27 Φεβ 2012

Ο ρόλος του ιμπεριαλισμού στην ανατροπή του υπαρκτού σοσιαλισμού στην Ευρώπη



Ο ρόλος του ιμπεριαλισμού στην ανατροπή του υπαρκτού σοσιαλισμού στην Ευρώπη
Η αστική τάξη ποτέ δε σταμάτησε να οργανώνει νέες στρατιωτικές συμφωνίες και συμμαχίες, συνωμοσίες και μηχανορραφίες ενάντια στον υπαρκτό σοσιαλισμό. Εμπρακτη απόδειξη γι' αυτό είναι η οργάνωση της επέμβασης των 14 ιμπεριαλιστικών χωρών ενάντια στη Σοβιετική Ρωσία το 1918, ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, η κήρυξη του «ψυχρού πολέμου», η ίδρυση του NATO, οι διάφορες υπονομευτικές ενέργειες των ιμπεριαλιστικών κύκλων κατά του σοσιαλισμού.(φωτ.: Από την ίδρυση του ΝΑΤΟ)
Ο ιμπεριαλισμός γενικά και ο αμερικάνικος ιδιαίτερα είναι οπωσδήποτε ένας από τους βασικότερους παράγοντες, που ποτέ δεν παραιτήθηκε από την επιδίωξη ανατροπής των σοσιαλιστικών καθεστώτων στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και επέδρασε τα μέγιστα στην ανατροπή του 1989 - 1991.
Θεωρητικά, πολιτικά και πρακτικά η συμπεριφορά του ιμπεριαλισμού εκδηλωνόταν συμπυκνωμένα με τη θέση του: «Αντίδραση σ' όλη τη γραμμή» (η υπογρ. δική μου Γ.Π.)1
Κατ' αρχήν, η ανατροπή των σοσιαλιστικών καθεστώτων στην Ευρώπη, αν και δεν ήταν αναπόφευκτη, επιβεβαίωσε τη γενική επίθεση του καπιταλισμού ενάντια στο σοσιαλισμό.
Αυτή η ανατροπή του σοσιαλιστικού συστήματος στην Ευρώπη δεν μπόρεσε και δεν μπορεί να μηδενίσει τον τεράστιο ρόλο και τη μεγάλη προσφορά στην ανθρωπότητα του υπαρκτού σοσιαλισμού. Ο σοσιαλισμός δεν απέτυχε, ούτε ανατράπηκε από μόνος του. Τον ανέτρεψαν. Είναι αλήθεια ότι έχασε μια μάχη, αλλά όχι και τον πόλεμο.
1. Ο οικονομικός πόλεμος του ιμπεριαλισμού ενάντια στον υπαρκτό σοσιαλισμό
Ο καπιταλισμός σαν κοινωνικό σύστημα, που η καταδίκη του από καιρό έχει εκδοθεί από την ιστορία, κατ' αρχήν επιδρούσε αρνητικά στον υπαρκτό σοσιαλισμό. Η αρνητική αυτή επίδραση του ιμπεριαλισμού εκφραζόταν με το κυνηγητό των εξοπλισμών, το θερμοπυρηνικό πόλεμο και τον «πόλεμο των άστρων» που ετοίμαζε εντατικά.
Στις 5 Μάρτη 1946 ο Ουίνστον Τσόρτσιλ επισκέπτεται τις ΗΠΑ και εκφωνεί τον περιβόητο λόγο του, στον οποίο έθεσε το ζήτημα για έναν ολοκληρωτικό πόλεμο κατά της ΕΣΣΔ. Εγκαινίασε έτσι την έναρξη του «ψυχρού πολέμου», με τη χρησιμοποίηση του όρου «σιδηρούν παραπέτασμα». (φωτ.:Ουίνστον Τσόρτσιλ)
Η κούρσα των εξοπλισμών υποχρέωνε την κάθε μια σοσιαλιστική χώρα και όλες μαζί να διατηρούν στο αντίστοιχο επίπεδο την αμυντική τους ικανότητα, που συνεχώς έπρεπε να ενισχύεται.
Η πιο ισχυρή δύναμη, που μπορούσε ν' αντιταχθεί στα επιθετικά σχέδια του ιμπεριαλισμού, ήταν οι σοσιαλιστικές χώρες και πριν απ' όλα οι χώρες της σοσιαλιστικής κοινότητας με επικεφαλής τη Σοβιετική Ενωση.
Για το σκοπό αυτό όμως οι χώρες της σοσιαλιστικής κοινότητας ήταν υποχρεωμένες να διαθέτουν τεράστια ποσά για την εξασφάλιση της άμυνας και των σοσιαλιστικών κατακτήσεών τους από τις επιβουλές του διεθνούς ιμπεριαλισμού. Το γεγονός αυτό κόστισε πάρα πολύ στους λαούς των σοσιαλιστικών χωρών. Η μισή παραγωγική δύναμη της ΕΣΣΔ δούλευε για τις ανάγκες του στρατού και δαπανούσε το 20% του κρατικού προϋπολογισμού.2Αυτό ισοδυναμούσε με έναν οικονομικό πόλεμο, που είχε κηρύξει ουσιαστικά τα τελευταία χρόνια κατά του υπαρκτού σοσιαλισμού, ο διεθνής ιμπεριαλισμός.
Οι δαπάνες για την άμυνα στο σοσιαλισμό αποτελούσαν ένα πρόσθετο βάρος, το οποίο εμπόδιζε να αντιμετωπίζονται έγκαιρα, άλλα απαραίτητα κοινωνικοοικονομικά προβλήματα και ανάγκες.
Η αστική τάξη ποτέ δε σταμάτησε να οργανώνει νέες στρατιωτικές συμφωνίες και συμμαχίες, συνωμοσίες και μηχανορραφίες ενάντια στον υπαρκτό σοσιαλισμό. Εμπρακτη απόδειξη γι' αυτό είναι η οργάνωση της επέμβασης των 14 ιμπεριαλιστικών χωρών ενάντια στη Σοβιετική Ρωσία το 1918, ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, η κήρυξη του «ψυχρού πολέμου», η ίδρυση του NATO, οι διάφορες υπονομευτικές ενέργειες των ιμπεριαλιστικών κύκλων κατά του σοσιαλισμού.
Ολα αυτά ανάγκαζαν τις χώρες της σοσιαλιστικής κοινότητας να δίνουν μεγαλύτερη προσοχή στην ενίσχυση της άμυνάς τους. Οι λαοί των σοσιαλιστικών χωρών δεν ήθελαν την αύξηση των εξοπλισμών αλλά τη μείωσή τους και από τις δύο πλευρές. Γιατί το κυνηγητό των στρατιωτικών εξοπλισμών απαιτεί από όλους τους λαούς ένταση των δυνάμεων και τεράστια οικονομικά μέσα. Μόνο οι αμυντικές δαπάνες της Σοβιετικής Ενωσης στην περίοδο 1950 μέχρι 1985 ξεπέρασαν το ποσό των 500 δισ. δολαρίων.3
Με τη νίκη της Μεγάλης Οχτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης τον Οχτώβρη του 1917 στη Ρωσία, ο κόσμος χωρίστηκε σε δύο αντίθετα κοινωνικοοικονομικά συστήματα - το καπιταλιστικό και το σοσιαλιστικό.(φωτ.:Λόχος της Κόκκινης Φρουράς Πετρούπολης το 1917)
Το γεγονός αυτό αφορούσε πρώτα απ' όλα τη Σοβιετική Ενωση, που ήταν η αποφασιστική δύναμη στην παγκόσμια κοινότητα για τη διατήρηση της παγκόσμιας ειρήνης και έφερνε το κύριο βάρος στον τομέα της εξασφάλισης της στρατιωτικής ισορροπίας με τον ιμπεριαλισμό.
Σε κάθε ιστορική βαθμίδα ανάπτυξης της ανθρωπότητας πολλά και διάφορα προτσές και γεγονότα στον κόσμο επιβεβαιώνουν την ορθότητα της θέσης του Β.Ι. Λένιν ότι η εσωτερική και η εξωτερική πολιτική των κρατών, σε τελευταία ανάλυση, προσδιορίζονται, καθορίζονται από τα οικονομικά συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων.
Το εμπόριο ως μέσο πίεσης
Με τη νίκη της Μεγάλης Οχτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης τον Οχτώβρη του 1917 στη Ρωσία, ο κόσμος χωρίστηκε σε δύο αντίθετα κοινωνικοοικονομικά συστήματα - το καπιταλιστικό και το σοσιαλιστικό.
Η μέχρι τότε ενιαία παγκόσμια καπιταλιστική αγορά διασπάστηκε σε καπιταλιστική και σοσιαλιστική αγορά. Παρά και ανεξάρτητα από τις όποιες προσπάθειες των ΗΠΑ και των άλλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, οι σχέσεις μεταξύ των δύο αγορών δε διακόπηκαν εντελώς. Στάθηκε αδύνατο το στήσιμο ενός «σινικού τείχους» στις σχέσεις μεταξύ των καπιταλιστικών και των σοσιαλιστικών χωρών.
Οι οικονομικές σχέσεις μεταξύ των κρατών με διαφορετικά κοινωνικά συστήματα είναι μια αντικειμενική αναγκαιότητα, η οποία μόνη της ανοίγει το δρόμο, ανεξάρτητα από την αντίσταση και τα όποια εμπόδια των αντιδραστικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Γι' αυτό ο Β.Ι. Λένιν τόνιζε ότι πρέπει:
«Να ξέρουμε πως η οικονομική κατάσταση των χωρών που μας επιβάλλουν τον αποκλεισμό είναι τρωτή. Υπάρχει μια δύναμη ανώτερη από τις επιθυμίες, τη θέληση και την απόφαση κάθε κυβέρνησης ή τάξης, η δύναμη αυτή είναι οι παγκόσμιες κοινές οικονομικές σχέσεις, που αναγκάζουν τις χώρες αυτές να οδηγούνται και στην αποκατάσταση των σχέσεων μαζί μας».4
Μέσα στα πλαίσια της δράσης των οικονομικών νόμων και του παγκόσμιου κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας, μεταξύ της καπιταλιστικής και της σοσιαλιστικής αγοράς, αν και με πολλά εμπόδια και δυσκολίες που πρόβαλλε ο ιμπεριαλισμός, έστω και περιορισμένα, πραγματοποιούνταν διάφορες συναλλαγές.
Σε όλη τη διάρκεια της αντιπαράθεσης και της ταξικής πάλης μεταξύ του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού, για την καλύτερη εξυπηρέτηση των συμφερόντων τηςχρηματιστικής ολιγαρχίας και πρώτα απ' όλα της χρηματιστικής ολιγαρχίας των ΗΠΑ, κυρίως μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, το εξωτερικό εμπόριο με τις σοσιαλιστικές χώρες όλο και πιο συχνά χρησιμοποιούνταν σαν προπομπός και διαμέσου του «ψυχολογικού πολέμου» ως μέσο πίεσης και ως μέσο «τιμωρίας» τους.
Σε όλο το διάστημα της μεταπολεμικής περιόδου οι σοσιαλιστικές χώρες ήταν συνεχώς αντικείμενο μεγάλων ή μικρών εμπορικών πολέμων, κυρώσεων, αποκλεισμών και εμπάργκο. Αυτά τα μέτρα έγιναν ιδιαίτερα δραστικά στη διάρκεια της θητείας του Προέδρου των ΗΠΑ, Ρ. Ρίγκαν και κυρίως στις συνθήκες της «Γκλάσνοστ» και της «Περεστρόικα». Στην εισήγηση του Διεθνούς Συμβουλίου για τα ζητήματα ασφαλείας των ΗΠΑ το 1988, αναφέρεται: «Η "γκλάσνοστ" και η "περεστρόικα" πρέπει να εξετάζονται ως μια σπάνια και ευνοϊκή στρατηγική δυνατότητα, την οποία ο ελεύθερος κόσμος μπορεί να αξιοποιήσει» («Ο μαρξισμός και η σύγχρονη εποχή» Νο 1 - 2 (31 - 32), 2005, σελ. 202)
Από τη θεωρητική και την πολιτική σκοπιά η πολιτική αυτή του ιμπεριαλισμού με επικεφαλής τις ΗΠΑ, βρήκε τη συγκεντρωμένη έκφρασή της στη «στρατηγική του οικονομικού αποκλεισμού» των σοσιαλιστικών χωρών, με την οποία επιδιώκονταν:
α) Ο πλήρης οικονομικός αποκλεισμός.
β) Ο ελεγχόμενος περιορισμός στην προώθηση των οικονομικών συναλλαγών.
γ) Η εξομάλυνση των οικονομικών σχέσεων με την ΕΣΣΔ και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες.
Ο καθηγητής Σ.Π. Καϊντλμπέργκερ γενικεύει τα μεγάλα οφέλη του ιμπεριαλισμού από τον οικονομικό αποκλεισμό των σοσιαλιστικών χωρών, ως εξής:
1. Απόλυτη ή σχετική μείωση του στρατιωτικού δυναμικού του αντιπάλου (δηλαδή των σοσιαλιστικών χωρών).
2. Απόλυτη ή σχετική μείωση τoυ βιοτικού επιπέδου ή της οικονομικής ανάπτυξης του δυνητικού αντίπαλου.5
Από καθαρά οικονομική σκοπιά, η πολιτική της «στρατηγικής του οικονομικού αποκλεισμού» πρόβλεπε την επίτευξη:
1. Της υποβάθμισης της οικονομικής ανόδου των σοσιαλιστικών χωρών.
2. Της στέρησης των σοσιαλιστικών χωρών από τη δυνατότητα αξιοποίησης των επιτευγμάτων της τεχνικής και των τεχνολογιών καθορισμένων κλάδων.
3. Της στέρησης των χωρών του υπαρκτού σοσιαλισμού από τα οφέλη του διεθνούς εμπορίου.
4. Το αποτέλεσμα όλων αυτών έπρεπε να είναι η μείωση του βιοτικού επιπέδου των λαών, ή στο κάτω - κάτω της γραφής, η επιβράδυνση και των ρυθμών βελτίωσής του.
5. Της σχετικής σταθεροποίησης των οικονομικών θέσεων του καπιταλισμού έναντι του σοσιαλισμού.
Η οικονομική επίθεση εναντίον του σοσιαλισμού βρήκε την έκφρασή της και στη δημιουργία δεκάδων διεθνών οργανώσεων, που εξασφάλιζαν στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, με επικεφαλής τις ΗΠΑ, τη σημαντική επίδραση στην οικονομική ανάπτυξη των άλλων καπιταλιστικών χωρών, όπως και στις σοσιαλιστικές χώρες της Ευρώπης. Μέσω της Παγκόσμιας Τράπεζας (ΠΤ), του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και με άλλες μορφές, οι ΗΠΑ προσπαθούσαν να επιβάλουν τα δικά τους συμφέροντα και απαγόρευαν τις κάθε είδους πιστώσεις προς τη Σοβιετική Ενωση και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες, όπως ήταν ο αποκλεισμός των σοσιαλιστικών χωρών από τα επιτεύγματα της επιστημονικο-τεχνικής επανάστασης των ΗΠΑ και των άλλων καπιταλιστικών κρατών. Παρά το ότι ο ιμπεριαλισμός και κυρίως ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός με την πολιτική του αυτή παραβίαζε τις αρχές των διεθνών οικονομικών σχέσεων, περιλαμβανομένου και αυτού του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, στο άρθρο 1 παράγραφος 3 του οποίου αναφέρεται ότι ο σκοπός του ΟΗΕ είναι να: «Πραγματοποιεί διεθνή συνεργασία, προκειμένου να επιλυθούν διεθνή προβλήματα οικονομικού, κοινωνικού και ανθρωπιστικού χαρακτήρα».
Ωστόσο, οι ιθύνοντες κύκλοι των ΗΠΑ είχαν διαφορετική άποψη, θεωρούσαν ότι «Η γραμμή αυτή είναι στρατηγική για τον περιορισμό των εξαγωγών μέσω άσκησης ελέγχου στις εξαγωγές των λεγόμενων στρατηγικών υλικών, στρατηγική επιλογής, όπως σε σχέση με τα εμπορεύματα έτσι και σε σχέση με τα κράτη που προορίζονται αυτά, είναι ευέλικτη στρατηγική, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί όπως με τη θετική έννοια, έτσι και με την αρνητική. Είναι στρατηγική του "κνούτου και των κουραμπιέδων"».6
Συγκεκριμένα η πολιτική αυτή σήμαινε αυστηρό έλεγχο στην εξαγωγή όπλων, στρατιωτικών εξοπλισμών, υλικών πυρηνικής ενέργειας, μηχανολογικών εξοπλισμών για την εξορυκτική βιομηχανία πετρελαίου, μέσων μεταφοράς στρατηγικού χαρακτήρα, υλικών παραγωγής όπλων, πυρομαχικών και άλλων.
Η ΚΟΚΟΜ
Για την επίτευξη των παραπάνω στόχων, με πρωτοβουλία των ΗΠΑ, ιδρύεται το 1949 η Επιτροπή Συντονισμού Εξαγωγών Ελέγχου (ΚΟΚΟΜ).
Οι πρώτες χώρες που έγιναν μέλη της ήταν: ΗΠΑ, Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, Ολλανδία, Βέλγιο και Λουξεμβούργο. Το 1950 μπαίνουν η Νορβηγία, η Δανία, ο Καναδάς και η ΟΔΓ, το 1952 η Πορτογαλία, το 1953 η Ιαπωνία, η Ελλάδα, η Τουρκία και το 1989 η Αυστραλία.
Στις αρχές της δεκαετίας του '50, οι ΗΠΑ κατάφεραν να περιλάβουν στον κατάλογο των απαγορευμένων για εξαγωγές στις σοσιαλιστικές χώρες πάνω από 2.000 εμπορικά προϊόντα. Το 1982 οι ΗΠΑ υποχρέωσαν τους συμμάχους τους, μέλη του NATO και την Ιαπωνία, να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για τον εκσυγχρονισμό της περιβόητης ΚΟΚΟΜ. Και πάλι κάτω από την πίεση των ΗΠΑ αργότερα η οργάνωση αυτή έφτιαξε καταλόγους που περιλάμβαναν 300.000 περίπου προϊόντα, τα οποία απαγορεύονταν να πουληθούν στην ΕΣΣΔ και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες.
Μεταξύ των προϊόντων που απαγορευόταν η εξαγωγή τους περιλαμβάνονταν: Εξοπλισμός, εγκαταστάσεις και τεχνολογίες που συνδέονταν με την αξιοποίηση της πυρηνικής ενέργειας, βιομηχανικά προϊόντα «διπλού» - στρατιωτικού και πολιτικού - προορισμού. Η τήρηση των εξαγωγικών περιορισμών της ΚΟΚΟΜ ήταν υποχρεωτική για όλα τα κράτη που συμμετέχουν σε αυτήν.
Για το πώς χρησιμοποιήθηκε η ΚΟΚΟΜ για τους σκοπούς του ιμπεριαλισμού και κυρίως των ΗΠΑ, είναι πολύ εντυπωσιακό και χαρακτηριστικό το περιστατικό με τη Σοβιετική Ενωση, η οποία επιθυμούσε να κατασκευάσει έναν αγωγό φυσικού αερίου μήκους 3.600 μιλίων, από τις πετρελαιοφόρες πηγές του Ορενγκόι στη Βόρεια Σιβηρία έως τα σύνορα της Τσεχίας. Εκεί θα πραγματοποιούνταν η σύνδεση με ένα ευρωπαϊκό δίκτυο, που θα μπορούσε να διανέμει 1,27 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια φυσικού αερίου το χρόνο σε ένα κονσόρτσιουμ της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Δυτικής Γερμανίας. Σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό, ο αγωγός θα εξασφάλιζε στη Σοβιετική Ενωση περίπου 32 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο.
Πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες παρείχαν τεχνολογικό εξοπλισμό, με αντάλλαγμα τη μελλοντική παράδοση του φυσικού αερίου. Η κυβέρνηση Ρίγκαν, που επιθυμούσε να μειώσει όσο γινόταν περισσότερο τα έσοδα της Σοβιετικής Ενωσης σε σκληρό νόμισμα, αλλά και να εξαλείψει την παροχή υψηλής τεχνολογίας στην ΕΣΣΔ, ξεκίνησε μια μακρά εκστρατεία μυστικών επαφών με τους Ευρωπαίους συμμάχους, προκειμένου να τους πείσει να ακολουθήσουν τη γραμμή της.
Αρχικά, ενισχύθηκαν οι αρμοδιότητες και οι εξουσίες της Συντονιστικής Επιτροπής Πολυμερών Εξαγωγικών Ελέγχων και κάθε χρόνο όλο και περισσότερα μηχανήματα και λοιπά τεχνολογικά προϊόντα απαγορευόταν να πουληθούν στη Σοβιετική Ενωση, ενώ παράλληλα η κυβέρνηση Ρίγκαν έκανε ό,τι μπορούσε, προκειμένου να μειωθεί η τιμή του πετρελαίου (η ΕΣΣΔ ήταν, βέβαια, μεγάλος εξαγωγέας πετρελαίου), προσδοκώντας σε μια κρίση της σοβιετικής οικονομίας.
«Το 1975 από όλα τα βιομηχανικά προϊόντα που πωλούνταν στην ΕΣΣΔ από τις ΗΠΑ, το 32,7% ήταν προϊόντα υψηλής τεχνολογίας. Η αξία των πωλήσεων ανερχόταν σε 219 εκατομμύρια δολάρια. Το 1983 οι πωλήσεις αυτές είχαν μειωθεί σε 5,4% και η αξία τους στα 39 εκατομμύρια δολάρια». Οι ΗΠΑ επίσης άσκησαν μεγάλες πιέσεις στους Δυτικοευρωπαίους, προκειμένου να εγκαταλείψουν την τακτική του δανεισμού της Σοβιετικής Ενωσης με επιτόκια χαμηλότερα από εκείνα της αγοράς.
Οι ΗΠΑ έβαλαν τελικά ως στόχο η Ευρώπη να μην εξαρτηθεί από την ΕΣΣΔ σε ποσοστό μεγαλύτερο του 30% των αναγκών της σε αέριο, πράγμα που σήμαινε ότι δε θα κατασκευαζόταν ο δεύτερος κλάδος του αγωγού της Σιβηρίας και δε θα κλείνονταν νέα συμβόλαια. Στόχος, που, με την κατάλληλη μυστική και φανερή διπλωματία επιτεύχθηκε, αφού Αμερικανοί αξιωματούχοι επέβαλαν συμφωνία το 1983 στο Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, που όριζε μια οροφή στις ευρωπαϊκές εισαγωγές σοβιετικού φυσικού αερίου. Το κόστος για τη σοβιετική οικονομία από την καθυστέρηση της κατασκευής του αγωγού, αλλά και από τη μη κατασκευή του δεύτερου κλάδου ήταν τεράστιο.7
Η «ισχύς και η διπλωματία»
Σε όλη την περίοδο της ύπαρξής του ο σοσιαλισμός, ακόμα από την πρώτη μέρα της εμφάνισης του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους στον κόσμο, συνδέεται με την αδιάλειπτη αλυσίδα ενεργειών εναντίον του, από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις με επικεφαλής τις ΗΠΑ.
Στην πραγματικότητα, ο ιμπεριαλισμός χρησιμοποίησε και χρησιμοποιεί όλα τα μέσα, θεμιτά και αθέμιτα, για να εξοντώσει το σοσιαλισμό, αρχίζοντας με το σύνθημα της «κατάπνιξης της ρωσικής επανάστασης στη γέννησή της». Σε αυτή την αντισοσιαλιστική εκστρατεία η «ισχύς και η διπλωματία» συμβάδιζαν και συμβαδίζουν χέρι - χέρι.
Σήμερα είναι πασίγνωστο ότι ο ιμπεριαλισμός με επικεφαλής τις ΗΠΑ, ακόμα από το 1917, αντιμετώπισε τη νίκη της Μεγάλης Οχτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης με μίσος, κακία, με αποκλεισμό και με τη μη αναγνώριση για ένα σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα της νεαράς Σοβιετικής εξουσίας. Οι ΗΠΑ είναι μια από τις κύριες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, που έστειλαν τα στρατεύματά τους στη Σοβιετική Ρωσία για να συμμετέχουν στον εμφύλιο πόλεμο (1918 - 1921) με έναν και μοναδικό σκοπό, την ανατροπή της Σοβιετικής εξουσίας.8 Μετά την εκδίωξή τους από τη Ρωσία, οι ιμπεριαλιστές με επικεφαλής τις ΗΠΑ, συνέχισαν την πολιτική της μη αναγνώρισης και του αποκλεισμού της Σοβιετικής Δημοκρατίας και τη συκοφαντική εκστρατεία ενάντια στο πρώτο σοσιαλιστικό κράτος των εργατών και αγροτών στον κόσμο. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η διπλωματική αναγνώριση της Σοβιετικής Ενωσης έγινε ύστερα από 16 χρόνια, κατά τη διάρκεια της Προεδρίας του Αμερικανού Προέδρου Φ. Ρούσβελτ.
Παρά και ανεξάρτητα από τη διπλωματική αναγνώριση της ΕΣΣΔ, οι ΗΠΑ μαζί με άλλες ιμπεριαλιστικές χώρες - Αγγλία και Γαλλία - και με την οικονομική τους ισχύ άρχισαν να προετοιμάζουν ενεργά τη χιτλερική Γερμανία για την επίθεση ενάντια στη Σοβιετική Ενωση, καθοδηγούμενες από το «διαίρει και βασίλευε».
Οι περισσότερες ιμπεριαλιστικές χώρες και πρώτα απ' όλα η Αγγλία και η Γαλλία, μπροστά στο φασιστικό κίνδυνο, παραιτήθηκαν από την πολιτική της συλλογικής απόκρουσης των επιτιθέμενων κρατών (χιτλερική Γερμανία, φασιστική Ιταλία και τη μιλιταριστική Ιαπωνία) και πέρασαν στη θέση της πολιτικής της μη επέμβασης και της «ουδετερότητας».
Τελικά, η πολιτική της μη επέμβασης και της «ουδετερότητας» δεν εξελίχθηκε όπως τη σχεδιάζανε οι ΗΠΑ, Αγγλία και Γαλλία. Απεναντίας. Στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και παρά τις όποιες επιφυλάξεις τους, τελικά αναγκάστηκαν όχι μόνο να συμμετέχουν στον πόλεμο, αλλά και να συμμαχήσουν με τον ταξικό τους αντίπαλο - την ΕΣΣΔ - και από κοινού να πολεμήσουν τις χώρες του φασιστικού άξονα: «Ρώμη - Βερολίνο - Τόκιο».
Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, που ήταν ο μεγαλύτερος εχθρός της Σοβιετικής Ρωσίας, στην ομιλία του στη Βουλή των λόρδων (28.12.1959), μεταξύ των άλλων, είπε για τον Ι.Β. Στάλιν: «Ηταν ο άνθρωπος ο οποίος εκμηδένισε τον εχθρό του με τη βοήθεια του ίδιου του εχθρού του. Μάλιστα, ανάγκασε κι εμάς, που μας ονόμαζε ιμπεριαλιστές, να πολεμήσουμε ενάντια στους ιμπεριαλιστές».
2. Η υπόσχεση, που ποτέ δεν εκπληρώθηκε
Για την ιστορική αλήθεια πρέπει να τονιστεί ότι ο Πρόεδρος Φ. Ρούσβελτ, ακόμα κατά τη διάρκεια του πολέμου στη Συνδιάσκεψη της Τεχεράνης (1943), εξέφρασε την ετοιμότητά του να παράσχει βοήθεια στην ΕΣΣΔ για την αντιμετώπιση των συνεπειών του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Να, τι γράφει για τη βοήθεια αυτή ο Β. Μ. Μπερεζκόφ, που ήταν διερμηνέας του Ι.Β. Στάλιν στη Συνδιάσκεψη της Τεχεράνης:
«Ο Ρούσβελτ μιλούσε ότι μετά τον πόλεμο θα εξευρεθούν μεγάλες δυνατότητες για την ανάπτυξη των οικονομικών σχέσεων μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Σοβιετικής Ενωσης. Φυσικά - συνέχισε ο Πρόεδρος - ο πόλεμος προκάλεσε τεράστιες καταστροφές στη Ρωσία. Εσάς Στρατάρχα Στάλιν σάς περιμένει πολλή δουλιά για την ανόρθωση της χώρας. Σε σχέση με αυτό, οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής θα παράσχουν ουσιαστική βοήθεια στη χώρα σας με το οικονομικό τους δυναμικό. Νομίζω, ότι θα μπορούσαμε, μετά την κοινή μας νίκη κατά των κρατών του άξονα, να παράσχουμε στη Σοβιετική Ενωση πίστωση από κάμποσα δισεκατομμύρια δολάρια. Εννοείται τώρα στις πιο γενικές γραμμές την προσδιορίζουμε. Ολα αυτά πρέπει να συζητηθούν στον αντίστοιχο χώρο, όμως, γενικά, μια παρόμοια προοπτική φαίνεται απολύτως ρεαλιστική.
Σας είμαι πολύ ευγνώμων, κύριε Πρόεδρε, γι' αυτήν την πρόταση - είπε ο Στάλιν. Ο λαός μας υφίσταται μεγάλες στερήσεις. Δεν μπορείτε να φανταστείτε τις καταστροφές στα εδάφη όπου ήταν ο εχθρός. Ο πόλεμος μας προκάλεσε τεράστιες απώλειες, και, βεβαίως, θα δεχτούμε με καλή καρδιά, τη βοήθεια από μια τέτοια πλούσια χώρα, όπως είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες. Φτάνει, φυσικά να είναι με αποδεχτούς όρους. Είμαι βέβαιος ότι θα συνεννοηθούμε.
Σε κάθε περίπτωση, προσωπικά, θα έχω τη φροντίδα γι' αυτό - απάντησε ο Ρούσβελτ».9
Ο Στάλιν γνωρίζοντας πολύ καλά τη φύση και το χαρακτήρα του ιμπεριαλισμού, υπενθύμισε στον Ρούσβελτ ότι η βοήθεια αυτή θα δοθεί χωρίς κανενός είδους όρους. Οπως είναι γνωστό, ο Στάλιν δικαιώθηκε. Οταν λίγους μήνες αργότερα ο Ρούσβελτ πέθανε, μαζί του χάθηκε και η προσωπική φροντίδα για την παροχή βοήθειας στην ΕΣΣΔ μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Βέβαια, και με τον Ρούσβελτ και χωρίς τον Ρούσβελτ, οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις με επικεφαλής τις ΗΠΑ, έτσι και αλλιώς, θα περνούσαν στη γενική επίθεση κατά της Σοβιετικής Ενωσης και των άλλων σοσιαλιστικών χωρών.
Σε ό,τι αφορά την οικονομική βοήθεια, ο Ρούσβελτ πρόβλεπε να δοθούν πιστώσεις κάμποσων δισεκατομμυρίων δολαρίων για την ανόρθωση της ΕΣΣΔ, ενώ οι ιμπεριαλιστές των ΗΠΑ μετά το θάνατο του Προέδρου Ρούσβελτ, ξόδεψαν πάνω από 5 τρισεκατομμύρια δολάρια, δηλαδή 1.000 φορές παραπάνω, για τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης και της Σοσιαλιστικής Κοινότητας.
3. Η πολιτική του «ψυχρού πολέμου»
Ποια ήταν, πράγματι, η αντίδραση των ιμπεριαλιστικών κρατών και πρώτα απ' όλα των ΗΠΑ, μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, απέναντι στη Σοβιετική Ενωση και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες;
Η νέα κυβέρνηση του Προέδρου Χάρι Τρούμαν, ανοιχτά υιοθέτησε την αντισοβιετική και αντικομμουνιστική εκστρατεία και επέβαλε στον κόσμο τον «ψυχρό πόλεμο». Μάλιστα, αυτό έγινε σε μια στιγμή όταν στη Νυρεμβέργη, για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, διεξαγόταν ακόμα η δίκη ενάντια στους εμπρηστές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου - τους ναζί. Την ίδια περίοδο ο Ουίνστον Τσόρτσιλ επισκέπτεται τις ΗΠΑ και εκφωνεί στις 5 Μάρτη 1946 στην πόλη Φούλτον της Πολιτείας Μισούρι, τον περιβόητο λόγο του, στον οποίο έθεσε το ζήτημα για έναν ολοκληρωτικό πόλεμο κατά της ΕΣΣΔ, και εγκαινίασε έτσι, την έναρξη του «ψυχρού πολέμου», με τη χρησιμοποίηση του όρου «σιδηρούν παραπέτασμα».
Ο Τσόρτσιλ στην ομιλία του αυτή, μεταξύ των άλλων είπε: «Από το Στετίνο στη Βαλτική μέχρι την Τεργέστη στην Αδριατική ένα σιδηρούν παραπέτασμα (η υπογράμμιση είναι δική μου - Γ.Π.) έχει απλωθεί κατά μήκος της Ηπείρου (...). Η απειλή μιας νίκης της τυραννίας βαραίνει πάνω στη στέγη κάθε σπιτιού, πάνω στο κεφάλι κάθε ανθρώπινου πλάσματος. Η πείρα μου από τον πόλεμο μου έδειξε ότι οι Ρώσοι δε σέβονται παρά μόνο τη βία (...). Η στενή συμμαχία αγγλόφωνων λαών, η οργανωμένη αεροπορική και ναυτική συνεργασία των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας αποτελούν τη μόνη οδό των ελευθεριών μας (...). Μαζί, αδελφικά, ενωμένοι θα είμαστε οι κύριοι του μέλλοντος».10
Το πρωτότυπο από το οποίο ο Τσόρτσιλ αντέγραψε τον παραπάνω όρο, συντάχτηκε από έναν από τους κύριους εγκληματίες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τον Γιόζεφ Γκαίμπελς. Στοπεριοδικό «Ντας Ράιχ» (25.2.1945) δημοσιεύτηκε άρθρο του, στο οποίο προειδοποιούσε το δυτικό κόσμο ότι σε περίπτωση νίκης της Σοβιετικής Ενωσης, κάτω από την εξουσία του μπολσεβικισμού, θα βρεθεί η Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη. Πάνω σ' αυτό το τεράστιο, αν παρθεί υπόψη και η ΕΣΣΔ, έδαφος θα «κατέβει» το «σιδηρούν παραπέτασμα».11 Η νέα γενική επίθεση του ιμπεριαλισμού με επικεφαλής τις ΗΠΑ ενάντια στη Σοβιετική Ενωση και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες προετοιμαζόταν κατά τη διάρκεια του πολέμου, αλλά άρχισε να πραγματοποιείται αμέσως μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου.
Θα νικήσουμε με άλλα μέσα
Το 1947 οι ΗΠΑ δημιουργούν την Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΚΥΠ). Η σύνθεσή της τότε αποτελούνταν από 5.000 άτομα, ενώ ο προϋπολογισμός της ανερχόταν στα 25 δισεκατομμύρια δολάρια. Με ένα μέρος αυτών των χρημάτων εξαγοράστηκαν οι πράκτορες και οι αντιφρονούντες, οι αποτελούντες τη λεγόμενη Πέμπτη Φάλαγγα: συγγραφείς, δημοσιογράφοι, ηθοποιοί, αθλητές και άλλοι αποστάτες και προδότες.
Το 1949, οι κύριες καπιταλιστικές χώρες της Δυτικής Ευρώπης με επικεφαλής τις ΗΠΑ ίδρυσαν το NATO, αυτήν την ένοπλη δύναμη κρούσης του σύγχρονου ιμπεριαλισμού στην αντιπαράθεσή του με την ΕΣΣΔ και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες.
Η επίθεση του ιμπεριαλισμού εντάθηκε ακόμα πιο πολύ μετά το θάνατο του Στάλιν. Στις αρχές της δεκαετίας του '60, ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζον Κένεντι επιβεβαίωνε την εκπλήρωση του σχεδίου Αλαν Ουέλς Ντάλες, με τα λόγια: «Εμείς δεν μπορούμε να νικήσουμε την ΕΣΣΔ με συνηθισμένο πόλεμο. Μπορούμε να νικήσουμε την ΕΣΣΔ με άλλα μέσα: ιδεολογικά, ψυχολογικά, με την προπαγάνδα, με την οικονομία».12
Το «πιστεύω» του ιμπεριαλισμού γενικά και του αμερικανικού ειδικότερα, πάντα ήταν και είναι: «Να επεμβαίνουν όπου θέλουν, όπως θέλουν και όποτε θέλουν».
Τη φιλοσοφία και τη λογική αυτή του ιμπεριαλισμού την εξέφρασε με τον πιο κυνικό τρόπο το 1895 ο βασιλιάς του χρηματιστικού κεφαλαίου Σέσιλ Ροντς, τονίζοντας ότι «...πείσθηκα περισσότερο από πριν για τη σπουδαιότητα του ιμπεριαλισμού... Η αγαπημένη μου σκέψη είναι η λύση του κοινωνικού προβλήματος και συγκεκριμένα: για να σωθούν τα σαράντα εκατομμύρια κάτοικοι του Ενωμένου Βασιλείου από το φονικό πόλεμο πρέπει εμείς, οι πολιτικοί της αποικιοκρατίας, να κατακτήσουμε νέα εδάφη για να εγκαταστήσουμε τον περίσσιο πληθυσμό, για ν' αποκτήσουμε καινούργιες περιοχές πώλησης των εμπορευμάτων που παράγουν τα εργοστάσια και τα μεταλλεία. Πάντα έλεγα ότι η αυτοκρατορία είναι ζήτημα στομαχιού. Αν δε θέλετε εμφύλιο πόλεμο, πρέπει να γίνετε ιμπεριαλιστές».13
Στο ίδιο πνεύμα κινείται και η εξομολόγηση του γνωστού Αμερικανού πολιτικού παράγοντα Φούλμπραϊτ, ο οποίος γράφει: «Εμείς δημιουργήσαμε μια κοινωνία, το κύριο επάγγελμα της οποίας είναι η βία. Ο σοβαρότερος κίνδυνος για το κράτος μας δεν είναι κάποια εξωτερική δύναμη, αλλά ο εσωτερικός μας μιλιταρισμός. Δημιουργείται η καταπιεστική εντύπωση ότι εμείς στην Αμερική σαφώς έχουμε συνηθίσει στους πολέμους. Στη διάρκεια πολλών χρόνων εμείς ή πολεμούμε ή άμεσα είμαστε έτοιμοι ν' αρχίσουμε πόλεμο σε κάθε περιοχή του κόσμου. Ο πόλεμος και οι στρατιωτικοί έγιναν αχώριστο μέρος του βίου μας».14
Αδιάψευστος μάρτυρας γι' αυτό είναι η ίδια η Ιστορία. Ακόμα και η επίσημη αμερικανική ιστοριογραφία αναγκάστηκε ν' αναγνωρίσει το γεγονός ότι μόνο κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα οι ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ συμμετείχαν σχεδόν σε 120 ληστρικούς πολέμους και διεξήγαγαν πάνω από 8.600 ένοπλες πολεμικές συγκρούσεις.15
Οι πολεμικές επεμβάσεις των ιμπεριαλιστών
Από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και δώθε ο ιμπεριαλισμός με επικεφαλής τις ΗΠΑ ή με την υποστήριξή τους είναι υπεύθυνος για 100 πολέμους και ένοπλες πολεμικές συγκρούσεις.16
Μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, η ανθρωπότητα μπήκε στον 21ο αιώνα με πάνω από 40 πολέμους και πολεμικές διενέξεις σε όλες τις ηπείρους, τους οποίους διεξάγει ο παγκόσμιος ιμπεριαλισμός με επικεφαλής τις ΗΠΑ. Το ΝΑΤΟ επεκτείνει την ακτίνα δράσης του προς Ανατολάς και οι στρατιωτικές δαπάνες των ΗΠΑ έχουν φτάσει σε αστρονομικούς αριθμούς.
Στις σύγχρονες συνθήκες, οι ΗΠΑ έχουν μετατραπεί σε χώρα μιας τερατωδώς στρατιωτικοποιημένης οικονομίας. Ιδιαίτερα μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτέμβρη του 2001, οι ΗΠΑ βρήκαν ό,τι τους έλειπε: το νομιμοποιητικό πλαίσιο για την περαιτέρω επέκταση και ανανέωση του στρατιωτικού τους οπλοστασίου.
Η κυβέρνηση Μπους προχώρησε με ιλιγγιώδεις ρυθμούς στην αύξηση των αμυντικών δαπανών των ΗΠΑ. Το άμεσο αποτέλεσμα είναι σήμερα ο «αμυντικός προϋπολογισμός των ΗΠΑ να αντιστοιχεί σε ποσοστό 45% περίπου των αμυντικών δαπανών του συνόλου των 189 κρατών του πλανήτη και να επιτρέπει στην υπερδύναμη να δαπανά διπλάσια από ό,τι όλοι οι άλλοι εταίροι της στο NATO μαζί»17. Χάριν της ποιοτικής διαφοράς των εξοπλισμών: «Τα 24.000 δολάρια ανά στρατιώτη που δαπανούν οι ΗΠΑ, μόνο για την ανάπτυξη νέων συμβατικών οπλικών συστημάτων, είναι ποσό εξαπλάσιο του μέσου όρου των ευρωπαϊκών χωρών»18.
Οι στρατιωτικές δαπάνες των χωρών - μελών του NATO ακολουθούν μια ανοδική πορεία, με αποτέλεσμα να έχουν φτάσει σήμερα σε αστρονομικά μεγέθη:
1953: 64 δισ. δολάρια.
1980: 255 δισ. δολάρια.
1985: 327 δισ. δολάρια.
1990: 503 δισ. δολάρια.
1992: 509 δισ. δολάρια19
Σήμερα διανύουμε την περίοδο του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», «που, υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ, περιλαμβάνει μια δραματική αύξηση των αμερικανικών στρατιωτικών δαπανών και δραστηριοτήτων, ανανέωση του στρατιωτικού οπλοστασίου, μεταπολεμικά συστήματα ανάλογα των νέων στρατηγικών αναγκών, πολιτική πίεση προς τους εταίρους του NATO για την αύξηση των σχετικών τους προϋπολογισμών και βέβαια, αλλαγή του στρατιωτικού δόγματος των ΗΠΑ».20
Ο επικεφαλής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου του Λευκού Οίκου, Λόρενς Λίντσεϊ δήλωσε ότι το πακέτο των εξόδων του πολέμου μπορεί να φτάσει στο 2% του σημερινού ΑΕΠ των ΗΠΑ (περίπου 200 δισ. δολάρια).21
Ο πρώτος πόλεμος κατά του Ιράκ με την επωνυμία «Καταιγίδα της Ερήμου», στοίχισε 61,1 δισ. δολάρια. Από αυτά πλήρωσαν οι ΗΠΑ μόνο 7,4 δισ., τα υπόλοιπα τα μοιράστηκαν στο μεγαλύτερο μέρος η Σαουδική Αραβία, το Κουβέιτ, η Ιαπωνία και η Γερμανία (η οποία πλήρωσε 18 δισ. μάρκα).22
Σχετικά με τις πιέσεις των Αμερικανών για γενναία αύξηση των προϋπολογισμών στις χώρες - μέλη του NATO, ο κος Παπαντωνίου είπε: «Η Ελλάδα ακόμα και με το 4% του ΑΕΠ στις αμυντικές δαπάνες θα ξοδεύει υπερδιπλάσια σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες χώρες. Οι δαπάνες μας είχαν φτάσει σε πάρα πολύ υψηλά επίπεδα. Τώρα, απλώς θα είμαστε σε υψηλά επίπεδα, θα φύγει δηλαδή το "πάρα πολύ υψηλά"».23
Μέσα σε αυτή τη λογική εκπονήθηκε από την κυβέρνηση Σημίτη και το Ενιαίο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Ανάπτυξης και Εκσυγχρονισμού (ΕΜΠΑΕ) των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων για την πενταετία 1996 - 2000, το συνολικό ύψος του οποίου ανέρχεται στα 11,7 δισ. ευρώ, το οποίο στην πλήρη υλοποίησή του αναμένεται ότι θα αγγίξει τα 20,5 δισ. ευρώ24.
(Συνεχίζεται)
1. Β. Ι. Λένιν: «Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού». Απαντα, τόμος 27, σελ. 415.
2. «Το βήμα», 24/1/1993.
3. «Παγκόσμια οικονομία και Διεθνείς σχέσεις», τεύχος 11/1987, σελ. 147.
4. Β. Ι. Λένιν, «Σχετικά με την εσωτερική και εξωτερική πολιτική της Δημοκρατίας μας» Απαντα, τόμ. 44, σελ. 304 - 305.
5. «Υπονομευτικές ενέργειες κατά του σοσιαλισμού. Αβάνα, Βουδαπέστη, Βαρσοβία, Μόσχα, Πράγα, Σόφια», 1987, σελ. 179.
6. «Υπονομευτικές ενέργειες κατά του σοσιαλισμού. Αβάνα, Βουδαπέστη, Βαρσοβία, Μόσχα, Πράγα, Σόφια», 1987, σελ. 181.
7. «Ριζοσπάστης», 21.12.2003.
8. Στην επέμβαση του διεθνούς ιμπεριαλισμού κατά της νεαρής Σοβιετικής Δημοκρατίας το 1919 συμμετείχαν οι στρατιωτικές δυνάμεις των καπιταλιστικών κρατών: Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, Ιαπωνία, Γερμανία, Ιταλία, ΗΠΑ, Τσεχοσλοβακία, Σερβία, Κίνα, Φινλανδία, Ελλάδα, Πολωνία, Ρουμανία και η Τουρκία.
9. Β. Μ. Μπερεζκόφ: «Σελίδες από τη διπλωματική ιστορία». Παρτιζντάτ. Σόφια 1988, σελ. 324, ή Μιχαήλ Κίλεφ: «Ο Χρουστσόφ και η διάλυση της ΕΣΣΔ». Σόφια 1999, σελ. 189 - 190.
10. «Μια ιστορία ιμπεριαλιστικής φρίκης που μπορεί να ανατραπεί». «Κυριακάτικος Ριζοσπάστης», 4.4.2004.
11. «Κρατική τρομοκρατία σε δράση...» Πρακτορείο «Σόφια Πρες». Σόφια 1986, σελ. 134.
12. Μιχαήλ Κίλεφ: «Ο Χρουστσόφ και η διάλυση της ΕΣΣΔ». Εκδοτικός Οίκος «Χρίστο Μπότεφ». Σόφια 1999, σελ. 87.
13. Β. Ι. Λένιν: «Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού» Απαντα, τόμος 27, σελ. 382.
14. Μιχαήλ Κίλεφ: «Ο Χρουστσόφ και η διάλυση της ΕΣΣΔ». Σόφια 1999, σελ. 149.
15. Μιχαήλ Κίλεφ: «Ο Χρουστσόφ και η διάλυση της ΕΣΣΔ». Εκδοτικός Οίκος «Χρίστο Μπότεφ». Σόφια 1999, σελ. 149.
16. Λεονίντ Γιερεμιέφ: «Η Σοβιετική Ενωση στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο 1941 - 1945». Εκδοτ. Οίκος «Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος» Α.Ε., Αθήνα 1997, σελ. 141.
17. «ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ», 8.9.2002.
18. Στο ίδιο.
19. «Ο μαρξισμός και η σύγχρονη εποχή», τ. 1 - 2/22 - 23, 2002, σελ. 133 και 134.
20. Νικόλαος Μ. Λιούσης: «Αλήθεια και ψέματα για τις αμυντικές δαπάνες». Επιθεώρηση της «Ημερησίας», για τη γεωστρατηγική και άμυνα. Οκτώβρης 2002, σελ. 77.
21. «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ», 22.9.2002.
22. «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ», 22.9.2002.
23. Γιάννος Παπαντωνίου: Συνέντευξη στην Επιθεώρηση της «Ημερησίας» για τη γεωστρατηγική και την άμυνα. Οκτώβρης 2002, σελ. 9.
24. Επιθεώρηση της «Ημερησίας» για τη γεωστρατηγική και την άμυνα. Οκτώβρης 2002, σελ. 121.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ