ).
Η ίδια η διαδικασία όξυνσης των αντιθέσεων ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ διαμορφώνει και ενισχύει τάσεις αντίρροπες ως προς την προώθηση της ενοποίησης.
Το συνεκτικό στοιχείο παραμένει η στρατηγική αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και η κεφαλαιακή διεύρυνση των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων.  


4. Η ΣΧΕΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ - ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΕΕ
 Η όξυνση των αντιθέσεων στην ΕΕ προκαλεί προβληματισμό στους ιθύνοντες της ΕΕ (ορισμένοι από τους οποίους μιλούν για κρίση), ενώ τα διάφορα θεσμικά όργανα (Συμβούλιο, Κομισιόν, Ευρωκοινοβούλιο) προβληματίζονται για τα μέσα προώθησης των κοινοτικών πολιτικών, κυρίως για τη χειραφέτηση του κινήματος που ασκεί πιέσεις στις κυβερνήσεις. Στη βάση αυτών των αντιθέσεων -ταξικών και ενδοϊμπεριαλιστικών- επιχειρείται η αναζήτηση διαφορετικών διαχειριστικών συνταγών, αλλά και η ιδεολογική επένδυσή τους. (Π.χ. «αντινεοφιλελεύθερη» ή «νεοκεϋνσιανή» Ευρωπαϊκή εκδοχή της Ενωσης).
Δεν είναι η πρώτη φορά που εκδηλώνεται όξυνση στη σχέση εμβάθυνσης - διεύρυνσης της ΕΕ, ενδεχομένως τώρα να είναι πιο βαθιά από άλλες προηγούμενες. Αυτό δίνει νέα περιθώρια στην ανασύνταξη του εργατικού και λαϊκού κινήματος, στον απεγκλωβισμό από τα δεσμά του «μονόδρομου», χωρίς να υποτιμούνται και οι νέες δυνατότητες εγκλωβισμού σε νέου τύπου ιδεολογικά και πολιτικά δεσμά.
Ο αντιδραστικός χαρακτήρας των οικονομικών διαδικασιών της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ενοποίησης αντανακλάται και στον αντιδραστικό χαρακτήρα των θεσμών της. Ενιαία είναι η ταξικότητα, κεφαλαιοκρατική, τόσο στις οικονομικές όσο και στις πολιτικές διεργασίες. Κύρια χαρακτηριστικά αυτών των διαδικασιών είναι:
 Η συμπίεση της τιμής της εργατικής δύναμης, η αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσής της, μέσα από την ανατροπή της όποιας σχετικής σταθερότητας απασχόλησης, με την επέκταση του ωρομισθίου, του ενοικιαζόμενου μισθωτού από επιχείρηση σε επιχείρηση, τη χρησιμοποίηση εργατικής δύναμης με νέους δυσμενέστερους όρους ασφάλισης, τη φθηνότερη εργασία των μεταναστών, την ακατοχύρωτη εποχιακή απασχόληση, τη φτηνότερη γυναικεία και νεανική εργασία, την αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης κλπ.  
 Η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και της «απελευθέρωσης» των αγορών (ηλεκτρενέργειας, μεταφορών, τηλεπικοινωνιών κλπ.), οδήγησε σε νέο κύμα ακρίβειας, ανεργίας. 
Η πολιτική της Λισσαβόνας -για παράδειγμα- υλοποιείται από το 2000. Σε αυτήν την 5ετία έχουν αυξηθεί οι απολύσεις, η ανεργία που φτάνει στο 9% (στις γυναίκες και τους νέους είναι διπλάσια), η φτώχεια αγκαλιάζει δεκάδες εκατομμύρια, ενώ έχει αυξηθεί κατακόρυφα ο βαθμός εκμετάλλευσης όλης της εργατικής τάξης. Η συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και της παραγωγής στο έδαφος του καπιταλισμού και της «απελευθέρωσης» των αγορών οδηγεί στη διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, της περιφερειακής ανισομετρίας μέσα στο ίδιο κράτος και μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ.  
 Η ενίσχυση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο των μηχανισμών καταστολής των λαϊκών κινημάτων. Σε αυτήν την κατεύθυνση υπάρχει το «Πρόγραμμα της Χάγης», η λειτουργία του αντιτρομοκρατικού δόγματος σε συνεργασία με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα και ιδιαίτερα με τις ΗΠΑ. Στο πλαίσιο αυτού του δόγματος, με πρόσχημα την τρομοκρατία κλιμακώνεται η ιμπεριαλιστική επίθεση κατά των λαών και χωρών που δεν ευθυγραμμίζονται με τους σχεδιασμούς των ηγετικών δυνάμεων του καπιταλισμού ή επιμένουν στο δικαίωμα να ακολουθούν το δρόμο που εκείνες αποφάσισαν (Κούβα, ΛΔ Κορέας κ.ά). Επικεφαλής αυτής της δήθεν «αντιτρομοκρατικής» επέλασης είναι ασφαλώς οι ΗΠΑ. Ωστόσο και τα κράτη της ΕΕ, καθώς και άλλα, έχουν υιοθετήσει την «αντιτρομοκρατική» επιχειρηματολογία και συμμετέχουν, ακόμη και με στρατιωτικές δυνάμεις (π.χ. στο Αφγανιστάν). Ταυτόχρονα ενισχύεται ο λεγόμενος «Ευρωστρατός», σε συνεργασία με το ΝΑΤΟ, με τη δημιουργία δυνάμεων ταχείας επέμβασης και την προώθηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο των μισθοφορικών στρατών. Διαμορφώνονται τμήματα «ευρωαστυνομίας». Επεκτείνονται διευρωπαϊκά συστήματα αστυνόμευσης, τύπου «Σένγκεν», κλπ.
 Η ενίσχυση του αντικομμουνισμού. Το ίδιο το γεγονός της αποδοχής χωρών στις οποίες απαγορεύεται και διώκεται η δράση κομμουνιστικών κομμάτων, η χρήση κομμουνιστικών συμβόλων (π.χ. Βαλτικές χώρες, Ουγγαρία, κλπ.) ανοίγει το δρόμο για την ενίσχυση των μέτρων ενάντια στην κομμουνιστική δράση και των επιθέσεων σε ΚΚ σε όλη την ΕΕ.
 Πληθαίνουν οι προσπάθειες για επίσημη καταδίκη του κομμουνισμού από όργανα της ΕΕ και το Συμβούλιο της Ευρώπης, την ταύτισή του με το φασισμό. Η προσπάθεια αυτή δεν προωθείται μόνο από ακραίες συντηρητικές δυνάμεις, αλλά και με τη στήριξη άμεσα ή έμμεσα και από δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρόταση ψηφίσματος που κατατέθηκε στο Συμβούλιο της Ευρώπης.


Η προσαρμογή του πολιτικού συστήματος ανά κράτος-μέλος και σε επίπεδο ΕΕ:
 Σε μια σειρά κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν ψηφισθεί νόμοι για τη λειτουργία των κομμάτων, που έχουν ως στόχο τον άμεσο έλεγχό τους από τους κρατικούς μηχανισμούς, με αφορμή την οικονομική διαφάνεια κλπ. Βασικός μοχλός παρέμβασης στο πολιτικό σύστημα του κάθε κράτους-μέλους είναι η δημιουργία κομμάτων της ΕΕ, κομμάτων που από θέση αρχής θα αποδέχονται και θα νομιμοποιούν τη διαδικασία ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ενοποίησης, με στόχο την ενσωμάτωση του εργατικού, λαϊκού κινήματος στο μονόδρομο της ΕΕ.
 Δυνάμεις και θεσμοί της αστικής τάξης, σε επίπεδο κρατικό, αλλά και ευρωενωσιακό, παρεμβαίνουν και ελέγχουν τον προσανατολισμό ορισμένων αντιδράσεων που επιφέρουν οι συνέπειες των αντιλαϊκών και αντεργατικών αναδιαρθρώσεων. Αξιοποιείται, προς όφελος των συμφερόντων κάποιου κράτους-μέλους (π.χ. της Γαλλίας) ή ενός ιμπεριαλιστικού κέντρου (π.χ. της ΕΕ), το κίνημα κατά της λεγόμενης «νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης». Χρησιμοποιούνται ακτιβιστικές ενέργειες, σχετικά «αυθόρμητες» αντιδράσεις προκειμένου να ανακοπεί μια πραγματικά ριζοσπαστική, αντιμονοπωλιακή - αντιιμπεριαλιστική κινητοποίηση των μαζών, να αποτραπεί η μαζικοποίηση και ο ταξικός προσανατολισμός, ο ταξικός  διεθνιστικός συντονισμός δράσης του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, των άλλων κοινωνικών κινημάτων (π.χ. αντιπολεμικού, γυναικείου, μαθητικού, φοιτητικού, αγροτών, ελευθεροεπαγγελματιών, κλπ.).


5. ΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΙΣ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΕ
Τα κόμματα της εργατικής τάξης βρίσκονται μπροστά στην πρόκληση να αντιμετωπίσουν με ταξική συνέπεια τις παγίδες που διαμορφώνουν οι εσωτερικές και εξωτερικές ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις της ΕΕ. Να ανοίξουν μέτωπο μέσα στα κοινωνικά κινήματα, στη βάση της αυτοτέλειας της ταξικής πάλης -ιδεολογικής, πολιτικής, συνδικαλιστικής- η οποία δεν πρέπει να αυτοπεριορίζεται εξ αιτίας της ευελιξίας κυβερνητικών επιλογών κομμάτων εξουσίας που οι χώρες τους αντιμετωπίζουν στενότητα εσωτερικής οικονομικής αυτάρκειας και συνθήκες σκληρού ιμπεριαλιστικού αποκλεισμού.
 Για παράδειγμα, η ΕΕ κλείνει συμφωνίες με τρίτες χώρες, σε διμερή ή πολυμερή (ΠΟΕ) βάση, περιορίζοντας μέρος της αγροτικής παραγωγής κρατών μελών της, η οποία γινόταν σε συνθήκες κρατικής προστασίας της. 
Μέσω αυτών των συμφωνιών η ΕΕ επιδιώκει να εξασφαλίσει φτηνή πρώτη ύλη για τις βιομηχανίες της, να εκμεταλλευτεί τη φτηνότερη εργασία στη γεωργία, σε σύγκριση με εκείνη στα κράτη-μέλη της, να εξασφαλίσει καλύτερες συνθήκες εξαγωγής των βιομηχανικών εμπορευμάτων της σε σχέση με ανταγωνιστές της, όπως oι ΗΠΑ.
Αν κάποιο κράτος με μεγάλη αγροτική παραγωγή, από την Αφρική ή και τη Λατινική Αμερική, βλέπει ως συμφέρουσα μια διμερή οικονομική συνεργασία με την ΕΕ, είναι στην επιλογή του να προχωρήσει σε αυτήν και μπορεί να έχει κάποιο συγκυριακό όφελος. 
Ωστόσο, αυτές οι συμφωνίες δε δικαιολογούν ένα κόμμα κομμουνιστικό, εργατικό, να εξωραΐζει το Ευρωενωσιακό Οικοδόμημα, να το καταγράφει ως «πόλο αντιπαράθεσης προς τον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ».
Η δεκαετής εμπειρία εφαρμογής αυτών των συμφωνιών με κυριότερη τη συμφωνία της ΓΚΑΤΤ το 1995 δείχνει ότι παρά την αύξηση των εξαγωγών αγροτικών προϊόντων από τις αναπτυσσόμενες χώρες, δε βελτιώθηκε το βιοτικό επίπεδο των λαών τους, δε μειώθηκε το εξωτερικό τους χρέος και ο αριθμός των πεινασμένων και λοιμοκτονούντων σε αυτές τις χώρες.
Το μακροπρόθεσμο εθνικό και διεθνιστικό ταξικό συμφέρον και καθήκον του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος είναι η σαφής τοποθέτηση για τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της ΕΕ. Σε επίπεδο κινήματος, κοινωνικού και πολιτικού, να αποκλείεται η ενσωμάτωση στις δομές της ΕΕ. Να αξιοποιούνται οι εσωτερικές της αντιθέσεις, το βάθεμά τους προς όφελος των εργατικών και λαϊκών συμφερόντων, η αποσταθεροποίηση των μηχανισμών της, η παρεμπόδιση των πολιτικών της, με στόχο οι ταξικοί αγώνες, η αντιιμπεριαλιστική λαϊκή πάλη να οδηγήσει στην αποδυνάμωση της ΕΕ, μέσα από την απόσπαση χωρών από τον κλοιό της και τελικά στην ανατροπή της.
 Η ενιαία απόρριψη της Ευρωπαϊκής Συνταγματικής Συνθήκης μαζί με τις προηγούμενες θεμελιακές της συνθήκες, η συνολική απόρριψη της ΕΕ είναι κρίσιμο ζήτημα για την προοπτική της ταξικής πάλης στην Ευρώπη και όχι μόνο. Οπως είναι και η απόρριψη των Ενώσεων των ΗΠΑ. 
Το εργατικό κίνημα οφείλει να πει ΟΧΙ στα ιμπεριαλιστικά κέντρα ανεξάρτητα από τη γεωγραφική τους έδρα.
Το κομμουνιστικό και εργατικό κίνημα δε διαλέγει μεταξύ «καλού» και «κακού» ιμπεριαλισμού, δε διαλέγει στήριξη της μιας ή άλλης διεθνικής έκφρασης του ταξικού αντιπάλου. Η ΕΕ ανταγωνίζεται με τις ΗΠΑ για τον έλεγχο των αγορών. Πεδία ανταγωνισμού αποτελούν η Λατινική Αμερική, η Αφρική, οι σχέσεις με τη Ρωσία και τις σύμμαχες με αυτήν χώρες (π.χ. Λευκορωσία), οι σχέσεις με την Ινδία και την Κίνα. 
Οι διαφορές που υπάρχουν σε διεθνή ζητήματα με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό υπαγορεύονται καθαρά από τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και όχι από τη διαφορετική φύση των δύο δυνάμεων. Αλλωστε σε πολλές, αν όχι στις περισσότερες των περιπτώσεων, δεν έχουν διστάσει να συμφωνήσουν όταν εγγυώνται τα συμφέροντα και των δύο. Παραδείγματα, ο ρόλος της ΕΕ στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και τον πόλεμο ενάντια στη Γιουγκοσλαβική Ομόσπονδη Δημοκρατία (ΓΟΔ), η στάση των ευρωπαϊκών κρατών στον πόλεμο ενάντια στο Ιράκ, η συμφωνία του γαλλο-γερμανικού άξονα με τις ΗΠΑ για τα ζητήματα κατοχής του Ιράκ, η στάση των 15 -υπό ελληνική προεδρία- ενάντια στην Κούβα, η κατάταξη στις τρομοκρατικές οργανώσεις και η απαγόρευση δράσης των FARC, του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, του PKK και άλλων λαϊκών απελευθερωτικών κινημάτων, η συμμετοχή της ΕΕ στα σχέδια του ΝΑΤΟ για τη Μέση Ανατολή, οι εκστρατείες «εκδημοκρατισμού» χωρών της πρώην ΕΣΣΔ, η επιδοκιμασία του πραξικοπήματος ενάντια στον Τσάβες, κλπ. 
Βεβαίως, το κίνημα της εργατικής τάξης κάθε χώρας στην οργάνωση της πάλης θα λαμβάνει υπόψη τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Τα λαϊκά κινήματα οφείλουν να τις αξιοποιούν για να αδυνατίσουν τον ταξικό αντίπαλο, δυναμώνοντας την ταξική πάλη με στόχο την ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας και την κατάκτησή της από την εργατική τάξη, με τους συμμάχους της.


Β. ΜΕΤΩΠΟ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΤΙΚΗ «ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ» ΓΙΑ «ΑΛΛΗ ΕΥΡΩΠΗ»


 Η νομιμοποίηση της Ευρωπαϊκής Ενωσης κινείται σε φθίνουσα γραμμή στα μάτια των λαών, αναδύεται αργά και σταθερά η τάση για ολοένα οξύτερες κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις. Δεν επαληθεύθηκε η οπορτουνιστική θέση ότι η ενιαία εσωτερική αγορά και στη συνέχεια η  ΟΝΕ ήταν  έκφραση μιας αντικειμενικής κίνησης προς τα εμπρός, προσαρμογής στην παγκοσμιοποίηση με προοδευτικά στοιχεία για όλους. Οπως απαξιώθηκε το παλιότερο σύνθημα για τη μετεξέλιξη της ΕΟΚ των μονοπωλίων σε «ΕΟΚ των λαών», έτσι διαψεύσθηκε και ο «μονόδρομος του Μάαστριχτ», το Ευρώ ως πύλη άμβλυνσης της ανισομετρίας, η «γκρίζα» αποδοχή των αναδιαρθρώσεων στις εργασιακές σχέσεις, στην απελευθέρωση των αγορών.
  Η ιδεολογική λατρεία προς τις θεσμικές διαδικασίες της «ευρωπαϊκής ενοποίησης» ότι τάχα είναι μονόδρομος γιατί εκφράζουν «νομοτελειακές τάσεις» της ιστορικής εξέλιξης, απογυμνώνεται - αποκαλύπτεται ως απολογητική υπέρ του συνασπισμένου ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Ωστόσο, επανεμφανίζεται ως «αντινεοφιλελεύθερη αριστερή εναλλακτική στρατηγική» για τους λαούς της Ευρώπης, η οπορτουνιστική θέση για το ξεπέρασμα της εθνοκρατικής οργάνωσης, της διεκδίκησης αλλαγών σε εθνικό πεδίο. 
Η ιδεολογική χρεοκοπία της σοσιαλδημοκρατίας ως διαχειριστή της ιμπεριαλιστικής ΕΕ, υποχρεώνει παλιότερες και νέες δυνάμεις του οπορτουνισμού υπό τον τίτλο της «ανανεωτικής ευρωπαϊκής αριστεράς» να  επιχειρήσουν την ανασύνταξή τους κυρίως με τη συσπείρωσή τους στο «Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς».
Το ΚΕΑ υποχρεώνεται σε ορισμένες λεκτικές προσαρμογές και ορισμένες φαινομενικές διαφοροποιήσεις από τη σοσιαλδημοκρατία. Ετσι υιοθετεί στο 1ο Συνέδριό του τη θέση για «παγκόσμια αλλαγή» με πρωταγωνιστή την ΕΕ, ότι «στην παγκόσμια πολιτική σκηνή, (για μας) η Ευρώπη και Ευρωπαϊκή Ενωση, όπως υπάρχει σήμερα, είναι το ελάχιστο πεδίο πολιτικής ως έκφρασης της ταξικής πάλης».
Με άλλη διατύπωση επαναλαμβάνει τη διαχειριστική πολιτική της σοσιαλδημοκρατίας και αντικειμενικά αποπροσανατολίζει, αποτρέπει από την ταξική πάλη στο εθνικό επίπεδο και επομένως απονευρώνει και τη δυνατότητα αλλαγής του συσχετισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το λιγότερο συντηρεί τους δισταγμούς και την υποτονική διάθεση για θυσίες που επιβάλλει η ταξική σύγκρουση ή ευθύνεται για το πολιτικό αδιέξοδο του «αυθόρμητου» στην απότομη άνοδο των αντιδράσεων.
Στην πραγματικότητα αφήνει στο απυρόβλητο τον εκμεταλλευτικό χαρακτήρα του καπιταλισμού, αφού όλα τα δεινά του τα αποδίδει στο «νεοφιλελευθερισμό». 
Το ΚΕΑ προβάλλει ως εναλλακτική στρατηγική την αντινεοφιλελεύθερη διαχείριση της ΕΕ. Διαχωρίζεται από την ηγεσία της σοσιαλδημοκρατίας με κριτική προς αυτήν ότι δεν άσκησε αντινεοφιλελεύθερη πολιτική στην ευρωπαϊκή (ΕΕ) εκδοχή της παγκοσμιοποίησης.
Αναγορεύει την πολιτική ενοποίησης ως μέσο προώθησης της ευρωπαϊκής πολιτικής ρύθμισης της καπιταλιστικής αγοράς, χωρίς να αντιστρατεύεται τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, τον «υγιή» (καπιταλιστικό) ανταγωνισμό και την (ανισόμετρη καπιταλιστική) ανάπτυξη. Διακηρύσσει τη δυνατότητα άσκησης μιας κοινωνικής πολιτικής υπέρ των εργαζομένων, χωρίς να θίγεται η οικονομική εξουσία του κεφαλαίου, η ευρωπαϊκή στρατηγική του.
Στην καλύτερη περίπτωση είναι μια ουτοπική νοσταλγία του καπιταλιστικού «κράτους πρόνοιας» του παρελθόντος, μια εγκεφαλική μεταφορά του σε διακρατικό (ή ομοσπονδιακό) ευρωπαϊκό επίπεδο. Είναι μια ουτοπική νοσταλγία της διαχείρισης που άσκησαν εναλλάξ σοσιαλδημοκρατικά και φιλελεύθερα αστικά κόμματα σε τελείως διαφορετική εποχή για την μεταπολεμική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού, η οποία χρεοκόπησε εδώ και τρεις  δεκαετίες. Οι αναδιαρθρώσεις της λεγόμενης «νεοφιλελεύθερης εκδοχής της ΕΕ» είναι ανάγκη του συστήματος και όχι αποτέλεσμα ενός πολιτικού συσχετισμού στα όριά του.
Το στρατηγικό (προγραμματικό) αδιέξοδο του ΚΕΑ φαίνεται σε επίπεδο οικονομίας - κοινωνικής πολιτικής, όχι μόνο στη «Διακήρυξη των Αθηνών», αλλά και συγκριτικά με τις «Θέσεις προς το 1ο Συνέδριό» του ή και σχέδια εργασίας για το «Ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο».
Στο μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα (δικαίωμα) της εργασίας, στη Διακήρυξή του υποστηρίζει «τη δημιουργία προγραμμάτων υποστήριξης της απασχόλησης για νέες θέσεις εργασίας και μείωση του χρόνου εργασίας». Ως προς τα προγράμματα «νέων θέσεων εργασίας», τα υποστηρίζει και το κοινοτικό κατεστημένο, ενώ η «μείωση του χρόνου εργασίας», χωρίς ρητή εναντίωση και πάλη με τη διευθέτησή του, είναι αντεργατική προσαρμογή στα νέα επίπεδα παραγωγικότητας της εργασίας. (Ούτε η πρόταση της ομάδας εργασίας για «μείωση του ανώτατου ορίου εργάσιμων ωρών ανά εβδομάδα» περιλαμβάνεται).
Ο «δημοκρατικός έλεγχος» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι η πλήρης διάρρηξη της σχέσης οικονομίας - πολιτικής, εκτός και εάν αφορά τη σχέση διοίκησής της με το συσχετισμό των κρατών στα ευρωενωσιακά όργανα. Οσο για το αίτημα «λήξης του Συμφώνου Σταθερότητας» είναι στο πλαίσιο των προβληματισμών φιλελεύθερων και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, είναι στην πολιτική πρακτική των κυβερνήσεων της Γερμανίας, Γαλλίας, Ιταλίας και άλλων.
Εξίσου ερμαφρόδιτη είναι η θέση υπέρ της «ενδυνάμωσης των δημόσιων υπηρεσιών σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο», αφού πουθενά δεν υπάρχει αναφορά αμφισβήτησης της στρατηγικής ενίσχυσης των μονοπωλίων. Το καταστάλαγμα της αναπαλαίωσης της παρωχημένης σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης είναι η θέση «ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις και στις νεοφιλελεύθερες επιταγές, που προάγουν την εμπορευματοποίηση των κοινωνικών αγαθών, όπως το νερό, η ενέργεια, ο πολιτισμός, η εκπαίδευση και το σύστημα υγείας».
Προτάσεις που αφορούν τη διαχείριση της ακραίας φτώχειας, τη διατήρηση κάποιου κρατικού τομέα στην ενέργεια, στην ύδρευση, στην παιδεία, στο σύστημα υγείας, βεβαίως σε συνύπαρξη με ένα ισχυρό ιδιωτικό τομέα, δεν είναι έξω από τη σημερινή πολιτική φιλελεύθερων και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων.
Εξίσου αντιφατική είναι η παρακάτω τοποθέτηση στις θέσεις του ΚΕΑ για το 1ο Συνέδριο του:
«Το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο είναι αυτό που μπορεί να νικήσει τη δραματική και αυξανόμενη ανεργία και ανασφάλεια. Η αντίθεση του ΚΕΑ δεν είναι τόσο στους διακηρυγμένους στόχους της Στρατηγικής της Λισσαβόνας αλλά στην υποταγή τους στις πολιτικές του καπιταλιστικού ανταγωνισμού και στη λογική της απελευθέρωσης». Θέση που αποκρύπτει το αντιδραστικό, αντεργατικό - αντιλαϊκό περιεχόμενο των στόχων της Λισσαβόνας και καλλιεργεί τη ψευδαίσθηση για μια φιλολαϊκή υλοποίησή τους.  
Το ΚΕΑ, οι σοσιαλδημοκράτες και οι δυνάμεις που εντάσσονται στο Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ, περισσότερο ή λιγότερο ανοιχτά, εκδηλώνουν την αντίθεσή τους με το κίνημα της εργατικής τάξης, απορρίπτουν τον πρωτοπόρο και επαναστατικό της ρόλο. Δεν κάνουν καμμία κριτική στα συμβιβασμένα εργοδοτικά συνδικάτα. Προτάσσουν τον όρο «νέα κοινωνικά κινήματα». Προβάλλουν ως επαναστατικό υποκείμενο τα «ξεσπάσματα του πλήθους», σε αντίθεση με το κίνημα της συμμαχίας της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, σε αντιπαράθεση με το ρόλο της επαναστατικής πρωτοπορίας στο αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό κίνημα, στην πάλη για το σοσιαλισμό.
 Οι προτάσεις περί «αναπροσανατολισμού της ευρωπαϊκής ενοποίησης», περί «νέας κοινωνικής συμφωνίας», περί «νέου κοινωνικού συμβολαίου» και «νέας κοινωνικής πολιτικής», περί «επανακαθορισμού των στόχων της ΕΕ», περί «μετατόπισης του άξονα των ευρωπαϊκών πολιτικών» έχουν έναν κοινό προγραμματικό, στρατηγικό παρονομαστή: Να συσκοτιστεί ώστε να μένει αθέατος ο ιμπεριαλιστικός χαρακτήρας της Ευρωένωσης ως διακρατικός πολιτικός μηχανισμός του μεγάλου κεφαλαίου, να επιβληθεί η «ταξική συνεργασία», η υποταγή στα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Είναι ψευδεπίγραφη και παραπλανητική η θέση της Απόφασης της Διάσκεψης (Ρώμη, 25/10/04) του ΚΕΑ σχετικά με το Σχέδιο της Συνταγματικής Συνθήκης για «νέα θεμέλια για τη νέα Ευρώπη, απομακρύνοντάς την από την αχαλίνωτη κυριαρχία του ληστρικού και πολεμοκάπηλου καπιταλισμού και δίνοντάς της τη δυνατότητα να συμφιλιωθεί με την κοινωνική πρόοδο, τη δημοκρατία, την οικολογικά βιώσιμη κοινωνία, τη συνεργασία ανάμεσα στους λαούς».
Η αντιμετώπιση της σύγχρονης φτώχειας, της ανεργίας, της αφαίρεσης των κοινωνικών δικαιωμάτων, της ραγδαίας υποβάθμισης του περιβάλλοντος, της περιστολής-καταστολής των δημοκρατικών δικαιωμάτων, των ιμπεριαλιστικών πολέμων βρίσκεται στον αντίποδα των αναγκών του καπιταλισμού, των στρατηγικών επιλογών του σε κρατικό και ευρωενωσιακό επίπεδο. Οι ανάγκες, τα ζωτικά αιτήματα και συμφέροντα, οι προσδοκίες της εργατικής τάξης, των μισοπρολεταριακών λαϊκών μαζών δε συμφιλιώνονται με τις στρατηγικές στοχεύσεις των καπιταλιστικών μονοπωλίων, επομένως και της ΕΕ, η οποία εκπροσωπεί τα γενικά συμφέροντά τους. Γι’ αυτό δεν υπάρχει δυνατότητα φιλολαϊκής εναλλακτικής διαχείρισής της.
Γ) Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ 
ΤΩΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ


ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ  ΤΑΞΙΚΗΣ ΠΑΛΗΣ ΣΕ ΚΑΘΕ ΧΩΡΑ
ΚΑΙ ΑΝΤΙΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΑΛΗ ΣΕ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ
         Το ΚΚΕ θεωρεί ότι κύριο καθήκον είναι η αναμέτρηση με τις δυνάμεις της ταξικής συνεργασίας, την ιδεολογία και την πολιτική της ενσωμάτωσης και της υποταγής στις ενώσεις του διεθνούς ιμπεριαλισμού στο όνομα της «αντικειμενικότητας» των διαδικασιών ενοποίησης. Η διαπάλη για τον απεγκλωβισμό του εργατικού κινήματος από την ιδεολογική και πολιτική υποστήριξη της μιας μορφής ιμπεριαλιστικής ένωσης έναντι μιας άλλης για να ενισχυθεί το ρεύμα της απειθαρχίας, της ανυπακοής και της ρήξης με την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς.
          Το ΚΚΕ θεωρεί ότι η στάση απέναντι στην ΕΕ είναι καθοριστικής σημασίας για τον προγραμματικό χαρακτήρα ενός εργατικού κόμματος, ειδικά ενός κομμουνιστικού κόμματος που διακηρύσσει το σοσιαλισμό. Η ευθυγράμμιση της πολιτικής ενός κόμματος στη λογική του μονόδρομου της ΕΕ αναιρεί κάθε διακήρυξή του για ριζοσπαστική πολιτική σε εθνικό πεδίο, για οριοθέτηση από τη σοσιαλδημοκρατία και τον οπορτουνισμό. 
Η εναλλακτική «νεοαριστερή» πρόταση για «αντινεοφιλελεύθερη» διαχείριση της ΕΕ είναι εξίσου «αδιέξοδη» με τη σοσιαλδημοκρατική διαχείριση σε εθνοκρατικό επίπεδο.
Το όραμα για την Ευρώπη των λαών μπορεί να ενσαρκωθεί με ανατροπές στο επίπεδο της εξουσίας σε κάθε κράτος της Ευρώπης ξεχωριστά. Η οικονομική ανισομετρία και επομένως και η ανισομετρία στην εξέλιξη του συσχετισμού δυνάμεων για την κάθε χώρα της Ευρώπης, (ενταγμένη ή όχι στην ΕΕ, στο σκληρό πυρήνα ή σε κάποια ομόκεντρη περιφέρειά της), η ανισομετρία σε επίπεδο πολιτικής σταθερότητας της εξουσίας του κεφαλαίου από χώρα σε χώρα, είναι οι θεμελιακοί παράγοντες που δίνουν προτεραιότητα στη διαμόρφωση στρατηγικής, της ταξικής πάλης του κάθε ΚΚ στη δική του χώρα. 
Το μέλλον της Ευρώπης είναι αναπόσπαστα δεμένο με το μέλλον του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος και την οργάνωση της αντιιμπεριαλιστικής πάλης σε κάθε κράτος-μέλος. Αντικειμενικά ο αντιιμπεριαλιστικός αγώνας συνδέεται περισσότερο και εντάσσεται οργανικά στον αγώνα για την ανατροπή του καπιταλισμού. Σε αυτό το κίνημα, μπορούν και πρέπει να συναντηθούν σε εθνικό αλλά και σε ευρωπαϊκό, ακόμη και σε διεθνές επίπεδο, δυνάμεις που έχουν διαφορετικές απόψεις για τις μορφές σύγκρουσης και ρήξης με την ΕΕ ή που διαφωνούν σχετικά με τη πείρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, με τον τρόπο περάσματος στο σοσιαλισμό. Εφόσον είναι διατεθειμένες να παλέψουν ενεργητικά ενάντια στα συμφέροντα των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού, ενάντια στην ΕΕ, στο ΝΑΤΟ, στις ξένες βάσεις, αντικειμενικά ο αγώνας τους θα υπονομεύει τα θεμέλια της καπιταλιστικής κυριαρχίας, θα δημιουργεί προϋποθέσεις για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της.   
Στο βαθμό που το αντιιμπεριαλιστικό, αντικαπιταλιστικό κίνημα θα δυναμώνει, θα αδυνατίζει η πολιτική ισχύς της ΕΕ και θα αυξάνονται και οι δυνατότητες αλλαγής στο επίπεδο της κρατικής εξουσίας.
Καθοριστικός παράγοντας σε αυτήν την προοπτική είναι η ικανότητα του λαϊκού κινήματος να αλλάξει ριζικά το συσχετισμό δυνάμεων, στο εσωτερικό όσο το δυνατό περισσότερων χωρών, μικρότερων ή μεγαλύτερων. Είναι η ικανότητα των κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων στη βάση της μαρξιστικής λενινιστικής επαναστατικής κοσμοθεωρίας, να διαμορφώνουν μια   επαναστατική στρατηγική που να αντιπαλεύει και αμφισβητεί τον καπιταλισμό. 


Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΚΚΕ ΓΙΑ ΑΠΟΔΕΣΜΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΕ


Το ΚΚΕ εκτιμά ότι ο στόχος για αποδέσμευση από την ΕΕ πρέπει να αποτελέσει το στόχο πάλης όλων των ευρωπαϊκών λαών και κινημάτων, έτσι ώστε να συγκεντρωθούν δυνάμεις σε αυτή την κατεύθυνση. Η συγκέντρωση δυνάμεων προς αυτό το στόχο θα βοηθήσει στη διαμόρφωση ενός πανίσχυρου αντίπαλου απέναντι στο  κεφάλαιο, κάτι που απουσιάζει σήμερα τόσο στο επίπεδο των λαϊκών κινημάτων όσο και στο επίπεδο της εξουσίας.
 Η αποδέσμευση από την ΕΕ δε συνεπάγεται εθνική απομόνωση ή τη διάρρηξη των διεθνών οικονομικών σχέσεων. Πρόκειται για αποδέσμευση και ταυτόχρονα αναζήτηση οικονομικών σχέσεων στη βάση του αμοιβαίου οφέλους.        
Παράλληλα με την τάση αποδέσμευσης από την ΕΕ θα αναπτύσσεται η τάση αμοιβαίας συνεργασίας των χωρών που έχουν αποδεσμευτεί, συνεργασίας και δεσμών και με άλλες χώρες που θα κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση. Οι τάσεις αυτές εξασφαλίζονται από τη διεθνοποίηση της ταξικής πάλης.
Το ΚΚΕ εκτιμά ότι αυτή η γραμμή δράσης του κινήματος αδυνατίζει τον ιμπεριαλισμό και ενισχύει την προσπάθεια αυτοτελούς ανάπτυξης και ισότιμης συνεργασίας εκείνων των χωρών όπου η εργατική τάξη κατακτά την εξουσία. Οσο θα αναπτύσσεται το κομμουνιστικό και αντιστοίχως το εργατικό κίνημα σε σταθερή γραμμή απειθαρχίας και σύγκρουσης με την ΕΕ και τις πολιτικές της, τόσο θα διαμορφώνονται ευνοϊκότερες πολιτικές συνθήκες σε κάθε κράτος-μέλος για χαλάρωση και απομάκρυνση από την ΕΕ, επομένως και για ευνοϊκότερους όρους οικονομικής συνεργασίας με κράτη όπως η Κούβα, που παλεύουν ενάντια στα ιμπεριαλιστικά σχέδια των ΗΠΑ. Ορισμένες εξελίξεις σε άλλες ηπείρους, όπως στην αμερικανική, επιβεβαιώνουν αυτή τη διαπίστωση. Η απόσπαση της Βενεζουέλας από την αγκαλιά των ΗΠΑ συνέβαλε στην ανάπτυξη διακρατικών οικονομικών σχέσεων με την Κούβα, με αμοιβαίο όφελος για τους λαούς τους. Η υπεράσπιση ενός επαναστατικού εργατικού κράτους, όπως της Κούβας, εξαρτάται και από τη στάση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, αν είναι στάση αποδοχής ή πάλης ενάντια σε κάθε ιμπεριαλιστική ένωση, όπως είναι και η ΕΕ, στάση διεκδίκησης και πίεσης.
Οσο η τάση για αποδέσμευση από τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις θα γενικεύεται, τόσο η ανάγκη για διμερείς, πολυμερείς και περιφερειακές συνεργασίες σε αντιιμπεριαλιστική βάση θα γίνεται πραγματικότητα. Αμεσο και κρίσιμο ζήτημα είναι τι κάνει το κάθε κίνημα για να επιταχύνει αυτές τις τάσεις, για να αποδυναμώσει τον ιμπεριαλισμό και τις ενώσεις  του. 
Απέναντι στην τάση των μονοπωλίων της Ευρώπης να μεγεθύνονται με τη βοήθεια κοινών διακρατικών πολιτικών, δηλαδή απέναντι στην τάση της καπιταλιστικής ενοποίησης της Ευρώπης, σε βάρος των λαών της, ένας δρόμος και μόνον υπάρχει: Η προοπτική απελευθέρωσης των λαών από την εκμετάλλευση του κεφαλαίου, επομένως, και από τις σχέσεις ανισοτιμίας και εξάρτησης που χαρακτηρίζουν το ιμπεριαλιστικό σύστημα και τις ενώσεις του. Πλήρης κατοχύρωση κυριαρχικών δικαιωμάτων, αμοιβαίες επωφελείς οικονομικές σχέσεις, προστασία του πιο αδύναμου κράτους, της οικονομίας του και του λαού του από την εκμετάλλευση είναι στόχοι που δε χωράνε μέσα στις συμμαχίες των καπιταλιστικών κρατών, μέσα στις ιμπεριαλιστικές τους ενώσεις είτε αυτές οικοδομούνται στην Ευρωπαϊκή ή άλλη ήπειρο είτε σε κάποια περιφέρεια.
Το μέλλον της συνεργασίας των λαών στην Ευρώπη σε όλα τα πεδία - οικονομικό, πολιτιστικό, πολιτικό - προϋποθέτει τη διαμόρφωση εργατικών, σοσιαλιστικών κρατών.
Σήμερα, το κομμουνιστικό κίνημα είναι πιο ώριμο, διδαγμένο και από τα λάθη του, για να μπορέσει να επεξεργαστεί τις κατευθύνσεις της οικονομικής συνεργασίας λαϊκών, σοσιαλιστικών οικονομιών που να συνταιριάζεται αφενός η απαραίτητη αυτάρκεια της καθεμιάς ξεχωριστά, αφετέρου η επωφελής ανταλλαγή πρώτων υλών και προϊόντων, τεχνολογίας και επιστημονικών επιτευγμάτων, πολιτιστικών κατακτήσεων, ο διακρατικός σχεδιασμός με κίνητρο την εξοικονόμηση πρώτων υλών, τη μεγαλύτερη παραγωγικότητα της εργασίας στο βαθμό που επηρεάζεται από το μέγεθος της παραγωγής, τις κλιματολογικές συνθήκες.
         Η δυνατότητα όπως η επιστημονική γνώση, τα τεχνολογικά επιτεύγματα, οι γενικότερες πολιτισμικές κατακτήσεις ενός λαού να μεταδίδονται σε ένα άλλο, γεφυρώνοντας την καπιταλιστική καθυστέρηση, μπορεί να γίνει πραγματικότητα προς όφελος της λαϊκής πλειοψηφίας του δεύτερου (και όχι μόνο μιας αριθμητικά περιορισμένης κοινωνικής ομάδας ή τάξης), μόνο με την επικράτηση του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής, την οργάνωση της κοινωνίας με κίνητρο την κοινωνική ευημερία και όχι το καπιταλιστικό κέρδος. 


Ο ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΚΟΙΝΗ ΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΩΝ
ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ
Ενάντια στις παρεμβάσεις της ΕΕ στο πολιτικό σύστημα της κάθε χώρας, σε αντιπαράθεση με τη συγκρότηση του ρεφορμιστικού μπλοκ του ΚΕΑ, είναι απαραίτητο να ανοίξει μια πραγματική συζήτηση σχετικά με το πώς οι ταξικές δυνάμεις θα συντονιστούν -σε εθνικό, ευρωπαϊκό, διεθνικό επίπεδο - και πώς θα αντιπαλέψουν την στρατηγική της ΕΕ, αλλά και άλλων ιμπεριαλιστικών ενώσεων. 
Η ανάδειξη του σοσιαλισμού ως μόνης εναλλακτικής λύσης στο σημερινό ιμπεριαλιστικό σύστημα, η κοινή δράση και συνεργασία κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων μπορεί να δώσει ώθηση στην προσπάθεια να οικοδομηθεί ένα ισχυροποιούμενο διεθνές αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, το οποίο θα βασίζεται στο κίνημα της εργατικής τάξης, στα κινήματα που εκφράζουν τα άλλα λαϊκά στρώματα, στα κινήματα κατά του πολέμου, της ειρήνης, της νεολαίας, των γυναικών, σε κάθε μορφή συσπείρωσης που έχει ριζοσπαστική κατεύθυνση.
Ο συντονισμός και η κοινή δράση των κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων θα είναι μοχλός θετικής επίδρασης των λαών στις διεθνείς εξελίξεις, συμβάλλοντας στην ισχυροποίηση του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος ώστε οι αγώνες:
 Να ενώσουν τις δυνάμεις τους κατά των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού σε εθνικό, περιφερειακό και διεθνές επίπεδο.
 Να αντιπαλέψουν αποφασιστικά τις δυνάμεις του κεφαλαίου, σε όλα τα μέτωπα παρέμβασης του: οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό, πολιτιστικό,  στρατιωτικών επεμβάσεών του.
 Να συμβάλλουν, ώστε το κίνημα της εργατικής τάξης και των συμμάχων της να διαμορφώνει πολιτικά αιτήματα πάλης, που καθορίζονται από την ιστορική θέση του ιμπεριαλισμού, ως ανώτατου σταδίου του καπιταλισμού, που ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων και αναδεικνύουν την ιστορική αναγκαιότητα του περάσματος στο σοσιαλισμό. 


Νοέμβριος 2005

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ